Αυγουστίνος Καντιώτης



ΚΑΝΟΝΙΚΑ ΤΟΝ ΣΤΑΥΡΟ ΜΑΣ 2) ΤI ΣΥΜΒΟΛΙΖΕΙ Ο ΣΤΑΥΡΟΣ (β΄)

date Σεπ 16th, 2018 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

ΚΑΝΟΝΙΚΑ ΤΟΝ ΣΤΑΥΡΟ

Ἀπόσπασμα ὁμιλίας τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου

————–

—————-

Κυριακὴ μετὰ τὴν Ὕψωσιν τοῦ Σταυροῦ
16 Σεπτεμβρίου
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου

Τι συμβολιζει ο σταυρος (β΄)

Ο σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ, ἀγαπητοί μου, εἶ­νε τὸ σύμβολο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ στὸν ἄνθρωπο. Συνάπτει τὰ διεστῶ­τα, ἑνώνει Θεὸ καὶ ἄνθρωπο. Ἀλλ᾽ ἐνῷ ἑνώνει, συγχρόνως καὶ χωρίζει. Χωρίζει; Μάλιστα, χωρίζει. Τί χωρίζει; Προσέξτε, ἀγαπητοί μου, τὴ συνέχεια.

* * *

Ἡ ἐσταυρωμένη ἀγάπη, ὁ Χριστός, ἐπιβάλ­λει ὑποχρεώσεις· θέλει ν᾿ ἀνταποκριθοῦμε στὴν ἀγάπη του, νὰ τὸν ἀγαπήσουμε φλογε­ρά. «Ἡμεῖς», λέει ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰ­ωάννης, «ἀγα­πῶμεν αὐτόν, ὅτι αὐτὸς πρῶ­τος ἠγάπησεν ἡ­μᾶς» (Α΄ Ἰω. 4,19). Καὶ πρώτη ἐκδήλωσις ἀγάπης πρὸς αὐτὸν εἶνε, νὰ μισήσουμε ἐκεῖνο ποὺ ὠδήγησε τὸν Κύριο στὸ σταυρό, δηλαδὴ τὴν ἁμαρτία.
Ἡ ἁμαρτία μὲ τὶς ποικίλες μορφὲς καὶ δι­ακλαδώσεις της, μὲ ἀγκυροβόλιο καὶ ὁρμητήριο τὴν καρδιὰ κάθε ἁμαρτωλοῦ, ξεκινᾷ κ᾽ ἐξ­απλώνεται στὸ περιβάλλον, ἀποκτᾷ κι ἄλλους ὀπαδοὺς καὶ συνεργάτες, καὶ δημιουργεῖ αἰ­σχρὴ παράταξι, δικό της κόσμο ἄκοσμο, μέσα στὸν ὁποῖο κυρίαρχο στοιχεῖο εἶνε ἡ ἴδια. Αὐ­τὴ ἡ ἁμαρτία, ποὺ εἰσώρμησε ἀ­πὸ τὸν Ἀδὰμ στὴν ἀνθρωπότητα, ἀφοῦ ὠρ­γανώθηκε ἐπιτε­λικά, ἐσταύρωσε «τὸν Κύριον τῆς δόξης» (Α΄ Κορ. 2,8). Ἡ ἁμαρτία, νά ὁ σταυρωτὴς τοῦ Κυρίου.
Συνεπῶς, τὴν ἁμαρτία πρέπει νὰ μισήσουμε, γιατὶ εἶνε ὑ­παίτιος γιὰ ὅλα τὰ κακά, καὶ νὰ ποῦ­με· Θάνατος στὴν ἁμαρτία, θάνατος στὶς κακί­ες καὶ τὰ πάθη, ποὺ ἀποτελοῦν τὸν «παλαι­ὸν ἄνθρωπον»! (῾Ρωμ. 6,6. Ἐφ. 4,22. Κολ. 3,9). Αὐτὸν πρέπει νὰ πολεμήσουμε, νὰ βιάσουμε, νὰ νεκρώσουμε, νὰ σταυρώσουμε, καὶ νὰ κάνουμε τὸν ἑαυτό μας ἀκίνητο καὶ ἀνενέργητο γιὰ τὸ κακό.
