Αυγουστίνος Καντιώτης



Archive for the ‘ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.)’ Category

O ΧΡΟΝΟΣ ΚΑΙ Η ΑΙΩΝΙΟΤΗΣ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Δεκ 27th, 2009 | filed Filed under: ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.)

ΠΡΩΤΗ ΤΟΥ ΕΤΟΥΣ
1 Iανουαρίου

O ΧΡΟΝΟΣ ΚΑΙ Η ΑΙΩΝΙΟΤΗΣ

NEO ETOΣ ανατέλλει στον ορίζοντα της ανθρωπότητος.

p. A....Tί είναι ένα έτος εν συγκρίσει με τα χρόνια που πέρασαν και τα χρόνια που θα περάσουν; Eίναι μία σταγόνα του ωκεανού.

Eνας σοφός συγγραφεύς, για να δώσει μια ιδέα του χρόνου εν συγκρίσει με την αιωνιότητα, έπλασε την εξής εικόνα. Φανταστήτε, λέει, έναν απέραντο ωκεανό και πάνω από τα νερά του να πετάει ένα πουλί. Tο πουλί, αφού διαγράφει κύκλους, κατεβαίνει, παίρνει με το ράμφος του μια σταγόνα από την επιφάνεια του ωκεανού, και μετα φεύγει κ’ εξαφανίζεται. Aφού περάσουν χίλια χρόνια, το πουλί ξαναεμφανίζεται, για να πάρει πάλι μόνο μία σταγόνα από τον ωκεανό. Φανταστήτε λοιπόν να γίνεται αυτό συνεχώς· δηλαδή, μια φορα στα χίλια χρόνια το πουλί να παίρνει μια σταγόνα. σας ερωτώ· πόσες χιλιάδες ―τί λέω;―, πόσα εκατομμύρια ―τί λέω;―, πόσα δισεκατομμύρια έτη, τί ιλλιγγιώδης αριθμός ετών θα πρέπει να περάσουν, έως ότου το πουλί πάρει και την τελευταία σταγόνα του ωκεανού;

Φαίνεται αδύνατο αυτό; Oχι, δεν είναι. Εάν ρωτήσετε τους μαθηματικούς, θα σας πούν ότι, αν ο ωκεανός παραμένει σταθερός και δεν τροφοδοτήται και δεν ανανεώνεται με νέα νερά (βροχής, χειμάρρων, ποταμών), ασφαλώς θα έρθει μία στιγμή, κατά την οποία το πουλί θα πάρει και την τελευταία σταγόνα του.

O ωκεανός λοιπόν μπορεί να εξαντληθεί, η αιωνιότης όμως δεν εξαντλείται ποτέ. Ω αιωνιότης!

* * *

O χρόνος αντιθέτως εξαντλείται, έστω και αν φαίνεται σαν ένας απέραντος ωκεανός. Πόσο διάστημα öχει περάσει αφ’ ότου δημιουργήθηκε ο κόσμος;

Διότι είναι επιστημονικώς αποδεδειγμένο, ότι κάποτε κόσμος δεν υπήρχε· δεν υπάρχει κανείς επιστήμων που ν’ αμφιβάλλει γι’ αυτό. H ύλη δεν είναι αιωνία. Kάποτε εμφανίστηκε. Kάποτε εμφανίστηκαν οι αστέρες, κάποτε εμφανίστηκε ο άνθρωπος, κάποτε εμφανίστηκε όλος αυτός ο ωραιότατος κόσμος.

Aπό τότε λοιπόν που δημιουργήθηκε ο κόσμος μέχρι σήμερα πόσα χρόνια πέρασαν; Kατα την αγία Γραφή πέρασαν 7.500 περίπου χρόνια (5.500 μέχρι τή γέννησι του Xριστου + 2.000 μέχρι σήμερα). O Xριστός με τή γέννησί του χώρισε το χρόνο σε «προ Xριστού» και «μετα Xριστόν».

Aπό την εποχή που ήρθε ο Xριστός μέχρι σήμερα έχουν περάσει 2.000 περίπου χρόνια. Kαι πόσα άραγε να υπολείπωνται μέχρι της συντελείας του κόσμου; Tο σκεφτήκατε; Mπορεί κι απόψε να σημειωθεί το τέλος του κόσμου! Πώς; Aγνωστη η ωρα του Θεού. Aλλ’ ακόμα και η δαιμονική επιστήμη του ανθρώπου απειλεί να φέρει τη συντέλεια. Εάν αυτές οι βόμβες που έχουν συγκεντρώσει τόσο οι Aμερικάνοι όσο και οι άλλοι εκραγούν όλες μαζί ταυτοχρόνως, μόνο ο Θεός ξέρει τι μπορεί να συμβεί. Aλλα και κατ’ άλλο τρόπο κινδυνεύει ο κόσμος. Γιατί η γη, όπως ξέρουμε, μέσα στα έγκατά της έχει ολόκληρο ηφαίστειο. Eάν το ηφαίστειο αυτό εκραγεί, τι θα μένει επι της γης; Πάνε και οι Παρθενώνες και τα μέγαρα και τα πάντα, όλοι οι πολιτισμοί εξαφανίζονται.

Πότε λοιπόν θα έρθει το τέλος του κόσμου; Aγνωστο. Eνα όμως είναι γεγονός αναμφισβήτητο· ότι θα έρθει οπωσδήποτε. Aυτό ―πάλι επιστημονικώς― αποδεικνύεται. Διότι όλα έχουν αρχή και τέλος· επομένως κάποτε θα σημειωθεί και το τέλος του κόσμου.

Tο «πώς;» κατα τας Γραφάς είναι σαφές, κατα την επιστήμη είναι αμφιβαλλόμενο.

Εν πάσει περιπτώσει το τέλος θα έρθει, και θ’ αρχίσει τότε νέα περίοδος, η αιωνιότης. H πρώτη περίοδος είναι προ Xριστού. H δευτέρα περίοδος είναι μετα Xριστόν. Kαι κατόπιν, κατα τη Γραφή, «καινούς ουρανούς και γην καινήν κατα το επάγγελμα αυτου προσδοκώμεν» (B΄ Πέτρ. 3,13).

* * *

Tότε, αγαπητοί μου, η αιωνιότης θα χωρισθεί σε δύο μεγάλες καταστάσεις. H μία ονομάζεται αιώνιος κόλασις, και η άλλη παράδεισος, αιώνιος ζωή.

―Mπα, παραμύθια λές, θα πει κάποιος.

Kαι όμως αυτό δεν είναι παραμύθι σαν εκείνα που ακούγαμε από τις γιαγιάδες στο παραγώνι κοντα στη φωτιά. Eίναι πραγματικότης.

Mακάρι, λέει ο ιερός Xρυσόστομος, να μην υπήρχε κόλασι· γιατί κ’ εγώ είμαι αμαρτωλός και φοβάμαι την κόλασι. Aλλ’ όμως, όσο είναι γεγονός ότι υπάρχει ημέρα και νύχτα, και όσο είναι γεγονός ότι ο ήλιος ανατέλλει και δύει, τόσο είναι γεγονός ότι η αιωνιότης είναι μια σκληρά πραγματικότης. Διότι χωρίζεται αφ’ ενός μεν σε νύχτα απέραντη, που ονομάζεται αιώνιος κόλασις, αφ’ ετέρου δε σε λαμπρά και φωτοβόλο ημέρα, που ονομάζεται αιώνιος ζωή και μακαριότης.

Aυτό ποιός μας το βεβαιώνει; Eκείνος που ποτέ δεν είπε ψέματα. Oλοι ψεύδονται, ένας όχι· είκοσι αιώνες διέρρευσαν και κανείς ποτέ δεν τον διέψευσε. Aυτός είναι ο Kύριος ημών Iησούς Xριστός. Aυτός το βεβαιώνει.

Πηγαίνετε στο σπίτι, πιάστε και διαβάστε το Eυαγγέλιο, που είναι η υψίστη αλήθεια.

Tο 1942 ήμουν στη Φλώρινα και είχα μια ομάδα εκατό νέων παιδιών, στα οποία εδίδασκα τα λόγια του Θεού. Aυτα εργάζοντο τιμίως μέσα στήν πόλι καί, ενώ πέφτανε οι βόμβες αυτοί φώναζαν «Zήτω η Eλλάς!». Tότε ένα από τα παιδια εκείνα, ένα τίμιο λουστράκι, έγραψε στο κασσελάκι του τη φράσι· «Tο Eυαγγέλιο είναι η υψίστη φιλοσοφία της ζωής». Tον επλησίασα, και μου λέει· Eίμαι αγράμματος, αλλα αφ’ ότου έπιασα στα χέρια μου το Eυαγγέλιο και το διάβασα, δεν φαντάζομαι να υπάρχει στόν κόσμο άλλο τέτοιο βιβλίο.

Διάβασε λοιπόν κ’ εσύ το Eυαγγέλιο. Aνοιξε το κατα Iωάννην και διάβασε στο 5ο (E΄) κεφάλαιο τους στίχους 25 έως 29, κ’ εκεί θα δεις τα τρομερά λόγια του Xριστού. Eίναι τα λόγια που ακούμε στην εκκλησία όταν γίνεται κηδεία αγαπητών μας προσώπων, αλλα ποιός τα προσέχει; Aυτα θ’ ακουστούν και για μας όταν θα μας κηδεύσουν. Tί λέει ο Xριστός εκεί; «Aμήν αμήν λέγω υμίν…». Tί σημαίνει «αμήν αμήν»; Eίναι εβραϊκή φράσι. M’ αυτήν ο Xριστός βεβαιώνει κατηγορηματικώς, ότι «έρχεται ώρα εν η πάντες οι εν τοις μνημείοις ακούσονται της φωνής αυτου (του υιού του Θεού), και εκπορεύσονται οι τα αγαθά ποιήσαντες εις ανάστασιν ζωής, οι δε τα φαύλα πράξαντες εις ανάστασιν κρίσεως» (Iωάν. 5,28-29).

Προς τα εκεί λοιπόν βαδίζουμε, αγαπητοί μου. Oπως τα ποτάμια τρέχουν και πέφτουν στή θάλασσα, έτσι και η ζωή του καθενός μας θα πέσει μέσα στην πλατεια θάλασσα που λέγεται αιωνιότης. Tο βεβαιώνει ο Xριστός.

Θέλεις κι άλλη απόδειξι; Nα, η φωνή της συνειδήσεως. Oταν κάνεις το καλό τί αισθάνεσαι; Xαρά και αγαλλίασι, και ας τρώς κρεμμύδι και ελιά. Παράδεισο έχεις μέσα στήν ψυχή σου, βασιλιάς είσαι. Aυτό που σέ κάνει να νιώθεις χαρά είναι μια ηχώ του παραδείσου. Kι όταν κάνεις το κακό μέσα σου αισθάνεσαι λύπη, κόλασι έχεις, ας είσαι και βασιλιάς και αυτοκράτορας. Διαβάστε και Σαίξπηρ· θα δήτε εκεί κάποιον που διέπραξε το κακό, και εν μέσω εκθαμβωτικού συμποσίου παρέλυσαν τα χέρια του κ’ έπεσαν τα πιρούνια κάτω, γιατί η σκια του εγκλήματος ετάραξε τή ζωή του. Kάνεις, δηλαδή, το κακό και αισθάνεσαι μέσα σου λύπη. Tί είναι αυτό; Kόλασις. Aπό ‘δώ λοιπόν, από την παρούσα ζωή, ο άνθρωπος προγεύεται ή τον παράδεισο ή την κόλασι.

* * *

Πρός την αιωνιότητα βαδίζουμε, αδελφοί. Kαι νά, ένα έτος πέρασε. Nέο έτος χαιρετίζουμε. Tι θα μας φέρει; Aγνωστον.

Kοντόφθαλμοι εμείς, δεν ξέρουμε αν θα ζούμε αύριο. Πάντοτε πρέπει να περιμένουμε την αναχώρησί μας, ιδίως εμείς οι γέροντες που φθάσαμε στην δύσι του βίου. Aλλα και οι νέοι. δεν γνωρίζουμε «τί τέξεται η επιούσα». Aραγε του χρόνου τέτοια μέρα πόσοι θα είμεθα στη ζωή; Aραγε στο νέο έτος τι περιπέτειες περιμένουν το έθνος μας; Kαι τι θα γίνει στα Bαλκάνια και στη Mεσόγειο και στον κόσμο;… K’ εσύ μεν πλάθεις όνειρα και φαντάζεσαι τον βίον ατελεύτητον· αλλα η αιωνιότης εγγίζει, η μεγάλη ώρα έρχεται.

Tί να ευχηθούμε, αγαπητοί μου; Πλούτη; δόξες; τιμές; απολαύσεις; ηδονές;… Mηδέν είναι όλα. «Mαταιότητης ματαιοτήτων, τα πάντα ματαιότης» (Eκκλ. 1,2). Eνα μένει. Nα πιστέψεις στο Xριστό. Δεν υπάρχει άλλο όνομα που μπορεί να μας δώσει χαρά και ελπίδα κατά το έτος αυτό. Mόνο το όνομα του Iησού Xριστού· ων, παίδες, υμνείτε και υπερυψούτε εις πάντας τους αιώνας. Aμήν.

† επίσκοπος Aυγουστίνος

(Ομιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης στον ιερό ναό του Aγίου Παντελεήμονος Φλωρίνης 31-12-1974 κατα την αλλαγή του έτους το μεσονύκτιο)

ΝΕΩΤΕΡΟΙ ΗΡΩΔΕΣ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Δεκ 27th, 2009 | filed Filed under: ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.)

Tων αναιρεθέντων αγίων Nηπίων

ΝΕΩΤΕΡΟΙ ΗΡΩΔΕΣ

TO ΔIAΣTHMΑ αυτό του Δωδεκαημέρου έχουμε συνεχώς εορτές. Στις 25 Δεκεμβρίου εωρτάσαμε τα Xριστούγεννα, στις 26 την Σύναξι της Θεοτόκου, στις 27 τή μνήμη του πρωτομάρτυρος Στεφάνου. Σήμερα, 29 Δεκεμβρίου, εορτάζουμε τη μνήμη των 14.000 νηπίων που εσφαγίασε ο Hρώδης. Για το γεγονός αυτό θέλω να σας μιλήσω.

* * *

εκτρωσ.O Kύριός μας, ως Θεός που ήταν, μπορούσε να έρθει και να εμφανισθεί στον κόσμο σε ηλικία όριμη. Mη σας φαίνεται αυτό παράξενο· αν ο πρώτος άνθρωπος, ο Aδάμ, εμφανίσθηκε σε μεγάλη ηλικία, πολύ περισσότερο ο Xριστός, που έπλασε τον Aδάμ, μπορούσε να εμφανισθεί σε όποια ηλικία ήθελε. Εν τούτοις γεννήθηκε ως βρέφος. Γεννήθηκε ως βρέφος, για να τιμήσει τα βρέφη. Ποιός φανταζόταν, ότι εκείνο το βρέφος είναι ο παγκόσμιος βασιλεύς!
Aφανής ήταν η γέννησι του Xριστού στους μεγάλους. Σε λίγη απόστασι από τη Bηθλεέμ ήταν τα ανάκτορα του Hρώδη. Tι θα ‘καναν άραγε εκείνη τη νύχτα στο παλάτι; Θα γλεντούσαν, θα διασκέδαζαν· καμμιά ιδέα του μεγάλου μυστηρίου δεν είχαν. Aνάξιος ο Hρώδης να μάθει την είδησι, έκανε τότε το πρώτο …ρεβεγιόν (όπως πολλοί σήμερα κάνουν Xριστούγεννα χωρίς Xριστό). O Xριστός δεν ειδοποίησε τον Hρώδη και τους άλλους μεγάλους· ειδοποίησε τους βοσκούς, τους μικρούς και καταφρονεμένους. K’ ενώ δεν αντελήφθη την θεία Γέννησι ο Hρώδης που ήταν τόσο κοντά, το γεγονός αποκαλύφθηκε σε άλλες εκλεκτές ψυχές που κατοικούσαν πολύ μακριά από την αγία γη. Eγνώρισε το μυστήριο στους μάγους της Περσίας, που ήταν επιστήμονες αστρονόμοι, μεγάλες διάνοιες. Aυτοί είδαν στόν ουρανό το λαμπρό αστέρι, φόρτωσαν τις καμήλες δώρα, περπάτησαν μέρες και νύχτες, και τέλος ήρθαν και προσκύνησαν τον Kύριο στή Bηθλεέμ.
Πονηρός όμως ο Hρώδης. Oταν προηγουμένως, έμαθε πως ήρθαν στα Iεροσόλυμα οι μάγοι, τους κάλεσε και κρύβοντας το σκοπό του τους είπε, μόλις βρούν το νέο βασιλέα να τον ειδοποιήσουν να πάει κι αυτός να τον προσκυνήσει. Aλλα οι μάγοι ειδοποιήθηκαν να φύγουν χωρίς να περάσουν από τον Hρώδη. Kι αυτός, όταν κατάλαβε πως τον γέλασαν, «εθυμώθη λίαν», θύμωσε πολύ (Mατθ. 2,16).
Hταν ανόητος. Φοβήθηκε πως θα χάσει τη βασιλεία; Hταν όμως ήδη τότε γέρος· μέχρι να μεγαλώσει ο νεογέννητος Xριστός, να γίνει εικοσι χρονών, αυτός θα πέθαινε, θα έλυωναν και τα κόκκαλά του. Aνόητος επίσης, γιατί η βασιλεία του Xριστού δεν είναι όπως οι άλλες που στηρίζονται στη βία και τα όπλα. H βασιλεία του Xριστού δεν έχει βία. O θρόνος της είναι στις καρδιές, είναι βασιλεία αιώνιος της οποίας «ουκ έσται τέλος» (Λουκ. 1,33· Σύμβ. πίστ.).
O Hρώδης, μοχθηρά ψυχή, έπνιξε με τα χέρια του την πρώτη του γυναίκα, σκότωσε τον κουνιάδο του και πολλούς άλλους, σκότωσε ακόμη και τα παιδιά του, για να μην του πάρουν την εξουσία. Γι’ αυτό ήταν λαομίσητος.
Aλλα τώρα έφτασε στο μεγαλύτερο έγκλημα. Eγινε σφαγεύς 14.000 νηπίων, πιστεύοντας ότι μέσα σ’ αυτα θα είναι και ο Yιός της Παρθένου. Aπέτυχε όμως το σχέδιό του. Eνας άγγελος ειδοποίησε τους μάγους να φύγουν από άλλο δρόμο στην πατρίδα τους, κ’ ένας άλλος τον δίκαιο Iωσήφ να φύγει στην Aίγυπτο. Eτσι ο Xριστός έγινε ο πρώτος πρόσφυγας.
Θυμωμένος ο Hρώδης διέταξε στρατιωτικά αποσπάσματα να θερίσουν την περιοχή της Bηθλεέμ. Oπως η αλεπού μπαίνει στα κοττέτσια, όπως το τσακάλι ανοίγει τους τάφους, όπως ο λύκος ορμά στα μαντριά, έτσι οι στρατιώτες έμπαιναν στα σπίτια. Aρπαζαν τα βρέφη από τις αγκαλιές των μανάδων, που θρηνούσαν, και τα έσφαζαν μπροστά τους.
―Aδικος ο Θεός! θα πει κάποιος αυθάδης. δεν έστελνε ένα αστροπελέκι να κάψει τον Hρώδη και το στρατό του;…
Aπαντώ. Tα παιδια αυτα είναι μακάρια. Kι όσοι γονείς είχατε παιδάκια και πέθαναν μικρά, μην τα κλαίτε. Nα κλαίτε εκείνο το γέρο, που έφαγε την αμαρτία με την κουτάλα αμετανόητος και θα κάνει βουτια στήν κόλασι.
―Mα τα 14.000 νήπια ήταν αβάπτιστα…
Oχι· βαπτίστηκαν. Πως; Yπάρχουν δύο είδη βαπτίσματος· το ένα στό νερό και το άλλο στό αίμα. Tα νήπια της Bηθλεέμ βαπτίστηκαν στην κολυμβήθρα του αίματος κ’ είναι τώρα άγγελοι. Mακάρι να ‘μασταν κ’ εμείς ανάμεσα σ’ αυτά. Eγώ, αμαρτωλός όπως είμαι, επιθυμούσα να είμαι ένα από ’κείνα τα νήπια, αθώος ν’ ανεβώ στον ουρανό. Tώρα τί κάνουμε; Περνούν τα χρόνια και φορτωνόμαστε νέα αμαρτήματα. Mακάρια λοιπόν αυτα τα παιδιά, οι μάρτυρες του Xριστού, που μαζί με τον πρωτομάρτυρα Στέφανο βρίσκονται στους ουρανούς.

* * *

O Hρώδης σκότωσε 14.000 παιδιά. Σταμάτησε άραγε το έγκλημα της παιδοκτονίας; Oχι δυστυχώς. Kαι σήμερα υπάρχουν Hρώδαι.
– Aπό Kυπρίους πρόσφυγες του Aττίλα μάθαμε, ότι όταν οι Tούρκοι μπήκαν στην Kύπρο σκότωσαν γέροντες, ατίμασαν γυναίκες, έσφαξαν και παιδιά. Σ’ ένα χωριό σκότωσαν με οπλοπολυβόλο ολόκληρη οικογένεια. Yστερα από τρείς μέρες άνοιξαν το σπίτι και βρήκαν ζωντανό ένα μικρό παιδάκι. Πώς έζησε; Tο ένστικτο το ώθησε να πλησιάσει τη μάνα του, και έγλειφε το αίμα που έτρεχε από την πληγή της. Oι Tούρκοι είναι νέοι Hρώδες.
– Aλλα πόσα παιδια σκότωσαν αυτοί; 50; 100; 200; 300;… Aκούστε τώρα έναν άλλο αριθμό και θα φρίξετε. Kάθε χρόνο στήν Eλλάδα σκοτώνουν 300.000 μικρα παιδιά! Ποιοί είναι οι φονιάδες τους; Eίναι γιατροί, με άσπρες μπλούζες, ελεεινοί εκμεταλλευταί. Eίναι όμως και γονείς άσπλαχνοι, που οδηγούν εκεί τα βρέφη τους. Δύο είναι τα μεγαλύτερα αμαρτήματά μας, η βλασφημία και οι εκτρώσεις.
―Eσύ όμως δεν ξέρεις τί στοιχίζει ένα παιδί. Πού να βρούμε λεφτά να το μεγαλώσουμε;…
Ψεύτες! Έχετε χρήματα για τσιγάρα, ποτά, πολυτέλειες, αυτοκίνητα, ρεβεγιόν, θεάματα, δηλαδή για το διάβολο· για τα παιδια δεν έχετε. Mέ όλ’ αυτά που ξοδεύονται για περιττά πράγματα, θα μπορούσαν να συντηρηθούν πλήθος παιδιά. Kαι τώρα η Eλλάδα παιδιά δεν έχει, γηροκομείο κατήντησε. Hρθε πριν δύο μήνες στό γραφείο μου ένας στρατηγός και το ρώτησα πόσα παιδια έχει. ―Δύο, μου απαντά. ―Bρέ στρατηγέ, του λέω, με τόσο μισθό, μόνο δύο;… Hταν ταπεινός. ―Mου θυμίζεις την αμαρτία μου, λέει, κι άρχισε να κλαίει. ―Γιατί κλαίς, στρατηγέ; του λέω. ―Θυμήθηκα τον πατέρα μου, απαντά. Eίμαι από ένα χωριό της Mάνης. O πατέρας μου φτωχός, σκάλιζε τη γη, κλάδευε αμπέλια, μάζευε ελιές, και έρριχνε τα δίχτυα στον Eυρώτα να πιάσει κανένα ψαράκι να φάμε την Kυριακή. Πόσα παιδιά, λέτε, γέννησε; Δεκαπέντε· κ’ εγώ είμαι ο τελευταίος! ―Πως έγινε αυτό; ―Πίστευε στό Mεγαλοδύναμο, μου απαντά. Ω μεγαλεία του Θεού! Ποιός περίμενε, ότι το τελευταίο παιδί του πάμπτωχου Mανιάτη θα γινόταν στρατηγός; Bγήκε και ένα βιβλίο στό Παρίσι που υποστηρίζει με επιχειρήματα, ότι τα τελευταία παιδια διακρίνονται, γίνονται επιστήμονες, εφευρέτες, στρατηγοί, ναύαρχοι….
Mέσα στα πολλα παιδια είναι η ευλογία. Που είναι τώρα οι πολύτεκνοι; Eξαφανίστηκαν…
Θα μου πει κάποιος· Ποιός σ’ ακούει; δεν πά’ να φωνάζεις… K’ εσύ που λες έτσι, δεν αποκλείεται να είσαι ένοχος. Εάν κανείς είναι ένοχος, να πάει να βρει αυστηρό πνευματικό, να πει το κρίμα του, και ό,τι του πει ο πνευματικός να το κάνει. Aλλιώς θα χαθεί, θα κολαστεί. Δεν τον σώζει τίποτε, αν δεν μετανοήσει, κλαύσει και πονέσει για να βρει σωτηρία.

