ΤΟ ΑΜΑΡΤΗΜΑ ΤΟΥ ΕΩΣΦΟΡΟΥ
ΟΜΙΛΙΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ KAΝΤΙΩΤΟΥ
Τῶν Παμμεγίστων Ταξιαρχῶν
ΤΟ ΑΜΑΡΤΗΜΑ ΤΟΥ ΕΩΣΦΟΡΟΥ
ΣΗΜΕΡΑ εἶνε ἡ ἑορτὴ τῶν ἀγγέλων καὶ ἰδιαιτέρως τῶν δύο κορυφαίων, τῶν ἀρχαγγέλων Μιχαὴλ καὶ Γαβριήλ.
* * *
Ἄγγελοι! Ποιός πιστεύει σήμερα ἀγγέλους; Ἔγιναν ὑλισταὶ δυστυχῶς οἱ ἄνθρωποι. Καὶ εἶνε χαρακτηριστικὸ τὸ ἑξῆς ἀνέκδοτο.
Ὅταν ὁ ῾Ρῶσος ἀστροναύτης πέταξε ψηλὰ μὲ τὸ διαστημόπλοιο καὶ μετὰ ἐπέστρεψε πίσω στὴ Μόσχα, διακωμῳδοῦσε τὴ χριστιανικὴ πίστι. Δὲν εἶδα πουθενά, ἔλεγε, οὔτε ἀγγέλους οὔτε φτερά τους… Αὐτὸ ἐπανέλαβε τότε καὶ μιὰ ἄθεη δασκάλα στὸ σχολεῖο ἑνὸς σοβιετικοῦ χωριοῦ. Δὲν ὑπάρχουν ἄγγελοι, ἔλεγε στὰ παιδιά, ὁ ἀστροναύτης μας δὲν εἶδε ἀγγέλους. Τότε ἕνας μικρὸς ῾Ρῶσος, εὐφυέστατος, εἶπε· Κυρία, πετοῦσε πολὺ χαμηλά, γι’ αὐτὸ δὲν τοὺς εἶδε. Τί σοφία! Ὅπως λέει καὶ τὸ εὐαγγέλιο σήμερα, στόματα μικρῶν ἀθῴων παιδιῶν λένε μεγάλες ἀλήθειες (πρβλ. Λουκ. 10,21). Αὐτὸ τὸ παιδὶ εἶπε μία ἀλήθεια ἀστρονομική. Διότι τί ἦταν πράγματι αὐτὸ τὸ διάστημα ποὺ πέταξε ὁ ἀστροναύτης ἐμπρὸς στὶς ἀποστάσεις ἐτῶν φωτὸς ποὺ χωρίζουν τὰ ἀστέρια; Εἶνε μεγαλειῶδες τὸ σύμπαν ποὺ ἔκτισε ὁ Θεός.
Πιστεύουμε ὅτι ὁ Θεὸς εἶνε ὁ δημιουργός, ὁ ποιητὴς «ὁρατῶν τε πάντων καὶ ἀοράτων» (Σύμβ. πίστ.). Τὰ ὁρατὰ ποιά εἶνε; Εἶνε αὐτὰ ποὺ συλλαμβάνουν οἱ πέντε αἰσθήσεις· τὰ βουνά, οἱ θάλασσες, οἱ ποταμοί, οἱ λίμνες, τὰ δέντρα, τὰ πουλιά, τὰ ζῷα… Τελευταῖος, στὴν κορυφὴ τῶν ὁρατῶν κτισμάτων, εἶνε ὁ ἄνθρωπος. Μὲ μιὰ διαφορά· ὅτι ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶνε μόνο ὁρατός, εἶνε καὶ ἀόρατος, ὕλη καὶ πνεῦμα. Κι ὅπως ἔλεγε ἕνας σοφός, ὁ ἄνθρωπος κυρίως εἶνε ὄχι τὸ ὁρώμενον ἀλλὰ τὸ μὴ ὁρώμενον. Εἶνε μεῖγμα ὕλης καὶ πνεύματος· ὕλη τὸ σῶμα τὸ φθαρτό, πνεῦμα ἀθάνατο καὶ αἰώνιο ἡ ψυχή.
Τίθεται ἕνα ἐρώτημα. Πέρα ἀπ’ τοὺς ἀνθρώπους ὁ Θεὸς δὲ δημιούργησε ἄλλα ὄντα; Ἀσφαλῶς. Ἔβαλε τὸν ἄνθρωπο στὸ μέσον· καὶ ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος ἔκανε τὰ ὑλικὰ ὄντα, ἀπὸ τὸ ἄλλο τὰ ἄυλα, τοὺς ἀγγέλους. Γι’ αὐτοὺς ὁμιλεῖ σὲ πολλὰ μέρη ἡ ἁγία Γραφή· ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ βεβαιώνει, ὅτι ὑπάρχει ὁ κόσμος τῶν ἀύλων πνευμάτων. Διακρίνονται σὲ ταξιαρχίες· στρατηγοί τους εἶνε ὁ Μιχαὴλ καὶ ὁ Γαβριήλ.
