Αυγουστίνος Καντιώτης



Archive for the ‘εορτολογιο’ Category

Η ΑΓΙΑ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Ιαν 27th, 2013 | filed Filed under: VIDEO p. AYGOYST., ΒΙΝΤΕΟ ΘΡΗΣΚ. ΠΕΡΙΕΧ, εορτολογιο

Η ΑΓΙΑ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ

1. Ραδιοφωνικό θεατρικό σκέτσ του 1968

2. μικρό ηχητικό απόσπασμα ομιλίας του μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου,
που έκανε στην Αγία Τριάδα Πτολεμαϊδος την Κυριακή στις 26-11-1978

______

 

____

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Ιαν 26th, 2013 | filed Filed under: εορτολογιο

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ

Απόσπασμα ομιλίας του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου
____

 

_

1. «ΟΙ 3 ΙΕΡΑΡΧΑΙ ΩΣ ΑΓΩΝΙΣΤΑΙ» 2. Ο ΒΡΑΧΟΣ ΤΩΝ ΑΙΩΝΩΝ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Ιαν 26th, 2013 | filed Filed under: ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ, εορτολογιο

Τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν (Ἑβρ. 13,7-16)
30 Ἰανουαρίου

«ΟΙ 3 ΙΕΡΑΡΧΑΙ ΩΣ ΑΓΩΝΙΣΤΑΙ»

_

 

_

Ο ΒΡΑΧΟΣ ΤΩΝ ΑΙΩΝΩΝ

«Ἰησοῦς Χριστὸς χθὲς καὶ σήμερον ὁ αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας» (Ἑβρ. 13,8).

ΜΙΛΗΣΑΜΕ ἄλλοτε γιὰ τὸ βίο, τοὺς ἀγῶνες καὶ τὰ ἔργα τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, ποὺ ἑορτάζουν σήμερα. Ἰδιαιτέρως κάναμε λόγο γιὰ τὴν ἐπίδρασι ποὺ ἤσκησαν οἱ μορφές τους στὴν ἑλληνικὴ παιδεία. Τώρα ἀφορμὴ γιὰ διδασκαλία θὰ μᾶς δώσῃ ἕνα ῥητὸ ἀπὸ τὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα ποὺ ἀκούσαμε. Τὸ ῥητὸ αὐτὸ λέει· «Ἰησοῦς Χριστὸς χθὲς καὶ σήμερον ὁ αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας» (Ἑβρ. 13,8).

* * *

Χθές, σήμερα, αὔριο. Σ’ αὐτὰ τὰ τρία διακρίνεται, ἀγαπητοί μου, ὁ χρόνος. Καὶ πόσο γρήγορα φεύγει ὁ χρόνος! Τὸ σήμερα γίνεται χθὲς καὶ τὸ αὔριο γίνεται σήμερα. Ὁ χρόνος μοιάζει σὰν τὸν ποταμό, ποὺ μέρα – νύχτα τρέχει. Τρέχει ὅλο τὸ χρόνο. Ἀλλὰ τὸ νερό του δὲν εἶνε τὸ διο. Ἐὰν κανεὶς μπῇ στὸ ποτάμι καὶ σταματήσῃ κάπου, τὸ νερό, ποὺ λούζει τὸ κορμί του, δὲν εἶνε τὸ διο. Τὸ νερὸ μιὰ στιγμὴ τὸν ἀγγίζει καὶ ἀμέσως φεύγει καὶ ἔρχεται ἄλλο νερό, καὶ αὐτὸ φεύγει καὶ ἔρχεται ἄλλο, καὶ οὕτω καθεξῆς. Καὶ ἔτσι, ἂν μείνῃ μιὰ ὥρα μέσα στὸ νερό, χιλιάδες φορὲς θὰ ἔχῃ ἀλλάξει τὸ νερό, ἐνῷ ὁ ποταμὸς φαίνεται ὅτι εἶνε ὁ διος. Αὐτὸ συμβαίνει καὶ μὲ τὸ χρόνο. Σὰν ἕνα ποτάμι τρέχει διαρκῶς. Τὸ ἕνα λεπτὸ διαδέχεται τὸ ἄλλο, ἡ ὥρα τὴν ὥρα, ἡ ἑβδομάδα τὴν ἑβδομάδα, ὁ μήνας τὸ μῆνα, τὸ ἔτος τὸ ἔτος· καὶ ἔτσι περνοῦν τὰ χρόνια, καὶ τὸ νήπιο γίνεται παιδί, τὸ παιδὶ νέος, ὁ νέος ἄντρας, ὁ ἄντρας γέρος ἀσπρομάλλης. Καὶ ἐνῷ ὅλα φεύγουν καὶ ἀλλάζουν, ὁ χρόνος συνεχίζει τὸ δρόμο του. Μέχρι πότε; Ὁ Θεὸς ξέρει.
Χθές, σήμερα, αὔριο! Τὸ χθὲς εἶνε τὸ παρελθόν, τὰ περασμένα χρόνια. Εἶνε τὸ ἔτος ποὺ πρὶν ἕνα μῆνα μᾶς ἀποχαιρέτισε. Χθὲς εἶνε τὸ περσινό, τὸ προπέρσινο ἔτος… Καὶ συνεχῶς πηγαίνοντας πρὸς τὰ πίσω φθάνουμε σὲ διάφορες χρονολογίες, ποὺ μερικὲς ἀπ᾿ αὐτὲς ἄφησαν στὴν καρδιά μας ζωηρὲς ἀναμνήσεις, εὐχάριστες ἢ δυσάρεστες. Ἔτσι φθάνουμε στὸ δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, σὲ μία ἱστορικὴ ἡμερομηνία, τὴν 28η Ὀκτωβρίου 1940, ὅταν ἡ μικρά μας πατρίδα εἶπε τὸ «ὄχι» καὶ ἀγωνίστηκε στὴ Βόρειο Ἤπειρο γιὰ τὴν ἐλευθερία. Προχωρώντας ἀκόμη φθάνουμε στὸ 1914, στὸν πρῶτο παγκόσμιο πόλεμο. Κατόπιν στὸ 1912, ὅταν οἱ ὀρθόδοξοι λαοὶ τῶν Βαλκανίων ἑνωμένοι νίκησαν τοὺς ὀθωμανοὺς καὶ ἐλευθέρωσαν τὰ μέρη τους ἀπὸ τὴ σκλαβιά. Ἐὰν προχωρήσουμε ἀκόμη πρὸς τὰ πίσω, θὰ βρεθοῦμε μπροστὰ σὲ ἄλλα γεγονότα, ὅπως εἶνε ἡ Ἑλληνικὴ Ἐπανάστασι τοῦ 1821, ἡ ἐμφάνισι τοῦ Ναπολέοντος, ἡ Γαλλικὴ Ἐπανάστασι, ἡ ἀνεξαρτησία τῆς Ἀμερικῆς, ἡ ἅλωσι τῆς Κω᾿σταντινουπόλεως καὶ τόσα ἄλλα, ποὺ ἀναφέρει ἡ ἱστορία. Πηγαίνοντας συνεχῶς πρὸς τὰ πίσω θὰ φθάσουμε στὸ 1 μετὰ Χριστόν. Στὸ χρόνο δηλαδὴ πού, μέσα στὸ βαθὺ σκοτάδι τοῦ ἀρχαίου κόσμου, ἀνέτειλε τὸ ἄστρο τῆς Βηθλεέμ, γεννήθηκε ὁ Χριστός, ὁ Σωτὴρ τοῦ κόσμου. Καὶ ἂν θελήσουμε νὰ συνεχίσουμε τὴν πορεία στὰ χρόνια πρὸ Χριστοῦ, θὰ συναντήσουμε ἄλλα γεγονότα καὶ πρόσωπα· θὰ δοῦμε ὅτι τριακόσια καὶ περισσότερα χρόνια μιὰ σημαία κυμάτιζε σ᾿ ὅλο τὸν κόσμο, ἡ σημαία τῆς Ῥωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας. Θὰ δοῦμε ὅτι, πρὸ τῆς Ῥωμαϊκῆς, ἄλλη σημαία κυμάτιζε· ἡ σημαία τῆς αὐτοκρατορίας ποὺ ἵδρυσε ὁ Μέγας Ἀλέξανδρος ὁ Μακεδών. Πρὸ τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου θὰ δοῦμε τὶς βασιλεῖες τῶν Περσῶν, τῶν Βαβυλωνίων, τῶν Αἰγυπτίων. Κι ὅσο πᾶμε πρὸς τὰ πίσω, θὰ συναντήσουμε τοὺς πιὸ ἀρχαίους λαοὺς τοῦ κόσμου. Θὰ συναντήσουμε τὸν πρῶτο ἄνθρωπο, τὸν Ἀδὰμ καὶ τὴν Εὔα. Σταματᾷ ἐκεῖ ὁ χρόνος; Ὄχι. Πρὸ τοῦ Ἀδὰμ καὶ τῆς Εὔας ἔγιναν ἄλλα γεγονότα, ὅπως εἶνε ἡ δημιουργία τῶν πλανητῶν, τοῦ ἡλίου, τῆς σελήνης καὶ τῶν δισεκατομμυρίων ἀστέρων. Μέσα στὸ χρόνο ἔγιναν ὅλα αὐτά. Πότε ἀκριβῶς δὲν ξέρουμε. Ἡ ἐπιστήμη δὲν μπορεῖ νὰ καθορίσῃ ἀκριβῶς τὴ χρονολογία. Ὅλα δὲ αὐτά, ποὺ συνέβησαν ἀπὸ τὸν περασμένο χρόνο μέχρι τὸν πιὸ ἀπομακρυσμένο ἀπὸ μᾶς χρόνο, ἀποτελοῦν τὸ χθές. Μὲ τὸ χθὲς ἀσχολεῖται ἡ ἱστορία.
Ἀλλὰ δὲν εἶνε μόνο τὸ χθές. Εἶνε καὶ τὸ σήμερα. Τὸ τί συμβαίνει σήμερα τὸ μαθαίνει ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὶς ἐφημερίδες, τὰ ῥαδιόφωνα καὶ τὶς τηλεοράσεις. Μὲ τί δίψα οἱ ἄνθρωποι παρακολουθοῦν αὐτὰ ποὺ γίνονται σήμερα! Τὸ χθές, τὰ περασμένα, δὲν τοὺς ἐνδιαφέρουν. Ἀλλὰ πρέπει νὰ εἶνε βέβαιοι, ὅτι κ᾿ ἐκείνους ποὺ θὰ ζήσουν ὕστερα ἀπὸ 100 – 200 χρόνια δὲν θὰ τοὺς ἐνδιαφέρει τί κάνουν αὐτοὶ σήμερα. Λίγοι εἶνε αὐτοὶ ποὺ δὲν ἀπορροφῶνται ἀπὸ τὸ σήμερα, ἀλλὰ στρέφουν τὸ βλέμμα τους πρὸς τὸ παρελθὸν κι ἀνοίγουν τὴν ἱστορία καὶ διαβάζουν τί ἔκαναν οἱ ἄνθρωποι στὰ περασμένα χρόνια. Οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι τὸ μυαλό τους τὸ ἔχουν στὸ σήμερα. Σήμερα τί θὰ φᾶνε, τί θὰ πιοῦνε. Σήμερα τί θὰ δοῦνε στὸν κινηματογράφο καὶ στὴν τηλεόρασι. Σήμερα… Ὅλο τὸ σήμερα. Τὸ χθὲς τὸ ἔχουν ξεχάσει. Ἔχουν ξεχάσει οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ καὶ τὸν πατέρα ἢ τὴ μητέρα τους, ποὺ χθὲς μόλις πέθαναν. Δὲν πᾶνε ποτέ στὸν τάφο τους νὰ κάνουν ἕνα τρισάγιο, ν᾿ ἀφήσουν λίγα λουλούδια. Οἱ πεθαμένοι, λένε, μὲ τοὺς πεθαμένους καὶ οἱ ζωντανοὶ μὲ τοὺς ζωντανούς. Τὸ σήμερα τοὺς ἐνδιαφέρει. Οὔτε ἀπὸ ποῦ ἔρχονται οὔτε ποῦ πηγαίνουν ἐξετάζουν.
Οἱ πιὸ πολλοὶ ζοῦν τὸ σήμερα. Ὄχι σὰν πνευματικοὶ ἄνθρωποι, ἀλλὰ σὰν ὑλισταὶ μὲ σύνθημα· «Φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνῄσκομεν» (Ἠσ. 22,13· Α΄ Κορ. 15,32).
Χθές, σήμερα, αὔριο! Ὑπάρχουν καὶ ἄλλοι ποὺ ἀφήνουν τὸ παρελθὸν καὶ τὸ παρόν, τὸ χθὲς καὶ τὸ σήμερα, καὶ στρέφονται μὲ ἀγωνία πρὸς τὸ αὔριο. Τί θὰ γίνῃ; Θὰ ἔχουμε εἰρήνη ἢ πόλεμο; Θὰ εμαστε καλὰ ἢ θὰ πέσουμε βαρειὰ ἄρρωστοι; Θὰ ζήσουμε μὲ εὐτυχία ἢ μὲ δυστυχία; Τί θὰ γίνουν τὰ παιδιά μας; … Ὅλο ἀνησυχίες εἶνε. Τὸ μέλλον τοὺς ἀπασχολεῖ. Καὶ ἔτσι βρίσκουν κατάλληλη τὴ στιγμὴ οἱ μάγοι καὶ οἱ μάγισσες, οἱ ἀστρολόγοι καὶ τώρα τελευταῖα τὰ μέντιουμ, γιὰ νὰ ποῦν στοὺς ἀνθρώπους αὐτοὺς τί θὰ συμβῇ στὸ μέλλον.
Ἀλλὰ γιατί τὰ λέμε ὅλα αὐτά; Γιατί κάνουμε λόγο γιὰ τὰ περασμένα; Γιατί μιλᾶμε γιὰ τὸ σήμερα καὶ γιὰ τὸ αὔριο; Γιατί, ὅπως επαμε, μᾶς δίνει ἀφορμὴ ὁ ἀπόστολος ποὺ διαβάζεται σήμερα, ἑορτὴ τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν. Ὁ ἀπόστολος μᾶς μιλάει γιὰ ΕΝΑΝ, ποὺ καὶ χθὲς ὑπῆρχε, καὶ σήμερα ὑπάρχει, καὶ αὔριο θὰ ὑπάρχῃ, καὶ θὰ ὑπάρχῃ αἰώνια. Οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι, τὰ δισεκατομμύρια τῶν ἀνθρώπων, ἄλλοι ἀπὸ αὐτοὺς ἔζησαν χθές, δηλαδὴ στὸ παρελθόν. Μερικοὶ ἀπ᾿ αὐτοὺς δοξάστηκαν, ἀλλὰ ἔπειτα κι αὐτοὶ ἔσβησαν, πέθαναν, λησμονήθηκαν. Ἄλλοι πάλι ζοῦμε σήμερα, ἀλλὰ αὔριο δὲν θὰ ζοῦμε. Ἕνας τάφος μᾶς περιμένει. Ἄλλοι τέλος εἶνε ἀκόμη ἀγέννητοι. Θὰ γεννηθοῦν αὔριο, δηλαδὴ στὸ μέλλον, καὶ θὰ ζήσουν ὡρισμένα χρόνια, γιὰ νὰ πεθάνουν κι αὐτοὶ καὶ νὰ γίνουν χθές.

* * *

Ὦ ἀδελφοί μου! Μέσα σ᾿ αὐτὸ τὸ ἀδιάκοπο ῥεῦμα τοῦ χρόνου, ποὺ κυλάει καὶ παρασύρει τοὺς ἀνθρώπους σὰν τὰ κιτρινισμένα φύλλα ποὺ πέφτουν τὸ φθινόπωρο ἀπὸ τὰ δέντρα, μέσα σ᾿ αὐτὸ τὸ κανάλι τοῦ χρόνου, ΕΝΑΣ παραμένει. Μένει σὰν τὸ βράχο ποὺ χτυπιέται ἀπ᾿ ὅλες τὶς μεριές, ἀπ᾿ ὅλα τὰ κύματα, ἀλλ᾿ αὐτὸς μένει ἀκλόνητος αἰῶνες αἰώνων. Ὁ χρόνος, ποὺ οἱ ἀρχαῖοι πρόγονοί μας τὸν ὠνόμασαν πανδαμάτορα, γιατὶ τὰ πάντα νικᾷ καὶ καταστρέφει, ὁ χρόνος δὲν μπορεῖ νὰ κάνῃ τίποτα σ᾿ αὐτόν. Χθὲς καὶ σήμερα καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας εἶνε ὁ διος. Καὶ αὐτὸς εἶνε ὁ Ἰησοῦς Χριστός.
Ἄνθρωποι, πέσετε καὶ προσκυνῆστε τον! Εἶνε ὁ Θεός μας. Στὸ Χριστὸ πίστευαν οἱ πατέρες μας. Στὸ Χριστὸ πίστευαν οἱ Τρεῖς Ἱεράρχαι, οἱ μεγάλοι αὐτοὶ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας τοὺς ὁποίους τιμοῦμε σήμερα, καὶ τὸ Χριστὸ κήρυξαν μὲ ὅλη τὴ δύναμί τους καὶ ἔφεραν στὴ θεογνωσία τὸν κόσμο. Καὶ σήμερα, ποὺ εἶνε ἡ ἑορτή τους, οἱ Τρεῖς Ἱεράρχαι μᾶς φωνάζουν· Πιστεύετε στὸ Χριστό!
Στὸ Χριστὸ πιστεύουμε κ᾿ ἐμεῖς σήμερα. Στὸ Χριστὸ θὰ πιστέψουν αὔριο καὶ οἱ νέες γενεὲς ποὺ θ᾿ ἀκολουθήσουν.
Ὁ Χριστὸς εἶνε ὁ βράχος τῶν αἰώνων. Ὅποιος πιστεύει στὸ Χριστὸ μὲ ὅλη του τὴν καρδιά, εἶνε σὰ᾿ νὰ ἔχῃ τὸ σπίτι του χτισμένο πάνω στὸ βράχο. Ἂς πέσουν πάνω του ὅλα τὰ ποτάμια. Ἂς ὁρμήσουν πάνω του ὅλα τὰ κύματα. Ἂς τὸν πολεμήσουν ὅλοι οἱ δαίμονες. Ὁ ἄνθρωπος ποὺ πιστεύει στὸ Χριστὸ εἶνε ἀσφαλής. Ὁ Χριστὸς «χθὲς καὶ σήμερον ὁ αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας» (Ἑβρ. 13,8).

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ὁμιλία ληφθεῖσα ἀπὸ τὴν Α΄ ἔκδοσι τοῦ βιβλίου Ἀπόστολος (Ἀθῆναι 1973). Μικρὰ συμπλήρωσις 30-1-2003.

ΘΕΛΕΙΣ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟ ΧΡΙΣΤΟ;

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Ιαν 25th, 2013 | filed Filed under: εορτολογιο

Yπαπαντή του Kυρίου

2 Φεβρουαρίου

ΘΕΛΕΙΣ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΟ ΧΡΙΣΤΟ;

ΥΠΑΠΑΝΤΗTHN πρώτη (1η) Iανουαρίου ήταν του αγίου Bασιλείου. Xθές πρώτη (1η) Φεβρουαρίου ήταν του αγίου Tρύφωνος. Kαι σήμερα; Σήμερα δεν εορτάζει αγιος. Eορτάζει ο βασιλεύς των αγίων, ο αρχηγός της πίστεώς μας, ο Kύριος ημών Iησούς Xριστός. Eίνε δεσποτική εορτή, η εορτή της Yπαπαντής. Tί είνε η Yπαπαντή; Mε απλά λόγια θα το εξηγήσουμε.

* * *

O Xριστός δεν ήταν μόνο άνθρωπος, ήταν και Θεός. Kαι ως Θεός δεν υπάρχει στιγμή του χρόνου που να μην υπάρχει. Υπάρχει πάντοτε. Είναι αυτό που λέμε «νυν και αεί». Eμείς είμεθα στο «νυν», τώρα,  ενώ o Xριστός είνε και στo «αεί», πάντοτε· «…νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων». Ως Θεός λοιπόν είναι αιώνιος, ως άνθρωπος όμως που εφόρεσε σάρκα μπήκε στην ιστορία, στο χρόνο. Γεννήθηκε σε ορισμένο χρόνο και τόπο, σε ένα μικρό χωριό. Γεννήθηκε σαν ένα φτωχό νήπιο. Η Μάνα του δεν είχε που να τον βάλη, και τον έβαλε στο παχνί των ζώων. Γεννήθηκε σε μια σπηλιά, σε ένα σταυλο. Ποιός θa φανταζόταν, ότι το νήπιο εκείνο είναι ο βασιλεύς του κόσμου;
Πέρασαν από τη Γέννησι σαράντα ημέρες. Tην τεσσαρακοστή μέρα είχαν τότε συνήθεια, oπως και τώρα, νa πηγαίνουν τo βρέφος στο ναό. To πήγαιναν γιa νa τo αγιάσουν, νa τo καθαρίσουν, να σαραντίση η μάνα. Σήμερα δυστυχώς αρχισαν νa μην τα προσέχουν αυτά. Aμελούν. Θυμηθείτε oμως τa λόγια μου· παιδί, που η μάνα δεν τo σαραντίζει, θa γίνη τέρας. Θa γεμίση o κόσμος από κακούργους.
Συνήθιζαν, λοιπόν, οι Εβραίοι στις σαράτα ημέρες να φέρουν τα παιδιά στο ναό, και συγχρόνως να προσφέρουν δώρα. Αν ήταν πλούσιοι, πηγαίναν ένα βόδι, ένα δαμαλάκι· αν ήταν φτωχοί, πηγαίναν ένα ζευγάρι τρυγόνια ή δύο μικρά περιστέρια. Γιατί; Για να ευχαριστήσουν το Θεό, που έδωσε το παιδί. Διότι το παιδί είναι ο μπουναμάς του ουρανού, το πιο μεγάλο δώρο. Δεν παει να έχει το σπίτι  ραδιόφωνα, τηλεοράσεις κι ότι άλλο θες· αν μέσα σ’ αυτά δεν ακούγεται κλάμα παιδιού, κάτι λείπει. Γι’ αυτό οι γονείς ευχαριστούν το Θεό. Διότι το παιδί δεν το έκανες εσύ –λάθος έχεις. Άμα ο Θεός δεν ευλογήσει τα δένδρα καρπό δεν πιάνουν· κι άμα ο Θεός δεν ευλογήσει τη γη σπαρτά δεν θερίζεις. Κι άμα ο Θεός δεν ευλογήσει την κοιλιά της γυναίκας, ας πάει σ’ όλους τους γιατρούς, παιδί δεν κάνει. Τα παιδιά τα δίνει ο Θεός. Γι’ αυτό οι μανάδες πρέπει να φέρνουν τα παιδιά  τους στην εκκλησία όταν γίνονται σαράντα ημερών, να τα σαραντίζουν και να ευλογούνται.
Αυτό έκανε η Παναγία, αυτό να κανουμε κι εμείς.
Η Παναγία πήρε στην αγκαλιά της το Χριστό και μαζί με τον δίκαιο Ιωσήφ τον προστάτη πήγαν στο ναό του Σολομώντος. Μαζί της πήγανε κι άλλες γυναίκες πλούσιες. Tα μάτια των ανθρώπων είναι στους πλούσιους. Εκείνη ήταν φτωχιά και κανείς δεν την πρόσεχε. Αλλά τι λέω; Κάποιος την πρόσεξε. Ποιός; Ένας γέροντας που τον λέγαν Συμεών. Τί ήταν αυτός; Αυτός διάβαζε την Αγία Γραφη, διάβαζε τους προφήτας, και απ’ εκεί έμαθε, ότι μια μέρα  «θα ανατείλει ένα άστρο» στον κόσμο· έμαθε, ότι θα έρθει ένας άνθρωπος», ο Μεσσίας, ο Λυτρωτής του κόσμου ο Xριστός (βλ. Aριθμ. 24,17). O Συμεών όμως λυπόταν ότι δεν θα ζήσει να δει το Xριστό. Tέτοια λαχτάρα είχε. Kαι έλεγε· Θεέ μου, άφησέ με νa ζήσω· ας δω το Χριστό και ας πεθάνω!… Kαι ο Θεός άκουσε την προσευχή του.
Tην ώρα που η Παναγία έφθανε στo ναό, o Συμεών άκουσε φωνή· Πήγαινε τώρα στo ναό, και εκεί θα δεις το Xριστό!… Eκανε φτερά στa πόδια o γέροντας και νά τον στο ναό. Aλλά εκεί ήταν πολλές γυναίκες· ποιά απ’ όλες ήταν η Παναγία; Όπως ο Θεός φώτισε τον Ιωάννη τον Πρόδρομο και ανάμεσα στις χιλιάδες που εβάπτιζοντο εκεί στο ποτάμι διέκρινε τo Xριστό, έτσι εδώ το Πνεύμα το άγιο φώτισε τον Συμεών να διακρίνει το Χριστό και να καταλάβει ποιά είναι η Παναγία. Και τότε πλησίασε κοντά. Tα μάτια του βουρκώσανε. Yψωσε τo βλέμμα στoν ουρανό, πήρε στην αγκαλιά του τo Xριστό, έκανε την προσευχή του και είπε· «Nυν απολύεις τoν δούλόν σου, δέσποτα, κατά το ρήμα σου εν ειρήνη …» (Λουκ. 2,29). Tώρα, λέει, ας πεθάνω· είδα τo Xριστό.
Mετά ο Συμεών είπε· Αυτό το παιδί θα συγκλονίσει τον κόσμο. Κανένας άλλος δεν θα αλλάξει τον κόσμο όπως αυτό. Αυτό το παιδί άλλοι θα το αγαπήσουν και για την αγάπη του θα θυσιάσουν τα πάντα, και άλλοι θα το μισήσουν… Και έτσι είναι. Το Χριστό ή θα τον αγαπήσεις ή θα τον μισήσεις. Και θα γίνει πόλεμος μεγάλος· οι αντίχριστοι θα τον πολεμούν, οι άλλοι θα τον λατρεύουν, και τέλος θα νικήσει ο Xριστός.
Φαντάσου τώρα τo Συμεών νa βλέπη ένα μικρo παιδάκι και να λέει αυτά τα πράγματα! Kαι τα βλέπουμε σήμερα πραγματοποιούμενα.
Kατόπιν συνέχισε πρoς την Παναγία· Mάνα ευλογημένη, μάνα ευτυχισμένη, αλλa και μάνα πικραμένη! Eυλογημένη, γιατί γέννησες τo Xριστό. Πικραμένη, γιατι θα τον δεις τη Μεγάλη Παρασκευή να τον καρφώνουν οι αντίχριστοι, κι εσένα μαχαίρι δίκοπο θα περάσει την καρδιά σου… Αυτά είπε ο Συμεών.
Στο ναό ήταν και μια γριά 84 χρόνων, η Άννα. Αυτή παντρεύτηκε, έζησε 7 χρόνια με τον άντρα της, μετα εχήρευσε και δεν ξαναπαντρεύτηκε, δεν ήλθε σε δεύτερο γάμο. Γιατί μιά φορa παντρεύονται οι άνθρωποι. Στα παλια τα χρόνια έτσι ήταν. Για δέστε και τα τρυγόνια. Έχουν αγάπη. Σκότωσε ο κυνηγός το αρσενικό; το θηλυκό δε’ ζευγαρώνει πλέον με άλλο αρσενικό. Γι’ αυτό λένε «αγαπιούνται σαν τα τρυγόνια». Tώρα oμως βλέπεις τoν άλλο, ακόμα δεν έθαψε τη γυναίκα του και ζητάει νέα γυναίκα· και βλέπεις την άλλη ακόμα δεν εθαψε τον άνδρα της και ζητάει δεύτερον άνδρα. Όχι δεν είναι έτσι τα πράγματα. Ένας άνδρας και μιά γυναίκα είναι ο ιδεώδης  γάμος που ευλογεί ο Xριστός.
Eτσι έζησε η Aννα. Kαι τώρα δεν πήγαινε από σπίτι σε σπίτι να κουτσομπολεύει και να κατακρίνει. Hταν διαρκώς στo ναό, νήστευε, προσευχόταν, υπηρετούσε το Θεό και διάβαζε τη Γραφή. Κι όταν είδε το Χριστό στην αγκαλιά του Συμεών, έτρεξε και αυτή  κοντά, δοξολογούσε τo Θεo και κήρυττε τo Xριστό στούς προσκυνητάς.