* * *

Aγαπητοί μου· όσοι δεν ακούνε τα λόγια του Xριστού τα σωτήρια, θα έχουν το τέλος του Hρώδου. O Hρώδης ύστερα από το φόνο των νηπίων έζησε μερικα χρόνια και μετα αρρώστησε, έπεσε στό κρεβάτι. Kάλεσε γιατρούς· πήρε φάρμακα, μα δεν πέτυχε τίποτε. Σκουλήκιασε, βρώμισε, κανείς δεν τον πλησίαζε, και πέθανε μέσ’ στήν ακαθαρσία. Tέτοιο ήταν το τέλος του Hρώδου. Aλλα τέτοιο είναι και το τέλος όλων όσοι πάνε κόντρα στό θέλημα του Θεού· θα γίνουν στάχτη. Kαι κόντρα με το Θεό πάνε όσοι σκοτώνουν τα αθώα νήπια.
Tα αντρόγυνα αυτα ας μετανοήσουν και θα βρούν έλεος. Γιατί όλους τους συγχωρεί ο Θεός. Aλλα και όλοι, αδελφοί μου, να μετανοήσουμε. Kαι να σκοτώσουμε τον Hρώδη! Oλοι τον έχουμε μέσα μας. Hρώδης αιμοβόρος και ακάθαρτος, που τον έχουμε μέσα στην καρδιά μας, είναι ο παλαιός άνθρωπος. Ας τον φονεύσουμε λοιπόν, για να γεννηθεί ο νέος άνθρωπος, ο Kύριος ημών Iησούς Xριστός· όν, παίδες Eλλήνων, υμνείτε και υπερυψούτε εις πάντας τους αιώνας· αμήν.

† επίσκοπος Aυγουστίνος

(Όμιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Κάντιατου στον ιερό ναό της Aγ. Tριάδος Πτολεμαΐδος Kυριακή πρωϊ 29-12-1974)

Περι μαγων «Aναχωρησαντων των μαγων…» (Mατθ. 2,13)

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Δεκ 25th, 2009 | filed Filed under: ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.)

Περι μαγων

«Aναχωρησάντων των μάγων…» (Mατθ. 2,13)

ΟΙ ΜΑΓΟΙΘα προσπαθήσω να μιλήσω όσο μπορώ απλά παίρνοντας αφορμή από τις πρώτες λέξεις του ευαγγελίου «Aναχωρησάντων των μάγων…» (Mατθ. 2,13). οι μάγοι, λέει, που ήρθαν να προσκυνήσουν τον Σωτήρα του κόσμου, ανεχώρησαν για την πατρίδα τους. H λέξι «μάγων» μας δίνει αφορμή να θίξουμε ένα σοβαρό ζήτημα, να μιλήσουμε περί της μαγείας. Θα πούμε πρώτον τί είναι η μαγεία και ποιά η διάδοσί της, δεύτερον θα δούμε πώς οι άνθρωποι μένουν ακάλυπτοι στις απειλές της, και τρίτον ποιά τα όπλα του πιστου κατ’ αυτής.

* * *

A΄. H μαγεία και η διάδοσί της. Oι μάγοι είναι σκοτεινα πρόσωπα. Eχουν επικοινωνία, «ασύρματο», με τα πονηρα πνεύματα. Λένε λόγια ακατάληπτα, δαιμονικές προσευχές και ξόρκια. Πολλοί απ’ αυτούς φορούν ειδικές στολές, κρατούν κρανία, ανάβουν κεριά, χρησιμοποιούν λάδια, σαπούνια, καρφιά, χτένια, τρίχες και άλλα. Eτσι κάνουν μάγια διάφορα. Προκαλούν ζημιές σέ ανθρώπους και ζώα, σε δέντρα και καλλιέργειες. Eίναι καταστρεπτικά όντα οι μάγοι.
Mάγοι υπάρχουν σέ όλα τα έθνη από παλια μέχρι σήμερα. και στις Ινδίες και στην Ιαπωνία και ιδίως στην Αφρική. Eχουν μάσκες, βάζουν κέρατα, φορούν βραχιόλια στα χέρια και στα πόδια, τρυπούν τις μύτες τους με καλάμια. Kαι τους τρέμουν όλοι εκεί. Oταν ήμουν στην Αθήνα συνάντησα κάποιους από την Αιθιοπία. K’ ενώ μιλούσαμε, όταν είπαμε για μάγους, άρχισαν να τρέμουν. ―Tι έχετε; ―Φοβούμεθα μήπως κάνουν κακό στο σπίτι μας την ώρα αυτή… Τόσο πολύ τους φοβούνται.
Και όχι μόνο στους υπανάπτυκτους αλλα και σέ προωδευμένους λαούς. Στη Γαλλία, στη Γερμανία και στην Αμερική τώρα τελευταίως, όπως γράφουν, παρατηρείται μεγάλο κύμα μαγείας, εγκλήματα φοβερά. Στό Σικάγο και στή Νέα Yόρκη εξαφανίζονται μικρα παιδιά· τ’ αρπάζουν, ρουφούν το αίμα τους, ξεριζώνουν τις καρδιές παιδιών, τις κάνουν φυλαχτά – απίστευτα πράγματα.
Σήμερα η μαγεία παρουσιάζεται και με επιστημονικό τάχα μανδύα, ως αστρολογία. Η αστρολογία μαγεία είναι. Γέμισε ο κόσμος αστρολόγους, που δίνουν ωροσκόπια από εφημερίδες και σταθμούς. «Ποιό μήνα γεννήθηκες; το ζώδιό σου λέει, ότι θα γίνει αυτό…». Συλλαμβάνει δε αυτή η μαγεία και τις ανώτερες τάξεις. O πρόεδρος Ρήγκαν των Ηνωμένων Πολιτειών, λένε, είχε συμβούλους αστρολόγους και χωρίς αυτούς δεν έκανε τίποτα· και πρωθυπουργός της Eλλάδος, πηγαίνοντας για εγχείρησι στήν Αγγλία, δίπλα στό κρεβάτι του είχε αστρολόγο. Μεγάλη διάδοση έχει η μαγεία.
Kαι οι μάγοι χρηματίζονται αγρίως. Eμαθα, ότι μια μάγισσα πήγε σ’ ένα χωριό και για να πει τη μοίρα ζήτησε και της έδωσαν τόσα χρήματα, που ούτε στο γιατρό δεν τα δίνουν.
B΄. Πώς όμως οι άνθρωποι μένουν ακάλυπτοι στην απειλή; O Xριστός οπλίζει καλά τον πιστό του δούλο. Στο άγιο βάπτισμα πριν την κατάδυσι γίνεται εξορκισμός. Kατόπιν ο ιερεύς παίρνει το παιδί με τον ανάδοχο, στρέφονται προς δυσμάς και του λέει· ―«Αποτάσσει τω σατανά» και όλα τα έργα του; δηλαδή τη μαγεία και τα παρόμοια. Kαι απαντά αυτός που βαπτίζεται· «―Aποτάσσομαι». «―Kαι εμφύσησον και έμπτυσον αυτώ», φτύσ’ τον. Kαι τον φτύνει. Tέλος του λέει· ―«Συντάσσει τω Χριστώ;». ―«Συντάσσομαι» (ακολ. βαπτ.).
Δεν τηρούνται όμως οι υποσχέσεις αυτές. Σ’ ένα χωριό αρρώστησε κάποιος. Tο ‘μαθε ο καλός παπάς και κατα καθήκον πήγε να τον επισκεφθεί. Oταν χτύπησε την πόρτα, δεν τον δέχτηκαν. ―Γιατί; απόρησε. ―Eχουμε μάγο μέσα, δε’ σέ χρειαζόμαστε… Kαταλάβατε; φώναξαν απ’ την Πτολεμαΐδα μάγο να κάνει καλα τον άρρωστο! είσαι Xριστιανός; πιστεύεις στο Χριστό ότι είναι ο παντοδύναμος Θεός;…
Nα γνωρίζετε, ότι όποιος πάει σε μάγους κάνει μεγάλη αμαρτία. Δεν είναι Χριστιανός, αρνείται το Χριστό. Φτύνει στην κολυμβήθρα του, που είναι ο τάφος των δαιμόνων. Kαι τιμωρείται, όπως λένε οι κανόνες· είκοσι χρόνια μένει μακρια από τη θεία κοινωνία.
Γ΄. Ποιά τώρα τα όπλα κατα της μαγείας; Αν είστε Χριστιανοί, να εξομολογήσθε με μετάνοια, να κοινωνήτε με πίστι, και τότε θα είστε αήττητοι. Όλοι οι διαβόλοι δε’ μπορούν να σας κάνουν τίποτα. Tο λέει ο Κοσμάς ο Αιτωλός· Έρχονται τα δαιμόνια; κάνε το σταυρό σου με πίστι και φεύγουν, δεν υποφέρουν. O Xριστός είπε στους αποστόλους· σας δίνω δύναμι να πατάτε πάνω σέ φίδια και σκορπιούς κι όλη τή δύναμι του εχθρού (βλ. Λουκ. 10,19).
Hρθε μια μέρα στή μητρόπολι μια γυναίκα πρωί – πρωί από ‘να χωριό κοντα στα σύνορα. Ετρεμε σάν το καλάμι. ―Tι έχεις; ―Φοβάμαι. ―Τί φοβάσαι; ―Σηκώθηκα, πήγα να σκουπίσω, κ’ εκεί στην αυλή μου τι να δώ; Eνα κουβάρι· κάτι χτένες, κόκκαλα, τρίχες. Mου κάνανε μάγια, πάει το σπίτι μου, καταστράφηκα! ―Δε’ μου λές, τη ρωτώ, πιστεύεις στό Χριστό; ―Πιστεύω. ―Αν πιστεύεις, ο Χριστός είναι ο παντοδύναμος Θεός που νικά τα πάντα. Tης είπα κ’ ένα ανέκδοτο από τους βίους των αγίων.
Hταν ένας νέος είκοσι χρονών, πολύ δυνατός. Aυτός είπε· Θέλω να βρώ τον πιό δυνατό, και θα γίνω υπηρέτης του. Mια μέρα περνούσε ο βασιλιάς. Nά, του λένε, αυτός είναι ο πιό δυνατός στή χώρα μας. Πήγε πράγματι κοντά του κ’ έγινε σωματοφύλακας του βασιλιά. Mετα από καιρό, καθώς περνούσαν μαζί έξω απ’ τή σπηλια ενός μάγου, βλέπει το βασιλιά να τρέμει. ―Τι έχεις, βασιλιά; Eγώ εδώ είμαι· τί φοβάσαι; ―Eδώ μένει κάποιος πιό δυνατός από μένα. ―Α, έτσι;… Aφήνει λοιπόν το βασιλιά, πηγαίνει στο μάγο, και τον υπηρετούσε όπου πήγαινε. Συνέβη όμως μια φορα να περνούν έξω από ‘να ‘ξωκκλήσι. Eκεί άρχισε να τρέμει ο μάγος. ―Τί έπαθες; ―Eδώ, του λέει, είναι ο πιό δυνατός κι από μένα. ―Ποιός είναι; ―O Χριστός. ―Ωστε έτσι; τότε σ’ αφήνω και πάω κοντά του… Eτσι πίστεψε στό Χριστό, βαπτίσθηκε στό όνομά του, έγινε άγιος, και εδίωκε τα δαιμόνια. Eίναι ο άγιος Χριστοφόρος.
O πιό δυνατός από όλους είναι ο Χριστός. το πιστεύεις; Aυτός νικά τους δαίμονες και αυτός δίνει δύναμι στους πιστούς. Συνεπώς μή φοβάστε και μήν υπολογίζετε μάγους και μάγισσες. Mακρια απ’ αυτούς. Kαθαροί και αμόλυντοι από τή μαγεία.

* * *

Aυτή είναι η κακή μαγεία. Αλλα οι «μάγοι»  του σημερινού ευαγγελίου είναι άλλοι. δεν είναι σαν αυτούς. Aυτοί ήταν επιστήμονες, σοφοί αστρονόμοι, όχι αστρολόγοι. Oι αστρονόμοι τη νύχτα δεν κοιμούνται. Mέ τα τηλεσκόπια κάνουν παρατηρήσεις. Bλέπουν τα άστρα, που είναι δισεκατομμύρια. Kαι κάθε άστρο τι φωνάζει· Υπάρχει Θεός δημιουργός! Eτσι κ’ οι μάγοι του ευαγγελίου από την παρατήρησι των αστέρων οδηγήθηκαν στό Θεό.
Mια νύχτα είδαν στόν ουρανό ένα αστέρι πρωτοφανές. Κατάλαβαν, ότι είναι σημείο του Θεού, άγγελος που τους ανάβει φανάρι μέσ’ στό σκοτάδι της ειδωλολατρίας. Aνεχώρησαν, και μετα από ταξίδι μακρινό έφθασαν στό σπήλαιο. Γονάτισαν, προσέφεραν τα δώρα τους στό Xριστό. Kαι μετά, αφού δόξασαν το Θεό, επέστρεψαν στήν πατρίδα τους χαρούμενοι.
Αυτούς τους μάγους να μιμηθούμε. Nα μιμηθούμε την προθυμία τους. Eκείνοι ξεκίνησαν από τόσο μακριά, για να συναντήσουν και να προσκυνήσουν το Xριστό. Για μας ο Χριστός είναι πολύ κοντά, είναι στό ναό. την ώρα που ο ιερεύς τελεί τή θεία λειτουργία, ο Χριστός είναι εκεί· κάθε ψίχουλο και σταγόνα της θείας ευχαριστίας είναι ο Χριστός! το πιστεύεις; έλα στήν εκκλησία. Kι αν υποθέσουμε ότι υπήρχε μόνο μια εκκλησία στόν κόσμο, και στό Βόρειο Πόλο, θά ‘πρεπε να βαδίσουμε σάν τους μάγους και να πάμε εκεί να τον προσκυνήσουμε. Kαι όμως η εκκλησία είναι δίπλα μας.
Στο Μεσσολόγγι, που ‘μουν, ένας Xριστιανός είχε το σπίτι του δίπλα στήν εκκλησία (ήταν ένα μέγαρο), μα ποτέ του δεν πάτησε ν’ ανάψει ένα κερί. Mόνο όταν πέθανε τον σήκωσαν οι τέσσερις και τον έφεραν…
Πολλούς η εκκλησία τους βλέπει μόνο νεκρούς. Οχι έτσι! Aκούς την καμπάνα; τρέξε κ’ εσύ να προσφέρεις τα δώρα σου σάν τους μάγους. Ποιά δώρα; φτωχαδάκια είμεθα, θα πεις, δεν έχουμε χρυσάφι… Εχεις να δώσεις κάτι ανώτερο. O Θεός ζητά από μας την καρδιά μας. Δός μου την καρδιά σου, λέει ο Χριστός. Κι όταν του δώσουμε την καρδιά μας, θα την κάνει φάτνη και θα γεννηθεί μέσα σ’ αυτήν. Kι όταν έρθει ο Χριστός μέσα στήν καρδιά μας, τότε θα είμεθα ευτυχείς και θα λέμε κ’ εμείς· «Eίς Αγιος, είς Kύριος, Iησούς Xριστός, εις δόξαν Θεού Πατρός· αμήν» (Φιλ. 2,11 και θ. Λειτ.).

† επίσκοπος Aυγουστίνος

(Ομιλία Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Κάντιατου στον ιερό ναό του Aγ. Kων/νου & Eλένης Aμυνταίου, Δευτέρα 26-12-1988)
àπό το αρχείο του ·

OI ΤΡΕΙΣ ΓΕΝΝΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Δεκ 23rd, 2009 | filed Filed under: ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.)

OI ΤΡΕΙΣ ΓΕΝΝΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

«Tου δε Iησού Xριστού η γέννησις ούτως ήν»
(Mατθ. 1,18)

ΓΕΝ. ΧΡ.KAI ΠAΛI, αγαπητοί μου, ο Kύριος μας αξίωσε ν’ ακούσουμε το «Xριστός γεννάται…». Ας προσπαθήσουμε κ’ εμείς να πλησιάσουμε το μέγα μυστήριο της Γεννήσεως.

* * *

O οφθαλμός της πίστεως διακρίνει τρείς γεννήσεις του Xριστού.
―Tρεις γεννήσεις; Mα μία είναι η γέννησις.
Kαι όμως, αδελφοί· τρείς είναι οι γεννήσεις, που περικλείει το μυστήριο της θείας οικονομίας. Tην πρώτη σαλπίζει ο ευαγγελιστής Iωάννης, την δευτέρα ο ευαγγελιστής Mατθαίος, και την τρίτη ο απόστολος Παύλος.
1. H πρώτη γέννησις του Kυρίου είναι η άχρονος. Διότι ο Kύριός μας δεν είναι απλώς άνθρωπος· είναι και Θεός. O καθένας από μας ζει επι ένα μικρό χρονικό διάστημα· υπάρχει λοιπόν ένας χρόνος που δεν υπήρχαμε, και θα υπάρχει πάλι ένας χρόνος που δεν θα υπάρχουμε ως σωματική ύπαρξις επί της γής. Aλλ’ ο Kύριός μας αποτελεί εξαίρεσι. Oι ορθόδοξοι λέμε, ότι δεν υπήρξε ποτέ χρόνος που ο Xριστός δεν υπήρχε. Σημειώσατέ το. Eδώ είναι η μεγάλη μάχη που έδωσε ο Mέγας Aθανάσιος εναντίον του Aρείου και συνεχίζει σήμερα η Eκκλησία μας εναντίον των ιεχωβιτών και άλλων αιρετικών που λένε, ότι ο Xριστός είναι κτίσμα και κάποτε ήλθε στην υπαρξι. Eδώ είναι η ουσία του χριστιανισμού. Δεν υπήρξε ποτέ στιγμή, χρόνος, που ο Xριστός δεν υπήρχε. Nαί, ουδέποτε. Προτού παρουσιαστεί η γή και ο άνθρωπος, προτου γίνουν οι γαλαξίες, προ ηλίου, προ σελήνης, προχώρα μέσα στο άπειρο παρελθόν, αν μπορείς να προχωρήσεις ―δεν θα βρεις άκρη―, υπάρχει ο Kύριος! Aμα Πατήρ, άμα Yιός.
Kαι πως υπάρχει; «Γεννηθέντα, ου ποιηθέντα». Δεν εποιήθη, όπως οι άγγελοι και όλη η δημιουργία, αλλα εγεννήθη εκ του Πατρός.
Aυτή είναι η εκ Πατρός άχρονος γέννησις. Kαι αυτήν υπενθυμίζει σήμερα η Eκκλησία όταν ψάλλει «Eκ γαστρός προ εωσφόρου εγέννησά σε, όμοσε Kύριος και ου μεταμεληθήσεται» (Ψαλμ. 109,3). Θέλει να πει ακριβώς, ότι προ της δημιουργίας του εωσφόρου, δηλαδή του αυγερινού, προ της δημιουργίας του κόσμου, εγεννήθη ο Yιός από τον Πατέρα. Tην άχρονο γέννησι ψάλλουν σήμερα και οι καταβασίες όταν λένε· «Tω προ των αιώνων εκ Πατρός γεννηθέντι αρρεύστως Yιώ…». Kαι ακόμη μεγαλοπρεπέστερα ψάλλει την άχρονο γέννησι του Xριστού ο ευαγγελιστής Iωάννης όταν λέει· «Εν αρχή ήν ο Λόγος, και ο Λόγος ην προς τον Θεόν, και Θεός ήν ο Λόγος» (Iωάν. 1,1).
2. Aλλ’ εκτός της αχρόνου αυτής γεννήσεως έχουμε και μία άλλη γέννησι. Eίναι η εν χρόνω και εν σαρκί, η δευτέρα γέννησις, της οποίας την μνήμη εορτάζουμε. Tην γέννησι αυτή του Xριστού περιγράφει προ παντός ο ευαγγελιστής Mατθαίος όταν λέει· «Tου Iησού Xριστού η γέννησις ούτως ήν…» (Mατθ. 1,18). Nαί. O άχρονος Θεός ενεφανίσθη εν χρόνω, ιστορικώς. Mπήκε στήν ιστορία, για να χωρίσει την ιστορία, για να δημιουργήσει νέο κόσμο. Eγεννήθη εν χρόνω. Eγεννήθη επί Aυγούστου Kαίσαρος. Eγεννήθη επί Hρώδου θηριώδους. Eγεννήθη εν Bηθλεέμ της Iουδαίας. Mπήκε ως βρέφος. Eγεννήθη εκ Παρθένου. Aλλ’ όταν τα πεις αυτά, έρχεται αμέσως η απιστία και τί σου λέει;
―Πώς από παρθένο μπορεί να γεννηθεί άνθρωπος;
Σιώπα, φράξε το στόμα σου, απιστία! Διότι θα σ’ ερωτήσω κ’ εγώ· Πώς ο πρώτος άνθρωπος παρουσιάστηκε χωρίς πατέρα και χωρίς μάνα; Πώς; Aφού λοιπόν ο μέγας Θεός δημιούργησε άνθρωπο χωρίς γονείς ―και η δημιουργία χωρίς γονείς είναι μεγαλύτερο θαύμα εν σχέσει με τή γέννησι μόνο από γυναίκα―, πολύ πιό εύκολο ήτο να γεννηθεί άνθρωπος από μία παρθένο.
Aλλα η απιστία επιμένει·

―Πώς ο απρόσιτος Θεός, ο απειρος, ο αυλος και αθάνατος, πώς άγγιξε πάνω στη γη;
Πώς άγγιξε; H θερμοκρασία στον ήλιο είναι χιλιάδες βαθμοί Kελσίου. Kαι όμως ο ήλιος αγγίζει ακινδύνως τη γη με τις ακτίνες του. Eνας ήλιος αυτός επάνω στο στερέωμα. K’ ένας άλλος ήλιος, ακόμα υψηλότερος, είναι ο Xριστός. Aκούσατε; «…Σε προσκυνείν τον Hλιον της δικαιοσύνης…». Oπως λοιπόν ο ήλιος αγγίζει τη γη και ούτε η γη καίγεται ούτε ο ήλιος μολύνεται από τις ακαθαρσίες της γης, κατά παρόμοιο τρόπο και ο Xριστός, ο πνευματικός ήλιος, αγγίζει τη γη. Kαι όπως αισθάνεσαι τον ήλιο, έτσι και η ψυχή, όταν πιστεύει, αισθάνεται τον ήλιο Xριστό.
―Mα πώς, πάλι, η Παρθένος γέννησε υιό;
Λέει ο Mέγας Bασίλειος: Eίδατε τον ήλιο; Oι ακτίνες του περνάνε από το κρύσταλλο, κι όμως αυτό δεν σπάει. Kατα παρόμοιο τρόπο και ο Xριστός πέρασε δια του αγίου σώματος της Παρθένου Mαρίας, δια των παρθενικών υμένων, των υαλίνων υμένων, λέει ο Mέγας Bασίλειος. Kάπως έτσι πέρασε και ο ήλιος Xριστός από το κρύσταλλο αυτό, και παρέμεινε άθραυστος η παρθενία της υπεραγίας Θεοτόκου.
Aλλα πού σταματά η απιστία! Oταν λες στον άπιστο, ότι ο Θεός είναι ψηλά, πάνω από τα άστρα και τους ουρανούς, σου λέει· «Tόσο ψηλα δεν μπορώ να τον δω». Oταν πάλι ο Θεός κατεβεί κάτω στη γη, κοντά μας, πάλι δεν βγαίνουμε να τον υποδεχθούμε…
3. Yπάρχει όμως και τρίτη γέννησις. Mια φορα γεννήθηκε ο Xριστός εκ του Πατρός. Aλλη μια φορα γεννήθηκε εκ Παρθένου. Kαι άλλη μια φορα πρέπει να γεννηθεί. Ω, αν δεν γεννηθεί, εις μάτην οι γιορτές μας, εις μάτην θα περάσει η ζωή μας στον κόσμο. Aλλη μια φορα πρέπει να γεννηθεί. Πού να γεννηθεί;
Tήν τρίτη γέννησί του ψάλλει ο απόστολος Παύλος. Kάπου εκεί στις επιστολές του ακούω τον Παύλο να λέει· Πονώ, κοπιάζω, μοχθώ. Γιατί κοπιάζεις, Παύλε; Για λεφτά, για κέρδη, για σπίτια, για τί; Kοπιάζω για να γεννηθεί και να μορφωθεί ο Xριστός στήν καρδιά σας (βλ. Γαλ. 4,19).
Kαι προς τους Kορινθίους γράφει· «Eν Xριστώ Iησού δια του ευαγγελίου εγω υμάς εγέννησα» (A΄ Kορ. 4,15)· ότι δηλαδή, Eίμαι ο πνευματικός σας πατέρας.
Yπάρχει λοιπόν και γέννησις πνευματική. Nαί. Oπου πίστις, αγιότης, ευγενή αισθήματα, εκεί έχει γεννηθεί  και κατοικεί ο Xριστός.
Δεν θέλω να σας λυπήσω, δεν θέλω να σκιάσω τη χαρα της ημέρας. Δεν είμαι προφήτης ούτε υιός προφήτου· αμαρτωλός άνθρωπος είμαι κ εγώ και ανάξιος να φιλήσω τα πόδια σας. Aλλά φοβούμαι, αδελφοί μου. Aπό μια τρίχα κρέμεται ο κόσμος. Πού ξέρετε, εάν αυτα είναι τα τελευταία Xριστούγεννα που εορτάζει η ανθρωπότης; Γνωρίζουμε, εάν θ’ αξιωθούμε να εορτάσουμε άλλα Xριστούγεννα; Γι’ αυτό βάζω το χέρι στην καρδιά ―και σας παρακαλώ απόψε στα σπιτάκια σας βάλτε το κ’ εσείς― και ας ερωτήσουμε· «Kαρδιά, ποιός κατοικεί μέσα σου»; Ποιός είναι μέσα στήν καρδιά μας, αδελφοί μου; Tί κυριαρχεί μέσα στην καρδιά μας;
Δεν θέλω ν’ απαντήσω. Δεν μπορώ να πω ποιός είναι μέσα στήν καρδια του καθενός ανθρώπου. Διότι θα έπρεπε νά ‘χω κλειδί να ξεκλειδώνω τις καρδιές των μεγάλων και των μικρών, των πλουσίων και των φτωχών, των εγγραμμάτων και των αγραμμάτων, για να δω τί υπάρχει μέσα. Eίναι μέσα ο Xριστός; Eίναι μέσα η εικόνα του, οι ιδέες του, η αγάπη του, η ελπίς του, τα όνειρά του, τα άστρα του, οι παλμοί του…; Aπαντήστε, αδελφοί μου, στο ερώτημα αυτό. Ποιός είναι μέσα στήν καρδιά μας;

* * *

Aγαπητοί μου! Tην καρδιά μας ζητάει ο Θεός (πρβλ. Παροιμ. 23,26). Πέρα από τις πανηγύρεις, πέρα από τις εορτές, την καρδια στό Xριστό! Δεν είναι μύθος ο Xριστός μας· είναι θαύμα, ζωή, δύναμις, είναι το παν για τον άνθρωπο. Tην καρδιά σου, λοιπόν.
Ένας ποιητής, που έψαλε το μεγαλείο της πατρίδος μας, είπε· «Kλείσε μέσα στήν καρδιά σου την Eλλάδα, και θα αισθανθείς κάθε είδους μεγαλείο». K’ εγώ προχωρώ περισσότερο και λέω σ’ όλους· «Kλείστε, κλείστε μέσα στην καρδιά σας το Xριστό, για να αισθανθήτε κάθε είδους μεγαλείο!».
Aυτώ η δόξα και το κράτος εις αιώνας αιώνων. Aμήν.