Τί ἔργο κάνουν οἱ ἄγγελοι; Εἶνε ἀγγελιαφόροι. Μεταφέρουν μηνύματα οὐράνια. Τέτοιο ἦταν λ.χ. τὸ «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία» (Λουκ. 2,14) ποὺ ἔψαλλαν σμήνη ἀγγέλων τὴν ἀλησμόνητη ἐκείνη νύχτα τῶν Χριστουγέννων.
Ἀκόμα οἱ ἄγγελοι εἶνε προστάτες τῶν ἀνθρώπων. Καθένας μας ἔχει τὸν ἄγγελό του, ποὺ δὲν πρέπει νὰ τὸν πικραίνῃ. Ἕνας ζωγράφος ἔκανε μία ὡραία εἰκόνα, ποὺ παριστάνει ἕνα μικρὸ παιδάκι νὰ περνᾷ ἕνα ἐπικίνδυνο στενὸ γεφύρι καὶ ἕνας ἄγγελος φτερωτὸς τὸ προστατεύει. Γι’ αὐτὸ οἱ ἄνθρωποι πρέπει νὰ εἴμεθα εὐγνώμονες στοὺς ἀγγέλους μας.
Οἱ ἄγγελοι δὲν εἶνε μόνο ἀγγελιαφόροι καὶ προστάτες, εἶνε καὶ ὑμνῳδοί. Ἐδῶ ὑμνοῦν τὸ Θεὸ στὴ φύσι τὰ πουλιὰ καὶ στὴν ἐκκλησία οἱ ψάλτες· ἀλλὰ κάποτε κουράζονται. Στὸν οὐρανὸ ἀκούραστοι ψάλτες εἶνε οἱ ἄγγελοι· μέρα – νύχτα ὑμνοῦν τὴν ἁγία Τριάδα «ἀκαταπαύστοις στόμασιν, ἀσιγήτοις δοξολογίαις» (θ. Λειτ. Μ. Βασ.) καὶ ἀκούγεται ὁ ὕμνος· «Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος Κύριος σαβαώθ, πλήρης ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ τῆς δόξης σου…» (θ. Λειτ.· Ἠσ. 6,3). Νὰ πῶ κάτι ἀκόμη; Θὰ φανῇ ἀπίστευτο. Κάποτε οἱ Χριστιανοὶ ἔμπαιναν στὴν ἐκκλησία ὄχι μὲ μάτια ἁμαρτωλά, πορνῶν καὶ μοιχαλίδων καὶ σαρκολατρῶν, ἀλλὰ μὲ μάτια μεταμορφωμένα, καὶ ―δὲν εἶνε μῦθος, εἶνε πραγματικότης―, τὴν ὥρα ποὺ λειτουργοῦσαν οἱ ἱερεῖς, ἔβλεπαν ἀγγέλους! Τὸ λέει τὸ ἀπολυτίκιο τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνος, ὅτι Ὅταν λειτουργοῦσες, ἅγιε, «ἀγγέλους ἔσχες συλλειτουργοῦντάς σοι», ἄγγελοι λειτουργοῦσαν μαζί σου.
Ὑπάρχουν λοιπὸν οἱ ἄγγελοι. Ὅσο βέβαιο εἶνε ὅτι ὑπάρχει ἄνθρωπος, ἄλλο τόσο εἶνε βέβαιο ὅτι ὑπάρχουν ἄγγελοι καὶ ἀρχάγγελοι.
