Ο «Προμηθευς» του Αισχυλου: «Η τυραννις θα πεση». «Πως;», ερωτα περιεργος η Ίω. «Ενας απογονος σου, που θα περικλειη δυναμι τεραστια, θα συντριψη τας σκοτεινας δυναμεις και θα με ελευθερωση»
Ἀπὸ τὸ βιβλίο «ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ»
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου, σελ.σελ 65-68
Ο «Προμηθευς» του Αισχυλου
ΑΣ ΑΝΑΦΕΡΩΜΕΝ ΕΔΩ ένα άπό τά έξοχα έκεῖνα πνεύματα, διά τῶν οποίων ή Ελλάς έπροφήτευσε τήν έλευσιν τοῦ Λυτρωτοῦ. Εἶνε ὁ Αισχύλος (525 – 458 π.Χ.). Ό μέγας αυτός τραγικός ποιητῆς τῆς Ελλάδος συνέγραψεν έργον θαυμάσιον, δράμα, μέ τίτλον ό «Προμηθεύς». Είς αυτό ὁ ήρωας εμφανίζεται ύπό τρεῖς καταστάσεις. Προμηθεύς πυρφόρος, Προμηθεύς δεσμώτης, καί Προμηθεύς λυόμενος. Δυστυχῶς τό έργον δεν διεσώθη ολόκληρον. Έκ τῆς τριλογίας τοῦ δράματος μόνον τό δεύτερο μέρος διεσώθη καί ἕνας στίχος τοῦ τρίτου. Έπί τῇ βάσει τῶν διασωθέντων στίχων συλλαμβάνομεν σε γενικές γραμμές τήν ύπόθεσι τοῦ έργου.
Ό Προμηθεύς ἀμάρτησε. Θέλησε νά γίνη ίσος μέ τούς θεούς, καὶ γι’ αυτό κατεδικάσθη εἰς τρομερὴ τιμωρία. Έδέθη υπό τοῦ Ηφαίστου εις τήν κορυφήν τοῦ όρους Καύκασος. Γύπας ποὺ γεννήθηκε από έχιδνα, ή όποία κατά τό ένα ήμισυ ήτο γυναίκα κατά δε τό έτερον όφις, έτυράννει τον δυστυχή κατά ένα τρόπο πού προεκάλει τά δάκρυα παντός θεατοϋ. Ό γύψ έπετοῦσε τήν ήμέραν, ἐπλησίαζε τον δεσμώτην, έβύθιζε τό ράμφος του εντός τοῦ στήθους τοῦ δέσμιου καί κατέτρωγε τό ήπαρ ( = συκώτι).
Καί τό μεν ήπαρ άνεπληρώνετο τήν νύκτα, αλλά τό άπαίσιον ὀρνεον ήρχετο καί πάλιν τήν έπομένην καί τό κατέτρωγε, καί αυτό έπανελαμβάνετο καθημερινώς, έν μέσω τῶν φρικτῶν πόνων πού έδοκίμαζεν ό δυστυχής δεσμώτης.
Ό Προμηθεύς υποφέρει πολύ. Ποῖος θά άναβῆ εἰς τό όρος, θά φονεύση τό αίμοβόρον όρνεο, θά σπάση τὶς ἀλυσίδες και θά τοῦ πῇ «Προμηθεῦ, είσαι ἐλεύθερος»; Εις τήν συνέχεια μία παρθένος, ή Ίώ, πλησιάζει τον δεσμώτη, καί μεταξύ αυτού και τῆς παρθένου συνάπτεται διάλογος. Εις μία στιγμή ό Προμηθεύς ακούεται νά λέγη· «Ή τυραννίς θά πέση». «Πῶς;», ἐρωτα περίεργος ἡ Ίώ. «Ἕνας ἀπόγονός σου, πού θά περικλείη δύναμι τεραστία, θά συντρίψη τάς σκοτεινάς δυνάμεις και θά μέ έλευθερώση». Τά λόγια αυτά, ένῶ χαροποιοῦν τήν Ίώ, κάνουν ὅμως νά ταραχθοῦν οί θεοί καί ό ἀγγελιοφόρος τῶν θεῶν, ό Έρμης, εμφανίζεται διά νά ζητήση διασάφησι. ’Αλλά καί ὁ Ἐρμης, ενῶ εἰς τάς ἀρχάς έπιμένει λέγων ὅτι τά δεινά τοῦ Προμηθέως θά ἐξακολουθήσουν έπί μακρούς αιῶνας, έν τέλει ρίπτει καί αυτός ἀκτίνας φωτός, λέγων τούς έξης στίχους.
- «Τοιοῦδε μ ό χ θ ο υ τέρμα μή τι προσδόκα, πριν αν θεῶν τις διάδοχος τῶν σῶν πόνων φανῆ, θέληση τ’ εις άναύγητον μολεὶν αδην, κνεφαία τ’ άμφί ταρτάρου βάθη»(στ. 1025-1028).
Δηλαδή· Ώ Προμηθεύ, έννοῶ τά πάθη σου. ’Αλλά μή περιμένεις εὐκολη λύσι τῶν δεινῶν σου. Θά είσαι καρφωμένος έπάνω είς τούς βράχους και τό άπαίσιον ὀρνεον θά καταβροχθίζη τάς σάρκας σου, έως ὅτου κάποιος, πού δεν θά εἶνε άπλῶς άνθρωπος, άλλά Θεός, θά σε εὐσπλαγχνισθῆ, θά γίνη διάδοχος τῶν πόνων σου, θ’ άναλάβη ὅλον τό ἰδικόν σου φορτίον, θά καταβῆ ἑως εἰς τὸν ἄδη, θά παλαίψη, θά νικήση καί θά σε έλευθερώση·
Αυτοί οί τέσσαρες στίχοι έχουν βάθος πολύ. Προφητεύουν τον Σωτήρα Χριστόν. Νομίζεις ὅτι ακούεις τήν φωνήν τού προφήτου Ήσαίου, τήν οποίαν έμνημονεύσαμεν ήδη καί έπαναλαμβάνομεν «Ούτος τάς άμαρτίας ημών φέρει καί περί ήμών όδυνάται, καί ήμεῖς έλογισάμεθα αυτόν είναι εν πόνω καί έν πληγή υπό Θεοῦ καί έν κακώσει. Αύτός δε έτραυματίσθη διά τάς άμαρτίας ήμών καί μεμαλάκισται διά τάς άνομίας ήμών παιδεία ειρήνης ήμών ἐπ ’ αύτόν, τῶ μώλωπι αύτοῦ ήμεῖς ίάθημεν. Πάντες ώς πρόβατα έπλανήθημεν, άνθρωπος τή όδώ αύτοῦ έπλανήθη· καί Κύριος παρέδωκεν αύτόν ταις άμαρτίαις ήμῶν» (Ήσ. 53,4-6).
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.