Αυγουστίνος Καντιώτης



Archive for the ‘ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ’ Category

ΑΡΧΙΣΤΡΑΤΗΓΟΣ ΜΑΣ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Φεβ 19th, 2012 | filed Filed under: ΓΡΑΠΤ ΚΗΡΥΓΜ. ΚΑΤΟΧΗΣ, ΜΙΑ ΖΩΝΤΑΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ 1ο, ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ

«ΕΣΤΙΑ» Αριθμ. φύλλ. 13

ΑΡΧΙΣΤΡΑΤΗΓΟΣ ΜΑΣ

«Χαίρε, δι’ ής εγείρονται τρόπαια
χαίρε, δι’ ής εχθροί καταπίπτουσιν»

626 μ. Χ. Η Κωνσταντινούπολις, η πρωτεύουσα της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, εδοκιμάζετο σκληρώς. Ο Ηράκλειος, ο γενναιότατος αυτοκράτορ, απουσίαζε. Με όλον τον στρατόν του ευρίσκετο προς τα ανατολικά σύνορα της αυτοκρατορίας, αγωνιζόμενος να συντρίψει τον Χοσρόην, τον αγέροχον εκείνον βασιλέα της Περσίας, τον διάδοχον του Ξέρξου κατά το μίσος προς τον Ελληνισμόν, όστις εκαυχάτο ότι δεν θα καταθέσει τα όπλα παρά μόνον όταν και ο τελευταίος Χριστιανός αρνηθή τον εσταυρωμένον. Αλλ’ ενώ ο στρατός εμάχετο και συνέτριβε την αντίχριστον δύναμιν του Χοσρόου, Χοσρόη συμμαχή μετά των Αράβων, άλλου εχθρού του Βυζαντίου. Αι στρατιαί των προχωρούν, και ιδού η πόλις ευρίσκεται πολιορκιμένη από ξηράς και θαλάσσης. Φρουρά της πόλεως ήτο ελάχιστη. Τα τρόφημα είχον εκλείψει. Οι κάτοικοι, βλέποντες την μυρμηγκιάν των εχθρών, ήρχισαν να δειλούν. Το ηθικόν κατέπιπτεν. Εις την κρισημοτάτην εκείνην στιγμήν, καθ’ ήν εκρίνετο η τύχη όχι μόνον της πόλεως, αλλά και του πολιτισμού της ανθρωπότητος, η χριστιανική πίστις εθαυματούργησεν.
Ο πατριάρχης Σέργιος, κρατών την εικόνα της Παναγίας, προτρέπει τον λαόν εις αντίστασιν. Αναπτερώνει τα αισθήματα, εγκαρδιώνει τους ανάνδρους, εξοπλίζει ψυχικώς τον λαόν, και η φρουρά επί των τειχών της πόλεως αμύνεται. Και ενώ αι χείρες των γενναίων υπερασπιστών της πόλεως εκράτουν τα όπλα, αι καρδίαι όλων προσηύχοντο και ανέμενον την βοήθειαν της Παναγίας, την προστασίαν του Θεού.
Και η βοήθεια ήλθε, και το θαύμα έγινεν. Εις την θάλασσαν του Βοσπόρου, καθώς περιγράφουν οι ιστορικοί της εποχής, εγείρεται πρωτοφανής καταιγίς. Τεράστια κύμματα χτυπούν τον εχθρικόν στόλον, η θάλασσα ολοέν εξογκόνεται, μαίνεται, και καταπίνει κατά χιλιάδας τα πλοία των εχθρών. Η Παναγία έκανε το θαύμα της. Εβύθισε τον στόλον και ηλευθέρωσε την πόλιν. Από τότε ανεκηρύχθη η Αρχιστράτηγος και εις όλην την πόλιν ηκούετο ο θούριος « Τη Υπερμάχω Στρατηγώ…».
Έκτοτε επέρασα 1.300 και πλέον έτη. Και ενώ κατά το διάστημα τούτο ο Ελληνικός λαός έμαθε και απέμαθε χιλιάδας άσματα σχετικά με διάφορα γεγονότα της κοσμικής ζωής του, εν τούτοις ο Ακάθιστος ύμνος δεν ελησμονήθη. Και εις την Πόλιν, και εις τας Αθήνας, και εις την Κύπρον, και εις το όρος Σινά, και όπου υπάρχει εκκλησία ελληνική, κάθε Παρασκευήν της Μ. Τεσαρακοστής οι Χριστιανοί Έλληνες ψάλλουν τον θεσπέσιον ύμνον και εκφράζουν την βαθείαν ευγνωμοσύνην προς την Παναγίαν, την Αρχιστράτηγον του Γένους μας.
Και δόξα τω Θεώ, ζει εις την ψυχήν της Ελλάδος η πίστις αυτή. Διότι όχι μόνον τω καιρώ εκείνω, το 626, αλλά και επί των ημερών μας ο χριστιανικός λαός της Ελλάδος εθαυματούργησε με την βαθείαν πίστιν εις τον Θεόν.
Ήτο η 28η Οκτωβρίου 1940. Τότε ένας νεότερος Χοσρόης, όχι πλέον εξ Ανατολών αλλά εξ Δυσμών, ώρμα με μίσος άσπονδον κατά της Ελλάδος, με την απόφασιν να την εξαλείψη δια παντός από τον χάρτην της Ευρώπης. Αλλ’ οι Έλληνες δεν επτοήθησαν. Με την πίστιν, ότι η Παναγία είνε μαζί των και ότι θα τιμωρήσει τον ασεβή, όστις εμίανε την εορτήν της, η Ελλάς ημύνθη. Κάθε στρατιώτης είχε εις το στήθος του την εικόνα της Παναγίας. Πολλοί αξιωματικοί και στρατιώται την είδον – δεν είνε ψεύδος, είνε αλήθεια – να περιπατή επάνω εις τα χιονισμένα βουνά της Αλβανίας και να δίδη νίκας εις τον στρατόν μας, νίκας που έκανα τον κόσμον να απορή, να θαυμάζη και να διερωτάται. Τι είνε επί τέλους αυτοί οι Έλληνες!
Είνε λοιπόν, η Παναγία η Αρχιστράτηγός μας. Δια τούτο και κατά την εθνικήν μας εορτήν της 25ης Μαρτίου ολόκληρος ο λαός των Αθηνών και του Πειραιώς, ως μια ανθρωποθάλασσα προσκυνητών, υπεδέχθη πανδήμως με βαθυτάτην κατάνυξιν την εικόνα της Μεγαλόχαρης της Τήνου. Και όλοι έψαλαν. «Τη Υπερμάχω Στρατηγώ τα νικητήρια».
Και η Ελλάς με την πάνδημον αυτήν υποδοχήν, κατά το πρώτον αυτό έτος της απελευθερώσεώς μας από τους κατακτητάς, εκφράζει χαρακτηριστικώς την απόφασίν της, ότι η νέα ζωή του έθνους πρέπει να θεμελιωθή επάνω εις την χριστιανικήν μας πίστιν.
Ναι! Δια της πίστεως εις τον Χριστόν έζησεν η Ελλάς και εθαυματούργησεν εις το παρελθόν. Δια της πίστεως αυτής θα ζήσωμεν. Χωρίς την χριστιανικήν πίστιν θα καταπέσωμεν, έστω και εάν τα έχωμεν όλα διωργανωμένα. Χωρίς πίστιν θα ήμεθα σώμα χωρίς νεύρα, χωρίς ψυχήν. Διότι ψυχή της Ελλάδος μας πρέπη να γίνει ο Χριστός, η πίστις εις Αυτόν, η οποία πρέπει να εκδηλωθεί εις την καθημερινήν μας ζωήν. Ας ακούσωμεν όλοι τι γράφει επι του σπουδαιοτάτου τούτου ζητήματος ο εθνικός μας ιστορικός Κ. Παπαρηγόπουλος. «Ουδέποτε έθνος ηυδαιμόνησε και εμεγαλούργησεν εν τω κόσμω τούτω άνευ ισχυρών ηθικών ελατηρίων. ΕΝ ΔΕ ΤΩΝ ΕΛΑΤΗΡΙΩΝ ΤΟΥΤΩΝ, ΚΑΙ ΤΟ ΙΣΧΥΡΟΤΑΤΟΝ ΠΑΝΤΩΝ, ΕΙΝΕ Η ΘΡΗΣΚΕΙΑ. Όλοι οι άλλοι ηθικοί των εθνών μοχλοί, φιλοπατρία, φιλοτιμία, φιλοδοξία, παιδεία, ισονομία, και ει τις άλλος, ηνωμένοι ομού, δεν δυνηθώσι ν’ αναπληρώσωση την έλλειψιν της θρησκείας… Τα έθνη λοιπόν δεν ακμάζουσι και δεν μεγαλουργούσιν ειμή δια της Θρησκείας, ήτις στήνει τον θρόνον αυτής εν μέση κοινωνία και εν μέσοις στρατοπέδοις, ίνα διδάξη τον λαόν το «ΧΡΙΣΤΟΣ ΠΟΛΙΤΕΥΕΣΘΑΙ ΚΑΙ ΤΟ ΓΕΝΝΑΙΩΣ ΘΡΗΣΚΕΙΝ».
Αυτή είνε η φωνή της Ιστορίας. Θα είμεθα εγκληματικώς ανόητοι εάν την περιφρονήσωμεν, απείρως όμως ευτυχείς εάν όλοι την ακούσωμεν τώρα εις την αρχήν του νέου εθνικού μας βίου.

(Γραπτο κήρυγμα της Κατοχής του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου στην Κοζάνη, ανεδημοσιεύθη εις την «Σπίθα» φ. 573/Απρ. 2000, σελ. 1)

ΘΕΙΟΝ ΚΗΡΥΓΜΑ

Σήμερον ημέραν Παρασκευήν, κατά την ακλουθείαν του Ακαθίστου Ύμνου θα ομιλήσει εις τον Ι. Ναόν του ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ο ιεροκήρυξ αρχιμ. Αυγουστίνος Ν. Καντιώτης. Επίσης ο ίδιος θα ομιλήση εις τον ίδιον Ναόν κατά την Θείαν Λειτουργίαν της προσεχούς Κυριακής 1 Απριλίου.

(«ΜΙΑ ΖΩΝΤΑΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ, ο π. Αυγουστίνος Καντιώτης στην Κοζάνη» Νο1,

μέρος β΄, σελ. 175-178, Κοζάνη 2003, Ανδρονίκης Π. Καπλάνογλου)


ΤΟ ΣΥΜΒΟΛΟ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Ιαν 14th, 2012 | filed Filed under: ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ, ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.)

ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ MHΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ
  ΑΧΛΑΔΑ 1-3- 1970  

ΤΟ  ΣΥΜΒΟΛΟ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ

Ποιό εἶνε τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως μας, ποὺ θὰ τὸ ἀκούσουμε σὲ λίγο στὴν θεία Λειτουργία;
 Γιὰ νὰ ρωτήσουμε ἕνα ἀπὸ τὰ παιδιά, ποὺ βρίσκονται ἐδῶ καὶ πᾶνε σχολεῖο; Πές μου ἐσύ; Πῶς σὲ λένε; ….
 Ὁ Θωμᾶς λέει, ὅτι τὸ Σύμβολο εἶνε τὸ Πιστεύω.
 Τί θὰ πῆ Σύμβολο καὶ γιατί αὐτὸ τὸ Σύμβολο λέγεται Πιστεύω;
Σύμβολο θὰ πῆ, κάτι τὸ ὁποῖο  μᾶς διακρίνει. Εἶνε σὰν τὴν σημαία. Ὃπως τὰ διάφορα ἒθνη ἒχουν τὶς σημαῖες τους καὶ ἐμεῖς ἒχουμε τὴν δική μας σημαία.
Ἡ Σερβία ἒχει τὴν δική της σημαία. Ἡ Βουλγαρία ἒχει τὴν δική της σημαία. Ἡ Τουρκία ἒχει τὴν δική της σημαία.
Ὃπως λοιπὸν ὅταν βλέπουμε τὴν σημαία ξέρουμε σὲ ποιὸ ἒθνος ἀνήκουν οἱ ἂνθρωποι, ἒτσι καὶ ἐμεῖς ἒχουμε τὴν σημαία μας.
Ἡ Σημαία μας, ποὺ εἶνε ἡ ὡραιότερη σημαία τοῦ κόσμου, ποὺ εἶνε τιμή καὶ δόξα μας, εἶνε τὸ «Πιστεύω».
Τὸ «Πιστεύω» εἶνε ἡ σημαία τῶν χριστιανῶν.
Χριστιανοὶ εἶνε καὶ οἱ φράγκοι. Χριστιανοὶ εἶνε καὶ οἱ Γάλλοι. Χριστιανοὶ εἶνε καὶ οἱ Γερμανοί. Χριστιανοὶ εἶνε καὶ οἱ Ἂγγλοι. Χριστιανοὶ εἶνε καὶ οἱ Ἀμερικάνοι. Ἀλλὰ τὸ «Πιστεύω» εἶνε ἡ Σημαία τῶν Ὀρθοδόξων χριστιανῶν.
Μὲ τὸ «Πιστεύω» ξεχωρίζουμε ἀπ᾿ὅλα τὰ ἒθνη καὶ ἀπ᾿ὅλα τὰ δόγματα. Εἲμεθα χριστιανοὶ Ὀρθόδοξοι καὶ δὲν παρεκλίνουμε καὶ  δὲν παραλλάζουμε οὒτε ἕνα γιῶτα (ι) ἀπὸ τὴν γραμμὴ ποὺ χάραξε ὁ Χριστὸς καὶ οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, μὲ τὶς Οἰκουμενικὲς Συνόδους.
 Τί λέμε στὸ «Πιστεύω»; Τί ὁμολογοῦμε;
Πρῶτα- πρῶτα λέμε τὴν λέξι Πιστεύω. Τί θὰ πῆ πιστεύω; Θὰ πῆ παραδέχομαι. Ὃποιος δὲν πιστεύει εἶνε ἀνάξιος νὰ ζῆ στὸν κόσμο αὐτό.
Καὶ τί πρέπει νὰ πιστεύωμε;  «Εἰς Ἓναν Θεὸ, Πατέρα Παντοκράτορα». Ὃτι δηλαδὴ ὑπάρχει Θεός.  Αὐτὸ εἶνε τὸ πρῶτο. Τὸ ἐπιβάλλει ἡ λογική μας. Γιατὶ κανεὶς ἀπὸ σᾶς χριστιανοὶ μου δὲν μπορεῖ νὰ παραδεχθῆ ὅτι τὸ σπίτι ποὺ κάθεται ἒτσι φύτρωσε. Ἒτσι ἀπὸ μόνο του ἐμφανίστηκε. Μαζεύτηκαν μιὰ μέρα μόνα τους ὅλα τὰ ὑλικά, οἱ πέτρες, τὰ σανίδια, τὰ τσιμέντα, οἱ πόρτες, τὰ τσάμια καὶ τοποθετήθηκαν μόνα τους στὴν θέση τους καὶ ἒγινε τὸ σπίτι. Ἀνόητο δὲν εἶνε αὐτό;
Κάθε σπίτι κάποιος τεχνίτης τὸ κάνει. Καὶ τὸ ὡρολόγι ποὺ φορᾶτε κάποιος τὸ ἒκανε, γιατὶ δὲν φυτρώνουν στὰ χωράφια τ᾿ὡρολόγια. Τὸ ροῦχο ποὺ φορᾶτε κάποιος τὸ ἒραψε. Τὸ ἀμάξι ποὺ τρέχει στοὺς δρόμους καὶ τὸ ἀεροπλάνο ποὺ πετᾶ στὰ ὓψη καὶ ὁ πύραυλος ποὺ διασχίζει τοὺς αἰθέρας κάποιος τὰ κατασκεύασε. Δὲν φύτρωσαν μόνα τους.
Ἀλλὰ τί εἶνε τὰ σπίτια; Τί εἶνε τὰ ὡρολόγια, τὰ ἀεροπλάνα, τ᾿ἀμάξια, οἱ πύραυλοι καὶ τὰ μηχανήματα ποὺ θαυμάζετε;
Ἂν ἒρθει κάποιος καὶ σᾶς πεῖ, τὸ αὐτοκίνητο σας ἒτσι φύτρωσε, θὰ τὸν πᾶτε στὸ φρενοκομεῖο. Ἀλλὰ τ᾿ἂστρα αὐτὰ ποὺ εἶνε ἑκατομμύρια τῶν ἑκατομμυρίων, τὸ φεγγάρι, τὸν ἢλιο τὴν γῆ, τὸν ἂνθρωπο, ποιός τὰ ἒκανε;Ἒτσι φύτρωσαν; Μιὰ εἶνε ἡ ἀπάντησι, ὁ Θεὸς τὰ ἒκανε.
Πίστευε λοιπὸν ὅτι ὑπάρχει Θεός καὶ εἶνε Δημιουργὸς καὶ κυβερνήτης τοῦ Σύμπαντος. Αὐτὸ εἶνε τὸ πρῶτο ποὺ κηρύττωμε στὸ Σύμβουλο τῆς Πίστεως.
Καὶ τὸ δεύτερο ποὺ ὁμολογοῦμε εἶνε, ὅτι ἐμεῖς δὲν πιστεύομε στὸν Ἀλλάχ τῶν Τούρκων, οὐτε στὸν Βούδα τῶν Ἰνδῶν καὶ οὒτε στοὺς ἂλλους ψεύτικους θεοὺς τῶν ἂλλων θρησκευμάτων, ἀλλὰ πιστεύομε εἰς τὸν ἕνα καὶ  Ἀληθινὸ Θεό, ποὺ εἶνε ὁ Πατήρ ὁ Υἰὸς καὶ τὸ Ἃγιο Πνεῦμα.
Ἢλιγγος σὲ πιάνει. Ποιός ἂνθρωπος, ποιός ἐπιστήμων θὰ μπορέση ποτὲ νὰ μπῆ στὸ Μυστήριο αὐτὸ τῆς Ἁγίας Τριάδος; Ἓνα=Τρία.
Δὲν τὸ παραδέχεται ἡ σκέψη τοῦ ἀνθρώπου. Ἀλλὰ ἐν τούτοις εἶνε γεγονὸς ὅτι ὁ Πατήρ, ὁ Υἱὸς καὶ τὸ Ἃγιο Πνεῦμα εἶνε ἡ Ἁγία Τριάδα, εἶνε ὁ Ἓνας καὶ Ἀληθινὸς Θεός.
Δὲν μποροῦμε νὰ τὸ καταλάβουμε αὐτὸ μὲ τὸ μυαλό μας. Ἀλλὰ πῶς νὰ καταλάβουμε τὸ μέγα μυστήριο τῆς Ἁγία Τριάδος, τὴν στιγμὴ κατὰ τὴν ὁποία δὲν μποροῦμε νὰ ἐξηγήσουμε ἁπλὰ πράγματα ποὺ βλέπουμε στὸν κόσμο.
Ἓνας ἐπιστήμονας σπούδαζε τὸ μυρμήγκι δέκα χρόνια καὶ ἕνας ἂλλος πῆρε τὴν μέλισσα καὶ σ᾿ὅλη τὴν ζωή του 50, 60 χρόνια τὴν ἐξέταζε, γιὰ νὰ δῆ, πὼς εἶνε ἡ μέλισσα καὶ μετὰ εἶπε: Μυστήριο πράγμα, δὲν μπορῶ νὰ ἐξηγήσω, πῶς αὐτὸ τὸ μικρὸ ζωϊφιο κάνει τὸ μέλι!
Ἂν λοιπὸν δὲν μποροῦμε νὰ καταλάβουμε ἕνα μυρμηγκάκι καὶ μιὰ μέλισσα, πόσο μάλλον θὰ καταλάβομε τὸν Θεό.
Τὸ μυαλὸ τοῦ ἀνθρώπου εἶνε πολὺ μικρό, γιὰ νὰ χωρέση τὸ Μυστήριο τῆς Θεότητος.
Τί πρέπει νὰ κάνουμε; Ὃταν ἀκοῦμε τὸ Ὃνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος, νὰ σκίβουμε τὸ κεφάλι μας καὶ μὲ εὐλάβεια νὰ λέμε: Ἁγία Τριὰς σῶσον τὸν κόσμο σου καὶ ἐμένα τὸ ἁμαρτωλό.
Πιστεύω ὁμολογοῦμε ἀκόμη ὅτι ὁ ἂνθρωπος ἁμάρτησε πολὺ. Καὶ θὰ ἒπρεπε ν᾿ἀνοίξη ἡ γῆ γιὰ νὰ μᾶς καταπιῆ. Καὶ θὰ ἒπρεπε τ᾿ἂστρα νὰ γίνουν ἀστροπελέκια καὶ νὰ πέσουν στὰ κεφάλια μας. Καὶ ὅμως ὁ Θεὸς ὂχι μόνο δὲν μᾶς κατέστρεψε ἀλλὰ ἒστειλε στὸν κόσμο τὸν Υἱόν του τὸν Μονογενή. Ἦρθε ὁ ἲδιος κάτω στὴν γῆ. Γεννήθηκε ἐκ Παρθένου Μαρίας, ἐβαπτίσθη εἰς  τὸν Ἰορδάνη ποταμό. Ἐπέρασε τὴν ἒρημο ὑπέφερε, ἐσταυρώθη, Ἀνεστήθη καὶ ἀνελήφθη στὰ οὐράνια. Καὶ κάτι ἂλλο λέμε στὸ «Πιστεύω». Ἂς μὴ πιστεύουν οἱ ἂπιστοι καὶ ἂθεοι. Ἂς μὴ πιστεύουν οἱ ἂνθρωποι τοῦ σκοταδιοῦ. Τὸ λέμε στὸ «Πιστεύω». «Καὶ πάλιν ἐρχόμενον μετὰ δόξης, κρίνε ζώντας καὶ νεκρούς, οὗ τῆς βασιλείας οὐκ ἒσται τέλος.
Ὁ Χριστὸς ποὺ ἦρθε στὸν κόσμο καὶ τὰ ἃγια του πόδια πάτησαν στὴν γῆ, ὁ Χριστὸς ποὺ ἐβαπτίσθη μέσα στὰ νερὰ τοῦ Ἰορδάνου ποταμοῦ, ποὺ ἒφαγε καὶ συνανεστράφη μὲ τοὺς ἀνθρώπους, ὁ Χριστὸς ποὺ Ἐσταυρώθη καὶ ὑπέφερε γιὰ τὴν δική μας σωτηρία, τόσα καὶ τόσα στὸν κόσμο, ὁ Χριστὸς ποὺ ἦρθε σὰν ἂσημος ἂνθρωπος στὴ γῆ, θὰ ξαναέλθη πάλι, ναὶ θὰ ξανάρθη. «Καὶ πάλιν ἐρχόμενον μετὰ δόξης κρίναι ζῶντας καὶ νεκροὺς». Τὸ λέμε στὸ Πιστεύω τὸ διακηρύττει ὁ ἲδιος ὁ Χριστός, στὸ Εὐαγγέλιο τῆς Κρίσεως.
Πῶς θὰ ξανάρθη; Μᾶς τὸ λέει πολὺ ἁπλὰ ὁ Χριστός.
Σὰν τὸν τσομπάνο ποὺ ἒχει πρόβατα καὶ βοσκᾶνε στὸ λιβάδι. Τὸ βράδυ ὁ τσομπάνος τὰ μαζεύει. Κάθεται ἒξω ἀπὸ τὸ μαντρὶ καὶ τὰ ξεχωρίζει. Ἀλλοῦ βάζει τὰ πρόβατα καὶ ἀλλοῦ βάζει τὰ κατσίκια, τὰ ἐρίφια. Γιατὶ δὲν μποροῦν νὰ βρίσκονται στὸν ἲδιο χῶρο τὰ πρόβατα καὶ τὰ γίδια.
Ἒτσι λέει καὶ ὁ Χριστὸς θὰ χωρίση τὸν κόσμο σὲ δύο μεγάλα μέρη. Θὰ βάλλη τὰ πρόβατα δεξιὰ καὶ τὰ ἐρίφια ἀριστερά. Γιατὶ τώρα ἀδέλφια μου εἶνε ἀνακατεμένος ὁ κόσμος.
Μέσα στὸ ἲδιο σπίτι ἡ γυναίκα πιστεύει ὁ ἂνδρας δὲν  πιστεύει.
Δὲν τὸν ὑποφέρω μοῦ ἒλεγε κάποια γυναίκα, προχθές. Ὁ ἂνδρας μου μ᾿ἀγαπᾶ, ἐνδιαφέρεται γιὰ μένα. Δὲν μ᾿ἀφήνει ποτὲ νηστικιά, ἀλλὰ θὰ τὸν χωρίσω, δὲν τὸν ὑποφέρω, γιατὶ βλασφημᾶ.
Ἂν βλασφημοῦσε τὴνμάνα μου θὰ τὸν ὑπέφερα, ἂν κακολογοῦσε τὸν πατέρα μου θὰ τὸν ὑπέφερα, μ᾿αὐτὸς μόλις μπεῖ στὸ σπίτι βλασφημᾶ τὸν Χριστό, τὴν Παναγία, τοὺς ἁγίους. Δὲν θέλω νὰ τὸν βλέπω. Δὲν τὸν ὑποφέρω, γιατὶ βλασφημᾶ τὸν Θεό.
Μέσα λοιπὸν στὸ σπίτι ἡ γυναίκα πιστεύει ὁ ἂνδρας δὲν πιστεύει. Μέσα στὸ ἲδιο σπίτι ὁ πατέρας πιστεύει ἡ μάνα δὲν πιστεύει, γιατὶ καὶ αὐτὸ γίνεται στὸν κόσμο. Ὑπάρχουν γυναῖκες ἂπιστες καὶ ἂνδρες πιστοί.
Μέσα στὸ ἲδιο σπίτι ὁ ἕνας εἶνε καλὸς  καὶ ὁ ἂλλος εἶνε κακός.
Μέσα στὸ ἲδιο χωριὸ ὑπάρχει ἕνας ἃγιος καὶ ἕνας ἂλλος κακοῦργος, ποὺ ἒχει χωράφια, λίρες καὶ πολυκατοικίες ἀλλὰ ἒχει σκοτώσει ἂνθρωπο καὶ κανεὶς δὲν τὸ ξέρει.
Μέσα στὴν ἲδια κοινωνία ζεῖ ὁ κλέφτης καὶ ὁ λωποδύτης, ζεῖ καὶ ὁ ἂνθρωπος τοῦ Θεοῦ. Ἀνακατεμένοι εἶνε. Σιτάρι, καλαμπόκι, φακές, φασόλια τὰ πάντα. Ἀλλὰ ὅπως ὑπάρχει μηχάνημα ποὺ ξεχώριζει καὶ βάζει ἀλλοῦ τὸ ἂχυρο καὶ ἀλλοῦ τὸ σιτάρι, ἒτσι θὰ μᾶς χωρίση καὶ ἐμᾶς ὁ Χριστὸς.
Σὰν τὸν τσομπάνο ποὺ βάζει ἀλλοῦ τὰ πρόβατα καὶ ἀλλοῦ τὰ γίδια. Θὰ γίνη ὁ χωρισμός. Θὰ ἒρθη αὐτὴ ἡ μέρα. Γιατὶ στὸν κόσμο αὐτὸν δὲν τιμωροῦνται ὅλα τὰ ἐγκλήματα. Ἀπὸ τὰ 1000 ἐγκλήματα ἐλάχιστα τιμωροῦνται.
Μήπως νομίζετε ὅτι αὐτοὶ ποὺ εἶνε στὶς φυλακές εἶνε οἱ μόνοι ἐγκληματίες; Λάθος κάνετε. Ἡ ἀνθρώπινη δικαιοσύνη δὲν μπορεῖ νὰ τιμωρήση ὅλα τὰ ἐγκλήματα. Μόνο μερικὰ μυγάκια πιάνει στὸ ἀραχνόπανο της, οἱ σφῆκες τὸ τρυπᾶνε καὶ φεύγουν. Οἱ μεγάλοι ἐγκληματίες μένουν ἐλεύθεροι καὶ ἀτιμώρητοι.
Καὶ ἐδῶ στὴν Ἑλλάδα σκοτώθηκαν 500.000. Εἶνε μέσα στὶς φυλακὲς αὐτοὶ οἱ ἐγκληματίες; Ὂχι, ἂνοιξαν τὶς πόρτες καὶ ἒφυγαν. Πᾶνε στὰ χωριά τους καὶ στὰ σπίτια τους καὶ κλαίει ἡ χήρα μὲ τὰ ὁρφανά ποὺ τὸν βλέπει. Τὸν βλέπω μὲ ἒλεγε μιὰ χήρα μὲ 5 ὁρφανά. Τὸν βλέπω νὰ εἶνε ἂρχοντας, ἒχει λεφτά, γλεντάει κάθε βράδυ, τὸ ξέρω μόνο ἐγὼ, αὐτὸς σκότωσε τὸν ἂνδρα μου. Αὐτὸς εἶπε τοὺς ἂλλους, γιὰ νὰ τὸν σκοτώσουν. Τὸν βλέπω καὶ ταράζομαι. Μοὒρχεται νὰ πάρω μαχαίρι καὶ νὰ τὸν σκοτώσω. Ἀλλὰ σηκώνω τὰ μάτια μου στὸν οὐρανὸ καὶ λέω, Θεέ μου συγχώρεσέ τον.
Στὸν κόσμο αὐτὸν γίνονται ἐγκλήματα φοβερά. Ὑπάρχουν κακοῦργοι ποὺ βάψαν τὰ χέρια τους στὸ αἶμα. Ὑπάρχουν ἂνδρες ποὺ τὴν νύχτα τρύπωσαν μέσα στὸ ξένο σπίτι καὶ ἀτίμασαν τὶς γυναῖκες τῶν ἂλλων. Ὑπάρχουν παιδιὰ καὶ κόσμος ἁμαρτωλὸς ποὺ κανένα δικαστήριο καὶ καμμιὰ κοινωνία δὲν τοὺς ἐτιμώρησε. Γι᾿αὐτὸ θὰ ἒρθη ἡ ἡμέρα τῶν ἐκκαθαρίσεων. Θὰ ἒρθη ἡ ἡμέρα ποὺ θὰ καταδικαστοῦν ὅλοι οἱ ἀμετανόητοι ἁμαρτωλοί.
Θὰ ξαναέρθη ὁ Χριστός, ἀλλὰ πῶς θὰ ἒρθη ἀδελφοί μου; Πιστέψατέ το, μᾶς τὸ λέει ὁ Χριστὸς στὸ Εὐαγγέλιο, τὸ ὁμολογοῦμε στὸ «Πιστεύω». Θὰ παρουσιαστῆ ὁ ἀρχάγγελος Γαβριήλ, ποὺ ἒδωσε τὸ χαρμόσυνο μήνυμα στὴν Παναγία καὶ εἶπε τὸ χαῖρε. Ὁ ἲδιος ἂγγελος θὰ πάρη τὴν σάλπιγγα, ὅπως τὴν παίρνει τὸ πρωΐ  ὁ σαλπιγκτὴς καὶ σαλπίζει ἐγερτήριο καὶ σηκώνονται οἱ στρατιῶτες καὶ δίνουν τὸ παρόν. Καὶ ἀλοίμονο στὸν στρατιώτη ποὺ δὲν θὰ σηκωθῆ.
Ὅπως λοιπὸν σαλπίζει ὁ σαλπιγγτής καὶ ὅπως ὁ δάσκαλος στὸ σχολεῖο χτυπᾶ τὸ κουδούνι καὶ οἱ μαθητὲς μπαίνουν στὶς τάξεις, ἒτσι θὰ χτυπήση καμπάνα μεγάλη, σάλπιγγα ποὺ θ᾿ἀκουστῆ σ᾿ὅλο τὸν κόσμο καὶ τότε θ᾿ἀναστηθοῦν οἱ νεκροί.
Θ᾿ἀναστηθοῦν οἱ πατεράδες μας, οἱ παπποῦδες μας, αὐτοὶ ποὺ πέθαναν πρὸ 500 καὶ 1000 χρόνια καἰ εἶνε σκόνη καὶ κόκκαλα μέσα στοὺς τάφους. Θ᾿ἀναστηθοῦν ὅλοι οἱ νεκροί, ὅλων τῶν αἰώνων.
Μὰ πῶς εἶνε δυνατὸν; Μάλιστα ἂνθρωπε ἂπιστε, θ᾿ἀναστηθοῦν. Τί κάνει ὁ γεωργός; Σπέρνει τὸ σιτάρι, μέσα στὴν γῆ καὶ σαπίζει. Καὶ κατόπιν φυτρώνει ὁλόκληρο στάχυ καὶ φέρνει καρπό. Τὸ ἕνα σιτάρι γίνεται 30, 40. Ἒλα νὰ μοῦ τὸ ἐξηγήσης. Σὰν τὸ σιτάρι εἶνε καὶ ὁ ἂνθρωπος. Αὐτὸς ποὺ ἒδωσε δύναμη στὸ σιτάρι νὰ φυτρώση καὶ νὰ γίνεται κάμπος ὁλοπράσινος, αὐτὸς θ᾿ἀναστήση τοὺς νεκροὺς.
Κτῆνος εἶνε ὁ ἂνθρωπος ποὺ δὲν πιστεύει. Νὰ θαῦμα! Τί ζητᾶτε ἂλλα θαύματα. Πᾶρε ἕνα κουτὶ μὲ σπόρους, ρίξτους στὴν γῆ, θὰ φυτρώσουν ὃμορφα λουλούδια.
Ὃλη ἡ ἐπιστήμη νὰ μαζευτῆ ἕνα σπόρο δὲν μπορεῖ νὰ κάνη.
Θεέ μου, Θεέ μου, τί θαύματα γίνονται στὸν κόσμο. Πάνω στὸ φεγγάρι τίποτε δὲν φυτρώνει. Οὒτε σιτάρι, οὒτε καλαμπόκι, οὒτε δένδρα, οὒτε λουλούδια, οὒτε ἀέρας, οὒτε νερὸ, τίποτε ξεραΐλα ἀπέραντι ἐπικρατεῖ ἐκεῖ. Ἐδῶ στὴ γῆ μᾶς εἶνε ὅλα καὶ ἕνα εὐχαριστῶ δὲν λέμε στὸ Θεό.
Πᾶρε ἕνα σπόρο καὶ πὲς μου, ποιός τοῦ ἒδωσε τὴν δύναμι αὐτή;
Ὁ Θεὸς ποὺ ἒδωσε τὴν δύναμη νὰ σαπίζη ὁ σπόρος καὶ νὰ πρασινίζει ὁ κάμπος, αὐτὸς θ᾿ἀναστήση ὅλους τοὺς νεκρούς.
Κάθε σπόρος ποὺ πέφτη στὴ γῆ, Χριστὸς Ἀνέστη φωνάζει. Γι᾿αὐτὸ στὰ μνημόσυνα ἒχουμε κόλλυβα. Αὐτὸ σημαίνουν τὰ κόλλυβα.
Θεέ μου ὅπως τὸ σιτάρι φυτρώνει, ἒτσι θὰ ἒρθη ἡμέρα ποὺ ὅλοι οἱ νεκροί θ᾿ἀναστηθοῦν ἀπὸ τὸν τάφο. Ναὶ θ᾿ἀναστηθοῦν.
Πρῶτα θὰ σαλπίση ἡ σάλπιγγα, μετὰ θ᾿ἀναστηθοῦν οἱ νεκροὶ καὶ ἒπειτα θὰ παρουσιαστῆ στὸν οὐρανὸ κάποιο σημάδι, θὰ βγῆ ὁ τίμιος Σταυρὸς καὶ θὰ σβήσουν ὅλα τ᾿ἂλλα φῶτα.
Ὃπως ὅταν βγῆ ὁ ἣλιος δὲν χρειάζονται τὰ λυχνάρια, ἒτσι καὶ ὁ τίμιος Σταυρὸς θὰ λάμπει περισσότερο ἀπὸ τὸν ἣλιο καὶ οἱ ἂγγελοι καὶ οἱ ἀρχάγγελοι θὰ παρουσιαστοῦν. Καὶ μετὰ μιὰ δόξα ἀπερίγραπτος θὰ φανῆ καὶ θὰ φωτίση τὴν οἱκουμένη. Θὰ φανῆ ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός.
 Εἲδατε τί γίνεται στὴν Φλώρινα, ὅταν καμμιά φορὰ ἒρχεται ὁ βασιλιὰς ἢ κανένας μεγάλος ἂρχοντας; Μαζεύονται ὅλοι οἱ στρατηγοὶ καὶ χτυποῦν τύμπανα καὶ ἀνεβαίνουν στὰ μπαλκόνια οἱ ἂνθρωποι, γιὰ νὰ περάση, ποιός; Ὁ βασιλιάς. Τί εἶνε ὁ βασιλιάς; Τί εἶνε ὁ πρωθυπουργός; Ἂνθρωποι εἶνε. Σήμερα ζοῦν αὒριο δὲν ὑπάρχουν. Θὰ ἒρθη ὅμως ὁ Ἀφέντης τοῦ κόσμου. Θὰ ἒρθη ὁ Βασιλεῦς τῶν βασιλευόντων, ὁ βασιλιὰς τῶν ἀγγέλων καὶ μετὰ θ᾿ἀνοίξη Δικαστήριο καὶ θ᾿ἀνοίξουν τὰ βιβλία.
Ὃπως στὴν εἰσαγγελία ἒχει ὁ εἰσαγγελεὺς τὸ ποινικὸ μητρῶο καὶ τὸ ἀνοίγει καὶ βλέπει τ᾿ἀδικήματα ποὺ ἒχεις κάνει, ἒτσι θ᾿ἀνοίξουν τὰ βιβλία ποὺ ὑπάρχουν στὸν οὐρανό, «καὶ βίβλοι ἀνοιγήσονται». Γιατὶ καθ᾿ἕνας ἒχει τὸ βιβλιάριό του, τὸ ποινικό του μητρῶο.
Ὑπάρχει χριστιανοί μου, ναὶ ὑπάρχει τὸ βιβλιάριό μας στὸν οὐρανὸ καὶ γράφει ὅλα τὰ ἒργα μας.
Τὸ βιβλιάριο ποὺ κρατᾶ ὁ εἰσαγγελεύς καὶ ὁ ἀστυνομικός, δὲν ἒχει τίποτε, γιατὶ αὐτοὶ κρίνουν τοὺς ἀνθρώπους μόνο ἐξωτερικά. Τὸ βιβλιάριο ὅμως τοῦ οὐρανοῦ γράφει ὂχι μόνο τὶς ἐξωτερικές μας ἁμαρτίες, ἀλλὰ καὶ τὶς ἐσωτερικὲς. Γράφει καὶ τὶς ἁμαρτίες ποὺ διαπράττονται μέσα στὴν καρδιά μας.
Ὑπάρχει ναὶ ὑπάρχει ἕνα μάτι ποὺ τὰ βλέπει ὅλα, ὑπάρχει ἕνα αὐτί ποὺ τ᾿ἀκούει ὅλα, ὑπάρχει καὶ ἕνα χέρι ποὺ τὰ γράφη ὅλα.
 Χριστιανοί μου δὲν τρέμετε, δὲν φοβᾶστε; Θὰ δώσουμε λόγο ὂχι μόνο γιὰ τὸ τί κάνουμε, ὂχι μόνο γιὰ τὸ τί λέμε, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὸ τί σκεφτόμαστε καὶ γιὰ τὸ τί ἒχουμε στὴν καρδιά μας.
Θὰ βγῆ ζυγαριὰ, πλάστιγγα ποὺ θὰ ζυγίση ὅλο τὸν κόσμο. Αὐτὸ λέει τὸ Εὐαγγέλιο. Αὐτὸ ὁμολογοῦμε στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως.
Θὰ γίνη Κρίσις καὶ ἀνταπόδοσις.  Καὶ στὸ παγκόσμιο αὐτὸ δικαστήριο, θὰ δικάση ὁ Θεός.
Χριστιανοί μου μοὒρχεται νὰ φύγω, νὰ πάω στὸ Ἃγιο Ὂρος, στὰ κατουνάκια, μέσα στὶς σπηλιές.
Θὰ δικάση ὁ Θεὸς πρῶτα ἐμᾶς τοὺς ἐπισκόπους καὶ τοὺς παπάδες. Γιατὶ ἐμεῖς οἱ δεσποτάδες καὶ οἱ ἱερεῖς δὲν θὰ δικαστοῦμε μόνο γιὰ τ᾿ἁμαρτήματα τὰ δικά μας, ἀλλὰ καὶ γιὰ τ᾿ἁμαρτήματα τοῦ λαοῦ.
Εἶσαι παπᾶς καὶ ἒχεις 400 ψυχές; Ὃπως ὁ τσομπάνος θὰ δώση λόγο στὸ ἀφεντικό του γιὰ τὸ πρόβατο ἢ γιὰ τὴν ἀγελάδα ποὺ χάθηκε, ἒτσι ἐμεῖς θὰ δώσουμε λόγο.
Χριστιανοί μου, μὴ κατακρίνετε, μὴ κουτσομπολεύετε. Ἂμα βλέπετε παπὰ καὶ δεσπότη κλαύσατε. Ἀλοίμονό μου, ἐγὼ θὰ δώσω λόγο γιὰ 80.000 καὶ 100.000 ψυχές, ποὺ εἶνε στὴν ἐπισκοπή μου.
Ἀλοίμονο μου ἂν  δὲν ἐλέγξω τὸ κακό. Ἀλοίμονό μου ἂν δὲν φωνάξω, ἂν δὲν κηρύξω, ἂν δὲν προσπαθήσω νὰ σώσω τὸν κόσμο, ἀπὸ τὴν ἁμαρτία.
Ἀλοίμονο στοὺς παπάδες, στοὺς δεσποτάδες, στοὺς πατριαρχάδες, στοὺς βασιλιάδες, στοὺς ἂρχοντας, ἀλοίμονο σ᾿ὅλους ποὺ ἒχουν ἀξιώματα, κλαύσατε ἂρχοντες καὶ βασιλεῖς τῆς γῆς. Θὰ κριθοῦν ἐπίσης καὶ οἱ πλούσιοι ποὺ ἒγιναν μπεζακτάδες καὶ πότε τοὺς δὲν προσέφεραν ἕνα ποτῆρι νερό, σ᾿αὐτὸ ποὺ τὸ ἒχει ἀνάγκη.
Θὰ κρίνει τοὺς φτωχοὺς, θὰ κρίνη τὶς γυναῖκες, τὰ παιδιὰ καὶ τοὺς ἂνδρες, τὸν κόσμο ὁλόκληρο. Ὢ ποία κρίση! Ὧ ποίαν ἀπολογίαν ψυχὴ, ἒχεις ἀθλία ἐν ἡμέρα τῆς Κρίσεως καὶ τῆς σὲ τῆς καταδίκης τοῦ αἰωνίου πυρός..». Λέει ἕνα τροπάριο τῆς ἐκκλησίας μας.
Μὰ, ἀκούω, εἶνε σωστὰ αὐτὰ τὰ πράγματα, θὰ γίνουν ἀληθινά; Θὰ  ἒρθη τέτοια μέρα; Εἶνε γεγονός; Παραμύθια τῶν παπάδων καὶ τῶν δεσποτάδων εἶνε, λένε οἱ ἂπιστοι, γιὰ νὰ τρομοκρατοῦν τὸν κόσμο.
Νὰ σᾶς ἐξομολογηθῶ κάτι. Καὶ ἐγὼ εἶμαι ἁμαρτωλὸς καὶ θὰ ἦθελα νὰ μὴν ὑπάρχει κόλαση, γιατὶ φοβᾶμαι. Ἀλλὰ ὑπάρχει. Ὃπως ὑπάρχει νύχτα, ὑπάρχει καὶ κόλαση. Θὰ ἒρθη ἡ ἡμέρα ἐκείνη, εἲτε μᾶς ἀρέσει εἲτε δὲν μᾶς ἀρέσει. Καὶ ὅπως εἶστε βέβαιοι, ὅτι αὒριο ξημερώνει Δευτέρα, ἒτσι νὰ εἶστε βέβαιοι ὅτι θὰ ἒρθη ἡ ἡμέρα ἐκείνη. Γι᾿αὐτὸ ἀδέλφια μου βουλῶστε τ᾿ αὐτιά σας, στοὺς ἀθέους καὶ ἀπίστους, ποὺ λένε ὅτι δὲν ὑπάρχει Θεός, δὲν ὑπάρχει Κόλαση καὶ Παράδεισος. Δὲν ὑπάρχει τίποτε.
Τὰ παλιά τὰ χρόνια οἱ ἂνθρωποι ἦταν ἀγράμματοι, ἀλλὰ εἶχαν μεγάλη πίστη  στὸν Θεό. Τώρα δὲν πιστεύουν οἱ ἂνθρωποι, γι᾿αὐτὸ ἀγρίεψαν καὶ κάνουν τὰ ἐγκλήματα τὰ μεγάλα καὶ ἀπαίσια.
Ἀδέλφια μου, πρέπει ν᾿ἀλλάξουμε πορεία. Νὰ ζήσουμε ὅπως θέλει ὁ Χριστὸς, ὅπως μᾶς θέλει ἡ Ἐκκλησία. Γι᾿αὐτὸ γίνονται τὰ μαθήματα αὐτά. Νὰ μᾶς δυναμώσουν τὴν Πίστι καὶ νὰ μᾶς βοηθήσουν. Εὒχομαι νὰ ἀγαπήσετε τὸ Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό καὶ νὰ μείνετε παντοτινὰ κοντά του.
Νὰ τὸ ξέρετε, ὅτι πολλὰ θὰ γίνουν ἀκόμη στὸν κόσμο αὐτό, γράψατέ το. Ἒρχεται ὁργὴ μεγάλη. Κλαύσατε καὶ φωνάξατε, ὅλοι ὅσοι βρίσκεστε μακρυὰ ἀπὸ τὸν Χριστό.
Τὰ ποτάμια θὰ ξεραθοῦν, τὰ δένδρα θὰ καοῦν, τὰ βουνὰ θὰ λυώσουν σὰν μολύβι καὶ τ᾿ἂστρα θὰ πέσουν, ὅπως τὰ φύλλα τῶν δένδρων.
Ἓνα θὰ μείνη στὸν κόσμο γράψατε το, ἕνα θὰ μείνη αἰώνιο, μιὰ σημαία μόνο θὰ κυματίζη στὸν οὐρανό καὶ καμμιὰ ἂλλη. Καὶ αὐτὴ ἡ σημαία θὰ εἶνε ὁ Σταυρὸς τοῦ Κυρίου, ποὺ θὰ λάμπη σὰν τὸν ἣλιο.
 Ἓνας θὰ μείνη εἰς αἰώνας αἰώνων, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Τὰ πάντα θὰ σβήσουν ἕνας μόνο  θὰ ὑπάρχη  Βασιλιάς στὸν κόσμο, ὁ Χριστός. Ὃν παῖδες ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰώνας. Ἀμήν

«ΠΡΟΔΟΣΙΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ»

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Αυγ 5th, 2011 | filed Filed under: «ΠΡΟΔΟΣΙΑ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ», ΑΓΩΝΕΣ, ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ, ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ

«ΡΙΧΝΩ ΤΟΝ ΚΟΥΒΑ ΜΟΥ ΒΑΘΕΙΑ»

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Ιούλ 19th, 2011 | filed Filed under: ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ, ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.), ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ

ΑΞΙΑ ΩΝ ΕΠΡΑΞΑΜΕΝ ΑΠΟΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Μαρ 8th, 2011 | filed Filed under: ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ, ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ

Αποσπάσματα από το βιβλίο «ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΣΤΟΥΣ ΕΣΧΑΤΟΥΣ ΚΑΙΡΟΥΣ»

ΑΞΙΑ ΩΝ ΕΠΡΑΞΑΜΕΝ ΑΠΟΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝ

XRISTOS η Xaos ιστΠολλοί είνε οι αντίχριστοι.  Αλλά ο καθαυτό αντίχριστος δέν ήρθε ακόμα.  ΄Οπου να’ νε εμφανίζεται.  Αυτή είναι η γνώμη μου.  Όλα αυτά τα προμηνύματα (διαφθορά, αναρχία, εκφυλισμός) δέν είνε καλά…

Η αναρχία ξαπλώνεται παντού.  Όταν θα επικρατήση, θα έρθη ο αντίχριστος και θα πει: Εγώ είμαι το κράτος, εγώ είμαι Θεός· δεν σου χρειάζεται, δεν έχεις ανάγκη από άλλο Θεό…

«Μή πεποίθατε επ’ άρχοντας, επί υιούς ανθρώπων, οις ούκ έστι σωτηρία» (Ψαλμ. 145,3).  Μή στηρίζετε τις ελπίδες σας σε ανθρώπους ατελείς, αμαρτωλούς, γεμάτους ελαττώματα.  Ελπίζετε μονάχα στον Κύριο.

Θά εκλέξουμε λοιπόν εμείς, η ανθρωπότης, Ιησούν τόν Ναζαραίον; Άν τον εκλέξουμε, χαρά και ευτυχία.  Δεν τον εκλέγουμε; «ΑΞΙΑ ΩΝ ΕΠΡΑΞΑΜΕΝ ΑΠΟΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝ» (ΛΟΥΚ. 23,41). Και η μεγαλύτερή μας τιμωρία θα είνε ο αντίχριστος, ο οποίος έρχεται και θα τους ταπεινώση όλους.

(«ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΣΤΟΥΣ ΕΣΧΑΤΟΥΣ ΚΑΙΡΟΥΣ»,  του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου, Β΄ έκδοση, σελ. 86)

_______

Προς τιμωρία της ανθρωπότητος θα έλθει ο Αντίχριστος

«Θα πέσουν τα καθεστώτα και θα δημιουργηθεί μια αναρχία παγκόσμια. Θα γίνει αυτό που επιδιώκουν οι σκοτεινές δυνάμεις. Και μέσα στο κλίμα αυτό της αναρχίας θα εκπηδήσει ο αντίχριστος. Αυτός θα είνε ο παγκόσμιος δικτάτωρ…»

Τι θα είναι ο αντίχριστος;

«Λένε οι πατέρες, ο αντίχριστος θα προσπαθεί να μιμηθεί το Θεό. Τί σημαίνει αυτό; Όπως ο Θεός έστειλε το Χριστό, τον μονογενή του Υιό, και έγινε άνθρωπος, για να δείξει το δρόμο της σωτηρίας, έτσι και ο διάβολος θα βρει έναν άνθρωπο και θα βάλει τη δύναμή του μέσα σ’ αυτόν. Μέχρι τώρα μετρήσανε καμμιά εικοσιπενταριά τέτοιους αντιχρίστους, νομίζοντας ότι κάποιος απ’ αυτούς είνε ο τελικός. Αλλά πέσανε έξω. Θα στείλει και ο διάβολος στο τέλος τον «υιόν» του. Θα βρεί, δηλαδή, έναν άνθρωπο αντάξιό του. Και θα του δώσει τεράστια δύναμι και εξουσία, ώστε αυτός να γίνει τρόπον τινά ενσάρκωσις και ενανθρώπησις του διαβόλου. Θα παρουσιαστεί σε συγκεκριμένο πρόσωπο. Και θα είνε αντίπαλος του Χριστού….»

(«ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΣΤΟΥΣ ΕΣΧΑΤΟΥΣ ΚΑΙΡΟΥΣ»,  του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου, Β΄ έκδοση, σελ. 81)

Ο π. Δανιήλ Αεράκης έχει αντίθετη γνώμη

  • Ο π. Δανιήλ Αεράκης μίλησε στον Άγιο Παντελεήμονα Φλωρίνης την Κυριακή στις 6-3-2011, προσκεκλημένος από τον εκεί μητροπολίτη Θεόκλητο και είπε· Ο αντίχριστος δεν θα είναι κανένας άνθρωπος, αντίχριστος είναι ο ίδιος ο διάβολος…

Ας προσέξουμε, να μη δίνουμε βάση στα λόγια του καθ’ ενός, που κάνει τον μεγάλο ιεροκήρυκα και λέει δικά του λόγια.  Το λέει ξεκάθαρα ο ιερός Χρυσόστομος· Ο αντίχριστος θα είναι άνθρωπος, που θα πάρει επάνω του όλη τη δύναμη του διαβόλου. Και ο σεβάσμιος Γέροντας Μητροπολίτης της Φλώρινας π. Αυγουστίνος το 1976, που ερμήνευσε σε κύκλο ανδρών την Β΄ Θεσσαλονικής επιστολή, την ερμήνευσε στηριζόμενος στα θεόπνευστα λόγια της Αγίας Γραφής και έχοντας υπ’ όψιν του τα λόγια του ιερού Χρυσοστόμου και των αγίων πατέρων της Εκκλησίας.

Η φωνή των Πατέρων

Ο ἀν­τίχριστος, «ὁ ἄνθρωπος τῆς ἁμαρτίας, ὁ υἱὸς τῆς ἀπωλείας…, ὁ ἄνομος» (βλ. Β΄ Θεσ. 2,1-2). Αὐτὸς θὰ ἔρθῃ. Θὰ εἶνε πρόσωπο ποὺ θὰ συγκεντρώσῃ στὰ χέρια του ὄχι μόνο τὴν πολιτικὴ ἀλλὰ καὶ τὴ θρησκευτικὴ ἐξουσία. Θὰ κυριαρχήσῃ σὲ ὅ­λο τὸν κόσμο καὶ θὰ πιέζῃ τοὺς ἀνθρώπους. Πολὺς λόγος γίνεται γιὰ τὸ 666 (βλ. Ἀπ. 13,18), ποὺ κι αὐτὸ εἶνε σημάδι ὅτι ἔρχεται ἡ ἡμέρα τοῦ ἀν­τιχρίστου. Μερικοὶ λένε ὅτι γεννήθηκε ἤδη. Δὲν γνωρίζω· ἕνα γνωρίζω, ὅτι θὰ ἔρθῃ. Ὁ ἅγι­ος Κύριλλος Ἰ­εροσολύμων σὲ μία σπουδαία ὁμι­λία του λέει, ὅτι αὐτοὶ ποὺ θὰ μαρτυρήσουν στὴν ἐποχὴ τοῦ ἀντιχρίστου θὰ εἶνε ἀνώτεροι ἀπὸ τοὺς μάρτυρας τῶν προηγουμένων αἰώνων.
Ἀλλὰ τὴν ἐποχὴ ἐκείνη τοῦ ἀντιχρίστου ὁ Θεὸς δὲ θ᾽ ἀφήσῃ ἀβοήθητους τοὺς δούλους του. Θὰ ἔρθουν στὴ γῆ, γιὰ νὰ ἐνισχύσουν τὴν παράταξι τῶν ὀλίγων πιστῶν τέκνων του, δύο ἔξοχοι ἄνδρες, ὁ Ἐνὼχ καὶ ὁ Ἠλίας (πρβλ. ἔ.ἀ. 11,3-12)…

(Απόσπασμα ομιλίας του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου στον Ιερό Ναό της Αγία Τριάδα Πτολεμαϊδος 22-2-1987

Η ΑΠΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΚΑΙΡΩΝ ΜΑΣ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Δεκ 18th, 2010 | filed Filed under: ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ Ν. ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΒΙΒΛΙΟΥ “ΤΙ ΘΑ ΜΑΣ ΣΩΣΗ”


Η ΑΠΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΚΑΙΡΩΝ ΜΑΣ

«Καὶ ἐρημώσει πᾶσαν τὴν γῆν ἀνομία» (Σ. Σολ. 5,23)

Τι Θα Σ istΟΜΟΙΑΖΟΜΕΝ, ἀγαπητοί μου, μὲ ἕναν ἄνθρωπο ποὺ πιάνει στὰ χέρια του ἕνα ὄμορφο βιβλίο, κ᾿ ἐπειδὴ δὲν ξέρει γράμματα, τὸ ξεφυλλίζει τὸ ξεφυλλίζει, ἀλλὰ δὲν γνωρίζει τί λέει μέσα.
Εἶδα κάποτε σ᾿ ἕνα βουνὸ ἕναν ἄνθρωπο, ποὺ εἶχε στὰ χέρια του ἕνα βιβλίο καὶ τὸ κοιτοῦσε.
―Μπαρμπα-Γιῶργο, τοῦ λέω, τί λέει τὸ βιβλίο;
―Ποῦ νὰ ξέρω, παιδάκι μου; μοῦ ἀπαντᾷ· κάτι βλέπω μέσα, ἀλλὰ δὲν καταλαβαίνω τίποτα.
Ἀκριβῶς τὸ διο συμβαίνει καὶ μ᾿ ἐμᾶς. Ἡ Ἐκκλησία μας, οἱ ἀκολουθίες, ὁ ὄρθρος, ὁ ἑσπερινός, ἡ θεία λειτουργία, εἶνε ἕνα βιβλίο, τὸ ὡραιότερο βιβλίο ποὺ ὑπάρχει στὸν κόσμο. Ἀλλὰ πᾶμε στὴν ἐκκλησία καὶ δὲν καταλαβαίνουμε τίποτα ἀπὸ αὐτὰ ποὺ ἀκοῦμε. Τί συμβαίνει; Ποιά νά ᾿νε ἡ αἰτία; Μήπως εἶνε ἡ γλῶσσα; Ἔ, κατά τι, συντελεῖ καὶ ἡ γλῶσσα. Δὲν εἶνε ὅμως ἡ γλῶσσα. Γνώρισα στὴ ζωή μου τσοπαναραίους καὶ γεωργοὺς καὶ ἀγραμμάτους ἀνθρώπους, ποὺ ξέρανε ἀπ᾿ ἔξω τὸν ἑξάψαλμο· γνώρισα καὶ δικηγόρους καὶ γιατροὺς καὶ μεγάλους ἐπιστήμονας καὶ καθηγητὰς πανεπιστημίου, ποὺ οὔτε τὸ «Πάτερ ἡμῶν» δὲν γνωρίζανε.
Ἄρα λοιπὸν δὲν εἶνε τόσο ἡ δυσκολία τῆς γλώσσης· εἶνε ἡ ἔλλειψις ἀγάπης στὸ Θεό. Δὲν ἔχομε αἰσθανθῆ τὸ μεγαλεῖον αὐτὸ τῆς ποιήσεως, τὸ μεγαλεῖον τῶν ἀκολουθιῶν μας· καὶ οἱ σκέψεις μας καὶ τὰ αἰσθήματά μας εἶνε ξένα πρὸς τὰ μεγαλεῖα τῆς ἁγίας Γραφῆς καὶ τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν.

Γι᾿ αὐτὸ ἀπόψε θὰ θελήσω κ᾿ ἐγώ, ἀπὸ τὰ χίλια χρυσᾶ λόγια τὰ ὁποῖα ἠκούσατε εἰς τὰ ἀναγνώσματα τοῦ ἑσπερινοῦ, συντόμως νὰ δοῦμε ἕνα χρυσοῦν λόγον, ἀνεκτίμητον λόγον, ποὺ εἶπε ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγαλυτέρους σοφοὺς ―ὄχι ἁπλῶς σοφούς, ἀλλὰ θεοπνεύστους― συγγραφεῖς τῆς ἁγίας Γραφῆς, ὁ περίφημος Σολομῶν.
Ὁ Σολομῶν λέγει μιὰ προφητεία, ἡ ὁποία πραγματοποιεῖται ἐπὶ τῶν ἡμερῶν μας. Λέγει κάτι ποὺ γίνεται σήμερα. Τί λέει;
«Ὅλη ἡ γῆ θὰ ἐρημώσῃ» καὶ δὲν θὰ ὑπάρχῃ ἄνθρωπος στὸν κόσμο» (βλ. Σ. Σολ. 5,23).
Καὶ ποιά ἡ αἰτία τῆς ἐρημώσεως;
Ἀπαντᾶ ὁ προφήτης· Ἐκεῖνο ποὺ θὰ ἐρημώσῃ ὁλόκληρον τὴν γῆν εἶνε ἡ ἀνομία.
Μὰ ποιά εἶνε αὐτὴ ἡ ἀνομία; Σ᾿ αὐτὸ συντόμως θὰ ἀπαντήσωμε.

* * *

ekkl.1 istἈνομία, ὅπως ὅλοι καταλαβαίνετε ―καὶ ὅλοι εἶσθε ἐγγράμματοι καὶ ὅλοι ἀκοῦτε ῥαδιόφωνο καὶ τηλεόρασι―, ἀνομία σημαίνει παράβασις τῶν νόμων. Ἀλλὰ ποία ἆραγε νὰ εἶνε ἡ παράβασις νόμων ποὺ ἐννοεῖ ἐδῶ ὁ Σολομῶν; Διότι νόμοι ὑπάρχουν πολλοί.
Ὑπάρχουν νόμοι ποὺ τοὺς φτειάνουνε οἱ ἄνθρωποι, τὰ διάφορα πολιτεύματα, ἡ βουλή, οἱ νομοθέται τοῦ κόσμου τούτου. Ἀπὸ τὸν καιρὸ ποὺ φτειάξαμε αὐτὸ τὸ μικρὸ βασίλειο μέχρι σήμερα ξέρετε πόσους νόμους ἔχουν βγάλει; Ρωτῆστε τοὺς δικηγόρους ἢ τοὺς δικαστάς, γιὰ νὰ δῆτε. Ἄπειρους νόμους. Ἡ δὲ πολυνομία ἐστὶ ἀνομία. Οὔτε αὐτοὶ ποὺ δικάζουν γνωρίζουν τὸ πλῆθος τῶν νόμων ποὺ κυκλοφορεῖ στὸ μικρό μας ἔθνος.
Δὲν ἐννοεῖ ἐδῶ ὁ προφήτης αὐτοὺς τοὺς νόμους, τοὺς ἀνθρώπινους, ποὺ ἐγέννησε ἡ γῆ· ἐννοεῖ ἄλλους, «οὐράνιους νόμους» ὅπως λέγει ὁ ἰδικός μας μέγας ποιητὴς ὁ Σοφοκλῆς, νόμους ποὺ ἔχουν αἰώνιον κῦρος
.

Ποῖοι εἶνε οἱ οὐράνιοι νόμοι αὐτοί;

πρῶτος εἶνε ὁ ἄγραφος νόμος. Αὐτὸς δὲν εἶνε γραμμένος μὲ μελάνι, δὲν εἶνε γραμμένος πάνω στὰ χαρτιά, ἀλλὰ εἶνε γραμμένος στὰ βάθη τῆς ἀνθρωπίνης ὑπάρξεως· καὶ ὁ νόμος αὐτὸς εἶνε ὁ νόμος τῆς συνειδήσεως.
Ὁ δεύτερος νόμος, ποὺ εἶνε τελειότερος ἀπὸ τὸ νόμο τῆς συνειδήσεως, εἶνε ὁ Δεκάλογος, τὸν ὁποῖον ἐθέσπισε ὁ Θεὸς ἐπάνω εἰς τὴν κορυφὴν τοῦ ὄρους Σινά.
Τρίτος δὲ νόμος, τελειότατος καὶ ἄφθαστος εἰς μεγαλεῖον, εἶνε ἡ Ἐπὶ τοῦ ὄρους ὁμιλία τοῦ Χριστοῦ καὶ γενικώτερον τὸ Εὐαγγέλιο.
Αὐτοί εἶνε οἱ νόμοι. Ἐπαναλαμβάνω, πρῶτος νόμος ἡ συνείδησις, δεύτερος ὁ Δεκάλογος, τρίτος ἡ Ἐπὶ τοῦ ὄρους ὁμιλία ἢ τὸ Εὐαγγέλιο.
Ἀλλ᾿ ἐκτὸς τῶν ἠθικῶν νόμων ὑπάρχουν καὶ οἱ φυσικοὶ νόμοι. Ποῖοι εἶνε οἱ φυσικοὶ νόμοι;
Ν᾿ ἀνεβῆτε ἀπόψε τὸ βράδυ, ποὺ εἶνε καλωσύνη, ἐπάνω στὸ ὕψωμα ποὺ εἶνε ὁ τίμιος Σταυρὸς καὶ ἀγναντέψτε. Πανόραμα εἶνε.
Τί κλείνεστε καὶ βλέπετε τηλεοράσεις; Ἡ ὡραιότερη τηλεόρασι εἶνε ὁ οὐρανός. Ἄφθαστο μεγαλεῖο, πανόραμα θεῖο. Χιλιάδες, ἑκατομμύρια ἀστέρια. Μὲ γυμνὸ μάτι φαίνονται 5.000, μὲ τὸ τηλεσκόπιο φαίνονται ἑκατομμύρια τῶν ἑκατομμυρίων.
Τί εἶνε αὐτὰ τὰ ἀστράκια, τὰ σημαδάκια ποὺ βλέπουμε στὸν οὐρανό; Εἶνε πελώριες σφαῖρες, ποὺ στροβιλίζονται εἰς τὸ ἄπειρο. Τρέχουν μὲ ταχύτητα πυραύλων, τρέχουν μὲ ταχύτητα φωτός. Τρέχουν συνεχῶς καὶ ἀκαταπαύστως. Καὶ δὲν συγκρούονται! Τόσα ἑκατομμύρια, καὶ δὲν συγκρούονται· γιατὶ ἀκολουθοῦν τὴν τροχιά, τὴν ὁποία ἐχάραξε ὁ Θεός.
Τὸ φεγγάρι ἀκολουθεῖ τὴν τροχιά του. Κινεῖται γύρω ἀπὸ τὸν ἥλιο καὶ γύρω ἀπὸ τὸν ἑαυτόν του. Καὶ ὁ ἥλιος, λέγουν οἱ ἀστρονόμοι, ἔχει ἀπέραντη τροχιὰ μέσα εἰς τὸ ἄπειρον. Καὶ δὲν εἶνε μόνον ἕνας ἥλιος εἰς τὸ σύμπαν· εἶνε χιλιάδες καὶ ἑκατομμύρια ἥλιοι. Ὅλοι αὐτοὶ κινοῦνται μὲ ἀκρίβεια καὶ δὲν ἔχουν καμμία καθυστέρησι. Ζενίθ ὁ ἥλιος, ρολόι ἀκριβείας! Ἀνατέλλει καὶ δύει στὴν ὥρα του, αἰῶνες τώρα. «Ὁ ἥλιος ἔγνω τὴν δύσιν αὐτοῦ. ἔθου σκότος, καὶ ἐγένετο νύξ» (Ψαλμ. 103,19-20)
Ἐδῶ πᾷς μὲ τὸ τραῖνο στὶς 8 ἢ 8 καὶ μισή, καὶ ἔρχεται μὲ καθυστέρησι στὶς 9. Ἀλλὰ τὸ δρομολόγιον τοῦ οὐρανοῦ δὲν ἔχει καμμία καθυστέρησι.
Ποιός εἶνε ὁ τροχονόμος ἐκεῖ ἐπάνω, ποὺ ῥυθμίζει ὅλα αὐτὰ τὰ αἰώνια πράγματα; Μία εἶνε ἡ ἀπάντησις· ὁ Θεός. Αὐτὸς ἔθεσε τοὺς φυσικοὺς νόμους. Αὐτὸς λοιπὸν ποὺ ἔθεσε τοὺς φυσικοὺς νόμους, ἔθεσε καὶ τοὺς ἠθικοὺς νόμους.
Καὶ τὰ μὲν ἄστρα ὑπακούουν, καὶ τὰ δέντρα ὑπακούουν, καὶ τὰ πουλιὰ ὑπακούουν, καὶ οἱ τίγρεις ὑπακούουν, καὶ οἱ ῥινόκεροι ὑπακούουν, καὶ τὰ πάντα ὑπακούουν στὸν Δημιουργὸ τοῦ σύμπαντος, καὶ ὑπάρχει ἁρμονία. Μέσα σ᾿ αὐτὴ τὴν ἁρμονία τοῦ σύμπαντος, μία εἶνε ἡ ἀνωμαλία ἡ μεγάλη, ἕνας εἶνε ὁ ἀντάρτης, ἕνας εἶνε ὁ ἐπαναστάτης· ὁ ἄνθρωπος.
Λέγει εἰς τὸν Θεό· Ἐγὼ δὲν ὑπακούω, ἐγὼ δὲν θέλω νὰ ὑπακούσω στοὺς δικούς σου νόμους. Θὰ σηκώσω παντιέρα καὶ θὰ κάνω δικό μου βασίλειο.
Δὲν ὑπακούει στὸ Θεὸ – ποιός; Τὸ μυρμήγκι ὁ ἄνθρωπος. Δὲν ὑπακούει εἰς τὸν Θεὸ καὶ δημιουργεῖ δικούς του νόμους.
Λέγει ὁ νόμος τῆς συνειδήσεως, λέγει ὁ νόμος τοῦ Δεκαλόγου, λέγει τὸ Εὐαγγέλιο, νὰ μὴ λέμε ψέματα, νὰ λέμε τὴν ἀλήθεια· «Λαλεῖτε ἀλήθειαν ἕκαστος μετὰ τοῦ πλησίον αὐτοῦ» (Ἐφ. 4,25). Τὸ ἐφαρμόζομεν;
Λέγει τὸ Εὐαγγέλιο, ὅτι πρέπει ὁ νέος καὶ ἡ νέα καὶ ἐν γένει ὁ κάθε ἄνθρωπος νὰ εἶνε ἁγνὸς σὰν τὰ κρίνα· τὸ ἐφαρμόζομεν;
Λέγει τὸ Εὐαγγέλιο, ὅτι ἡ πορνεία καὶ ἡ μοιχεία εἶνε κατάρα, καὶ ἀστροπελέκια πέφτουν στὰ σπίτια τῶν ἁμαρτωλῶν.
Λέγει τὸ Εὐαγγέλιο, ὅτι τὸ διαζύγιο ἀπαγορεύεται καὶ μόνο τὸ φτυάρι τοῦ νεκροθάφτου χωρίζει τὸ ἀνδρόγυνο.
Λέγει τὸ Εὐαγγέλιο, ὅτι πρέπει νὰ κοπιάζῃς, νὰ ἱδρώνῃς, νὰ μουσκεύῃς τὸ χῶμα τῆς γῆς μὲ τὸν ἱδρῶτα σου· «Ἐν ἱδρῶτι τοῦ προσώπου σου φαγῇ τὸν ἄρτον σου» (Γέν. 3,19).
Λέγει τὸ Εὐαγγελίο, ὅτι τὸ μῖσος ἀπαγορεύεται. Καὶ ὁ ἄνθρωπος δὲν ὑπακούει.
Ἔχει τὸ Εὐαγγέλιο μιὰ ὡραιοτάτη ἐντολή, ὑψίστης σημασίας ἐντολή, ποὺ εἶνε ἀνώτερη ἀπ᾿ ὅλες τὶς ἐντολὲς καὶ διατυπώνεται μὲ δύο λέξεις· «Ἀγαπᾶτε ἀλλήλους» (Ἰωάν. 13,34).
Τηροῦμε τοὺς ἠθικοὺς αὐτοὺς νόμους; ὑπακούουμε εἰς αὐτούς;
Ὄχι. Εἰς τὴν ἐποχή μας ἔχει πάρει τὴ γομμολάστιχά του ὁ σατανᾶς καὶ ἔχει σβήσει τοὺς ἠθικοὺς αὐτοὺς νόμους καὶ ἔκανε δικούς του νόμους.
Ὅποιος δὲν ὑπακούει εἰς τὸν Θεό, λέγει ἕνας ἐκ τῶν μεγαλυτέρων φιλοσόφων τοῦ αἰῶνος μας, θὰ ὑπακούσῃ μοιραίως εἰς τὸν διάβολον. Κ᾿ ἐμεῖς λοιπόν, ἐφ᾿ ὅσον δὲν θέλομεν νὰ ὑπακούσωμεν εἰς τὸν Θεόν, ὑπακούομεν εἰς τὸν διάβολον.
Καὶ ὁ διάβολος τί λέγει; Γιατί νὰ δουλεύῃς;… Ἔβγαλε τὸν δικό του νόμο. Ποιόν; «Ἅρπαξε νὰ φᾷς καὶ κλέψε νά ᾿χῃς». Αὐτὸς εἶνε ὁ νόμος ὁ ὁποῖος κυκλοφορεῖ μέσα στὸν κόσμο καὶ μέσα στὴν κοινωνία. Ὅλα τὰ μέσα τὰ χρησιμοποιεῖ ὁ ἄνθρωπος, γιὰ νὰ πάῃ κόντρα στὸ νόμο τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἔτσι ἐπικρατεῖ ἡ ἀνομία.
Ἡ ἀνομία ἐπικρατεῖ παντοῦ, σ᾿ ἀνατολὴ καὶ δύσι. Ἡ ἀνομία κατέκλυσε τὸν κόσμον ὁλόκληρο. Δὲν ὑπάρχει σημεῖο τῆς ὑδρογείου σφαίρας ποὺ οἱ ἄνθρωποι νὰ μὴ καταπατοῦν τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ, νὰ μὴ καταπατοῦν τὸ Εὐαγγέλιο. Σόδομα καὶ Γόμορρα γινήκαμε. Καὶ τ᾿ ἀποτελέσματα; Τί πρέπει νὰ περιμένωμε;
Ἐμένα ρωτᾶτε; Τὸ λέγει ἡ προφητεία, τὸ λέγει ὁ Σολομῶν· ρωτῆστε τον. Ὅταν, λέει, κυριαρχήσῃ μέσα εἰς ὁλόκληρον τὸν κόσμον ἡ ἀνομία, ἡ παράβασις, τότε θὰ ἐρημωθῇ ἡ γῆ.
Μάλιστα. Θ᾿ ἀναφέρω ἕνα παράδειγμα, ἀπὸ ἕνα ὡραῖο χωριό, τὸ Τρίβουνο. Ἔχω πάει κατ᾿ ἐπανάληψιν καὶ πιστεύσατέ με, ὁσάκις πηγαίνω, κλαίω. Σπίτια ὡραῖα, ἐκκλησία μεγάλη, θαυμάσιο καμπαναριό, δρόμοι… Τὸ θαυμάζεις. Πρὸ τοῦ ᾿12 στὸ Τρίβουνο ἐπάνω ἤτανε δυόμιση χιλιάδες (2.500) ἄνθρωποι. Τώρα εἶνε ἐνενηνταπέντε (95). Κι αὐτοὶ φεύγουν παρακάτω καὶ τὸ ἐγκαταλείπουν. Ἐρημώθηκε τὸ Τρίβουνο.
Ὅπως λοιπὸν τὸ Τρίβουνο ἐρημώθηκε καὶ ἐντὸς ὀλίγου θὰ σβήσῃ ἐξ ὁλοκλήρου, καὶ ὅπως τὸ Πισοδέρι κοντεύει νὰ ἐρημωθͺῇ, καὶ ὅπως ἄλλα χωριὰ γινήκανε γηροκομεῖα καὶ ἐρημώνονται – προφητεύω τὴν ὥρα αὐτή, χωρὶς νὰ εἶμαι προφήτης, ἀλλὰ βασίζομαι ἐπάνω εἰς τὰ ἱερὰ κείμενα, ἐπάνω εἰς τὸν Σολομῶντα καὶ λέγω· Θὰ ἐρημώσῃ ἡ γῆ καὶ Τρίβουνο θὰ γίνῃ ἡ Μόσχα. Τρίβουνο θὰ γίνῃ ἡ Νέα Ὑόρκη. Τρίβουνο θὰ γίνῃ τὸ Βερολῖνο. Τρίβουνο θὰ γίνῃ τὸ Σικάγο. Τρίβουνο θὰ γίνῃ ἡ Ἀθήνα. Τρίβουνο θὰ γίνουν τὰ ἰσχυρὰ ὑπερήφανα κράτη.
Θεέ μου Θεέ μου! ἀφάνταστα καὶ φοβερὰ πράγματα θὰ γίνουν. Οὔτε καταλαβαίνομεν, οὔτε ἔχομεν συναισθανθῆ τὸν κίνδυνον ὁ ὁποῖος κρέμεται ὑπεράνω τῆς κεφαλῆς μας.
Ὄχι μὲ γέλια, ὄχι μὲ τραγούδια· δὲν ξέρουμε τί γίνεται στὰ Βαλκάνια, δὲν ξέρουμε τί γίνεται εἰς τὸν κόσμον.
Εἰρήνη, φωνάζουν. Λέγει ἡ Γραφή· Ὅταν ἀκοῦτε εἰρήνη, τότε νὰ περιμένετε πόλεμο (βλ. Α΄ Θεσ. 5,3· Ἰερ. 6,14). Ὅπως τὸ ᾿40. Τὶς παραμονὲς τοῦ πολέμου τὸ ῥαδιόφωνο τῆς Ῥώμης ἔλεγε «εἰρήνη», καὶ ἀγκάλιαζε ὁ πρεσβευτὴς τῆς Ἰταλίας τὸν δικό μας πρεσβευτὴ κάτω στὴν Ἀθήνα· καὶ τὰ μεσάνυχτα οἱ σειρῆνες ἐσάλπισαν εἰς ὅλη τὴν Ἑλλάδα καὶ χτύπησαν οἱ παιᾶνες τοῦ πολέμου καὶ ἠκούσθησαν εἰς ὁλόκληρον τὸ Πανελλήνιον. Πρέπει νὰ περιμένωμεν κάτι μεγάλο νὰ γίνῃ εἰς τὸν κόσμον.
Γίνονται προσπάθειαι ὑφέσεως, ἀλλὰ βαίνομεν μὲ γιγαντιαῖα βήματα εἰς παγκόσμιον ῥῆξιν, εἰς παγκόσμιον πόλεμον, ὁ ὁποῖος ὀνομάζεται εἰς τὴν Ἀποκάλυψιν Ἁρμαγεδών (Ἀπ. 16,16). Πᾶμε στὸν Ἁρμαγεδῶνα. Ὁ δὲ Ἀρμαγεδών τί εἶνε; Διαβάστε Γραφή· πουλῆστε τὸ πουκάμισό σας καὶ ἀγοράστε Ἀποκάλυψι. Κ᾿ ἐκεῖ μέσα θὰ δῆτε τὰ φρικτὰ ἀποτελέσματα τὶς ἁμαρτίας, τὰ ὁποῖα συντόμως περιγράφει ὁ Σολομῶν μὲ τὴ φράσι «Καὶ ἐρημώσει πᾶσαν τὴν γῆν ἀνομία» (Σ. Σολ. 5,23). Ναί, θὰ γίνῃ ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο εἶπε ὁ Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, πρὶν 200 χρόνια. Σύμφωνοι εἶνε οἱ προφῆται, σύμφωνοι εἶνε αἱ Γραφαί. Λέγει ὁ Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ὅτι· Θὰ βαδίζῃς ἑκατὸ χιλιόμετρα, ἀπὸ τὴ Φλώρινα μέχρι τὴ Κοζάνη, καὶ δὲν θὰ συναντᾷς ἄνθρωπο.
Θὰ ἐρημώσῃ ἡ γῆ· ναί. Τὰ νερὰ θὰ πικραθοῦν, τὰ δέντρα θὰ ξηρανθοῦν, τὰ πουλιὰ θὰ ψοφήσουν ―τὰ ψάρια ἀπὸ τώρα ἀρχίζουν καὶ ψοφοῦν―, θὰ γίνῃ ἔρημος ἡ γῆ. Δὲν θὰ μπορῇ οὔτε πτηνὸν νὰ διασχίζῃ τὸν ἀέρα, οὔτε ἀρνίον νὰ βελάζῃ εἰς τοὺς λειμῶνας, οὔτε τι ἄλλο θὰ ὑπάρχῃ. Ἔρημος θὰ γίνῃ ἡ γῆ. Καὶ θὰ ἐρημωθῇ ἡ γῆ ἀπὸ τὴν ἀνομία.