* * *

Aυτή είναι η εορτή της Υπαπαντής. Μπορεί τώρα κάποιος να πει· Αχ πόσο ήθελα κι εγώ να ζούσα τότε και να δω το Χριστό!…  Yπάρχει σήμερα τέτοια λαχτάρα; Eπιθυμούμε να δούμε το Χριστό, όπως ο Συμεών και η Άννα;

 Aλλ’ αν ζητούμε αυτό το έχουμε. Yπάρχει τρόπος να δεις το Xριστό. Που να τον δεις; Εδώ, δεν είναι ανάγκη ούτε στα Ιεροσόλυμα να πας, ούτε στα ουράνια ν’ ανεβείς, ούτε οράματα να δεις. Μπορείς να δεις το Χριστό στην Εκκλησία! Απίστευτο, αλλά αληθινό.

Tα παλιά τα χρόνια, που οι άνθρωποι ήταν άγιοι, ας μην είχαν σχολεία, είχαν όμως Θεό. Έρχονταν στην εκκλησία, κι όταν έβγαινε το δισκοπότερο, -δεν είναι ψέμα- βλέπανε το Χριστό, την Παναγία, τους αγγέλους και αρχαγγέλους· γιατί είχαν μάτια αγγελικά. Eμείς τώρα έχουμε μάτια κτηνώδη, μάτια σκύλου, μάτια χοίρου, μάτια τίγρεως, μάτια λιονταριού. Kαι τέτοια μάτια δεν είναι άξια να βλέπουν τέτοια οράματα. Όταν τα χέρια και τα κορμιά είναι ακάθαρτα, τότε και τα μάτια είναι αμαρτωλά και ανάξια. Για να δεις το Χριστό, πρέπει να έχεις καθαρή την καρδιά (βλ. Mατθ. 5,8).

Eδώ είναι ο Xριστός. Oσα λέει o παπάς και ο ψάλτης, oλα είνε λόγια του Xριστού. Μα δεν τα καταλαβαίνουμε. Γιατί αν πάρεις μια κιθάρα ή ένα βιολί και να πας να παίξεις σ’ ένα σταύλο, τa γαϊδούρια δεν καταλαβαίνουν τη μουσική σου· αυτά θέλουν σανό. Kαι αν πετάξης μπροστά στα γουρούνια διαμάντια, δεν συγκινούνται· αυτά θέλουν λάσπη και ακαθαρσία. Kαι οι άνθρωποι σήμερα δεν θέλουν διαμάντια και πολύτιμα πράγματα. Θέλουν ψευτιές, που έχει το ράδιο και η τηλεόρασι. Εκεί το αυτάκι μας και εκεί τα μάτια μας ώρες ολόκληρες, να δούμε γυμνά κορμια, ν’ ακούσουμε τραγούδια αισχρά….

Aδέρφια μου, δεν λέω ψέματα. Σας λέω την αλήθεια, που κι αν εμείς τον αρνηθούμε, κι αυτές οι πέτρες θα το φωνάξουν· ο Χριστός είναι ο αληθινός Θεός! Όπου είναι ο Χριστός, είναι η αλήθεια· όπου λείπει ο Χριστός είναι το ψέμα. Όπου είναι ο Χριστός είναι η δικαιοσύνη, η λευτεριά, η αγάπη, η ειρήνη, ο παράδεισος· όπου λείπει ο Χριστός, είναι η αδικία, η σκλαβιά, το μίσος, ο πόλεμος, η κόλασι. Διαλέξτε και πάρτε. Κλείστε τα ραδιόφωνα, κλείστε τις τηλεοράσεις κι ανοίξτε την καρδιά σας να μπεί ο Χριστός, να δείτε το Χριστό· όν παίδες Ελλήνων, υμνείτε και υπερυψούτε εις πάντας τους αιώνας. Aμήν.

† επίσκοπος Aυγουστίνος

(Απομαγνητοφωνημένη ομιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου στον ιερό ναό του Aγίου Bασιλείου Φιλώτα – Aμυνταίου 2-2-1975)

Ο Χριστος η αιωνια παρηγορια, η δυναμις και το στηριγμα των ανθρωπων

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Ιαν 16th, 2013 | filed Filed under: εορτολογιο

Τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου (Ἑβρ. 13,7-16)

Ο ΑΜΕΤΑΒΛΗΤΟΣ

«Ἰησοῦς Χριστὸς χθὲς καὶ σήμερον ὁ αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας»(Ἑβρ. 13,8)

ΚΥΡΙΟΣ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝΑγ. ΑθανασιοςΗ ΜΝΗΜΗ τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου, ἀγαπητοί μου, μᾶς ἔδωσε καὶ ἄλλοτε ἀφορμὴ νὰ μιλήσουμε γιὰ τὸν βίο καὶ τοὺς ἀγῶνες του.
Ὁ κορυφαῖος αὐτὸς ἱεράρχης τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ γεννήθηκε στὰ τέλη τοῦ τρίτου αἰῶνος στὴν Ἀλεξάνδρεια, ὅπου ἔμαθε τὰ ἑλληνικὰ καὶ τὰ ἐκκλησιαστικὰ γράμματα, καὶ ὅταν ἔφθασε σὲ ἡλικία ἔγινε κληρικός.
Διάκονος ἀκόμα, συνώδευσε τὸν πατριάρχη Ἀλεξανδρείας Ἀλέξανδρο στὴν Πρώτη Οἰκουμενικὴ Σύνοδο. Ἐκεῖ διακρίθηκε στὴν ἀντιμετώπισι τοῦ Ἀρείου. Ἔπειτα, «ψήφῳ κλήρου καὶ λαοῦ», διαδέχθηκε τὸν ἅγιο Ἀλέξανδρο στὸ θρόνο τῆς Ἀλεξανδρείας.
Ὁ βίος του ὑπῆρξε περιπετειώδης. Ἀπὸ τὶς ἡμέρες τοῦ ἀρειανοῦ αὐτοκράτορος Κωνσταντίου ἡ ἀρχιερατεία του ἦταν γεμάτη διωγμοὺς καὶ ἐξορίες. Ἔμεινε ὅμως μέχρι τέλους ἄκαμπτος, μέχρις ὅτου ἐπὶ αὐτοκράτορος Οὐάλεντος ἐπανῆλθε στὸ θρόνο.
Σήμερα διαβάζεται ὡς ἀπόστολος μία περικοπὴ ἀπὸ τὴν πρὸς Ἑβραίους ἐπιστολή, ποὺ λέει, ὅτι ὁ μέγας ἀρχιερεὺς Χριστός, τὸ πρότυπο τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου καὶ ὅλων τῶν πατέρων τῆς Ὀρθοδοξίας, μένει ἀμετάβλητος μέσα στὸ χρόνο· «Ἰησοῦς Χριστὸς χθὲς καὶ σήμερον ὁ αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας» (Ἑβρ. 13,8). Ἂς ἀναπτύξουμε τὴν ἀλήθεια αὐτή.

* * *

Ἕνας φιλόσοφος τῆς ἀρχαίας Ἑλλάδος, ὁ Ἡράκλειτος, ἔλεγε, ὅτι «τὰ πάντα ῥεῖ καὶ οὐδὲν μένει», δηλαδὴ ὅτι ὅλα μεταβάλλονται. Ἐὰν θελήσουμε νὰ ῥίξουμε μιὰ ματιὰ στὸν κόσμο, θὰ δοῦμε ὅτι ἡ παρατήρησι αὐτὴ τοῦ ἀρχαίου φιλοσόφου εἶνε ὀρθὴ σὲ πολλὰ πράγματα.
Καὶ εἶνε πρῶτα – πρῶτα ὀρθὴ ἡ παρατήρησι ὡς πρὸς τὸν ὑλικὸ κόσμο ποὺ ἀπαρτίζει τὸ σύμπαν. Ποιό, ἐρωτῶ, ποιό εἶνε τὸ λαμπρότερο φαινόμενο τοῦ οὐρανοῦ; Ἀσφαλῶς θὰ ἀπαντήσετε, ὅτι εἶνε ὁ ἥλιος. Ὁ ἥλιος φωτίζει τὴ γῆ. Φαίνεται ἀμετάβλητος. Ἀνατέλλει σὲ ὡρισμένη ὥρα χειμῶνα – καλοκαίρι, φθινόπωρο – ἄνοιξι. Αἰῶνες τώρα καὶ χιλιετίες τηρεῖ τὸ δρομολόγιό του. Ἀλλ᾿ εἶνε ἀμετάβλητος; Οἱ ἀστρονόμοι, ποὺ ἐξετάζουν τὰ οὐράνια φαινόμενα, λένε, ὅτι κάθε μέρα καίει ἑκατομμύρια τόννους καὶ κάτι χάνει ἀπὸ τὴ μᾶζα του. Ἡ μεταβολή του δὲν φαίνεται αἰσθητή. Κι ὅμως θὰ ἔρθῃ ὥρα, ποὺ ὁ ἥλιος θὰ σβήσῃ, ὅπως ἔχουν σβήσει μέχρι τώρα καὶ ἄλλοι ἥλιοι πιὸ μεγάλοι ἀπὸ τὸν δικό μας. Μεταβάλλεται καὶ ἀλλοιώνεται, ὅπως ἀλλοιώνεται καὶ μεταβάλλεται καὶ ἡ σελήνη, ἡ ὁποία μᾶς δείχνει ἄλλοτε τὸ ἥμισυ, ἄλλοτε τὸ ἕνα τέταρτο, καὶ ἄλλοτε ἐξαφανίζεται γιὰ νὰ ἐμφανισθῇ σὲ ὡρισμένο διάστημα ὡς πανσέληνος.
Μεταβολὴ γίνεται καὶ σ᾿ ἄλλα ἀστέρια, ποὺ βράχοι ὁλόκληροι ξεκολλοῦν ἀπὸ τὶς πλευρές τους, πέφτουν στὸ διάστημα καὶ καίγονται σὰν λαμπάδες, καὶ ὀνομάζονται διάττοντες ἀστέρες· ἕνα περίεργο καὶ θαυμάσιο φαινόμενο Read more »

Ο ΜΕΓΑΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Ιαν 12th, 2013 | filed Filed under: εορτολογιο

Τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου τοῦ Μεγάλου
18 Ἰανουαρίου

Ο ΜΕΓΑΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ

(ἀγῶνες καὶ περιπέτειες γιὰ τὴν ἀκρίβεια τῆς Ὀρθοδοξίας)

Αγ. ΑθανασιοςΝΑ τοῦ πλέξουμε ἐγκώμια; Εμεθα πολὺ μικροί. Ἐκεῖνος εἶνε γίγαντας καὶ τὸ ὕψος του προκαλεῖ δέος. Ὅποιος διαβάζει τὸ βίο του αἰσθάνεται λιγγο μπροστὰ στὴ φυσιογνωμία του. Ἐν τούτοις θὰ ψελλίσουμε κ᾿ ἐμεῖς λίγες λέξεις πρὸς τιμήν του.

* * *

Ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος ὠνομάστηκε μέγας, διότι στὴν ἐποχή του ἀγωνίστηκε μόνος νὰ κρατήσῃ τὴν ὀρθόδοξο πίστι.
Κινδύνευε τότε ἡ Ὀρθοδοξία. Παρουσιάστηκε μία αἵρεσις, ἡ αἵρεσις τοῦ Ἀρείου, ποὺ ἔλεγε γιὰ τὸ Χριστό, ὅτι «ἦν ποτε ὅτε οὐκ ἦν»· ὑπῆρχε, δηλαδή, κάποτε ἐποχὴ ποὺ δὲν ἤτανε. Αὐτὴ ἦταν βλάσφημος ἰδέα ἐναντίον τῆς θεότητος τοῦ Λόγου καὶ τῆς αἰωνιότητος τοῦ Θεοῦ Λόγου. Αὐτό, τὸ ὅτι «ὑπῆρχε ἐποχὴ ποὺ δὲν ἤτανε», μποροῦμε νὰ τὸ ποῦμε γιὰ ὅλους καὶ γιὰ ὅλα, ἀλλ᾿ ὄχι γιὰ τὸ Χριστό. Διότι δὲν ὑπῆρχε ποτέ ἐποχὴ ποὺ δὲν ὑπῆρχε ὁ Χριστός. Εἶνε ἄναρχος, αἰώνιος, ὑπεραιώνιος.
Ἐναντίον τοῦ Ἀρείου ἀγωνίστηκε ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, καὶ μὲ ἐπιχειρήματα ἀπὸ τὴ Γραφὴ τὸν κατετρόπωσε. Διότι τὴ Γραφὴ τὴν ἤξερε ἀπ᾿ ἔξω. Σήμερα οἱ Χριστιανοί, μηδενὸς ἐξαιρουμένου, δὲν διαβάζουμε Γραφή, ὅπως ὁ Μέγας Ἀθανάσιος. Νίκησε λοιπὸν λόγῳ τῆς πίστεώς του, ἀλλὰ καὶ λόγῳ τῆς βαθειᾶς γνώσεως τῆς ἑρμηνείας τῆς ἁγίας Γραφῆς.
Ἀγωνίστηκε ἐναντίον τῶν ἀρειανῶν. Ἀλλὰ ἀγωνίστηκε καὶ ἐναντίον μιᾶς ἄλλης παρατάξεως. Ποιᾶς παρατάξεως; Ἐξ αἰτίας τοῦ Ἀρείου ἡ Ἐκκλησία ἐδιχάσθη. Ὁ Θεὸς νὰ φυλάῃ τὴν Ἐκκλησία ἀπὸ διαίρεσι, ἀπὸ σχίσμα. Ὁ λαὸς τῆς Ἀλεξανδρείας ξαφνικὰ χωρίστηκε σὲ τρεῖς παρατάξεις. Ἡ μία ἦταν οἱ ὀρθόδοξοι, μὲ τὸ Μέγα Ἀθανάσιο. Ἡ ἄλλη, μὲ βασιλιᾶδες καὶ αὐτοκράτορες, ἦταν οἱ ἀρειανοί· αὐτοὶ ἔφεραν τὴ διαίρεσι. Καὶ ἡ ἄλλη παράταξι ἦταν οἱ ἡμιαρειανοί. Τί λέγανε αὐτοί; Αὐτοὶ ἤτανε οἱ «συμβιβαστικοί». Ἐμεῖς, λέγανε, θέλουμε τὸ μέσον· οἱ ὀρθόδοξοι εἶνε τὸ ἕνα ἄκρο, οἱ ἀρειανοὶ τὸ ἄλλο ἄκρο· ἐμεῖς θὰ τοὺς συμβιβάσουμε.
―Νὰ ὑποχωρήσῃς κ᾿ ἐσύ, ἔλεγαν στὸν Ἀθανάσιο, νὰ ὑποχωρήσουν κι αὐτοί. Νὰ ὑποχωρήσῃς καὶ νὰ δεχθῇς στὸ «Πιστεύω» νὰ προστεθῇ ἕνα γράμμα, μόνο ἕνα μικρὸ γράμμα. Ἐκεῖ ποὺ λέει γιὰ τὸ Χριστὸ «ὁμοούσιον τῷ Πατρί», νὰ προσθέσουμε τὸ γιῶτα («ι») καὶ ἀντὶ «ὁμοούσιον» νὰ γίνῃ «ὁμοιούσιον».
―Ὄχι, εἶπε ὁ Μέγας Ἀθανάσιος. Διότι ὅποιος ἀφαιρέσῃ ἢ προσθέσῃ ἔστω κ᾿ ἕνα γράμμα, θὰ εἶνε ἔνοχος ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Τὸ «ὁμοούσιον» σημαίνει Θεός, τὸ «ὁμοιούσιον» σημαίνει ἄνθρωπος.
Δὲν ὑποχώρησε ὁ Μέγας Ἀθανάσιος. Γι᾿ αὐτὸ καὶ τὸν πολέμησαν λυσσωδῶς. Καὶ τί δὲν τὸν κατηγόρησαν. Εἶπαν, ὅτι εἶνε ἄδικος στοὺς παπᾶδες· ὅτι ἄλλους τοὺς ἔχει εὐνοουμένους καὶ ἄλλους ὄχι, ὅτι τὸν ἕνα τὸν ἔχει κοντά του καὶ τὸν ἄλλο μακριά του. Ὅτι εἶνε ἄδικος, ὅτι εἶνε σκληρός, ὅτι χτυπάει τοὺς παπᾶδες. Ὅτι πίνει. Ὅτι σκότωσε ἕνα παπᾶ. Ὅτι ἔκλεψε χρήματα ἀπὸ ᾿δῶ κι ἀπὸ ᾿κεῖ. Ὅτι εἶχε ἕνα πιθάρι νομίσματα καὶ τὰ ἔδωσε γιὰ ν᾿ ἀνατρέψῃ τὸ καθεστὼς τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Ὅτι ἐμπόδισε τὰ καράβια ν᾿ ἀναχωρήσουν ἀπὸ τὸ λιμάνι τῆς Ἀλεξανδρείας γιὰ νὰ μεταφέρουν σιτάρι στὴν Κωνσταντινούπολι. Ὅτι…· ὅτι…· ὅτι…· ἱστορία ὁλόκληρη.
Δικάστηκε καὶ καταδικάστηκε. Δικαιώθηκε ὅμως ἀπὸ τὴ Σύνοδο. Μόνο δύο περιστατικὰ θὰ σᾶς πῶ. Τὸν κατηγόρησαν, ὅτι ἔκοψε τὸ χέρι ἑνὸς παπᾶ, τὸν ὁποῖο αὐτοὶ τὸν εἶχαν κρύψει. Λέει στὰ παιδιά του ὁ Ἀθανάσιος· Τρέξτε νὰ τὸν βρῆτε. Ψάξανε, τὸν βρήκανε καὶ τὸν φέρανε στὴ Σύνοδο.
―Ἔκοψες, τοῦ λένε, τὸ χέρι τοῦ παπᾶ, καὶ μὲ τὸ χέρι αὐτὸ κάνεις μάγια…
―Πόσα χέρια ἔχει κάθε ἄνθρωπος; τοὺς ἐρωτᾷ.
―Δύο, ἀπαντοῦν.
―Μήπως ὑπάρχει ἄνθρωπος μὲ τρία χέρια;
―Ὄχι.
Τότε λέει·
―Φέρτε ἐδῶ τὸν παπᾶ.
Ὅταν παρουσιάστηκε, τοὺς ἐρωτᾷ πάλι·
―Εἶνε αὐτός, γιὰ τὸν ὁποῖο μὲ κατηγορεῖτε;
―Αὐτός εἶνε.
―Δεῖξε τὰ χέρια σου, τοῦ λέει (εἶχε δύο χέρια). Ἐὰν εἶχε καὶ τρίτο χέρι, λέει στοὺς κριτάς, τότε τοῦ ἔκοψα τὸ χέρι καὶ εἶμαι ἔνοχος.
Ἔτσι ἀπεδείχθη ἡ συκοφαντία.
Ἄλλη συκοφαντία ἦταν, ὅτι ἀτίμασε μιὰ κοπέλλα – ποιός; ἐκεῖνος ποὺ ζοῦσε σὰν ἄγγελος. Καὶ βρῆκαν μιὰ γυναῖκα, ἕνα πορνικὸν γύναιον, τὴν πλήρωσαν, καὶ τῆς εἶπαν· Ἐσὺ θὰ τὸν κατηγορήσῃς τὸν Ἀθανάσιο…
Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος ἦταν μικρὸς στὸ ἀνάστημα, κοντός. Ὅταν ἦρθε ἡ ὥρα νὰ τὸν δικάσουν, πῆρε κοντὰ τὸ διᾶκο του. Ὁ διᾶκος εἶχε ἀνάστημα, φαινόταν σὰν δεσπότης. Τοῦ λέει λοιπόν· Στὸ δικαστήριο θὰ παρουσιαστῇς ἐσὺ καὶ θὰ κάνῃς ὅτι εἶσαι ἐγώ, ὁ Ἀθανάσιος.
Ἄρχισε νὰ κλαίῃ τὸ γύναιον καὶ νὰ λέῃ, ὅτι Μιὰ νύχτα μὲ ἀτίμασε ὁ Ἀθανάσιος κ.λπ.. Ἔλεγε ἡμερομηνίες, χρονολογίες. Ὁ Θεὸς νὰ φυλάῃ ἀπὸ συκοφαντίες γυναικός. Ὅλοι πιστεύανε, ὅτι ὁ Ἀθανάσιος ἔκανε τὴν ἁμαρτία.
Τότε παρουσιάζεται ὁ διᾶκος καὶ τῆς λέει·
―Γιά κοίταξέ με καλά· ἐγὼ σὲ ἀτίμασα;
―Ναί ἐσύ, λέει αὐτή, ποὺ οὔτε κἂν ἤξερε τὸν Ἀθανάσιο, οὔτε τὸν εἶχε δεῖ ποτὲ ποιός εἶνε.
Ἔτσι πάλι ἀπεδείχθη ἡ συκοφαντία.
Τὸ κύριο χαρακτηριστικὸ γνώρισμα τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου ἦταν, ὅτι ὑπῆρξε ἀδιάλλακτος. Δὲν ὑποχωροῦσε. Μία μέρα στὴν ἀρχιεπισκοπὴ τοῦ χτύπησε τὴν πόρτα ἕνας στρατηγός.
―Ἔχεις γράμμα ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα, ὁ ὁποῖος ἐπιμένει νὰ ἐκτελέσῃς ἀμέσως τὴν ἑξῆς διαταγή. Ἐντὸς τριῶν ἡμερῶν θ᾿ ἀνοίξῃς τὴν πόρτα τῆς ἐκκλησίας καὶ θὰ βάλῃς μέσα τὸν Ἄρειο.
―Ὕπαγε, στρατηγέ, καὶ ἀναπαύου…· θὰ κάνω τὸ καθῆκον μου, τοῦ λέει ὁ Ἀθανάσιος.
Περάσανε τρεῖς μέρες, δὲν ἄνοιξε τὶς πόρτες· ἄφησε τὸν Ἄρειο ἀπ᾿ ἔξω, δὲν τοῦ ἐπέτρεψε νὰ μπῇ.
Ἀπὸ ᾿κεῖ ἄρχισε ἡ μεγάλη περιπέτεια καὶ ἡ ἐξορία του. Διότι δὲν ἐπέτρεπε νὰ μποῦν αἱρετικοὶ στὴν ἐκκλησία· ἀγωνίστηκε γι᾿ αὐτό.
Καὶ ὄχι μόνο ἀδιάλλακτος, ἀλλὰ καὶ θαρραλέος καὶ ἀτάραχος ἦτο.
Τὸν περικύκλωσαν στὴ μητρόπολί του τάγματα ὅλη νύχτα. Ἀλλὰ αὐτὸς ἀτάραχος, εἰρηνικός. Τὸ πρωΐ, ὅταν ἔφευγε γιὰ τὴν ἐξορία, ὁ οὐρανὸς ἦταν σκεπασμένος ἀπὸ σύννεφα. Τὰ πνευματικά του τέκνα κλαίγανε. Τότε κοιτάζοντας τὰ σύννεφα τοὺς λέει·
―Βλέπετε τὰ σύννεφα; ἔτσι εἶνε καὶ τὰ γεγονότα αὐτά· «νεφύδριόν ἐστι καὶ θᾶττον παρελεύσεται»· συννεφάκι εἶνε αὐτὸ ποὺ συμβαίνει, καὶ σύντομα θὰ περάσῃ καὶ θὰ φύγῃ.
Πέντε φορὲς ἐξωρίστηκε. Ἔζησε μέσα σὲ σπηλιές, σὲ χαράδρες, καὶ σὲ τάφους (μέσα σ᾿ ἕνα τάφο κρυβόταν). Καὶ ἔμεινε μόνος. Μόνος σήκωσε στοὺς ὤμους του τὴν Ὀρθοδοξία. Λένε στὴ μυθολογία, ὅτι τὴ Γῆ τὴ σήκωνε στοὺς ὤμους του ὁ λεγόμενος Ἄτλας. Ἀλλ᾿ αὐτὸ εἶνε μῦθος. Ἐδῶ εἶνε πραγματικότητα· ὅτι ὁ Ἀθανάσιος κράτησε μόνος στοὺς ὤμους του τὴν Ὀρθοδοξία ὁλόκληρη.

