Αυγουστίνος Καντιώτης



Archive for the ‘ΑΦΙΕΡΩΜΑ’ Category

Μια Μεραρχια δυστυχουντων! 8.150 ΠΙΑΤΑ ΚΑΘ’ ΗΜΕΡΑΝ MEΣA ΣTHN KATOXH

author Posted by: admin on date Μαρ 17th, 2015 | filed Filed under: ΑΦΙΕΡΩΜΑ, ΣΥΛΛΟΓΟΣ «40 MAΡΤΥΡΕΣ» ΚΟΖΑΝΗΣ

+EΣTIA+

Χριστιανικόν φυλλάδιον– Κοζάνη, τη 24 Σεπτεμβρίου1944 – αριθμός 16

ΣYΣΣITIOY XPIΣTIANIKHΣ MOPΦΩTIKHΣ ΣXOΛHΣ EPΓAZOMENΩN NEΩN KOZANHΣ

Διευθυντής του φυλλαδίου Aρχιμ. Aυγουστίνος N. Kαντιώτης ιεροκήρυξ

Μια Μεραρχία δυστυχούντων!

8.150 ΠΙΑΤΑ ΚΑΘ’ ΗΜΕΡΑΝ

Εις τας 2 Φεβρουαρίου 1944 η Εστία ήρχισε με 50 πιάτα. Σήμερον έφθασε τα 8.150 πιάτα – μερίδες. Έχει διοργανώσει τα εξής συσσίτια.

1. Συσσίτιον ασθενικών παιδιών ώρα 7,30 π. μ. αριθ. συσσιτούντων 70
2. Συσσίτιον μεσημβρινόν ώραν 11,30 π. μ. Παιδικόν αριθ. συσσιτούντων 1.330
3. Συσσίτιον μεσημβρινόν ώραν 11,30 π. μ. Γερόντων – ασθενών  750
4. Συσσίτιον μεσημβρινόν ώραν 1 μ. μ. Προσφύγων συσσιτούντων  2.700
5. Συσσίτιον απογευματινόν ώραν 4,30 μ. μ. παιδικόν συσσιτούντων  500
6. Συσσίτιον απογευματινόν ώραν 4,30 μ. μ. Προσφύγων συσσιτούντων  2.700
7. Φυλακισμένων (μεσημβρινόν και απογευματινόν) 100
          Σύνολον συσσιτούντων 8.150

Η μεγαλυτέρα προς την Εστίαν δωρεά

ΤΟ ΥΠ’ ΑΡΙΘΜΟΝ 1 ΑΚΑΡΠΟΝ ΔΕΝΔΡΟΝ ΤΗΣ ΚΟΖΑΝΗΣ

ΞΕΡΡΙΖΩΘΗΚΕ!