Ἡ νέκρωσις τῆς κακίας μέσα μας εἶνε ὁ πρῶ­τος σταυρὸς ποὺ πρέπει νὰ σηκώσουμε καὶ νὰ σηκώνουμε μέχρι τὴν τελευταία μας πνοή (βλ. Λουκ. 9,23). Καὶ ἂν τὸ κακὸ ἀπ᾽ ἔξω ὀργανωθῇ καὶ ἐπιτεθῇ μὲ ὁρμὴ θηρίου, ὁ πιστὸς δὲν πρέπει νὰ ὑποχωρήσῃ οὔτε σπιθαμή, ἀλλὰ ν᾽ ἀντιτά­ξῃ γενναία ἀντίστασι, καὶ νά ᾽νε πρόθυμος γιὰ τὴν τήρησι τοῦ θείου θελήματος νὰ ὑποστῇ καὶ αὐτὸς σὲ μικρογραφία ὅσα ὑπέστη ὁ Κύρι­ος γιὰ τὴ δική μας σωτηρία· νὰ ἐμπαιχθῇ, νὰ ἐμπτυσθῇ, νὰ μαστιγωθῇ, νὰ φορέσῃ ἀκάνθινο στεφάνι καὶ κόκκινη χλαμύδα, δηλαδὴ νὰ συνεχίσῃ στὴ σύγχρονη γενεὰ τὰ πάθη τοῦ Κυρίου, γιὰ νὰ ἔχῃ καὶ σ᾽ αὐτὸν ἐφαρμογὴ τὸ ῥητὸ τοῦ ἀποστόλου Παύλου· «περισσεύει τὰ παθήματα τοῦ Χριστοῦ εἰς ἡμᾶς» (Β΄ Κορ. 1,5).
Χριστὸς καὶ κόσμος εἶνε δύο κύριοι ἀσυμβί­βαστοι· καὶ «οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δου­λεύειν» (Ματθ. 6,24). Ὁ κόσμος π.χ., ποὺ θεὸ ἔχει τὸ μαμωνᾶ, λέει· Καλὸ εἶνε τὸ λαμβάνειν, μὲ ὁ­ποιοδήποτε μέσο καὶ τρόπο. Δόγμα του «Ἅρ­παξε νὰ φᾶς καὶ κλέψε νά ᾿χῃς». Ἀντιθέτως ὁ Χριστὸς λέει· Μακάριον τὸ διδόναι, τὸ νὰ ἐλε­ῇς, νὰ συμμετέχῃς στὶς θλίψεις τῶν ἄλλων, νὰ τοὺς ἀνακουφίζῃς καὶ νὰ τοὺς βοηθᾷς (βλ. Πράξ. 20,35). Μεταξὺ Χριστοῦ καὶ κόσμου, ἀγάπης καὶ μίσους, μεταδοτικότητος καὶ πλεονεξίας, ἐλεημοσύνης καὶ ἁρπαγῆς, τί σχέσι ὑπάρχει; Ὁ Χριστιανὸς πρέπει νὰ βαδίζῃ δρόμο ὄχι παράλ­ληλο ἀλλὰ κάθετο πρὸς ἐκεῖνον ποὺ χαράζει γιὰ τοὺς ὀπαδούς του ὁ κόσμος· καὶ ἡ τομή, τὸ σημεῖο δηλαδὴ ἐκεῖνο τῆς ζωῆς στὸ ὁποῖο γίνεται ἡ σύγκρουσις τοῦ θεϊκοῦ μὲ τὸ ἀντίθεο φρόνημα, σχηματίζει ἀκριβῶς σταυρό.
Ὅπου τομή, ἐκεῖ σταυρός. Ὅσες συγκρού­σεις, τόσοι καὶ σταυροί. Οἱ Χριστιανοὶ ἀνακρί­νουν, τέμνουν ψυχικὰ τὸν κόσμο, ἀλλὰ καὶ τέ­μνονται ἀπ᾿ αὐτὸν σωματικά. Ὁ πιστὸς δὲν πο­ρεύεται σύμφωνα μὲ τὸ ῥεῦμα τοῦ κόσμου, ἀλλ᾿ ἐναντίον του, καὶ λέει στὸν ἀντίθεο κόσμο·
Δὲν θὰ περάσῃς, δὲν θὰ μολύνῃς τὰ ὅσια καὶ τὰ ἱερὰ τῆς ψυχῆς μου! Πέφτω νεκρὸς ἀλλ᾿ οὔτε σπιθαμὴ χριστιανικοῦ ἐδάφους δὲν σοῦ παραδίδω. Ἐδῶ εἶνε ἡ τομή, ἐδῶ εἶνε ὁ σταυρός μου, καὶ θὰ σταυρωθῶ γιὰ τὴν ἀλήθεια καὶ τὴ δικαιοσύνη. Κόσμε, μὲ ὅλα τὰ θέλγητρα καὶ τὰ φόβητρα ποὺ διαθέτεις, ὡς πρὸς ἐμένα εἶσαι νεκρός. Καμμία ἐπίδρασι δὲν ἔχεις πάνω μου. Τί μπορεῖ νὰ μοῦ κάνῃ ἕνας νεκρός; Ἀλλὰ καὶ ἐγώ –τὸ ἁμαρτωλὸ ἐγώ, ὁ «παλαιὸς ἄνθρωπος» ποὺ φέρουμε μέσα μας (ἔ.