Ἀπελπιστικὰ εἶνε αὐτά;
Αὐτὰ λέει ὁ προφήτης, καὶ αὐτὰ εἶνε τὰ ἀποτελέσματα τῆς ἁμαρτίας. Αὐτὰ εἶνε τὰ ἀποτελέσματα τῆς πορνείας, τῆς μοιχείας, τῆς ψευδορκίας, τῆς ἀδικίας, τῆς ἁρπαγῆς, τοῦ μίσους καὶ ὅλων τῶν κακιῶν ποὺ ὑπάρχουν εἰς τὸν κόσμον.
Εὑρισκόμεθα ἐγγὺς τοῦ κρημνοῦ, ἐγγὺς τῆς κατάρας, ἐγγὺς τῆς καταστροφῆς, ἐγγὺς Ἁρμαγεδῶνος.
Μιὰ μόνον ἐλπὶς ὑπάρχει. Ὅλοι, μικροὶ καὶ μεγάλοι, Ἀνατολὴ καὶ Δύσις, ὅλων τῶν χρωμάτων καὶ ἀποχρώσεων, θὰ σωθοῦμε, μόνον ἂν κάνωμεν στροφὴ 180 μοιρῶν πρὸς τοὺς αἰωνίους δρόμους τοῦ Θεοῦ, πρὸς τὸ νόμο τῆς συνειδήσεως, πρὸς τὸ νόμο τοῦ Δεκαλόγου, πρὸς τὸ νόμο τοῦ Εὐαγγελίου.
Μόνον ἐὰν ἐγκαταλείψουμε τὴν ἁμαρτία καὶ ἐπιστρέψωμεν πρὸς τὸν Θεό, θὰ σωθῇ ὁ κόσμος. Μόνον ἐὰν πραγματικῶς μετανοήσωμεν, θὰ ἔρθῃ ἡ σωτηρία.

“ΤΙ ΘΑ ΜΑΣ ΣΩΣΗ” σελ. (σελ. 12-18)

(Πριν 67 χρονια) – ΦΥΛΛΑΔΙΟ ΣΥΣΣΙΤΙΩΝ ΚΑΤΟΧΗΣ ΣΤΗΝ ΚΟΖΑΝΗ Νο 16

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Σεπ 20th, 2010 | filed Filed under: ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ

+EΣTIA+

Χριστιανικόν φυλλάδιον– Κοζάνη, τη 24 Σεπτεμβρίου1944 – αριθμός 16

ΣYΣΣITIOY XPIΣTIANIKHΣ MOPΦΩTIKHΣ ΣXOΛHΣ EPΓAZOMENΩN NEΩN KOZANHΣ

Διευθυντής του φυλλαδίου Aρχιμ. Aυγουστίνος N. Kαντιώτης ιεροκήρυξ


Μια Μεραρχία δυστυχούντων!


8.150 ΠΙΑΤΑ ΚΑΘ’ ΗΜΕΡΑΝ

Εις τας 2 Φεβρουαρίου 1944 η Εστία ήρχισε με 50 πιάτα. Σήμερον έφθασε τα 8.150 πιάτα – μερίδες. Έχει διοργανώσει τα εξής συσσίτια.

ESTIA(16φ)

1. Συσσίτιον ασθενικών παιδιών ώρα 7,30 π. μ. αριθ. συσσιτούντων 70

2. Συσσίτιον μεσημβρινόν ώραν 11,30 π. μ. Παιδικόν αριθ. συσσιτούντων 1.330

3. Συσσίτιον μεσημβρινόν ώραν 11,30 π. μ. Γερόντων – ασθενών  750

4. Συσσίτιον μεσημβρινόν ώραν 1 μ. μ. Προσφύγων συσσιτούντων  2.700

5. Συσσίτιον απογευματινόν ώραν 4,30 μ. μ. παιδικόν συσσιτούντων  500

6. Συσσίτιον απογευματινόν ώραν 4,30 μ. μ. Προσφύγων συσσιτούντων  2.700

7. Φυλακισμένων (μεσημβρινόν και απογευματινόν) 100

Σύνολον συσσιτούντων 8.150

___________________

Η μεγαλυτέρα προς την Εστίαν δωρεά

ΤΟ ΥΠ’ ΑΡΙΘΜΟΝ 1 ΑΚΑΡΠΟΝ ΔΕΝΔΡΟΝ ΤΗΣ ΚΟΖΑΝΗΣ

ΞΕΡΡΙΖΩΘΗΚΕ!

______________________________________

f. k. 16«Πάν δένδρον μη ποιούν καρπόν καλόν εκκόπτεται και εις πυρ βάλλεται» (Ιησούς Χριστός). Ξύλα! Καυσόξυλα! Δεν υπάρχουν εις την αγορά. Κάθε ξυλαράκι έγινε ράβδος χρυσού. Και αυτά τα τρόφιμα του Ερυθρού Σταυρού γίνονται δώρον άδωρον, εφ’ όσον δια να αγοράσει η πτωχή οικογένεια δύο οκάδες καυσόξυλα πρέπει να πωλήσει μια οκά ρεβίθια που επήρεν από τον Ε.Σ. Τα ξύλα, λοιπόν, έγιναν και αυτά εις την πλήρη δυσχερειών ζωήν μας πρόβλημα, πρόβλημα δια τας πτωχάς οικογενείας, πρόβλημα κυρίως όμως δια την Εστίαν μας, εις την οποίαν βράζουν καθημερινώς 12 καζάνια των 600-800 μερίδων. Τα πεινασμένα στομάχια θέλουν τρόφιμα. Αλλά και τα 12 καζάνια θέλουν ξύλα. Θέλουν κάθε ημέραν 500-600 οκ. ξύλα, ένα μήνα 12.000 οκάδες, δηλαδή χρειαζόμεθα ένα δάσος, από το οποίον με ένα αυτοκίνητον τοννάζ 3 τόννων να μεταφέρωμεν κάθε τρεις ημέρας ξύλα. Η ανάγκη των ξύλων είναι μεγίστη, το δε πρόβλημα των ξύλων προς στιγμήν εφαίνετο άλυτον και το κλείσιμον της Εστίας βέβαιον, εάν ο καλός Θεός δεν μας ελυπείτο, δεν ελυπείτο τους πτωχούς μας. Αφ’ ενός ένας έρανος εις ξύλα, που εις τας 15 Σεπτεμβρίου έγινε εις όλην την πόλιν της Κοζάνης κατόπιν σχετικής ομιλίας του ιεροκήρυκος, απέδωκε περί τας 5 χιλιάδες καυσόξυλα, αφ’ ετέρου δε μια δωρεά, η μεγαλυτέρα προς την Εστίαν δωρεά, που ισοδυναμεί 10 χρυσά «κοκκοράκια», έρχεται να ανακουφίσει την Εστίαν και να λύσει δια ένα τουλάχιστον εικοσαήμερον το πρόβλημα των ξύλων. Ποία η δωρεά;  Άς την γράψωμεν, με την ελπίδα ότι και άλλοι θα ευρεθούν μιμηταί: Οι ιδιοκτήται του παρά το γήπεδον της πόλεως γηραιού πλατάνου παρουσιάσθησαν εις την Εστίαν και εδήλωσαν, ότι προσφέρουν δωρεά όλον το δένδρον, δια να γίνει καυσόξυλα του φτωχοκόσμου. Αυτή είναι η μεγαλυτέρα προς την Εστίαν δωρεάν, η οποία έγινε μέχρι σήμερον. Εύγε εις τους ευγενείς δωρητάς. Με την δωρεάν θα ανάψουν τεράστιον πολυέλαιον εις την εικόνα του Εσταυρωμένου, του μοναδικού φίλου των πτωχών. Έτσι το υπ’ αριθ. 1 άκαρπον δένδρον ξερριζώθηκε. Ύστερον από ζωήν 200 και πλέον ετών απέθανε – σκληρός ο θάνατος, ας κλαίει δι’ αυτόν η μούσα του Παπασχάλη. Απέθανε όμως, δια να ζήσουν οι πτωχοί. Όσοι έχουν τέτοια παρόμοια άκαρπα δένδρα, ας δηλώσουν εις την Εστίαν, δια να τα έχωμεν υπ’ όψιν, όσοι δε δεν έχουν δένδρα, αλλά έχουν εις τα σεντούκια των θαμμένα χρυσά «κοκκοράκια», με τα οποία ημπορούμε να αγοράσωμεν πλατάνια ολόκληρα, ας τα δώσουν εις την ελεημοσύνην, έστω και την τελευταίαν ώραν, διότι άλλως, εάν συνεχίσουν την ίδιαν σκληρότητα απέναντι των συνανθρώπων των, τότε σύμφωνα όχι με τα ιδικά μου λόγια, αλλά με τα λόγια του Θεανθρώπου, θα ομοιάσουν με τα άκαρπα δένδρα. Περί δε των τοιούτων είπεν ο Κύριος: «Παν δένδρον μη ποιούν καρπόν καλόν εκκόπτεται και εις πύρ βάλλεται».  Δια το πρωϊνόν συσσίτιον των ασθενικών παιδιών.

ΜΙΑ ΣΥΓΚΙΝΗΤΙΚΗ ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΕΝΟΣ ΜΙΚΡΟΥ

Ένας μικρός ηλικίας 10 ετών, είχε ένα αρνάκι. Το αγαπούσε πολύ. Το βοσκούσε κάθε μέρα. Αλλά κάποτε, ένα πρωΐ, επεσκέφθη την Εστίαν την ώραν που 70 χλωμά ασθενικά παιδάκια έπαιρναν το πρωϊνόν συσσίτιον (ένα ρόφημα, μια φέτα ψωμί με βούτυρον και μέλι). Ήκουσε τον ιεροκήρυκα που έλεγεν εις τα παιδιά, ότι ο καλός Θεός θα μας στείλει και ένα αρνάκι, δια να φάνε και τα πτωχά παιδιά κρέας. Ο μικρός συγκινήθηκε, επήγε εις το σπίτι, παρακάλεσε τους γονείς δια να προσφέρει το αρνάκι εις την Εστίαν, και την περασμένην Τρίτην τα παιδιά εκάθησαν εις ένα πασχαλινό τραπέζι. Είχαν κρέας με πατάτες και σταφύλλια. Ο μικρός που προσέφερε το αρνάκι ονομάζεται Αριστομένης Τσοπουρίδης, μαθητής Ε΄ τάξεως Δημοτικού Σχολείου. Επίσης, υπέρ του συσσιτίου των παιδιών προσέφερον 1) Ο κ. Δημ. Τζάκας 70 οκάδες φακές, 2) Δις Καίτη Χατζημανώλη 20 εκ. 3) Ανώνυμος 60 εκ. 4) Ανώνυμος 20 εκ. 5) κ. Παρασκευάς Βαλταδώρος 10 οκ. σταφύλια 6) κ. Μάρκος Ζάβαλης 10 οκάδες και 7) κ. Γ. Παφίλης 20 οκάδες σταφύλια. Ο δε Χαρίσιος Γκατζόφλιας εδήλωσεν, ότι θα προσφέρει ένα αρνάκι, ο δε κ. Νομάρχης Χαρίσιος Γκοβεδάρος θα προσφέρει ένα βόδι.

ΔΩΡΕΑΙ ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΕΣΤΙΑΣ

Υπέρ της Εστίας εις είδος προσέφερον: 1) Χρήστος Βαλταδώρος 50 οκάδες φακές, 2) Ιωάννης Σιάπαντας 15,5 οκάδες αλάτι, 3) Αναστασία Χατζηδημητρίου 5 οκάδες σιτάρι, 4) Ανώνυμος 50 οκάδες σίτου, και 5) Αθ. Χασάπης 30 οκ. αλεύρι. Επίσης οι κ. κ. Κ. Γκατζόφλιας και Τάσιος Γάθης προσέφερον από ένα καζάνι.

ΔΙΑ ΤΟ ΓΑΛΑ ΤΩΝ ΑΣΘΕΝΩΝ

Δημοσιεύομεν τα τελευταία ονόματα εκείνων, οι οποίοι μιαν φοράν την εβδομάδα προσφέρουν το γάλα υπέρ των ασθενών. Τσαμπούρης Χαρίσιος, Ζήγρας Δημήτριος, Ιορδανίδης, Δραγατσίκας Αθανάσιος, Χαλβατζής Νικόλαος, Μάνος Εμμανουήλ, Αγραφιώτης Ηλίας, Κατσέλας Παναγιώτης, Νταλίπης, Πάτσιος Δημήτριος, Δαραβάζος Λάζαρος, Τριανταφύλλου Χαρίσιος, Καραγκούλας Νικόλαος, Βαμβακάς Ηλίας, Τζιάτζιος Κων/τίνος, Γεωργάκας Δημήτριος, Μήλιος Δημήτριος, Ματιάκης Πάνος, Κατσέλας Ρούσσης, Πλακοπίτης Ζήσης, Μιχαηλίδης Κων/τίνος, Τσιώρας Νικόλαος, Αλεξανδρης Μηνάς, Κουρσάνος.  Μια πτωχή χήρα της Κοζάνης έχασεν ένα χρυσό δακτυλίδι: Όποιος το εύρε, παρακαλείται να το παραδώσει εις την Εστίαν. Η χήρα εδήλωσεν, ότι εάν ευρεθή, θα το προσφέρει δωρεά εις την Εστίαν.

(Απόσπασμα βιβλίου «ΜΙΑ ΖΩΝΤΑΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ, ο π. Αυγουστίνος Καντιώτης στην Κοζάνη» Νο1,

σελ. 130-133, Κοζάνη 2003, Ανδρονίκης Π. Καπλάνογλου)

sxed.-5


ΟΛΑ ΤΑ ΦΥΛΛΑΔΙΑ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ·

«ΜΙΑ ΖΩΝΤΑΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ, ο π. Αυγουστίνος Καντιώτης στην Κοζάνη» Νο1

ΘΑ TO ΒΡΕΙΤΕ ΣΤΗΝ ΔΕΞΙΑ ΣΤΗΛΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΟΣ ΜΑΣ, ΣΤΙΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ: ΜΙΑ ΖΩΝΤΑΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ


ΜΙΑ ΖΩΝΤΑΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ Νο2

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Ιούν 14th, 2010 | filed Filed under: ΒΙΟΓΡΑΦ. π. ΑΥΓΟΥΣΤ., ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ

«ΓΟΝΕΙΣ ΦΡΟΝΤΙΣΤΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΣΑΣ»

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Φεβ 26th, 2010 | filed Filed under: ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ, ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.), ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ

ΜΕΤΑΝΟΕΙΤΕ – ΜΗΝ ΑΠΕΛΠΙΖΕΣΘΕ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Φεβ 7th, 2010 | filed Filed under: ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ, ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΟΜΙΛΙΩΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ
π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ

Ασωτ. ιστ.ΜΕΤΑΝΟΕΙΤΕ

«…Δυστυχώς τα τελευταία χρόνια άνδρες, γυναίκες και παιδιά παρεξέκλιναν και απομακρύνθηκαν από το θέλημα του Θεού, και συνεπώς ήρθε η μεγάλη καταστροφή.

Συμβαίνουν πολλά δυστυχήματα εις τον τόπο μας, και θα συμβούν ακόμη περισσότερα. Τι χρειάζεται; Μετάνοια, μετάνοια, μετάνοια. «Μετανοείτε».

Οι άνδρες να ζουν αρμονικά με τις γυναίκες των, οι γυναίκες αρμονικά με τους άνδρες των, καί όλοι να είναι αφωσιωμένοι στον Θεό, όλοι να ζούμε κατά το θέλημα του Θεού».

(Απόσπασμα ομιλίας του Γέροντος επισκόπου π. Αυγουστίνου Καντιώτου, μετά την παραίτησίν του, στο Λαιμό Πρεσπών, στις 25-7-2001)

**************

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΑΜΑΡΤΙΑ

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΟΜΙΛΙΩΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ
π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ

ΑΠΟ ΒΙΒΛΙΟ “ΤΙ ΘΑ ΜΑΣ ΣΩΣΕΙ;”

Τί είναι η αμαρτία; Εάν νιώθαμε τί είναι η αμαρτία, θα κτυπούσαμε τα αμαρτωλά μας στήθη κι από τα βάθη της καρδιάς μας θα έβγαινε η φωνή των μετανοούντων αμαρτωλών· «Ήμαρτων εις τον ουρανόν και ενώπιόν σου»(Λουκ. 15, 18-21) και «ο Θεός, ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ»(Λουκ.18,13). Εάν μπορούσαμε να νιώσουμε τη φρίκη της αμαρτίας, τα μάτια μας δεν θα έπαυαν να κλαίνε, τα χέρια μας δεν θα έπαυαν να κάνουν ελεημοσύνες…και θα ζητούσαμε το έλεος του Θεού.

Τί είναι η αμαρτία; Εγώ δεν μπορώ να σας εξηγήσω. Θα έπρεπε να βγει μέσα από την κόλασι ένας αμαρτωλός, για να περιγράψει την φρικτή κατάσταση που ζει· θα έπρεπε να είναι εδώ ένας από τους αμαρτωλούς που μετανόησαν και έκλαυσαν και πόνεσαν στη ζωή τους, για να περιγράψει το μυστήριο και την τύφλωση που προκαλεί η αμαρτία.

***

ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΑΜΑΡΤΙΑΣ

Ω αδελφοί μου, να σας δείξω το τέλος της αμαρτίας; Ποιό είναι το τέλος; Γλέντα άνθρωπε, διασκέδαζε, πιές απ’ όλα τα ποτήρια της αμαρτίας. Το τέλος είναι -ω Θεέ μου, ας μη φθάσει κανείς μας στο τέλος της αμαρτίας, διότι η αμαρτία δεν είναι παιχνιδι-, το τέλος είναι καταστροφή. Επάνω σ’ ένα βράχο είναι στημένη μιά αγχόνη, μιά κρεμάλα. Το τέλος της αμαρτίας είναι το τέλος του Ιούδα. Έτσι ο Ιούδας, κατρακυλώντας κατρακυλώντας έφθασε στο τέλος.

Εξαπατά ο σατανάς τον άνθρωπο λέγοντας· Δεν είναι τίποτα η αμαρτία, προχώρα, προχώρα και μη φοβάσαι… Και όταν ο άνθρωπος κάνει την αμαρτία και ο σατανάς τον οδηγήσει στην άβυσσο, τότε του λέγει· Τι κάνεις! τώρα για σένα δεν υπάρχει σωτηρία, δεν υπάρχει έλεος… Αυτό είπε και στον Ιούδα, και «μεταμεληθείς…απελθών απήγξατο» (Ματθ. 27, 3-5). Αυτό είναι το τέλος της αμαρτίας, η απελπισία και η καταστροφή.

ΜΗΝ ΑΠΕΛΠΙΖΕΣΘΕ, ΥΠΑΡΧΕΙ ΣΥΓΧΩΡΗΣΙΣ

Ο Χριστός συγχωρεί τ’ αμαρτήματα μας. Αν κανένα κορίτσι ή κανένας άνδρας ή καμμιά γυναίκα στον μάταιο και απατηλό και απατεώνα αυτό κόσμο γλυστρήσει και πέσει, όχι, να μη απελπισθεί.

Τί να κάνει; Να τρέξει στον Χριστό.

Τί να κάνωμε; Σαν τον άσωτο, σαν την πόρνη, σαν το ληστή, να πέσωμε στα ματωμένα πόδια του Χριστού μας και να του πουμε· Χριστέ, συγχώρεσέ μας. Και αν το πούμε όχι με τα χείλη μας, αλλά μέσα από την καρδιά μας, άμα κλαύσωμε και πονέσωμε, όπως η πόρνη, τότε από τα ουράνια θ’ ακουστεί η φωνή, στα βάθη της καρδιάς μας· «Τέκνον, αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου» (Ματθ. 9,2). Παιδί μου, παίρνω σφουγγάρι και σβήνω τ’ αμαρτήματά σου. Αλλά πρόσεχε από εδώ κ’ εμπρός, να μην πέσεις στην αμαρτία. Να φυλάγεσαι από αυτήνόπως φυλάγεσαι από το φίδι. Όπως φεύγεις από το φίδι, όπως φεύγεις το αστροπελέκι, όπως φεύγεις τη φωτιά, όπως φεύγεις την αρρώστια, φεύγε την αμαρτία και σώζου.

Ναι αδελφοί μου! Μην απελπίζεστε. Από την ώρα που τα άγια χείλη του Χριστού είπαν την παραβολή του ασώτου, από την ώρα που επάνω στο Γολγοθά άνοιξε τα χέρια του ο Χριστός και έχυσε το τίμιον του αίμα, από την ώρα εκείνη χιλιάδες αμαρτωλοί ελούσθησαν και λούζονται μέσα στα δάκρυα της μετανοίας και εξομολογήσεως και σώζονται.

Μετά την σταυρική θυσία του Χριστού, δεν υπάρχει πλέον αμαρτία και έγκλημα που να μη τη νικά το έλεος του Θεού. Ακριβώς αυτή τη μεγάλη ελπίδα και παρηγοριά δίνει ο Θεός στον άνθρωπο.

*************************************************************************

***************************************************************************

ΒΡEIΤΕ ΣΕΒΑΣΜΙΟ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ

ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΘΕΙΤΕ Τ’ ΑΜΑΡΤΗΜΑΤΑ ΣΑΣ

…Παλεύει ο Χριστός και η αμαρτία. Θα νικήσει ο Χριστός, θα νικήσει το έλεος. Σφουγγίστε τα δάκρυά σας αμαρτωλοί, παρηγορηθείτε και μεταβείτε στο εξομολογητήριο. Ανοίξτε τις καρδιές σας και πέστε τ’ αμαρτήματά σας.

Γυναίκες, άνδρες, μικροί, μεγάλοι, τέκνα του Θεού, μεταβείτε στον εξομολογητήριο, για ν’ ακούσετε κ’ εσείς μέσα στην καρδιά σας τον σωτήριο λόγο «Θάρσει, τέκνον· αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου» (Ματθ. 9,2).

MIA ZΩNTANH IΣTOPIA 1 (Μερος Α)

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Οκτ 28th, 2009 | filed Filed under: ΑΓΩΝΕΣ, ΜΙΑ ΖΩΝΤΑΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ 1ο, ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ

MIA ZΩNTANH IΣTOPIA

O π. Aυγουστίνος Kαντιώτης στην Kοζάνη

Eκδόσεις: Aνδρονίκη Π. Kαπλάνογλου Σμύρνης 10 KOZANH τηλ. 24610-25139, 24610-26668 κιν. 6974931881
Kεντρική διάθεση: Bιβλιοπωλείο «Έλαφος» Bασ. Γεωργίου 10 ΦΛΩPINA τηλ. 23850-28868
Eπιμέλεια εξωφύλλου: Παντελής Π. Kαπλάνογλου

Αφιερωμένο στον άνθρωπο της ζωντανής πίστεως, της δυνατής αγάπης, των χριστιανικών έργων, των υψηλών αγώνων, των μεγάλων θυσιών. Στον ακατάβλητο μαχητή της Ορθοδοξίας και του Ελληνικού έθνους. Στον σεβαστό μου πνευματικό πατέρα, τον επίσκοπο Φλωρίνης Αυγουστίνο Ν. Καντιώτη, που μου έδειξε με λόγια και με έργα τον δρόμο του Χριστού, δρόμο θυσίας, αγώνων και προσφοράς.

Α.Π.Κ. Κοζάνη τη 15-6-2003

ΑΝΤΙ ΠΡΟΛΟΓΟΥ (σύντομος διάλογος με τον π. Αυγουστίνο σήμερα) -Γέροντα, αν είχατε τώρα μπροστά σας τους Κοζανίτες, τί θα τους λέγατε; -Να περιγράψουν τις ημέρες εκείνες και να φυλάξουν την πίστη τους. -Πως τους χαρακτηρίζετε σαν ανθρώπους; -Ευγενείς. -Κατά τα άλλα; -Είναι όπως όλοι οι άνθρωποι.

ΜΙΑ ΖΩΝΤΑΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ

Μια ιστορία από έναν κήρυκα του θείου λόγου, από έναν απεσταλμένο του Θεού, στην πρωτεύουσα της Δυτικής Μακεδονίας. Μια ζωντανή ιστορία ενός μεγάλου εκκλησιαστικού ηγέτου και εθνικού ευεργέτου της Κοζάνης, που εκτυλίχθηκε τα μαύρα χρόνια της Κατοχής. Μια ιστορία που δεν λησμονείται από τον λαό της Δυτικής Μακεδονίας, στο πέρασμα των ετών. Με ευγνωμοσύνη και σεβασμό στέκεται δίπλα στο ταπεινό όργανο της βουλής του Θεού, που ως άγγελος Θεού ήρθε στην πόλι, τις πιο δύσκολες στιγμές του πολέμου. Τότε, που η μπότα των Γερμανών καταπατούσε τα Ελληνικά εδάφη, αποδεκάτιζε τον πληθυσμό της Μακεδονικής γης, κατέκαιε τα χωριά της Πατρίδος. Τότε, που η μαύρη αγορά ωργίαζε, η πείνα, οι αρρώστιες και ο θάνατος άπλωναν απειλητικά τα μαύρα φτερά τους πάνω από την πόλι της Κοζάνης. Τότε, που «όλα τα’ σκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά», ο π. Αυγουστίνος Ν. Καντιώτης στάθηκε όρθιος. Έγινε φύλακας άγγελος της πόλεως, έγινε προστάτης των πτωχών και αδυνάτων. Έγινε στοργικός πατέρας των προσφύγων και ορφανών. Πάλεψε με τους μαυραγορίτες και τους ασπλάχνους πλουσίους. Έγινε το ξυπνητήρι τους. Συκοφαντήθηκε και διαβλήθηκε. Έφτασε πολλές φορές μέχρι τα Γερμανικά αποσπάσματα, αλλά το χέρι του Θεού τον έσωζε. Ύψωσε την σημαία της πίστεως και της αγάπης. Πάλεψε στήθος με στήθος με τον κατακτητή. Και νίκησε. Μια ολοζώντανη ιστορία του Γέροντος επισκόπου της Φλωρίνης, που και στα 97 του χρόνια με συγκίνησι θυμάται την Κοζάνη και τους ανθρώπους της. Μια ζωντανή ιστορία, μιας ολοζώντανης μορφής, που έπαιζε κορώνα γράμματα την ζωή του, και όμως έφθασε σε βαθύ γήρας και παραμένει στην Στρατευόμενη Εκκλησία, για να διαλαλεί την δόξα του Θεού. Μια ζωντανή ιστορία, που την διηγείται ο ίδιος ο π. Αυγουστίνος. Τα λόγια του, που παραθέτω στην συνέχεια αυτούσια, είναι άλλοτε από κηρύγματα του άμβωνος, που δείχνουν την δύναμη της αγάπης, άλλοτε από μαθήματα αγιογραφικών κύκλων, ανδρών, που δείχνουν τις θυσίες των εκλεκτών του συνεργατών, τους αφανείς εκείνους ήρωες της πίστεως και της πατρίδος, που σε χρόνια δύσκολα στάθηκαν δίπλα του και προσέφεραν τεράστιο κοινωνικό έργο, και άλλοτε σε ιεραποστολικές συγκεντρώσεις γυναικών, όπου διδάσκει την ενεργό αγάπη ενός λαού, που με την βοήθεια του Θεού, έσωσε από τον θάνατο της πείνας πολλές ψυχές. Εκεί όμως που απολαμβάνει κανείς τις διηγήσεις του Γέροντος, είναι στις Κατασκηνώσεις της Μητροπόλεώς του. Έχοντας γύρω του συγκεντρωμένα όλα τα στελέχη στο κιόσκι, στρώνει πνευματική τράπεζα, με ποικιλία εδεσμάτων. Συνοδευόμενος πάντοτε από τον π. Ιερόθεο Κοκονό, τον πνευματικό πατέρα της Κατασκηνώσεως, δίνει συμβουλές πολύτιμες, απαντά σε απορίες στελεχών, κάνει ο ίδιος ερωτήσεις για να μας δώσει αφορμή και να ελέγξει τις γνώσεις μας. Παιδαγωγός θαυμάσιος, ποικίλλει την τροφή στην πνευματική τράπεζα, με διάφορες ιστορίες και ανέκδοτα, πολύ διδακτικά. Ανοίγει το βιβλίο των αναμνήσεών του και διηγείται ζωντανές ιστορίες από την περιπετειώδη ζωή του προς δόξαν του Θεού. Ένα μέρος αυτής της ζωντανής ιστορίας του π. Αυγουστίνου, που φυλάσσεται αυτούσια σε κασέττες και έχει σχέση με την Κοζάνη, θα παραθέσω απομαγνητοφωνημένο στο πρώτο μέρος του βιβλίο. Αντλώ από όλες τις πηγές, όπου και εάν την βρώ, για να κάνω κοινωνούς της πνευματικής τραπέζης και άλλους που εκτιμούν τον π. Αυγουστίνο και θα είχαν την επιθυμία να ακούσουν από το στόμα του θαυμαστές διηγήσεις. Στην πνευματική αυτή τράπεζα είναι καλεσμένοι όλοι, και ιδιαίτερα ο λαός της Κοζάνης, που έμεινε δίπλα του σ’ όλη την περιπετειώδη ζωή του. Ο π. Αυγουστίνος έγινε ποιμενάρχης της Φλώρινας και αγαπήθηκε από τον ποίμνιό του, αλλά παρέμεινε και πνευματικός πατέρας της Κοζάνης. Με ευγνωμοσύνη ο λαός της Κοζάνης αναφέρει το όνομά του και εκείνος το γνωρίζει. Όταν κάποτε του είπα πως εκφράζονται γι’ αυτόν οι Κοζανίτες, απήντησε… – Έ! Το ξέρω, ότι η Κοζάνη με αγαπά. Άς δοξάσωμε, λοιπόν, τον Θεό, για τον εργάτη αυτό του Ευαγγελίου και ας ακούσωμε, στην συνέχεια, τι έχει να μας διηγηθεί ο Γέροντας.