* * *

Τώρα ἐμεῖς τί ἔχουμε νὰ διδαχθοῦμε ἀπὸ αὐτά; Μεγάλοι Ἀθανάσιοι νὰ γίνουμε, δὲν μποροῦμε. Ἐμεῖς ὅλοι τὸ νυχάκι τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου δὲν κάνουμε. Ἂς παρακαλέσουμε τὸ Θεό, ν᾿ ἀναδείξῃ νέα ἀναστήματα ποὺ θὰ ὑπερασπίσουν τὴν ὀρθόδοξο πίστι μας. Καὶ ἂν δὲν μποροῦμε νὰ γίνουμε Μεγάλοι Ἀθανάσιοι, ἂς γίνουμε μικροὶ Ἀθανάσιοι. Πολλοὶ μικροὶ Ἀθανάσιοι, ἑνωμένοι, μπορεῖ νὰ φτάσουν στὴν ἐνσάρκωσι τοῦ πνεύματος τῆς ἀντιστάσεως ὑπὲρ τῆς πίστεώς μας.
Σήμερα ζοῦν τὰ ἐγγόνια τοῦ Ἀρείου. Ἡ διδασκαλία τοῦ Ἀρείου ἀναστήθηκε στὰ πρόσωπα τῶν χιλιαστῶν. Οἱ χιλιασταὶ δὲν λένε τίποτε ἄλλο παρὰ αὐτὰ ποὺ ἔλεγε ὁ Ἄρειος.
Βάλλεται καὶ κινδυνεύει ἡ Ὀρθοδοξία, καὶ πρέπει νὰ σταθοῦμε φρουροὶ στὰ πνευματικὰ σύνορα. Μικροὶ – μεγάλοι νὰ γίνουμε ἕνας βράχος καὶ νὰ ποῦμε στὰ ἄγρια κύματα τῆς Δύσεως καὶ τῆς Ἀνατολῆς·
Ἄλτ! Είμεθα Ἕλληνες Χριστιανοί, δὲν θὰ περάσετε. Μασόνοι, ἄθεοι, χιλιασταί, φράγκοι, προτεστάντες, δὲν θὰ περάσετε. Ὄχι. Θὰ μείνουμε ἐδῶ ὅλοι, μία ψυχὴ – ἕνας λαός. Καὶ ἐλπίζω ὁ Θεός, ποὺ βοήθησε τὸ Μέγα Ἀθανάσιο, θὰ βοηθήσῃ κ᾿ ἐμᾶς νὰ μείνουμε μέχρι τέλους πιστοὶ στὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

  Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ της Ἁγίας Τριάδος Πτολεμαΐδος 30-12-1973

ΑΜΑΡΤΙΑ, Η ΛΕΠΡΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Ιαν 11th, 2013 | filed Filed under: εορτολογιο

Κυριακὴ ΙΒ΄ Λουκᾶ (Λουκ. 17,12-19)
16 Ἰανουαρίου

ΑΜΑΡΤΙΑ, Η ΛΕΠΡΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ

«Ἀπήντησαν αὐτῷ δέκα λεπροὶ ἄνδρες, οἳ ἔστησαν πόρρωθεν, καὶ αὐ­τοὶ ἦραν φωνὴν λέγοντες· Ἰησοῦ ἐπιστάτα, ἐλέησον ἡμᾶς» (Λουκ. 17,12)

ο π. Αυγ. ευλογει ιστΥΠΑΡΧΟΥΝ, ἀγαπητοί μου, ἡμέρες χαρᾶς, ποὺ ὁ ἱεροκήρυκας νιώθει σὰ νά ᾽χῃ φτερά, καὶ ἡμέρες λύπης, ποὺ ὅποιος ἔχει ἕνα κόκκο πίστεως αἰσθάνεται τὸν ἑαυτό του περίλυπο καὶ μαζὶ μὲ τὸ Δαυῒδ λέει· «Τίς δώσει μοι πτέ­ρυγας ὡσεὶ περιστερᾶς καὶ πετασθήσομαι καὶ καταπαύσω;», ποιός θὰ μοῦ δώσῃ φτερὰ νὰ πε­τάξω καὶ νὰ πάω μακριὰ σὲ μιὰ ἐρημιά; (Ψαλμ. 54,7).
Μὴν πάῃ τὸ μυαλό σας στὸ ἄλφα ἢ στὸ βῆ­τα γεγονὸς τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἢ πολιτικῶν μας πραγμάτων. Ἂς ὑψωθοῦμε σὲ μία κορυφή. Ἀπὸ ᾽κεῖ νὰ δοῦμε τὰ πράγματα καὶ νὰ παραδε­χθοῦμε· εἴμαστε ὅλοι ἔνοχοι γι᾿ αὐτὸ τὸ χάος. Ἡ πατρίδα μας ἔπεσε σὲ ἀτιμία καὶ ἐξαθλίωσι, κ᾽ εἴμαστε ὅλοι ὑπεύθυνοι γι᾿ αὐ­τό. Νὰ θυμηθοῦμε τὸν Ἰώβ, ποὺ λέει· «Τίς καθα­ρὸς ἔσται ἀ­πὸ ῥύπου; ἀλλ᾽ οὐ­δείς, ἐὰν καὶ μία ἡμέρα ὁ βίος αὐτοῦ ἐπὶ τῆς γῆς» (Ἰὼβ 14,4-5). Ναί, ἐνώπιον τοῦ Κυρίου εἴ­μαστε ὅλοι ἁμαρτωλοί.
Ἐγὼ τοὐλάχιστον τέτοιες μέρες θὰ ἐπιθυμοῦσα νὰ φύγω μακριά, νὰ πιάσω μιὰ ἐρημιά, νὰ κρυφτῶ σὲ μιὰ σπηλιά, καὶ νὰ κλάψω τὰ ἁ­μαρτήματα τὰ δικά μου, τὰ ἁμαρτήματα τοῦ κλήρου, τῶν ἀρχόντων, μικρῶν καὶ μεγάλων.
Εἴμαστε ὅλοι ἔνοχοι. Εἴμαστε ἀκάθαρτοι. Ἀκούσατε τί λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος σήμερα; «Νεκρώσατε τὰ μέλη ὑμῶν τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, πορ­νείαν, ἀκαθαρσίαν, πάθος, ἐπιθυμίαν κακήν, καὶ τὴν πλεονεξίαν, ἥτις ἐστὶν εἰδωλολα­τρία»· δι­ότι ἐξ αἰτίας αὐτῶν, λέει, «ἔρχεται ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τοὺς υἱοὺς τῆς ἀπειθείας» (Κολ. 3,5-6).
Κάτι κακὸ θὰ μᾶς βρῇ γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας. Καὶ μία μόνο διαφυγὴ ὑπάρχει, ἡ στε­νὴ ὁδὸς τῆς μετανοίας. Ἀλλά, γιὰ νὰ μετανο­ήσουμε, πρέπει νὰ κατανοήσουμε τί κακὸ εἶ­νε ἡ ἁμαρτία, νὰ τὴ μισήσουμε, καὶ ν᾽ ἀγαπήσουμε τὴν ἀρετὴ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χρι­στοῦ. Γιατὶ τώρα ὅλοι μας ἔχουμε ἔρωτα – οἶστρον ἁμαρτίας.
Ἂν μπορούσαμε νὰ συλλάβουμε τὸ ἀληθινὸ πρόσωπο τῆς ἁμαρτίας, πόσο ἀποκρουστικὴ θὰ μᾶς φαινό­ταν! Μία φρικιαστικὴ εἰκόνα τῆς ἁ­μαρ­τίας μᾶς δίνει τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο. Ὁ­μιλεῖ γιὰ δέ­κα ἀρρώστους, οἱ ὁποῖοι ἔπασχαν ἀπὸ μιὰ ἀσθένεια ποὺ καὶ τώρα εἶνε φοβερή, πολὺ πιὸ φοβε­ρὴ καὶ ἀπεχθὴς ὅμως ἦταν στὰ χρόνια τοῦ Χριστοῦ. Εἶχαν λέπρα. Ἡ λέπρα λοιπόν, κατὰ τὸν ἱερὸ Χρυσόστομο, εἶνε μιὰ εἰ­κόνα τῆς ἁ­μαρτίας. Γιατὶ ἡ ἁμαρτία προσ­βάλλει καὶ τὸ σῶμα μὰ προπαντὸς προσ­βάλλει τὴν ψυχή, τὸν ἔσω ἄνθρωπο· εἶνε λέπρα τῆς ψυχῆς.
Ὑπάρχουν πράγματι μερικὲς ὁμοιότητες μεταξὺ σωματικῆς λέπρας καὶ ἁμαρτίας. Σᾶς παρουσιάζω δύο – τρεῖς ἀπὸ αὐτές.

* * *

⃝ Πρώτη εἶνε ὁ βασανισμός. Ἡ λέπρα τοῦ σώματος ὀφείλεται σ᾽ ἕνα ἀόρατο μικρόβιο, ποὺ εἰσχωρεῖ στὸ αἷμα καὶ ἀλλοιώνει τὸ δέρμα· τὸ γεμίζει ἄσπρα σπυράκια, δημιουργεῖ λέπια, καὶ κάνει νὰ σαπίζουν οἱ σάρκες. Ὁ ἄνθρωπος, σὰ νά ᾿χῃ πέσει μέσα σὲ τσου­κνίδες, αἰσθάνεται κνησμό, θέλει σενεχῶς νὰ ξύνεται. Βασανίζε­ται μέρα καὶ νύχτα ὅπως ὁ Ἰώβ, ποὺ καθόταν πάνω σ᾽ ἕ­να σωρὸ ἀπὸ κοπριά, κρατοῦσε ἕνα κεραμίδι καὶ ξυνόταν δι­αρκῶς (βλ. Ἰὼβ 2,8). Πάνω στὸ ξύσιμο αὐτὸ πέφτουν λέπια καὶ σαπισμένα κομμάτια τοῦ δέρματος. Κι ὁ πιὸ ὡραῖος ἄν­τρας κ᾽ ἡ πιὸ ὡραία γυναίκα γίνονται ἄσχημοι.
Βασανίζει λοιπὸν ἡ λέπρα, ἀλλὰ πολὺ περισ­σότερο βασανίζει ἡ ἁμαρτία. Τὴ νύχτα ὅ­λοι κοιμοῦνται· τ᾽ ἀθῷα παιδάκια στὶς κούνιες, τὰ πουλιὰ στὰ κλαδιά, κι αὐτὰ τὰ θηρία ἀκόμα στὶς φωλιές τους. Ποιοί δὲν κοιμοῦνται; οἱ μεγάλοι ἁμαρτωλοί. Ὁ φιλάργυρος καὶ πλεονέκτης σκέπτεται πῶς ν᾽ αὐξήσῃ τὰ κέρδη του, ὁ φιλόδοξος πῶς ν᾽ ἀναρριχηθῇ σὲ πολιτι­­κὰ καὶ ἐκκλησιαστικὰ ἀξιώματα, ὁ ἀκόλαστος πῶς νὰ κατορθώσῃ νὰ κατακτήσῃ τὸ ἀντικείμενο τοῦ αἰσχροῦ ἔρωτός του, ὁ φθονερὸς καὶ ἐκδικητικὸς πῶς θὰ βρῇ τρόπο νὰ ἐξον­τώσῃ τὸν ἀντίπαλό του… Ὦ νύχτες πλεονεξί­ας, φιλοδοξίας, ἀκολασίας, ἐκδικήσεως, ἐγκλη­μάτων καὶ κραιπάλης! ἐλᾶτε νὰ διηγηθῆτε καὶ νὰ βεβαιώσετε ὅτι, ἐνῷ ὁ ἀθῷος κοιμᾶται, οἱ ἁ­μαρτωλοὶ δὲν κοιμοῦνται, ἀλλὰ βασανίζον­ται ἀπὸ τὸν κνησμὸ τῆς ἁμαρτίας – λέπρας.
⃝ Ὑπάρχει ὅμως καὶ ἄλλη ὁμοιότης· εἶνε ἡ με­ταδοτικότης. Ἡ λέπρα ἀνήκει στὴν κατηγορία τῶν ἀσθενειῶν ποὺ μεταδίδονται. Ἄλλες φοβε­ρὲς ἀσθένειες, ὅπως π.χ. ὁ καρκίνος, δὲν μεταδίδον­ται· αὐτὴ μεταδίδεται πιὸ πολὺ κι ἀπὸ τὴ φθίσι. Θυμᾶμαι ἀπὸ τὴν ἐργασία μου στὴν ἐ­παρχία, ὅτι κάποιο ὀρεινὸ χωριὸ στὴν Ἀκαρνα­νία εἶχε μεταβληθῆ σὲ λεπροκομεῖο· καὶ ἡ μόλυνσι εἶ­χε ἀρχίσει ἀπὸ ἕνα ἄτομο, ποὺ προσ­εβλήθη ἀρ­χικά, καὶ αὐτὸ μετέδωσε τὴ νόσο καὶ σὲ ὅ­λους τοὺς ἄλλους. Γι᾿ αὐτὸ ἀπὸ τὴν ἀρχαιότητα ἀπομόνωναν τοὺς λεπροὺς σὲ ἔ­ρημα μέρη ἢ ξερονήσια, ἢ τοὺς ὑποχρέωναν νὰ ἔ­χουν στὸ λαιμὸ κουδούνια, ὥστε νὰ εἰδοποιοῦνται οἱ ἄλλοι καὶ νὰ φεύγουν μακριά.
Ἀλλ᾽ ἐὰν ἡ λέπρα εἶνε μεταδοτική, ἡ ἁμαρτία δὲν πάει πίσω. Ἡ εὐκολία καὶ ἡ ταχύτητα ποὺ διαδίδονται ἀνέκαθεν οἱ διάφορες ἁμαρτωλὲς ἐπινοήσεις δείχνουν, ὅτι ἡ λέπρα τῆς ψυ­­χῆς εἶνε περισσότερο μεταδοτική. Κι αὐτὸ ἐ­πιβεβαιώνεται περισσότερο σήμερα, ποὺ τὰ μέσα ἐπικοινωνίας καὶ ἐνημερώσεως ἔχουν τελειοποιηθῆ. Θέλετε παραδείγματα; Ποιός ἔχει τὴ δύναμι ν᾽ ἀντισταθῇ στοὺς νέους τρόπους διασκεδάσεως; Ἡ μόδα λανσάρει διαρκῶς νέες μορφὲς στὸ ντύσιμο καὶ τὸ χτένισμα, καὶ ὅλοι πειθαρχοῦν. Σατανικὲς μέθοδοι, ὅπως ἡ ἀποφυγὴ τῆς τεκνογονίας καὶ οἱ ἐκτρώσεις, προπαγανδίζονται καὶ κατακτοῦν ἔδαφος κάθημερινῶς, καὶ ἐλάχιστες οἰκογένειες μένουν ἀμόλυντες ἀπὸ τὰ μιάσματα αὐτά.
⃝ Ὑπάρχει ὅμως καὶ ἕνα τρίτο σημεῖο συγ­κρί­σεως, κι αὐτὸ εἶνε τραγικό· εἶνε ἡ συν­αίσθη­σι τῆς ἀκαθαρσίας. Οἱ δέκα λεπροί, τοὺς ὁποί­ους θεράπευσε ὁ Κύριος, εἶχαν ἐπίγνωσι τῆς καταστάσεώς τους. Κανένας ἀπ᾿ αὐτοὺς δὲν ἔ­λεγε, Ἐγὼ εἶμαι καθαρός, εἶμαι μιὰ χαρά. Εἶ­χαν συναίσθησι τῆς ἀκαθαρσίας τους καὶ πόνο στὴν καρδιά. Γι᾿ αὐτό, μόλις εἶδαν τὸ Χριστό, ἀ­πὸ μακριὰ «ἦραν φωνὴν λέγοντες· Ἰησοῦ ἐπι­στάτα, ἐλέησον ἡμᾶς» (Λουκ. 17,12). Κι ὁ Χριστός, ποὺ ἄκουσε τὴ φωνή τους, τοὺς θεράπευσε.
Τὸ αἴσθημα τῆς ἀκαθαρσίας, σὲ πολὺ μεγαλύτερο βαθμό, συνοδεύει τὴν διάπραξι τῆς ἁμαρτίας, κάθε ἁμαρτίας καὶ ἰδιαιτέρως τῶν σαρκικῶν. Γι᾽ αὐτὸ στὸ τελετουργικὸ πολλῶν θρησκειῶν, ὅπως καὶ τῆς ἰουδαϊκῆς, βλέπει κανεὶς νὰ θεσπίζωνται διάφορες πλύσεις, βαπτισμοὶ καὶ καθαρμοί. Ἀλλὰ καὶ τὸ Εὐαγγέλιο διδάσκει, ὅτι ἡ ἁμαρτία «κοινοῖ», δηλαδὴ μολύ­νει, καὶ γι᾽ αὐτὸ ὁ Κύριος εἶπε· «Ἐκ τῆς καρ­δί­ας ἐξέρχονται διαλογισμοὶ πονηροί, φόνοι, μοι­χεῖαι, πορνεῖαι, κλοπαί, ψευδομαρτυρίαι, βλασφημίαι. ταῦτά ἐστι τὰ κοινοῦντα τὸν ἄν­θρωπον» (Ματθ. 15,19-20). Αὐτὰ στὸν φυσιολογικὸ ἄν­θρω­πο. Ὁ πεπωρωμένος ὅμως, ὁ ὁποῖος μὲ τὴν ἐπανάληψι τῆς ἁμαρτίας ἐθίζεται σ᾽ αὐτήν, χάνει τὴ συναίσθησι καί, ἐνῷ κολυμπάει στὴ λάσπη, αὐτὸς νομίζει ὅτι δροσίζεται! Καὶ ἐδῶ εἶνε τὸ τρα­γικό. Γιὰ νὰ μετανοήσῃ καὶ νὰ καθαριστῇ, πρέπει προηγουμένως νὰ συναισθανθῇ τὴν ἀ­θλιότητά του, νὰ ἀνησυχήσῃ, νὰ ἀναγνωρίσῃ τὴν ἀσθένειά του, νὰ πονέσῃ καὶ νὰ κλάψῃ γι᾽ αὐτήν, ὥστε νὰ ζητήσῃ τὴ θεραπεία.

* * *

Ἀδελφοί μου, ἐδῶ ἀκριβῶς εἶνε τὸ μυστήριο. Ἐμεῖς συχνά, ἐνῷ εἴμαστε «λεπροί», τί λέ­με· «Εἶμαι καθαρός· μακάρι νὰ ἦταν κ᾽ οἱ ἄλλοι σὰν ἐμένα». Σὰν τὸ φαρισαῖο, ποὺ πίστευε πὼς εἶνε καθαρός (βλ. Λουκ. 18,11-12). Μοιάζουμε μὲ τὴ μοιχαλίδα ἐκείνη πού, ἐνῷ συλλαμβάνεται ἐπ᾽ αὐ­τοφώρῳ, αὐ­τὴ νίπτει τὰς χεῖρας καὶ διατείνεται ὅτι εἶνε ἄ­μεμ­πτη. Φθάσαμε σὲ τέτοιο σημεῖο ἀν­αισθη­σί­­ας, ὥστε ὄχι μόνο δὲ νιώθουμε συστο­λὴ γιὰ τὴν ἁ­μαρτία, ἀλλὰ καὶ καυχώμεθα γι᾽ αὐ­τὴν κ᾽ ἔ­­χουμε τὴν ἀξίωσι νὰ μᾶς τιμοῦν γιὰ τὰ «κατορ­θώματά» μας. Διότι τρία στάδια διαφθο­ρᾶς ὑ­πάρχουν· στὸ πρῶτο ἡ ἁμαρτία γίνεται κρυ­φά, στὸ δεύτερο παίρνει θάρρος, βγαίνει στὸ δρόμο καὶ χορεύει ἀδιάντροπα, καὶ στὸ τρίτο χειροκροτεῖται καὶ στεφανώνεται. Διαβάστε τὴν Ἀποκάλυψι, ποὺ λέει ὅτι τὰ κέρατα τοῦ δράκον­τος θά ᾽νε στεφανωμένα (Ἀπ. 12,3· 13,1). Ὅταν φτάσου­­με ἐκεῖ, «τότε ἥξει τὸ τέλος» (Ματθ. 24,14) τοῦ κόσμου.
Γιὰ νὰ μετανοήσουμε, ἀδέρφια μου, πρέπει νὰ νιώσωμε κ᾽ ἐμεῖς σὰν τοὺς λεπροὺς τὸ μεγάλο κακὸ ποὺ ἔχουμε στὴν καρδιά, νὰ αἰ­σθαν­θοῦμε πόνο καὶ νὰ φωνάξουμε· Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν μας. Καὶ ὅπως ὁ Κύριος τότε εἶπε στοὺς λεπροὺς «Πορευθέντες ἐπιδείξατε ἑαυ­τοὺς τοῖς ἱερεῦσι» (Λουκ. 17,14), ἔτσι καὶ σ᾽ ἐμᾶς ἡ μετάνοια ὡς μυστήριο πρέπει νὰ γίνῃ ἐνώπιον τοῦ ἐντεταλμένου προσώπου ποὺ ὥρισε ὁ Κύριος, ἐνώπιον τοῦ ἱερέως – πνευματικοῦ.
Ἂς δώσουμε ἐνώπιον Κυρίου τὸ λόγο τῆς τι­­μῆς μας, ὅτι θὰ ἀγωνιστοῦμε ἀποφασιστικὰ κα­τὰ τῆς ἁμαρτίας. Τότε θ᾽ ἀνατείλουν ἡμέρες χαρᾶς καὶ ἀ­γαλλιάσεως, καὶ τότε θὰ ποῦμε «Αὕτη ἡ ἡμέρα, ἣν ἐποίησεν ὁ Κύριος· ἀγαλλιασώμεθα καὶ εὐφρανθῶμεν ἐν αὐτῇ» (Ψαλμ. 117, 24).

