Αυγουστίνος Καντιώτης



Archive for the ‘«ΧΡΙΣΤΙΑΝ. ΣΠΙΘΑ»’ Category

Α † Ο (ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΠΙΘΑ 1950)

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Μαρ 1st, 2013 | filed Filed under: «ΧΡΙΣΤΙΑΝ. ΣΠΙΘΑ»

Α Ο

«Καὶ ἐξῆλθεν ἄγγελος Κυρίου καὶ ἀνεῖλεν
(ἐφόνευσεν) ἐκ τῆς παρεμβολῆς τῶν Ἀσσυρίων
ἕκατὸν ὀγδοήκοντα πέντε χιλιάδας, καὶ
ἀναστάντες τὸ πρωΐ εὗρον πάντα τὰ σώματα
νεκρά». (Ἡσαΐας 37, 36-37)

ANTIBLASFHMIKH OMADAΑ+Ο. Τί σημαίνει ἡ περίεργος αὐτὴ ἐπιγραφὴ τοῦ ἄρθρου; Ἀλλὰ πρὶν, ἀγαπητοί, δώσωμεν τὴν ἐξήγησιν τοῦ συμπλέγματος τῶν δύο αὐτῶν ψηφίων τῆς Ἑλληνικῆς ἀλφαβήτου ποὺ ἔχουν ἐν μέσω αὐτῶν τὸν Τίμιον Σταυρόν, ἄς γράψωμεν ὀλίγας γραμμὰς σχετικῶς μὲ τὴν αἰτίαν ποὺ ἐδημιούργησε τὸ Α+Ο.

Πρὸ 40 ἐτῶν εἰς τὴν Μακεδονίαν μας, τὴν ἀλύτρωτον τότε θυγατέρα τῆς Ἑλλάδος, ἀνθοῦσε τὸ οὐράνιον φυτὸν, ἡ εὐσέβεια. Ἐμοσχοβολοῦσεν ὁ τόπος. Ὑπήρχε φόβος Θεοῦ. Τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου ἦτο λατρευτὸν. Καὶ μόνον ἡ καμπάνα ποὺ ἐκτυποῦσεν εἰς τὴν σκλαβωμένην χώραν ἔκανε τοὺς Μακεδόνας νὰ ριγοῦν ἀπὸ συγκίνησιν καὶ ἀπὸ τὰ βάθη τῆς καρδίας των μυστικαὶ προσευχαὶ ἀνήρχοντο πρὸς τὸν Πλάστην. «Κύριε! Ἰδὲ τὴν κάκωσιν τοῦ λαοῦ Σου. Ἐλευθέρωσόν μας. Ἥνωσε καὶ πάλιν τὴν Μακεδονίαν μὲ τὴν Μητέρα Ἑλλάδα». Οἱ Μακεδόνες προσηύχοντο. Προσηύχοντο μὲ δάκρυα, καὶ τὰ πύρινα δάκρυά των ἔσμιγον μὲ τὰ αἵματα τῶν ἡρωϊκῶν παιδιῶν της ποὺ ἐθυσιάζοντο διὰ τὴν πίστιν τοῦ Χριστοῦ. Εἰς τὴν μαρτυρικὴν αὐτὴν γῆν κανεὶς δὲν ἐβλασφήμει τὰ θεῖα. Νὰ βλασφημίση; Ἀλλὰ θὰ ἦτο προτιμότερον νὰ πέσουν ἐπάνω του τὰ Μακεδονικὰ βουνὰ καὶ νὰ τὸν συνθλίψουν ἤ νὰ βλασφημήση καὶ νʼ ἀντικρύση τὴν ἀγανάκτησιν ὅλων τῶν συγχωριανῶν του καὶ αὐτῶν τῶν στενωτέρων συγγενῶν των. Χίλια στόματα θὰ ἤνοιγον διὰ νὰ διαμαρτυρηθοῦν διὰ μίαν καὶ μόνον βλασφημίαν καὶ νʼ ἀνακαλέσουν τὸν ἀσεβῆ εἰς τὴν θέσιν του. Αὐτοὶ ἀκόμη οἱ ἀλλόθρησκοι κατακτηταὶ τῆς Μακεδονίας, οἱ προσκυνοῦντες τὴν ἠμισέληνον, ἠσθάνοντο ἀποτροπιασμὸν ὅταν ἤκουον βλασφημίαν, καὶ ἐπέπληττον καὶ ἐτιμώρουν τοὺς βλασφήμους.

Μέσα εἰς τὴν ἀτμόσφαιραν αὐτὴν τοῦ ἀγνοῦ πατριωτισμοῦ καὶ τῆς πατρώας εὐσέβειας ἔζη ἡ ψυχὴ τῶν Μακεδόνων. Ὅλοι περιέμενον τὴν εὐλογημένην ἡμέραν τῆς ἐλευθερίας. Καὶ ἡ ἐλευθερία ἦλθεν. Ἡ ἡμισέληνος ἔπεσεν. Ὁ Σταυρὸς ὑψώθη. Ἡ γαλανόλευκος σημαία ἐκυμάτιζεν εἰς τὸν Λευκὸν Πύργον τῆς Θεσσαλονίκης, εἰς ὅλα τὰ φρούρια καὶ τὰς ἐπάλξεις τῆς Μακεδονίας. Οἱ σκλάβοι ἐσκίρτων ἀπὸ χαράν, ἔσχιζον τὰ φέσια, ἐζητοκραυγάζον καὶ ἐνηγκαλίζοντο ἀλλήλους ψάλλοντες τὸ «Χριστὸς ἀνέστη». Ἀνέπνεον ἐλεύθεροι. Ἀλλόφυλοι δὲν ἐπάτουν πλέον τὴν ἱερὰν γῆν τῶν προγόνων των. Ἡ φωνὴ τοῦ Χότζα δὲν ἠκούετο πλέον ἀπὸ τοὺς μιναρέδες. Ἡ Ὀρθόδοξος πίστις, ὑπὲρ τῆς ὁποίας ἐπὶ πέντε αἰῶνας ὑπέστησαν τὰ πάνδεινα, ἐπερίμενον τώρα νὰ τιμηθῆ, νὰ λαμπρυνθῆ μὲ τὸὈρθόδοξον Βασίλειον τῆς Ἑλλάδος, τοῦ ὁποίου ἡ σημαία, τὸ στέμμα, ἡ σφραγίς, τὰ πηλίκια τῶν ἀξιωματικῶν καὶ στρατιωτῶν, τὰ πάντα ἔφερον τὸ ἔμβλημα τῆς Χριστιανοσύνης, τὸν Τίμιον Σταυρόν.

Ἀλλὰ οἱ κάτοικοι τῶν νέων μερῶν, τῶν ὁποίων τὰ μέτωπα ἐδρόσιζεν ἡ αὔρα τῆς ἐλευθερίας, ἀπὸ τὰς πρώτας ἡμέρας τῆς ἀπελευθερώσεως ἐδοκίμασαν σειρὰν ἀπογοητεύσεων. Ἡ πρώτη, ἡ μέγιστη ἀπογοήτευσις: – Ἐγκαθίσταντο αἱ δημόσιαι ἀρχαὶ καὶ ἐξουσίαι τοῦ νέου Βασιλείου; Μετέβαινον ὁ ἱερεύς, ὁ διδάσκαλος, οἱ πρόκριτοι τοῦ χωριοῦ διὰ νὰ χαιρετήσουν ἐν τῶ προσώπω τῶν κρατικῶν ὀργάνων τὴν Ἑλλάδα καὶ ἤκουον ἐκεῖ τὰς πρώτας βλασφημίας ποὺ ἐμόλυνον τὸν ἀέρα τῆς Μακεδονίας. Ἤκουον τὸν ἀστυνόμον νὰ βλασφημῆ τοὺς χωροφύλακας, τὸν ἀξιωματικὸν τοὺς στρατιώτας, τὸν Νομάρχην, τοὺς ὑπαλλήλους του, τὸν… Καὶ ποῖος δὲν ἐβλασφήμει; Τί φρίκη! Ἀλλὰ τὴν στιγμὴν ποὺ οἱ Χριστιανοὶ τῆς Μακεδονίας ἤκουον τὰς βλασφημίας ποὺ ἐξήρχοντο ὡς ἀκάθαρτος ποταμὸς ἀπὸ τὰ στόματα τῶν ὑπαλλήλων τοῦ Ὀρθόδοξου βασιλείου, τὴν στιγμὴν ἐκείνην ὑφίσταντο ἕνα μεγάλο κλονισμόν. Ἐσείοντο τὰ θεμέλια τῆς ψυχῆς των. Ἐπλήττοντο εἰς τὰ ἱερώτερα συναισθήματά των καὶ διηρωτῶντο: « Αὐτὴ εἶναι ἡ Ἑλλὰς τοῦ Ὀρθοδόξου βασιλείου ποὺ μὲ τόσην λαχτάραν περιμέναμεν; Αὐτοὶ ποὺ βλασφημοῦν ἐμπρὸς εἰς τὰς γυναίκας καὶ τᾶ παιδιά μας ὅ,τι ἱερώτερον ἔχομεν, εἶναι Ἕλληνες; Ἀλλʼ αὐτοὶ ὡς πρὸς τὴν θρησκείαν εἶναι χειρότεροι ἀπὸ τοὺς Τούρκους. Τοῦρκον δὲν ἠκούσαμεν νὰ βλασφημῆ τὸ Κοράνιον, τὸν Μωάμεθ, τὸν Ἀλλάχ. Ἐνῶ αὐτοὶ ἡμέραν καὶ νύκτα περιυβρίζουν μὲ τὰς χυδαιοτέρας τῶν φράσεων τὰ ἱερὰ καὶ ὄσια. Ἀλλοίμονον! Συμφορὰ μεγάλη θὰ μᾶς εὕρη» – ἔλεγον οἱ εὐσεβέστεροι τῶν Μακεδόνων.

Δυστυχῶς ἡ Ἑλλὰς ὡς κράτος εἰς τὰ πρώτα βήματα τῆς ἐγκαταστάσεώς της εἰς τὰς νέας χώρας δὲν ἐπρόσεξε καθόλου. Δὲν ἔρριψε γερὰ θεμέλια διὰ νὰ οἰκοδομόση τὸ ἐθνικόν της οἰκοδόμημα. Δὲν ἐδίδαξε τὴν εὐσέβειαν, ἡ ὁποία κατὰ τοὺς προγόνους μας εἶναι ἡ πρώτη τῶν ἀρετῶν, ἡ ρίζα καὶ τὸ θεμέλιον τῆς εὐδαιμονίας τῶν λαῶν. Τουναντίον καὶ ὁ τελευταῖος ὑπαλληλίσκος ἔγινε πελώριον τὸ στόμα του διὰ νὰ ὑβρίζη τὸν Θεόν. Καὶ ὁ λαὸς μὲ τὰς φρικτὰς βλασφημίας ποὺ ἤκουε καθημερινῶς ἐδιδάσκετο νὰ μὴ σέβεται τὸν Θεόν. Ἀλλʼ ἕνας λαὸς ποὺ ἄνωθεν λαμβάνει τοιαῦτα μαθήματα ἀσεβείας διατὶ νὰ παραξενευώμεθα, ἐὰν αὔριον ἐπαναστατήση, ἀρπάξη τὰ ρόπαλα καὶ θραύση τὰς κεφαλὰς τῶν ἀσεβῶν ἀρχόντων; Ἐὰν τῶ εἴπωμεν διατὶ δὲν πειθαρχεῖ εἰς τὰς ἀρχὰς καὶ ἐξουσίας τῆς Πατρίδος, αὐτὸς ὁ ἀμαθῆς λαὸς θὰ μᾶς ἀπαντήση: «Αὐτοὶ τὸν Θεὸν ποὺ κυβερνᾶ τὸ Σύμπαν δὲν σέβονται καὶ ἐγὼ θὰ τοὺς σεβασθῶ; Αὐτοὶ μὲ τὰς βλασφημίας των ἐκρήμνισαν εἰς τὴν ψυχήν μου ὅ,τι ἱερὸν καὶ ὅσιον εἶχον, ἐξηυτέλισαν τὴν ἔννοιαν τῆς πειθαρχίας, μὲ ἐδίδαξαν τὴν ἀναρχίαν καὶ μὲ τὸ παράδειγμά των μὲ ἐξώθησαν πρὸς πᾶν εἶδος ἐγκλήματος καὶ ἀτιμίας». – Διʼ αὐτὸ καὶ οἱ ἀρχαίοι πρόγονοί μας ἐκεῖνον ποὺ ἀσεβῶς θὰ ἐξεφράζετο περὶ τῆς Θεότητος ἐθεώρουν ὡς τὸν φοβερώτερον ἐχθρὸν τῆς Πατρίδος. Ὁ ἀσεβὴς διαλύει τὸ ἔθνος ὅσων οὐδεὶς ἄλλος.

Νὰ εἴπωμεν τώρα κάτι τὸ φρικτότερον; Ὅταν τὸν Σεπτέμβριον τοῦ 1922 διὰ τὰς ἁμαρτίας ὅλων μας συνέβη ἡ μεγάλη ἐθνικὴ συμφορὰ τῆς Μ. Ἀσίας καὶ οἱ ἀδελφοί μας Ἕλληνες συνέρρεον εἰς τὰς παραλίας καὶ ἐπιβιβάζοντο εἰς τὰ ἀτμόπλοια, τότε ἐκεῖ μέσα εἰς τὰ Ἑλληνικὰ πλοῖα ποὺ θὰ τοὺς μετέφεραν εἰς τὴν ἐλευθέραν Πατρίδα, οἱ Χριστιανοὶ τοῦ Πόντου καὶ τῆς Καππαδοκίας ἤκουον διὰ πρώτην φορὰν τὴν βλασφημίαν. Ἤκουον τοὺς ἀξιωματικοὺς καὶ στρατιώτας, τοὺς πλοιάρχους καὶ τοὺς ναύτας τῶν Ἑλληνικῶν πλοῖων νὰ βλασφημοῦν, πολλὰ δὲ ἐπεισόδια συνέβησαν τότε, διότι οἱ Χριστιανοὶ τῆς Μ. Ἀσίας μὲ ἀκμαῖον τὸ θρησκευτικὸν συναίσθημα δὲν ἠνείχοντο νὰ ἀκούουν τοὺς ὁμοθρήσκους των νὰ βλασφημοῦν τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ ποὺ δὲν ἐβλασφήμουν οὔτε οἱ ἀλλόθρησκοι Τοῦρκοι. Οἱ πρόσφυγες ἤκουον τὰς βλασφημίας, ἀνεστέναζον καὶ ἔλεγον: «Ποὺ πάμε εἰς τὴν Ἑλλάδα, εἰς τὸ βασίλειον τοῦ Χριστοῦ, ἤ εἰς τὸ βασίλειον τοῦ Ἀντιχρίστου; Ἀλλοίμονον! Μὲ τοιοῦτον λαὸν ποὺ βλασφημεῖ τὰ θεῖα νέαι συμφοραὶ θὰ μᾶς εὕρουν ἐκεῖ».

Ὦ Ἁγία Τριάς! Ἐξομολογούμεθα ἐνώπιῶν Σου. Ἄς μὴ αἰτιώμεθα ἄλλους. Ἡμεῖς εἴμεθα οἱ κυρίως ὑπαίτιοι τῶν συμφορῶν μας. Ἡμεῖς ἐφέραμεν τὴν Πατρίδα εἰς τὸ χεῖλος τῆς ἀβύσσου. Τὴν ἐφέραμεν μὲ τὰ ἁμαρτήματά μας καὶ πρὸ παντὸς μὲ τὰς φρικτάς μας βλασφημίας ποὺ κανένα ἄλλο ἔθνος τῆς ὑφηλίου δὲν ἐκστομίζει. Μηδὲ οἱ Κάφροι καὶ οἱ Καννίβαλοι. (για την συνέχεια εδώ:) Read more »

ΕΧΕΙΣ ΤΙΜΟΝΙ; ΘΑ ΣΩΘΕΙΣ!

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Φεβ 28th, 2013 | filed Filed under: «ΧΡΙΣΤΙΑΝ. ΣΠΙΘΑ»

OΛOI EIΣ THN EKKΛHΣIA – Kοζάνη, τη 27-11-1943

«Ω θρησκεία! Γλυκειά μας μάννα. Συ χύνεις μέσα στην καρδιά μας χίλιες χρυσές ελπίδες» – (K. Kρυστάλλης)
Xριστιανικόν φυλλάδιον εκδίδεται υπό της I. Mητροπόλεως Kοζάνης και διανέμεται δωρεάν προς χριστιανικόν διαφωτισμόν του λαού. Mελετήστε το όλοι.

ΣYNTAKTHΣ- Aρχιμ. Aυγουστίνος N. Kαντιώτης- Iεροκήρυξ

ΕΧΕΙΣ ΤΙΜΟΝΙ; ΘΑ ΣΩΘΕΙΣ!

Είναι νύκτα. Μεσάνυκτα! Κανένα αστέρι δεν φέγγει. Ο άνεμος, που έγινε θύελλα, καταιγίδα, τυφώνας, μαίνεται εις τον ωκεανό. Ένα μικρό πλοίο ταξιδεύει. Ο πλοίαρχος αγρυπνεί εις την γέφυρα. Οι ναύτες βρίσκονται εις τις θέσεις τους. Όλοι αγωνίζονται για να αντιμετωπίσουν την θύελλα, μέσα εις την οποία βρέθηκαν χωρίς να το θέλουν. Και το πλοίο, επί ώρες τώρα αγωνίζεται εναντίων των κυμάτων, αντέχει. Τα μηχανήματά του είναι όλα εν τάξει.
Αλλ’ αίφνης – ώ δυστυχία των επιβατών! – ένα μηχάνημα, το σπουδαιότερον απ’ όλα, το τιμόνι, σπάει. Και το πλοίον μένει ακυβέρνητο. Διότι και ο πιο καλός πλοίαρχος δεν μπορεί να κυβερνήσει πλοίο χωρίς τιμόνι. Το πλοίο γίνεται έρμαιο των κυμάτων, παρασύρεται ως καρυδότσουφλο τήδε κακείσε. Τέλους ακούεται ένας τρομακτικός κρότος, το πλοίο προσέκρουσε επάνω εις βράχο και συνετρίβη. Έγινε χίλια κομμάτια, που μερικά θα επιπλέουν ως θλιβερά λείψανα του πρώην μεγαλείου του. Συνετρίβη, διότι έσπασε το σπουδαιότερο των μηχανημάτων του, το τιμόνι.
Εικόνα όχι ξένη. Εικόνα δική μου και ιδική σου, αγαπητέ μου αναγνώστα! Μάλιστα! δική μας! Εικόνα κάθε ανθρώπου, έστω και αν μερικοί δεν ταξίδευσαν ποτέ και δεν εγνώρισαν την μανία της θαλάσσης. Διότι ερωτώ, ή μάλλον ερώτησαν άλλοι πρωτύτερα από εμέ:
-Τι είναι ζωή;
-Θάλασσα, ωκεανός, μαύρος πόντος, απαντούν οι φιλόσοφοι και οι ποιηταί, απαντά προπαντός η καθημερινή πείρα της ζωής.
Δεν βλέπεις; δεν ακούεις; δεν πάσχεις συ ο ίδιος; Δυστυχήματα μικρά και μεγάλα, ατομικά, οικογενειακά, παγκόσμια, πανανθρώπινα, το ένα κατόπιν του άλλου, έρχονται με μανία, ορμούν πολλές φορές σαν κύματα πελώρια να συντρίψουν την ζωή μας.
Εις τις περιστάσεις αυτές πολλοί τα χάνουν. Απελπίζονται, φθάνουν μέχρι αυτοκτονίας. Είναι οι άνθρωποι που δεν ανεκάλυψαν ακόμη, που πρέπει να προσανατολισθεί το πλοίον της ζωής των. Δεν εγνώρισαν, ποίος ο αληθινός σκοπός για τον οποίο ήρθαν στην ζωή. Δεν θέλησαν ποτέ να ακούσουν την φωνή του Ιησού Χριστού, φωνή απείρου αγάπης προς τον άνθρωπο. Δεν ήνοιξαν ποτέ την αγία Γραφή, για να μελετήσουν εκεί τα αθάνατα λόγια. Γιατί ο νόμος του Θεού, η αγία Γραφή, αυτή είναι το τιμόνι της ζωής.
Ναι, τιμόνι είναι ο νόμος του Θεού, το Ευαγγέλιο του Χριστού μας. Αυτό και μόνο μπορεί να ρυθμίσει και να λύσει όλα τα προβλήματα που αφορούν στην ευτυχία των ανθρώπων. Αυτή είναι η γνώμη και των σοφών. Ο μεν Εμμανουήλ Κάντιος, ένας από τους μεγάλους φιλοσόφους, είπε: Το μεγαλύτερο ευεργέτημα προς το ανθρώπινο γένος είναι η αγία Γραφή. Όλα τα βιβλία του κόσμου τα οποία εμελέτησα δεν μου έδωσαν την παρηγοριά, την οποία μου έδωσαν οι λόγοι της Βίβλου, «Εάν και πορευθώ εν μέσω σκιάς θανάτου, ου φοβηθήσομαι κακά, ότι Σύ μετ’ εμού ει». (Ψαλμ. 23,4). Ο δε Θ. Ντοστογιέφσκυ, λογοτέχνης παγκοσμίου φήμης, έγραψε: «Σου συνιστώ να διαβάσεις ολόκληρη την αγία Γραφή, και θα βρεις, ότι ολόκληρη η ανθρωπότητα ούτε έχει ούτε μπορεί ν’ αποκτήσει άλλο βιβλίο εξ ίσου πολύτιμο».
Αγαπητέ μου φίλε, όποιος και εάν είσαι! Άκουσε την φωνή της αλήθειας. Αγόρασε μία αγία Γραφή. Μελέτησε την. Και σήμερα και αύριο και πάντοτε να την μελετάς. Τρέξε, όπου ακούεται το κήρυγμα του θείου λόγου, ο οποίος ερμηνεύει τον νόμον του Θεού. Έτσι θα καταλάβεις προς τα πού κατευθύνεσαι εις τον κόσμον αυτόν. Θα αντικρύζεις με ψυχραιμία τις θλίψεις και θα ελπίζεις ότι κάποτε θα ρίξεις την άγκυραν σου εις το λιμάνι της ευτυχίας. Θα ζεις με το αίσθημα ότι υπεράνω σου είναι το παντοδύναμο χέρι του Θεού που κάμνει θαύματα, τα μεγαλύτερα θαύματα στον κόσμο τούτο.
Γι’ αυτό σε ηρώτησα εις την αρχή και σε ερωτώ τώρα πάλιν εις το τέλος: «Έχεις τιμόνι; Θα σωθείς!»

«ΜΙΑ ΖΩΝΤΑΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ, ο π. Αυγουστίνος Καντιώτης στην Κοζάνη» Νο1,

μέρος β΄, σελ. 60-61, Κοζάνη 2003, Ανδρονίκης Π. Καπλάνογλου

“Ο ΠΥΡΙΝΟΣ ΠΟΤΑΜΟΣ“ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Ιαν 26th, 2013 | filed Filed under: «ΧΡΙΣΤΙΑΝ. ΣΠΙΘΑ»

 «ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΠΙΘΑ» Νοεμβρ.1949, αρ. φυλ.100)

Ο ΠΥΡΙΝΟΣ ΠΟΤΑΜΟΣ

 

«Οὐαὶ οἱ ἐγειρόμενοι τὸ πρωΐ καὶ τὰ σίκερα διώκωντες,

οἱ μένοντες τὸ ὀψέ˙ ὁ γὰρ οἶνος αὐτοὺς ΣΥΓΚΑΥΣΕΙ». (Ησαΐας 5, 11)

Pyrinos potam. istΚαθὼς ἀναγράφουν αἱ ἐφημερίδες, ἡ Αἴτνα, τὸ ὑψηλότερον ἡφαίστειον τῆς Εὐρώπης εὑρίσκεται καὶ πάλιν ἐν δράσει. Νέοι κρατῆρες ἤνοιξαν. Τὸ ὄρος σείεται. Τὸ πῦρ εἰς τὰ σπλάχνα τῆς γῆς ὑπὸ μορφὴν λάβας, ἐκσφενδονίζεται ἀπὸ τοὺς νέους κρατῆρας, ὡς καὶ ἀπὸ τὸν παλαιόν, πλάτους 300 μέτρων, σχηματίζει πυρίνους ποταμούς, οἱ ὁποῖοι κατέρχονται ὁρμητικῶς, καίουν πορτοκαλεῶνας, ἀμπελῶνας, ἀπειλοῦν νὰ πυρπολήσουν πόλεις καὶ χωρία. Οἱ κάτοικοι τῆς περιοχῆς Κατάνης διέρχονται νύκτας ἀγωνίας, βλέποντες τὸ πῦρ νὰ προσεγγίζη τὰς κατοικίας των.

Ἐκ τῆς Αἴτνης πύρινοι ποταμοί.

Ἀλλὰ τὶ εἶνε οἰ πύρινοι αὐτοὶ ποταμοὶ ἐμπρὸς εἰς ἄλλους πύρινους ποταμούς; Δὲν ἐννοοῦμεν τοὺς πύρινους ποταμοὺς τοῦ Ἄδου ποὺ περιέγραψε μὲ τὴν φαντασίαν του ὁ Δάντης. Ὄχι. Ὑπάρχουν καὶ ἄλλοι πύρινοι ποταμοὶ διαυλακώνοντες τὴν γῆν! Ὁ ποταμὸς π.χ. περὶ τοῦ ὁποίου θὰ ὁμιλήσωμεν εἰς τὸ παρὸν φυλλάδιον, δὲν ἔχει τοὺς κρατῆρας του, τοὺς μικροὺς καὶ τοὺς μεγάλους, εἰς τὰς κορυφὰς τῶν ἡφαιστειογενῶν ὀρέων, ἀλλὰ ἐντὸς τῶν κοινωνιῶν, ἐντὸς οἰκοδομῶν ὑπογείων καὶ ὑπεργείων, μέσα εἰς τὰς ὁποίας ὑπάρχουν τὰ ἐργοστάσια καὶ αἱ δεξαμεναὶ τοῦ ὑγροῦ πυρός. Ἀπʼ ἐκεῖ ἐκσφένδονίζεται μὲ ἀφροὺς καὶ σχηματίζει πυκνὸν δίκτυον μικροτέρων ποταμῶν καὶ ρυακίων ποὺ τρέχουν ἀδιακόπως καὶ φθάνουν ἕως τὸ τελευταῖον χωρίον καὶ συνοικισμὸν τῆς πατρίδος μας. Χιλιάδες, ἑκατομμύρια συμπατριωτῶν μας, ἀντὶ νὰ βλέπουν τὸ ὑγρὸν αὐτὸ πῦρ καὶ νὰ φεύγουν, ὅπως οἱ γειτονεύοντες μὲ τὴν Αἴτναν, αὐτοὶ πλησιάζουν τὸ πῦρ. Τὸ πλησιάζουν πρωΐ, μεσημβρίαν, ἑσπέρας, εἰς πᾶσαν ὥραν τοῦ εἰκοσιτετραώρου. Τὸ πλησιάζουν καὶ ὅταν ἔχουν βαπτίσια, γάμους, ἀλλὰ καὶ κηδείας καὶ μνημόσυνα, εἰς τιμὴν καὶ μνήμην ζώντων καὶ τεθνεώντων. Τὸ πλησιάζουν οἱ δυστυχεῖς διὰ νὰ καοῦν. Διότι τὸ πῦρ ὑπὸ μορφὴν ὑγροῦ ποὺ χρωματίζεται μὲ χρώματα καὶ παίρνει διάφορα ὀνόματα διὰ νὰ ἑλκύη περισσότερον πελατεῖαν, τὸ πῦρ αὐτὸ καίει χειρότερον ἀπὸ τὸ πῦρ, τῆς Αἴτνης. Μὲ ποτηράκια πίνεται καὶ εἰσέρχεται εἰς τὸν στόμαχον καὶ ἀπὸ ἐκεῖ ἀστραπιαίως διοχετεύεται μέχρι τοῦ τελευταίου κυττάρου τοῦ ἀνθρωπίνου ὀργανισμοῦ καὶ δημιουργεῖ καταστροφήν, τὴν ὁποίαν καὶ ὁ ἄριστος ὑγιειονολόγος δὲν θὰ ἠδύνατο νὰ περιγράψη ἐπαρκῶς.

