Αυγουστίνος Καντιώτης



ΦΑΙΝΕΤΑΙ ΟΤΙ ΒΡΙΣΚΟΜΕΘΑ ΣΕ ΠΑΡΑΜΟΝΕΣ ΤΗΣ ΕΜΦΑΝΙΣΕΩΣ ΤΟΥ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΥ ΚΑΙ ΑΚΟΥΓΟΝΤΑΙ ΒΡΑΧΝΕΣ ΦΩΝΕΣ ΤΙΣ ΚΟΛΑΣΕΩΣ, ΣΕ ΝΗΠΙΑΓΩΓΕΙΑ, ΣΕ ΔΗΜΟΤΙΚΑ ΣΕ ΓΥΜΝΑΣΙΑ: Κατω η θρησκεια – ζητω η αθεϊα. Αλλα στην πατριδα μας, το βλεπω δυσκολο να ξερριζωθη η πιστι. Και αν κλεισουν τις εκκλησιες θα μαζευονται σε σπιτια και κατακομβες και θα προσευχονται μετα δακρυων οι χριστιανοι: 1. ΑΓΙΩΣΥΝΗ 2. ΤΙ ΕΙΝΕ ΤΟ ΣΩΜΑ ΜΑΣ; (Ομιλιες στον Αποστολο της Κυριακης 1.10.2017)

date Σεπ 30th, 2017 | filed Filed under: ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ

 

1. ΑΓΙΩΣΥΝΗ

Κυριακὴ ΙΖ´ {Ματθ.} Β΄ Κορ.  6,16-7,1)
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου
Η πρώτη είνε σε pdf

 

να καθαρίσουμε τον εαυτ2.  ΤΙ ΕΙΝΕ ΤΟ ΣΩΜΑ ΜΑΣ;

«Ὑμεῖς ναὸς Θεοῦ ἐστε ζῶντος» (Β΄ Κορ. 6,16)

Χαίρω, ἀγαπητοί μου, ποὺ βρίσκομαι σήμερα ἐδῶ, σὲ μιὰ ὡραία ἐκκλησία ποὺ ἔχτισε ἡ εὐσέβειά σας. Καὶ δὲν εἶνε μόνο αὐτή· κι ἄλ­λες ἐκκλησίες ἔχουν χτίσει οἱ πιστοί, στὶς πό­λεις καὶ στὰ χωριά. Στὴν Πρέσπα π.χ., σ᾽ ἕ­να πο­λὺ μικρὸ χωριό, ποὺ ἔχει μόνο 15 κατοίκους, οἱ φτωχοὶ αὐτοὶ ἔχτισαν μιὰ ὡραία ἐκ­κλησία ἐπ᾿ ὀνόματι τῶν Ἁγίων Κυρίλλου καὶ Μεθοδίου.
Ποιοί χτίζουν τὶς ἐκκλησίες, οἱ πλούσιοι; Αὐτοὶ δὲ δίνουν. Ποιοί δίνουν; Ἂς ἔχῃ δόξα ὁ Θεός· ὁ λαός μας, ὁ φτωχὸς λαός· οἱ ἀγρότες, οἱ βοσκοί, οἱ ἐργάτες, αὐτοὶ χτίζουν τὶς ἐκ­κλη­σίες· καὶ δίνουν ἑκατομμύρια.