Πρέπει να γνωρίζετε…

Πρέπει να γνωρίζετε εσείς οι νεώτεροι – γιατί οι παλαιότεροι το γνωρίζουν-, ότι εγώ είμαι σε δράση από το 1935. Συμπληρώνονται 60 χρόνια. Τότε όχι μόνο εσείς αλλά και οι γονείς σας ήταν αγέννητοι. Έχω κάποια ιστορία. Είμαι «σημείον αντιλεγόμενον». Άλλοι μας κατακρίνουν, μας υβρίζουν και μας μισούν, και άλλοι μας αγαπούν. Δεν με λένε ούτε Αυγουστίνο, ούτε σεβασμιώτατο, άλλα «Καντιώτη», με λαϊκή έκφραση. Είπε ο Χριστός… «Ουαί όταν καλώς υμάς είπωσι πάντες οι άνθρωποι» Αν σας πουν όλοι οι άνθρωποι «εύγε εύγε», τότε θ’ ανήκετε σ’ ένα «κόμμα» που είναι γνωστό ως «Ο.Φ.Α.». Αυτά είναι τα αρχικά γράμματα ενός «κόμματος», στο οποίο ανήκουν οι περισσότεροι Έλληνες. «Ο.Φ.Α.» σημαίνει «Όπου Φυσά ο Άνεμος». Αυτό είναι το κόμμα. Ούτε δημοκρατία, ούτε βασιλεία, ούτε σοσιαλισμός, ούτε κομμουνισμός, ούτε κανείς. Είδατε τον ανεμοδείκτη; Γυρίζει όπου φυσά ο άνεμος. Εμείς δεν ανήκουμε στο κόμμα «Ο.Φ.Α.». Το έχουμε δηλώσει κατ’ επανάληψιν, όχι μόνο δια λόγου αλλά και δια πράξεων. Ανήκουμε στην Ελλάδα, και παραπάνω από την Ελλάδα ανήκουμε στο Χριστό. Αυτή είναι η ιδεολογία μας.

Βιβλίο των αναμνήσεων

Υπάρχουν στιγμές που η ανθρώπινη γλώσσα αδυνατεί να εκφράσει τα όσα αισθάνεται η καρδία. Μια τοιαύτη στιγμή είναι και η παρούσα. Και μόνον το γεγονός ότι ευρίσκομαι εις τον ιστορικόν τούτον ναόν του Αγίου Νικολάου της προσφιλεστάτης μου Κοζάνης, με συγκλονίζει. Τι πρώτον και τι δεύτερον να ενθυμηθώ κατά την συγκινητικήν αυτήν στιγμήν; Οι παλαιότεροι ενθυμούνται ζωηρά τις τραγικές εκείνες ημέρες, κατά τις οποίες η πατρίς και ιδιαιτέρως η Μακεδονία, εσταυρώνετο υπό των διαφόρων εχθρών του γένους. Διά τους νεωτέρους ας επιτραπεί να κάνωμεν μίαν σύντομον αναδρομήν εις το παρελθόν (Άγιος Νικόλαος Κοζάνης 1967).

Θα σας ομιλήσω. Λίγα λόγια θα σας πω, από το βιβλίο των αναμνήσεών μου. Εσείς οι νεώτεροι δεν έχετε αναμνήσεις, εγώ έχω. Αυτό και καλό και κακό είναι. Πενηνταπέντε τώρα χρόνια υπηρετώ γένος και Εκκλησία. Ιδιαίτερα συγκίνηση αισθάνομαι που ευρίσκομαι προ εκλεκτής ομηγύρεως, εκλεκτών αξιωματικών του Ελληνικού στρατού και των τριών όπλων. Συγκινούμαι ιδιαιτέρως που σας βλέπω, διότι με κάνετε να ενθυμηθώ το παρελθόν μου. Για μετρήστε… προ 45 χρόνια εδώ ευρισκόμουν, σ’ αυτή τη γωνία του Ελληνισμού. Σε ημέρες σκληρές, που ο Ελληνικός στρατός διεξήγαγε έναν τιτάνιο αγώνα υπέρ της ελευθερίας και ακεραιότητος της Μακεδονίας μας. Τότε και εγώ επεστρατεύθην και υπηρέτησα τρία ολόκληρα χρόνια ως στρατιωτικός ιερεύς της περιφερείας, κατ’ αρχάς μεν της 15ης Μεραρχίας και μετά του Β΄Σώματος Στρατού, που είχε έδρα την Κοζάνη. Τα υψώματα αυτά, όπου έγιναν οι περίφημες ιστορικές μάχες, όλα τα έχουμε ανεβεί, νεότατοι… Επειδή σας είπα ότι θα ανοίξω το βιβλίο των αναμνήσεών μου, θα σας πω δυο –τρεις αναμνήσεις και θα τελειώσω.

Ταπεινόν όργανο της βουλής του Θεού

Διατελώ υπό το κράτος βαθείας συγκινήσεως, η γλώσσα η ανθρώπινη δεν μπορεί να εκφράσει τα αισθήματά μου. Μετρήστε με τα δάχτυλα… πάνε 50 χρόνια από τότε, που σε ημέρες σκληρές, σε ημέρες κατά τις οποίες το έθνος μας εδοκιμάζετο σκληρώς από την απαισίας μνήμης Κατοχήν, τόσον τωνΓερμανών όσο και των Ιταλών, και πολύ περισσότερο των Βουλγάρων, όπως αι ακριτικαί περιφέρειαι, τότε και εγώ ευρέθην εις την πόλιν της Κοζάνης. Εδώ η δυστυχία ήτο πολύ μεγάλη. Απέραντη ήτο η δυστυχία… και διωγμός, και φυλακές, και καταδιώξεις καθημερινές. Το πρωΐ δεν ήξερες αν θα βραδιάσεις και το βράδυ δεν ήξερες αν θα ξημερώσεις. Η ζωή του ανθρώπου δεν είχε πλέον καμμία αξία. Σ’ αυτές τις ημέρες μας εβοήθησε ο Θεός και έγινε θαύμα. Θαύμα χαρακτηρίζω εγώ το γεγονός των συσσιτίων. Στην πρόσκλησι του ιεροκήρυκος της εκκλησίας, ο πτωχός αυτός λαός ήνοιξε τα βαλάντιά του και μας έδωκε και μας έδωκε… Και άρχισαν τα συσσίτια κατ’ αρχάς από 50 μερίδες και έγιναν κατόπιν 8.000 μερίδες. Το ρυάκιον έγινε Αχελώος, μεγάλος ποταμός. Ευλογώ τον Θεόν, διότι με ηξίωσε να είμαι ταπεινόν όργανον της βουλής του κατά τα έτη εκείνα. Και ευλογώ τον Θεόν ακόμα, διότι εδώ όχι άπαξ αλλά πολλάκις εκινδύνευσα να εκτελεσθώ, αλλά η χάρις του Θεού και αι πρεσβείαι του αγίου Νικολάου με έσωσαν.

Θαύμα του αγίου Νικολάου

… Θα σας διηγηθώ ένα θαύμα. Πότε έγινε; Έγινε στην Κοζάνη το 1944, στα χρόνια εκείνα, τα φοβερά χρόνια της σκλαβιάς του έθνους μας. Κακοί τότε και διεφθαρμένοι άνθρωποι, συνεργαζόμενοι με τη Γερμανική εξουσία, έπιασαν παρακαλώ εκατό και πλέον ανθρώπους και τους έρριξαν στη φυλακή. Και έγινε κλάμα και θρήνος στην πόλι. Γυναίκες, αντρες και παιδιά κλαίγανε γιατί ήταν πλέον βεβαία η εκτέλεσή τους. Ξημέρωσε στην Κοζάνη, την πόλι του αγίου Νικολάου, που έχει πολιούχο τον άγιο Νικόλαο. Ξημέρωσε πολύ λυπηρά η ημέρα της εορτής του. Οι καμπάνες του Αγίου Νικολάου χτυπούσαν λυπητερά, σα να ήταν Μεγάλη Παρασκευή. Ήμουν τότε, με αξίωσε ο Θεός να είμαι, ιεροκήρυξ Κοζάνης. Ανέβηκα στον άμβωνα γεμάτος δάκρυα και είπα… «Σήμερα ο άγιος Νικόλαος δεν εορτάζει. Πέστε στα γόνατα, πέστε στα γόνατα μικροί και μεγάλοι, και παρακαλέστε τον άγιο να κάνει το θαύμα…». Και το έκανε το θαύμα ο άγιος. Το βράδυ τους ελευθέρωσαν! Με τη βοήθεια του Θεού ήκουσαν οι άθεοι και οι άπιστοι και άνοιξαν τας φυλακάς και ελευθερώθηκαν οι κάτοικοι. Πολλά θαύματα είδε η Κοζάνη από τον άγιο Νικόλαο, αλλά το σπουδαιότερον απ’ όλα είναι τα συσσίτια. Υπηρετούσαν στα συσσίτια αυτά 200 άτομα. Γυναίκες και μικρά παιδιά ακόμη. Ερχότανε από το πρωΐ, από όρθρου βαθέως, ως άλλες Μυροφόρες γυναίκες, δια να υπηρετήσουν δωρεάν παρακαλώ εις την Εστίαν. Άς είναι, λοιπόν, αιωνία η μνήμη τους. Και ευχόμεθα στον Θεόν να μη συμβούν άλλοτε τοιαύτα θλιβερά γεγονότα, και η δοκιμασθείσα μικρά και ένδοξος πατρίς μας να είναι πάντοτε εν ειρήνη, και εν αγάπη και εν ομονοία να διέλθωμεν τας ημέρας της ζωής μας. Αμήν.

Σύντομη αναδρομή στο παρελθόν

Το 1943 πήρα εντολή να έλθω ως ιεροκήρυξ εις την πόλι της Κοζάνης, εις αντικατάστασιν του αειμνήστου εθνομάρτυρος ιεροκήρυκος Ιωακείμ Λιούλια, του οποίου, επ’ ευκαιρία λέγω, θα έπρεπε να είχε στηθεί προτομή εις την γενέτειράν του, το χωρίον Κρόκος. Ο τότε ιεράρχης ευρίσκετο εις τα όρη. Κράτος δεν υπήρχε. Η πόλις ετρομοκρατείτο. Η ύπαιθρος εκαίετο από τις ορδές των Ούννων. Χιλιάδες χωρικών κατέφυγον εις την πόλιν. Ο κίνδυνος δια την επιβίωσιν της φυλής ήτο μέγας. Πειναλέος λαός περιεφέρετο εις την πόλιν.

Εστία συσσιτίων

Από του άμβωνος αυτού του ναού ως ιεροκήρυξ απηύθυνα δραματικήν έκκλησιν προς τους κατοίκους της πόλεως. Έρριψα το σύνθημα… Κανείς να μη αποθάνει εκ πείνης. Εάν θέλετε, είπα να έχετε την ευλογία του ουρανού και την προστασία του αγίου Νικολάου, να πάτε εις τα σπίτια σας και από ό,τι έχετε εις τρόφιμα, τα μισά να τα φέρετε εις το γκαράζ, όπου θα αρχίσει να λειτουργεί συσσίτιο. Να τα φέρετε αύριο το πρωΐ. Η επομένη ημέρα ήτο μια από τις πλέον συγκινητικές ημέρες τις οποίες έζησα ως ιεροκήρυκας. Μια μεγάλη ουρά λαού εσχηματίσθη έξω από το γκαράζ. Καθένας έφερε προθύμως την μερίδα της αγάπης του. Εκλεκτοί νέοι μέχρι της δύσεως του ηλίου παρελάμβαναν και εζύγιζαν τα τρόφιμα. Έτσι άρχισε η Εστία των συσσιτίων. Εκ του μηδενός. Με την πρόθυμον προσφοράν του λαού, η Εστία άρχισε, ηύξανε τις μερίδες του συσσιτίου και έφθασε τις 8.000 μερίδες. Επισκεφθείς την πόλι Ελβετός εκπρόσωπος του Ερυθρού Σταυρού έμεινε κατάπληκτος δια την ευγένεια και τον πλούτο των αισθημάτων του λαού της Κοζάνης. Η Κοζάνη απεδεικνύετο αξία της χριστιανικής της παραδόσεως και εδικαίωνε τον έπαινον, τον οποίον έπλεξε δι’ αυτήν ο αείμνηστος ιεράρχης αυτής Φώτιος, ο οποίος, προσφωνών κατά την ημέραν της απελευθερώσεως της πόλεως τον αείμνηστον στρατηλάτην Κωνσταντίνο, είπε… -«Εφθάσατε, υψηλότατε, εις Κοζάνη, τον καθαρόν τούτο και αμιγή ελληνικό παράδεισο της Μακεδονίας».

Το ρυάκι έγινε ποταμός

Ο προφορικός λόγος του π. Αυγουστίνου, που έβγαινε πύρινος από τον άμβωνα, το γραπτό του κήρυγμα, «Το Σπίτι του Φτωχού», που κυκλοφορούσε τότε παρ’ όλη την έλλειψη χάρτου, και το άγιο παράδειγμά του ήταν οι βασικότεροι παράγοντες που δημιούργησαν αυτό το θαύμα. Οι τίτλοι των φυλλαδίων της Εστίας Συσσιτίων, στο πέρασμα των ετών, ως αψευδείς μάρτυρες μιλούν για το θαύμα.

Ποιοι οι πόροι της Εστίας

Μόνον τον αριθμό των μερίδων να σκεφθεί κανείς και μάλιστα την περίοδο της Κατοχής, μένει εκστατικός. Μέσα στην πείνα, που οι γονείς δεν εύρισκαν ένα κομμάτι ψωμί για να συγκρατήσουν στην ζωή το παιδί τους, η Εστία του π. Αυγουστίνου έφτασε σε 8.150 πιάτα ημερησίως! Πως συγκεντρώνονταν τα υλικά και τα ξύλα για τις 8.150 μερίδες! Ο π. Κωνσταντίνος Γαζής, στην τράπεζα, που έγινε εις μνημόσυνο των συνεργατών της Εστίας στις 24-10-1994, λέγει… «Ορθοδοξία και φιλοπατρία. Αυτό ήταν το άσμα του Γέροντος, όταν πηγαίναμε στα χωριά με αυτοκίνητα, εκ των οποίων και του αγαπητού Θύμιου. Ο π. Αυγουστίνος επάνω στα πεζούλια έβγαζε λόγο και καλούσε τους χωρικούς να προσφέρουν για το άρρωστο παιδί, για τον πτωχό άνθρωπο και για εκείνον που έχει ανάγκη στην Εστία. Αυτό το πράγμα με συγκινούσε τότε και με συνήρπαζε σαν φοιτητή…». Και ο κ. Βουζιάνας, μιλώντας για το ίδιο θέμα, έλεγε… «Βεβαίως είναι θαύμα η Εστία. Έσωσε κόσμο και κοσμάκη. Εάν δεν υπήρχε αυτή, θα είχαμε πολλά θύματα. Είναι για μένα ανεπανάληπτο το έργο αυτό. Δεν είναι μικρό πράγμα στην Κατοχή, που ανοίγαμε τόσο το μάτι για να δούμε ένα κομμάτι ψωμί, να δίνεις 8.000 πιάτα φαγητό, ημερησίως χωρίς να πληρώνεις τίποτε σε κανέναν! Με τα λόγια μόνο, που έλεγε στην εκκλησία ο Αυγουστίνος, έρχονταν ο κόσμος και κουβαλούσε συνέχεια! Και όλοι τρέχαν για να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους ανιδιοτελώς, χωρίς να πάρει κανείς το παραμικρό!». Ο ΒΕΓΚΕΡ φίλος της Εστίας Ο Ερυθρός Σταυρός, βλέποντας το τεράστιο φιλανθρωπικό έργο της Εστίας στην Κοζάνη, την ανιδιοτέλεια των μελών της, έχοντας προπαντός πλήρη εμπιστοσύνη στον εμπνευστή και καθοδηγητή και πνευματικό πατέρα της Εστίας π. Αυγουστίνο Καντιώτη, γίνεται φίλος της Εστίας. Στο «ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΦΤΩΧΟΥ», στο φύλλο 8, στις 10 Ιουνίου 1944, μνημονεύεται η πρώτη επίσκεψη του κ. Βέγκερ και γράφει…

«ΕΠΙΣΗΜΟΙ ΕΠΙΣΚΕΨΕΙΣ

Την 5ην Ιουνίου την Εστίαν κατά την ώραν της διανομής του φαγητού επεσκέφθη ο ευγενής εντεταλμένος του Ερυθρού Σταυρού κ. ΒΕΓΚΕΡ μετά του διερμηνέως του και του τμηματάρχου του Ερυθρού Σταυρού κ. Καρνασιώτου. Παρακολούθησε την διανομήν, είδε τους γέροντας και τα παιδιά, ηρώτησε και έλαβε διαφόρους πληροφορίας περί του τρόπου της λειτουργίας της Εστίας και υπεσχέθη την θερμήν υποστήριξιν. Συνοψίζων δε τας εντυπώσεις ο φιλλέλην ούτος είπεν… “Εδώ μέσα είναι μια εκκλησία”. Η Εστία μας και πάλιν αισθάνεται την ανάγκην, ίνα εκ μέρους των περιθαλπομένων πτωχών μας εκφράσει τας θερμάς ευχαριστίας προς τον κ. ΒΕΓΚΕΡ, το ευγενές αυτό τέκνον της Ελβετίας, του οποίου το όνομα μιαν ημέραν η Ελλάς θα αναγράψει εις την στήλην των μεγάλων Φιλελλήνων». -Και το «ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΦΤΩΧΟΥ», στο φύλλο 12, στις 13 Αυγούστου 1944, με τίτλο, «ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ ΕΝ ΚΟΖΑΝΗ» (200ασθενείς – νέοι και παιδιά), γράφει: «Είμεθα εις θέσιν να διαπιστώσωμεν, ότι σημαντικός αριθμός παιδιών και νέων παρουσιάζουν όλα τα πρόδρομα σημεία της επαράτου νόσου της φθίσεως, η οποία μαστίζει την Ελληνικήν φυλήν. Υπέρ της νεότητος αυτής πρέπει πάντες να ενδιαφερθώμεν. Ευτυχώς ο Δ. Ε. Σταυρός ίδρυσε εν Θεσσαλονίκη ίδιον παράρτημα δια την προστασίαν της νεότητος. Η δε ιδική μας Εστία δια του ιδιαιτέρου υπομνήματος του ιεροκήρυκός της προς τον ευγενέστατον εντεταλμένον του Ερυθρού Σταυρού και μέγαν φιλέλληνα κ. Βέγκερ επέτυχε, ίνα και εν τη πόλει μας λειτουργήσει κέντρον προστασίας νεότητος υπό την προσωπικήν ευθύνην του ιεροκήρυκος». Τις αποστολές τροφίμων του Ερυθρου Σταυρού από Θεσσαλονίκη, που προορίζονταν για Κοζάνη, βλέπουμε να τις συνοδεύει πάντα ο ίδιος ο π. Αυγουστίνος.

Παραθέτω σχετικά έγγραφα

Έγγραφα του Eρυθρού Σταυρού, που συνόδευαν τις αποστολές. Aίτηση για 10 κιλά ορυκτέλαιο και άδεια εξόδου για την μετακίνησή των φορτηγών. Mετά από αυτές τις αναγκαίες εξηγήσεις, ο π. Aυγουστίνος συνεχίζει την διήγησή του.

Λύσις του κοινωνικού προβλήματος Ήρθε σήμερα κάποιος από την Κοζάνη. Ήτο μικρό παιδί τότε και ενθυμείτο λεπτομέρειες της ζωής μας. Υπήρχε μεγάλη αγωνία τότε. Υπήρχε τόσο μεγάλη πείνα, που τα μικρά πτωχά παιδιά ερχόταν εκεί στο προαύλιο της Εστίας – Εστία Συσσιτίων, έτσι το ονόμασε ο Δήμος, τιμής ένεκεν – και τα έβλεπες σκυμμένα κάτω, σάλιωναν τα δάκτυλά τους και μάζευαν τα ψίχουλα από τα τραπέζια. Τέτοια μεγάλη πείνα υπήρχε. Ενώ τώρα βλέπετε έχουν όλα τ’ αγαθά της γης. Σαρανταπέντε χρόνια πέρασαν, και είχα πει τότε το εξής, το οποίο κατόπιν το βρήκα στον Χρυσόστομο. Είπα: Αν είχα την εξουσία, θα σας υποχρέωνα όλους, με συμφωνητικό, να έχουμε ένα συσσίτιο όλοι μας. Πλην των ασθενών που θα πει ο γιατρός ότι έχουν ανάγκη ιδιαιτέρας περιποιήσεως και ορισμένων άλλων περιπτώσεων, όλοι οι άλλοι θα έχωμεν κοινό συσσίτιο… όλοι ανεξαιρέτως. Θα έχωμεν ρούχα και υποδήματα τα ίδια. Εγώ σας υπόσχομαι ότι 3 χρόνια θα ζήσωμε θαυμάσια εδώ στην Κοζάνη. Τώρα ο ένας τρώει με δέκα στόματα και ο άλλος δεν έχει να φάει. Το σύστημα το κομμουνιστικό – κομμούν θα πει κοινωνία – αλλά ο κομμουνισμός ήταν εκφυλισμός της κοινωνίας.Θέλησαν να κάνουν κοινωνία χωρίς Θεό και την φτιάξανε χωρίς Θεό, και τώρα ομολογεί ο Γκορμπατζώφ, ο οποίος πήρε πλειοψηφία ότι «εναυαγήσαμε ο κομμουνισμός», καθ’ ον χρόνο εδώ ένας δικός μας κομμουνιστής, λέει… «Εγώ τον Λέλιν τον έχω σαν εικόνισμα». Κοινωνία λοιπόν, κοινωνία Θεού. Ο Χρυσόστομος λέει… «Εάν θα ζήσω θα πραγματοποιήσω το όνειρο αυτό. Θα δημιουργήσω μια κοινωνία τέτοια, που θα εξυπηρετεί όλες τις πραγματικές και φυσικές ανάγκες του ανθρώπου». Διότι τώρα δημιουργήθηκε ένας κόσμος περιττών αναγκών. Πρώτα τα επαγγέλματα της ανθρωπότητος ήταν δύο… ήταν ο γεωργός και ο βοσκός. Αυτά τα επαγγέλματα, δυστυχώς, σβήσανε σε μια τεχνουργό εποχή. Εάν είσαι ασκητής βλέπεις τα πράγματα διαφορετικά. Οι ασκηταί φτάσανε 105 ετών. Ζήσανε έτη πολλά, με την άσκηση και χωρίς να έχουν τα αναγκαία. Και εγώ τώρα, εάν έφτασα στα 85 έτη το οφείλω στην έλλειψη παλαιότερα φαγητού. Εάν κοιτάξετε το βιβλίο «Αντίσταση της Αγάπης», ήμουν κάτισχνος, κολυμπούσαν τα ράσα επάνω μου… δεν είχα τότε συσσίτιο. Τραγικαί ημέραι Η Εστία των συσσιτίων ήτο θαύμα, το οποίο επετέλεσεν η αγάπη των κατοίκων της πόλεως. Αλλά φεύ! Εναντίον της Εστίας ξεσηκώθη θύελλα παθών. Θλιβερά ιστορία, ανάξια μνημονεύσεως. Τούτο μόνον λέγομεν ότι ο ιεροκήρυξ διέτρεξε τον έσχατον των κινδύνων. Ισχυροί της ημέρας μας κατεδίωξαν απηνώς, μας κατεβίβασαν εκ του άμβωνος. Αλλ’ ο ευγενής λαός της πόλεως ηγέρθη ως ένας άνθρωπος, και ο ιεροκήρυξ επανήλθε εις τα καθήκοντά του. Περάσαμε τραγικάς ημέρας. Εζήσαμεν το αποστολικό «Καθ’ ημέραν αποθνήσκω» (Α΄Κορ. 15,31). Το πώς εσώθημεν αποτελεί θαύμα, το οποίο αποδίδομεν εις τον άγιον Νικόλαον. Ουδέποτε θα λησμονήσω μιαν φοβεράν νύκτα, κατά την οποία εκινδύνευα να συλληφθώ και να εκτελεσθώ. Αλλ’ εσώθην, διότι ευσεβής κάτοικος της πόλεως, αψηφώντας κάθε κίνδυνο, με ειδοποίησε να εγκαταλείψω την οικίαν εις την οποία διέμενα. Ο γενναίος αυτός άνθρωπος ζει σήμερον εις βαθύτατον γήρας. Πλησιάζει τα 100. Και ασφαλώς ευρίσκεται κατά την ώρα αυτή εν μέσω του εκκλησιάσματος χαίρων και αγαλλόμενος. Της αγάπης αυτού ως και τόσων άλλων εκλεκτών τέκνων της Κοζάνης, οι οποίοι ποικιλοτρόπως με εβοήθησαν εις το έργον, μνησθείη Κύριος ο Θεός».

Ο Κωνσταντίνος Μπόζιος Σώζει από την σύλληψι τον π. Αυγουστίνο Διακόπτοντας για λίγο τις διηγήσεις του γέροντος, θα ήθελα να μνημονεύσω τον γενναίο αυτό Κοζανίτη που, κάτω από την Γερμανική κατοχή, ειδοποίησε τον π. Αυγουστίνο, εν καιρώ νυκτός, για να μη συλληφθεί. Το όνομά του, Κωνσταντίνος Μπόζιος. Ο Θεός τον αξίωσε μετά από 25 χρόνια να χαρεί τον π. Αυγουστίνο και ως επίσκοπο. Αν και η ηλικία του ήταν περασμένη, έφτανε μέχρι την Πτολεμαΐδα, για να ακούσει τα εσπερινά κηρύγματα του Γέροντος που έκανε στην Αγία Τριάδα. Θυμάμαι, μετά από ένα φλογερό κήρυγμα του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου, πήγαμε όλοι οι Κοζανίτες, όπως πάντα συνηθίζαμε, σε ένα οίκημα που νοίκιαζε τότε η Μητρόπολι και χρησιμοποιούσε για επισκοπείο. Ήταν και ο μπαρμπα Μπόζιος μαζί μας. Κάθησε ώσπου να’ ρθει ο π. Αυγουστίνος στην πολυθρόνα του γραφείου. Όταν ήλθε ο επίσκοπος, μόλις τον είδε ο μπαρμπα Κώστας σηκώθηκε για να του δώσει την θέση. Ο π. Αυγουστίνος, χτυπώντας τον ελαφρά στον ώμο, με πολλή αγάπη του είπε… «Κάθησε, δική σου είναι η θέση». Και στην συνέχεια του υποσχέθηκε ότι θα ρθει στην Κοζάνη, όταν γίνει 100 χρονών, για να γιορτάσει την εκατονταετία του. Και πράγματι ήρθε… μόνο που η γιορτή δεν έγινε στη γη, αλλά στους ουρανούς. Ο Κωνσταντίνος Μπόζιος σε ηλικία 100 ετών εκοιμήθη και ο π. Αυγουστίνος παρευρέθει στην νεκρώσιμη ακολουθία και τον προσφώνησε. Ας δούμε πως αφηγείται ο γυιός του μπαρμπα Κώτσιου, ο διδάσκαλος Ιωάννης Μπόζιος, την αυτοθυσία του πατέρα του, μιλώντας μπροστά στον π. Αυγουστίνο… «Να με συγχωρέσεις που στην περιγραφή μου θα σε αποκαλώ “πάτερ Αυγουστίνο”, διότι έτσι σας γνωρίσαμε και έτσι σας ζήσαμε. Ο π. Αυγουστίνος μια Κυριακή στο κήρυγμά του συνέστησε στους γονείς να αγοράσουν βιβλία της κόκκινης βιβλιοθήκης για την μόρφωση των παιδιών. Το να συστήσει ο π. Αυγουστίνος τα βιβλία της κόκκινης βιβλιοθήκης εθεωρήθη ικανόν, ώστε να χαρακτηρισθεί ως κομμουνιστής, και ως τέτοιος να καταγγελθεί στους Γερμανούς. Οι Γερμανοί τον συνέλαβαν και τον έκλεισαν σε μια αποθήκη της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος, όπου είχον τα γραφεία, οι ανώτεροι Γερμανοί διοικηταί. Συνεργάται και οπαδοί του π. Αυγουστίνου πήγαν στον διερμηνέα των Γερμανών, που ήτο ο Βασίλειος Ματιάκης, και ζήτησαν να ενεργήσει, για να σωθεί ο π. Αυγουστίνος. Ο Βασίλειος Ματιάκης εφημίζετο για την καλοκαγαθία και φιλοπατρία ως διερμηνεύς των Γερμανών. Έσωσε δε από βέβαιο θάνατο δεκάδες, αν μη εκατοντάδες, Κοζανιτών. Γι’ αυτό ήτο αγαπητός από όλους. Ο διερμηνεύς Ματιάκης έπεισε τους Γερμανούς ότι ο π. Αυγουστίνος είναι πατριώτης και πραγματικός χριστιανός. Πιστεύει στον Χριστόν και την πίστιν του αυτήν ζητά να την μεταδώσει σε όλους τους ανθρώπους. Οι Γερμανοί επείσθησαν και ο π. Αυγουστίνος αφέθη ελεύθερος. Αλλ’ ενώ γλίτωσε από τους Γερμανούς, κινδύνευσε εξ αιτίας της ιδίας κατηγορίας ότι δήθεν ήτο κομμουνιστής, από την Ένοπλη Οργάνωση του Μιχάλαγα, τα μέλη της οποίας απεφάσισαν να τον συλλάβουν και να τον εκτελέσουν ως κομμουνιστήν. Ο π. Αυγουστίνος έμενε εις οικίαν που ευρίσκετο πλησίον του ιερού ναού του Αγίου Δημητρίου, έναντι της οικίας του ιεροψάλτου Στέργιου Πάπιστα. Ήτο Μεγάλη Δευτέρα. Η κυκλοφορία επετρέπετο από τις επτά το πρωΐ μέχρι τις εννέα το βράδυ. Στην οργάνωση του Μιχάλαγα υπηρετούσε ο γείτονάς μου Γεώργιος Ελευθεριάδης, δάσκαλος. Ήτο διευθύνων νους της οργανώσεως. Κάθε βράδυ τον περίμενα και μάθαινα νέα από τον πόλεμο, διότι στην οργάνωση είχαν ραδιόφωνο και άκουγαν Λονδίνο. Εζήτησα να μάθω αν άκουσε τίποτε για τον π. Αυγουστίνο. Με βεβαίωσε πως άκουσε. Με ρωτά… «Πως μπορούμε να τον ειδοποιήσουμε να φύγει από το σπίτι; Πρόκειται να πάνε άνδρες της οργανώσεως να τον συλλάβουν και να τον εκτελέσουν». Θα στείλω τον πατέρα μου», είπα. Πράγματι. Πηγαίνω στο σπίτι μου, ξυπνώ τον πατέρα μου και του λέγω… «Ο πάτερ Αυγουστίνος κινδυνεύει. Πήγαινε να τον ειδοποιήσεις να φύγει απ’ το σπίτι και αύριο θα του εξηγήσω τι συμβαίνει». Ο πατέρας μου παίρνει το κουτί με τις ενέσεις – έκανε τον δήθεν νοσοκόμο – και ακολουθώντας το δημόσιο δρόμο πήγε στο σπίτι του π. Αυγουστίνου και αφού τον ειδοποίησεν επέστρεψεν ικανοποιημένος. Μας είπε δε τα εξής. «Όταν πήγαινα αισθανόμουνα πως κάποιος είναι δίπλα μου. Το μυαλό μου πήγε στον άγιο Νικόλαο. Αυτός με έκανε να βαδίζω με σιγουριά». Ο πατέρας μου ήτο σεβαστός γέρων και είχε καρδιά μικρού παιδιού, έτσι τον χαρακτήρισε ο π. Αυγουστίνος. Την επομένη επισκέφθηκα τον π. Αυγουστίνο και του εξέθεσα τις διαδόσεις και τους φόβους μας. Εις την οικίαν του ήτο ο μακαρίτης Στέργιος Τέγος, ο Γεώργιος Παφίλης, ένας ενωματάρχης και ο Ευθύμιος Καρμαζής, εάν ενθυμούμαι καλώς. Ο πάτερ Αυγουστίνος μου λέει… «Δεν ήρθε κανείς. Η σπιτονοικοκυρά μου, η οποία τρόμαξε με την είδησι του πατέρα σου, ξημέρωσε στο παράθυρο. Δεν είδε ούτε άκουσε να πλησιάζει άνθρωπος. Εγώ όμως έλαβα τα μέτρα μου. Κοιμήθηκα στο σπίτι του Στέργιου Πάπιστα. Του απαντώ… «Πάτερ Αυγουστίνε, είμαστε υποχρεωμένοι να σε ειδοποιήσουμε. Οι μέρες είναι πονηρές και δεν ξέρουμε αν θα ξημερώσουμε ζωντανοί». Ήτο Μεγάλη Τρίτη. Τη Μεγάλη Τετάρτη με συναντά ο Παναγιώτης Πάπιστας, ο γυιός του Στέργιου Πάπιστα, συνταξιούχος εκπαιδευτικός και νυν δεξιός ψάλτης του Αγίου Νικολάου Κοζάνης και μου λέει… «Αργά χθες το βράδυ πήγαν στο σπίτι του πάτερ Αυγουστίνου και τον ζήτησαν δύο ένοπλοι πολίτες». Και με τον Παναγιώτη Πάπιστα πηγαίνω στην Εστία, ανεβαίνω εικοσιπέντε με τριάντα σκαλοπάτια – εκεί ήτο το γραφείο του π. Αυγουστίνου – και μου λέει… « Οι πληροφορίες του κυρίου Ελευθεριάδη απεδείχθησαν σωστές». Δεν μίλησα και έφυγα. Πηγαίνω στα γραφεία της οργανώσεως, με κίνδυνο να χαρακτηρισθώ ως συνεργάτης της οργανώσεως, και γνωρίζω στον Ελευθεριάδη τα συμβάντα. Μου λέει… «Πήγαινε στον πάτερ Αυγουστίνο και πες του ότι έλαβα θέση για τη σωτηρία του». Ο Ελευθεριάδης κατόρθωσε να πείσει όλους τους υπευθύνους της οργανώσεως να μεταβούν στην Εστία, όπου γινόταν η διανομή του συσσιτίου και προ της διανομής του συσσιτίου το κήρυγμα από τον π. Αυγουστίνο. Στην συγκέντρωση αυτή παρακολούθησαν το κήρυγμα οι περισσότεροι αξιωματούχοι και άνδρες της οργανώσεως και διαπίστωσαν, ότι ο π. Αυγουστίνος είναι όχι μόνο ένας μεγάλος πατριώτης αλλά και ένας μεγάλος πατέρας της Εκκλησίας. Έτσι η οργάνωση από άσπονδος εχθρός έγινε υποστηρικτής. Για δευτέρα φορά σώζεται από βέβαιο θάνατο. Επειδή ο π. Αυγουστίνος μοίραζε συσσίτιο στους τρεις χιλιάδες Βουλγάρους αιχμαλώτους, που εστεγάζοντο στα κτίρια των στρατώνων και υπέφεραν από πείνα και αρρώστιες, οι Εαμίτες τον χαρακτήρισαν ως φασίστα, διότι έστελνε και διένεμε συσσίτιο στους φασίστες Βουλγάρους, και θα περνούσε λαϊκό δικαστήριο, η δε καταδίκη του θα ήτο θάνατος. Τη σύλληψι και τη δίκη του π. Αυγουστίνου την ανέτρεψαν οι Κοζανίτες. Και έτσι σώζεται για Τρίτη φορά. Τα γεγονότα αυτά τα ζήσαμε από κοντά και μένουν στη μνήμη μας. Σεβασμιώτατε, το χρέος της σωτηρίας σου εξεπλήρωσες προς τον πατέρα μου, διότι ήρθες στην Κοζάνη και τον συνώδευσες μέχρι την τελευταία κατοικία του. Σεβασμιώτατε, εμείς, ως ταπεινά πνευματικά παιδιά σου, ευχόμεθα υγείαν, μακροζωΐαν για το καλόν της Ορθοδόξου Εκκλησίας και της ανθρωπότητος».

