ΠΕΡΙ ΥΠΑΚΟΗΣ
Κυριακὴ Δ΄ Ματθαίου (Ματθ. 8,5-13)
ΠΕΡΙ ΥΠΑΚΟΗΣ
«Κύριε, …μόνον εἰπὲ λόγῳ, καὶ ἰαθήσεται ὁ παῖς μου» (Ματθ. 8,8)
ΘΑ τολμήσω, ἀγαπητοί μου, νὰ πῶ λίγες λέξεις μὲ ἀφορμὴ τὸ εὐαγγέλιο. Διηγεῖται ἕνα θαῦμα, ἕνα ἀπὸ τὰ ἀναρίθμητα θαύματα τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ.
Ἦταν ἕνας ἑκατόνταρχος, ἀξιωματικὸς τῆς ῾Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας (ὁ βαθμός του ἀντιστοιχεῖ μὲ τὸ σημερινὸ βαθμὸ τοῦ λοχαγοῦ). Ὁ ἑκατόνταρχος εἶχε ἕνα δοῦλο ἄρρωστο. Ὁ δοῦλος τότε δὲν ἐθεωρεῖτο ἄνθρωπος μὲ δικαιώματα· ἐθεωρεῖτο ζῷο καὶ κάτω τοῦ ζῴου. Ἐθεωρεῖτο ἕνα ρές (res), ἕνα πρᾶγμα, ποὺ ὁ ἀφέντης του τὸ κάνει ὅ,τι θέλει· μποροῦσε καὶ νὰ τὸν σκοτώσῃ ἀκόμη, τέτοια σκληρότης ἐπικρατοῦσε. Ἐν τούτοις ὁ ἑκατόνταρχος αὐτός, μολονότι εἰδωλολάτρης, ἦτο σπλαχνικός, εἶχε ἀγάπη. Ὅταν ὁ ὑπηρέτης του ἀῤῥώστησε, ἐνδιαφέρθηκε γι’ αὐτόν. Θὰ κάλεσε ἀσφαλῶς γιατρούς, θὰ τοῦ ἔδωσε φάρμακα. Ἀλλὰ ὁ ἀσθενὴς ἔμενε ἀθεράπευτος.
Τότε κατέφυγε στὸ μοναδικὸ ἰατρὸ ψυχῶν καὶ σωμάτων, τὸν Κύριον ἡμῶν ᾿Ιησοῦν Χριστόν, καὶ ζήτησε τὴ θεραπεία τοῦ δούλου. Ὁ Χριστὸς τοῦ λέει· «Θὰ ἔρθω ἐγὼ στὸ σπίτι σου νὰ τὸν θεραπεύσω». Ὁ ἑκατόνταρχος ὅμως ἀπαντᾷ· «Κύριε, δὲν εἶμαι ἄξιος νὰ εἰσέλθῃς στὸ σπίτι μου· πὲς μόνο ἕνα λόγο, ἀπὸ μακριά, καὶ φτάνει». Ὁ Χριστὸς θαύμασε τὴν πίστι του, ἔδωσε ἀπὸ μακριὰ διαταγή, κι ἀπὸ τὴν ὥρα ἐκείνη ὁ δοῦλος θεραπεύθηκε.
Αὐτὸ εἶνε τὸ εὐαγγέλιο. Ἀπὸ ὅλα ὅσα διδάσκει ἕνα μόνο θέλω νὰ πῶ στὴν ἀγάπη σας.
* * *
Ὁ ἑκατόνταρχος, γιὰ νὰ πείσῃ τὸ Χριστό, ἀνέφερε τὸ δικό του παράδειγμα. «Ἐγώ», εἶπε, «ἔχω ὑπὸ τὴν ἐξουσία μου στρατιῶτες· καὶ λέω στὸν ἕνα, ἔλα, καὶ ἔρχεται· λέω στὸν ἄλλο, πήγαινε ἐκεῖ, καὶ πηγαίνει· λέω καὶ στὸ δοῦλο μου, κάνε αὐτό, καὶ τὸ κάνει». Ὑπάρχει ἐξουσία λοιπόν, δὲν μποροῦμε νὰ τὸ ἀρνηθοῦμε· δὲν κυβερνᾶται ὁ κόσμος χωρὶς ἐξουσία. Καὶ οἱ ἐξουσίες εἶνε πολλὲς καὶ ποικίλες. Δὲν ἐξετάζω, ἐὰν καὶ κατὰ πόσον ἀσκοῦν τὸ ἔργο τους νομίμως καὶ κανονικῶς· θέλω μόνο νὰ τονίσω, ὅτι οἱ ἐξουσίες τῆς γῆς εἶνε μικρές. Ἡ ἐξουσία λ.χ. ἑνὸς στρατηγοῦ, ἑνὸς ναυάρχου, ἑνὸς ἀρχηγοῦ κόμματος, ἑνὸς πρωθυπουργοῦ, ἑνὸς προέδρου δημοκρατίας, ἑνὸς βασιλέως, ἔχει κάποιο τέλος. Αὐτὸ ἰσχύει γιὰ ὅλους. Καὶ Μέγας Ἀλέξανδρος καὶ Ναπολέων καὶ μονοκράτωρ νὰ εἶσαι, καὶ ὑπερδύναμις νὰ γίνῃς ὅπως λένε τώρα, ἡ ἐξουσία αὐτὴ εἶνε σκιὰ ἐξουσίας, μπροστὰ στὴν ἐξουσία τοῦ Χριστοῦ. Μετὰ ἑκατὸ χρόνια, σᾶς ἐρωτῶ, ποιός θὰ τοὺς θυμᾶται αὐτούς; Κανείς. Θὰ ψάχνουν σὲ λεξικὰ νὰ βροῦν τ’ ὄνομά τους.
