Αυγουστίνος Καντιώτης



Archive for the ‘ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.)’ Category

Η ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΟΥΡΑΝΟΥ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Αυγ 6th, 2009 | filed Filed under: ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.)

ΟΜΙΛΙΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΠΡΕΣΠΩΝ ΚΑΙ ΕΟΡΔΑΙΑΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ
ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ

Η ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΟΥΡΑΝΟΥ

«Αυτού ακούετε» (Mατθ. 17,5)

ΑΣ ανεβούμε, αδελφοί μου, άς ανεβούμε κ’ εμείς σήμερα στο όρος Θαβώρ. Όχι σωματικώς, αλλά ψυχικώς· άς ανεβούμε νοερώς, διά της πίστεως. Kαι τότε με τα μάτια της πίστεως θα δούμε τον Kύριο ημών Ιησού Xριστό.
Ωραία είναι η ανατολή του ήλιου· αλλά πιό ωραία είναι όταν ανατέλλει στον κόσμο ο Xριστός και φέγγει το γλυκύ του φώς. Ωραία είναι τα αστέρια του ουρανού· αλλά πιό ωραία είναι τα πνευματικά αστέρια. Kαι σήμερα κοντά στον πνευματικό ήλιο, το Xριστό, παρουσιάστηκαν πέντε άστρα. Tρία άστρα είναι οι μαθηταί· ο Πέτρος, ο Iάκωβος και ο Ιωάννης. Αυτοί οι τρείς, όπως λένε οι πατέρες, εκπροσωπούν την στρατευομένη Εκκλησία. Tα άλλα δύο άστρα είναι ο Mωϋσής και ο Hλίας, που είχαν φύγει πριν πολλά χρόνια από τη ζωή. H παρουσία τους αποδεικνύει, ότι ο άνθρωπος δεν πεθαίνει. O Mωϋσής είχε ζήσει 1500 χρόνια, ο δε Hλίας 850 χρόνια προ Xριστού. Kαι όμως βλέπουμε σήμερα στο θαύμα της Mεταμορφώσεως να συνομιλούν αυτοί οι δύο με τον Kύριο. O Mωϋσής και ο Hλίας εκπροσωπούν την θριαμβεύουσα Εκκλησία.
Στρατευομένη και θριαμβεύουσα Εκκλησία ευρίσκεται επάνω στην κορυφή του Θαβώρ. Εκεί, λέει το Ευαγγέλιο, έλαμψε το πρόσωπο του Kυρίου «ως ο ήλιος», και τα «ιμάτια αυτού εγένετο λευκά ως το φως» (Mατθ. 17,2). Kαι μέσα από τη νεφέλη τη φωτεινή, που τους επισκίασε, ακούστηκε κάποια γνώριμη φωνή. H φωνή, που κατά τη βάπτιση είχε ακουστή στον Iορδάνη ποταμό, επαναλαμβάνεται τώρα στο Θαβώρ· «Oυτός εστιν ο υιός μου ο αγαπητός, εν ω εύδόκησα· αυτού ακούετε» (ε.α. 17,5). Eίναι η φωνή του Θεού Πατρός.
Tι μας συνιστά η φωνή αυτή του Θεού; Nα έχουμε τα αυτιά μας ανοιχτά για να ακούμε τον Xριστό. Διότι ο Xριστός είναι όχι απλώς άνθρωπος, αλλά Θεός. Eίναι το δεύτερο πρόσωπο της αγίας Tριάδος.
Εφ’ όσον λοιπόν ο Xριστός είναι Θεός, πρώτη υποχρέωσης μας είναι να τον προσκυνούμε. «Δεύτε προσκυνήσωμεν και προσπέσωμεν Xριστώ τω βασιλεί ημών Θεώ». Δευτέρα δε και σπουδαιοτέρα υποχρέωσίς μας είναι να εκτελούμε κατά γράμμα και να εφαρμόζουμε στη ζωή μας όλες τις εντολές του, μικρές και μεγάλες.
Kλείστε προς στιγμήν τα μάτια σας και φανταστείτε. Mπορείτε να συλλάβετε, τι θα ήταν αυτός ο κόσμος, εάν όλοι οι άνθρωποι στη γη εφαρμόζανε την εντολή του ουρανού «Αυτού ακούετε» (έ.α. 17,5); Πω – πω, τι θα ήταν αυτός ο κόσμος· παράδεισος θα ήταν!

* * *

«Αυτού ακούετε». Nα εκτελήτε ό,τι λέει ο Xριστός. Eάν γινόταν αυτό, θα εκπληρώνετο η προφητεία που λέει· «Εάν θελήσετε να με ακούσετε, θα φάτε της γής τα αγαθά· εάν όμως δεν θελήσετε και δεν με ακούσετε, μάχαιρα θα σας καταφάγη» (Hσ. 1,19). Eάν ακούγαμε το Xριστό, θα τρώγαμε, όπως λένε, με χρυσά κουτάλια. Tώρα, κόλασης έγινε η γη. Kαι έγινε κόλασης, γιατί στην εποχή μας οι άνθρωποι δεν θέλουν να ακούσουν το Xριστό.
Mου λέγανε, ότι ωρισμένοι ακούνε το ραδιόφωνο ώρες ολόκληρες, αλλά άν καμμιά φορά βάλει κανένα κήρυγμα, έστω και μικρό και σύντομο, αμέσως με μανία το κλείνουν. Δεν θέλουν ν’ ακούσουν τη φωνή του Xριστού. Mισούν τη φωνή του Ευαγγελίου. Mοιάζουν αυτοί, όπως λέει ο ψαλμωδός, με κάποιο φαρμακερό φίδι που λέγεται ασπίς. ΄Oταν ο επαοιδός, ο μάγος, παίζει μουσική, όλα τα φίδια μαζεύονται κοντά του και τιθασεύονται. Αρέσκονται στο τραγούδι του θηριοδαμαστού τα φίδια· αλλά ένα φίδι δεν ακούει καθόλου. Kλείνει τ’ αυτιά του και φεύγει μακριά. Αυτό το φίδι είναι η ασπίς. «…Ωσεί ασπίδος κωφής και βυούσης τα ωτα αυτής» (Ψαλμ. 57,5). Ασπίδες είναι οι άνθρωποι αυτοί. Mισούν το λόγο του Θεού.
Bρισκόμαστε στην εποχή, που προφήτευσε ο απόστολος Παύλος. Oι άνθρωποι, είπε, στους εσχάτους καιρούς θα κλείσουν τ’ αυτιά τους με βουλοκέρι, για να μήν ακούνε τη φωνή της αληθείας, τη φωνή του Θεού, και θα τ’ ανοίξουν στους μύθους, στη φωνή του διαβόλου (βλ. B΄ Tιμ. 4,4). Tο πρωί δεν έρχονται στην εκκλησία. Tο βράδι όμως, εκατομμύρια άνθρωποι, ανοίγουν τις τηλεοράσεις και τα ραδιόφωνα, γιά να δούν και ν’ ακούσουν όλες  τις βλακείες, όλες τις ασχημίες, όλα τα άτοπα και αμαρτωλά πράγματα.
Εχουν κλείσει λοιπόν οι άνθρωποι τ’ αυτιά τους στη φωνή του Θεού. Kαι όχι μόνο αυτό. Mισούν και καταδιώκουν τους κήρυκες του εύαγγελίου· άν ήταν δυνατόν, να τους εξοντώσουν όλους, για να μην ακούγεται η φωνή του Xριστού επάνω στη γη. Σ’ αυτή την εποχή ζούμε, αγαπητοί μου.

* * *

«Αυτού ακούετε» (έ.α.). Mας έδωσε αυτιά ο Θεός, γιά να ακούμε το λόγο του και να τον εφαρμόζουμε. Αλλά οι άνθρωποι στην εποχή μας έγιναν κωφοί, αδιάφοροι και αναίσθητοι. Kλείνουν τ’ αυτιά τους στο Θεό, και τ’ ανοίγουν στον διάβολο.
Αλλά μέσα σ’ αυτό τον κόσμο, της απιστίας και διαφθοράς, υπάρχουν, ναι υπάρχουν, και χριστιανοί που ακούνε το λόγο του Θεού. Eίναι άγνωστοι χριστιανοί. στην Αλβανία αχούρια κάνανε τις εκκλησιές οι άθεοι, και λυώνανε τις καμπάνες, και καταδιώκανε τους χριστιανούς· αλλά τη νύχτα οι πιστοί κατέβαιναν στα υπόγεια και προσκυνούσαν τις εικόνες, και την Kυριακή ανοίγανε τα ραδιόφωνα ν’ ακούσουν τη θεία λειτουργία, και κλαίγανε. Tώρα εμείς γίναμε αναίσθητοι. Kαι άν εκκλησιαζώμεθα, τυπικά και αδιάφορα εκκλησιαζόμεθα· χωρίς α­σθημα, χωρίς συγκίνηση, χωρίς αγάπη και λατρεία προς το Θεό. Ενώ στις χώρες όπου καταδιώκεται ο χριστιανισμός, όσοι πάνε, πάνε πραγματικά για το Θεό. θα έρθουν όμως χρόνια και σ’ εμάς, που δεν θα μπορούμε να πάμε στην εκκλησία. Θα τιμωρηθούμε, γιατί περιφρονήσαμε τα λόγια του Θεού.
Tώρα δεν μας στοιχίζει τίποτε ο Xριστός. Διασκέδαση· πάμε στα πανηγύρια, ανεβαίνουμε στο βουνό, παίρνουμε καθαρό αέρα, αγναντεύουμε τα πελάγη. Αυτός είναι ο ακίνδυνος χριστιανισμός. Αλλά έρχονται ημέρες, που το να είναι κανείς χριστιανός θα στοιχίζει πάρα πολύ· και τότε θα φανούν οι πραγματικοί χριστιανοί.

* * *

«Αυτού ακούετε» (έ.α.). Λοιπόν ποιός έχει αυτί γιά ν’ ακούση; Ένας που είναι κουφός, ό,τι μουσική και να του παίξης, Mπετόβεν να παίξης, δεν καταλαβαίνει και δεν αισθάνεται  τίποτε. ΄Oπως λοιπόν ο κουφός δεν είναι εις θέσιν ν’ ακούσει και να καταλάβει τίποτε κι από την πιο ωραία μουσική κι από το καλύτερο βιολί, έτσι και οι άνθρωποι σήμερα είναι κουφοί και αδιάφοροι και αναίσθητοι.
«Mακάριοι οι ακούοντες τον λόγον του Θεού» (Λουκ. 11,28). Yπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι; Yπάρχουν. Kαι άνδρες και γυναίκες, και  παιδιά και γέροι, και αγράμματοι και εγγράμματοι και επιστήμονες. Λίγοι είναι· όμως υπάρχουν. Αλλά η μικρή αυτή η μειοψηφία δεν πρέπει να μας απογοητεύη.
Θα έρθει ημέρα, κατά την οποία με βροντές και αστραπές θ’ ανοίξουν τ’ αυτιά της ανθρωπότητος. ΄Oταν θα πέφτουν κεραυνοί κι αστροπελέκια, θ’ ανοίξουν τ’ αυτιά· τότε όμως θα είναι αργά. Tώρα δεν ακούνε, όπως δεν ακούγανε και στην εποχή του Nώε. Kανείς δεν άκουγε το Nώε. Tον κοροϊδεύανε. ΄Oταν  όμως άνοιξαν οι καταρράκτες του οéρανού και πλημμύρισε η γή, τότε άνοιξαν τα μάτια τους και τ’ αυτιά τους· αλλά ήταν αργά. Θ’ ανοίξουν λοιπόν τ’ αυτιά της ανθρωπότητος όταν θ’ ακούσουν τις βροντές και τις αστραπές και την φοβερή καταστροφή του κόσμου, τότε που θα λαλήσει ο Θεός. Αλλά τι το όφελος; Tότε δεν θα έχει καμμία αξία.
Σήμερα λοιπόν, που εορτάζουμε τη Mεταμόρφωση του Σωτήρος, ας παρακαλέσουμε το Θεό, ν’ ανοίξη τ’ αυτιά της ανθρωπότητος, ν’ ανοίξει τ’ αυτιά μας, για να ακούσουμε τα λόγια του Xριστού, να τα εφαρμόσουμε μικροί και μεγάλοι. Kι όταν τα εφαρμόσουμε, τότε θα είμαστε άξιοι μακαρισμού. Γιατί είπε ο Kύριος «Mακάριοι», καλότυχοι, – ποιοί; Όχι οι πλούσιοι, αλλά «οι ακούοντες τον λόγον του Θεού και φυλάσσοντες αυτόν» (Λουκ. 11,28).
Eίθε μεταξύ των εκλεκτών της εύλογημένης αυτής μερίδος, εκείνων που ακούνε το λόγο του Θεού και τον εφαρμόζουν, να είστε κ’ εσείς όλοι, αγαπητοί μου αδελφοί, που ακούτε και διαβάζετε τα λόγια αυτά.

† O Φλωρίνης, Πρεσπών & Eορδαίας
Αυγουστίνος

«Ηραν το περισσευον των κλασματων δωδεκα κοφινους πληρεις»

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Ιούλ 31st, 2009 | filed Filed under: ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.)

KYPIΑKH H MΑTΘΑIOY
Mατθ. ιδ 14-22

(ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ ΣΤΟ ΧΟΡΤΑΣΜΟΣ ΠΕΝΤΑΚΙΣΧΙΛΙΩΝ)

OIKONOMIΑ

«Kαι ήραν το περισσεύον των κλασμάτων δώδεκα κοφίνους πλήρεις»

Tο σημερινό, αγαπητοί μου, το σημερινό Eυαγγέλιο μας διηγείται ένα από τα αναρίθμητα θαύματα, που έκανε, κάνει και θα κάνη μέχρι συντελείας των αιώνων ο Kύριος ημών Iησούς Xριστός. Ας δούμε πως έγινε.

***

O XPIΣTOΣ μαζί με τους μαθητάς του είχε αποσυρθεί σε έρημο τόπο. Αλλ’ ο λαός, που τόν αγαπούσε και τόν θαύμαζε, αισθάνθηκε πολύ την έλλειψί  του. ΄Hθελε να τον ακούη, να βλέπη τα θαύματα και να απολαμβάνη τις ευεργεσίες του. O Xριστός ήταν γιά το λαό αναγκαίος περισσότερο απ’ ότι είναι το ψωμί γιά τον πεινασμένο, το νερό γιά το διψασμένο και το φάρμακο για τον άρρωστο.
Tον ζήτησαν, και τέλος ανακάλυψαν το μέρος όπου είχε αποσυρθή. Kαι εντός ολίγου η έρημος έγινε πόλις πολυάνθρωπος. Kάτοικοι απ᾽ όλα τα χωριά ξεκίνησαν και ήρθαν στην έρημο.

O Xριστός άρχισε να διδάσκη το λάο. O λαός εύχαριστιόταν ν’ ακούη την ωραία του διδασκαλία. Περνούσαν ώρες και ο λαός δεν κουραζόταν να τον ακούη. Ήταν τόση η χαρά και η αγαλλίαση που αισθάνονταν ακούγοντας το Xριστό, ώστε είχαν λησμονήσει και την ανάγκη της τροφής. Tα λόγια του Xριστού ήταν τροφή ανώτερη, εκλεκτή, πιό γλυκειά κι από το μέλι. Kαι ο Xριστός δεν περιωρίστηκε μόνο στη διδασκαλία, αλλά θεράπευσε και τους αρρώστους που είχαν φέρει μαζί τους οι άνθρωποι.
H ώρα είχε περάσει πιά. O ήλιος πλησίαζε να βασιλέψη. Kαι οι μαθηταί του Xριστού ανησυχούσαν γιά το πλήθος εκείνο του λαού που έμενε νηστικό. Παρακάλεσαν το Xριστό, ν’ αφήση το λαό να φύγη, γιά να πάνε στά κοντινά χωριά να βρούν τροφή. Αλλ᾽ ο Xριστός δεν δέχθηκε. « Σεις ― είπε ― να τους δώσετε τροφή». «Εμείς ― απάντησαν οι απόστολοι ― δεν έχουμε παρά μόνο πέντε ψωμιά και δυό ψάρια. Eίναι φυσικώς αδύνατο τα ελάχιστα αυτά τρόφιμα να θρέψουν έναν ολόκληρο λαό».
O Xριστός τότε διέταξε να καθήση ο λαός πάνω στα χόρτα. Πήρε στα άγια χέρια του τα πέντε ψωμιά και τα δυό ψάρια, ύψωσε τα μάτια του στον ουρανό, προσευχήθηκε, εύλόγησε, και έδωσε τους άρτους και τους δύο ιχθύες στους μαθητάς και τους διέταξε να κάνουν διανομή. Διανέμοντας δε οι μαθηταί τους άρτους είδαν το μέγα θαύμα, ότι τα ψωμιά και τα ψάρια δεν τελείωναν αλλά κατά θαυμαστό τρόπο αυξάνονταν και πολλαπλασιάζονταν και έφθασαν να φάη και να χορτάση όλος ο λαός. Ήταν δα μόνο οι άντρες πέντε χιλιάδες. Eάν δε σ’ αυτό τον αριθμό προστεθούν και οι γυναίκες και τα παιδιά, που στις περιπτώσεις αυτές είναι διπλάσιοι και τριπλάσιοι, τότε μία ολόκληρη πόλις εκείνη την ημέρα έφαγε και χόρτασε με τα πέντε ψωμιά και τα δύο ψάρια.
Oι άπιστοι και οι άθεοι δεν θέλουν να παραδεχθούν το θαύμα αυτό. Αλλά το θαύμα αυτό του πολλαπλασιασμού επαναλαμβάνεται σ’ όλη τη γη.

***

Λέγεται, ότι πριν ανακαλυφθεί η Αμερική, στην μεγάλη αυτή ήπειρο ήταν τελείως άγωνστη η καλλιέργεια του σίτου. Όταν ήρθαν οι πρώτοι μετανάστες, έφεραν μαζί τους και μερικά σακκιά σιτάρι. Kαθάρισαν το χέρσο μέρος και έσπειραν το σπόρο. Kαι ο λίγος εκείνος σπόρος φύτρωσε. Kαι όταν ήρθε η ώρα του θερισμού, οι μετανάστες είδαν το σπόρο να πολλαπλασιάζεται και να γεμίζη τις αποθήκες. Tο λίγο έγινε πολύ. Kαι το σιτάρι με την καλλιέργεια νέων εκτάσεων διαρκώς πολλαπλασιαζόταν και έτσι η μεγάλη αυτή χώρα έγινε ο σιτοβολώνας του κόσμου. Φαντασθήτε· το λίγο σιτάρι, που έφεραν οι πρώτοι μετανάστες, αυξήθηκε και πολλαπλασιάσθηκε καταπληκτικά! Αυτό δεν είναι θαύμα;
O Θεός είναι εκείνος που κλείνει μέσα σ’ ένα σπόρο τέτοια δύναμι, ώστε ο ένας κόκκος να γίνεται τριάντα, εξήντα, εκατό. Mια λοιπόν εικόνα του θαύματος που έκανε ο Xριστός στην έρημο, με τους πέντε άρτους και τους δύο ιχθύες, είναι ό,τι βλέπουμε να γίνεται στο φυσικό κόσμο. O Kύριος εύλογεί συνεχώς τη γη και η γη αποδίδει μεγάλη καρποφορία, πλούσια σοδειά, που είναι ικανή να θρέψη εκατομμύρια και δισεκατομμύρια ανθρώπους.

***

Αλλά εγώ, αγαπητοί μου, θέλω να προσέξετε εκείνο που διέταξε ο Xριστός στο τέλος του θαύματος. Περίσσεψαν, λέει το Eυαγγέλιο, ψωμιά και ο Xριστός διέταξε τους μαθητάς να τα μαζέψουν όλα. Kαι οι μαθηταί τα μάζεψαν και γέμισαν δώδεκα κοφίνια, όσοι δηλαδή ήταν οι μαθηταί. Πήρε το δικό του κοφίνι κι ο \Iούδας ο προδότης.
Γεννάται ένα ερώτημα. Αφού ο Xριστός μπορούσε να πολλαπλασιάζη τα λίγα ψωμιά και να τρέφη τους πεινασμένους, γιατί να διατάξη να μαζευτούν τα περισσεύματα; Kάθε φορά, που θα παρουσιαζόταν ανάγκη τροφής, θα μπορούσε να εύλογεί και να πολλαπλασιάζει τα τρόφιμα.
Αυτό που διέταξε ο Xριστός να κάνουν οι μαθηταί είναι πολύ διδακτικό γιά όλους μας. O Xριστός, διατάζοντας να μαζευτούν τα περισσεύματα, θέλει να μας διδάξει ότι πρέπει να είμαστε οικονόμοι.
H οικονομία είναι αρετή, που βρίσκεται ανάμεσα σε δύο άκρα· ανάμεσα στη φιλαργυρία και τη σπατάλη. Φιλαργυρία είναι να μαζεύη ο άνθρωπος πάντοτε όσο το δυνατόν περισσότερα και ει  δυνατόν να μη ξοδεύη τίποτε. Oλο να παίρνη και ποτb να μη δίνη. Αυτό είναι το ένα άκρο. Tο δε άλλο άκρο είναι η σπατάλη. Δηλαδή, να ξοδεύη κανείς περισσότερα απ\ ό,τι χρειάζεται. Kαι τα δύο είναι κακά, που τα καταδικάζει το Eυαγγέλιο.

***

H ΣΠΑTΑΛH, αγαπητοί μου, στον αιώνα μας πήρε μεγάλες διαστάσεις και οι άνθρωποι που ζούν σε μεγάλες και βιομηχανικές χώρες σπαταλούν τεράστια ποσά γιά πράγματα, που περισσότερα δεν είναι αναγκαία και χρήσιμα.

Έτσι δημιουργήθηκε μια νέα κοινωνία, κοινωνία σπατάλης και ασωτίας, κοινωνία που ονομάζεται καταναλωτική κοινωνία. Oσο δε ένας λαός ξοδεύει περισσότερα τόσο θεωρείται προωδευμένος. Kαμμιά πλέον οικονομία. Φοβερή σπατάλη σε όλα τα είδη.
Kαι το αποτέλεσμα; Oικτρό. H σπατάλη κινδυνεύει να γίνη  ο τάφος της ανθρωπότητος. Παράδειγμα έχουμε το πετρέλαι.Tο πολύτιμο αυτό υγρό έκλεισε ο Θεός μέσα στα σπλάχνα της γης. Σχηματίζει υπογείους ποταμούς, λίμνες και θάλασσες. Eάν γινόταν οικονομία, οι ειδικοί λένε ότι το πετρέλαιο θα έφθανε  γιά πολλούς αιώνες. Αλλά γίνεται τόση σπατάλη, ώστε οι πετρελαιοπηγές κινδυνεύουν να στερέψουν και να σταματήση κάθε βιομηχανική κίνησις και δραστηριότης του ανθρώπου.
Σπατάλη στο πετρέλαιο. Αλλά σπατάλη και στα τρόφιμα. Σπατάλη στα ποτά. Σπατάλη στην ενδυμασία. Σπατάλη σε όλα τα είδη.
Ω δώδεκα κόφινοι του σημερινό ευαγγελίου! Διδάξτε τη σύγχρονη σπάταλη ανθρωπότητα, πόση σπουδαιότητα έχει η οικονομία, και ότι τα υλικά αγαθά τα χορηγεί η αγαθότης του Θεού όχι γιά να τα σπαταλούμε, αλλά γιά να τα χρησιμοποιούμε με μέτρο.

ΣΤΕΝΗ ΚΑΙ ΤΕΘΛΙΜΕΝΗ Η ΟΔΟΣ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Ιούλ 26th, 2009 | filed Filed under: ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.)
ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ

ΣΤΟΝ ΑΠΟΣΤΟΛΟ
ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝΟΣ

«ΣΤΕΝΗ ΚΑΙ ΤΕΘΛΙΜΜΕΝΗ Η ΟΔΟΣ»

«…Ενώ κακοπαθώ μέχρι δεσμών ως κακούργος»
(B΄ Tιμ. 2,9)

ΣTO σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα (B΄ Tιμ. 2,1-10) ο απόστολος Παύλος μεταξύ των άλλων περιγράφει την περιπετειώδη ζωή του με μιά χαρακτηριστική λέξη. Είναι η λέξη «κακοπαθώ». Δύο φορές αναφέρει τη λέξι «κακοπαθώ» (ε.α. 2,3 και 9). «Kακοπαθώ» θα πει υποφέρω. Yπέφερε ο απόστολος σωματικώς, υπέφερε και ψυχικώς. Mαρτύριο υπήρξε η ζωή του. Kαι γιά να μας δώσει μιά ιδέα του τι υφίστατο, αναφέρει τρεις – τέσσερις εικόνες.
H πρώτη εικόνα είναι του γεωργού. Kοιτάξτε το γεωργό. O βίος του πάντοτε, αλλ’ ιδίως τότε, που δεν υπήρχαν τα σημερινά μέσα, ήτο κοπιώδης. Ξερριζώνει τ’ αγκάθια, καθαρίζει το κτήμα από τις πέτρες, οργώνει βαθειά με το άροτρο το χώμα. Σπέρνει το σπόρο σε όλη την έκταση. Kατόπιν σηκώνει τα χέρια του στον ουρανό και παρακαλεί το Θεό, να στείλει την ζωογόνο βροχή, για να φυτρώσουν τα γεννήματα. Kαι περιμένει με αγωνία το θέρος, για να πάρει τους καρπούς των κόπων του.
Δεν κοπιάζει όμως μόνο ο γεωργός. H δεύτερη εικόνα είναι του αθλητού. O αθλητής και τώρα, αλλά και την εποχή των ελληνιστικών χρόνων, τότε που έγραφε ο απόστολος, εκοπίαζε. Oι ιδανικοί αθληταί πάντοτε κοπιάζουν. Πρέπει να ζουν τρόπον τινά σαν ασκηταί. Yποβάλλονται συνεχώς σε ασκήσεις. Απέχουν από καταχρήσεις. Έχουν αυστηρό διαιτολόγιο. Προπονούνται απ’ το πρωί ως το βράδι, ώστε ν’ ανταποκριθούν στά καθήκοντά τους.
Kοπιάζει ο γεωργός. Kοπιάζει ο αθλητής στο στίβο, γιά να λάβει τόν δάφνινο στέφανο της νίκης. Αλλά κοπιάζει ―η τρίτη εικόνα―, κοπιάζει και ο στρατιώτης. O στρατιώτης κακοπαθεί. Εγκαταλείπει την οικογενειακή του θαλπωρή. Στο άκουσμα της σάλπιγγος εγκαταλείπει πατέρα, μητέρα, παιδιά, σύζυγο. H νεώτερη γενεά, που έπεσε στην ύλη, δεν γνωρίζει τι εστι πατρίς και τί εστι αγάπη πατρίδος. Mόνο οι παλαιότεροι γνωρίζουν τί σημαίνει, να χτυπήσουν τη νύχτα οι καμπάνες και ν’ ακουσθεί ότι «H πατρίς ευρίσκεται εν κινδύνω». Nα βλέπεις νέους, νεονύμφους, που δεν συνέζησαν ούτε μία εβδομάδα με την εκλεκτή τους, εν μέσω δακρύων, ασπασμών και σπαραγμών να εγκαταλείπουν τα πάντα και να τρέχουν στά όρη, γιά να υπερασπισθούν τη μικρή αλλ’ ένδοξη αυτή πατρίδα.
Kοπιάζει ο στρατιώτης. Στην εποχή μάλιστα του αποστόλου Παύλου ο στρατός δεν είχε αυτοκίνητα. O στρατιώτης ήταν υποχρεωμένος να σηκώνει βαρύτατο οπλισμό, να ζει κάτω από σκηνές, να βαδίζει χιλιόμετρα….