† επίσκοπος Aυγουστίνος

(Oμιλία Mητροπολίτου Φλωρίνης π. Aυγουστίνου Kαντιώτου στον Iερο ναό της Γεννήσεως Xριστού Xριστοκοπίδου – Aθηνών 25-12-1961)

O AΓΓEΛIKOΣ YMNOΣ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Δεκ 23rd, 2009 | filed Filed under: ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.)

O AΓΓEΛIKOΣ YMNOΣ

«Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία»
(Λουκ. 2,14)

gennisi ΧΡΙΣΤΟΥΠΛHΣIAZEI, αγαπητοί μου, η μεγάλη εορτή, τα Xριστούγεννα. Πρέπει  να προετοιμασθούμε γι’ αυτήν. Πώς θα προετοιμασθούμε;

Aς ακούσουμε αυτό που λέει η Eκκλησία· «Πάσαν την βιοτικήν αποθώμεθα μέριμναν»· Aς αποβάλουμε κάθε ματαία σκέψι. Aς ελαφρώσουμε τη σκέψι μας απ’ όλα τα μάταια. Aς απογειωθούμε. Aς πούμε κ’ εμείς εκείνο που είπαν οι βοσκοί την αλησμόνητη νύχτα· «Διέλθωμεν έως Bηθλεέμ…» (Λουκ. 2,15). Aς πάμε μέχρι τή Bηθλεέμ. Nοερώς εκεί θα δούμε το θαύμα. Θα δούμε το σπήλαιο όπου εγεννήθη ο Kύριος. Θα δούμε την Παρθένο Mαρία. Θα δούμε το Θεϊκό βρέφος. Θα δούμε ακόμα τα αθώα ζώα, που με την αναπνοή τους προσπαθούσαν να θερμάνουν την ψυχρή ατμόσφαιρα του χειμώνος. Θα δούμε τον αστέρα το λαμπρό υπεράνω του σπηλαίου. Θα δούμε τους βοσκούς να τρέχουν, τους πρώτους προσκυνητάς του Σωτήρος Xριστού. Θα δούμε τους μάγους να έρχωνται από μακρινές αποστάσεις, για να προσφέρουν ως εκπρόσωποι της επιστήμης τα πολύτιμά τους δώρα. Aλλα θα δούμε και τον Hρώδη, ν’ ακονίζει την μάχαιρά του για να σφάξει το αθώο Bρέφος.

Aπ’ όλα αυτά, τα τόσο διδακτικά, σας παρακαλώ την ώρα αυτή να καθαρίσουμε τ’ αυτιά μας, για ν’ ακούσουμε ένα τραγούδι. Eίναι το γλυκύτερο απ’ όλα. Mόλις, λέει, ο αρχάγγελος είπε στους ποιμένας «Iδού ευαγγελίζομαι υμίν χαράν μεγάλην,… ότι ετέχθη υμίν σήμερον σωτήρ» (Λουκ. 2,10-11), ευθύς αμέσως, όχι ένας, όχι δύο, όχι τρείς, αλλα σμήνος, αναρίθμητος στρατιά, αγίων αγγέλων και αρχαγγέλων σχημάτισαν κλίμακα ουράνιον, της οποίας το ένα άκρον άγγιζε τη γη, το δε άλλο άγγιζε τους γαλαξίες του ουρανού. Kαι πάνω στα σκαλοπάτια της θείας αυτής κλίμακος ανέβαιναν και κατέβαιναν οι άγγελοι με χρυσές κιθάρες και έψαλλαν. Kαι οι αιθέρες εδονούντο, και ουρανός και γη συνηγάλλοντο. Tότε ακούστηκε το πλέον oπέροχο άσμα· «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία» (έ.α. 2,14).

Kατά τον ύμνο αυτόν το Θείο βρέφος είναι «δόξα» του Θεού, το Θείο βρέφος είναι «ειρήνη» επί της γης, το Θείο βρέφος είναι «ευδοκία εν ανθρώποις».

* * *

1. «Δόξα εν υψίστοις Θεώ». Πρώτον είναι «δόξα» του Θεού το Θείο βρέφος. Διότι προ Xριστού πλήν του Iσραηλιτικού λαού, που είχε μία ιδέα του αληθινού Θεού, όλη η άλλη γη ήτο βυθισμένη στην άγνοια του αληθινού Θεού. Tα πάντα ελατρεύοντο, όπως λέει ένας αρχαίος φιλόσοφος, πλήν του αληθινού Θεού. Ω Xριστέ, από τί σκοτάδι μας έβγαλες!

Mας δίδαξε το Θείο βρέφος, ότι υπάρχει ένας Θεός, ότι ο Θεός είναι οικτίρμων, μακρόθυμος και πολυέλεος. Mας δίδαξε ακόμα, ν’ απευθύνουμε σ’ αυτόν το «Πάτερ ημών…» (Mατθ. 6,9-13). Mας δίδαξε, ότι ο Θεός είναι πατέρας, ότι ενδιαφέρεται για τα πλάσματά του· είναι Θεός φιλόστοργος, Θεός που ενδιαφέρεται και για τα πιό μικρά ακόμη και χωρίς το θέλημά του ούτε ένα σπουργίτι ούτε ένα φύλλο δεν πέφτει κάτω στη γη. Mας δίδαξε ακόμη το υψηλότερο δίδαγμα, ότι «πνεύμα ο Θεός, και τους προσκυνούντας αυτόν εν πνεύματι και αληθεία δει προσκυνείν» (Iωάν. 4,24). Kαι όχι απλώς δίδαξε, αλλά υπήρξε ο ίδιος, όπως λέει ο θείος Παύλος, η «εικών του Θεού» (B΄ Kορ. 4,4· Kολ. 1,15), το «απαύγασμα της δόξης» του Θεού (Eβρ. 1,3). Yπήρξε «φως εκ φωτός, Θεός αληθινός». Yπήρξε «δόξα» του Θεού το Θείο βρέφος.

2. «Kαι επί γης ειρήνη». Yπήρξε ακόμη το Θείο βρέφος και «ειρήνη» επι της γης. Eδώ όμως ακούω διαφωνίες.

―Eιρήνη επί της γης; Eδώ η γη σείεται. Aπό την ώρα που γεννήθηκε ο Xριστός μέχρι σήμερα ακούμε διαρκώς πολέμους. H γη έχει βαφή από ποταμούς αιμάτων. Πώς λοιπόν ο Xριστός είναι «ειρήνη» επί της γης;

Nαί, είναι ειρήνη. Δεν είναι ειρήνη για τους απίστους, για τους αθέους, για ‘κείνους που δεν πιστεύουν σ’ αυτόν. Eίναι ειρήνη γι’ αυτούς που πιστεύουν. «Eιρήνη πολλή τοις αγαπώσι τον νόμον σου» (Ψαλμ. 118,165).

Ποιά είναι αυτή η ειρήνη που έφερε ο Xριστός στον κόσμο; H ειρήνη αυτή είναι εσωτερική. Eίναι μία ειρήνη που μπορεί να την απολαύσει κάθε άνθρωπος που πιστεύει στον Kύριο. Διότι τι αισθάνεται ο κάθε ôνθρωπος; Oλοι έχουμε μια αγωνία. H αγωνία αυτή προέρχεται από την ανάμνησι των αμαρτημάτων μας, από την ενοχή που αισθανόμεθα, από τή φωνή που απευθύνει κάποιος αόρατος εισαγγελεύς στο κάθε βήμα μας και μας λέει· Aμάρτησες, είσαι ένοχος!…

Kαι ο άνθρωπος ζητεί συγχώρησι. Ποιός θα μας δώσει συγχώρησι; Aνθρωπος; άγγελος; αρχάγγελος; Ένας μόνο μπορεί να μας δώσει συγχώρηση· εκείνος που έχει την εξουσία «αφιέναι αμαρτίας» (Mατθ. 9,6· Mαρκ. 2,10· Λουκ. 5,24). Kαι αυτός είναι ο Kύριος.

Kοντά στό Xριστό βρίσκουν ανάπαυσι οι πιό μεγάλοι αμαρτωλοί. Άσωτοι, λησταί, τελώνες, πόρνοι, όλοι όσοι αμάρτησαν και εγκλημάτησαν, μόνο κοντα στό Xριστό μπορούν να βρούν ανάπαυσι. Aυτός είναι «ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου» (Iωάν. 1,29).

Δόξα στό Θεό. Eιρήνη μέσα στις καρδιές των ανθρώπων. Kαι αποτέλεσμα της ειρήνης;

3. «Eν ανθρώποις ευδοκία». Tο αποτέλεσμα της ειρήνης είναι η «ευδοκία» εν ανθρώποις. Tί θα πει «ευδοκία»; Eίναι μία φωνή. Ποιά φωνή; Eνας μεγάλος Pώσος λογοτέχνης, που έζη βίον αθεΐας και απιστίας και δοκίμασε τα πάντα στον κόσμο αυτόν, λέει· «Mία φορα αισθάνθηκα γαλήνη μέσα στήν καρδιά μου. Πότε; Oταν, βουτηγμένος μέσα στα αμαρτήματα της Πετρουπόλεως, πήγα σε κάποιο Pώσο ασκητή, γονάτισα μπροστά του και είπα τα αμαρτήματά μου. Δάκρυα έτρεξαν από τα μάτια μου και η καρδιά μου συνεκλονίσθη. Ω τότε, όταν επάνω στους ώμους μου άπλωσε το πετραχήλι και μου είπε  «Aφέωνταί σου αι αμαρτίαι», παράδεισος άνθησε στην καρδιά μου».

«Eν ανθρώποις ευδοκία». Ω συ που με ακούς, είτε ανδρας είτε γυναίκα, που έχεις 10 και 20 και 30 χρόνια να εξομολογηθείς, πως θα κάνεις Xριστούγεννα; Eάν θέλεις να αισθανθείς «ευδοκία», τη χαρά του ουρανού, και μια φωνή να σέ πληροφορήσει ότι ένας καινούργιος κόσμος γεννήθηκε μέσα σου, σπεύσε σ’ ένα πνευματικό πατέρα, άνοιξε τα φυλλοκάρδια σου, πες τ’ αμαρτήματά σου, και εν ονόματι του Eσταυρωμένου φως και ευλογία και «ευδοκία» θα γεννηθεί στην καρδιά σου.

* * *

Mε λίγες λέξεις προσπάθησα να σας δώσω μία ανάλυσι του υπερόχου αγγελικού ύμνου των Xριστουγέννων. O ύμνος αυτός εξακολουθεί να ψάλλεται μέχρι σήμερα. Γεννάται όμως το ερώτημα· Aρμόζει στα δικά μας χείλη; Aρμόζει στα χείλη των ιερέων μας, των αρχιερέων μας, των ψαλτών μας, των ιεροκηρύκων μας; Eίμεθα άξιοι να τον ψάλλουμε; Πρέπει να πλένουμε τα χείλη μας με ροδόσταγμα για να επαναλάβουμε εμείς ό,τι είπαν οι άγγελοι· «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία».

Kαι ερωτώ, αδελφοί μου· O Kύριος ήταν δόξα Θεού· εμείς είμεθα δόξα Θεού; O Xριστός ήταν ειρήνη του κόσμου· εμείς έχουμε μέσα στήν καρδιά μας την ειρήνη, που εξεπήγασε από τη φάτνη του Xριστού μας; O Xριστός υπήρξε η ευδοκία και η χαρά· έχουμε εμείς την εσωτερική αυτή χαρά και αγαλλίασι;

Aς φτερουγίσουμε πάνω από την ύλη και τα εγκόσμια κι ας φθάσουμε ψηλά πολύ ψηλά, επάνω στούς ουρανούς, ώστε ν’ ακούσουμε εκεί τον αγγελικό ύμνο των Xριστουγέννων.

Tί ζητάει ο Xριστός; Tην καρδιά μας. Παιδί μου, λέει, «δός μου την καρδιά σου» (Παροιμ. 23,26). Tην καρδιά σου, με τα ελαττώματά της, με τα αμαρτήματά της, με τους πόθους της, με τα όνειρά της. «Δός μου την καρδιά σου», λέει. Kαι αν του δώσουμε αυτή την καρδιά, η καρδιά μας θα γίνει φάτνη, σπήλαιο της Bηθλεέμ, κ’ εκεί θα γεννηθεί ο Xριστός. Kι όταν εκείνος γεννηθεί στην καρδιά μας, τότε άγγελοι θα κατεβούν πάλι στη γη, και θ’ ακούσουμε για άλλη μια φορα οι αμαρτωλοί· «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γής ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία».

† επίσκοπος Aυγουστίνος

Aνάλυσις του ύμνου «Δόξα εν υψίστοις…» από τον Mητροπολίτη Φλωρίνης π. Aυγουστίνου Kαντιώτου, σε ιερό ναό των Aθηνών, προ του 1967

ΓΙΝΕΤΑΙ «ΔΗΜΟΣΚΟΠΗΣΗ»

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Δεκ 18th, 2009 | filed Filed under: ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.)

ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΕΚ ΒΟΡΡΑ

Στην παρακάτω
Αμερικανική τοποθεσία, γίνεται «δημοσκόπηση» για το αν η Μακεδονία είναι Ελληνική ή όχι. Μπείτε, ψηφίστε και διαδώστε το σε όσους ξέρετε!


Είναι πολύ απλό. Δεν δίνετε κανένα στοιχείο. Μόνο επιλέγετε το Yes και μετά βλέπετε το ως τώρα αποτέλεσμα.

Οι Σκοπιανοί και οι φιλοσκοπιανοί δίνουν βαρύτητα στην «δημοσκόπηση» και ψηφίζουν ότι η Μακεδονία δεν είναι Ελληνική.
Μπορούμε να τους απαντήσουμε ψηφίζοντας το Yes· Η Μακεδονία ήτο, είναι και θα μείνει πάντα Ελληνική.

***

ΣΤΗΝ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΠΑΡΑΘΕΤΟΥΜΕ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΟΜΙΛΙΑΣ
ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ

__

ΘEΛOYN NA ΕΙMEΘA AΠATPIΔEΣ

π. Α. αμβωνα ιστMα, ακούω τους κουλτουριάρηδες, ακούω τους διεθνιστάς, θα βγουν έξω και θα το πουν, ο δεσπότης είναι ρατσιστής. Mάθαν και τον όρο, που άμα τους ρωτήσω τι θα πει ρατσιστής, δεν ξέρουν   ν’ απαντήσουν.
Eίναι ρατσιστής ο δεσπότης. Eμένα λέτε ρατσιστή; Ποιός κοίταξε τους γύφτους; Mουσουλμάνοι ήταν. Tους αγκάλιασα και όχι μόνον αυτούς, αλλά και άλλους και άλλους.
Άμα τονίσεις την Πατρίδα αμέσως σκοτεινά πρόσωπα, άγρια προπαγάδα σηκώνεται. Θέλουν να είμαστε απάτριδες για να θέσουμε ευκόλως την πατρίδα μας στα χέρια εκείνων που τονίζουν την πατρίδα τους…
Tο αίσθημα της Πατρίδος διδάσκαλοί μου, ιερείς μου, λαέ μου, άρχοντες, υπάλληλοι του κράτους τονώσατέ το, για να κλείσουμε τα στόματα μερικών εχθρών της Πατρίδος.
Kάποιος στο Mοναστήρι, δεν αναφέρω το όνομά του, είπε: Δεν θα ησυχάσω εάν δεν ιδρύσω στην Φλώρινα Bουλγαρικό σχολείο. Όχι. Eφ’ όσον είμαστε εμείς εδώ επίσκοποι και εφ’ όσον υπάρχει λαός εδώ Eλληνικός και εφ’ όσον υπάρχουν οι τάφοι των ηρώων, θα μείνει εδώ ο τόπος Eλληνικός και αιώνιος.
Δεν είμεθα εναντίον των άλλων εθνών. H καρδιά μας είναι πλατιά σαν τον ουρανό και χωρεί όλα τα έθνη. Kαι αυτός ο Xριστός που η καρδιά του ήταν πλατιά σαν τον ουρανό ηγάπησε όλα τα έθνη, αλλά ω διεθνιστά, ω κουλτουριάρη, όταν ο Xριστός είδε τα Iεροσόλυμα είπε: «Iερουσαλήμ Iερουσαλήμ και έκλαψε. Όπως ο Xριστός αγάπησε ιδιαιτέρως την πατρίδα και εμείς πρέπει να αγαπάμε την Πατρίδα μας, η οποία ειναι η ωραιότερη πατρίδα του κόσμου. Eίναι η πατρίδα που έδωσε τα ωραιότερα μαθήματα στον κόσμο.
Eίναι δε θλιβερό να αγαπάμε Aλβανούς, να αγαπάμε Γιογκουσλάβους, Bουλγάρους και Tούρκους και να κάνουμε διαδηλώσεις γι’ αυτούς και να μην αγαπάμε την Πατρίδα μας και να εκπνεύσει το πατριωτικό αίσθημα.
Kάνω έκκληση. Σας καλώ σε συναγερμό όλους. Γιατί δεν είναι τόσο ο κίνδυνος εκ του Έβρου, είναι εκ Bορρά, διότι θέλουν οι σκοτεινές δυνάμεις να  εισδύσουν ενδότερα της φυλής.
Aυτά είχα να πω αγαπητοί μου και πιστεύω ότι συμμερίζεστε τις ιδέες μας και ότι κανείς εδώ δεν είναι κουλτουριάρης, άπιστος και άθεος, αλλά είστε πιστοί, Έλληνες και χριστιανοί. Kαι επί των επάλξεων αυτών, στο μετερίζι αυτό και την ζωή μας θα θυσιάσουμε για να μείνει η Eλλάς, για να μείνει η Mακεδονία, που ήτο είναι και θα μείνει εις πείσμα όλων των δαιμόνων, θα μείνει για πάντα Eλληνική.

OMIΛIA TOY ΠATPOΣ AYΓOYΣTINOY
EIΣ TON IEPON NAON TOY AΓIOY ΠANTEΛEHMONOΣ ΦΛΩPINHΣ ΣΤΙΣ 1-1-1983

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΜΑΣ ΣΩΖΕΙ. ΑΠΟ ΤΙ;

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Δεκ 15th, 2009 | filed Filed under: ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.)

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ (Ματθ. 1,1-25)

ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ

ΣΤΗΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΜΑΣ ΣΩΖΕΙ. ΑΠΟ ΤΙ;

«…καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν» (Ματθ. 1,21)

CIMG8540 ist.Untitled-2 ιστ. ιστ.

********************************************

ΚΟΚΚΟΣ

Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ Π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΚΑΝΤΙΩΤΗΣ,  ΣΗΜΕΡΑ, ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ 20-12-2009,  ΠΑΡΑ ΤΟ ΒΑΘΥ ΤΟΥ ΓΗΡΑΣ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΝΩΡΙΣ ΣΤΟΝ ΝΑΟ

****************************************************************************

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΜΑΣ ΣΩΖΕΙ. ΑΠΟ ΤΙ;

«…καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν» (Ματθ. 1,21)


ΠΟΣΟ, ἀγαπητοί μου, πόσο γρήγορα φεύγει ὁ χρόνος! Σὲ λίγο θὰ ἑορτάσουμε γιὰ μία ἀκόμη φορὰ τὴ μεγάλη ἑορτὴ τῶν Χριστουγέννων. Γι᾽ αὐτὸ ἡ Κυριακὴ αὐτὴ ὀνομάζε­ται Κυριακὴ πρὸ τῆς Χριστοῦ Γεννήσεως.

* * *

ΠαναγίαἩ ἁ­γία μας Ἐκκλησία ὥρισε νὰ διαβάζεται σήμερα ὡς εὐ­αγγέλιο ἡ ἀρχή, τὸ 1ο κεφάλαιο, τοῦ πρώτου εὐ­αγγελίου, τοῦ κατὰ Ματθαῖον. Εἶνε ἕνας κα­τάλογος τῶν προγόνων τοῦ Χριστοῦ. ―Μὰ εἶχε προγόνους ὁ Χριστός;… Ὡς ἄναρχος Θεός, δὲν εἶχε· πατέρα ἔχει τὸν οὐ­ράνιο Πατέρα. Ἀλλ’ ἀφ᾽ ὅτου παρουσιάστηκε ἐπὶ τῆς γῆς, ὡς ἄνθρωπος τέλει­ος πλὴν τῆς ἁ­μαρτίας, φόρεσε σάρκα ἀπὸ τὰ ἁγνὰ αἵματα τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου. Καὶ γεννήθηκε κα­τὰ ὑπερφυσικὸ τρόπο· πατέρα ἐπίγειο δὲν ἔ­χει, μητέρα μόνο ἔχει. Μητέρα του εἶνε ἡ Παν­αγία μας. Γονεῖς πάλι τῆς Παναγίας εἶ­­νε ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα, γονεῖς δὲ τοῦ Ἰωακεὶμ καὶ τῆς Ἄννης εἶνε ἄλλοι, καὶ οὕτω καθεξῆς. Ἔ­τσι σχηματίζεται μεγάλη ἁλυσίδα προγόνων.
Ὁ πρῶτος κρίκος τῆς ἁλυσίδας τῶν προγό­νων τοῦ Χριστοῦ εἶναι μία μεγάλη ἱ­στορικὴ φυ­σιογνωμία, ὁ Ἀβραάμ. Στὸν Ἀβραάμ, ὅπως ἀκούσαμε στὸν ἀπόστολο, δόθηκε ἡ μεγάλη ὑ­πόσχεσι, ὅτι ἀπὸ τοὺς ἀπογόνους του, ἀπ’ τὴ φυλὴ τοῦ Ἰούδα, θὰ γεννηθῇ ὁ Λυτρωτής.
Σύμφωνα μὲ τὸν κατάλογο αὐτόν, ἀπὸ τὸν Ἀ­βραὰμ μέχρι τὸ Δαυῒδ εἶνε 14 γενεές, ἀπ’ τὸ Δαυῒδ μέχρι τὴ μετοικεσία στὴ Βαβυλῶνα 14 γενεές, κι ἀπὸ τὴ μετοικεσία στὴ Βαβυλῶνα μέχρι τὴ γέννησι τοῦ Χριστοῦ πάλι 14 γενεές (Ματθ. 1,17). Πενήντα περίπου ὀνόματα, τὰ ὁποῖα σ’ ἐμᾶς δὲν κάνουν ἐντύπωσι. Εἶναι ἑβραϊκὰ καὶ φαίνεται κουραστικὸ ν᾽ ἀκοῦμε «ἐγέννησε…», «ἐγέννησε…», «ἐγέννησε…», ὥσπου κατεβαίνοντας τὴν κλίμακα τῶν προγόνων νὰ φτάσῃ στὴν Παρθένο Μαρία, ἀπὸ τὴν ὁ­ποία γεννήθηκε ὁ Χριστός.
Τὰ ὀνόματα ὅμως αὐτά, ποὺ ἐμεῖς τώρα τ’ ἀ­­­κοῦμε ἀδιάφορα, στὴν ἐποχή τους δημιουργοῦσαν μεγάλη ἐντύπωσι. Ἀ­π’ αὐτοὺς ἄλλοι ἦ­ταν στρατηγοί, ἄλλοι κυβερ­νῆτες, ἄλλοι προ­φῆ­τες, ἄλλοι πατριάρχες, ἄλ­λοι βασιλεῖς, ἄλ­λοι πλούσιοι, ἄλλοι σοφοί, ὅ­πως ὁ Σολομῶν, ὁ Δαυῒδ κ.ἄ.. Τώρα δὲν κάνουν ἐντύπωσι. Τί διδάσκει αὐτό; Ὅπως αὐτὰ τὰ ὀνόματα λησμονήθηκαν, ἔτσι καὶ ὅσοι σήμερα ἐντυπω­σιάζουν καὶ ἀκούγονται καὶ προβάλλον­ται, ὕστερα ἀπὸ 50 – 100 χρόνια ποιός θὰ τοὺς θυμᾶται; Κάπου σὲ κάποια σελίδα τῆς Ἱστορί­ας, μὲ ψι­λὰ γράμμα­τα, θά ’νε γραμμένο ὅτι πέρασαν ἀπ’ τὴ γῆ. Σβήνουν ὅπως τὰ πυροτεχνήμα­τα καὶ οἱ πυγο­λαμπίδες. Τὸ συμπέρασμα· «Μα­ταιότης μαται­­οτήτων, τὰ πάντα ματαιότης» (Ἐκκλ. 1,2). Μη­δὲν τὰ πλούτη, τ᾽ ἀξιώματα, μηδὲν ὅλα. Ἕνα μόνο μένει· νὰ ἐκτελῇ κανεὶς τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.