Λέει λοιπὸν ὁ ἑκατόνταρχος· «Ἐὰν ἐγὼ ἐξουσιάζω τοὺς στρατιῶτες κι αὐτοὶ πειθαρχοῦν στὶς διαταγές μου κ’ εἶνε ἕτοιμοι νὰ ῥιχτοῦν καὶ σὲ μάχες, πολὺ περισσότερο ἐσύ, Κύριε, ποὺ δὲν ἔχεις μιὰ μικρὰ ἐξουσία, ἀλλὰ ἡ ἐξουσία σου εἶνε ἀπέραντη, μπορεῖς νὰ διατάζῃς καὶ νὰ ἐκτελοῦνται τὰ πάντα». Τί σημαίνουν τὰ λόγια αὐτά; Ὁ ἑκατόνταρχος πίστευε, ὅτι κάτω ἀπὸ τὸ ταπεινὸ σχῆμα τοῦ ᾿Ιησοῦ τοῦ Ναζωραίου κρύβεται ἡ Θεότης, ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε ὁ παντοδύναμος Θεὸς ποὺ δημιούργησε καὶ κυβερνᾷ τὸ σύμπαν. Πῶς τὸ κυβερνᾷ; Μὲ τὴ θεία πρόνοιά του, μὲ τὶς δυνάμεις καὶ τοὺς φυσικοὺς νόμους ποὺ ἔθεσε.
Ἕνας λ.χ. θεμελιώδης φυσικὸς νόμος εἶνε ἡ παγκόσμιος ἕλξις. Ὅλα τὰ οὐράνια σώματα, τὰ δισεκατομμύρια ἄστρα ποὺ ζυγίζουν τόννους ἀμέτρητους, στέκονται στὸν ἀέρα! Πῶς; Εἶνε δεμένα μεταξύ τους μὲ μία ἀόρατη «κλωστή», ποὺ ἡ ἐπιστήμη τὴν ὠνόμασε ἕλξι· τραβάει, δηλαδή, τὸ ἕνα τὸ ἄλλο. Ἀλλ’ ἐὰν ρωτήσης καὶ τὸν ἐπιστήμονα καθηγητὴ τί εἶνε ἕλξις, δὲν ξέρει νὰ σοῦ πῇ. Ἡ ἐπιστήμη περιγράφει, δὲν ἐξηγεῖ. Τὰ βαθύτερα αἴτια παραμένουν ἀσύλληπτα, ἀκατάληπτα, ἀπερινόητα. Καὶ μόνο αὐτό; Τὰ δισεκατομμύρια ἄστρα δὲν αἰωροῦνται ἁπλῶς στὸ διάστημα· κινοῦνται μὲ ἀκρίβεια καὶ μὲ ταχύτητα ἀστραπιαία. Καὶ ὅμως δὲν συγκρούονται. Σκεφθῆτε· στὴν Ἑλλάδα κινοῦνται πάνω στοὺς δρόμους μερικὲς χιλιάδες αὐτοκίνητα, καὶ κάθε μέρα ἔχουμε ἀτυχήματα καὶ δυστυχήματα, παρὰ τὰ μέτρα καὶ τοὺς τροχονόμους· αὐτὰ τὰ ἄστρα, πού ᾿νε δισεκατομμύρια ὀγκώδη «ὀχήματα» καὶ τρέχουν αἰωρούμενα στὸ διάστημα, ἐρωτῶ, ποιός τροχονόμος ῥυθμίζει τὴν κίνησί τους καὶ δὲν συμβαίνει καμμία σύγκρουσις;
Ὅλα τὰ κυβερνᾷ ἡ ἄπειρος δύναμις ποὺ λέγεται Θεός. «Τίς Θεὸς μέγας ὡς ὁ Θεὸς ἡμῶν;…» (Ψαλμ. 76,14). Σὲ μιὰ ὡραία εὐχὴ τῶν Θεοφανείων ὁ Σωφρόνιος πατριάρχης ᾿Ιεροσολύμων ἀναφωνεῖ· «Μέγας εἶ, Κύριε, καὶ θαυμαστὰ τὰ ἔργα σου καὶ οὐδείς λόγος ἐξαρκέσει πρὸς ὕμνον τῶν θαυμασίων σου… Σὲ ὑμνεῖ ἥλιος, σὲ δοξάζει σελήνη, σοὶ ἐντυγχάνει τὰ ἄστρα, σοὶ ὑπακούει τὸ φῶς, σὲ φρίττουσιν ἄβυσσοι…». Ὑπακούουν τὰ ἄστρα, τὰ δέντρα, τὰ φυτά, τὰ ζῷα…· ὅλα ὑπακούουν στὸ Θεό. Καὶ χάρι στὴν ὑπακοὴ ζοῦν καὶ συντηροῦνται. Τὸ ἀποτέλεσμα τῆς ὑπακοῆς εἶνε ἡ ἁρμονία. Ὅλα στὴ θέσι τους, ὅλα ὑπακούουν· αὐτὸ τὸ νόημα ἔχει ὁ λόγος τοῦ ἑκατοντάρχου, ὅτι Ἐγὼ διατάζω τοὺς στρατιῶτες, ἐσὺ διατάζεις τὶς φυσικὲς δυνάμεις, τὴ ζωὴ καὶ τὸ θάνατο· στὰ χέρια σου εἶνε τὰ πάντα, «μόνον εἰπὲ λόγῳ, καὶ ἰαθήσεται ὁ παῖς μου» (Ματθ. 8,8).
Ἐὰν γιὰ τὰ ὑλικὰ ὄντα ὁ Θεὸς ἔθεσε φυσικοὺς νόμους, γιὰ τὸν ἄνθρωπο ἔθεσε καὶ κάποιους ἄλλους νόμους. Οἱ νόμοι αὐτοὶ δὲν εἶνε πλέον φυσικοί· εἶνε νόμοι ἠθικοί. Ἂν ὁ φυσικὸς νόμος ἔχῃ ἀξία, πολὺ μεγαλυτέρα ἀξία ἔχει ὁ ἠθικὸς νόμος, ἡ φωνὴ τῆς συνειδήσεως, ποὺ ἐφύτευσε ὁ Δημιουργὸς μέσα στὶς καρδιὲς ὅλων τῶν ἀνθρώπων, ἀκόμη καὶ τῶν ἀγρίων. Ἕνας φιλόσοφος εἶπε· «Δύο πράγματα μὲ κάνουν νὰ πιστεύω στὸ Θεό· τὸ ἕνα εἶνε ὁ οὐρανὸς μὲ τ’ ἀστέρια του καὶ τὸ ἄλλο ἡ φωνὴ τῆς συνειδήσεως». Ποιός τὴν φύτευσε μέσα μας; Ὁ ἴδιος ἐκεῖνος ποὺ ἔστησε καὶ τὰ ἄστρα στὸν οὐρανό. Καὶ πρέπει νὰ ὑπακούουμε σ’ αὐτὴν ὅπως ὅλα τὰ ὄντα ὑπακούουν στοὺς φυσικοὺς νόμους. Ἂν ὑπακούουμε, θὰ ὑπάρχῃ ἁρμονία καὶ στὴ ζωή μας. Ἄλλωστε οἱ ἠθικοὶ νόμοι εἶνε αἰώνιοι. Τὰ ἄστρα καὶ ὁ ἥλιος κάποτε θὰ σβήσουν (αὐτὸ λέει καὶ ἡ ἐπιστήμη), ἀλλ᾿ ὁ θεῖος νόμος θὰ μείνῃ αἰωνίως ἀκατάλυτος. Τὸ εἶπε ὁ Χριστός· «Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσονται, οἱ δὲ λόγοι μου οὐ μὴ παρέλθωσι» (Ματθ. 24,35).
Ἀλλ’ ἐνῷ τὰ σύμπαντα ὑπακούουν, ὁ ἄνθρωπος γίνεται ὁ μόνος ἀντάρτης καὶ λέει στὸ Θεό· Δὲν ὑπακούω! Ὅταν ὅμως λείψῃ ἡ ὑπακοὴ στὸ Θεό, τότε ἔρχεται ἡ συμφορά. Διότι ἡ ὑπακοὴ εἶνε ἀναγκαία παντοῦ. Ὄχι στὸν τομέα τῆς θρησκείας μόνο· σὲ κάθε τομέα, ἅμα ἀφαιρέσῃς τὴν ὑπακοή, δὲν μένει τίποτε. Στὸ ἀντρόγυνο, στὴν οἰκογένεια, στὸ σχολεῖο, στὸ στρατό, παντοῦ ζητεῖται ὑπακοή.