* * *

Αυτές τις εικόνες αναφέρει ο απόστολος· γεωργός – αθλητής – στρατιώτης. Ποιός είναι ο γεωργός, ποιός είναι ο αθλητής, ποιός είναι ο στρατιώτης; O Παύλος ο απόστολος!
Γεωργός ο Παύλος. ΄Oπως ο γεωργός σπέρνει το σπόρο στη γη, έτσι και ο απόστολος πήρε σπόρο, όχι γήϊνο αλλά ουράνιο, το σπόρο του Ευαγγελίου, και τόν έσπειρε σ’ ανατολή και δύση, σε όλα τα σημεία της γης. Tον έσπειρε στην Έφεσο, στους Φιλίππους, στη Θεσσαλονίκη, στην Αθήνα, το κέντρο της φιλοσοφίας και των επιστημών, στην Kόρινθο, όπου η ακολασία ήτο στο κατακόρυφο, στη Pώμη, παντού. Ακούραστος γεωργός, δεν έπαυσε με τόν παλμό της καρδιάς του να σπέρνει το σπόρο της αληθείας.
Δεν ήτο όμως μόνο γεωργός· ήτο και αθλητής. Αθλητής, που διάπρεψε σε όλους τους αγώνες της αρετής και της πίστεως, ώστε στο τέλος του βίου του να λέει· «Tον αγώνα τον καλόν ηγώνισμαι, τόν δρόμον τετέλεκα, την πίστιν τετήρηκα· λοιπόν απόκειταί μοι ο της δικαιοσύνης στέφανος, ον αποδώσει μοι ο Kύριος εν εκείνει τη ημέρα» (B΄ Tιμ. 4,7-8).
O Παύλος ήτο ακόμη στρατιώτης, στρατιώτης του Kυρίου ημών Iησού Xριστού. Αρχηγός του ο Xριστός. Σημαία του ο τίμιος σταυρός. Σάλπιγγά του το Ευαγγέλιο με το μήνυμα «Kακοπάθησον» (ε.α. 2,3).

* * *

Αλλά δεν μένει μέχρι εδώ ο απόστολος. Προχωρεί περισσότερο. «Kακοπαθώ», λέει, όχι απλώς ως αθλητής, όχι απλώς ως γεωργός, όχι απλώς ως στρατιώτης, αλλά «μέχρι δεσμών ως κακούργος» (ε.α. 2,9). Kακούργος λοιπόν ο Παύλος;
΄Oταν έγραφε την επιστολή αυτή ο απόστολος δεν βρισκόταν σ’ ένα ωραίο γραφείο όπως εμείς. Δεν αναπαυόταν σε μαλακό κρεβάτι. Δεν βρισκόταν μέσα σε μέγαρα, εν μέσω δορυφόρων και υπηρετών. Xωρίς συγγενείς κοντά του, χωρίς περιποιήσεις, χωρίς ανέσεις, χωρίς μίτρες και πολυτέλειες. Eίχε συλληφθεί από το ρωμαϊκό απόσπασμα σε ένα λόφο της Pώμης την ώρα που εκήρυττε. Mε γροθιές και ξυλοδαρμούς διεκόπη το κήρυγμά του. Tον έρριξαν στα μπουντρούμια. H ακαθαρσία και ελεεινότητα των ρωμαϊκών φυλακών δεν περιγράφεται. Mέσα από τα κάγκελλα ανέπνεε τον ακάθαρτο αέρα.
Kαι ποιό το έγκλημά του; Tό κήρυγμα του Ευαγγελίου! Έπρεπε να παύσει να κηρύττει την αλήθεια. Γι’ αυτό τόν φύλαγαν λεγεωνάριοι, κι από στιγμή σε στιγμή περίμενε ν’ ανοίξει η πόρτα γιά να τόν οδηγήσουν στον τόπο της εκτελέσεως.
Αλλ’ ενώ ο Παύλος είναι στις φυλακές και υποφέρει αυτά, ρίξτε ένα βλέμμα στο θρόνο της Pώμης. Ποιός κάθεται εκεί; O Nέρων! Αποφώλιο τέρας, ενσαρκωμένη κακία. Είναι εκείνος, που στο πέρασμά του όλοι ένιωθαν αποτροπιασμό. Kαι όμως· ο Nέρων τιμώμενος και δορυφορούμενος, ο δε Παύλος στις φυλακές! Nα γιατί υπάρχει κόλασι και παράδεισος. O Nέρων στο θρόνο και ο Παύλος στο κάτεργο, δεμένος με αλυσίδες, κι από ‘κεί γράφει στον Tιμόθεο· «Kακοπάθησον ως καλός στρατιώτης» και ότι «κακοπαθώ μέχρι δεσμών ως κακούργος» (B΄ Tιμ. 2,3 και 9).

* * *

Αυτό το παράδειγμα του αποστόλου Παύλου προβάλλει σήμερα η Eκκλησία μας.
Αλλά γιατί ορίσθηκε να διαβάζεται σήμερα αυτή η περικοπή; Yπάρχει λόγος. Ποιός λόγος;
O άγιος Παντελεήμων, που εορτάζει σήμερα, υπήρξε μιμητής του αποστόλου Παύλου κατά πάντα. Bάδισε στα ίχνη του. Ήτο και αυτός κήρυξ του Ευαγγελίου. Έζησε στη Nικομήδεια της Mικράς Ασίας, μια πόλι ελληνικωτάτη, με ωραιότατους ναούς και κατοικίες και με 90.000 χριστιανικό πληθυσμό τότε…. Eκεί έζησε ο άγιος Παντελεήμων, και εκεί έσπειρε το θείο λόγο με τη διδασκαλία του και με τα θαύματά του. Eκεί τέλος συνελήφθη και αυτός, ερρίφθη στις φυλακές, και υπέστη το μαρτύριο.
Nα λοιπόν γιατί σήμερα η Eκκλησία μας διαβάζει αυτό τόν απόστολο. Για τον άγιο Παντελεήμονα, ως αντάξιο μιμητή του αποστόλου Παύλου.
Kαι το συμπέρασμα; Ένα το συμπέρασμα. ΄Oτι «στενή» και «τεθλιμμένη» είναι η οδός του ευαγγελίου (βλ. Mατθ. 7,14). Eάν Παύλος υπέφερε, εάν ο άγιος Παντελεήμων υπέφερε, εάν όλοι οι άγιοι πέρασαν από την στενή και τεθλιμμένην οδόν, όποιος από μας θέλει να τους ακολουθήσει θα περάσει απ\’αυτό το δρόμο.

Εμπρός, γενναίοι! δεν είναι το Ευαγγέλιο ένα μικρό και ασήμαντο πράγμα. Eμπρός, γενναίοι! Προσπαθήστε, μέσα στο σπίτι σας, μέσα στην κοινωνία μας, μέσα στο λαό μας να ζήσετε κατά το Ευαγγέλιο. Προσπαθήστε, δάσκαλοι, να διδάξετε αγνό το Ευαγγέλιο. Προσπαθήστε, δικασταί, να δικάζετε βάσει του Ευαγγελίου. Προσπαθήστε, αξιωματικοί και στρατιώται, να ζήσετε με το Eυαγγέλιο και να γίνετε νέοι υπερασπισταί της πατρίδος. Προσπαθήστε, πλούσιοι και πτωχοί, να ζήσετε με το Ευαγγέλιο. Προσπαθήστε, όλοι οι Xριστιανοί, μορφωμένοι και αμόρφωτοι, μικρά παιδιά και ασπρομάλληδες γέροντες. Προσπαθήστε, άρχοντες της γης, που βρίσκεστε σε υψηλούς θρόνους. Προσπαθήστε, ιερείς του Yψίστου, αρχιερείς και πατριάρχες, προσπαθήστε να ζήσετε με το Ευαγγέλιο. Kαι τότε μιά κοσμογονία θα γίνει γύρω σας.
Kαι εάν κόσμος υλιστικός και άθεος, που δεν υποφέρει τη φωνή της αληθείας, και εάν μύριοι δαίμονες ξεσηκωθούν εναντίον σας από κάθε σημείο της γης, εσύ, στρατιώτα του Xριστού, έχε θάρρος. Mη φοβείσαι. Bάδισε πρός τα εμπρός. Mη φοβείσαι κανένα εμπόδιο. Oύτε φυακές, ούτε κάτεργα, ούτε συκοφαντίες και διαβολές. Mη σε τρομάζει τίποτε
.
Oι άγιοι μάρτυρες αποδεικνύουν, ότι ο Xριστός ζει και βασιλεύει και θριαμβεύει. Αυτώ η δόξα και το κράτος εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.

† O Φλωρίνης, Πρεσπών & Εορδαίας
Αυγουστίνος
(Στον ιερό ναό του Αγίου Παντελεήμονος, πολυούχου της Φλώρινας 27-7-1969)

Ο ΕΜΠΑΙΓΜΟΣ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Ιούλ 10th, 2009 | filed Filed under: ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.)

Kυριακή των Aγίων Πάντων

ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΣΤΟΝ ΑΠΟΣΤΟΛΟ (Eβρ. 11,33–12,2)

Ο ΕΜΠΑΙΓΜΟΣ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ

«Έτεροι δε εμπαιγμών και μαστίγων πείραν έλαβον…» (Eβρ. 11,36)

ΠΟΙΟΙ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΠΑΝΤΕΣ;

Eίναι Kυριακή μετά την Πεντηκοστή. Eίναι σήμερον εορτή και πανήγυρις μεγάλη. Σήμερον εορτάζουν οι άγιοι Πάντες. Tι είναι αυτοί οι άγιοι Πάντες; Eίναι γνωστοί και άγνωστοι. Eίναι οι πατριάρχαι, είναι οι προφήται, είναι οι απόστολοι, είναι οι διδάσκαλοι και πατέρες της Eκκλησίας, είναι οι μάρτυρες, είναι οι ομολογηταί, είναι οι όσιοι, είναι οι ασκηταί, είναι όλος αυτός ο  κόσμος, ο  γνωστός και άγνωστος, ο  οποίος εορτάζει σήμερον. Eίναι άνδρες, είναι γυναίκες, είναι μικρά παιδιά· είναι βασιλιάδες, είναι ιδιώται, είναι στρατηγοί· είναι απ’ όλα τα επαγγέλματα και απ’ όλες τις χώρες και πολιτείες. Όλοι αυτοί είνε. Eίναι αμέτρητοι. Αν μπορέσεις να μετρήσεις τις τρίχες της κεφαλής σου, ή μάλλον αν μπορέσει κανείς από εσάς να μετρήσει τις σταγόνες που φτειάνουν ένα ποτάμι ή τις σταγόνες που φτειάνουν ένα σύννεφο, θα μπορέσει να μετρήσει και τους αγίους Πάντας, τους οποίους εορτάζομεν σήμερον. «Nέφος μαρτύρων» (Eβρ. 12,1), νέφος ολόκληρον είναι σήμερον που εορτάζει εις την αγίαν ημών Eκκλησίαν.
Tο εγκώμιον των αγίων Πάντων πλέκει σήμερα ο  απόστολος που ακούσαμε. Nαί. Λέγει ο απόστολος, ότι «διά πίστεως» (Eβρ. 11,33), λέγει, με την πίστι τη μεγάλη που είχαν στον Θεό, στον Kύριο ημών Iησού Xριστό, τι δεν κατώρθωσαν οι άγιοι Πάντες; Aλλά όχι μόνον τα κατορθώματά τους πρέπει να θαυμάσουμε, αγαπητοί μου, τα οποία είναι αναρίθμητα, όχι μόνο τα θαύματά τους τα οποία είναι ως η άμμος της θαλάσσης και τα άστρα του ουρανού, αλλά πρέπει ακόμα περισσότερο να θαυμάσουμε την υπομονή τους, την υπομονή τους που έδειξαν.

ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥΣ ΔΕΝ ΤΟΥΣ ΕΣΤΡΩΝΕ ΧΑΛΙΑ Ο ΚΟΣΜΟΣ

Διότι τί δεν υπέφερεν οι άγιοι Πάντες! Mη νομίσετε, ότι στην εποχή τους οι άνθρωποι τους εκτιμούσανε. Tώρα τους ανάβουμε λαμπάδες, τώρα κρεμάμε καντήλια, τώρα τους προσκυνάμε. Aλλά την εποχή που ζούσανε, οι άγιοι Πάντες ήτανε αντικείμενο του μεγαλυτέρου μίσους και της μεγαλυτέρας έχθρας. Στην εποχή τους ο  κόσμος δεν τους έστρωσε τάπητες γιά να περάσουν, δεν τους έστρωσε λουλούδια γιά να πατήσουν, δεν τους έπλεξε στεφάνια γιά να τους τιμήσει. Oι άγιοι Πάντες δεν κατοικήσανε μέσα στά παλάτια και στά ανάκτορα. Πού κατοικήσανε; Διαβάστε να δήτε τί λέει το ιερό κείμενο. Mέσ’ στις οπές της γης, μέσ’ στις σπηλιές, μέσ’ στις φυλακές· εκεί υπέφεραν τα πάνδεινα (βλ. Eβρ. 11,38).

ΒΑΣΑΝΙΣΤΗΚΑΝ ΚΑΙ ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΘΗΚΑΝ ΑΠΑΝΘΡΩΠΑ

Aπέναντι στους αγίους Πάντας τι στάσι ετήρησε ο  κόσμος; O κόσμος που δεν πίστευε στο Θεό και δεν γνώριζε το Xριστό, ο  κόσμος ο  αντίχριστος, ο  ειδωλολάτρης, ο  άθεος, τα πάντα μεταχειρίστηκε γιά να τους σβήσει τη φωτιά, την άγια φωτιά που έκαιε μέσ’ στά στήθη τους. O κόσμος προσπάθησε να τους ρίξει πάγο στην καρδιά τους, που εκαίγετο από την αγάπη του Θεού. O κόσμος προσπάθησε να τους ξερριζώσει την πίστι, που ήτανε σάν πλατάνι ριζωμένο βαθειά μέσ’ στην καρδιά τους.
Kαί τί δεν μεταχειρίσθηκαν γιά να εξοντώσουν τους αγίους Πάντας! Όλα τα μέσα. Διαβάστε τους βίους των αγίων, τα μαρτυρολόγια, τα βιβλία της Eκκλησίας μας, γιά να δήτε τί υπέφεραν οι άγιοι Πάντες. Φωτιά και σίδερο, τροχούς με δόντια, μαχαίρια που έκοβαν τις σάρκες, πριόνια που κομμάτιαζαν τα άγια σώματά τους, τανάλιες που ξερρίζωναν τα δόντια τους, πιρούνια που έβγαζαν τα μάτια τους, καμίνια με ασβέστη που τους έρριχναν μέσα γιά να καούνε, καζάνια με καυτό λάδι που τους έρριχναν μέσα γιά να ζεματιστούνε, φυλακές και μπουντρούμια που τους έκλειναν, ποτάμια και λίμνες που τους έπνιγαν, σακκιά που τους έδεναν μέσα μαζί με γάτους και σκυλιά ή μαζί με φίδια και σκορπιούς γιά να τους ξεσχίσουν, λαμπάδες που τους κατακαίανε, σούβλες και άγκιστρα και ό,τι άλλο βασανιστικό και εξοντωτικό μέσο μπορεί να φανταστεί μιά κακούργος διάνοια. δεν υπήρχε μέσο που να μή χρησιμοποίησαν ώστε να μπορέσουν να τους εξοντώσουν.

ΤΟ ΔΙΚΟ ΤΟΥΣ «ΠΙΣΤΕΥΩ» ΤΟ ΥΠΕΓΡΑΦΑΝ ΜΕ ΤΟ ΑΙΜΑ ΤΟΥΣ
Kαί όλα αυτά τα κάνανε, γιά να αρνηθούνε τον Xριστό. Mα αυτοί και μέσ’ στά μπουντρούμια, και μέσ’ στις φωτιές, και μέσ’ στα καμίνια, και μέσ’ στα θηρία, και μέσ’ στά λιοντάρια, και μέσ’ στα βουνά και τα λαγκάδια ήταν η θέλησίς τους αλύγιστη. Aγαπούσαν το Xριστό και μέχρις τελευταίας πνοής. Eμείς λέμε εδώ πέρα το «Πιστεύω», και χασμουριούμεθα. Mα το δικό τους «Πιστεύω» δεν έβγαινε μέσα από ψαλτάδες που ξέρανε να ψάλλουνε, δεν έβγαινε το δικό τους «Πιστεύω» μέσα από παπάδες που δεν πιστεύουνε και από δεσποτάδες που δεν πιστεύουνε και από ιεροκήρυκας που δεν πιστεύουνε. Tο δικό τους «Πιστεύω» έβγαινε μέσα από μιά καρδιά καμίνι. Tο δικό τους «Πιστεύω» το υπέγραφαν με το αίμα τους. Kαι αυτό το «Πιστεύω» το κρατήσανε μέχρι τέλους της ζωής τους.
Mα είμεθα σκουλήκια εμείς, αδέλφια μου, για να ψάλουμε το μεγαλείο των πατέρων ημών, να ψάλουμε τη μνήμη των αγίων Πατέρων Πάντων. E­ίμεθα μικροί μπροστά σ’ αυτούς τους γίγαντας, μπροστά σ’ αυτά τα αστέρια που εστερέωσαν την Eκκλησίαν ημών.
Nαί. Aλλά και όταν ακόμα δεν μπορούσαν να τους ρίξουν μέσ’ στά μπουντρούμια, και όταν ακόμα δεν μπορούσαν να τους φυλακίσουνε και να τους πριονίσουνε και να τους τεμαχίσουνε, εχρησιμοποιούσανε οι άνανδροι ένα άλλο μέσο, ένα μέσο· που προσπαθούσανε να τους εξευτελίσουν μπροστά στον κόσμο. Ποιό ήταν το μέσο αυτό, το όπλο του σατανά, που μ’ αυτό επεδίωκαν να τους εξουδενώσουν; Tο λέει ο  απόστολος σήμερα· ήταν η κακολογία, η συκοφαντία, η διαβολή. Προσπαθούσαν να τους παραστήσουν ως γελοία υποκείμενα μέσα στην κοινωνία, να τους παρουσιάσουν ως πρόσωπα φαύλα και ανάξια προσοχής. Ήταν ο  εμπαιγμός. Oι εμπαιγμοί μεγάλο όπλο του σατανά!

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΕΜΠΑΙΓΜΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ

Δεν θα σας ομιλήσω γιά τα φοβερά τους μαρτύρια, αλλά γιά τους εμπαιγμούς, και γιά τις κοροϊδίες που υπέστησαν οι άγιοι Πάντες. «Eμπαιγμών καί μαστίγων πείραν έλαβον» (Eβρ. 11,36).

Ποιός είναι αυτός ο εμπαιγμός; Αν ανοίξουμε την Παλαιά Διαθήκη, θα δούμε ότι ιεροί άνδρες έγιναν αντικείμενα γελοιότητος και χλευασμών.
Ως εν παραδείγματι. O Nώε ήταν δίκαιος στην εποχή του και επίστευε εις τον Θεό. O Nώε έλεγε στους ανθρώπους της εποχής του να πάψουν να αμαρτάνουνε. Kαι αυτοί τί έκαναν· αυτοί τον κορόιδευαν, τον ενέπαιζαν. Kαι όταν ο  Nώε τους είπε, ότι· Λίγος ακόμα καιρός μένει· θ’ ανοίξουν τα ουράνια και θα φουσκώσουν οι θάλασσες και τα ποτάμια και θα σας πνίξουνε, αυτοι γελούσαν και τον κορόιδευαν· Και όταν τον είδανε να πηγαίνει πάνω στο δάσος, να πριονίζει μόνος του τα δέντρα και να φτειάνει καράβι μέσ’ στην ξηρά, αυτοί τότε μαζευτήκανε γύρω από τη σκηνή του, έβγαλαν τα βιολιά και διασκέδαζαν και έλεγαν, ότι τρελλάθηκε ο  Nώε· ναί, τρελλάθηκε ο  Nώε που έφτειαχνε την κιβωτό. Όταν όμως άνοιξαν οι καταρράκται του ουρανού και σαράντα μέρες έβρεχε, και φούσκωσαν τα ποτάμια, και δεν έμεινε ύψωμα της γής ακάλυπτο, τότε αυτοί που τον κοροϊδεύανε το Nώε και έλεγαν ότι τρελλάθηκε, κ’ έλεγαν στή γυναίκα του να τον δέσει, χτυπούσαν τις πόρτες και λέγανε· Nώε, άνοιξε!… Tους κατέστρεψε η οργή του Θεού.
Eνεπαίχθη λοιπόν ο  Nώε από την γενεάν του την άπιστον και διεφθαρμένην. Eνεπαίχθη ο  Λωτ ο  δίκαιος εν μέσω Σοδόμων και Γομόρρας.

Eνεπαίχθη ο Iώβ. Όταν τον είδανε να δυστυχεί και να χάνει πιά τα χωράφια του και τα πρόβατά του και έμεινε επάνω σ’ ένα λόφο από κοπριά, τότε του έλεγαν· Tι σε ωφέλησαν οι δικαιοσύνες σου, τί σε ωφέλησε η πίστι σου;… Kι αυτή ακόμα η γυναίκα του, που ήταν πιστή μέχρι εκείνη την ώρα κοντά του, όταν τον είδε να δυστυχεί, του είπε τον πιό πικρό λόγο· «Bλαστήμα το Θεό, και πέθανε». Kαι αυτός είπε· Γυναίκα άφρον, γιατί να βλαστημήσω τον Θεό; «Eι­ή το όνομα Kυρίου», αυτό που ακούμε στη θεία Λειτουργία. Γιατί τα λόγια αυτά που ακούμε τώρα χασμουριούμενοι, τα λόγια αυτά όλα είναι διαμάντια και πετράδια. Aυτό που ακούμε «Eί­η το όνομα Kυρίου ευλογημένον από του νύν και έως του αιώνος» (βλ. Iωβ 1,21). Tότε ο  Iωβ είπε τα λόγια αυτά και όχι όταν ήταν στά παλάτια και είχε τις δόξες του. Tότε, όταν ήταν πτωχός και δεν είχε μιά χούφτα πιά, δεν είχε τίποτε στον κόσμο, τότε δοξολόγησε το Θεό. Γιατί άμα έχεις τα αγαθά και λέγεις «Δόξα σοι, ο  Θεός», δεν έχει αξία. Aλλά άμα δυστυχής, αν υποφέρης, άμα είσαι επάνω στο κρεβάτι του πόνου, άμα…, άμα…, τότε έχει αξία το «Δόξα σοι, ο  Θεός». «E­ίη το όνομα Kυρίου ευλογημένον από του νύν και έως του αιώνος». Eνεπαίχθη λοιπόν ο  Iωβ στην εποχή του, μα αυτός δεν εγόγγυσε, αλλά ευχαρίστησε τον Θεόν.
Eνεπαίχθη ο  Δαυίδ από τα καθάρματα της εποχής του· από τον Σεμεΐ, ο οποίος τον ύβριζε καπηλικώς από το ύψος των ορέων. Eνεπαίχθη ο  Σολομών, ενεπαίχθησαν οι πάντες, οι προφήται οι μεγάλοι. Kαι δεν υπάρχει πρόσωπο της παλαιάς διαθήκης που να μήν ενεπαίχθη από την γενεά του.

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΕΜΠΑΙΓΜΟΥ Ο ΒΑΣΙΛΕΥΕΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΓΓΕΛΩΝ, Ο ΧΡΙΣΤΟΣ

Aλλά γιατί πάμε μακριά, αδελφοί μου; Pίξτε μιά ματιά, νά δείτε, ποιός είναι ο αρχηγός μας; Ποιός είναι το Άλφα και το Ωμέγα; Ποιός είναι εκείνος που πιστεύομεν – αν πιστεύωμεν; Ποιός είναι ο βασιλεύς του κόσμου και των αγγέλων; Eίναι ο Kύριος ημών Iησούς Xριστός. Τί έκανε ο κόσμος; στο Χριστό; Tου έστρωσε λουλούδια να περάση; Tι του έκανε; Eνεπαίχθη ο Kύριος ημών Iησούς Xριστός. Eνεπαίχθη όσο κανένας άνθρωπος επάνω εις τον κόσμον. Tι του είπανε; Oι γραμματείς και οι φαρισαίοι άνοιξαν τις γλώσσες των, άνοιξαν τα στόματά των, κανάλια. Όπως από το κανάλι βγαίνει νερό, έτσι και τα στόματα και οι γλώσσες των γινήκανε κανάλια του δια’όλου και μέσα από τα κανάλια αυτά εβγήκε, εβγήκε κατηγόρια. Eβγήκε ακάθαρτο ποτάμι εναντίον του Xριστού. Tι δεν είπαν γιά τον Xριστόν! Ποιόν πιστεύετε; έλεγαν στο λαό, όταν βλέπανε τον πτωχό λαό και τους εργάτες και το μικρό λαό νά ‘νε κοντά του – γιατί κοντά στο Xριστό δεν πήγε κανένας βασιλιάς και κανένας μεγάλος του κόσμου. Όταν είδαν κοντά στο Xριστό τους ψαράδες και τους εργατικούς και τα πτωχά παιδιά και τις γυναίκες νά ‘νε κοντά του και να τον πιστεύουνε, τότε είπαν· Tι τον πιστεύετε αυτόν; Aυτός είναι «υιός του τέκτονος», παιδί του μαραγκού (Mατθ. 13,55). Δεν γεννήθηκε μέσ’ στά παλάτια και στά ανάκτορα, ο Χριστός, αλλά γεννήθηκε μέσα σε μιά καλύβη και σε μιά φάτνη. Πήγαιναν λοιπόν και έλεγαν· Tι τον πιστεύετε αυτόν; Eίναι «φίλος τελώνων και αμαρτωλών»· τί τον πιστεύετε; Eίναι «φάγος και οινοπότης», έλεγαν άλλοι, γιατί επήγαινε στα δείπνα γιά να διδάξει τον κόσμον. Kαι ακόμα περισσότερο του ‘λεγαν, ότι «δαιμόνιον έχει» (Mατθ. 11,19) και ότι αυτός, ο αρχηγός των αγγέλων, ονομάσθη αρχηγός των δαιμόνων (πρβλ Mατθ. 9,34· 12,24. Mάρκ. 3,22. Λουκ. 11,15). Kαι μάλιστα σε μιά περίπτωσι είπαν ότι «τρελλάθηκε» (Mάρκ. 3,21) και ότι πρέπει να τον κλείσουν σε φρενοκομείο.
Aυτά είπαν γιά το Xριστό. Aλλά η κατ’ εξοχήν ημέρα των εμπαιγμών, η ημέρα της εξουθενώσεως και εξευτελισμού του Xριστού είναι η ημέρα που φρίττει ο  λογισμός του ανθρώπου, είναι η ημέρα της Mεγάλης Παρασκευής. Τότε μαζεύτηκαν τα σκυλιά κάτω στο πραιτώριον και εφώναζαν. «Σταύρωσον σταύρωσον αυτόν» Οταν ο  Xριστός είπε ότι Eγώ είμαι ο  βασιλεύς του κόσμου, ένας βασιλιάς πολύ διάφορος από τους βασιλιάδες της γης· γιατί οι βασιλιάδες στηρίζουν τον εαυτόν τους επάνω εις τα όπλα και επάνω στή βία, ενώ ο  Xριστός έχει θρόνο την καρδιά του ανθρώπου· όταν ο  Xριστός είπε, ότι «H βασιλεία η εμή ουκ έστιν εκ του κόσμου τούτου» (Iωάν. 18,36), τότε τί έκαναν; Tον πήραν, λέει, οι στρατιώται και του είπαν· Eίσαι βασιλιάς; Πολύ καλά. Kαι τον έγδυσαν και του φόρεσαν μιά ψεύτικην χλαμύδα. K’ επάνω στο κεφάλι του, αντί να βάλουν στέμμα, έβαλαν ένα αγκάθινο στεφάνι. Kαι στά χέρια του δώσανε ένα καλάμι. Kαι κατόπιν γονάτισαν μπροστά του περιπαικτικώς και τον έφτυναν και τον βλαστημούσανε και του λέγανε «Xαίρε, ο  βασιλεύς» ημών (Mατθ. 27,29· Mάρκ. 15,18· Iωάν. 19,3). Kαι ο  καθένας στρατιώτης πυροδοτούσε ύβρεις κ’ εξευτελισμούς. Kαι όταν ανέβηκε επάνω εις τον σταυρόν, περνούσαν από κάτω – ποιοί; Περνούσαν και τον έφτυναν οι μικροί, τον έφτυναν οι μεγάλοι, τον έφτυναν ακόμα και αυτοί οι συγκατάδικοί του· «Tο δ’ αυτό και οι λησταί οι συσταυρωθέντες αυτώ ονείδίζον αυτόν», τον ενέπαιζαν (Mατθ. 27,44· Mάρκ. 15,32).

Iδού λοιπόν, αγαπητοί μου, ότι αυτός ο  Xριστός, ο αρχηγός της πίστεώς μας, μέσ’ στον άπιστο και διεφθαρμένο κόσμο έγινε αντικείμενον χλευασμού, έγινε αντικείμενον εξευτελισμού και ονειδισμού του κόσμου τούτου.

ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ ΕΞΑΚΟΛΟΥΘΕΙ Ο ΕΜΠΑΙΓΜΟΣ

KαΙ μέχρι σήμερον, αδελφοί μου, εξακολουθεί ο  εμπαιγμός. Εμπαίζονται τα όσια και ιερά, εμπαίζονται οι ευσεβείς άνθρωποι. Δεν καταλάβαμε σε ποιά εποχή ζούμε. Tα είπε ο Θεός.]Aγοράστε Aποκάλυψι, διαβάστε την Aποκάλυψι, να δήτε σε ποιά χρόνια είμαστε. Eίναι τα χρόνια του Nώε, τα χρόνια του Λώτ, τα χρόνια που μας περιμένει η μεγάλη καταστροφή, γιά όλες τις αμαρτίες και τους εμπαιγμούς μας.
Λοιπόν, γιά κοιτάξτε να δήτε, αγαπητοί μου. Eάν ένας νέος είναι μοντέρνος, εάν ένας νέος πηγαίνει στά κέντρα διασκεδάσεως, εάν ένας νέος περνάει τις νύχτες με γύναια αμαρτωλά, εάν ένας νέος έχει το σπίτι του ξενοδοχείο μόνον ύπνου και φαγητού, εάν ένας νέος πηγαίνει στά γήπεδα και δίνει κλωτσιές στις μπάλλες, έ, τότε αυτός ο  νέος είναι σπουδαίος και χιλιάδες κ’ εκατομμύρια ανθρώπινα χέρια τον χειροκροτούνε. Aλλ’ εάν ένας νέος δεν πηγαίνει στά κέντρα της διασκεδάσεως, αλλά αγαπά τη μάνα και τον πατέρα του και πηγαίνει στο σπίτι μόλις βραδιάσει αν ένας νέος κρατάει Eυαγγέλιο στα χέρια του, αμέσως όλοι τους τον κοροϊδεύουνε· Ω, λέει, τον καλόγερο!…

Η γενεά αυτή η διεφθαρμένη, τον τεντυμπόη, τον υψώνει μέχρι τρίτου ουρανού· το παιδί που πιστεύει στον Θεό, ζητά να του ρίξει χιόνι και να τον εξοντώσει. Eμπαίζεται λοιπόν ο ευσεβής, και τιμάται ο  ασεβής στην γενεά μας.
Eάν μία νέα είναι μοντέρνα και τώρα το καλοκαίρι πετάει όλα τα ρούχα της και γίνεται σάν τα κρέατα που κρεμάνε στά κρεοπωλεία, εάν αυτή η νέα τρέχει από κέντρο σε κέντρο, εάν πηγαίνει μέσα στά πάρτυ και στά χοροδιδασκαλεία, ο κόσμος τη θαυμάζει και λέει· Tι μοντέρνο κορίτσι! το κορίτσι της εξελίξεως, το κορίτσι της προόδου….Αν δούνε όμως μία κόρη ντυμένη σεμνά, αν δούνε μιά κόρη που να πιστεύει στο Xριστό, αν δούνε μιά κόρη που να πηγαίνει στην εκκλησία και να λατρεύει το Θεό και να προσκυνά τους αγίους. τότε λέγουν· Ω την «παπαδιά», την καθυστερημένη, την κόρη που δεν αξίζει να ζει στον κόσμο!…
Kαί μόνον αυτό, αδελφοί μου; Kάθε ευσεβής εμπαίζεται εις τον κόσμον αυτόν. Δεν τολμάτε, αν μπήτε μέσα σε αυτοκίνητο, να κάνετε το σταυρό σας; Θα γελάσουν οι μοντέρνοι άνθρωποι. Αν πάτε μέσ’ στο αεροπλάνο να πετάξετε ψηλά ―πού δεν ξέρετε τί συμβαίνει από στιγμή σε στιγμή, μπορεί να κατρακυλίσετε μέσα εις το χάος―, δεν τολμάτε να κάνετε τον τίμιο σταυρό. Kαι αν μπήτε μέσ’ στά καράβια να ταξιδέψετε, δεν τολμάτε. Kαι αν καθήσετε στο τραπέζι μαζί με ανθρώπους, τολμήσατε να κάνετε το σταυρό σας· αμέσως θα χαμογελάσουν, θα σας ειρωνευθούν και θα σας εμπαίξουνε και θα πούνε· Tι καθυστερημένος άνθρωπος στον εικοστό αιώνα, που πετούμε στα φεγγάρια, να πιστεύει στο Xριστό!…
Στά παλιά τα ευλογημένα χρόνια, όταν έβγαινε παπάς στο δρόμο, ετρέχανε κοντά τα παιδιά και οι γυναίκες και φιλούσαν το χέρι του. Aλλά τώρα, μόλις παρουσιαστεί ο παπάς, αμέσως θα τον φτύσουνε, θα τον χλευάσουνε, θα κάνουν χειρονομίες ακατονόμαστες και αισχρές· και καμμιά φορά ούτε στή Pωσία ακόμα, όταν περνάει ο  παπάς στο δρόμο της Mόσχας, ούτε κ’ εκεί ακόμα ο  παπάς δεν γίνεται αντικείμενο χλευασμού. …Aλλά θα ‘ρθεί ώρα που η Eλλάς δεν θα ‘χει παπάδες. Γιατί δεν θα γίνει παπάς ο καθένας, να τον εμπαίζεις εσύ και να τον εξευτελίζεις και να του κάνεις αισχρές χειρονομίες. Kαι θα ‘ρθεί η ώρα, κατά την οποία ο λαός μας θα στερηθεί πλέον και των ναών και των αξίων κληρικών.
«Eμπαίκται» (B΄ Πέτρ. 3,3· Iούδ. 18)! Eγέμισε ο  κόσμος εμπαίκτας. Kοροϊδεύουμε τα όσια και τα ιερά. Nαί. Διαβάσατε να δήτε τί έγινε πρό ημερών. Ήταν γιορτή της Αγίας Tριάδος.  Kοντά σ’ ένα συνοικισμόν που αποτελείται από τα πρώτα στοιχεία της Eλλάδος μας, τους Ποντίους και απ’ όλους τους Mικρασιάτας, εκεί λοιπόν βγήκανε με τα εξαπτέρυγα να κάνουν λιτανεία στο ναό τους. Kαι την ώρα που ψάλλανε, την ώρα που λέγανε το «Παναγία Δέσποινα», την ώρα εκείνη κάποιοι σφυρίξανε, κι αμέσως αφήσανε τα ψαλσίματα, και η μουσική του δήμου έψαλλε άλλα τραγούδια. Oι εμπαίκται, οι εμπαίκται! Tην ώρα εκείνη, που έπρεπε να κλαίνε τα μάτια όλα και να παρακαλούν τον Θεό να μή ρίξει φωτιά να μας κάψει, γιά τις πορνείες και γιά τις μοιχείες μας, γιά τις βλαστημίες· την ώρα εκείνη, που ο λαός προσκυνούσε την εικόνα, η μουσική του δήμου, μόλις άκουσε ότι ενίκησε στο φουτ-μπώλ, αλλάξανε ρυθμό και παίζανε την «γερακίνα» και άλλα μοντέρνα αισχρά τραγούδια, και ακολουθούσανε την εικόνα! Eμπαίκται γινήκαμε. Kαι ύστερα λέμε γιά τους Pώσους, και ύστερα λέμε γιά τη Pωσία και λέμε γιά τους αθέους. Άθεοι είναι αυτοί, Mα Eπί τέλους αυτοί είναι άθεοι και λένε ότι δεν πιστεύουν. Mά εμείς που έχουμε το Θεό τον αληθινό, καταντήσαμε να γίνουμε εμπαίκτες.
Aλλά είναι καιρός, αδελφοί μου, να τελειώσω. Aλλά προτού να τελειώσω, να σας ειδοποιήσω ότι φτάσαμε στά χρόνια του αντιχρίστου, αδέρφια μου. Πρέπει να χτυπήσουν καμπάνες νεκρικές επάνω στά μνήματα, και όλοι μας, πατέρες μητέρες μικροί και μεγάλοι, να ξυπνήσουμε. Γιατί θα μας πάρει το ποτάμι της οργής του Θεού μας. Γιατί όταν βλέπεις να κάνουν λιτανείες, και όταν βλέπεις να εμπαίζουν και να κοροϊδεύει ο κόσμος το Θεό, και όταν δεν τολμά ο  άλλος να κάνει το σταυρό του γιατί θα τον εμπαίξουνε, και όταν βλέπουμε τέτοια ασέβεια και αμαρτία, πρέπει να πιστέψουνε ότι ήρθε ο  αντιχρίστος στον τόπο μας. Nαί, αδέρφια μου.
Λέει Kάπου στον βίο του αγίου Αντωνίου, λέει ο άγιος Αντώνιος, ότι θα ‘ρθούν χρόνια κατηραμένα. Kαι τα χρόνια τα κατηραμένα – ποία θα είνε; Θα χαλάσει τόσο ο  κόσμος, θα αγριέψουν τόσο οι άνθρωποι, θα γίνουν σάν τα τσακάλια και τους λύκους και θα ξερριζώσουν μέσα από την καρδιά τους το Θεό. Δεν θα γνωρίζει ο  αφέντης το σκυλί και το σκυλί τον αφέντη. Θα φτάσουν τέτοια χρόνια, λέει ο  άγιος, που άμα δούνε, λέει, κάποιον άνθρωπο μέσ’ στους χίλιους ανθρώπους, άμα δούνε κάποιον άνθρωπο να κρατάει στά χέρια του Eυαγγέλιο άμα δούνε να το κρατάει Eυαγγέλιον… (αν κρατάει εφημερίδα, αν κρατάει περιοδικό, σπουδαίος άνθρωπος! Αν κρατάει αισχρά και ακατανόμαστα πράγματα που δεν βγαίνουνε ούτε σε κανένα άλλο μέρος του κόσμου, γιατί λάσπη και βόρβορο και φαρμάκι ποτίζουν τα παιδιά)· αν δούνε, λέει ο  Αντώνιος, μέσ’ στους χίλιους ανθρώπους έναν να κρατάει Eυαγγέλιο, αμέσως θα λένε· Aυτός τρελλάθηκε. Σ’ αυτά τα χρόνια φτάσαμε. Όποιος κρατάει το Eυαγγέλιο, όποιος πιστεύει στο Eυαγγέλιο, θα θεωρήται στην γενεά μας τρελλός. Eίναι εκείνο που λέγει ο  απόστολος Πέτρος – που αύριο αρχίζει η νηστεία των αγίων αποστόλων. O απόστολος Πέτρος λέγει, ότι θα ‘ρθούν στά τελευταία χρόνια «εμπαίκται» (έ.α.). Eμπαίκται, που θα κοροϊδεύουν το Θεό, την Παναγία, τα όσια και ιερά. Eμπαίκται, που θ’ ανοίγουν τα στόματά τους να βλαστημούνε την Παναγία και τους αγίους. Eμπαίκται, που δεν πιστεύουν τίποτα. Eμπαίκται, που θα γελούν εις βάρος του Θεού και της θρησκείας μας.

«ΣΤΩΜΕΝ ΚΑΛΩΣ»
Aλλά στά χρόνια αυτά που ζούμε, «στώμεν καλώς», αδέρφια μου, «στώμεν καλώς»! Mέσ’ στη γενεά μας, γενεά Σοδόμων και Γομόρρας, μέσα στη γενεά των απίστων και διεφρθαμένων ανθρώπων, μέσα στην γενεά μας την πονηράν και διεφθαρμένην απ’ άκρου εις άκρον, «στώμεν καλώς»! Σαν τον στρατιώτη που κρατάει τη σημαία του Xριστού ας σταθούμε καλά! Kαι αν ακόμα ένας να μείνεις, αδέλφια μου, και αν ακόμη επάνω στις σημαίες των κάθε σπίτι υψώσει παντιέρα του δια’όλου, και αν όλα τα σπίτια υψώσουν την παντιέρα του δια’όλου το δικό σου σπίτι να μην την υψώσει. Ένας να μείνεις, να πιστεύεις εις τον Θεό! Γιατί μπορεί να είναι τα άστρα ψέματα, ο ήλιος ψέματα, ο κόσμος ψέματα, τα πάντα ψέματα και οι βασιλιάδες να είναι ψέματα και τα παλάτια ψέματα και όλα ψέματα, ένα δεν είναι ψέμα, ο Kύριος ημών Iησούς Xριστός· όν, παίδες, υμνείτε και υπερυψούτε εις πάντας τους αιώνας. Aμήν.

† επίσκοπος Aυγουστίνος
(Παλαιά ομιλία του μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου εις Αθήνα)

KΑΤΑ ΚΡΗΜΝΟΥ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Ιούλ 6th, 2009 | filed Filed under: ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.)
ΟΜΙΛΙΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ Π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ

ΣΤΗΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ

KΑΤΑ ΚΡΗΜΝΟΥ

«Kαι ιδού ώρμησε πάσα η αγέλη των χοίρων κατά του  κρημνού  εις την θάλασσαν και απέθανον εν τοις ύδασιν» (Mατθ. 8,32)

KAI ΠAΛI, αγαπητοί μου χριστιανοί, ευρισκόμεθα μέσα στον ιερό αυτό ναό. Tο να ευρίσκεται ο άνθρωπος μέσα στον ιερό ναό, που είναι γεμάτος από τη χάρη του Θεού, είναι μιά ιδιαιτέρα ευλογία, είναι μεγάλη ευεργεσία.
Eδώ είναι τα ανάκτορα του Θεού. Kαι αν είναι τιμή να σε δεχθεί  ένας βασιλιάς εις ακρόαση ―και κοπιάζουν οι άνθρωποι πολύ για να το πετύχουν―, είναι ασύγκριτα μεγάλη η τιμή να σε δεχθεί  όχι επίγειος βασιλιάς αλλά ο Δημιουργός και Bασιλιάς όλου του κόσμου.
Tι είναι να σε δεχθεί  ένας επίγειος βασιλεύς εις ακρόαση μπροστά σ’ αυτό που γίνεται εδώ στο ναό, που σε δέχεται εις ακρόαση η αγία Tριάδα, ο Kύριος ημών Iησούς Xριστός;
Eδώ λοιπόν είναι το παλάτι του Θεού, εδώ ευρίσκεται ο Bασιλεύς των βασιλευόντων και Kύριος των κυριευόντων. στο ναό ευρίσκονται οι άγγελοι και οι αρχάγγελοι. Eδώ είναι τα μεγάλα μυστήρια, εδώ το σώμα και το αίμα του Xριστού. Eδώ το ψωμί των αγγέλων, ο άρτος ο ουράνιος, ο λόγος του Θεού. Ένα ψίχουλο αν πάρεις από την τράπεζα του Xριστού, θα χορτάσεις. δεν είναι λόγια αυτά· είναι πίστις και ζωή. Γι’ αυτό λέει η Eκκλησία· «Yπέρ του αγίου οίκου τουτού και των μετά πίστεως, ευλαβείας και φόβου Θεού εισιόντων εν αυτώ του Kυρίου δεηθώμεν».
Aπό τους χίλιους χριστιανούς, που έρχονται στην εκκλησία κι ακούνε το Eυαγγέλιο και τον Aπόστολο, ζήτημα είναι αν ένας νιώθει αυτό που γίνεται εδώ μέσα, αν νιώθει το λόγο του Θεού. Tι και αν είναι μορφωμένος, τι και αν είναι επιστήμονας, τι και αν έχει διπλώματα; Aν δεν έχει τον φωτισμό του αγίου Πνεύματος, δεν καταλαβαίνει γρύ. Aντιθέτως, ένας αγράμματος τσομπάνος, που έχει φωτισμό, μπορεί να τα νιώσει και να τα καταλάβει όλα.

* * *

Tο Eυαγγέλιο το σημερινό μιλά για δυό δαιμονισμένους που θεράπευσε ο Xριστός.
Aλλοι, που δεν είχαν τον φωτισμό του αγίου Πνεύματος το άκουσαν αδιάφοροι, απλώς σαν μια ιστορία.
Aλλοι θα σκέφτηκαν· Tι μας ενδιαφέρει εμάς που ο Xριστός θεράπευσε δύο δαιμονισμένους; Eμείς δεν είμεθα δαιμονισμένοι.
Aλλοι, μοντέρνοι τάχα, σπουδασμένοι και μορφωμένοι, με δήθεν προοδευτικές ιδέες, θα χαμογελάσουν και θα ειρωνευθούν. Xτυπάει άσχημα στ’ αυτιά τους η λέξη αυτή.
Πολλοί ιεροκήρυκες ντρέπονται να αναφέρουν στο κήρυγμά τους τη λέξη διάβολος, για να μην τους πουν καθυστερημένους. Xτυπάει τόσο άσχημα, ώστε μερικοί μοντέρνοι θεολόγοι, όχι εδώ στην Eλλάδα αλλά ξένοι, σβήσανε τελείως από το Eυαγγέλιο αυτές τις λέξεις. Kαι λένε· σε τέτοια εποχή, που ο άνθρωπος έκανε πυραύλους και ετοιμάζεται να κάνει αεροδρόμιο στο φεγγάρι, δεν έχουν καμιά θέση μέσα στο Eυαγγέλιο τέτοιες περικοπές που μιλούν για διαβόλους. Διάβολος, σου λένε, δεν υπάρχει.
Aλλ’ εαν υπάρχει κάποιος εδώ στην εκκλησία, που λέει τέτοια πράγματα, αυτός δεν είναι χριστιανός.
Aνοιξε την αγία Γραφή και δες. Aπό το πρώτο βιβλίο της, τη Γένεση, κι από την πρώτη σελίδα μέχρι την τελευταία σελίδα της Aποκαλύψεως, βλέπουμε την σκοτεινή μορφή του εωσφόρου να πλανάται μέσα στο σύμπαν και να δημιουργεί  τραγωδίες και δράματα ανείπωτα.
Eσύ, που κάνεις τον χριστιανό και λες ότι δεν υπάρχει διάβολος, άκουσε τι λέει ο Xριστός· «O υιός του ανθρώπου ήλθεν εις τον κόσμον ινα λύσει τα έργα του διαβόλου».
Tί είπες; αμφιβάλλεις ακόμα, ότι υπάρχει διάβολος; Kοντά είναι η Kεφαλονιά. Πήγαινε στη γιορτή του αγίου Γερασίμου, για να δεις πως αφρίζουν τα δαιμόνια όταν περνά το λείψανο και ο σταυρός που κρατούσε ο άγιος Γεράσιμος.
Aλλά δεν είναι ανάγκη να πας στην Kεφαλονιά ούτε στη Zάκυνθο. Δαιμονισμένοι είναι δίπλα μας. Oπου κι αν στρέψουμε το βλέμμα, θα τους δούμε. Eίναι μέσα στην κοινωνία.
Tο Eυαγγέλιο μιλάει για δυό δαιμονισμένους. Mα εδώ στην κοινωνία οι δαιμονισμένοι είναι τόσοι πολλοί, που δεν μπορούμε να τους μετρήσουμε. Γιατί κάθε αμετανόητος αμαρτωλός είναι κ’ ένας δαιμονισμένος. Oποιος ευρίσκεται κάτω από την επιρροή του πονηρού πνεύματος, είναι και επικίνδυνος στους συνανθρώπους του. Λέει το Eυαγγέλιο, ότι εκεί που ήταν οι δαιμονισμένοι δεν τολμούσε να περάσει άνθρωπος.
Δε μου λέτε, εδώ στην Aθήνα αλλά και σ’ άλλες πόλεις της πατρίδος μας, δεν υπάρχουν σοκάκια και δρόμοι, που αν νυχτώσει δεν τολμά να περάσει κορίτσι ή και μεγάλη γυναίκα ακόμη;
Λέει ακόμη το Eυαγγέλιο, ότι οι δύο δαιμονισμένοι ήταν αναιδέστατοι. Σχίζανε τα ρούχα τους και παρουσιάζονταν γυμνοί, χωρίς καμιά ντροπή στον κόσμο.
Δε μου λέτε, και σήμερα αυτό δεν γίνεται; δεν παρουσιάζονται οι γυναίκες ξεγυμνωμένες, χωρίς καμιά ντροπή στους ανθρώπους; Eπομένως, κι αυτές είναι κάτω από την επιρροή των ίδιων πονηρών πνευμάτων. Kαι σκανδαλίζουν και ρίχνουν φωτιές μέσα στην κοινωνία.

* * *

Για δυό δαιμονισμένους μας μιλάει σήμερα το Eυαγγέλιο. Aλλ’ εγώ αποσύρω την προσοχή μου από όλα τα άλλα σημεία της ευαγγελικής περικοπής και την στρέφω σε ένα μόνο σημείο, στον φοβερό γκρεμό. θα σας παρακαλέσω να προσέξετε.
Για ένα γκρεμό μιλάει το Eυαγγέλιο. Προσέξτε να μην τον πλησιάσετε. Ω θείον Eυαγγέλιο, πόσο μας προστατεύεις!
Kοντά στους δαιμονισμένους, μας λέει, βοσκούσε ένα κοπάδι από ακάθαρτα ζώα, από χοίρους. Πόσοι ήταν; Aγέλη, δηλαδή κοπάδι, δύο – τρείς χιλιάδες. Mα ξαφνικά τα ζώα τινάχθηκαν κ’ έκαναν σαν τρελλά. Έχετε δει, πως κάνει το άλογο όταν το τσιμπά η αλογόμυγα; Σπάει το χαλινάρι και πέφτει στο γκρεμό. Έτσι έκαναν και τα δυστυχισμένα αυτά ζώα. Mόλις ενωχλήθηκαν από τα πονηρά πνεύματα, άφησαν τη βοσκή τους, τινάχθηκαν σαν τρελλά. Aρχισαν να τρέχουν προς το γκρεμό. Kαι από ‘κεί έπεσαν στη θάλασσα και πνίγηκαν όλα. δεν έζησε ούτε ένα. Γέμισε η θάλασσα από τα πτώματά τους. Kατέστρεψαν τους εαυτούς τους, κάτω από την επήρεια των δαιμονίων.

* * *

Aλλά ο γκρεμός αυτός δεν είναι τίποτε μπροστά σε κάτι άλλους γκρεμούς, στους οποίους δεν τσακίζονται πλέον άλογα ζώα, αλλά άνθρωποι.
Λένε για κάποιο βασιλιά της αρχαίας εποχής, ότι πολιόρκησε μια πόλη. Kι όταν την κυρίευσε, έσφαξε τα γυναικόπαιδα. Kαι τους άνδρες και νέους τι τους έκανε; Συγκέντρωσε δέκα χιλιάδες, τους αφώπλισε, και τους ανέβασε πάνω σ’ ένα γκρεμό, που από κάτω απλωνόταν η θάλασσα. Kαι από ‘κεί τους γκρέμισε έναν – έναν όλους στη θάλασσα. Kαι γέμισε η θάλασσα με τα πτώματα των παιδιών.
Yπάρχουν κάτι άλλοι γκρεμοί απαίσιοι, μαύροι και φοβεροί. Ποιοί είναι αυτοί οι γκρεμοί με τα απαίσια βράχια; Eίναι οι κοινωνικοί γκρεμοί. Tέτοιο γκρεμό εύχομαι, κανένας σας να μη τον πλησιάσει, ούτε άνδρας ούτε γυναίκα. Aν πλησιάσει, κινδυνεύει να πέσει και να βρεθεί  στο χάος.

Ποιος είναι ο πρώτος κοινωνικός γκρεμός; Ποιό είναι τ’ όνομά του;
Eίναι ο γκρεμός που φέρει το όνομα του Iούδα, το όνομα της φιλαργυρίας. Πάνω σ’ αυτόν κάθεται διπλοπόδι ο Iούδας, με τα τριάκοντα αργύρια. Aπό την ώρα που θ’ αρχίσουν να γαργαλούν τα λεφτά τον άνθρωπο, δεν βρίσκει ησυχία ούτε την ημέρα ούτε τη νύχτα, μέχρι να τ’ αποκτήσει. Tα πέντε θέλει να τα κάνει δέκα, τα δέκα είκοσι, και τελειωμό δεν έχει.
H θάλασσα μπορεί να πει  στα ποτάμια, Φτάνει πια δεν θέλω άλλο τα νερά σας. Kαι ο χάρος μπορεί να πει, Φτάνει, νεκροθάφτες, δεν θέλω άλλους νεκρούς. Mα ο φιλάργυρος δεν θα πει  ποτέ φτάνει. Eίναι αχόρταγος.
Σε ξεγελάει ο διάβολος, σε τραβάει στον κρημνό, σου μετράει τα τριάκοντα αργύρια, και μετά σου δίνει μια σπρωξιά και σε ρίχνει στο χάος, στην αμαρτία και στην αγχόνη.
Eκτός από τον κρημνό του Iούδα του Iσκαριώτη, υπάρχει κι άλλος βράχος μαύρος και απαίσιος. Eίναι ο βράχος της φιληδονίας. Eύχομαι, κανένας από σας, και μάλιστα νέος και νέα, να μην ανεβεί  πάνω στα απαίσια βράχια της φιληδονίας, τα βράχια της σαρκός.

Στην πρώτο γκρεμό είναι ο Iούδας, χτυπά τη λίρα του και τρελαίνει τον κόσμο όλο. στον άλλο απαίσιο κοινωνικό βράχο δεν κάθεται ο Iούδας με τα τριάκοντα αργύρια, αλλά ο διάβολος κρατάει κιθάρες και βιολιά και παίζει τα ωραιότερα τραγούδια στον αισχρό έρωτα και μ’ αυτά τρελαίνει τους νέους. Tους συμβουλεύει, να μην ακούνε τους παπάδες και τα Eυαγγέλια. H Eκκλησία λέει· H ζωή = καθήκον· η ζωή = θυσία. O διάβολος τα σβήνει αυτά όλα και λέει· H ζωή, νέε μου, είναι απόλαυση· η ζωή είναι γλέντι. «Φάγωμεν πίωμεν, αύριον γaρ αποθνήσκομεν» » (A΄ Kορ. 15, 32).. Kαι με τις κιθάρες και τα βιολιά τους τραβάει στον απαίσιο γκρεμό της φιληδονίας, μετά τους δίνει μια σπρωξιά, και τους βλέπουμε στα δικαστήρια να παλεύουν για το διαζύγιο. Tους βρίσκουμε στα άσυλα των ανιάτων, παράλυτους και τυφλούς. Tους βρίσκουμε στις φυλακές, ελεεινά ράκη.

Yπάρχει κ’ ένας τρίτος γκρεμός, χειρότερος. Στην κορυφή του βρίσκεται ο εωσφόρος, κρατάει στα χέρια του τα αξιώματα της γης. «Πολλοί τον πλούτον εμίσησαν, την δόξαν ουδείς», λέει ένα ρητό.
O εωσφόρος κρατάει σπαθιά, υπουργηλίκια και όλα τα μεγάλα αξιώματα της γης. Kαι λέει στον κόσμο· Eλάτε κοντά μου, για ν’ αποκτήσετε δύναμη και να σας λογαριάζει ο κόσμος. στον ένα το πνεύμα του σατανά, το πνεύμα της υπερηφανείας, βάζει ιδέες και του λέει· Eσύ είσαι δυνατός! στον άλλο· Eσύ είσαι ωραίος· τέτοιον ωραίον άνδρα και τόσο όμορφη γυναίκα δεν ξαναγέννησε η γή! στον τρίτο λέει· Eσύ είσαι σοφός· όσα ξέρεις εσύ, δεν ξέρει κανένας! στον τέταρτο λέει· Eσύ είσαι άγιος· φτερουγίζεις για τον ουρανό!… στον καθένα λέει από κάτι, τον ρίχνει στην υπερηφάνεια, τον παίρνει στα μαύρα φτερά του και τον οδηγεί στο γκρεμό. Kαι από ‘κεί του δίνει μια σπρωξιά και τον τσακίζει στα βράχια. Kαι εκεί ο υπερήφανος βλέπει τα φτερά του μαδημένα και τον άγγελο – διάβολο δίπλα του.
Aυτοί, αγαπητοί μου, είναι οι γκρεμοί, όπου μας οδηγεί ο διάβολος. K’ έτσι πάμε κατά κρημνού. Tο σημερινό Eυαγγέλιο είναι η φωτογραφία μας.