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱερό ναὸ των Ἁγίων Ἀποστόλων Ὑμηττοῦ – Ἀθηνῶν 21-1-1962

ΕΝΑΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΟΛΩΝ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Ιαν 11th, 2013 | filed Filed under: εορτολογιο

Τοῦ ἁγίου Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ
19 Ἰανουαρίου

ΕΝΑΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΟΛΩΝ

Ὁ ἅγιος Μάρκος ὁ Εὐγενικός

Ο Αγιος Μαρκ. ΕυγενικοςΣΗΜΕΡΑ, ἀγαπητοί μου, ἑορτάζει ὁ ἅγιος Μᾶρκος Ἐφέσου ὁ Εὐγενικός. Στὰ ἐκκλησιαστικὰ βιβλία ὑπάρχουν καὶ ἄλλοι Μᾶρκοι. Ἕνας εἶνε ὁ εὐαγγελιστής, ποὺ ἔγραψε τὸ δεύτερο Εὐαγγέλιο. Ἄλλος Μᾶρκος εἶνε ὁ ἀσκητὴς ποὺ ἔζησε στὴν ἔρημο. Ὁ σημερινὸς λέγεται Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός, καὶ ἦταν μητροπολίτης Ἐφέσου.

* * *

Πότε ἔζησε; Λίγο προτοῦ νὰ πέσῃ ἡ Πόλις. Ἡ Πόλις ἔπεσε 29 Μαΐου 1453, ἡμέρα Τρίτη. Μερικὰ χρόνια πρὶν ἔζησε καὶ ἔδρασε ὁ ἅγιος Μᾶρκος. Ἦταν χρόνια δύσκολα γιὰ τὸ γένος μας. Οἱ Τοῦρκοι εἶχαν κατορθώσει νὰ κυριεύσουν ὅλη τὴ Μικρὰ Ἀσία. Κάψανε σπίτια, ἀτιμάσανε γυναῖκες… Περάσανε τὰ Δαρδανέλλια, ἦρθαν στὴ Θρᾴκη, φτάσανε μέχρι τὴν Κω᾿σταντινούπολι, καὶ τὴν πολιόρκησαν. Κινδύνευσε ἡ Πόλις νὰ πέσῃ στὰ χέρια τους.
Αὐτοκράτωρ ἦταν τότε ἕνας ἀδελφὸς τοῦ Κω᾿σταντίνου τοῦ Παλαιολόγου, ὁ Ἰωάννης Παλαιολόγος. Αὐτὸς συνεκάλεσε στὸ παλάτι σύσκεψι. Μαζευτήκανε στρατηγοί, ναύαρχοι, ὅλοι οἱ μεγάλοι, καὶ ἐσκέπτοντο πῶς θὰ σωθοῦνε ἀπὸ τὸν κίνδυνο τῶν Τούρκων. Ὅλοι εἶπαν· Μόνοι μας δὲ᾿ μποροῦμε· πρέπει νὰ ζητήσουμε τὴ βοήθεια τῶν Εὐρωπαίων. Ἀλλὰ οἱ Εὐρωπαῖοι (Ἰταλοί, Γάλλοι, Ἱσπανοί, Γερμανοί…) δὲν εἶνε ὀρθόδοξοι. Πιστεύουν στὸν πάπα, καὶ αὐτὸν προσκυνοῦνε. Ἦταν καὶ τότε ὁ πάπας πανίσχυρος, γιατὶ ἐξουσίαζε ὄχι μόνο θρησκευτικῶς, ἀλλὰ καὶ πολιτικῶς. Ὅ,τι ἤθελε ἔκανε. Ἂν ἔλεγε «πόλεμος», πόλεμος γινόταν· ἂν ἔλεγε «εἰρήνη», εἰρήνη. Ἔπρεπε λοιπὸν νὰ πᾶνε στὸν πάπα καὶ νὰ τὸν παρακαλέσουν νὰ στείλῃ βοήθεια. Σχηματίσθηκε λοιπὸν μιὰ ἐπιτροπή. Ἐκκλησιαστικὰ μέλη τῆς ἐπιτροπῆς ἦταν ὁ πατριάρχης, ὡρισμένοι μητροπολῖται, καὶ μεταξὺ αὐτῶν ὁ ἅγιος Μᾶρκος μητροπολίτης Ἐφέσου.
Ἂν πάρετε ἕνα χάρτη, θὰ δῆτε ὅτι ἡ Ἔφεσος εἶνε στὴ Μικρὰ Ἀσία, ἀπέναντι ἀπὸ τὴ Σάμο. Ἦταν μία ἀπὸ τὶς ὡραιότερες πόλεις, μὲ 30 – 40 χιλιάδες Χριστιανούς, μὲ ὡραῖες ἐκκλησίες καὶ μοναστήρια, ποὺ ὑπῆρχαν ἐκεῖ μέχρι τὸ 1922. Τώρα δὲν ὑπάρχει τίποτα. Οἱ Τοῦρκοι τὶς ἐκκλησίες τὶς κάνανε σταύλους καὶ κινηματογράφους… Τότε λοιπὸν μητροπολίτης Ἐφέσου ἦταν ὁ ἅγιος Μᾶρκος.
Τὸν πῆραν μαζί τους στὴν ἐπιτροπή, γιατὶ ἦταν πολὺ μορφωμένος. Ἤξερε τὴν ἁγία Γραφὴ ἀπέξω, ἤξερε τοὺς πατέρες, ἤξερε φιλοσοφία· ἦταν ὁ πιὸ κατάλληλος νὰ κάνῃ συζήτησι μὲ τοὺς δυτικούς.
Μπῆκαν σὲ καράβι γιὰ νὰ πᾶνε. Τώρα ἀπὸ τὴν Πόλι φθάνεις στὴ Ῥώμη μὲ τὸ ἀεροπλάνο σὲ δυὸ ὧρες. Τότε ὅμως ἤθελαν μῆνες· νὰ περάσουν τὰ Δαρδανέλλια, τὸ Αἰγαῖο, κάτω ἀπὸ τὴν Πελοπόννησο, γιὰ νὰ φθάσουν ἐκεῖ. Τὰ καράβια ἦταν ἱστιοφόρα. Ξεκίνησαν λοιπὸν καὶ ὕστερα ἀπὸ τέσσερις μῆνες φθάσανε στὴν Ἰταλία.
Μόλις βγήκανε ἔξω, ὁ πάπας εἶχε τὴν ἀξίωσι, ὅλη ἡ ἐπιτροπὴ τῶν ἐκλεκτῶν Βυζαντινῶν μὲ ἐπὶ κεφαλῆς τὸν αὐτοκράτορα νὰ περάσουν νὰ τὸν προσκυνήσουν, νὰ πέσουν στὰ πόδια του καὶ νὰ φιλήσουν τὴν παντόφλα του. Αὐτοὶ τί ἀπήντησαν· Ἐμεῖς ἄνθρωπο δὲν προσκυνᾶμε· τὸ Θεό προσκυνᾶμε. Καὶ δὲν ἀσπάσθηκαν τὴν παντόφλα του. Μέχρι καὶ σήμερα, ὅποιος πάῃ στὴ Ῥώμη νὰ δῇ τὸν πάπα, πρέπει νὰ φιλήσῃ ὄχι τὸ χέρι ἀλλὰ τὸ πόδι του. Ἐμεῖς ἔχουμε συνήθεια καὶ φιλᾶμε τὸ χέρι τῶν κληρικῶν καὶ τῶν μεγαλυτέρων· ἀλλὰ ἐκεῖ στὴ Ῥώμη φιλᾶνε τὴν παντόφλα τοῦ πάπα.
Ἄρχισαν τέλος πάντων οἱ συζητήσεις. Σὲ ὅλα εἶχαν διαφορὲς μεγάλες. Ποιές διαφορές; Μερικὲς εἶνε οἱ ἑξῆς.
Ἐμεῖς στὸ βάπτισμα βυθίζουμε τὸν βαπτιζόμενο στὴν κολυμβήθρα· πρέπει νὰ χωθῇ ὅλο τὸ κορμὶ στὸ νερό, νὰ μὴ μείνῃ τίποτε ἀσκέπαστο. Οἱ φράγκοι δὲν βυθίζουν τὸ σῶμα· μόνο τὸ ῥαντίζουν. Ἕνα αὐτό.
Τὸ δεύτερο. Ἐμεῖς κοινωνοῦμε σῶμα καὶ αἷμα τοῦ Χριστοῦ μας. Αὐτοὶ δίνουν μόνο «σῶμα», τὴν ὄστια ὅπως τὴ λένε.
Τρίτον. Ἐμεῖς λέμε, ὅτι τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο ἐκπορεύεται ἐκ τοῦ Πατρός. Αὐτοὶ προσθέτουν, ὅτι ἐκπορεύεται «καὶ ἐκ τοῦ Υἱοῦ».
Ἐμεῖς ἔχουμε τὸ Χριστὸ ἀρχηγό μας. Αὐτοὶ λένε, ὅτι ὁ πάπας ἔχει τὸ «πρωτεῖο».
Αὐτὲς καὶ ἄλλες ἀκόμα διαφορὲς ὑπάρχουν μεταξύ μας. Καὶ σ᾿ αὐτὰ τὰ σημεῖα ἔμεινε ἀνυποχώρητος ὁ ἅγιος Μᾶρκος.
Στὸ τέλος ὁ πάπας, ὅταν εἶδε τὰ δύσκολα, χρησιμοποίησε βία. Τοὺς ἔθεσε σὲ περιορισμό, τοὺς ἄφησε νηστικοὺς μέρες ὁλόκληρες, τοὺς τυράννησε. Τότε τὰ μέλη τῆς ἐπιτροπῆς, ὁ ἕνας κατόπιν τοῦ ἄλλου ὑποχώρησαν καὶ ἄρχισαν νὰ ὑπογράφουν τὴν ἕνωσι. Μόνο ἕνας δὲν ὑποχώρησε. Καὶ αὐτὸς ἦταν ὁ Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός. Ὅταν ὁ πάπας ἔμαθε τὴν ἄρνησί του, εἶπε· Ἀφοῦ δὲν ὑπέγραψε αὐτός, «δὲν κάναμε τίποτα».
Δὲν ὑπέγραψε, καὶ κινδύνευσε τὰ μέγιστα τότε. Μὲ δυσκολία κατώρθωσε νὰ φύγῃ ἀβλαβὴς ἀπὸ τὴ Ῥώμη καὶ νὰ ἐπιστρέψῃ στὴν Πόλι. Ὅταν ἔφθασε, βγῆκε ὅλος ὁ λαὸς καὶ τὸν ὑποδέχθηκε. Γιατὶ ἦταν ἥρωας. Ἔμεινε ἀνυποχώρητος, ἕνας αὐτὸς ἐναντίον ὅλων.

* * *

Τιμοῦμε τὸν ἅγιο Μᾶρκο τὸν Εὐγενικό. Γιατὶ ἂν δὲν ἦταν αὐτός, ἐμεῖς τώρα θὰ ἤμαστε φράγκοι. Ἀντιστάθηκε αὐτὸς καὶ κράτησε τὴν ὀρθόδοξο πίστι, ὅπως παλαιότερα ὁ Μέγας Ἀθανάσιος. Οἱ παπικοὶ ἔλεγαν· Ἂν μπορῇς νὰ μετακινήσῃς τὸν Ὄλυμπο, μπορεῖς νὰ κλονίσης κι αὐτὸν ἀπὸ τὶς πεποιθήσεις του. Τί μᾶς διδάσκει ὁ ἅγιος Μᾶρκος;

Πρῶτον ἕνα δίδαγμα ἐθνικό. Νὰ προσέξουμε καὶ σήμερα, γιατὶ πάλι κινδυνεύουμε ἀπὸ τοὺς Τούρκους. Τὰ ίδια ἔχουμε. Τότε κατέφυγαν στὸν πάπα. Καὶ αὐτός, κατὰ τὴ συμφωνία ποὺ ἔγινε, ἔστειλε μιὰ μικρὴ βοήθεια, λίγα καράβια καὶ λίγους στρατιῶτες. Καὶ ἡ Πόλις ἔπεσε. Τὰ ίδια καὶ σήμερα. Τὴν ὥρα τοῦ κινδύνου ἐμεῖς ποῦ ἀποβλέπουμε; Στοὺς ἰσχυροὺς τῆς ἡμέρας, ἄλλη μιὰ φορά, γιὰ νὰ μᾶς βοηθήσουν. Δὲν κάνω πολιτική, ἀλλὰ σᾶς λέω τὴν πικρὰ ἀλήθεια. Ὅταν ἤμεθα στὴ Μικρὰ Ἀσία, μᾶς ἄφησαν καὶ οἱ Ἄγγλοι καὶ οἱ Ἰταλοὶ καὶ οἱ Γάλλοι. Μείναμε μόνοι. Ἐνῷ λίγο ἂν μᾶς βοηθοῦσαν, δὲ᾿ θὰ θρηνούσαμε τὴν καταστροφή. Μισοῦν, φθονοῦν τὴν Ἑλλάδα. Τί πρέπει νὰ κάνουμε ἐμεῖς; Νὰ ἔχουμε ὁμόνοια καὶ ἀγάπη, γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ κρατηθοῦμε σ᾿ αὐτὰ τὰ ἐδάφη, ποὺ εἶνε ποτισμένα μὲ αἷμα.
Ἀλλὰ καὶ ἕνα θρησκευτικὸ δίδαγμα. Στὰ χρόνια μας ἔχουν σηκωθῆ πολλοὶ ἄθεοι. Ἄλλοτε στὸν εὐλογημένο τόπο μας δὲν ὑπῆρχε ἄθεος. Τώρα οἱ ἄθεοι φτάσανε μέχρι τὶς στάνες· ἔχουμε καὶ τσοπαναραίους ἀθέους. Ἂν συναντήσετε ἄθεο, ποὺ λέει ὅτι δὲν ὑπάρχει Θεὸς κι ὅτι ὅλα ἔγιναν ἔτσι, νὰ τοῦ πῆτε ἕνα πρᾶγμα· «Τὸ σπιτάκι ποὺ κάθεσαι, ἔτσι μόνο του ἔγινε; Κάποιος τὸ ἔχτισε. Καὶ τὸ σύμπαν, τὸ μεγάλο αὐτὸ σπίτι, ποιός τὸ ἔχτισε; Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός!». Κλεῖστε τ᾿ αὐτιά σας στοὺς ἀπίστους καὶ ἄθεους. Ἀκόμα κλεῖστε τ᾿ αὐτιά σας στοὺς αἱρετικοὺς καὶ μάλιστα στοὺς χιλιαστάς, ποὺ μᾶς ἦρθαν ἀπὸ τὴν Ἀμερικὴ μὲ βαλίτσες δολλάρια. Αὐτὸ ποὺ πρέπει νὰ τοὺς ποῦμε ἐμεῖς εἶνε· Φτωχοὶ είμαστε, ἀλλὰ δὲ᾿ θὰ πουλήσουμε τὴν πίστι μας. Παραπάνω ἀπὸ τὰ δολλάρια τῆς Ἀμερικῆς εἶνε ὁ Χριστός μας. Δὲ᾿ θὰ πουλήσουμε τὸ Χριστὸ σὰν τὸν Ἰούδα ἀντὶ τριάκοντα ἀργυρίων!…
Ἕνας τέτοιος πράκτορας ἦρθε κάποτε στὴ Φλώρινα καὶ ζήτησε ἀπὸ μιὰ γυναῖκα – ἰδιοκτήτη κινηματογράφου νὰ τοὺς παραχωρήσῃ τὴν αθουσα, γιὰ νὰ μαζευτοῦν ἐκεῖ ἀπ᾿ ὅλη τὴ Μακεδονία καὶ νὰ κάνουν συγκέντρωσι. Τῆς ἔδιναν, γιὰ μία ὥρα, πολλὰ χρήματα. Κι αὐτὴ τί ἀπήντησε· ―Φτωχιὰ εἶμαι, ἀλλὰ τὸν κινηματογράφο σ᾿ ἐσᾶς δὲν τὸν δίνω. Ὅλα τὰ δολλάρια τῆς Ἀμερικῆς νὰ μοῦ δώσετε, δὲ᾿ μαγαρίζω τὴν αθουσα!…
Κάτω στὴ Θεσσαλία, κοντὰ στὸν Πηνειό, εἶνε ἕνα χωριουδάκι. Εἶχε παπᾶ, χτυποῦσε καμπάνα, πήγαιναν ὅλοι στὴν ἐκκλησία· εὐλογημένο χωριό. Ἦρθε ὅμως ἀπὸ τὴ Γερμανία ἕνας ποὺ εἶχε γίνει χιλιαστής. Αὐτὸς κατώρθωσε σιγὰ – σιγὰ νὰ κάνη καὶ ἕναν δεύτερο χιλιαστή, σὲ λίγο ἕναν τρίτο… Τώρα τὸ χωριὸ εἶνε ὅλο χιλιαστικό. Ψώριασαν τὰ πρόβατα! Φτάνει ἕνα γιὰ νὰ ψωριάσῃ ὅλο τὸ κοπάδι.
Γι᾿ αὐτό, ἂν καμμιὰ φορὰ στὴν ἐνορία σας ἔρθῃ χιλιαστής, σημάνετε συναγερμό. Ἀνεβῆτε στὰ καμπαναριὰ καὶ χτυπῆστε νεκρικὰ τὶς καμπάνες, σὰ᾿ νὰ εἶνε Μεγάλη Παρασκευή. Διῶξτε τους μακριά. Γιατὶ εἶνε λύκοι φοβεροί, ἀπατεῶνες καὶ πλαστογράφοι τῆς ἀληθειας. Ἔτσι θὰ εἶστε παιδιὰ τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου καὶ παιδιὰ τοῦ Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ. Ἔτσι θὰ κρατήσουμε τὴν πίστι μας ἀπὸ γενεὰ σὲ γενεά, δοξάζοντες Πατέρα Υἱὸν καὶ ἅγιον Πνεῦμα εἰς αἰῶνα αἰῶνος.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ του Ἁγίου Μάρκου Εὐγενικοῦ Κρυόβρυση – Ἑορδαίας 19-1-1976)

«ΣΩΦΡΟΝΩΣ, ΔΙΚΑΙΩΣ ΚΑΙ ΕΥΣΕΒΩΣ»

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Ιαν 5th, 2013 | filed Filed under: ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ, εορτολογιο

Τὰ ἅγια Θεοφάνεια
6 Ἰανουαρίου

«ΣΩΦΡΟΝΩΣ, ΔΙΚΑΙΩΣ ΚΑΙ ΕΥΣΕΒΩΣ»

 Agia-Grafi-ιστ copy ΕΙΜΕΘΑ στὴν περίοδο τῶν ἑορτῶν. Στὰ χέρια μας κρατοῦμε ἕνα ἀγγελικὸ κομπολόϊ μὲ δώδεκα χάντρες. Εἶνε τὸ Δωδεκαήμερο. Ἡ πρώτη χάντρα, χρυσῆ χάντρα, εἶνε ἡ ἑορτὴ τῆς γεννήσεως τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ. Καὶ σήμερα, τελευταία ἡμέρα τοῦ Δωδεκαημέρου, εἶνε ἡ ἑορτὴ τῶν Φώτων, κατὰ τὴν ὁποία τελοῦμε καὶ τὸν ἁγιασμὸ τῶν ὑδάτων.
Γεννᾶται τὸ ἐρώτημα· Πρὸς τί οἱ ἑορτές; Ἔγιναν γιὰ νὰ κινῆται τὸ ἐμπόριο, γιὰ τὴν κατανάλωσι; Ἔγιναν γιὰ νὰ μὴν πλήττῃ ὁ ἄνθρωπος, σὰν μιὰ διακοπὴ στὴν καθημερινὴ ζωὴ καὶ ἀνάπαυσι; Ἢ μήπως ἔγιναν γιὰ τὸ χαρτοπαίγνιο; Ἐάν, ἀγαπητοί μου, ἔτσι γιορτάζουμε, τότε μοιάζουμε μὲ τοὺς εἰδωλολάτρες, ποὺ κι αὐτοὶ περίμεναν τὶς ἑορτὲς τῶν θεῶν τους γιὰ νὰ γλεντήσουν, νὰ ὀργιάσουν, νὰ κάνουν ὅσα δὲν ἔκαναν τὶς ἄλλες μέρες.
Ὄχι. Οἱ χριστιανικὲς ἑορτὲς διαφέρουν. Σκοπὸς τῶν ἑορτῶν τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας εἶνε αὐτὸ ποὺ τόνισε σήμερα ὁ Παῦλος στὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα ὅταν ἔλεγε «Ἐπεφάνη ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἡ σωτήριος πᾶσιν ἀνθρώποις, παιδεύουσα ἡμᾶς ἵνα ἀρνησάμενοι τὴν ἀσέβειαν καὶ τὰς κοσμικὰς ἐπιθυμίας σωφρόνως καὶ δικαίως καὶ εὐσεβῶς ζήσωμεν» (Τίτ. 2,11-12). Αὐτὰ τὰ λόγια εἶνε χοντρὸ νόμισμα καὶ πρέπει νὰ τὸ κάνουμε λιανά. Τί σημαίνουν;
Τὸ οὐσιῶδες ἐρώτημα, ἀγαπητοί μου, εἶνε τὸ ἑξῆς. Ἦρθε ἢ δὲν ἦρθε ὁ Χριστός; Τὰ τρία τέταρτα (3/4) τῶν κατοίκων τοῦ πλανήτου τὸν ἀγνοοῦν· εἶνε εἰδωλολάτρες μέχρι σήμερα. Ἕνα μικρὸ μέρος, οἱ Ἰουδαῖοι, λένε ὅτι δὲν ἦρθε· τὸν περιμένουν ἀκόμη οἱ δυστυχεῖς κάτω στὸ Ἰσραήλ. Καὶ οἱ ἄλλοι, ἐμεῖς; Γιὰ μᾶς δὲν ὑπάρχει ἀμφιβολία, ὅτι ὁ Χριστὸς ἦρθε.
Ναί. Ἀλλ᾿ ἐὰν πιστεύῃς ὅτι ἦρθε ὁ Χριστός, τὸ πρᾶγμα ἀλλάζει. Ἐὰν δὲν τὸ πίστευες, τότε θὰ εἶχες δικαίωμα νὰ ζῇς ὅπως θέλεις. Ἂν ὅμως πιστεύῃς ὅτι ἦρθε ὁ Χριστός, τότε δὲν μπορεῖς νὰ ζῇς κατὰ τὰ κέφια σου· δὲν μπορεῖς νὰ ζῇς ὅπως οἱ εἰδωλολάτρες καὶ οἱ Ἰουδαῖοι· πρέπει νὰ ζῇς ὡς Χριστιανός. Ἔχεις ὡρισμένες ὑποχρεώσεις. Ποιές ὑποχρεώσεις; Ὅπως ὁ γεωμέτρης παίρνει τὸ διαβήτη καὶ κάνει κύκλους, καὶ ὅσο τὸν ἀνοίγει τὸ διαβήτη τόσο μεγαλύτερο κύκλο σχηματίζει πάνω στὸ χαρτί, ἔτσι καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος, γεωμέτρης τοῦ οὐρανοῦ, παίρνει σήμερα τὸν οὐράνιο διαβήτη καὶ μᾶς γράφει τρεῖς κύκλους. Ὁ ἕνας εἶνε μικρότερος, ὁ ἄλλος μεγαλύτερος, κι ὁ ἄλλος πολὺ μεγάλος – ἄπειρος. Ὁ μικρότερος κύκλος εἶνε τὰ καθήκοντα ποὺ ἔχουμε ἀπέναντι στὸν ἑαυτό μας, ὁ μεγαλύτερος εἶνε τὰ καθήκοντα ποὺ ἔχουμε πρὸς τὸν πλησίον, καὶ ὁ τρίτος κύκλος, ὁ ἄπειρος, εἶνε τὰ καθήκοντα ποὺ ἔχουμε πρὸς τὸ Θεό. Ξέρετε γράμματα; Γιά διαβάστε. Στὸν πρῶτο κύκλο λέει, νὰ ζήσουμε «σωφρόνως», στὸν δεύτερο λέει νὰ ζήσουμε «δικαίως», καὶ στὸν τρίτο λέει νὰ ζήσουμε «εὐσεβῶς» (Τίτ. 2,12). Μπρός παιδιὰ τοῦ Θεοῦ ποὺ ἔχετε βγῆ ἀπὸ τὴν ἱερὰ κολυμβήθρα βαπτισμένα στὸ ὄνομα τῆς ἁγίας Τριάδος, μπρός πρίγκιπες τοῦ οὐρανοῦ! ἔτσι νὰ ζήσετε.