* * *
Ἐὰν μὲ ρωτήσετε, ἀπ’ τὰ ἑκατομμύρια τῶν ἀγγέλων ποιός εἶνε ὁ λαμπρότερος, θὰ σᾶς πῶ· ἦταν ὁ Ἑωσφόρος, ἐπὶ κεφαλῆς τῶν οὐρανίων δυνάμεων. Γιατί ὀνομάζεται ἔτσι; Στὸν φυσικὸ οὐρανὸ ἔτσι λέγεται τὸ πρῶτο καὶ πιὸ λαμπρὸ ἀστέρι. Τὸ πρωΐ, πρὶν τὴν ἀνατολή, αὐτὸ φωτίζει τὴν κτίσι, προάγγελος τοῦ ἡλίου, καὶ τότε τὸ λέμε Αὐγερινό. Τὸ βράδυ, τὸ ἴδιο αὐτὸ ἀστέρι, τὸ λέμε Ἀποσπερίτη, καὶ ἐμφανίζεται πάλι πρῶτο μετὰ τὴ δύσι τοῦ ἡλίου. Τὸ ἐπιστημονικό του ὄνομα εἶνε ἑωσφόρος. Ὅ,τι εἶνε λοιπὸν στὸν φυσικὸ οὐρανὸ αὐτό, ἔτσι ἦταν στὸ πνευματικὸ στερέωμα ὁ ἄγγελος Ἑωσφόρος. Ἀλλά, ἀλλά, ἁμάρτησε! Τί ἔκανε, πορνεία – μοιχεία; Ὄχι. Εἶνε κι αὐτὰ σοβαρά· μὰ τὸ σοβαρώτερο ἁμάρτημα, πηγὴ συμφορᾶς γιὰ τὴν ἀνθρωπότητα, εἶνε ἕνα· τὸ ἑωσφορικὸ λεγόμενο ἁμάρτημα, ἡ ὑπερηφάνεια. Δὲν ἔμεινε ἱκανοποιημένος στὴ θέσι ποὺ τὸν ἔταξε ὁ Θεός. Στὴ διάνοιά του σφηνώθηκε ἡ ὀλεθρία ἰδέα· «Θ᾽ ἀνεβῶ στὸν οὐρανό, θὰ στήσω τὸ θρόνο μου πάνω ἀπ’ τ’ ἄστρα…, θὰ ὑψωθῶ πάνω ἀπ’ τὰ σύννεφα, θὰ γίνω ὅμοιος μὲ τὸν Ὕψιστο» (Ἠσ. 14,13-14). Αὐτὴ ἡ σκέψι ἦταν τὸ σπέρμα τοῦ κακοῦ. Καὶ μόλις συλλογίστηκε ἔτσι, ἀμέσως ἀπὸ φωτεινὸ πνεῦμα ἔγινε σκοτεινό, ἀπὸ ἄγγελος ἔγινε ὁ σατανᾶς. Αὐτὸς καὶ σήμερα στὴν κοινωνία μας ἔχει τὰ ὄργανά του.
Τὴν ὥρα λοιπὸν ποὺ ὁ Ἑωσφόρος ἔπεφτε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ «ὡς ἀστραπὴ» (Λουκ. 10,18), συνέβη ἕνα ἄλλο μεγάλο γεγονός. Ἀκούστηκε σάλπισμα. Εἶνε αὐτὸ ποὺ ἀκοῦμε κάθε φορὰ στὴ θεία λειτουργία, ἀλλὰ δὲν τὸ προσέχουμε· «Στῶμεν καλῶς, στῶμεν μετὰ φόβου» (θ. Λειτ.). Αὐτό, κατὰ τὴν παράδοσί μας, εἶπε ὁ ἀρχάγγελος Μιχαήλ. Ἀμέσως ἔγινε συναγερμὸς στὰ ἀγγελικὰ τάγματα, καὶ στάθηκαν ἀκλόνητοι γύρω ἀπ’ τὸ θρόνο τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἐξακολουθοῦν πλέον νὰ τὸν ὑπηρετοῦν μὲ ἀφοσίωσι.
* * *
Ἀπὸ τὴ σημερινὴ ἑορτὴ μαθαίνουμε, ἀγαπητοί μου, ὅτι δὲν ὑπάρχει μόνο ὑλικὸς κόσμος. Πέρα τῆς ὕλης ὑπάρχει τὸ πνεῦμα. Οἱ ὑλισταὶ λένε «Ἐκ τῆς ὕλης τὸ πνεῦμα», ποὺ εἶνε πλάνη. Ἐμεῖς τί λέμε· Ἐκ τοῦ πνεύματος ἡ ὕλη, κι ὅτι μιὰ μέρα κ’ ἐμεῖς θ’ ἀποβάλουμε τὴ φθορὰ τοῦ σώματος. Ὁ ἄνθρωπος θὰ φτάσῃ σὲ ὕψος ἀγγελικὸ κι ἀκόμη ἀνώτερο. Ὅπως οἱ ἄγγελοι μέρα – νύχτα ζοῦν κοντὰ στὸ Θεὸ καὶ τὸν ὑμνοῦν, ἔτσι κ’ ἐμεῖς θὰ βρεθοῦμε σὲ νέα κατάστασι.