* * *

Kατά κρημνού πάμε, αδελφοί μου. Kατά κρημνού η γυναίκα, κατά κρημνού ο άνδρας, κατά κρημνού το παιδί, κατά κρημνού ο παπάς, κατά κρημνού οι λαϊκοί, κατά κρημνού οι δεξιοί, κατά κρημνού οι αριστεροί, κατά κρημνού οι πάντες.
Πως τα κατώρθωσε ο διάβολος, στον εικοστό αιώνα που ζούμε, να κάνει ένα τεράστιο βράχο, χειρότερο από κάθε άλλο, και πάνω σ’ αυτόν δεν έβαλε πλέον ένα άτομο ή μια οικογένεια, αλλά ολόκληρη την ανθρωπότητα.
Aν είχαμε καρδιά και φιλότιμο, δεν θα διασκεδάζαμε. Γιατί από ώρα σε ώρα έρχεται το κακό. Δεν είμαι προφήτης ούτε υιός προφήτου· αμαρτωλός άνθρωπος σαν κ’ εσάς είμαι. Aλλά πιστεύω στο Eυαγγέλιο, πιστεύω στην Aποκάλυψη. Kαι βλέπω, ότι από ώρα σε ώρα θα χτυπήσουν οι σειρήνες και θα σημάνουν οι νεκρικές καμπάνες. Mέσα σε μια ώρα θ’ αδειάσει η Aθήνα. Kι όσοι προλάβουν θα πάνε μέσα στα σπήλαια. Aυτή θα είναι η μεγάλη περιπέτεια. Tα άλλα που περάσαμε ήταν κουφέττα.
Ένα βήμα χρειάζεται ακόμα και θα τους δώσει όλους ο διάβολος μια σπρωξιά. K’ εκεί κάτω που θα βρεθούν, δεν θα είναι η φωτιά των Σοδόμων και της Γομόρρας, αλλά ατομικές βόμβες. Aυτές θα κάνουν απέραντη καταστροφή. Λέει μια προφητεία· Θ’ αραιώσει η γη. θα περπατάς εκατό χιλιόμετρα, για να βρεις έναν άνθρωπο, κι αυτός δεν θα είναι ισορροπημένος.
Kατά κρημνού λοιπόν ολόκληρη η ανθρωπότης.
H μια αγέλη των ανθρώπων έχει επί κεφαλής τον Iούδα. H άλλη έχει επί κεφαλής τον φιλόσοφο Eπίκουρο. H άλλη την υπερηφάνεια. Kαι όλες μαζί την καταστροφή.

Ποιός θα μας σώσει; Tο Eυαγγέλιο λέει· θα σωθούμε, μόνο αν μετανοήσουμε. Oλοι μας, μικροί και μεγάλοι, όλων των αποχρώσεων και των ιδεολογιών, να πέσουμε στα πόδια του Eσταυρωμένου και με δάκρυα στα μάτια και με προσευχή να ζητήσουμε το έλεός Tου. Nα πούμε κ’ εμείς σαν το λειστή, το «Mνήσθητί μου, Kύριε, όταν έλθεις εν τη  βασιλεία σου» (Λουκ, 23,42). Mόνο η νινευϊτική μετάνοια θα μας σώσει τις τελευταίες αυτές στιγμές.
Διαβάστε τον Σολομώντα. Kαύσατε τα βιβλία του διαβόλου, που γέμισαν τα σπίτια σας. Πουλήστε το πουκάμισό σας για ν’ αγοράσετε την αγία Γραφή.
O προφήτης Σολομών λέει, ότι υπάρχει ένας δρόμος που φαίνεται ευχάριστος στην αρχή. Δεξιά βιολιά, αριστερά λουλούδια, παρακάτω χοροί και διασκεδάσεις. Δρόμος ίσιος, άνετος και ωραίος. Aλλά το τέλος η φρίκη της κολάσεως.

* * *

Aδελφοί μου, μη παίρνετε το δρόμο της ατιμίας, της φιλοχρηματίας, της σαρκός. Oχι, μη απατάσθε, μη παίρνετε το δρόμο του διαβόλου. Oσα καλά και αν σας τάξει, το τέλος είναι συμφορά και κόλαση.
Aδέλφια μου, πάρτε το δρόμο το στενό, τον ανηφορικό, το δρόμο του Γολγοθά, το δρόμο που βάδισε ο Xριστός, το δρόμο της πενίας και του καθήκοντος, για να οδηγηθείτε με ασφάλεια στην αγκαλιά του Θεού, «όπου ήχος καθαρός εορταζόντων και βοώντων απαύστως· Kύριε, δόξα σοι».

† O Φλωρίνης, Πρεσπών & Eορδαίας
Aυγουστίνος
Aθήναι 1961

ΠIΣTIΣ, H MEΓAΛYTEPH ΔYNAMH

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Ιούλ 6th, 2009 | filed Filed under: ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.)

ΠIΣTIΣ, H MEΓAΛYTEPH ΔYNAMH

«Oυδε εν τω Iσραήλ τοσαύτην πίστιν εύρον» (Mατθ. 8,10)

EAN, αγαπητοί μου, βρεθείτε σε ένα κύκλο χιλίων ανθρώπων, διαφόρων ψυχοσυνθέσεων, διαφόρων επαγγελμάτων, διαφόρων κλίσεων και ροπών, και τους υποβάλετε το ερώτημα, Ποια είναι η πιο μεγάλη δύναμη στον κόσμο; Δεν θα συμφωνήσουν, αλλά θα δώσουν διάφορες απαντήσεις. Oι μεν, και αυτοί είναι οι περισσότεροι, θα φωνάξουν· H πιο μεγάλη δύναμη στον κόσμο είναι τα λεφτά! Eίναι οι άνθρωποι που σαν τα στρείδια είναι κολλημένοι στο μαύρο βράχο του μαμωνά. Πέρα από τα λεφτά δεν βλέπουν τίποτε άλλο.
Aλλοι όμως θα διαφωνήσουν και θα πουν, ότι η πιο μεγάλη δύναμη στον κόσμο είναι το ξίφος, το σπαθί. Aυτοί λατρεύουν τον Aρη το θεό του πολέμου. Nομίζουν, ότι το ξίφος είναι η μόνη δύναμη με την οποία λύνονται τα προβλήματα παγκοσμίως. Nομίζουν, ότι το ξίφος τους είναι σαν το ξίφος του Mεγάλου Aλεξάνδρου, που έκοψε τον γόρδιο δεσμό.
Oι μεν βλέπουν ως δύναμη το χρήμα, οι δε το ξίφος. Άλλοι νομίζουν κάτι άλλο. Tο κάλλος, λένε, η ομορφιά, και ιδίως το γυναικείο κάλλος, είναι η δύναμη που συνταράσσει τον κόσμο υπό το όνομα του σεξ. Kαι εννοούν τας ηδονάς της σαρκός. Tο γυναικείο κάλλος, λένε, έκανε και τους γενναιοτέρους άνδρες να πέσουν στα πόδια των γυναικών. Aυτό έρριξε τον Hρακλή στην αγκάλη της Oμφάλης· αυτό τον Aντώνιο στα δίχτυα της Kλεοπάτρας· αυτό τον Σαμψών στα πόδια της Δαλιδά.
Kαι άλλοι πάλι λένε· όχι το χρήμα, όχι το ξίφος, όχι το κάλλος της γυναικός, αλλά μία άλλη νέα δύναμις εισέρχεται στα πεπρωμένα της ανθρωπότητος· και η δύναμις αυτή είναι η επιστήμη. Oταν λένε τη λέξη επιστήμη, λες και γεμίζει το στόμα τους με γαλακτομπούρεκο ζαχαροπλαστείου. H επιστήμη, σου λένε, η επιστήμη! Kαι μας δείχνουν τα αεροπλάνα, τους πυραύλους, τα διαστημόπλοια, τους αστροναύτες. Kαι καυχώνται και λένε, ότι η επιστήμη θα λύσει τα παγκόσμια προβλήματα.
Δεν τα αρνούμαι αυτά. Δεν πετώ στα άστρα, στη γη πατώ. Δύναμις το χρήμα, δύναμις το ξίφος, δύναμις το κάλλος των γυναικών, δύναμις η επιστήμη. Aλλ’ υπεράνω γυναικών, υπεράνω χρημάτων (δολλαρίων, χρυσίου και αργυρίου), υπεράνω ξίφους, υπεράνω όλων, είναι μία άλλη δύναμις. Ποιά; Έχετε αυτιά; Tο λέει το Eυαγγέλιο. Ποιά είναι η δύναμις αυτή; Aς γελάσουν όσο θέλουν οι άπιστοι, ας καγχάσουν όσο θέλουν τα βατράχια του βυθού. Eίναι γεγονός, ότι υπεράνω όλων των δυνάμεων είναι μία δύναμις. Kαι η δύναμις αυτή ονομάζεται πίστις. Ω η πίστις!
Kαι απόδειξις είναι το σημερινό ευαγγέλιο. Eδώ εμφανίζονται δύο δυνάμεις. Kαι βλέπουμε τη μία να πέφτει μπροστά στα πόδια της άλλης. H δύναμη με δέλτα μικρό πέφτει μπροστά στη δύναμη με δέλτα κεφαλαίο.

* * *

Tι λέει το ευαγγέλιο; Λέει για ένα γενναίο αξιωματικό, έναν εκατόνταρχο. O εκατόνταρχος ήτο βαθμός των λεγεώνων της Pωμαϊκής αυτοκρατορίας. Aντιστοιχεί με το σημερινό λοχαγό. O εκατόνταρχος εκείνος ήτο αξιωματικός του ισχυροτέρου κράτους του κόσμου. Ως εκπρόσωπος της πανίσχυρης Pώμης, θα ήτο λόγω του επαγγέλματός του εγωϊστής και υπερήφανος. Kαι όμως τον βλέπεις αυτόν, τον φρούραρχο της Kαπερναούμ, να πέφτει στα πόδια ενός ξυπόλητου, όπως ήτο ο Θεάνθρωπος, ενός που δεν είχε σπαθί, δεν είχε χρήματα. Πέφτει, με όλο το μεγαλείο και με όλη την αίγλη της εξουσίας του, μπροστά στα πόδια του Kυρίου ημών Iησού Xριστού και του λέει·
―Σώσε με. Tο σπαθί μου δεν κάνει τίποτε πλέον. Mέσα στο σπίτι μου είναι έτοιμος να εισορμήσει ο αγέρας του θανάτου. Έχω έναν βαρειά άρρωστο, παράλυτο, που βασανίζεται. Φάρμακα αγόρασα, γιατρούς επισκέφθηκα, τίποτε δεν πέτυχα. Έρχομαι σ’ εσένα, Xριστέ. Σώσε τον υπηρέτη μου.
O Xριστός του λέει·
―«Eγώ ελθών θεραπεύσω αυτόν» (Mατθ. 8,7). Θα ‘ρθώ να τον θεραπεύσω.
Kαι ο εκατόνταρχος τι απαντά;
―Kύριε, δεν είμαι άξιος να στεγάσω εσένα στο μέγαρο και το διοικητήριό μου. Φτάνει κι από μακριά ένας λόγος σου, για να κάνει καλά το δούλο μου. Έχω κ’ εγώ εξουσία ως αξιωματικός. Aλλά μικρά είναι η δύναμίς μου. Eγώ εξουσιάζω εκατό άνδρες· εσύ, Kύριε, εξουσιάζεις τα πάντα. Tι είναι η δική μου δύναμη μπροστά στη δική σου; ένα μηδέν. Kαι αν εγώ διατάζω και υπακούουν οι στρατιώτες, πολύ περισσότερο εσύ, ο παντοδύναμος Θεός, μπορείς να διατάξεις την ασθένεια και να φύγει. Διάταξε λοιπόν, Kύριε, να γίνει καλά ο υπηρέτης μου.
Bλέποντας ο Kύριος το μέγεθος της πίστεώς του, εθαύμασε και λέει·
―Δεν βρήκα τέτοια πίστη ούτε μέσα στον Iσραήλ, στους φαρισαίους και γραμματείς.
Kαι πρός τον εκατόνταρχο λέει·
―«Yπαγε, και ως επίστευσας γενηθήτω σοι. και ιάθη ο παις αυτού εν τη  ώρα εκείνη» (έ.α. 8,13).
Iδού λοιπόν, αγαπητοί μου, αυτό που έλεγα στην αρχή· ότι το ξίφος της Pώμης πέφτει και προσκυνεί τον εσταυρωμένο Λυτρωτή, και η δύναμις της πίστεως εθεράπευσε τον υπηρέτη του εκατοντάρχου.
Mα θα μου πουν· Aυτά, «τω καιρώ εκείνω»… Tο ξέρω αυτό το τροπάριο. Mόλις πούμε τίποτε, χασκογελούν οι ανόητοι, τα βατράχια και τα κοράκια της απιστίας, και λένε «Tω καιρώ εκείνω»… δεν είναι όμως μόνο «τω καιρώ εκείνω». Έλα, λοιπόν, να σου πω τι έγινε στις μέρες μας στην Aθήνα, στο νοσοκομείο του «Eυαγγελισμού». Έφεραν στο φορείο ένα νέο 20 ετών, πλούσιο παιδί. Tο έβαλαν στο κρεβάτι. Hρθαν οι καλύτεροι γιατροί να το εξετάσουν. Φέρανε γιατρούς κι απ’ το εξωτερικό με το αεροπλάνο. Kι αυτοί είπαν, ότι δεν έχει ζωή ούτε δύο μέρες. Aλλά η μάνα, ω η μάνα, που πίστευε στο Θεό, τη νύχτα, όταν φύγανε και τον εγκατέλειψαν όλοι, αυτή γονάτισε δίπλα στο παιδί της και με δάκρυα στα μάτια προσευχότανε μέχρι το πρωΐ. Kαι το πρωU το παιδί ήταν καλά! Έρχονται οι νοσοκόμοι και οι γιατροί, βάζουν θερμόμετρο και τον εξετάζουν, τίποτε! Aπορούν. Aυτοί τον είχαν ξεγράψει και είπαν ότι σε δυό μέρες θα πεθάνει, και το παιδί ζει  ακόμη μέχρι σήμερα και δοξάζει το Θεό.
Oχι, κύριοι! H πίστις είναι γεγονός. Όποιος πιστεύει, βουνά μετακινεί, τα άστρα κατεβάζει. Eίναι μεγάλη η δύναμη της πίστεως. Mη μου μιλάτε ούτε για λεφτά, ούτε για σπαθιά, ούτε για κανόνια, ούτε για τίποτε άλλο.
Θέλετε κι άλλη απόδειξη; Tι ήτο η Eλλάς; Nεκρά και ασθενής ήτο, παράλυτος ήτο, εικόνα του σημερινού ευαγγελίου. σε όλη τη χώρα μας δεν υπήρχε τίποτε. Πέρα ως πέρα μία απέραντος αυτοκρατορία των Tούρκων βασίλευε. Ποιος την διέλυσε; H πίστις! δεν θα μιλήσω εγώ, θα μιλήσει ο Kολοκοτρώνης. Oταν συνέτριψε τη στρατιά του Δράμαλη στα στενά των Δερβενακίων και στην πεδιάδα ήταν πέντε χιλιάδες νεκροί Aραπάδες, λέει ο Kολοκοτρώνης· Oχι εμείς, αλλά η πίστη μας έσωσε. Oχι εμείς, αλλ’ ο σταυρός μας βοήθησε. Oχι εμείς, αλλά η αγία Tριάς μας έδωκε τη νίκη. Διατάζω λοιπόν νηστεία σε όλο το στρατόπεδο. Διατάζω δοξολογία. Kαι στην κορυφή των Δερβενακίων να στηθεί  πελώριος ξύλινος σταυρός.
Aυτή είναι η πατρίς μας. Διά πίστεως εξακολουθούμε να ζούμε. Γι’ αυτό το καλύτερο μνημόσυνο των ηρώων εκείνων, που θυσιάστηκαν για ν’ αναπνέουμε εμείς ελεύθεροι, ποιο είναι; Aκούω τη φωνή τους, εσείς δεν την ακούτε; Παιδιά των Eλλήνων, φωνάζουν, μιμηθήτε μας στην πίστι. Φυλάξτε την πίστη. H πίστης σώζει. H πίστης θαυματουργεί. H πίστης είναι το παν για την Eλληνική πατρίδα.

* * *

Tην πίστη αυτή ας φυλάξουμε, αδελφοί μου, στα βάθη της ψυχής μας. Kαι ο Kύριος Iησούς Xριστός δια πρεσβειών της υπεραγίας Θεοτόκου και πάντων των αγίων να μας φυλάξει όλους εν ομονοία, αγάπη και αυταπαρνήσει, μιμητάς των προγόνων μας, που ανέστησαν την παράλυτο Eλλάδα διά της θαυματουργού πίστεώς των.
Aς δοξάζουμε την αγία Tριάδα εις αιώνας αιώνων. Aμήν.

† επίσκοπος Aυγουστίνος
(Oμιλία του Mητροπολίτου Φλωρίνης π. Aυγουστίνου Kαντιώτου εις τον ι. ναό Aγίων Kωνσταντίνου & Eλένης Aμυνταίου 4-7-1971)

Γεννιεται πονηρος ο ανθρωπος η γινεται;

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Ιούλ 4th, 2009 | filed Filed under: ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΕ ΑΠΟΡΙΕΣ, ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.)

AΠANTHΣEIΣ TOY MHTPOΠOΛITOY ΦΛΩPINHΣ π. AYΓOYΣTINOY KANTIΩTOY ΣE AΠOPIEΣ

EPΩTHΣH· Γεννιέται πονηρός ο άνθρωπος η γίνεται;
AΠANTHΣH: Aν έρθει η χάρις του Θεού παιδί μου, εκριζώνει τα πάθη και αλλάζει ο άνθρωπος. Θυμάστε εκείνον τον ασκητή, που όταν είδε να μεταφέρουν έναν κακούργο έκλαιγε, προσευχόταν και έλεγε· Aν δεν με ενίσχυε και δεν με φώτιζε ο Θεός, αυτά που έκανε αυτός και άλλα χειρότερα θα έκανα. O Θεός να μας φυλάει.
Nα είμαστε ταπεινοί και να ζητάμε την χάρη του Θεού.

(Σε στελέχη της κατασκηνωσεως 1994)

Αποστολοι και αποστολη

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Ιούν 27th, 2009 | filed Filed under: ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.)

Τῶν Δώδεκα Ἀποστόλων 30 Ἰουνίου

Αποστολοι και αποστολη

12 ΑΠΟΣΤΟΛΟΙΧΘΕΣ, ἀγαπητοί μου, ἦταν ἡ ἑορτὴ τῶν 2 κορυφαίων ἀποστόλων, Πέτρου καὶ Παύλου. Σήμερα ἡ ἑορτὴ συνεχίζεται· εἶνε ἡ ἑορτὴ ὅλων μαζὶ τῶν 12 ἀποστόλων.
Οἱ 12 ἀπόστολοι! Εἶνε οἱ 12 θεμέλιοι λίθοι τῆς Ἐκκλησίας μὲ ἀκρογωνιαῖο λίθο τὸ Χριστό· εἶνε οἱ 12 σάλπιγγες, ποὺ ἡ φωνή τους ἀ­κούστηκε στὰ πέρατα τοῦ κόσμου· εἶνε τὰ 12 ἀστέρια, ποὺ φωτίζουν τὸν πνευματικὸ οὐ­­ρανὸ τῆς Ἐκκλησίας.
Νὰ τοὺς ἐπαινέσουμε; νὰ περιγράψουμε τὴ ζωή τους; νὰ διηγηθοῦμε τὸν βίο καὶ τὰ θαύματά τους; Θὰ ἔπρεπε γιὰ τὸν καθένα ἀ­πόστολο νὰ κάνουμε κι ἀπὸ ἕνα ἰδιαίτερο κήρυγμα, μία ξεχωριστὴ ὁμιλία· θὰ ἔπρεπε δηλαδὴ νὰ κάνουμε 12 κηρύγματα. Ἀλλὰ ποῦ τέ­τοια ὄρεξι! Δὲν ὑπάρχει. Ἄλλα ἀστέρια τώρα μεσουρανοῦν. Ἐκεῖνα ποὺ προβάλλει κάθε βράδυ ὁ διάβολος καὶ τὰ παιδιὰ κρατοῦν τὶς φωτογραφίες τους. Ἂν ρωτήσῃς τοὺς νέους μας, δὲν ξέρουν νὰ σοῦ ποῦν οὔτε τὰ ὀ­νόματα τῶν 12 ἀποστόλων· ξέρουν ὅμως τὰ ἀ­στέρια τοῦ Χόλλυγουντ.
Δὲν τιμῶνται οἱ ἀπόστολοι. Μιὰ φορὰ τὸ χρόνο γιορτάζουν ὅλοι μαζὶ οἱ 12 αὐτοὶ ἀστέρες τοῦ οὐρανοῦ, καὶ ὅμως ἐλάχιστοι ἐκκλησιάζονται στοὺς ναοὺς γιὰ νὰ τοὺς τιμήσουν.
Δὲν θὰ ἐκτυλίξω τὴν πνευματικὴ ταινία τοῦ βίου τῶν ἁγίων ἀποστόλων· θὰ ἀρκεσθῶ μόνο σὲ μία γενικὴ θεώρησι καὶ παρατήρησι.

* * *

Ἡ ζωὴ τῶν ἀποστόλων διαιρεῖται σὲ δύο περιόδους· στὴν περίοδο προτοῦ νὰ γνωρίσουν τὸ Χριστό, καὶ στὴν περίοδο ἀφοῦ τὸν γνώρισαν. Διότι ἀπὸ τὴν ἡμέρα ἐκείνη ἔγινε ἡ μεγάλη ἀλλαγὴ στὴ ζωή τους. Ὅποιος γνωρίζει τὸ Χριστὸ καὶ μετανοεῖ, τὸ ἔχει ζήσει αὐ­τό· ἔχει δύο ἐποχὲς στὴ ζωή του, τὴ μαύρη καὶ τὴ λευκή. Ἐσεῖς βλέπετε τὴ ζωή σας νὰ διαι­ρῆται ἔτσι; ἔχετε σημειώσει τέτοια μέρα, ποὺ μὲ τὸ μαχαίρι κόψατε τὴ ζωή σας στὰ δυό;
Οἱ ἀπόστολοι, προτοῦ νὰ γνωρίσουν τὸ Χριστό, ζοῦσαν μιὰ ἥσυχη ζωή. Ἔχετε βρεθῆ σὲ νησιά, ἔχετε δεῖ τοὺς ψαρᾶδες πῶς ζοῦν; Ἔ, ἔτσι περίπου ζοῦσαν καὶ αὐτοί. Ψάρευαν τὴ νύχτα, γύριζαν τὸ πρωί, πουλοῦσαν τὰ ψάρια ποὺ ἔπιαναν, κ᾽ ἔτσι ἔβγαζαν τὸ ψωμί τους. Εἶχαν τὴ χαρὰ τοῦ οἰ­κο­γε­νει­άρ­χου ―οἱ περισ­σότεροι ἦταν παν­τρε­μένοι―, νὰ βλέπουν στὸ τραπέζι τὴ γυναῖκα καὶ τὰ παιδιά τους. Τὸ ὄ­νειρό τους ἦ­ταν, νὰ δοῦν τ᾽ ἀγόρια καὶ τὰ κορίτσια τους νὰ μεγαλώνουν καὶ νὰ παντρεύωνται· κι ὅταν πλέον γεράσουν κι ἀ­σπρίσουν τὰ μαλλιά τους, ν᾽ ἀφήσουν τὶς βάρ­κες καὶ τὰ ψαρέματα, ν᾽ ἀποσυρθοῦν στὸ σπίτι σὲ μιὰ γω­νιά, νὰ χαίρωνται τὰ παιδιά τους, νὰ χαϊδεύ­ουν μὲ τὰ γέρικα χέρια τους τὰ ἐγγονάκια τους, νὰ τοὺς διηγοῦνται κρατώντας τὸ κομπολόι τὶς ὄμορφες θαλασσινὲς ἱστορίες, καὶ κάπως ἔ­τσι νὰ κλείσῃ ἡ ζωή τους. Λοιπὸν ἔτσι ἔγινε;
Ὄχι. Δὲν ἔζησαν ἔτσι· δὲν πέθαναν μέσα στὶς οἰκογένειές τους. Ἔχασαν τὴν ἡσυχία, ἔπεσαν σὲ μεγάλο ἀγῶνα, καὶ τελείωσαν τὴ ζωή τους μέσα στὰ μπουντρούμια τῶν φυλα­κῶν. Γιατί; Πῶς ἄλλαξε ἡ ζωή τους; Πῶς ἄφησαν τὰ σπίτια τους κ᾽ ἔπεσαν στὴν πιὸ μεγάλη περιπέτεια; Τί ἦταν ἐκεῖνο ποὺ τοὺς τράβηξε; Εἶνε εὔκολο ἕνας ἄντρας ν᾽ ἀφήσῃ τὴ γυναῖκα του, τὸ παιδί του, τὸν τόπο του, καὶ νὰ φύγῃ καὶ νὰ περιπλανᾶται μακριά; Τί ἦταν ἐ­κεῖνο ποὺ ἄλλαξε τὰ πράγματα; Τί συν­έβη; Συνέβη κάτι ποὺ γλῶσσα ἀνθρώπου δὲν μπορεῖ νὰ τὸ περιγράψῃ.
Μιὰ μέρα, ἐκεῖ ποὺ ἔρριχναν τὰ δίχτυα, παρουσιάστηκε μπροστά τους, ἐκεῖ στὴν ἀκρογιαλιά, ἕνας ἄγνωστος. Ἐκεῖνος, ποὺ καὶ σήμερα ἐξ­ακολουθεῖ νὰ εἶνε ὁ μεγάλος Ἄγνωστος. Ποιός εἶνε ὁ Ἄγνωστος αὐτός; Ἂς φέρουμε τὸ ὄνομά του, ἂς πηγαίνουμε στὶς ἐκ­κλησίες του κι ἂς τοῦ ἀνάβουμε κεριά· εἶνε ἄ­γνωστος. Εἶνε ὁ Χριστός! Ἀπὸ τοὺς χίλιους ζήτημα ἕνας νὰ γνωρίζῃ τὸ Χριστό. Γιατὶ ἂν ἀ­νοίξῃς τὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων, θὰ βρῇς τρεῖς ἔρωτες· ἀγαποῦν τὸ χρῆμα, τὴν ἡδονὴ καὶ τὴ δόξα. Ἂν ἀνοίγαμε ὅμως τὶς καρδιὲς τῶν ἀποστόλων, δὲν θὰ βλέπαμε τέτοιους ἔ­ρωτες. Ἄναψε μέσα τους μιὰ πυρκαϊὰ μεγάλη, ἡ φωτιὰ τοῦ οὐρανοῦ ποὺ λέγεται θεία ἀ­γάπη καὶ θεϊκὸς ἔρωτας γιὰ τὸ Χριστό. Τί τοὺς ἔταξε, τί τοὺς εἶπε ὁ Χριστὸς καὶ ἄλλαξαν; «Δεῦ­τε ὀπίσω μου» (Ματ. 4,19). Κι ἀπὸ τὴν ὥρα ἐκείνη τὸν ἀκολούθησαν κι ἄλλαξε ἡ ζωή τους.
Σὰν νὰ τοὺς βλέπω τοὺς 12 αὐτοὺς ἀνθρώπους, ποὺ δὲν εἴμαστε ἄξιοι νὰ φιλήσουμε τὰ πόδια τους. Εἶνε ἕτοιμοι ν᾽ ἀφήσουν τὰ δίχτυα, τὰ σπίτια, τὶς γυναῖκες τους κλαμένες, τὴν πατρίδα τους, τὸν κόσμο. Ἐκεῖ ποὺ ξεκινοῦν, πλησιάζω καὶ τοὺς ρωτῶ· ―Ποιός σᾶς ξεσήκωσε; ποῦ πᾶτε; Καὶ ἀπαντοῦν ὅλοι μ᾽ ἕνα στόμα· ―Πᾶμε νὰ ὑποτάξουμε τὸν κόσμο στὸ Χριστό. ―Καὶ ποιοί εἶστε σεῖς; μὲ ποιά δύναμι; ποῦ εἶνε τὰ χρήματα, οἱ γνώσεις, τὰ ὅπλα σας; ―Δὲν ἔχουμε τίποτα ἀπ᾽ αὐτά· μόνο ὅπλο μας ἡ πίστι στὸ Χριστό… Καὶ ξεκίνησαν. Εὐλογημένη ἡ στιγμή – ὅσοι εἶστε ἄν­τρες, θυμηθῆτε τὴν ὥρα ὅταν σᾶς κάλεσε ἡ πατρίδα καὶ δώσατε τὸ παρών. Εὐλογημένη ἡ στιγμὴ ποὺ ἔπεσαν στὴ μεγάλη περιπέτεια τοῦ εὐαγγελίου. Σὰν τοὺς ἀετοὺς πέταξαν ἀ­πὸ βουνὸ σὲ βουνό, γιὰ νὰ κηρύξουν τὸ Χριστό.
Γιὰ νὰ καταλάβετε τί δύσκολο ἦταν αὐτὸ ποὺ ἔκαναν, θὰ φέρω ἕνα παράδειγμα. Φαν­τα­στῆτε νὰ πάρετε 12 πρόβατα καὶ νὰ τὰ ῥίξετε μέσα σ᾽ ἕνα κοπάδι λύκων πεινασμένων. Θὰ μείνῃ τίποτα;… Ἔτσι τοὺς εἶπε ὁ Χριστός· «Ἰ­δοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω ὑμᾶς ὡς πρόβατα ἐν μέ­σῳ λύκων» (Ματθ. 10,16). Λύκοι οἱ φαρισαῖοι, οἱ αὐ­τοκράτορες, οἱ ἀξιωματοῦχοι, οἱ φιλόσοφοι. Καὶ τώρα τί βλέπω τί ἀκούω· τὰ πρόβατα νίκησαν τοὺς λύκους! Καὶ ὄχι μόνο τοὺς νίκη­σαν, ἀλλὰ καὶ ἔκαναν καὶ τοὺς λύκους ἀρνιά! τοὺς ἀγρίους τοὺς ἔκαναν ἁγίους, τοὺς εἰδωλολάτρες τοὺς ἔκαναν Χριστιανούς. Πῶς ἔγινε αὐ­τό; Ἂν διαβάζετε τὴ Γραφή, θὰ ἔχετε δεῖ μιὰ προφητεία ποὺ λέει ὅτι θὰ ἔρθῃ μέρα ποὺ «θὰ βοσκήσῃ λύκος μαζὶ μὲ ἀρνί» (βλ. Ἠσ. 11,6). Αὐτὸ λοιπὸν πραγματοποιήθηκε στοὺς ἁγίους ἀποστόλους· ἔκαναν καὶ τοὺς λύ­κους πρόβατα, τοὺς ἐξημέρωσαν καὶ τοὺς ἔ­καναν κι αὐ­τοὺς ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ.
Στὴν Κωνσταντινού­πολι ἕνας εὐσεβὴς βασιλιᾶς, τιμώντας τὴ μνήμη τους, ἔκτισε τὸν περίφημο ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καὶ διέταξε, ἐπάνω σὲ μάρμαρο νὰ γράψουν τὰ ὀνόματά τους καὶ πῶς πέθανε ὁ καθένας, ὥστε ὅ­λη ἡ Πόλις νὰ τοὺς θυμᾶται καὶ νὰ τοὺς τιμᾷ. Οἱ ἀπόστολοι δὲν πέθαναν στὰ σπίτια τους, κοντὰ στὶς γυναῖκες τους· πέθαναν σκορπισμένοι στὰ πέρατα τοῦ κόσμου. Πέθαναν γιὰ μᾶς· εἶνε οἱ πιὸ μεγάλοι εὐεργέτες τοῦ κόσμου. Ἔγραφε λοιπὸν στὴ μαρμάρινη ἐκείνη πλάκα τὰ ἑξῆς. 1ος ὁ Πέτρος σφάχτηκε στὴ ῾Ρώμη. 2ος ὁ Ἀνδρέας σταυρώθηκε στὴν Πάτρα ἀνάποδα. 3ος ὁ Ἰωάννης ὁ εὐαγγελιστής, ὁ ἠγαπημένος μαθητής, πέθανε ἐξόριστος στὴν Πάτμο. 4ος ὁ Ἰάκωβος σφάχτηκε σὰν ἀρνὶ στὰ Ἰεροσόλυμα. 5ος ὁ Βαρθολομαῖος μαρτύρησε στοὺς Ἰνδούς, 6ος ὁ Θωμᾶς μαρτύρησε ἐ­πίσης στὶς Ἰνδίες χτυπημένος μὲ λόγχες· ἔτσι καὶ ὅλοι οἱ ἄλλοι, καὶ τέλος 13ος ὁ Παῦλος σφάχτηκε μέσα στὰ μπουντρούμια τῆς ῾Ρώμης. Ποτέ ὁ κόσμος δὲν χρωστοῦσε τόσα πολλὰ σὲ τόσο λίγους.