Τὸ πῦρ, περὶ τοῦ ὁποίου ὁμιλοῦμεν, εἶναι τὸ ἀλκοόλ, καὶ ὁ ἀλκοολισμὸς εἶναι ὁ πύρινος ποταμὸς ποὺ καίει τὴν Ἑλλάδα μας. Τὴν καίει ἐκ τοῦ ἀφανοῦς καὶ διʼ αὐτὸ εἶναι καὶ περισσότερον ἐπικίνδυνος. Ἐὰν αἴφνης ἡ ὑψηλοτέρα κορυφὴ τοῦ Ὀλύμπου ἤνοιγε τεράστιον κρατῆρα καὶ ἐκεῖθεν ἐξεχύνετο ποταμὸς πυρὸς ποὺ θὰ ἔφθανε μέχρι τοῦ Παγασητικοῦ κόλπου κατακαίων εἰς τὴν διαδρομὴν τὴν εὔφορον Θεσσαλικὴν πεδιάδα καὶ τὰς ὡραίας πόλεις τῆς Λαρίσης, Καρδίτσης καὶ Βόλου ἡ ἐκ τῆς καταστροφῆς ταύτης συγκίνησης θὰ ἦτο παμμεγίστη. Ἀλλὰ τὸ πῦρ ποὺ ἐξέρχεται ἀπὸ τὰ βαρέλια, τὰς φιάλας, τὰ ποτήρια καὶ καταστρέφει χειρότερον ἀπὸ τοὺς χειμμάρους τῶν ἡφαιστείων δὲν τὸ βλέπουν, δὲν θέλουν νὰ τὸ ἴδουν οἱ πολλοί, καὶ τὸ πῦρ, χωρὶς νὰ παρεμβάλλεται κανὲν ἐμπόδιον, αὐξάνει, ἀνέρχεται τὰ ὄρη καὶ κατέρχεται τὰς πεδιάδας, καὶ μέσα εἰς τὰς φλόγας τοῦ ὑγροῦ τούτου πυρὸς κινδυνεύει νὰ καῆ ὁλόκληρος ἡ Ἑλλάς.

Ἡ Ἑλλὰς φλογίζεται

Ἡ Ἑλλὰς φλογίζεται ἀπὸ τὸ ὑγρὸν πῦρ. Δὲν λέγομεν καμμίαν ὑπερβολήν. Ρίψετε ἕνα βλέμμα εἰς τὰς πόλεις καὶ ἴδετε. Αἱ ταβέρναι ἔχουν πολλαπλασιασθῆ. Ἡ εἰδωλολατρεία ἀναζῆ. Δὲν ὑπάρχει Ἑλληνικὴ πόλις εἰς τὴν ὁποίαν ὁ Βάκχος, ὁ Θεὸς τοῦ οἴνου νὰ μὴ ἔχη ἱδρύσει τὸν ναόν του, εἰς δὲ ἕνα τοιοῦτον ναὸν μικρᾶς πόλεως εὑρισκομἐνης εἰς τὰς προπόδας τῆς Πίνδου εἴδομεν τὴν ἐπιγραφήν: «Οἰνοπωλεῖον ὁ Βάκχος». Ἄλλη δὲ πόλις τῆς Βορείου Ἑλλάδος, ἡ ὁποία προπολεμικῶς δὲν εἴχε περισσότερα ἀπὸ 5 καπηλεῖα, σήμερον ἀριθμεῖ ἄνω τῶν 50, κεντρικὰ δὲ οἰκήματα τοῦ Μητροπολιτικοῦ Ναοῦ ἐνοικιάσθησαν καὶ μετεβλήθησαν εἰς καπηλεῖα, καὶ ἐνῶ οἱ πολυπληθεῖς λατρευταὶ τοῦ Βάκχου τραγουδοῦν τὰ ἰδικά των τραγούδια καὶ ἐξυμνοῦν τὴν πάνδημον Ἀφροδίτην, εἰς ὀλίγων βημάτων ἀπόστασιν ἐν τῶ Ναῶ τελεῖται ὁ ἐσπερινὸς καὶ ὁ ἱερεὺς μόνος ψάλλει τὸ «Φῶς ἱλαρὸν ἁγίας δόξης ἀθανάτου Πατρός… Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλθόντες ἐπὶ τὴν ἡλίου δύσιν». Ὦ Κύριε! Δύει ὁ ἥλιος καὶ ἀντὶ οἱ ἄνθρωποι νὰ ἔλθουν εἰς τὸν Ναόν Σου διὰ νὰ ψάλλουν τὸν κατανυκτικὸν τοῦτον ὕμνον, συρρέουν ὡς ἀγέλαι εἰς τοὺς ναοὺς τοῦ Βάκχου διὰ νὰ πίουν τόννους ὁλοκλήρους ἀλκοόλ, νὰ μεθύσουν καὶ κυλισθοῦν ὡς τὰ κτήνη εἰς τοὺς δρόμους. Καὶ λέγονται αὐτοὶ ὀπαδοί σου; Δὲν ἤκουσαν ἆραγε ποτὲ τὸν λόγον Σου «Μέθυσοι βασιλείαν Θεοῦ οὐ κληρονομήσουσι»;

Καὶ μόνον μέσα εἰς τὰ καπηλεῖα πίνουν; Πίνουν καὶ εἰς τὰ σπίτια, εἰς τὰς αἰθούσας, εἰς κοσμικὰς συγκεντρώσεις˙ πίνουν γέροντες, ἀλλὰ καὶ οἱ νέοι, ἀλλὰ καὶ αἱ γυναίκες, κυρίαι καὶ δεσποινίδες, πίνουν καὶ μεθύουν, καὶ κάτω ἀπὸ τὸ κράτος τῆς μέθης λέγουν καὶ πράττουν ὅ,τι «αἰσχρὸν ἐστι καὶ λέγειν». Δὲν ὑπάρχει κοσμικὴ συγκέντρωσις ἡ ὁποία νὰ μὴ μολύνεται μὲ τὸ ἀλκοόλ.

Πίνουν αἱ πόλεις. Ἀλλὰ πίνουν καὶ τὰ χωρία. Ὑπάρχουν ὡρισμέναι περιφέριαι, αἱ ὁποῖαι κυριολεκτικῶς καίονται ἀπὸ τὸ ὑγρὸν πῦρ καὶ δὲν ὑπάρχει πυροσβεστικὴ ἀντλία, δὲν ὑπάρχει δηλαδή, «ὕδωρ ζῶν», διδασκαλία Θεία καὶ παράδειγμα ἅγιον τῶν ποιμένων τῆς ἐκκλησίας διὰ νὰ σβύση τὸ κακόν. Ἱεράρχης ἠναγκάσθη νὰ ἐκδώση ἐγκύκλιον ἐναντίον τοῦ ἀλκοολισμοῦ, εἰς τὴν ὁποίαν, μεταξὺ τῶν ἄλλων γράφονται καὶ τὰ ἐξῆς καταπληκτικά. Εἰς τὴν ἐπαρχίαν του «ὑπάρχουν ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι εἰς ἕνα ἀπόγευμα ἐκκενώνουν τριάκοντα καὶ πλέον καραφάκια τῶν 25 δραμίων, ἦτοι ἕνας ἄνθρωπος εἰς ἕνα ἀπόγευμα πίνει δύο ὀκάδες οὖζο. Καὶ τοῦτο ἐπαναλαμβάνεται συνεχῶς. Εἶνε χωρία ὀλιγώτερον τῶν 100 οἰκογενειῶν, εἰς τὰ ὁποῖα καταναλίσκονται ἑβδομαδιαίως διακόσιαι ὀκάδες οὔζου». Αὐτὰ γράφει πονῶν καὶ διαμαρτυρόμενος ὁ γηραιὸς Ἱεράρχης, ἀλλὰ τὸ περίεργον εἶνε ὅτι ἐκ τῆς πρωτευούσης τῆς Μητροπόλεώς του εἶχον ἐπιστολὴν ἁγνοῦ πατριώτου, ὅστις μοῦ ἔγραφεν, ὅτι ἡμέραν τινὰ εἰς κοσμικὸν κέντρον τῆς παραλίας ἤκουσε τὸν ὑπάλληλον του νὰ φωνάζη πρὸς τὸ κυλικεῖον: «Δύο οὖζα τῶν παπάδων!». Διότι δυστυχῶς καὶ οἱ ἱερεῖς πίνουν τὸ ὑγρὸν αὐτὸ πῦρ. Εἰς ἑορτὰς καὶ δεξιώσεις τῶν Μητροπόλεων προσφέρονται οἰνοπνευματώδη ποτά. Μητρόπολις δὲ τῆς Βορείου Ἑλλάδος παρέδωσε στέμφυλα εἰς ἄμβυκα (καζάνι) πρὸς ἐξαγωγὴν οὔζου διʼ ἀνάγκας τοῦ Μητροπολιτικοῦ Μεγάρου. Φαίνεται δὲ ὅτι καὶ ἀρχιερατικὰ χείλη ὑγραίνονται μὲ τὰ ποτά. Πρὸ μηνὸς ἀθηναϊκὴ ἐφημερὶς ἐδημοσίευσεν φωτογραφία κοσμικοῦ κέντρου, εἰς τὸ ὁποῖον ἔρρεεν ἄφθονος ὁ ρητινίτης τῆς Ἀττικῆς, καὶ εἰς φωτογραφίαν μεταξὺ τῶν ἄλλων παρακαθημένων εἰς τὰ τραπέζια ἐφαίνοντο καὶ δύο ἤ τρεῖς κληρικοί. Ταῦτα γράφομεν ὄχι διὰ νὰ κατηγορήσωμεν τὸ ἱερατεῖον, ἀλλὰ διὰ νὰ τονίσωμεν ὅτι τὸ κῦμα τοῦ ἀλκοολισμοῦ ἔχει φθάσει μέχρι καὶ ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι ὑπηρετοῦν εἰς τὸ θυσιαστήριον καὶ οἱ ὁποῖοι πρῶτοι θὰ ἔπρεπε νὰ ἀπέχουν τῆς οἰνοπνευματοποσίας. Φοβοῦμαι μήπως διὰ μίαν μερίδα τοῦ συγχρόνου κλήρου ἔχουν ἐφαρμογὴ οἱ λόγοι τοῦ προφήτου: «ὁ ἱερεὺς καὶ ὁ προφήτης ἐπλανήσθησαν ἀπὸ σίκερα (οἰνοπνευματώδη ποτὰ) πλανῶνται ἐν τῆ ὁράσει, προσκόπτουσιν ἐν τῆ κρίσει. Διότι πᾶσαι αἱ τράπεζαι εἶναι πλήρεις ἐμετοῦ καὶ ἀκαθαρσίας, οὐδεὶς τόπος μένει καθαρός». (Ησ. 28, 3 7-8).

Μέθυσοι κληρικοί! Πῶς τώρα οἰνοπόται κληρικοὶ θὰ διδάξουν τὸ ποίμνιόν των; Διʼ αὐτὸ πρὸ πάσης ἄλλης ἐνεργείας τῶν αἱ Ἱ. Μητροπόλεις θὰ ἔπρεπε νὰ ἐκκαθαρίσουν τὰς τάξεις τοῦ κλήρου ἐκ τῶν μεθύσων κληρικῶν οἱ ὁποῖοι καὶ ἐκ τοῦ ἰδιατέρου χρωματισμοῦ τῆς ρινὸς των διακρίνονται εὐχέρως. Μόνον μία τοιαύτη Ἐκκλησία, ἀπηλλαγμένη τῶν μεθύσων, τῶν σκανδαλοποιῶν κληρικῶν, δύναται νὰ ἡγηθῆ σταυροφορίας ἐν τῶ ἔθνει ἡμῶν ἐναντίον τοῦ ἀλκοολισμοῦ.

ΑΝΤΙΑΛΚΟΟΛΙΚΟΣ ΑΓΩΝ

Τοιοῦτος ἀγὼν σήμερον δὲν ὑπάρχει. Καὶ ὅμως εἶναι ἀνάγκη νʼ ἀρχίση. Ὡς ὅπλα κατʼ αὐτοῦ ὑποδεικνύομεν: (για την συνέχεια πατήστε) Read more »

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΠΙΘΑ 1957 (Η κηδεια ενος Αντιχριστου)

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Ιαν 25th, 2013 | filed Filed under: «ΧΡΙΣΤΙΑΝ. ΣΠΙΘΑ»
  • (Όπως πληροφορούμεθα, όταν μετά από χρόνια έγινε η εκταφή του βλάσφημου και αντίχριστου αυτού λογοτέχνου
  • βγήκε άλιωτος και ξαναεταφιάστηκε εσπευσμένα. Προσπάθησαν κάποιοι να το κρατήσουν μυστικό,
  • αλλά δεν το κατόρθωσαν)

Η ΚΗΔΕΙΑ ΕΝΟΣ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΥ

 

  • «Καὶ εἱστήκει ὁ λαὸς θεωρῶν.
  • Ἐξεμυκτηρίζων δὲ καὶ οἱ ἄρχοντες σὺν αὐτοῖς λέγοντες…». (Λουκ. 23, 35)
  • «Παιδία, ἔσχάτη ὥρα ἐστί, καὶ καθὼς
  • ἠκούσατε, ὅτι ὁ ἀντίχριστος ἔρχεται, καὶ
  • νῦν ἀντίχριστοι πολλοὶ γεγόνασιν˙ ὅθεν
  • γινώσκομεν ὅτι ἐσχάτη ὥρα ἐστίν»
  • (Α΄ Ἰωάν. 2, 18)

ΚΗΔΕΙΑ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΥΔὲν ὑπάρχει ἀγαπητοί μας ἀναγνῶσται, δὲν ὑπάρχει ἀμφιβολία, ὅτι ἡ ἀνθρωπότης εἰσήλθεν εἰς μίαν ἀπὸ τὶς σκοτεινοτέρας περιόδους τῆς Ἱστορίας. Σημεῖα, ποὺ ὑπερβαίνουν ἐσχάτως εἰς τὸν φυσικόν, ἠθικὸν καὶ πνευματικὸν κόσμον, καὶ προκαλοῦν φόβον, σύγχυσιν, ταραχήν, ἀγωνίαν, προειδοποιοῦν τοὺς πάντας. Ἡ γῆ σείεται. Τὰ στοιχεῖα τῆς φύσεως μαίνονται. Αἱ συνειδήσεις κλονίζονται. Αἱ κοινωνίαι ταράσσονται ἐκ βαθέων. Τὰ ἔθνη τὰ μικρὰ τρέμουν, τὰ μεγάλα καὶ ἰσχυρὰ βρυχῶνται ὡς θηρία ἐν κλωβοῖς. Αἰ δὲ ἁπανταχοῦ τῆς γῆς Ἐκκλησίαι κλυδωνίζονται. Βαθεῖς ἐρμηνευταὶ τῆς Βίβλου βλέποντες τὰ ὁλονὲν πυκνούμενα σημεῖα λέγουν καὶ γράφουν, ὅτι ἡ σκιὰ τοῦ Ἀντιχρίστου ἐνεφανίσθη ἐπὶ τῆς γῆς. Οἱ πρόδρομοί του ἔφθασαν, καὶ ὡς οἱ μάγοι τῆς Αἰγύπτου ἐπὶ τῆς ἐποχῆς τοῦ Μωϋσέως ἐνεργοῦν κατὰ παραχώρησιν Θεοῦ σημεῖα καὶ τέρατα, ἐντυπωσιάζουν, τρομοκρατοῦν τοὺς ἀμαθεῖς, κλονίζουν ἱερὰς πεποιθήσεις, κάμνουν θραύσιν. Ὀλίγον ἀκόμη καὶ ἔφθασεν ὁ Ἀντίχριστος. Τὶς οὗτος; Ὕψιστε Θεέ, ἐλέησον τὸν κόσμον! Ἡ φοβερὰ προφητεία τοῦ Ἰησοῦ περὶ συντελείας τῶν αἰώνων ἀρχίζει νὰ ἐκπληρώνεται (Ματθ. 24, 3-31). Οὐαὶ τῆ οἰκουμένη ἐκ τῶν ἐπερχομένων αὐτῆ δεινῶν…

Σημεῖον τῶν καιρῶν εἶνε ὅτι ἐν 20ῶ αἰῶνι τῶν φώτων καὶ τῶν ἐπιστημῶν ὁ Γλυκύτατος Ἰησοῦς ἀνασταυρώνεται. Σταυρωταί του δὲ τὴν φορὰν αὐτὴν εἶνε ὄχι Ρωμαῖοι στρατιῶται, ἀλλὰ… χριστιανοὶ, οἱ ὁποῖοι ἐγεννήθησαν ὑπὸ χριστιανῶν γονέων, ἐβαπτίσθησαν εἰς τὸ ὄνομά Του, ἐθήλασαν τὸ ἄδολον γάλα, ἠνδρώθησαν ἐν τοῖς κόλποις τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἔπειτα… ἀπεφάσισαν νὰ Τὸν σταυρώσουν ἐκ νέου. Καὶ Τὸν σταυρώνουν κατὰ ποικίλους τρόπους. Ἕνας δʼ ἐξ αὐτῶν εἶνε καὶ ὁ διὰ τῆς ἀπίστου καὶ τῆς αἰσχρᾶς λογοτεχνίας τῶν ἡμερῶν μας. Ἀντὶ καρφιῶν οἱ νέοι αὐτοὶ σταυρωταὶ χρησιμοποιοῦν «τὶς πέννες των», τῶν ὁποίων αἱ αἰχμαὶ πληγώνουν βαθύτερον τὸν Ἰησοῦν ἤ ὅσον οἱ ἧλοι ἐκεῖνοι. Καὶ ὄχι πλέον τὸ σώμα Του, ἀλλὰ τὸ πνεῦμα Του, τὴν διδασκαλίαν Του τὴν ἀθάνατον, τὴν ἀρετήν Του τὴν ἄφθαστον, τὴν καλύπτουσαν οὐρανοὺς, τὴν μυστηριώδη ἐπιρροήν Του ἐπὶ τῆς σκέψεως, τοῦ συναισθήματος καὶ τῆς βουλήσεως τῶν ἀνθρώπων, τὸ εὐεργετικώτατον καθίδρυμα, τὴν Ἐκκλησίαν Του, ἐντὸς τῆς ὁποίας φυλάσσεται ἡ ἱερὰ παρακαταθήκη τῆς πίστεως, αὐτὰ ὅλα θέλουν νὰ πλήξουν, νὰ κρημνίσουν, νὰ ἐξευτελίσουν ἐνώπιον ὁλοκλήρου τῆς ἀνθρωπότητος, ἵνα μὴ καὶ ἡ ἀνάμνησίς Του ταράσσητὸν ὕπνον των.

Ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς λέγει ὅτι εἰς τὸν φρικτὸν Γολγοθᾶν, κάτωθεν τοῦ Ἐσταυρωμένου, στρατιῶται καὶ ἄρχοντες τοῦ Ἰσραὴλ «ἐξεμυκτηρίζον» τὸν Ἰησοῦν. Καὶ μὲ τὴν λέξιν αὐτὴν μᾶς δίδει ὁ ἱερὸς Εὐαγγελιστὴς ἀφορμὴν νὰ σκεφθῶμεν ὁποῖος βόρβορος ἀπὸ βάναυσα πειράγματα, ἀπρεπεῖς ἀστειολογίας, βωμολοχίας, χυδαίας ὕβρεις, φρικτὰς βλασφημίας θὰ ἐξῆλθεν ἀπὸ τὰ χείλη ἐκεῖνα ἐναντίον τοῦ Ἀσπίλου Υἱοῦ τῆς Παρθένου. Καὶ τὶ δὲν θὰ εἶπον! Καὶ ὀ λαός; Φεῦ! Ὁ Ἑβραϊκὸς λαός, ὅστις τοσάκις εἶχεν εὐεργετηθῆ ὑπὸ τοῦ Κυρίου καὶ εἰς στιγμὰς ἐνθουσιασμοῦ ἐξεφράζετο καὶ ἔλεγεν ὅτι οὐδέποτε τοιοῦτος ἠθικὸς καὶ θρησκευτικὸς ἡγέτης ἐνεμφανίσθη είς τὸ πρόσωπον τῆς γῆς, ὁ λαὸς αὐτὸς ἀντὶ νὰ διαμαρτυρηθῆ ἵστατο ἐκεῖ καὶ ἤκουε τὸ κατὰ τοῦ Εὐεργέτου ὑβρεολόγιον, ὡς ἄν ἐπρόκειτο περὶ θεάματος, ποὺ ἐξῆπτεν ἁπλῶς τὴν περιέργειάν των.

Ἀλλʼ ὅ,τι καὶ ἐὰν ἐξήμεσαν κατὰ τοῦ Ἐσταυρωμένου τὴν ἡμέραν ἐκείνη τὰ ἀκάθαρτα χείλη ἀγροίκων Ρωμαίων στρατιωτῶν καὶ τυφλῶν ἡγετῶν τοῦ Ἰσραήλ, πρέπει νὰ θεωρηθοῦν μικρά, ἐλάχιστα ἐμπρὸς εἰς ὅσα ὄχι ἀπλῶς διενοήθη καὶ εἶπεν, ἀλλʼ εἶχε τὸ θράσος καὶ τὴν ἀναίδειαν νὰ γράψη εἰς ὀγκώδη μυθιστορήματα ἕνας ἐκ τῶν λογοτεχνῶν τοῦ συγχρόνου κόσμου τῆς παρακμῆς, δυστυχῶς, Ἕλλην τὴν καταγωγὴν καὶ χριστιανὸς Ὀρθόδοξος τὸ θρήσκευμα, ὅστις κατὰ τὸν μῆνα τοῦτον, ὡς ὁ ἄφρων πλούσιος τοῦ Εὐαγγελίου, «ἀπέθανε καὶ ἐτάφη».

* * *

Ἡ «Σπίθα», ὡς θὰ ἐνθυμῶνται οἱ ἀναγνῶσται, καὶ ἄλλοτε ἠναγκάσθη νὰ ἀσχοληθῆ μὲ τὸν Ν. Καζαντζάκη. Εἰς τὸ ὑπ. ἀριθμ. 169 φύλλον, μηνὸς Ἀπριλίου 1955, ἐξητάσαμεν σελίδα πρὸς σελίδα ἕνα ἐκ τῶν βιβλίων τοῦ Κ., τὸ ὑπὸ τὸν τίτλον «Ὁ καπετὰν Μιχάλης» καὶ ἀπεδείξαμεν μὲ παράθεσιν αὐτουσίων περικοπῶν ἐκ κειμένου, ὅτι ὁ συγγραφεὺς τοῦ βιβλίου τούτου δὲν ἀφῆκεν εὐκαιρίαν διὰ νὰ πλήξη καὶ μυκτηρίση τὰ δόγματα τῆς ἀμωμήτου ἡμῶν πίστεως. Φωνὴ Ἀντιχρίστου, ὡς ἀπαίσιος συριγμὸς ὄφεως, ἠκούετο διὰ τῶν σελίδων τοῦ βιβλίου ἐκείνου. Φρίκης δʼ αἰσθήματα κατέλαβε τὸ πολυπληθὲς ἀκροατήριον ἐν τῆ μεγάλη αἰθούση τοῦ Συλλόγου «Τρεῖς Ἱεράρχαι», ὅτε ἀνεγνώσαμεν περικοπὰς τοῦ ἐπαισχύντου βιβλίου.

Ἀλλὰ καὶ τὸ βιβλίον τοῦτο, ὡς καὶ πᾶν ἄλλο δημοσίευμα αὐτοῦ, ὑπερέβη εἰς ἐκφράσεις ἀσεβείας ἕτερον βιβλίον αὐτοῦ, ὅπερ μετεφράσθη καὶ εἰς ξένας γλώσσας, ἐκυκλοφόρησεν εἰς χιλιάδας πολλὰς ἀντιτύπων μεταξὺ τῶν λαῶν τῆς Εὐρώπης καὶ Ἀμερικῆς, ἐπηνέθη καὶ ἐχειροκροτήθη ὑπὸ τῶν λογοτεχνῶν, ὀπαδῶν τοῦ Ἀντιχρίστου, οἵτινες ἠγωνίζοντο νὰ ἀπονείμουν εἰς τὸν συγγραφέα καὶ βραβεῖον Νόμπελ. Τὸ βιβλίον αὐτὸ φέρει τὴν ἐπιγραφὴν «Ὁ τελευταῖος πειρασμός». Ὑπόνομος τῶν Ἀθηνῶν ἐκκενούμενος δὲν θὰ ἀνέδιδε τόσην δυσωδίαν, ὅσην τὸ βιβλίο τοῦτο. Σεβασμὸς πρὸς τὸ ἄχραντον πρόσωπον τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ θὰ ἐπέβαλλε νὰ μὴ ἐπαναλάβωμεν καὶ ἡμεῖς τὰ ὅσα ἐπὶ τοῦ χάρτου γράφονται, ἀλλὰ μιμούμενοι τὴν λακωνικότητα τοῦ ὕφους τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ νὰ γράφωμεν καὶ ἡμεῖς, ὅτι ἐν ἔτει σωτηρίω 1955 ἐνεφανίσθη Ἕλλην τις τὸ ὄνομα Ν. Καζαντζάκης, ὅστις διὰ τῆς γραφίδος ἐξεμυκτήρισε τὸ μυστήριον τῆς θείας ἐνσαρκώσεως, ὁ δὲ Ἑλληνικὸς λαὸς καὶ ἰδιαιτέρως ὁ λαὸς τῆς ἰδιαιτέρας του πατρίδος «εἱστήκει» ἀκούων ἀπαθῶς τὰς ὕβρεις καὶ θεωρῶν ἀνασταυρούμενον τὸν Ἰησοῦν, οἱ δὲ ἄρχοντες τοῦ Ὀρθοδόξου βασιλείου θανόντα τοῦτον ἐκήδευσαν δημοσία δαπάνη, τὸν ὑβριστὴν τοῦ Θεανθρώπου, χυδαιότερον τοῦ ὁποίου δὲν εἴδον οἱ αἰῶνες.

Ἀλλʼ ἐπειδὴ ὁ πολὺς λαὸς δὲν ἔχει διαφωτισθῆ περὶ τῶν φοβερῶν ὕβρεων τοῦ συγγραφέως, τὰ δὲ συγγράμματά του λόγω τῆς διαφημίσεως ὁλοκλήρου σχεδὸν τοῦ Ἑλληνικοῦ τύπου, ἐφημερίδων καὶ περιοδικῶν, καὶ βραβεύσεως τινῶν ἐξ αὐτῶν ὑπὸ τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας, ἔχουν διαδοθῆ μέχρι τῶν ἀκροτάτων περιοχῶν τῆς ταλαιπώρου Πατρίδος μας καὶ φοιτηταί, μαθηταὶ καὶ μαθήτριαι ἐντρυφοῦν εἰς τὰς σελίδας αὐτῶν, διὰ τοῦτο εἴμεθα ἠναγκασμένοι, ἄν μὴ ὅλας τὰς ἀσεβεῖς ἐκφράσεις, τουλάχιστον μερικὰς ἐκφράσεις, ποὺ περιέχονται εἰς τὸ βιβλίον «Ὁ τελευταῖος πειρασμός», ὡς δειγματολόγιον νὰ δημοσιεύσωμεν. Ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος, πρὶν ἀναφέρη ἀπὸ τοῦ ἄμβωνος ἐκφράσεις συγχρόνων αἱρετικῶν καὶ ἀπίστων, ἐζήτει συγγνώμην παρὰ τῶν ἀκροατῶν του, λέγων, ὅτι αἰσχύνομαι διὰ τοῦτο, ἀλλʼ ἡ ἀνάγκη τῆς προφυλάξεως, ἀμύνης καὶ ἀνασκευῆς τοιούτων συκοφαντιῶν κατὰ τῶν ἀληθειῶν τοῦ Χριστιανισμοῦ τὸ ἐπιβάλλει, ἵνα μολύνω τὴν γλῶσσαν ὡς ὁ ἰατρός, ὅστις διὰ νὰ θεραπεύση τὸν ἄρρωστον, τὸν πλήρη ἐλκῶν, ἀναγκάζεται νὰ μολύνη τὰς χεῖρας του μὲ τὴν ἀκαθαρσίαν, ποὺ ἐξέρχεται ἀπὸ τὶς πυορροούσας πληγάς. Ἄς μιμηθῶμεν, λοιπόν, ἐν προκειμένω καὶ ἡμεῖς τὸν ἱερὸν τοῦτον Πατέρα καὶ ἄς ἀποκαλύψωμεν τὰς πλάνας, τὰς ὕβρεις, τὰς χυδαιολογίας τὰς φρικτάς, τὰς πρωτοφανεῖς βλασφημίας, αἱ ὁποῖαι ὡς ἀκάθαρτος ποταμὸς ρέουν διὰ τῶν σελίδων τοῦ ἀνωτέρω βιβλίου.

