Το στασιδι του Καναρη
Ἐθνικὴ ἑορτὴ ἐθνικῆς παλιγγενεσίας
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
Το στασιδι του Καναρη
Εάν, ἀγαπητοί μου, βρεθῆτε κάποτε στὴν Ἀθήνα, κάνετε παρακαλῶ τὸν κόπο νὰ ἐπισκεφθῆτε, κοντὰ σὲ μία πάροδο τῆς ὁδοῦ Κυψέλης, ἕνα μικρὸ ναὸ ποὺ τιμᾶται ἐπ᾽ ὀνόματι τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων. Ἐκεῖ κάτι θὰ σᾶς ὑπενθυμίσῃ τὸ ἔνδοξο 1821 καὶ θὰ σᾶς κάνῃ νὰ ῥιγήσετε ἀπὸ ἐθνικὴ συγκίνησι.
Μόλις θὰ μπῆτε στὸ ναό, θὰ τραβήξῃ τὴν προσοχή σας ἕνα στασίδι δίπλα στὸ δεσποτικὸ θρόνο στολισμένο μὲ τὴ σημαία τῆς ἐπαναστάσεως τοῦ ᾽21 καὶ τὴ γαλανόλευκη. Φέρει τὴν ἐπιγραφὴ «ΣΤΗ ΘΕΣΗ ΑΥΤΗ ΒΡΙΣΚΟΤΑΝ ΤΟ ΣΤΑΣΙΔΙ ΤΟΥ ΗΡΩΑ ΤΟΥ 1821 ΝΑΥΑΡΧΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΝΑΡΗ (1790-1877)». Τὸ αὐθεντικὸ στασίδι σῳζόταν μέχρι τὸ 1978 μὲ μία γαλανόλευκη ταινία καὶ μὲ τὴν ἐπιγραφὴ «ΣΤΑΣΙΔΙ ΤΟΥ ΝΑΥΑΡΧΟΥ ΚΑΝΑΡΗ 1794-1877». Τὸ ἔτος αὐτὸ κατεστράφη δυστυχῶς λόγῳ πυρκαϊᾶς.
Πόσα δὲ μᾶς λέει ἡ μικρὴ αὐτὴ ἐπιγραφή! Ὑπενθυμίζει μία ἀπὸ τὶς ἡρωικώτερες φυσιογνωμίες τοῦ ἀγῶνος τῆς ἐθνικῆς μας ἀνεξαρτησίας, τοῦ ἀγῶνος τοῦ 1821· τὸν ἀτρόμητο ἥρωα τῶν ἑλληνικῶν θαλασσῶν, τὸν Κωνσταντῖνο Κανάρη, ἐκεῖνον ποὺ μὲ τὸ πυρπολικό του, μιὰ ἀσέληνη νύχτα τοῦ Ἰουνίου τοῦ 1822, ἄναψε στὸ λιμάνι τῆς Χίου «φλόγα οὐρανομήκη», ἔκαψε τὴν τουρκικὴ ναυαρχίδα· ἔτσι ἐκδικήθηκε τὴν ἀγρία σφαγὴ τῆς Χίου, τιμώρησε τοὺς βαρβάρους ἐπιδρομεῖς, φωταγώγησε τὰ ἑλληνικὰ πελάγη, ἐμψύχωσε τὸν ὑπὲρ πάντων ἀγῶνα τῆς φυλῆς, προκάλεσε τὴν παγκόσμια προσοχή.
Ὁ νεαρὸς αὐτὸς Ἕλληνας ναύτης ἔγινε θρῦλος. Ἡ εἰκόνα του τυπώθηκε σὲ πλῆθος ἀντίτυπα καὶ κυκλοφόρησε σὲ ὅλες τὶς ἐλεύθερες χῶρες. Ξένοι ποιηταί, ὅπως ὁ Βίκτωρ Οὑγκώ, ὕμνησαν τὸν ἡρωισμὸ τοῦ ἐκλεκτοῦ αὐτοῦ τέκνου τῆς Ἑλλάδος. Καὶ ὁ δικός μας ποιητὴς Ἀνδρέας Κάλβος, στὸ περίφημο ποίημά του «Ἡφαίστεια», ἔψαλε τὴ δόξα του·
«Καὶ τὰ σπήλαια τῆς γῆς ἐβόουν·
Κανάρη!
Καὶ τῶν αἰώνων τὰ ὄργανα ἴσως θέλουν
ἀντηχήσει πάντα·
Κανάρη!…».