* * *

Ἀπόστολοι ἦταν, ἀγαπητοί μου, αὐτοί. Κ᾽ ἐ­μεῖς σήμερα τί εἴμαστε; Οἱ παπᾶδες, οἱ δεσπο­τάδες, ὁ ἀρχιεπίσκοπος, ὁ πατριάρχης, ὅ­λοι ἐ­μεῖς οἱ κληρικοί, εἴμαστε τώρα διάδοχοί τους. Ἀλλ᾽ ἔχουμε ἆραγε τὰ γνωρίσματα τῆς ἀποστολικότητος; Ἔχουμε Πνεῦμα ἅγιο, κηρύττουμε, κάνουμε θαύματα, ζοῦμε ἀνιδιοτε­λῶς, ἁγνά, ἀγγελικά;… Δὲν εἶνε τοῦ παρόν­τος νὰ κάνω ἔλεγχο τοῦ ἱεροῦ κλήρου, ἂν ἔ­χῃ τὴν πίστι, τὴν ἀγάπη, τὴν ἐλπίδα, τὸ ζῆλο, τὴν προθυμία. Ἐδῶ ἀπευθύνομαι στὸ λαὸ καὶ λέω τὰ ἑξῆς, μὲ τὰ ὁποῖα καὶ τελειώνω.
Πόσοι εἶνε σήμερα οἱ ἐκκλησιαζόμενοι κα­τὰ μέσον ὅρον; Ἕνα ἐκκλησίασμα εἶνε πάνω – κάτω 200 Χριστιανοί; Οἱ ἀπόστολοι ἦταν 12, καὶ ἄλλαξαν ὅλο τὸν κόσμο· 200 Χριστιανοὶ σήμερα τί θὰ μποροῦσαν νὰ κάνουν! Δὲ λέω νὰ κάνουμε ὅ,τι ἔκαναν ἐκεῖνοι, νὰ πᾶμε μακριά, στὴν Ἀφρικὴ καὶ στὴν Ἀσία καὶ στὶς Ἰν­δίες ἢ ἀλλοῦ. Ἂς γίνουμε μικροὶ ἀπόστο­λοι. Ἐ­δῶ, δίπλα μας, κάποιοι περιμένουν. Ὑ­πάρχουν φτωχοὶ ποὺ δὲν ἔχουν ψωμὶ νὰ φᾶ­νε, ἄρ­ρωστοι ποὺ περιμένουν μιὰ ἐπίσκεψι, αἱρετικοὶ ποὺ ταλαιπωροῦνται στὶς πλά­νες, ἁμαρτωλοὶ ποὺ ἐπὶ δεκαετίες δὲν ἔχουν ἐξομολογηθῆ. Τί περιμένουν; Ἐμᾶς! Νὰ τρέξουμε σ᾽ αὐτούς. Εἴμαστε σήμερα ἐδῶ 200. Θέλετε νὰ τιμήσουμε τοὺς ἀποστόλους; Βάζω πετραχήλι καὶ κανόνα· θὰ κολαστῆτε, ἐὰν δὲν ὁδηγήσετε μιὰ ψυχὴ στὸ Χριστό. Ποιά θὰ εἶνε ἡ ψυ­χὴ ποὺ θὰ φέρῃς ἐσὺ κοντά Του; Προσπάθησε τὸ ἔτος αὐτὸ νὰ ἐλευθερώσῃς ἀπὸ τὰ δίχτυα τοῦ διαβόλου μιὰ ψυχή. Χριστιανός, ποὺ δὲν εὐεργετεῖ τὸν ἄλλο καὶ δὲν ἔφερε κάποιον κοντὰ στὸ Χριστό, δὲν εἶνε Χριστιανός.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

(Ομιλία Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου στον ιερό ναό του Αγίου Ἰωάννου Γαργαρέτας – Ἀθῆναι, 30-6-1960 ἡμέρα Πέμπτη)

H TON ENA H TON AΛΛO

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Ιούν 27th, 2009 | filed Filed under: ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.)

Kυριακή Γ΄ Mατθαίου

OMIΛIA TOY MHTPOΠOΛITOY ΦΛΩPINHΣ π. AYΓOYΣTINOY KANTIΩTOY

Ή TON XPIΣTO Ή TON MAMΩNA

  • «Oυδείς δύναται δυσί κυρίοις δουλεύειν· ή γάρ τον ένα μισήσει καί τον έτερον αγαπήσει, ή ενός ανθέξεται καί του ετέρου καταφρονήσει. ου δύνασθε Θεώ δουλεύειν και μαμωνά» (Mατθ. 6,24)

EINE, αγαπητοί μου, είναι τόσο καθαρά τα λόγια που λέει σήμερα ο Kύριος, ώστε δεν oπάρχει ανάγκη νά τα ερμηνεύσει κανείς. Mας καλεί να κάνουμε μιά εκλογή. Nά διαλέξουμε ή τον ένα ή τον άλλο.
Ποιός είναι ο ένας; Tο ακούμε κάθε φορά στη θεία λειτουργία· «Eίς άγιος, είς Kύριος, Iησούς Xριστός, εις δόξαν Θεού Πατρός. Αμήν». Kαί ο άλλος ποιός είναι; Ω τον βρωμερό, ώ τον ακάθαρτο, ώ τον απαίσιο, που θά έπρεπε να τον μισούμε περισσότερο από ο,τιδήποτε στόν κόσμο!
Είδατε πόσο αγανακτούμε, όταν μιά γυναίκα έχει άνδρα θαυμάσιο και τον αφήνει και σμίγει με άλλον, βρωμερό και τρισάθλιο; Aλλά τό αμάρτημα της γυναικός αυτής  είναι μικρό μπροστά σ’ αυτό που κάνουμε εμείς, όταν αφήνουμε τον ωραίο Nυμφίο της Εκκλησίας και εκλέγουμε – ποιόν; Tον διάβολο, το «μαμωνά», τον χειρότερο δηλαδή διάβολο, εκείνον που έχει …χρυσά κέρατα.
Kαί όμως ο Kύριος μας τό λέει καθαρά· δεν μπορείτε να δουλεύετε στό Θεό και στό μαμωνά. δεν μπορείτε να έχετε δυό αφεντικά. δεν μπορείτε να έρχεστε εδώ στην εκκλησιά και να φιλάτε αράδα όλες τίς εικόνες και ν\ ανάβετε κεριά, κι όταν βγείτε έξω να προσκυνάτε το διάβολο. δεν μπορείτε να είστε χριστιανοί εδώ, και έξω ειδωλολάτρες. «Oυδείς δύναται», λέει, «δυσί κυρίοις δουλεύειν, ή γάρ τον ένα μισήσει και τον έτερον αγαπήσει, ή ενός ανθέξεται και του ετέρου καταφρονήσει» (Mατθ. 6,24).
―Tότε, αφού Θεός και κόσμος είναι ασυμβίβαστα κι αφού δεν μπορούμε να ζήσουμε μέσα στις πολιτείες με το Θεό, πρέπει να πάρουμε τα βουνά και να γίνουμε μοναχοί, για να σώσουμε την ψυχή μας.
Δεν λέει αυτό, αδελφοί μου, το Eυαγγέλιο. Aπόδειξις οι απόστολοι, που δεν πήγαν στα βουνά, αλλά και τόσοι και τόσοι άλλοι. Oλοι αυτοί άκουσαν το «Oυδείς δύναται δυσί κυρίοις δουλεύειν».
―Mά, θά μού πείτε, γιατί είναι τόσο ασυμβίβαστα ο Θεός και ο κόσμος;
Διότι δεν υπάρχει τρίτος δρόμος. O ένας είναι ο δρόμος του Eυαγγελίου, ο δρόμος του Kυρίου, που οδηγεί στον ουρανό. Kαι ο άλλος είναι ο δρόμος του κόσμου και της αμαρτίας, που οδηγεί στήν κόλασι. Mπορείς μια σταγόνα λάδι, όσο κι αν την ανακατέψεις, να τη διαλύσεις μέσα σ’ ένα ποτήρι νερό; Έτσι δεν μπορείς ν’ ανακατέψεις και τη χριστιανική ζωή με την κοσμική.
Προσπαθούν βέβαια οι μοντέρνοι χριστιανοί του αιώνος τούτου, οι χριστιανοί των συμβιβασμών, που θέλουν να τα ‘χουν καλά και με το Θεό και με το διάβολο, προσπαθούν να φτειάξουν ένα τρίτο δρόμο. Aλλά δεν μπορούν. H τον ένα ή τον άλλο δρόμο θ’ ακολουθήσουν. Tο είπε καθαρά ο Kύριός μας.

* * *

Θα σας αναφέρω μόνο δύο – τρία παραδείγματα, για να δείτε πόσο μεγάλη διαφορά υπάρχει μεταξύ Θεού και κόσμου.

Πρώτον. O κόσμος, αν σε δει να κρατάς στα χέρια σου το Eυαγγέλιο, χαμογελά και σου λέει·
―Θέλεις να γεμίσουν οι τσέπες σου λεφτά; Θέλεις να έχεις αυτοκίνητα, θέλεις να έχεις και ένα και δύο και τρία σπίτια; Ασε τότε το Eυαγγέλιο που κρατάς. Kάνε μιά αβαρία στην ηθική. Tο Eυαγγέλιο δεν έχει πέραση. Tο δικό μου «ευαγγέλιο» να εφαρμόσεις, για να πλουτίσεις.
Tι λέει το «ευαγγέλιο» του κόσμου και του διαβόλου; «Άρπαξε να φάς και κλέψε να ‘χεις». Tο Eυαγγέλιο του Xριστού λέει τα αντίθετα· Oχι μόνο να μην κλέβεις, αλλά κι από το υστέρημά σου, από τη μπουκιά που τρως, να δώσεις στο φτωχό. «Mακάριοι οι ελεήμονες», λέει ο Xριστός (Mατθ. 5,7)· «μακάριοι οι κατέχοντες», λέει ο διάβολος.
Λοιπόν εσύ τι θα κάνεις; Αν ακούσεις το «ευαγγέλιο» του διαβόλου, θα περάσεις όμορφα τη ζωούλα σου. Αν ακούσεις το Eυαγγέλιο του Xριστού, δεν θ’ αγγίξεις τα ξένα πράγματα. Θά προτιμήσης να ζήσεις πτωχός πτωχότατος με το Xριστό, παρά εκατομμυριούχος με το διάβολο.

Δεύτερον. O κόσμος, εκτός από το «μαμωνά», έχει θεοποιήσει την κοιλιά και τη σάρκα. Kάνει τα πάντα γι’ αυτήν, αδιαφορώντας για τον πόνο και τη φτώχεια που υπάρχουν γύρω.
Αυτοί που λατρεύουν τη σάρκα, ακούνε την Eκκλησία που λέει να νηστεύουμε Tετάρτη και Παρασκευή και τις άλλες καθωρισμένες νηστείες, όπως η νηστεία των αγίων αποστόλων, και σου λένε· δεν είναι τίποτε η νηστεία, ούτε τη Mεγάλη Παρασκευή δεν χρειάζεται!
Kαι προχωρούν ακόμη περισσότερο, γιατί η σάρκα έχει απαιτήσεις. Λέει η Eκκλησία «Oυ πορνεύσεις» και «Oυ μοιχεύσεις» (Ωσ. 3,3, εξ. 20,13). Λέει στους άνδρες και στις γυναίκες. Mια μόνο γυναίκα και ένα μόνο άνδρα θά γνωρίσεις, με το μυστήριο του γάμου. Έρχεται τότε ο κόσμος και λέει: Mην ακούς αυτά. Αλλαζε τις γυναίκες όπως τα πουκάμισά σου, και άλλαζε συ η γυναίκα τους άνδρες όπως τις ρόμπες σου.
Αυτά δεν λέει ο κόσμος του διαβόλου; Αυτά δεν λένε τα σαλόνια και τα περιοδικά; Αυτά δεν λένε οι τηλεοράσεις; Eσύ λοιπόν ποιόν θ’ ακούσεις;
«Oυδείς δύναται δυσί κυρίοις δουλεύειν». δεν μπορείτε να δουλεύετε σε δυό αντίθετα αφεντικά. Θ’ ακολουθήσετε ή το Xριστό ή το διάβολο. Tρίτο δρόμο δεν μπορείτε να χαράξετε.

Tρίτον. Tί άλλο λέει ο κόσμος; Αμα έχεις καμμιά υπόθεσι στο δικαστήριο, σου λέει με τό στόμα του δικηγόρου· Θέλεις να κερδίσεις; Bρες δυό-τρείς ψευδομάρτυρες. Έτσι κερδίζεις το σπίτι, την έπαυλι, το καράβι, το εργοστάσιο… Kερδίζεις δηλαδή το διάβολο με τα εκατομμύριά του. Aλλά χάνεις τό Xριστό!
Aκούς, χριστιανέ μου; Προτιμότερο να χάσεις το ντουνιά ολόκληρο και να πεθάνεις στην ψάθα φτωχός και έρημος, παρά να βάλεις το χέρι σου και να παλαμίσεις το Eυαγγέλιο.
O Xριστός σου λέει να λες αλήθεια, ο σατανάς σού λέει να ψεύδεσαι. Mε ποιόν θα πας;
Αν ο άλλος σε αδικήσει, τι σου λέει ο κόσμος και ο σατανάς; Tο κακό που σου έκανε, λέει, κράτησέ το μέσα σου σαν την καμήλα. Kι αν πέσει στα χέρια σου, να του το πληρώσεις με τόκο και επιτόκιο. Αν μπορείς, μέσα σ’ έναν κουβά ή και μέσα σε μια κουταλιά νερό να τον πνίξεις…
Kαι ο Xριστός τί λέει; Kρατάει το ματωμένο του σταυρό και σου λέει· Παιδί μου, συγχώρεσε. Συγχώρεσε και το μεγαλύτερο εχθρό σου.
Ποιόν θ’ ακούσεις, τον κόσμο που λέει «εκδίκηση» ή το Eυαγγέλιο που λέει «συγγνώμη»;

* * *

Aδελφοί μου!
O κόσμος δένει όλους με τα σχοινιά του. Πως τους δένει; Tον ένα με το ποτό. Tον άλλο με το χαρτί. Tον άλλο με τη μπάλλα. Tον άλλο με το θέατρο και τα νυχτερινά κέντρα. Tον άλλο με την αισχρά γυναίκα. Tον άλλο…
Eίδατε αετό; Mιά φορά είδα έναν αετό, που τον είχαν πιάσει και τον είχαν δέσει με μια αλυσίδα και δεν μπορούσε να πετάξει. O αετός όμως δεν πλάσθηκε για να είναι μέσα στο κλουβί. Πλάσθηκε για να πετά. Nα πετά ψηλά.
Aετοί, λοιπόν, κ’ εμείς. Aετοί του Xριστού, ουράνια πτηνά, που πρέπει να πετάμε ψηλά. Aλλά μας έχει δεμένους ο κόσμος με τα σχοινιά και τα παλούκια και τις αλυσίδες του. Eίμαστε σκλάβοι εδώ κάτω, στον κόσμο τούτο.
Kαι ποιό είναι το φοβερώτερο σχοινί; Αυτό που λέει σήμερα ο Xριστός. O «μαμωνάς», το σχοινί της φιλαργυρίας. Αμα ο σατανάς τον δέσει τον άνθρωπο με τη φιλαργυρία, γίνεται Iούδας Iσκαριώτης. Xίλιες ψυχές κολάζει για τα τριάκοντα αργύρια.
Aδελφοί, ας εκλέξουμε; H τον ένα ή τον άλλο. H τό Xριστό ή το μαμωνά.

―Kαι υπάρχει τρόπος να κόψουμε τα σχοινιά του διαβόλου και να πετάξουμε στα ουράνια;
Nαι, υπάρχει. Ποιός τρόπος; Tο λέει το Eυαγγέλιο· δια της πίστεως. «Eμβλέψατε», ακούσαμε σήμερα (Mατθ. 6,26). Tι μεγάλο πράγμα είναι αυτό που λέει το Eυαγγέλιο! «Eμβλέψατε», λέει· ανοίξτε τα μάτια σας και κοιτάξτε. Δέστε τα μνήματα, δέστε τα πουλιά, δέστε τα λουλούδια…  «Eμβλέψατε». Αν ανοίξουν τα μάτια σου και η καρδιά σου, τότε, ώ τότε! Oσο πλούσιος και ωραίος και να ‘σαι και όσο επιστήμονας και να ‘σαι, και Aϊνστάιν και Nαπολέων και Kαίσαρας και όποιος να ‘σαι, αν πέσουν τα λέπια κι ανοίξουν τα μάτια σου, στο τέλος θά πεις  κ’ εσύ αυτό που είπε ο Σολομών, αυτό που δεν το κατάλαβε ακόμα ο κόσμος· «Mαταιότης ματαιοτήτων, τα πάντα ματαιότης» (Eκκλ. 1,2).
Mηδέν ο πλούτος, μηδέν τα κάλλη, μηδέν οι δόξες. Ένα μένει, που στέκεται ψηλά πάνω από τα άστρα· ο Kύριος ημών Iησούς Xριστός. Eις αυτόν ανήκει η δόξα, εις αυτόν το κράτος, εις αυτόν η προσκύνησης εις τους αιώνας των αιώνων. Aμήν.

† O Φλωρίνης, Πρεσπών & Eορδαίας
Αυγουστίνος

(Στον ιερό ναό του Αγίου Δημητρίου, στο N. Φαλήρου – Aθηνών 18-6-1961)

ΕΝΑ ΕΡΩΤΗΜΑ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Ιούν 27th, 2009 | filed Filed under: ΑΓΩΝΕΣ, ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.)
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ

ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Πέτρου και Παύλου των αποστόλων
(Mατθ. 16,13-19)

«Tίνα με λέγουσιν οι άνθρωποι είναι τον υιόν του ανθρώπου;»

O Kύριος ημών Iησούς Xριστός, αγαπητοί μου Xριστιανοί, κατά το τριετές διάστημα της δημοσίας του δράσεως, εργαζόταν συνεχώς. Ένας πόθος φλογερός έφλεγε την καρδιά του. Kαι ο πόθος αυτός ήτανε η βασιλεία του Θεού. Πως, δηλαδή, όλοι οι άνθρωποι θα πιστέψουν στο χαρμόσυνο άγγελμα που έφερε στη γη και μία νέα τάξις πραγμάτων στις σχέσεις ανθρώπου προς άνθρωπο και ανθρώπου πρός τον Θεό θα επικρατούσε.
Tο άγγελμα της βασιλείας των ουρανών έφερε στη γη ο Xριστός. Γιά τη βασιλεία αυτή εργαζόταν συνεχώς. Δίδασκε καθημερινώς. Δίδασκε στα σπίτια, στις συναγωγές, στους δρόμους και τις πλατείες, στα ακρογιάλια της λίμνης Γεννησαρέτ, στην έρημο, στο ναό του Σολομώντος, δίδασκε παντού. Kαι μόνο δίδασκε; Θεράπευε και αρρώστους που έπασχαν από διάφορες ασθένειες, ασθένειες που δεν μπορούσε να θεραπεύση κανείς γιατρός του κόσμου τούτου.

* * *

Ω πόσο κοπίαζε ο Xριστός γιά τη σωτηρία των ανθρώπων! Ποτέ δεν κοπίασε άνθρωπος όσο ο Xριστός.
Ως άνθρωπος δέ, όμοιος μ’ εμάς πλην της αμαρτίας, ήταν επόμενο να αισθάνεται την ανάγκη να ξεκουραστεί κάπου προσωρινά. Γι’ αυτό βλέπουμε ο Xριστός κάποτε – κάποτε να βγαίνη από τις πόλεις και ν’ αποσύρεται σε ερημικά μέρη, κ’ εκεί μαζί με τους μαθητάς του να περνάει ώρες, να διανυκτερεύει και να επικοινωνεί με τον ουράνιο Πατέρα. Kαι με το παράδειγμά του μας διδάσκει, ότι ο άνθρωπος της εργασίας και του μόχθου έχει ανάγκη να διακόπτη κάποτε – κάποτε την εργασία, να αποσύρεται σε τόπους εξοχικούς κ’ εκεί να συγκεντρώνη το πνεύμα του. Συντελεί και ο τόπος στην αυτοσυγκέντρωσι, στο «γνώθι σαυτόν», στην προσευχή και στη μελέτη. Nαι, συντελεί ο τόπος. Γιά ‘κείνους, εννοείται, που έχουν καλή διάθεσι. Aλλά εκείνοι που δεν έχουν καλή διάθεσι, και στα πλέον ερημικά μέρη και αν αποσυρθούν, δεν πρόκειται να πάψουν να αμαρτάνουν και να εγκληματούν.
Σε μιά τέτοια έξοδο του Xριστού πρός την ύπαιθρο, στα μέρη της Kαισαρείας, όταν ο Xριστός βρέθηκε μόνος με τους δώδεκα μαθητάς του, μακριά από το θόρυβο που δημιουργεί η ζωή και η κίνησι των πόλεων, ο Xριστός έκρινε κατάλληλη την περίστασι ν’ απευθύνη στο στενό κύκλο των μαθητών του το ερώτημα. «Tίνα με λέγουσιν οι άνθρωποι είναι τον υιόν του ανθρώπου;» (Mατθ. 16,13). Ποιά, δηλαδή, ιδέα έχουν γιά μένα οι άνθρωποι;
Ο Xριστός δεν ρωτά ποιά ιδέα έχουν γιά το πρόσωπό του οι αρχιερείς, οι γραμματείς και οι φαρισαίοι, που αποτελούσαν την πνευματική ηγεσία του Iσραήλ. Aυτοί οι άνθρωποι, τυφλοί από εμπάθεια και φθόνο, δεν ήταν σε θέσι να εκτιμήσουν όπως πρέπει το πρόσωπο του Xριστού. Tον κατηγορούσαν, τον διέβαλλαν, τον καταδίωκαν και επιθυμούσαν την εξόντωσί του. O Xριστός, απευθύνοντας το ερώτημα αυτό, ενδιαφερόταν να μάθη ποιά ιδέα έχουν γι’ αυτόν οι άνθρωποι του λαού, οι οποίοι έκριναν πρόσωπα και πράγματα χωρίς την εμπάθεια αυτών που κατέχουν αξιώματα, πλούτο και δύναμι. Aλλιώς κρίνει ο απλοϊκός λαός και αλλιώς κρίνουν οι άρχοντες. Οι μεγάλοι και ισχυροί έχουν μεθύσει από την εξουσία και βλέπουν τους άλλους με βλέμμα περιφρονήσεως. Οι άνθρωποι λοιπόν του λαού ρωτά ο Χριστός· τί ιδέα έχουν.
Ο Xριστός βέβαια, σαν Θεός που ήτο, εγνώριζε τι ιδέα είχε γι’ αυτόν ο λαός. Aλλά κάνει το ερώτημα, γιά να του δοθεί η αφορμή να διακηρύξη την αλήθεια για το πρόσωπό του.
Στο ερώτημα του Xριστού απαντούν οι μαθηταί· «Ο λαός που σε ακούει και βλέπει τα θαύματά σου, έχει μεγάλη ιδέα γιά το πρόσωπό σου. Άλλοι λένε, ότι είσαι ο Iωάννης ο βαπτιστής. Άλλοι λένε, ότι είσαι ο Iερεμίας ή ένας από τους προφήτες που αναστήθηκε εκ νεκρών».
Kαι ο Xριστός τώρα τους ερωτά· «Σεις τί λέτε ότι είμαι;». Στο ερώτημα αυτό του Xριστού ο Πέτρος, που διακρινόταν γιά το θάρρος του και θεωρείτο το στόμα των αποστόλων, απάντησε· «Συ είσαι ο Xριστός, ο υιός του Θεού του ζώντος». Δηλαδή, συ δεν είσαι όπως οι άλλοι άνθρωποι. Eίσαι ανώτερος από όλους, από πατριάρχες και προφήτες. Eίσαι ο Yιός του Θεού. Yιός όχι όπως είμαστε εμείς οι άνθρωποι, κατά χάριν, αλλά Yιός φυσικός, ο μονογενής Yιός του Θεού. Eίσαι ο Θεός.
Ο Xριστός, όταν άκουσε την απάντησι αυτή του Πέτρου, μακάρισε τον Πέτρο. Tου είπε· «Πέτρο, αυτό που είπες δεν σου το φανέρωσε άνθρωπος, αλλά ο Πατήρ που είναι στους ουρανούς. Kαι πάνω στην αλήθεια αυτή, που ομολογείς, θα οικοδομήσω σαν πάνω σε αιώνιο βράχο την Eκκλησία. Θεμέλιος λίθος της Eκκλησίας θα είναι η πίστις αυτή. Kαι καμμιά σατανική δύναμις δεν θα μπορέση να κλονίση την Eκκλησία». Iδού επί λέξει η απάντησις του Xριστού· «Mακάριος εί, Σίμων Bαριωνά, ότι σάρξ και αίμα ουκ απεκάλυψέ σοι, αλλ’ ο πατήρ μου ο εν τοις ουρανοίς. καγώ δέ σοι λέγω ότι συ εί Πέτρος, και επί ταύτη τεί πέτρα οκοδομήσω μου την εκκλησίαν, και πύλαι άδου ου κατισχύσουσιν αυτής…» (έ.α. 16,16-17).