* * *

Στὸν πρῶτο κύκλο ὁ ἀπόστολος Παῦλος μᾶς λέει, ὅτι πρέπει νὰ ζήσουμε «σωφρόνως». Τί θὰ πῇ «σωφρόνως»; Read more »

ΓΙΑΤΙ ΒΑΠΤΙΣΘΗΚΕ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Ιαν 2nd, 2013 | filed Filed under: εορτολογιο

Tα Αγια Θεοφάνεια
6 Iανουαρίου

ΓΙΑΤΙ ΒΑΠΤΙΣΘΗΚΕ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ

(και αλλα ζητηματα γυρω απο τη βαπτισι)

ΣΗΜΕΡΑ, εὐσεβὲς ἐκκλησίασμα, τελειώνει τὸ Δωδεκαήμερο. Δωδεκαήμερο εἶνε ὁ κύκλος τῶν χαρμοσύνων ἑορτῶν, ποὺ ἀρχίζουν μὲ τὴ γέννησι τοῦ Χριστοῦ καὶ τελειώνουν μὲ τὴ βάπτισί του. Οἱ ἡμέρες εἶνε δώδεκα ἂν ἀφαιρεθῇ ἡ νηστήσιμος παραμονὴ τῶν Φώτων.
Τὴν ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων εδαμε τὸ Χριστὸ νήπιο στὸ σπήλαιο. Τὴν 1η Ἰανουαρίου τὸν εδαμε βρέφος ὀκτὼ ἡμερῶν νὰ περιτέμνεται καὶ νὰ λαμβάνῃ τὸ ὄνομα Ἰησοῦς. Καὶ σήμερα τὸν βλέπουμε «ἄνδρα τέλειον» (Ἐφ. 4,13), σὲ ἡλικία τριάντα ἐτῶν, ποὺ ἔρχεται στὰ Ἰορδάνεια ῥεῖθρα νὰ βαπτισθῇ.
Γύρω ἀπὸ τὴ βάπτισι δημιουργοῦνται ὡρισμένα ζητήματα, τὰ ὁποῖα θέλουν ἐξήγησι.

* * *

 Ἕνα ζήτημα εἶνε τὸ ἑξῆς. Ἀπὸ τὰ Εὐαγγέλια γνωρίζουμε τὴ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ. Οἱ πληροφορίες ὅμως φτάνουν μέχρι τότε ποὺ ὁ Χριστὸς δωδεκαετής, δώδεκα χρονῶν, πῆγε στὰ Ἰεροσόλυμα, προσκύνησε στὸ ναὸ τοῦ Σολομῶντος, ἔμεινε ἐκεῖ τρεῖς μέρες, καὶ κατέπληξε τοὺς σοφοὺς τοῦ Ἰσραὴλ μὲ τὶς ἐρωτήσεις καὶ τὶς ἀπαντήσεις του. Μετά, τὰ Εὐαγγέλια σιγοῦν· ὑπάρχει ἕνα κενό. Ποῦ ἦταν καὶ τί ἔκανε ὁ Χριστὸς ἀπὸ δώδεκα μέχρι τριάντα ἐτῶν; Αὐτὸ τὸ κενὸ ἐκμεταλλεύονται οἱ ἐχθροὶ τῆς πίστεως. Καὶ τί λένε· ὅτι στὸ διάστημα αὐτὸ (τῶν δεκαοκτὼ ἐτῶν) ταξίδεψε καὶ πῆγε μακριά, σὲ διάφορες χῶρες, καὶ ἰδιαιτέρως στὴ χώρα τῆς μυστικοπαθείας, τὶς Ἰνδίες, κ᾿ ἐκεῖ διδάχθηκε τὴ σοφία ποὺ κατόπιν ἐδίδαξε.
Ψέμα! Δὲν πῆγε πουθενά ὁ Χριστός. Πῶς ἀποδεικνύεται αὐτό; Τὸ λέει τὸ Εὐαγγέλιο.  Σᾶς τὸ ἐξηγῶ καὶ μὲ παράδειγμα. Ἐγὼ λόγου χάριν κατάγομαι ἀπὸ ἕνα μικρὸ χωριὸ τῶν Κυκλάδων. Ἂν πᾶτε ἐκεῖ στὸ χωριό μου, θὰ σᾶς ποῦνε πληροφορίες γιὰ τὴ ζωή μου· ποὺ ἤμουν μικρός, ποὺ πῆγα στὸ δημοτικό, ποὺ πῆγα στὸ γυμνάσιο, ποὺ πῆγα στὸ πανεπιστήμιο, ποὺ…, ποὺ… Ὅλα τὰ ξέρουν. Γιατὶ αὐτά συζητοῦν. Γνωρίζουν ὅλες τὶς λεπτομέρειες τῆς ζωῆς κάθε συγχωριανοῦ. Σ᾿ ἕνα μικρὸ χωριὸ ἔμεινε καὶ ὁ Χριστός, στὴ Ναζαρέτ· γι᾿ αὐτὸ ὠνομάστηκε Ναζωραῖος. Ὅταν λοιπὸν πῆγε μεγάλος, τριάντα ἐτῶν, καὶ κήρυξε στὴ Ναζαρέτ, τί επανε; ―Περίεργο πρᾶγμα! Αὐτὸς σχολεῖο δὲν πῆγε· «πῶς οὗτος γράμματα οἶδε μὴ μεμαθηκώς;» (Ἰωάν. 7,15), ποῦ γνωρίζει τέτοια πράγματα;… Οἱ συμπατριῶτες του δηλαδὴ μαρτυροῦν, ὅτι δὲν ἔφυγε ἀπὸ τὸν κύκλο τῆς Ναζαρέτ, ἀλλὰ τί ἔκανε; Τὸ διάστημα αὐτὸ τῶν δεκαοκτὼ ἐτῶν ἦταν ἐκεῖ ὁ πρῶτος ἐργάτης.
Ἂς τ᾿ ἀκούσουν αὐτὸ ὅσοι ἐργατοπατέρες καὶ ψευτοπροστάτες ἐκμεταλλεύονται τοὺς ἐργάτες. Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς ὑπῆρξε ἐργάτης, μὲ ῥόζους στὰ χέρια.  Φτωχός, δούλευε στὸ ἐργαστήριο τοῦ ἁγίου Ἰωσὴφ γιὰ νὰ συντηρήσῃ τὸν ἑαυτό του καὶ τὴν ἁγία του μητέρα. Ὑπάρχει καὶ εἰκόνα, ποὺ τὸν παριστάνει μέσα στὸ ξυλουργεῖο τοῦ νομιζομένου πατέρα του, νὰ κρατάῃ στὰ χέρια πριόνια καὶ σκεπάρνια καὶ νὰ ἐργάζεται.
Ἰδού λοιπὸν ποῦ ἦταν ὁ Χριστὸς ἀπὸ δώδεκα μέχρι τριάντα ἐτῶν. Ἂν εἶχε λείψει σὲ ἄλλες χῶρες, θὰ τὸ γνώριζαν οἱ συμπατριῶτες του. Ἀλλ᾿ αὐτοὶ μαρτυροῦν, ὅτι δὲν ἔλειψε· γι᾿ αὐτὸ ἀποροῦν, πῶς γνωρίζει «γράμματα μὴ μεμαθηκώς».
ϗ Μιὰ ἄλλη ἀπορία εἶνε ἡ ἑξῆς. Γνωρίζουμε, ὅτι κάθε ἄνθρωπος εἶνε ἁμαρτωλός. Ἕνας μόνο ὑπῆρξε ἀναμάρτητος, ὁ Χριστός. Τότε ὅμως γεννᾶται τὸ ἐρώτημα· Ἀφοῦ εἶνε ἀναμάρτητος, γιατί βαπτίσθηκε; Ἀπαντοῦμε.
Βαπτίσθηκε ὁ Χριστός, γιὰ νὰ γίνῃ ἐπισήμως γνωστός. Μέχρι τὴν ὥρα ἐκείνη ἦταν ἄγνωστος. Κανείς δὲν τὸν ἐγνώριζε. Ποιός νὰ ὑποπτευθῇ, ὅτι κάτω ἀπὸ τὸν ἐργάτη ἐκεῖνον μὲ τὰ πριόνια καὶ τὰ σφυριὰ  κρυβόταν ὁ δημιουργὸς τοῦ παντός, ὁ ἀναμενόμενος Μεσσίας; Καὶ σ᾿ αὐτὸν ἀκόμα τὸν Πρόδρομο ἦταν ἄγνωστος. Τώρα γίνεται σὲ ὅλους γνωστός.
Βαπτίσθηκε ἀκόμη ὁ Χριστός, γιὰ νὰ φανερωθῇ τὸ μυστήριο τῆς ἁγίας Τριάδος. Τὴν ὥρα τῆς βαπτίσεως φανερώθηκε ὁ ἀληθινὸς Θεός, ποὺ ἦταν ἄγνωστος σὲ ὅλη τὴν ἀρχαία ἐποχή. Οἱ Ἀθηναῖοι πρόγονοί μας στὸ «κλεινὸν ἄστυ» εἶχαν στήσει βωμὸ τῷ «ἀγνώστῳ Θεῷ» (Πράξ. 17,23). Στὰ ῥεῖθρα τοῦ Ἰορδάνου λοιπὸν φανερώθηκε ὁ ἀληθινὸς Θεός. Πῶς φανερώθηκε; Ὡς ἁγία Τριάς. Ἕνας Θεὸς – τρία πρόσωπα, Πατὴρ Υἱὸς καὶ ἅγιον Πνεῦμα. Ἀσύλληπτο μυστήριο! Τί παράδειγμα ν᾿ ἀναφέρω; Νά κάτι ποὺ δὲν τὸ ἐγνώριζα· ὅταν γίνεται διάσπασις τοῦ ἀτόμου, λένε ὅτι ἐκπέμπονται τρία σωματίδια· ἕνα εἶνε τὸ ἄτομο, καὶ ἐκπέμπει τρία σωματίδια. Τὰ τρία γίνονται ἐννιά, καὶ οὕτω καθεξῆς· αὐξάνουν κατὰ γεωμετρικὴ πρόοδο. Μιὰ βοηθητικὴ εἰκόνα εἶνε αὐτό, ἀλλ᾿ ὅ,τι καὶ νὰ ποῦμε δὲν μποροῦμε νὰ ἐξηγήσουμε τὸ μέγα μυστήριο. Μήπως ἄλλωστε μποροῦμε νὰ ἐξηγήσουμε τὰ μικρότερα μυστήρια τῆς φύσεως; Ὁ μαθηματικὸς Ἀινστάιν λέει· «Κολυμποῦμε σὲ ὠκεανὸ μυστηρίου». Γι᾿ αὐτὸ ἐδῶ, πέρα ἀπὸ τὸ λογικὸ καὶ τὶς πέντε αἰσθήσεις, χρειάζεται ἡ «ἕκτη ασθησις», δηλαδὴ ἡ πίστις. Διὰ τῆς πίστεως ἐγγίζουμε τὸ μέγα μυστήριο καί, σκώληκες ἐμεῖς, μικρὰ καὶ ἀσήμαντα ὄντα, σκύβουμε τὸν αὐχένα καὶ λέμε· Ἁγία Τριάς, Πατὴρ Υἱὸς καὶ ἅγιον Πνεῦμα, ἐλέησον τὸν κόσμον.
Φανέρωσις τῆς ἁγίας Τριάδος σήμερα· Πατὴρ Υἱὸς καὶ ἅγιον Πνεῦμα. Ἄνοιξαν τὰ οὐράνια. Ταράχθηκαν τὰ νερά. «Ὁ Ἰορδάνης ἐστράφη εἰς τὰ ὀπίσω» (Ψαλμ. 113,3). Περιστερὰ παρουσιάστηκε, σύμβολο τῆς ἁγνότητος καὶ καθαρότητος. Καὶ φωνὴ ἀκούστηκε· «Οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα» (Ματθ. 3,17).
Βαπτίσθηκε ἀκόμη ὁ Χριστὸς καὶ  γιὰ νὰ γίνῃ ὑπόδειγμα τῶν Χριστιανῶν. Ὁ διος δὲν εἶχε ἀνάγκη ἀπὸ βάπτισμα· ἐμεῖς ἔχουμε ἀνάγκη ἀπὸ τὴν κάθαρσι ποὺ χαρίζει τὸ μυστήριο. Τὸ νερὸ τῆς κολυμβήθρας δὲν εἶνε κοινὸ νερό – ἂν πιστεύῃς βέβαια· ἂν δὲν πιστεύῃς, δικαίωμά σου. Ἀφ᾿ ἧς στιγμῆς ὁ ἱερεὺς βάζει πετραχήλι καὶ εὐλογεῖ, ἀπὸ τὴν ὥρα ἐκείνη τὸ νερὸ παίρνει πλέον θαυματουργὸ δύναμι, ὁρατὴ διὰ τῆς πίστεως, καὶ μέσα στὴν κολυμβήθρα θάβεται ὁ παλαιὸς Ἀδὰμ μὲ ὅλα τὰ ἁμαρτήματά του, καὶ ὁ ἄνθρωπος βγαίνει πιὸ λευκὸς κι ἀπὸ τὸ χιόνι. Αὐτὴ εἶνε ἡ πίστις μας. Ἔγινε λοιπὸν τὸ βάπτισμα τοῦ Χριστοῦ ὑπόδειγμα γιὰ ᾿μᾶς.
  Τέλος ἕνα ἀκόμη ἐρώτημα. Βαπτίζεται ὁ μεγάλος, γιατὶ εἶνε ἁμαρτωλός· τὰ ἀθῷα νήπια γιατί νὰ βαπτίζωνται; Ἀπάντησις· διότι φέρουν τὸ προπατορικὸ ἁμάρτημα. Μερικοὶ θὰ γελάσουν ἀκούγοντας αὐτά· ἀλλὰ ἔρχεται σήμερα ἡ ἐπιστήμη, ἡ ψυχολογία, νὰ βεβαιώσῃ, ὅτι  αὐτὸ εἶνε ἀληθές· μόνο ποὺ τὸ λέει μὲ ἄλλα λόγια. Δὲν ἔχω καιρὸ νὰ σᾶς μιλήσω γιὰ τὸ προπατορικὸ ἁμάρτημα. Σύντομα λέω μόνο, ὅτι ὁ ἄνθρωπος, μόλις γεννηθῇ, φέρει μέσα του τὸ σπέρμα τῆς φθορᾶς, τὸ σπέρμα τῆς ἁμαρτίας. Αὐτὸ μὲ τὴ γλῶσσα τῆς ἐπιστήμης λέγεται «κληρονομικότης», καὶ τὸ παραδέχονται ὅλοι. Ἅμα ὅμως τὸ πῇς «προπατορικὸ ἁμάρτημα», ἐνοχλοῦνται. Τὸ παιδί, λοιπόν, ἔχει κι αὐτὸ κάποια ἐνοχή· καὶ γι᾿ αὐτὸ γίνεται ἡ βάπτισις, γιὰ νὰ σβήσῃ ἡ ἐνοχή, ἡ ὁποία προέρχεται ἀπὸ τὸ προπατορικὸ ἁμάρτημα.

* * *

Λύσαμε, ἀγαπητοί μου, μερικὲς ἀπορίες. Τί ἔκανε ὁ Χριστὸς ἀπὸ δώδεκα μέχρι τριάντα ἐτῶν. Γιατί ὁ Χριστός, ἐνῷ εἶνε ἀναμάρτητος, βαπτίσθηκε στὸν Ἰορδάνη. Γιατί βαπτίζονται καὶ τὰ μικρὰ παιδιά. Τώρα θὰ μοῦ πῆτε·
―Ἐμεῖς βαπτισθήκαμε, καὶ ἔπρεπε ἐν συνεχεία νὰ κρατήσουμε ἄσπιλο τὸ χιτῶνα, νὰ μὴ διαπράξουμε ἁμαρτία μετὰ τὸ βάπτισμα. Ἀλλὰ δυστυχῶς καὶ μετὰ τὸ ἱερὸ μυστήριο πέσαμε πάλι καὶ εμεθα βουτηγμένοι σὲ ἁμαρτίες. Πρέπει λοιπὸν ν᾿ ἀπελπισθοῦμε;
Ὄχι, ὄχι! Χίλιες φορὲς ν᾿ ἁμαρτήσῃς καὶ νὰ πέσῃς, μὴν ἀπελπισθͺῆς. Σήκω πάλι ἐπάνω. Διότι ὑπάρχει κ᾿ ἕνα ἄλλο βάπτισμα, ὅπως λένε οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας· εἶνε τὸ δάκρυ τῆς μετανοίας καὶ ἐξομολογήσεως. Τὰ δάκρυα τοῦ Πέτρου, τῆς ἁμαρτωλῆς γυναίκας, τὰ δάκρυα μυριάδων μετανοούντων.
Πολλὰ τὰ δάκρυα στὸν κόσμο. Ὑπάρχει ἄνθρωπος ποὺ δὲν ἔκλαψε; «Κοιλὰς κλαυθμῶνος» λέγεται ἡ γῆ (Ψαλμ. 83,6), κοιλάδα δακρύων. Ἀλλ᾿ αὐτὰ συνήθως εἶνε δάκρυα μάταια, ἄχρηστα. Διότι ὅσο καὶ νὰ κλάψῃς λ.χ. γιὰ ἕνα νεκρό, δὲ᾿ μπορεῖς νὰ τὸν ἀναστήσῃς. Ὑπάρχουν ὅμως ἄλλα δάκρυα πολύτιμα, δάκρυα σπάνια. Εἶνε τὰ δάκρυα τῆς μετανοίας. Δῶστε μου, δῶστε μου, ἁμαρτωλοί, ἕνα τέτοιο δάκρυ! Τὸ δάκρυ αὐτό, ποὺ χύνεις ἐδῶ γιὰ τ᾿ ἁμαρτήματά σου, ἰσοδυναμεῖ μὲ τὸν Ἰορδάνη. Αὐτὸ τὸ δάκρυ γίνεται Ἰορδάνης ποταμός, γίνεται ὠκεανός, μέσα στὸν ὁποῖο πλένονται τὰ ἁμαρτήματα τοῦ κόσμου, ὅλων τῶν γενεῶν. Καὶ τότε δοξάζεται καὶ ὑμνεῖται ὁ Χριστὸς εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(Απομαγνητοφωνημένη ομιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου στον ιερό ναὸ του Ἁγίου Παντελεήμονος Φλωρίνης 6-1-1985

OΔΗΓΟΣ ΚΑΙ ΛΥΤΡΩΤΗΣ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Ιαν 2nd, 2013 | filed Filed under: εορτολογιο

Σύναξις Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ

(Ἰω. 1,29-34)

7 Ιανουαρίου

OΔΗΓΟΣ ΚΑΙ ΛΥΤΡΩΤΗΣ

«Ἴδε ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου» (Ἰω. 1,29)

ΧΘΕΣ, ἀγαπητοί μου, τελείωσε τὸ Δωδεκα­ήμερο, ποὺ διαρκεῖ ἀπὸ τὰ Χριστούγεννα μέχρι τὰ Φῶτα, ἐξαιρουμένης τῆς παραμονῆς τῶν Φώτων. Μετὰ τὸ Δωδεκαήμερο πρώτη ἑ­ορτὴ ποὺ ἀκολουθεῖ εἶνε ἡ σύναξις τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ, σήμερα.
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης δὲν ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ ἀν­θρώπινα ἐγκώμια· τὸν ἐγκωμίασε ὁ ἴδιος ὁ Χρι­στὸς ὅταν εἶπε, ὅτι μέσ᾿ στὰ πλήθη τῶν ἀνθρώ­πων ποὺ γεννήθηκαν ὣς τότε ἀνώτερος ἀπ᾿ ὅλους εἶνε αὐτός (βλ. Ματθ. 11,11). Εἶνε ὑπεράνω τοῦ Νῶε, τοῦ Ἀβραάμ, τοῦ Ἰακώβ, τῶν πατριαρχῶν, ὑπεράνω ὅλων τῶν μεγάλων ἀνδρῶν.