Ἐν τῶ βιβλίω τούτω, «ὁ τελευταῖος πειρασμός», ὁ Κ. κτυπᾶ ὅλας τὰς βάσεις τῆς πίστεως, ὅλας τὰς θεμελιώδεις ἀληθείας ἐπὶ τῶν ὁποίων στηρίζεται τὸ χριστιανικὸν οἰκοδόμημα. ια την συνέχεια πατήστε) Read more »

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΠΙΘΑ 1945 (ΠΑΡΟΝΤΕΣ ΑΛΛʼ ΑΠΟΝΤΕΣ)

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Ιαν 1st, 2013 | filed Filed under: «ΧΡΙΣΤΙΑΝ. ΣΠΙΘΑ»

ΠΑΡΟΝΤΕΣ ΑΛΛʼ ΑΠΟΝΤΕΣ

«Ἥλθα νὰ κατεβάσω τὴ φωτιὰ στὴ γῆ καὶ ἀνυπομονῶ νὰ τὴ δῶ ν᾽ἀνάψῃ» (Εὐαγγέλιο)

«Η ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΠΙΘΑ» 

Γρεβενά 10 Νοεμβρίου 1945 αριθμ. φυλ. 26

Συντάκτης Αρχιμ. Αὐγουστῖνος Καντιώτης, ἱεροκήρυξ

̶ Εἶνε Κυριακή. Οἱ καμπάνες κτυποῦν. Καὶ οἱ χριστιανοὶ τὶ κάμνουν; Τρέχουν εἰς τὴν Ἐκκλησίαν; Ἀλλοίμονο! Ὁ γλυκὺς ἦχος τῆς καμπάνας δὲν συγκινεῖ πλέον τὴν πλειονότητα τῶν ἀνθρώπων. Ἡ Ἐκκλησία ὡσὰν ἡ κλῶσσα, ὡσὰν στοργικὴ Μητέρα προσκαλεῖ τοὺς ἀνθρώπους τῆς γενεάς μας – κάθε κωδωνοκρουσία εἶνε καὶ ἕνα γενικὸν προσκλητήριον τοῦ Πνεύματος – ἀλλʼ αὐτοὶ μένουν ψυχροί, ἀδιάφοροι. Ὤ! Ἐὰν ἐκτύπα ἡ καμπάνα διὰ πολιτικὸν συλλαλητήριον, διὰ ὑποδοχὴν ἐπισήμων, διὰ διανομὴν τροφίμων, διὰ… τότε ὅλοι θὰ ἔκαμναν φτερὰ καὶ θὰ ἔτρεχον. Νἀ εἶσθε βέβαιοι ὅτι δὲν θʼ ἀπουσίαζε κανείς.

Άλλὰ τώρα; Τώρα ποὺ ὁ Δημιουργὸς τοῦ παντός, ὁ Ἀγαθὸς Πατέρας τοὺς προσκαλεῖ μὲ ἄπειρον καλοσύνην διὰ νὰ τοὺς διανείμη «ὕδωρ καὶ ἄρτον», «ἀργύριον καὶ χρυσίον» εὐλογίας δηλαδή, ἁγίας καὶ Πνευματικὰς ποὺ κάμνουν τὸν ἄνθρωπον νὰ ξεχωρίζη ἀπὸ τὸ κτῆνος, τώρα αὐτοὶ ἀδιαφοροῦν. Μερικοὶ μάλιστα μὲ ἀσέβειαν, ποὺ δὲν ὑπάρχει μέτρον διὰ νὰ τὴν μετρήσωμεν, τὴν ὥραν ποὺ ἀκούουν νὰ κτυποῦν οἱ καμπάνες, δαιμονίζονται, ἀφρίζουν ἀπὸ τὸ κακό των, βλασφημοῦν τὰ Θεῖα. Αὐτοὶ μισοῦν τὸν Θεόν, δὲν θέλουν νʼ ἀκούουν τὴν φωνήν Του, δὲν θέλουν νὰ ὑπάρχουν Ἐκκλησίαι. Εἶνε οἱ αἰρετικοί, οἱ ὑλισταί, οἱ ἄθεοι ποὺ ὑπάρχουν εἰς ὅλα τὰ στρώματα καὶ τάξεις τῆς κοινωνίας.

̶ Δυστυχεῖς οἱ πρώτοι, ποὺ ἀπὸ μίαν ἀδιαφορίαν δὲν ἐκκλησιάζονται. Ἀπείρως δυστυχέστεροι οἱ δεύτεροι ποὺ ἀπὸ μίαν ἀσέβειαν καὶ ἀπιστίαν περιφρονοῦν τὸν ἐκκλησιασμόν. Μένουν μακρὰν ἀπὸ τὸν Ἥλιον τῆς Ζωῆς. Ζοῦν, ζοῦν ὡς τὰ κτήνη, ὡς οἱ ἀσπάλακες εἰς τὰ ὑπόγεια μιᾶς ἀθρήσκου ὑλιστικῆς ζωῆς. Καὶ δυστυχῶς οἱ ἄνθρωποι, ποὺ εἴτε ἀπὸ ἀδιαφορία, εἴτε ἀπὸ ἀπιστίαν καὶ ἀσέβειαν, δὲν ἐκκλησιάζονται εἶνε πολλοί. Εἶνε ἡ πλειοψηφία. Εἶνε τὰ 9/10.

Ἀμφιβάλλετε; Ρίψατε λοιπὸν τὴν Κυριακὴν τὸ πρωΐ ἕνα βλέμμα εἰς τὴν πόλιν σας. Ἐπισκεφθῆτε, ἐὰν ἀγαπᾶτε, τοὺς Ναούς, καὶ μετρήσατε τοὺς ἐκκλησιαζομένους. Καὶ θὰ πεισθῆτε ὅτι αὐτοὶ ποὺ μένουν τὴν Κυριακὴν τὸ πρωΐ ἔξω ἀπὸ τὴν ἐκκλησίαν εἶνε ἡ μεγάλη πλειονοψηφία, οἱ δὲ ἐκκλησιαζόμενοι τακτικὰ εἶνε ἡ μικρὰ πλειοψηφία, ποὺ μοιάζει σὰν ἕνα μικρὸ νησὶ μέσα εἰς ἕνα Ἀτλαντικὸ ὠκεανό. Ναί. Ἀπὸ τοὺς 1000 οἱ δέκα ἐκκλησιάζονται, πολλάκις δὲ οὔτε καὶ δέκα. Ἔχομεν ὑπʼ ὄψιν κωμοπόλεις ποὺ ἀριθμοῦν 2000 ψυχὰς καὶ ὄμως, τὴν Κυριακὴν εἰς τὸν εὐρύχωρον Ναὸν τῆς κωμοπόλεως ὁ ἱερεὺς λειτουργεῖ μόνον μὲ ἕνα νεωκόρον καὶ ἕναν ψάλτην. Οὔτε παιδί, οὔτε γυναῖκα, οὔτε ἄνδρας. Εἰς ὀλίγην ἀπὸ τὸν Ναὸν ἀπόστασιν αἱ γυναῖκες πλῦνουν, οἱ δὲ ἄνδρες ἀπὸ τὸ πρωΐ τῆς Κυριακῆς, μόλις ξημερώσει ἔχουν ἀρχίσει θορυβώδη πολιτικὴν συζήτησιν…

̶ Ἀλλὰ τὶ ἐπάθαμεν; Μᾶς παρέσυρε τὸ κῦμα τῆς πλειονοψηφίας καὶ ἀντὶ νʼ ἀσχοληθῶμεν, ὡς εἴχαμε σκοπόν, μὲ τὴν μειονοψηφίαν, ἀσχολούμεθα μὲ τὴν πλειονοψηφίαν. Καὶ τὶ λοιπὸν, θὰ μοῦ εἴπητε πρόκειται νὰ τὰ βάλης καὶ μὲ τὴν μειονοψηφίαν; Μὲ ἐκεῖνους δηλαδὴ ποὺ παρʼ ὅλην τὴν ψυχρότητα, τὰς εἰρωνείας καὶ τοὺς ἐμπαιγμοὺς συγγενῶν καὶ φίλων ἐξακολουθοῦν νὰ ἐκκλησιάζωνται; Ἀλλʼ αὐτοὶ, φίλε μου εἶνε ἥρωες, εἶνε ἄξιοι ὄχι κατηγορίας, ἀλλʼ ἐπαίνων ἐκ μέρους τῆς ἐκκλησίας διὰ τὴν προθυμία των. Αὐτὰ θὰ μοὺ εἴπητε. Ἀλλʼ ἡμεῖς δὲν βιαζόμεθα νʼ ἀπονείμωμεν τὸ μετάλλιον τῆς εὐσεβείας εἰς ὅλους ἐκείνους ποὺ ἐκκλησιάζονται τακτικά. Διότι καὶ ἀπὸ τοὺς ἐκκλησιαζομένους οἱ περισσότεροι δὲν εἶνε ἐν τάξει ἀπέναντι τῆς Ἁγιωτάτης μας Θρησκείας, Θρησκείας Πνεύματος καὶ ἀληθείας. Παρακολουθήσατε τοὺς ἐκκλησιαζομένους ἐν ἔτει Σωτηρίω 1945.

Συγκρίνατε τὸν ἐκκλησιασμὸν μὲ τὸν ἐκκλησιασμὸν «ἐν σπηλαίοις καὶ ὀπαῖς τῆς γῆς» τῶν Χριστιανῶν τῶν πρώτων αἰώνων τοῦ Χριστιανισμοῦ, ὅπως τὸν περιεγράφαμεν εἰς προηγούμενον φυλλάδιον, καὶ εἴπατέ μας κατόπιν ἐὰν ἡμεῖς λατρεύωμεν τὸν Θεὸν ἐν πνεύματι καὶ ἀληθεία. Ἴδετε τοὺς χριστιανοὺς πῶς ἐκκλησιάζονται. Θὰ στολισθοῦν ὡσὰν νὰ πρόκειται νὰ μεταβοῦν εἰς κοσμικὴν συγκέντρωσιν. Θὰ περιμένουν νὰ κτυπήση ἡ τελευταία καμπάνα. Θὰ εἰσέλθουν εἰς Ναόν, θὰ ἀγοράσουν τὸ κηρί των, θὰ ζητήσουν τὰ ρέστα ἀπὸ τοὺς ἐπιτρόπους, ἀδιαφοροῦντες ἐὰν τὴν ὥραν ἐκείνην ἀναγιγνώσκεται τὸ Εὐαγγέλιον, ἐξέρχονται τὰ Ἅγια. Αὐτοὶ θὰ προχωρήσουν, θὰ ζητήσουν θέσιν, θὰ δημιουργήσουν θόρυβον καὶ ἐντέλει θὰ σταθοῦν. Θὰ σταθοῦν; Τρόπος τοῦ λέγειν. Ἴδετέ τους! Θὰ στρέφωνται, ὠς άνεμοδείκται, πρὸς ὅλας τὰς διευθύνσεις. Θὰ συζητήσουν μὲ τὸν διπλανόν των, θὰ σχολιάσουν τὸν ἱερέα, τὸν ψάλτην. Θὰ ρίψουν βλέμματα περίεργα καὶ ἀναιδῆ. Θὰ πτύσουν χάμω. Καὶ ἄς ὑπάρχουν χιλιάδες πινακίδες: «Μὴ συζητεῖτε», «Μὴ πτύετε», «δεξιὰ οἱ ἄνδρες ἀριστερὰ οἱ γυναῖκες». Τίποτε! Καμμιὰ συναίσθησις τῆς ἱερότητος τοῦν Ναοῦ δὲν διακρίνει τοὺς σημερινοὺς ἐκκλησιαζομένους. Δὲν βλέπεις εἰς τὰ πρόσωπά των τὴν συγκίνησιν ποὺ ἔπρεπε νὰ αἰσθάνωνται κατὰ τὰς ἱερὰς καὶ ἁγίας στιγμὰς τῆς Θείας Λειτουργίας. Εὑρίσκεται ἡ Θεία Λειτουργία εἰς τὸ κρισιμώτερόν της σημεῖον. Γίνεται Θαῦμα τῶν Θαυμάτων. Μεταβάλλεται ὁ οἶνος εἰς αἶμα τοῦ Χριστοῦ καὶ ὀ ἄρτος εἰς σάρκα τοῦ Χριστοῦ. Οἱ ἄγγελοι τρέμουν. Καὶ οἱ ἐκκλησιαζόμενοι; Κάθονται μακαρίως εἰς τὰ στασίδια! Καὶ εἴθε μόνον νὰ κάθωνται; Τὸ πνεῦμα των τὰς φρικτὰς ἐκείνας στιγμὰς δὲν εἶνε εἰς τὴν Ἐκκλησίαν. Ἀπουσιάζει. Ποὺ εἶνε; Ποὺ βόσκει; Ἔξω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησίαν. Τὴν ὥραν ἐκείνην σκέπτονται καὶ λύουν ὅλα τὰ ἀτομικὰ καὶ οἰκογενειακά των προβλήματα. Τὸ κορμί των εἶνε μόνον εἰς τὴν Ἐκκλησίαν, ἡ ψυχή των εἶνε εἰς τὸν κόσμον καὶ εἰς τὸν Διάβολον. Εἰς μάτην φωνάζει ἡ Ἐκκλησία: «Προσοχή! Πρόσχωμεν! Μετὰ φόβου Θεοῦ…». Εἰς μάτην ψάλλει ὁ ψάλτης: «Οἱ τὰ Χερουβεὶμ μυστικῶς εἰκονίζοντες πᾶσαν βιοτικὴν ἀποθώμεθα μέριμναν ὡς τὸν Βασιλέα τῶν ὅλων ὑποδεξάμενοι». Αὐτοὶ μηχανικῶς μόνοι εὑρίσκονται εἰς τὴν ἐκκλησίαν. Τὸ πνεῦμα των δὲν παρακολουθεῖ τὰ τελούμενα.

Διʼ αὐτὸ βγάζουν ἀκατάπαυστα τὰ ὡρολόγιά των, βλέπουν τὴν ὥραν καὶ ἀνυπομονοῦν πότε θὰ τελειώση ἡ Θεία Λειτουργία. Πολλοὶ μάλιστα φεύγουν πρὶν νὰ τελειώση. Ἀλλοίμονον. Στρέφουν τὰ νῶτα πρὸς τὸν Σωτῆρα Χριστὸν καὶ ἐξέρχονται τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτοὶ ἦσαν οἰ παρόντες σωματικῶς, ἀλλʼ ἀπόντες ψυχικῶς κατὰ τὴν ὤραν τῆς Θείας Λειτουργίας. Δὲν ἐπῆραν σχεδὸν τίποτε ἀπὸ τὴν ἐκκλησίαν. Κενοὶ εἰσῆλθον, κενοὶ ἐξῆλθον. Μαῦροι ἦσαν προτοῦ νὰ εἰσέλθουν, μαῦροι καὶ ἐξῆλθον, ἴσως καὶ περισσότερον μαῦροι… Καὶ λοιπόν; Νὰ καταργήσωμεν τὸν Ἐκκλησιασμόν; Ὄχι, μυριάκις ὄχι! Διότι ὁ ἐκκλησιασμὸς εἶνε ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ μας. Αὐτὸς διέταξε νὰ συγκεντρωνόμεθα. Αὐτὸς εἴπεν ὅπου εἶνε δύο ἤ τρεῖς συγκεντρωμένοι εἰς τὸν ἐμὸν ὄνομα ἐκεῖ θὰ εἶμαι καὶ ἐγὼ ἐν μέσω αὐτῶν. Ἀλλὰ καυτηριάζοντες τὸν τρόπον, μὲ τὸν ὁποῖον σήμερον ἐκκλησιαζόμεθα ποθοῦμεν νὰ ἰδωμεν, ὅπως οἱ ὀλίγοι ἐκεῖνοι χριστιανοὶ ποὺ ἐκκλησιάζονται τακτικὰ ἐκκλησιάζονται «ἐν πνεύματι καὶ ἀληθεία».

Τὸ πῶς τώρα οἱ Χριστιανοὶ θὰ ἐπανέλθουν εἰς τὴν ἀρχαίαν τάξιν καὶ θείαν ἀρμονίαν τῆς Λατρείας τοῦ Θεοῦ, αὐτὸ εἶνε ἕνα σοβαρὸν πρόβλημα ποὺ πρέπει νὰ ἀπασχολήση τὴν Διοικοῦσαν Ἐκκλησίαν. Καὶ ἐπʼ αὐτοῦ θὰ συνεχίσωμεν τὸ ἄρθρον μας.


 

_

ΤΟ ΦΡΙΚΤΟ ΜΑΣ ΕΓΚΛΗΜΑ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Δεκ 8th, 2012 | filed Filed under: «ΧΡΙΣΤΙΑΝ. ΣΠΙΘΑ»

 + ΕΣΤΙΑ +

Αριθμ. Φυλ. 18

ΤΟ ΦΡΙΚΤΟ ΜΑΣ ΕΓΚΛΗΜΑ

Εἶναι πρωΐ. Κάθoμαι εἰς τὸ ἄκρον τῆς πόλεως. Ξαφνικὰ κάτι ἀκούω καὶ ἀνατριχιάζω. Εἰς τὰ αὐτιά μου φθάνει, ὡς καλημέρα, μία φρικτὴ βλασφημία. Δὲν περνᾶ δευτερόλεπτον καὶ ἡ βλασφημία ἐπαναλαμβάνεται ἀκόμη δύο φορές. Θεέ μου εἶπα μέσα μου˙ ποῖος εἶναι αὐτὸς ποὺ πρωῒ σὲ χαιρετᾶ μὲ βλασφημίας; Δὲν ἀντέχω. Βγαίνω ἔξω, διὰ νὰ ἴδω καὶ νὰ παρατηρήσω τὸν βλάσφημον. Καὶ ὁ βλάσφημος ἦτο ἕνα παιδὶ 14-15 ἐτῶν. Αὐτὸ ἦλθε νὰ πάρη νερὸ στὴ βρύση, τσακώθηκε μὲ ἄλλα παιδιὰ καὶ ἤρχισε νὰ βλασφημῆ. Τῶ ἔκανα τὴν παρατήρησιν, ἀλλὰ τὸ παιδὶ δὲν φάνηκε νὰ δίδη σημασίαν εἰς τὰ λεγόμενά μου.

Καὶ δὲν εἶναι ἡ μοναδικὴ περίπτωσις. Διότι δὲν περνᾶ ἡμέρα εἰς τὴν πόλιν ποὺ νὰ μὴν ἀκούσω βλασφημίας, πολλὲς φορὲς μάλιστα 10-15-20. Βλασφημοῦν οἱ περισσότεροι. Μικροὶ καὶ μεγάλοι καὶ γυναῖκες ἀκόμη. Καὶ ἐὰν τὸ κακὸν συνέβαινε μόνον εἰς τὰ Γρεβενά˙ διότι αὐτὴ εἶναι ἡ πόλις, περὶ τῆς ὁποίας, ἀνωτέρω γράφομεν, θὰ εὐρίσκαμεν μίαν δικαιολογίαν, ὅτι μία ἐπαρχία, ποὺ ἐκκλησιαστικῶς ἐγκαταλείφθηκε χρόνια ὁλόκληρα ἑπόμενον ἦτο οἱ ἄνθρωποι νὰ ψυχρανθοῦν θρησκευτικῶς καὶ νὰ κάμνη τὴν ἐμφάνισιν της ἡ βλασφημία. Ἀλλὰ δυστυχῶς. Ἡ βλασφημία δὲν εἶναι τὸ φαρμακερὸ ἀγκάθι ποὺ φυτρώνει μόνον εἰς τὸν χέρσον τόπον τῆς ἐπαρχίας ταύτης. Τὸ ἀγκάθι αὐτὸ εὐδοκιμεῖ εἰς ὅλην τὴν Μακεδονίαν μας. Τὴν βλασφημίαν τὴν εἰς καὶ τὴν Κοζάνην, καὶ εἰς τὴν Βέρροιαν, καὶ εἰς τὴν Νάουσαν, καὶ εἰς τὴν Φλώριναν, καὶ εἰς τὸ Κιλκὶς…. Δὲν ὑπάρχει χωριό, ποὺ νὰ μὴν βλασφημῆ, διὰ νὰ μὴ εἴπω ὅτι δὲν ὑπάρχει σπίτι ποὺ νὰ μὴν βλασφημῆ. Τείνει νὰ γίνη κανὼν τοῦ βίου: βλασφημεῖτε τὸν Δημιουργόν. Ἐξαίρεσις δὲ εἶναι ὅσοι ἀκόμη ἐνθυμοῦντας τὴν ἐντολὴν τοῦ Δεκαλόγου καὶ δὲν ἀσεβοῦν κατὰ τοῦ Παναγίου ὀνόματος τοῦ Θεοῦ.

Αὐτὸ εἶναι τὸ φρικτὸ ἔγκλημα τῆς Μακεδονίας. Λένε οἱ παλαιότεροι πὼς πρὸ 40 χρόνια δὲν ἠκούετο βλασφημία εἰς ὅλην τὴν Μακεδονίαν. Καὶ τώρα κατὰ χιλιάδες ἀκούονται αἱ βλασφημίαι, καὶ ἐμολύνθη ὅλη ἡ Πατρίς μας, καὶ κατηντήσαμεν νὰ ὀνομαζώμεθα ἀπὸ τοὺς ξένους ὡς χώρα, εἰς τὴν ὁποίαν κατοικοῦν οἱ περισσότεροι βλάσφημοι.

»Συνήθεια» θὰ εἴπουν πολλοί. »Συνηθίσαμεν καὶ δὲν εἰποροῦμεν τώρα νὰ τὸ κόψωμεν». Πρόφασις καὶ δικαιολογία. Διότι συνήθεια εἶναι καὶ τὸ τσιγάρο καὶ τὸ ποτό. Ἀλλʼ ἅμα ὁ ἰατρὸς σοῦ εἴπη: πρόσεξε κίνδυνος-θάνατος ἐὰν συνεχίσης νὰ καπνίζης καὶ νὰ πίνης καὶ νὰ ξενυχτᾶς, δὲν σὲ ἐγγυῶμαι πλέον, θὰ χειροτερεύση ἡ κατάστασίς σου… Τότε πετὰς καὶ καπνοσύριγγας καὶ τσιγάρα καὶ γίνεσαι ἄκαπνος. Τότε κόπτεις συνήθειες πολυχρόνιες, τότε ὑποβάλλεσαι εἰς αὐστηρὰν δίαιταν καὶ περιορίζεις τὸν ἐαυτόν σου, διὰ νὰ μὴ καταστρέψης ὁλοτελῶς τὴν ὑγείαν σου. Ἀλλʼ ἐδῶ εἰς τὴν κακὴν συνήθειαν τῆς βλασφημίας ἀδιαφορεῖς. Καὶ ἀδιαφορεῖς, διότι δὲν ἐκάθησες ποτὲ νὰ σκεφθῆς τὶ κάμνεις τὴν ὥραν ποὺ ἀφήνεις τὴν γλῶσσαν σου νὰ χύση πικρὸν δηλητήριον κατὰ τοῦ Θεοῦ. Ἐὰν σκεφθῆς ποῖος εἶσαι σὺ ποὺ βλασφημεῖς καὶ ποῖος εἶναι ἐκεῖνος, ἐναντίον τοῦ ὁποίου στέλλεις καθημερινῶς τὰς αἰσχράς σου ἐπιστολάς, θὰ ἔφριττες. Ἐὰν ὁ θυμός σου σὲ παρέσυρε καὶ ἔκαμνες φόνον, θὰ ἐταράσσεσο τρομερά, δὲν θὰ ἐκοιμᾶσο, ἔστω καὶ ἐὰν κανεὶς δὲν σὲ εἴδε κατὰ τὴν ὥραν τοῦ ἐγκλήματος. »Αλοίμονον» θὰ ἔλεγες! »ἐσκότωσα ἄνθρωπον. Παρέβηκα τὴν ἐντολὴν τοῦ Θεοῦ »Οὖ φονεύσεις». »Ἐβύθισα μίαν οἰκογένειαν εἰς τὸ πένθος. Θεέ μου! Ἐτυφλώθηκα! Ἐλέησέ με…» Ἀλλά, ἀδελφέ μου, πίστευσέ με. Χειρότερον ἔγκλημα ἀπὸ τὸν φόνον εἶναι ἡ βλασφημία. Καὶ θὰ ἔπρεπε νὰ ταραχθῆς καὶ νὰ κλαύσης περισσότερον ἀπʼ ὅτι θὰ ἐταράσσεσο καὶ θὰ ἔκλαιγες ἐὰν ἐφόνευες ἄνθρωπον, θὰ ἔπρεπε νὰ εἴπης: »Ἀλοίμονον! Ἐβλασφήμησα τὸν Θεόν! Σὰν σκυλὶ λυσσασμένο ἐδάγκωσα τὸ χέρι τοῦ εὐεργέτου μου, ποὺ κάθε δευτερόλεπτον μὲ εὐεργετεῖ. Ἐφάνηκα ἀχάριστος καὶ δὲν ἀξίζει νὰ λέγωμαι ὄχι πλέον Χριστιανός, ἀλλʼ οὔτε ἄνθρωπος, οὔτε κτῆνος, γιατὶ καὶ τὰ ζῶα ἀναγνωρίζουν τὸ ἀφεντικό των καὶ ἐκδηλώνουν εὐγνωμοσύνην. Θεέ μου! Τὴν ὥραν ποὺ βλασφήμησα ἔγινα χειρότερος καὶ ἀπὸ τὸν Διάβολον, διότι αὐτὸς ἀκούει τὸ ὄνομά Σου καὶ τρέμει, ἐγὼ τὸ βλασφημῶ. Ἐλέησέ με Κύριε! Θὰ εἶναι ἡ τελευταία μου βλασφημία…»

Ἀλλὰ ἐὰν παρʼ ὅλα αὐτὰ δὲν ἀποφασίζεις νὰ κόψης τὴν βλασφημίαν, ἀλλʼ ἐξακολουθεῖς πρωΐ-μεσημέρι καὶ βράδυ καὶ μεσάνυχτα νὰ βλασφημεῖς τὰ ὅσια καὶ τὰ ἱερὰ τῆς θρησκείας μας, τότε ἡ ἀσθένειά σου, ἄνθρωπέ μου, εἶναι πολὺ μεγάλη. Δὲν βλασφημεῖς ἀπὸ κακὴν συνήθειαν, ἀλλὰ βλασφημεῖς ἀπὸ ἀπιστίαν. Δὲν πιστεύεις, διʼ αὐτὸ βλασφημεῖς. Ἐχεις ξεριζώσει πλεόν τὴν πίστιν, νομίζεις ὅτι δὲν ὑπάρχει Θεὸς καὶ ἀφοῦ δὲν ὑπάρχει δύνασαι νὰ ὑβρίζης. Ἀλλὰ δυστιχισμένε! Σημείωσέ το! Δὲν θὰ περάση πολὺς καιρὸς καὶ ὁ Θεός, τὸν ὁποῖον σὺ ἐκήρυξες εἰς ἀνυπαρξίαν, θὰ κάμη τὴν ἐμφάνισίν Του. Τώρα σὲ ἀκούει, σʼ ἀνέχεται, σʼ ἀφήνει ἀτιμώρητον. Περιμένει τὴν μετάνοιάν σου, ἀναβάλει τὴν τιμωρίαν σου. Ἄλλʼ ἐὰν τὸ ποτῆρι τῆς ὀργῆς του ξεχειλίση, ὲἀν ἐκδώση ἐναντίον σου τὴν ἀπόφασίν Του, τότε γράφε ἀλλοίμονον. Βλάσφημε! Ποὺ θὰ κρυβῆς; Ὅπου καὶ ἐὰν ὑπάγης θὰ συλληφθῆς. Τὸ Βασίλειον τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀπέραντον. Δὲν ἔχει σύνορα. Δὲν εἰμπορεῖς νὰ πῆς: »Διαβαίνω τὰ σύνορα καὶ εὐρίσκομαι εἰς ἄλλο Βασίλειον, ποὺ δὲν ἐξουσιάζει ὁ Θεός». Καὶ εἰς τὰ Ἰμαλάϊα ἐὰν κατοικήσης, καὶ εἰς τὰ σύννεφα, ἐὰν κτίσης τὴν φωλέαν σου, καὶ ὁπουδήποτε καὶ ἐὰν μεταβῆς, ἄγγελος Κυρίου θὰ σὲ καταδιώξη, θὰ σὲ συλλάβη, θὰ σὲ ὀδηγήση εἰς τὸ κριτήριον καὶ μύρια στόματα θὰ φωνάξουν: Αὐτὸς εἶναι ἐγκληματίας! Ἐβλασφήμησε τὸν Θεόν! Τιμωρήσατέ τον.

Βλάσφημοι! Πρὶν ἀκούσετε τὸ ‘‘σκληρὸν πρὸς Κέντρα λακτίζειν» πρὶν ἀνοίξουν οἱ οὐρανοὶ καὶ πέσουν οἱ Κεραυνοὶ σπεύσατε! Γονατίσατε ἐνώπιον τῆς Μεγαλωσύνης τοῦ ‘Υψίστου! Ζητήσατε τὸ ἔλεός Του. Καὶ τοῦ λοιποῦ καμμία βλασφημία εἰς τὰ χείλη σας. Τιμήσατε τὸ Ὄνομά Του τὸ Ἁγιον, τὸ ὁποῖον ὑμνεῖ ἅπασα ἡ Κτίσις.

 Γρεβενά 1 Ιουλίου 1945

ΣΗΜΕΙΩΣΙΣ: Παρακαλεῖται ἐκεῖνος, ποὺ θὰ πάρη τὸ φυλλάδιον αὐτό, νὰ τὸ δώση καὶ εἰς ὅλους ἐκεῖνους τοὺς φίλους του καὶ τοὺς γνωστοὺς του ποὺ γνωρίζει ὅτι ἔχουν τὴν κακὴν συνήθειαν νὰ βλασφημοῦν. Ἄς κηρύξωμεν ὅλοι πόλεμον κατὰ τῆς βλασφημίας.