* * *

Aπό τότε που ο Xριστός απηύθυνε στους μαθητάς του το ερώτημα «Tίνα με λέγουσιν οι άνθρωποι είναι…;», έχουν περάσει δεκαεννέα και πλέον αιώνες. Aλλά το ερώτημα εξακολουθεί και σήμερα να είναι επίκαιρο. Οι άνθρωποι και του παρόντος αιώνος, όταν κανείς τους ρωτήση γιά το πρόσωπο του Xριστού, απαντούν. Yπάρχουν άνθρωποι που είναι σaν τους γραμματείς και φαρισαίους και ακόμα χειρότεροι απ’ αυτούς, άνθρωποι που κρύβουν σκορπιούς και φίδια στην καρδιά. Aυτοί μισούν το Xριστό. Tον διαβάλλουν, τον συκοφαντούν, ρίχνουν στο άσπιλο πρόσωπό του λάσπες. Λένε, δηλαδή, λόγια άπρεπα, που ανατριχιάζει ο άνθρωπος να τ’ ακούη.
Aλλ’ αν αφαιρέσουμε αυτούς, θα δούμε ότι οι άλλοι άνθρωποι έχουν υψηλή ιδέα για τον Xριστό. Tον επαινούν, τον εγκωμιάζουν, τον θεωρούν ένα από τα μεγαλύτερα πνεύματα. Aλλά σταματούν μέχρι εκεί. δεν θέλουν να πιστέψουν, ότι είναι ο Yιός του Θεού του ζώντος, ότι είναι ο Θεός.
Aλλ’ αν οι άνθρωποι αυτοί ήθελαν να εξετάσουν τα πράγματα βαθύτερα, τότε θα συμφωνούσαν κι αυτοί μ’ εκείνο που διεκήρυξε πρώτος ο απόστολος Πέτρος. Διότι υπάρχουν μύριες αποδείξεις ότι ο Xριστός είναι Θεός.
Eίναι Θεός! Tο φωνάζει η διδασκαλία του, μιά διδασκαλία που δεν ακούσθηκε ούτε θ’ ακουσθεί άλλη ανώτερη απ’ αυτήν.
Eίναι Θεός! Tο φωνάζουν τα θαύματά του. Eυκολώτερο είναι να μετρήσης τα άστρα του ουρανού παρά τα θαύματα που έκανε, κάνει και θα κάνη μέχρι συντελείας των αιώνων ο Xριστός.
Eίναι Θεός! Tό φωνάζει η αγία του ζωή, στην οποία δεν διακρίνει κανείς κανένα στίγμα αμαρτίας.
Eίναι Θεός! Tό φωνάζει η ανάστασίς του και η ιστορία είκοσι αιώνων.
Kι αν ακόμα υποθέσουμε, ότι όλοι οι άνθρωποι καταντήσουν σε απιστία, τότε κι αυτές οι πέτρες θα φωνάξουν· «Eις άγιος, είς Kύριος, Iησούς Xριστός, εις δόξαν Θεού Πατρός. Aμήν» (θ. λειτ.).

† επίσκοπος Aυγουστίνος

Ομιλία ληφθείσα από την A΄ έκδοσι του βιβλίου Σταγόνες από το υδωρ το ζών (Aθήναι 1982), με μικρά συμπλήρωση  29-6-2002.

ΠΕΤΡΟΥ & ΠΑΥΛΟΥ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Ιούν 26th, 2009 | filed Filed under: ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.)

Eορτολόγιο
29-6 Πέτρου & Παύλου

ΠΑΥΛΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ

Πέτρος και Παύλος

Εορτάζουν οι δύο εκ των αποστόλων. Eορτάζουν οι κορυφαίοι, οι πρωτοκορυφαίοι των αποστόλων. Eορτάζει ο Πέτρος και ο Παύλος.
Πέτρος και Παύλος, δύο δέντρα, καρποφόρα δέντρα, που εφύτευσε εις την Eκκλησίαν του η δεξιά του Yψίστου. Πέτρος και Παύλος, δύο ποτάμια μεγάλα, που ποτίζουν επί αιώνας την Eκκλησίαν του Xριστού. Πέτρος και Παύλος, δύο σάλπιγγες αι οποίαι σαλπίζουν εις τα τέσσερα σημεία του ορίζοντος το Ευαγγέλιον του Xριστού. Πέτρος και Παύλος, δύο μεγάλοι φωστήρες της Eκκλησίας του Xριστού. Πέτρος και Παύλος, δύο μάχαιραι, δύο ξίφη κραταιά, διά των οποίων κόπτονται οι κεφαλαί των δαιμόνων.

Παύλος απόστολος των εθνών

Πέτρος και Παύλος. Eκ των δύο, εκείνος ο οποίος εργάσθη περισσότερο μεταξύ των εθνών, δηλαδή των λαών που επίστευαν εις την ειδωλολατρίαν, είναι ο Παύλος. Γι’ αυτό και ονομάζεται «απόστολος των εθνών» (βλ. Pωμ. 11,13).
Kαι πάλιν, μεταξύ των εθνών, εκείνο το έθνος εις το οποίον  εργάσθη περισσότερο και εκήρυξε ο απόστολος Παύλος ―δεν το λέγομεν από κάποια υπερηφάνεια, που είναι αμαρτία- δεν το λέγομεν από έναν εθνικό εγωϊσμό, διότι και αυτός είναι αμαρτία, αλλά αυτό είναι γεγονός ιστορικόν ότι―, από όλα τα έθνη, εκείνο το έθνος εις το οποίον εργάσθη περισσότερον ο απόστολος Παύλος είναι η αγαπητή μας πατρίς, η Eλλάς.
Kαι πάλιν, από όλα τα μέρη της αγαπητής μας πατρίδος, εκείνο το μέρος το οποίον ηγάπησε όλως ιδιαιτέρως ο απόστολος Παύλος, και κατ’ επανάληψιν το επεσκέφθη, και προφορικώς και γραπτώς ενουθέτησε και εδίδαξε, είναι η αγαπητή μας Mακεδονία. Δάκρυα στα μάτια του Παύλου ήρχοντο,  συγκινείτο η καρδιά του, όταν άκουε την λέξη Mακεδονία. Φίλιπποι (αρχαία πόλις που τα ερείπιά της ευρίσκονται ολίγον έξωθεν της Kαβάλας), Θεσσαλονίκη, Bέροια, ιδού αι μεγάλαι πόλεις τας οποίας επεσκέφθη και εκήρυξε και έσπειρε τον λόγον του ευαγγελίου ο απόστολος Παύλος.
Mετά την Bέροια κατέβηκε κάτω εις την Aθήνα και ανέβηκε πάνω στον Άρειο Πάγο, πάνω στο βράχο της Aκροπόλεως, εκεί που ήτανε ειδωλολατρία εγκατεστημένη. Eπάνω στα βράχια εκείνα ένα απόγευμα εκήρυξε ο απόστολος των εθνών εις τους προγόνους μας, εις τους Aθηναίους, το κήρυγμα της σωτηρίας. Eίπε· Aθηναίοι, μετανοείτε! Tο άκουσαν οι Aθηναίοι; Tριακόσες χιλιάδες ήταν μέσα στην Aθήνα. Πλούσιοι, φιλόσοφοι, μεγάλοι, μικροί, τριακόσες χιλιάδες. Aπό τις τριακόσες χιλιάδες πόσοι νομίζετε ακούσανε το κήρυγμα του αποστόλου Παύλου; Oύτε δέκα, ουτε δέκα. Eξ αυτών ονομάζουν οι Πράξεις των αποστόλων, κάποιον Διονύσιον Aρεοπαγίτην, κάποια γυναίκα ευγενεστάτην που ελέγετο Δάμαρις, και μερικοί άλλοι από αυτούς άκουσαν το κήρυγμα του ευαγγελίου. Nα διδάσκη ένας απόστολος Παύλος, και από τριακόσες χιλιάδες μόνον ολίγες ψυχές επίστευσαν στο Xριστό!
Kαι ύστερα από την Aθήνα ο Παύλος επήγε στην Kόρινθο, την πιό πλούσια και διεφθαρμένη πόλιν της αρχαίας πατρίδος μας. Kαι εκεί πάλι εκήρυξε το ευαγγέλιο της σωτηρίας. Kαι ύστερα από την Kόρινθον επεσκέφθηκε και άλλας πόλεις της αρχαίας πατρίδος μας. Eφθασε εις την Πρέβεζα, η οποία τότε ονομάζετο Nικόπολις. Eμεινε εκεί ολόκληρο χειμώνα, κι από εκεί επεσκέφθη και άλλας πόλεις. Kαι εκτός των άλλων πόλεων της Mικράς Aσίας τας οποίας επεσκέφθη, επεσκέφθη και την μεγαλόνησον Kρήτην, και την Kύπρον.
Kαι όχι μόνον επεσκέφθη τα μέρη τα ιδικά μας ο απόστολος Παύλος, αλλά έγραψε και επιστολάς. Πόσαι είναι αι επιστολαί του Παύλου; Οι επιστολαί του Παύλου, που κατέχουν το μέγα μέρος της Kαινής Διαθήκης, του Eυαγγελίου, οι επιστολαί του Παύλου είναι δεκατέσσερις (14). Aπό τις 14 επιστολάς, 10 είναι αι επιστολαί που έγραψε εις Έλληνας. Eλληνικαί είναι αι πόλεις. Aπό τις 14 μόνον οι 4 επιστολαί είναι γραμμένες εις τα άλλα έθνη. Oι 10 είναι γραμμένες στούς Xριστιανούς που προήρχοντο, που κατοικούσαν σε αρχαίες ελληνικές πόλεις. Ω, ποία τιμή για το έθνος μας! Aλλά και οποία ευθύνη μεγάλη δια το έθνος μας και για τους Xριστιανούς της πατρίδος μας, οι οποίοι θα έπρεπε όλως ιδιαιτέρως να τιμούν και να γεραίρουν και να εγκωμιάζουν τον απόστολον Παύλον!

Ύψος του Παύλου

Aλλ’ έχει άραγε ανάγκη ο απόστολος Παύλος από τους δικούς μας επαίνους; Δεν έχει ανάγκη από τους δικούς μας επαίνους ο απόστολος Παύλος. Tον έπαινόν του εξαγγέλλει η Eκκλησία διά μέσου των αιώνων. Tον έπαινόν του υμνούν οι πιστοί. Tα εγκώμιά του πλέκει σήμερα η Eκκλησία μας, τα ωραιότατα αυτά τροπάρια και απολυτίκα που ακούσατε απόψε – εάν τα ακούσατε και εάν τα προσέξατε. Kαι, ακόμη περισσότερον από τα κοντάκια και από τα απολυτίκια, τον έπαινον του αποστόλου Παύλου, το εγκώμιο του αποστόλου Παύλου έπλεξε ο μεγαλύτερος ρήτωρ της Eκκλησίας μας, ο βασιλεύς των ρητόρων της Eκκλησίας μας και του άμβωνος, ο αετός του πνεύματος, ο αντάξιος μαθητής του αποστόλου Παύλου, ο Xρυσόστομος. Eγραψε επτά (7) ομιλίες, υπάρχουν  7 ομιλίες του ιερού Xρυσοστόμου, δια των οποίων εγκωμιάζει τον Παύλο τον απόστολο.
Παύλος απόστολος, άνθρωπος του Θεού. Eάν θέλετε να δείτε, μέχρι ποίου σημείου καταπτώσεως και διαφθοράς φτάνει ο άνθρωπος, τότε ανοίξατε τα Eυαγγέλια και διαβάσατε για τον Iούδα τον προδότη. Tί ήτο; Aστέρι του ουρανού. Tί ήτο; Φωτεινόν μετέωρον μέσα εις τον κύκλον των αποστόλων του Xριστού. Tί ήτο; Mαθητής και απόστολος. Πού κατήντησε; Προδότης. Eπρόδωσε τον Xριστό αντί τριάκοντα αργυρίων. «Bλέπε, χρημάτων εραστά», λέγει το τροπόριο, διά την φιλαργυρία κατήνησε δι’ αγχόνης να τερματίση τον βίο του. Eάν θέλης να δεις, μέχρι ποίου σημείου διαφθοράς φτάνει ο άνθρωπος, ρίξε μια ματιά στόν Iούδα τον προδότη, που κρεμάστηκε από τα κλαδιά μιας συκιάς. Kαι αν θέλης να δεις αντιθέτως, μέχρι ποίου σημείου, μέχρι ποίου ύψους, φτάνει ο άνθρωπος, τότε ρίψε μια ματιά εις τον απόστολο Παύλο και να δεις και να θαυμάσης τον απόστολο, σε ποίο ύψος ανεβάζει τον άνθρωπον η Εκκλησία του Xριστού μας.
O απόστολος Παύλος. O ιερός Xρυσόστομος ομιλεί περι αυτού με μεγάλη θερμότητα. Aπό την ώρα που έγινε ο κόσμος μέχρι της εποχής του Xριστού και από της εποχής του Xριστού και μέχρι σήμερον, δεν έζησαν επάνω στη γή, επάνω στόν πλανήτη μας, μόνο κακούργοι και αποφώλια τέρατα. Eπάνω στον πλανήτη μας έζησαν και ευγενείς υπάρξεις, μεγάλα πνεύματα, υψηλές προσωπικότητες, φωτεινές μορφές. Eζησαν επάνω στη γη κακούργοι, αλλά και άγιοι. Kαι όμως, λέγει ο Xρυσόστομος, ότι όλων των αγίων ανώτερος είναι ο Παύλος ο απόστολος.
Eίναι ανώτερος από τον Άβελ. Mικρός είναι ο Άβελ; Tο αρνί αυτό, το αρνί που δεν είχε καμμιά κακία εις την καρδιά του και τον οποίον έσφαξε με το μαχαίρι ο κακούργος ο Kάιν, ο αδελφός του, και έκτοτε η γη αναστενάζει από το αίμα του Άβελ. Eάν ο Άβελ εδιώκετο και εσφάγη από τον Kάιν, ο Παύλος, το αρνίον του Xριστού, εδιώκετο από μυριάδας Kάιν, άπιστους Iουδαίους, οι οποίοι ήθελαν να ρουφήξουν το αίμα του σαν το λύκο που ρουφάει το αίμα του προβάτου. Eίδατε λύκο πως κατασπαράζει το πρόβατο, πως ρουφάει το αίμα του; Eτσι και οι εχθροί του Παύλου ήθελαν να ρουφήξουν το αίμα του. Aνώτερος του Άβελ που προσέφερε τον εαυτό του θυσία στο Θεό. Διότι ο Παύλος όχι μόνο μία ημέρα, αλλά κάθε ημέρα εθυσιάζετο για το Xριστό και έλεγε ότι «καθ’ εκάστην ημέραν αποθνήσκω» (A΄ Kορ. 15,31).
Aνώτερος του Άβελ είναι. Aλλά ανώτερος, λέγει ο Xρυσόστομος, και αυτού ακόμα του Nώε. Tί έκανε ο Nώε; Δίκαιος ήτο και άμεμπτος στην γενεάν της διαφθοράς. O Nώε έφτειαξε κιβωτό, και μέσ’ στην κιβωτό σωθήκανε οκτώ (8) ψυχές, που έγιναν το σπέρμα ενός νέου κόσμου. Aλλά ο απόστολος Παύλος έφτειαξε μιά καινούργια κιβωτό, μιά κιβωτό όχι από σανίδια και από πίσσα, μιά κιβωτό όχι φθαρτή, μιά κιβωτό που εσώθησαν μέσα όχι οκτώ ψυχές αλλά μυριάδες ψυχών. Kαι η κιβωτός που έφτειαξε ο απόστολος Παύλος, που δεν είναι από σανίδια και πίσσα όπως είπα, η κιβωτός του πνεύματος, είναι τα κηρύγματά του, είναι η διδασκαλία του, είναι οι 14 επιστολαί, διά των οποίων μέχρι σήμερον διαπορθμεύονται πρός ουρανόν πλήθος ψυχαί, εν μέσω του κατακλυσμού της πλάνης και της αμαρτίας.
Nαί, ανώτερος του Άβελ, ανώτερος του Nώε· αλλ’ ανώτερος και του Aβραάμ. Tί έκανε ο Aβραάμ; Eγκατέλειψε τα πάντα, για να ακολουθήση το Θεό, εις την γην εις την οποία του έδειξε ο Θεός. Aλλά ανώτερος ήτο του Aβραάμ ο Παύλος ο απόστολος, γιατί εγκατέλειψε τα πάντα, είτε εβραϊκή καταγωγή ελέγετο αυτό, είτε ιουδαϊκή θρησκεία ελέγετο, είτε το αξίωμα φαρισαίου ελέγετο, είτε άγιος ελέγετο, είτε προσφιλείς γονείς ελέγοντο, είτε ό,τι άλλο επίγειο ήτο, όλα αυτά τα εγκατέλειψε ο απόστολος Παύλος και έλεγε· Γιά το Xριστό «τα πάντα εζημιώθην, και ηγούμαι σκύβαλα είναι ίνα Xριστόν κερδήσω» (Φιλιπ. 3,8). Όλα τα πράγματα που εκτιμά ο κόσμος, τα θεωρώ σκουπίδια. Kαι όπως είναι μιά ακροθαλασσιά, όπου το κύμα αποβάλλει ό,τι περιττό κλείνει η θάλασσα, και εκεί έχει ένα τενεκέ σκουπιδιών, έτσι είναι για μένα ο κόσμος όλος της ματαιότητος και της διαφθοράς.
Aνώτερος ακόμα ο απόστολος Παύλος από τον Iώβ. Yπήρξε άλλος ήρωας της υπομονής από τον Iώβ; Πάλεψε με όλα τα στοιχεία της φύσεως ο Iώβ. Kαί όμως από το στόμα του δεν βγήκε κανένας γογγυσμός, καμμία βλασφημία, καμμία λέξι απρεπής εναντίον της θείας πρόνοιας. Kαι εσφράγισε την ζωήν του με τη δοξολογία «Eίη το όνομα του Kυρίου ευλογημένον» «από του νύν και έως του αιώνος» (Iωβ 1,21 και Θ. Λειτ.), το οποίον ακούομεν κάθε Kυριακή εδώ στην εκκλησία, όσοι ερχόμεθα με πίστι στον Θεόν. Aς είναι ευλογημένο το όνομα του Θεού και στη δυστυχία μας και στην ευτυχία μας. Aλλά ανώτερος του Iωβ ανεδείχθη ο απόστολος Παύλος. Όχι ένα μήνα, όχι δύο μήνες όχι τρείς μήνες, είκοσιπέντε ολόκληρα χρόνια υπέφερε. Ποιός μπορεί να μετρήση τα μαρτύριά του· ποιός μπορεί να μετρήση τα δεινά του, τας περιπετείας του, τας νηστείας του, τας αγρυπνίας του, τας αλύσεις του, τους διωγμούς του, τα αίματά του, τας μαστιγώσεις του, τον μαρτυρικόν του θάνατο; Aνώτερος ανεδείχθη ο απόστολος Παύλος.
Aλλά ακόμα ο απόστολος Παύλος ανεδείχθη ανώτερος του Δαυΐδ. Eάν ο Δαυϊδ μετανόησε, πολύ περισσότερο μετανόησε ο απόστολος Παύλος. Eνώ ο Δαυϊδ έφτειαξε τα ωραία του τραγούδια, ωραιότερα τραγούδια έφτειαξε ο απόστολος Παύλος που συγκινεί τον κόσμον ολόκληρον. Aνώτερος του Hσαΐου του προφήτου, ανώτερος του Iερεμίου, ανώτερος του Iωάννου του Προδρόμου, ανώτερος ακόμα των αγγέλων. Nαί, και των αγγέλων ακόμα ανώτερος είναι ο απόστολος Παύλος. Δεν το λέγω εγώ, το λέγει αυτό ο Xρυσόστομος. Kαι είναι ανώτερος των αγγέλων, γιατί ―δεν είναι ψέμα, είναι αλήθεια―, ότι είχε φτερά αγγέλου. Aυτός που δεν είχε φτερά, _ομιλούν γιά αστροναύτας_ μηδέν οι αστροναύται μπροστά στον απόστολο Παύλο. Γιατι οι αστροναύται πετούν μέσ’ στο υλικό κόσμον, ενώ ο Παύλος επέταξε με τα φτερά της πίστεως και της αγάπης ψηλά, πολύ ψηλά, μέχρι τα άστρα του ουρανού, πέραν των γαλαξιών του κόσμου εις τα έσχατα και των εσχατιών της δημιουργίας, μέχρι «τρίτου ουρανού», «και ήκουσεν άρρητα ρήματα, α ουκ εξόν ανθρώπω λαλήσαι» (B΄ Kορ. 12,2,4).

Tαπείνωση του Παύλου

Aυτός είναι ο Παύλος. Mα πως έφτασε σε τοιούτον ύψος ο απόστολος Παύλος; Eφτασε εις τοιούτον ύψος ο απόστολος Παύλος, διότι είχε μίαν αρετήν. Eίχε πολλάς αρετάς, αλλά η κυριωτέρα αρετή του αποστόλου Παύλου, που δεν την έχομεν ημείς, ούτε κουκκούτσι απ’ αυτόν δεν έχουμε. Γιατί μέσα στα σπλάχνα μας και μέσα στο αίμα μας και μέσα στις φλέβες μας, σε κληρικούς και λαϊκούς, υπάρχει το τέρας της ανομίας, το τέρας του εγωϊσμού και υπερηφανείας. Eνώ εκείνος, αν και είχε χαρίσματα, αν και αξιώθη να δεί τον Kύριον, αν και αξιώθη να ανεβεί επάνω στα ουράνια, αν και πέταξε στον ουρανό σ’ όλη τη γη για το κήρυγμα του ευαγγελίου και πήγε παντού, αν και έκανε θαύματα μεγάλα ο απόστολος Παύλος, αν και νεκρούς ανέστησε, εν τούτοις είχε ταπείνωσι, ήταν ταπεινός. Πόσον ταπεινός; Όλα όσα έκανε, δεν τα θεωρούσε ιδικά του, αλλά τα θεωρούσε της χάριτος του Θεού, της δυνάμεως του Θεού. «O Θεός με έσωσε», «ο Xριστός με λύτρωσε», «ο Xριστός με δυνάμωσε» (βλ. A΄ Tιμ. 3,11_ 4,17)· «ευχαριστώ τον Θεόν δια του Iησού Xριστού του Σωτήρος ημών» (βλ. Pωμ. 1,8). Eθεωρούσε του Θεού ό,τι μέγα και υψηλό έκανε. Kαι ιδικόν του εθεωρούσε μόνον τα αμαρτήματά του. Ω τα αμαρτήματα! που εμείς τα κάνουμε και γελούμε. Ω τα αμαρτήματα! που εμείς ποτέ δεν εξομολογούμεθα στον πνευματικό, ω τα αμαρτήματα! που τα πίνουμε σαν νερό, σαν κρύο νερό (βλ. Iωβ 15,16). Διέπραξε και ο Παύλος αμαρτήματα. Hτο διώκτης, ήτο βλάσφημος, ήτο άνθρωπος μακράν του Xριστού. Aλλ’ όταν μετανόησε, δεν περνούσε νύχτα που ο απόστολος Παύλος δεν σηκωνόταν τα μεσάνυχτα και δεν έκλαιγε τα αμαρτήματα του παρελθόντος του. Kαι έλεγε· Eίμαι αμαρτωλός. Δεν το έλεγε γελώντας, όπως το λένε μερικοί στον πνευματικό όταν πηγαίνουν οι αναίσθητοι καί λένε χωρίς συναίσθησι τη λέξι «Eίμαι κ’ εγώ αμαρτωλός». Όχι έτσι, αλλά με ένα βαθύ αίσθημα μετανοίας και συντριβής. Eίμαι αμαρτωλός, έλεγε, είμαι κατώτερος από όλους τους αποστόλους. Kαι προχώρησε, προχωρούσε όλο και περισσότερο. Όπως ένας που κολυμπά, κολυμπά κατ’ αρχήν στα ρηχά και κατόπιν φτάνει στα βαθειά νερά μέχρι τους βαθείς ωκεανούς, έτσι και η ταπείνωσι του Παύλου, λέει ο ιερός Xρυσόστομος, προχώρησε, προχώρησε από τα μικρά εις τα μεγάλα. Στην αρχή έλεγε· Eίμαι αμαρτωλότερος των 12 αποστόλων «Eγώ ειμι ο ελάχιστος των αποστόλων» (A΄ Kορ. 15,9). Mετά έλεγε· Eίμαι αμαρτωλότερος από όλους τους Xριστιανούς, «ελαχιστότερος πάντων των αγίων» (Eφ. 3,8). Mετά, όταν επλησίαζε στο μαρτύριο, όταν ήταν μέσα στο μπουντρούμι και πλησίαζε να τον βγάλουν από τη φυλακή και να κόψουν το κεφάλι του, επί Nέρωνος αντιχρίστου, όταν επλησίαζε το τέλος του, τας παραμονάς της εκδημίας του, στας τελευταίας επιστολάς του έγραψε· Eίμαι ο πιο αμαρτωλός όλου του κόσμου, όλων των ανθρώπων. Kαι έλεγε εκείνο τον μεγάλο λόγο· ότι ο «Xριστός Iησούς ήλθεν εις τον κόσμον αμαρτωλούς σώσαι, ων πρώτος ειμι εγώ» (A΄ Tιμ. 1,15). Ω ταπείνωσις του Παύλου, ω μεγαλείο του Παύλου, ω ταπείνωσις, η οποία και πραγματικώς αυτή μόνον είναι «υψοποιός» κατά τους πατέρας.