* * *
Ἡ ὑπακοὴ βέβαια στοὺς ἄλλους τομεῖς εἶνε, ἀγαπητοί μου, σχετική, ὄχι ἀπόλυτος. Θὰ ὑπακούῃ ἡ γυναίκα στὸν ἄντρα, τὰ παιδιὰ στὸν πατέρα, οἱ μαθηταὶ στὸ δάσκαλο, οἱ στρατιῶται στὸν ἀξιωματικό, οἱ πολῖται στοὺς ἄρχοντας· διαφορετικά, πέφτουμε στὴν ἀναρχία. Θὰ ὑπακούουμε σ’ αὐτούς, ἀλλ᾿ ὑπὸ ἕνα ὅρον· νὰ μὴν πᾶνε κι αὐτοὶ κόντρα μὲ τὸν ἠθικὸ νόμο. Ἐὰν διατάξουν κάτι ἀντίθετο μὲ τὸ Εὐαγγέλιο, τότε δὲν θὰ ὑπακούσουμε. Διότι «πειθαρχεῖν δεῖ Θεῷ μᾶλλον ἢ ἀνθρώποις» (Πράξ. 5,29). Τὸ ἴδιο λέει καὶ ὁ Σοφοκλῆς στὴν «Ἀντιγόνη».
Σήμερα οἱ ἄνθρωποι δυστυχῶς δὲν ὑπακούουν στὸ Θεό. Ποῦ ὑπακούουν; Λέει ἕνας σοφός· Ὅποιος δὲν ὑπακούει στὸ Θεό, θὰ ὑπακούσῃ στὸν διάβολο. Καὶ σήμερα ὑπακούουν στὰ ὄργανα τοῦ διαβόλου, σὲ παγκόσμιο κλίμακα. Καὶ αὔριο θὰ ὑπακούσουν στὸν ἀντίχριστο, ποὺ ἔρχεται.
Ἀλλὰ θέλω νὰ πιστεύω ὅτι, ἂν ἄλλοι ὑποκύψουν στὸν ἀντίχριστο καὶ δηλώσουν ὑποταγὴ σ’ αὐτόν, ἡ πατρίδα μας θὰ πῇ «ὄχι» καὶ θὰ μείνῃ ἀκρόπολις τῆς Ὀρθοδοξίας. Πολλὰ «ὄχι» εἶπε ἡ Ἑλλάς· αὐτὸ θὰ εἶνε τὸ «ὄχι» μὲ τὴν πιὸ μεγάλη ἀξία. Ὅταν δοῦμε ὅτι μᾶς ζητοῦν πράγματα ἀντίθετα μὲ τὸ Εὐαγγέλιο —ὅποιοι κι ἂν εἶνε αὐτοί—, τότε ἐμεῖς δὲν θὰ ὑπακούσουμε πλέον· θ’ ἀντιταχθοῦμε μέχρι ἐσχάτων, γιὰ νὰ κρατήσουμε τὴν ᾿Ορθοδοξία μας, ποὺ εἶνε τὸ φῶς καὶ ἡ ζωή. Τὸ ἔθνος μας δὲν μπορεῖ νὰ ζήσῃ χωρὶς τὴν ᾿Ορθοδοξία.
Δὲν ἀνήκω σὲ κόμματα, πενήντα χρόνια τὸ ἀπέδειξα· ἀνήκω στὴν πατρίδα μου καὶ παραπάνω ἀπὸ τὴν πατρίδα ἀνήκω στὸ Χριστό, ποὺ ζῇ καὶ βασιλεύει εἰς τοὺς αἰῶνας. Σᾶς συνιστῶ τοῦ Χριστοῦ νὰ εἶστε πάντοτε. Ὑπακοὴ στὸ Χριστό, ἄρνησι στὸν ἀντίχριστο.
Μ’ αὐτὰ ποὺ λέμε δὲν χωρίζουμε τὸ λαό. Ἡ Ἐκκλησία εἶνε κλῶσσα καὶ ἀγαπάει ὅλα τὰ παιδιά της, ὅ,τι χρῶμα κι ἂν ἔχουν. Τὰ κόμματα χωρίζουν, ὁ Χριστὸς ἑνώνει. Ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(Ομιλία Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου στον ιερό ναὸ του Ἁγ. Νικολάου Κοζάνης 26-6-1988)
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.