Φοβερά χρόνια Ο π. Αυγουστίνος, περιγράφοντας τις φοβερές εκείνες μέρες, λέει… Εκείνα τα φοβερά χρόνια, που επερίμενα από ώρα σε ώρα να κτυπήσει ο δήμιος την πόρτα μας για να μ’ εκτελέσει και άλλαζα κάθε βράδυ σπίτι – μνησθείη ο Θεός της αγάπης της οικογενείας Παφίλη, που μου συμπαραστάθηκε αμέριστα. Να την αγαπάτε ιδιαιτέρως την οικογένεια αυτή, η οποία σε χρόνια φοβερά και απαίσια μας συμπαραστάθηκε, ως η Πρίσκιλα, στο δράμα του ιεροκήρυκος. Λέγαμε τότε… «Πότε να ξημερώσει». Ξημέρωνε και λέγαμε… «Πότε να βραδιάσει», γιατί εκτελούσαν τους ανθρώπους μέσα στην πλατεία. Περπατούσες στο δρόμο και … μπάμ, κάτω. Δεν είδατε αυτά τα φοβερά πράγματα και δεν ζήσατε εσείς αυτές τις φοβερές ημέρες, που ζήσαμε εμείς οι παλαιότεροι και υπάρχει φόβος να τις ξαναζήσουμε. Και άνδρες και γυναίκες και ιερείς εμαρτύρησαν και εσφάγησαν ως αρνία. Και τώρα ευρίσκονται ενώπιον του θρόνου του Θεού και λένε… «Έως πότε, Κύριε» – έχουν παράπονο – «βραδύνεις και δεν τιμωρείς τους σφαγείς και τους δημίους;». Οι οποίοι δήμιοι σήμερα είναι ελεύθεροι. Σφάξανε 100, 200, 300, 400, 500 Έλληνας, και είναι βουλευταί και αρχηγοί κομμάτων και θέλουν εκ νέου να κυβερνήσουν τον τόπο…

Ποιοι έκαναν αντίσταση;

Θυμούμαι εκεί στην Κοζάνη, το έχω πει νομίζω και άλλοτε, επειδή είχα αναπτύξει κοινωνική δράση, με αγαπούσαν πολύ οι κομμουνισταί διότι όταν ανέβηκαν αυτοί στο βουνό, εγώ εδέχτηκα 500 παιδιά των κομμουνιστών, που πεινούσαν. Ανέβηκαν αυτοί στο βουνό, εξασφάλισαν αυτοί τον εαυτό τους – εμείς κάναμε αντίσταση και δεν κάνανε αυτοί αντίσταση. Πήγαν στο βουνό αυτοί, εξασφάλισαν τον εαυτό τους. Τράβα τώρα κάτω εσύ, Αυγουστίνε, για να σε φωνάζουν κουμμούνα. Γιατί τους ομιλούσες, γιατί το Ευαγγέλιο είναι μια επανάσταση, αλλά επανάσταση εν Χριστώ. Κοινωνία εν Χριστώ, όχι κοινωνία εν διαβόλω. Αυτή είναι η μεγάλη διαφορά μας. Με πιάσανε τότε οι Γερμανοί και με γλύτωσε ο ιερός Χρυσόστομος. Την προηγούμενη μέρα της συλλήψεώς μου, κατά θαυμαστό τρόπο, είχα διαβάσει μια περικοπή του ιερού Χρυσοστόμου που έλεγε… «Τι είμαι μέσα στην κοινωνία εγώ, ένας ιεροκήρυκας, ένας ιερεύς; Μια βρύση είμαι. Και όπως η βρύση τους ποτίζει όλους, έτσι κ’ εγώ μια βρύση είμαι που τρέχει. Πεινάει ο άλλος; Είμαι υποχρεωμένος να τον θρέψω. Η βρύση στο βουνό τρέχει και πίνουν όλοι… και ο λύκος, και το αρνάκι, και ο άγιος, και ο ληστής, και το περιστέρι, και το κοράκι. Η βρύση δεν κάνει καμιά διάκριση. Κ’ εγώ ως ιερεύς βρύση είμαι και ποτίζω, δεν μπορώ να κάνω καμιά διάκριση. Αυτό, λοιπόν, το είπα (κατ’ την απολογία μου) σε έναν καθηγητή πανεπιστημίου, που ήτανε στην Γκε- στά -πο. Εγώ, του λέω, δεν ασχολούμαι με τα πολιτικά. Πεινάνε και τους ταΐζω, διψάνε και δίνω νερό να πιούν, είναι άρρωστοι και τους περιποιούμαι. Είμαι μια βρύση και δεν κάνω καμία διάκριση. Τον κομμουνισμό τον αηδιάζω και το μισώ, όχι για τον λόγο που τον μισείτε εσείς… τον μισώ για την αθεΐα του και την απιστία του. Τον άνθρωπο τον κομμουνιστή τον αγαπώ… Λοιπόν, τα μάθανε αυτοί. Και κατόπιν με καλέσανε επισήμως, όλοι αυτοί οι πατριάρχαι των πατριαρχείων του κομουνισμού, για να με εγγράψουν στον κατάλογο των επισήμων κομμουνιστών. Ήταν και ο καπεταν – Μάρκος μέσα και άλλοι…» Για την σύλληψη του αυτή ο π. Αυγουστίνος, σε τραπέζι που παρετέθη στο Οικοτροφείο των «40 Μαρτύρων» Κοζάνης στις 24-10-1993, εις μνήμην των αειμνήστων συνεργατών της Εστίας, είπε… Θα έπρεπε να προσθέσω και ένα όνομα, το οποίο πολύ εβοήθησε, διότι ήξερε καλά την Γερμανική γλώσσα και εκλήθη εκεί στο δικαστήριο από την Γερμανική αστυνομία, την Γκεστάπο, και ομίλησε ευθαρσώς στους Γερμανούς, και οφείλομεν και εις αυτόν πολλήν ευγνωμοσύνην. Αυτός ήτο ο μετέπειτα δήμαρχος της Κοζάνης Βασίλειος Ματιάκης, που ήτο πολύ σπουδαίος. Αυτός με εισήγαγε εις τον διοικητήν. Και αυτός κατά σύμπτωσιν – όχι κατά σύμπτωσιν, διότι τίποτε δεν γίνεται κατά σύμπτωσιν- αυτός είχε διάλογο με τους Γερμανούς. Γιατί με καταγγείλανε ως κομμουνιστή, επειδή έγραψα στο συσσίτιο 500 παιδιά κομμουνιστών, που οι γονείς των πήγαν στα όρη. Ζητούσαν να τα διαγράψω, για να αποδείξω ότι δεν είμαι κομμουνιστής και αγαπώ την Γερμανία. Εγώ δεν τα διέγραψα… διότι θεωρούσα καθήκον μου να τα θρέψω, το διάστημα αυτό. Εκεί, λοιπόν, έγινε διάλογος μεταξύ διοικητού, ο οποίος ήτο καθηγητής και είχε και φρονήματα χριστιανικά. Του λέω… Εγώ δεν αναμειγνύομαι στα κόμματα, δεν αναμειγνύομαι στάς πολιτικάς διενέξεις και ούτε στάς στρατιωτικάς επιχειρήσεις, εγώ είμαι απλώς ένας χριστιανός κήρυκας του Ευαγγελίου, και σας λέγω το εξής – το είχα διαβάσει εκείνες τις ημέρες από τον αθάνατο Χρυσόστομο, που πάντοτε με εμπνέει. Λέγω τα λόγια του Χρυσοστόμου που λέει… –    «Ότι είμαι μια πηγή. Περνάει ο κόρακας, πίνει. Περνάει το περιστέρι, πίνει. Περνάει ο άγιος, πίνει. Περνάει ο κακούργος, πίνει. Δεν κάνει διακρίσεις». Έτσι κ’ εγώ, είμαι ένα ρυάκιο μέσα στην πόλι και δεν κάνω διακρίσεις… προσφέρω ό,τι μπορώ, χωρίς να εξετάζω τας πολιτικάς των διαφοράς. Του άρεσε πολύ αυτό το πράγμα και συνετέλεσε, μαζί με την επέμβαση του εκλεκτού εκείνου εισαγγελέως κ. Σκρέκα και μαζί με όλας τας επεμβάσεις εδώ του λαού μας και του διερμηνέως κ. Ματιάκη, εις τρόπον ώστε να παραταθεί η ζωή μας. Αν και εγώ, ας επιτραπεί να εκφραστώ – αν και αυτό δεν είναι έκφρασις κατά πάντα ευλαβής, αλλά είναι παράπονο – πόσο θα ήμουν ευτυχής αν με έπαιρνε ο Θεός τας ημέρας εκείνας! Πολύ ευτυχής θα ήμουν. Αλλά δεν ήμουν άξιος να είμαι κ’ εγώ με τους εκλεκτούς εκείνους Έλληνας οι οποίοι εθυσιάστηκαν για το έθνος. Είθε να ζήσει πάντοτε μέσα στην καρδιά μας η λέξις θρησκεία – Ορθοδοξία και μαζί με την Ορθοδοξία να ζήσει η Ελλάς εις αιώνας αιώνων. Αμήν.

Προ του Γερμανικού αποσπάσματος

Θυμούμαι πάλι στον ατομικό μου βίο, όταν προ 50 ετών ήμουν στην Κοζάνη και με την βοήθεια του Θεού οι εκλεκτές κυρίες είχαν διοργανώσει συσσίτιο, που ετρέφοντο 8.000 πεινασμένοι άνθρωποι. Εκεί συνέβη τότε να με συκοφαντήσουν και να με διαβάλουν… και ήμουν έτοιμος να καταδικαστώ εις θάνατον. Ποιος μ’ έσωσε; Βέβαια ο Θεός με έσωσε. Αλλά μια ευγενής κυρία, που το όνομα της ελέγετο Αρτεμισία και ο άνδρας της ήτο εισαγγελέας, έπαιξε σπουδαίο ρόλο, για την σωτηρία μου. Και ενώ εγώ ευρισκόμουν εκεί στο δικαστήριο και ήμουν έτοιμος να δικασθώ και να καταδικασθώ ασφαλώς εις θάνατον, διότι εξουσίαζαν οι Γερμανοί, αυτή του έστειλε σημείωμα, που έγραφε… «Θόδωρε», έτσι τον λέγανε, «σε παρακαλώ πολύ να προσέξεις πολύ την υπόθεση του Αυγουστίνου, για να μην γίνεις δεύτερος Πόντιος Πιλάτος και καταδικάσεις έναν αθώο άνθρωπο, ο οποίος ευεργετεί την πόλη». Αν θέλετε να μάθετε λεπτομερείας, μπορείτε να το διαβάσετε σε ένα βιβλίο υπέροχο, το οποίο έγραψε ο εκλεκτός θεολόγος Παναγιώτης Μύρου, 400 σελίδες είναι. Σαν παραμύθια φαίνονται… αλλά δεν είναι παραμύθια, είναι πραγματικά γεγονότα που συνέβησαν στην Κοζάνη. Και πάλι ας κάνουμε μια διακοπή, για να διηγηθή το περιστατικό η κόρη της κ. Αρτεμισίας, η Αικατερίνη Σκρέκα – Δρίζη, η οποία, μικρούλα τότε, συμμετείχε στο σχέδιο της σωτηρίας του π. Αυγουστίνου και είναι αυτόπτης μάρτυς των γεγονότων. Πολλά τα γεγονότα της τρομερής εκείνης εποχής. 12 -13 χρονών κοριτσάκι εγώ τότε ζούσα με τον πατέρα, την μητέρα. Σεβαστοί γονείς, εξαίρετοι άνθρωποι, οι οποίοι έτρεφαν μεγάλη πολύ μεγάλη, συμπάθεια στον πατέρα Αυγουστίνο. Θα τα πω εν ολίγοις για να μη σας κουράσω. Μέσα στο σπίτι μας κυριαρχούσε η μορφή του πατρός Αυγουστίνου. Μια μέρα μου λέει ο πατέρας μου, επειδή πάντοτε τον αγαπούσα και τον θαύμαζα σαν ρήτορα – όταν χειριζόταν τον λόγο στα δικαστήρια, πάντα είχε να πει ηθικές αρχές. Μου λέει… «Αν ενδιαφέρεσαι Καίτη, ν’ ακούσεις ένα ωραίο κήρυγμα, ένα ωραίο λόγο μου- κήρυγμα για την οικογένεια, έλα μετά το σχολείο σου». Πραγματικά μόλις σχόλασα, τρέχω από τα δικαστήρια ν’ ακούσω το μπαμπά. Εκεί όμως, μπαίνοντας στο γραφείο του κ. Κίτσου του γραμματέως, πολύ αγαπητού μας φίλου, μου λέει: «Μη μπεις μέσα, διότι είναι η γκεστάπο με τον πατέρα Αυγουστίνο. Άσ’ τα, μου λέει, «πάει ο Αυγουστίνος». «Μη μου λές», του λέω, «τι συμβαίνει;». «Πρέπει να’ ναι τα τελευταία του τώρα», μου απαντά. Δεν είπα τίποτε εκείνη τη στιγμή. Έφυγα κλαίγοντας από τα δικαστήρια. Τρέχω στο σπίτι, στη μαμά, η οποία ήταν μια πολύ ασθενής γυναίκα, αυτό πρέπει να το σημειώσω. Υπέφερε από χρονία πυώδη νεφρίτιδα και οι γιατροί της είχαν απαγορεύσει να κάνει παιδιά. Αυτή όμως με την πίστη στο Θεό έκανε έξι παιδιά, από τα οποία ζούμε τα τρία. «Μαμά», της λέω, «τον πατέρα Αυγουστίνο τον έχουνε γκεσταπίτες στο μπαμπά. Αυτή τη στιγμή δικάζεται, μαζί με τον φρούραρχο». Μου λέει: «Μην ανησυχείς, παιδί μου», με είδε πάρα πολύ αναστατωμένη. Βγάζει μια καρτούλα από την τσάντα της, κάρτ-βιζιτ. Αυτή η ασθενική γυναίκα, με 1,40 ύψος, αλλά όλο δύναμη, όλο αγάπη για τον συνάνθρωπό της. «Μην ανησυχείς», μου λέει. Παίρνει την καρτούλα της και σημειώνει: «Θεόδωρε, σε παρακαλώ πολύ να προσέξεις την υπόθεση του πατρός Αυγουστίνου και να μην φερθείς σαν άλλος Πόντιος Πιλάτος, αλλά και τη θέση σου να χάσεις, και τη ζωή σου ακόμη για τον πατέρα Αυγουστίνο». Τρέχω αμέσως, φτερά στα πόδια μου, πηγαίνω στο δικαστήριο. Ο κ. Κίτσιος να με απαγορεύει να μπω μέσα. Πως άνοιξα! Γι’ αυτό και οι πόλεμοι καμιά φορά λέμε γίνονται μόνο από νέους ανθρώπους. Ανοίγω την πόρτα, πηγαίνω στον πατέρα μου. «Τι συμβαίνει;», μου λέει ο μπαμπάς. Νόμισε πως έπαθε η μητέρα μου κάτι, η οποία σας λέω ήταν πολύ φιλάσθενη και κρεμόταν απ’ τον πατέρα μου κυριολεκτικά. Του λέω: «Μπαμπά, αυτό η μαμά μου το’ δωσε διάβασέ το, τώρα αμέσως». Το διαβάζει: σηκώνεται ο φρούραρχος, ζητά το λόγο. Τι συμβαίνει; Λέει ο διερμηνεύς. Αλλά ο πατέρας μου, που ήξερε τη Γαλλική γλώσσα, συνεννοήθηκε απευθείας στα γαλλικά με τον φρούραρχο. Δεν θέλησε να μιλήσει Ελληνικά μέσω του διερμηνέως. Εγώ το κατάλαβα αυτό: ήταν πανέξυπνος άνθρωπος ο πατέρας μου, και του το διάβασε. Εκείνος σηκώνεται, σε στάση προσοχής, και επαναλαμβάνει στα γερμανικά τα όσα είχε πει ο πατέρας μου. Και φεύγω από μέσα εγώ. Έφυγα αμέσως και περίμενα με αγωνία. Και ω του θαύματος, ω του θαύματος της προσευχής! «Γιατί μου είπε η μανούλα μου: Εσύ φύγε γρήγορα, κ’ εγώ θα προσευχηθώ για τον πατέρα Αυγουστίνο». Δόξα τω Θεώ, Σεβασμιώτατε, που σας έχουμε μαζί μας. Και σας παρακαλώ να προσεύχεσθε για τη μαμά και για το μπαμπά στην αγία τράπεζα. Το αξίζανε, το αξίζανε πραγματικά. Σας ευχαριστώ.

Τα πτωχαδάκια της Κοζάνης Επί τη εμφανίσει του προέδρου του Συλλόγου των «40 Μαρτύρων», του αειμνήστου Ευθύμιου Καρμαζή, ο π. Αυγουστίνος είπε… Αργά μας ήρθες, κ. Ευθύμιε. Αλλά επειδή είσαι από μακριά, σε συγχωρούμε. Έλα κάθησε εδώ μπροστά. Να, κι αυτός είναι από τα πτωχαδάκια, που σας είπα. Κοζανίτης είναι. Επίκαιρο είναι και αυτό το θέμα, γι’ αυτό σε πραγματικότητα θα ομιλήσω. Θα κάνω μια παρένθεση και θα μιλήσω για τον κ. Ευθύμιο, μια που ευρίσκεται εδώ.

Τα φοβερά εκείνα χρόνια Τώρα πάνε, περάσανε πολλά χρόνια, γέρασα. Κακό πράγμα να γερνάει κανείς. Πόσα έχουν δει τα ματάκια μου και πόσους κινδύνους πέρασα! Ήταν το 1942, 43, 44, τα φοβερά αυτά χρόνια, που τα τρέμει ο λογισμός. Δεν κοιμόμασταν σ’ ένα σπίτι. Κάθε μέρα αλλάζαμε σπίτι, και δεν ξέραμε αν θα ζήσουμε. Ξημέρωνε και λέγαμε: «Θεέ μου, πότε θα βραδιάσει». Βράδιαζε, και λέγαμε: «Πότε θα ξημερώσει». Όσοι ζήσανε εκείνα τα χρόνια, τα θυμούνται αυτά. Είναι φρικτά πράγματα. Εκεί, στην Κοζάνη, βρέθηκα τα χρόνια εκείνα. Πείνα, δυστυχία, καταστροφή. Γέμισε η πόλις, ηπόλις των 15.000 έγινε 30.000 τότε. Όλα τα χωριά καιγόταν και ερχόταν στην πόλη οι άνθρωποι, ξυπόλητοι, γυμνοί, ελεεινοί, τρισάθλιοι. Οι πλούσιοι θησαυρίζανε, γλεντούσαν, και ουδεμία ιδέα είχαν. Και ήταν πλούσια η Κοζάνη, είχε πολλά λεπτά. Τους επιτέθηκα αγρίως, όχι με τη γλώσσα που μιλάω εδώ, αλλά με καυστική γλώσσα. Δεν μπορείτε να φανταστείτε με ποια γλώσσα τους ομίλησα. Λοιπόν, όλοι αυτοί συνασπιστήκανε, μικροί, μεγάλοι, επιστήμονες, πλούσιοι, και μου επιτέθηκαν. Αλλά εδικαιώθηκα εκ των υστέρων διότι αυτά που τους είπα, ήταν αληθινά.

Στην πλατεία της Κοζάνης Το πιο συγκλονιστικό πράγμα που συνέβη στη ζωή μου, ήτανε το εξής. Όταν κατέβηκε από τα βουνά ο καπεταν – Μάρκος με τους ανθρώπους του και μπήκε στην πόλι, – αυτά δεν είναι παραμύθια που θα σας πω – πήγαν στην πλατεία της Κοζάνης και άρχισαν να σκάβουν. Σκάβανε, σκάβανε, και έλεγαν οι άνθρωποι που τους βλέπανε: «Τρελαθήκανε αυτοί;». Μα δεν ήταν τρελλοί. Ήξεραν καλά, από μυστικά των εργατών, ότι κάτω από την πλατεία της Κοζάνης είχαν ανοίξει οι πλούσιοι της πόλεως έναν υπόνομο και εκεί κρύψανε τόννους δέρματα, σκληροδέρματα, από παπούτσια, και αγγεία με λίρες… και αυτοί τώρα τα βγάλανε έξω. Και μετά, τσακωθήκανε αυτοί μεταξύ των, και πήγαν να σκοτωθούν. Μέχρι το βράδυ τα είχαν μοιράσει οι συντρόφοι. Παραμύθι σας φαίνεται αυτό;

Το «σωφερέικο» με τον π. Αυγουστίνο Τότε αυτοί οι πλούσιοι, μου κηρύξανε φοβερό και τρομερό πόλεμο. Πως εγλύτωσα, ο Θεός ξέρει. Αλλά ας τα’ αφήσω αυτά. Εκείνο που θέλω να σας πω, σχετικά με το μάθημα, κοντά στο κήρυγμα το δικό μου ποιοι στάθηκαν; Τα πτωχαδάκια, οι σωφέρ βρεθήκανε και λέγανε μέσα στην Κοζάνη: «Με τον Καντιώτη ποιοι πηγαίνουν; Όλο το σωφερέικο», γιατί η Κοζάνη είναι η πόλις των σωφέρ. Οι καλύτεροι σωφέρ της Ελλάδος είναι οι Κοζανίτες. Έχουν εκεί το δρόμο της Καστανιάς – η Καστανιά και ο Σαραντάπορος τους εγύμνασε και είναι φοβεροί οδηγοί. Τώρα ο Ευθύμιος είναι 75 χρονών, και οδηγάει ακόμα: είναι ο αρχαιότερος σωφέρ της Ελλάδος. Του λέω: «Κάτσε φρόνημα» αυτός τίποτε, οδηγάει το αυτοκίνητο ακόμα. Λοιπόν, αυτοί ήτανε κοντά μου. Καμιά 30-40 ήταν, και μ’ αυτούς – και με την βοήθεια του Θεού – ξεκίνησα και κάναμε τον αγώνα. Με τη βοήθεια αυτών των μικρών κάναμε τα συσσίτια. Έ, κατόπιν κοντά σ’ αυτούς ήρθε και κανένας δάσκαλος, ήρθε και κανένας άλλος, αλλά αυτοί ήταν η ρίζα. Αυτοί φτιάξανε ένα Σύλλογο, και από 50 πιάτα φτάσανε 8.000 πιάτα. Ο κ. Ευθύμιος ήταν τότε κοντά μου.

Κατάσχονται Είπα τότε στον Άγιο Νικόλαο – γεμάτος ήταν τότε ο ναός, αλλά πτωχαδάκια. Οι άλλοι ήταν απ’ έξω και κοροϊδεύανε. Τους λέω: «Θα πάτε το βράδυ στα σπίτια σας και ό,τι έχετε θα το χωρίσετε στη μέση. Μια οκά μακαρόνια; Τη μισή οκά θα τη φέρετε εδώ. Μια οκά φακές; η μισή να ρθη εδώ. Απ’ ό,τι έχετε, τα μισά εδώ». Τα είπα με έντονη φωνή. Τους εξώρκισα ενώπιον της εικόνος του αγίου Νικολάου, που αγαπούν αυτοί οι Κοζανίτες. ¨Θα τα χωρίσετε όλα στη μέση και τα μισά θα τα φέρετε εδώ. Αν τα κρατήσετε όλα για τον εαυτό σας, θα σαπίσουν». Δεν το πίστευα! Την επομένη μέρα, τι να δω, ουρά είχε σχηματισθεί έξω από την Εστία. Έχουμε καλό και ευγενή λαό. Όλοι αυτοί κρατούσαν στα χέρια τους σακουλάκια, μέχρι κρεμμύδια και σκόρδα φέρανε. Σου λέει: «Να μη μας καταραστεί ο παπάς». Και όλη μέρα, από το πρωί ως το βράδυ, τα μετρούσαμε συνεχώς και γεμίσαμε μια ολόκληρη αποθήκη, από τα πτωχαδάκια. Επί κεφαλής ήταν ο Γιώργος ο Παφίλης. Το βράδυ, να, ο διάολος με τα κέρατα παρουσιάστηκε, με τα μαύρα κέρατα, γιατί ο διάβολος έχει πότε μαύρα, πότε κόκκινα κέρατα. Έτσι δεν είναι, κ. Σαχινίδη; Το βράδυ έρχεται ο νομάρχης και κάτι άλλοι και λένε: -«Εν ονόματι τίνος τα μάζεψες αυτά; Τα κατάσχομε». -«Βρέ», τους λέω, «εσείς θα τα κατάσχετε; Εγώ τα μάζεψα για τα περιστέρια, και θα τα φάνε τα κοράκια; Λάθος κάνετε». Και γίνεται ένας καβγάς!…»

«Μην τον σκοτώνετε!» Στο σημείο, συμπληρωματικά, παρεμβάλλω μια μαρτυρία του μακαριστού Ευαγγέλου Παφίλη σχετική με το επεισόδιο. Ένας απ’ αυτούς έβγαλε το όπλο και ήταν έτοιμος να πυροβολήσει τον π. Αυγουστίνο που αντιστεκόταν. Μην τον σκοτώνετε!», φώναξε έντρομος ο αποθηκάριος Γιώργος Παφίλης, και μπήκε μπροστά στον π. Αυγουστίνο, για να γίνει ασπίδα με το σώμα του. «Πάρτε ό,τι θέλετε», τους είπε, «κι αφήστε τον π. Αυγουστίνο». Πήραν κάποια πράγματα, και την επόμενη θα κάναν την κατάσχεση.

Εν καιρώ νυκτός Και ο π. Αυγουστίνος συνεχίζει: Δεν τα βγάζουμε πέρα μ’ αυτούς, Ευθύμιε, του είπα. Τι να κάνουμε; Είναι ντροπή να μας τα πάρουν από τα χέρια. Τα μαζέψαμε εμείς από τον πτωχό λαό, και να μας τα φάνε τα κοράκια; Το βράδυ σκεπτόμασταν τι να κάνουμε. «Έχω αμάξι εγώ», λέει ο Ευθύμιος. Τον παίρνω το ίδιο βράδυ, περνάμε την Καστανιά, και φτάσαμε κάτω στη Θεσσαλονίκη. Και από δω – από εκεί, κατορθώνουμε με κάποιο φίλο, που είχε ο Ευθύμιος – αυτά είναι μυστικά δεν πρέπει να τα πούμε, κατορθώνουμε και παίρνουμε μια άδεια, που δεν θέλανε να τη δώσουν σ’ εμένα, γιατί με είχαν διαβάλει τα ελεεινά υποκείμενα της πόλεως ότι είμαι κόκκινος παπάς. Κάθε άλλο παρά κόκκινος παπάς ήμουν. Μετά, τι τράβηξα από τους κοκκίνους είναι απερίγραπτο. Λοιπόν, δεν ήθελαν να μου τη δώσουν, αλλά την πήραμε. Και δια νυκτός πάλι επιστρέφουμε στην Κοζάνη, και πρωί πρωί κολλάμε τη διαταγή. Ήηηη! έρχονται, λοιπόν, πάλι τα κοράκια, είδαν την διαταγή, και φύγανε μουγκρίζοντας. -Είναι σωστά αυτά, Ευθύμιε»; (…) Αυτά έγιναν εκεί πέρα, δι’ ολίγων δηλαδή.

Ευχαριστώ το Θεό για τα πτωχαδάκια Γι’ αυτό λοιπόν σας λέω κ’ εγώ: Τώρα που είμαι 70 χρονών και πέρασα πολλές πόλεις, ευχαριστώ το Θεό για τα πτωχαδάκια. Αυτό που λέει ο Παύλος, το δοκιμάσαμε κ’ εμείς. Κοντά στο Χριστό είναι τα πτωχαδάκια. Όποιος έχει πολλά λεφτά, όποιος έχει αξιώματα κλπ., φεύγε μακριά: έχει έναν εγωϊσμό και μια υπερηφάνεια. -Αλλά δ’ μου λες, αγαπητέ Τραϊανέ, γιατί όταν γεννιέται το παιδί έχει το χέρι έτσι, σφικτό; Κομμουνιστικά είναι τα παιδιά; Τι λές, έτσι είναι πάντα; (…) Καλό είναι αυτό που λες, πρωτότυπο είναι. Να λοιπόν, που ξέρω και σε ρωτώ. -«Βουτάει το δακτυλίδι της μαμμής». Το παιδί, κράπ! Έτσι σφικτά κρατάει το χέρι του. Και είναι η μανία του ανθρώπου, λέει κάποιος φιλόσοφος, για να τα πιάσει όλα, θέλει να πιάσει τη γη ολόκληρη. Έρχεται έπειτα ο χάρος και άπ! του ανοίγει το χέρι. Άντε να κλείσεις τα χέρια των νεκρών. -Καλά, Τραϊανέ, το παιδάκι εκείνο είναι αθώο, από ένστικτο τέλος πάντων το κάνει: αλλά οι μεγάλοι, που τα βουτάνε όλα; Μ’ αυτούς τι γίνεται; Άλλοι βουτάνε δαχτυλίδια, άλλοι βουτάνε αξιώματα, άλλοι βουτάνε τούτο και άλλοι το άλλο και μετά έρχεται o χάρος, τους δίνει μια γροθιά, και έτσι φεύγουμε γυμνοί και τετραχηλισμένοι ενώπιον του Θεού. Άνθρωπε, κράτησέ τα. Τι θα τα κάνεις; Έρχεσαι με τέτοια τάση, και φεύγεις με ανοιχτά τα χέρια. Αυτό το είχα δει τότε που πέθανε ο Στάλιν, που και οι φανατικοί κομμουνισταί δεν τον αγαπούνε. Ο Στάλιν υπήρξε το αγριότερο θηρίο του κόσμου. Άς είναι καλά οι Αμερικάνοι που τον βοηθήσανε. Τον κατεδίωξε καλά ο άλλος (ο Χίτλερ), μέχρι τα Ουράλια. Αυτά είναι τα μεγάλα σφάλματα των Αμερικάνων, που έχουμε στον αιώνα μας. Κακούργος ο Στάλιν, χειρότερος από τους Νέρωνας και από τους άλλους. Μετά εδημοσιεύθη μια φωτογραφία του, που είναι το σύνθημά σας, κύριοι συντρόφοι: μια γροθιά, το χέρι του Στάλιν, που κρατούσε την γη ολόκληρο. Και πάει. Έτσι είναι ο άνθρωπος. Δεν έχει τίποτε. Μόνο εδώ, στο Χριστό.Αυτό που λέει εδώ ο Παύλος, «εν Χριστώ». Αυτοί οι λίγοι, τα πτωχαδάκια. Και μέσα στη Ρωσία σήμερα τα πτωχαδάκια μένουν στην Εκκλησία. Μεγάλο πράγμα: και ανεκρίζωτος είναι η Εκκλησία. Ευχαριστώ το Θεό, γιατί μέσα στην κόλαση αυτή, λέγει ο Παύλος, υπάρχουν τέτοια φτωχαδάκια που πιστεύουν στο Χριστό. Ευχαριστώ, λέγει το Θεό, γιατί αυτοί δεν είναι κάλπικοι, αλλά είναι πραγματικοί Χριστιανοί. Έχουν πίστη, έχουν ελπίδα και αγάπη στο Θεό. Και τι αγάπη!

Ανθρώπινη αδυναμία Η ιστορία επαναλαμβάνεται. Αυτό που έγινε στον Αρχηγό της πίστεώς μας, τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό, έγινε και στον π. Αυγουστίνο. Ήρθε στιγμή που και οι συνεργάτες του φοβήθηκαν και απέσεισαν από πάνω τους τις ευθύνες και τον άφησαν να σηκώσει αυτός το βάρος. Με κάποιο ελαφρό παράπονο το θυμάται ο Γέροντας και λέει: Κάποια στιγμή, μ’ εγκατέλειψαν όλοι. -Μην κάνεις τέτοια κηρύγματα, που ενοχλούνται οι Γερμανοί, μου είπαν, γιατί κινδυνεύουμε όλοι. Κ’ εμείς έχουμε οικογένειες και παιδιά. – Καλά, τους είπα. Αφού έτσι θέτετε το θέμα, θα κάνουμε ένα χαρτί, που θα λέει: «Για ό,τι λέει ο ιεροκήρυκας, είναι υπεύθυνος ο ίδιος»… και να το υπογράψετε, για να απαλλαγήτε από οποιαδήποτε ευθύνη. Κάναμε το χαρτί. Και το υπέγραψαν όλοι, πλην του Παφίλη. Εκείνο τον καιρό οι κομμουνισταί είχαν ένα δυνατό αρθρογράφο, και για να μη συλληφθεί, έλεγαν στους εργατικούς: «Ποιος θέλει να βάλει το όνομά του κάτω από το άρθρο και ν’ αναλάβει την ευθύνη:». Εκατό χέρια σηκώνονταν, για εκείνον. Μετά από κάθε άρθρο συλλαμβάνανε τον εργάτη, που έφερε το όνομά του, και το ρωτούσαν (-ξέρανε αυτοί ότι δεν είναι δικό του-). «Αφού εσύ είσαι αγράμματος πως έγραψες τέτοιο άρθρο;». Κ’ εκείνος απαντούσε: -«Με προσβάλλεις, κ. δικαστά, δικό μου είναι το άρθρο». Και τον έρριχναν στη φυλακή. Μ’ αυτό τον τρόπο έμενε ασύλληπτος ο αρθρογράφος και συνέχιζε το έργο του.