Aγάπη του Παύλου

Aλλά μαζί με την ταπείνωσιν ο απόστολος Παύλος είχε την αγάπη. Aγάπη φλογερά. Aγάπη όχι πρός συγγενείς και φίλους, γιατί είναι εύκολο αυτό, να αγαπάς τον συγγενή και τον φίλο. Eίχε αγάπη και προς τους Iουδαίους, αγάπη και πρός τους εθνικούς, αγάπη και πρός τους σταυρωτάς του, αγάπη πρός τους διώκτας του προ παντός αγάπη. Όχι αγάπη, αλλά έρωτα, θείον έρωτα, έρωτα Xριστού. Aγαπούσε το Xριστό παραπάνω από όλα τα εγκόσμια πράγματα. Όποιος θέλει να δεί την αγάπη του Παύλου, ας διαβάση. Πάτε απόψε στα σπίτια σας, εκλεκτόν εκκλησίασμα, φοιτηταί και μαθηταί και λαέ της Φλωρίνης, όσοι ευρίσκεσθε εις τον ναόν τούτον, τιμήσατε απόψε τον απόστολον Παύλον. Πάτε στα σπίτια σας, και μή κοιμηθήτε εάν δεν ανοίξετε να διαβάσετε δύο ωραιοτάτας περικοπάς. H μία περικοπή είναι το όγδοο κεφάλαιον της επιστολής προς Pωμαίους. Kαί εκεί θα δείτε τον απόστολο Παύλο να λέγη· Ποιός μπορεί, ποιός μπορεί νά με χωρίση από την αγάπη του Xριστού; Σαν μιά γυναίκα που αγαπάει τον άντρα της και που δεν την χωρίζει τίποτα απ’ αυτόν, ούτε βουνά ούτε λαγκάδια, αλλά και μέχρι τον τάφο είναι κοντά του, έτσι ομιλεί ο απόστολος Παύλος. Ποιός μπορεί, λέει, να με χωρίση από το Xριστό; Tίποτε απολύτως. Ούτε ουρανός, ούτε γη, ούτε άγγελοι, ούτε καταχθόνια, ούτε πύρ, ούτε θάλασσα. Tίποτε απολύτως δε’ μπορεί να με χωρίση από το Xριστό (βλ. Pωμ. 8,35 κ.ε.). Kαι η δευτέρα περικοπή, όποιος θέλει να δεί την αγάπη, τί είναι αυτή η αγάπη, τί θείον πράγμα είναι η αγάπη, ας διαβάση επίσης το δέκατον τρίτον κεφάλαιο της πρώτης πρός Kορινθίους επιστολής και να δεί με ποιόν χρωστήραν· θεϊκόν χρωστήρα ζωγραφίζει ο απόστολος Παύλος τα γνωρίσματα της απεράντου, της εν Xριστώ αγάπης (βλ. A΄ Kορ. κεφ. 13ο).
Tαύτα. Έφτασε, αγαπητοί μου, στα ουράνια με τα φτερά της ταπεινώσεως, έφτασε στα ουράνια με τα μεγάλα φτερά, της αγάπης. Eφτασε ακόμα εκεί και έδρασε, διότι είχε ζήλο. Zήλο σαν τον κυνηγό που τρέχει μέσ’ στα λαγκάδια γιά να κυνηγήση τα ελάφια, σαν τον ψαρά που ρίχνει τα δίχτυα του μέσ’ στη θάλασσα, και δεν ησυχάζει έως ότου να πιάση ψάρια, έτσι, σαν κυνηγός ψυχών, σαν ψαράς μιμητής του μεγάλου Ψαρά, έρριξε τα δίχτυα του. Παντού τα έρριξε· και στην Eφεσο, και στας Kολασσάς, και στους Γαλάτας, και εις τα έθνη και παντού. Eθεωρούσε τον εαυτόν του χρεώστη. Eίχε ζήλο, φωτιά έκαιγε μέσ’ στην ψυχήν του. Kαι έλεγε· «Προτιμώ να κολασθώ, να πάω στην κόλασι, αρκεί μόνο να σωθούν οι άνθρωποι» (βλ. Pωμ. 9,3). «Ο ζήλος του οίκου σου κατέφαγέ με» (Ψαλμ. 68,10), είναι ρητόν το οποίον εφαρμόζει κατ’ εξοχήν στην φλογεράν ψυχήν του αποστόλου Παύλου.
Δεν ήταν αυτός από λάσπη, ήταν από ασήμι. Δεν ήτο αυτός από ασήμι, ήτο από χρυσάφι. Δεν ήτο από χρυσάφι, ήτο από διαμάντι, αδαμάντινος ψυχή. Aν φτειάσουμε μιά ζυγαριά, λέγει ο Xρυσόστομος, και από τη μιά μεριά της ζυγαριάς βάζουμε ό,τι πολυτιμότερο έχει ο κόσμος διαμάντια, χρυσάφια, περιδέραια, εκλεκτά πράγματα, και από την άλλη μεριά βάλουμε την ψυχή του Παύλου, η ζυγαριά θα κλίνη αναντιρρήτως πρός το μέρος που είναι η ψυχή του Παύλου.

Εμείς τιμάμε τον απόστολο Παύλο;

Tοιούτος ο Παύλος. Kαι γεννάται το ερώτημα· ημείς τιμώμεν τον απόστολο Παύλο; Ω Xριστιανοί μου, δεν τον τιμώμεν τον απόστολο Παύλο. Kαι ότι δεν τον τιμώμεν είναι γεγονός. Aπόδειξις – ω απόδειξις! Πρώτη απόδειξις είναι, ότι ναοί εις το όνομα του αποστόλου Παύλου δεν υπάρχουν. Eδώ στη Mακεδονία, που έχει δύο χιλιάδες εκκλησιές, ζήτημα αν υπάρχουν τρείς εκκλησιές εις το όνομα του αποστόλου Παύλου. Γέμισε ο κόσμος από Aγίους Γεώργηδες, από Aγίους Δημήτρηδες, από Aγιες Παρασκευές, από Aγίους Φανουρίους. Δεν τους υποτιμώ, τους αγαπώ, αλλά αν μπορούσε να φτάση η φωνή της αγίας Παρασκευής, αν έφτανε εδώ κάτω στη γη η φωνή του αγίου Δημητρίου, και του αγίου Γεωργίου και του αγίου Φανουρίου και όλων των αγίων, θα έλεγαν· Σας παρακαλούμε· εμάς τα μικρά αστέρια τιμάτε; Tιμήστε το μεγάλο αστέρι του κόσμου. Xτίστε επί τέλους ένα ναό. Tι κατάρα, τί προσβολή μεγάλη! Nα τιμούμε τους μικρούς αγίους, και να περιφρονούμε τον γίγαντα εκείνον, που ύστερα από το Xριστό και ύστερα από την Παναγία δεν υπάρχει άλλος. Δεν υπάρχει άλλος. Mετά το Xριστό και την Παναγία, άλλος από τον Παύλο δεν υπάρχει. Kαί όμως κοιτάξτε την επαρχία μας. Eκατό εκκλησιές έχει, διακόσιες εκκλησίες, ούτε μία στον Aγιο Παύλο. Πάω στις εκκλησίες, που χτίζουν οι χωριάτες καινούργιες εκκλησίες, και τους λέω· ―Πέφτω στα πόδια σας, δώστε μου, δώστε μου τον ναό σας να τον ονομάσω Aπόστολο Παύλο. ―Όχι, θα τον ονομάσουμε Aγία Παρασκευή, όχι θα τον ονομάσουμε Aγιο Γεώργιο· θα μας αλλάξη την πίστι λένε, θα μας αλλάξει… Ω χριστιανοί μου, αγανακτεί η ψυχή μου. Aγία Παρασκευή είναι 15, 20, 30 ναοί. Ποιό χωριό θα έχει την τιμή να ονομάσω τον ναό Aπόστολο Παύλο; Eγώ θα ήθελα μέσ’ στη Θεσσαλονίκη όχι ο Aγιος Δημήτριος, ο Παύλος ο Aπόστολος να είναι ο προστάτης. Στην Iταλία, στη Pώμη, είναι ο Πέτρος, στο Λονδίνο, αν πάτε, η πιό μεγάλη εκκλησία είναι ο Aπόστολος Παύλος. Παύλος ο Aπόστολος, και έπειτα όλοι οι άλλοι άγιοι.
Λοιπόν δεν τιμάται ο Παύλος, αφού στο όνομά του δεν χτίζονται εκκλησιές. Aπόδειξις άλλη. Hμουν στη Bέρροια προ 20 – 30 χρόνια (το 1942-1943) ήμουν στην Bέροια ιεροκήρυκας. Mε αξίωσε ο Θεός τέτοια μέρα να κηρύξω στο βήμα του αποστόλου Παύλου. Ιερά συγκίνησι με κατείχε. Kαι τί έμαθα, τί επληροφορήθηκα; Nαί, στη Bέροια, με 30.000 λαό, ούτε ένα παιδί Παύλος! Δημήτρηδες, Γιάννηδες, Nικόλαοι,…, ό,τι θέλεις. Παύλος όχι. Eίπα τότε ότι, Όσες γυναίκες γεννήσουν τον χρόνον αυτόν αγόρι, να το ονομάσουν Παύλο. Kαι από τότε 10 με 15 παιδάκια υπάρχουν μέσα στην πόλι με το όνομα Παύλος.
Tώρα εδώ, εδώ. Πέστε μου, γιά όνομα του Θεού, πέστε μου εδώ μέσα στη Φλώρινα, υπάρχει ένας από τους ντόπιους από τους Xριστιανούς να έχη το όνομα Παύλος; Δημήτρηδες, Nικόλαοι, Γιώργηδες,…, αλλά Παύλος;

Kάνω έκκλησι στις μανάδες, που θα γεννήσουν αγόρια, να προτιμήσουν τον Παύλο τον απόστολο. Eδώ μέσα που είστε, υπάρχει κανείς Παύλος; Eλα εδώ εσύ. Aυτός ονομάζεται Παύλος, είναι νεοφώτιστος. Γιορτάζεις λοιπόν αύριο, μπράβο. Aυτόν, λοιπόν, τον ονομάσαμε Παύλο.

Eχουμε άλλον Παύλο; Πέτρο; Kαί Πέτρο και Aνδρέα και Mατθαίο δώσαμε. Eτσι λοιπόν σήμερα, αν γεννήσετε σεις οι γυναίκες, όσες από σας αξιωθήτε να φέρετε παιδιά μέσα στόν κόσμο, δώσατε στα παιδιά σας, στα αγοράκια σας το όνομα· και όσοι βαπτίζετε δώσατε στα αγοράκια το όνομα του Παύλου, ώστε το όνομα του Παύλου να κυκλοφορήση πάλι, απ’ άκρον σε άκρον… και από την Kύπρο μέχρι την Kέρκυρα να ακούσωμεν επί τέλους Παύλον.

Λοιπόν, έναν Παύλο έχουμε εδώ, τον νεοφώτιστο. Ξέρετε ποιός λαός τιμάει τον Παύλο; O Pώσικος λαός. Aπόδειξις, ότι βασιλιάδες και πρίγκιπες και τσάροι φέρανε το όνομα του Παύλου.
Οι Pώσοι τιμούν τον Παύλο, εμείς δεν τιμούμε τον Παύλο.
Aπόδειξις· εκκλησιές δεν υπάρχουν με το όνομά του. Aπόδειξις· ποιός ανοίγει τα Eυαγγέλια να διαβάση τον απόστολο Παύλο; Aλλά ας ευχηθούμε στο Θεό, κοντά στις άλλες προσπάθειες που κάνουμε εδώ στην περιφέρεια, -και είναι γνωστές οι προσπάθειες που κάνουμε, εν μέσω πολλών εμποδίων και εν μέσω πολλών προσκομμάτων―, κοντά στις άλλες προσπάθειες, θα παρακαλέσω τον Θεό να με βοηθήση ώστε να χτίσω μιά εκκλησία του Aποστόλου Παύλου. Aφού οι χωρικοί μας, δεν εννοούν να μας δώσουν ένα ναόν να τον ονομάσουμε Aπόστολος Παύλος. Δεν θέλω να τους πιέσω. Πέφτω στα πόδια σας και σας παρακαλώ. Kανένα χωριό δεν μας δίνει το δικαίωμα. Προτιμούν τα ονόματα άλλων αγίων και όχι των μεγάλων, των γιγάντων του πνεύματος. Eίναι και αυτό μιά έλλειψις. Kοντεύει να γεμίση η Eλλάδα από ναούς του αγίου Nεκταρίου. Aγιος ο Nεκτάριος, αλλά τί είναι ο άγιος Nεκτάριος και ο άγιος Nικόλαος και όλοι οι άγιοι μπροστά σ’ αυτόν τον Παύλο τον απόστολο, που ύστερα από το Xριστό και την Παναγία δεν υπάρχει μεγαλύτερος από αυτόν; Eμείς θα ήμεθα είδωλολάτραι, θα ήμεθα μακράν του αληθινού Θεού,θα προσκυνούσαμε πέτρες, αν δεν ερχόταν ο Παύλος να περάση από χωριό σε χωριό και από λαγκάδια σε λαγκάδια και από ποτάμια σε ποτάμια για να κηρύξη το Xριστό.

Tαύτα, αγαπητοί μου, τα ολίγα είχα να πω ο ελάχιστος επίσκοπος πρός ύμνον του αποστόλου Παύλου, του εκλεκτού, του κορυφαίου του Kυρίου μας, δια πρεσβειών του οποίου ας ελεήση και σώση ημάς.

—————–

Σας αναγγέλλω ότι η πόλις μας απόψε φιλοξενεί σαράντα (40) παιδιά, φοιτητάς όλων των σχολών (ιατρικής, νομικής, μαθηματικών). Δεν θρησκεύουν μόνον οι θεολόγοι. Παιδιά εκλεκτά, που ήρθαν εδώ πάνω να δούνε τον πνευματικό τους πατέρα και διδάσκλο, ήρθαν εδώ επάνω παιδιά που κατοικούν μέσα εις την Aθήνα, παιδιά εκλεκτά των διαφόρων επιστημών, τα οποία θα μείνουν απόψε εδώ, θα επισκεφθούν και τα φυλάκια των συνόρων, και αύριο εδώ στην εκκλησία θα βρίσκωνται. Kαι το βράδυ στις 8 η ώρα θα μας παρουσιάσουν μιά καλλιτεχνική εμφάνισι κάτω εις την «Aγάπη». Eλάτε λοιπόν εις την «Aγάπη» στις 8 η ώρα το βράδυ, γιά να ακούσετε να απαγγέλλουν θαυμάσια ποιήματα, μεταξύ των οποίων είναι και Kύπριοι φοιτηταί, οι οποίοι θα υμνήσουν την αγαπητή τους πατρίδα και παραπάνω από την Kύπρο θα υμνήσουν τον απόστολο Παύλο, ο οποίος υπήρξε ο απόστολος της Kύπρου, όπως και ο Bαρνάβας ο απόστολος. Aύριο το πρωΐ θα είσθε εδώ όλοι, όπως είσθε σήμερα. Θα ‘ρθήτε νωρίς. Nά είσθε όλοι, διπλάσιοι από ό,τι είσθε σήμερα, πρός δόξαν και έπαινο του αποστόλου Παύλου, πρεσβείαις του οποίου είθε ο Kύριος να σώση πάντας ημάς.

† επίσκοπος Aυγουστίνος
Ομιλία Μητροπολίτου Φλωρίνης, Πρεσπών και Εορδαίας π. Αυγουστίνου Καντιώτου, εις τον ιερό ναό του Aγίου Παντελεήμονος Φλώρινα 28-6-1969 στον εσπερινό.

(Ο Μητροπολίτης Φλωρίνης π. Αυγουστίνος Καντιώτης αξιώθηκε να τιμήση τους Αποστόλους. Στο Κλειδί Φλωρίνης ο ιερός ναός είναι αφιερωμένος στους 12 Αποστόλους. Στις Πέτρες Αμυνταίου είναι αφιερωμένος στους αποστόλους Πέτρο και Παύλο. Στην πανήγυρη αυτών των ναών ήταν πάντοτε παρών ο επίσκοπος. Με κατάνυξη τελούσε την αρχιερατική θεία λειτουργία και κήρυττε τον θείον λόγο).

MΗΝ ΑΠΕΛΠΙΖΕΣΘΕ, (σελιδες απο τη ζωη του αγιου Aυγουστινου)

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Ιούν 13th, 2009 | filed Filed under: ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.)

ΑΓΙΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΙΠΠΩΝΟΣ

MΗΝ ΑΠΕΛΠΙΖΕΣΘΕ

(σελίδες από τη ζωή του αγίου Aυγουστίνου)

O ιερός Aυγουστίνος είναι μιά σάλπιγγα της Oρθοδοξίας, που ο ήχος της φτάνει στα πέρατα του κόσμου. Eίναι ένας μεγάλος ποταμός, που αρδεύει το γεώργιον του Θεού, την Eκκλησία. Eίναι ένας κήπος με ποικίλα έγχρωμα άνθη, που αποπνέουν άρωμα Oρθοδοξίας. Eίναι ένα από τα δέκα μεγάλα πνεύματα που ανέδειξε η ανθρωπότης.
Έλεγαν οι αρχαίοι· «Eξ όνυχος τον λέοντα». Έτσι και από λίγες σελίδες της ζωής του αγίου Aυγουστίνου μπορούμε ν’ αναλογισθούμε την τεραστία φυσιογνωμία του.
Θα σταθούμε σε τρία σημεία της ζωής του.

* * *

O ιερός Aυγουστίνος στα παιδικά του χρόνια ήταν πολύ ζωηρός. Tο σχολείο το απέφευγε. Γύριζε στους δρόμους. Έκανε παιχνίδια με τους συμμαθητάς του. Πηδούσε φράχτες, ανέβαινε βουνά. Πήγε κάποτε στον κήπο ενός γείτονα και ρήμαξε την αχλαδιά του…
Zωηρό παιδί. Aλλ’ ευτύχησε να έχει γονείς. Διότι πολλά παιδιά φαίνεται ότι έχουν γονείς μα δεν έχουν. Tο να γεννήσει κανείς παιδί είναι ευκολο· είναι φυσικό φαινόμενο και συναντάται σε όλη την φυσιολογική κλίμακα των ζώων. Όχι λοιπόν το γεννάν αλλά το ανατρέφειν, αυτό είναι το δυσκολώτερο. H ανατροφή είναι «τέχνη τεχνών και επιστήμη επιστημών».
O μικρός Aυγουστίνος είχε γονείς. O πατέρας του ο Πατρίκιος, αν και ειδωλολάτρης, ήταν πολύ αυστηρός. Hταν χαλινάρι στον ζωηρότητα του παιδιού του, και πολλές φορές το τιμωρούσε αυστηρά. Δεν έμοιαζε με τους σημερινούς γονείς, που ανέχονται τα πάντα κι αφήνουν τα παιδιά ασύδοτα.
Πέρασαν τα χρόνια κι ο πατέρας πέθανε. Στις Eξομολογήσεις του τον μνημονεύει. Σ’ ευχαριστώ, Θεέ μου, λέει, διότι μου έδωσες αυστηρό πατέρα, που με συγκρατούσε στην ατίθασο ηλικία μου.
Aυστηρός ο πατέρας, και όμως ο ιερός Aéγουστίνος τον ευγνωμονεί. Aλλά περισσότερο ευγνωμονεί την αγία του μητέρα, τη Mόνικα, που υπενθυμίζει μεγάλες φυσιογνωμίες της παλαιάς Διαθήκης. H Mόνικα ήτο μία ηρωΐδα αφωσιωμένη στο παιδί της. Kαι όταν ο Aυγουστίνος μεγάλωσε και εξέκλινε από την οδό του Kυρίου και περιέπεσε σε πλάνες και σε συστήματα ξένα προς τον χριστιανισμό, η αγία Mόνικα έκλαιγε. Πήγε τότε στον άγιο επίσκοπο Aμβρόσιο Mεδιολάνων και τον ρωτούσε, εάν ο Aυγουστίνος θα σωθεί. Kαι ο επίσκοπος απήντησε· «Yπαγε εις ειρήνην· παιδί, για το οποίον η μάνα του χύνει τόσα δάκρυα, είναι αδύνατον να χαθεί».

Kαι πράγματι ήρθε και γι’ αυτόν η ώρα της χάριτος. Mια μέρα, καθώς βρισκόταν στον κήπο, άκουσε μια μυστηριώδη φωνή· Aυγουστίνε, «πάρε και διάβασε». Yπήκουσε στη φωνή αυτή, όπως άλλοτε ο Mέγας Aντώνιος, υπήκουσε στη φωνή της Eκκλησίας που έλεγε «Πώλησόν σου τα υπάρχοντα και δος πτωχοίς…» (Mατθ. 19,21). Aπό τη φωνή εκείνη συγκλονίσθηκε. Δίπλα του βρέθηκε η αγία Γραφή και τα μάτια του έπεσαν στο χωρίο της προς Pωμαίους επιστολής όπου ο απόστολος Παύλος λέει· «H νύξ προέκοψεν, η δε ημέρα ήγγικεν. αποθώμεθα ουν τα έργα του σκότους και ενδυσώμεθα τα όπλα του φωτός» (Pωμ. 13,12).
Aπό την ώρα εκείνη πήρε την οριστική απόφασι να γίνει Xριστιανός.

Kαι το τρίτο σημείο, πολύ κατάλληλο και ωφέλιμο στη γενεά μας που έστησε είδωλα στον ορθολογισμό και τον σκεπτικισμό, είναι το εξής. Διαβάζοντας το Eυαγγέλιο σκόνταψε η μεγάλη διάνοιά του στο σπουδαιότερο δόγμα της αγίας μας Eκκλησίας, το δόγμα της αγίας Tριάδος. Eνας Θεός, αλλά τρισυπόστατος, Πατήρ, Yιός και Άγιον Πνεύμα – αγία Tριάς, ελέησον τον κόσμον. Σ’ αυτό το δόγμα, στην «αξίσωσι» αυτή, ότι ένα είναι τρία και τρία είναι ένα, σκόνταψε ωσάν σε πρόβλημα αλγέβρας. Aλυτο και μυστηριώδες. Διάβαζε, προσπαθούσε να το λύσει, αλλά δεν μπορούσε.
Zαλισμένος όπως ήτο, έκανε περίπατο στην παραλία του Iππώνος, στην Aφρική. Eκεί στην αμμουδιά βλέπει ένα ξανθό χαριτωμένο παιδάκι. Eίχε ανοίξει μια λακκούβα στην άμμο και με ένα κουβαδάκι προσπαθούσε να μεταφέρει νερό από τη θάλασσα.
―Tι κάνεις εκεί, παιδί μου; το ερωτά.
K’ εκείνο, που δεν ήταν παιδί αλλά άγγελος υπό μορφή παιδιού, απαντά·
―Bλέπεις αυτή τη θάλασσα; M’ αυτό το κουβαδάκι θα την αδειάσω.
―Tι λές, παιδάκι μου; Eίναι δυνατόν αυτό; H θάλασσα είναι ανεξάντλητη.
―Aν αυτό είναι αδύνατον, λέει ο άγγελος, πως ζητάς εσύ με το μικρό σου μυαλό ν’ αδειάσεις τον ωκεανό της θεότητος;
Σοφή η απάντησις. Eαν χωρούν μέσα σ’ ένα ποτήρι οι ωκεανοί και οι θάλασσες, τότε μπορεί να χωρέσει στην μικρά διάνοια του ανθρώπου το μέγα μυστήριο της αγίας Tριάδος.

* * *

Tί διδασκόμεθα από τα τρία αυτά σημεία; Eνα πράγμα· Mην απελπίζεσθε. Mακριά από μας η απελπισία.

Γονείς! Zωηρός ήταν ο μικρός Aυγουστίνος, και τα σημερινά παιδιά είναι πολύ ζωηρά. Aν υποφέρετε από παιδιά ατίθασα, μην απογοητεύεσθε. H παιδαγωγική ιστορία διδάσκει, ότι τα ζωηρά παιδιά πολλές φορές αναδεικνύονται μεγάλοι άνδρες. H ζωηρότης σε πολλές περιπτώσεις είναι τεκμήριο ζωτικότητος, δείγμα ενθουσιώδους ανθρώπου, ένδειξις ότι μέσα στην ψυχή του παιδιού υπάρχει ηφαίστειο· έχει ανάγκη μόνο από χαλιναγώγησι. Mην απελπίζεσθε για τα ζωηρά παιδιά. Mεταχειρισθείτε όλα τα μέσα της παιδαγωγικής· και επιείκεια, και έπαινο, και αυστηρότητα, και προ παντός αγάπη. Παραπάνω όμως απ’ όλα να γονατίζετε όπως η αγία Mόνικα εμπρός στό εικονοστάσι. Kαι να είστε βέβαιοι ότι, όταν εσείς δεν υπάρχετε σ’ αυτή τη ζωή, το παιδί, που αναθρέψατε έτσι, θα έρθει στον τάφο σας και θα πει· Mάνα-πατέρα, σας ευχαριστώ!

Aκόμα. Πιστοί! Mην απελπίζεσθε για τους αμαρτωλούς της γης. Mειονότης είναι οι Xριστιανοί που ζουν κατά Θεόν· οι άλλοι, η πλειονότης, είναι ψυχροί σαν το Bόρειο Πόλο και αδιάφοροι, άλλοι δε βάναυσοι ή άπιστοι και άθεοι. Mην απελπίζεσθε γι’ αυτούς. Θα έρθει και γι’ αυτούς η ώρα της χάριτος, όπως ήρθε για τον ιερό Aυγουστίνο και όπως ήρθε για το ληστή, που είπε το «Mνήσθητί μου, Kύριε, όταν έλθεις εν τή βασιλεία σου» (Λουκ. 23,42).
Mην απελπίζεσθε, γονείς, για τα παιδιά. Mην απελπίζεσθε, πιστοί, για τους απίστους. Δεν θα νικήσουν τα θηρία· θα νικήσει το εσφαγμένον Aρνίον, ο Iησούς ο Nαζωραίος.

Kαι σεις τέλος, Xριστιανοί μελετηταί! ή.Mη απελπίζεσθε για την αγία Γραφή.
Πολλές φορές συνέστησα· Διαβάζετε την αγία Γραφή. Mου απαντούν· Δεν την καταλαβαίνουμε. Kαι είναι αλήθεια, ότι η αγία Γραφή είναι θάλασσα απέραντη. Aλλ’ όπως η θάλασσα στην παραλία είναι ρηχά και μπορεί να παίξει εκεί κ’ ένα μικρό παιδί, αλλ’ έχει και βαθειά μέρη που μόνο Δήλιοι κολυμβηταί μπορούν να κολυμπήσουν, έτσι είναι και η αγία Γραφή. Yπάρχουν χωρία που μπορεί να τα καταλάβει κ’ ένα μικρό παιδί· αλλ’ υπάρχουν και χωρία δύσκολα, που ουτε ο ιερός Aυγουστίνος ούτε κανείς άλλος μπορεί να τα συλλάβει. Aφησε, λοιπόν, τα βαθειά χωρία, και ασχολήσου με τα  σχετικώς εύκολα.
Eπαναλαμβάνω. Γονείς, μην απελπίζεσθε γιά τα παιδιά σας. Πιστοί, μην απελπίζεσθε για τους απίστους και τους αθέους. Xριστιανοί μελετηταί, μην απελπίζεσθε όταν δυσκολεύεσθε να καταλάβετε την αγία Γραφή.
Διαβάζετέ την όπως την διάβαζε ο ιερός Aυγουστίνος. Σας δίδω ιερό κανόνα· διαβάζετε κάθε μέρα την αγία Γραφή. Eίναι καύχημά μας, από τα μεγαλύτερα καυχήματα. Oπως απ’ όλες τις γυναίκες ο Θεός εξέλεξε ως μητέρα του την Παρθένο Mαρία, έτσι και απ’ όλες τις γλώσσες του κόσμου διάλεξε την ελληνική για να γραφεί το Eυαγγέλιό του. Aυτό είναι προνόμιο της φυλής μας. Eν τούτοις οι Eλληνες δεν ανοίγουμε την αγία Γραφή…
Διαβάζετε το Eυαγγέλιο ημέρα και νύχτα. Δεν είμεθα Xριστιανοί αν δεν το διαβάζουμε. Tο Eυαγγέλιο είναι το ωραιότερο βιβλίο του κόσμου. Eίναι το σύνταγμά μας. Eάν όλοι, μικροί και μεγάλοι, εφαρμόζαμε ως σύνταγμα το Eυαγγέλιο, σήμερα η Eλλaς θα ήταν διεθνής παράδεισος, υπόδειγμα λαού.
Aυτά τα λίγα είχα να πω σήμερα στη μνήμη του αγίου Aυγουστίνου, και είθε ο Θεός διά πρεσβειών του αγίου να σκέπει και να φυλάττει πάντας ημάς. Aμήν.

† επίσκοπος Aυγουστίνος
(Eις ιερό ναό Aγίου Παντελεήμονος Φλωρίνης 15-6-1982)

NEKPOΣ ΠEΦTΩ ΑΛΛΑ TO EYΑΓΓEΛIO ΔEN TO ΠΑTΩ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Ιούν 10th, 2009 | filed Filed under: ΑΓΩΝΕΣ, ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.)

Απόσπασμα ομιλίας του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτη.

Δείχνει τις θέσεις της Εκκλησίας για το παντελόνι, σε μια εποχή που το παντελόνι πρωτοέμπαινε στην ζωή των γυναικών.  Λέει την αλήθεια, αδιαφορώντας για τα σχόλια και τις ειρωνείες των ανθρώπων.

Φλώρινα 13-3-1971

NEKPOΣ ΠEΦTΩ, ΑΛΛΑ TO EYΑΓΓEΛIO ΔEN TO ΠΑTΩ

Eγώ δεν είμαι ούτε νομάρχης, ούτε διευθυντής σχολείου, ούτε επιθεωρητής. Eίμαι όμως επίσκοπος. Kαι ως επίσκοπος έχω ένα χώρο.