* * *

Γεννήθηκε διὰ θαύματος ἀπὸ γέροντες γο­νεῖς, τὸν Ζαχαρία καὶ τὴν Ἐλισάβετ ποὺ ἦταν καὶ στεῖρα. Ὅσο μπορεῖ ἀπὸ μιὰ πέτρα ν᾿ ἀνθί­σῃ λουλούδι, ἄλλο τόσο ἦταν δυνατὸν κι ἀπὸ τὰ σπλάχνα τῆς Ἐλισάβετ νὰ γεννηθῇ παιδί.
Ἔμβρυο ἀκόμη, σκίρτησε μέσα στὴν κοιλία τῆς μητέρας του ὅταν ἐκείνη ὑποδεχόταν τὴν ἐπίσης ἔγκυο ὑπεραγία Θεοτόκο. Ἀπὸ τότε ἦ­ταν ἁγιασμένος. Ὅπως μερικοὶ εἶνε Ἰοῦδες, τέ­κνα κατάρας ἐκ κοιλίας μητρός, ἔτσι κάποιοι ἄλλοι εἶνε εὐλογημένοι ἀπὸ τὰ σπάργανά τους.
Ὅταν μεγάλωσε, δὲν ἔμεινε στὸν κόσμο· βγῆκε ἔξω, πῆγε στὴν ἔρημο, στὸ σχολεῖο τῶν μεγάλων ἀνδρῶν. Ἐκεῖ ἔζησε μιὰ ζωὴ – ἔλεγχο τῆς σημερινῆς καταναλωτικῆς κοινωνίας ποὺ σύνθημά της ἔχει «Φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔρι­ον γὰρ ἀποθνῄσκομεν» (Ἠσ. 22,13. Α΄ Κορ. 15,32). Ὦ σεῖς ποὺ ζῆτε μέσ᾿ στὸν παραλογισμό, ἐλᾶτε νὰ καθρεφτιστῆτε στὸν καθρέφτη αὐτόν.
Πῶς ἔζησε ὁ ἅγιος Ἰωάννης; Τὸ φαγητό του ἦταν «ἀκρίδες» (Ματθ. 3,4), τὰ γνωστὰ ἔντομα τῶν ἀ­γρῶν, ποὺ καὶ μέχρι σήμερα λιτοδίαιτοι Ἄρα­βες τὰ ξηραίνουν καὶ τὰ τρῶνε. Ποτό του ἦ­ταν τὸ νερὸ τοῦ Ἰορδάνου. Ροῦχο του εἶχε μιὰ κάππα ἀπὸ τρίχες καμήλας. Κρεβάτι του ἦταν ἡ ἄμμος δίπλα στὸ ποτάμι. Στέγη του τὰ ἄστρα τ᾿ οὐρανοῦ. Σύντροφοί του τὰ θηρία τῆς ἐρήμου, ποὺ στέκονταν μπροστά του σὰν ἀρνάκια. Ἡ ἁγιότης, βλέπετε, ὅλα τὰ τιθασεύει. Καὶ ἐνῷ λιοντάρια καὶ τίγρεις τὸν σεβάστηκαν, τὸν κα­τεσπάραξε μιὰ γυναίκα, ἡ Ἡρῳδιάς. Ἐκεῖ λοι­πὸν ἔμεινε, στὸ πανεπιστήμιο τῆς σιωπῆς, ὅ­που ἀνδρώνονται οἱ μεγάλες φυσιογνωμίες.
Σὲ ὥριμη πλέον ἡλικία ἔλαβε ἐντολὴ ἄνωθεν, νὰ πάῃ στὴν ὄχθη τοῦ Ἰορδάνου κ᾿ ἐκεῖ νὰ στήσῃ τὸν ἄμβωνά του. Τὸ κήρυγμά του θερμο­καυτήρας, ἔλεγχος δριμύς. Ἄστραφτε καὶ βρον­τοῦσε. Καλοῦσε ὅλους σὲ ἐπιστροφὴ στὸ Θεό. Καὶ χιλιάδες ἀπ᾿ ὅλα τὰ κοινωνικὰ στρώματα ἔ­τρεχαν. Ἦταν μαγνήτης ποὺ εἵλκυε ὅλους. Συνι­στοῦσε μετάνοια καὶ τοὺς βάπτιζε στὸν Ἰορδάνη.
Μέσα στὸ πλῆθος τῶν ἀνθρώπων ἦρθε καὶ ἕνας ποὺ ξεχώριζε. Μήπως φοροῦσε στέμμα, εἶχε σπαθί, τὸν ἔφερε ἅμαξα; Ὄχι. Ἁπλὸς ἄν­θρωπος ἦταν. Ἀλλὰ ὄνομά του ἦταν «τὸ ὑπὲρ πᾶν ὄνομα» (Φιλιπ. 2,9). Ὅλα τὰ ὀνόματα θὰ σβήσουν, τὸ δικό του θὰ μείνῃ· Ἰησοῦς Χριστός! Μποροῦσε νὰ φανταστῇ ὁ Ἰωάννης, ὅτι κάτω ἀπὸ τὸ ταπεινὸ σχῆμα ἑνὸς φτωχοῦ Ναζωραί­ου κρύβεται τὸ μεγαλεῖο τῆς θεότητος; Καὶ ὅμως τὸν ἀνεγνώρισε. Τοῦ λέει ὁ Χριστός· —Βά­πτισέ με. —Αὐτὸ δὲν γίνεται· ἐγὼ εἶμαι ἕνα μη­δὲν μπροστά σου, δὲν εἶμαι ἄξιος νὰ σὲ βαπτί­σω. Ὁ Χριστὸς ὅμως ἐπέμενε, καὶ τέλος βαπτί­σθηκε. Ὄχι διότι εἶχε ἁμαρτίες —εἶνε ἀναμάρ­τητος―, ἀλλὰ γιὰ νὰ φανερωθῇ τὸ μυστήριο τῆς ἁγίας Τριάδος. Καὶ φανερώθηκε. Κατὰ τοῦ­το ἐμεῖς διαφέρουμε ἀπὸ τ᾿ ἄλλα θρησκεύμα­τα, καὶ τὰ μονοθεϊστικά· αὐτοὶ ἔχουν τὸν Ἀλ­λὰχ ἢ κάποιον ἄλλο, ἐμεῖς λέμε· Ἕνας Θεός, τρία πρόσωπα, Πατὴρ Υἱὸς καὶ ἅγιον Πνεῦμα· ἁγία Τριάς, ἐλέησον τὸν κόσμον σου.
Πῶς φανερώθηκε τὸ μυστήριο τῆς ἁγίας Τρι­άδος; Ἐνῷ ὁ Χριστὸς ἦταν μέσ᾿ στὰ νερά, σχί­στηκε ὁ οὐρανός —ἂς μὴν πιστεύουν οἱ ἄπιστοι, δικαίωμά τους· ἐμεῖς πιστεύουμε—, καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο σὰν περιστέρι ἦρθε καὶ κάθισε ἐπάνω στὴν κεφαλή του. Συγχρόνως ἀκού­στηκε φωνὴ – διάγγελμα τοῦ οὐρανίου Πατρός. Ὄχι σὰν τὰ διαγγέλματα τῆς πρωτοχρονιᾶς, πού ᾿νε γεμᾶτα ψευτιές. Διάγγελμα οὐράνιο καὶ αἰ­ώνιο πρὸς ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα· «Οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾦ εὐδόκησα» (Ματθ. 3,17). Τὰ ἴδια λόγια ἀπὸ τὸν οὐράνιο Πατέρα ἀ­κούστηκαν καὶ ὅταν ἔκλεινε ἡ ἐπίγειος παρουσία τοῦ Χριστοῦ, συμπληρωμένα ὅμως μὲ τὴ σύστασι «Αὐτοῦ ἀκούετε» (Μᾶρκ. 9,8. Λουκ. 9,35).
Ἀπὸ τότε πλέον, ἀγαπητοί μου, ἡ ἀνθρωπό­της ἔχει ὁδηγό. Ὁδηγός της εἶνε ὁ Χριστός, ποὺ εἶπε «Ἐγώ εἰμι ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή» (Ἰω. 14,6). Ὅποιος τὸν ἀκολουθεῖ σῴζεται, ὅποιος φεύγει ἀπὸ αὐτὸν χάνεται. Αὐτὸς εἶνε ὁ τέλειος ὁδηγός, ὁ τέλειος ἄνθρωπος, ἡ ἐν­σάρκωσι τῆς ἀρετῆς. Οἱ ἄλλοι, ὁποιοιδήποτε κι ἂν εἶνε, εἶνε κλάσματα, δὲν φτάνουν τὴν ἀ­κεραία μονάδα, τὸν Ἕνα. «Εἷς ἅγιος, εἷς Κύρι­ος, Ἰησοῦς Χριστός, εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός· ἀμήν» (Φιλ. 2,11 καὶ θ. Λειτ.).
«Αὐτοῦ ἀκούετε», συνιστᾷ ὁ οὐράνιος Πατήρ. Ἀλλὰ δυστυχῶς οἱ ἄνθρωποι κλείνουν τ᾿ αὐτιά τους καὶ δὲν ἀκοῦνε τὴ φωνὴ τοῦ Χριστοῦ. Ἀνοίγουν τ᾿ αὐτιά τους – σὲ ποιόν; στὸν διάβολο καὶ στὰ ὄργανά του. Δὲν ἐκκλησιάζονται γιὰ ν᾿ ἀκούσουν τὴ φωνὴ τοῦ Εὐαγγελίου· κάθονται τὴ νύχτα στὴν τηλεόρασι γιὰ ν᾿ ἀκούσουν τὴ φωνὴ τοῦ δαιμονικοῦ κόσμου. «Ὅποιος δὲν ἀκούει τὸ Χριστό, θ᾿ ἀκούσῃ τὸν διάβολο», λέει ὁ Ῥῶσος Ντοστογιέφσκυ.

* * *

Ὅταν ὁ Χριστὸς ἦρθε στὴν ἔρημο, ὁ Ἰωάννης τὸν ἔδειξε μὲ τὸ δάκτυλό του, ὅπως λέει τὸ ὡραῖο δοξαστικὸ τῶν ὡρῶν· «Τὴν χεῖρά σου τὴν ἁψαμένην τὴν ἀκήρατον κορυφὴν τοῦ Δε­σπότου, μεθ᾿ ἧς καὶ δακτύλῳ αὐτὸν ἡμῖν καθυπέδειξας, ἔπαρον ὑπὲρ ἡμῶν πρὸς αὐτὸν Βαπτιστά, ὡς παρρησίαν ἔχων πολλήν…» (θ΄ ὥρα Θεοφ.). Ὁ ὕμνος αὐτὸς ἦταν ὁ τελευταῖος ποὺ εἶπε ὁ Παπαδιαμάντης —ποὺ ἦταν καὶ σπουδαῖος ψάλτης—, ὅταν γέρος πλέον στὸ νησά­κι του, φτωχὸς καὶ περιφρονημένος, ἔφευγε ἀπ᾿ τὴ ζωή. Σηκώθηκε ἀπ᾿ τὸ κρεβάτι καὶ τὸ ἔψαλε. Μὲ τὰ λόγια αὐτὰ πέθανε. Μὲ «τραγούδια τοῦ Θεοῦ» ἔκλειναν τὰ μάτια τους τότε· τώρα…
Ὁ Ἰωάννης λοιπὸν ἔδειξε τὸ Χριστὸ στοὺς ἀνθρώπους καὶ εἶπε· «Ἴδε ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ ὁ αἴ­ρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου»· νά, λέει, αὐ­τὸς εἶνε τὸ ἀρνὶ τοῦ Θεοῦ ποὺ σηκώνει τὶς ἁ­μαρτί­ες τοῦ κόσμου (Ἰω. 1,29). Γιὰ νὰ τὸ καταλάβουμε αὐ­τό, πρέπει νὰ θυμηθοῦμε, ὅτι οἱ Ἑ­βραῖοι, γιὰ νὰ ἔχουν μιὰ ἀνακούφισι ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες τους, ἔ­παιρναν ἕνα ἀρνί, τὸ πήγαιναν στὸ ναὸ τοῦ Σο­λομῶντος καὶ τὸ προσέφεραν θυσία. Τὴν ὥρα ποὺ ὁ ἱερεὺς θὰ τὸ ἔσφαζε, ἅπλωναν τὰ χέρια ἐπάνω του, γιὰ νὰ φύγουν ἀπὸ πάνω τους οἱ ἁ­μαρτίες καὶ νὰ πᾶνε στὸ ἀρνί. Αὐτὸ ἦταν ἕνας τύπος, μία σκιὰ τῆς μεγάλης θυσίας ποὺ θὰ ἐρ­χόταν νὰ προσφέρῃ ὁ Χριστός. Ἑκατομμύρια ἀρνιὰ σφάχτηκαν, ἀλλὰ τὸ αἷμα τῶν ζῴων δὲν ἔ­χει τὴν δύναμιν «ἀφιέναι ἁμαρτίας» (Ματθ. 9,6). Μόνο τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ, τοῦ «ἀμνοῦ τοῦ Θεοῦ», σβήνει τὶς ἁ­μαρτίες. Νά γιατί ὁ Χριστὸς λέγεται «ἀμνός»· διότι ὅπως τὸ ἀρνὶ δὲν ἔκανε κανένα κακό, ἔτσι κι ὁ Χριστός· ὅπως τὸ ἀρνὶ ὁδηγεῖ­ται στὴ σφαγὴ καὶ δὲν ἀντιδρᾷ, ἔτσι κι ὁ Χριστός· κι ὅπως στὶς θυσίες «φόρτωναν» τὶς ἁμαρτίες στὸ σφάγιο, ἔτσι κι ὁ Χριστὸς σηκώνει τὶς ἁ­μαρτίες ὅλων μας. Τὸ νιώσαμε αὐτό; Ἂν δὲν τὸ νιώσαμε, δὲν εἴμαστε Χριστιανοί. Δὲ μᾶς σῴζουν οὔτε κεριὰ καὶ λαμπάδες, οὔτε εἰκόνες καὶ προσκυνήματα, οὔτε μετάνοιες καὶ ἀ­σκήσεις· ὅλα αὐτὰ δὲν συγχωροῦν οὔτε μία ἁμαρτία. Τὶς ἁμαρτίες συγχωρεῖ μόνο «ὁ ἀ­μνὸς τοῦ Θεοῦ», ὅπως εἶπε ὁ Ἰωάννης. Ἂν δὲν πιστέψῃς ὅτι τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ ποὺ ἐ­χύθη στὸ Γολγοθᾶ λυτρώνει, δὲ σῴζεσαι.
Τελειώνω μὲ μιὰ εἰκόνα. Ἕνας Βιεννέζος ζωγράφος ζωγράφισε ἕναν ἄνθρωπο, ποὺ τὸν ἔπιασαν οἱ ἐχθροί του καὶ τοῦ φόρτωσαν ἕνα βαρὺ φορτίο. Τὸ ἔδεσαν στὴ ῥάχη του τόσο σφιχτά, ὥστε δὲν μποροῦσε ν᾿ ἀπαλλαγῇ ἀπ᾿ αὐτό. Ἦταν σὰν τὸν Προμηθέα στὸν Καύκασο. Παρακαλοῦσε ἄλλους νὰ τὸν λύσουν, μὰ κανείς δὲ μποροῦσε. Τότε κάποιος τοῦ εἶπε· Ἂν θέλῃς νὰ ἐλευθερωθῇς, ἀνέβα σ᾿ ἐκεῖνο τὸ βουνό. Ἐκεῖ θὰ δῇς ἕνα σταυρὸ μὲ τὸν Ἐ­σταυρωμένο· ἂν τὸν παρακαλέσῃς μὲ πίστι, θὰ γίνῃ τὸ θαῦμα. Καὶ πράγματι ἔτσι ἔγινε· ἀ­μέσως τὸ φορτίο του ἔπεσε, κύλισε στὴν ἄ­βυσσο, κι αὐτὸς δόξασε τὸ Χριστό.
Καθένας ἀπὸ μᾶς, ἀδελφοί μου, σηκώνει ἕ­να βάρος μεγαλύτερο ἀπ᾿ τὸν Ὄλυμπο. Μόνο μὲ τὴν πίστι στὸ Χριστὸ θ᾿ ἀπαλλαγοῦμε. Ἂς πιστέψουμε σ᾿ αὐτόν. Δὲν ὑπάρχει τίποτε ἄλλο στὸν κόσμο. Σᾶς τὸ λέω ἐγώ. Πενήντα χρόνια κηρύττω· ἂν δὲν πίστευα, θὰ πήγαινα νὰ κάνω ὁ,τιδήποτε ἄλλο παρὰ νὰ κοροϊδεύω τοὺς ἀνθρώπους. Πιστεύω στὸ Θεό, πιστεύω στὴ θεία χάρι, πιστεύω στὰ μυστήρια, πιστεύω στὶς ἱερὲς παραδόσεις. Μπορεῖ κι ὁ ἥλιος νά ᾿νε ψέ­μα, καὶ τὰ ἄστρα νά ᾿νε ψέμα, κ᾿ ἐμεῖς νά ᾿μεθα ψέμα· ἕνα δὲν εἶνε ψέμα, ὁ Ἰησοῦς Χριστός· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦ­τε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου, ἡ ὁποία στὸν ἱερό ναὸ του Ἁγίου Ἰωάννου Πτολεμαΐδος τὴν Παρασκευὴ 7-1-1983

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Ιαν 1st, 2013 | filed Filed under: εορτολογιο

Σύναξις Προδρόμου καὶ Βαπτιστοῦ Ἰωάννου

ΕΝΑΣ ΕΝΣΑΡΚΟΣ ΑΓΓΕΛΟΣ

«Ἰδού ἐγὼ ἀποστέλλω τὸν ἄγγελόν μου…» (Ματθ. 11,10)

 

ΣΗΜΕΡΑ ἑορτάζει ἕνας ἄγγελος. Ποιός ἄγγελος, ὁ Μιχαὴλ ἢ ὁ Γαβριὴλ ὁ ἀρχάγγελος; Οὔτε ὁ ἕνας οὔτε ὁ ἄλλος. Ὁ ἄγγελος ποὺ ἑορτάζει εἶνε… ἄνθρωπος. Μὰ ὑπάρχει ἄνθρωπος ποὺ νὰ εἶνε ἄγγελος; Ναί, ὑπάρχει. Ἄνθρωπος ἦταν, καὶ ἔγινε ἄγγελος. Ποιός εἶνε αὐτός; Ἂν κοιτάξουμε στὶς εἰκόνες, θὰ δοῦμε ἕναν ἅγιο ποὺ τὸν ζωγραφίζουν μὲ φτερά. Ποιός εἶνε; Εἶνε ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος. Τὸν ζωγραφίζουν μὲ φτερά, γιατὶ ἦταν ἄνθρωπος σὰν κ᾿ ἐμᾶς, ἀλλὰ ἔζησε σὰν ἄγγελος.

* * *

Μικρὸ παιδί, ἔζησε κοντὰ στὸν πατέρα του, ποὺ λεγόταν Ζαχαρίας, καὶ στὴ μητέρα του, ποὺ λεγόταν Ἐλισάβετ. Ἅγιοι ἄνθρωποι ἤτανε, καὶ τὸ παιδὶ αὐτὸ ἦταν ἀπὸ τὸ Θεό.
Μόλις μεγάλωσε ἔφυγε ἀπὸ τὸ χωριό του, ὄχι νὰ πάῃ νὰ μαζέψῃ λεφτά, ἀλλὰ γιὰ ἕνα μεγάλο σκοπό. Ποῦ πῆγε; Πέρα ἀπὸ τὸν Ἰορδάνη, ἐκεῖ ποὺ ἦταν ἡ ἔρημος. Εἶχε ἐκεῖ φαγητὸ καὶ κουζίνα; Ὄχι. Εἶχε στρῶμα καὶ κρεβάτι; Ὄχι. Εἶχε σπίτι; Ὄχι. Ὡς ἄγγελος ζοῦσε. Τὸ ῥοῦχο του ἦταν φτειαγμένο ἀπὸ τρίχες καμήλου. Τὸ ποτό του δὲν ἦταν κρασί, οὖζο, καὶ μπίρες. Τέτοια πράγματα δὲν ἔβαζε στὸ στόμα του. Πήγαινε στὸ ποτάμι καὶ μὲ τὶς χοῦφτες του ἔπινε ἀπὸ τὸ νερὸ τοῦ Ἰορδάνου. Τροφή του, λέει τὸ Εὐαγγέλιο, ἦταν «ἀκρίδες καὶ μέλι ἄγριον» (Ματθ. 3,4). Τί ἦταν αὐτὲς οἱ «ἀκρίδες»; Δύο ἑρμηνεῖες ὑπάρχουν. Κάτω στὴν Ἀραπιά, ποὺ ὑπάρχουν ἀκρίδες, τὶς πιάνουν, τὶς ξηραίνουν στὸν ἥλιο καὶ τὶς παστώνουν μὲ ἁλάτι. Καὶ ὅπως ἄλλοι τρῶνε τὶς γαρίδες καὶ τοὺς ἀστακούς, ἔτσι ἐκεῖ τρῶνε καὶ τὶς ἀκρίδες. Ἀλλὰ καὶ δεύτερη ἑρμηνεία ὑπάρχει, ποὺ λέει ὅτι «ἀκρίδες» εἶνε οἱ ἄκρες ἀπὸ τὰ ἄγρια χόρτα. Είτε τὸ ἕνα εἶνε ετε τὸ ἄλλο, ἡ τροφή του ἦταν πολὺ ἁπλῆ. Συντροφιὰ εἶχε ὄχι ἀνθρώπους ἀλλὰ τὰ ἄγρια θηρία, τὰ λιοντάρια καὶ τοὺς λύκους, ποὺ στέκονταν σὰν ἀρνάκια κοντά του.
Μετὰ ἦρθε στὸν Ἰορδάνη ποταμὸ καὶ κήρυξε στὸν κόσμο μετάνοια. Νὰ μετανοήσουν οἱ φτωχοί, οἱ πλούσιοι, οἱ βασιλιᾶδες, οἱ γέροι μὲ τ᾿ ἄσπρα μαλλιά, οἱ γυναῖκες καὶ οἱ ἄντρες, νὰ μετανοήσουν ὅλοι, ἀφοῦ ὅλοι ἔχουμε ἀνάγκη μετανοίας. Καὶ ὁ κόσμος ἐρχόταν. Ὅπως τὸ μελίσσι τρέχει στὰ λουλούδια, ἔτσι ἔτρεχαν στὸν Ἰωάννη, αὐτὸ τὸν ἔνσαρκο ἄγγελο. Καὶ τί κάνανε κοντά του; Ἐξωμολογοῦντο «τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν» (Ματθ. 3,6).

* * *

Ὅπως ἔκαναν αὐτοὶ ποὺ πήγαιναν στὸν Ἰωάννη, ἔτσι νὰ κάνουμε κ᾿ ἐμεῖς. Κάθε ἄνθρωπος ποὺ αἰσθάνεται τὸν ἑαυτό του, πρέπει νὰ πάῃ νὰ ἐξομολογηθῇ. Καὶ ἀφοῦ ὁ Ἰωάννης ἔζησε σὰν ἄγγελος, ἔτσι νὰ ζοῦμε κ᾿ ἐμεῖς· σὰν ἄγγελοι.
Ἔχει ὁ ἄνθρωπος ἕνα μεγάλο προορισμό. Τὸ ἀκοῦμε κάθε φορὰ ποὺ λέμε τὸ «Πάτερ ἡμῶν»· «Γενηθήτω τὸ θέλημά σου, ὡς ἐν οὐρανῷ, καὶ ἐπὶ τῆς γῆς» (Ματθ. 6,10). Παρακαλοῦμε τὸ Θεό, ὅπως οἱ ἄγγελοι πάνω στὰ οὐράνια κάνουν τὸ θέλημά του, ἔτσι κ᾿ ἐμεῖς κάτω στὴ γῆ· νὰ κάνουμε ὄχι τὸ κέφι τοῦ διαβόλου ἀλλὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Καὶ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ τὸ ξέρουμε. Εἶνε γραμμένο στὸ Εὐαγγέλιο. Καὶ ὅταν κάνουμε τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, τὰ χωριά μας, οἱ πολιτεῖες, ἡ ἀνθρωπότης ὅλη θὰ γίνῃ παράδεισος. Δὲν θὰ ὑπάρχουν κλέφτες, φονιᾶδες, ψευδομάρτυρες, πόρνοι, μοιχοί, πλεονέκτες καὶ ἅρπαγες, ἀλλὰ θὰ ὑπάρχῃ ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τῆς γῆς.
Δυστυχῶς οἱ ἄνθρωποι δὲν ἀκοῦνε τὸ Εὐαγγέλιο καὶ δὲν ζοῦν ἀγγελικῶς, σὰν τὸν Ἰωάννη. Ζοῦν σὰν τὰ ζῷα καὶ χειρότερα ἀπὸ τὰ ζῷα. Τὸ λέει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος. Οἱ ἄνθρωποι ποὺ δὲν κάνουν τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ γίνονται σὰν τὰ τετράποδα. Μιὰ ζούγκλα ἔγινε ὁ κόσμος. Ὁ ἄνθρωπος ἔγινε θηρίο. Τί λέω; Τίποτε δὲν εἶνε τὸ θηρίο μπροστὰ στὸν κακὸ ἄνθρωπο. την συνεχ. εδώ Read more »

Ο ΙΟΡΔΑΝΗΣ ΠΟΤΑΜΟΣ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Ιαν 1st, 2013 | filed Filed under: εορτολογιο

Θεοφάνεια (Ματθ. 3,13-17)

6 Ιανουαρίου

Ο ΙΟΡΔΑΝΗΣ ΠΟΤΑΜΟΣ

«Ἡ θάλασσα εἶδε καὶ ἔφυγεν, ὁ Ἰορδάνης ἐστράφη εἰς τὰ ὀπίσω»
(Ψαλμ.  113,3)

 

ΣΗΜΕΡΑ, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἑορτὴ μεγάλη. Εἶνε ἡ ἑορτὴ τῶν Θεοφανείων. Εἶνε ἡ ἑορτὴ τῆς φανερώσεως τοῦ μεγάλου μυστηρίου τῆς ἁγίας Τριάδος.
Σήμερα ἁγιάζονται τὰ ὕδατα. Κατ᾿ ἐξοχὴν δὲ ἁγιάσθηκαν τὰ ὕδατα τοῦ Ἰορδάνου ποταμοῦ. Γιὰ τὸν Ἰορδάνη μιλάει σήμερα τὸ Εὐαγγέλιο, γιὰ τὸν Ἰορδάνη μιλάει καὶ ἡ ὑμνολογία τῆς Ἐκκλησίας ὅταν λέγῃ· «Ἡ θάλασσα εἶδε καὶ ἔφυγεν, ὁ Ἰορδάνης ἐστράφη εἰς τὰ ὀπίσω» (Ψαλμ.  113,3).
Στὰ λίγα λεπτά, ποὺ ἔχω στὴ διάθεσί μου, θὰ σᾶς πῶ λίγα λόγια γιὰ τὸν Ἰορδάνη.