f. k. 16«Πάν δένδρον μη ποιούν καρπόν καλόν εκκόπτεται και εις πυρ βάλλεται» (Ιησούς Χριστός). Ξύλα! Καυσόξυλα! Δεν υπάρχουν εις την αγορά. Κάθε ξυλαράκι έγινε ράβδος χρυσού. Και αυτά τα τρόφιμα του Ερυθρού Σταυρού γίνονται δώρον άδωρον, εφ’ όσον δια να αγοράσει η πτωχή οικογένεια δύο οκάδες καυσόξυλα πρέπει να πωλήσει μια οκά ρεβίθια που επήρεν από τον Ε.Σ. Τα ξύλα, λοιπόν, έγιναν και αυτά εις την πλήρη δυσχερειών ζωήν μας πρόβλημα, πρόβλημα δια τας πτωχάς οικογενείας, πρόβλημα κυρίως όμως δια την Εστίαν μας, εις την οποίαν βράζουν καθημερινώς 12 καζάνια των 600-800 μερίδων. Τα πεινασμένα στομάχια θέλουν τρόφιμα. Αλλά και τα 12 καζάνια θέλουν ξύλα. Θέλουν κάθε ημέραν 500-600 οκ. ξύλα, ένα μήνα 12.000 οκάδες, δηλαδή χρειαζόμεθα ένα δάσος, από το οποίον με ένα αυτοκίνητον τοννάζ 3 τόννων να μεταφέρωμεν κάθε τρεις ημέρας ξύλα. Η ανάγκη των ξύλων είναι μεγίστη, το δε πρόβλημα των ξύλων προς στιγμήν εφαίνετο άλυτον και το κλείσιμον της Εστίας βέβαιον, εάν ο καλός Θεός δεν μας ελυπείτο, δεν ελυπείτο τους πτωχούς μας. Αφ’ ενός ένας έρανος εις ξύλα, που εις τας 15 Σεπτεμβρίου έγινε εις όλην την πόλιν της Κοζάνης κατόπιν σχετικής ομιλίας του ιεροκήρυκος, απέδωκε περί τας 5 χιλιάδες καυσόξυλα, αφ’ ετέρου δε μια δωρεά, η μεγαλυτέρα προς την Εστίαν δωρεά, που ισοδυναμεί 10 χρυσά «κοκκοράκια», έρχεται να ανακουφίσει την Εστίαν και να λύσει δια ένα τουλάχιστον εικοσαήμερον το πρόβλημα των ξύλων. Ποία η δωρεά;  Άς την γράψωμεν, με την ελπίδα ότι και άλλοι θα ευρεθούν μιμηταί: Οι ιδιοκτήται του παρά το γήπεδον της πόλεως γηραιού πλατάνου παρουσιάσθησαν εις την Εστίαν και εδήλωσαν, ότι προσφέρουν δωρεά όλον το δένδρον, δια να γίνει καυσόξυλα του φτωχοκόσμου. Αυτή είναι η μεγαλυτέρα προς την Εστίαν δωρεάν, η οποία έγινε μέχρι σήμερον. Εύγε εις τους ευγενείς δωρητάς. Με την δωρεάν θα ανάψουν τεράστιον πολυέλαιον εις την εικόνα του Εσταυρωμένου, του μοναδικού φίλου των πτωχών. Έτσι το υπ’ αριθ. 1 άκαρπον δένδρον ξερριζώθηκε. Ύστερον από ζωήν 200 και πλέον ετών απέθανε – σκληρός ο θάνατος, ας κλαίει δι’ αυτόν η μούσα του Παπασχάλη. Απέθανε όμως, δια να ζήσουν οι πτωχοί. Όσοι έχουν τέτοια παρόμοια άκαρπα δένδρα, ας δηλώσουν εις την Εστίαν, δια να τα έχωμεν υπ’ όψιν, όσοι δε δεν έχουν δένδρα, αλλά έχουν εις τα σεντούκια των θαμμένα χρυσά «κοκκοράκια», με τα οποία ημπορούμε να αγοράσωμεν πλατάνια ολόκληρα, ας τα δώσουν εις την ελεημοσύνην, έστω και την τελευταίαν ώραν, διότι άλλως, εάν συνεχίσουν την ίδιαν σκληρότητα απέναντι των συνανθρώπων των, τότε σύμφωνα όχι με τα ιδικά μου λόγια, αλλά με τα λόγια του Θεανθρώπου, θα ομοιάσουν με τα άκαρπα δένδρα. Περί δε των τοιούτων είπεν ο Κύριος: «Παν δένδρον μη ποιούν καρπόν καλόν εκκόπτεται και εις πύρ βάλλεται».  Δια το πρωϊνόν συσσίτιον των ασθενικών παιδιών.

ΜΙΑ ΣΥΓΚΙΝΗΤΙΚΗ ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΕΝΟΣ ΜΙΚΡΟΥ

Ένας μικρός ηλικίας 10 ετών, είχε ένα αρνάκι. Το αγαπούσε πολύ. Το βοσκούσε κάθε μέρα. Αλλά κάποτε, ένα πρωΐ, επεσκέφθη την Εστίαν την ώραν που 70 χλωμά ασθενικά παιδάκια έπαιρναν το πρωϊνόν συσσίτιον (ένα ρόφημα, μια φέτα ψωμί με βούτυρον και μέλι). Ήκουσε τον ιεροκήρυκα που έλεγεν εις τα παιδιά, ότι ο καλός Θεός θα μας στείλει και ένα αρνάκι, δια να φάνε και τα πτωχά παιδιά κρέας. Ο μικρός συγκινήθηκε, επήγε εις το σπίτι, παρακάλεσε τους γονείς δια να προσφέρει το αρνάκι εις την Εστίαν, και την περασμένην Τρίτην τα παιδιά εκάθησαν εις ένα πασχαλινό τραπέζι. Είχαν κρέας με πατάτες και σταφύλλια. Ο μικρός που προσέφερε το αρνάκι ονομάζεται Read more »