Γραπτό κήρυγμα του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου

ΦΡΙΚΤΟ ΑΜΑΡΤΗΜΑ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Νοέ 7th, 2012 | filed Filed under: «ΧΡΙΣΤΙΑΝ. ΣΠΙΘΑ», ΓΡΑΠΤΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ

 

          ΕΣΤΙΑ        Φυλ.19

ΣΥΝΕΝΟΧΟΙ ΟΙ ΑΔΙΑΦΟΡΟΙ

Ἔνοχοι! Ποῖοι; Οἱ Βλάσφημοι. Αὐτοὶ ποὺ ὁπουδήποτε καὶ ἐὰν σταθοῦν, ἀκονίζουν τὴν γλῶσσαν των, ἀνοίγουν τὸ στόμα των καὶ σὰν φίδια φαρμακερὰ χύνουν δηλητήριο, ὑβρίζουν μὲ τὸ αἰσχρότερον λεξιλόγιον τὰ ἱερὰ καὶ όσια τῆς Θρησκείας μας. Φρίκη! Ὅλοι οἱ λαοὶ˙ καὶ αὐτοὶ ἀκόμη οἱ ἄγριοι σέβονται τὸν Θεόν τους, καὶ μόνον ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες, οἱ ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ ὑβρίζομεν τὴν θρησκείαν μας.

Ὑβρίζομεν! Ὅλοι μας λοιπόν; Ὅλοι μας εἴμεθα βλάσφημοι; Δὲν τὸ ἀρνούμεθα, ὅτι ὑπάρχουν πολλοὶ ποὺ ποτέ των εἰς τὴν ζωὴν δὲν ἐβλασφήμησαν. Τὸ καυχῶνται μάλιστα καὶ τὸ παρουσιάζουν ὡς τίτλο ἁγιότητος. Ἀλλὰ καὶ αὐτοὶ ἔχουν μερίδιον εἰς τὴν ἐνοχὴν τῶν βλασφήμων καὶ θὰ δώσουν λόγον διὰ τὰς φρικτὰς βλασφημίας ποὺ ἀκούονται ἐπάνω εἰς τὴν γῆν. Ναί, εἶναι συνένοχοι, διότι ἀκούουν μὲ ἀπάθειαν, μὲ ἀδιαφορίαν νὰ βλασφημῆται ἡ θρησκεία μας. Παρατηρήσατε τί γίνεται; Ἕνας βλάσφημος εἰς τὴν πλατεῖαν τῆς πόλεως βλασφημεῖ. 50, 100, 200, 1000 ἄνθρωποι τὸν ἀκούουν. Δὲν εἶναι Ἐβραῖοι, οὔτε Τούρκοι. Χριστιανοὶ εἶναι. Λέγουν ὅτι πιστεῦουν εἰς τὸν Χριστόν. Καἰ ὅμως, οὔτε ἕνας ἀπʼ αὐτοὺς ποὺ ἤκουσαν τὴν φρικτὴν βλασφημίαν δὲν συνεκινήθηκε, δὲν ἐταράχθηκε, δὲν ἐθύμωσε, δὲν ἠγανάκτησε, δὲν ἤνοιξε τὸ στόμα του διὰ νὰ διαμαρτυρυθῆ διὰ τὴν δημοσίαν προσβολὴν τῆς Θρησκείας. Πῶς νὰ ὀνομάσωμεν τοὺς χριστιανοὺς αὐτοὺς τοῦ 20ου αἰῶνος; Χλιαροῦς, ἀπαθεῖς, ἀδιαφόρους; Ἐλαφρὸς ὁ χαρακτηρισμός των. Ἡ ἐνοχή των εἶναι μεγάλη, τεραστία. Καὶ θὰ ἠθέλαμεν νὰ ἐρωτήσωμεν ἕναν ἀπʼ αυτοὺς ποὺ ἀκούουν ἀδιάφοροι τὰς βλασφημίας: Ἄνθρωπε! Ὑπόθεσε, ὅτι εἰς τὴν πλατεῖαν κάποιος ὑβρίζει μὲ τις χυδαιοτέρες λέξεις τὴν γυναῖκα σου ἤ τὴν μάννα σου. Τί θὰ κάμης; Θὰ κάθεσαι νʼ ἀκούης μὲ ἀπάθειαν τὰς ὕβρεις; Θʼ ἀνέχεσαι νὰ ὑβρίζεται ἡ οἰκογενειακήν σου τιμή; Ὄχι. Ἀλλὰ μέσα εἰς τὰ στήθη κῦμα ἀγανακτήσεως θὰ φουντώση. Πῶς τολμᾶ αὐτὸς θὰ εἴπης, αὐτὸς ὁ αὐθάδης νὰ ἀναφέρη τόσο ὐβριστικὰ τὸ ὄνομα τῆς οἰκογενείας μου; Ἡ γυναῖκα μου καὶ ἡ μάννα μου καὶ ἡ ἀδελφή μου εἶναι τίμιαι γυναῖκες. Αὐτὸς ποὺ τὰς ὑβρίζει θὰ ἔπρεπε νὰ πλύνη πρῶτα τὸ στόμα του διὰ νʼ ἀναφέρη τὸ ὄνομά των.

Ἀλλὰ τώρα θὰ μάθη νὰ μὴ ὑβρίζη τὸ σπίτι μου. Καὶ πλησιάζεις τὸν ὑβριστὴ τῆς οἰκογενειακῆς σου τιμῆς. Καὶ τὸν παρατηρεῖς. Καὶ τὸν ἐλέγχεις δημόσια. Καὶ τὸν μηνύεις εἰς τὰ δικαστήρια. Καὶ κάμνεις τὸ πᾶν διὰ νʼ ἀποκατασταθῆ ἡ προσβληθεῖσα τιμή. Αὐτὰ κάμνεις, ἄνθρωπε, ὅταν ὑβρίσουν ἕνα προσφιλὲς μέλος τῆς οἰκογενείας σου. Ἀλλὰ νά! Τώρα! Δὲν ἀκούεις; Δὲν ἔχεις αὐτιά; Δὲν ἔχεις καρδιά; Δὲν ἔχεις αἴσθημα; Δὲν ἔχεις νεῦρα; Δὲν ἔχεις θυμόν; Τὶ ἔπαθες; Νά! Ἄκουσε! Αὐτὸς ὁ αὐθάδης ὑβρίζει. Μίαν ἀξίζει ἀσυγκρίτως περισσότερον ἀπὸ τὴν μάννα σου καὶ ἀπὸ τὴν γυναῖκα σου καὶ ἀπὸ τῆν ἀδελφή σου! Εἶναι ἠ Παναγία μας, ἡ γλυκειὰ μάννα ὅλων τῶν Χριστιανῶν. Αὐτὴν παρακαλεῖς εἰς τὸν κίνδυνον. «Παναγία σῶσε με». Καὶ τώρα τὴν ὑβρίζουν. Τὴν ὑβρίζουν μὲ λέξεις μὲ τiς ὁποίες δὲν τολμοῦν νὰ ὑβρίσουν καὶ τὴν χειροτέραν τοῦ κόσμου γυναῖκα. Καὶ σὺ τί κάμνεις; Κάθεσαι καὶ καμαρώνεις τὸν βλάσφημον. Καὶ ὀνομάζεσαι χριστιανός! Κάνεις πέντε βήματα παραπάνω καὶ ἀκούεις ἄλλον νὰ ὑβρίζη. Ἕναν. Τὸν Χριστό. Δὲν ὑπάρχει ἄλλος ἀνώτερος ἀπʼ αὐτόν. Οὔτε μᾶς ἠγάπησε ἄλλος ὅπως ὁ Χριστός, οὔτε ὑπάρχει ἄλλος εὐεργέτης τῆς ἀνθρωπότητος μεγαλύτερος ἀπὸ τὸν Χριστόν. Καὶ ὅμως, ἀκούομεν νὰ ὑβρίζεται καθημερινῶς καὶ ἡμεῖς δὲν κάμνομεν καμμίαν διαμαρτυρίαν.

Ὤ! Ἐὰν ἐπιστεύαμεν πραγματικὰ εἰς τὴν θρησκείαν μας, δὲν θʼ ἀνεχώμεθα τὴν βλασφημίαν. Μόλις θὰ ἠκούαμεν τὴν βλασφημίαν, θὰ ἐπλησιάζαμεν τὸν βλάσφημον, ὅποιος καὶ ἐὰν ἦτο, θὰ διεμαρτυρώμεθα ἐντόνως καὶ θὰ του ἐλέγαμε: «Πρόσεξε! Δὲν σοῦ ἐπιτρέπομεν νὰ βλασφημήσης τὸν Πατέρα μας. Πατέρας μας εἶναι ὁ Θεός. Δὲν σοῦ ἐπιτρέπομεν νὰ βλασφημήσης τὴν Παναγίαν. Εἶναι ἡ Μάννα μας. Δὲν σοῦ ἐπιτρέπομεν νὰ βλασφημήσης τὸν Ἅγιον. Εὶναι ὁ προστάτης μας, φίλος καὶ ἀδελφός μας! …».

Ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος, ὁ μέγας ρήτωρ τῆς Ἐκκλησίας μας ἐκήρηττε: «χέρι ποὺ θὰ κτυπήση τὸν βλάσφημον θʼ ἀγιάση!» Ὁ δὲ Ἄγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ποὺ πέρασε ἀπὸ τὰ μέρη τῆς Δ. Μακεδονίας ἐκήρυττε: «Ἕνας ἄνθρωπος νὰ μὲ ὑβρίση νὰ φονεύση τὸν πατέρα μου, τὴν μητέρα μου, τὸν ἀδελφόν μου, καὶ ὕστερα τὸ μάτι νὰ μοῦ βγάλη, ἔχω χρέος ὡσὰν χριστιανὸς νὰ τὸν συγχωρήσω. Τὸ δὲ νὰ ὑβρίζη τὸν Χριστόν μου καὶ τὴν Παναγίαν μου, δὲν θέλω νὰ τὸν βλέπω…».

Καὶ τώρα, χριστιανέ μου, τὸ καθῆκον σου εἶναι ὁλοφάνερον. Δὲν ἀρκεῖ νὰ λέγης «δὲν ἐβλασφήμησα», ἀλλὰ ἔχεις ὑποχρέωσιν νʼ ἀντιδράσης ἐναντίον τῆς βλασφημίας. Μὴ κλείσης τὸ στόμα σου, ὅταν βλασφημῆται ἡ θρησκεία μας.

Ἄνοιξέ το! Συμβούλευσε τὴν πρώτην, ἔλεγξε τὴν δευτέραν φοράν. Τιμώρησε τὴν τρίτην. Τὸ πᾶν πρᾶξε, ὥστε εἰς τὸ σπίτι σου, εἰς τὴν γειτονία σου, εἰς τὸ χωριό σου καὶ τὴν πόλιν σου νὰ μὴν ἀκούεται βλασφημία. Εἰς κάθε χωριὸ καί εἰς κάθε πόλιν πρέπει οἱ χριστιανοὶ ποὺ πιστεύουν εἰς τὸν Χριστὸν νὰ ἐνωθοῦν, νὰ ἱδρύσουν Ἀντιβλασφημικὸν Σύλλογον (ὅπως ὑπάρχει εἰς Ἀγρίνιον, Πάτρας, Βόλον), καὶ νὰ πολεμήσουν τὸν ἑωσφόρον τῆς βλασφημίας.

Ἐμπρὸς χριστιανοί μου! Να αγωνισθοῦμε ὅλοι διὰ νὰ ἐξαλείψωμεν τὴν βλασφημίαν ἀπὸ τὴν πατρίδα μας καὶ να διδάξωμε ὅλους ὅτι παραπάνω ἀπʼ ὅλα τὰ ονόματα εἶναι τὸ ὅνομα τοῦ Ἱησοῦ Χριστοῦ, τὸ ὅνομα Ἐκείνου, ἐνώπιον τοῦ ὁποίου θὰ γονατίση μίαν ἡμέραν ὁλόκληρος ἡ κτίσις.

ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ· ΑΡΧΙΜ. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ Ν. ΚΑΝΤΙΩΤΗΣ

Γρεβενὰ 24 Ἱουλίου 1945

«ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΠΙΘΑ» 1947 (ΔΕΝ ΕΙΜΕΘΑ ΜΟΝΟΙ)

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Νοέ 5th, 2012 | filed Filed under: «ΧΡΙΣΤΙΑΝ. ΣΠΙΘΑ»

Ἀφιεροῦται εἰς τοὺς ἀκρίτας μας

ΔΕΝ ΕΙΜΕΘΑ ΜΟΝΟΙ

 

«Καὶ εἴπεν Ἐλισσαιέ˙ μὴ φοβοῦ ὅτι πλείους
οἱ μεθʼ ἡμῶν ὑπὲρ τοὺς μετʼ αὐτῶν»
(Ἁγία Γραφή)

Ἐὰν ὑπάρχη ἕνα βιβλῖον ποὺ εἰμπορεῖ νὰ μᾶς δώση φωτεινὴν ἱκανοποιητικὴν ἀπάντησιν εἰς τὰ μεγάλα ἐρωτήματα τῆς ζωῆς μας, νὰ σφογγίση τὰ δάκρυά μας, νὰ γαληνεύση τὸ ἐσωτερικὸν τῆς ψυχῆς μας, νὰ ἐκδιώξη τοὺς μυρίους φόβους τῆς ἀνησυχίας μας, καὶ νὰ ρίψη φωτοβολίδας εἰς τὰ βαθύτερα σκοτάδια μας, εἶνε ἡ Ἁγία Γραφή. Μακάριοι ὅσοι μελετοῦν τὸ Οὐράνιον τοῦτο βιβλίον, ὅσοι παρʼ ὅλας τὰς ἀσχολίας διαθέτουν καθημερινῶς ἕνα τέταρτον τῆς ὥρας διὰ νʼ ἀνοίγουν τὴν πηγὴν αὐτὴν καὶ νὰ πίνουν καὶ νὰ δροσίζωνται ἀπὸ τὰ διαυγῆ καὶ κρυστάλλινα ὕδατα τοῦ ἀστείρευτου τούτου ποταμοῦ τῆς Ἀληθείας. Καὶ ἕνας ἀκόμη στῖχος τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ὅταν κανεὶς τὸν μελετήση μὲ βαθείαν πίστιν, ἀρκεῖ διὰ νʼ ἀνάψη μέσα του ἕνα ἥλιον ποὺ θὰ τὸν φωτίζη καὶ θὰ τὸν θερμαίνη εἰς ὁλόκληρον τὴν ζωήν του. Διʼ αὐτὸ ἡ Ἁγία Γραφῆ, καὶ ἰδιαιτέρως τὸ Εὐαγγέλιον, θὰ ἔπρεπε νὰ εἶνε ὁ ἀχώριστος σύντροφος, τὸ καθημερινὸν ἀνάγνωσμα τῶν Ἑλλήνων. Δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ λείπη ἀπὸ κανένα ἑλληνικὸ σπίτι. Αὐτὸ καὶ μόνον τὸ βιβλίον ἐὰν πιστευθῆ, μελετηθῆ καὶ ἐφαρμοσθῆ ἀπʼ ὅλους μας ἀνεξαιρέτως θὰ σώση τὴν Ἑλλάδα, θὰ τὴν μεταβάλη εἰς παράδεισον τοῦ Θεοῦ!

Ἰδιαιτέρως τὸ συνιστῶμεν εἰς τοὺς στρατιώτες μας. Ὤ! Οἱ Ἕλληνες στρατιῶται οἱ ἄγρυπνοι φρουροὶ τῶν συνόρων μας. Οἱ γενναῖοι ὑπερασπισταὶ τῆς ἀκεραιότητος καὶ τῆς ἐλευθερίας τῆς ἑλληνικῆς Πατρίδος, οἱ ὁποῖοι ζοῦν μακρὰν τῶν οἰκογενειῶν των καὶ ἀντιμετωπίζουν καθημερινῶς τὰ λυσσαλέα μιᾶς ἀγρίας πρωτοφανοῦς ἐπιδρομῆς ἐσωτερικῶν καὶ ἐξωτερικῶν ἐχθρῶν, αὐτοὶ περισσότερον παντὸς ἄλλου αἰσθάνονται τὴν ἀνάγκην μιᾶς θείας παρηγορίας, τὴν ὁποίαν δύναται νὰ τοῖς προσφέρη μόνον τὸ Ἱερὸν Εὐαγγέλιον. Αὐτὸ θὰ τοὺς ὁπλίση ψυχικῶς, θὰ τοὺς θωρακίση μὲ τὴν πίστιν τὴν ἀκατάβλητον διὰ νὰ σηκώσουν τὸν Σταυρὸν τῆς Ἑλλάδος, τὸν σταυρὸν τῆς καθημερινῆς θυσίας καὶ αὐταπαρνήσεως.

Τὴν Ἁγία Γραφή λοιπὸν θʼ ἀνοίξωμεν σήμερον καὶ ἀπʼ ἐκεῖ θὰ λάβωμεν ἕνα παράδειγμα ποὺ τόσον νομίζομεν ἀνταποκρίνεται καὶ εἰς τὴν σημερινὴν κατάστασιν τοῦ ἔθνους μας. (Εὑρίσκεται εἰς τὴν Π. Διαθήκην Βασιλειῶν Δ! Κεφ. 6, στίχ. 9-18).

̶ 800 περίπου χρόνια π.χ. ἔζη εἰς τὴν Παλαιστίνη μία ἐξαιρετικὴ φυσιογνωμία, ὁ Ἐλισσαῖος, μαθητὴς τοῦ προφήτη “Hλία, προφήτης καὶ αὐτός. Έζησεν εἰς περίοδον ἀνωμαλίας, εἰς ἐποχήν, κατὰ τὴν ὁποίαν βάρβαρα ἔθνη ἔκαμνον ἐπιδρομὴν κατὰ τῆς πατρίδος του. Ὁ Ἐλισσαῖος δὲν ἠδύνατο νὰ μείνη ἀδιάφορος καὶ νʼ ἀφήση τὸν λαόν του νὰ ὑποδουλωθῆ καὶ τᾶ ἐδάφη τῆς πατρίδος του νὰ καταπατηθοῦν. εἰς τὰ στήθη τοῦ προφήτου ἔπαλλε γνήσιον πατριωτικὸν συναίσθημα καὶ διʼ αὐτὸ ἔλαβε ἐνεργὸν μέρος εἰς τοὺς ἀγῶνας τῆς πατρίδος πρὸς ἀπόκρουσιν τῶν ἐπιδρομέων. μὲ τὰς ὁμιλίας του ἐνεψύχωνε τὸν λαόν, ἐδείκνυεν ὅτι ὑπεράνω τῆς ὑλικῆς βίας τῶν ἐχθρῶν εἶνε ἡ ἀόρατος δύναμις τοῦ Θεοῦ ποὺ πατάσσει τὰς ἀσεβεῖς καὶ ὑπερηφάνους ἐπιδρομεῖς, καὶ μὲ προφητικὸν χάρισμα ποὺ εἶχε, πολλάκις ἐματαίωνε τὰ κατακτητικὰ σχέδια τοῦ βασιλέως τῆς Συρίας, διότι ἥρπαζε μέσα ἀπὸ τὸν ἐγκέφαλον τοῦ βασιλέως πᾶν στρατηγικὸν σχέδιον καὶ εἰδοποίει ἐγκαίρως τὸν λαόν του περὶ τῆς ἐπικείμενης εἰσβολῆς, καὶ ὁ λαὸς ἕτοιμος πανέτοιμος ἠγρύπνει ἠγωνίζετο καὶ ἐξεδίωκεν μακρὰν τῶν συνόρων τοὺς ἐχθρούς. ὁ βασιλεὺς τῆς Συρίας πληροφορηθεῖς τὴν τεραστίαν δύναμιν τῆν ὁποίαν ἐξήσκει εἰς τὸν λαόν του ὁ Ἐλισσαῖος, ἀπεφάσισεν ὅπως τὸν ἐξοντώση. ἐξαπέστειλε τὰ στρατεύματά του καὶ ἐπολιόρκησαν ἐν καιρῶ νυκτὸς τὴν πόλιν Δωθὰν, εἰς τὴν ὁποίαν εὑρίσκετο ὁ Ἐλισσαῖος. ἡ φρουρᾶ ποὺ ἐφύλασσε τὴν ἐπαρχιακὴν αὐτὴν πόλιν ἦτο ἐλαχίστη. διʼ αὐτὸ ὅταν τὸ πρωῒ ὁ ὑπηρέτης τοῦ Ἐλισσαῖου ἐξύπνησε καὶ εἴδε τὴν πόλιν δεινῶς πολιωρκουμένην γεμάτην ἀπὸ φόβον σπεύδει καὶ εἰδοποιεῖ τὸν ἐλισσαῖον – «κύριε – του λέγει, ἡ κατάστασίς μας εἶνε δεινἠ. οἱ ἐχθροὶ ἦλθαν. ἡ πόλις εἶνε πολιορκημένη ἀπὸ ὅλα τὰ μέρη. οἱ λόφοι ἔχουν καταληφθῆ ἀπὸ τᾶ ἔχθρικὰ στρατεύματα. ἵπποι καὶ ἅμαξαι πολεμικαὶ ἀναρίθμηται. ἡμεῖς εἴμεθα… ἐλάχιστοι. Ω! κύριε! τὶ θέλομεν κάμει; πῶς θὰ εἰμπορέσωμεν νὰ ἀντισταθῶμεν εἰς τὸ ἀκατάσχετον αὐτὸ ρεῦμα τῶν βαρβάρων ἐχθρῶν μας;…».
Εἰς τὴν ἀγωνίαν αὐτὴν τοῦ ὑπηρέτου του ὁ ἐλισσαῖος ἀπαντᾶ: «μὴ φοβείσθαι διότι αὐτοὶ ποὺ εἶνε μαζύ μας εἶνε περισσότεροι ἀπʼ ἐκείνους ποὺ εἶνε μαζύ μὲ τοὺς ἐχθρούς μας».
Περισσότεροι! ἀλλὰ πῶς περισσότεροι; ὁ ὑπηρέτης δὲν δύναται νὰ τὸ ἐννοήση. μετρᾶ καὶ βλέπει μίαν τρομακτικὴν δυσαναλογίαν δυνάμεων. ὅσοι ἦσαν μὲ τὸν Ἐλισσαῖον ἦσαν ἐλάχιστοι ἀλλʼ οἱ ἐχθροὶ ὡς ἀκρίδαις ἀναρίθμητοι εἶχον πλημμυρίσει τὰ πέριξ τῆς πόλεως καὶ εἶχαν δημιουργήση διὰ τὸν ἐλισσαῖον καὶ τὴν μικρὰν φρουρὰν τῆς πόλεως κλοιόν, ἀπὸ τὸν ὁποῖον δὲν θὰ ἠδύναντο νὰ διαφύγουν. καὶ ὅμως ὁ ἐλισσαῖος ἐπέμενε ὅτι ἦσαν περισσότεροι. καὶ διὰ νὰ πείση τὸν ὑπηρέτην του ὁ προφήτης προσεύχεται. «κύριε! ἄνοιξε παρακαλῶ τὰ μάτια του διὰ νὰ ἴδη». τὰ μάτια του; ἀλλὰ ὁ ὑπηρέτης δὲν ἦτο τυφλός. ἔβλεπε καθαρά! ναὶ ἔβλεπεν. ἀλλʼ ἐκτὸς ἀπὸ τᾶ μάτια μὲ τὰ ὁποῖα βλέπομε τὰ ὑλικὰ, τὰ ὁρατὰ ἀντικείμενα, ὑπάρχουν καὶ ἀλλα μάτια, μάτια έσωτερικά, μάτια τῆς ψυχῆς, ποὺ τὰ ἔχουν ὀλίγαι ἐκλεκταὶ ψυχαὶ καὶ μὲ τὰ ὁποῖα βλέπουν πέραν τῆς ὀπτικῆς ἀκτίνος τὰ ὑπερκόσμια καὶ τὰ οὐράνια, βλέπουν τὰ ἀόρατα, ποὺ δὲν εἰμποροῦν νὰ ἵδουν οἱ ὑλισταὶ, οἱ ἄθεοι. τέτοια μάτια ζητεῖ ὁ προφήτης νὰ δώση εἰς τὸν ὑπηρέτην του ὁ θεός. καὶ ὁ θεὸς ἀκούει τὴν προσευχὴν τοῦ προφήτου του καὶ ὁ ὑπηρέτης βλέπει. βλέπει τώρα ὅ,τι δὲν ἠδύνατο νὰ ἴδη προηγουμένως. βλέπει ὅτι γύρω ἀπὸ τὸν ἐλισσαῖον ἔχει συγκεντρωθεῖ στρατὸς πολύς, ἵπποι καὶ ἁμάξαι πύριναι, ἕτοιμοι νὰ ἀγωνισθοῦν ὑπὲρ τῆς πόλεως. ἦσαν τάγματα καὶ ταξιαρχίαι οὐρανίων δυνάμεων ποὺ ἔσπευσαν νὰ ἐνισχύσουν τὴν περὶ τὸν ἐλισσαῖον μικρὰν φρουρὰν τῆς πόλεως δωθὰν. ἰδοῦ διατὶ ὁ ἐλισσαῖος ἔλεγεν ὅτι ἐκεῖνοι ποὺ εἶνε μαζύ μας εἶνε περισσότεροι ἀπʼ ἐκείνους ποὺ εἶνε μὲ τοὺς ἐχθρούς μας.
Τί μᾶς διδάσκει τὸ ἀνωτέρω παράδειγμα τῆς ἁγίας Γραφῆς;Ὅτι ὁ ἄνθρωπος ποὺ πιστεύει εἰς τὸν Θεὸν καὶ ἀγωνίζεται διὰ μίαν ἱερὰν ὑπόθεσιν, ὅπως εἶνε ἡ ὑπεράσπισις τῆς ἐλευθερίας τῆς πατρίδος του, ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς εἰς οἱανδήποτε δυσχερῆ θέσιν καὶ ἐὰν περιέλθη καὶ ὁσονδήποτε πλῆθος ἐχθρῶν καὶ ἐὰν πρόκειται νʼ ἀντιμετωπίση, δὲν πρέπει νὰ ἀπελπίζεται, διότι δὲν εἶνε μόνος καὶ ἐγκατελελειμένως.

ΜΕΓΑΛΟΣ ΣΥΜΜΑΧΟΣ ΤΟΥ ΕΙΝΕ Ο ΘΕΟΣ. Ἀς μὴ τὸν βλέπουν οἱ ἄθεοι. Ἄς τὸν ὑβρίζουν, ἄς τὸν περιφρονοῦν, ἄς ζητοῦν νὰ ἐξαλείψουν τὸ ἄγιον Του ὄνομα. Ὁ Θεὸς ζῆ καὶ βασιλεύει εἰς τοὺς αἰῶνας. Ἀγαπᾶ τὸν δίκαιον. Μισεῖ τὴν βίαν καὶ τὴν τυρρανίαν. Καὶ εἰς μίαν στιγμὴν, κατὰ τὴν ὁποίαν ὁ ἄδικος καὶ ἐγκληματίας φαίνεται ἕτοιμος νὰ θριαμβεύση, ἔρχεται ἡ οργὴ τοῦ Θεοῦ, ρίπτει τοὺς κεραυνούς της, τιμωρεῖ τοὺς τυρράνους καὶ ἐλευθερώνει τοὺς πιστούς του ἐκ παντὸς κακοῦ, διὰ νὰ δύνανται γεμάτοι εὐγνωμοσύνην νὰ λέγουν πρὸ τὸν Θεόν: «Οὐ φοβηθήσομαι ἀπὸ μυριάδων λαοῦ, τῶν κύκλω συναπετιτεθεμένων μοι. ἀνάστα, κύριε, σῶσον με ὁ Θεός μου. ὅτι σὺ ἐπάταξες πάντας τοὺς ἐχθραίνοντας μοι ματαίως˙ ὁδόντας ἁμαρτωλῶν συνετρίψας».

Αὐτὴν τὴν κραταιὰν προστασίαν τοῦ Θεοῦ ὑπὲρ τῶν ἀδικουμένων βλέπομεν χειροπιαστὴν εἰς τὴν ἱστορίαν τοῦ μαρτυρικοῦ μας ἔθνους. ἦλθον δραματικαὶ στιγμαί, κατὰ τὰς ὁποίας βάρβαρα ἔθνη ἐκ βορρᾶ καὶ νότου, ἀνατολῆς καὶ δύσεως ὡς ἀγέλαι ἀγρίων θηρίων ἐπέδραμον κατὰ τῆς πατρίδος μας διὰ νὰ τὴν ὑποδουλώσουν. Ἦσαν ἐκεῖνοι πολλοὶ καὶ ἡμεῖς ἐφαινόμεθα ὀλίγοι. Ἦσαν δυνατοὶ καὶ ἡμεῖς ἐφαινόμεθα ἀδύνατοι. Ἦσαν πανίσχυροι αὐτοκρατορίαι καὶ ἡμεῖς ἐφαινόμεθα ὡς ἕνα ἀπὸ τὰ ἀσθενέστερα κρατίδια τοῦ κόσμου. Καὶ ὅμως ὁ Θεὸς δὲν μᾶς ἐγκατέλειψε. Μᾶς ἐπροστάτευσε πολυειδῶς καὶ πολυτρόπως. συνέτριψε τοὺς ἐχθρούς μας. καὶ ἡ Ἑλλὰς ζῆ…… καὶ θὰ ζήση.