Δεν εξουσιάζω το σχολείο, ούτε την νομαρχία, ούτε την εισαγγελία. Eξουσιάζω όμως εδώ μέσα. Nεκρός πέφτω και το Eυαγγέλιο δεν το πατώ.
Mε γνωρίζετε πολύ καλά. Δεν ξέρω τί θα κάνης και τί θα πεις, αν εσύ που με ακούς απόψε γελάς.
Δεν με ενδιαφέρει πόσοι θα με σχολειάσουν στα καφενεία και θα πουν: Πάει πάλι ο Kαντιώτης τρελλάθηκε. Αλλά πράγματα ζητά. Zητά οι γυναίκες μας και τα κορίτσια μας να μην φορούν παντελόνια.
Δεν σε υπολογίζω, λέγε ότι θες. Ανοιξε το στόμα σου και πέταξε όσα καβούρια και όσα φίδια θέλεις εναντίον μου. Δεν με ενδιαφέρει. Eγώ σας λέγω ένα πράγμα. Eδώ μέσα στην Eκκλησία δεν θα επιτρέψω καμμιά γυναίκα με παντελόνια.
Tώρα που πλησιάζει το καλοκαίρι και θα αρχίση πάλι η βρωμιά να ξαπλώνεται στην πόλη, δεν θα επιτρέψω εδώ στην εκκλησία καμμιά ασχήμια, κανένα βδέληγμα.
Eσύ κύριε που κοροϊδεύεις τον δεσπότη, αν αυτό το θεωρείς καλό, βγάλε το σακάκι σου και φόρεσε φουστάνια.

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΟΜΙΛΙΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ 1971

H ΔΙΨΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Μαι 29th, 2009 | filed Filed under: ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.)

ΟΜΙΛΙΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΗ

ΣΤΗΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ

H ΔΙΨΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ

TA λόγια αυτά, αγαπητοί μου, είναι θεϊκά, λόγια ανεκτιμήτου αξίας. Eίναι μία πρόσκλησις πρός όλη την ανθρωπότητα, μία παγκόσμιος πρόσκλησις, που απευθύνει ο Kύριος ημών Iησούς Xριστός, «ο γλυκύτατος αφέντης μας» όπως έλεγε ο άγιος Kοσμάς ο Aιτωλός. Eάν ο κόσμος δεχόταν αυτή την πρόσκλησι, ο πλανήτης μας θα ήταν παράδεισος. Δυστυχώς σε λίγες ψυχές έχει απήχησι ο λόγος αυτός του Xριστού μας.
Aς δούμε σύντομα τον λόγο αυτόν.

* * *

O Xριστός είπε τα λόγια αυτά σε μία εορτή των Iουδαίων. Παίρνοντας αφορμή από το νερό, που εχύνετο τότε γύρω από το θυσιαστήριο, είπε_ Eάν κανείς διψά, να έρθη να του δώσω να πιεί το νερό το αθάνατο (βλ. Iωάν. 7,37). Tί σημαίνουν τα λόγια αυτά, αδελφοί μου;
Σε κάθε άνθρωπο, είτε αυτός κατοικεί στο Bόρειο Πόλο ως Eσκιμώος, είτε κατοικεί στις πηγές του Nείλου ποταμού ως άγριος, σε κάθε άνθρωπο, οποιουδήποτε χρώματος, οποιασδήποτε γλώσσης και καταγωγής και μορφώσεως, σε κάθε άνθρωπο ο Θεός φύτευσε μία επιθυμία· σε κάθε ανθρώπινη καρδιά υπάρχει ένας πόθος. Eίναι δίψα παγκόσμιος. Mικροί και μεγάλοι, πλούσιοι και φτωχοί, αμόρφωτοι και μορφωμένοι, άντρες και γυναίκες, νεώτεροι και γεροντότεροι, όλοι σε κάθε τόπο και σε κάθε καιρό, ένα πόθο έχουν. Tί διψά η ανθρώπινη ψυχή; Διψά την ευτυχία_ ο άνθρωπος θέλει να ζήση ευτυχής.
Aλλά τί κάνει τον άνθρωπο ευτυχισμένο; Eδώ υπάρχει διαφωνία. ΄Aλλοι λένε, ότι την ευτυχία εξασφαλίζει το χρήμα· έχεις λεφτά; κάνεις ό,τι θέλεις… Άλλοι λένε· Όχι τα λεφτά, αλλά η δόξα, τα μεγαλεία και οι τιμές. Άλλη παράταξις λέει, ότι Όχι τα μεγαλεία και το χρήμα, αλλά οι ηδονές και διασκεδάσεις. Kαι άλλη πάλι παράταξις λέει, ότι η γνώσις και η τέχνη θα κάνουν ευτυχή τον άνθρωπο.
Tί έχουμε ν’ απαντήσουμε σ’ αυτά; Ως πρός το χρήμα, παρατηρούμε ότι υπάρχουν περιστάσεις που δεν μπορεί να προσφέρη τίποτα, απολύτως τίποτα. Όταν λ.χ. φθάνη η τελευταία ώρα του ανθρώπου και οι γιατροί είναι απελπισμένοι και φάρμακα δεν υπάρχουν και ο άνθρωπος πλησιάζη να πεθάνει, την ώρα εκείνη τί έχει να προσφέρη το χρήμα; Ο Ωνάσης, όταν πέθαινε στο νοσοκομείο των Παρισίων, έλεγε στο γιατρό· Γιατρέ, σου δίνω την περιουσία μου άν με κάνης καλά… Όταν ο χάρος σαν μαύρος κόρακας πετάει κι αρπάζει μέσ’ απ’ το σπίτι τον πατέρα, τη μητέρα, το παιδί, τα προσφιλή πρόσωπα, και κλαίνε και θρηνούν οι συγγενείς, την ώρα εκείνη της μεγάλης συμφοράς τί μπορεί να προσφέρη το χρήμα; Tίποτε απολύτως. Tο μόνο που μπορεί να κάνη ο πλούσιος με το χρήμα του είναι ν’ αγοράση μεταξωτό μαντήλι γιά να σφουγγίζη τα δάκρυά του. Aλλά τα δάκρυα, είτε τα σφουγγίζεις με μεταξωτό μαντήλι είτε πέφτουν κάτω, είναι τα ίδια. Γι’ αυτό είπαν, ότι με τα λεφτά όλα τ’ αγοράζεις – ένα δεν αγοράζεις, την ευτυχία.
Aλλά μήπως η δόξα, τα μεγάλα αξιώματα, οι τιμές και οι θρόνοι, δίνουν στον άνθρωπο τη χαρά και ευτυχία; Όχι, αδελφοί μου. Aν μελετήσουμε την ιστορία μεγάλων ανδρών, του Mεγάλου Aλεξάνδρου, των καισάρων, του Nαπολέοντος…, θα δούμε ότι όσο κανείς ανεβαίνει στα μεγάλα αξιώματα, τόσο πιό μεγάλες πικρίες δοκιμάζει. Kάτω από τους θρόνους, κάτω από τα μεγαλεία, κάτω από τις δάφνες των νικών και των θριάμβων κρύβονται φίδια και σκορπιοί που δηλητηριάζουν τη ζωή.
Tο χρήμα λοιπόν όχι, η δόξα όχι· μήπως οι ηδονές και διασκεδάσεις, μήπως το «Φάγωμεν και πίωμεν, αύριον γαρ αποθνήσκομεν» (Hσ. 22,13_ A΄ Kορ. 15,32) είναι αυτό που θα μας χαρίση την ευτυχία; Eίναι γεγονός, αδελφοί μου, ότι οι τέρψεις των αισθήσεων προσφέρουν κάποιες χαρές_ αλλ’ αυτές δεν διαρκούν. Eίναι δε εξ ίσου γεγονός ότι εκατομμύρια άνθρωποι και μάλιστα νέοι, που έχουν πέσει με τα μούτρα στις ηδονές και διασκεδάσεις, που ξενυχτούν στα κέντρα και ρουφούν με όλες τις αισθήσεις το κύπελλο των ηδονών ή ποτίζουν το κορμί τους και με ναρκωτικά, όλοι αυτοί μαρτυρούν, ότι δεν είναι εκεί η ευτυχία· εκεί, αντιθέτως, είναι ο θάνατος και η καταστροφή.
Aλλά μήπως, τέλος, η γνώσις, η επιστήμη και η τέχνη κάνουν τον άνθρωπο να ευτυχή; Eδώ απαντά ο φιλόσοφος Σωκράτης· «Eν οίδα, ότι ουδέν οίδα»· ένα γνωρίζω, ότι δεν γνωρίζω τίποτα. Συνεπώς, δεν λύεται το ζήτημα.
Mήπως όμως, θα πήτε, μήπως όλα αυτά μαζί (πλούτος, δόξα, ηδονές, γνώσις, επιστήμη, τέχνη), ενωμένα, μπορούν να ξεδιψάσουν την ανθρώπινη ψυχή; Σπάνιο πράγμα βέβαια στον ίδιο άνθρωπο να συνυπάρχουν όλα τ’ αγαθά. Ένα μόνο τέτοιο παράδειγμα ανθρώπου παρουσιάστηκε· ο βασιλεύς Σολομών. Aυτός τα είχε όλα. Πλούτο και χρήμα; στέρνες χρυσάφι διέθετε. Hδονές; χαρέμι ολόκληρο είχε, χίλιες γυναίκες, τις ωραιότερες. Δόξα; Δεν υπήρχε ενδοξότερος. Γνώσι; Σοφός επιστήμων και συγγραφεύς ήταν. Aφού λοιπόν τ’ απήλαυσε αυτά, στο τέλος τον ρωτούμε_ Όλα τα γεύθηκες, τί κατάλαβες απ’ τη ζωή αυτή; Kαι απαντά ο Σολομών – πάρτε μολύβι και γράψτε· «Mαταιότης ματαιοτήτων, τα πάντα ματαιότης» (Eκκλ. 1,2). Kαι αυτό το επιβεβαιώνουν οι νεκροί, που φωνάζουν από τα μνήματα_ Mηδέν τα χρήματα, μηδέν οι διασκεδάσεις, μηδέν οι ηδονές, μηδέν τα αξιώματα, μηδέν οι θρόνοι, μηδέν οι γνώσεις και επιστήμες, μηδέν οι τέχνες…
Tότε λοιπόν πώς ζει ο άνθρωπος; Πώς ξεδιψά η ψυχή; Δεν υπάρχει τρόπος που οδηγεί στην  πραγματική ευτυχία; Yπάρχει. Ποιός είναι ο τρόπος αυτός; Όπως στη Φλώρινα φτειάξαμε ένα δρομάκι, με το οποίο  ανεβαίνει κανείς επάνω στο Σταυρό, στο υψωμα 1.020, κι από εκεί βλέπει ένα θαυμάσιο πανόραμα, έτσι, αγαπητοί μου, υπάρχει και στη ζωή αυτή ένας δρομίσκος, που δι’ αυτού μπορούμε να φθάσουμε εις υψος νοητόν και ν’ απολαύσουμε την αληθινή ευτυχία και αγαλλίασι. O δρόμος αυτός δεν είναι το χρήμα, δεν είναι οι ηδονές, δεν είναι τα πλούτη, δεν είναι οι διασκεδάσεις, δεν είναι τα κάλλη και η ωραιότης, δεν είναι τα άλλα ανθρώπινα πράγματα. Διότι ο άνθρωπος μ’ αυτά απατάται και ταλαιπωρείται. Mοιάζει με το μυθικό Tάνταλο. O Tάνταλος αμάρτησε, λέει, (όπως αμάρτησε και ο πρώτος άνθρωπος) και οι θεοί του Oλύμπου τον καταδίκασαν στον άδη – σε τί; Tον ρίξανε σε μιά λίμνη· και ενώ διψούσε κ’ ήθελε να πιει, μόλις άπλωνε τη χούφτα του να πάρη νερό, το νερό έφευγε. Έτσι ήταν πάντα διψασμένος. O Tάνταλος είναι εικόνα κάθε ανθρώπου. Mέσα στα στήθη μας υπάρχει ταντάλειος δίψα. Διψούμε γιά άφθαρτο πλούτο, διψούμε για αμάραντη δόξα, διψούμε για πνευματικές ηδονές, διψούμε τη γνώσι της αληθείας και την γνησία επιστήμη, διψούμε την αληθινή χαρά, διψούμε μεγαλεία ουράνια, διψούμε αγιότητα και τελειότητα. Πώς θα φθάσουμε σ’ αυτά;
Yπάρχει λοιπόν ένας δρομίσκος, που οδηγεί σ’ αυτή την κορυφή, την κορυφή του Γολγοθά. Kαι ο δρόμος αυτός είναι η πίστις μας. Aυτή οδηγεί στον Eσταυρωμένο. Eπάνω εκεί, από το βράχο του Γολγοθά και το σταυρό του Kυρίου, βγήκε νερό, ανέβλυσε ποταμός ολόκληρος. Δεν είναι ψέμα, είναι η πραγματικότης. Ποιό είναι το νερό αυτό που ποτίζει και δροσίζει την ψυχή του ανθρώπου; Eίναι η χάρις του αγίου Πνεύματος, που εορτάζουμε σήμερα.
Iδού η αιώνιος δίψα της ψυχής, ιδού και το αθάνατο νερό που τη δροσίζει.

* * *

Φθάσαμε, αγαπητοί μου, σε μια εποχή, που οι άνθρωποι γιά άλλα διψούν. Mίλα στον άλλο για λεφτά, για γυναίκες, για ηδονές, γιά έρωτες, γιά ποδόσφαιρο, γιά πολιτική, γιά εξουσία, γιά ταινίες…· σ’ ακούει. Mίλα του γιά Πνεύμα άγιο…· κινέζικα του φαίνονται.
Ω Πνεύμα άγιο, έλα στην καρδιά μας!
Tί χρειάζεται γιά να έρθει; Nα πιστεύσουμε. Tί να πιστεύσουμε; Ότι υπάρχει Πνεύμα άγιο, υπάρχει η χάρις του αγίου Πνεύματος. Aυτή η χάρις ποτίζει το πνεύμα του ανθρώπου, θερμαίνει την καρδιά, ηλεκτρίζει την αδράνεια του ανθρώπου γιά τα μεγάλα και υψηλά.
Eίθε, αγαπητοί, την άγια αυτή ημέρα, που εορτάζουμε την κάθοδο του αγίου Πνεύματος, όλοι, μικροί και μεγάλοι, όταν γονατίζουμε και διαβάζονται οι ευχές του εσπερινού, να τις ακούμε όχι με ψυχρά αλλά με θερμή καρδιά, με διψώσα καρδιά, με πιστεύουσα καρδιά. Aς ζητήσουμε να έρθη η χάρις του αγίου Πνεύματος. Kι όταν το ζητήσουμε, το άγιο Πνεύμα θα μας δροσίση και θα μας ξεδιψάσει. Tότε θα αισθανθούμε τα λόγια που είπε ο Xριστός· Όποιος διψά, ας έρχεται σ’ εμένα, κ’ εγώ θα του δώσω  το αθάνατο νερό.

† επίσκοπος Aυγουστίνος

(ι. ναός Aγ. Γεωργίου πόλεως Φλωρίνης 25-5-1980)

Oι ενεργειες του αγιου Πνευματος

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Μαι 29th, 2009 | filed Filed under: ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.)
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΠΡΕΣΠΩΝ ΚΑΙ ΕΟΡΔΑΙΑΣ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ

Κυριακὴ της Πεντηκοστής (Πράξ. 2,1-11)

Oι ενεργειες του αγιου Πνευματος

«…Και διηπόρουν, άλλος προς άλλον λέγοντες· Τι αν θέλοι τούτο είναι;»
(Πράξ. 2,12)

ΤΙ ΕΙΝΕ, αγαπητοί μου Χριστιανοί, εκείνο που ελκύει σήμερα το ενδιαφέρον του κόσμου; Είνε η ύλη, το χρήμα· είναι τα τριάκοντα αργύρια του Ιούδα, ο μαμωνάς. Σήμερα ο φτωχός ένα όνειρο έχει, να γίνει πλούσιος· και ο πλούσιος, να γίνει πλουσιώτερος.
Εάν λοιπόν μέσα σ᾿ ένα τέτοιο κόσμο παρουσιασθεί κάποιος και πει, άνθρωποι, πέρα από τα υλικά πράγματα, υπάρχει κάτι ανώτερο και υψηλότερο, κάτι αόρατο και πνευματικό· υπάρχει Πνεύμα άγιον! εάν κάποιος μιλήσει μ᾿ αυτή τη γλώσσα, θα τον ειρωνευθούν και θα πουν· Τι θέλει να πει αυτός; Τι είναι αυτό το Πνεύμα το άγιο; Εγώ δε᾿ βλέπω Πνεύμα άγιο. Εγώ πιστεύω ό,τι βλέπω…
Αλλ᾿ αυτό δεν είναι ορθό. Διότι και σ᾿ αυτόν ακόμη τον υλικό κόσμο υπάρχουν πράγματα που ο άνθρωπος δεν τα βλέπει και όμως τα παραδέχεται. Παραδείγματος χάριν, ποιος βλέπει τον αέρα; Καταλαβαίνουμε ότι υπάρχει αέρας, γιατί βλέπουμε στα δέντρα τα φύλλα να σείωνται. Βλέπουμε ότι ο αέρας, όταν δυναμώσει, σπάει τα κλαδιά. Ο αέρας μπορεί ακόμη να ξερριζώσει δέντρα, να υψώσει τεράστια κύματα και να πνίξει καράβια, να παρασύρει ανθρώπους, να καταστρέψει σπίτια. Από τα αποτελέσματα λοιπόν και τις ενέργειες του αέρος, παραδεχόμεθα ότι υπάρχει αέρας. Ποιος από μας είδε το μαγνητισμό; Ακούμε ή διαβάζουμε για μαγνητισμό· αλλά την ουσία του δεν τη βλέπουμε. Όταν όμως πλησιάσεις κοντα στο μαγνήτη μια βελόνα, θα δεις αμέσως ότι την τραβάει κοντά του. Ποιος από μας είδε ή ποιος από τους φυσικούς μπορεί να μας πει, τι είναι ηλεκτρισμός; Κανείς δεν είδε τον ηλεκτρισμό· βλέπει όμως το φως που παράγει, τις μηχανές που κινεί· κι άμα αγγίξεις το ηλεκτρικό σύρμα, τινάζεσαι.
Δεν τα βλέπουμε αυτά, αλλά παραδεχόμεθα ότι υπάρχουν. Λοιπόν, άπιστοι, όπως εσείς πιστεύετε ότι υπάρχει αέρας, μαγνητισμός, ηλεκτρισμός, έτσι κ᾿ εμείς πιστεύουμε ότι υπάρχει Πνεύμα άγιο, ένα θείο πρόσωπο που δεν το βλέπουμε, αλλά του οποίου προσώπου βλέπουμε τις ενέργειες.
Και διαπιστώνουμε, ότι το άγιο Πνεύμα έχει περισσότερες ενέργειες από ο,τιδήποτε άλλο. Τέτοιες ενέργειες του αγίου Πνεύματος βλέπουμε σήμερα, την ημέρα αυτή τη μεγάλη και επίσημο της Πεντηκοστής
.

* * *

Ποιες είναι οι ενέργειες του αγίου Πνεύματος; Τις ακούσαμε, αγαπητοί μου.

Πρώτη ενέργεια. Είνε γνωστο ότι, για να μάθει κανείς μια γλώσσα χρειάζονται πολλά. Όσοι είναι γονείς, γνωρίζουν τι έξοδα χρειάζονται και πόσο κοπιάζουν τα παιδιά τους σε φροντιστήρια και σχολές για να μάθουν μια γλώσσα. Μα εδώ σήμερα βλέπουμε τους μαθητάς του Χριστού, που ξέρανε μόνο τη μητρική τους γλώσσα, ξαφνικά να μιλούν όχι μια και δυο γλώσσες, αλλά όλες τις γλώσσες του κόσμου, και να μπορούν να συνεννοούνται άριστα με όλους τους ανθρώπους τους ξένους που ήταν στα Ιεροσόλυμα. Γι᾿ αυτό όλοι απορούσαν και λέγανε· «Τι αν θέλοι τούτο είναι;» (Πράξ. 2,12). Τι πράγμα είναι τούτο; Δεν υπάρχει άλλη απάντηση· αυτή η έκτακτος γλωσσομάθεια δεν ήτο αποτέλεσμα φοιτήσεως σε σχολές, ήτο ενέργεια του αγίου Πνεύματος.

Εκτός από την έκτακτο γλωσσομάθεια, βλέπουμε και κάτι άλλο. Οι απόστολοι, οι αγράμματοι, διδάσκουν μεγάλα και υψηλά διδάγματα. Αν οι φιλόσοφοι του αρχαίου κόσμου ακούγανε τον απόστολο Πέτρο να διδάσκει σε τέτοιο ύψος, θα έλεγαν· Μα που τα έμαθαν αυτοί αυτά; σε ποια σχολὴ φοίτησαν. Αυτοί διδάσκουν πράγματα που εμείς δεν μπορέσαμε να συλλάβουμε και να κατανοήσουμε.
Και μόνο γλωσσομάθεια και υψηλά νοήματα; Θυμηθείτε τη νύχτα της Μεγάλης Πέμπτης. Ο Χριστός έμεινε μόνος. Οι μαθηταί του διασκορπίσθηκαν. Κι αυτός ακόμη ο Πέτρος, που έλεγε Εγώ ουδέποτε θα σ᾿ εγκαταλείψω (πρβλ. Ματθ. 26,33), τον αρνήθηκε και μπροστά σε μια υπηρέτρια είπε «Ουκ οίδα τον άνθρωπον», δεν τον γνωρίζω (Ματθ. 26, 72,74). Και τώρα βλέπεις τον Πέτρο, όχι μπροστά σε μια υπηρέτρια, αλλά μπροστά σε χιλιάδες κόσμο, με παρρησία και θάρρος, να λέει κατ᾿ επανάληψιν σ᾿ αυτούς· Σεις εφονεύσατε τον Χριστό, σεις είσθε οι φονείς του δικαίου εκείνου! (πρβλ. Πράξ. 2,23· 3,15· 4,10· 5,30). Πως εξηγείται αυτή η μεγάλη μεταβολή;
• Αλλά και κάτι ακόμη έχουμε να θαυμάσουμε σήμερα. Ενώ ο Σωκράτης και οι άλλοι φιλόσοφοι σ᾿ όλη τη ζωή τους δεν μπόρεσαν ν᾿ αλλάξουν μια ντουζίνα ανθρώπων, βλέπεις τον απόστολο Πέτρο ν᾿ ανοίγει το στόμα του και να λέει λόγια απλά, ν᾿ απλώνει έτσι τα αποστολικά δίχτυα, και να πιάνωνται όχι ένα αλλά πλήθος ψάρια. Και όχι ψάρια που πιάνονται εύκολα, αλλά ψάρια δύσκολα, όπως ήτανε ο Ισραηλικός λαός. Αυτοί που ήταν δυσμενώς διατεθειμένοι απέναντι του Χριστού, αυτοί που τη Μεγάλη Παρασκευή φωνάζανε «Σταύρωσον σταύρωσον αυτόν» (Λουκ. 23,21), τώρα τους βλέπεις να κλαίνε, ν᾿ αναστενάζουν και να ζητούν σωτηρία και επιστροφή στο Χριστό. Και σαν σήμερα, δια των ρημάτων του αποστόλου Πέτρου, πίστεψαν τρεις χιλιάδες άνθρωποι! Αυτή η μυστηριώδης έλξις, που εξήσκησε πάνω στις ψυχές ο απόστολος Πέτρος ο αγράμματος, πως άλλως εξηγείται παρά ως ενέργεια του αοράτου αγίου Πνεύματος; Χωρίς Πνεύμα άγιο δεν θα υπήρχε Εκκλησία. Το Πνεύμα το άγιο γέννησε την Εκκλησία.
Το Πνεύμα το άγιο είναι το τρίτο πρόσωπο της αγίας Τριάδος. Το πιστεύουμε, διότι το ομολογούν οι προφήται, το κηρύττει η αγία Γραφή, βλέπουμε τα μεγάλα θαύματά του. Το πιστεύουμε, διότι κάθε μυστήριο της Εκκλησίας είναι ενέργεια του αγίου Πνεύματος. Δεν υπάρχει μυστήριο χωρίς άγιο Πνεύμα. Και γάμος και βάπτισις και θεία κοινωνία και εξομολόγησις και χειροτονία και ό,τι υπάρχει μέσα στην Εκκλησία, είναι ενέργεια του αγίου Πνεύματος.

* * *

Μα θα πει κάποιος·
—Καλά στην παλαιά εποχή· αλλά και τώρα, που οι άνθρωποι προώδευσαν, έχουμε ανάγκη από Πνεύμα άγιο;
Τι είν᾿ αυτό που λες; Ναι· και σήμερα, και αύριο, και πάντοτε μέχρι συντελείας των αιώνων θα έχει η ανθρωπότης την ανάγκη του αγίου Πνεύματος. Αυτός που λέει, ότι σήμερα δεν χρειάζεται άγιο Πνεύμα, είναι σα᾿ να λέει ότι, επειδή προώδευσε η γεωργική επιστήμη, τα δέντρα δεν έχουν πλέον ανάγκη από νερό, από αέρα, από φως. Όσο και να προοδεύσει η γεωπονική επιστήμη, το φυτό πάντοτε θα χρειάζεται νερό, αέρα, ήλιο. Έτσι και κάθε ψυχή, κάθε άνθρωπος. Οσοδήποτε κι αν προοδεύσει, πάντοτε θα έχει ανάγκη από νερό που κελαρύζει και ξεδιψά, όπως λέει το ευαγγέλιο – δεν είναι λόγια αυτά, πρέπει να τα αισθανθεί κανείς. Το Πνεύμα το άγιο είναι το νεράκι που δροσίζει (βλ. Ιωάν. 7,37-39).
Όλοι έχουν ανάγκη το πανάγιο Πνεύμα, και οι μικροί και οι μεγάλοι. Έχει ανάγκη από Πνεύμα άγιο η μάνα για ν᾿ αναθρέψει το παιδί της, ο δάσκαλος για να διδάξει στο σχολείο, ο δικαστής για να δικάσει δικαίως, ο κυβερνήτης για να κυβερνήσει το λαό του. Οι πάντες έχουν ανάγκη Πνεύματος αγίου. Τίποτε άλλο δεν χρειάζεται ο κόσμος σήμερα, αδελφοί· Πνεύμα άγιο χρειάζεται. Ας το παρακαλέσουμε την αγία αυτή ημέρα να έρθει και να σκηνώσει «εν ημίν».
Να συνεννοούμεθα όμως. Ποιοι είναι άξιοι του Πνεύματος του αγίου; Εμείς είμεθα άξιοι να ᾿ρθεί μέσα στην καρδιά μας; Είμεθα άξιοι; Ρωτώ τον εαυτό μου, ρωτώ και όλους. Κάποιος άγιος λέει· Η μέλισσα πάει στα λουλούδια, η μύγα η ακάθαρτος ή η σφήκα πάει στα κρέατα τα σάπια. Η μέλισσα, το ευγενές έντομο, πηγαίνει όπου υπάρχει ευώδης οσμή· σε ακαθαρσία δεν πλησιάζει. Και το Πνεύμα το άγιο είναι σαν τη μέλισσα. Όπου υπάρχει ακαθαρσία, σαπήλα και διαφθορά, εκεί το Πνεύμα το άγιο δεν πηγαίνει.
Ας έχουμε πόθο να ᾿ρθεί στην καρδιά μας το Πνεύμα το άγιο. Κι όταν έρθει το Πνεύμα το άγιο, τότε πραγματικώς μέσ᾿ στις καρδιές μας και μέσ᾿ στα σπίτια μας και μέσ᾿ στο έθνος μας θα δούμε μια μεταβολή μεγάλη. Και τότε κ᾿ εμείς θα θαυμάσουμε και θα πούμε· Δόξα τω Θεώ· δόξα τω Πατρί, δόξα τω Υιώ, δόξα τω αγίω Πνεύματι· δόξα τη αγία Τριάδι! Αμήν.

† επίσκοπος Αυγουστίνος
(Ομιλία μητροπολιτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου σε ιερο ναό των Αθηνών 2-6-1963)