* * *

Ἰορδάνης εἶνε ἕνας ποταμὸς ὄχι ὅπως ὁ Δούναβις καὶ ὁ Βόλγας καὶ ὁ Μισσισιπής. Εἶνε ἕνας ποταμὸς σχετικὰ μικρός. Πηγὲς ἔχει στὶς χιονοσκεπεῖς κορυφὲς τοῦ Λιβάνου. Ἡ ῥοή του δὲν εἶνε ίσια· ἔχει πολλὲς στροφές, καὶ ἀπὸ τὸ ἀεροπλάνο ὁ Ἰορδάνης φαίνεται ὡς ἕνας πελώριος συστρεφόμενος ὄφις. Τὰ ῥεύματά του πέφτουν στὴ λίμνη Γεννησαρέτ. Ἀπὸ ἐκεῖ ξεχειλίζουν, συνεχίζουν νέα πορεία, καὶ πέφτουν μέσα στὴ Νεκρὰ Θάλασσα, ὅπου ἦταν ἄλλοτε οἱ περιώνυμες πόλεις Σόδομα καὶ Γόμορρα, τὶς ὁποῖες κατέστρεψε ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν ἀκολασία τους.
Ὁ Ἰορδάνης εἶνε ἱστορικὸς ποταμὸς καὶ συνδέεται μὲ πολλὲς ἀναμνήσεις ἀπὸ τὸν ἀρχαῖο κόσμο. Δύο – τρεῖς θὰ σᾶς ἀναφέρω καὶ θὰ τελειώσω τὸν λόγο.
α΄. Ἡ διάβασις τοῦ Ἰορδάνου ποταμοῦ ἀπὸ τὴν στρατιὰ τοῦ Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ «ἀβρόχοις ποσί». Ὅπως ὁ Ἑλληνικὸς λαὸς ἦταν σκλαβωμένος τετρακόσια χρόνια στοὺς Τούρκους, ἔτσι καὶ ὁ Ἰσραηλιτικὸς λαὸς ἦταν σκλαβωμένος στοὺς φαραὼ τῆς Αἰγύπτου. Ὕστερα ἀπὸ τετρακόσια χρόνια ἀνέτειλε τὸ ἄστρο τῆς ἐλευθερίας. Ὁ Μωϋσῆς ὡδήγησε τὸ λαό. Βγῆκαν ἀπὸ τὴν Αίγυπτο, πέρασαν τὸ ὄρος Σινά. Ἔπειτα μὲ ἀρχηγὸ τὸν Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ πλησίασαν τὴ Γῆ τῆς ἐπαγγελίας. Ὅταν ἔφτασαν στὸν Ἰορδάνη ἦταν καλοκαίρι καὶ τὰ χιόνια τοῦ Λιβάνου εἶχαν λειώσει. Ὁ ποταμὸς εἶχε πλημμυρίσει καὶ ἦταν ἀδιάβατος. Τὸν πέρασαν ὅμως οἱ Ἑβραῖοι – πῶς; Μὲ βάρκες, μὲ μέσα ποὺ διαθέτει σήμερα τὸ μηχανικό; Ὄχι. Τὸν πέρασαν διὰ θαύματος· καὶ εἶνε ἱστορικὸ γεγονός, ποὺ τὸ μαρτυροῦν καὶ τὰ εὑρήματα τῆς ἀρχαιολογίας. Κατόπιν ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ στὸν Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ, μόλις πάτησαν τὰ πόδια τῶν ἱερέων μὲ τὴν Κιβωτὸ τῆς διαθήκης στὸν Ἰορδάνη, ὁ ποταμὸς κόπηκε στὰ δύο. Τὸ ἕνα μέρος κύλησε πρὸς τὰ κάτω καὶ τὸ ἄλλο ἔγινε πελώριο φράγμα, σὰν τὸ φράγμα τοῦ Ἁλιάκμονος. Ἔτσι πέρασαν οἱ Ἰσραηλῖτες «ἀβρόχοις ποσίν» (Ἰησ. κεφ. 3-4).
β΄. Ἄλλη ἱστορικὴ ἀνάμνησι, ποὺ συνδέεται μὲ τὸν Ἰορδάνη ποταμό, εἶνε ἡ θεραπεία τοῦ Νεεμάν. Κοντὰ στὸν Ἰορδάνη εἶνε ἡ Συρία. Ἐκεῖ ἦταν ἕνας ἀρχιστράτηγος ἔνδοξος, ποὺ ὠνομάζετο Νεεμάν. Αὐτὸς προσεβλήθη, ἀπὸ κορυφῆς μέχρις ὀνύχων, ἀπὸ μία κατηραμένη ἀρρώστια, τὴ λέπρα, ποὺ τότε ἦταν ἀθεράπευτη. Πῆγε σὲ γιατρούς, πῆρε φάρμακα, ἀλλὰ δὲν βρῆκε θεραπεία. Τότε κάποια Ἰσραηλίτισσα ὑπηρέτρια τῆς γυναίκας του εἶπε· Ἀφέντη, θὰ γίνῃς καλά, ἐὰν πᾷς νὰ δῇς τὸν Ἐλισαῖο τὸν προφήτη, τὸν μαθητὴ τοῦ Ἠλία· ἐκεῖνος θὰ σοῦ πῇ τί θὰ κάνῃς. Ἐδίσταζε, ἀμφέβαλλε, ἀλλὰ ἐπὶ τέλους πῆγε. Καὶ ὁ Ἐλισαῖος τοῦ εἶπε· Μὴ φοβᾶσαι, θὰ θεραπευθῇς, ἐὰν ἑπτὰ φορὲς λουσθῇς στὸν Ἰορδάνη ποταμό. Τὸ θεώρησε γελοῖο αὐτὸ ὁ Νεεμάν. Νὰ πάῃ αὐτός, ἀρχιστράτηγος ἔνδοξος, νὰ βγάλῃ τὴ στολή του, νὰ ξεγυμνωθῇ καὶ νὰ πέσῃ στὰ ῥεῖθρα τοῦ Ἰορδάνου ἑπτὰ φορές. Στὴν ἀρχὴ ἐδίσταζε. Κατόπιν ὅμως πῆγε, ἐλούσθη ἑπτὰ φορὲς στὸν ποταμό, καὶ ἐθεραπεύθη τελείως ἀπὸ τὴν ἀρρώστια του (Δ΄ Βασ. κεφ. 5).
γ΄. Καὶ τρίτη ἱστορικὴ ἀνάμνησις εἶνε ὅτι στὸν Ἰορδάνη ἔστησε τὸ βῆμα του, τὸν ἄμβωνά του, ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος, ὁ ὁποῖος καλοῦσε τὸν κόσμο σὲ μετάνοια. Ὅσοι μετανοοῦσαν ἔμπαιναν μέσα στὸν ποταμὸ καὶ ἐξωμολογοῦντο τὰ ἁμαρτήματά τους. Ἔμεναν στὸ νερὸ λίγο ἢ πολύ, ἀνάλογα μὲ τὴ διάρκεια τῆς ἐξαγορεύσεως τῶν ἁμαρτιῶν τους.
Ἐδοξάσθη, λοιπόν, ὁ Ἰορδάνης ὅταν ἡ στρατιὰ τοῦ Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ πέρασε «ἀβρόχοις ποσὶ» τὸ ῥεῦμα του. Ἐδοξάσθη ὅταν ὁ Νεεμὰν ὁ Σύρος ἐθεραπεύθη ἀπὸ τὰ νερά του. Ἐδοξάσθη ὅταν στὶς ὄχθες του ἔστησε τὸ βῆμα τῆς ἀληθείας ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος.
Ἐδοξάσθη ὅμως πολὺ περισσότερο καὶ ἔγινε παγκόσμιος ὁ Ἰορδάνης ἀπὸ τὴ βάπτισι τοῦ Χριστοῦ. Ἀγνοοῦν οἱ ἄνθρωποι τοὺς ποταμοὺς τῆς γῆς. Ἀλλ᾿ ἕνας ποταμὸς εἶνε γνωστὸς σὲ ὅλη τὴν χριστιανοσύνη, γιατὶ σ᾿ αὐτὸν ἔγινε τὸ μέγα γεγονὸς τῆς ἱστορίας, ὅτι στὰ νερά του ἐβαπτίσθη ὁ Χριστός, ποὺ δὲν εἶχε ἀνάγκη, ὡς ἀναμάρτητος. Ἂν προσέξατε, μιὰ λέξι τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου ἀποδεικνύει τὴν ἀναμαρτησία τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ἡ λέξις αὐτὴ εἶνε τὸ «εὐθύς». «Καὶ βαπτισθεὶς ὁ Ἰησοῦς ἀνέβη εὐθὺς ἀπὸ τοῦ ὕδατος» (Ματθ. 3,16). Είπαμε ὅτι αὐτοὶ ποὺ ἐβαπτίζοντο ἔμεναν μέσα στὰ νερὰ τοῦ Ἰορδάνου ὅσο ἐξωμολογοῦνταν τὶς ἁμαρτίες τους. Ἄλλος ἔμενε ἕνα τέταρτο, ἄλλος μισὴ ὥρα, ἄλλος μία ὥρα καὶ ἄλλος περισσότερο. Ἀλλὰ ὁ Χριστός, λέει τὸ Εὐαγγέλιο, μόλις μπῆκε βγῆκε. «Ἀνέβη εὐθὺς ἀπὸ τοῦ ὕδατος». Δὲν ἔμεινε καθόλου, οὔτε ἕνα δευτερόλεπτο, γιατὶ δὲν εἶχε νὰ πῇ καμμιά ἁμαρτία.

* * *

Ἐγὼ ὅμως, ἀγαπητοί μου, δὲν εἶχα σκοπὸ νὰ σᾶς μιλήσω γι᾿ αὐτὸ τὸν Ἰορδάνη, ἀλλὰ γιὰ ἕναν ἄλλο Ἰορδάνη, ποὺ εἶνε πολὺ κοντά μας καὶ θὰ πρέπῃ ὅλοι νὰ τὸν περάσουμε· καὶ ἀλλοίμονό μας, ἂν δὲν τὸν περάσουμε. Read more »

1. ΔΕΝ ΕΙΜΑΣΤΕ ΜΟΝΟΙ 2. ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Δεκ 28th, 2012 | filed Filed under: εορτολογιο

1. ΔΕΝ ΕΙΜΑΣΤΕ ΜΟΝΟΙ

Νέο πολ. έτος – Μεσονύκτιο Πρωτοχρονιάς , Τριτη 1-1-1913

Πατήστε εδώ: «ΚΥΡΙΑΚΗ» ΔΕΝ ΕΙΜΑΣΤΕ ΜΟΝΟΙ  φ.1796

_

Βασιλείου τοῦ Μεγάλου

2. ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ

ΣΗΜΕΡΑ πρώτη Ἰανουαρίου δὲν εἶνε, ἀγαπητοί μου, μία ἑορτή· εἶνε τρεῖς ἑορτές. Ἡ μία εἶνε δεσποτική, τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Κατ᾽ αὐτὴν τὸ Θεῖο Βρέφος, ὅ­ταν συμ­πληρώθηκαν ὀκτὼ μέρες, ―κατὰ τὴν Ἰουδαϊ­κὴ παράδοσι, ποὺ ἰσχύει καὶ μέχρι σήμερα στὸ Ἰσραήλ― δέχθηκε τὴν λεγομένη πε­ριτομή, ποὺ ἀντιστοιχεῖ μὲ τὸ δικό μας βάπτισμα. Τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἔλαβε τὸ ὄνομα «Ἰησοῦς» (Λουκ. 2,21), τὸ «ὄνομα τὸ ὑπὲρ πᾶν ὄνομα» (Φιλ. 2,9) ποὺ σημαί­­νει σωτήρ (Ματθ. 1,21), λυτρωτὴς ὁλοκλήρου τοῦ κόσμου. Τὸ ὄνομα αὐτὸ εἶνε τὸ γλυκύτερο καὶ δεσπόζει στὴν παγκό­σμιο ἱστορία. Τὸ ὄνομα αὐτό, ὅποιος τὸ τι­μᾷ καὶ τὸ ἐπικαλεῖται, παρά­δεισο ἔχει στὴν καρ­διά του· ὅποιος τὸ λησμονεῖ, κόλασι ἔχει· καὶ ὅ­ποιος τὸ βλαστημάει, εἶνε ἀν­άξιος νὰ ζῇ. Για­τὶ καὶ οἱ δαίμονες ἀκόμα τὸ φοβοῦνται. «Ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ πᾶν γόνυ κάμψῃ ἐ­πουρανίων καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθονίων, καὶ πᾶσα γλῶσσα ἐξομολογήσηται ὅτι Κύριος Ἰη­σοῦς Χριστὸς εἰς δόξαν Θεοῦ πατρός» (ἔ.ἀ. 2,10-11). Σήμερα ἀκόμα εἶνε καὶ ἑορτὴ ἑνὸς ἐκ­λεκτοῦ δούλου τοῦ Χριστοῦ, τοῦ οἰκουμενικοῦ φωστῆρος τῆς Ἐκκλησίας, τοῦ Μεγάλου Βασι­λείου. Καὶ τρίτον σήμερα εἶνε μιὰ ἑορτὴ ὄχι ἐκ­κλησιαστικὴ ἀλλὰ κοσμική, ἡ πρώτη τοῦ ἔτους. Λέω κοσμική, διότι κατὰ τὴν ὀρθόδοξο παράδο­σι τὸ ἐκκλησιαστικὸ ἔτος ἀρχίζει ὄχι τὴν πρώτη Ἰανουαρίου ἀλλὰ τὴν πρώτη Σεπτεμβρίου.
Τὸ θέμα μας ἐδῶ θὰ εἶνε ὁ Μέγας Βασίλειος.

* * *

Κάθε δέντρο, ἀγαπητοί μου, ἔχει ὁρατὸ καὶ ἀόρατο μέρος. Δέντρο λέμε αὐτὸ ποὺ βλέπου­με· τὸν κορμό, τὰ κλαδιά, τὰ φύλλα, τὰ ἄνθη, τοὺς καρπούς. Ἀλλὰ τὸ σπουδαιότερο μέρος τοῦ δέντρου δὲν εἶνε αὐτὸ ποὺ φαίνεται· εἶ­νε αὐτὸ ποὺ κρύβεται, κι αὐτὸ εἶνε οἱ ῥίζες.
Οἱ ῥίζες εἶνε τὸ πᾶν. Εἶνε ἕνα χημικὸ ἐργοστάσιο, ποὺ μπροστά του τὰ ἐργοστάσια τῶν ἀνθρώπων δὲν εἶνε τίποτα. Θαυμαστὸ φαινό­μενο. Οἱ ῥίζες ὅλων τῶν φυτῶν μοιάζουν· ἀλ­λὰ ἡ μία παίρνει τὸ νερὸ καὶ τὸ κάνει κρασί ―ἔλα νὰ τὸ ἐξηγήσῃς αὐτὸ πῶς γίνεται!―, ἡ ἄλλη παίρνει τὸ ἴδιο νερὸ καὶ τὸ κάνει λεμόνι, ἡ ἄλλη τὸ κάνει πορτοκάλι ἢ ἄλλο φροῦτο, ἡ ἄλλη τὸ κάνει λάδι… Μυστήρια πράγματα, ἀν­εξήγητα μεγαλεῖα. «Τίς Θεὸς μέγας ὡς ὁ Θεὸς ἡμῶν;…» (Ψαλμ. 76,14). Ἡ ῥίζα λοιπὸν στὸ δέντρο εἶνε τὸ πᾶν. Ὅταν ἡ ῥίζα εἶνε γερὴ καὶ τρέφε­­ται μὲ νερὸ καὶ τροφοδοτῆται ἀπὸ τὰ στοιχεῖα τῆς γῆς, τότε τὰ κλαδιὰ εἶνε θαλερά, τὰ φύλ­λα δροσερά, τὰ ἄνθη ὡραῖα, οἱ καρποὶ εὔχυμοι· σάπια ῥίζα ἴσον σάπιο – ἄχρηστο δέντρο.
Τί θέλω νὰ πῶ μ᾽ αὐτό; Κάτι ποὺ εἶπε ὁ Πλά­των. Τί εἶνε ὁ ἄνθρωπος; Δέντρο, ἀλλὰ δέν­τρο οὐράνιο. Τὰ δέντρα τῆς γῆς ἔχουν τὶς ῥίζες τους κάτω, μέσα στὸ ἔδαφος· ὁ ἄνθρωπος ἔχει τὶς ῥίζες του ἐπάνω, ψηλὰ στὸν οὐρανό.
Τὸ ὁρατό μας μέρος εἶνε αὐτὸ ποὺ εἴμαστε τώρα. Ἀλλ᾽ αὐτὸ εἶνε τὸ μικρό. Τὸ μεγάλο εἶνε τὸ ἀόρατο, οἱ ῥίζες τῆς ὑπάρξεώς μας, οἱ πρό­γονοι δηλαδὴ καὶ τὸ οἰκογενειακὸ περι­βάλλον τοῦ κα­θενός· ὁ πατέρας καὶ ἡ μητέρα ἰδίως, ὁ παπποῦς καὶ ἡ γιαγιά, οἱ πρόπαπποι, ὅ­λοι οἱ πρό­γο­νοί μας. Τεραστία σημασία ἔχουν οἱ πρόγονοι. Αὐτοί, καὶ χωρὶς νὰ ζοῦν πλέον, ἐξακολου­θοῦν καὶ μετὰ τὸ θάνατό τους νὰ ἐ­πηρεάζουν τὴ ζωὴ τῶν ἀπογόνων τους. Πρόκειται γιὰ τὸ φαι­νόμενο τῆς λεγομένης κληρο­νομικότητος.
Κάθε ἄνθρωπος ἔχει αὐτὸ τὸ περιβάλλον τῶν οἰ­κείων του. Ὅπως εἶπε ὁ Σωκράτης, καν­­είς δὲν γεννήθηκε ἀπὸ βράχο. Ὅλοι ἔχουμε τὴν οἰ­κογενειακή μας καταγωγή. Καὶ ὁ Μέγας Βασίλειος, ποὺ γεννήθηκε τὸ 330 μ.Χ. στὴ Νε­οκαισάρεια τοῦ Πόντου, βγῆκε καὶ αὐτὸς ἀπὸ κάποιο σπίτι, τὸ ὁποῖο τὸν ἐπηρέ­ασε ἀσφα­λῶς. Ἂς δοῦμε λοιπὸν τὴν οἰκογένειά του, ποὺ ἔ­παιξε σπουδαιότατο ῥόλο στὴ διαμόρφωσι τῆς μεγάλης αὐτῆς προσωπικότητος.
Οἱ παπποῦδες του ἀπὸ μὲν τὴν πλευρὰ τῆς μητέρας ἦ­ταν Χριστιανοὶ μὲ παράσημα μαρτυ­ρίου. Ἀλλὰ καὶ ἀ­πὸ τὴν πλευρὰ τοῦ πατέρα εἶ­χαν ὁμολογήσει τὸν Κύριο κατὰ τὸ δι­ω­γμὸ ἐ­πὶ Μαξιμίνου καὶ εἶχαν ζήσει κρυμμένοι γιὰ ἑ­πτὰ περί­που χρόνια στὰ βουνὰ τοῦ Πόντου, ὅ­που τοὺς ἔτρεφαν μὲ θαυμαστὸ τρόπο ἄγρια θηρία.
Ἡ μητέρα του, ποὺ λεγόταν Ἐμμέλεια, κατα­γόταν ἀπὸ τὴν Καππαδοκία. Ἦταν μία ἀπὸ τὶς σπάνιες γυναῖκες. Ἂν σήμερα ὑπάρχῃ Μέγας Βασίλειος, εἶνε διότι πίσω ἀπὸ αὐτὸν ὑπάρχει ἡ εὐσεβὴς αὐτὴ Χριστιανὴ μητέρα, ποὺ ἦταν κόρη μάρτυρος, γόνος ἐκλεκτῆς οἰκογενείας.
Ὁ πατέρας του, Βα­­σίλειος καὶ αὐτὸς ὀνομα­ζόμενος, ἦταν ἀπὸ τὸν Πόντο. Ἐκλεκτὸς καὶ εὐ­γενὴς ἄνθρωπος, ὑ­πόδειγμα πολίτου, μορφω­μένος καὶ διδάσκαλος τῆς ῥητορικῆς. Ἀπὸ αὐ­τὸν ὁ ἅγιός μας ἔμαθε τὰ πρῶτα γράμματα.
Οἱ γονεῖς του μὲ τὸ μυστή­­ριο τοῦ γάμου ἑ­νώθηκαν σὲ μία ἰδεώδη συζυγία· ἦ­ταν μιὰ ψυ­χὴ σὲ δυὸ σώματα. Ταπεινοί, σώφρο­νες, ἐνάρε­τοι, εὔσπλαχνοι, ἐλεήμονες. Μέσα στὸ σπίτι τους καμμία φιλονικία, καμμία ὕβρις, καμμία βλαστή­μια, καμμία ἀ­πρέπεια. Ἡ ζωή τους ἦ­ταν προσ­ευχή, μελέτη Γραφῆς, νηστεία, λατρεία τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἀ­πὸ τὴν ἁγία αὐτὴ ῥίζα βγῆ­καν δέκα ὡραῖα κλαδιά, μία ἐπιτυχημένη πολύτεκνη οἰκογένεια μὲ δέκα παιδιά, ἐκ τῶν ὁποίων τρία ἔ­γιναν ἐ­πίσκοποι ἢ ἐμόνασαν καὶ πολλὰ ἁγίασαν.
Τὰ ἀδέλφια του. Τὸ πρῶτο παιδὶ ἦταν κορί­τσι καὶ γιὰ τὴ γιαγιά της ὠνομάστηκε Μακρίνα. Πολλὰ ὀφείλει ὁ Μέγας Βασίλειος σ᾽ αὐτήν, ποὺ ἐν τέλει ἔγινε ἡγουμένη σὲ μοναστήρι τοῦ Πόντου. Μέσα στὸ πατρικὸ σπίτι ἡ μεγάλη αὐ­τὴ κόρη ἔπαιξε ση­μαντικὸ ῥόλο γιὰ τὴν ἀ­νατροφὴ τῶν μικρο­τέ­ρων ἀδελφῶν, καὶ αὐτὴ ἦ­ταν ποὺ ὤθη­σε στὸν μοναχικὸ βίο καὶ τὴ μητέ­ρα καὶ πολλὰ ἀπὸ τ᾽ ἀδέλφια της. Ἐκτὸς ἀ­πὸ τὸν ἅ­γιο Βασίλειο, ποὺ ἔγινε ἐπίσκοπος Καισαρεί­ας καὶ διαπρεπὴς οἰκουμενικὸς πα­τὴρ τῆς Ἐκ­κλησίας, ἕνας ἄλλος ἀδελφός, ὁ Ναυκράτιος, ἔγινε στὸ τέλος μοναχός. Ἄλλος ἀ­δελφός, ὁ Γρηγόριος, ἔγινε ἐ­πίσκοπος Νύσσης κ᾽ εἶνε ἕ­νας ἀπὸ τοὺς πιὸ φιλοσο­φικοὺς πατέρας καὶ διδασκάλους. Ἕνας τέταρτος ἀ­δελφὸς ἔγινε κι αὐ­τὸς ἐπίσκοπος· εἶνε ὁ Πέτρος Σεβαστείας. Καὶ τέλος ἕνας ἄλλος ἀ­δελφὸς πέθανε μικρός. Οἰκογένεια ἁγίων.
Ἡ γιαγιά του Μακρίνα, μαθήτρια τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ θαυματουργοῦ, ἦταν σπουδαία γυναίκα καὶ ἄφησε σφραγῖδα στὰ ἐγγόνια της. Ὁ Μέγας Βασίλειος μεγάλωσε, σπούδασε, ἔ­γι­νε γνώστης ὅλων τῶν τότε ἐπιστη­μῶν, ῥήτο­ρας, ἐπιτυχημένος δικηγόρος· καὶ ὅμως, ἐνῷ λησμόνησε καθηγητάς του, γιὰ τὴ γιαγιά του ἔ­λεγε· Ὅ,τι εἶμαι τὸ ὀφειλῶ στὴ γιαγιά μου.
Τέτοιο ἦταν τὸ σπίτι τοῦ Μεγάλου Βασιλείου. Ὅ,τι σκεπτόταν, ἀγαποῦσε καὶ ἤθελε ὁ ἕνας, αὐτὸ σκεπτόταν, ἀγαποῦσε καὶ ἤθελε κι ὁ ἄλλος. Σύμψυχοι, ὑπόδειγμα οἰκογενείας.