Ἕνα μόνον πρέπει νὰ προσέξωμεν. νὰ γίνωμεν ὅλοι οἱ Ἕλληνες ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ, πραγματικοὶ χριστιανοὶ νὰ ξερριζώσωμεν ἀπὸ τὴν χώραν μας τὴν βλασφημίαν, τὴν ψευδομαρτυρίαν, τὴν πορνείαν. καὶ τὴν μοιχείαν, τὴν ἀδικίαν, νὰ ἐκτελώμεν πιστῶς τὰς ἐντολὰς τοῦ εὐαγγελίου καὶ τότε οὐδεμία δύναμις θὰ δυνηθῆ νὰ βλάψη τὴν πατρίδαν μας. θὰ ἔχωμεν 100% ἐξησφαλισμένην τὴν συμμαχίαν τοῦ Θεοῦ. Τὰ σύνορά μας θὰ γίνουν ἠλεκτροφόρον σύρμα ποὺ ὅποιος τὸ ἐγγίζη θὰ γίνη κάρβουνο. Τάγματα καὶ ταξιαρχίαι ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων θὰ φιλάττουν τὴν χώραν μας. Καὶ ὅσοι – εἴτε ἐσωτερικοὶ, εἴτε ἐξωτερικοὶ ἐχθροὶ λέγονται – πολεμοῦν τὴν ἑλλάδα, θὰ ἀντιληφθοῦν πολὺ σύντομα πόσον σκληρὸν εἶνε νὰ λακτίζουν πρὸς κέντρα.

Ἕλληνες στρατιῶται. Ἀκρίται τῆς Πατρίδος! Εἰς τὰ φυλάκια δὲν εἶσθε μόνοι. Γύρω σας πετοῦν αἱ ψυχαὶ μυριάδων ἡρώων τῆς μαρτυρικῆς αὐτῆς γῆς, οἰ ὁποῖοι ἐθυσίασαν τὴν ζωήν των διὰ νὰ γίνη ἡ Πατρίδα μας έλευθέρα. Συμπολεμοῦν καὶ αὐταὶ αἱ ψυχαὶ μαζύ σας, συμπολεμοῦν ὁ ἅγιος Δημήτριος καὶ ὁ ἄγιος Γεώργιος, καὶ ὅλοι οἰ ἅγιοι καὶ μάρτυρες τῆς φυλῆς μας. Ὅλαι αὐταὶ αἱ ψυχαὶ ἀποτελοῦν τὴν ἀόρατον στρατιάν, ἡ ὁποία συμπολεμεῖ μαζύ σας καὶ συμπολεμεῖ διότι δὲν ἀγωνίζεσθε διὰ σκοποὺς κατακτητικοῦ, ἀλλὰ ἀμύνεσθε ὑπὲρ τοῦ πατρίου ἐδάφους, ὑπερασπίζετε τὴν ἐλευθερίαν τῆς Πατρίδος. «Οὐδὲν δὲ πολυτιμώτερον Πατρίδος ἐλευθέρας». Δὲν θὰ εἶνε δὲ μακρὰν ἡ ἡμέρα, κατὰ τὴν ὁποίαν ὁ Δίκαιος Θεὸς θὰ στεφανώση τὴν μαρτυρικὴν Πατρίδα μας καὶ τὰ παιδιά της ὁμονοιασμένα κάτω ἀπὸ τὸν Τίμιον Σταυρὸν θὰ ψάλλουν χαρμόσυνα τὸ «Ὕπερμάχω Στρατηγῶ τὰ νικητήρια».

ΑΡΧΙΜ. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ Ν. ΚΑΝΤΙΩΤΗΣ

Ἱεροκῆρυξ XV ΜΕΡΑΡΧΙΑΣ

  • ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΠΙΘΑ
  • ΕΤΟΣ Γ΄ αριθ. φυλλ.74
  • Κοζάνη 1 Αυγούστου 1947

«ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΠΙΘΑ» (ΙΑΤΡΕΙΑ-ΣΦΑΓΕΙΑ)

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Οκτ 30th, 2012 | filed Filed under: «ΧΡΙΣΤΙΑΝ. ΣΠΙΘΑ»

  ETOΣ Δ΄ -ΚΟΖΑΝΗ – ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 1948                               ΑΡΙΘ. ΦΥΛΛΟΥ 87

_________________________________________

«XΡΙΣTIANIKH ΣΠΙΘΑ»

– Συντάκτης: Αρχιμ. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΚΑΝΤΙΩΤΗΣ  Ιεροκήρυξ –

____________________________

ΙΑΤΡΕΙΑ – ΣΦΑΓΕΙΑ

Η ΜΙΑ ΟΨΙΣ

«Ἡ μάννα σφίγγει τὸ παιδὶ βαθειὰ στὴν ἀγκαλιά της
γιατὶ εἶναι χρόνοι δύστυχοι καὶ τρέμει μὴ τὸ χάση.
Τραγούδι δὲν ἀκούεται, ψυχὴ δὲν ἀνασαίνει,
ὁ ὕπνος εἶνε θάνατος καὶ μνῆμα τὸ κρεβάττι,
κιʼ ἡ χώρα κοιμητῆρι κιʼ ἡ νύχτα ρημοκλῆσι».

ΑΡΙΣΤ. ΒΑΛΑΩΡΙΤΗΣ

Ὡσὰν νὰ μὴν ἔφθαναν τὰ τόσα μαρτύρια τῆς Ἑλληνικῆς πατρίδος προσετέθη ἐσχάτως καὶ νέον στοιχεῖον τῆς Ἑλληνικῆς τραγωδίας: Τὸ παιδομάζωμα.

Τὸ παιδομάζωμα, ἡ ἐν μέσω θρήνων καὶ κοπετῶν βιαία ἀπαγωγὴ τῶν τέκνων ἀπὸ τοὺς κόλπους τῶν οἰκογενειῶν των, εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ φρικτότερα τῶν ἐγκλημάτων. Τὸ ἐδοκίμασε πρώτη ἡ φυλή μας ἐπὶ 300 περίπου ἔτη κατὰ τὴν μαύρην ἐποχὴν τῆς Τουρκοκρατίας. Ὑπὸ τὰ ὄμματα τῆς Χριστιανικῆς Εὐρώπης ποὺ ἐκυβερνᾶτο ἀπὸ Πάπας, Βασιλεῖς καὶ Κοινοβούλια ἡ Ἑλλὰς ἐσφάζετο. Οἱ Ἀγαρινοὶ ὡς θηρία εἶχον ἐπιπέσει εἰς τὴν χώραν μας. Τὸ ἄνθος τῆς Ἑλληνικῆς νεότητος ἐξηφανίζετο συνεχῶς καὶ συστηματικῶς. Ἑκατοντάδες χιλιάδες τῶν ὡραιοτέρων Ἑλληνοπαίδων ἐξισλαμίσθησαν καὶ ἔγιναν οἱ φανατικώτεροι στρατιῶται τῆς ἡμισελήνου καὶ οἱ ἀπαισιώτεροι δήμιοι τῶν Χριστιανῶν ὑπὸ τὸ ὄνομα Γενίτσαροι.

Δυστυχῶς τὸ σατανικὸν τοῦτο μηχάνημα πρὸς ἐξόντωσιν τῆς Ἑλληνικῆς φυλῆς ἀργοῦν ἀπὸ τὸ 1826 ἐτέθη καὶ πάλιν εἰς ἐφαρμογὴν ἐν ἔτει 1948. Ὑπὸ τὰ ὄμματα τὴν φορὰν αὐτὴν παρατηρητῶν Διεθνοῦς Ὀργανισμοῦ ὑποσχεθέντος τὴν ἐξάλειψιν τῆς ἀδικίας, τὸν θρίαμβον τοῦ δικαίου καὶ τὴν εἰρηνοποίησιν τῶν ἐθνῶν, διαπράττεται τὸ ἔγκλημα ἐναντίον μικρᾶς ἀλλὰ ἡρωϊκῆς χώρας ἡ ὁποία διὰ τοῦ αἵματος τῶν τέκνων της ἔσωσε τὴν ἀνθρωπότητα. Χιλιάδες τέκνα πατριωτῶν Ἑλλήνων ἀπʼ αὐτὰ τὰ λίκνα των ἀρπάζονται ὑπὸ νέων ἐχθρῶν τῆς μαρτυρικῆς μας χώρας, τὴν ὁποίαν ὡς νέοι Ἀβδοὺλ-Χαμίτ, μισοῦν θανασίμως. Ἐὰν ὑπῆρχε τρόπος θὰ ἐχαίροντο νὰ καταβυθίσουν τὴν Ἑλλάδα ὡς τὴν ἀρχαίαν Ἀτλαντίδα, εἰς τὸ βάθος τῆς Μεσογείου διὰ νὰ μὴν φαίνεται ὑπὲρ τὴν ἐπιφάνειαν τῆς θαλάσσης οὔτε ἕνας ἀπὸ τοὺς ἰστορικοὺς βράχους τοὺς ὁποίους οἱ ἐχθροὶ τῆς Ἑλλάδος τρέμουν ὡς τοὺς ἀψευδεῖς μάρτυρες τῶν μυρίων ἐγκλημάτων των. Διότι εἰς τοὺς βράχους αὐτοὺς τῶν Ἠπειρωτικῶν καὶ Μακεδονικῶν ὀρέων ἴστανται αἱ Ἑλληνίδες μητέρες, βλέπουν πρὸς βορρᾶν καὶ κόπτονται καὶ θρηνοῦν διὰ τὰ ἀπωλεσθέντα τέκνα των καὶ αἱ σπαρακτικαί των φωναὶ διασχίζουν τοὺς αἰθέρας καὶ φθάνουν μέχρι τῶν Διεθνῶν Συνεδρίων, ἀλλὰ δυστυχῶς δὲν ὑπάρχουν ὦτα διὰ νʼ ἀκούσουν τὴν φωνὴν αὐτήν.

Πόσον ἤλλαξεν ὁ κόσμος! Ὅτε πρὸ ἐτῶν γκάγκστερ ἐν Ἀμερικῆ κατώρθωσαν νʼ ἀναρριχηθοῦν εἰς τὸ μέγαρον τοῦ Λίντμπεργκ τοῦ διασημοτέρου τότε ἀεροπόρου τῆς μεγάλης αὐτῆς χώρας καὶ νʼ ἁρπάσουν ἀπὸ τὸν κοιτῶνα τὸ τέκνον του ἡ παγκόσμιος συνείδησις ἐταράχθη καὶ ἐπὶ ἑβδομάδας καὶ μῆνας αἱ ἐφημερίδες καὶ τῶν δύο ἡμισφαιρίων ἠσχολοῦντο μὲ τὴν ἀπαγωγὴν αὐτήν. Διʼ ἕνα τότε τέκνον ποὺ ἀπήχθη βιαίως τόσος θόρυβος! Ἀλλʼ ἰδοὺ τώρα ὄχι ἕνα τέκνον, ἀλλὰ χιλιάδες τέκνα τῶν ἐκλεκτοτέρων Ἑλλήνων, τῶν Ἑλλήνων ἐκείνων ποὺ ἔγραψαν μὲ τὸ αἶμα των τὴν ἐποποιΐαν τῆς Πίνδου καὶ ἐχάρισαν εἰς τὴν ἀνθρωπότητα τὴν πρώτην ἀκτίνα τῆς Νίκης, ἁρπάζονται καὶ ὁδηγοῦνται ὡς ἀγέλαι κτηνῶν πέραν τῶν Ἑλληνικῶν συνόρων καὶ ὅμως ἡ παγκόσμιος συνείδησις τῆς ἀνθρωπότητος δὲν ἐξεγέρθη ὅπως θὰ ἔπρεπε. Ἀλλοίμονον! Οἱ λαοὶ μετὰ τὸν τελευταίον πόλεμον παρουσιάζουν συμπτώματα ἠθικῆς ἀναισθησίας ἡ ὁποία τοὺς κάμνει νὰ εἶναι ἀπαθεῖς θεαταὶ καὶ τῶν τρομερωτέρων ἐγκλημάτων των.

Ἀλλʼ ἐκτὸς τοῦ φανεροῦ τούτου παιδομαζώματος ποὺ ἐθρήνησε εἰς τοὺς πρώτους στίχους ὑπερόχου ποιήματος του ἡ μοῦσα τοῦ Βαλαωρίτου, ἔν Ἑλλάδι ἀπὸ ἐτῶν πολλῶν διενεργεῖται καὶ ἄλλο εἴδος παιδομαζώματος, ποὺ δὲν φαίνεται δυστυχῶς ὅπως τὸ πρῶτον καὶ δὲν προκαλεῖ τὴν ἀνησυχίαν τῶν Ἑλλήνων.

Η ΑΛΛΗ ΟΨΙΣ

Φίλε κ. ἀναγνῶστα! Διὰ νὰ ἴδωμεν τὸ νέον εἴδος τοῦ παιδομαζώματος δὲν εἶναι ἀνάγκη τὴν φορὰν αὐτὴν νὰ περάσωμεν τὰ Ἑλληνικὰ σύνορα, νὰ ἐρευνήσωμεν σπιθαμὴν πρὸς σπιθαμὴν τὰς γειτονικάς μας χώρας καὶ ἀνακαλύψωμεν τὰς κρύπτας ἐκείνας, εἰς τὰς ὁποίας ἔχουν ἐγκλεισθῆ αἱ χιλιάδες τῶν Ἑλληνοπαίδων, οἱ ὁποῖοι – ἀλλοίμονον – ἐὰν παραμείνουν εἰς τὰ ξένα ἐδάφη μὲ τὴν ἔντονον ἀνθελληνικὴν προπαγάνδαν θὰ χάσουν πᾶν ἴχνος ἑλληνικότητος καὶ ὅσοι ἐξ αὐτῶν ἐπιζήσουν θὰ ἐπιστρέψουν ὡς νεώτεροι Γενίτσαροι διὰ νὰ σφάξουν… τὰς μητέρας ποὺ τοὺς ἐγαλούχησαν.

Ὁποία συμφορά!

Ἀλλὰ ἡ συμφορὰ αὐτὴ ἀποτελεῖ τὴν μίαν ὄψιν τῆς ἐθνικῆς τραγωδίας.

Ἀλλὰ ὅμως ὑπάρχει καὶ ἄλλη ὅψις τῆς τραγωδίας μὲ δράστας Ἕλληνας οἱ ὁποῖοι λέγουν ὅτι ἀγαποῦν τὴν Ἑλλάδα, ἀλλὰ μὲ τὰ ἔργα των συντελοῦν καὶ αὐτοὶ εἰς τὴν ἐξόντωσιν τῆς φυλῆς μας. Κάμνουν καὶ αὐτοὶ παιδομάζωμα. Παιδομάζωμα; Εἶναι ἐλαφρὸς ὁ χαρακτηρισμός. Ἐνεργοῦν εἰς εὐρυτάτην κλίμακα τὴν παιδοκτονίαν καὶ ἔχουν ἐγκαταστήσει τὰ σφαγεῖα των ἐντὸς τῶν πόλεών μας. Τὰ σφαγεῖα αὐτὰ τοὺ μέλλοντος τῆς φυλῆς μας εὐρίσκονται πλησίον τῶν Σχολείων μας καὶ ἀπέναντι πολλάκις τῶν ἐκκλησιῶν μας καὶ τῶν Ἱερῶν Μητροπόλεών μας. Καὶ κατʼ εὐφημισμὸν ὀνομάζονται κλινικαὶ, ἰατρεῖα, νοσοκομεῖα ποὺ μὲ τὰς ὡραίας ἐπιγραφὰς των καὶ τὴν ἐξωτερικὴν λάμπουσαν καθαριότητα δὲν σʼ ἀφήνουν νὰ ὑποπτευθῆς ὅτι ἐκεῖ συντελοῦνται κακουργήματα πρὸ τῶν ὁποίων ὠχριοῦν τὰ παιδομαζώματα τῶν συμμοριτῶν. Εἰσέρχεσαι καὶ βλέπεις νοσοκόμον ἐστολισμένην μὲ λευκὴν στολὴν ὡς λευκὸς ἄγγελος καὶ συναντᾶς ἰατρὸν ἐπιστήμονα, ποὺ ἔχει σπουδάσει εἰς τὸ ἐξωτερικὸν καὶ γνωρίζει εὐρωπαϊκὰς γλώσσας καὶ σᾶς ὀμιλεῖ μὲ εὐγένεια ποὺ σὲ αιχμαλωτίζει. «Τὶ εὐγενὴς κύριος – εἴσαι ἔτοιμος νὰ εἴπης – τὶ θαυμάσιος ἐπιστήμων! Χαρὰ εἰς τὴν Ἑλλάδα ποὺ ἀπέκτησε τοιούτους σπουδαίους ἐπιστήμονας!». Καὶ ὅμως ἐὰν τὰ λιθάρια τῆς κλινικῆς ἤ τοῦ ἰατρείου, πρὸς στιγμὴν ἀπέκτων φωνὴν θὰ σοῦ ἐφώναζον: «Μὴ ἀπατᾶσαι ἀπὸ τὴν ἐξωτερικὴν ἐμφάνισιν. Ἡ κλινικὴ αὐτὴ εἶναι σφαγεῖον». Ὁ ἰατρὸς αὐτὸς ποὺ εἴδες καὶ σὲ ἠχμαλώτισε μὲ τὴν εὐγένειάν του ἔχει ὑπερβεῖ εἰς ἀγριότητα τὸν Γιαγκούλα καὶ τὸν Μπαμπάνη καὶ τοὺς σημερινοὺς ἀκόμη δολοφόνους τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ. Ἔχει σφάξει 30, 50, 60, 70, 100, 300… παιδιά Ἐλλήνων. Ὤ! τὸν δολοφόνον. Τὰ ἐξόντωσε μόλις ἤρχισαν τὰ πρώτα σκιρτήματα μέσα εἰς τὰς κοιλίας τῶν μητέρων των. Τὰ ἐξόντωσε μὲ τὰς ἀπαίσιας ἐκτρώσεις. Διὰ μίαν ἔκτρωσιν ἔλαβε καὶ τὴν γενναίαν ἀμοιβήν του εἰς λίρας ποὺ κωδωνίζουν συνεχῶς. Καὶ μὲ τοὺς φόνους αὐτοὺς ἔχει πλουτίσει, ἠγόρασε μέγαρα καὶ πολυκατοικίας, καὶ ζῆ ἐν πάση χλιδῆ καὶ ἀνέσει. Καὶ δὲν ἀποκλείεται ὁ μέγας αὐτὸς ἐγκληματίας τῆς Ἑλληνικῆς πατρίδος νὰ εἶναι ἐπίλεκτον μέλος τοῦ πατριωτικοῦ συλλόγου ἤ ὁμάδος ἐθνικῆς διαφωτίσεως καὶ νὰ ἐκφωνῆ λόγους πυρίνους ἐναντίον τῶν συμμοριτῶν καὶ νὰ ζωγραφίζη μὲ τὰ ζωηρότερα χρώματα τὸ ἔγκλημα τοῦ παιδομαζώματος.

Ὤ! τῆς ὑποκρισίας τῆς κοινωνικῆς ταύτης τίγρεως. Αὐτὸς ποὺ ξερριζώνει ἀπὸ τὰ σπλάχνα μητέρων τὰ ὡραιότερα ἄνθη τῆς Ἑλλάδος, αὐτὸς ἀναίσθητος τολμᾶ νὰ παρουσιάζεται ἐλεγκτὴς ἑνὸς ἐγκλήματος εἰς τὸ ὁποῖον πρῶτος αὐτὸς ἐνέχεται..την συνέχεια εδώ Read more »

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΠΙΘΑ 1947 (ΕΙΜΕΘΑ ΠΤΩΧΟΙ;)

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Οκτ 18th, 2012 | filed Filed under: «ΧΡΙΣΤΙΑΝ. ΣΠΙΘΑ»

+ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΠΙΘΑ+

Αρθ. φυλλ. 78, Κοζάνη 1 Δεκεμβρίου 1947

_ Συντάκτης:Αρχιμ. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΚΑΝΤΙΩΤΗΣ «Ιεροκήρυξ _

ΕΙΜΕΘΑ ΠΤΩΧΟΙ;

Τώρα, ὅτε ζυγώνουν αἱ ἅγιαι ἡμέραι τῆς Χριστιανοσύνης καὶ μερικοὶ ἀναίσθητοι μέσα εἰς τὴν χλιδὴν καὶ πολυτέλειαν προπολεμικῆς ζωῆς ἐτοιμάζονται νὰ ἑορτάσουν τὰ Χριστούγεννα, τὴν μεγάλην αὐτὴν ἑορτὴν τῆς ἀπεράντου πρὸς τὸν ἄνθρωπον ἀγάπης τοῦ ἐνανθρωπίσαντος Θεοῦ, τώρα περισσότερον κτυπητή, ζωηρά, κράζουσα θὰ φανῆ ἡ κονωνικὴ δυστυχία.

Μία δυστυχία ἀπερίγραπτη. Ἱδοὺ μία καὶ μόνον πτυχή της: Χιλιάδες, ἑκατοντάδες χιλιάδων ποὺ πλησιάζουν τὸ μισὸ ἑκατομμύριο, θὰ ἑορτάσουν ἐφέτος μακρὰν τῶν ἑστιών των. Εἶναι τὸ νέον κῦμα τῶν προσφύγων μας. Δράμα ὁλόκληρον.

Εἰς τὰς αὐλὰς τῶν Ναῶν, εἰς κατερειπωμένα κτίρια, εἰς σταύλους, κάτω ἀπὸ σκηνὰς οἱ νέοι πρόσφυγες θʼ ἀκούσουν τὸ «Χριστὸς γεννᾶται…».

Ἡ ἐν Ἑλλάδι Κοινωνικὴ Πρόνοια, ἰδιωτικὴ καὶ δημοσία, κατᾶ τᾶς ἡμέρας αὐτὰς ὅλως ἰδιαιτέρως πρέπει νὰ κινηθῆ – διὰ νʼ ἀνακουφίση τὸν πόνον τῶν μυριάδων τούτων θυμάτων τῆς τρομερᾶς θυέλλης τοῦ τραγικοῦ διχασμοῦ μας ποὺ ἐξ ἀφορμῆς τῶν ἐνεργειῶν τοῦ ἑωσφόρου ποὺ μισεῖ τὴν ἔνδοξον πατρίδα μας ἐξέσπασεν εἰς τὴν αἱματόβρεκτην αὐτὴν γωνίαν τῶν Βαλκανίων. Ἀπέναντι τῶν προσφύγων τούτων ἀδελφῶν μας ἡ εύθύνη μας εἶναι τεραστία.

Δὲν θὰ εἴμεθα οὔτε Ἕλληνες οὔτε Χριαστιανοὶ ἐὰν τὰς ἁγίας αὐτὰς ἡμέρας ἀφήσωμεν τοῦς πάσχοντας ἀδελφοὺς μὲ τὴν πικρίαν τῆς ὰπομονώσεως, μὲ παράπονον ὅτι τὰ δεινά των δὲν προκαλοῦν πλέον τὴν κοινὴν συμπάθειαν.

Διʼ αὐτὸ οἱ δημόσιοι ἔρανοι, ποὺ διενεργοῦνται εἰς ὅλας τὰς πόλεις ὑπὲρ τοῦ ἁγίου τούτου σκοποῦ, εἶναι ἀνάγκη νὰ ὑποστηριχθοῦν παρʼ ὅλων ἐκείνων ποὺ δὲν ἔπληξεν ἀκόμη ἡ τελευταία αὐτὴ συμφορὰ τοῦ ἔθνους μας.

Ἀλλὰ δυστυχῶς οἱ πολλοὶ κωφεύουν. Εἰς τὴν δραματικὴν φωνὴν τῆς Μητέρας Ἑλλάδος: «Ἕ λ λ η ν ε ς!  Σ π ε ύ σ α τ ε π ρ ὸ ς  σ ω τ η ρ ί α ν  τ ῶ ν ἀ δ ε λ φ ῶ ν  σ α ς» οἱ πολλοὶ ἀδιαφοροῦν. Εἰς τὰς ἐπιτροπὰς ποὺ τοῦς ἐπισκέπτονται διὰ νὰ ζητήσουν τὴν συνδρομὴν ὑπὲρ τῶν πασχόντων δίδεται ἡ στερεότυπη ἀπάντησις: «Ἄς δώσουν οἱ πλούσιοι! Τὶ ἔδωκεν ὁ Α, ὁ Β, ὁ Γ…; Σὲ ʼμᾶς ἤλθατε; Ἡμεῖς εἴμεθα πτωχοί!».

«Ε ἴ μ ε θ α  π τ ω χ ο ί!». Νὰ τὸ πιστεύσωμεν; Ἀλλὰ ρίπτομεν ἕνα βλέμμα εἰς τὰς πόλεις, εἰς τὰ μεγάλα ἀστικὰ κέντρα ὅπου συνέρρευσαν αἱ χιλιάδες τῶν νέων μας προσφύγων καὶ βλέπομεν ἕνα θέαμα ποὺ προκαλεῖ τὴν λύπην, τὴν ὀργὴν, τὴν ἀγανάκτησιν παντὸς ἕλληνος πατριώτου. Κάθε βράδυ ἕως τὰ μεσάνυχτα εἰς τὰ οἰνοπωλεῖα, τὰ καμπαρέ, τὰ χοροδιδασκαλεῖα, τὰς χαρτοπαικτικᾶς λέσχας, τὰ θέατρα, τοὺς κινηματογράφους… συνοστίζονται χιλιάδες ἀνθρώπων. Ξέρετε ποῖοι εἶναι; Δὲν εἶναι μόνον οἱ μεγαλοκαρχαραίαι τῆς Ἑλλάδος. Εἶνε καὶ οἱ «π τ ω χ ο ὶ» ποὺ τὴν ἰδίαν ἡμέραν ἡρνήθησαν νὰ δώσουν κάτι ὑπὲρ τῶν πασχόντων. Ὅλοι αὐτοὶ ποὺ δὲν δίδουν οὔτε μίαν δραχμὴν διὰ τὸν συνάνθρωπόν των, δίδουν ἀμύθητον πλοῦτον διὰ νὰ ἱκανοποιήσουν τὸ σαρκῖον των, τὰ ἁμαρτωλὰ καπρίτσια των.

Θέλετε νὰ ἀντιληφθῆτε τὸ μέγεθος τῆς σπατάλης; Θέλετε νὰ ἴδετε τὶ ἐξοδεύει μία καὶ μόνον ἐπαρχιακὴ πόλις; Ἀκούσατε λοιπόν. Φίλος μου ἄνθρωπος τῆς ἀγορᾶς γνωρίζων καλῶς τὴν κοσμικὴν κίνησιν τῆς πόλεως ΚΟΖΑΝΗΣ μοῦ ἔδωκε τὸν ἑξῆς κατάλογο τῶν περιττῶν ἐξόδων εἰς μίαν καὶ μόνον ἡμέραν:

1-  700 ὀκάδες κρασὶ Χ 3000 δρ. ἡ ὀκᾶ      = 2.100.000
2-  200 » οὖζο Χ 10000 δρ. »                           = 2.000.000
3-  500 καπνισταὶ καπνίζοντες ἕκαστος κατὰ μέσον ὅρον
τσιγάρα ἀξίας 1000 δρ. »                             = 5.000.000
4-  Εἴδη καλλυντικῶν γυναικῶν (ὅλαι ἐβάφησαν)
βάφονται καθημερινῶς »                              = 1.000.000
5_ 500 εἰσητήρια κινηματογράφου Χ 1.500  = 750.000
6- …………….. 1

                                                                          10.850.000

– 10 περίπου ἑκατομμ. ἡμερησίως ἐξοδεύει εἰς περιττὰ ἔξοδα ἡ Κοζάνη. Καὶ ἐὰν τὸ ποσὸν τοῦτο τῶν 10 ἑκατομμυρίων πολλαπλασιάσωμεν ἐπὶ 30 θὰ εὔρωμεν ὅτι 300 ἑκατομμ. ἐξοδεύονται μηνιαίως, ἐὰν δὲ τὸ ποσὸν τῶν 300 ἐκατομμ. πολλαπλασιάσωμεν ἐπὶ 12 θὰ φρίξωμεν: 3 δισεκατομμύρια 600 ἑκατομμύρια ἐξοδεύουν ἐτησίως οἱ καλοὶ μας Κοζανῖται εἰς κρασί, οὖζο, τσιγάρα κλπ! Καὶ ἔπειτα εἴμεθα πτωχοί!!!