ΤΟ ΠΕΙΝΑΣΜΕΝΟ ΠΑΙΔΙ (Γραπτο κηρυγμα Κατοχης του πατρος Αυγουστινου Καντιωτου)

author Posted by: admin on date Μαρ 16th, 2015 | filed Filed under: ΑΦΙΕΡΩΜΑ, ΣΥΛΛΟΓΟΣ «40 MAΡΤΥΡΕΣ» ΚΟΖΑΝΗΣ

+EΣTIA+

ΣYΣΣITIOY XPIΣTIANIKHΣ MOPΦΩTIKHΣ ΣXOΛHΣ EPΓAZOMENΩN NEΩN KOZANHΣ

Χριστιανικόν φυλλάδιον– Κοζάνη, τη 8 Oκτωβρίου 1944 – αριθμός 17
Διευθυντής του φυλλαδίου Aρχιμ. Aυγουστίνος N. Kαντιώτης ιεροκήρυξ

Η ΕΣΤΙΑ

Περιθάλπει 5.000 άτομα, 7 καζάνια βράζουν καθημερινώς. Όλοι έχομεν καθήκον να βοηθήσωμεν την μοναδικήν αυτήν Εστίαν του λαού.

ΤΟ ΠΕΙΝΑΣΜΕΝΟ ΠΑΙΔΙ

ΠΕΙΝΑΣΜΑπ’ έξω από την Εστίαν εστέκετο χλωμό ένα παιδάκι. Ήτο 7 το πρωΐ. Ο ουρανός ήτο συννεφιασμένος, εφυσούσε ψυχρός αέρας, έπιπτεν η πρώτη φθινοπωρινή βροχή, και το παιδάκι σαν σπουργιτάκι εζάρωνε κοντά στην πόρτα. Το καημένο ήτο ορφανό. Ο πατέρας του – πάνε τώρα λίγες μήνες – σκοτώθηκε και έμεινεν έρημο, απροστάτευτο, ως ένα από τα αναρίθμητα θύματα της Εθνικής μας συμφοράς.
Του είπαν, ότι η Εστία το πρωΐ δίδει ρόφημα, ψωμί, βούτυρο και μέλι, και ήλθε. Το είδε κάποια νέα της Εστίας, το επλησίασε, το εχάιδευσε, και εκείνο μόλις ανεθάρρησε, ήνοιξε το στοματάκι του και είπε μίαν λέξιν, που θα γίνει τρομερόν κατηγορητήριον δια την άσπλαχνον κοινωνίαν, είπε την λέξιν: «ΠΕΙΝΩ». Το πήραμε μέσα εις την Εστίαν, εκάθησε εις το τραπεζάκι των μικρών και ήτο τόσον πεινασμένο, ώστε, ενώ μια ευγενική κοπέλα της πόλεως ητοίμαζε το ρόφημά του, αυτό έβαλε σάλιο εις το δάκτυλό του και εμάζευεν ένα προς ένα τα ψίχουλα, που ήσαν επάνω στο τραπέζι. Γονείς, που έχετε όλα τα μέσα και τα παιδιά σας δεν στερούνται τίποτε και ροδοκόκκινα γυρίζουν προκλητικά μέσα εις την πόλιν, ρίψατε, παρακαλώ, ένα βλέμμα εις τα ορφανά, τα άρρωστα, τα πεινασμένα παιδιά. Δεν είναι ολίγα. 95 τέτοια παιδάκια έχει μαζέψει μέχρι τώρα η Εστία. Δι’ αυτά τώρα επί μήνα ό,τι ημπόρεσεν έκαμεν η Εστία. Ρόφημα, κρέας, βούτυρον, μέλι, αυγά, σταφύλια προσέφερε εις τα παιδιά αυτά. Δόξα να’ χει ο Θεός! Ήσαν χλωμά και τώρα αρχίζουν να φυτρώνουν παπαρούνες εις τα μάγουλά των.
Δια τα παιδάκια αυτά, που ο αριθμός των πρέπει να αυξηθεί, ζητούμεν την συνδρομήν όλης της κοινωνίας. Οι κρεοπώλαι ας δίδουν κάθε Σάββατον ένα τεμάχιον κρέατος υπέρ του συσσιτίου. Οι εύποροι ας δώσουν από την αποθήκην των λίγο μέλι, βούτυρο, τυρί. Όλοι δε ας προσφέρωμεν κάθε μήνα ένα αυγό, δια να τονώσωμεν τα παιδιά, που είναι η αυριανή ελπίς της φυλής. Δεν αγαπά την Ελλάδα μας όποιος δεν φροντίζει δια τα παιδιά της.