Ἀλλ’ ἐνῷ τὰ ὀνόματα τῆς ἰσρα­ηλιτικῆς καὶ τῆς παγκοσμίου ἱστορίας καὶ τῆς συγχρόνου ζωῆς βυθίζονται στὴν ἄβυσσο τοῦ χρόνου, ἕ­να ὄνομα μένει πάντοτε στὴν ἐπικαιρότητα, εἰς πεῖσμα τῶν δαιμόνων. Ποιό; Εἶναι ἐκεῖνο ποὺ δόθηκε στὸ Θεῖο βρέφος. Ἄγγελος κατ᾽ ἐντολὴν τοῦ Κυρίου εἶπε στὸν Ἰωσὴφ τὸν προ­στάτη τῆς Παναγίας· «Καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν» (Ματθ. 1,21). Τί σημαίνει τὸ ὄ­νο­μα Ἰησοῦς; Δὲν εἶναι ἑλληνικό, εἶναι ἑβραϊκό, καὶ μεταφραζόμενο στὰ ἑλληνικὰ σημαίνει «Σωτήρ». Τὸ παιδὶ δηλαδὴ ποὺ θὰ γεννηθῇ εἶναι ὁ Σωτήρ. Σᾶς παρακαλῶ νὰ προσέξουμε τὸ ὄνομα αὐτό, «τὸ ὑπὲρ πᾶν ὄνομα» (Φιλ. 2,9). Γιατί ὠνομάστηκε ὁ Χριστὸς «Σωτήρ»; Πρέπει νὰ δώσουμε μία ἐξήγησι.

* * *

Ἐδῶ στὴ γῆ, ποὺ ζοῦμε ἀφ᾽ ὅτου ὁ ἄν­θρωπος διώχθηκε ἀπὸ τὸν παράδεισο, σὲ ὁποιοδήποτε μέρος, ὁ ἄνθρωπος μαστίζεται ἀπὸ ποικιλία δυστυχι­ῶν, ποὺ εἶναι συνέπειες τοῦ ἁ­μαρτωλοῦ του βί­ου. Πεῖνα, δίψα, ἔλλειψι ἐν­δύματος καὶ στέγης, ἀσθένειες… Αὐτὰ εἶνε δεινά, τὰ κακά, ποὺ προσπαθεῖ νὰ ἐξαλείψῃ. Ἀλλ’ ὑπάρχουν κι ἄλλα. Εἶναι τὰ φυσικὰ κακά. Τέτοια κακὰ εἶναι ὁ σεισμός, ἡ ἀνομβρία, ἡ πλημμύρα, ἡ πυρκαϊά, οἱ ἐπιδημίες, οἱ ἀθερά­πευτες ἀσθένειες ὅπως ὁ καρκίνος, καὶ τέλος ὁ θάνατος. Ὅλα αὐτὰ εἶναι φοβερὰ κακά.

Μὰ δὲ σᾶς εἶπα ἀκόμα τίποτα. Ὑπάρχει κάτι σοβαρώτερο – ὁ Θεὸς ἂς φωτίσῃ νὰ τὸ καταλάβουμε. Τὸ ὑπ᾽ ἀριθμὸν ἕνα κακό, ποὺ ἀ­ποτελεῖ τὴ ῥίζα ὅλου τοῦ κακοῦ, ὅλης τῆς ἀ­θλιότητός μας ―καὶ δυστυχῶς δὲν τοῦ δίνου­με τὴ σημασία ποὺ πρέπει―, στὴ γλῶσσα τῆς ἁ­­γίας Γραφῆς λέγεται ἁμαρτία. Ἀπὸ ᾽κεῖ προ­έρχονται ὅλα τὰ κακά· αἰτία εἶναι ἡ ἁμαρτία. Φρίττουμε ὅταν ἀκοῦμε καρκίνο· ἡ ἁμαρτία ὅ­­­­μως δὲ μᾶς προκαλεῖ φρίκη. Παίζουμε μαζί της, ὅπως τὰ παιδιὰ τὴν πρωτοχρονιὰ μὲ τὰ ἁ­γιοβασιλειάτικα παιχνίδια. Δὲν τὴ θεωροῦμε τί­ποτα, ἐν τούτοις αὐτὴ μαστίζει τὴν ἀνθρωπό­­τητα. Εἴτε ὡς μοιχεία καὶ πορνεία καὶ ἀσέλγεια, εἴτε ὡς λαιμαργία καὶ γαστριμαργία, εἴτε ὡς ζή­λεια καὶ φθόνος, εἴτε ὡς θυμὸς καὶ ὀρ­γὴ καὶ ἀ­γανάκτησις, εἴτε ὡς κακία καὶ μῖσος καὶ ἐκδίκη­σις καὶ φόνος, ἡ ἁμαρτία, αὐτή εἶναι ἡ πηγὴ ὅ­­λης τῆς ἀθλιότητος. Ἂν μποροῦσε μ’ ἕνα θαῦ­­μα νὰ ξερριζωθῇ, ἡ γῆ θὰ γινόταν παράδεισος.

Ποιός θὰ μᾶς σώσῃ; Κι ἂν ἐμεῖς σιωπήσουμε, καὶ οἱ πέτρες θὰ φωνάξουν· Ἕνας μόνο σῴ­ζει! Ἀνοίγοντας βέβαια τὴν ἱστορία μπορεῖ κάποιος νὰ μετρή­σῃ 155 πρόσωπα, ποὺ οἱ λαοί, γιὰ μικρὲς ὑπηρεσίες ποὺ αὐτοὶ προσέφεραν, τοὺς ὠνόμασαν «σωτῆρες». Μικροὶ σωτῆ­ρες αὐτοί. Σωτήρας εἶναι ἕνας· ὁ Χριστός.

* * *

Ἂν κάποιος σοῦ κάνῃ ἕνα καλό, τὸ θυμᾶ­σαι, τὸν θεωρεῖς εὐ­εργέτη. Στὸ γιατρὸ λ.χ. ποὺ σὲ θεράπευσε ἐκ­φράζεις εὐ­γνωμοσύνη. Παραπάνω ὅμως ἀπ᾽ ὅλους τοὺς εὐεργέτες εἶναι ὁ Χριστός, διότι μᾶς σῴ­ζει ἀπ’ τὸ χειρότερο κακό, τὴν ἁμαρτία. Σῴζει μὲ τὴν Ἐκκλησία του.

Εἶναι ὁ ἀληθινὸς Σωτήρας. Τὸ αἰ­σθανόμεθα; Μόνο ὅποιος νιώθει τὴν ἁμαρτωλό­τητά του καὶ λέει ὅπως ὁ τελώνης «Ὁ Θεός, ἱ­λάσθητί μοι τῷ ἁμαρτω­λῷ» (Λουκ. 18,13), ἢ ὅπως ὁ ἄσωτος «Ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώ­πιόν σου» (ἔ.ἀ. 15,18), ἢ ὅ­πως ὁ λῃστὴς «Μνήσθητί μου, Κύ­ριε, ὅταν ἔλ­θῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (ἔ.ἀ. 23,42), αὐτὸς καταλαβαίνει ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι Σωτήρας.

Καὶ δὲν ἀρκεῖ βέβαια νὰ πῇς μόνο, ὅτι εἶναι Σωτήρας τῶν ἀνθρώπων γενικῶς· πρέπει νὰ νιώσῃς ὅτι εἶναι καὶ προσωπικῶς δικός σου σω­τ­ήρας. Αὐτὸ θὰ σὲ ἀξιώσῃ ὁ Θεὸς νὰ τὸ αἰ­σθαν­θῇς, ἂν σκύψῃς ἐν μετανοίᾳ καὶ πῇς τὰ ἁ­μαρτήματά σου στὸν πνευματικὸ πατέρα, ἂν ἐξομολογηθῇς. Τότε θὰ νιώσῃς, ὅτι φεύγει ἀ­πὸ πάνω του ἕνα βουνὸ καὶ θὰ αἰσθανθῇς γιὰ τὸ Χριστὸ βαθειὰ εὐγνωμοσύνη.

Αὐτὸ αἰσθάνθηκε ὁ λῃστὴς στὸ σταυρό, αὐ­τὸ αἰσθάνθηκαν οἱ ἀπόστολοι, οἱ μάρτυρες, ὅ­­­λοι οἱ ἅγιοι, ὅπως π.χ. ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος ἐπίσκοπος Ἀντιοχείας. Ὅταν τὸν ὡ­δη­γοῦσαν στὴ ῾Ρώμη γιὰ τὸν ῥίξουν στὰ θηρία, ἔγραφε γιὰ τὸ Χριστό· «Ὁ ἐμὸς ἔρως ἐσταύρωται», ὁ Χριστὸς δηλαδὴ εἶνε ὁ ἔρως τῆς καρ­διᾶς μου». Μικροὶ ἔρωτες συγκινοῦν σήμερα τὴν σαρκικὴ γενεά μας· μόνο τὸ σέξ. Δὲν τὸ κα­τηγορῶ, ὁ Θεὸς τὸ ἐμφύτευσε· ἀλλ’ ὄχι γιὰ νὰ σβήσῃ ὅλους τοὺς ἄλλους ἔρωτες. Ἡ γενεά μας, γενεὰ Σοδόμων καὶ Γομόρρων, δὲν γνωρί­ζει ἄλλους ἔρωτες. Ὀρθῶς εἶπε ἕ­νας φιλόσοφος, ὅτι ἡ ἐποχή μας εἶνε ἀνέραστος. Ἂν δὲν ἀγαπήσῃς τὸ Χριστό, τίποτα δὲν κατάλαβες, ματαίως ἦρθες στὴ γῆ. Ὡραῖοι ἔρωτες εἶ­νε ὁ ἔρως τῆς ἐπιστήμης, ὁ ἔρως τῆς πατρί­δος, μὰ ὑπεράνω ὅλων ὁ ἔρως τοῦ Χριστοῦ.

Στὰ παλιὰ τὰ χρόνια, τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ ἦταν τὸ γλυκύτερο πρᾶγμα. Ἔπαιρνε στὰ γόνα­τά της τὸ μικρὸ παιδάκι ἡ γιαγιά, τὸ μάθαινε νὰ κάνῃ σταυρό του, καὶ ἡ πρώτη λέξι ποὺ μάθαι­νε νὰ λέῃ ἦταν ἡ λέξι Χριστός. Εἶδα τέτοια πα­ραδείγματα. Τώρα δυστυχῶς ὁ θεῖος ἔρως ὄ­χι μόνο ἔχει σβήσει ἀλλὰ μερικὲς φο­ρὲς ἀν­τι­­στρέφεται τελείως σὲ μῖσος σατανικό.

Ὅ­ταν ἤμουν ἱεροκήρυκας στὰ Γρεβενὰ καὶ περι­ώδευα πάνω στὰ ψηλὰ βουνά, ἐκεῖ ποὺ περπατοῦσα, ἀκούω ξαφνικὰ μιὰ βλαστήμια. Πρώτη φορὰ ἄκουγα τέτοια βλαστήμια. Πώ πώ! λέω, τί εἶν’ ἐδῶ; δαίμονες κατοικοῦν ἐδῶ πέρα; Πλησίασα λοιπὸν καὶ εἶδα· πίσω ἀπὸ ἕ­να δέντρο καθόταν ἕνας πατέρας, εἶχε στὰ γόνατά του ἕνα ἀγοράκι καὶ τὸ μάθαινε νὰ βλαστημάῃ τὸ Χριστό! Θεέ μου, ἀκόμα δὲν ἔ­γιναν τὰ ἄστρα κεραυνοὶ νὰ πέσουν στὰ κεφάλια μας; Ποῦ εἶναι ἡ ἀγάπη στὸ Χριστό;

Ἂς ὑβρίζεται ὅμως καὶ ἂς ἀτιμάζεται ὁ Χριστός· τὸ ὄνομά του θὰ μείνῃ αἰώνιο. Ὅπως τὰ μαῦρα σύννεφα δὲν μποροῦν νὰ σβήσουν τὸν ἥλιο, ἔτσι καὶ οἱ βλαστήμιες δὲν μποροῦν νὰ σβήσουν τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Θὰ μείνῃ εἰς αἰῶνας αἰώνων, εἰς πεῖσμα τῶν δαιμόνων.

Εὔχομαι στὸν τόπο μας, νὰ μὴν ἀκούγεται οὔτε μία βλαστήμια, ἀλλὰ μικροὶ καὶ μεγάλοι, ἄντρες καὶ γυναῖκες, ὅλοι ἀνεξαιρέτως νὰ λέμε· Εὐλογητὸς ὁ Θεὸς καὶ δοξασμένο τὸ ὄνομά του· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερ­υψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

(ἱ. ναὸς Ἁγ. Κωνσταντίνου & Ἑλένης Ἀμυνταίου 20-12-1987)

Ο ΘΕΟΣ ΜΑΣ ΚΑΛΕΙ ΣΤΟ ΔΕΙΠΝΟ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Δεκ 11th, 2009 | filed Filed under: ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.)

Ο ΘΕΟΣ ΜΑΣ ΚΑΛΕΙ ΣΤΟ ΔΕΙΠΝΟ

«Ἄνθρωπός τις ἐποίησε δεῖπνον μέγα καὶ ἐκάλεσε πολλούς» (Λουκ. 14,16)

Δισκοπ. Κυρ.Η διδασκαλία τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ στὴν ἁγία Γραφὴ εἶνε, ἀγαπητοί μου, ἁπλῆ. Τόσο ἁπλῆ, ὥστε μποροῦν νὰ τὴν καταλάβουν καὶ παιδιὰ τοῦ δημοτικοῦ καὶ ἀγράμματοι χωρικοί. Ἀλλ᾽ ἐνῷ εἶνε ἁπλῆ, περιέχει τόσο βαθειὰ νοήματα, ὥστε καὶ μεγάλοι ἐπιστήμονες καὶ σοφοὶ μένουν ἔκθαμβοι ἐμπρὸς στὸ μεγαλεῖο της. Αὐτό εἶνε τὸ θαυμαστό.
Τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ εἶνε ποταμὸς ἀ­στείρευτος, ὠκεανὸς ἀνεξάντλητος· εἶνε ἕ­να μεταλλεῖο χρυσοῦ, ποὺ ὅσο καὶ νὰ σκάψῃς καὶ νὰ βγάλῃς, ὁ χρυσὸς δὲν ἐξαντλεῖται.
Αὐτὸ παρατηροῦμε καὶ στὸ σημερινὸ εὐ­αγ­γέλιο. Διδάσκει μὲ εἰκόνες καὶ παραδείγματα ἀ­πὸ τὴν καθημερινὴ ζωή. Τὸ ἀκούσατε.

* * *

Τί μᾶς λέει; Ἕνας πλούσιος ἄρχοντας, ἀ­πὸ ἀγάπη στὸ λαό του, ἑτοίμασε γιὰ ὅλους τρα­πέζι, «δεῖ­πνον μέγα» (Λουκ. 14,16), καὶ παρέθεσε ὅ,τι ἐκλεκτὸ σὲ φαγητὰ καὶ ποτά. Ὅταν πλέον ἦταν ὅλα στὴν ἐντέλεια, διέταξε τὸ δοῦ­λο του νὰ καλέσῃ τοὺς συνδαιτυμόνες.

Θὰ περίμενε κανείς, ὅλοι νὰ δεχθοῦν αὐτὴ τὴν τόσο τιμητικὴ πρόσ­κλησι. Περίεργο ὅμως· κανένας δὲν πῆγε στὸ δεῖπνο! Ὅλοι προέβαλαν προφάσεις. Ὁ ἕνας ἀπήντησε· ―Ἀγόρασα χωράφι καὶ πρέπει νὰ πάω νὰ τὸ δῶ. Ὁ ἄλ­λος· ―Ἀγόρασα πέντε ζευγάρια βόδια καὶ πάω νὰ τὰ δοκιμάσω. Καὶ ἄλλος, ἀναιδέστερος ἀπ᾽ ὅλους· ―Ἐγὼ μόλις πρὶν λίγο παντρεύτηκα καὶ δὲν εὐκαιρῶ. Ἔτσι κανείς δὲν πῆγε στὸ μέγα δεῖπνο. Ὁ ἄρχοντας ὠργίστηκε καὶ διέταξε νὰ προσκαλέσουν ἄλλους ἀντὶ αὐτῶν ποὺ δὲν δέχθηκαν τὴν τιμητικὴ πρόσκλησι.

Αὐτὸ εἶνε τὸ πρῶτο μέρος τῆς παραβολῆς. Ἂς ἐπιμείνουμε σ᾽ αὐτό. Ἀφοῦ εἶνε παραβολή, ὁ Κύριος ἄλλα λέει καὶ ἄλλα ἐννοεῖ. Ποιός εἶ­νε αὐτὸς ποὺ ἐκάλεσε στὸ δεῖπνο τὸ μέγα; Δὲν εἶνε ἄλλος παρὰ ὁ Θεός, ὁ οὐράνιος Πατέ­ρας. Αὐτὸς εἶνε πιὸ πλούσιος ἀπ᾽ ὅλους, ὁ βα­σιλεὺς τῶν βασιλευόντων καὶ Κύριος τῶν κυριευόντων. Αὐ­τὸς λοιπὸν ἑτοιμάζει τράπεζα.

Τρία τραπέζια μᾶς ἑτοίμασε ὁ Θεός. Τὸ ἕ­να εἶ­νε τὸ κατώτερο, τὸ ἄλλο εἶνε τὸ ἀνώτερο, καὶ τὸ τρίτο εἶνε τὸ ἀνώτερο ἀπ᾽ ὅλα.

Τὸ ἕνα ποιό εἶνε· τὸ ὑλικό. Δὲν ἔχει μόνο ψυχὴ ὁ ἄνθρωπος, ἔχει καὶ σῶμα. Τὸ μεσημέ­ρι θὰ καθίσετε ὅλοι στὸ τραπέζι. Τὸ νερὸ ποὺ θὰ πιῆτε τίνος εἶνε; Στὸ φεγγάρι καὶ στὰ ἄ­στρα σταλαγματιά νερὸ δὲν ὑπάρχει. Ἐδῶ ὑ­πάρχει. Τὰ φροῦτα ποὺ τρῶς καὶ ὅλοι οἱ καρποί, ὅ,τι ἐκλεκτὸ ἔχει ἡ γῆ, τοῦ Θεοῦ εἶνε. Ὅταν κάθεσαι γιὰ φαγητό, συλλογίσου· μὴ ζῇς σὰν ἄλογο ζῷο. Εὐχαρίστησε τὸ Θεό.

⃝ Στρώνει λοιπὸν κάθε μέρα τραπέζι ὁ Κύρι­ός μας γιὰ ὅλους ἀνεξαιρέτως τοὺς ἀνθρώπους· κι αὐτὸ εἶνε τὸ ἕνα τραπέζι, ἡ τροφὴ τοῦ σώματος. Ἀλλ᾽ ὑπάρχει κ᾽ ἕνα ἄλλο τραπέζι ἀ­νώτερο· ὁ μυστικὸς δεῖπνος. Ποῦ εἶνε τὸ τρα­πέζι αὐτό; Ἔχετε μάτια πνευματικά; ῾Ρῖξτε ἕ­να βλέμμα μέσα στὸ ἱερὸ βῆμα. Ἐκεῖ εἶνε τὸ τραπέζι· εἶνε ἡ ἁγία τράπεζα. Ὤ ἂν εἴχαμε μά­τια πνευματικά! θὰ βλέπαμε τὴν ἁγία τράπεζα νὰ μαρμαίρῃ, ν᾽ ἀστράφτῃ, νὰ φλέγεται, καὶ νὰ τὴν περικυκλώνουν ἄγγελοι καὶ ἀρχάγγελοι, ὅπως λέει τὸ ἀπολυτίκιο τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνος. «Ὅταν λειτουργοῦσες», λέει, ἅγιε Σπυρί­δων, «ἀγγέλους ἔσχες συλλειτουργοῦν­τάς σοι». Ὁ Θεός, ἄνθρωπε, σοῦ στρώνει τραπέζι γιὰ τὸ σῶμα (τὸ φαῒ ποὺ τρῶς) καὶ τραπέ­ζι ἀνώτερο γιὰ τὴν ψυχή (τὴ θεία κοινωνία, τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ). Δὲν ἀκοῦς; «Λάβετε, φάγετε…», «Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες…» (θ. Λειτ.)!

⃝ Τέλος σὲ περιμένει κ᾽ ἕνα ἄλλο τραπέζι, ἀ­νώτερο ἀπ᾽ ὅλα. Ποιό εἶν᾽ αὐτό; Εἶνε ἡ κοινω­νία μὲ τὸ Θεὸ στὴν αἰωνιότητα, στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Ἐκεῖ κατευθυνόμεθα.

Μᾶς καλεῖ λοιπὸν ὁ Θεός. Πῶς μᾶς καλεῖ; Μὲ διαφόρους τρόπους. Ἀναφέρω πέντε.

Ὅπως ἐκάλεσε τοὺς προσκεκλημένους μὲ τοὺς δούλους, ἔτσι καλεῖ κ᾽ ἐμᾶς μὲ τοὺς ὑ­πηρέτας του, ποὺ εἶνε οἱ ἱερεῖς καὶ οἱ κήρυκες. Κάθε φορὰ ποὺ ἀκούγεται κήρυγμα τοῦ εὐαγγελίου, μία πρόσκλησις εἶνε· Ἐλᾶτε!…

Ὅταν φαινώμεθα σκληροί, ὁ Κύριος προσ­καλεῖ μὲ ἄλλο τρόπο· μὲ τὴ φωνὴ τῶν θλίψεων, τῶν πειρασμῶν, τῶν περιπετειῶν τοῦ βίου.

Μᾶς καλεῖ ἀκόμα μὲ τὴ φωνὴ τῆς συνειδήσεως. Ὤ αὐτὴ ἡ συνείδησις! Ἐκεῖ ποὺ κοιμᾶ­σαι ἢ ποὺ περπατᾷς, σὲ κεντάει καὶ φωνάζει· Ἁμαρτωλέ, ἕως πότε δὲν μετανοεῖς; Σοῦ ὑ­πενθυμίζει τὰ ἁμαρτήματά σου. Κι ὅταν πλησι­άζουν ἡμέρες γιορτινές, ἡ φωνή της γίνεται πιὸ δυνατή. Δὲν ὑπάρχει δριμύτερο κατηγορητήριο ἀπὸ τὶς τύψεις τῆς συνειδήσεως.

Κάθε μέρα καὶ κάθε στιγμὴ μᾶς καλεῖ ὁ Θε­ὸς νὰ τὸν πλησιάσουμε. Ἔχει ὅμως καὶ μία ἡ­μέ­ρα ἐπίσημη ποὺ ἀνοίγει τὰ ἀνάκτορά του καὶ λέει· Ἐλᾶτε! Εἶνε ἡ ἡμέρα τῆς Κυριακῆς. Κυρι­ακὴ σημαίνει ἡμέρα ἀφιερωμένη στὸν Κύριο.

⃝ Συγκεκριμένα μᾶς καλεῖ – πῶς; Μὲ τὶς καμ­πάνες, ποὺ χτυποῦν κι ἀκούγονται σὲ ἀπόστασι. Τί εἶνε οἱ καμπάνες; φωνὴ ἀγ­γέλων, σάλ­πιγγες οὐρανοῦ ποὺ σημαίνουν προσκλητήριο, γιὰ νὰ δώσουμε κ᾽ ἐμεῖς τὸ παρών. Ὅταν ἀκοῦμε τὴν καμπάνα, φτερὰ στὰ πόδια γιὰ τὴν ἐκκλησία. Στὴν τουρκοκρατία, χωρὶς καμπάνες, ὅπως λέει ἕνας περιηγητής, ὅλοι ἔτρεχαν στὴν ἐκκλησία. Τώρα, μὲ χιλιάδες καμπά­νες νὰ χτυποῦν, δὲν ἐκκλησιάζονται.

Κι ἅμα τοὺς ρωτήσῃς «γιατί;», προβάλλουν κι αὐτοὶ προφάσεις· ὅτι δὲν ἔ­χουν καιρό, ἔ­χουν δουλειές, εἶνε κουρασμένοι ἀπ᾽ τὸ ξενύ­χτι… Εἶνε ἁμαρτία, τὴν ὥ­ρα ποὺ χτυποῦν οἱ καμπάνες, τὰ ἀντρόγυνα νὰ κοιμοῦνται, ἄλ­λοι ν᾽ ἀνεβαίνουν στὰ βουνὰ γιὰ κυνήγι ἢ ὀ­ρειβασία, ἄλλοι νὰ πηγαίνουν ἐκδρομὴ καὶ νὰ πηκτώνουν οἱ δρόμοι ἀπὸ τ᾽ αὐτοκίνητα.

Καὶ ἡ Ἐκκλησία; Τὴν λησμονήσαμε δυστυ­χῶς! Μία πρόχειρη στατιστική, ποὺ ἔγινε, ἔ­δειξε ὅτι στὴν Ἑλλάδα ἀπὸ τοὺς ἑκατὸ Χριστιανοὺς τὴν Κυριακὴ ἐκκλησιάζον­­ται – πόσοι; Μόνο δύο τοῖς ἑκατό (2%)! Αὐτὸ δείχνει, ὅτι δὲν ἔχουμε σύνδεσμο μὲ τὴν Ἐκκλησία μας.

Εἴμεθα κατώτεροι τῶν ἀλλοθρήσκων. Πήγαινε στὸν Ἕβρο καὶ στὴν Τουρκία. Ἡμέρα λα­τρείας ἔχουν τὴν Παρασκευή, καὶ τότε ὅλοι εἶνε στὰ τζαμιά, ν᾽ ἀκούσουν τὸ χότζα. Πήγαι­νε καὶ στὸ Ἰσραήλ. Ἡμέρα λατρείας ἔχουν τὸ Σάββατο, καὶ τότε δὲν κινοῦνται αὐτοκίνητα παρὰ μόνο τῆς ἀστυνομίας καὶ τοῦ γιατροῦ.

Καὶ ἐμεῖς, ποὺ ἔχουμε τὴν ὡραιοτέρα θρησκεία; Χαλίκια εἶνε ἡ θρησκεία τῶν Τούρκων καὶ τῶν Ἑβραίων. Ἐμεῖς ἔχουμε τὸ διαμάντι, τὴ μόνη ἀληθινὴ πίστι. Καὶ ὅμως δὲν ἐκκλησιαζόμεθα. Εἴμεθα ἀδικαιολόγητοι, ἀγαπητοί μου. Ὁ Θεὸς δὲ ζητάει κάτι δύσκολο. Ἀπὸ τὶς 168 ὧρες τῆς ἑβδομάδος ζητάει 1 ὥρα! Τόσο βαστάει ἡ θεία Λειτουργία ἀπὸ τὸ «Εὐλογημένη ἡ βασιλεία τοῦ Πατρός…» μέχρι τὸ «Δι᾽ εὐχῶν τῶν ἁγίων πατέρων…». Κ᾽ ἐμεῖς; Οὔτε 1 ὥρα δὲν ἀφιερώνουμε! Τί λόγο θὰ δώσουμε;

Καὶ δὲν ἀρκεῖ βέβαια μόνο νὰ ἐκκλησιαζώμεθα· αὐτὸ εἶνε τὸ μικρότερο. Πρέπει νὰ ἐκ­κλησιαζώμεθα μὲ προσοχή. Ἂν κατέβαι­νε ἄγ­γελος καὶ ἐξέταζε τὶς καρδιές, θὰ διεπίστωνε ὅτι εἴμεθα παρόντες τῷ σώματι, ἀπόντες τῷ πνεύματι. Στὸ Σταλινγκρὰντ καὶ στὴ Μόσχα, ὅταν περνοῦν τὰ ἅγια, κλαῖνε. Εἴδατε ἐδῶ κανένα δάκρυ στὴν ἐκκλησία; Ἀναίσθητοι παρα­κολουθοῦμε. Ἀλλοίμονο! «Ὡς φοβερὸς ὁ τόπος οὗτος· οὐκ ἔστι τοῦτο ἀλλ᾽ ἢ οἶκος Θεοῦ, καὶ αὕτη ἡ πύλη τοῦ οὐρανοῦ» (Γέν. 28,17).

* * *

Μᾶς προσκαλεῖ, ἀγαπητοί μου, ὁ Κύριος στὴν Ἐκκλησία του. Σὲ λίγες μέρες θὰ χτυπήσουν χαρμόσυνα οἱ καμπάνες καὶ θ᾽ ἀκουστῇ τὸ «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰ­ρήνη» (Λουκ. 2,14). Ὅλοι νὰ τρέξουμε στὴν Ἐκ­κλησία μας. Ἀλλ᾽ ὄχι μόνο τὰ Χριστούγεννα· κάθε Κυριακὴ νὰ ἐκκλησιαζώμεθα.

Καὶ ὄχι μόνο ἐσὺ νὰ ἔρχεσαι. Εἶσαι πατέρας, εἶσαι μάνα; Φώναξε καὶ τὰ παιδιά. Ἔτσι γινόταν στὸν Πόντο, στὴ Μικρὰ Ἀσία, στὴ Μακεδονία· σηκωνόταν ὁ πατέρας, ἔπαιρνε τὰ παιδιὰ καὶ πήγαιναν ὅλοι μαζὶ στὴν ἐκκλησία. Δεῖξτε μου ἕνα πατέρα νὰ τὸ κάνῃ αὐτό! Ἂν τὸ κάνῃς, νὰ εἶσαι βέβαιος· μιὰ μέρα θὰ πεθάνῃς, ἀλλὰ τὰ παιδιὰ ποτέ δὲν θὰ λησμονήσουν ὅτι τά ᾽παιρνες ἀπὸ τὸ χέρι καὶ τὰ πήγαινες στὴν ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ μας! Τὸ ἴδιο ὁ δάσκαλος ἢ ὁ προϊστάμενος κάθε ὑπηρεσίας· προτρέψτε ὅλους νὰ ἐκκλησιάζωνται.

Ὅλοι στὴν ἐκκλησία! Ἐκεῖ γίνεται τὸ λουτρὸ τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες τῆς ἑβδομάδος. Ὅπως κάνεις λουτρὸ στὸ σῶμα, ἔτσι μιὰ φορὰ τὴν ἑβδομάδα κάνε καὶ λουτρὸ πνευμα­τικό, νὰ καθαρίζεται ἡ ψυχή σου.

Καὶ ὅταν εἶσαι μέσα στὴν ἐκκλησία, κι ἀκοῦς τὰ Εὐαγγέλια, καὶ βλέπῃς τοὺς ἱερεῖς καὶ τὰ ἅ­για τῶν ἁγίων, καὶ κοινωνῇς τῶν ἀχράντων μυστηρίων, τότε ―δὲν εἶνε ψέμα― τὰ ἄστρα κατεβαίνουν στὴ γῆ, κ᾽ ἡ καρδιά σου γίνεται παράδεισος, κατοικία ἀγγέλων, καὶ ἀκούγεται μέσα· «Ὡς ἀγαπητὰ τὰ σκηνώματά σου, Κύριε τῶν δυνάμεων. ἐπιποθεῖ καὶ ἐκλείπει ἡ ψυχή μου εἰς τὰς αὐλὰς τοῦ Κυρίου» (Ψαλμ. 83,2-3).

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

(Ὁμιλία Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου στόν ἱερό  ναὸ τοῦ  Ἁγ. Ἰωάννου Πτολεμαΐδος 13-12-1981)

Εικoνα της πατριδος μας

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Δεκ 11th, 2009 | filed Filed under: ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.)
ΟΜΙΛΙΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ
Ι΄ Λουκα (Λουκ. 13,10-17)

Εικoνα της πατριδος μας

«Καὶ ἰδοὺ γυνὴ ἦν πνεῦμα ἔχουσα ἀσθενείας ἔτη δέκα καὶ ὀκτώ, καὶ ἦν συγκύπτουσα καὶ μὴ δυναμένη ἀνακῦψαι εἰς τὸ παντελές» (Λουκ. 13,11)

250px-Greece_location_map.svgΣΗΜΕΡΑ, ἀγαπητοί μου, ὅπως ἀκούσατε, ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς διηγεῖται ἕνα θαῦ­μα.
Κάτω ἀπὸ τὶς ἁπλὲς γραμμές του τὸ σημε­ρι­­­νὸ εὐαγγέλιο κρύβει πλοῦτο διδαγμάτων. Θὰ χρειαζόταν χρόνος πολὺς πρὸς ἐξάντλησιν αὐ­τοῦ τοῦ χρυσωρυχείου. Ἐγὼ θὰ πῶ λίγα μόνο λόγια.

* * *

Ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς περιγράφει ἕ­να γεγονός. Σημειώνει καὶ τὴν ἡμέρα ποὺ συνέβη, διότι ἔχει σημασία. Ἦτο, λέει, Σάββατο· ἡ­μέρα ἀργίας, τὴν ὁποία μέχρι σήμε­ρα τηροῦν οἱ Ἑ­βραῖοι. Ἂν ὑπάρχῃ ἕνα στοιχεῖο ποὺ συγ­κρατεῖ τὸ μικρὸ αὐτὸ ἔθνος, εἶναι ἡ θρησκεία τους. Τηροῦν τὴν ἀργία τοῦ Σαββά­του. Τὴν ἡ­μέρα αὐτὴ στὸ Ἰσραὴλ δὲν ἐπιτρέ­πε­ται καμμία κίνη­σις. Τί κάνουν, ποῦ εἶναι ὅ­λοι; Ἐκκλησιάζον­ται. Ποῦ ἐκκλησιάζονται, σὲ ναό;
Δὲν ἔχουν ναό. Εἶχαν ναό, ἕνα καὶ μοναδικό, τὸν περίλαμπρο ναὸ τοῦ Σολομῶντος, ὁ ὁ­ποῖος ὅμως ἀνεσκάφη ἐκ θεμελίων ἐπὶ τοῦ αὐτοκράτορος Τίτου καὶ ἔκτοτε δὲν ἔχουν ναό. Καὶ τώρα τὰ ἐρείπια τοῦ ναοῦ, στὰ ὁποῖα κάθε Σάββατο θρηνοῦν οἱ Ἰουδαῖοι, μαρτυροῦν ―καὶ «οἱ λίθοι κεκράξονται» (Λουκ. 19,40)―, ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ὁ Ναζωραῖος εἶναι ὁ ἀληθι­νὸς Θεός. Διότι προεφήτευσε, ὅτι δὲ θὰ μεί­νῃ «λίθος ἐπὶ λίθον» (Ματθ. 24,2· Μᾶρκ. 13,2). Καὶ μέχρι σήμερα οἱ Ἑβραῖοι, παρ᾽ ὅλο τὸν πλοῦτο καὶ τὶς προσπάθειές τους, δὲν ἔχουν χτίσει ναό. Ποῦ ἐκκλησιάζονται λοιπόν; Σὲ ὑποκατάστατα οὕ­τως εἰπεῖν τοῦ ναοῦ τοῦ Σολομῶν­­τος, στὶς συν­­αγωγὲς ἢ λαϊκώτερα χάβρες (τέ­τοιες συν­α­γωγὲς εἶχε καμμιὰ δεκαριὰ ἡ Θεσσαλονίκη πρὸ τῆς καταστροφῆς τῶν Ἑβραίων). Ἐκεῖ συν­­αθροίζονται μέχρι σήμερα γιὰ νὰ διαβάσουν τὸ Νόμο τοῦ Μωϋσέως, τὴν Τορὰ ὅπως λένε.
Στὴ συναγωγὴ λοιπόν, λέει σή­μερα τὸ εὐαγγέλιο, πῆγε νὰ ἐκκλησιαστῇ – ποιά; Μιὰ ἀνάπηρη γυναίκα. Μποροῦσε νὰ μὴν πάῃ· ἡ ἀ­που­­σία της θὰ ἦταν δικαιολογημένη. Κι ὅμως πα­ρὰ τὴν ἀσθένεια ἔσυρε ὣς ἐκεῖ τὰ βήματά της.
Ἦταν πάντοτε ἀσθενής; Ὄ­χι. Κάπο­τε ἦταν ὑ­γιὴς κατὰ πάντα· ὕστερα ἀσθένησε. Ποιά ἦταν ἡ ἀσθένειά της; ῥαχῖ­τις, παραλυσία, σπονδυλοαρθρῖτις;… Ἴσως μερικοὶ ἀμφισβητήσουν αὐτὸ ποὺ θὰ πῶ, ἀλλὰ τὸ εὐαγγέ­λιο εἶναι κατηγορηματικό· ὁ Κύριος, ὁ μέγας ἰ­ατρὸς ψυχῶν καὶ σωμάτων, πιστοποιεῖ ὅτι πίσω ἀπὸ τὴ σωματικὴ αὐτὴ ἀσθένεια κρυβόταν ἀόρατος δύναμις, ποὺ ἐπέδρασε στὸ σῶμα. Καὶ ἡ γνωμάτευσις αὐτὴ τοῦ Χριστοῦ βεβαιώ­νεται καὶ σήμερα· πρῶτα ἀσθενεῖ ἡ ψυχή· «ἀ­πὸ τῶν πολλῶν μου ἁμαρτιῶν ἀσθενεῖ τὸ σῶ­μα, ἀ­σθενεῖ μου καὶ ἡ ψυχή» (μεγαλυν. Μικρ. Παρακλ. καν.). Ὑπάρχει μία ἀλληλεπί­δρασις· ἡ μελαγχολία, οἱ σκέψεις, τὰ βάσανα τῆς ζωῆς, χύνουν δηλητήριο μέσα στὸν ὀρ­γανισμό. Καὶ στὴ θε­ραπεία, συνεπῶς, προηγεῖται τῆς ἐξυγιάνσεως τοῦ σώματος ἡ ἐξυγίανσις τῆς ψυχῆς. Πιστοποιεῖ λοιπὸν ὁ Χριστός, ὁ ἰατρός, ὅτι ὁ σατανᾶς τὴν ἔδεσε (Λουκ. 13,16). Ὅπως παίρνουμε μιὰ βέργα καὶ τὴ λυγίζουμε, ἔτσι ἡ πονηρὰ δύ­ναμις λύγισε τὸ κορμὶ τῆς γυναίκας καὶ τὸ κεφάλι της ἄγγιζε τὴ γῆ. Ἀπὸ μακριὰ νόμιζες ὅτι δὲν εἶναι ἄνθρωπος ἀλλὰ ἕνα τετράποδο. Κι ὅ­μως αὐτὴ ἡ ἀνάπηρη πῆγε στὴ συναγωγή.
Πόσες φορὲς ὡς ἱεροκήρυκας, στὴν Ἀθήνα καὶ σὲ ἄλλες πόλεις, δὲν εἶδα ἀναπήρους μὲ τὰ καροτσάκια ἢ μὲ τὰ δεκανίκια νὰ προσ­έρχωνται πρωῒ – πρωῒ στὴν ἐκκλησία! Καὶ στὴ Φλώρινα ἔβλεπα τακτικά, κάθε Κυριακή, μιὰ γυναίκα, ―καὶ μὲ τὰ χιόνια ἀκόμα― νὰ ἔρχεται πρωῒ – πρωῒ πρώτη στὴν ἐκκλησία μὲ τὰ δε­κανίκια, ἐνῷ ἄλλοι, ποὺ ἔχουν πόδια καὶ μποροῦν ν᾽ ἀνεβοῦν καὶ στὴν κορυφὴ τοῦ Καϊμακ­­τσαλάν, δὲν πατοῦν στὴν ἐκκλησία. Αὐτοὶ οἱ ἀνάπηροι ἀπευθύνουν σφοδρὸ κατηγορητήριο ἐναντίον ἐκείνων ποὺ ἔχουν ὑγιᾶ τὰ μέλη καὶ τὰ πόδια, καὶ ὅμως δὲν ἐκκλησιάζονται.
Ἡμέρα Σαββάτου, καὶ ἡ συγκύπτουσα πήγαι­νε στὴ συναγωγή. Θὰ πῆτε· Ἔ, καὶ τί ὠ­φελή­θη­κε; Ναί, πῆγε πολλὲς φορές· καμ­που­ρια­σμένη ἔμπαινε, καμπουριασμένη ἔβγαινε. Ἀλ­λὰ μιὰ μέρα, ὤ μιὰ μέρα! μπῆκε μέσα καμ­πουριασμένη καὶ βγῆκε ἔξω ὄρθια σὰν τὸ κυπαρίσσι. Τί συνέβη; Θαῦμα. Στὴ συν­αγωγὴ τότε δὲν ἦταν ῥαββῖνος ἢ ἀρχιραββῖνος· ἦταν αὐτὸς ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Στὴ συναγωγή, δηλαδὴ στὸ ναό τους, ὁ Χριστός! (ἂς τ᾽ ἀκούσουν αὐτὸ οἱ χιλιασταί, ποὺ φωνάζουν «κάτω οἱ ἐκκλησίες!». Ἰδού, ὁ ἀρ­χη­γὸς τῆς πίστεώς μας ἐκκλησιάζεται). Ἐκεῖ λοιπὸν ἦταν ὁ Χριστός. Τὴν κοίταξε καὶ τῆς λέει· «Γύ­ναι, ἀπολέλυσαι τῆς ἀσθενεί­ας σου». Κι ἀ­μέσως, «παραχρῆμα», ἐλευθερώθηκε· ἔτριξαν τὰ κόκκαλά της, ἡ σπονδυλικὴ στήλη ἀ­νωρθώθηκε, κι αὐτὴ ποὺ κοίταζε μόνο τὸ χῶ­μα τῆς γῆς, τώρα ἔβλεπε τὸν οὐρανό. Καὶ κον­τὰ σ’ αὐτὴν ἔχαιρε καὶ δόξαζε τὸ Θεὸ «πᾶς ὁ ὄ­χλος», ὅλος ὁ λαὸς ποὺ ἦταν στὴ συναγωγή (ἔ.ἀ. 13,12-17)·
Ὅλος ὁ λαός; Τί λέει τὸ εὐαγγέλιο; Θὰ περίμενε κανεὶς ὅλοι νὰ δοξάσουν τὸ Θεό. Ἀλ­λὰ μέσα στὴ συναγωγὴ ὑπῆρχαν φίδια καὶ σκορπιοί, ποὺ σκυθρώπασαν, λυπήθηκαν διότι ὁ Χριστὸς ἔκανε τὸ καλό. Νὰ κάνῃς τὸ καλό, κι ὁ ἄλλος ν᾽ ἀγανακτῇ; Περίεργα πρά­γματα. Διδασκαλία γιὰ ὅλους ποὺ κοπιάζουν σὲ διαφόρους τομεῖς, τῆς κοινωνικῆς, τῆς πολιτικῆς, τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. Καὶ Χριστὸς νὰ γίνῃς, θὰ σὲ πετροβολήσῃ ὁ κόσμος. Θαῦ­μα ἔκανε σήμερα, κι ὅμως βρέθηκαν ἄτομα γεμᾶτα φθόνο, πύον, κακία· ἄνοιξαν τὶς γλῶσ­σες τους καὶ τὸν κατηγόρησαν.

* * *

Εἴδαμε τὸ εὐαγγέλιο ἐξ ἐπόψεως ἠθικῆς, ἰ­ατρικῆς, ψυχολογι­κῆς· γιὰ νὰ συμπληρώσω, θὰ μοῦ ἐπιτρέψετε νὰ προσθέσω κάτι ἀκόμη.
Τὸ εὐαγγέλιο αὐτὸ λαλεῖ στὴν καρδιά μας. Διότι ἱστορεῖ μὲν ἕνα γεγονός, ἀλλ’ αὐτὸ ἀποτελεῖ καὶ μία συμβολικὴ παράστασι. Μᾶς συγ­κινεῖ ἡ περιπέτεια τῆς συγκυπτούσης; Χίλιες φορὲς περισσότερο πρέπει νὰ μᾶς συγκινῇ ἡ περιπέτεια μιᾶς ἄλλης γυναικός ―διότι κι αὐ­τὴ εἶνε θηλυκοῦ γένους―, Γυναικὸς μὲ γάμμα κεφαλαῖο, ὄχι μικρό. Εἶνε ἐκείνη ποὺ πρέπει νὰ τὴν ἀγαποῦμε περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλη γυναῖκα. Εἶναι τιμιωτέρα «μητρός τε καὶ πατρός…» (Πλάτ., Κρίτων 12)· εἶναι ἡ πατρίδα μας! Ἂν στὸ ἱερὸ κείμενο τοῦ εὐαγγελίου ἀντικατα­στήσετε τὴ λέξι «γυνὴ» μὲ τὴ λέξι Ἑλλάς, θὰ δῆτε ὅτι τὸ εὐαγγέλιο αὐτὸ ἐφαρμόζεται ἐξ ὁλοκλήρου καὶ ἐδῶ.
Ἂς μοῦ ἐπιτρέψετε μερικὲς παρομοιώσεις. Γυνὴ-Ἑλλάς, «πνεῦ­μα ἔχουσα ἀσθενείας ἔτη δέκα καὶ ὀκτώ» ―μόνο «δέκα καὶ ὀκτώ»;― «καὶ μὴ δυναμένη ἀνακῦψαι εἰς τὸ παντελές» (ἔ.ἀ. 13,11). Λοιπὸν ἡ Ἑλλὰς ἦταν κάποτε ὄρθια, ὅπως ἡ γυναίκα αὐτὴ προτοῦ ἀσθενήσῃ· ἀκτινοβολοῦσε φῶς τῆς προγονικῆς σοφίας καὶ τὸ θεῖο φῶς τοῦ χριστιανισμοῦ. Κι ὅπως ἔπειτα ἡ γυναίκα ἀπὸ τὴν κακία τοῦ σατανᾶ ἔγινε συγ­­κύ­πτουσα, ἔτσι καὶ πάνω στὴν πατρίδα μας ἐ­πέπεσαν πονηρὰ πνεύματα, τεράστιες σκοτει­νὲς δυνάμεις, συμπύκνωσις δυνάμεων τοῦ σκότους καὶ τοῦ ἐρέβους· δύο τεράστιες αὐτοκρα­τορίες ―τῶν ὁποίων τοὺς ἡγέτας ἀποφεύ­γω ν᾽ ἀναφέρω―, καὶ μία ἄλλη σκοτεινὴ δύναμις. Τρεῖς σκοτεινὲς δυνάμεις, δύο τοῦ μαύρου φασισμοῦ καὶ μία τοῦ κοκκίνου φασισμοῦ, ἔ­πεσαν πάνω στὴ μικρή μας πατρίδα, καὶ ὑπὸ τὸ βάρος αὐτῶν ἡ Ἑλλὰς ἐκάμφθη, ὑπέκυψε, καὶ τὰ τέκνα της, οἱ ἥρωες τοῦ Ἰβὰν καὶ τῆς Τρεμπεσίνας, κατήντησαν αἰχμάλωτοι, ῥάκη, νὰ ἐκλιπαροῦν ἕνα κομμάτι ψωμί.
Ὅταν, νέος κληρικός, βρισκόμουν στὴ Φλώ­ρι­να ὡς ἱεροκῆρυξ τὸ 1942, ὑπὸ τὴν γερμανι­κὴ μπότα, ὡδηγήθην κάποτε ἐνώπιον τοῦ Γερ­μανοῦ διοικητοῦ τῆς πόλεως, καὶ ἐκεῖ παρετή­ρησα κάτι ποὺ μὲ ἔκανε ν’ ἀναλυθῶ σὲ δάκρυα. Τὸ γερμανικὸ φρουραρχεῖο εἶχε ἀ­ναρτήσει μία μεγάλη εἰκόνα, στὴν ὁποία ἔ­γραφε «Ἡ Ἑλλὰς ἔπεσε». Εἰκονίζετο ἐκεῖ ἕ­νας τσολιᾶς πεσμένος μέσα στὴ θάλασσα, ποὺ ἐπνίγη καὶ μόνο τὸ τσαρούχι του ἐπέπλεε ἐπάνω στὴν ἄβυσσο.
Ναί, ἔτσι ἦτο. Ἀλλ᾽ ὁ Χριστός, ὅ­πως ἀνώρθωσε τὴν συγκύπτουσα, ἔτσι ὁ ἴδι­ος στάθηκε μπροστὰ στὴν Ἑλλάδα καὶ εἶπε· Γύναι-Ἑλλάς, «ἀπολέλυσαι τῆς ἀσθενείας σου». Καὶ ἡ Ἑλ­λάς, μὲ τὸν ἡρωϊσμὸ τῶν τέκνων της, σηκώθη­­κε πάλι, καὶ ἵσταται ὀρθία ἐν μέσῳ τοῦ χάους. Δὲν εἶναι μικρὸ αὐτό, ἀγαπητέ μου. Ὁ πρῶ­τος κυβερνήτης τοῦ κράτους μας, ὁ ἀείμνηστος Καποδίστριας, εἶπε· Ὁ Θεὸς ἔσωσε, σῴζει, καὶ θὰ σῴζῃ τὴν Ἑλλάδα διὰ θαυμάτων.
Καὶ θαῦμα ἦταν αὐτό· ὅτι ἡ Ἑλλὰς δὲν ἐξηφανίσθη. Λύγισε μέν, ἔπεσε, ἀλλ᾽ ἀνωρθώθη πάλι, καὶ ἐν μέσῳ τῶν Βαλκανίων κρατεῖ τὴν δᾷδα τοῦ πολιτισμοῦ, τῆς τάξεως καὶ τῆς εἰρή­νης, καὶ φωνάζει πρὸς ὅλα τὰ ἔθνη· «Δεῦ­τε λάβετε φῶς, ἐκ τοῦ ἀνεσπέρου φωτός», δοξάζοντες Ἰησοῦν Χριστὸν εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων· ἀμήν.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

(Στον Ιερό ναό του Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης 9-12-1973)

Θα γινουμε ανθρωποι;

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Δεκ 8th, 2009 | filed Filed under: ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.)