ἀ.)–, ὡς πρὸς τὸν κόσμο εἶμαι νεκρός. Νεκρὰ εἶνε τὰ μέλη μου· ἡ γλῶσσα μου δὲν λέει τὶς ματαιότητες τῶν ἀνθρώπων, τὰ μάτια μου δὲν βλέπουν τὰ πονηρά, τὰ αὐτιά μου δὲν ἀκοῦνε τὶς σειρῆ­νες τῆς ἁμαρτίας, τὰ χέρια μου δὲν ἁρπάζουν τὰ ξένα ἀγαθά, τὰ πόδια μου δὲν τρέχουν στοὺς διεστραμμένους δρόμους, ἡ καρδιά μου πρὸ παντὸς δὲν πάλλει γιὰ τὶς ἡδονὲς τοῦ κόσμου. Κόσμε, εἶμαι νεκρός. Βάλε ἕνα νεκρὸ μέσα σὲ χρυσάφι, ἐμπρὸς σὲ γαργαλιστικὰ φαγητὰ καὶ ποτά, σὲ θεάματα ἁμαρτωλῶν γυναικῶν· θὰ μείνῃ ἀκίνητος, ἀναίσθητος σὰν τὸ μάρμαρο. Κόσμε, τί ζητᾷς ἀπὸ μένα; Ἐγὼ εἶμαι νεκρὸς ὡς πρὸς ἐσένα.
Ἔτσι μιλάει ὁ Παῦλος· «Ζῶ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός» (Γαλ. 2,20). Ἔτσι μιλοῦν οἱ πιστοὶ ποὺ ζοῦν τὴν ἐσταυρωμένη ζωή. «Οἱ τοῦ Χριστοῦ τὴν σάρκα ἐσταύρωσαν σὺν τοῖς παθήμα­σι καὶ ταῖς ἐπιθυμίαις» (ἔ.ἀ. 5,24). Ἀλλ᾿ ἐμεῖς; Πόσο μακριὰ εἴμαστε ἀπὸ τὴν ἐν Χριστῷ ζωή!
Ὁ Κύριος εἶπε ἕνα τρομερὸ λόγο· «Ὃς οὐ λαμβάνει τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθεῖ ὀ­πίσω μου, οὐκ ἔστι μου ἄξιος» (Ματθ. 10,38). Ἑρμηνεύ­οντας τὸν λόγο αὐτὸν ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Πα­λαμᾶς, ἐπίσκοπος Θεσσαλονίκης τὸν 14ο αἰῶ­να, λέει σ᾽ ἕνα κήρυγμά του πρὸς τὸν λαό· «Ὅ­ταν μὲν εἶνε καιρὸς εἰρήνης τῆς κατ᾿ εὐσέβει­αν, νεκρώνοντας διὰ τῆς ἀρετῆς ὁ ἄνθρωπος τὰ πονηρὰ πάθη καὶ τὶς ἐπιθυμίες σηκώνει ἔ­τσι τὸ σταυρό του καὶ ἀκολουθεῖ τὸν Κύριο. Ὅ­ταν πάλι εἶνε καιρὸς διωγμοῦ, περιφρονώντας καὶ τὴ ζωή του καὶ θυσιάζοντάς την ὑπὲρ τῆς εὐσεβείας, σηκώνει ἔτσι τὸ σταυρό του καὶ ἀκολουθεῖ πίσω ἀπὸ τὸν Κύριο. Νὰ εἶσαι ἕτοιμος, χάριν τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς ἀληθείας τῶν δογμάτων νὰ δεχθῇς τὸν ἀτιμωτικὸ θάνατο».
Σταυρός! Ἕνωσις μὲ τὸ Χριστό, χωρισμὸς ἀπὸ τὸν κόσμο ὄχι τοπικῶς ἀλλὰ τροπικῶς. Διότι μπορεῖ νὰ μένῃς στὴν ἔρημο, καὶ νὰ ἔ­χῃς στὴν καρδιά σου τὸν κόσμο· καὶ ἀντιθέτως, νὰ μένῃς στὴν πιὸ πολυθόρυβη πόλι, καὶ νὰ ἔχῃς στὴν καρδιά σου τὸν Χριστό.
Σύμβολο νεκρώσεως τῶν παθῶν ὁ σταυρός.