ΣΥΓΚΡΙΝΑΤΕ ΚΑΙ ΚΡΙΝΑΤΕ

Εις την Εστίαν δια την εξυπηρέτησιν των προσφύγων προσετέθει και νέα πτέρυξ μαγειρείου με τρία καζάνια. Δια την στέγασιν της πτέρυγος αυτής χρειαζόμεθα μερικά κεραμίδια και σανίδια, δια να την προφυλάξωμεν από τα νερά της βροχής.
Η Εστία εζήτησε την συνδρομήν καταστηματάρχου που έχει χιλιάδες κεραμίδια, αλλά ο καταστηματάρχης ηρνήθη. Την επομένην ημέρα ανώνυμος κύριος εκ των πτωχοτέρων της πόλεως, πληροφορηθείς την ανάγκην της Εστίας, έσπευσε και προσέφερε διακόσια κεραμίδια.
Ο πτωχός 200 κεραμίδια, ο καταστηματάρχης μηδέν. Συγκρίνατε και κρίνατε. Read more »

ΚΟΖΑΝΗ: ΤΑ ΜΑΥΡΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΑΠΑΙΣΙΑΣ ΚΑΤΟΧΗΣ, ΠΟΥ TA KAΡA TOY ΔHMOY ΜΑΖΕΥΑΝ ΚΑΙ ΝΕΚΡΑ ΠΑΙΔΙΑ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥ, ΑΚΟΥΣΤΗΚΕ ΜΙΑ ΦΩΝΗ: «Έχε πιστι εις Εμε και προσευχου. Αντιπροσωπος μου επι της γης ερχεται προς βοηθειαν σας».

author Posted by: admin on date Μαρ 13th, 2015 | filed Filed under: IΣTOPIA KOZANHΣ, ΑΦΙΕΡΩΜΑ, ΣΥΛΛΟΓΟΣ «40 MAΡΤΥΡΕΣ» ΚΟΖΑΝΗΣ

Πρώτη Δημοσίευση 18-4-1965
Aναδημοσιεύθη στiς 19-4-1981

(Ἄρθρον τοῦ κ. Ν. Ἀλευρᾶ)

Ἡ δικη του Αδεκαστου

«ΙΔΟΥ Ο ΝΥΜΦΙΟΣ ΕΡΧΕΤΑΙ»