Κυριακὴ Ι΄ (Λουκ. 13,10-17)
Η ΣΥΓΚΥΠΤΟΥΣΑ

ΘΑ ΓΙΝΟΥΜΕ ΑΝΘΡΩΠΟΙ;

6.KYRIOS istΤΟ εὐαγγέλιο ποὺ ἀκούσατε, ἀγαπητοί μου, ὁμιλεῖ γιὰ μιὰ γυναῖκα ἄρρωστη, δυστυχισμένη, ποὺ εἶνε γνωστὴ ὡς «συγκύπτουσα» (Λουκ. 13,11). Γυναῖκες ποὺ διέπρεψαν γιὰ τὴ δόξα ἢ τὸν πλοῦτο ἢ τὴ μόρφωσί τους ἔχουν λη­σμο­νηθῆ, ἀλλὰ ἡ «συγκύπτουσα» ἀναφέρεται πάν­τοτε παραμονὲς τῶν Χριστουγέννων καὶ ἡ Ἐκ­κλησία μας τὴν προβάλλει ὡς παράδει­γμα.

* * *

Ἡ γυναίκα αὐτὴ δὲν ἦταν ἐκ γενετῆς συγ­κύπτουσα· γεννήθηκε ὑγιής. Ὅταν μεγάλω­σε, ἐνῷ περπατοῦσε καὶ ἐρ­γαζόταν μιὰ χαρά, ξα­φνικὰ ἕνας πόνος στὴ σπονδυλικὴ στήλη τὴν ἔ­κανε νὰ καμφθῇ. Τί ἦταν; ἀσθένεια; Μακάρι νὰ ἦταν ἀσθένεια. Ἦταν κάτι χειρότερο. Τὸ λέει ὁ Κύριος καὶ πρέπει νὰ τὸ πιστέψουμε· αὐτὸ ποὺ τῆς συνέβη προερχόταν ἀπὸ τὸ σατανᾶ. Ἂς μὴν πιστεύουν οἱ ἄπιστοι· ἐμεῖς πιστεύου­με ὅ­τι ὑπάρχει σατανᾶς κι ὅτι ὁ Χριστὸς ἦρθε στὸν κόσμο «ἵνα λύσῃ τὰ ἔργα τοῦ διαβόλου» (Α΄ Ἰω. 3,8). Ὅπως βλέπουμε στὴ Γραφή, πολλὲς φο­ρὲς ὁ σατανᾶς, κα­τὰ παραχώρησιν Θεοῦ, προξενεῖ ὑλικὲς ζημιὲς καὶ ἀ­σθένειες, ὅπως π.χ. στὸν Ἰώβ. Κι αὐτὴ λοιπόν, ἐξ ἐπηρείας τοῦ δια­βόλου, αἰσθάνθηκε νὰ λυγίζῃ ἡ σπονδυλι­κή της στήλη καὶ τὸ κεφάλι της νὰ φτά­νῃ ὣς κάτω στὴ γῆ. Ὅποιος τὴν ἔβλεπε ἀπὸ μακριά, νόμιζε πὼς εἶνε ζῷο καὶ πάει μὲ τὰ τέσ­σερα. Γι᾽ αὐτὸ σπανίως ἔ­βγαινε ἔξω.
Παρὰ τὴν ἀσθένειά της ὅμως τὴ βλέπουμε νὰ «ἐκκλησιάζεται». Ὅπως ἐ­μεῖς ἔχουμε τὴν Κυριακή, οἱ Ἑβραῖοι ἔχουν τὸ Σάββατο· κι ὅ­πως ἐμεῖς πᾶμε στὴν ἐκκλησία, αὐτοὶ πᾶνε στὴ συναγωγή, στὴ χάβρα. Κι αὐτὴ λοιπὸν τὴ σακάτισσα, ποὺ μὲ μεγάλη δυσκολία ἐκινεῖτο, κάθε Σάββατο τὴν ἔβλεπες στὴ συναγωγή.
Ἡ «συγκύπτουσα» εἶνε ὑπόδειγμα τηρήσε­ως τῆς τετάρτης ἐντολῆς τοῦ δεκαλόγου ποὺ λέει «Ἓξ ἡμέρας ἐργᾷ καὶ ποιήσεις πάντα τὰ ἔργα σου· τῇ δὲ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδό­μῃ σάββατα Κυρίῳ τῷ Θεῷ σου» (Ἔξ. 20,9-10. Δευτ. 5,13-14). Καὶ ὁ Θεὸς βράβευσε τὴν προθυμία της. Μιὰ μέρα, ποὺ εἶχε πάει ὡς συνήθως στὴ συναγω­­γή, βρῆ­κε ἐκεῖ – ποιόν; Ὄχι ἄγγελο, ὄχι ἅγιο ἄνθρωπο ἢ προφήτη, ἀλλὰ τὸν ἴδιο τὸ Χριστό. Ἦταν  στὴ συναγω­­γὴ καὶ δίδασκε τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ.
Πολλοὶ ἦταν μέσα ἐκεῖ, ἀλλὰ ὁ Χριστὸς σ᾽  αὐτὴν ἔρ­ριξε τὸ βλέμμα του, τὸ γεμᾶτο ἀγάπη, καὶ τῆς εἶπε· «Γυναί­κα, εἶσαι ἐλεύθερη ἀπὸ τὴν ἀσθένειά σου» (Λουκ. 13,12). Καὶ μόλις ἔβαλε τὰ χέρια του ἐπάνω της, ἀ­μέσως ἔγινε καλά· ἡ σπονδυλική της στήλη ἀνωρθώθηκε, ἴ­σιωσε· σήκωσε τὸ κεφάλι ψηλά, καὶ δόξαζε τὸ Θεό.
Αὐτὸ τὸ θαῦμα διηγεῖται σήμερα τὸ εὐαγγέ­­λιο. Ἡ γυναίκα αὐτὴ μπῆκε στὴ συναγωγὴ ἄρ­ρωστη καὶ βγῆκε ὑγιής, μπῆκε σακάτισσα καὶ βγῆκε ἀκεραία. Μεγάλη ἡ δύναμι τοῦ Χριστοῦ!

* * *

Τί ἔχει νὰ μᾶς πῇ ἡ συγκύπτουσα; Πολλά.
❶  Πρῶτον. Ἡ σπονδυλικὴ στήλη εἶνε ἕ­να θαυμαστὸ δη­μιούργημα. Καὶ μόνο αὐτὴ φτά­νει ν᾽ ἀ­ποδεί­­ξῃ ὅτι ὑπάρχει Δημιουργός. Εἶνε πιὸ θαυ­μαστὴ κι ἀ­π᾽ τὸν πιὸ τέλειο κίονα τοῦ Παρθε­νῶ­νος τῶν Ἀθηνῶν. Ἔχει τόσους σπον­δύλους ὅσα τὰ χρόνια τοῦ Χριστοῦ. 33 χρόνια ἔ­ζησε ὁ Χριστὸς ἐπὶ τῆς γῆς; 33 εἶνε καὶ τὰ ὀ­στᾶ τῆς σπονδυλικῆς στήλης, προσ­αρ­μο­σμέ­να ἀριστοτεχνικὰ τὸ ἕνα πάνω στὸ ἄλλο.
❷ Δεύτερον. Read more »

ΠΩΣ ΘΑ ΣΩΘΟΥΜΕ;

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Δεκ 4th, 2009 | filed Filed under: ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.), ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ

ΠΩΣ ΘΑ ΣΩΘΟΥΜΕ;

Tι θα κάνομε; Πως θα σωθούμε;
H σωτηρία μας είναι εύκολη.
Δεν σου λέω να πας σε μια σπηλιά του Aγίου Όρους και να μονάσεις. Δεν σου λέω να πάρεις ένα κομποσκοίνι, σαν την αγία Mαρία την Aιγυπτία και να πας στην έρημο, σαν εκείνη και να ζήσεις σκληρή ζωή.
Δεν σου λέω, να αφήσεις την γυναίκα σου και τα παιδιά σου. Δεν σου λέω να ανεβείς στα βουνά, όχι. Nα μείνεις με την γυναίκα σου και με τα παιδιά σου μέσα στην κοινωνία και να πιστεύεις, ναι, να πιστεύεις μπροστά σε τόσες αποδείξεις, ότι υπάρχει Θεός. Eύκολος είναι η σωτηρία.

Nα πιστεύσεις ότι ο Xριστός κατέβηκε κάτω στη γη, για να άρει το φορτίο των αμαρτιών. Nα πιστεύσεις ότι μια σταλαγματιά του αίματός του είναι η λύτρωση της ανθρωπότητος και μετά να πλησιάσεις με ταπείνωση, με κατάνυξη, με δάκρυα τον Mεγάλο Eσταυρωμένο και να πεις, -ω Θεέ μου!-, να πεις μια λέξη. Mια λέξη να πεις και φτάνει. Nα πεις το «ήμαρτον». Tο ήμαρτον να πει ο μικρός, το ήμαρτον να πει και ο μεγάλος, το ήμαρτον να το πούμε όλοι μας. Nα πεις το ήμαρτον, όχι γελώντας και καγχάζοντας· να πεις το ήμαρτον με δάκρυα όπως το είπε η Mαρία η Aιγυπτία στην έρημο.
Nα πεις το ήμαρτον, που; Mπροστά στις εικόνες; Όχι μπροστά στις εικόνες, αλλά μπροστά στον πνευματικό, μπροστά στον εξομολόγο. Σ’ αυτόν να σταθείς με προσοχή και να πεις ήμαρτον και έκανα αυτό και αυτό και αυτό. Kαι τότε άγγελοι και αρχάγγελοι θα σε πάρουν στα χέρια και θα σε υψώσουν μέχρι τ’ άστρα του ουρανού γιατί χαρά γίνεται στον ουρανό επί ενί αμαρτωλώ μετανοούντι. Tο ήμαρτον λοιπόν περιμένουμε. Kαι στείλαμε εμείς ο επίσκοπος, που έχω ευθύνη στο Θεό και θα δώσω λόγο για κάθε ψυχή δική σας, που είστε εδώ και ακούτε τον λόγο του Θεού. Έστειλα πνευματικό και χτύπησε την καμπάνα και από τις 4.000 που έχει το Aμύνταιο 300 μόνον ψυχές εξομολογήθηκαν και αυτά ήταν παιδιά του Δημοτικού και του Γυμνασίου, άνδρες ούτε 20 δεν εξομολογήθηκαν. Ω Θεέ μου! Oι άλλοι, ω, οι άλλοι, ω Θεέ και Δημιουργέ του παντώς φώτησε τα πνεύματα, ενστάλαξε πνεύμα μετανοίας μες εις την καρδιά τους.

Εύχομαι όσοι είστε εδώ να πάτε στον πνευματικό πατέρα και να πείτε· «το ήμαρτον». Θα ανοίξουν οι ουρανοί και παράδεισο θα αισθανθείτε στην καρδιά σας και χαρά και αγαλίαση θα υπάρχει στον κόσμο. Aμήν.

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΟΜΙΛΙΑΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ
(Aμύνταιο  E΄ Kυριακή Nηστειών 1977)

Η εκστρατεια των αθεων κατα της Εκκλησιας

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Νοέ 30th, 2009 | filed Filed under: ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.)

Η εκστρατεια των αθεων κατα της Εκκλησιας

Ζοῦμε, ἀγαπητοί μου, σὲ δύσκολη ἐ­ποχή, σὲ ἄπιστα χρόνια. Ἡ ἀπιστία κυριαρχεῖ. Ἄλλοτε, δὲν τολμοῦσε ἄνθρωπος δημοσίως νὰ βλαστημήσῃ τὰ θεῖα, κανείς. Ἂν καμμιὰ φορὰ κάποιος τὸ τολμοῦσε, χίλια χέρια σηκώνονταν νὰ τὸν χτυπήσουν, δὲν μποροῦσε νὰ σταθῇ. Κι ἂν καμμιὰ φορὰ παρουσιαζόταν κανένας καὶ ἔλεγε ὅτι δὲν ὑ­πάρχει Θεός, Χριστός, Παναγιά, δὲν ὑπάρχει κόλασις καὶ παράδεισος, τοῦ ἔκλειναν τὴν πόρτα· καὶ ἡ γυναίκα του ἀκόμα τὸν ἔδιωχνε. Ὅπως σήμερα ἀποφεύγουν ἕναν ἄρρωστο μὲ ἀρρώστια μεταδοτική, ἔτσι ἀπέφευ­γαν τότε τὸν ἄνθρωπο ποὺ εἶχε προσβληθῆ ἀπὸ τὴ χειρότερη ἀσθένεια, τὴν ἀθεΐα καὶ ἀπιστία. Στὰ χρόνια ἐκεῖνα βλάστημος καὶ ἄθεος δὲν ἦταν ἀνεκτός.
Τώρα ὅμως τελευταῖα τὸ κακὸ προχώρησε. Ὄχι μόνο αὐτοὶ ποὺ πᾶνε στὰ σχολειὰ καὶ στὰ πανεπιστήμια καὶ μαθαίνουν μερικὰ γράμματα καὶ κάνουν τὸ σοφὸ καὶ γυρίζουν στὸ χωριὸ καὶ κάθονται στὸ καφενεῖο διπλοπόδι μὲ τὸ τσιγάρο στὸ στόμα καὶ τρῶνε τὸν ἱδρῶτα τοῦ γεωργοῦ ἄκοπα, ὄχι μόνο αὐτοὶ λένε ὅτι δὲν ὑπάρχει Θεός, ἀλλ᾽ ἀκόμα καὶ στὰ βουνὰ καὶ στὰ λαγκάδια, ἁπλοϊκοὶ χωριάτες καὶ βοσκοὶ καὶ μικρὰ παιδιὰ καὶ γριὲς γυναῖκες ἀ­κοῦς νὰ λένε ὅτι δὲν ὑπάρχει Θεός. Εἶναι χρόνια ἄπιστα καὶ ἄθεα.
Καὶ ὄχι μόνο ἀρνοῦνται τὴν πίστι, ἀλλὰ καὶ ὡρισμένοι στὶς ἡμέρες μας μισοῦν τὴν Ἐκ­κλη­σία τοῦ Χριστοῦ. Μοιάζουν μὲ λυσσασμένο σκυλί. Ὅπως τὸ σκυλὶ ὅταν λυσσάξῃ δὲν γνωρίζει κανένα ἀλ­λὰ δαγκώνει ἀκόμα καὶ τὸ ἀφεντικό του, ἔτσι κι αὐτοί, λυσ­σασμένα σκυλιὰ τοῦ αἰῶνος μας, μισοῦν θανασίμως τὴν Ἐκ­κλησία. Ἂν ἦταν δυ­νατὸν θὰ γκρέμιζαν τοὺς ναοὺς καὶ θὰ ἔσφαζαν τοὺς κληρικοὺς καὶ ῥα­σοφόρους. Μήπως δὲν τὰ εἴ­δαμε αὐτὰ ἐπὶ τῶν ἡμε­ρῶν μας, εἴτε στὴν Κωσταντινούπολι εἴτε στὴ Βόρειο Ἤπειρο ἀπὸ τὸν Ἐμβὲρ Χότζα εἴτε στὴν Κύπρο ἀπὸ τὸν Ἀττίλα εἴτε στὴ Σερβία καὶ τὸ Κόσσοβο; Καὶ ὅλα αὐτὰ ὑπὸ τὰ ὄμματα τῆς δι­εθνοῦς ὑποκριτικῆς κοινωνίας, ποὺ ἀ­πὸ τὴ μιὰ κόπτεται γιὰ δημοκρατικὰ δικαιώματα κι ἀπὸ τὴν ἄλλη ξέρει νὰ νίπτῃ τὰς χεῖ­ρας καὶ νὰ ἀμνηστεύῃ τὰ ἐγκλήματα.
Ἀλλὰ δὲν εἶναι μόνο οἱ ἄθεοι τῶν ξένων κρα­τῶν, ἐκεῖνοι ποὺ γκρέμισαν ἐκκλησιὲς καὶ ἀ­παγόρευαν νὰ βαπτίζουν τὰ παιδιὰ καὶ ὑποχρέωναν τοὺς Χριστιανοὺς ἀκόμα καὶ νὰ ἀλ­λάξουν τὰ ὀνόματά τους. Εἶναι καὶ μερικοὶ δικοί μας ἐδῶ, ποὺ μισοῦν τὴν Ἐκκλησία καὶ θέ­λουν νὰ ἐφαρμόσουν καὶ στὴν πατρίδα μας τέτοια ἄθεα καθεστῶτα.
Κι ἅμα τοὺς ρωτήσῃς, Γιατί μισεῖτε τὴν Ἐκ­κλησία, τί κακὸ σᾶς ἔκανε; ἀπαντοῦν, ὅτι τάχα ἡ Ἐκκλησία συμμάχησε μὲ τὸ κατεστημένο, ὅτι οἱ παπᾶδες καὶ οἱ δεσποτάδες ὑ­πο­στηρίζουν τοὺς πλουσίους, τὸ κεφάλαιο…
Αὐτὸ εἶναι ψέμα. Δὲν ξέρω τί γίνεται σὲ ἄλ­λα δόγματα καὶ ἄλλες θρησκεῖες, ἀλλ᾽ ἐὰν ἐξ­ετάσουμε τὴ δική μας πίστι θὰ δοῦμε, ὅτι αὐ­τὸς ποὺ ἵδρυσε τὴν Ἐκκλησία μας, ὁ Κύρι­ος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ἔζησε πτωχὸς στὸν κό­σμο καὶ στηλίτευσε τὴ φιλαργυρία. Κανένας ἄλλος δὲν ἤλεγξε τὸν πλουτισμό, τὴν πλε­ονεξία, τὴν ἀδικία, ὅπως ὁ Χριστός. Ἐκεῖνος εἶναι ποὺ εἶ­πε, ὅτι δυὸ πράγματα δὲν συμβιβάζον­ται· ἡ ἀγάπη τοῦ χρήματος καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, τὸ ν᾽ ἀ­γαπᾷς τὰ λεπτὰ καὶ ν᾽ ἀγαπᾷς τὸ Θεό (βλ. Ματθ. 6,24). Αὐτὰ τὰ πράγματα εἶνε ἀσυμ­βίβαστα. Ὅπως δυὸ πόδια δὲ χωρᾶνε σ᾽ ἕνα παπούτσι, ἔτσι μέσα στὴν ἴδια καρδιὰ δὲ μπορεῖς νὰ βάλῃς τὴν ἀγάπη τοῦ χρήματος καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. «Οὐ δύνασθε Θε­ῷ δουλεύειν καὶ μαμωνᾷ»· «κανείς δὲν μπορεῖ νὰ ἔ­χῃ δύο κυρίους· διότι ἢ τὸν ἕνα θὰ μισή­σῃ καὶ θ᾽ ἀγαπήσῃ τὸν ἄλλο, ἢ θὰ προσηλωθῇ στὸν ἕνα καὶ θὰ περιφρονήσῃ τὸν ἄλλο» (Ματθ. 6,24). Τὰ εἶπε καθαρὰ ὁ Χριστός.
Θὰ πῇς ἴσως τὸ ἑξῆς. ―Ὁ Χριστὸς βέβαια εἶναι καλός. Πιστεύω ἐγὼ στὸ Χριστό. Ἀλλὰ οἱ παπᾶδες ἐκμεταλλεύονται τὴ θρησκεία καὶ θησαυρίζουν…
Δὲν ξέρω, ἐπαναλαμβάνω, τί γί­νεται ἀλλοῦ στὸν κόσμο. Ἀλλὰ ἐδῶ στὴν πατρίδα μας οἱ παπᾶδες εἶναι ὅλοι φτωχοί, φτωχαδάκια. Πόσους παπᾶδες ἔχει ἡ Ἑλλάς; Ὀ­κτὼ χιλιάδες περίπου; Πηγαίνετε παντοῦ καὶ ἐρευνῆστε· στὴν Ἤπειρο, στὴ Μακεδονία, στὸ Μοριὰ καὶ στὰ νησιά· ὅπου νὰ πᾶτε, θὰ δῆτε ὅτι οἱ παπᾶ­δες δὲν προέρχονται ἀπὸ τὴν ἀριστοκρατία. Γεννήθηκαν σὲ σπίτια φτωχά, μέσα σὲ ταπει­νὲς οἰκογένειες. Κανένα πλούσιο σπίτι, κανένας ὑψηλὸς ἀξιωματοῦχος, κανένας βαθύπλουτος ἐφοπλιστὴς δὲν κάνει τὸ παιδί του παπᾶ. Ψάξτε νὰ δῆτε. Ἂν βρῆτε κάπου κληρι­κὸ νὰ εἶναι παιδὶ δικαστικοῦ, εἰσαγγελέως, ἀ­νωτέρου ἀξιωματικοῦ ἢ ἄλλου μεγάλου, θὰ εἶ­ναι ἐξαίρεσις, ποὺ δὲν καταργεῖ ἀλλ᾽ ἐπιβεβαιώνει τὸν κανόνα. Ὁ κλῆρος μας εἶναι «ὀ­στοῦν ἐκ τῶν ὀστέων καὶ σὰρξ ἐκ τῆς σαρκὸς» τοῦ λαοῦ.
―Καλὰ τὰ παπαδάκια, θὰ πῆτε, ἀλλὰ οἱ δεσποτάδες;
Δὲν ξέρω τί κάνουν οἱ ἄλλοι δεσποτάδες, ἀλλὰ ἐπιτρέψατέ μου νὰ τολμήσω νὰ πῶ κάτι γιὰ τὴ μητρόπολί μου, ποὺ μὲ γνωρίζει τόσα χρόνια. Μπορεῖ κανεὶς νὰ πῇ ὅ­τι ὁ ἐπίσκοπός της ἀγαπᾷ τὰ λεπτά; Ἂν ψάξετε τὶς τσέπες μου, χρήματα δὲ θὰ βρῆτε. Ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ ἐγ­κα­ταστάθηκα ἔχω κάνει ἀμέτρητες λειτουργίες σὲ ὅλες τὶς ἐνορίες· ἀπὸ που­θενὰ δὲν πῆ­ρα χρήματα, οὔτε ἕνα καφὲ δὲν ζήτησα. Δωρε­ὰν λειτουργῶ καὶ διδάσκω. Ἔκανα ἑ­κατοντάδες χειροτονίες· δραχμή δὲν πῆρα. Καὶ τὸ μισθό μου τὸν δίνω ὅλο. Ὅ­ταν πεθάνω, δὲ θὰ βροῦν τίποτε ἄλλο ἐκτὸς ἀπὸ ἕνα ῥάσο καὶ μερικὰ βιβλία. Καὶ δὲν εἶμαι ὁ μόνος ἀσφαλῶς.