Τί ἄλλο διδασκόμεθα. Ὅπως εἶπα, τὸ μεγαλύτερο ἁμάρτημα εἶνε ἡ ὑπερηφάνεια. Ὄντως σατανικὸ ἁμάρτημα. Αὐτὸ εἶνε ἡ ρίζα τοῦ λεγομένου προπατορικοῦ ἁμαρτήματος. Κάντε ἕνα πείραμα – ἐγὼ τὸ ἔκανα πολλὲς φορές. Μαζέψτε καμμιὰ δεκαριὰ παιδιὰ καὶ ρωτῆστε τα· Ποιός ἀπὸ σᾶς εἶνε τὸ καλύτερο παιδί; Κοιτάζονται μεταξύ τους καὶ κανείς δὲν ἀναγνωρίζει τὸν ἄλλο· ὁ καθένας ἀπὸ τοὺς πιτσιρίκους αὐτοὺς θεωρεῖ τὸν ἑαυτό του ὡς τὸν καλύτερο καὶ ἀνώτερο τῶν ἄλλων. Ἡ ὑπερηφάνεια στὴν καρδιὰ τῶν μικρῶν, ἡ ὑπερηφάνεια στοὺς μεγάλους, ἡ ὑπερηφάνεια στὶς γυναῖκες, ἡ ὑπερηφάνεια καὶ στὰ ἔθνη. Διάβαζα μικρὸς μιὰ ἀξιόλογη προφητεία, ἡ ὁποία προέλεγε ὅτι θὰ γίνῃ ὁ πρῶτος παγκόσμιος πόλεμος, ἀπαριθμοῦσε τὰ δεινὰ ποὺ θὰ ὑποφέρουν οἱ λαοί, καὶ μεταξὺ τῶν ἄλλων ―ἑκατὸ χρόνια προτοῦ νὰ γίνῃ ὁ πόλεμος― ἔλεγε γιὰ τὴ Γερμανία· «Καὶ σύ, ὑπερήφανος Γερμανία, θὰ πέσῃς…». Καὶ πράγματι ἔπεσε. Ὑπερηφανεύθηκε γιὰ τὶς ἀνακαλύψεις της, νόμισε ὅτι διὰ τῆς ἐπιστήμης μπορεῖ νὰ κυριαρχήσῃ σ’ ὁλόκληρο τὸν κόσμο. Ἄκουγες τὶς ἡμέρες τῆς κατοχῆς στοὺς δρόμους ―τὰ προλάβαμε ἐμεῖς― νὰ παρελαύνουν οἱ Γερμανοὶ στρατιῶτες μὲ ψηλὰ τὸ μέτωπο, μὲ βῆμα χήνας, καὶ νὰ τραγουδοῦν «ὑπεράνω ὅλων ἡ Γερμανία». Ἐμᾶς μᾶς θεωροῦσαν λαὸ ὑπανάπτυκτο, ποὺ δὲν εἶνε ἱκανὸς παρὰ μόνο νὰ βόσκῃ χοίρους. Ἰδού ἡ ὑπερηφάνεια. Ἀλλ’ ἀκούσατε τί ἔλεγε ἡ προφητεία· «Καὶ σύ, ὑπερήφανος Γερμανία, θὰ πέσῃς…».
Καὶ ἐν γένει, ὅποιος πάει κόντρα μὲ τὸ Θεό, θὰ πέσῃ, θὰ γίνῃ στάχτη. Τίποτε ἄλλο δὲ μισεῖ ὁ Θεός, ὁ μεγαλοδύναμος καὶ παντοδύναμος, ὅσο τὴν ὑπερηφάνεια.
Ὑπενθυμίζω τέλος τὸν Κοσμᾶ τὸν Αἰτωλό, ὁ ὁποῖος, περιοδεύοντας διάφορα μέρη καὶ κηρύττοντας περὶ ταπεινώσεως, ἔλεγε· «Ὅταν ἰδοῦμέν τινα ταπεινόν, τὸν βλέπομεν ὡς ἄγγελον, μᾶς φαίνεται ν’ ἀνοίξωμεν τὴν καρδίαν μας νὰ τὸν βάλωμεν μέσα· καὶ ὅταν ἰδοῦμέν τινα ὑπερήφανον, τὸν βλέπομεν ὡς τὸν διάβολον, γυρίζομεν τὸ πρόσωπόν μας εἰς ἄλλο μέρος νὰ μὴ τὸν βλέπωμεν» (σ. 116-117). Φτερωτὸς διάβολος εἶνε ἡ ὑπερηφάνεια.
Ἂς ταπεινωθοῦμε λοιπόν, ἂς ἔχουμε τὸ «γνῶθι σαυτὸν» τῶν ἀρχαίων προγόνων μας, ἂς ζοῦμε μὲ ταπεινοφροσύνη καὶ συναίσθησι τῶν ἁμαρτημάτων μας, καὶ τότε ἄγγελοι καὶ ἀρχάγγελοι θὰ μᾶς συνοδεύουν στὸν βίο μας μέχρι τῆς τελευταίας ἀναπνοῆς· ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(Στο ιερό ναό του Ἁγ. Γεωργίου πόλεως Φλωρίνης 8-11-1982)