* * *
Ἀλλ᾽ ὁ ἐθνικὸς αὐτὸς ἥρωας τῆς Ἑλλάδος ἦταν ἄνθρωπος μὲ βαθύτατες θρησκευτικὲς πεποιθήσεις. Πίστευε ἀκράδαντα στὸ Χριστό, ὅτι πάνω ἀπὸ τὶς δυνάμεις τῆς ὕλης ὑπάρχει ὁ «Κύριος τῶν δυνάμεων» (Β΄ Βασ. 6,2. Μ. Ἀπόδ.).
Πίστευε, ὅτι ἡ θεία δικαιοσύνη δὲν εἶνε δυνατὸν νὰ μὴν τιμωρήσῃ τοὺς σφαγεῖς τῶν παιδιῶν καὶ τῶν γυναικῶν, ποὺ σὰν κοπάδια αἱμοβόρων λύκων ἔρχονταν ἀπ᾽ τὰ βάθη τῆς Ἀνατολῆς γιὰ νὰ ἐξοντώσουν μιὰ ἱστορικὴ φυλή. Πίστευε, ὅτι στὴν πάλη ἡμισελήνου καὶ σταυροῦ στὸ τέλος θὰ νικήσῃ ὁ τίμιος σταυρός. Πίστευε ὁ Κανάρης. Καὶ γι᾽ αὐτὸ μετὰ τὸ ἡρωικό του κατόρθωμα, μόλις ἀποβιβάσθηκε στοὺς βράχους τῶν Ψαρρῶν, ἔσπευσε ἀμέσως αὐτὸς καὶ οἱ σύντροφοί του νὰ δοξολογήσουν τὸ Θεό. Πῆγε στὸ ἐξωκκλήσι τοῦ Ἁγίου Νικολάου, ἄναψε λαμπάδα, γονάτισε καὶ γεμᾶτος ἱερὴ συγκίνησι εὐχαρίστησε τὸν Κύριο, καὶ τὸν παρακάλεσε νὰ φέρῃ γρήγορα τὴν ἐλευθερία στὴν πατρίδα.
Καὶ ὁ ναύαρχος ἀξιώθηκε νὰ δῇ τοὺς καρποὺς τῶν ἀγώνων του. Εἶδε τὴν Ἑλλάδα, γιὰ τὴν ὁποία ζοῦσε καὶ ἀνέπνεε, ἐλεύθερη. Μετὰ τὴν ἀπελευθέρωσι ἐγκαταστάθηκε στὴν Κυψέλη, μιὰ ἀπόκεντρη συνοικία τῶν Ἀθηνῶν. Καὶ ἐνῷ ἀπολάμβανε τὴ γενικὴ ἐκτίμησι τῶν Ἑλλήνων, δὲ λησμόνησε τὸ Θεό. Ὁ ναύαρχος κάθε Κυριακή, ὄρθρου βαθέος, ἐπὶ πολλὰ χρόνια, μέχρι τὰ βαθειά του γεράματα, πήγαινε ἀπὸ τοὺς πρώτους στὸν ἱερὸ αὐτὸ ναὸ καὶ παρακολουθοῦσε μὲ εὐλάβεια ὣς τὸ τέλος τὴ θεία λειτουργία. Μέχρι σήμερα φαίνεται ἡ θέσι ὅπου στεκόταν ὁ ναύαρχος.
Τέκνο τῆς θαυματουργοῦ πίστεως ἦταν ὁ Κανάρης. Καὶ ὄχι μόνο αὐτός, ἀλλὰ καὶ ὅλη ἡ ἔνδοξη ἐκείνη γενεὰ τῶν ἀγωνιστῶν τοῦ ᾽21 εἶχε βαθύτατο τὸ θρησκευτικὸ συναίσθημα. Ἐὰν μελετήσῃς τοὺς βίους τῶν ἐπισημοτέρων ἡρώων τοῦ ἀγῶνος (τοῦ Κολοκοτρώνη, τοῦ Κουντουριώτη, τοῦ Μιαούλη, τοῦ Διάκου, τοῦ Μάρκου Μπότσαρη κ.ἄ.), θὰ δῇς σὲ μύριες περιπτώσεις, ὅτι οἱ ἄνδρες αὐτοί, ποὺ πολέμησαν σὰν λιοντάρια γιὰ τὴν ἐλευθερία, εἶχαν τὴν πίστι ῥιζωμένη στὰ βάθη τῆς ὑπάρξεώς τους. Ὅλοι οἱ ἀγωνισταὶ ἦταν πιστὰ τέκνα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Νήστευαν, προσεύχονταν, ἐκκλησιάζονταν, κοινωνοῦσαν μὲ κατάνυξι, ἔκαναν ὅλα τὰ θρησκευτικά τους καθήκοντα. Ἄρχιζαν καὶ τελείωναν κάθε τι μὲ τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ. «Ἐν ὀνόματι τοῦ Κυρίου Παντοκράτορος», αὐτὴ ἦταν ἡ ἐπικεφαλίδα τῶν διπλωμάτων, μὲ τὰ ὁποῖα ἐφωδιάζονταν οἱ Ἕλληνες πλοίαρχοι τῶν καταδρομικῶν πρὸς δίωξιν τῶν ἐχθρικῶν πλοίων. Κι ὅταν νικοῦσαν, ἀπέδιδαν «τὰ νικητήρια τῇ ὑπερμάχῳ Στρατηγῷ». Δοξολογοῦσαν τὸ Θεό· καὶ στὰ ἐπίσημα ἔγγραφα, μὲ τὰ ὁποῖα ἀναγγέλλονταν οἱ νίκες, ἔγραφαν· «Μέγας ὁ Θεὸς καὶ ἡ πίστις τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν» καὶ «Ἡ δεξιά σου, Κύριε, δεδόξασται ἐν ἰσχύι» (Ἔξ. 15,6).
