«Λυτρωσαι ημας εκ κινδυνων, Θεοτοκε Αγνη
Μικρὸς Παρακλητικὸς Κανὼν
Ομιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης
π. Αυγουστίνου Καντιώτου
Λυτρωσις και ειρηνη
«Λύτρωσαι ἡμᾶς ἐκ κινδύνων, Θεοτόκε Ἁγνή, ἡ αἰωνίαν τεκοῦσα λύτρωσιν καὶ τὴν εἰρήνην τὴν πάντα νοῦν ὑπερέχουσαν»
ΣΤΗΝ Ἐκκλησία μας ὑπάρχουν δύο παρακλητικοὶ κανόνες, ὁ Μεγάλος καὶ ὁ Μικρός. Ὁ Μεγάλος εἶνε ποίημα τοῦ αὐτοκράτορος Θεοδώρου Δούκα τοῦ Λασκάρεως, ὁ δὲ Μικρὸς τοῦ εὐσεβοῦς μοναχοῦ Θεοστηρίκτου ἢ τοῦ γνωστοῦ ὑμνογράφου Θεοφάνους.
Ὁ Μικρὸς παρακλητικὸς κανὼν ψάλλεται ἰδίως τὴν περίοδο τοῦ Δεκαπενταυγούστου, ἀλλὰ καὶ σὲ ἄλλες περιπτώσεις ἀνάγκης ἢ κινδύνου. Σήμερα θὰ ποῦμε λίγα λόγια ἑρμηνεύοντας ἕνα τροπάριό του ποὺ λέει· «Λύτρωσαι ἡμᾶς ἐκ κινδύνων, Θεοτόκε Ἁγνή, ἡ αἰωνίαν τεκοῦσα λύτρωσιν καὶ τὴν εἰρήνην τὴν πάντα νοῦν ὑπερέχουσαν». Αὐτὸ τὸ τροπάριο ἔχει μέσα ἕνα μαργαριτάρι, μιὰ μεγάλη ἀλήθεια, ποὺ θὰ προσπαθήσω νὰ σᾶς ἐξηγήσω.
* * *
Τί μᾶς λέει ἐδῶ; Ὦ Παναγία, ὦ Ἁγνὴ Δέσποινα, σ᾿ εὐχαριστοῦμε ποὺ γέννησες τὸ Χριστό, τὴ λύτρωσι τοῦ κόσμου. Ἀλλὰ ποιά λύτρωσι; «…Ἡ αἰωνίαν τεκοῦσα λύτρωσιν», λέει τὸ τροπάριο. Ὑπάρχουν δηλαδὴ δύο λυτρώσεις, ἡ μικρὰ καὶ ἡ μεγάλη. Ποιά εἶνε ἡ μικρὰ καὶ ποιά ἡ μεγάλη; Αὐτὸ θὰ ἐξηγήσουμε.
Ἐδῶ στὴ γῆ, ποὺ βρισκόμαστε, κινδυνεύουμε. Κινδυνεύουμε ἀπὸ σωματικοὺς κινδύνους· ἀπὸ φωτιά, σεισμό, πλημμύρες, λοιμό (ἀσθένειες καὶ ἐπιδημίες), πεῖνα, ἐμφύλιο σπαραγμό, πόλεμο, αἰφνίδιο θάνατο, ἀπ᾿ ὅλα αὐτά. Ὅλο κινδύνους εἶνε ἡ ζωή. Καὶ στοὺς κινδύνους αὐτοὺς ἀκόμη καὶ ὁ πιὸ ἰσχυρὸς καὶ δυνατὸς ἄνθρωπος, ἔρχεται στιγμὴ ποὺ αἰσθάνεται τὸν ἑαυτό του ἀδύνατο.
Ὅταν κινδυνεύῃ ἕνα ἄτομο, μιὰ οἰκογένεια, ἕνας κόσμος, πρέπει νὰ καταφεύγουμε στὸ Θεό. Αὐτό λέει τὸ τροπάριο αὐτό· «Λύτρωσαι ἡμᾶς ἐκ κινδύνων, Θεοτόκε Ἁγνή»· Θεέ μας, διὰ τῆς Θεοτόκου λύτρωσέ μας ἀπὸ τοὺς κινδύνους, ἀπὸ τὰ κακὰ καὶ τὶς συμφορὲς ποὺ ὑπάρχουν στὸν κόσμο.