Οι πλούσιοι της Κοζάνης Οι πλούσιοι της Κοζάνης δεν έδιναν τίποτε, ο φτωχός λαός μας συμπαραστάθηκε. Τους ήλεγξα τότε, και γι’ αυτό με μισούσαν. Τους είπα: «Κρατάτε τα χρήματά σας και δεν δίνετε τίποτε στους πτωχούς; Έννοια σας, θα σας τα φάνε άλλοι». Και πράγματι, όταν άλλαξε η κατάσταση και κατέβηκαν από τα βουνά, με τον καπεταν – Μάρκο, έστειλαν μήνυμα σε κάποιους πλουσίους από την πόλι και τους είπαν: «Αν μέχρι το βράδυ δεν φέρετε τα χρήματα που σας ορίσαμε, θα σας κοντύνουμε μια πιθαμή». Φοβήθηκαν οι πλούσιοι και έδωσαν ό,τι τους ζητούσαν. Τα συγκέντρωσαν κατόπιν αυτοί (=οι κουμμουνισταί), και με κάλεσαν. -«Έλα», μου λένε, «Αυγουστίνε, να δεις πόσα κοκοράκια (λίρες) μαζέψαμε εμείς, ενώ εσύ με το Ευαγγέλιο μάζεψες μόνο δύο». -«Ναι», τους απαντώ, «μάζεψα μόνο δύο. Αλλά υπάρχει μια μεγάλη διαφορά, εγώ τα μάζεψα με ελευθερία, ενώ εσείς τα μαζέψατε με τη βία».

Η αληθής δημοκρατία είναι ο Χριστιανισμός

Μίλησα στον Άγιο Κωνσταντίνο παρουσία ενόπλων και του επισκόπου Ιωακείμ, και είπα… «Η αληθής δημοκρατία είναι ο Χριστιανισμός. Η πολιτική δεν συμβιβάζεται με τα καθήκοντα του ιερωμένου. Όποιος ιερωμένος θέλει να πολιτευθεί, να πετάξει τα ράσα, να φορέσει γραβάτα, και τότε να κατεβεί στον πολιτικό στίβο». Όταν τελείωσα και κατέβηκα από τον άμβωνα, ο Ιωακείμ, που ήταν παρών και άκουε το κήρυγμα, με φίλησε και μου είπε στ’ αυτί. «Να περάσεις μετά από τη Μητρόπολη». Όταν πήγα στη Μητρόπολη και με είδε, λέει… -«Τι ήταν αυτά που έλεγες, ρε Αυγουστίνε; Έτοιμοι ήταν να σ’ αρπάξουν, δεν τους έβλεπες; Σε φίλησα, για να τους αφοπλίσω. Δεν ήθελα εγώ να σε κάνω ήρωα». Από δω και πέρα η αγωνία όλων αυξάνεται. Ο ισχνός στο σώμα, αλλά γενναίος στην ψυχή ιεροκήρυκας κάνει νέο κήρυγμα στον Άγιο Δημήτριο για τον «άθεο Μαρξισμό». Οι αντάρτες δεν αστειεύονται πλέον. Μια νύκτα, ίσως από της τραγικότερες της ζωής του π. Αυγουστίνου, έρχονται ένοπλοι να τον συλλάβουν στο σπίτι της κ. Άννας Χαλβατζή, όπου έμενε. Το σχέδιό τους ήταν, να τον ρίξουν σε πηγάδι, να τον πνίξουν, και να εξαφανίσουν τα ίχνη του. Αλλά το ματαίωσε ο Θεός. Ο θεολόγος καθηγητής Βασιλείου, που έμεινε στον κάτω όροφο του σπιτιού, αντιλήφθηκε μέσα στη νύχτα τις δύο φιγούρες των ένοπλων, που περιεργάζονταν το σπίτι. Κάποια στιγμή ο ένας έδειξε το παράθυρο του π. Αυγουστίνου. Ο καθηγητής κατάλαβε τι επρόκειτο να γίνει. Κτυπάει από κάτω το πάτωμα του επάνω ορόφου, που ήταν ξύλινο, και λέει στον π. Αυγουστίνο, να σβήσει το φως και να πέσει στο πάτωμα, γιατί κινδυνεύει. Συγχρόνως ειδοποιεί την σπιτονοικοκυρά του, που έμεινε κι αυτή στον κάτω όροφο του σπιτιού. Εκείνη ξυπνά τον γυιό της, που βρισκόταν τη νύχτα εκείνη στο σπίτι: «Ξύπνα», του λέει, «κινδυνεύει ο π. Αυγουστίνος, ήρθαν να τον συλλάβουν». Οι δυό οπλοφόροι, που εν τω μεταξύ πήδηξαν από τα κάγκελλα και βρέθηκαν στο μικρό προαύλιο, ανέβηκαν γρήγορα τα σκαλοπάτια και βροντούσαν την πόρτα, για να τους ανοίξει ο π. Αυγουστίνος. Αλλά πόσο μεγάλη ήταν η έκπληξη τους, που βρέθηκαν αντιμέτωποι με έναν δικό τους. Ο γυιός της Άννας, ο Γιάννης, που ήταν αξιωματικός των ανταρτών, ανέβηκε στο μεταξύ την εσωτερική σκάλα και έπιασε το πόμολο της πόρτας από μέσα: ήταν αποφασισμένος να προστατεύσει με κάθε τρόπο τον π. Αυγουστίνο. Γίνεται έντονος διάλογος μεταξύ του γυιού της Άννας και των ενόπλων, που παραβίαζαν εκείνη τη νύχτα το σπίτι του, για να συλλάβουν τον π. Αυγουστίνο. -« Έχουμε διαταγή να συλλάβουμε τον παπά, που είναι εχθρός του λαού», του λένε. Και αυτός απαντά: -«Δεν έχετε να πάρετε κανέναν Αυγουστίνο, θα τον πάρετε μόνον αν περάσετε από το πτώμα μου. Φύγετε, γιατί θα πιάσω το οπλοπολυβόλο». Η αντίσταση του ηρωϊκού εκείνου παιδιού έσωσε τον π. Αυγουστίνο για μια ακόμη φορά. Ο π. Αυγουστίνος, όταν ξημέρωσε, πήγε να τους ζητήσει το λόγο, που άνανδρα μέσα στη νύχτα πήγαν να τον συλλάβουν. Κάποιοι κοντινοί συνεργάτες του προσπάθησαν να τον εμποδίσουν. Αλλά ο π. Αυγουστίνος ήξερε, ότι δεν κινδύνευε απ’ αυτούς την ημέρα, αλλά μόνο τη νύχτα. Δεν τολμούσαν να έρθουν αντιμέτωποι με το λαό της Κοζάνης, που υπεραγαπούσε τον π. Αυγουστίνο, γι’ αυτό και το σχέδιό τους ήταν να τον ρίξουν σε πηγάδι, για να μην μπορέσει κανείς να μάθει τι απέγινε.

Το ιδεώδες πολίτευμα Θυμάμαι, τότε που ήταν στην Κοζάνη ο Βαφειάδης, ο αρχηγός του κομμουνιστικού κόμματος και αρχιστράτηγος. Στεκόταν κλαρίνο μπροστά του όλοι, μικροί και μεγάλοι. Ήταν ημέρες δύσκολες. Οι Κοζανίτες ξέρουν ότι δεν ανήκουμε σε κόμματα. Μας πιέσανε, κινδύνευσε η ζωή μας, αλλά μείναμε σταθεροί και ακλόνητοι. Η πόλη της Κοζάνης είχε διαιρεθή σε διάφορα κόμματα. Εμείς τότε καλέσαμε το λαό, για να του υποδείξουμε το ιδεώδες πολίτευμα. Και ο καθεδρικός ναός του Αγίου Νικολάου επλημμύρισε από κόσμο. Ήρθαν κι αυτοί μέσα. Τους μίλησα για τα διάφορα πολιτεύματα που υπήρχαν από την αρχαιότητα μέχρι των ημερών μας. Και μετά τους είπα: «Θα σας υποδείξω μια ιδεολογία, που αν την εφαρμόσει η πόλη της Κοζάνης, αλλά και ολόκληρη η πατρίδα μας, η Ελλάδα θα είναι η πιο ευτυχισμένη χώρα του κόσμου». Τους περιέγραψα τα’ άλλα πολιτεύματα. Παρουσίασα τα ελαττώματά τους, ως υπό ανθρώπων διοικούμενα. Και τέλος είπα ότι: «Η δική μου ιδεολογία είναι ΧΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΑ, ό,τι θέλει ο Χριστός. Ποίος μπορεί να είναι εναντίον αυτού του αρίστου και τέλειου πολιτεύματος; Αν αποφασίζανε όλοι, μικροί και μεγάλοι, άνδρες και γυναίκες, όλων των παρατάξεων, ν’ ακούσουν τη φωνή του Θεού και να εφαρμόσουν το Ευαγγέλιο του Χριστού, τότε η Ελλάδα θα ήταν η ευτυχεστέρα χώρα του κόσμου. Βασιλεύς και κυβερνήτης παντού θα ήταν ο Χριστός». Το σχολιάζανε βέβαια οι αντάρτες, γιατί ήταν τετραπέρατοι. Και κατόπιν έδωσαν απάντηση: «Ακούσαμε», είπαν, «το σύνθημα του Αυγουστίνου, αλλά απαντάμε: Είναι αφελής ο Αυγουστίνος και τα λέει αυτά. Το “ Χριστοκρατία”, που το παραδεχόμεθα και εμείς ως ιδεώδες πολίτευμα, θα καταντήσει να γίνει παπαδοκρατία». Από τότε, λοιπόν, εμείς ελέγξαμε και δεν συμφωνήσαμε ποτέ, ούτε με τους μεν ούτε με τους δε.

«Να σε γράψωμε στους καταλόγους των επισήμων» Τότε η ζωή δεν είχε καμία αξία. Εσώθην από πολλές περιπτώσεις – ο Θεός να μου δίνει μετάνοια. Τα χρόνια εκείνα τα τρομερά, ο Παφίλης ο Γιώργος ήταν εκείνος που με αγαπούσε, φρόντιζε για μένα και με φύλαγε. Είχε ανοίξει το σπίτι του και σ’ ένα υπόγειο κοιμόμουν και κρυβόμουν. Το βράδυ με την αδελφή τους Άννα παρακολουθούσαν τα βήματα των ανθρώπων, για να μη’ ρθούν και με πιάσουν. Εσώθην μια φορά που ήρθαν οι κουμμούνες να με συλλάβουν. Περίεργοι άνθρωποι ήταν, θηρία φοβερά. Κ’ εμένα με θεωρούσαν κομμουνιστή, λόγω των ριζοσπαστικών κηρυγμάτων. Αλλά εγώ – πρέπει να το γράψω αυτό μέσα στις αναμνήσεις μου: Μια μέρα με κάλεσαν αυτοί. Ήταν ο Βαφειάδης και άλλοι, ήταν και ο δεσπότης Ιωακείμ. Με κάλεσαν και μου είπαν: -«Λόγω της δράσεώς σου, τιμής ένεκεν, αποφασίσαμε να σε εγγράψωμε στον κατάλογο των επισήμων κομμουνιστών». Και τους απαντώ: -«Το σκεφτήκατε πολλή ώρα αυτό»; -«Ναι», λένε, «το σκεφθήκαμε». Τους απαντώ: -«Εκεί που είστε σεις, δεν έρχομαι. Εκεί που είμαι εγώ, θα’ ρθητε μια μέρα κ’ εσείς». -«Δηλαδή», μου λένε, «πως το εννοείς αυτό;». -«Εγώ», τους λέω, «παρ’ όλη την ατέλεια και αμαρτωλότητά μου, εκπροσωπώ το     Τέλειο, που είναι ο Χριστός, ενώ εσείς εκπροσωπείτε το ατελές». -«Γιατί το λες αυτό;», φώναξε ο Ιωακείμ. -«Έχω πολλά ερωτηματικά», του λέω, «γύρω από τον κομμουνισμό». -Εξανέστησαν αυτοί, και ιδίως ο Κοζάνης ο Ιωακείμ. (Δεν εγνώρισα άλλον μητροπολίτη ευφυέστερο απ’ αυτόν. Πώ πω πω! σπίρτο ήταν, πέντε γλώσσες ήξερε). -«Γιατί», μου λέγει, «έχεις ερωτηματικά, και δεν έχεις θαυμαστικά; Να έρθεις κοντά μου, για να τα κάνεις θαυμαστικά». Του λέω: «Αυτό το πράγμα δεν γίνεται, ο σταυρός είναι ένας». Είπαμε πολλά. -«Τι θεωρείς τον κομμουνισμό;», λέει ο Ιωακείμ. Όταν το ρώτησε αυτό, το κομμουνιστικό κόμμα ήταν στη δόξα του. Και απήντησα: -«Φρονώ, ότι ο κομμουνισμός, είναι ένα άγριο δένδρο, το οποίο τείνει να καλύψει όλο τον κόσμο, αλλά οι καρποί του είναι άγριοι και στυφοί. Δεν είναι καλοί, και έχει ανάγκη εμβολιασμού. Είναι αγριελιά και θέλει εμβόλιο, το λέει και ο απόστολος Παύλος, στην προς Ρωμαίους επιστολή, κεφάλαιο 11. Όπως η αγριελιά εμβολιάζεται και αλλάζει αμέσως ποιότητα, έτσι να εμβολιαστήτε κ’ εσείς. Τότε μου λέει ο δεσπότης Ιωακείμ: -«Εγώ θα το μπολιάσω». -«Αν το εμβολιάσεις εσύ, μπράβο: θα είσαι μέγας και σπουδαίος», του απαντώ. Μετά από 75 χρόνια έπεσε ο κομμουνισμός. Ρώτησαν τον Γιέλτσιν: «Τι φρονείς για τον Μάρξ;». Και απήντησε: «Προτιμότερο να μην εγεννάτο αυτός ο άνθρωπος». Τον ρώτησαν και για τον Στάλιν, και απήντησε:     «Θα έπρεπε να πεθάνει νωρίτερα». Το σύνθημά μου, λοιπόν, ήταν «Χριστοκρατία»… Από την ώρα που φόρεσα το ράσο, παρ’ όλη την ατέλειά μου, σ’ όλα τα πολιτεύματα ήλεγχα το κακό. Διότι έχω την αρχή, όταν το καλάμι είναι πεσμένο, δεν το χτυπώ, όταν είναι όρθιο, τότε το χτυπώ, το ελέγχω δηλαδή. Και αυτό το τηρώ πάντοτε. (Kατασκηνώσεις Iεράς Mητροπόλεως Φλωρίνεις 13-8-1993)

Περιπέτεια με το αλάτι Στα συσσίτια είχαμε ανάγκη από αλάτι. Όποιος το είχε, είχε χρυσάφι. Οι βοσκοί ζητούσαν αλάτι, όλοι ζητούσαν αλάτι, αλλά δεν υπήρχε τίποτε, δεν εύρισκαν πουθενά. Το κατέσχον οι Γερμανοί, εις τας αλυκάς. Τότε βρέθηκε ο ανεψιός του καπεταν – Μάρκου, ο Τσιπουρίδης. Ζη, αυτός τώρα; (…) -«Μη στεναχωριέσαι», μου λέει, «ο μπάρμπας μου είναι αρχηγός των κομμουνιστικών δυνάμεων στη Βέρροια. Πάμε εκεί και θα μας δώσει». Πήγα, λοιπόν εκεί. Παρουσιάστηκα στον καπεταν – Μάρκο και τον είδα μ’ όλη την δύναμίν του. Τότε ήμουν νέος, νεότατος. Μου δίνει ένα σημείωμα – ήταν παραμονή της «Βάρκιζας». Τι θα πει «Βάρκιζα»; Ξέρετε Ιστορία; Είναι μια συμφωνία, και ήταν υπό διάλυσιν αυτοί. Μου δίνει ένα σημείωμα ο καπεταν – Μάρκος, – που κάποτε θα μου έπαιρνε το κεφάλι – και μου λέει: «Τώρα παραδίδομε κ’ εμείς: αλλά να πάτε κάτω στη Θεσσαλονίκη, στο μονοπώλειο, και πάρτε όλο το αλάτι». Πάω κ’ εγώ με κάτι Καρμαζήδες και με φορτηγά εκεί. Δίνω το χαρτί, και τους βλέπω να συζητούν. Ευφυέστατοι αυτοί κάνανε σύσκεψη και είπαν μεταξύ τους: «Αύριο, που ξέρουμε τι θα γίνει; Μπορεί να πέσει ο καπεταν – Μάρκος, γιατί να έχουμε εμείς την ευθύνη;». Πατριώται ήσαν. Περιμέναμε κ’ εμείς να πάρουμε το αλάτι, αλλά δεν μας έδιναν. Τότε μας λένε: «Υπογράψτε μια δήλωση, ότι παραλάβατε το αλάτι με εντολή του καπεταν – Μάρκου, και θα σας το δώσουμε». Αλλά που οι συνεργάτες μου να υπογράψουν! Δεν υπέγραφε κανένας, και κοντέψαμε να χάσουμε το αλάτι. (4 φορτηγά αυτοκίνητα γεμίσαμε μετά, μεγάλη σοδειά, 10-12 τόνους. Το πουλήσαμε, πήραμε πολλά χρήματα, και αγοράσαμε τρόφιμα για τα συσσίτια, και περάσαμε 4-5 μήνες). Λέω, τότε, εγώ: «Καλά, παιδιά αφού δεν υπογράφετε εσείς, θα υπογράψω εγώ. Φέρτε’ δω το χαρτί». Το πήρα και έβαλα φαρδιά πλατιά την υπογραφή μου: «Αρχιμανδρίτης Αυγουστίνος Καντιώτης, ιεροκήρυκας» κ. τ. λ.

Κοιτάζανε αυτοί. Τότε πήραμε το αλάτι και πήγαμε στην Κοζάνη. Ακούστε, κατόπιν, τι έγινε μ’ αυτή την ιστορία. Πέρασαν δύο χρόνια, αποκατεστάθη η τάξις. Νικήθηκαν οι κομμουνισταί, επικράτησε δημοκρατική κυβέρνηση, ανέπνευσε λίγο ο λαός μας. Έγινε έλεγχος αυτών των πραγμάτων, είδε ο διοικητής το έλλειμα και είπε: «Πρωτοφανές πράγμα. Αυτός ο ιεροκήρυκας πήρε 4 φορτηγά αυτοκίνητα αλάτι», τι τα έκανε; Αμέσως διατάσσουν, μέσω του εισαγγελέως της Θεσσαλονίκης: «Ο Αυγουστίνος Καντιώτης να συλληφθεί, ως καταχραστής του δημοσίου πλούτου». Έρχεται, λοιπόν, η διαταγή εν καιρώ νυκτός να συλληφθώ. Δεν με ξέρανε, βέβαια, οι άνθρωποι. Ας είναι αιωνία η μνήμη του Θεοκλήτου επισκόπου Γρεβενών που με αγαπούσε πολύ και με υπερασπίστηκε. Τους είπε: «Συλλάβετε εμένα, διότι ο Αυγουστίνος δεν έφαγε σπυρί απ’ αυτό το αλάτι: το διέθεσε εξ ολοκλήρου για το λαό». Έγινε εκ νέου σύσκεψη στη Θεσσαλονίκη, οπότε εματαιώθη η σύλληψις μου. Και όταν πέθανε ο καπεταν – Μάρκος, μου ζήτησαν να πάω κάτω να τον κηδεύσω. Τι να κάνουμε, περίεργα φαινόμενα είναι αυτά. Θα με συλλάμβαναν, επί κλοπή άλατος, μεγάλης ποσότητος, και διεσώθην χάριν του επισκόπου Γρεβενών. Αλλά και αν με συλλάμβαναν γιατί βοήθησα τον λαό, χαρά θα είχα. Να μη με κατηγορήσουν για άλλα πράγματα. Αυτό είχα πάντοτε σύνθημα.

«Δεν έκανα διακρίσεις, όλους τους βοηθούσα» Παράδειγμα αγάπης Ήταν φοβερή η εποχή. Συνέλαβαν από τα βουνά κάποιον αντάρτη – τον ξέρουν οι παλαιοί Κοζανίται – και δεμένο τον έσερναν μέσα στην πόλι. Κάποιοι άνανδροι Κοζανίται, που όταν εκείνος ήταν στα πράγματα καθότανε κλαρίνο μπροστά του, τώρα βλέποντάς τον σαν κτυπημένο σκυλί να τον μεταφέρουν στην πόλη, τον φτούσαν. Αυτός ήταν εχθρός μου, επανειλημμένως επιχείρησε να με σκοτώσει. Τον πιάσανε, λοιπόν, και σε αθλία κατάσταση τον έριξαν στη φυλακή. Όταν το έμαθα, στεναχωρέθηκα. Πήγα στις φυλακές, για να τον δω. Οι υπεύθυνοι των φυλακών δεν με άφηναν να μπω: «Σ’ αυτόν έρχεσαι και του φέρνεις φαγητό;», μου είπαν: «όχι φαγητό, αλλά δηλητήριο να του δώσεις». –«Όπως ερχόμουν σ’ εσάς και έφερνα φαγητό στη φυλακή και όχι δηλητήριο, το ίδιο θα κάνω και σ’ αυτόν τον φυλακισμένο», τους απήντησα. Με άφησαν τότε και μπήκα. Όταν άνοιξε η πόρτα και με είδε, έκλαυσε. Ήταν σε αθλία κατάσταση. Και είπε: «Πάτερ Αυγουστίνε, εσύ ήρθες να με δεις! Ούτε η γυναίκα μου ούτε τα παιδιά μου δεν με επισκέφθηκαν. Τώρα πιστεύω ότι υπάρχει Χριστός!».

«Της καρδιάς μου η πρωτεύουσα είναι η Κοζάνη» Δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν. Ευσεβές ακροατήριο…, είναι άραγε ανάγκη να εκφράσω τον εσωτερικό μου κόσμο, είναι, λέγω, ανάγκη να πω ότι την ώρα αυτή αισθάνομαι μίαν όλως ιδιαιτέραν χαράν και συγκίνησιν; Ευρίσκομαι εις την Κοζάνη. Και αυτό απλώς το γεγονός ότι ευρίσκομαι εις την Κοζάνη, και μόνον αυτό το γεγονός, άσχετον προς την ομιλίαν, είναι δι’ εμέ πηγή χαράς και αγαλλιάσεως. Η πόλις της Κοζάνης δεν είναι δι’ εμέ μια από τας πολλάς πόλεις του Ελληνισμού. Με ηλέησε ο Θεός να είμαι ιεροκήρυξ. Με ηλέησε ο Θεός να κηρύξω εις πολλάς πόλεις και της Βορείου και της Νοτίου Ελλάδος. Με ηλέησε ο Θεός να περιοδεύσω αρκετά τμήματα του Ελληνισμού. Τέλος, με ηλέησε ο Θεός να ευρίσκωμαι μέσα εις τας Αθήνας ιεροκήρυξ. Αλλά δι’ εμέ η πόλις της Κοζάνης έχει μιαν όλως ιδιαιτέραν σημασίαν ή, δια να εκφρασθώ αγιογραφικώς, είναι δι’ εμέ η «ιδία πόλις», είναι η πόλις εκείνη με την οποία με συνδέουν αναμνήσεις αλησμόνητες, με συνδέουν δεσμοί, που δεν θα μπορέσει κανένας σατανάς να διαλύσει τους ιερούς τούτους δεσμούς. Κάποια μέρα, μέσα στην Αθήνα, ένας θερμός αναγνώστης του περιοδικού «Σπίθα» με σταμάτησε και λέγει: «Έχω μια απορία. Χρόνια τώρα είσαι μέσα στην Αθήνα. Έχεις φύγει εδώ και πολλά χρόνια από την Κοζάνη. Γιατί στο περιοδικό αυτό, που βγάζεις, δεν αλλάζεις τόπο, αλλά εξακολουθείς 15 τώρα ολόκληρα χρόνια που έφυγες από την Κοζάνη, να βάζεις επάνω στην προμετωπίδα του περιοδικού να γράφεις “Κοζάνη”;». Του απήντησα: -«Έχεις δίκιο. Αλλά δι’ εμένα υπάρχουν δύο χάρτες: ο ένας που είναι κρεμασμένος στα σχολεία, ο γεωγραφικός χάρτης, δείχνει ως πρωτεύουσα της Ελλάδος μας την Αθήνα. Αλλ’ εκτός αυτού του γεωγραφικού χάρτου υπάρχει ένας άλλος χάρτης, χάρτης καρδιάς. Και ο χάρτης της καρδιάς μου λέγει, ότι πρωτεύουσα δι’ εμένα δεν είναι η Αθήνα αλλά η Κοζάνη». Δεν είναι, λοιπόν, σχήμα λόγου, όταν λέγω ότι αισθάνομαι μία ιδιαιτέρα συγκίνηση όταν ευρίσκωμαι εις την Κοζάνη. Και η χαρά μου αυτή κορυφούται, όταν, εκτός του ότι ευρίσκομαι εις την Κοζάνη, έχω την χαρά να ομιλήσω προς υμάς. Επί παλαιών ημερών, απολυταρχικού εκκλησιαστικού καθεστώτος, όχι να ομιλήσωμεν στην Κοζάνη – αυτό ήτο ανέφικτον, όχι να μείνωμεν εις την Κοζάνη – και αυτό ήτανε δύσκολο, γιατί μας παρηκολουθεί η Ελληνική Αστυνομία. Θα έφθαναν ακόμη, αν μπορούσαν, να μας απαγορεύσουν και ν’ αναπνέωμεν τον καθαρόν αέρα της πόλεως, διότι ήτο έγκλημα ο ιεροκήρυξ, ο ιερομόναχος, να παραμένει και μιαν ακόμη ημέρα εις την Κοζάνη. Η Ιερά Σύνοδος κατ’ επανάληψιν συνεδρίασε και ησχολήθη με το εάν και κατά πόσον πρέπει να πατούμε την Κοζάνη. Τώρα χάρις εις το φιλελεύθερον πνεύμα του νυν ιεράρχου της Κοζάνης (Διονυσίου), έχω την χαράν να ευρίσκωμαι ενώπιόν σας. Επετράπη και εις εμένα να ομιλήσω εις την αγάπην σας, αν και πιστεύω ότι η πόλις δεν έχει ανάγκη από κηρύγματα. Ομιλεί ο καλός σας δεσπότης, ομιλεί ο ιεροκήρυξ της Μητροπόλεως, ομιλεί ο πρωτοπρεσβύτερος, ομιλούν οι μορφωμένοι κληρικοί, ομιλεί ο πρωτοπρεσβύτερος, ομιλούν οι μορφωμένοι κληρικοί, ομιλούν οι θεολόγοι στρατιώται, ομιλούν όλοι. Και ποιος δεν ομιλεί! Κατ’ εμέ, δεν φαντάζομαι άλλη πόλι στην Ελλάδα να έχει ακούσει τόσα πολλά κηρύγματα, όσα έχει ακούσει η πόλις της Κοζάνης. Έχετε χορτάσει. Συνεπώς δεν υπήρχε ανάγκη να ομιλήσω προς υμάς. Εκείνο που χρειάζεται η πόλις είναι ένα. Δεν είναι τόσο η ακρόασις του θείου λόγου, όσο είναι η εφαρμογή. Εάν αυτά που ακούσατε είκοσι χρόνια και πλέον από διαφόρους ιεροκήρυκας, τα εφήρμοζε η πόλις, θα ήταν πολύ διαφορετική από ό,τι είναι τώρα. Εν πάση περιπτώσει, θα σας ομιλήσω. Ρήτορας δεν είμαι. Εάν κανείς εδώ μέσα ήρθε ν’ ακούσει ρήτορα, θ’ απογοητευθεί. Δεν θα ομιλήσω για να σας κάνω εντύπωση. Τα χρόνια περνάνε. Θα σας ομιλήσω απλά. Θέλω να με εννοήσετε και η γριά και ο νέος και ο μικρός και ο αγράμματος και όλοι, που είστε εδώ πέρα, θέλω να με εννοήσετε. Θα σας κουράσω λιγάκι. Μια φορά κ’ εγώ περνώ από την Κοζάνη και θα σας παρακαλέσω να κάνετε υπομονή, κοντά στην υπομονή που έχετε, για να ακούσετε για μια ακόμη φορά, ίσως για τελευταία, τον ιεροκήρυκα, τον ιερομόναχο Αυγουστίνο. Θα σας παρακαλέσω να έχετε εδώ το νου σας, γιατί το κήρυγμα δεν είναι ένα είδος σπόρ, δεν είναι μια διασκέδασις. Εγώ το κήρυγμα δεν το νιώθω έτσι. Δεν είναι μια ψυχαγωγία, όπως πάμε στο γήπεδο, και δεν ξέρω που πάμε. Εγώ το κήρυγμα το θεωρώ μάχη, μάχη στην οποία πρώτα αγωνίζεται ο ιεροκήρυκας ή να πέσει ή να επιδράσει και να δημιουργήσει καταστάσεις μέσα στο έθνος του. Και ως μαχητάς, όχι απλώς θεατάς, αλλά ως αγωνιστάς, ως συναγωνιστάς, υπό την καλήν έννοια, εκλαμβάνω όλους τους αγαπητούς Χριστιανούς.

Στρατιωτικός ιεροκήρυξ

Όχι δε μόνον ως ιεροκήρυξ του λαού, αλλά και ως στρατιωτικός ιερεύς ευρέθην πάλιν εν Κοζάνη, κατ’ αρχάς μεν ως ιεροκήρυξ της 15ης Μεραρχίας, υπό τον ηρωϊκόν στρατηγόν Μαντάν, έπειτα δε ως διευθυντής της Θρησκευτικής Υπηρεσίας του Β΄Σώματος Στρατού, υπό τον στρατηγόν Καλογερόπουλον. Τότε πάλιν περιώδευσα τους στρατιωτικούς σχηματισμούς, όπου τα ευγενή τέκνα της Μακεδονίας έδιδον το ηρωϊκό «παρών» υπέρ της πατρίδος.

Δέκα έτη ανεπιθύμητος εις την εκκλησιαστικήν αρχή Έτσι συνεδέθην στενώς με την δικήν σας πόλι, την οποία ονόμαζα «ιδίαν πόλιν», πρωτεύουσα της ιδικής μου καρδίας. Με την βοήθειαν των εκλεκτών τέκνων της εκτίσθη μεταπολεμικώς το κτίριο των «40 Μαρτύρων», το οποίο εγένετο το ξεκίνημα και η απαρχή μιας ζωηράς φιλανθρωπικής κινήσεως, η οποία κατεπλούτισε την πόλιν με ευαγή ιδρύματα, εις τρόπον ώστε η Κοζάνη να συναγωνίζεται με άλλας πόλεις της Ελλάδος καυχωμένας δια τα ευαγή των ιδρύματα. Αλλά την προσφιλή πόλιν της Κοζάνης ηναγκαζόμην μεταπολεμικώς να επισκέπτωμαι νύκτωρ, διότι η τότε εκκλησιαστική αρχή του τόπου εθεώρει και το πέρασμά μας εκ της πόλεως ως επικίνδυνο. Μίαν δεκαετίαν διήρκεσε η δοκιμασία αυτή της ψυχής μου. Έληξε όμως με την εγκατάστασιν του σεβ. μητροπολίτου κ. Διονυσίου, ο οποίος και εις εμέ και εις τους περί εμέ θεολόγους επέτρεψε το κήρυγμα.

Ως απίστευτον! Και ήδη ο επί μίαν τριακονταετίαν μη γνωρίσας άνεσιν εκ τω εκκλησιαστικώ μου βίω, αλλ’ υπό της επισήμου Εκκλησίας συνεχώς διωκόμενος, ήδη κατά την πρεσβυτικήν μου ηλικίαν παρουσιάζομαι επίσκοπος. Ως απίστευτον φαίνεται. Ως θαύμα χαρακτηρίζεται. Οφείλεται και αυτό εις την αγάπην του λαού, η οποία με το ρεύμα της παρέσυρε παν εμπόδιον και προέβαλεν ως αίτημα, τολμώ να είπω πανελλήνιον, την προαγωγήν του ιεροκήρυκος, αίτημα το οποίον συνέλαβεν η ευαίσθητος κεραία της ψυχής του μακαριωτάτου αρχιεπισκόπου Αθηνών κ. Ιερωνύμου, υπό της αγάπης του οποίου ηττήθην, και ομολογώ την ήτταν. Αι ανεξιχνίαστοι βουλαί και το άπειρον έλεος του Θεού με έφεραν και πάλιν εις την Δυτικήν Μακεδονίαν. Η Κοζάνη, η οποία ουδέποτε ευρίσκετο μακράν της καρδίας μου, ήδη ευρίσκεται και γεωγραφικώς πλησίον μου. Ολίγα χιλιόμετρα έξω της Κοζάνης αρχίζουν τα όρια της ι. μητροπόλεως Φλωρίνης, της οποίας σήμερον ελέω Θεού εγκαθίσταμαι μητροπολίτης.

Αγαστή συνεργασία Σεβασμιώτατε άγιε Κοζάνης, είμεθα γείτονες. Όρια μεταξύ μας δεν υπάρχουν. Θα δύνασθε, οσάκις θέλετε, να εισέρχεσθε εις την μητρόπολίν μου, δια να λαμπρύνετε με το έξοχον λειτουργικόν σας τάλαντον τας εκκλησιαστικάς τελετάς. Εγώ δε, οσάκις ευκαιρώ, να εισέρχωμαι εις την ιδικήν σας μητρόπολιν ως ιεροκήρυξ, και να απευθύνω ολίγα απλά λόγια προς παλαιόν ακροατήριον, μετά του οποίου συνέπιον πικρά ποτήρια εν ημέραις εθνικού μαρτυρίου. Είθε η σημερινή ημέρα να είναι απαρχή αγαστής συνεργασίας των εξ μητροπολιτών της Δυτικής Μακεδονίας, συνεργασίας την οποίαν απαιτούν οι δύσκολοι καιροί τους οποίους ζώμεν. Ο λαός θα ομονοεί, εφ’ όσον οι ποιμένες θα ομονοούν. Και οι ποιμένες θα ομονοούν, εφ’ όσον δεν θα εκτελούν τα ίδια θελήματα, αλλά θα προσπαθούν να εκτελούν το άγιον θέλημα του αρχιποίμενος Χριστού.

Μνημονεύετε εις τας προσευχάς σας Συ δε, εκλεκτέ λαέ της Κοζάνης, ο οποίος κατακλύζεις τον ιερόν τούτον ναόν, αναμιμνησκόμενος παλαιών ημερών, παρακαλώ να μη λησμονείς εις τας προσευχάς σου να μνημονεύεις Αυγουστίνου επισκόπου, όπως και εγώ δεν θα παύσω να μνημονεύω υμών. Δίδω από της θέσεως ταύτης την αρχιερατικήν μου ευλογίαν υπέρ της πόλεως ταύτης, ήν Κύριος ο Θεός, πρεσβείαις του αγίου Νικολάου, φυλάττοι εκ παντός κακού». ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΙ ΤΟΥ Β΄ ΣΩΜΑΤΟΣ ΣΤΡΑΤΟΥ ΚΟΖΑΝΗΣ Το’ 40, που ήρθα στη Μακεδονία, την περιώδευσα πεζή, διότι είχα το καλύτερο «αυτοκίνητο», το δε καλύτερο «αυτοκίνητο» είναι τα πόδια του ανθρώπου. Με τα πόδια περιώδευσα την περιοχή και είδα τους κατοίκους τις…»

Πρότυπο αξιωματικού ο Βεντήρης Έφτασε ο Βεντήρης στην Κοζάνη, που ήταν η έδρα της στρατιάς. Διαλυμένος ο στρατός. Τι έκανε αυτός; Με στρατιωτική απλή ενδυμασία – έπρεπε πολύ να προσέξεις για να διακρίνεις ότι ήταν στρατηγός ή αντιστράτηγος – κάλεσε όλους τους αξιωματικούς. Καμμιά διακοσαριά ήταν. Μένανε, παρακαλώ, μέσα στην πόλι, στο σπιτάκι τους, με τη γυναίκα τους και τα παιδιά τους, ενώ διεξήγετο ο υπέρ πάντων αγών εις τα υψίπεδα της πατρίδος. Αμέσως, δίνει πρώτη διαταγή, «Θα απέλθουν όλες οι γυναίκες σας, δεν θα μείνει καμμία εδώ, και τα παιδιά σας. Πόλεμος γάρ, αγών υπέρ πάντων». Τις έδιωξε όλες. Και έστειλε τους αξιωματικούς στα στρατόπεδα. «Όπως οι στρατιώτες είναι στα στρατόπεδα, έτσι κ’ εσείς, που αποτελείτε την προνομοιούχο τάξη, θα πάτε στα στρατόπεδα». Και ανεχώρησαν όλοι. Την επομένη ημέρα δεν υπήρχε ούτε ένας στην πόλη. Βέβαια φώναζαν αυτοί και λέγανε «Βεντουρά» – δεν ξέρω αν κανείς τα θυμάται, εκ παραδόσεως. Βλέπετε σας λέγω παλαιές ιστορίες, αναμνήσεις είναι. Το άλλο είναι το εξής. Ήρθε ο βασιλιάς Παύλος, για να επισκεφθή το στρατόπεδο. Και οι Κοζανίτες, για να τον κολακεύσουν, του ετοίμασαν το καλύτερο διαμέρισμα και σ’ αυτόν και στην Φρειδερίκη και στην συνοδία τους. Αυτός, δημοκράτης ών, παρουσιάστηκε ενώπιον του βασιλέως, τον χαιρέτισε στρατιωτικά και του λέει: -«Που θα κοιμηθήτε απόψε, βασιλιά;». –«Εδώ», λέει, «μου έχουν ετοιμάσει διαμέρισμα». –«Όχι», απαντά, «δεν θα κοιμηθήτε εκεί. Σας υπενθυμίζω τον πατέρα σας, τον ένδοξο Κωνσταντίνο τον βασιλιά, αυτός κοιμόταν στα τσαντίρια. Και στη μάχη του Κιλκίς κοιμήθηκε πάνω στα χόρτα όλη τη νύχτα, και πήρε πλευρίτιδα. Όπως ο πατέρας σου ήταν κοντά στο στρατό και έγινε πρότυπο στρατιώτου – ο Βεντήρης πρώτος μεταχειρίστηκε την λέξη αυτή-, κ’ εσύ καλείσαι ν’ ακολουθήσεις τα χνάρια εκείνου. Τι θα πουν τότε οι στρατιώται, που όλη τη νύχτα μένουν στα φυλάκια: «Ά, καλά περνούν οι βασιλιάδες». «Εγώ θα σε φυλάγω», του είπε. «Θα κοιμηθείς στη σκηνή μου κ’ εγώ θα σε φυλάγω όλη τη νύχτα». Και πράγματι τον ανάγκασε να κοιμηθεί στη σκηνή, και αυτός ο ίδιος, όλη τη νύχτα, τον φύλαγε. Αυτό έκανε τεραστία εντύπωση εις όλους. Θέ’ τε ένα ακόμη παράδειγμα από τον βίο του αειμνήστου και υπερόχου αυτού ανδρός; Ενίκησε. Αλλά προτού να νικήσει, θα σας το πω στο τέλος, επήγε στα Γρεβενά, που ήταν η περιφέρειά του. Και εκείνη τη μέρα ετελείτο γάμος, «εν Κανά της Γαλλιλαίας», και παρευρέθη και αυτός εις τον γάμο. Λοιπόν, εκεί στο γαμήλιο τραπέζι του ευχόταν όλοι «Και στα δικά σου», γιατί ξέρανε ότι ήταν άγαμος. Του το λέγανε όλοι, το είπε και ο μακαρίτης ο δεσπότης, ο Θεόκλητος Σφήνας, ένας λεβέντης και υπέροχος δεσπότης. Του λέει: «Ενώνω και εγώ τις ευχές μου με τις ευχές όλων και σου εύχομαι: Και στα δικά σου». Και ο Βεντήρης συγκινημένος απαντά: -«Εγώ είμαι παντρεμένος από τα 17 μου χρόνια». –«Και ποια είναι η γυναίκα σου;», του λέει με απορία. Σηκώνεται όρθιος φέρνει το χέρι στο γύσο και λέει: -«Ονομάζεται Ελλάς». Από 17 χρονών ήταν εθελοντής. «Πατρός και μητρός και των άλλων απάντων προγόνων τιμιώτερον και σεμνότερον και αγιώτερον», λέγει ο Πλάτων, «εστίν η Πατρίς». Όλοι συνεκινήθησαν. Όπου υπάρχουν πρότυπα αξιωματικών, κάνουν θαύματα: όπου δεν υπάρχουν, διάλυσις. Ο Βεντήρης ήταν και άνθρωπος πίστεως. Μου έλεγε μια γυναίκα, που καθάριζε το ναό του Αγίου Αθανασίου στην Κοζάνη: «Στον Άγιο Αθανάσιο είχε το Στρατηγείο του και πρωΐ – πρωΐ πρώτος σηκωνόταν». Ήτανε πολύ φοβερός, είχε δε πειθαρχία άνευ προηγουμένου. Σήμερα, βέβαια, δεν σας κατηγορώ, δεν μπορείτε να εφαρμόσετε την πειθαρχία του Βεντήρη. Αλλά αυτή εθαυματούργησε. Στρατός χωρίς πειθαρχία είναι μηδέν. Σ’ εμένα ο στρατός υπήρξε σχολείο, πανεπιστήμιο υπήρξε. Σηκωνόταν πρωΐ πρωΐ και πήγαινε στην εκκλησία του Αγίου Αθανασίου, και η γυναίκα αυτή τον άκουε: Προσκυνούσε και έλεγε: «Χριστέ μου, Παναγιά μου, υπηρετώ σαράντα χρόνια την πατρίδα, εάν είναι θέλημα σου να νικήσουμε, να ζήσω, εάν δεν νικήσουμε, να πεθάνω, δεν θέλω να ζω». Πίστις και Πατρίς, αυτά είναι τα μεγάλα και φωτεινά άστρα του ιστορικού μας γένους. Έχω γνωρίσει πολλά τοιαύτα παραδείγματα, θα σας πω ένα ακόμα. Ήρθε στην Κοζάνη ο Μεταξάς, εμένα με εδίωξε ο Μεταξάς για τα δημοκρατικά μου φρονήματα στο Μεσολόγγι. Ήρθε όλη η οικογένεια με τον βασιλιά Κωνσταντίνο στην Μητρόπολι Κοζάνης. Πήγαν να κοιμηθούν, ένας δεν εκοιμάτο. Πέρασε 1, πέρασε 2, πέρασε 3 τα μεσάνυχτα, και αυτός έγραφε. Ήταν ο Μεταξάς. Αυτός ήταν ο επιτελικός νους του στρατεύματος. Δεν ήταν τυχαίος άνδρας, γι’ αυτό ελέχθη από την Ακαδημία του Βερολίνου ότι: «Δεν υπάρχει στρατιωτικό πρόβλημα άλυτο για τον Μεταξά». Μια απλή γυναικούλα, την οποίαν εγνώρισα, μου έλεγε: «Έγραφε συνεχώς, και έπινε καφέδες κάθε ώρα. Κ’ εγώ ενόμισα ότι γράφει γράμμα στη γυναίκα του, και τον ρώτησα: “Γυιόκα μου, στην γυναίκα σου γράφεις γράμμα;”. Αυτός, για να μην πιάσει συζήτηση, έκανε: «Ναί», «ναί», «ναί». Αυτή επείσθη ότι γράφει γράμμα στη γυναίκα του και παραξενεύονταν που δεν τελείωνε αυτό το γράμμα. Πήγαινε και ξαναπήγαινε μέχρι τις 2 και 3 τα μεσάνυχτα. Στο τέλος του είπε: «Επί τέλους, ποια είναι αυτή η γυναίκα σου; Δεν τελειώνει αυτό το γράμμα που θα της στείλεις;». Σηκώνεται όρθιος και λέει: «Η Ελλάς»! Ω πατρίδα, όταν έχεις τέτοια μεγάλα πρότυπα!»

Ευλαβής νομάρχης της Κοζάνης και η απόλυσίς του Προ ετών ήρθε στην Κοζάνη ένας λαμπρός νομάρχης, λαμπρό παιδί. Έψαλλε λιγάκι και έψαλλε καλά. Μιλούσε και πολύ ωραία, μιλούσε πρακτικά, ζωντανά, μιλούσε θαυμάσια. Πήγαινε σε χωριά, πήγαινε στις διάφορες κοινότητες και εκκλησιαζόταν. Πρώτη φορά έβλεπαν στην εκκλησία νομάρχη. Οι άλλοι οι μασκαράδες έβγαζαν από την εκκλησία τον πρόεδρο, για να κουβεντιάσουν. Αυτός έμπαινε στην εκκλησία, ανέβαινε και στον άμβωνα και έλεγε τα λόγια του Θεού. Ή! ! ! ακούγανε αυτοί. Ωραία λόγια! Οι εχθροί του –είπαμε όποιος είναι Χριστιανός, θα υποστεί διωγμούς- κάνανε μια αναφορά, κάτω στο Υπουργείο, και λένε: «Μα νομάρχη μας στείλατε ή παπά;». Άκου τα τέρατα! Λοιπόν, το αποτέλεσμα. Ήταν μασόνος ο υπουργός, και τάκ, τον απολύει, αντί να του πει μπράβο. Να ο σταυρός! Ήρθε και με βρήκε. Ήταν στενοχωρημένος, όχι επειδή απελύθη, γιατί ήταν καλός και ικανός δικηγόρος, έβγαζε λεφτά, αλλά για την ατιμίαν των και για τον λόγο που τον απέλυσαν. «Άκουσε», του λέω, «τι θα κάνεις. Θυμάμαι κατά το 1948-49 εδημοσιεύθη σε μια εφημερίδα μια ωραία φωτογραφία. Δεν θυμάμαι ποια μέρα ακριβώς, αλλά θα πας στην βιβλιοθήκη, θα την ψάξεις, και αυτή θα σε απαλλάξει. Κάνε συγχρόνως και προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας ότι κακώς απελύθης, και θα επανέλθεις. Θα βοηθήσω κ’ εγώ από δω πέρα». Πάει, λοιπόν, και ψάχνει και βρίσκει την φωτογραφία. Έπρεπε να την έχω, για να την δείτε. Σ’ ένα χωριό έξω από το Λονδίνο, ένας λαϊκός είχε το Ευαγγέλιο και το ερμήνευε σε καμμιά εκατοστή χωρικούς και έγραφε από κάτω: «Μπορείτε να φανταστείτε ποιος είναι αυτός που ομιλεί επί του άμβωνος του ναού; Σας πληροφορούμε», έγραφε η εφημερίδα, «ότι ο ομιλών, δεν είναι ιεροκήρυκας ή πάστορας ή ξέρω εγώ και λοιπά, ή πάτερ, είναι ο πρωθυπουργός της χώρας, είναι ο Άτλι».

1912: «Χριστός ανέστη» στην Κοζάνη Το δικό μας Χριστός Ανέστη υπήρξε η βακτηρία, όπως λέγει κάποιος ιστορικός, επάνω στην οποία στηρίχθηκε το βασανισμένο μας γένος. Το δικό μας Χριστός Ανέστη υπήρξε ο πολικός αστέρας μέσα στη μαύρη νύκτα που πέρασε το Έθνος μας. Δεν μας έσωσαν οι ψευτοφιλοσοφίες, δεν μας έσωσαν οι διάφορες θεωρίες, μας έσωσε ο Χριστός, ο Αναστάς εκ νεκρών. Στην Κοζάνη όταν πήγα προ 10 ετών, βρήκα έναν γέροντα -Χαρά μου έχω πάντα, αδέρφια μου, όταν κουβεντιάζω με μικρούς της γης, γιατί κρύπτουν μάλαμα, μέσ’ στις καρδιές των, και στεναχωριέμαι όταν κουβεντιάζω με τους μεγάλους της γης. Βρήκα κάποιον Κοζανίτη 80 χρονών και μου είπε τα βάσανά του. -Άχ, λέει, βάσανα που έχει η ζωή! Μου τα είπε όλα. Και τον ρωτώ: -Δεν πέρασες και χαρές; Ποια είναι η μεγαλύτερη χαρά της ζωής σου; -Άμ! λέει, πέρασα μια χαρά! Κ’ εγώ περίμενα να δω τι θα μου πει; Τον αρραβώνα του, την παντρειά του, ποια ήταν τέλος πάντων η μεγαλύτερη χαρά του; Και τι μου είπε: -Ήμουν, λέει, την ώρα που στην πλατεία της Κοζάνης, το 1912, ήρθε τρεχάτος ένας Έλληνας τσολιάς και φώναξε: “Αδέλφια, Χριστός ανέστη!”». Τι έγινε τότε! Σχίσαμε τα φέσια μας. Και όλοι, όλοι φωνάζαμε «Χριστός ανέστη!». Είχε ελευθερωθεί, η πατρίδα μας και το εκφράζαμε με το «Χριστός ανέστη», που’ χε διπλή σημασία, εθνική και θρησκευτική, γιατί είναι ζυμωμένο μέσ’ στα αίματα, και μεσ’ στην ιστορία μας, και κανένας διάβολος, ούτε κόκκινος ούτε πράσινος, θα μπορέσει ποτέ μέσα απ’ τις καρδιές μας να ξερριζώσει την πίστι στο Χριστό. Κλείνοντας εδώ το πρώτο μέρος, ανοίγω μια παρένθεση και ερωτώ: Ο λαός της Κοζάνης τιμά τον π. Αυγουστίνο για αυτήν την μεγάλη του προσφορά, τα χρόνια της Κατοχής; Τον τιμούν οι άρχοντές της, τον τιμά η Δημοτική της αρχή; Μπορώ να βεβαιώσω, ως κάτοικος αυτής της πόλεως που γεννήθηκα μεγάλωσα και ανατράφηκα σ’ αυτήν, ότι ο λαός της Κοζάνης και μετά από 60 χρόνια με αγάπη και με ευγνωμοσύνη μιλά για τον π. Αυγουστίνο. Αυτοί που έζησαν τα γεγονότα, μετέδωσαν τον σεβασμό και την αγάπη στα παιδιά και στα εγγόνια τους. Γι’ αυτό και ο πιο αδιάφορος χριστιανός της Κοζάνης υποκλείνεται όταν ακούει το όνομά του. Ακόμη, κ’ εκείνος ο άλλος, που όλους τους ιερείς τους ισοπεδώνει, κλείνει το στόμα του, όταν ακούει το όνομα του Γέροντα και απαντά: «Αυτός αποτελεί εξαίρεση». Ο απλός λαός της Κοζάνης είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι υποκλείνεται εμπρός στον σεβάσμιο ιεράρχη. (Στο τρίτο βιβλίο που θα ακολουθήσει, θα δούμε, τι λέει η πόλι της Κοζάνης για τον π. Αυγουστίνο σήμερα). Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο και με την Δημοτική του αρχή. Και επειδή θέλω να μιλώ με γεγονότα, με ονόματα και παραδείγματα, κάνω το λόγο συγκεκριμένο. Την κεντρική πλατεία της πόλεως κοσμεί το άγαλμα ενός ιεράρχου, του επισκόπου Κοζάνης Ιωακείμ. Ο σημερινός Δήμαρχος της πόλεως κ. Κουκουλόπουλος, στην αρχή της σταδιοδρομίας του, είχε την ευαισθησία να τιμήσει τον εν λόγω ιεράρχη και να στήσει μεγάλο άγαλμα στο κέντρο της πόλεως. Πόσο διαφορετική όμως στάση δείχνει στον απλό εκείνο απεσταλμένο του Θεού, που ενώ ακόμη ζη, καταστρέφει ένα έργο δικό του! Όταν ο τιμώμενος από τον Δήμο επίσκοπος Κοζάνης Ιωακείμ εγκατέλειπε τον λαό και έφευγε στα όρη, ο π. Αυγουστίνος έμπαινε στην πόλι ως άγγελος Θεού, για να αντικαταστήσει τον μαρτυρικώς εκτελεσθέντα από τους Γερμανούς ιερομόναχο Ιωακείμ Λιούλια, που δεν έφυγε στα όρη, για να σωθεί. Η παρουσία του απλού ιερομονάχου Αυγουστίνου εμψύχωσε τον λαό και έσωσε την πόλι. Τα κηρύγματά του και η όλη δράση του τις δύσκολες εκείνες στιγμές του έθνους έγιναν βάλσαμο παρηγοριάς και κράτησαν ακμαίο το φρόνημα του πονεμένου λαού. Τα συσσίτια έσωσαν από τον θάνατο της πείνας πολλούς ανθρώπους. Και για όλα αυτά,… «αντί του μάννα χολή, αντί του ύδατος όξος», Όχι άγαλμα, όχι οδό με τ’ όνομά του, που σε ανοικτή του επιστολή, στο «ΧΡΟΝΟ» (Καθημερινή εφημερίδα Κοζάνης), ζητά από το Δημοτικό Συμβούλιο, ο εκλεκτός συμπολίτης μας Νικόλαος Κόμπος, την Πέμπτη 8 Νοεμβρίου 2001, αλλά και η αίθουσα διδασκαλίας, που ανήγειρε ο π. Αυγουστίνος και κήρυξε πολλές φορές εις αυτήν, με το πρόσχημα της φιλανθρωπίας, μετατρέπεται, σε παράρτημα του Κ. Α. Π. Η. και σε χώρο αποδυτηρίων, από τον Δήμο! Το θέμα είναι ανοικτό. Οι εργασίες διακόπησαν προσωρινά από την Πολεοδομία. Η Παναγία ετέθη φρουρός.

H κεντρική πλατεία της Kοζάνης μετά την Kατοχή. Kαρτ-ποστάλ του φωτο – Kυριάκου Kαπλάνογλου του Σταύρου, φωτογράφου της Kατοχής. Oι φωτογραφίες και τα αρνητικά των φωτογραφιών του π. Aυγουστίνου και της Eστίας που σώζονται είναι δικά του.

Kλείνοντας εδώ το πρώτο μέρος, ανοίγω μια παρένθεση και ερωτώ·

O λαός της Kοζάνης τιμά τον π. Aυγουστίνο για αυτήν την μεγάλη του προσφορά, τα χρόνια της Kατοχής; Tον τιμούν οι άρχοντές της, τον τιμά η Δημοτική της αρχή; Mπορώ να βεβαιώσω, ως κάτοικος αυτής της πόλεως που γεννήθηκα μεγάλωσα και ανατράφηκα σ’ αυτήν, ότι ο λαός της Kοζάνης και μετά από 60 χρόνια με αγάπη και με ευγνωμοσύνη μιλά για τον π. Aυγουστίνο. Aυτοί που έζησαν τα γεγονότα, μετέδωσαν τον σεβασμό και την αγάπη στα παιδιά και στα εγγόνια τους. Γι’ αυτό και ο πιο αδιάφορος χριστιανός της Kοζάνης υποκλείνεται όταν ακούει το όνομά του. Aκόμη, και εκείνος ο άλλος, που όλους τους ιερείς τους ισοπεδώνει, κλείνει το στόμα του, όταν ακούει το όνομα του Γέροντα και απαντά· «Aυτός αποτελεί εξαίρεση». O απλός λαός της Kοζάνης είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι υποκλείνεται εμπρός στον σεβάσμιο ιεράρχη. (Στό τρίτο βιβλίο που θα ακολουθήσει, θα δούμε, τί λέει η πόλη της Kοζάνης για τον π. Aυγουστίνο σήμερα). Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο και με την Δημοτική του αρχή. Kαι επειδή θέλω να μιλώ με γεγονότα, με ονόματα και παραδείγματα, κάνω το λόγο συγκεκριμένο·

Tην κεντρική πλατεία της πόλεως κοσμεί το άγαλμα ενός ιεράρχου· του επισκόπου Kοζάνης Iωακείμ. O σημερινός Δήμαρχος της πόλεως Πάρης Kουκουλόπουλος, στην αρχή της σταδιοδρομίας του, είχε την ευαισθησία να τιμήσει τον εν λόγω ιεράρχη και να στήσει μεγάλο άγαλμα στο κέντρο της πόλεως. Πόσο διαφορετική όμως στάση δείχνει στον απλό εκείνο απεσταλμένο του Θεού, που ενώ ακόμη ζεί, καταστρέφει ένα ιστορικό έργο δικό του! Όταν ο τιμώμενος από τον Δήμο επίσκοπος Kοζάνης Iωακείμ εγκατέλειπε τον λαό και έφευγε στα όρη, ο π. Aυγουστίνος έμπαινε στην πόλη ως άγγελος Θεού, για να αντικαταστήση τον μαρτυρικώς εκτελεσθέντα από τους Γερμανούς ιερομόναχο Iωακείμ Λιούλια, που δεν έφυγε στα όρη, για να σωθεί. H παρουσία του απλού ιερομονάχου Aυγουστίνου εμψύχωσε τον λαό και έσωσε την πόλη. Tα κηρύγματά του και η όλη δράση του τις δύσκολες εκείνες στιγμές του έθνους έγιναν βάλσαμο παρηγοριάς και κράτησαν ακμαίο το φρόνημα του πονεμένου λαού. Tα συσσίτια έσωσαν από τον θάνατο της πείνας πολλούς ανθρώπους. Kαι για όλα αυτά,… «αντί του μάννα χολή, αντί του ύδατος όξος», Όχι άγαλμα, όχι οδό με τ’ ονομά του, που σε ανοικτή του επιστολή, στο «XPONO» (Kαθημερινή εφημερίδα Kοζάνης), ζητά από το Δημοτικό Συμβούλιο, ο εκλεκτός συμπολίτης μας Nικόλαος Kόμπος, την Πέμπτη 8 Nοεμβρίου 2001, αλλά και η αίθουσα διδασκαλίας, που ενήγειρε ο π. Aυγουστίνος και κήρυξε πολλές φορές εις αυτήν, με το πρόσχημα της φιλανθρωπίας, μετατρέπεται, σε παράρτημα του K.A.Π.H. και σε χώρο αποδυτηρίων, από τον Δήμο! Tο θέμα  είναι ανοικτό.

Oι εργασίες διακόπησαν προσωρινά από την Πολεοδομία, γιατί γίνονταν χωρίς άδεια. H Παναγία ετέθη φρουρός.

ΚΑΠΟΙΟΙ ΠΡΟΣΠΑΘΟΥΝ ΝΑ ΞΑΦΑΝΙΣΟΥΝ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ

Η ΑΧΑΡΙΣΤΙΑ ΣΤΟ ΑΠΟΚΟΡΥΦΩΜΑ ΤΗΣ

H αίθουσα διδασκαλίας του Συλλόγου των «40 Mαρτύρων» (1954 ως 30-3-2003). Έργο του π. Aυγουστίνου και των εκλεκτών συνεργατών του. Συνέχεια του έργου της «Eστίας Συσσιτίων» της Kατοχής.

H αίθουσα διδασκαλίας του π. Aυγουστίνου Kαντιώτου καταστρέφεται από τον Δήμο Κοζάνης (Επι Δημάρχου Πάρη Κουκουλόπουλου). Την μετατρέπει σε παράρτημα του Κ.Α.Π.Η. Κτίζει μέσα στην αίθουσα διδασκαλίας το Μ. Σάββατο  του 2003, χωρίς άδεια. Οι εργασίες που έκανε η Τεχνική Υπηρεσία του Δήμου διακόπτονται από την Πολεοδομία του Δήμου, πριν ολοκληρωθούν και συνεχίζονται αργότερα.

O επίσκοπος Iωακείμ που έφυγε στα βουνά τιμάται από τον Δήμαρχο κ. Κουκουλόπουλο, με τεράστιο άγαλμα στην πλατεία της πόλεως. Τον ευεργέτη της πόλεως π. Αυγουστίνο Καντιώτη, που έπαιξε την ζωή του κορώνα γράμματα για τον λαό και έσωσε την πόλη τα χρόνια της κατοχής, του καταστρέφει το έργο!!!

Βλέπετε ο φτωχός Δήμος δεν είχε άλλους χώρους για να κάνει την φιλανθρωπία!!! Έπρεπε να καταλάβει τον χώρο του ιδρύματος, με την βοήθεια κάποιον ατόμων, που δεν έχουν ούτε ιερό, ούτε όσιο!!!

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

Οι Χριστιανοι στους εσχατους καιρους

author Posted by: admin on date Σεπ 30th, 2009 | filed Filed under: ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ

ΠΩΣ ΘΑ ΚΑΤΑΛΑΒΟΥΝ ΤΑ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΑ ΙΔΡΥΜΑΤΑ ΟΙ ΑΘΕΟΙ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Σεπ 11th, 2009 | filed Filed under: ΑΓΩΝΕΣ, ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ

«ΠΩΣ ΘΑ ΚΑΤΑΛΑΒΟΥΝ ΤΑ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΑ ΙΔΡΥΜΑΤΑ ΟΙ ΑΘΕΟΙ»

(Απόσπασμα ομιλίας του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου. Έγινε στις 10-5-1983 και εκπληρώθηκε κατά γράμμα, μετά από 20 χρόνια)

Φανταστείτε· Σήμερα υπάρχουν αρκετά οικοτροφεία, κέντρα χριστιανικά, τα οποία μισούν θανάσιμως και σκέπτονται την εξόντωσή τους. Ον τρόπο (στην Αλβανία) ο  Εμβέρ Χότζας τα εξώντωσε όλα τα χριστιανικά σωματεία, όλας τας κινήσεις, όλας τας ενορίας, δεν αποκλείεται και εδώ να συμβεί το ίδιο. Ούτε προφητεύω ούτε είμαι μάντης κακών, αλλά βλέπω τα πράγματα, την φοράν των γεγονότων. Δεν αποκλείεται αυτοί μεθαύριο τα ιδρύματα, εκεί όπου είμεθα, όλα αυτά τα οποία κτίσαμε με κόπο και μόχθο, να τα πάρουν. Διερωτώνται και απορούν οι άπιστοι και οι άθεοι, πως χριστιανικά σωματεία κατόρθωσαν και χτίσανε μέγαρα, μέλαθρα, παλάτια, αυτά τα παλάτια της χριστιανικής αγάπης. Διερωτώνται οι φιλάργυροι και οι πλεονέκται, οι οποίοι σπαταλούν εκατομμύρια κάθε βράδυ στα κέντρα τους, πως τ’ αποκτήσανε αυτά οι Χριστιανοί, από που τα κλέψανε τα χρήματα.
Ενώ είναι γεγονός ότι όλα αυτά τα κτήρια (τα οποία δεν κτιστήκανε σε ένα χρόνο, αλλά σε διάρκεια πολλών ετών) κτιστήκανε με κόπο και με μόχθο και με θυσίες ολίγων ιεραποστολικών προσώπων, τα οποία συνεισέφεραν τα μέγιστα, εκ του υστερήματος και της θυσίας των. Τίποτα από αυτά δεν παραδέχονται οι διώκται
. «Είναι κλοπιμαία, κλέψατε το λαό…», λένε. Όπως δηλαδή τότε στους πρώτους αιώνας, έτσι και τώρα αλλάξανε μόνο το κατηγορητήριο. Τότε λέγανε για τους Χριστιανούς ότι προσκυνούν την κεφαλήν του όνου, ότι κάνουν θυέστεια δείπνα, ότι σφάζουν τα παιδιά τους, ότι τρώγουν τας σάρκας των παιδιών τους, ότι διαπράττουν βδελυρότητας κ.λ.π. Τώρα άλλαξαν το τροπάριον τους και λένε άλλα πράγματα· ότι «Είστε κλέπται, τα κλέψατε απ’ το λαό και συνεπώς αφού τα κλέψατε από το λαό εσείς, να επιστρέψουν στο λαό». Και όταν λένε «στο λαό», ξέρετε τι εννοούν; Εννοούν αυτά τα οποία γνωρίζω, κάτι παρόμοιο που είδα μέσα στην Κοζάνη το 1945. Ανακαλύψανε κάτω από την πλατεία της Κοζάνης ένα ολόκληρο θησαυρό λιρών και είπαν· «Να τα δώσουμε στο λαό τα χρήματα αυτά, γιατί είναι του λαού…». Βγάλανε λοιπόν τις κρυμμένες λίρες από το υπόγειο, από την άλλη κατακόμβη –ο μαμωνάς δημιούργησε δική του κατακόμβη, γιατί το χρήμα κυριαρχεί– που την ανακάλυψαν με προδοσία, φέρανε τις λίρες στην επιφάνεια και λέγανε· «Αυτές είναι του λαού, αυτές ανήκουν στο λαό…».
Άραγε οι λίρες πήγανε στο λαό; Όχι. Ύστερα από δύο – τρεις μέρες πιαστήκανε αυτοί αγρίως μεταξύ τους μέσα στο δημαρχείο· άρπαξε ο καθένας όσα μπορούσε τα μοιράστηκαν μεταξύ τους και έτσι τελείωσε η ιστορία. Κατάλαβες; Μεταξύ των έγινε διαπληκτισμός· μεταξύ των κυριών αυτών έγινε η μοιρασιά.

Θα καταλαβουν τα ιδρυματα και θα σας εκδιωξουν

Αυτοί λοιπόν, οι πλεονέκται και οι φιλάργυροι και άδικοι οι οποίοι δεν γνωρίζουν ούτε προσφορά ούτε θυσία ούτε τίποτα, έχουν τέτοιο μίσος για τα χριστιανικά ιδρύματα, που δεν αποκλείεται να έρθουν μία ωραία πρωία εδώ πέρα και όπου αλλού υπάρχουν κέντρα χριστιανικά σε όλη την Ελλάδα, να χτυπήσουν την πόρτα και να πουν :
-Είμαστε αντιπρόσωποι, είμεθα εξουσία
.
-Τι εξουσία;
-Μέχρι το βράδυ θα αδειάσετε το οίκημα. Το χειαζόμεθα, να το κάνωμε κέντρο νεότητος.
-Μα…, μου…
-Τίποτα. Το βράδυ θα φύγετε. Όπως μπήκατε, έτσι θα φύγετε. Ότι είναι μέσα είναι δικό μας δε θα πάρετε τίποτα απολύτως.
Οπότε πλέον τι θα κάνεις; Δε μπορείς να παραμείνεις μέσα, διότι κινδυνεύει η ζωή σου, θα εκτελεσθείς.
Και θα γίνει αυτό καθ’ άπασαν την Ελλάδα· θα εκκενωθούν όλα τα ιδρύματα. Κόποι, μόχθοι, εργασία, κέντρα πνευματικά, που ακούγονται ψαλμωδίαι προς τον Θεό και ύμνοι και ήτανε κέντρα λατρείας κ.λ.π. όλα αυτά θα κλείσουν δια μίας. Έσβησε ο χριστιανισμός;

Να ετοιμαζόμεθα για Εκκλησία κατακομβών...

(Απόσπασμα του Βιβλίου «ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΣΤΟΥΣ ΕΣΧΑΤΟΥΣ ΚΑΙΡΟΥΣ», του Mητροπολίτου Φλωρίνης Aυγουστίνου Kαντιώτου,  εκδ. Β. σελ. 29-32)

Ανοδος και καθοδος του Χριστιανου

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Μαι 4th, 2009 | filed Filed under: ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ

“ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΣΤΟΥΣ ΕΣΧΑΤΟΥΣ ΚΑΙΡΟΥΣ”
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ

Ανοδος και καθοδος του Χριστιανου

Ο Χριστιανός δεν είναι μόνον άνοδος, αλλά είναι και κάθοδος.
Άνοδος είναι να κλείνεσαι σε ένα δωμάτιο και να ανεβαίνεις να ανεβαίνεις, να ανεβαίνεις να προσεύχεσαι να βρίσκεσαι ψηλά ψηλά. Να πηγαίνεις σε ένα μοναστήρι, να ανοίγεις τους ψαλμούς, να προσεύχεσαι, να πολεμάς συνεχώς να σηκώνεσαι τη νύχτα, να κάνεις αγρυπνία, να αγιάζεις, να ζεις στο Θαβώρ. Ωραίο είναι το Θαβώρ, ωραία είναι η άνοδος. Όμως χρειάζεται και η κάθοδος.
Ο Χριστιανός είναι άνοδος και κάθοδος. Υπάρχει η άνοδος, επειδή υπάρχει η κάθοδος. Ποια είναι η κάθοδος. Να κατέρχεσαι, να κατέρχεσαι, να κατέρχεσαι όν τρόπον ο Χριστός κατήλθε μέχρι του άδου. Χρειάζεται και η κάθοδος.
Ποια είναι η κάθοδος; Η κατάβαση στον πόνο. Να πάμε εκεί που υπάρχει πόνος να πάμε στα νοσοκομεία, στα σπίτια των φτωχών, στις φυλακές, στα σπίτια των χήρων, των ορφανών, των αμαρτωλών. Να επισκεφθούμε τον κοινωνικόν άδη. Βέβαια ο άνθρωπος ανατριχιάζει μπροστά στη θέα του ανθρώπινου πόνου. Δεν πρέπει όμως να το λησμονούμε αυτό.
Ένας άγιος λέει εάν υποθέσουμε ότι ευρίσκεσαι στην άνοδο και προσεύχεσαι, ζεις στο Θαβώρ και ακούσεις μία κραυγή να καλεί σε βοήθεια, να αφήσεις το Θαβώρ, να διακόψεις την προσευχή και να τρέξεις να συναντήσεις τον πονεμένο άνθρωπο. Να μην πεις τώρα εγώ προσεύχομαι δε μπορώ. Όχι. Θα αφήσεις την προσευχή και θα τρέξεις. Δύο πόλους να έχουμε. Ο ένας είναι άνοδος και αλίμονο εάν δεν έχουμε άνοδο. Εάν δεν έχουμε άνοδο, θα αποτύχουμε στην κάθοδο.
Εάν έχουμε άνοδο εάν ζούμε στο Θαβώρ δια της προσευχής, τότε και εμείς θα μπορούμε να κάνουμε καθόδους, ασφαλείς καθόδους, μέσα στον κόσμο αυτό, στον κοινωνικό Άδη.