* * *

Ἀλλὰ καὶ ζυγαριὰ ὁ σταυρὸς ποὺ μᾶς ζυγίζει.
Ὅταν σταθοῦμε κάτω ἀπὸ τὸ σταυρὸ τοῦ Κυρίου καὶ σκεφθοῦμε σοβαρὰ τί ὑπέφερε ἐ­κεῖνος γιὰ τὴν σωτηρία μας, τί σταυρὸ σήκωσε, ὅταν ῥίξουμε ἕνα βλέμμα στὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας καὶ δοῦμε τί ὑπέφεραν οἱ πιστοὶ δοῦλοι τοῦ Χριστοῦ, τί σταυροὺς σήκωσαν, τότε αἰσθανόμαστε τὸν ἑαυτό μας πολὺ μακριὰ ἀπὸ τὸ ἰδανικὸ τοῦ σταυροῦ.
Τί ζῇ μέσα μας, ὁ Χριστός; Ἀλλὰ νά «ἡ ἐπιθυμία τῆς σαρκὸς καὶ ἡ ἐπιθυμία τῶν ὀφθαλμῶν καὶ ἡ ἀλαζονεία τοῦ βίου» (Α΄ Ἰω. 2,16) κυριαρχοῦν στὰ πρόσωπα, τὶς οἰκογένειες καὶ τὴν κοινωνία μας. Ἡ ἀγάπη τοῦ κόσμου κυριαρχεῖ στὶς δι­άνοιες καὶ τὶς καρδιές. Ἡ ἡδονὴ ἔγινε θεότης. Μιὰ ἐπιπόλαιη ζωή. Σωστὰ ἔγραψε ἕνα περιοδικό· «Τὸ χριστιανικὸ κήρυγμα τείνει νὰ συμβιβάσῃ τὸ φιλόκοσμο πνεῦμα τῶν χριστι­ανῶν μὲ τὶς ἀξιώσεις καὶ ἐπιταγὲς τῆς ἁγίας μας θρησκείας. Ὁ σταυρός, ποὺ ἀποτελεῖ σύμβολο διαρκοῦς θυσίας, παραμένει ὑψωμένος καὶ καθορᾶται σὰν ἁπλὸ σημεῖο Χριστι­ανισμοῦ ποὺ ἔχασε τὸ θεῖο περιεχόμενό του» (βλ. «Ἁγιορειτικὴ Βιβλιοθήκη», Βόλος 1952, σελ. 195-196 μτγλτ.).
Στὴν ἐποχή μας ἡ διαχωριστικὴ γραμμὴ μεταξὺ Χριστοῦ καὶ κόσμου τείνει νὰ ἐξαλειφθῇ. Ὅλα τὰ συγχωροῦμε, ὅλα τὰ ἀμνηστεύουμε, ὅλα ζητοῦμε νὰ τὰ συμβιβάσουμε μὲ τὴ συνείδησί μας. Τὴ θρησκεία τοῦ σταυροῦ ἔρχεται ν᾿ ἀντικαταστήσῃ ἡ «ἐθελοθρησκεία» (Κολ. 2,23), ἡ θρησκεία χωρὶς σταυρό, ἡ νέα κοσμικὴ θρη­σκεία, ἡ ὁποία διὰ ἱερέων καὶ πνευματικῶν