Ἀλλ᾿ ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς κινδύνους αὐτούς, ποὺ τοὺς αἰσθανόμεθα, ὑπάρχει καὶ ἕνας ἄλλος κίνδυνος ποὺ δυστυχῶς δὲν τὸν αἰσθανόμεθα. Ἅμα πονέσῃ λίγο τὸ κεφάλι μας, ἅμα ἀρρωστήσῃ τὸ παιδάκι μας, ἅμα μὲ τὸ αὐτοκίνητο γίνῃ κανένα ἀτύχημα, ἂν πετᾶμε μὲ τὸ ἀεροπλάνο καὶ συμβῇ βλάβη, ἢ ὅταν γίνῃ σεισμὸς ἢ ξέρω ᾿γὼ κάτι ἄλλο, τότε κραυγάζουμε «Παναγία μου ἔσφαλα, Παναγία πρόφθασε!». Τότε θυμώμαστε τὸ Θεό. Τὶς ἄλλες φορές; Ἄλλες φορὲς δὲν κινδυνεύουμε; Κινδυνεύουμε. Ὑπάρχει κ᾿ ἕνας ἄλλος κίνδυνος. Ποιός εἶνε αὐτός; Ὁ κίνδυνος ὁ ἄλλος εἶνε πολὺ μεγάλος. Δυστυχῶς δὲν τὸν καταλαβαίνουμε, οὔτε ἐμεῖς οἱ παπᾶδες καὶ οἱ δεσποτάδες οὔτε ἐσεῖς. Νὰ παρακαλέσουμε ἀπόψε τὸ Θεὸ ν᾿ ἀνοίξῃ τὰ μάτια μας νὰ καταλάβουμε τὸ μεγάλο αὐτὸ κίνδυνο.
Ποιός εἶνε αὐτός; Εἶνε… Ἂν σᾶς τὸ πῶ ἔτσι ἀμέσως, θὰ σᾶς πιάσῃ χασμουρητό. Γιατὶ δὲν πιστεύουμε. Ψευδοχριστιανοὶ είμαστε. Κινδυνεύει τὸ κορμὶ ἀπὸ αὐτὰ ποὺ σᾶς εἶπα. Ἀλλὰ κινδυνεύει καὶ κάτι ἄλλο, ποὺ εἶνε ἀπείρως ἀνώτερο ἀπ᾿ ὅλα. Καὶ αὐτὸ εἶνε ἡ ψυχή. Κινδυνεύει ἡ ψυχή. Ποιός πιστεύει στὴν ψυχὴ σήμερα;…
Κινδυνεύει ἡ ψυχή. Καὶ ἀπὸ τὸν κίνδυνο τῆς ψυχῆς πρέπει νὰ λυτρωθοῦμε. Θὰ σᾶς φέρω μιὰ εἰκόνα. Τὰ παλιὰ τὰ χρόνια τὰ βουνὰ ἦταν γεμᾶτα λῃστάς. Τί κάνανε αὐτοί; Κατέβαιναν στὶς πόλεις καὶ πήγαιναν στὰ σπίτια. Ὄχι στὰ σπίτια τῶν φτωχῶν, ἀλλὰ τῶν πλουσίων. Πιάνανε τὸ πλουσιώτερο παιδί, τὸ παίρνανε πάνω στὰ βουνά, καὶ μετὰ στέλνανε στὸν πατέρα μήνυμα· Θὰ μᾶς δώσῃς χίλιες λίρες· ἂν δὲ᾿ στείλῃς τὶς λίρες, τὸ παιδὶ θὰ τὸ κόψουμε!… Καὶ ὁ πατέρας ὁ ταλαίπωρος ἔτρεχε σὰν τρελλὸς νὰ μαζέψῃ λίρες, νὰ τὶς στείλῃ στὸ λῃστὴ καὶ νὰ γλυτώσῃ τὸ παιδί. Καὶ μόνο τότε; Δὲν πᾷς σήμερα στὸ Σικάγο καὶ στὴ Νέα Ὑόρκη νὰ δῇς; Καθημερινῶς γίνονται αὐτά. Ζητᾶνε ἑκατομμύρια δολλάρια. Αὐτὰ λοιπὸν τὰ χρήματα ἔχουν ἕνα ὄνομα. Ὀνομάζονται «λύτρα». Ἔτσι λέγονται αὐτὰ ποὺ δίνουν οἱ συγγενεῖς, γιὰ νὰ ἐλευθερώσουν τοὺς ἀνθρώπους τους. Καὶ ἡ ἀπελευθέρωσι λέγεται «λύτρωσις».