Οι αληθινοι Χριστιανοι της Θεσσαλονικης

Μέσα στη Θεσσαλονίκη έριξε τα δίχτυα ο απόστολος Παύλος. Η θάλασσα είναι γεμάτη ψάρια, αλλά δεν τα πιάνει όλα ο ψαράς. Μια μικρά ποσότητα πιάνει. Έτσι λοιπόν και ο απόστολος Παύλος έπιασε μια μικρά μειονότητα. Πόσοι να ήταν; Εκατό – διακόσοι, δεν ήταν παραπάνω. Μακάρι να ζούσαν σήμερα εκείνοι οι Χριστιανοί, και ας λείπανε αυτά τα 500 εκατομμύρια. Τσούρμο ολόκληρο, με όνομα χριστιανικό, αλλά άχρηστο. Προτιμότερο να έχεις ένα διαμάντι στο χέρι σου, παρά ένα βουνό από χαλίκια. Οι σημερινοί άνθρωποι πετούν τα διαμάντια, απορρίπτουν το Χριστό, και κρατούν τα χαλίκια, κρατούν τις αμαρτίες τους. Ανόητε άνθρωπε, τι κάνεις; Τα χαλίκια, που κρατάς, δεν έχουν αξία, το διαμάντι έχει. Αδάμαντες ήταν τότε οι Χριστιανοί, σήμερα είναι χαλίκια άχρηστα. Αναστενάζουν οι άγγελοι, και μόνο αυτοί οι ψευτοχριστιανοί δεν αναστενάζουν και νομίζουν, ότι είναι και οι καλύτεροι Χριστιανοί.
Κάποτε στο ναό σε επίσημη ημέρα αναγκάστηκα να πω σ’ αυτούς τους μεγάλους: «Θα κολαστήτε, κύριοι, θα κολαστήτε!…». Εμφανίζονται μόνο τις μεγάλες γιορτές. Σα να μας λένε: «Να μας ευχαριστείτε, γιατί σας τιμάμε». Λες και η Εκκλησία είναι κανένα σαλόνι, και πρέπει να τους ευχαριστούμε που ήρθαν. Μη νομίζουν, ότι με το να έρχονται προσφέρουν και δόξα στο Θεό. Οι μεγάλοι είναι συχνά αμαρτωλότεροι από τους μικρούς, γιατί κάνουν κακή χρήση της εξουσίας.
Όποιος έχει εξουσία, πολλές φορές αμαρτάνει περισσότερο. Αλλιώς θ’ αμάρτανα σαν καλόγερος εγώ, και αλλιώς τώρα σαν επίσκοπος. Αλλιώς αμαρτάνει ένας απλοϊκός χωρικός, και αλλιώς ένας δάσκαλος. Και όμως βλέπετε τους άρχοντες, με τι υπερηφάνεια έρχονται μέσα στο ναό και μάλιστα τελευταία στιγμή; Προχωρούν χωρίς να υπολογίζουν κανένα και καταλαμβάνουν τις θέσεις των επισήμων. Θα κολαστούν, αν δεν διορθωθούν. Τι να τους κάνουμε τέτοιους χριστιανούς που γέμισε ο κόσμος; Και η αιτία είναι ο νηπιοβαπτισμός. Αλλά θα έρθει διωγμός, όπως στη Ρωσία, και θα ξεκαθαρίσουν τα πράγματα.
«Εν πάσι τοις διωγμοίς υμών»

Κυριο γνωρισμα των χριστιανων ο διωγμος

Εκεί πάμε. Θα επανέλθουμε στους αποστολικούς χρόνους. Αυτό θα γίνει ή μέσα από την Εκκλησία ή απ’ έξω με εξωτερικό διωγμό. Όπως στη Ρωσία ήταν εκατομμύρια ψευτοχριστιανοί. Μετά ήρθε το μεγάλο κόσκινο και κοσκινίστηκαν οι Χριστιανοί. Τώρα υπάρχουν λίγοι, αλλά πραγματικοί Χριστιανοί. Ζήτημα μέσα στη Μόσχα, που είναι 8 εκατομμύρια, να υπάρχουν 100-200 Χριστιανοί. Αλλά αυτοί έχουν μέσα τους δύναμη. Ο βίος τους, το παράδειγμα τους, η αυτοθυσία τους το δείχνει. Εδώ εμείς είμαστε όλοι χριστιανοί του γλυκού νερού. Αν πιστεύαμε στο Θεό θα είχαμε εγκαταλείψει κάθε άλλη κοσμική ασχολία. Τι να τα κάνεις τα άλλα, το Ευαγγέλιο ποιος εφαρμόζει.
Στη Θεσσαλονίκη όμως τότε ήταν πραγματικοί χριστιανοί. Και απόδειξις ότι δεν λυγίζανε στους διωγμούς. Εκείνα τα φτωχαδάκια πάλευαν με όλες τις αρχές και τις εξουσίες, που ήταν εχθρικές. Αυτοί οι λίγοι Χριστιανοί εθεωρούντο αμελητέοι, δεν τους υπολόγιζαν και όμως αυτοί ήρθαν σε ρήξη με όλους τους ισχυρούς της Θεσσαλονίκης και υπέστησαν πολλούς διωγμούς.
Αλλά και πάντοτε τα φτωχαδάκια διώκονται και μένουν κοντά στο Χριστό. Οι άλλοι που έχουν αξιώματα, ως επί το πλείστον πολεμούν το Χριστό.
Θα γίνει διωγμός. Θα τα δείτε εσείς που θα ζήσετε, εγώ γέρος άνθρωπος είμαι. Θα γίνει διωγμός και θα δείτε όλους τους δασκαλάκους να προσκυνάνε το κόκκινο θηρίο. Τριάντα χιλιάδες είναι όλοι οι δάσκαλοι, ζήτημα να μείνουν εκατό που να πουν, προτιμούμε να γίνουμε λούστροι στην πλατεία της πόλης, παρά να κηρύττουμε αθεΐα. Όλοι οι άλλοι, με όση ευκολία χειροκροτούσαν τον Παπαδόπουλο, με όση ευκολία χειροκροτούσαν τον Καραμανλή, με την ίδια ευκολία θα χειροκροτούνε και τον αντίχριστο. Θα τα δείτε αυτά. Συμφέρον και μόνο συμφέρον είναι σήμερα οι άνθρωποι και τίποτα περισσότερο. Τέτοιοι είναι και οι δάσκαλοι και οι καθηγητές και οι αξιωματικοί, γιατί όχι και οι παπάδες και οι δεσποτάδες, δεν κάνω καμία διάκριση.
Δεν ήρθε ακόμη η ώρα του αντίχριστου όταν θα έρθει, θα το δούμε. Μιλάει παρακάτω ο απόστολος για την ώρα του αντίχριστου.
Διαμάντια άθραυστα είναι οι πραγματικοί Χριστιανοί. Στην Αμερική κόπιασαν πάρα πολύ για να κόψουν ένα διαμάντι να το χωρίσουν στα δύο. Δεν σπάει εύκολα το διαμάντι. Σπάει το σφυρί που το κτυπά αλλά το διαμάντι δεν σπάει. Έτσι είναι και ο αληθινός Χριστιανός. «Έν πάσι τοις διωγμοίς». Όχι ν’ αντέξουμε σε έναν μόνο διωγμό ή σε δύο αλλά σε όλους τους διωγμούς.
Υπέφεραν οι Χριστιανοί της Θεσσαλονίκης ήταν πραγματικοί ήρωες. Μακάρι να επανέλθουμε σ’ αυτούς τους Χριστιανούς. Να έχουμε λίγους Χριστιανούς, αλλά ζωντανούς. Γιατί να ασχολούμεθα με όλους; Δεν πάει ν’ ανάβει αυτός φωτιές και να αγαπά την πυρολατρία; Δεν πάει να’ νε μασόνος και ροταριανός; Δεν θ’ ασχολούμεθα μ’ αυτούς. Τώρα ασχολούμεθα αναγκαστικώς με όλους.
Εάν υποθέσουμε, ότι ξεκαθαρίζουν τα πράγματα και μένουν εδώ στην πόλη 200 με 300 Χριστιανοί, οι οποίοι θα πουν « Θέλουμε να ζήσουμε χριστιανικά», δεν υπάρχει μεγαλύτερη χαρά. Οι άλλοι ότι θέλουν ας κάνουν. Και χαύρα και τζαμί να κτίσουν, δεν θα έχουμε καμία ευθύνη. Δε βλέπεις τις γιορτές που τις περνά ο πρωθυπουργός της χώρας αλλά και οι άλλοι; Στα ρεβεγιόν, όχι στην Εκκλησία!…
Λίγοι, λοιπόν ήταν οι Χριστιανοί της Θεσσαλονίκης, αλλά ζωντανοί. Έχει αξία όχι το πόσον αλλά το ποιόν. Πότε θ’ αποκτήσει η Εκκλησία μας τέτοιους ζωντανούς Χριστιανούς; Έτσι ήταν οι πρώτοι Χριστιανοί. Υπέφεραν από διωγμούς αλλά δεν λύγιζαν. Γι’ αυτό τους επαινεί ο απόστολος Παύλος.

«Ο Χριστος παρατεινομενος εις τους αιωνας»

Εάν υποθέσουμε ότι ο Χριστός έμενε στον κόσμο και συνέχιζε τη διδασκαλία του, δεν θα εφέροντο οι άνθρωποι ευγενέστερα των Ιουδαίων. Ότι κάνανε οι Ιουδαίοι στο Χριστό, θα το κάνανε και οι άλλοι εις οιανδήποτε εποχή και εάν ζούσε. Αυτά λοιπόν, που θα υφίστατο ο Χριστός εάν εξακολουθούσε να βρίσκεται σωματικός στον κόσμο, τα υφίστανται οι Χριστιανοί. Γι’ αυτό λέει ο απόστολος Παύλος «αναπληρούμε τα παθήματα του Χριστού». Κάθε Χριστιανός ένας μικρός Χριστός είναι. Και ακριβώς επειδή είναι ένας μικρός Χριστός, δια τούτο διώκεται.
Για τους κεκοιμημένους αγίους δεν ενδιαφέρονται οι διώκται όπου όμως εμφανιστεί ένας ζωντανός Χριστιανός, αρχίζει ο πόλεμος. Γι’ αυτό είπε κάποιος άθεος των Παρισίων με την Εκκλησία τελειώσαμε αλλά τι κάνουμε τώρα με τους Χριστιανούς;… Ο άγιος είναι μια πραγματικότης επί της γης.
Τα μαρτύρια των πρώτων αιώνων και τα μαρτύρια επί τουρκοκρατίας ήταν τρομερά. Εν σχέση όμως με τους νεώτερους διωγμούς θα είναι μικρότερα. Σήμερα τα μέσα που μεταχειρίζονται οι διώκται, είναι επιστημονικά και η εποπτεία είναι φοβερά. Το δίκτυο της κατασκοπείας είναι τρομερό. Τα πάντα ερευνούν και εξετάζουν.

Από νέο βιβλίο του Μητροπολίτου Φλωρίνης Πρεσπών και Εορδαίας π. Αυγουστίνου Καντιώτου, Έκδοση Α΄2006 (σελ. 15-19), έκδοση Β΄2008

ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΣΤΟΥΣ ΕΣΧΑΤΟΥΣ ΚΑΙΡΟΥΣ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Μαρ 31st, 2009 | filed Filed under: ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ, ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΣΤΟΥΣ ΕΣΧΑΤΟΥΣ ΚΑΙΡΟΥΣ
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ

ΝΕΟ ΒΙΒΛΙΟ

ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΣΤΟΥΣ ΕΣΧΑΤΟΥΣ ΚΑΙΡΟΥΣ

Δεν σας θεωρώ ακροατάς, αλλά συναγωνιστάς…
Έχετε κάποιο ενδιαφέρον θρησκευτικό, που είναι σπάνιο πράγμα σήμερα και αισθάνεσθε ένα πόνο για τα εκκλησιαστικά πράγματα. Γι’ αυτό το λόγο θέλω να σας ανακοινώσω τα εξής αναγκαία.
Ως στρατιώται Χριστού, ως πιστά τέκνα της Εκκλησίας, δεν πρέπει να αδιαφορούμε για τα εκκλησιαστικά θέματα, αλλά να δείχνουμε ζωηρόν ενδιαφέρον για την Εκκλησίαν του Χριστού.
Πρέπει οι Χριστιανοί να είναι αγωνισταί. Και όταν λέμε να είναι αγωνισταί, δεν εννοούμε να πάρουν ρόπαλα, τουφέκια, καραμπίνες, όπλα. Όχι. Μακριά αυτά από μας. Χρειαζόμεθα όπλα πνευματικά. Και πνευματικά μας όπλα είναι ο λόγος του Θεού, είναι η διαμαρτυρία μας, είναι οι φωνές μας, το «αίσχος», όλο αυτό το κλίμα το οποίο μπορούμε να δημιουργήσουμε που είναι το φραγγέλιο του Ιησού Χριστού, το οποίο θα πρέπει να υψώσουμε διαμαρτυρόμενοι για την άθλια κατάσταση της κοινωνίας.
Στα μαρτυρολόγια μένουμε κατάπληκτοι βλέποντας την ανδρεία των Χριστιανών. Εμφανίζονταν μπροστά στους αυτοκράτορας και τους τυράννους και φωνάζανε, Αίσχος, ντροπή σας, απάνθρωποι και σκληροί!… Διαμαρτύροντο για την σκληρότητα των. Τους πιάνανε και αυτούς και τους βασανίζανε. Τέτοιοι ζωντανοί Χριστιανοί ήταν εκείνοι. Έχουν σύστημα οι άθεοι να γκρεμίσουν την Εκκλησία του Χριστού. Γι’ αυτό πρέπει να είμαστε έτοιμοι να υπερασπίσουμε τα ιερά και τα όσια. Να μην αναπαυώμεθα στο « έχει ο Θεός» και στο «πύλαι άδου ού κατισχύσουσιν αυτής». Ασφαλώς δεν θα σβήσει η Εκκλησία αλλά μπορεί να σβήσει από την Ελλάδα όπως έσβησε και από την Μικρά Ασία. Που είναι η Εκκλησία της Μικρά Ασίας; Που είναι οι πενήντα μητροπόλεις της; Που είναι οι ναοί της; Που είναι τα μοναστήρια της; Που είναι τα προσκυνήματα της; Που είναι τα λείψανα της; που…; που…;
Αν έχετε διάθεση να αγωνιστήτε, υπάρχει ελπίς να νικήσωμε αν δεν έχετε διάθεση, θα μας σαρώσει το κύμα της απιστίας της αθεΐας και όλων των αιρέσεων.
Εγώ σήμερα – αύριο φεύγω, γέρος άνθρωπος είμαι. Αλλά σας προειδοποιώ και σας λέγω, θα δείτε πολλά δεινά στην πατρίδα μας, φοβερότερα από ότι είδαμε εμείς. Αλλά ότι και αν συμβεί και τα άστρα να πέσουν και τα ποτάμια να στερέψουν και τα πάντα να καταστραφούν, ένα θα μείνει, Ιησούς ο Ναζωραίος, όν παίδες υμνείτε είς πάντας τους αιώνας αμήν.

Χριστιανός, όνομα και πραγματικότης

Η ονομασία μας, το ότι λεγόμαστε Χριστιανοί, δεν είναι αρκετό. Η ονομασία που πήραμε στο βάπτισμά μας, πρέπει να ανταποκρίνεται και σε μία πραγματικότητα. Όπως το χαρτονόμισμα δεν αρκεί απλώς να γράφει ένα ποσό, αλλά το ποσόν αυτό που είναι γραμμένο επάνω στο χαρτονόμισμα πρέπει να ανταποκρίνεται σε ένα απόθεμα χρυσού. Δηλαδή, την ώρα που θα το πάμε στην τράπεζα, να μπορεί η τράπεζα να μας δώσει εκατό χρυσά φράγκα, εάν γράφει εκατό ή χίλια, εάν γράφει χίλια. Διότι αλλιώς θα είναι ένα απλό χαρτί. Κατά παρόμοιο τρόπο δεν αρκεί απλώς η ονομασία μας, ότι λεγόμεθα Χριστιανοί για να δικαιώσει την ύπαρξη μας στον κόσμο αυτόν.
Η ονομασία δημιουργεί υποχρεώσεις, συνοδεύεται από υποχρεώσεις και καθήκοντα. Αυτό ισχύει για κάθε ονομασία. Είσαι μηχανικός, ονομάζεσαι μηχανικός; Πρέπει να είσαι εις θέσιν να χτίζεις σπίτια γερά και στέρεα. Ονομάζεσαι δάσκαλος; Πρέπει να είσαι εις θέσιν να μάθεις τα παιδιά γράμματα. Ονομάζεσαι γιατρός; Δεν αρκεί αυτό, πρέπει να είσαι εις θέσιν να κάνεις διάγνωση, να βρίσκεις τα κατάλληλα φάρμακα, να ορίζεις την κατάλληλη δίαιτα τότε θα είσαι γιατρός, δεν αρκεί μόνο το όνομα και η φίρμα« είμαι γιατρός». Ονομάζεσαι πλοίαρχος και καπετάνιος; Δεν αρκεί μόνο να έχεις το όνομα αλλά και να είσαι κυβερνήτης επάνω στο πλοίο και μέσα στους ωκεανούς. Ονομάζεσαι στρατιώτης και αξιωματικός; Δεν φτάνουν τα κουμπιά και τα γαλόνια, δεν φτάνουν οι στολές, οι παρελάσεις, οι τρομπέτες και τα γυμνάσια χρειάζεται κάτι παραπάνω από όλα αυτά. Ποιο; Η ανδρεία, η απόφασης εν ανάγκη να θυσιάσεις όχι μία ζωή, χίλιες ζωές για την πατρίδα αυτό κάνει τον στρατιώτη.
Όπως λοιπόν η ονομασία του στρατιώτου, η ονομασία του γιατρού, η ονομασία του δασκάλου η ονομασία οιουσδήποτε άλλου στον κόσμο, δημιουργεί υποχρεώσεις, ακόμα περισσότερο η ονομασία Χριστιανός. Απ’ όλες τις ονομασίες που υπάρχουν στον κόσμο αυτόν, βασιλέων, πριγκίπων, στρατηγών και σοφών, εγώ δε βρίσκω καμία άλλη ονομασία ανώτερη, που αξίζει να γεμίζει τα σπλάχνα μας και την καρδιά μας και να μας φτερώνει στους ουρανούς καμία άλλη ονομασία μεγαλυτέρα στον κόσμο αυτόν από την ονομασία «είμαι Χριστιανός».

Προσόντα του Χριστιανού σύμφωνα με τους Μακαρισμούς

Όπως ο μαθητής έχει προσόντα, ο στρατιώτης προσόντα, ο καθένας έχει προσόντα και δεν προσλαμβάνεται κανείς στις υπηρεσίες εάν δεν έχει ένα ορισμένο αριθμό προσόντων, έτσι υπάρχουν και τα προσόντα του Χριστιανού. Ποια είναι αυτά; Τα προσόντα του Χριστιανού είναι: Πρώτο – πρώτο η ρίζα των αρετών. Ο Χριστιανός είναι ένα σύνολο, μια σύνθεση αρετών. Η πρώτη αρετή, η ρίζα, ποια είναι; Όπως το δέντρο έχει ρίζα, έτσι και το δένδρο της αρετής, που ποτίζει με τα δάκρυα και τα αίματα η πίστης μας, το δένδρο αυτό της αρετής που θάλλει αιωνίως, έχει ρίζα, αγαπητοί. Και όσο πιο βαθιά είναι αυτή η ρίζα, τόσο στερεότερος είναι ο Χριστιανισμός και τόσο ωραιότερος και ευπρεπέστερος και ιδανικότερος είναι στον κόσμο αυτόν. Η ρίζα του δένδρου αυτού είναι, αγαπητοί μου, η ταπείνωσης. Ο Χριστιανός πρέπει να είναι ταπεινός. Κάν σοφός, κάν φιλόσοφος, κάν ποιητής, κάν ταξιδεύση σε όλο το πλάτος του κόσμου, κάν πετάξη επάνω στους ορίζοντες, πρέπει να είναι ταπεινός. Θυμάστε τι ψάλλουμε στην ακολουθία της κηδείας; «Εμνήσθην του προφήτου βοώντος Εγώ είμι γή και σποδός…» Τι είσαι, άνθρωπε, οπουδήποτε και αν φθάσεις; Μια χούφτα χώμα και στάχτη.
Ταπεινός λοιπόν. Η ταπείνωσης πρέπει να διακρίνει τον Χριστιανό. Αλλά εκτός της ταπεινώσεως ο Χριστιανός πρέπει να έχει και κάτι άλλο. Το δάκρυ της μετανοίας. Εάν αμαρτάνει – και αμαρτάνει ο Χριστιανός, διότι δεν μπορεί να είναι αναμάρτητος κανείς επί της γης – εάν αμαρτάνει αυτός, εάν αμαρτάνει η γυναίκα του, εάν αμαρτάνουν τα παιδιά του, εάν αμαρτάνει η κοινωνία, αυτός πρέπει να κλαίει και να θρηνεί. «Μακάριοι οι πενθούντες, ότι αυτοί παρακληθήσονται»
Ο Χριστιανός ακόμα πρέπει να είναι πράος και ειρηνικός. Αλλά υπό έναν όρο πράος και ειρηνικός, όταν χτυπούν και αδικούν τον ίδιο. Όταν όμως βλέπει στη γειτονιά του, στο εργοστάσιο, στο γραφείο του, στην κοινωνία, την αδικία, τότε πρέπει να γίνει λέων. Δεν είσαι Χριστιανός, εάν δεν αγωνίζεσαι να επικρατήσει στον κόσμο η δικαιοσύνη. «Μακάριοι οι πεινώντες και διψώντες την δικαιοσύνην…». Αυτό εμάς μας έλειψε. Δεν έχουμε δίψα «δικαιοσύνης». Όταν αδικήται το άτομό μας, ο εαυτός μας, γινόμεθα θηρία, όταν αδικήται η χήρα, το ορφανό, ο κόσμος ο φτωχός και εγκατελειμμένος που δεν έχει συνηγόρους και ισχυρούς να τον υπερασπίσουν, αδιαφορούμε. Ο Χριστιανισμός πρέπει να είναι πράος για τον εαυτό του, αλλά αγωνιστής και να διψά την δικαιοσύνη.
Ο Χριστιανισμός ακόμη πρέπει να είναι ειρηνοποιός, να ρίχνει γέφυρες και να ενώνει τα χάσματα. Όπως όταν φτάσουμε σε ένα μέρος αδιαπέραστο, απλώνουν γέφυρα και περνούμε, έτσι στον κόσμο αυτόν, που τον χωρίζουν ιδεολογίες και συμφέροντα και μίση, πρέπει ο Χριστιανός να είναι η ένωση των διεστώτων, ανατολής και δύσεως, πρέπει να είναι η γέφυρα που θα ενώνει κόσμους αντιμαχόμενους. «Μακάριοι οι ειρηνοποιοί, ότι αυτοί υιοί Θεού κληθήσονται».
Ο Χριστιανός ακόμα πρέπει να έχει κάτι άλλο. Να είναι σαν τα χιόνια. Όπως το χιόνι που είναι πάνω στην κορυφή του Ολύμπου δεν το πατάνε πόδια ανθρώπου, αλλά είναι πεντακάθαρο, έτσι και η καρδιά του Χριστιανού πρέπει να είναι καθαρά. «Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία, ότι αυτοί τον Θεόν όψονται».
Ο Χριστιανός επίσης πρέπει να έχει ένα άλλο προσόν. Να είναι υπομονετικός. Βράχος. Όπως ο βράχος μέσα στο πέλαγος δε φοβάται τη θάλασσα, αλλά εξέχει μέσα στο πέλαγος και μένει πάνω από τα αφρισμένα κύματα, έτσι και ο Χριστιανός στις θλίψεις πρέπει να έχει ανδρεία, να είναι ανδρείος.
Τέλος ο Χριστιανός πρέπει να είναι έτοιμος για θυσία. Έτοιμος να πεθάνει όχι στο κρεβάτι του, αλλά επάνω στο πεδίο της τιμής, να θυσιάσει τη ζωή του για τη δόξα του Χριστού.
Αυτά είναι τα προσόντα, τα διαμάντια στο περιδέραιο που πρέπει να στολίζει κάθε χριστιανική ψυχή.

Φως και αλάτι

Τα έχουμε αυτά; Εάν τα έχουμε αυτά τότε σ’ εμάς απευθύνεται ο λόγος του Θεού «Υμείς έστε το άλας της γής…Υμείς έστε το φώς του κόσμου».
Βλέπετε, αγαπητοί, ποια σύμβολα έχει η αγία Γραφή; Εάν ακούσουμε τα λόγια αυτά του ευαγγελίου, φαίνονται ξεκάρφωτα. Εάν όμως τα συνδέσουμε με τα προηγούμενα, τότε αυτά αποκτούν την ολοκληρία της σκέψεως.
«Υμείς έστε το άλας της γής…Υμείς έστε το φως του κόσμου».
Χριστιανοί μου, βρίσκομαι ακόμα στην αρχή του ευαγγελίου και μπροστά μου ανοίγεται ένα πέλαγος ιδεών που δεν μπορώ να το διαπλεύσω με την μικρή λέμβο μου. Αλλά δεν έχω καιρό, δεν έχω ώρα, για να μπορέσω να επεκταθώ στα νοήματα αυτά, στο πέλαγος, στον ωκεανό των υψίστων αυτών ιδεών.
Μη μου μιλάτε για άλλα βιβλία. Αν πάρετε το άγιο Ευαγγέλιο στα χέρια σας, δεν χρειάζεται τίποτε άλλο. Βάλτε φωτιά στα βιβλία, στα μυθιστορήματα, στα περιοδικά όλα, στα φιλμ τα γκανγκστερικά, σε όλα αυτά που υπάρχουν μέσα στα σπίτια. Πάρτε στα χέρια σας το άγιο Ευαγγέλιο, να αγιάσει, να ευωδιάσει μέσα σας όλος ο ψυχικός σας κόσμος. Το Ευαγγέλιο του Χριστού μας λοιπόν λέει «Υμείς έστε το άλας της γής…Υμείς έστε το φως του κόσμου». Αφήνω το δεύτερο και παίρνω το πρώτο.«Υμείς έστε το άλας» σεις είστε το αλάτι.

Ο Χριστιανός είναι το αλάτι του κόσμου

Ο κάθε Χριστιανός πρέπει να είναι το αλάτι. Υπάρχει τίποτε άλλο πιο χρήσιμο από το αλάτι; Τα αλάτι είναι στο πιάτο και του φτωχού και του βασιλιά. Το αλάτι είναι κάτι απαραίτητο. Είναι στοιχείο αναγκαίο για τη ζωή του ανθρώπου. Μια μικρή ποσότητα αλατιού νοστιμίζει όλο το φαγητό. Το αλάτι έχει ακόμα την ιδιότητα να συντηρεί, να προλαμβάνει την σήψη, την σαπίλα, την αποσύνθεση των τροφίμων.
Έτσι ακριβώς πρέπει να είναι και ο Χριστιανός μέσα στην κοινωνία το αλάτι , το αλάτι το πνευματικό.
– Και πώς, κατά ποιο τρόπο θα γίνει ο Χριστιανός το αλάτι της κοινωνίας;
α) Με τα λόγια
Θα γίνει με τα λόγια του, που πρέπει να είναι προσεκτικά. Το Ψαλτήρι λέει «Θού Κύριε, φυλακήν τω στόματί μου και θύραν περιοχής περί τα χείλη μου». Τα σπίτια όλα έχουν πόρτες. Εμείς είμεθα χωρίς «πόρτες», δεν έχουμε δηλαδή καμία προσοχή στα λόγια που λέμε δεξιά και αριστερά. Και όμως θα δώσουμε μεγάλο λόγο γι’ αυτά, για κάθε λόγο άπρεπο, που δεν έχει ευωδιά και χάρη, για κάθε λόγο πονηρίας και κολακείας. Γέμισε ο κόσμος από ψευτιά και κολακεία. Δε λέει κανείς στο γείτονα του την αλήθεια, αλλά προσπαθεί με γλώσσα μελιστάλακτη, με ωραίες λέξεις και φανταχτερές εικόνες, να τον ξεγελάσει δεν του παρουσιάζει την πραγματικότητα.
Ο Χριστιανός όμως είναι αληθινός. Είναι μαθητής Εκείνου που μπροστά στον Πιλάτο είπε «Εγώ εις τούτο γεγέννημαι και είς τούτο ελήλυθα εις τον κόσμον, ίνα μαρτυρήσω τη αλήθεια». Και η αλήθεια στον κόσμο αυτόν είναι πικρά. Εάν έχετε κάποια πληγή και ρίξετε επάνω λάδι θα αισθανθείτε βέβαια κάποιο ευχάριστο αίσθημα. Εάν όμως ρίξετε – και είναι ανάγκη να ρίξετε – αλατάκι, το αλάτι τσούζει. Έτσι είναι και η αλήθεια, η αλήθεια των προφητών και των κηρύκων. Ο λόγος τους δεν είναι ευχάριστος. Η αλήθεια τσούζει, είναι πικρά αλλά αυτή σώζει.
Για σκεφθείτε τον προφήτη Ηλία. Ήταν μέσα στο κράτος 8.000 «παπάδες». Τούμπες κάνανε μπροστά στο βασιλιά και στη βασίλισσα. Μα αυτός τόλμησε και ανέβηκε πάνω στα ανάκτορα και του λέει, λίγες είναι οι μέρες σας, γιατί είστε βασίλειο ανομίας και παρανομίας, τα ανάκτορα οργιάζουν… Ένας βρέθηκε να μιλήσει έτσι, και από την ώρα εκείνη ζητούσαν να τον συλλάβουν και έφυγε μέσα στις σπηλιές, σαν αετός, για να γλιτώσει από τη μανία των βασιλέων, που τους κολάκευε όλο το αισχρό ιερατείο. Για σκεφθείτε τον Ιωάννη τον Πρόδρομο, που ανέβηκε και αυτός γοργός πάνω στα ανάκτορα και βρήκε εκεί το παράνομο ζεύγος των αιμομικτών που ζούσαν στη μοιχεία και λέει στον Ηρώδη «Ουκ εξεστί σοι έχειν την γυναίκα του αδελφού σου». Δεν σου επιτρέπεται βασιλιά να ζεις παράνομα. Για σκεφθείτε τον απόστολο Παύλο, τους προφήτες τους μεγάλους. Για σκεφτείτε τον ίδιο το Χριστό, που ελάλησε πάντα την αλήθεια και σταυρώθηκε γι’ αυτήν. Η αλήθεια είναι λόγος δριμύς, είναι σαν το αλάτι που πέφτει επάνω στις πληγές και κάνει τον άνθρωπο να πονέσει. Μα αυτός ο πόνος, που αισθάνεται ο άνθρωπος από την αλήθεια, είναι πόνος σωτήριος και μακάριος ο άνθρωπος εκείνος που αισθάνεται στα βάθη της ψυχής του την σωτήριο αυτή ενέργεια να εισέρχεται και να τον απολυμαίνει από κάθε κακία και αμαρτία.
Ο Χριστιανός δεν είναι κόλακας. Όχι. Θα πει την αλήθεια. Που θα την πει; Θα την πει παντού. Σ’ αυτόν που τον βλέπει και κυλιέται μέσα στο βόρβορο, θα του πει: «Ουκ έξεστί σοι…», δεν σου επιτρέπεται να κυλιέσαι σαν το κτήνος μέσ’ στην ακαθαρσία. Σ’ αυτόν που είναι κενόδοξος και υπερήφανος και νομίζει ότι θα φτάσει τους ουρανούς και τα άστρα, θα του πει: «Κύριος υπερηφάνοις αντιτάσσεται, ταπεινοίς δε δίδωσι χάριν». Στον άλλον, που λατρεύει όχι το χριστό αλλά το χρυσό, που έκανε το χρήμα θεό και λατρεύει το πορτοφόλι και το μπεζαχτά και δεν έχει ιερό και όσιο, θα πει: Είσαι ειδωλολάτρης, η πλεονεξία είναι «ειδωλολατρία». Στον άλλον, που έχει διάφορα άλλα ελαττώματα, δε θα διστάσει ο Χριστιανός να υπενθυμίσει την αλήθεια. Έτσι με τα λόγια του τα αυστηρά αλλά ζωοποιά, τα λόγια της Γραφής, θα γίνει αλάτι μεσ’ στην κοινωνία.

β) Με το παράδειγμα
Αλλά ο Χριστιανός δεν είναι άλας πνευματικό μόνο με τα λόγια του. Είναι και με το παράδειγμα του. Ο τρόπος που ζει και συμπεριφέρεται μέσα στο σπίτι του, στο γραφείο ή στο εργοστάσιο, ο τρόπος αυτός είναι φωτεινός. Και ο τρόπος αυτός κάνει τους άλλους να σκέπτονται, ότι παραπάνω από τη ζωή αυτή τη ματαία, τη ζωή των αισθήσεων και απολαύσεων, υπάρχει ένας κόσμος ανώτερος, ιδανικός, στον οποίο τους καλεί δια του λόγου και του παραδείγματος του.

Χρειάζεται αλάτι!
Αλλά αυτά είναι θεωρίες θέλετε να δείτε την πραγματικότητα, ποιο είναι το αλάτι το πνευματικό; Αντέστε μέσα στο σπίτι εκείνο που ο πατέρας είναι άλας πνευματικό. Υπάρχουν μέσα στη σαπίλα της κοινωνίας τέτοιοι άνθρωποι και έτσι κρατιέται ακόμα η κοινωνία. Υπάρχουν τέτοιοι γονείς, που προσέχουν και τα βλέμματα και τα λόγια και όλη τη συμπεριφορά τους είναι υπόδειγμα βίου. Ας είναι επάνω τους η ευλογία των αγίων αγγέλων και αρχαγγέλων και όλων των πατέρων μας. Μένουν αυτοί οι πατεράδες και αυτές οι μανάδες στο ύψος. Τα παιδιά τους βλέπουν μπροστά τους σαν εικόνες θείες, σαν ουράνιες εικόνες. Μπροστά τους το κορίτσι ή το αγόρι δεν μπορεί να μιλήσει ή να φερθεί άσχημα. Λάμπουν σαν φωτεινά άστρα. Να το πνευματικό άλας, που δεν αφήνει την κοινωνία να αποσυντεθεί εξ ολοκλήρου.
Θέλετε να δείτε το άλας το πνευματικό; Αντέστε σε μία ενορία πάνω στην Πίνδο, στον Αλιάκμονα, ή κάτω στο Μοριά και στην Κρήτη. Να πάτε σε μία ενορία που εφημερεύει ένας παπάς ευλαβής. Ας μη ξέρει γράμματα, ας μην πέρασε από πανεπιστήμια και θεολογικές σχολές αλλά πιστεύει. Πιστεύει στο Χριστό, στην Παναγία, στους αγίους και όταν λειτουργεί συγκινείται και κλαίει. Άντε να βρεις ένα χωριό με ένα τέτοιο παπά. Και θα δεις ότι όλοι οι χωρικοί ούτε βλαστημάνε, ούτε οργιάζουνε, ούτε εγκλήματα γίνονται εκεί. Γιατί μέσα στο χωριό αυτό υπάρχει αλάτι. Και το αλάτι του χωριού είναι ο ιερεύς, ο ευλαβής ιερεύς, ο οποίος δε σπούδασε, δεν έχει μεγάλους τίτλους και μισθούς, αλλά μέσα στην καρδιά του έχει το Χριστό.
Θέλετε να δείτε τι θα πει πνευματικό άλας; Αντέστε σε μία επαρχία, αν υπάρχει, που ποιμαίνει ένας δεσπότης πνευματικός, πραγματικός επίσκοπος των ψυχών. Όταν μία επαρχία έχει τέτοιον επίσκοπο, άνθρωπο ανώτερο του χρήματος, των ηδονών και της ματαίας δόξης, τότε εκεί δε στέκονται ούτε άθεοι αιρετικοί αλλά στην επαρχία αυτή υπάρχει αγιότης και ευσέβεια. Υπάρχει η μεγάλη δύναμη του Χριστού μας.
Θέλετε να δείτε, αντιστρόφως, όταν λείπει το αλάτι; Αντέστε μέσα στο σπίτι που ο πατέρας δεν προσέχει τον εαυτό του, που η μητέρα είναι ξεπορτισμένη και βγαίνει δεξιά και αριστερά και το σπίτι το έχει ξενοδοχείο ύπνου και φαγητού. Αντέστε μέσα σε μία ενορία που ο παπάς δεν βλέπει τίποτε άλλο πέρα από τα αργύρια, τα τριάκοντα αργύρια του Ιούδα και κοιτάει μόνο να θησαυρίζει. Αντέστε και σε μία επαρχία που ο δεσπότης είναι όλη η αντινομία και ανατροπή της θεωρίας και της πράξεως του Ευαγγελίου. Εκεί θα δείτε ερείπια και εξάρθρωση του παντός.

(ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΣΤΟΥΣ ΕΣΧΑΤΟΥΣ ΚΑΙΡΟΥΣ, Α΄Εκδοση, σελ. 1-14)

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