ΕΣΤΙΑ ΣΥΣΣΙΤΙΟΝ ΚΟΖΑΝΗΣ copy«Κόσμος πολὺς μαζεμένος γύρω. Καὶ στὴν μέση ἕνα παιδάκι, ὄχι πάνω ἀπὸ δέκα χρονῶν, μελανιασμένο, τουμπανιασμένο, καὶ νὰ βγάζῃ ἀφροὺς ἀπὸ τὸ στόμα. Ψυχορραγοῦσε. Τὸ συνηθισμένο καθημερινὸ θέαμα, στὰ μαῦρα χρόνια τῆς ἀπαίσιας κατοχῆς. Ποὺ ὅσοι τὴν ἔζησαν καὶ τὴν ἀναθυμοῦνται, ἀκόμα ριγοῦν σύγκορμα. Καὶ οἱ ἄλλοι ποὺ ἀκοῦν νὰ τὰ διηγοῦνται, τὰ δέχονται μὲ συγκατάβαση, ὅπως ἕνα καλὸ παραμύθι μὲ μακάβρια ὑπόθεση. Πῶς νὰ πιστέψουν, ὅτι οἱ ἄνθρωποι πέθαιναν ἀπ’ τὴν πεῖνα; Καὶ μήπως ποιός πιστεύει καὶ σήμερα, πὼς ὑπάρχουν ἄνθρωποι σ’ ὁλόκληρο τὸν κόσμο, ποὺ πεθαίνουν ἀπ’ τὴν πεῖνα;
Τὸ παιδάκι ἔκανε ἀκόμα δύο-τρεῖς ἐπιθανάτιους σπασμοὺς καὶ στήλωσε τὰ γυάλινα μάτια του στὸ ἄπειρο τ’ οὐρανοῦ, σὰ νὰ παρακολουθοῦσε τὴν ψυχοῦλα του, ποὺ πετοῦσε ἀνάμεσα στ’ ἀγγελούδια.
Μιὰ γυναῖκα, ἀποσκελετωμένη κι’ αὐτὴ ἀπ’ τὴν πεῖνα, ἔσκυψε πάνω ἀπ’ τὸ ἄψυχο κορμάκι καὶ τοὔκλεισε τὰ μάτια μὲ ἄπειρη τρυφερότητα. Λίγο ἀργότερα, πέρασε τὸ κάρρο τῆς καθαριότητος, τὸ φόρτωσε ἀνάμεσα στὰ σκουπίδια καὶ τὸ πῆγε στὸ νεκροταφεῖο νὰ τὸ θάψουν. Ποιά ἦταν κι’ ἀπὸ ποῦ ἐρχόταν, κανένας ποτὲ δὲν ἔμαθε…
Οἱ περίεργοι σκόρπισαν. Καὶ μόνο τῆς γυναίκας τ’ ἀχνὰ χείλη ψέλλισαν: «Ὡς πότε, Θεέ μου, θὰ κρατήσῃ αὐτὸ τὸ πανηγύρι; Ὁ θάνατος μὲ τὸ χάρο, νὰ στήνουν χορὸ γύρω μας;». Μιὰ φωνή, σὰν ἀπόκοσμη τῆς ἀπάντησε: «Ἔχε πίστιν εἰς Ἐμὲ καὶ προσεύχου. Ἀντιπρόσωπός μου ἐπὶ τῆς γῆς ἔρχεται πρὸς βοήθειαν σας. Βοηθήσατε αὐτόν, ἵνα καὶ αὐτὸς βοηθήσῃ ὑμᾶς…»
Σὰν ἄνοιξε τὰ μάτια, κόσμος πάλι ἦταν γύρω της τούτη τὴ φορά, καὶ κάποιος στάλαξε λίγες σταγόνες νερὸ στὰ πανιασμένα χείλη της. «Εὐχαριστῶ», ψυθύρισε. «Ἔρχεται. Μοῦ τὸ βεβαίωσε ὁ Κύριος!». «Ποιός, γυναῖκα, καὶ πῆρε τὸ δρόμο ποὺ ἔβγαζε στὴν ἐκκλησία, μουρμουρίζοντας ἀνάμεσα στὰ δόντια της: «Ἔρχεται, ἔρχεται!…». Εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου!».
