ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ – ΑΓΟΡΕΥΣΕΙΣ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ, ΣΤΗΝ ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟ. ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΗΝ ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΠΟΥ ΕΚΑΝΕ ΣΤΗΝ ΣΥΝΕΔΡΙΑ ΣΤΙΣ 6-9-1988, ΓΙΑ ΝΑ ΜΑΘΕΤΕ, ΜΙΑ ΦΟΒΕΡΗ ΑΛΗΘΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΗ ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟ ΠΟΥ ΔΕΝ ΜΑΣ ΤΗΝ ΛΕΕΙ ΚΑΝΕΙΣ!
ΑΠΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ
«ΣΥΝΟΔΙΚΑ», σελ. 13
Μέρος Α΄
- H Διαρκὴς Ἱερὰ Σύνοδος, ὡς θεσμὸς ἐπιβληθεὶς εἰς τὴν Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος ἐπὶ βαυαροκρατίας, μὲ σκοπὸν τὴν εὐκολωτέραν ὑποδούλωσιν τῆς Ἐκκλησίας εἰς τὸ κράτος καί δὲν εἶνε σύμφωνος πρὸς τὴν ἀρχαία παράδοσι τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ – ΑΓΟΡΕΥΣΕΙΣ
1. ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ
ΤΗΣ ΔΙΑΡΚΟΥΣ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
(Συνεδρία τῆς 6-9-1988)
ΜΑΚΑΡΙΩΤΑΤΕ πρόεδρε, σεβασμιώτατοι σύνεδροι,
Ὡς μέλος καὶ ἐγὼ τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς νέας περιόδου 1988-89, αἰσθάνομαι ἐν πρώτοις τὴν ψυχικὴν ἀνάγκην νὰ εὐχαριστήσω ἐκ βάθους καρδίας τὸν Δομήτορα τῆς Ἐκκλησίας, τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, ὅστις ἐν τῆ ἀπείρω αὐτοῦ ἐλέει, ὕστερον ἀπὸ περιπέτειαν ὀδυνηρᾶς ἀσθενείας, μὲ ἠξίωσε νὰ εὑρίσκωμαι ὑγιὴς ἐν μέσω ὑμῶν. Ἐπιτραπήτω δὲ εἰς ἐμὲ κατὰ τὴν πρώτην αὐτὴν ἐμφάνισίν μου ἐνώπιόν σας μὲ γλῶσσαν ὡμῆς εἰλικρινείας, ὡς συνηθίζω νὰ ὁμιλῶ καὶ νὰ γράφω, νὰ εἴπω τὰ δέοντα, ἐλπίζων ὅτι θὰ μὲ ἀκούσετε μὲ ὑπομονήν.
* * *
Εὑρισκόμην εἰς περιοδίαν τῶν χωρίων τῆς παραμεθορίου περιοχῆς τῶν Πρεσπῶν, ὅτε ἔλαβον τὴν πρόσκλησιν του μακαριωτάτου προέδρου περὶ συμμετοχῆς μου εἰς τὴν σύνθεσιν τὴς νέας Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου καὶ εἰς τὰς έργασίας αὐτῆς. Ὁμολογῶ ὅτι πάλη τις παρετηρήθη εἰς τὸ βάθος τοῦ ἐσωτερικοῦ μου κόσμου. Διηρωτώμην τὶ ἔπρεπε νὰ πράξω˙ νὰ ἀποδεχθῶ τὴν πρόσκλησιν ἤ νὰ ἀρνηθῶ τὴν συμμετοχήν μου εἰς αὐτήν; Εἶνε γεγονός, ὅτι εἰς τὰ σύνορα τῆς φιλτάτης μας πατρίδος, εἰς τὴν Μακεδονίαν, οἱ ἀκρῖταί μας μὲ πολλὴν προθυμίαν καὶ μεγάλην συγκίνησιν ἀκούουν τοὺς λόγους τοῦ γέροντος ἐπισκόπου, καὶ θεωρῶ τὸν ἑαυτόν μου ἐκ τῆς ἐπόψεως αὐτῆς εὐτυχῆ. Ἀλλʼ ἐδῶ εἰς τὴν αἴθουσαν τῶν συνεδριάσεων τῆς ἱ. Συνόδου οἱ λόγοι μου, ὡς ἀπέδειξε τὸ ἐγγὺς καὶ τὸ ἀπώτερο παρελθόν, – διατὶ νὰ τὸ ἀποκρύψω; – εἶνε τὸ ὀλιγώτερον δυσπαράδεκτοι, καὶ συχνὰ γίνονται ἀφορμὴ δυσαρεσκειῶν, ἐρίδων καὶ διαπληκτισμών ἀκόμη. Ὡς ἔχων προσωπικὴν πεῖραν τοῦ παελθόντος, ἔκλινα μᾶλλον πρὸς τὴν ἀπόφασιν νὰ μιμηθῶ τὸ παράδειγμα ἀειμνήστου ἱεράρχου τῶν Νέων Χωρῶν, ὅστις καλούμενος ὡς μέλος τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου δὲν ἀπεδέχετο τὴν πρόσκληση καὶ δὲν κατήρχετο εἰς Ἀθήνας, προτιμῶν νὰ παραμένη πλησίον τοῦ ποιμνίου του παρὰ νὰ εὑρίσκεται εἰς τὸ κλεινὸν ἄστυ. Τὰς σκέψεις μου δὲ ταύτας ἐξεμυστηρεύθην εἰς φίλους καὶ σεβαστὰ πρόσωπα, οἱ ὁποῖοι ὅμως μοῦ συνέστησαν νʼ ἀποδεχθῶ τὴν πρόσκλησιν. Καὶ ἰδοὺ ὁ ὑποφαινόμενος, ὁ γηραιότερος τῶν ἐπισκόπων τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, εὑρίσκομαι ἐν μέσω ὑμῶν κατὰ τὴν πρώτην αὐτὴν συνεδρίαν. Ἐπιθυμῶ λοιπὸν νὰ παρατηρήσω τὰ ἐξῆς.