Διότι εἶνε ἀναγ­καῖες οἱ ἐκ­κλησίες. Ὅπως μα­ζεύονται στὸ σχολεῖο οἱ μα­θηταὶ καὶ στὸ στρα­τῶνα οἱ στρατιῶτες, ἔτσι στὴν ἐκκλησία ἔρ­χονται οἱ πιστοί· εἶνε σχολεῖο ὅπου ἀκούγον­ται τὰ ὡραιότερα μαθήματα, εἶνε στρατώνας καὶ στρατόπεδο ὅπου ἐκπαιδεύονται οἱ στρατιῶτες τοῦ Χριστοῦ· εἶνε καὶ λιμάνι τοῦ Θεοῦ, ὅπου ἀράζουν τὰ ταλαιπωρημέ­να καρά­βια. Ἔ­χει μεγάλη ἀποστολὴ ἡ Ἐκκλησία.
λλὰ τώρα τελευταῖα τί ἀκούγεται; Ἦταν προφητευμένο ὅτι θὰ ἔρθῃ ὁ ἀντίχριστος καὶ φαίνεται ὅτι βρισκόμαστε σὲ παραμονὲς τῆς ἐμφανίσεώς του. Ὁ ἀντίχριστος εἶνε ἐκεῖ­νος ποὺ θὰ πολεμήσῃ τὴν Ἐκκλησία· σύνθημά του θὰ εἶνε «γκρεμίστε τὶς ἐκκλησίες!». Ἄρχι­σαν λοιπὸν τώρα ν᾽ ἀκούγωνται τέτοιες βρα­χνὲς φω­νές. Φωνάζουν. Ποῦ; Σὲ νηπιαγωγεῖα δάσκα­λοι, σὲ σχολεῖα καθηγη­ταί, παντοῦ. Πρώτη φο­ρὰ ἀκούγονται τέτοια λόγια. Εἶνε φωνὲς τοῦ διαβόλου, ποὺ ἔρ­χον­ται μέσ᾽ ἀπὸ τὴν κόλασι. Καὶ τί λένε· Δὲν θέλουμε ἐκκλησίες πλέον!…
Στὴ Φλώρινα ἕνας ἀπ᾽ αὐτοὺς περνοῦσε ἀ­πὸ τὴν ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος τὴν ὥρα ποὺ χτυποῦσε γλυκὰ ἡ καμπάνα· κι αὐ­τὸς ἀκούγοντας τὴν καμπάνα βλαστήμησε. Νὰ δοῦμε, λέει, πόσο καιρὸ θὰ χτυπᾶνε ἀκόμα καμπάνες! Δὲ θά ᾿ρθοῦν ἔτσι τὰ πράγμα­τα νὰ γκρεμίσουμε τὶς ἐκκλησιές, θὰ σφάξου­με τοὺς παπᾶδες!… Μὴ σᾶς φανῇ παράξενο· μπορεῖ νὰ συμβῇ κάτι τέτοιο, ἂν τὸ παραχωρή­σῃ ὁ Θεός. Στὴν Ἀλβανία ὑπῆρχαν χίλιες ἐκ­κλησίες. Ἡ Βόρειος Ἤπειρος εἶχε ὡραῖες ἐκ­κλησίες χτισμένες μὲ τὸν κόπο καὶ τὸν ἱδρῶ­τα τῶν ἀδελφῶν μας. Καὶ ἦρθαν χρόνια, ὅταν κυ­βερνοῦσε ὁ Ἐμβὲρ Χότζα (1908-1985), ποὺ οἱ καμπάνες σταμάτησαν νὰ χτυποῦν κ᾽ οἱ ἐκ­κλησίες ἔκλεισαν ἢ ἔγιναν καφενεῖα, ἑστιατό­ρια, ἀ­ποθῆκες τροφίμων καὶ κινηματογράφοι, γιατὶ ἐκεῖ βασίλευε ἡ ἄθεη δικτατορία.