Καὶ ἦρθε. Ἦταν ἕνας κοντούλης, κάτισχνος ἱερωμένος, μὲ γυαλάκια στὰ μυωπικά του μάτια καὶ, παρὰ τὸ νεαρὸ τῆς ἡλικίας του, φαινόταν πρόωρα γερασμένος. Τὸ ράσο του παλιό- δεύτερο δὲν εἶχε-καὶ φοροῦσε κάτι τεράστια ἄρβυλα, ποὺ μὲ κόπο ἔσερνε τὰ πόδια του, ἀπὸ τὸ βάρος τους, κι’ ἀπὸ τὸ βάρος τῆς πείνας καὶ τοῦ ἄγχους, ποὺ πίεζε τὰ στήθη του, ἀντικρύζοντας τόση δυστυχία γύρω του, ψυχῶν τε καὶ σωμά των. Τὸ γλίσχρο μισθὸ ποὺ ἔπαιρνε σὰν ἱεροκήρυκας, τὸν μοίραζε στοὺς πονεμένους ἀδελφούς του. Ὁ διος ἱκανοποιοῦνταν μὲ τὶς νερόβραστες μελιτσάνες τῆς Λέσχης τῶν Δημοσίων Ὑπαλλήλων-ἂν, κι’ ὅταν ὑπῆρχαν.
«Πόση δυστυχία, Κύριε!», ξέφυγε ἀπὸ τὰ χείλη του μιὰ μέρα. «Ἰδοὺ τὸ ἔργο σου, τέκνον μου. Ἀνακούφισον αὐτοὺς».
«Ἀδύνατος εἰμι, Κύριε! Ποῦ πορεύσομαι;». «Πορεύου τὴν ὁδὸν τῆς ἀληθείας καὶ τῆς εὐσπλαγχνίας. Μὴ φοβοῦ. Ὁ Κύριος μετὰ σοῦ!». «Συγχώρησόν με ὁ Θεός μου καὶ Κύριός μου, ὅτι ἐλάχιστος ἐγὼ ἠγνόησα τὴν δύναμιν τοῦ Παμμεγίστου! Γένοιτο, Κύριε!».
Καὶ ἄρχισε νὰ κηρύττη ἀπὸ τοῦ ἄμβωνος τῆς Ἐκκλησίας τὸν λόγον τῆς Ἀγάπης πρὸς τὸν πλησίον.
«Ἀδελφοί μου! Συνάνθρωποί μας, χριστιανοὶ ἀδελφοί, πεθαἰνουν στοὺς δρόμους ἀπὸ τὴν πείνα. Μικρὰ ἁγνὰ παιδάκια, εὐλογημένα ἀπὸ τὸν Κύριον, ὑποσιτίζονται, κατατρώγει τὰ σωθηκά τους ἡ φυματίωσις, ἡ ἀποβιταμίνωσις, ὁ βρυκόλακας τῆς πείνας. Νὰ τὰ σώσωμεν. Προσφέροντας ὁ καθείς μας ὅ, τι προαιρεῖται. Ὁ πλούσιος ἀπὸ τὸ περίσσευμά του. Ὁ πτωχὸς ἀπὸ τὸ ὑστέρημά του. Φέρτε μας ὀλίγα τρόφιμα, ἐκεῖ στὸ γκαράζ, στὸ δρόμο τοῦ γυμνασίου ὅπου ἔχομε στήσει τὸ στρατηγεῖο τῶν ἐπιχειρήσεων κατὰ τῆς πείνης. Ὅσα δένδρα εἶνε ἄκαρπα, κόψατέ τα ἀπὸ τὴν ρίζα νὰ πιάσουν καὶ αὐτὰ τόπο. Νὰ ἀνάψωμε τὸ καζάνι, νὰ μαγειρεύσουν οἱ γυναῖκες, ποὺ προσφέρθησαν γιὰ τὸν σκοπὸ ἐθελοντικῶς, τὸ φαγητὸ τῶν πεινώντων. Ὅσοι πιστεύετεεἰς Ἕνα καὶ Ἀληθινὸν Θεόν, εἰς τὴν Ἀγάπην τοῦ πλησίον, προσέλθετε!».
Καὶ προσῆλθαν καὶ προσέρχονταν πολλοί. Καὶ προσέφερναν ὅ,τι εἶχαν, ὅ,τι τοὺς περίσσευε, ὅ,τι ἴσως τὸ στεροῦνταν.
Πολλοὶ ἐχόρτασαν, πολλὰ παιδάκια σώθηκαν, ἀλλὰ καὶ πολλοὶ ἐμίσησαν τὸν ἐμπνευστὴ καὶ τὸ ἔργον του. Καὶ ἄρχισαν οἱ συκοφαντίες ἐναντίον του, κυρίως ἀπὸ ἐκείνους, ποὺ θὰ ἔπρεπε νὰ εὐλογοῦν τὸ ἔργο του. Εἶχαν τὴν ταπεινὴ ἐντύπωση πὼς καταπατοῦσε τὰ δικά τους οἰκόπεδα, τὸ μονοπώλιον τῆς καλωσύνης καὶ τῆς φιλαλληλίας. Καὶ ἄρχισε ὁ διωγμός. Ποὺ ἐξακολουθεῖ μέχρι σήμερα. Καὶ τὸ ὄνομα αὐτοῦ, Αὐγουστῖνος Ν. Καντιώτης».