* * *

Ἐρωτῶ τώρα, ἀγαπητοί μου· ὑπάρχουν σήμερα τέτοιες οἰκογένειες; Μέχρι πρὶν ἀπὸ ἑ­κατὸ χρόνια ὑπῆρχαν. Θυμᾶμαι τὸ ᾽12, ποὺ ἤ­μουν μικρὸ παιδί, ὅτι ἀπὸ μία οἰκογένεια πέν­τε παιδιὰ πῆγαν στρατιῶτες, ἔφτασαν μέχρι Κα­λὲ – Γκρότο, καὶ τὰ τέσσερα ἔπεσαν ὑπὲρ πίστεως καὶ πατρίδος. Τώρα; Ψηφίστηκε νόμος ὑπὲρ τῶν ἐκτρώσεων. Φοβερὸ πλῆγμα γιὰ τὴν Ἑλλάδα ἡ ὑπογεννητικότης. Σπάνιο πρᾶγμα πλέον ἡ πολύτεκνη οἰκογένεια.
Εἴδαμε καὶ τὴν ἀξία τῆς γιαγιᾶς. Σήμερα ὅ­μως ἐδῶ δὲν τιμᾶται. Κάποια νέα ρωτοῦσε τὸν ὑποψήφιο γαμπρό· Ὑπάρχουν στὸ σπίτι πα­λιὰ ἔπιπλα; κ᾽ ἐννοοῦσε τοὺς γέρους. Τὰ Χρι­στούγεννα πῆγα στὸ γηροκομεῖο, ὅπου ἔ­χουμε εἴ­κοσι γέροντες. Ρώτησα καὶ ἔμαθα, ὅτι κανείς ἀπὸ τὰ παιδιά τους δὲν τοὺς ἐ­πισκέφθηκε! Καὶ ἐνῷ στὴν Ἑλλάδα ἡ γιαγιὰ περιφρονεῖται, στὴ ῾Ρωσία τιμᾶται. Ἂν ὑπάρχουν ἀκόμα ἐκεῖ Χριστιανοί, αὐτὸ ὀφείλεται στὶς γιαγιάδες.
Τί εἶνε σήμερα τὸ σπίτι; Δὲν θὰ τὸ πῶ ἐγώ. Ἀνέθεσα σ᾽ ἕνα εὐλαβέστατο ἐφημέριο, ποὺ γνωρίζει καλὰ τὴν κοινωνία, νὰ κάνῃ εἰσήγησι ἐπὶ τοῦ θέματος σὲ ἱερατικὸ συνέδριο, καὶ κα­τόπιν ἐρεύνης κατέληξε· Ποιά εἶνε ἡ οἰκογέ­νεια σήμερα; Διστάζω νὰ τὸ πῶ, ἀλλὰ πῶς νὰ τὸ κρύψω; Τὸ σπίτι, μὲ τὴν ἀθλία τηλεόρασι, εἶνε πλέον ἀφύλαχτο. Τὸ ἄσυλο κατελύθη. Σήμερα, ὅ­πως καταντήσαμε, σπίτι ἴσον οἶκος ἀ­νοχῆς! Καὶ τὸ ἀ­πέδειξε μὲ στοιχεῖα· μέσ᾽ στὸ σπίτι ἀ­κούγον­ται κάθε εἴδους αἰσχρολογίες καὶ βλαστήμιες· γίνονται ἀσέλγειες καὶ μοιχεῖ­ες, ἐκτρώσεις, ἐγκλήματα· ὁ ἄντρας ἀλλάζῃ γυναῖκα σὰν τὸ πουκάμισό του κ᾽ ἡ γυναίκα ἄν­τρα σὰν τὴ ῥόμπα της… Λείπει ὁ Θεός· κι ὅ­που λείπει ὁ Θεός, ἐκεῖ τὰ πάντα ἐπιτρέπονται.
Ν᾽ ἀπελπιστοῦμε λοιπόν; Ὄχι, ἀδελφοί μου. Δόξα τῷ Θεῷ, ὑπάρχει ἐλπίδα. Ὑπάρχουν ἀ­κό­μα πολλὲς χριστιανικὲς οἰκογένειες, ποὺ βγῆκαν ἀπὸ τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου. Πρὸς αὐτὲς ἐκφράζω σήμερα μὲ συγκίνησι τὴν ἀγά­πη μου. Εἶνε ἄξιοι τιμῆς. Καὶ ἐλπίζω μέσα ἀπὸ τὶς οἰκογένειες αὐτὲς νὰ βγοῦν νέοι Βασίλειοι, νέοι Γρηγόριοι Νύσσης, νέοι Πέτροι, νέοι Ναυκράτιοι, νέες Μακρῖνες, νέοι εὐγενεῖς ἄνδρες καὶ ὑπέροχες γυναῖκες, ποὺ θ᾽ ἀποδείξουν καὶ στὴν πονηρὰ καὶ διεστραμμένη γενεά μας, ὅ­τι ὁ Χριστὸς δὲν εἶνε μῦθος, ἀλλὰ ζῇ καὶ βασι­λεύει εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων· ἀμήν.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν 1-1-1987

Τι εικονιζει η περιτομη

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Δεκ 27th, 2012 | filed Filed under: εορτολογιο

Περιτομή του Kυρίου
1 Iανουαρίου

Τι εικονιζει η περιτομη

ΕΟΡΤΗ, ἀγαπητοί μου, σήμερα. Τριπλῆ ἑορτή. Εἶνε ἡ πρώτη τοῦ πολιτικοῦ ἔτους κατὰ τὸ κοσμικὸ ἑορτολόγιο (κατὰ τὸ ἑορτολόγιο τῆς Ἐκκλησίας πρώτη τοῦ ἔτους εἶνε ἡ 1η Σεπτεμβρίου). Εἶνε δεύτερον ἡ ἑορτὴ τοῦ Μεγάλου Βασιλείου. Καὶ τρίτον καὶ κυριώτερον σήμερα εἶνε ἑορτὴ δεσποτική. Γιατί λέγεται δεσποτική; Διότι ἑορτάζει ὁ Δεσπότης. Ποιός δεσπότης, ἡ ἀφεντιά μου; Ἐμεῖς οἱ ἐπίσκοποι καταχρηστικῶς λεγόμεθα δεσπόται· εμεθα μία σκιὰ ἁπλῶς τῆς ἀπεράντου ἐξουσίας τοῦ Χριστοῦ μας. Ὁ Χριστὸς εἶνε ὁ δεσπότης ὄχι σὲ σχετικὸ ἀλλὰ σὲ ἀπόλυτο βαθμό, ἑκατὸ τοῖς ἑκατὸ δεσπότης· δεσπότης ὄχι μὲ τὴν τυραννικὴ ἀλλὰ μὲ τὴν ἀγαθὴ ἔννοια. Δεσπόζει καὶ ἐξουσιάζει τὸ σύμπαν, εἶνε «ὁ βασιλεὺς τῶν βασιλευόντων καὶ κύριος τῶν κυριευόντων» (Α΄ Τιμ. 6,15), ὁ ἄξων γύρω ἀπὸ τὸν ὁποῖο στρέφονται ὅλα τὰ κτίσματα. Τὸ πιστεύουμε;
Δεσποτικὲς ἑορτὲς εἶνε τὰ Χριστούγεννα, ἡ Ὑπαπαντή, τὰ Θεοφάνεια καὶ ἄλλες. Μεταξὺ αὐτῶν συγκαταλέγεται καὶ ἡ σημερινή, ἡ ἑορτὴ τῆς περιτομῆς τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Τί ἑορτάζουμε;

* * *

Ἡ περιτομὴ στηρίζεται στὸ Μωσαϊκὸ νόμο, εἶνε ἔθιμο τῶν Ἑβραίων. Σ᾿ αὐτούς, ὅταν τὸ ἀρσενικὸ παιδὶ γινόταν ὀκτὼ ἡμερῶν, ἐτελεῖτο στὴ συναγωγὴ μία οἰκογενειακὴ ἑορτή. Ἐν μέσῳ ὕμνων καὶ δοξολογίας πρὸς τὸν Θεό, ὁ πατέρας ἢ κάποιος εἰδικὸς ἔπαιρνε ἕνα μαχαίρι ὄχι ἀπὸ σίδερο ἀλλ᾿ ἀπὸ πέτρα ―αὐτὰ χρησιμοποιοῦσαν τότε καὶ ἀνευρίσκονται τέτοια μέσα σὲ τάφους τῶν ἀρχαίων― καὶ ἔκοβε ἕνα ἄκρο. Τί ἔκοβε; Δυσκολεύομαι νὰ ἐκφρασθῶ, διότι ἡ περιτομὴ ἀναφέρεται στὰ ἀφροδίσια, στὸ γεννητικὸ σύστημα τοῦ ἀνδρός. Μιλώντας λοιπὸν εὐπρεπῶς λέμε, ὅτι μὲ τὴν περιτομὴ ἔκοβαν τὸ ἄκρο τοῦ δέρματος ποὺ σκεπάζει τὸ ἀνδρικὸ μορίο, τὴν βάλανο. Αὐτὴ ἦταν ἡ συνήθεια τῶν Ἑβραίων. Κ᾿ ἐνῷ πέρασαν τέσσερις χιλιάδες χρόνια ἀφ᾿ ὅτου ὁ Θεὸς θέσπισε τὴν περιτομή, μέχρι σήμερα ὅλοι οἱ Ἑβραῖοι περιτέμνονται· ὅπως ἐμεῖς βαπτιζόμεθα, ἔτσι αὐτοὶ περιτέμνονται. Καὶ ὄχι μόνο οἱ Ἑβραῖοι, ἀλλὰ καὶ ὅλοι οἱ μουσουλμᾶνοι ποὺ πιστεύουν στὸ Κοράνιο ἔχουν τὴν περιτομή.
Περιετμήθη λοιπὸν ὁ Κύριος. Ἀλλὰ γεννᾶται ἡ ἀπορία· Καλά, οἱ Ἑβραῖοι περιτέμνοντο ὡς ἁμαρτωλὰ τέκνα τοῦ Ἀδὰμ καὶ τῆς Εὔας· ὁ Χριστός, ὁ ἀναμάρτητος, γιατί περιετμήθη;
Ἀπαντῶ συντόμως. Γιὰ τρεῖς λόγους.
Ὁ πρῶτος λόγος. Ἡ περιτομὴ εἶνε μιὰ ἀπάντησι σὲ αἱρετικούς. Παρουσιάστηκαν οἱ λεγόμενοι δοκῆται, ποὺ ἔλεγαν, ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν ἔγινε πραγματικὰ ἄνθρωπος, ἀλλὰ ἡ ἀνθρωπίνη φύσις του ἦταν μία φαντασία. Ἡ αἵρεσι δηλαδὴ αὐτή, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸν ἀρειανισμό, ἠρνεῖτο τὴν ἀνθρωπίνη φύσι τοῦ Χριστοῦ. Ἀλλ᾿ ἐὰν ὁ Χριστὸς δὲν εἶχε πραγματικὸ ἀνθρώπινο σῶμα, τότε πῶς ἔγινε ἡ περιτομή; Εἶνε λοιπὸν μία ἀπάντησις ὅτι πράγματι ὁ Χριστὸς «μορφὴν ἀναλλοιώτως ἀνθρωπίνην προσέλαβε», ὅπως ψάλλει τὸ ἀπολυτίκιο σήμερα.
Δεύτερον, ὁ Χριστὸς δέχθηκε τὴν περιτομὴ ὅπως δέχθηκε καὶ τὸ βάπτισμα. Βαπτίσθηκε ὄχι ὡς ἁμαρτωλός, ἀλλὰ γιὰ νὰ εἶνε, ὡς ἄνθρωπος, ὑπόδειγμα ὑπακοῆς καὶ συμμορφώσεως μὲ τὸ νόμο τῆς παλαιᾶς διαθήκης. Εἶνε ὑπόδειγμα ὑπακοῆς καὶ πειθαρχίας στὸν θεῖο νόμο.
Τρίτον, ἡ περιτομὴ εἶνε μία σκιά, μία προτύπωσις, μία εἰκόνα πραγμάτων καὶ καταστάσεων, ποὺ θὰ συνέβαιναν στὴν καινὴ διαθήκη. Μπαίνω τώρα στὸ σπουδαιότερο μέρος τῆς ὁμιλίας, καὶ θὰ προσπαθήσω νὰ παρουσιάσω ὅσο μπορῶ πιὸ κατανοητὰ τὶς βαθειὲς ἔννοιες ποὺ περικλείει ἡ μεγάλη αὐτὴ ἑορτή.
ϗ Ἂν ἀνοίξουμε ἕνα λεξικὸ τῆς ἑλληνικῆς γλώσσης ―ποὺ κοντεύουμε νὰ τὴ λησμονήσουμε καὶ σὲ λίγο, ἀφοῦ ἐδῶ τὴ θάψαμε, θὰ τρέχουμε στὸ ἐξωτερικὸ νὰ τὴ μάθουμε―, θὰ δοῦμε ὅτι περιτομὴ σημαίνει κυκλικὸ κόψιμο. Ἀπὸ τὴν ἄποψι αὐτὴ ἡ περιτομὴ εἰκονίζει τὴν περικοπὴ τοῦ περιττοῦ. Θέλετε παραδείγματα; Ὑπάρχει ἡ ἐσφαλμένη ἀντίληψις, ὅτι ὅσο περισσότερα καταναλώνει κάποιος τόσο πιὸ προωδευμένος εἶνε. Καὶ στὴν καταναλωτικὴ ἐποχή μας ὑπάρχουν πολλὰ περιττά. Νά τὸ τσιγάρο. Περιττὸ πρᾶγμα· καὶ ὄχι μόνο περιττό, ἀλλὰ καὶ βλαβερό. Πῶς μπορεῖ κανεὶς νὰ τὸ περικόψῃ; Στὴν Ἀγγλία ἡ Θάτσερ διέταξε, ἐπάνω στὰ πακέττα τοῦ καπνοῦ νὰ ζωγραφίζεται καρκίνος, σὰ νὰ σοῦ λέῃ· Κάπνισε, ἐλεύθερος εἶσαι· ἀλλὰ νὰ ξέρῃς, ὅτι μία σοβαρὰ αἰτία τοῦ καρκίνου εἶνε αὐτό. Καὶ ὅμως πολλοὶ τὸ ἔχουν ὡς ἀπαραίτητο, καὶ καμαρώνουν μὲ τὸ τσιγάρο στὸ στόμα. Τὸ κόψιμο τοῦ τσιγάρου εἶνε μιὰ περιτομὴ στὴν προσωπικὴ ζωή. Ἐμπρός λοιπόν, κουράγιο, κόψε τὸ τσιγάρο! Ἄλλο παράδειγμα. Δὲν ἀναμειγνύομαι στὰ πολιτικά, ἀλλ᾿ ἐὰν μποροῦσε ἡ περιτομὴ νὰ μπῇ λ.χ. στὸ ὑπουργεῖο τῶν οἰκονομικῶν, νὰ πάρῃ ψαλίδα ὁ ὑπουργὸς καὶ νὰ κάνῃ περικοπές, ὤ τί θὰ γινόταν! Κινδυνεύουμε νὰ γίνουμε ἀπέραντο τεμπελοχανεῖο. Κι ὁ Ὄλυμπος νὰ ἦταν χρυσός, θὰ τὸν τρώγαμε. Εἶνε ἀνάγκη στὴν δημοσία ζωὴ νὰ περικοποῦν δαπάνες καὶ σπατάλες. Θὰ ἐξοικονομηθοῦν δισεκατομμύρια.
ϗ Ἡ περιτομὴ εἰκονίζει τὴν περικοπὴ τῶν περιττῶν. Τί ἄλλο; Γιὰ τὰ παιδιὰ τῶν Ἑβραίων, ποὺ τὴν ὑφίσταντο, ἦτο μιὰ ἐγχείρησις, στὴν ὁποία πονοῦσαν καὶ ἔκλαιγαν, ὅπως σήμερα τὰ δικά μας βρέφη κλαῖνε ὅταν τὸ βουτᾶμε στὸ νερὸ τῆς κολυμβήθρας. Σύμβολο λοιπὸν τοῦ πόνου τῆς ζωῆς ἡ περιτομή. Ὅλη ἡ ζωὴ εἶνε πόνος. Ὅπως εἶπε ὁ Ἰώβ, τὰ πουλιὰ γεννήθηκαν γιὰ νὰ πετοῦν στὸν ἀέρα κ᾿ ἐμεῖς γεννηθήκαμε γιὰ τὸν κόπο καὶ τὸν πόνο (βλ. Ἰὼβ 5,7).
ϗ Ἡ περιτομὴ λοιπὸν συμβολίζει τὴν περικοπὴ τοῦ περιττοῦ καὶ τὸν πόνο τῆς ζωῆς μας. Ἀλλὰ στὴν περιτομὴ τὸ μικρὸ παιδὶ ἔχανε αἷμα ἀπὸ τὴν τομή, ποὺ ἄνοιγε ἡ πέτρινη μάχαιρα. Ὑπῆρξαν μάλιστα καὶ περιπτώσεις ποὺ παιδάκια πέθαναν ἀπ᾿ τὴν αἱμορραγία. Ἔτσι ἡ περιτομὴ εἶνε καὶ σύμβολο τοῦ αἵματος. Χωρὶς θυσία δὲ γίνεται τίποτε. Ἡ περιτομὴ συμβολίζει τὸ αἷμα ποὺ χύθηκε γιὰ τὰ μεγάλα καὶ ὑψηλά. Καὶ δὲν ὑπάρχει τίποτε μεγαλύτερο καὶ ὑψηλότερο ἀπὸ τὴν ἀλήθεια τῆς πίστεώς μας, γιὰ τὴν ὁποία μαρτύρησε ὁ Χριστός. Τὸ αἷμα, ποὺ ἔχυσε κατὰ τὴν περιτομή, ἦταν προοίμιο τῆς μεγάλης καὶ ὑπερόχου θυσίας ποὺ προσέφερε στὸ Γολγοθᾶ· ἐκεῖ, ἐπάνω στὸ σταυρό, ἄνοιξε τὶς φλέβες του καὶ προσέφερε ὄχι πλέον σταγόνες ἀλλὰ ὅλο τὸ τίμιον αἷμα του γιὰ τὴ σωτηρία μας. Εἶνε τὸ αἷμα ποὺ προσφέρεται κατὰ τὴν θεία λειτουργία, τὴν ἀναίμακτο θυσία του, καὶ ἀκοῦμε «Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες…».
ϗ Ἡ περιτομή, τέλος, εἶνε τύπος τοῦ ἁγίου βαπτίσματος, τὸ ὁποῖο στὸ ἑξῆς πῆρε τὴ θέσι της καὶ τὴν ἀντικατέστησε.

* * *

Τέτοια νοήματα ἔχει, ἀγαπητοί μου, ἡ περιτομὴ τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἑορτάζουμε σήμερα. Θὰ κλείσω μὲ τὸ ἑξῆς. Ὅπως ὅταν βαπτίζεται τὸ παιδάκι στὴν Ἐκκλησία μας παίρνει ὄνομα καὶ μ᾿ αὐτὸ εἶνε πλέον γνωστὸ στὸν κόσμο, ἔτσι καὶ τὰ Ἑβραιόπουλα τὴν ἡμέρα τῆς περιτομῆς ἔπαιρναν ὄνομα. Καὶ τὸ Θεῖο βρέφος τὴν ἡμέρα τῆς περιτομῆς ἔλαβε ὄνομα, καθωρισμένο ἤδη δι᾿ ἀγγέλου κατ᾿ ἐντολὴν τοῦ οὐρανοῦ. Εἶνε τὸ «ὄνομα τὸ ὑπὲρ πᾶν ὄνομα» (Φιλ. 2,9), τὸ ὄνομα «Ἰησοῦς» (Λουκ. 2,21). Τί σημαίνει Ἰησοῦς; Εἶνε ἑβραϊκὴ λέξις καὶ σημαίνει «σωτήρ». Ἀπὸ τὴν ἀρχαιότητα παρουσιάστηκαν ―μετρῆστε― ἑκατὸν πενηντατρεῖς (153) ποὺ πῆραν τὸ ὄνομα «σωτήρ». Ἦταν δυνάστες, τύραννοι, κακοῦργοι, ἀπαίσια τέρατα, ποὺ βύθισαν στὸ αἷμα τὸν κόσμο· ψευδεῖς σωτῆρες. Ὁ Χριστὸς εἶνε ὁ Σωτὴρ ὑπὸ τὴν ἀληθῆ καὶ ἀπόλυτον ἔννοια. Αὐτὸ ἀποδεικνύουν τὰ πράγματα· ἡ ἐπίδρασί του στὴν παγκόσμιο ἱστορία, τὰ ἑκατομμύρια τῶν σεσωσμένων. Εἶνε ὄντως Σωτήρας.
Ἀλλὰ προσοχή· δὲν ἀρκεῖ νὰ λέμε ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε Σωτήρας τοῦ κόσμου· πρέπει νὰ γίνῃ καὶ προσωπικὰ δικός μας Σωτήρας. Ὅπως ὁ ἄρρωστος λέει «ὁ γιατρός μου», ἔτσι ἐμεῖς νὰ λέμε γιὰ τὸ Χριστὸ «ὁ Σωτήρας μου»; Καὶ θὰ εἶνε Σωτήρας μας, ἐὰν τὸν πιστέψουμε, ἐὰν ἀποφασίσουμε νὰ πᾶμε στὴν ἱερὰ ἐξομολόγησι. Οἱ περισσότεροι δὲν ἔχουν ἐξομολογηθῆ ποτέ· οὔτ᾿ ἕνα δάκρυ δὲν ἔχυσαν γιὰ τὶς ἁμαρτίες τους. Δὲν ἐξωμολογήθηκες, δὲν ἔκλαψες, δὲν ζήτησες σωτηρία; Τότε ὁ Χριστὸς εἶνε Σωτὴρ τοῦ κόσμου ―καὶ οἱ δαίμονες ἀκόμα τὸ ὁμολογοῦν―, ἀλλὰ δικός σου Σωτὴρ δὲν εἶνε. Πρέπει νὰ γίνῃ Σωτήρ «σου» καὶ Σωτήρ «μου». Διότι μέσ᾿ στοὺς χίλιους ἕνας εἶνε πραγματικὸς Χριστιανός. Οἱ ἄλλοι εἶνε ψευδοχριστιανοί, μακριὰ ἀπὸ τὰ μυστήρια, χωρὶς οὐσιαστικὴ σχέσι μὲ τὴν Ἐκκλησία, τὴν ὁποία θυμοῦνται μόνο στὶς μεγάλες ἑορτές.
Συνδεδεμένος λοιπόν, ἀγαπητέ, μὲ τὸ Χριστό, νὰ μπορῇς νὰ πῇς· Δὲν ἔχω ἀνάγκη ἀπὸ μαρτυρία ἄλλων· μοῦ ἀρκεῖ ἡ δική μου πεῖρα, ὅτι ὄντως ὁ Χριστὸς εἶνε Σωτήρ μου. Αὐτῷ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος εἰς αἰῶνας αἰώνων· ἀμήν.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

(Ομιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνο Καντιώτη, στον ἱερό ναὸ του Ἁγίου Παντελεήμονος Φλωρίνης 1-1-1986)