Λύτρα ζητάει ὁ λῃστής. Ἀλλ᾿ ὅπως οἱ λῃσταὶ ζητοῦν λύτρα, ἔτσι ὑπάρχει καὶ κάποιος ἀρχιλῃστὴς ἀόρατος, ὁ φοβερώτερος ἀπ᾿ ὅλους τοὺς ἀρχιλῃστάς. Εἶνε ὁ σατανᾶς. Αὐτὸς ἔχει ἁρπάξει τὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων καὶ τὶς ἔχει αἰχμάλωτες. Αἰχμάλωτες μὲ τὴν κακία καὶ μὲ τὰ πάθη. Ἀναστενάζουν οἱ ἄνθρωποι. Οἱ ψυχὲς ζητοῦν λύτρωσι. «Ταλαίπωρος ἐγὼ ἄνθρωπος!», δυστυχισμένος ἐγώ, λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος (Ῥωμ. 7,24). Ποιός θὰ μὲ σώσῃ, ποιός θὰ μὲ λυτρώσῃ, ποιός θὰ μὲ βγάλῃ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία;
Ἀνοῖξτε τὴν Καινὴ Διαθήκη στὴν πρώτη (Α΄) ἐπιστολὴ τοῦ Πέτρου, κεφάλαιο 1, στίχος 18· ἐκεῖ θὰ δῆτε νὰ λέῃ ὅτι σωθήκαμε ἀπὸ τὸ μάταιο τρόπο ζωῆς, ποὺ εχαμε μάθει, μὲ τὸ τίμιον αἷμα τοῦ Χριστοῦ. «Ἐλυτρώθητε», λέει (Α΄ Πέτρ. 1,18). Ἤμεθα αἰχμάλωτοι στὸ σατανᾶ, τὸν ἀρχιλῃστή, καὶ ὁ Χριστὸς ἐπλήρωσε τὰ λύτρα – Θεέ μου, φώτισέ μας τοὺς ἀχαρίστους νὰ τὸ καταλάβουμε! Τί λύτρα ἔδωσε; Λεφτά, ἀσήμι, χρυσό; Ὄχι. Ἔδωσε τὸ τίμιον αἷμα του ἐπάνω στὸ σταυρό. Ἔτσι ἐλευθερώθηκαν οἱ ψυχές μας. Αὐτή εἶνε ἡ «αἰωνία λύτρωσις», ποὺ ἀκοῦμε στὴ Μικρὰ παράκλησι.
Δύο λυτρώσεις λοιπόν· ἡ μία εἶνε ἡ μικρά, ἡ ἄλλη εἶνε ἡ «αἰωνία λύτρωσις» ποὺ λέει τὸ σημερινὸ τροπάριο. Τὸ ἐπαναλαμβάνω· «Λύτρωσαι ἡμᾶς ἐκ κινδύνων, Θεοτόκε Ἁγνή, ἡ αἰωνίαν τεκοῦσα λύτρωσιν καὶ τὴν εἰρήνην τὴν πάντα νοῦν ὑπερέχουσαν». «Καὶ τὴν εἰρήνην τὴν πάντα νοῦν ὑπερέχουσαν». Ὁ Χριστὸς δηλαδὴ εἶνε ἡ λύτρωσις ἀλλὰ καὶ ἡ εἰρήνη. Ἡ Παναγία γέννησε αὐτὸν ποὺ ἔφερε τὴ λύτρωσι ἀλλὰ καὶ τὴν εἰρήνη. Ποιά εἰρήνη; Πῶς τὴ λέει τὴν εἰρήνη; «Τὴν πάντα νοῦν ὑπερέχουσαν»· ὅτι ὁ Χριστὸς ἔφερε μιὰ εἰρήνη, ποὺ εἶνε παραπάνω ἀπὸ τὶς εἰρῆνες τοῦ κόσμου. Μετρῆστε τὶς εἰρῆνες…
Ἤμουν μικρὸ παιδάκι, ἑφτὰ χρονῶν, καὶ χτυποῦν οἱ καμπάνες. Ἔγινε πόλεμος, ὁ πρῶτος παγκόσμιος πόλεμος. Τέσσερα χρόνια βάσταξε· τὸ ᾿14 ἄρχισε, τὸ ᾿17 τελείωσε. Μετὰ ξαναχτυπήσανε οἱ καμπάνες. Εἰρήνη! λέει. Καὶ ἀκούγαμε ἀπὸ τοὺς πατεράδες καὶ δασκάλους μας· Τώρα δὲν θὰ ξαναγίνῃ πόλεμος. Πάει, ἡσύχασε πλέον ὁ κόσμος. Ἔγιναν τὰ Ἡνωμένα Ἔθνη, ἡ Κοινωνία τῶν Ἐθνῶν… Ὕστερα ὅμως ἀπὸ εκοσι χρόνια χτυποῦν οἱ σειρῆνες. Ψεύτικη εἰρήνη! Δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος…
Δὲ᾿ λύνονται τὰ ζητήματα μὲ τὴ γλῶσσα τῆς διπλωματίας. Ἡ διπλωματία εἶνε ἔργο τοῦ διαβόλου· εἶνε ψευτιά, πονηριά, κακοήθεια, συμφεροντολογία. Γι᾿ αὐτὸ παρακαλοῦμε· Δός μας, Χριστέ, ὄχι τὴν εἰρήνη τῶν Ἡνωμένων Ἐθνῶν ἀλλὰ τὴ δική σου εἰρήνη. «Εἰρήνη πᾶσι». Τὴν εἰρήνη σου, Χριστέ, δός μας.