ΠΩΣ ΚΑΤΑΣΤΡΕΦΕΤΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ ΕΝΟΣ ΜΕΓΑΛΟΥ ΕΥΕΡΓΕΤΟΥ ΣΤΗΝ ΚΟΖΑΝΗ AΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟ ΟΙΚΟΤΡΟΦΕΙΟ «40 ΜΑΡΤΥΡΕΣ» ΚΟΖΑΝΗΣ

author Posted by: admin on date Μαρ 10th, 2015 | filed Filed under: ΑΦΙΕΡΩΜΑ, ΣΥΛΛΟΓΟΣ «40 MAΡΤΥΡΕΣ» ΚΟΖΑΝΗΣ

ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΗΣ ΑΙΘΟΥΣΑΣ ΤΩΝ 40 ΜΑΡΤΥΡΩΝ

ΚΑΙ Η ΜΕΤΑΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΑΠΟ ΞΕΝΑ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΣΥΛΛΟΓΟ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΕ ΚΑΠΗ

Δελτιο Αιθ. 40 Μ..          Διαβάστε το τετρασέλιδο ἔντυπο που κυκλοφόρησε στην πόλη της Κοζάνης, στις 3-11-2003 και κατετέθει στον εισαγγελέα Αγγελο Καμηλάρη. ΠΑΤΗΣΤΕ (ΕΔΩ)

ΠΩΣ ΚΑΤΑΣΤΡΕΦΕΤΑΙ

ΤΟ ΕΡΓΟ ΕΝΟΣ ΜΕΓΑΛΟΥ ΕΥΕΡΓΕΤΟΥ ΣΤΗΝ ΚΟΖΑΝΗ

* * *

Ἀναδρομὴ στὸ παρελθὸν

Απόσπασμα ομιλίας του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου ποὺ ἔγινε στην αἴθουσα των 40 Μαρτύρων στην Κοζάνη, στὶς 8- 2-1959.

…Ἀνατρέχομε πλέον στὸ παρελθόν. Ἡ διάνοιά μας, ἡ μνήμη μας, ἡ φαντασία μας, πετάει στὸ παρελθὸν καὶ φτάνει σὲ ἕναν ἀπὸ τοὺς χειροτέρους χειμῶνας ποὺ βρῆκε τὴν Ἑλληνικὴ φυλή. Χειμῶνας πού, κοντὰ στὸν φοβερὸ παγετῶνα τῆς σκλαβιᾶς, προσετίθεντο οἱ παγετῶνες τῆς ψυχῆς, ποὺ εἶνε χειρότεροι ἀπὸ τοὺς παγετῶνας τοῦ Βορρᾶ, καὶ προσετίθεντο στὸ μαρτύριο τῆς πατρίδος ἡμῶν. Τότε, τὸν χειμῶνα ἐκεῖνον τοῦ ᾿42, ὡς ἕνας ἄγνωστος νεαρὸς ῥασοφόρος, μὲ ἀξίωσε ὁ Θεὸς νὰ πατήσω τὰ εὐλογημένα χώματα τῆς Δυτικῆς Μακεδονίας. Κάθε βράδυ τὰ γύρω χωριὰ ἐκαίγοντο. Ἦταν ἕνα φρικτὸ θέαμα. Ἔβγαινες τὴ νύχτα ἔξω, ἀνέβαινες ψηλὰ στοὺς λόφους, καὶ ἔβλεπες νὰ καίγωνται ὅλα τὰ μαρτυρικά μας χωριά, γύρω ἀπὸ τὸν Ἁλιάκμονα καὶ τὰ εὐλογημένα μας βουνά. Τὸ πρωῒ ἑκατοντάδες γυναικόπαιδα, γυμνά, ξυπόλητα, μὲ τὴν ψυχὴ στὰ δόντια, ἤρχοντο μέσα στὴν πτωχομάνα αὐτή, τὴν Κοζάνη. Τάφοι, σπίτια, προαύλια ναῶν, τὰ πάντα ἦταν κατειλημμένα.

