Κυριακὴ Ε΄ Λουκᾶ (Λουκ. 16,19-31)
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
META ΘΑΝΑΤΟΝ ΤΙ;
ΚΥΡΙΑΚΗ, ἀγαπητοί μου, σήμερα· ἡμέρα ἀφιερωμένη στὸ Θεό. Τί πρέπει νὰ κάνουν οἱ Χριστιανοί; Ὅλοι νὰ πᾶνε στὴν ἐκκλησία, νὰ σταθοῦν μὲ εὐλάβεια καὶ νὰ ποῦν ἀπ’ τὴν καρδιά τους ἕνα «Κύριε, δόξα σοι», ἕνα εὐχαριστῶ, ἕνα «Κύριε, ἐλέησον». Ὅσοι ἐρχόμεθα στὴν ἐκκλησία, ἡ σκέψι μας νά ’νε στὸ Θεό. «Ἄνω σχῶμεν τὰς καρδίας» (θ. Λειτ.). Νὰ εἴμεθα στὸ ναὸ ὄχι μόνο σωματικῶς ἀλλὰ καὶ πνευματικῶς. Ἡ ψυχὴ – τὸ πνεῦμα ἔχει τὴν ἀξία. Μὲ τὴν ἐλπίδα λοιπὸν ὅτι συμμετέχετε ψυχικῶς, παρακαλῶ ν᾽ ἀκούσετε ἕνα σύντομο κήρυγμα.
* * *
Τὸ εὐαγγέλιο σήμερα ἀπαντᾷ σ᾽ ἕνα μεγάλο ἐρώτημα. Ποιό ἐρώτημα; Μιὰ μέρα θὰ πεθάνουμε, ὁπωσδήποτε· δὲ γλυτώνει κανείς. «Ἀπόκειται τοῖς ἀνθρώποις ἅπαξ ἀποθανεῖν, μετὰ δὲ τοῦτο κρίσις» (Ἑβρ. 9,27). Τί γίνεται λοιπὸν ὁ ἄνθρωπος μετὰ θάνατον; Ἰλιγγιῶδες τὸ ἐρώτημα. Τί ἀπάντησι θὰ δώσουμε;
Ἀπαντᾷ ἡ συνείδησί μας, ἀπαντᾷ ὁ Χριστός, ἀπαντᾷ τὸ Εὐαγγέλιο – αἱ Γραφαί· ἡ ψυχὴ ζῇ.
Οἱ ὑλισταὶ καὶ ἄπιστοι κοροϊδεύουν καὶ ἐμπαίζουν. Ἄκου ἐκεῖ, λένε, στὸν αἰῶνα τῆς ἐπιστήμης καὶ τῆς προόδου, οἱ παπᾶδες καὶ δεσποτᾶδες μᾶς μιλοῦν περὶ ψυχῆς. Ποιά ψυχή; Τί εἶνε ὁ ἄνθρωπος; Εἶνε σὰν τὸ ζῷο. Ὅπως ψοφάει ἡ γάτα καὶ ὁ σκύλος, ἔτσι κι αὐτός…
Ἔτσι λένε αὐτοί. Σφάλλουν ὅμως. Ἡ ὑγιὴς σκέψι ἀπὸ ἀρχαιοτάτης ἐποχῆς πίστευε, ὅτι πέρα ἀπὸ τὸ θάνατο ὑπάρχει ἄλλη ζωή· ὑπάρχει ἀθανασία ψυχῆς. Κ’ ἐπειδὴ δὲν εἶνε δυνατὸν νὰ σᾶς παρουσιάσω ἐδῶ ὅλο τὸ πανόραμα τῆς ἀνθρωπίνης σκέψεως, ἀναφέρω μόνο ἕνα φιλόσοφο, ποὺ ἔζησε 400 χρόνια πρὸ Χριστοῦ καὶ πίστευε στὴν ἀθανασία τῆς ψυχῆς.