Δὲν στέκονται λοιπὸν οἱ κατηγορίες ἐναν­τίον τῆς Ἐκκλησίας. Ἄλλος εἶναι ὁ λόγος ποὺ τὴ μισοῦν. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὅ,τι τὸ χαλινάρι, ποὺ δὲν ἀφήνει τὸ ἄλογο νὰ πέ­σῃ στὸ γκρεμό, ὅ,τι τὸ φρένο, ποὺ ἀποτρέπει τὸ αὐτοκίνητο ἀπὸ τὸ δυστύχημα. Ἀλλ᾽ ὅπως τὸ λυσ­σασμένο ἄλογο δαγκώνει τὸ χαλινάρι του, ἔ­τσι καὶ οἱ ἐχθροὶ τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ θέλουν νὰ ζοῦν χωρὶς χαλινάρι, κατὰ τὰ κέφια τους, ἐπιτίθεν­ται μὲ μῖσος κατὰ τῆς Ἐκκλησίας.
Ἀλλὰ καὶ γι᾽ αὐτοὺς ἀκόμα ποὺ τὴν μισοῦν ἡ Ἐκκλησία μας προσεύχεται. Ἐμεῖς δὲν τοὺς μισοῦμε· τοὺς ἀγαποῦμε κι αὐτοὺς καὶ προσ­ευχόμεθα καὶ γι᾽ αὐτοὺς καὶ παρακαλοῦμε τὸ Θεό. Κανένα δὲν μισεῖ ἡ Ἐκκλησία· ὅπως ὁ Χριστὸς ἐπάνω στὸ σταυρό, ποὺ ἐνῷ τὸν καρφώνανε προσηύχετο γιὰ τοὺς σταυρωτάς του.
* * *Ἀλλὰ προσοχή. Ἐνῷἡ Ἐκκλησία κανένα δὲ μισεῖ, πρέπει ὅμως νὰ ποῦμε ὅτι αὐτοὶ ποὺ μισοῦν τὴν Ἐκκλησία καὶ τοὺς κληρικούς, αὐ­τοὶ ποὺ ὑβρίζουν Θεὸ καὶ Παναγία, οἱ ἐ­χθροὶ τοῦ Χριστοῦ καὶ διῶκτες τῆς Ἐκκλησίας, δὲν θά ᾽χουν καλὸ τέλος· τὸ λέει τὸ εὐ­αγγέλιο σήμερα.
Τί εἶνε σήμερα; Σήμερα, Κυριακὴ μετὰ τὰ Χριστούγεννα, μνημονεύουμε ὅτι ἕνας βασιλιᾶς κακοῦργος, ὁ Ἡρῴδης, – τί ἔκανε; Πῆρε μαχαίρι καὶ ἔσφαξε πόσους; 14.000 βρέφη! Ὅ­πως ὁ χασάπης σφάζει τ᾽ ἀρνάκια, ἔτσι αὐτὸς ἔσφαξε 14.000 παιδάκια. Γιατί; Ἤλπιζε, ὅτι μεταξὺ τῶν παιδιῶν θὰ ἦταν καὶ ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Καὶ αὐτὰ μὲν σὰν ἀγγελούδια πῆγαν ἐπάνω στὸν οὐρανὸ καὶ ψάλλουν τὸ Ἀλληλού­ια. Ὁ Ἡ­ρῴδης ὅμως τί ἔγινε; Ἐμένα ρωτᾶτε; Διαβάστε νὰ δῆτε τί λέει ἡ ἱστορία. Ἀρρώστη­σε, ἔπεσε κατάκοιτος στὸ κρεβάτι, γέμισε πλη­γὲς ποὺ ἔτρεχαν πύον, σάπισε, βρώμισε, σκου­λήκιασε· ἔτσι πέθανε καὶ παρέδωσε τὴν ψυχή του. Καὶ μόνο αὐτός;
Ὑπάρχει καὶ ἄλλο παράδειγμα· ὁ Ἰουλια­νὸς ὁ Παραβάτης. Αὐτὸς ἔζησε με­τὰ τριακόσια χρόνια. Κατεδίωξε τὴν Ἐκκλησία, ἤθελε νὰ ἐπανα­φέρῃ τὴν εἰδωλολατρία, νὰ σβήσῃ τὸ ὄ­νομα τοῦ Χριστοῦ νὰ μὴν ἀκούγεται. Τὸ τέλος του ποιό ἦταν; Ἔκανε πόλεμο, καὶ πάνω στὴ μάχη ἕνα βέλος, μία σαΐτα, τὸν χτύπησε στὸ στῆ­θος. Γέμισε τότε τὴ φούχτα του αἷμα καί, τὴν ὥρα ποὺ ξεψυχοῦσε πλέον, τὸ σκόρπισε στὸν ἀέρα καὶ εἶπε· «Νενίκηκάς με, Ναζωραῖε»· Χριστέ, μὲ νίκησες.
Κανείς δὲ μπορεῖ νὰ νικήσῃ τὸ Χριστό, ὄχι. Ὅποιος ἀντιτίθεται ―σημειῶστε το―, ὅ,τι κι ἂν εἶνε, μικρὸς ἢ μεγάλος, ἄνθρωπος ἢ σύστη­μα, ὅποιος πάει κόντρα μὲ τὸ Χριστό, θὰ γίνῃ στάχτη. Ὑπάρχει Θεός, ὑπάρχει Χριστός!

* * *

Βουλῶστε τ᾽ αὐτιά σας, ἀδελφοί μου. Μὴν ἀ­κοῦτε τί λέει ὁ ἕνας κι ὁ ἄλλος. Κρατῆστε τὴν πίστι στὸ Χριστό, τὴν πίστι τῶν πατέρων μας, βαθειὰ στὴν ψυχή σας. Καμμιά δύναμις νὰ μὴ μπορέσῃ νὰ τὴν ξερριζώσῃ.
Αὐτὰ εἶχα νὰ σᾶς πῶ καὶ αὐτὰ νὰ πιστεύετε. Ν᾽ ἀκοῦτε τὴν Ἐκκλησία μας. Κι ὅταν πλησιάσῃ τὸ τέλος τῆς ζωῆς μας, νὰ μὴν εἶναι ὅ­πως τὸ τέλος τοῦ Ἡρῴδου, ποὺ ἀποδοκιμάστηκε ἀπὸ τὸν παντοδύναμο Θεό, ἀλλὰ τὸ τέλος μας νὰ εἶναι ὅπως τοῦ λῃστοῦ, ποὺ ἐπάνω στὸ σταυρὸ εἶπε «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκ. 23,42).

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

(Απομαγνητοφωνημένη ομιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης Αυγουστίνου, εις τόν ιερό ναό Ἁγ. Νικολάου Ὑδρούσης – Φλωρίνης 29-12-1976 ἡμέρα Τετάρτη)

Η ΑΙΩΝΙΑ ΖΩΗ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Νοέ 26th, 2009 | filed Filed under: ΓΡΑΠΤ ΚΗΡΥΓΜ. ΚΑΤΟΧΗΣ, ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.)

ΣΤΗΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ

ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ

Κυριακὴ ΙΓ΄Λουκᾶ (Λουκ. 18,18-27)

Η ΑΙΩΝΙΑ ΖΩΗ

«Τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω;» (Λουκ. 18,18)

Ἕνας, ἀγαπητοί μου, λέει τὸ σημερινὸ εὐαγ­γέλιο, ἕνας ἄνθρωπος ἔρχεται στὸ Χριστό. Εἶναι νέ­ος (βλ. Ματθ. 19,22), εἶναι ὑγιής, εἶναι «πλούσι­ος», εἶναι ἀκόμη «ἄρ­χων» (Λουκ. 18,23,18). Τέσσερα ἀ­γαθά, ποὺ τόσο τὰ θαυμάζουν οἱ ἄνθρωποι, συγ­κεν­τρωμένα σ᾽ ἕνα πρόσωπο. Τί ἄλλο ἤθελε; Ὑ­γεία εἶχε, νιᾶτα εἶχε, πλούτη εἶχε, ἀξίωμα εἶ­χ­ε. Ἐν τούτοις δὲν ἦταν ἱκανοποιημένος. Μέσα του κάτι τὸν ἀπασχολεῖ κ᾽ ἕνα ἐρώτημα ἔρ­χεται στὰ χείλη του· «Τί νὰ κάνω;…» (ἔ.ἀ.).
Θυμηθῆτε· τὸ ἴδιο ἐρώτημα ἀκούσαμε κι ἀ­πὸ τὸ στόμα ἑνὸς ἄλλου πλουσίου, τοῦ ἄφρονος πλουσίου (βλ. Λουκ. 12,17), ἐρώτημα ποὺ ἐκφράζει καὶ πολλοὺς ἀπὸ τοὺς σημερινοὺς πλουσί­­ους, ἀ­φοῦ κι αὐτοὶ μεριμνοῦν γιὰ ἐπίγεια πλού­τη. Ἀλ­λὰ τὸ «τί νὰ κάνω;» τοῦ πλουσίου τοῦ σημε­ρινοῦ εὐαγγελίου διαφέρει πολὺ ἀπὸ τῶν ἄλλων. Ἐκεῖνοι ἀγωνιοῦν γιὰ μικρὰ καὶ ἀ­σήμαντα πράγματα. Αὐτὸς ἐνδιαφέρεται καὶ ἐ­ρω­τᾷ γιὰ κάτι μεγάλο. Ὁ πόθος του εἶναι ἡ αἰώνιος ζωή.
Αἰώνιος ζωή, κόλασι καὶ παράδεισος!… τί εἶν᾽ αὐτά; μπορεῖ νὰ ποῦν κάποιοι μον­τέρ­νοι κύρι­οι· ἄκου ἐκεῖ «αἰώνιος ζωή», λόγια ἀνοήτων!… Καὶ ὅμως, ἀγαπη­τοί μου, ἡ αἰώνιος ζωὴ ὑπάρχει. Ὑπάρχει; Μὰ ἔχετε ἀποδείξεις; Βεβαίως ἔχουμε. Ποιές ἀ­πο­δείξεις; Δὲν θὰ κάνουμε ἐδῶ φιλοσοφικὴ ἢ ἱστορικὴ ἢ ψυχολογικὴ κ.λπ. διάλεξι· συνοπτικῶς λέμε τὰ ἑξῆς.

* * *

Ἐὰν ἀνοίξετε τὴν παγκόσμιο ἱστορία, ἀπὸ τὶς πρῶτες σελίδες, ἀ­πὸ τὰ βάθη τῆς ἀρχαιότητος μέχρι σήμερα, τὰ εὑρήματα τῶν ἀνασκαφῶν, τὰ μνημεῖα καὶ οἱ τάφοι, ὅπως καὶ αὐ­τὸς ποὺ βρέθηκε στὴ Βεργίνα, μὲ τὶς ἐπιγρα­φὲς καὶ τὰ ἀντικεί­μενα ποὺ περιέχουν, μαρτυροῦν τὴν κοινὴ πε­ποίθη­σι τῶν λαῶν, ὅτι ὁ ἄνθρωπος ζῇ καὶ πέρα τοῦ τάφου. Ὅλοι πιστεύουν, ὅτι ὁ ἄν­θρωπος δὲν εἶ­ναι σὰν τὸ ζῷο, ποὺ ψοφᾷ κι ἀφοῦ τὸ σῶμα του ἀποσυντεθῆ δὲν μένει τίποτα ἀπὸ τὴν ὕπαρξί του. Ὁ ἄν­θρωπος ἔχει ψυχὴ ἀθάνατη, ζῇ αἰωνίως.
Ἐὰν ἀφήσουμε τὴν ἱστορία καὶ ἐρευνήσου­με τὴ φιλοσοφία καὶ τὴν ἐπιστήμη, τὸ ἴδιο θὰ δοῦμε. Ἂν ρωτήσουμε ὄχι κάποιους δῆθεν ἐ­πιστήμονες τῶν ἡ­μερῶν μας, ποὺ ἀφ᾽ ὅτου πῆραν ἕνα δίπλωμα ἔκλεισαν τὰ βιβλία καὶ παίζουν μπιλιάρδο καὶ χαρτιά, ἀλλ᾽ ἐκείνους ποὺ οἱ κρόταφοί τους ἄσπρισαν στὴ μελέτη, καὶ ἂν ρωτήσουμε μεγάλους φιλοσόφους ὅ­πως ὁ Σωκράτης ὁ Πλάτων ὁ Ἀριστοτέλης, ἂν τοὺς θέσουμε τὸ ἐρώτημα «ὑπάρχει αἰώνιος ζωή;» θὰ μᾶς ἀπαντήσουν· ὑπάρχει!
Ἡ ἱστορία ἀπαντᾷ ναί, ἡ ἐπιστήμη καὶ ἡ φιλοσοφία ἀπαντοῦν ναί. Ἂν ρωτήσουμε καὶ τὴν ψυχολογία, κι αὐτὴ ἀπαντᾷ ναί. Ἡ ψυχολογία, ὄχι τῆς ἐπιφανείας ἀλλὰ τοῦ βάθους, λέει, ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶνε καὶ ὑλικὸ ὄν, εἶνε καὶ οἰ­κονομικὸ ὄν, εἶναι καὶ ἐμπορικὸ ὄν, εἶναι καὶ κοινωνικὸ ὄν· εἶναι πολύπλευρος καὶ πολυ­δι­άστατος. Ἀλλὰ ἡ σημερινὴ ψυχολογία λέει ἀ­κόμη, ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι μεθοριακὸ ἢ μεταφυσικὸ ὄν. Τί θὰ πῇ αὐτό; Ὅπως ἐδῶ στὰ σύνορα ἔχουμε ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος τὴν ἀγ­απημένη καὶ μαρτυρική μας πατρίδα κι ἀπὸ τὸ ἄλλο τὸ ξένο ἔδαφος, εἴμαστε δηλαδὴ στὴ μεθόριο δύο κρατῶν, κατὰ παρόμοιο τρόπο καὶ ὁ ἄνθρωπος βρίσκεται στὰ σύνορα δύο κόσμων. Ὁ ἕνας εἶναι ὁ ἐπίγειος κόσμος κι ὁ ἄλλος εἶνε ὁ ἐπέκεινα, ὁ πέρα τοῦ ὑλικοῦ κόσμου. Καὶ ὁ ἄνθρωπος μετέχει καὶ τῶν δύο.
Ἀλλά, ἀδελφοί μου, γιατί νὰ ρωτοῦμε τοὺς ἐπιστήμονες ἱστορικοὺς φιλοσόφους καὶ ψυχολόγους; Ἂν εἴμαστε Χριστιανοί, μᾶς ἀρκεῖ μία καὶ μόνο μαρτυρία. Μαρτυρεῖ ἕνας, ὅτι ὑ­πάρχει ψυχή· καὶ ἡ δική του μαρτυρία ἀξίζει παραπάνω ἀπὸ κάθε ἄλλη. Γιατὶ αὐτὸς δὲν εἶ­πε ποτέ ψέμα· μέχρι σήμερα οἱ αἰῶνες δὲν τὸν διέψευσαν. Καὶ ὁ ἕνας αὐτὸς εἶναι ὁ Κύριος ἡ­μῶν Ἰησοῦς Χριστός. Τί εἶπε ὁ Χριστός; Μίλη­σε περὶ αἰωνίου ζωῆς καὶ βεβαίωσε ὅτι ὑπάρχει. Καὶ ἂν στὸ Χριστὸ δὲν πιστέψουμε, σὲ ποιόν παρακαλῶ θὰ πιστέψουμε; Γιὰ τὸ Χριστὸ ἡ ὕ­παρξι τῆς ψυχῆς εἶναι γεγονὸς ἀν­αμφισβήτητο. Δὲν κάθεται νὰ κάνῃ συλλογισμοὺς ὅπως οἱ φιλόσοφοι. Εἶνε γεγονός. Καὶ ἕνα γεγονὸς δὲν κοπιάζει κανεὶς νὰ τὸ ἀποδείξῃ. Ὑπάρχει ἥλιος. Ποιός λέει, Ἐλᾶτε νὰ σᾶς ἀποδείξω ὅτι ὑπάρχει ἥλιος; Περιττεύει. Ὅπως λοιπὸν ὁ ἥλιος λάμπει στὸν φυσικὸ κόσμο, κατὰ παρόμοιο τρόπο στὸν ὑπερφυσικὸ κόσμο ἡ ἀθανασία τῆς ψυχῆς εἶναι βεβαιότης ἀναμφισβήτητη· ὑπάρχει πέρα τοῦ τάφου ζωή.
Τὸ πίστευαν, ὅπως εἴπαμε, οἱ ἀρχαῖοι. Τὸ πίστευαν οἱ πρόγονοί μας καὶ οἱ γιαγιάδες μας. Τὸ πίστευαν ὅλοι καὶ τὸ ὑπέγραφαν μὲ τὰ δυό τους χέρια, ὄχι ἁπλῶς μὲ μελάνι ἀλλὰ μὲ τὸ αἷμα τους. Τί; Αὐτὸ ποὺ ὁμολογοῦμε στὸ τελευταῖο ἄρθρο τοῦ Συμβόλου τῆς πίστεως· «Προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν καὶ ζωὴν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος· ἀμήν» (11-12).

* * *

Ἐκεῖνοι πίστευαν. Ἐμεῖς; Ὤ, σήμερα εἶναι «ἡμέραι πονηραί», ὅπως εἶπε ὁ ἀπόστολος (Ἐφ. 5,16). Ἡ πίστι καθημερινῶς ἐκλείπει. Εἶναι σὰ νὰ ταξιδεύουμε μέσα σὲ ὁμίχλη. Ὁρατότης μηδέν. Κοντόφθαλμοι οἱ ἄνθρωποι δὲ βλέπουν τίποτα μπροστά τους. Ἤ, γιὰ νὰ φέρω μιὰ ἄλ­λη εἰκόνα, μοιάζουμε μὲ πουλιὰ ποὺ τὰ κυνη­γᾷ ὁ ἄνεμος καὶ γιὰ νὰ σωθοῦν, μόλις δοῦν κάποια τρύπα σπηλαίου, ὁρμοῦν μέσα, ἀλλὰ τὸ σπήλαιο εἶναι δαιδαλῶδες, καὶ αἰχμαλωτίζον­ται ἐκεῖ· πετοῦν τὰ δύστυχα δεξιὰ – ἀριστερὰ ἀπεγνωσμένα μέσ᾽ στὸ σκοτάδι, χωρὶς νὰ μπο­ροῦν νὰ βροῦν διέξοδο πρὸς τὸ φῶς. Ἔτσι κ᾽ ἐ­μεῖς, πουλιὰ αἰχμάλωτα μέσα σὲ μιὰ σπηλιά, κινούμεθα στὸ ἔρεβος, καὶ δὲ βλέπουμε τὸ φωτεινὸ σῆμα, ποὺ ἐκπέμπει τὸ Εὐαγγέλιο καὶ μᾶς καλεῖ στὴν αἰώνιο ζωή.
Αἰώνιος ζωή! Θὰ ἤθελα νὰ ἤμουν Χρυσόστομος καὶ Βασίλειος, νὰ βάλω στὴν καρδιά σας τὴ μεγάλη αὐτὴ ἀλήθεια, ὅτι ὑπάρχει ψυ­χὴ ἀθάνατη, ὅτι πέρα τοῦ τάφου ὑπάρχει ζωή, ὅτι δὲν τελειώνει ἡ ζωὴ μὲ τὸ φτυάρι τοῦ νεκροθάφτη. Ὄχι, ὁ τάφος δὲν εἶναι τέρμα· εἶναι ἡ ἀρχὴ ἑνὸς ἄλλου ἀτέρμονος βίου. Αὐτὸ λέει τὸ Εὐαγγέλιο, αὐτὴ εἶναι ἡ πίστι μας.
Ὁ πλούσιος τοῦ εὐαγγελίου πίστευε ὅτι ὑ­πάρχει πέρα τοῦ τάφου ζωή· ἐκεῖνο ποὺ τὸν ἀ­πασχολοῦσε ἦταν, μὲ ποιό τρόπο θὰ μπορέ­σῃ νὰ κληρονομήσῃ τὴν αἰώνιο ζωή, ποιά εἶναι ἡ ὁδὸς ποὺ ὁδηγεῖ ἐκεῖ. Καὶ ὁ Χριστὸς τοῦ ἀ­παντᾷ· Καλὴ ἡ πίστι· ἀλλὰ ποιά πίστι; Ὄχι ἡ θεωρητική, ποὺ μένει στὰ λόγια· ὄχι ἡ ἀρνητι­­­κή, ποὺ περιορίζεται στὴν τήρησι μόνο ὡρισμένων «μὴ…» ποὺ ἀκούσαμε σήμερα (Λουκ. 18,20)· ὄχι ἡ τυπική, ποὺ νομίζει ἀρκετὸ τὸ νὰ ἐκτελέ­­σουμε μερικὰ θρησκευτικὰ καθήκον­τα, ν᾽ ἀ­νά­ψουμε π.χ. ἕνα κερί. Καὶ αὐτὸ βεβαίως δὲν ἀ­πορρίπτεται· ἔχει συμβολισμὸ τὸ ν᾽ ἀνάβῃς κερί· εἶνε σὰ νὰ λὲς «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκ. 23,42). Ἀλλὰ δὲ φθάνει μόνο αὐτό· πρέπει κ᾽ ἐσὺ ὁ ἴδιος νὰ εἶσαι ἕνα ἀναμμένο κεράκι μέσ᾽ στὴ γενεά σου, σύμφωνα μὲ τὴν ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ «Ὑμεῖς ἐστε τὸ φῶς τοῦ κόσμου» (Ματθ. 5,14).
Οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας γιὰ τὴν πίστι ἔ­φθαναν ἀκόμα καὶ σὲ φρικτὰ μαρτύρια. Ὁ ἅ­γι­ος Ἰάκωβος ὁ Πέρσης λ.χ., ποὺ γιορτάζει τὶς μέρες αὐτές (27 Νοεμ.), ζοῦσε στὴν Περσία ἀνάμεσα σὲ πλῆθος εἰδωλολατρῶν. Ἦταν μόνος. Τὸν κάλεσαν ν᾽ ἀρνηθῇ τὸ Χριστό. Δὲν ὑπέκυψε. Τὸν πίεσαν, τὸν φυλάκισαν, τὸν βασάνισαν, τὸν ἔ­κοψαν κομμάτια – κομμάτια ὅπως ὁ χασάπης τὸ κρέας· τοῦ ἔκοψαν τὴ μύτη, τὰ αὐτιά, τὰ χέ­ρια, τὰ πόδια, τοῦ ξερρίζωσαν τὰ δόντια. Μὰ αὐτὸς συνέχιζε νὰ λέῃ· Πιστεύω στὸ Χριστό! Αὐτὴ εἶναι ἡ πίστι ποὺ σῴζει, αὐτὴ ὁδηγεῖ στὸ βασίλειο τῆς αἰωνιότητος.

* * *

Ἀδελφοί μου καὶ πατέρες! Ἂς σκεφθοῦμε σήμερα σοβαρά, ὅτι ὁ τάφος τοῦ πατέρα καὶ τῆς μητέρας μας δὲν εἶναι τέρμα, ἐκμηδένισις. Ποιός τὸ εἶπε; Πέρα τοῦ τάφου εἶναι ἄλλη ζωή, αἰώνιος ζωή. Ἂς προετοιμασθοῦμε λοιπόν. Αὐ­τὸς ποὺ πρόκειται νὰ ταξιδέψῃ βγάζει εἰσιτήριο καὶ διαβατήριο. Μὴ βρεθοῦμε ἀνέτοιμοι.
Σ᾽ ἕνα ἀνάκτορο ὁ βασιλιᾶς εἶχε ἕνα γελωτοποιό, νὰ τὸν διασκεδάζῃ μὲ τὰ ἀστεῖα του. Μιὰ μέρα, θέλοντας νὰ παίξῃ μαζί του, ἔδωσε στὸν γελοτοποιὸ ἕνα μπαστούνι λέγοντας· ―Πάρ᾽ το. Κι ἂν βρῇς ἄλλον πιὸ βλᾶκα ἀπὸ σέ­να, νὰ τοῦ τὸ δώσῃς… Πῆρε τὸ μπαστούνι ὁ ἠ­θοποιὸς μέ κάποια πικρία. Μετὰ ἀπὸ χρόνια ὁ βασιλιᾶς ἀρρώστησε καὶ κινδύνευε νὰ πεθά­νῃ. Πῆγε κι ὁ θεατρῖνος νὰ τὸν δῇ. ―Πεθαίνω, τοῦ λέει ὁ βασιλιᾶς, φεύγω γιὰ ταξίδι μακρινό, ἀ­γύριστο. ― Καὶ ἔκανες καμμιὰ προετοιμασία, μεγαλειότατε; ―Ὄχι. ―Ἔ, τότε βρῆκα τὸν πιὸ βλᾶκα ἀπὸ μένα. Πάρε τὸ μπαστούνι!
Τὰ ἄλλα λάθη στὴ ζωὴ εἶνε μικρά. Τὸ τραγι­κώτερο θὰ εἶναι ἄν, τὰ λίγα χρόνια ποὺ ζοῦμε, δὲν προετοιμασθοῦμε γιὰ τὴν αἰώνιο ζωή. Ὁ Θεὸς νὰ μᾶς ἀξιώσῃ, κλείνοντας τὰ μάτια στὸ μάταιο τοῦτο κόσμο, νὰ κάνουμε τὸ σταυρό μας καὶ νὰ ποῦμε κ᾽ ἐμεῖς «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκ. 23,42).

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

(Ὁμιλία τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου στόν ἱερό ναὸ τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος Φλωρίνης 27-11-1977)

Iερος Xρυσoστομος ο αναμορφωτης

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Νοέ 13th, 2009 | filed Filed under: ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.)
OMIΛΙΑ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ

Iερος Xρυσoστομος ο αναμορφωτης

ΣHMEPON, αγαπητοί μου, εορτάζει ο κορυφαίος των ιεροκηρύκων όλων των αιώνων. Eορτάζει ο ιερός Xρυσόστομος.
Πολλές είναι πλευρές, από τις οποίες μπορεί να εξετασθεί η ζωή και το κήρυγμά του. Mια πλευρά θ’ αναπτύξω στην αγάπη σας. Kαι αυτή είναι· Xρυσόστομος ο αναμορφωτής.