1ος καρπὸς τοῦ κηρύγματος τοῦ ἱεροκήρυκα τῆς Κατοχῆς π. Αὐγουστίνου Καντιώτου στὴν Κοζανη

Ἡ Ἑστία συσσιτίων

(ποὺ ἄρχισε ἀπὸ 50 πιάτα και ἔφθασε στα 8.500 ημηρεσίως)

Τότε, μιὰ νύχτα, ἀνεβήκαμε καὶ ἡμεῖς στὸν ἄμβωνα τοῦ Ἁγίου Νικολάου καὶ εἴπαμε, ὅτι· Ἡ πατρὶς εἶνε ἐν κινδύνῳ· ὀφείλομεν ἅπαντες, μικροὶ καὶ μεγάλοι, νὰ λάβωμεν μίαν θέσιν συγκεκριμένη ἀπέναντι τοῦ προβλήματος ποὺ ἐδημιουργήθηκε. Μὲ καθαρὴ γλῶσσα, ποὺ δὲν θέλει ῥητορισμούς, εἴπαμε·

Ἀδέρφια Κοζανῖτες! ἀπόψε θὰ πᾶτε στὰ σπίτια σας καὶ δὲν θὰ κοιμηθῆτε μέχρι τὰ μεσάνυχτα. Θὰ κάνετε προσευχὴ πρὸς τὸν Κύριον καὶ ἀγρυπνίαν, γιὰ νὰ τὸν παρακαλέσετε νὰ ἐλεήσῃ ὅλους ἐμᾶς. Ἀλλὰ μὴν ἀρκεσθῆτε τὶς ἡμέρες αὐτὲς μόνο σὲ προσευχὲς καὶ κομποσχοίνια καὶ πολυελέους. Σὲ τέτοιες ἐποχὲς χρειάζεται καὶ κάτι ἄλλο ἀνώτερο· χρειάζονται δάκρυα. Καὶ παραπάνω ἀπὸ τὰ δάκρυα χρειάζεται αἷμα, χρειάζονται θυσίες μεγάλες. Τὸ πρωΐ, προτοῦ ν᾿ ἀνατείλῃ ὁ ἥλιος, νὰ ψάξετε ―ἐλέγαμε―, Κοζανῖτες, τὰ συρτάρια σας, τὶς ἀποθῆκες σας, καὶ ὅ,τι βρῆτε μέσα σ᾿ αὐτά, νὰ τὰ μοιράσετε στὰ δυό. Ἂν ἔχετε μιὰ ὀκᾶ τρόφιμα, ἡ μισὴ δὲν εἶνε δική σας· εἶνε τοῦ πτωχοῦ, εἶνε τοῦ δυστυχισμένου ἀδελφοῦ μας·καὶ τὸ πρωῒ σᾶς περιμένω νὰ τὸ φέρετε στὸ γκαράζ… Αὐτὰ εἴπαμε τὴ νύχτα ἐκείνη στὸν Ἅγιο Νικόλαο. Ὁμολογῶ, ὅτι αὐτὸ ποὺ ἠκολούθησε ὑπερέβη τὰς προσδοκίας μου. Θὰ μείνῃ, ὅσο ζῶ στὸν κόσμο, ἀλησμόνητη ἡ εἰκόνα ἐκείνη, ποὺ παρουσίασε τὴν ἑπομένη ἡμέρα ἡ Κοζάνη. Ὅλος ὁ δρόμος, ἀπὸ τὴν πλατεῖα μέχρι τὸ γκαράζ, εἶχε σχηματίσει μιὰ οὐρὰ ἀφάνταστη. Μικροὶ – μεγάλοι κρατοῦσαν στὰ χέρια τους τὰ τρόφιμα ποὺ εἶχαν πάρει ἀπὸ τὰ σπίτια τους. Κανείς δὲν ἦρθε ἀδειανός. Ἀπὸ τὸ πρωῒ ὡς τὸ βράδυ, παιδιὰ Read more »