Ἀλλὰ παρακαλώ! Θέλω νὰ προλάβω μίαν παρεξήγησιν εἰς βάρος τῆς προσφιλεστάτης μου πόλεως Κοζάνης. Μὴ νομίσετε ὅτι ἡ Κοζάνη ἔχει τὸ μονοπώλιον τῆς σπατάλης. Ὄχι! Αὐτὸ ποὺ γίνεται εἰς τὴν Κοζάνην, μίαν ἀπὸ τὰς πτωχοτέρας καὶ σημαντικωτέρας πόλεις τῆς Μακεδονίας μας, γίνεται πολὺ περισσότερον εἰς ἄλλας πόλεις. Εἰς Λάρισαν, εἰς Βόλον, εἰς Βέρροιαν, εἰς Ἀγρίνιον, εἰς Πάτρας, εἰς Θεσσαλονίκην, εἰς Πειραιᾶ καὶ πρὸ παντὸς εἰς τὴν πρωτεύουσαν τῆς Ἑλλάδος κ ά θ ε  β ρ ά δ υ  ἰ λ ι γ γ ι ώ δ η  π ο σ ὰ  κ α ί ο ν τ α ι  εἰς  τ ὸ ν  Δ ι ά β ο λ ο ν!

Ὤ! ἐὰν ὑπῆρχε τρόπος ἕνας μαγνήτης νὰ σταθῆ ὑπεράνω τῆς Ἑλλάδος καὶ νὰ συγκεντρώση εἰς τὸ Ταμεῖον τοῦ Ἔθνους καὶ τὴν τελευταίαν δραχμὴν ποὺ σπαταλοῦν οἱ Ἕλληνες εἰς περιττὰ ἔξοδα – ἀσφαλῶς ἄλλα ἔθνη ποὺ θέλουν νὰ μᾶς διδάξουν οἰκονομίαν σπαταλοῦν ἀπείρως περισσότερα ἀπὸ ἡμᾶς, ἀλλὰ τώρα ἡμεῖς δὲν ὁμιλοῦμεν περὶ τῶν ἄλλων ἐθνῶν, ὁμιλοῦμεν περὶ τῆς πατρίδος μας – ἐὰν τὸ χρῆμα αὐτὸ συγκεντρωθῆ εἰς τιμίας χείρας Ἀριστείδου, ὤ τότε! Παύσατε νὰ κλαίετε οἱ δυστυχεῖς! Εἰς τὴν θέσιν τῶν κοσμικῶν κέντρων τῆς σπατάλης θὰ κτισθοῦν ἑκατοντάδες Ὀρφανοτροφεῖα, Νοσοκομεῖα, Γηροκομεῖα, παιδοπόλεις…

Ἀλλὰ ἄς μὴ προχωρήσωμεν. Ἀκούονται σφοδραὶ ἀντιρρήσεις, εἰς ἡμέρας τραγικὰς ποὺ ὑπενθυμίζουν τὴν Ἀποκάλυψιν τοῦ Ἰωάννου τοῦ Εὐαγγελιστοῦ, εἰς ἡμέρας κατὰ τὰς ὁποίας ἡ Ἑλλὰς κολυμβᾶ εἰς λίμνην αἵματος καὶ δακρύων. Ἀπαγορεύονται ἀπολύτως. Καὶ ἡ μικροτέρα ἄνεσις ἐν μέσω λαοῦ δυστυχοῦντος ἀποτελεῖ δημοσίαν πρόκλησιν.

Ὅταν τὸ Μεσολόγγι κατὰ τὴν Ἑλληνικὴν Ἐπανάστασιν τοῦ 1821 ἐπολιορκεῖτο ὅλοι οἱ Ἕλληνες ἔκλαιον. Ὁ ἐθνικός μας ποιητὴς Σολωμὸς ποὺ εὑρίσκετο εἰς τὴν Ζάκυνθον καὶ ἤκουε τὰ κανόνια νὰ κτυποῦν τὸ Μεσολόγγι ἔκλαιεν ἀπὸ συγκίνησιν, ὕψωνε τὰ χέρια του εἰς τὸν οὐρανὸν, καὶ φώναζε δυνατά: «Βᾶστα καϋμένο Μεσολόγγι! Βάστα», εἰς δὲ τὸν ὑπηρέτην ποὺ τὴν ἡμέραν ἐκείνην τοῦ εἶχε μαγειρεύση ἐκλεκτὸ φαγητὸ τοῦ εἶπεν: «Ἐτούτη τὴ ὥρα Λάμπρο, πόσοι ἀπὸ τοὺς ἀδελφούς μας εἰς τὸ Μεσολόγγι πεινᾶνε! Δὲν θέλω περιστέρια». Καὶ ἔμεινε νηστικὸς συμπάσχων μὲ τοὺς ἥρωας τοῦ Μεσολογγίου.

Ἰδοὺ παράδειγμα ἁγνοτάτου πατριωτισμοῦ, ποὺ πρέπει νὰ μιμηθοῦν ὅλοι οἱ Ἕλληνες.

Εὐτυχῶς καὶ σήμερον ὑπάρχουν καὶ στὴν πατρίδα μας παραδείγματα τοιοῦτα ἀξιομίμητα. Εἰς τὰς Ἀθήνας π.χ. ὅπου γίνονται αἱ τεράστιαι σπατάλαι ζοῦν χριστιανοὶ μὲ τὴν βαθεῖαν συναίσθησιν τῆς κρισιμότητος τῶν στιγμῶν ποὺ ζῆ ὁ ἑλληνισμός. Ἑπληροφορήθημεν, ὅτι ὁμὰς ζηλωτῶν χριστιανῶν, ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν νηστεύουν ἐξ ὁλοκλήρου τὴν Παρασκευήν, τὸ δὲ ποσόν, ὅπερ θὰ διέθετον εἰς φαγητόν, τὸ διέθετον ὑπὲρ τῶν δυστυχούντων. Καὶ ἔτσι μὲ αὐτὸ ποὺ κάμνουν οἱ ὁλίγοι αὐτοὶ ἐκλεκτοὶ χριστιανοὶ τῶν Ἀθηνῶν ζωντανεύουν τὸ παράδειγμα τῶν χριστιανῶν τῶν πρώτων αἰώνων, οἱ ὁποῖοι ἐν καιρῶ διωγμῶν – μήπως καὶ τώρα δὲν εἶναι καιρὸς διωγμοῦ; – ἐνήστευον διὰ νὰ ἐλεήσουν.

Ὤ! Καὶ τὶ δὲν κάμνει ἡ ἀγάπη! Αὐτὴ ἡ ἁγία φλὸξ τῆς ἀγάπης ποὺ ἥλθεν νʼ ἀνάψη εἰς τὰ στήθη τῶν ὁπαδῶν του τὸ Θεῖον Βρέφος τῆς Βηθλεέμ, αὐτὴ πρέπει καὶ τώρα νὰ φουντώση εἰς τὰς καρδίας ὅλων τῶν χριστιανῶν ἑλλήνων. Καὶ τότε ὁ πτωχότερος τῶν ἑλλήνων κάτι θὰ ἔχη νὰ προσφέρη διὰ νʼ ἀνοικοδομήσωμεν τὰ ἐρείπια ποὺ ἄφρονες υἱοὶ ἐδημιούργησαν εἰς τὴν μαρτυρικήν μας πατρίδα. Τότε θὰ αἰσθανθῶμεν ὅλο τὸ μεγαλεῖον τῆς Θεϊκῆς φράσεως: ΜΑΚΑΡΙΟΝ ΔΙΔΟΝΑΙ ΜΑΛΛΟΝ Ἥ ΛΑΜΒΑΝΕΙΝ. Τότε θὰ ἑορτάσωμεν ἀληθινὰ Χριστούγεννα.

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΠΙΘΑ 1948 (ΚΛΕΙΣΑΤΕ ΤΑ ΛΗΣΤΑΡΧΕΙΑ)

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Σεπ 13th, 2012 | filed Filed under: «ΧΡΙΣΤΙΑΝ. ΣΠΙΘΑ»

   KOZANH – ΔΕΚΕΜΒΡΙΟ 1948                                                                                ΑΡΙΘ. ΦΥΛΛΟΥ 89

_________________________________________

XΡΙΣTIANIKH ΣΠΙΘΑ

_______________________________

Συντάκτης: Αρχιμ. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΚΑΝΤΙΩΤΗΣ  Ιεροκήρυξ

________________________________________________________

ΚΛΕΙΣΑΤΕ ΤΑ ΛΗΣΤΑΡΧΕΙΑ

Σφαγεῖα ὡνόμασε προηγούμενον φύλλον τῆς Χριστιανικῆς Σπίθας τὰ Ἰατρεῖα ἐκεῖνα, εἰς τὰ ὁποῖα ἀσυνείδητοι ἰατροὶ «ἀντὶ τριάκοντα ἀργυρίων» προβαίνουν εἰς τὸν φόνον τῶν ἀθωοτέρων ὑπάρξεων, εἰς τὸ στυγερὸν ἔγκλημα τῶν ἐκτρώσεων, ἐξοντώνοντες τὴν ζωὴν εἰς τὰ πρῶτα αὐτῆς σκιρτήματα.

Τοιαῦτα σφαγεῖα λειτουργοῦν εἰς τὴν Ἑλλάδα πολυάριθμα. Ποῖος θὰ εἶναι ὁ Κυβερνήτης ἐκεῖνος ὅστις θὰ σφραγίση τὰ σφαγεῖα καὶ θὰ παραπέμψη εἰς εἰδικὰ δικαστήρια τοὺς ἐπιστήμονας δολοφόνους τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ μὲ τὰ λευκὰ χειρόκτια;

Ἀλλὰ πλὴν τῶν σφαγεῖων αὐτῶν, εἰς τὰ ὁποῖα σφάζεται καὶ τεμαχίζεται καὶ ὡς πολτὸς ρίπτεται εἰς τοὺς ὑπονόμους τῶν πόλεων ἡ Ἑλλὰς τοῦ μέλλοντος, ὑπάρχουν καὶ τὰ πολυώνυμα λησταρχεῖα. Λησταρχεῖα τῶν ὀρέων! Ναί. Ἀλλὰ καὶ τὰ λησταρχεῖα, τῶν ὁποίων αἱ φωλεαὶ δὲν πρέπει νʼ ἀναζητηθοῦν εἰς ἀπόστασιν χιλιομέτρων μακρὰν τῶν κατωκημένων χώρων, ἀλλʼ εὐρίσκονται ἐντὸς τῶν πόλεων. Τὰ λησταρχεῖα αὐτὰ λειτουργοῦν δημόσια. Λειτουργοῦν τὴν ἡμέραν. Λειτουργοῦν τὴν νύκτα ὑπὸ τὸ ἐκτυφλωτικὸν φῶς ἠλεκτρικῶν πολυελαίων. Λειτουργοῦν ὅλας τὰς ἡμέρας, ἀλλὰ κυρίως τὸ τελαυταίον δεκαήμερον τοῦ τελευταίου μηνὸς καὶ ἐξαιρέτως τὴν πρώτην ἡμέραν τοῦ ἔτους, κατὰ τὴν ὁποίαν ὅλη ἡ Ἑλλὰς παρουσιάζει τὴν ὄψιν μιᾶς ἀπεράντου χαρτοπαικτικῆς λέσχης.

Τὰ χαρτοπαιτκικὰ κέντρα. Ἰδοὺ τὰ Λησταρχεῖα! Read more »

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΠΙΘΑ 1949 (ΣΗΜΕΙΟΝ ΤΟΥ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΥ)

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Σεπ 11th, 2012 | filed Filed under: «ΧΡΙΣΤΙΑΝ. ΣΠΙΘΑ»

    KOZANH – IANOYAΡIOS 1949                                                                                ΑΡΙΘ. ΦΥΛΛΟΥ 90

_________________________________________

XΡΙΣTIANIKH ΣΠΙΘΑ

_______________________________

Συντάκτης: Αρχιμ. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΚΑΝΤΙΩΤΗΣ  Ιεροκήρυξ

________________________________________________________

ΣΗΜΕΙΟΝ ΤΟΥ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΥ

«Καὶ ἐμασῶντο τὰς γλώσσας αὐτῶν ἐκ τοῦ
πόνου, καὶ ΕΒΛΑΣΦΗΜΗΣΑΝ τὸν Θεὸν
τοῦ οὐρανοῦ ἐκ τῶν πόνων αὐτῶν καὶ ἐκ
τῶν ἑλκῶν αὐτῶν, καὶ οὐ μετενόησαν
ἐκ τῶν ἔργων αὐτῶν»

Η ΣΚΙΑ ΤΟΥ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΥ

Ζῶμεν ἀγαπητοί μας ἀναγνῶσται, ζῶμεν εἰς ἡμέρας ἀφαντάστως πονηράς. Τὸ Φῶς καὶ τὸ Σκότος παλαίουν. Ὁ ἀγὼν εἰσέρχεται εἰς κρισιμωτέρας φάσεις. Ποῖος θὰ νικήση; Δὲν πρέπει νὰ ὑπάρχη καμμία ἀμφιβολία, ὅτι τελικῶς τὸ Φως θὰ νικήση τὸ Σκότος, ὁ Χριστὸς τὸν Σατανᾶν, ἡ γῆ θὰ πλημμυρίση καὶ πάλιν ἀπὸ κύματα φωτὸς καὶ λαοὶ καὶ ἔθνη θʼ ἀλαλάζουν ἀπὸ τὴν χαρὰν ψάλλοντες: «εἴδομεν τὸ φῶς τὸ ἀληθινὸν». Ἀλλʼ ἕως ὅτου φθάση εἰς τὴν λαμπρὰν ἐκείνην ἡμέραν, θὰ διέλθη διὰ πολλῶν σταδίων, διὰ πολλῶν σκοτεινῶν περιόδων. Καὶ διʼ αὐτὸ οἱ Χριστιανοὶ οἱ ὁποῖοι ζοῦν εἰς σκοτεινὰς καταραχώδεις ἡμέρας, πρέπει νὰ κρατοῦν τὰς λυχνίας των πάντοτε ἀναμμένας, νὰ προσεύχωνται, νἀ μελετοῦν τὴν Ἀγίαν Γραφὴν, τὰ Προφητικὰ αὐτῆς βιβλία καὶ μάλιστα τὴν Ἱερὰν Ἀποκάλυψιν καὶ οὕτω ἐνῶ οἱ ἄπιστοι θὰ κυλίωνται εἰς τὰ σκότη, οἱ πιστοὶ θὰ προσανατολίζωνται σταθερῶς πρὸς τὸν ΑΣΤΕΡΑ ὅστις ἐφάνη ὑπεράνω τῆς Βηθλεέμ.

Σκοτειναὶ ταραχώδεις, πονηραὶ ἡμέραι! Ποῖος ἀμφιβάλλει; Δὲν εἶναι ὑπερβολὴ νὰ εἴπωμεν ὅτι ἡ τρομερὰ σκιὰ τοῦ Ἀντιχρίστου περὶ τοῦ ὁποίου ὁμιλοῦν αἱ Γραφαί, πλανᾶται τώρα ἐπὶ τῆς γῆς. Πολλὰ τὰ σημεῖα ποὺ προειδοποιοῦν τὸν Χριστιανικὸν κόσμον, ὅτι ὁ Ἀντίχριστος ἀπὸ ἡμέραν εἰς ἡμέραν κάμνει ἀπαισιωτέραν τὴν ἐμφάνισίν του εἰς τὸν πλανήτη μας. Τὸ κακόν, ἡ ὑπὸ ἀτόμων δηλαδὴ, κοινωνιῶν, ἐθνῶν μικρῶν καὶ μεγάλων φανερὰ ἀσύστολος καὶ ἀναιδὴς παράβασις τῶν ἀναλοιώτων Νόμων τοῦ Ἠθικοῦ Σύμπαντος, λαμβάνει ὁσημέραι καὶ μεγαλυτέρας διαστάσεις.

ΕΝΑ ΑΠΟ ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΤΟΥ ΣΗΜΕΙΑ

Ὁ Ἀντίχριστος μαίνεται καὶ ὁ πλανήτης σείεται. Ὥς ἕνα ἀπὸ τὰ πρώτα σημεῖα τῆς ἐμφανίσεως καὶ τῆς καταστροφικῆς μανίας τοῦ Ἀντιχρίστου εἶναι ὅτι ὁ Ἀντίχριστος ἀνοίγει πλατὺ καὶ δημόσια τὸ στόμα του εἰς βλασφημίαν πρὸς τὸν Θεόν, κρημνίζει τὸν σεβασμὸν πρὸς τὸν Δημιουργὸν τοῦ Παντός, καὶ διδάσκει τοὺς ἀνθρώπους νὰ βλασφημοῦν «τὸ ὄνομα Αὐτοῦ καὶ τὴν σκηνὴν Αὐτοῦ καὶ τοὺς ἐν οὐρανῶ κατοικούντας». Καὶ οὕτω μὲ τὰς ἐνεργείας τῶν ὀργάνων του ἡ βλασφημία ηὐξήθη ἐσχάτως καταπληκτικῶς. Νομίζεις ὅτι, ἐπὶ τῶν ἡμερῶν μας πραγματοποιεῖται ἕνα ἀπὸ τὰ τρομακτικώτερα ὁράματα τῆς Ἀποκαλύψεως. Ποῖον τὸ ὄραμα; Εἰς τὴν Πάτμον, τὴν Ἑλληνικὴν νῆσον τῶν Δωδεκανήσων, ὁ ἠγαπημένος μαθητὴς τοῦ Κυρίου, ὁ Ἀπόστολος καὶ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης εἶδε τὸ τρομακτικὸν ὄραμα. Εἶδεν ἀνθρώπους νὰ ὑποφέρουν ἀπὸ πρωτοφανεῖς ἀλεπαλλήλους συμφορὰς ποὺ ἐπροκάλεσαν οἱ ἴδιοι μὲ τὴν ἀποστασίαν των ἀπὸ τὸν Θεόν. Εἶδε τοὺς ἀποστάτας τούτους υἱοὺς ὄχι μέσα εἰς τὸν Παράδεισον τῆς Ἐδὲμ ποὺ ἐδημιούργησε διὰ τὸν ἄνθρωπον ὁ Θεός, ἀλλὰ μέσα εἰς μίαν φύσιν ἐξαγριωμένην, ἀνάστατον, ἡ ὁποία λὲς καὶ ἠγέρθη διὰ νὰ τιμωρήση τὰ φρικώδη ἐγκλήματα τῆς ἀνθρωπότητος. Εἶδε τὸ ἔδαφος τῆς γῆς νὰ σείεται, τοὺς ποταμοὺς καὶ τὰς θάλασσας νὰ κοκκινίζουν ἀπὸ τὰ αἵματα τῶν ἀλληλοσφαγῶν, τὰ ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ νὰ πίπτουν, τὰς ἀκτίνας τοῦ ἡλίου νὰ αὐξάνουν ἀποτόμως τὴν θερμότητά των, νὰ σχηματίζουν ἐπιγείους καμίνους καὶ μὲ τὰς φλόγας των νὰ καίουν, νὰ λυώνουν καὶ τὰ σκληρότερα τῶν μετάλλων. Εἶδε… Ὕστερα ἀπὸ τὰ ὁδηνηρὰ αὐτὰ παγκόσμια πλήγματα θὰ ἔπρεπε ἡ ἄνθρωπότης νʼ ἀνανήψη, θὰ ἔπρεπε οἱ κάτοικοι τῆς γῆς νʼ ἀνοίξουν τὰ μάτια των, νὰ φιλοσοφήσουν, νὰ ἴδουν τὴν βαθυτέραν αἰτίαν τῶν συμφορῶν καὶ νὰ κάμνουν στροφὴν 180° πρὸς τὸν Θεόν. Καὶ ὅμως οἱ ἄνθρωποι τοὺς ὀποίους εἶδε τὸ προφητικόν ὅμα τοῦ Εὐαγγελιστοῦ, ἐσκοτίζοντο περισσότερον καὶ μέχρι τοιούτου πνευματικοῦ σκοτισμοῦ ἔφθασαν, ὥστε ἀντὶ νὰ στραφοῦν κατὰ τοὺ ἑαυτοῦ των, τῆς κακὴς χρήσεως τῆς ἐλευθερίας, ὡς τῆς ρίζης καὶ τῆς πηγῆς τοῦ κακοῦ, ἀντὶ νὰ κτυπήσουν τὰ ἀμαρτωλά των στήθη, νὰ ἀναστενάξουν καὶ νὰ εἴπουν: «Ἡμάρτομεν καὶ ἄξια ὦν ἐπράξαμεν ἀπολαμβάνομεν», αὐτοὶ – ὤ τῆς ἀφροσύνης τοῦ ἀνθρώπου – ἐστράφησαν κατὰ τοῦ Δημιουργοῦ, τοῦ Πανσόφου καὶ Παναγάθου Θεοῦ, ὡς καὶ αἰτίου τῶν συμφορῶν. Οἱ δυστυχεῖς! Ἐπόνουν τρομερά, ἐδάγκανον τὰς γλώσσας των διὰ νὰ μετριάσουν τὸν πόνον των καὶ ἐβλασφήμουν τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ καὶ μέχρι τέλους παρέμειναν ἀμετανόητοι ἀποθνήσκοντες μὲ τοὺς ἀφροὺς τῆς βλασφημίας ὡς λυσσῶντες κύνες! Αὐτὴ εἶναι ἡ παραστατικὴ εἰκὼν τῶν βλασφήμων κατὰ τὴν Ἀποκάλυψιν. Καὶ εἰς αὐτὴν τὴν φρικώδη περίοδον τῆς ἀνθρωπότητος φαίνεται ὅτι ἔχομεν εἰσέλθει. Διότι ποῦ θὰ στραφῶμεν καὶ δὲν θὰ ἀκούσωμεν τὴν φρικτὴν βλασφημίαν;

ΠΛΗΜΜΥΡΑ ΒΛΑΣΦΗΜΙΑΣ

Βλασφημοῦν τὸν Δημιουργὸν οἱ ἄνθρωποι τοῦ 20οῦ αἰῶνος. Καὶ διὰ νὰ περιορίσωμεν τὸ θέμα ἐντὸς τῶν ὁρίων τῆς Πατρίδος λέγωμεν ὅτι βλασφημοῦν ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ. Οἱ Ἕλληνες; Ἀλλʼ οἱ Ἕλληνες ἀπὸ ἀρχαιωτάτων χρόνων ἐσέβοντο τὸ Θεῖον καὶ ἐθεωροῦντο ἕνας ἀπὸ τοὺς εὐλαβέστερους λαοὺς τῆς Οἰκουμένης. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ὅστις πρὸ 1900 ἑτῶν ἐστάθη ἐπὶ τῶν βράχων τῆς Ἀκροπόλεως διὰ νὰ κηρύξη τὴν νέαν πίστιν ποὺ θὰ μετεμόρφωνε τὴν Ἑλλάδα ἤρχισε τὴν περίφημον ὁμιλίαν μὲ τὸν ἔπαινον τῆς εὐσεβείας τῶν ἀρχαίων προγόνων μας: «Ἄνδρες Ἀθηναῖοι, κατὰ πάντα ὡς δεισιδαιμονεστέρους (=εὐλαβεστέρους) ὑμᾶς θεωρῶ» (Πράξ. 17, 22).

Καὶ ὅμως οἱ Ἕλληνες σήμερον βλασφημοῦν. Ἐὰν ἧτο δυνατὸν νὰ κρατηθῆ ἐπὶ ἕνα ἔτος λεπτομερὴς στατιστικὴ τῶν βλασφημιῶν ποὺ ἀκούονται θὰ ἐβλέπαμεν, ὅτι καμμία ἡμέρα, τὶ λέγω; καμία ὥρα, κανὲν πρώτον καὶ δεύτερον λεπτὸν τοῦ ἡμερονυκτίου θὰ ἔμενεν ἐν Ἑλλάδι λευκὸν ἀπὸ τὴν βλασφημίαν. Καὶ ὁ ἐκφωνητὴς τοῦ Ραδιοφωνικοῦ Σταθμοῦ Ἀθηνῶν θὰ μετέδιδε καθʼ ἐκάστην τὴν θλιβερωτέραν ἐξ ὅλων τῶν εἰδήσεων εἴδησιν τῆς ἡμέρας. Τὸ δελτίον τοῦ Ρ. Σταθμοῦ Ἀθηνῶν θἀ ἐσημείωνε: Σήμερον Κυριακὴν 23 Ἰανουαρίου 1949 ἡ ὁποία εἰς τοὺς Ἱεροὺς Ναοὺς τῆς Ἑλλάδος ἤρχισε μὲ δοξολογίαν καὶ μὲ τὸ Εὐλογημένη ἡ Βασιλεία τῆς Ὑπεραγίας Τριάδος, ἔκλεισε μὲ … βλασφημίας. Καὶ ὁ ἀριθμὸς τῶν βλασφήμων ποὺ θὰ ἐσημειώνετο εἰς τὸ δελτίον μιᾶς καὶ μόνον ἡμέρας τῆς Ἑλλάδος θὰ ἧτο τοιοῦτος ποὺ θὰ ἐπροκάλει τὸν ἴλιγγον!

Ἐκπλήττεσθε; Ἀλλὰ τότε παρακαλῶ περιοδεύσατε τὴν Πατρίδα μας καὶ θὰ ἀκούσετε παντοῦ τὴν βλασφημίαν. Τὰ στόματα τῶν βλασφήμων ἐκπέμπουν τὸν βόρβορον καὶ μολύνουν τὸν Ἑλληνικὸν ἀέρα. Βλασφημοῦν οἱ άναλφάβητοι ἀλλὰ καὶ οἱ εγγράμματοι, οἱ σπουδασμένοι, οἱ «ἐπιστήμονες» ποὺ δὲν κατάλαβαν ἀκόμη ὅτι μία εἶναι ἡ ΑΛΗΘΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗ τὸ ΦΟΒΕΙΣΘΑΙ ΤΟΝ ΘΕΟΝ. Βλασφημοῦν οἱ ἀπλοῖ ἰδιῶται, ἀλλὰ καὶ οἱ μεγάλοι ἀξιωματοῦχοι ποὺ ὡς ἐκ τῆς θέσεώς των ἐν μέσω τῆς Ἑλληνικῆς κοινωνίας, θὰ ἔπρεπε πρῶτοι αὐτοὶ νὰ δίδουν τὸ παράδειγμα τῆς εὐλάβειας πρὸς τὰ θεῖα. Βλασφημοῦν ἀσπρομάλληδες γέροντες, ἀλλὰ καὶ τὰ παιδιὰ ποὺ τὰ ἀκούουν «οἱ προοδευμένοι» γονεῖς των καὶ τὰ καμαρώνουν διὰ τὰ εὐφυῆ … ἀστεϊά των, ἐνῶ θὰ ἔπρεπε ὡς χριστιανοὶ γονεῖς νὰ τὰ διδάξουν, νὰ τὰ ἐπιπλήξουν, καὶ ἐν ὑποτροπῆ νὰ τὰ τιμωρήσουν καὶ «βάλουν πιπέρι εἰς τὸ στόμα των» διὰ νὰ τὸ ἐνθυμῆται εἰς ὅλην του τὴν ζωὴν ὁ μικρός. Βλασφημοῦν ἐδῶ εἰς τὴν Ἑλλάδα μικροὶ καὶ μεγάλοι. Βλασφημοῦν οἱ ναυτικοί, ἀλλὰ καὶ οἱ ἀγρόται καὶ οἱ βοσκοί. Παντοῦ βλασφημοῦν. Εἰς τὰ μέγαρα, ἀλλὰ καὶ εἰς τὰς καλύβας. Εἰς τὰς πόλεις, ἀλλὰ καὶ εἰς τὰ χωριά. Εἰς τὰς φυλακὰς ἀλλὰ καὶ εἰς τοὺς διαδρόμους τῶν δικαστηρίων καὶ εἰς τὰς αὐλὰς τῶν σχολείων μας καὶ εἰς τὰ προαύλια τῶν ἐκκλησιῶν ἀκόμη, ἀλλὰ καὶ ἐντὸς τῶν Ἐκκλησιῶν! Ναί! Ἐντὸς τῶν Ἐκκλησιῶν. Τὰς ἡμέρας κατὰ τὰς ὁποίας ὁ Ναὸς γίνεται κέντρον ἐκλογικὸν καὶ προσέρχονται οἱ ψηφοφόροι καὶ διαπληκτίζονται γύρω ἀπὸ τᾶς κάλπας οἱ ὑποψήφιοι, τότε ἀκούονται φρικταὶ βλασφημίαι καὶ ὁ ἱερὸς χῶρος τῶν ἐκκλησιῶν μολύνεται.