Βλέπετε τί μεγάλα νοήματα ἔχει ὁ παρακλητικὸς κανών; Λύτρωσις καὶ εἰρήνη!
* * *
Τελειώνω μ᾿ ἕνα ἀνέκδοτο. Μιὰ νύχτα σὲ μιὰ στάνη εἶχαν μαζευτῆ καμμιὰ δεκαριά. Ἀνάμεσά τους ἦταν κ᾿ ἕνας γέρος παπποῦς. Γιὰ νὰ περάσῃ ἡ ὥρα, ἐκεῖ ποὺ σκαλίζανε τὴ φωτιά, ρωτάει ὁ γέρο – τσομπάνος· Δὲ᾿ μοῦ λέτε, παιδιά, ποιό εἶνε τὸ πιὸ μεγάλο κακὸ στὸν κόσμο; Εἶπαν διάφορα· νὰ βγοῦν τὴ νύχτα λύκοι καὶ νὰ φᾶνε τὰ πρόβατα, νὰ πέσῃ ἀρρώστια στὸ κοπάδι, νὰ γίνῃ σεισμός, νὰ πέσῃ φωτιά, νὰ ὑψωθῇ τὸ νερὸ στὸ ποτάμι καὶ νὰ γίνῃ πλημμύρα, νὰ πέσῃ ἀρρώστια στοὺς ἀνθρώπους καὶ νὰ μὴ μείνῃ κανένας, νὰ συγκρουσθοῦν δύο αὐτοκίνητα ἢ δύο σιδηρόδρομοι καὶ νὰ σκοτωθοῦν ἄνθρωποι, νὰ πέσουν βροντὲς κι ἀστροπελέκια καὶ νὰ μᾶς κάψουν ὅλους, νὰ γίνῃ πόλεμος, νά… Τέλος εἶπε τὴ γνώμη του κι ὁ γέρος· Τὸ πιὸ μεγάλο κακὸ δὲν εἶνε τίποτε ἀπ᾿ αὐτά. Εἶνε ἡ ἁμαρτία. Ὤ ἡ ἁμαρτία! Αὐτή εἶνε τὸ πιὸ μεγάλο κακό, εἶπε ὁ ἀσπρομάλλης γέρος.
Ἂν ἕνας ἄγγελος κατέβαινε νὰ βγάλῃ τὴν ἁμαρτία ἀπὸ τὴν καρδιά μας, νὰ τὴν ξερριζώσῃ, ὤ τότε, χτυπῆστε καμπάνες! Εἰρήνη γιὰ πάντα. Διότι οἱ πόλεμοι καὶ ὅλα τὰ ἄλλα κακὰ εἶνε ἀποτελέσματα τῆς ἁμαρτίας. Ὅπου ἁμαρτία, ἐκεῖ καταστροφή.
Αὐτά, ἀγαπητοί μου, εἶχα νὰ σᾶς πῶ μὲ ἁπλῆ γλῶσσα. Παρακαλέστε τὸ Θεό, νὰ μᾶς δώσῃ τὴ λύτρωσι καὶ νὰ ὑπάρχῃ εἰρήνη στὰ Βαλκάνια, εἰρήνη στὴν Εὐρώπη, εἰρήνη στὸν κόσμον ἅπαντα.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(ἱ. ναὸς Ἁγίου Παντελεήμονος Φλωρίνης 24-7-1974. Ἦτο ἡ περίοδος ἐκτάκτου σειρᾶς Παρακλήσεων λόγῳ τῆς ἐπιστρατεύσεως ποὺ ἔγινε τὸ ὀδυνηρὸ ἐκεῖνο θέρος τοῦ 1974)
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.