1. Ἐν πρώτοις, ὡς καὶ ἄλλοτε προφορικῶς καὶ γραπτῶς ὑπεστήριξα, ἡ Διαρκὴς Ἱερὰ Σύνοδος, ὡς θεσμὸς ἐπιβληθεὶς εἰς τὴν Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος ἐπὶ βαυαροκρατίας, μὲ σκοπὸν τὴν εὐκολωτέραν ὑποδούλωσιν τῆς Ἐκκλησίας εἰς τὸ κράτος, δὲν εἶνε σύμφωνος πρὸς τὴν ἀρχαίαν παράδοσιν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Διότι αὕτη, διὰ τοπικῶν καὶ οἰκουμενικῶς Συνόδων, ὥρισεν ἵνα οἱ ἱεράρχαι τοπικῆς τινος ἐκκλησίας συνέρχωνται εἰς σύνοδον δὶς τοῦ ἔτους, ἄνοιξιν καὶ φθινόπωρον, καὶ ἐν Πνεύματι Ἁγίω ἐπιλύουν τὰ ἑκάστοτε ἀνακύπτοντα ζητήματα (βλέπε ἱ. κανόνας˙ ΛΖ΄ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, Ε΄ τῆς Α΄, ΙΘ΄ τῆς Β΄, Η΄ τῆς Πενθέκτης, ΣΤ΄ τῆς Ζ΄ οἰκουμενικῶν Συνόδων, καὶ Μ΄ τῆς ἐν Λαοδικεία, ΙΗ΄ τῆς ἐν Καρθαγένη τοπικῶν Συνόδων, ὡς καὶ ἀξιόλογον ὑπόμνημα ὑπεβληθὲν ὑπὸ της Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος κατὰ τὸ ἔτος 1930 εἰς τὸν τότε πρωθυπουργὸν τῆς χώρας ἀείμνηστον Ἐλ. Βενιζέλον και γνωμοδότησιν τοῦ εισαγγελέως τοῦ Ἀρειου Πάγου Δημ. Τζιβανοπούλου εἰς τὸ περιοδικὸν «Ἐκκλησία», τόμ. 1930, σελ. 1-8).
Ἡ Ὀρθόδοξος λοιπὸν Ἐκκλησία συμφώνως πρὸς τοὺς ἀνωτέρω ἱ. κανόνας, δὲν διοικεῖται δικτατορικῶς καὶ ἀπολυταρχικῶς ὡς ὁ παπισμός, ἀλλʼ ἐν γνησίω δημοκρατικῶ πνεύματι, ὅπερ εἶνε τὸ ἀκραιφνὲς χριστιανικόν, ὑπὸ τὸν φωτισμὸν τοῦ ἁγίου Πνεύματος, τοῦ προεδεύοντος οὐσιαστικῶς καὶ ἀοράτως κατὰ τὰς ἱ. συνάξεις καὶ ἐξασφαλίζοντος ἐλευθέραν συζήτησιν καὶ ἀβίαστον λῆψιν ἀποφάσεων. Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, ὡς παρατηρεῖ σοφὸς ἱεράρχης τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, εἶνε Ἐκκλησία τῶν Συνόδων. «Οὐδεμία Σύνοδος» γράφει, «ἠγνόησε μέχρι τώρα τὸν λαόν. Οὐδεμία Σύνοδος ἠγνοήθη ὑπὸ τοῦ λαοῦ. Οὐδέποτε οἱ Πατέρες συνεδρίασαν μυστικῶς, κεκλεισμένων τῶν θυρῶν, καὶ ἐκ τῶν ὑστέρων ἠθέλησαν νὰ ἐπιβάλουν τὰς ληφθείσας ἀποφάσεις ἐπὶ τοῦ λαοῦ. Ἀρκεῖ νὰ ένθυμηθῶμεν πόσον ἀκριβὰ ἐπλήρωσε τὴν παράβασιν τοῦ χρυσοῦ τούτου κανόνος ἡ βεβιασμένη ἐν Φλωρεντία Σύνοδος, ἐπειδὴ ἐκώφευσεν εἰς τὰς διαμαρτυρίας καὶ περιεφρόνησε τὴν ἀντίδρασιν τοῦ λαοῦ τοῦ Βυζαντίου. Τὸ τέλος της ἦτο νʼ ἀποδοκιμασθῆ καὶ νὰ συναντήση τὴν μῆνιν καὶ τὴν ἀγανάκτησιν. Διὰ τοῦτο ἀπέτυχε καὶ αἱ ἀποφάσεις της ναυαγήσασαι οὐδὲν κῦρος ἀπέκτησαν» (βλ. ἐπισκόπου Μελόης Αἰμιλιανοῦ, «Ἐκκλησία τῶν Συνόδων», Ἀθῆναι 1963, σελ. 7). Read more »