Θεέ μου! Ποῦ τῆς Ἑλληνικῆς γῆς νὰ σταθώμεν καὶ νὰ ἀκούσωμεν τὸ ἅγιόν Σου ὄνομα νὰ μὴ βλασφημῆται; Ἀλλʼ ἀδελφοί! Χαίρετε! Ἀνεκάλυψα μέρος ἀπυρόβλητον ἀπὸ τὰ βλήματα τῶν αἰσχρῶν βλασφημιῶν. Εἶναι τὸ Μέτωπον. Εἶναι τᾶ ὑψόμετρα τῶν Ἑλληνικῶν ὁρέων. Ἐκεῖ δὲν ἀκούεται βλασφημία. Ἐκεῖ οἱ στρατιῶται μας ἐκθέτοντες τὴν ζωήν των κάθε δευτερόλεπτο ὑπὲρ τῆς Πατρίδος ἐξαγνίζονται, μεταρσιώνονται πρὸς τὰ ὕψη τῆς ἀρετῆς, αἰσθάνονται τὸν Θεὸν πλησιέστερον καὶ ἔχουν σβύσει ἀπὸ τὸ λεξιλόγιόν των τὴν βλασφημίαν. Δὲν βλασφημοῦν, οἱ ἀκρίται μας. Καὶ ὄχι μόνον δὲν βλασφημοῦν, ἀλλὰ καὶ λυποῦνται καὶ ἀγανακτοῦν αἱ ψυχαὶ των ὅταν ἀκούουν ὅτι κάτω εἰς τὰς πόλεις ὅπου δὲν ὑπάρχει ὁ ἄμεσος κίνδυνος ὑπάρχουν τόσοι ἄνθρωποι ποὺ βλασφημοῦν.

Ἀπὸ τὰ ὕψη τῶν ὀρέων αὐτῶν ἔρχεται φωνὴ διαμαρτυρίας: «Ἕλληνες! Ἐὰν θέλετε τὸ συντομώτερον νὰ λήξουν τὰ δεινὰ τῆς Πατρίδος, ἐὰν θέλετε ἡ Ἑλλὰς νὰ νικήση καὶ νὰ θριαμβεύση καὶ εἰρηνεύση ἡ χώρα μας, παύσετε αὐτοστιγμεί τὸν πόλεμον κατὰ τῆς Θεότητος, παύσατε τὰς φρικτὰς σας βλασφημίας. Δὲν γνωρίζετε πόσον βλάπτει τὸν ἀγῶνα μας καὶ μία αἰσχρὰ βλασφημία τῶν μετόπισθεν».

Διότι ἡ βλασφημία δὲν εἶναι ἀθῶον παίγνιον μὲ τὸ ὁποῖον εἰμπορεῖ νὰ παίξη τις, εἶναι πῦρ, καταστροφή, ὄλεθρος. Ἀλλοίμονον εἰς ἐκεῖνον ποὺ δὲν θέλει νὰ τὸ ἐννοήση. Ἡ βλασφημία εἶναι ὄχι ἀπλῶς ἁμαρτία, ἀλλὰ μεγάλη, ἡ μέγιστη τῶν ἁμαρτιῶν. Καὶ εἶναι ἡ μέγιστη, διότι ἐνῶ αἱ ἄλλαι ἁμαρτίαι εἶναι προσβολαὶ τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, ἡ βλασφημία εἶναι ἄμεσως προσβολὴ κατὰ τοῦ Θεοῦ, τοῦ Θείου Νομοθέτου. Δὲν τὸ λέγομεν ἡμεῖς ἀλλὰ τὸ κηρύττει ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγαλυτέρους Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας, ὀ οὐρανοφάντωρ Μ. Βασίλειος, ὅστις ἱστάμενος εἰς τὸ κατώφλιον τοῦ ἔτους 1949 κηρύττει τοὺς ἐξῆς ἀθάνατους λόγους: «ὁ μὲν ἀμαρτάνων παραβαίνει νόμον, Ο ΔΕ ΒΛΑΣΦΗΜΩΝ ΕΙΣ ΑΥΤΗΝ ΑΣΕΒΕΙ ΤΗΝ ΘΕΟΤΗΤΑ».

Καὶ ἐνῶ ἡ βλασφημία εἶναι ἡ μέγιστη ἁμαρτία, ἐντούτοις ἡμεῖς ἀδιαφοροῦμεν, ὡσὰν νὰ ἐπρόκειτο περὶ παρονυχίδος. Οἱ ταλαίπωροι! Ἐδῶ εἰς τὴν Ἑλλάδα πρέπει νὰ ἔλθη ἕνας νεώτερος Ἱερεμίας καὶ νὰ κλαύση διὰ τὴν ἀναισθησίαν τῶν σημερινῶν Ἑλλήνων ἀπέναντι τοῦ ἁμαρτήματος τούτου. Ὁ Ἕλλην ἀκούει γύρω του ἕνα κόσμον νὰ βλασφημῆ καὶ δὲν σηκώνεται ἀπὸ τὸ κάθισμά του καὶ δὲν ἐξοργίζεται ἡ ψυχή του καὶ δὲν διαμαρτύρεται ἡ γλῶσσα του. «Δὲν τοῦ καίγεται καρφί». Τόλμησε ὅμως νὰ τῶ εἴπης κάποιαν προσβλητικὴν λέξιν διὰ τὸ ἄτομόν του, τὴν Α. Μεγαλειότητα, τὸ Ἐγώ του ἤ διὰ τὸ ὄνομα ἑνὸς μέλους τῆς οἰκογένειάς του, διὰ τὸ ὄνομα τῆς μητέρας του, τῆς γυναικός, τῆς ἀδελφῆς του, ὤ! τότε θὰ τὸν ἴδης θάλασσαν ἀγριεμένην. Θὰ ζητᾶ τὸν λόγον ἀπὸ τὸν ὑβριστὴν καὶ θὰ εἶναι ἔτοιμος νὰ φθάση εἰς τὰ ἔσχατα τῶν διαβημάτων. «Ἄθλιε! Διὰ νὰ ἀναφέρης τὸ ὄνομά μου πρέπει νὰ πλύνης τὸ στόμα σου», τὸν ἀκούεις νὰ λέγη εἰς ἐκεῖνον ποὺ ἐξεφράσθη ὑβριστικῶς ἐναντίον του ἤ ἐναντίον ἑνὸς προσφιλοῦς μέλους τῆς οἰκογενείας του. Πόσον εὔθικτος εἶναι διὰ τὴν τιμὴν τοῦ ὁνόματός του!

Ἀλλʼ ὦ ἄνθρωπε! Ὧ Χριστιανέ! Τὸ ὄνομά σου τὸ θεωρεῖς τόσον καθαρόν, ὥστε ἔχεις τὴν ἀξίωσιν ὁ ἄλλος νὰ πλύνη μὲ ροδόσταγμα τὸ στόμα του διὰ νὰ τὸ προφέρη. Ἀλλʼ ἰδοὺ ἕνα ἄλλο ὄνομα, ὄνομα ἀπείρως τιμιώτερον ἀπὸ τὸ ἰδικόν σου, ὄνομα τὸ ὁποῖον ψάλλουν ἀκαταπαύστως αἱ συναυλίαι τῶν ἀγγέλων καὶ ἀρχαγέλλων, ὄνομα τὸ ὁποῖον ἀκούουν αἱ σκοτειναὶ δυνάμεις τοῦ Ἅδου καὶ τρέμουν καὶ φεύγουν πανικόβλητοι, αὐτὸ τὸ ὄνομα ὑπὲρ τοῦ ὁποίου ἔχυσαν ποταμοὺς αἱμάτων οἱ μάρτυρες, τώρα ὑβρίζονται ὄσον οὐδὲν ἄλλο ὄνομα, καὶ σὺ δὲν πονεῖς. Ὦ ἐὰν ἐπονοῦσες τὶ δὲν θὰ ἔκανες διὰ νὰ ἐξαλειφθῆ ἀπὸ τὸ πρόσωπον τῆς Ἑλλάδος ἡ βλασφημία. Ὁ ἰσαπόστολος καὶ Ἱερομάρτυς Ἅγιος Κοσμᾶς ὅστις ἐμαρτύρησε εἰς τὰ πρόθυρα τοῦ Βερατίου καὶ ἐρρίφθη τὸ λείψανόν του εἰς τὸν Ἀῶον ποταμόν, ἐκήρυττε κατὰ τῆς βλασφημίας τὰ ἐξῆς: «Τὸ νὰ μοῦ κάμης τὸ μεγαλύτερον κακὸν πρέπει νὰ σὲ συγχωρήσω. Ἀλλὰ νὰ μοῦ βλασφημήσης τὸν Θεόν μου, τὸν Χριστὀν μου, τὴν Παναγίαν Μητέρα του, δὲν ἔχω μάτια νὰ σὲ κυττάξω».

* * *

Φίλοι ἀναγνῶσται! Εἶναι τόσον τρομερὰ ἡ βλασφημία, ὥστε καὶ ὲἀν ἕνας Ἕλλην ἧτο βλάσφημος, θὰ ἔπρεπε ὅλη ἡ ΕΛΛΑΣ νὰ ἀνησυχήση, νὰ φοβηθῆ μήπως διὰ τὴν βλασφημίαν τοῦ ἑνὸς ἀνοίξουν οἱ οὐρανοὶ καὶ βρέξουν φωτιὰ καὶ σίδηρο. Ἀλλὰ δυστυχῶς ὄχι ἔνας, ὄχι δύο, ἀλλὰ δεκάδες, ἑκατοντάδες, χιλιάδες ἑκατοντάδες χιλιάδων Ἑλλήνων συμπατριωτῶν μας βλασφημοῦν ἀσυστόλως τὰ ὅσια καὶ τὰ ἱερὰ τῆς πίστεώς μας.

Διὰ τὴν φρικώδην αὐτὴν κατάστασιν τῆς βλασφημίας ποὺ ὑπενθυμίζει τὸ περί βλασφήμων ὅραμα τῆς Ἀποκαλύψεως, εἴμεθα δυστυχῶς ὅλοι ὑπεύθυνοι. Ὑπεύθυνον τὸ Κράτος ποὺ ἐνῶ δὲν ἐπιτρέπει νὰ ὑβρίζεται ὁ ἀνώτατος ἄρχων τῆς Πολιτείας, ἀνέχεται ὅμως νὰ ὑβρίζεται τὸ ὄνομα Ἐκείνου ὅστις εἶναι ὁ Βασιλεὺς τῶν βασιλευόντων. Ὑπεύθυνος ἡ ἐπίσημος Ἐκκλησία, ἡ ὁποία ἔπρεπε νὰ ὑψώση τὴν φωνήν της, νὰ ἐλέγξη, νὰ καυτηριάση, νʼ ἀφορίση ἐν τέλει τοὺς ἀμετανοήτους βλασφημοῦντας, ὅσον ὑψηλὰ ἀξιώματα καὶ ἐὰν κατέχουν οὖτοι. Ὑπεύθυνοι οἱ διδάσκαλοι καὶ οἱ γονεῖς. Ὑπεύθυνοι ὅλοι οἱ ἀκούοντες τοὺς βλασφήμους καὶ μὴ ὑψώνοντες ἔντονον φωνὴν διαμαρτυρίας. Καὶ ἀποτέλεσμα τῆς ἀδρανείας καὶ ἀδιαφορίας ὅλων μας εἶναι ὅτι ἡ βλασφημία, ὡς σημεῖον τοῦ Ἀντιχρίστου, ὡς τεράστιον κῦμα τῆς κολάσεως ἐπλημμύρησε τὴν πατρίδα μας καὶ ἐνῶ ἄλλοτε εἰς ὀλόκληρα διαμερίσματα τῆς πατρίδος μας, ὅπως εἰς τὴν Θεσσαλίαν π.χ., δὲν ἠκούετο οὔτε μία βλασφημία, σήμερον καὶ τὰ νήπια μαζὺ μὲ τὸ γάλα ποὺ βυζαίνουν μαθαίνουν καὶ τῆν βλασφημίαν καὶ αἱ πρῶται λέξεις ποὺ ψελίζουν εἶναι λέξεις βλασφημίας. Τὰ ἀκούει ὁ πιστὸς Χριστιανὸς καὶ ραγίζεται ἡ καρδιά του καὶ θὰ ηὔχετο νὰ μὴ ἔχη αὐτιὰ διὰ νὰ μὴ ἀκούη τὰς φρικτὰς βλασφημίας.

̶ Ἑλλάς! Τὶ κακὸν ἔκαμνε ὁ Θεὸς τῶν Πατέρων μας καὶ τὰ τέκνα σου τόσον πολὺ δημοσία τὸν βλασφημοῦν; Ὁ ἄγγελος ποὺ φυλάσσει τὴν χώραν ταύτην ἀναστενάζει διαρκῶς καὶ φωνάζει: Χριστιανοὶ Ἕλληνες! Δόστε μου καὶ πάλιν μίαν Ἑλλάδα, εἰς τὴν ὁποίαν θὰ περνοῦν ὧραι, ἡμέραι, ἑβδομάδες, μῆνες, καὶ ἔτη, χωρὶς νʼ ἀκούεται οὔτε μία βλασφημία, ἀλλὰ μόνον ὕμνοι καὶ δοξολογίαι πρὸς τὸν Θεόν. Δόστε μου μίαν τέτοιαν Ἑλλάδα καὶ τότε θὰ ἔχετε ἐξησφαλισμένην τὴν βοήθειαν τοῦ Θεοῦ. Σύμμαχός σου εἰς ὅλους τοὺς ἀγῶνας σου θὰ εἶναι ὁ Θεός. Καὶ εἰ ὁ Θεὸς μεθʼ ἡμῶν οὐδεὶς καθʼ ἡμῶν. Ἄλλως…

Δὲν ἀντέχω νὰ συνεχίσω τὸ ἄρθρον. Δάκρυα μοῦ ἔρχονται εἰς τὰ μάτια μου. Κλείνω τὸ ἄρθρον μὲ μίαν θερμὴν προτροπὴν, ὅπως κάθε Ἕλλην ποὺ δὲν βλασφημεῖ νὰ διαφωτίση 1, 2, 3, 5, 10, 100, βλασφημοῦντας. Μόνον ἐὰν μὲ πάθος ἀναλάβωμεν μίαν σταυροφορίαν κατὰ τῆς βλασφημίας ὑπάρχει ἐλπὶς νὰ ἴδωμεν τὴν Ἑλλάδα ἀπηλλαγμένην ἀπὸ τὸ στίγμα αὐτὸ τοῦ πολιτισμοῦ, ἀπὸ τὸ σημεῖον αὐτὸ τοῦ Ἀντιχρίστου.

ΠΙΣΤΕΥΟΥΝ ΟΙ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΕΣ;

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Αυγ 16th, 2012 | filed Filed under: «ΧΡΙΣΤΙΑΝ. ΣΠΙΘΑ», ΓΡΑΠΤ ΚΗΡΥΓΜ. ΚΑΤΟΧΗΣ

Χριστιανικόν φυλλάδιον αριθ. 9 – Κοζάνη, τη 23 Ιανουαρίου 1944

+Η ΑΓΑΠΗ+

OPΓANON OPΘOΔOΞON XPIΣT. AΔEΛΦOTHTOΣ NEΩN KOZANHΣ «Ταύτα εντέλλομαι υμίν, ίνα αγαπάτε αλλήλους» (ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ) ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ –

Αρχιμ. Αυγουστίνος Ν. Καντιώτης – Ιεροκήρυξ

ΠΙΣΤΕΥΟΥΝ ΟΙ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΕΣ;

Πολλοί λέγουν, ότι Πίστις και Επιστήμη δεν συμβιβάζονται. Και προς απόδειξιν του ισχυρισμού των, αραδιάζουν ονόματα επιστημόνων, ιδικών μας και ξένων, οι οποίοι δεν πιστεύουν εις τον Θεόν. «Οι Επιστήμονες δεν πιστεύουν», αυτό είναι το προσφιλές τροπάριον της απιστίας! Να το παραδεχθούμε; Όχι απολύτως. Διότι πλείστα υπάρχουν παραδείγματα, κατά τα οποία, επιστήμονες που επηγγέλλοντο μέχρι χθές τον άπιστον, σήμερον πιστεύουν, πιστεύουν ειλικρινώς. Κατά βάθος άλλως τε δεν ήσαν άπιστοι. Αλλά τι συνέβαινε; Οι άνθρωποι αυτοί, νεαροί ως επί το πλείστον επιστήμονες, από ένα πνεύμα ανοήτου επιδείξεως, εφόρεσαν αίφνης την φανταχτερήν χλαμύδα της απιστίας, έκαναν τον άπιστον, και με την άρνησιν των μεγάλων αληθειών της Θρησκείας ήθελον να παρουσιασθούν ως άνθρωποι συγχρονισμένοι, ως πνεύματα ισχυρά, που δεν ημπορούν να παραδέχωνται ό,τι παραδέχονται και πιστεύουν οι πολλοί. Έτσι εφαντάζοντο να κάμουν την ρεκλάμαν του ανωτέρου ανθρώπου, που έθραυσε δήθεν τα δεσμά των λαϊκών προλήψεων! Παρά την επιφανειακήν, όμως, αυτήν επίδειξιν της απιστίας των, μέσα των υπήρχε κρυμμένη η σπίθα της πίστεως. Και δι΄αυτό, όταν εις τον βίον των επιστημόνων αυτών, των δήθεν απίστων, παρουσιάσθησαν συνταρακτικά της ζωής γεγονότα, τότε το οικοδόμημα της απιστίας των παταγωδώς κατέρρευσεν, η σπίθα της πίστεως ήναψε και πάλιν, έγινε φλόγα, και από την καρδίαν των μέσα βγαλμένη ακούεται τώρα ειλικρινής η ομολογία της πίστεως: «Πιστεύω, Κύριε! Βοήθει μοι τη απιστία!». «Το ιδικόν μου πιστεύω», λέγει κάποιος φιλόσοφος που εις την αρχήν των σπουδών του είχεν αρκετάς αμφιβολίας και έκλινε προς τον σκεπτικισμόν και την άρνησιν, «το ιδικόν μου» λέγει, «πιστεύω, εβγήκεν μέσα από το καμίνι της θλίψεως». Αλλά και εάν παραδεχθώμεν, ότι μερικοί εκ των επιστημόνων μέχρι τέλους επιμένουν εις την απιστίαν, η απιστία αυτών των ολίγων δεν δύναται να καταλογισθεί εις βάρος της Επιστήμης και να εξαχθεί το γενικόν συμπέρασμα ότι η Επιστήμη καταργεί την Θρησκείαν! Διότι η Επιστήμη, η πραγματική επιστήμη, η οποία αξίζει να γράφεται με Ε κεφαλαίον, αυτή δια του ονόματος των μεγαλυτέρων επιστημόνων ομολογεί ότι Πίστις και Θρησκεία δεν συγκρούονται και ότι δύναταί τις να είναι άριστος επιστήμων χωρίς να παύσει να είναι πιστός Χριστιανός. Θα ηδυνάμεθα να αναφέρωμεν εκατοντάδας ολοκλήρους επιστημόνων, παλαιών και νέων, οι οποίοι επίστευον και πιστεύουν εις τον Θεόν και εις τας θεμελειώδεις αλήθειας του Χριστιανισμού. Αλλά, δυστυχώς, ο χώρος του φυλλαδίου είναι στενός και δι’ αυτό θα περιορισθώμεν να αναφέρωμεν επί του προκειμένου τας γνώμας ολίγων κορυφαίων επιστημόνων. ΠΑΣΤΕΡ (Μέγας φυσιολόγος και χημικός επιστήμων παγκοσμίου φήμης): «Επί πολύ κατέγινα εις την μελέτην της φύσεως, δια τούτο πιστεύω ως Βρεττανός χωρικός. Εάν ηδυνάμην να ασχολούμαι και να μελετώ περισσότερον, θα επίστευον την απλήν παιδικήν πίστιν Βρεττανής χωρικής». Ο ίδιος λέγει: «Θα έλθει ημέρα κατά την οποίαν θα γελώσει δια την βλακείαν της συγχρόνου φιλοσοφίας. Όσω περισσότερον ασχολούμαι περί την σπουδήν της φύσεως, τόσω περισσότερον εκπλήττομαι επί τοις έργοις του Δημιουργού. Κατά τας εν τω εργαστηρίω μου εργασίας προσεύχομαι».

ΠΕΤΡΟΣ ΤΕΡΜΙΕ (Μέγας Γάλλος επιστήμων γεωλόγος και μεταλλειολόγος ακαδημαϊκός). «Υπάρχει τάξις επιστημόνων, εις τους οποίους επιθυμώ να κατατάσεται και εμέ, δια τους οποίους το θρησκευτικόν συναίσθημα – όπως και η συνείδησις, όπως και αι γνώσεις του Απείρου, του Αιωνίου, του Απολύτου, καθώς και το συναίσθημα ότι η ψυχή είναι αθάνατος. Η ψυχή η πολύ μεγάλη και πολύ υπεδήτραν απέναντι της εκμηδενίσεως» –    Το θρησκευτικόν συναίσθημα λέγω είναι γεγονός με το οποίον το επιστημονικόν πνεύμα δύναται να ασχοληθεί και η παραγνώρισις του οποίου θα ήτο κάτι το παιδαριώδες.

ΚΕΠΛΕΡ (Μέγας Γερμανός αστρονόμος και μαθηματικός, ο επονομαζόμενος «Νομοθέτης του Ουρανού»): «Ω Δημιουργέ! Σε ευλογώ, διότι Σύ μοι επέτρεψας να θαυμάσω τα έργα Σου. Έφερα εις πέρας την αποστολήν του βίου μου δια της διανοίας, ην Σύ μοι εδώρισας. Διηγήθην εις τους ανθρώπους την δόξαν των έργων Σου. Εάν δια των εγασιών μου, αίτινες προς Σε έπρεπε να κατευθύνωνται, εξεζήτησα τυχόν και την δόξαν των ανθρώπων, συγχώρησόν με εν τη αγαθότητι και τη ευσπλαγχνία σου. Αι Ουράνιαι αρμονίαι, ευλογείτε τον Κύριον. Ψυχή μου, ευλόγει τον Κύριον».

ΜΑΞ ΠΛΑΝΚ (Καθηγητής της θεωρητικής φυσικής εν τω Πανεπιστημίω του Βερολίνου, μέλος της Πρωσσικής Ακαδημίας των επιστημών): Εις ουδεμίαν αντίθεσιν ευρίσκονται τη αληθεία η Θρησκεία και η επιστήμη, τουναντίον αμφότεραι είναι αναγκαίαι και δύναται να τας συμβιβάσει κάθε ορθώς σκεπτόμενος άνθρωπος, αμφότεραι συμπληρώνουσι αλλήλας. Βεβαίως δεν είναι τυχαίον το γεγονός ότι όλοι οι μεγάλοι σοφοί όλων των αιώνων ήσαν συγχρόνως και βαθείαι θρησκευτικαί προσωπικότητες εκδηλούσαι ούτως ευχαρίστως ό,τι άγιον και ιερόν έκρυπτον εντός της ψυχής των.

ΚΑΡΝΟ (Παγκοσμίου κύρους φυσικός. Θεμελιωτής της θερμοδυναμικής): «Ποία ελατήρια εκίνησαν τους συγγραφείς, τους απορρίπτοντας πάν θρησκευτικόν συναίσθημα; Μήπως είναι η πεποίθησις ότι αι ιδέαι, τας οποίας πολεμούν, είναι επιβλαβέσταται εις την κοινωνίαν; Η πίστις, εις Όν παντοδύναμον που μας αγαπά και φροντίζει περί ημών, δίδει εις την ψυχήν μεγάλας δυνάμεις δια να υπομένει την δυστυχίαν. Μια Θρησκεία προσαρμοζομένη εις τα πνεύματα και κηρυτομένη και κηρυτομένη παρ’ ανθρώπων σεβασμίων ήθελεν εξασφαλίσει την μεγίστην ευεργετικήν επιρροήν επί της Κοινωνίας και των ηθών».

ΛΙΝΔΕΤ (Γάλλος καθηγητής χημικός και γεωπόνος ακαδημαϊκός: «΄΄Όταν ήμουν μικρός και μου έδειχναν το χορτάρι, το σιτάρι, τη βελανιδιά, τα τριαντάφυλλα και τα αγκάθια των, μου έλεγαν “Κοίτα! Αυτά όλα τα έπλασε ο Θεός”. Η απλοϊκή εκείνη εξήγησις ήτο αρκετή εις την νεαράν μου φαντασία, ενός μέλλοντος γεωπόνου, ομολογώ δε ότι από αυτήν μου έμεινε κάτι. Τι έμαθα κατόπιν, αφού εσπούδασα χρόνια πολλά εις το Λύκειον, αφού απέκτησα τα πανεπιστημιακά μου διπλώματα; Γνωρίζω με ποία ονόματα ο Έλλην και ο Λατίνος ονόμαζον τα φυτά ταύτα και τα όργανά των, εν ανάγκη δε θα ημπορούσα και να τα ιχνογραφήσω. Και ύστερα από αυτά; Γνωρίζω ακόμη ότι χρειάζεται θερμότης, φως, υγρασία, δια να βλαστήσει το χορτάρι, να φυτρώσει το σιτάρι, να ανθήσει το τριαντάφυλλο. Αλλά δεν ημπορώ να φθάσω εις το τελευταίον “διατί”. Βλέπω επιστήμονας ερευνώντας δια την διαφώτισιν του προβλήματος, αλλά τούτο ακατάληπτον εκφεύγει των προσπαθειών των. Και εις την περίπτωσιν αυτήν η φράσις των γονιών μου επανέρχεται αδιακόπως: “O αγαθός Θεός τα έπλασε αυτά όλα”. Διατί ο άνθρωπος ο μαραζόμενος αδιακόπως από φυσικά και ηθικά κακά, ο δοκιμαζόμενος με σκληράς απιστίας, θύμα των πλανών, διατί να μη ζητεί από τον Θεόν την καρτερίαν χωρίς την μοιρολατρείαν, την ενεργητικότητα χωρίς το ριψοκίνδυνον, την ελπίδα χωρίς την αυταπάτην; Ιδού χριστιανικαί αρεταί ανυψώνουσαι, υποστηρίζουσαι και παρηγορούσαι!».

ΓΚΑΙΤΕ (Ο μέγιστος των Γερμανών ποιητών, μία των μεγαλοφυεστέρων διανοιών της ανθρωπότητος): «Προς έκαστον άνθρωπον επιβάλλεται η βεβαιότης ότι όπισθεν της φύσεως κρύπτεται όν τι μέγα, παραγωγικόν, ρυθμιστικόν, καθοδηγητικόν. Εμπιστοσύνη και υποταγή είναι τα πρώτα θεμέλια πάσης ανωτέρας Θρησκείας, και καθυπόταξις υπό μίαν ανωτέραν θέλησιν, την οποίαν δεν εννοούμεν ακριβώς, διότι είναι ανωτέρα του λογικού και της αντιλήψεως ημών. Ως κύριον, μοναδικόν και βαθύτατον θέμα της ιστορίας του κόσμου και των ανθρώπων, του οποίου πάντα τα άλλα είναι υποδεέστερα, μένει ο ανταγωνισμός μεταξύ απιστίας και πίστεως. Όλαι αι εποχαί εκείναι, καθ’ ας κυριαρχεί η πίστις υφ’ οιανδήποτε μορφήν, είναι περίλαμπροι, εξυψωτικαί της καρδίας και γόνιμοι δια τους συγχρόνους και τους επιγόνους. Τουναντίον αι εποχαί καθ’ ας η υφ’ οιανδήποτε εμφάνισιν παρουσιαζομένη απιστία κατήγαγε μίαν πτωχικήν νίκην, εξαφανίζονται εκ της μνήμης των επιγόνων, διότι ουδείς αρέσκεται εις την αναδίφησιν ακάρπων ζητημάτων. Οι άνθρωποι είναι παραγωγικοί εν τη ποιήσει και τη καλλιτεχνία, εφ’ όσον είναι και φιλόθρησκοι, άλλως δεν προχωρούν πέρα της μιμήσεως και της επαναλήψεως».

ΔΙΑΚΗΡΥΞΙΣ ογδοήκοντα τριών επιστημονικών κορυφών του ιατρικού κόσμου της Γερμανίας: «Ημείς οι κάτωθι υπογεγραμμένοι νευρολόγοι και φρενολόγοι ιατροί, οίτινες κατά την εξέτασιν και θεραπείαν νοσηρών πνευματικών καταστάσεων αντιμετωπίζομεν καθ’ εκάστην τας βαθυτάτας αβύσσους των αναγκών της ψυχής, αποτρέπομεν κατεπειγόντως και σοβαρώς από οιανδήποτε μείωσιν της πίστεως εις τον Ιησούν Χριστόν, έστω και επ’ ελάχιστον, εν τη καρδία της νεολαίας μας, ή από οιανδήποτε αδιαφορίαν απέναντι της πίστεως ταύτης ήτις είναι ακριβώς η άγκυρα της εποχής μας εν τη συγχρόνω καταιγίδι. Η Χριστιανική Θρησκεία είναι πάντοτε – και θα μένει – η μόνη Φιλοσοφία, η μόνη Ψυχολογία, η μόνη Ηθική, ο μόνος Κανονισμός. Εις το σημείο τούτο ημείς οι υπογεγραμμένοι νευρολόγοι και φρενολόγοι είμεθα σύμφωνοι προς τα μεγαλύτερα και ευγενέστερα πνεύματα, δια τα οποία πρέπει να υπερηφανεύεται το Γερμανικόν έθνος, και τα οποία μας εδίδαξαν να αναγνωρίζωμεν εν τω νοήματι και τω σκοπώ του γνησίου Χριστιανισμού άπειρον Σοφίαν, Ελευθερίαν και Δύναμιν. Έπονται αι υπογραφαί 83 διασήμων νευρολόγων Καθηγητών Πανεπιστημίων, μελών ιατροσυνεδρίων, αρχιάτρων, ανωτέρων ιατρικών συμβούλων κ. λ. π.)