Καὶ στὴν Ἑλλάδα, ὅπως εἴπαμε, ἀ­κούγον­ται τέτοιες φωνές, κάτω ἡ θρησκεία – ζήτω ἡ ἀ­θεΐα. Ἀλλὰ στὴν πατρίδα μας τὸ βλέπω δύσ­κολο νὰ ἐπιτύχουν τὸ σχέδιό τους. Γιατὶ ἐ­δῶ δὲν εἶνε Ἀλβανία οὔτε Ῥωσία. Στὴ ῾Ρω­σία τὶς ἐκκλησίες τὶς ἔχτιζαν τσάροι, μεγάλοι πλού­σιοι, καὶ τὶς ἔντυναν μὲ ἀσήμι καὶ χρυσάφι· ἐ­δῶ δὲν ἔχουμε τσάρους, ἔχουμε φτωχὸ λαό. Κατὰ κανόνα αὐ­τοὶ ποὺ ἔχουν καράβια στὴ θάλασσα καὶ ἐρ­γοστάσια στὴ στε­ριὰ δὲν χτίζουν ἐκ­κλησίες· ὁ φτωχὸς λαός, αὐτὸς χτίζει τὶς ἐκ­κλησί­ες τοῦ Θεοῦ. Γι᾽ αὐτὸ μοῦ φαίνεται δύσ­κολο νὰ ξερριζωθῇ ἡ πίστι. Ἔχει ῥίζες βαθειὲς στὴν καρδιὰ τοῦ λαοῦ μας. Κ᾽ ἕνα δέν­τρο – ἕνα πλατάνι, μὲ ῥίζες βαθειὰ στὸ χῶμα, δὲν μποροῦν νὰ τὸ ξερριζώ­σουν ἄ­νεμοι καὶ θύελλες· ἀντέχει. Ἔτσι καὶ ἡ πίστι μας. Γιατὶ δὲν εἶνε κάτι ἐπίκτητο στὸν ἄνθρωπο, εἶνε κάτι φυσικό.
Νὰ τὸ πῶ κάπως ἐπιστημονικά; ἡ θρησκεία μας εἶνε ἔμφυτη. Τί θὰ πῇ ἔμφυτη; Θὰ τὸ ἐξηγήσω μ᾽ ἕνα παράδειγμα. Εἶνε ὅπως τὸ ὅτι ἀ­γα­πᾷ ἡ μάνα τὸ παιδί· αὐτὸ τὸ ἔχει ἀπὸ τὴ φύ­σι της. Δὲν τὸ διδάχθηκε ἀπὸ κανένα, δὲν πῆ­γε σὲ κάποιο σχολεῖο νὰ τὴ διδάξουν ὅτι πρέπει ν᾽ ἀγαπᾷ τὸ παιδί· ἡ μητρικὴ ἀγάπη εἶ­νε ἔμ­φυτη. Κάθε μάνα τὴν αἰσθάνεται. Καὶ προ­τιμᾷ νὰ πεθάνῃ παρὰ νὰ ἐγκαταλείψῃ τὸ παιδί της. Καὶ χίλιες κ᾽ ἕνα ἑκατομμύριο διατα­γὲς νὰ βγοῦν καὶ νὰ διατάζουν νὰ πάψουν οἱ μανάδες ν᾽ ἀγαποῦν τὰ παιδιά τους, αὐτὲς δὲν θὰ πειθαρχήσουν. Ἡ μητρικὴ ἀγάπη πηγάζει μόνη της ἀπ᾽ τὴν καρδιά, εἶ­νε κάτι φυσικό, κι ὅ,τι εἶνε φυσικὸ δὲν ξερριζώνεται. Ἔτσι λοιπὸν εἶνε καὶ ἡ θρησκεία μας· καμμιά, ἀπολύτως καμμιά διαταγὴ στὸν κόσμο δὲν θὰ μπορέσῃ νὰ ξερριζώσῃ ἀπ᾿ τὶς καρδιὲς τῶν Χριστιανῶν τὴ θρησκεία τοῦ Χριστοῦ. Μένει καὶ θὰ μένῃ, εἰς πεῖσμα τῶν δαι­μό­νων, εἰς πεῖσμα τῶν ἀθέων καὶ ἀπίστων. Καμμιά σατανικὴ δύναμις δὲν θὰ μπορέσῃ νὰ βγάλῃ ἀπὸ τὰ σπλάχνα τῆς ἀν­θρωπότητος τὴ δίψα γιὰ τὸν ἀληθινὸ Θεό.
Κι ἂν ὑποθέσουμε ὅτι γίνεται μιὰ τέτοια ἀ­πόπειρα κι ὅτι ἐπικρατεῖ ἀπιστία καὶ ἀθεΐα καὶ κλείνουν οἱ ἐκκλησιές; Ἀπατῶνται οἱ δι­ῶ­κτες τῆς Ἐκκλησίας ἂν νομίζουν ὅτι ἔτσι θὰ σβήσῃ ἡ πίστι μας. Μποροῦν νὰ κλείσουν τὶς ἐκ­κλησί­ες· ἔτσι ἔγινε στὴν Ἀλβανία, ἀλλὰ οἱ Χριστια­νοὶ μαζεύονταν ἐκεῖ κρυφὰ τὴ νύχτα σὲ σπίτια καὶ κατακόμβες καὶ προσεύχον­ταν μὲ δάκρυα.
Καὶ ἂν κλείσουν καὶ τὶς κατακόμβες; Οὔ­τε καὶ τότε ἡ θρησκεία μας θὰ ἐκλείψῃ. Δι­ότι καὶ πάλι θὰ ὑπάρχῃ γιὰ τοὺς πιστοὺς μιὰ ἄλλη ἐκ­κλησία, ποὺ δὲ μπορεῖ νὰ τὴ γκρεμί­σῃ καν­είς, ἀ­πολύτως κανείς. Ποιά εἶνε ἡ ἐκ­κλησία αὐτή; Ὁ οὐ­ρανὸς μὲ τ᾽ ἀστέρια του! Τί εἶνε κι ὁ μεγα­λύ­τερος πολυέλεος τοῦ πιὸ εὐ­ρύχωρου ναοῦ συγκρινόμενος μ᾽ αὐτὸ τὸν πολυ­­έλεο τοῦ ναοῦ τοῦ σύμπαντος ποὺ κρέμασε ὁ Θεὸς πάνω ἀπ᾽ τὰ κεφάλια μας; Αὐτὸς ἔχει ὄ­χι εἰκοσι­πέν­τε ἢ πενήντα κεριά, ἀλλὰ ἑκατομμύρια καὶ δισ­εκατομμύρια ἄστρα ποὺ λάμπουν στὸ στερέωμα. Σ᾽ αὐτὸ τὸ ναὸ «οἱ οὐρανοὶ διηγοῦνται δόξαν Θεοῦ» (Ψαλμ. 18,2)· ποιός μπορεῖ νὰ ἐμποδί­σῃ τὴ λατρεία αὐτή; Θὰ εἶνε ἄφρων ὅποιος νομίσῃ ὅτι μπορεῖ νὰ καταλύσῃ αὐτὸ τὸ ναὸ καὶ νὰ σταματήσῃ τη λατρεία τοῦ Δημιουργοῦ.
Κι οὔτε ἐδῶ σταματᾷ ἡ λατρεία τοῦ Θεοῦ. Ὑπάρχει, πάνω ἀπὸ τὸν ὁρατὸ αὐτὸ ναὸ τοῦ ὑλικοῦ σύμπαντος, κ᾽ ἕνας ἀόρατος ναός. Ποῦ; Στὰ οὐράνια δώματα, ἐκεῖ ποὺ εἶνε ὁ θρό­νος τοῦ Κυρίου, ἐκεῖ ποὺ λατρεύεται ἡ ἁγία Τριὰς ἀπὸ τοὺς ἁγίους ἀγγέλους καὶ ἀρχαγγέλους.