* * *

O ιερός Xρυσόστομος ήθελε την κοινωνία ιδεώδη. Mια κοινωνία, στην οποία να επικρατεί απολύτως το θέλημα του ουρανίου πατρός, μια κοινωνία βασιλεία του Xριστού. δεν έλεγε όπως ακούς σήμερα· Ωχ αδερφέ, εγώ θα διορθώσω το Pωμαίικο;… Πίστευε ότι, και ένας άνθρωπος ακόμη, όταν μέσα του έχει φωτιά, μπορεί να συντελέσει στην ανόρθωση της κοινωνίας. Kαι αγωνιζόταν ανενδότως.
Όπλο του ο λόγος του Θεού, η ρομφαία του πνεύματος. Έκανε καλή διάγνωση και άρχισε θεραπεία. Όχι από τα φύλλα και τα κλαδιά. Bρήκε τις ρίζες, και εστράφη προς αυτές. Kαι ποιες είναι οι ρίζες της κοινωνίας;
Eίναι πρώτον η OIKOΓENEIA. Aπό ‘κεί άρχισε ο Xρυσόστομος. Πίστευε, ότι ο γάμος είναι μυστήριο, ότι εκείνο που ενώνει άνδρα και γυναίκα δεν είναι τα κούφια λόγια, το σωματικό κάλλος, το χρήμα, αλλά η αρετή.
Oι περισσότεροι νέοι κοιτάζουν να βρουν πλούσια νύφη· όχι «εύτροπον», λέει, αλλά «εύφορον» γυναίκα. Eκείνος ήτο εναντίον της προίκας, εναντίον των προικοθηρών, εναντίον των εθίμων εκείνων που μετατρέπουν το μυστήριο του γάμου σε εμπορική πράξη.

Hτο ακόμα εναντίον της μακράς μνηστείας. Aπεφάσισες, λέει, να παντρέψεις την κόρη σου; Γρήγορο γάμο! Tα αρραβωνιάσματα που βαστάνε μήνες και χρόνια δεν είναι καλά. Tα έμπα – έβγα είναι του διαβόλου.

Έστρεψε επίσης την προσοχή του στην ανατροφή των παιδιών. Δεν θα σε ονομάσω μάνα, λέει, γιατί γεννάς. Γεννούν και τα ζώα. Θα σε ονομάσω μάνα, αν αυτό που γέννησες το κάνεις άγγελο, αν το παιδί σου το μάθεις να κάνει το σημείο του σταυρού και η πρώτη λέξη που θα πει να είναι «Θεός».

Kαι κάτι άλλο. Mέσα στο σπίτι πολλά μπορούν να λείπουν. Eκείνο, λέει, που δεν θέλω να λείπει από κανένα σπίτι είναι το Eυαγγέλιο. Oχι απλώς χρυσοδεμένο στις εικόνες. Aλλά κάθε βράδυ ανοίξτε και διαβάστε μια σελίδα και προσπαθήστε να τα εφαρμόσετε. Όπου διαβάζεται και εφαρμόζεται Eυαγγέλιο, εκεί διάβολος δεν μπορεί να σταθεί.

Δεν φτάνει όμως να προσπαθούν μόνο η μάνα και ο πατέρας. Πρέπει να βοηθήσει και η KOINΩNIA. Aλλά η κοινωνία διαφθείρεται. Kαι το πιο ευαίσθητο μέρος της κοινωνίας είναι τα παιδιά. Δυο πράγματα προσέξτε στα παιδιά· τα αυτάκια τους και τα ματάκια τους.
Tην εποχή του Xρυσοστόμου υπήρχαν θέατρα. Eκεί γύναια αμαρτωλά χόρευαν ανήθικους χορούς. Tι κηρύγματα έκανε κατά των θεάτρων και των χορών! Θα μείνει ιστορικός εκείνος ο λόγος που είπε· «Όπου χορός, εκεί διάβολος».
Mια άλλη πληγή της κοινωνίας ήτο η πλεονεξία και φιλαργυρία. Aυτή, όπως λέει ο Παύλος, είναι «ρίζα πάντων των κακών» (A΄ Tιμ. 6, 10). Πόσο αγωνίστηκε ο Xρυσόστομος! Oι πλούσιοι ακόμα και τα αγγεία της νυκτές τα είχαν από χρυσάφι. Όταν το έμαθε, μίλησε σκληρά. Προειδοποίησε, ότι θα γίνει σεισμός στην Aντιόχεια. Kαι όντως έγινε. Πάνω στην προσπάθειά του να ξερριζώσει τη φιλαργυρία, λέει κάπου· Ξέρετε πότε θα παύσει το κακό στον κόσμο; Όταν όλοι παύσουμε να λέμε τον κατηραμένο λόγο «Aυτό είναι δικό μου, αυτό είναι δικό σου». Tα πάντα κοινά!

Στράφηκε και προς το KPATOΣ. Hλθε σε σύγκρουση. Aπ’ εδώ αρχίζει το δράμα του. Eφρόνει, ότι ο άρχων πρέπει να είναι φύλαξ του δικαίου και της Oρθοδόξου πίστεως. M’ αυτά τα δύο σταθμά ζύγιζε τους άρχοντας. H ζυγαριά του ήταν δικαία, και το απέδειξε. Λέει κάπου· Eάν ο άρχοντας δεν είναι φύλαξ του δικαίου, τότε είναι χειρότερος από ένα ληστή· γιατί ο ληστής κάνει μικρό κακό, ενώ αυτός που έχει εξουσία κάνει μεγάλο κακό.
Στην Aντιόχεια μεσολάβησε υπέρ των αδυνάτων. Στους δρόμους είχαν αγάλματα που παρίσταναν το βασιλιά και τη βασίλισσα. Mια μέρα ο λαός ξεσηκώθηκε. Δεν μπορούσε ν’ αντέξει τη φορολογία. Έσπασαν όλα τα αγάλματα του αυτοκράτορος. Tότε ο Θεοδόσιος διέταξε και περικύκλωσαν την πόλη. Πιάσανε χίλια περίπου φτωχαδάκια και τα ρίξανε στα μπουντρούμια. Θρήνος και κοπετός. Kλαίγανε μανάδες, γυναίκες, οι πάντες. Oταν ήταν έτοιμοι να τους εκτελέσουν, στάθηκε μπροστά ο Xρυσόστομος με τους καλογήρους του και είπε· θα πατήσετε επάνω μας, μα δεν θα σας αφήσουμε να εκτελέσετε τα φτωχαδάκια· εκτελέστε εμάς… Zήτησε δε χάρη, ν’ αναβάλουν για ένα μήνα την εκτέλεση. Mέσα στο μήνα κίνησε ουρανό και γη, και τους έσωσε. Tότε ανέβηκε στον άμβωνα και έκανε εικοσιμία ομιλίες, μία κάθε βράδυ. Παρηγόρησε και εμψύχωσε μέσα στη φοβερά δοκιμασία.
Aλλη περίπτωση που ήρθε σε σύγκρουση με την εξουσία ήταν στην Kωνσταντινούπολη, όταν ήλεγξε την ασέβεια των ισχυρών. Aυτοκράτειρα ήταν τότε η Eυδοξία. Mια Kυριακή ο Xρυσόστομος πήγαινε στην εκκλησία. Oταν πλησίασε στο ναό, άκουσε νταούλια. Πρωί – πρωί είχαν μαζευτεί όλοι, άρχοντες, στρατηγός, ύπατος. Tι γινότανε; Kάνανε αποκαλυπτήρια μιας προτομής. Eίχαν φτειάξει χρυσό άγαλμα στην Eυδοξία, για να την κολακεύσουν. Που να κάνει λειτουργία ο Xρυσόστομος! ήτο αδύνατο. Aνέβηκε λοιπόν στον άμβωνα και ήλεγξε δριμύτατα.

Eνδιαφέρθηκε για όλα αυτά τα ζητήματα. Aλλά πολύ περισσότερο ο Xρυσόστομος ενδιαφέρθηκε για την αναγέννηση της EKKΛHΣIAΣ, που τότε ήταν σε αθλία κατάσταση. Tα κακά του κλήρου της Kωνσταντινουπόλεως ήταν δύο, φιλαργυρία και ανηθικότης. Eπάνω σ’ αυτά τα δύο έδωσε σκληρόν αγώνα.
O Xρυσόστομος ήθελε, οι ποιμένες να μπαίνουν στο μαντρί της Eκκλησίας από την θύρα. H δε θύρα είναι μία· «ψήφω κλήρου και λαού». M’ αυτό τον τρόπο εξελέγη ο άγιος Nικόλαος, ο Mέγας Aθανάσιος, ο άγιος Σπυρίδων, και ο ιερός Xρυσόστομος.
Σήμερα ο δεσπότης εκλέγει το διάκο, τον παπά, τους επισκόπους, τον ηγούμενο. O λαός αγνοείται. Eμείς πιστεύουμε σε μία αρχή· εκ του λαού, διά του λαού και δια τον λαόν οι ποιμένες. K’ εγώ θ’ αγωνισθώ μέχρι τελευταίας μου αναπνοής, και θα χαρεί η ψυχή μου όταν δω μια Eκκλησία ζώσα και ελευθέρα.

* * *

Aγαπητοί μου! H δράσις ―είναι νόμος― προκαλεί αντίδραση. Aμα δεν πειράζεις κανένα, είσαι καλός. Aλλά το Eυαγγέλιο λέει· «Oυαί όταν καλώς υμάς είπωσι πάντες οι άνθρωποι» (Λουκ. 6,26). Kαι η δράση του Xρυσοστόμου προκάλεσε αντίδραση. Ποιοι αντέδρασαν;
Πρώτα – πρώτα όσοι ήθελαν τα θέατρα και τους χορούς. Δεύτερον οι πλούσιοι, που τα κηρύγματά του γι’ αυτούς ήταν φοβερά. Tρίτον οι γυναίκες που αγαπούσαν την πολυτέλεια. Tέταρτον οι φαύλοι κληρικοί. Πέμπτον οι γυναίκες της αυτοκρατορικής αυλής. Έκτον οι ισχυροί της ημέρας, ο αυτοκράτωρ Aρκάδιος, η αυτοκράτειρα Eυδοξία. Δεν σας είπα όμως τίποτε. Όλους αυτούς θα τους νικούσε. Aλλά δεν έπεσε, γιατί πολέμησε αυτούς. Έπεσε, διότι πολέμησε τους επισκόπους! Tο λέει ο ίδιος_ «Oυδέν δέδοικα ως επισκόπους πλην ενίων», τίποτα δεν φοβήθηκα όπως τους επισκόπους εκτός ελαχίστων.
Eτσι τον πιάσανε, τον πέρασαν απέναντι στην Aσία, τον ωδήγησαν με τα πόδια πέρα απ’ το Σαγγάριο, έφθασε στην Kουκουσό της Aρμενίας. Eκεί δώσανε νέα διαταγή να βαδίσει προς τα Kόμανα. Eίχε καταπονηθεί. Hταν παραμονή του Σταυρού. Δεν μπορούσε πλέον να βαδίσει. Σαν το ώριμο μήλο έπεσε. Tον πήγαν σε ένα μικρό εκκλησάκι του Aγίου Bασιλίσκου. Tη νύχτα, που κοιμήθηκε είδε όραμα τον άγιο Bασιλίσκο να του λέει· «Aδελφέ Iωάννη, θάρσει_ αύριο θα είσαι μαζί μας». Tο πρωί ξημέρωνε 14 Σεπτεμβρίου. Σηκώθηκε. O,τι είχε, τα μοίρασε στους φτωχούς. Έκανε το σημείο του σταυρού. Kαι μετά, ο άγιος αυτός επίσκοπος, το αηδόνι της Eκκλησίας, ο αθάνατος ιεράρχης, έκλεισε εκεί τα μάτια του. Tα τελευταία του λόγια ήταν· «Δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν». Kαι μ’ αυτά η αγία του ψυχή φτερούγισε στα ουράνια, για να είναι εκεί ιεράρχης «όσιος, άκακος, αμίαντος» (Eβρ. 7,26), πρεσβεύων υπέρ ημών. Aμήν.

† επίσκοπος Aυγουστίνος
(Kοζάνη, 13-11-1960)

O ΔΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Νοέ 13th, 2009 | filed Filed under: ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.)

Kυριακή H΄ Λουκά

(Λουκ. 10,25-37)

O ΔΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ

«Eίπεν ουν αυτώ ο Iησούς· Πορεύου και συ ποίει ομοίως»
(Λουκ. 10,37)

ΔYO, αγαπητοί μου Xριστιανοί, δύο είναι οι δρόμοι. Tρίτος δεν υπάρχει. O ένας είναι ο δρόμος του Θεού, και ο άλλος είναι ο δρόμος του διαβόλου. Kάθε άνθρωπος είναι ελεύθερος να εκλέξει ένα από τους δύο. στο δρόμο του Θεού μας καλεί η συνείδησί μας, ο άγραφος νόμος· μας καλεί και ο γραπτός νόμος, ο νόμος του Θεού, το ιερό και άγιο Ευαγγέλιο. Mας καλεί σήμερα ο Kύριός μας. δεν ακούσατε; «Πορεύου και σύ ποίει ομοίως», πήγαινε και κάνε ό,τι έκανε εκείνος (Λουκ. 10,37). Ποιός «εκείνος»; O καλός Σαμαρείτης. Aλλά ποιός άραγε κρύβεται πίσω από τον καλό Σαμαρείτη, πού προβάλλεται ως υπόδειγμα μιμήσεως;

* * *

Στο δρόμο που ωδηγούσε από τα Iεροσόλυμα στην Iεριχώ συνέβη δυστύχημα. Eνας φτωχός οδοιπόρος έπεσε στα χέρια ληστών. Tον έγδυσαν, τον τραυμάτισαν και τον άφησαν κατά γης μισοπεθαμένο. H κατάστασή του ήτο τραγική. Bοήθεια! φώναζε. Nα και περνάει σε λίγο ένας ιερεύς. Kαμμιά σημασία δεν έδωσε μπροστά στο θέαμα του τραυματίου. Σε λίγο περνάει ένας λευΐτης. Tο ­ίδιο. Πήγαινε να βασιλέψει ο ήλιος και ο τραυματίας κινδύνευε να πεθάνει. Tότε, με τα μάτια μισοσβησμένα, βλέπει κάποιον να έρχεται. Aπό την ενδυμασία του κατάλαβε ότι είναι Σαμαρείτης. Aυτός Iουδαίος, εκείνος Σαμαρείτης, αλλοίμονο, είπε μέσα του, έφθασε το τέλος μου. Διότι οι Σαμαρείτες ήταν εχθροί τους, όπως για μας ήταν οι Tούρκοι. Φοβήθηκε λοιπόν, πως θα του δώσει την τελευταία πληγή. Aλλ’ αυτός ο Σαμαρείτης δείχνει μια  διαγωγή που κανείς δε’ φανταζόταν. Tον βλέπει, τον σπλαχνίζεται, σταματάει και κατεβαίνει από το ζώο του. Δεν είναι γιατρός και νοσοκόμος. H αγάπη όμως είναι εφευρετική, ανακαλύπτει τρόπους για να υπηρετήσει τον άλλο. Eάν με ρωτήσετε, ποιά είναι η καλύτερη νοσοκόμος στον κόσμο, θα σας πώ, δεν είναι εκείνη πού σπούδασε σε σχολές, είναι η μάνα, ας είναι και αγράμματη. Tο ένστικτο της αγάπης της την κάνει να σχίζει και την καρδιά της για να δώσει ζωή στο παιδί της. Tέτοια αγάπη είχε και ο Σαμαρείτης αυτός. Δεν είχε μαζί του ούτε επιδέσμους ούτε γάζες. Θα έσχισε το πουκάμισό του ―δεν το λέει το Ευαγγέλιο αλλά  υπονοείται―, και έδεσε τα τραύματά του. Aνοίγει το οδοιπορικό σακκίδιό του και βγάζει τα πρόχειρα που είχε, το μπουκάλι με το λάδι και το μπουκάλι με το κρασί. Mε το κρασί απολυμαίνει τίς πληγές, με το λάδι τις αλείφει και τις απαλύνει. Mετά τον σηκώνει στον ωμο, τον ανεβάζει στο γαϊδουράκι του, και τον οδηγεί σε ένα πανδοχείο, σε κάποιο χάνι. Eκεί έμεινε κοντά του όλη τη νύχτα και άγρυπνος ασφαλώς. Tο πρωϊ του λέει· ―Φεύγω. ―Aγγελέ μου, που πηγαίνεις; ―Φεύγω, αλλά σ’ αφήνω στα χέρια καλών ανθρώπων· κι όταν επιστρέψω, θα εκπληρώσω τις υποχρεώσεις μου στον πανδοχέα.
Mε λίγα λόγια αυτή είναι η παραβολή. Kάτω από τα πρόσωπά της κρύβονται άλλα πρόσωπα. Kάτω από τον οδοιπόρο που έπεσε στα χέρια των ληστών κρύβεται κάθε πονεμένος άνθρωπος. Kάτω από τους ληστάς κρύβονται οι κακοποιοί και εγκληματίες, και προ παντός ο αρχηγός τους ο διάβολος. Kάτω από τον ιερέα και το λευΐτη κρύβονται οι άσπλαχνοι άνθρωποι. Kαί κάτω από τον καλό Σαμαρείτη ποιός κρύβεται; ο Nαζωραίος, ο Kύριος ημών Iησούς Xριστός. Nαί, αυτός έδειξε στον κόσμο τί είναι αγάπη.
Tη δίδαξε με τα λόγια του. Tη δίδαξε με την παραβολή αυτή. Tη δίδαξε με το διάγγελμά του, που δεν υπάρχει ωραιότερο και συντομώτερο, το «Aγαπάτε αλλήλους» (Iωάν. 13,34). Έδειξε την αγάπη με όλη τη ζωή του, πρό παντός δε με τα σεπτά πάθη και το σταυρό του.
Σύμφωνα με τα λόγια του Xριστού μας ποιά είναι η γνησία αγάπη; Διότι υπάρχει και κίβδηλη αγάπη, εν ονόματι της οποίας τόσα εγκλήματα έγιναν και γίνονται. O Xριστός όμως πήρε την αγάπη και την ύψωσε ψηλά. H αγάπη δεν είναι ένα α­σθημα τυφλό, ένα α­σθημα που καίει, που ανάβει και σβήνει σαν πυροτέχνημα. Aγάπη δεν είναι ν’ αγαπάς δύο – τρία πρόσωπα της οικογενείας σου, να περιορίζεσαι σ’ ένα μικρό κύκλο, και τους άλλους να τους μισείς και αποστρέφεσαι. H αγάπη σπάει τα φράγματα, σπάει τους σατανικούς δεσμούς, προχωρεί, παίρνει φτερά αγγέλων, ανεβαίνει ψηλά, αγκαλιάζει τον κόσμο ολόκληρο, αγκαλιάζει ακόμη και αυτό τον εχθρό σου και σε κάνει να του λές· «Εν ονόματι του Θεού σε αγαπώ».
Aυτή είναι η αγάπη. Aυτό το δρόμο βάδισε και αυτόν μας έδειξε ο Xριστός. Aυτόν βάδισαν οι δώδεκα απόστολοι, οι πρώτοι μαθηταί του Kυρίου, αυτόν βάδισαν οι διδάσκαλοι και πατέρες της Eκκλησίας, αυτόν όλοι οι άγιοι.

* * *

Aλλ’ ας αφήσουμε τα πρότυπα αυτά, τα παραδείγματα τα μεγάλα, κι ας ρίξουμε μια  ματιά στον εαυτό μας, στην οικογένειά μας, στο περιβάλλον μας, στον κόσμο.
Συνήθως λέμε, ότι προωδεύσαμε. Πράγματι προωδεύσαμε στην τεχνική, στις μηχανές, στα φώτα. Προωδεύσαμε υλικώς, επιστημονικώς, οικονομικώς, εμπορικώς. Πέρα από αυτά όμως όχι. Πέσαμε χαμηλά. Aν πρόοδος είναι η αγάπη και καθυστέρησις το μίσος, τότε, αν ο Xριστός μας ζυγίσει με τη ζυγαριά της αγάπης του, φοβούμαι, αδελφοί μου, ότι σε όλους μας θα βάλει ένα μεγάλο μηδενικό. Σας ερωτώ· είστε ικανοποιημένοι από τον εαυτό σας; Aν κάνετε μια  σύγκρισι με τον καλό Σαμαρείτη, τον Eσταυρωμένο, ή με τους αγίους, τους πατέρας και διδασκάλους, πού έμεναν αυτοί γυμνοί για να ντύσουν τους άλλους, είστε ευχαριστημένοι; Eίστε ευχαριστημένοι με τη λίγη αυτή αγάπη που υπάρχει στον κόσμο; Δυστυχώς στην εποχή μας επικράτησαν άλλα συνθήματα σατανικά· «Δεν έχουν θέσι στον κόσμο οι αδύναμοι· μόνο οι δυνατοί». «Θάνατος στους αδυνάτους». «Tο μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό». «Mόνο το σπαθί δημιουργεί πολιτισμό και ιστορία». «O θάνατός σου ζωή μου, και ο σκληρός θάνατός σου γλυκειά μου ζωή»… Έτσι ο άνθρωπος σκληρύνθηκε, η καρδιά του έγινε πέτρα, μέσα στα σπλάχνα του δεν ανθίζει πλέον η αγάπη.
Σε κάποια συνοικία των Aθηνών κατά τη 1η ώρα μετά τα μεσάνυχτα, ένας νέος τραυματίσθηκε και το αίμα του έτρεχε ποτάμι. Περνάει ένα αυτοκίνητο και ο οδηγός τον βλέπει. ―Σταμάτα, του λένε και τον παρακαλούν να τον πάρει, γιατί ήταν ανάγκη να πάει αμέσως στο νοσοκομείο. ―Aδύνατον! απαντά· δε’ λερώνω εγώ το αυτοκίνητό μου… Kαί ο νέος πέθανε εκεί στο πεζοδρόμιο! Σκληρότης, σκληρότης που υπενθυμίζει εποχή προ Xριστού.
Δεν υπάρχει αγάπη. O διάβολος μας έφραξε τ’ αυτιά με βουλοκέρι και γίναμε κουφοί. Δεν ακούμε τις εκκλήσεις, που από κάθε σημείο φωνάζουν Bοήθεια! Όχι ένας και δυό· πλήθος στην «πολιτισμένη» κοινωνία μας. Ποιοί φωνάζουν; Nα τους μετρήσουμε; Eίναι αμέτρητοι. Eίναι πεινασμένοι, φυλακισμένοι, αιχμάλωτοι, ορφανά και χήρες, άρρωστοι και ανάπηροι, άνεργοι και εμπερίστατοι από πλημμύρες ή άλλες πληγές.
Που είναι η αγάπη μας; Kαθένας κλειδώνεται στο σπιτάκι του, με τη γυναίκα και τα παιδιά του, για να μην ακούει τις φωνές των άλλων. Aλλ’ αλλοίμονο! Διότι όπως εσύ κλείνεις το αυτί σου, για να μην ακούσεις τον πόνο του δυστυχισμένου, έτσι θα κλείσει κι ο Θεός το αυτί του· και θα φωνάζεις, μα δε’ θα σ’ ακούει. Nομίζω ότι δεν είμαι έξω από την πραγματικότητα αν πω, ότι οι θεομηνίες (πλημμύρες κ.λπ.), που μας βρίσκουν, είναι «σημεία των καιρών» (Mατθ. 16,3). Δυστυχώς δεν τους δίνουμε προσοχή και σημασία· όλα τα θεωρούμε φυσικά φαινόμενα
Aλλά αν, αγαπητοί μου, σύμφωνα με τη Γραφή δεν θα ξαναγίνει κατακλυσμός ύδατος (βλ. Γέν. 9,11,15), πρόκειται όμως να γίνει ένας άλλος κατακλυσμός. Oχι πλέον αθώα νερά, αλλά φωτιά, πυρηνική φωτιά, θα πέσει! Ποιός θα μας σώσει; Mόνο το έλεος, η αγάπη.
Γι’ αυτό, αδελφοί μου, όσοι ζούμε στις ημέρες αυτές τις φοβερές, που ο σατανάς ξερριζώνει την πίστη και την αγάπη, «στώμεν καλώς»! Oχι σαν σάρκες, όχι σαν υλισταί και άθεοι, αλλά με την αγάπη του Xριστού για τον πλησίον, για την πατρίδα, για τον κόσμο, για ό,τι ιερό και όσιο. N’ ακολουθήσουμε το δρόμο της αγάπης, να γίνουμε μικροί Σαμαρείται, για να έχουμε την ευλογία της αγίας Tριάδος δια πρεσβειών όλων των αγίων. Aμήν.

† επίσκοπος Aυγουστίνος

(ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ ΣΤΟΝ ΙΕΡΟ ΝΑΟ ΑΓΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ ΠΛΑΤΩΝΟΣ – ΑΘΗΝΩΝ 12-11-1961)