* * *
Ἥρωες πίστεως ἦταν οἱ ἀγωνισταὶ τοῦ ᾽21. Ἀλλὰ δυστυχῶς μετὰ τὴν ἀπελευθέρωσι ἡ πίστι ἐκείνη ἡ μεγάλη ἄρχισε νὰ ψυχραίνεται στὴν ἐλεύθερη πατρίδα. «Ἄνδρες λοιμοί» (Β΄ Παρ. 13,7), ποὺ ἦρθαν ἀπὸ τὰ πανεπιστήμια τῆς Δύσεως, δίδαξαν τὸν ὑλισμό, πολέμησαν μὲ λύσσα τὰ διδάγματα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ ἐπὶ μία ἑκατονταετία ἀγωνίσθηκαν μὲ ὅλα τὰ μέσα νὰ κάνουν τὸ λαό μας ἄθρησκο. Καὶ ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον τέτοιοι κυβέρνησαν τὸν τόπο. Αὐτοὶ θέλησαν νὰ σβήσουν ἀπὸ τὸ Ἑλληνικὸ Σύνταγμα τὴν ἐπικεφαλίδα «Ἐν ὀνόματι τῆς Ἁγίας καὶ Ὁμοουσίου Τριάδος» – ἔτσι ἄρχιζε τὸ Σύνταγμα ποὺ ψήφισαν οἱ ἀγωνισταὶ στὶς πρῶτες ἐθνοσυνελεύσεις. Ἡ ἐπικεφαλίδα αὐτὴ θεωρήθηκε ἀπὸ τοὺς σημερινοὺς μεσαιωνική, ἀναχρονισμός.
Δυστυχῶς τὸ πνεῦμα αὐτὸ τῆς ἀδιαφορίας, γιὰ νὰ μὴν ποῦμε ἐχθρότητος, πρὸς τὴν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία, τὴν κιβωτὸ τῆς σωτηρίας τοῦ ἔθνους μας κατὰ τὰ σκοτεινὰ χρόνια τῆς δουλείας, ἐξακολουθεῖ νὰ κατευθύνῃ τὴν πολιτικὴ καὶ δημοσία ζωὴ τῆς Ἑλλάδος. Καὶ συμβαίνει τοῦτο τὸ παράδοξο· ἐνῷ ὁ λαός μας πιστεύει στὴ θρησκεία του, ἀντιθέτως ἐκεῖνοι ποὺ λένε ὅτι τὸν ἐκπροσωποῦν φαίνονται ψυχροί, ἀδιάφοροι καὶ πολλὲς φορὲς ἄπιστοι, ἄθεοι, ὑλισταί, ἀντίχριστοι.