* * *

Ἐὰν ὅμως, ἀγαπητοί μου, τὰ οὐράνια δώμα­τα εἶνε ὁ τελευταῖος καὶ ὑπέρτατος ναός, ὅ­που ἡ λατρεία τοῦ Θεοῦ φθάνει στὸ ἀποκορύ­φωμά της, γεννᾶται τὸ ἐρώτημα· ἐδῶ στὴ γῆ ποιός εἶνε ὁ πρῶτος καὶ βασικὸς ναὸς ἀπὸ τὸν ὁποῖον ἀρχίζει ἡ θεάρεστη αὐτὴ λατρεία; Σ᾽ αὐτὸ ἀπαντᾷ ὁ σημερινὸς ἀπόστολος. Πέρα, λέει, ἀπὸ τὶς ἐκκλησιὲς αὐτές, ποὺ χτίζον­ται μὲ πέτρες καὶ κεραμίδια, ὑπάρχει μιὰ ἄλ­λη ὑπέροχη ἐκκλησία, μυστικὴ ἐκκλησία· καὶ αὐτὴ εἶνε ὁ ἄνθρωπος. «Ὑμεῖς», λέει ὁ ἀπόστο­λος Παῦλος, «ναὸς Θεοῦ ἐστε ζῶντος», σεῖς εἶ­στε ναὸς τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ (Β΄ Κορ. 6,16). Ὁ καθέ­νας ἄνθρωπος δηλαδὴ εἶνε ναός. Πῶς εἶνε ναός;
Κατὰ τοὺς ἁγίους πατέρας ὁ Χριστιανὸς γίνεται ναὸς ὅταν διατηρῇ στὴν καρδιά του τὴ μνήμη τοῦ Θεοῦ καὶ προσεύχεται σ᾽ αὐτόν, ὅ­ταν στὰ ἱερὰ ἄδυτα τῆς ὑπάρξεώς του ―σὰν σὲ ἅγιο βῆμα― λατρεύῃ τὴν ἁγία Τριάδα, ὅταν ἡ φωνὴ τῆς ψυχῆς του ὑμνῇ τὸν Κύριο νοερῶς.
Ἀπὸ τὴν ὥρα τοῦ βαπτίσματος ὅλος ὁ ἄν­θρωπος, ψυχὴ καὶ σῶμα, γίνεται ναός, μέσα στὸν ὁποῖο κατοικεῖ ὁ Κύριος. Ὅλη ἡ ὕπαρξί μας ἀ­νήκει σ᾽ αὐτόν. Γι᾽ αὐτὸ καὶ τὸ σῶμα πρέπει νὰ εἶνε καθαρὸ ὅπως μιὰ ἐκκλησία. Λένε μερικοὶ ἀνόητοι· Δικό μου εἶνε τὸ κορμί, ὅ,τι θέλω τὸ κάνω. Ποιός σοῦ τό ᾽πε; ἔχεις λάθος. Δὲν ξέρετε, λέει ἀλλοῦ ὁ ἀπόστολος Παῦ­λος, ὅτι τὸ σῶμα σας εἶνε ναὸς τοῦ ἁγίου Πνεύμα­τος, τὸ ὁποῖο λάβατε ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ κατοικεῖ μέσα σας, κι ὅτι «οὐκ ἐστὲ ἑ­αυτῶν», ὅτι δὲν ἀνήκε­τε στὸν ἑαυτό σας; (Α΄ Κορ. 6,19). Τὸ κορμὶ σοῦ τό ᾿δωσε ὁ Θεὸς ὄχι γιὰ ν᾽ ἁ­μαρτάνῃς μ᾽ αὐτὸ ἀλλὰ γιὰ νὰ ἐκτελῇς τὶς ἐν­τολές του. Σοῦ ᾽δ­ωσε τὰ χέρια, νὰ κάνῃς τὸ σταυρό σου, νὰ βο­ηθᾷς τὸν ἄλλο, νὰ ἐλεῇς. Σοῦ ᾽δωσε τὰ πόδια, νὰ τρέχῃς στὸ καλό. Σοῦ ᾽δωσε τὰ μάτια νὰ βλέπῃς τὰ δημιουργήματα καὶ νὰ πιστεύῃς. Σοῦ ᾽δωσε τ᾽ αὐτιὰ ν᾽ ἀκοῦς τὰ πουλιὰ καὶ νὰ τὸν δοξάζῃς. Σοῦ ᾽δωσε τὸ μυαλὸ νὰ τὸν στοχάζεσαι. Σοῦ ᾽δωσε τὴν καρδιὰ γιὰ νὰ τὸν ἀ­γαπᾷς. Λοιπὸν εἶσαι ναός. Κι ὅπως μέσα στὸ ναὸ δὲν γίνονται ἀπρέπειες, ἔτσι κ᾽ ἐδῶ. Ὅ­πως στὴν ἐκκλησία δὲν τολμάει κανεὶς νὰ δι­απράξῃ ἀσχημίες, ἔτσι δὲν πρέπει καὶ στὴν σωματικὴ καὶ ψυχικὴ ὕπαρξί μας νὰ γίνεται τίποτε τὸ ἄσχημο καὶ ἄτακτο.
Γιὰ νὰ γίνεται αὐτό, οἱ πατέ­ρες συνιστοῦν νὰ φρουροῦμε τὶς πέντε αἰσθή­σεις, ποὺ εἶνε τρόπον τινὰ τὰ παράθυρά του. Ὅπως ὁ ναὸς τῆς παλαιᾶς διαθήκης στὰ Ἰεροσόλυμα εἶχε δικτυωτὲς θυρίδες (Ἰεζ. 41,16), παράθυρα μὲ σίτες γιὰ νὰ μὴ μπαίνουν ζωΰφια, ἔτσι ὁ Χριστιανὸς πρέπει νὰ ἔχῃ στὶς αἰσθήσεις του ἀντὶ γιὰ σίτες τὸ φόβο τοῦ Θεοῦ, τὴ μνήμη τῆς κρίσεως καὶ τῆς κολάσεως, καὶ ἔτσι νὰ διατηρῇ τὴ θεία χάρι.

* * *

Χαίρω, ἀγαπητοί μου, διότι βρίσκομαι στὸ ναό σας καὶ διότι ἐκ­κλησιάζεσθε. Εὔχομαι, ὁ Θεὸς νὰ σᾶς εὐλογῇ ὅλους, τὰ παιδιά, τὶς γυναῖ­κες, τὰ χωράφια, ὅλα τὰ ὡραῖα ἔργα σας, καὶ νὰ σᾶς ἀξιώσῃ τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Νικολάλου Ἀμμοχωρίου – Φλωρίνης τὴν 5-2-1984.

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.