της ἐκπροσώπων θὰ χαλαρώνῃ διαρκῶς τὰ ἡνία, καὶ τὸ ἀνθρώπινο κτῆνος ὑπὸ τὶς εὐλογίες τυ­φλῶν ὁδηγῶν θὰ γιγαντώνεται καθημερινῶς. Δυστυχῶς, ἄξια θρήνων πολλῶν τὰ καθ᾿ ἡμᾶς! Τὸν χριστιανισμὸ ἄλλοι μὲν ἀπὸ τοὺς βαπτισμένους Χριστιανοὺς τὸν ἀσκοῦν σὰν μία συνήθεια, σὰν ἕνα τύπο χωρὶς καμμία γνῶσι καὶ ἐπίγνωσι τοῦ μεγαλείου του, ἄλλοι τὸν ἔχουν κάνει ὑπόθεσι ἐμπορίου (βλ. Β΄ Πέτρ. 2,3), ὑπάρχουν δὲ καὶ πολλοὶ ποὺ ὑβρίζουν τὸν σταυρὸ τοῦ Κυρίου. Ἐχθροὶ τοῦ σταυροῦ, τοὺς ὁποίους ἔ­κλαιγε ὁ Παῦλος γράφοντας· «Πολλοὶ γὰρ περιπατοῦσιν, – οὓς πολλάκις ἔλεγον ὑμῖν, νῦν δὲ καὶ κλαίων λέγω, τοὺς ἐχθροὺς τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ, ὧν τὸ τέλος ἀπώλεια, ὧν ὁ Θεὸς ἡ κοιλία καὶ ἡ δόξα ἐν τῇ αἰσχύνῃ αὐ­τῶν, οἱ τὰ ἐπίγεια φρονοῦντες!» (Φιλιπ. 3,18-19).

* * *

Σταυρός, ἀγαπητοί μου, σημαίνει· ἕνωσις μὲ τὸ Χριστό, χωρισμὸς ἀπὸ τὸν κόσμο, νέκρω­σις μελῶν, σταύρωσις παθῶν, ἄθλησις ὑπὲρ ἀ­ληθεί­ας καὶ δικαιοσύνης, ζωὴ θυσίας καὶ αὐτα­παρνή­σεως. Χριστιανὸς χωρὶς σταυ­ρὸ δὲν νοεῖται.
Κύριε, στὸ ἔλεός σου ἐλπίζουμε, μὴ μᾶς κα­ταισχύνῃς! Διὰ τοῦ σταυροῦ καὶ τῆς ἀναστάσεώς σου «ἐγνώρισάς μοι ὁδοὺς ζωῆς· πληρώ­σεις με εὐφροσύνης μετὰ τοῦ προσώπου σου, τερπνότητες ἐν τῇ δεξιᾷ σου εἰς τέλος» (Ψαλμ. 15,11).

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Β΄ μέρος ἄρθρου ποὺ δημοσιεύθηκε στὸ περιοδικὸ «Σταυρός» (φ. 1/Ἰαν. 1953).

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.