Θεωρεῖτε ὑπερβολικὴ τὴν κρίσι μας; Θὰ μποροῦσα νὰ σᾶς ἀναφέρω πολλὰ παραδείγματα, ἀλλ᾽ ἀρκοῦμαι μόνο σὲ ἕνα ἐρώτημα· πόσοι ἀπὸ τοὺς πολιτικούς μας ἐμπνέονται ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξο πίστι; πόσοι ζοῦν σὰν πιστὰ τέκνα τῆς Ἐκκλησίας; καὶ συγκεκριμένα πόσοι ἐκκλησιάζονται; Κυριακὴ πρωὶ οἱ καμπάνες χτυποῦν. Ὁ Κανάρης τὶς ἄκουγε καὶ εὐφραινόταν νὰ βρίσκεται στὸ ναό. Τὶς ἀκοῦνε καὶ σήμερα οἱ νεώτεροι πολιτικοί μας, καὶ κανείς ἀπ᾽ αὐτοὺς δὲν ἐκκλησιάζεται τακτικά. Ματαίως θ᾽ ἀναζητήσετε στοὺς ναοὺς τοὺς ἄρχοντες τοῦ τόπου. Ὁ ὑπουργός, ὁ νομάρχης, ὁ δήμαρχος, οἱ ἀνώτεροι ὑπάλληλοι, ἐπιθεωρηταὶ ἐκπαιδεύσεως, καθηγηταὶ καὶ δάσκαλοι, πλὴν ἐλαχίστων τιμητικῶν ἐξαιρέσεων, ὅλοι λάμπουν διὰ τῆς ἀπουσίας τους. Ἂς ἐκκλησιάζεται ὁ μικρὸς λαὸς καὶ οἱ γριές· αὐτοὶ τὸ θεωροῦν ὑποτιμητικὸ νὰ ἐκκλησιασθοῦν. Μόνο στὶς ἐπίσημες μέρες, σὲ ἐθνικὲς ἑορτὲς ὅπως ἡ 25η Μαρτίου θυμοῦνται τὴ θρησκεία. Ξύπνα, Κανάρη, νὰ δῇς πῶς θρησκεύουν οἱ ἐπίσημοι τῶν ἀπογόνων σου!…
Αὐτὴ ἡ ἐπιδεικτικὴ ἀπουσία τῶν ἐπισήμων ἀπὸ τὴν δημοσία λατρεία σκανδαλίζει. Πόσες φορὲς δὲν μαθαίνουμε, ὅτι Κυριακὴ πρωί, ὅταν ἁπλοῖ πολῖτες πηγαίνουν στοὺς ναοὺς νὰ προσευχηθοῦν, ἄρχοντες ποὺ κατέχουν ἀνώτατες θέσεις βρίσκονται ἀλλοῦ!
* * *
Ἀξιότιμοι δημόσιοι λειτουργοὶ τῆς Ἑλλάδος! Ἡ θέσι σας τὴν Κυριακὴ τὸ πρωὶ δὲν εἶνε ἐδῶ κ᾽ ἐκεῖ. Ἐκπροσωπεῖτε μία χώρα, ἡ ὁποία στὴ μεγίστη πλειοψηφία της ἀνήκει στὴν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία. Μὲ τὴν πίστι αὐτὴ ὁ μικρὸς αὐτὸς λαὸς ἀποδείχθηκε μεγάλος· πέρασε συμφορὲς καὶ καταιγίδες, ἀνέπτυξε πολιτισμό, ἔστησε τρόπαια, ἔγραψε ἐποποιίες. Πιστὸς εἶνε ὁ λαός μας· γι᾽ αὐτὸ πιστοὶ πρέπει νὰ εἶνε καὶ ὅλοι ὅσοι τὸν ἐκπροσωποῦν γνησίως, ὅλοι ὅσοι τὸν κυβερνοῦν, δίνοντας πρῶτοι αὐτοὶ τὸ παράδειγμα τῆς ἀφοσιώσεως στὴ θρησκεία τῶν πατέρων του.
Διαφορετικά, τὸ στασίδι ἐκεῖνο τοῦ ναοῦ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων τῆς Κυψέλης στὴν Ἀθήνα θὰ εἶνε ἕνας δριμὺς ἔλεγχος ὅλων ἐκείνων τῶν Ἑλλήνων οἱ ὁποῖοι, διαδέχθηκαν μὲν τοὺς ἥρωες τοῦ ᾽21 στὶς διάφορες δημόσιες θέσεις, δὲν ἔχουν ὅμως οὔτε ἕνα μόριο τῆς χριστιανικῆς πίστεως τῶν προγόνων τους.
Ἡ χριστιανικὴ Ἑλλάδα ἔχει τὴν ἀξίωσι νὰ κυβερνᾶται ἀπὸ Χριστιανοὺς κυβερνῆτες, ποὺ θὰ κλείνουν μέσα στὰ στήθη τους τὴ θαυματουργὸ πίστι ἑνὸς Κανάρη!
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἄρθρο, ποὺ δημοσιεύθηκε στὸ περ. «Χριστ. Σπίθα» (ἕδρα Γρεβενά) τὴν 25η Μαρτίου 1947. Μεταγλώττισις, σύντμησις, προσαρμογὴ 25-3-2011 τὸ πρωί.
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.