Εἶνε ὁ Σωκράτης. Ἦταν δίκαιος ἄνθρωπος, κ’ ἐπειδὴ ἔλεγε τὴν ἀλήθεια καὶ ὑπεδείκνυε τὸ σωστό, οἱ Ἀθηναῖοι τὸν μίσησαν. Τὸν διέβαλαν, τὸν πῆγαν στὸ δικαστήριο καὶ τὸν δίκασαν. Σὲ ὅλη τὴ δίκη ἦταν γαλήνιος. Ὅταν ἄκουσε τὴν ἀπόφασι, ὅτι καταδικάζεται εἰς θάνατον, δὲν ταράχτηκε. Φεύγω, λέει, ἀπ᾽ αὐτὸ ἐδῶ τὸ ἀνθρώπινο δικαστήριο καὶ πηγαίνω σ᾽ ἕνα ἄλλο θεῖο δικαστήριο. Ἐκεῖ δὲν δικάζουν ἄδικοι κριταί. Ἐκεῖ θὰ μὲ δικάσουν ὁ Μίνως, ὁ Αἰακὸς καὶ ὁ ῾Ραδάμανθυς, καὶ θ’ ἀποδώσουν δικαιοσύνη, ἐκεῖ θὰ βρῶ τὸ δίκαιο… Λίγες στιγμὲς πρὶν πιῇ τὸ κώνειο, οἱ μαθηταί του τὸν ρώτησαν κλαίγοντας· ―Τί νὰ κάνουμε τὸ σῶμα σου, ποῦ νὰ σὲ θάψουμε; Κι αὐτὸς ἀπήντησε· ―Αὐτὸ ποὺ θὰ μείνῃ ἐδῶ δὲν εἶνε ὁ Σωκράτης. Ὁ Σωκράτης πετάει ψηλά. Ὅπως ὁ ἀετὸς ἀνεβαίνει στὰ ὕψη, ἔτσι καὶ ἡ ψυχή μου. Πηγαίνω ἐκεῖ ποὺ δὲ μπορεῖτε νὰ μὲ βρῆτε πλέον.
Αὐτὰ εἶπε. Ἀλλ’ αὐτὰ ποὺ εἶπε ὁ Σωκράτης καὶ ὁ Πλάτων κι ὁ Ἀριστοτέλης καὶ ἄλλοι σοφοὶ περὶ ἀθανασίας τῆς ψυχῆς, εἶνε ἁπλῶς ἕνα ἀμυδρὸ φῶς, ἕνα κεράκι μέσ᾽ στὸ σκοτάδι τοῦ ἀρχαίου κόσμου. Ἀλλὰ τὸ κεράκι, ἡ ἀλήθεια περὶ ἀθανασίας τῆς ψυχῆς, ἔλαμψε σὰν τὸν ἥλιο – πότε; Ὅταν ἦρθε στὸν κόσμο ὁ Χριστός, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ Θεὸς ποὺ ἔλαβε σάρκα ἀνθρωπίνη. Τότε ἀκούστηκαν λόγια, ποὺ δὲν ὑπάρχει ζυγαριὰ νὰ τὰ ζυγίσουμε. Ὅσο ἀξίζουν τὰ λίγα λόγια τοῦ Χριστοῦ, δὲν ἀξίζουν ὅλοι οἱ διάλογοι τῶν φιλοσόφων. Ὁ Χριστὸς εἶπε· «Τί ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ; ἢ τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;» (Μᾶρκ. 8,36-37). Κηρύττει ὁ Χριστὸς τὴν ἀθανασία τῆς ψυχῆς. Τὸ σῶμα, φθείρεται, καταστρέφεται, ἀλλὰ ἡ ψυχὴ μένει αἰωνία.
Αὐτὰ εἶπε ὁ Χριστὸς γιὰ τὴν ἀξία τῆς ψυχῆς. Καὶ σήμερα στὸ εὐαγγέλιο ἀπαντᾷ στὸ ἐρώτημα, τί γίνεται ὁ ἄνθρωπος μετὰ θάνατον; ποῦ πηγαίνει; Ἀπαντᾷ ἀπείρως πιὸ καθαρὰ ἀπ᾽ ὅ,τι ὁ Σωκράτης καὶ λέει τὴν παραβολὴ τοῦ πλουσίου καὶ τοῦ πτωχοῦ Λαζάρου. Read more »