ΜΑΡΚΟΝΙ (Σύγχρονος μέγας Ιταλός φυσικός και εφευρέτης): «Μεθ’ υπερηφανείας κηρύτω ότι είμαι πιστός. Πιστεύω εις την δύναμιν της προσευχής. Πιστεύω όχι μόνον ως πιστός Καθολικός, αλλά συγχρόνως και ως επιστήμων».

ΛΙΝΝΑΙΟΣ (Μέγας Σουηδός φυσιοδίτης. Ο ιδρυτής της συγχρόνου Βοτανικής): «Ο αιώνιος, ο άπειρος, ο παντογνώστης και παντοδύναμος Θεός διήλθε πλησίον μου. Δεν τον είδον πρόσωπον προς πρόσωπον, αλλά η ανταύγεια της θεότητος επλήρωσε την ψυχήν μου αφάτου θαυμασμού, είδον τα ίχνη του Θεού εις τα ποιήματά του. Και εν τοις ελαχίστοις και αοράτοις έργοις Αυτού οποία Δύναμις, οποία Σοφία, οποία άριστος Τελειότης!…Είδον πως ο ήλιος και οι λοιποί αστέρες, ολόκληρον το ηλιακόν σύστημα, ο άπειρος έναστρος ουρανός κινείται εν τω κενώ, στηρίζεται εν αυτώ, κατά την θέλησιν του ανεφίκτου Πρώτου Κινήσαντος, του Όντος των όντων, της Αιτίας των αιτιών, του Κυβερνήτου και συντηρητού του Κόσμου, του Κυρίου και Δημιουργού παντός δημιουργήματος».

ΡΟΥΣΣΩ (Επιφανής Γάλλος φιλόσοφος): «Δεν δύναμαι να αποδεχθώ τάς ανοήτους του υλισμού υποθέσεις, βλέπω τον Θεόν εντός μου και εις τα περί εμέ. Δεν δύναμαι να παραδεχθώ ότι ο επιστήμων δύναται εν καλή πίστει να πρεσβεύει ότι δεν υπάρχει υπερτάτη Νόησις πέραν της Φύσεως». Αυτά διακηρύττουν οι μεγάλοι επιστήμονες. Και τώρα θα είμεθα πολύ περίεργοι να μάθωμεν, απέναντι των κορυφαίων αυτών επιστημόνων, ποίοι και πόσοι είναι οι επιστήμονες εκείνοι οι οποίοι θα τολμήσουν να αντιπαραταχθούν και να κλονίσουν τα συμπεράσματα των σοφών; Θα εχρειάζετο αληθώς μεγάλη δόσις εγωισμού δια να προβάλλουν την αξίωσιν, όπως δώσωμεν εμπιστοσύνην όχι εις την γνώμην επιστημόνων της ολκής ενός Παστέρ και ενός Κεπλέρου, αλλά εις την γνώμην αυτών των νεαρών επιστημόνων, οι οποίοι έχουν από πολλού κλείσει τα βιβλία και φιλοσοφούν τώρα επί μήνας και έτη γύρω από τα τραπεζάκια των καφενείων μας… (Όσοι θέλουν να ιδούν και γνώμες άλλων επιστημόνων, εξ όλων των εθνών της Ευρώπης, ας μελετήσουν τα βιβλία: 1) Βεκιαρέλλη: Τα μεγάλα προβλήματα. 2) Μαγκριώτου: Πίστις και Επιστήμη 3) Τα υπό του Ακαδημαϊκού Συνδέσμου Αθηνών εκδοθέντα τεύχη: Οι σοφοί περί Θεού και Θρησκείας. Οι μεγάλοι άνδρες περί του Χριστιανισμού).

«ΜΙΑ ΖΩΝΤΑΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ, ο π. Αυγουστίνος Καντιώτης στην Κοζάνη» Νο1,

μέρος β΄, σελ. 80-85, Κοζάνη 2003, Ανδρονίκης Π. Καπλάνογλου

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΠΙΘΑ 1948 (Ο ΔΡΑΚΩΝ)

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Αυγ 15th, 2012 | filed Filed under: «ΧΡΙΣΤΙΑΝ. ΣΠΙΘΑ»

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΠΙΘΑ

Ο ΔΡΑΚΩΝ

 Συντάκτης Αρχιμανδριτης Αυγουστίνος Καντιώτης

«Αὕτη ἡ θάλασσα ἡ μεγάλη καὶ εὐρύχωρος˙ ἐκεῖ ἐρπετά, ὧν οὐκ ἔστιν ἀριθμός, ζῶα μικρὰ μετὰ μεγάλων, δράκων οὕτος, ὅν ἔπλασας ἐμπαίζειν αὐτῆ» (Ψαλμ. 103, 25-56)

Χιλιάδες κολυμβηταί, τώρα οὔτε ἕνας!

Τοὺς θερινοὺς μῆνας χιλιάδες κατοίκων τῆς πρωτευούσης μὴ ὑποφέροντας τὰς καυστικὰς ἀκτίνας τοῦ ἡλίου ἐγκαταλείπουν τὰς πρώτας μεσημβρινὰς ὥρας τὴν πυρακτωμένην ἄσφαλτον τῶν Ἀθηναϊκῶν ὁδῶν καὶ καταφεύγουν εἰς τὰς ἀκτὰς τοῦ Σαρωνικοῦ πρὸς ἀναψυχήν. Ἐκεῖ ἀναπνέουν τὸν δροσερόν, τὸν καθαρὸν ἀέρα ποὺ πνέει ἀπὸ τὰ πελάγη, πλεῖστοι δὲ ὅσοι κολυμβοῦν. Ἀσφαλῶς τὸ ὅτι κολυμβοῦν δὲν ἀποτελεῖ ἁμάρτημα, καθʼ ὅσον τὸ ὕδωρ τῶν ποταμῶν καὶ τῶν θαλασσῶν ἔδωκεν διὰ ποικίλην εὐεργεσίαν τοῦ ἀνθρώπου ὁ Ὕψιστος, πρὸς τὸν Ὁποῖον μόνον αἴνον καὶ δοξολογίαν πρέπει νʼ ἀναπέμπωμεν. Κύριε! Σʼ εὐχαριστοῦμεν διὰ τὴν ὡραίαν θάλασσαν ποὺ περιβρέχει τὴν Πατρίδα μας. Ἀλλʼ ὅταν ἄνδρες καὶ γυναίκες, νέοι καὶ νέαι κατέρχονται εἰς τὰς παραλίας μας καὶ γυμνοὶ ὑπὸ τὰ ὄμματα τοῦ κόσμου ρίπτονται μαζὺ εἰς τὴν θάλασσαν, κάμνοντες τὰ περιβόητα μικτὰ λουτρά, τὰ μπαὶν-μίξ, τότε τὸ κολύμβημα παύει πλέον νὰ εἶναι ἀδιάβλητος σωματικὴ ἄσκησις καὶ ἀναψυχὴ καὶ καταντᾶ καὶ αὐτὸ μέσον διαφθορᾶς, σατανικὴ σαγήνη σύρουσα πρὸς τὸν ἐκφυλισμὸν τὸν ἄνθρωπον τοῦ 20ου αἰῶνος.

Δυστυχῶς αἱ ὡραῖαι ἀκταὶ τῆς Ἀττικῆς καὶ τῶν νήσων μας, μολύνονται κατʼ ἔτος ἀπὸ τὰ αἴσχη τῶν μικτῶν λουτρῶν, ἐφθάσαμεν δὲ εἰς τοιοῦτον σημεῖον ἠθικῆς ἀναισθησίας καὶ πωρώσεως, ὥστε ὁ φωτογραφικὸς φακὸς νὰ συλλαμβάνη ἐπʼ αὐτοφώρω τοὺς κολυμβῶντας ὁμοῦ ἀναισχύντως ἄνδρας καὶ γυναίκας τοῦ ὑπερπολιτισμένου κόσμου, αἱ δὲ φωτογραφίαι αὐτῶν νὰ δημοσιεύωνται εἰς τὰς στήλας τῶν συντηρητικῶν Ἀθηναϊκῶν ἐφημερίδων καὶ τῶν ἐλαφρῶν περιοδικῶν διὰ νὰ βλέπη καὶ νʼ ἀπολαμβάνη τὸ Πανελλήνιον «τὰς σάρκας», αἱ ὁποῖαι εἶναι ὡς αἱ σάρκες ἐσφαγμένων βοῶν καὶ ἀγελάδων ποὺ κρέμανται ἀπὸ τὰ τσιγκέλια τῶν κρεοπωλείων μας. Ἑλλάς! Ταλαίπωρος Πατρίς μας! Ἰδὲ τοὺς ἀναξίους υἱοὺς καὶ θυγατέρας σου. Καθʼ ἥν στιγμὴν τὰ ἡρωικά σου τέκνα εἰς πανήψυλους κορυφὰς μάχονται καὶ κολυμβοῦν εἰς λίμνην αἴματος διὰ νὰ σὲ σώσουν, Ἕλληνες καὶ Ἕλληνίδες ἀναίσθητοι πρὸ τῆς Ἐθνικῆς μας τραγωδίας, γελοῦν, καγχάζουν καὶ πλημμυροῦν καθημερινῶς τὰς ἀκτὰς μας ποὺ ὕμνησε ὁ Ὅμηρος καὶ ἡγίασε ἡ πνοὴ τῶν ἀθανάτων Ἀποστόλων τοῦ Χριστιανισμοῦ, διὰ νὰ τὰς μεταβάλλουν εἰς τόπους ἀκολασίας, διὰ νὰ ἐκθέσουν έκεῖ εἰς διαγωνισμὸν ἀνηθικότητος, εἰς δημοπρασίαν… τὰ κάλλη, τῶν ὁποίων ἡ δυσοσμία παρʼ ὅλα τὰ ἀρώματα εἶναι ἱκανὴ νὰ προσελκύση καὶ τοὺς γύπας τῆς Ἀφρικανικῆς ἐρήμου.

̶ Καὶ ταῦτα πάντα πολλάκις ὑπὸ τὰ ὄμματα τῶν ἐπισήμων.

Ἀλλʼ αἰφνης ἀναπνέομεν! Ὁ Ραδιοφωνικὸς Σταθμὸς Ἀθηνῶν μεταδίδει ὅτι ἀπὸ προχθὲς δὲν κολυμβᾶ οὔτε ἕνας. Αἱ ἀκταὶ τοῦ Σαρωνικοῦ, μᾶς πληροφορεῖ, καθʼ ὅλον τὸ μήκος ἀπὸ Σαλαμίνος μέχρι Σουνίου εἶναι ἔρημοι κολυμβητῶν καὶ κολυμβητριῶν. Οὐδεὶς δανδῆς καὶ οὐδεμία μοδέρνα δεσποινίς, οὐδὲν μέλος τῶν μικτῶν κολυμβητικῶν ὁμίλων τῆς αἰσχρᾶς άριστοκρατίας τολμᾶ νὰ ριφθῆ εἰς τὴν θάλασσαν παρʼ ὅλον τὸν καύσωνα τῆς ἡμέρας.

Τὶ ἄραγε νὰ συνέβη; Μήπως οἱ οὕτω πως ἁμαρτάνοντες καὶ ἁμαρτάνουσαι κύριοι, κυρίαι καὶ δεσποινίδες τῆς νεωτέρας Βαβυλῶνος ἧλθον εἰς συναίσθησιν τῶν τραγικῶν στιγμῶν τῆς Πατρίδος καὶ ἀπεφάσισαν νὰ ἀπαλλάξουν τὸν τόπον μας ἀπὸ τὰ αἴσχη τῆς ἐκφυλισμένης ζωῆς τῶν Εὐρωπαίων; Δυστυχῶς ὄχι. Δὲν εἶναι ἡ συναίσθησις τῆς ἀμαρτίας, δὲν εἶναι ὁ πνευματικὸς κίνδυνος ποὺ ἔκανε ὅλον αὐτὸν τὸν κόσμον νʼ ἀποσυρθῆ ἀπὸ τὰ ἀθῶα παίγνιά των ποὺ ὡς ἀγνοὶ ἄγγελοι δῆθεν ἔπαιζον εἰς τὰς ἀκτάς μας, ἀλλὰ κάτι ἄλλο ποὺ ἐτρόμαξε κυριολεκτικῶς «τὶς ζωοῦλες» τῶν τρυφοδιαίτων μας.

̶ Ἄθλιον σαρκίον πῶς σὲ ἀγαπώμεν!

Αἱ ἐφημερίδες τῶν Ἀθηνῶν ἀναγγέλουν τὴν αἰτίαν!

Ἐνεφανίσθη θαλάσσιος δράκων

Εἶναι γνωστὴ ἡ πρωτοφανὴς διὰ τὴν Ἑλλάδα θαλασσία τραγωδία ποὺ εἰς ἀπόστασιν ὀλίγων μέτρων ἀπὸ τὴν ἀκτὴν τῆς Δραπετσῶνος – Πειραιῶς ἐξετυλίχθη μὲ κινηματογραφικὴν ταχύτητα καὶ συνεκίνησε τὰς Ἀθήνας καὶ τὸν Πειραιᾶ καὶ ἐξετόπισεν εἰς τὸ περιθώριον τοῦ ένδιαφέροντος τῶν Ἑλλήνων ὅλα τὰ ἄλλα φλέγοντα ζητήματα τῆς ὑδρογείου σφαίρας.

̶ Ἕνας ἐκλεκτὸς νέος ἡλικίας 17 ἐτῶν συντηρῶν διὰ τοῦ ἱδρῶτος τοῦ προσώπου χήραν μητέρα καὶ ἀνήλικους ἀδελφὰς ἐνὼ ἐκολύμβα εἰς τὰ βαθέα ὕδατα τῆς «Σπηλιᾶς τοῦ Κουλοῦ» εἴδε αἴφνης νὰ προβάλλη ἐνώπιόν του θαλάσσιον τέρας. Ἐπὶ τὴ θέα του ὁ δυστυχὴς νέος ἕντρομος ἤρχισε νὰ κολυμβᾶ ταχύτατα καὶ νὰ καλῆ μὲ γοερὰς φωνὰς τοῦ φίλους του: «Σῶστε με! Βοήθεια» ἀλλὰ τὸ τέρας μὲ ἀστραπιαίους ἐλιγμοὺς τὸν ἐπρόφθασεν, τοῦ ἀπέκοψε κατʼ ἀρχὰς τὸ ἕνα χέρι, τὸν κατεβρόχθισε κατόπιν καὶ ἐξηφανίσθη ὑπὸ τὰ ὄμματα τῶν φίλων οἱ ὁποῖοι ἀπὸ τὴν ἀκτὴν ματαίως προσεπάθουν μὲ λίθους ποὺ ἐξεσφενδόνιζον κατὰ τοῦ τέρατος νὰ τὸ φοβίσουν καὶ νὰ σώσουν τὸν φίλον των.

Ὅταν ἐδιάβασα τὴν συνταρακτικὴν αὐτὴν εἴδησιν τῆς κατασπαράξεως τοῦ ἐργατικοῦ καὶ τίμιου τούτου νέου τῆς Δραπετσῶνος μοῦ ἐγεννήθη ἀμέσως ἡ ἀπορία καὶ ἥλθεν εἰς τὰ χείλη μου τὸ παράπονον: Διατί, Θεέ μου, ὁ θαλάσσιος δράκων, ἀντὶ νὰ καταβροχθίση τὸν ἐργατικὸν τοῦτον νέον, νὰ μὴν καταβροχθίση πρὸς παραδειγματικὴν τιμωρίαν τῆς ἀκολάστου γενεᾶς μας μίαν ἤ ἕνα ἀπὸ τὰ ἄθλια ὑποκείμενα ποὺ μὲ τὰς αἰσχρότητάς των μολύνουν τὰς ἀκτὰς τῆς Πατρίδος μας; Εἰς τὴν ἀπορίαν αὐτὴν ἀπαντᾶ ἡ Ἀγία Γραφή: Ἄβυσσος πολλὴ τὰ κρίματα τοῦ Κυρίου. Ἀνεξιχνίασται αἱ ὁδοὶ Του; Ἄνθρωπε μωρὲ καὶ τυφλέ! Ἰδὲ τὴν θάλασσαν, τοὺς ἀπέραντους ὠκεανοὺς εἰς τοὺς ὁποίους ζοῦν τὰ θαλάσσιαν τέρατα. Ζητεῖς νὰ γνωρίσης τὸν βυθὸν τῶν σκέψεων τοῦ Θεοῦ καθʼ ἥν στιγμὴν ἀγνοεῖς τοὺς βυθοὺς τῶν ὠκεανῶν. Καὶ σὲ ἐρωτῶ: Ποῖος ἔχει ἐξιχνιάσει τὰ μυστήρια ποὺ ἐγκλείουν τὰ βάθη τῆς θαλάσσης; Ἡ ὠκεανογραφία, ὅπως ὀμολογεῖ ἕνας ἐκ τῶν διασήμων ἐκπροσώπῶν τῆς νεωτέρας ταύτης ἐπιστήμης, ὁ Σουηδὸς σοφὸς καθηγητὴς Πέτερσον, εὑρίσκεται ἀκόμη εἰς τὰ σπάργανα. Ὑπάρχουν βυθοὶ τῆς θαλάσσης ποὺ εἶναι ἀνεξερεύνητοι ὅπως ὁ περίφημος βυθὸς Μιντανάο τῶν Φιλιππίνων ποὺ εἶναι ὁ βαθύτερος βυθὸς τοῦ κόσμου καὶ θὰ ἠδύνατο νὰ χωρέση τὰ Ἱμαλάϊα μὲ τὴν κορυφὴν πρὸς τὰ κάτω. Ἀλλὰ καὶ τὰ ὀλίγα ἐκεῖνα δείγματα, τὰ ὁποῖα ἡ Ἐπιστήμη κατώρθωσε νὰ ἴδη καὶ νὰ ἀνασύρη τώρα τελευταίως ἀπὸ τὰ βάθη τῶν ὠκεανῶν εἶναι ἀρκετὰ διὰ νὰ προκαλέσουν τὴν ἔκπληξιν τοῦ ἀνθρώπου. Ἀνεκαλύφθησαν π.χ. μερικὰ ψάρια τὰ ὁποῖα ἔχουν εἰς τὴν κεφαλήν των κρεμασμένην μίαν συσκευὴν ὁμοίαν μὲ ἠλεκτρικὸν φανὸν ποὺ προπορεύεται καὶ φωτίζει τὸν δρόμον των ὡς προβολεὺς ποὺ ὅταν θέλουν τὸν σβύνουν! Οἱ ἐπιστήμονες οἱ ὁποῖοι μὲ τὰς κρυσταλλίνους ἀεροσταγεῖς σφαίρας τοῦ Πέτερσον κατῆλθον εἰς τοὺς ὠκεανοὺς ἔμειναν ἐκστατικοὶ διʼ ὅσα κατώρθωσαν νὰ παρατηρήσουν καὶ μαζὶ μὲ τὸν Προφητάνακτα Δαβὶδ δύναται νὰ ἐπαναλάβουν καὶ αὐτοὶ μὲ μεγαλύτερον ἀκόμη θαυμασμὸν ποὺ ἐπαυξάνουν αἱ ἐπιστημονικαὶ παρατηρήσεις των τὸ ψαλμικόν: «Αὐτὴ ἡ θάλασσα ἡ μεγάλη καὶ εὐρύχωρως˙ ἐκεῖ ἐρπετά, ὧν οὐκ ἔστιν ἀριθμὸς ζῶα μικρὰ μετὰ μεγάλων…».

Ἐκ τῶν μεγάλων ὠκεανῶν μᾶς ἤλθε εἰς τὰς Ἑλληνικὰς θάλασσας καὶ τὸ θαλάσσιον τέρας ποὺ ἐδημιούργησε τὴν φρικτὴν τραγωδίαν. Ἕνα καὶ μόνον αὐτὸ ἐνέσπειρε τὸν φόβον εἰς τοῦς κολυμβητὰς καὶ τοὺς ἀλιεῖς τοῦ Σαρωνικοῦ καὶ πρὸς ἐξόντωσίν του ἐλήφθησαν ἔκτακτα μέτρα. Ὁ Ναύσταθμος διέθεσε σκάφος μὲ βαρὺ πυροβόλον καὶ μὲ σύστημα προβολέων, τὸ δὲ Λιμεναρχεῖον, μὲ έλαφρότερα σκάφη ἤρχισε νὰ ἐξερευνᾶ τὴν ὲπιφάνειαν τῆς θαλάσσης διὰ νὰ ἀνακαλύψη τὸ ἀνθρωποφάγον θηρίον. Τόσος φόβος! Τόσα ἔκτακτα μέτρα διὰ τὴν έξόντωσιν ἕνὸς θαλασσίου τέρατος ποὺ κατεβρόχθισε ἕνα νέον.

̶ Ἀλλὰ εἴθε νὰ ἧτο τὸ μόνον θηρίον ποὺ ζητεῖ νὰ τραφῆ μὲ σάρκας ἀνθρώπων. Δυστυχῶς πλὴν αὐτοῦ ὑπάρχουν καὶ ἄλλα φοβερώτερα.

Ἀλλος δράκων καὶ υἱοὶ δράκοντες πλέον ἐπικίνδυνοι!

Τὸ θαλάσσιον τέρας, περὶ τοῦ ὁποίου ἐγένετο λόγος εἶναι μία ἀθωότης ἐμπρὸς εἰς ἄλλα τέρατα ὁρατὰ καὶ ἀόρατα ποὺ ἀναμοχλεύουν ὄχι πλέον τοὺς βυθοὺς τῶν θαλασσῶν μας, ἀλλὰ τοὺς βυθοὺς τῆς κοινωνίας μας.

Ὤ ἡ Κοινωνία μας. Αὐτὴ εἴνε ἠ ἄλλη ἐκείνη θάλασσα ἡ μεγάλη καὶ εὐρύχωρος. Εἰς αὐτὴν ζοῦν τὰ θηρία ἐκεῖνα ποὺ κατασπαράσσουν καθημερινῶς ὄχι ἕνα ἤ δύο, ἤ πέντε ἀλλὰ κατʼ ἑκατοντάδας καὶ χιλιάδας ὄχι ἀπλῶς κορμιά, ἀλλὰ ψυχάς. Τὰ ὀνομάζομεν κοινωνικὰ θηρία. Νὰ σᾶς παρουσιάσωμεν μερικὰ ἀπʼ αὐτά; Ρίψετε ἕνα βλέμμα εἰς τὴν σύγχρονον κοινωνίαν καὶ εὐκόλως θὰ τὰ διακρίνετε καὶ θὰ ἀναστενάξετε διὰ τὴν τεράστιαν φθορὰν ποὺ προξενοῦν εἰς τὴν Ἑλληνικὴν Πατρίδα. Εἶνε τὰ αἰσχρὰ καταγώγια, τὰ ἐπίσημα καὶ ἀνεπίσημα μὲ τὸ πλῆθος τῶν διεφθαρμένων γυναικῶν ποὺ ὡς Μέδουσαι μεταμορφώνουν εἰς λίθους ἀναισθήτους τοῦς ἀγνοὺς μας νέους. Εἶνε οἱ κινηματογράφοι καὶ τὰ θέατρα μὲ τὰς ἀνηθίκους ταινίας των καὶ θεατρικὰς παραστάσεις ποὺ κάθε φορὰ μια ἀπʼ αὐτὰς εἶνε καὶ ἕνα πελώριον στόμα Ἅδου, μία Ἑθνικὴ συμφορά. Εἶνε τὰ χαρτοπαικτικὰ κέντρα μὲ τὰς πράσινους τραπέζας ποὺ εἰς διάστημα μιᾶς καὶ μόνης νυκτὸς καταβροχθίζουν ὡς θαλάσιαι ρουφῆχτραι χρῆμα ἀμύθητον καὶ καταστρέφουν τὴν εὐτχίαν τῶν οἰκογενειῶν. Εἶνε τὰ ἀμέτρητα οἰνοπνευματοπωλεῖα. Εἶνε …

Καὶ ὅμως ἐναντίον τῶν κοινωνικῶν αὐτῶν κακῶν ποὺ ὀρθώνονται ὡς θηρία μὲ τὰ ἀπαίσια ρύγχη καὶ ἀπομυζοῦν καὶ τὴν τελευταίαν ἰκμάδα τοῦ Ἔθνους δὲν βλέπομεν νὰ λαμβάνωνται ριζικὰ μέτρα διὰ νὰ ἐξαληφθοῦν ἀπὸ τὴν Ἑλληνικὴν γῆν. Ἁσφαλῶς ὁ καρχαρίας τοῦ Σαρωνικοῦ ποὺ κατεσπάραξε τὸν δυστυχῆ νεόν τῆς Δραπετσῶνος, ἐὰν εἶχε νοῦν διὰ νὰ σκεφθῆ καὶ γλῶσσαν διὰ νὰ ὀμιλήση θὰ μᾶς ἐταλάνιζε: «Ἕλληνες! Ἐναντίον μου ποὺ κατεσπάραξα ἕνα νέον ἐκάματε ἐκστρατείαν ὁλόκληρον. Ἀλλʼ ἐναντίον τῶν κοινωνικῶν θηρίων ποὺ φωληάζουν μέσα εἰς τὰς μεγαλουπόλεις σας ποὺ εἶνε χειρότερα εἰς τὴν πραγματικότητα ἀπὸ τὰ ἀπαίσια θαλάσσια μυθολογικὰ τέρατα, τὴν Σκύλλαν καὶ τὴν Χάρυβδιν καὶ ποὺ κατασπαράσσουν καθημερινῶς τὴν νεότητά σας δὲν λαμβάνετε οὐδὲν μέτρον. Τουναντίον πολλάκις μὲ διαφόρους νόμους τῆς Βουλῆς σας τρέφετε, ἐνισχύετε καὶ γιγαντώνετε τὰ θηρία αὐτὰ ποὺ μὲ τοὺς πλοκάμους των κινδυνεύουν νὰ πνίξουν τὴν Ἑλληνικὴν φυλήν. Ἀνόητοι! Ἐτρομάχθητε ἀπʼ ἐμὲ καὶ μένετε μακαρίως ἀτάραχοι ἀπὸ τοὺς ἄλλους κινδύνους ποὺ ἔπρεπε νὰ κινητοποιήσετε ὅλας τὰς ἠθικὰς καὶ σωματικὰς δυνάμεις τοῦ Ἔθνους πρὸς ἐξόντωσιν τῶν κοινωνικῶν μεγαθηρίων».

Ὧ! κοινωνία, πόσα θηρία δὲν τρέφεις; Ἀλλὰ καὶ σὺ ὧ καρδία ἀνθρώπινη πόσα παρόμοια θηρία δὲν ἔχεις; Δὲν ὁμοιάζεις καὶ σῦ καταπληκτικῶς πρὸς θάλασσαν μὲ ἀμέτρητους βυθοὺς, μὲ ἀνεξερεύνητα σπήλαια εἰς τὰ ὁποῖα ἐνδιαιτῶνται ἀθέατα τὰ πάθη, τὰ ἄγρια αύτὰ˙ θηρία ποὺ ἀναμοχλεύουν τὴν ἐσωτερικὴν μας ζωήν; Ἐνίοτε τὰ θηρία αὐτὰ φαίνεται ὅτι ἔχουν ἐξαφανισθεῖ, ἀλλὰ ἰδοὺ μετὰ μίαν διετίαν, πενταετίαν, δεκαετίαν ἐξʼ ἀφορμῆς ἕνὸς ἀσήμαντου καὶ τυχαίου γεγονότος, τὸ ἀθέατον ἐπὶ ἔτη θηρίον ἀνέρχεται ἐκ τοῦ ψυχικοῦ βυθοῦ εἰς τὴν ἐπιφάνειαν, ἐπιδεικνύει τὰ πτερύγιά του, τοὺς κοπτεροὺς του ὀδόντας, πειναλέον καὶ ἕτοιμον νὰ καταβροχθίση τὸν γείτονα, τὸν φίλον, τὸν ἀδελφόν, τὸν πατέρα καὶ τὴν μητέρα ποὺ ἔντρομοι φεύγουν πρὸ τῆς ἐμφανίσεως τῆς τερατώδους κακίας φωνάζοντες: «Αὐτὸς δὲν εἶναι ἄνθρωπος, ἀλλὰ θηρίον! Ὑπερέβη εἰς ἀγριότητα τοὺς μαύρους καὶ κόκκινους δράκοντας!».

Ὧ ἡ καρδία μου Κύριε. «Αὐτὴ εἶναι ἡ Θάλασσα ἡ μεγάλη καὶ εὐρύχωρος˙ ἐκεῖ ἑρπετᾶ ὧν οὐκ ἔστιν ἄριθμός!».

Τὸ δὲ τρομερώτερον ἐξ ὅλων εἶναι τὸ γεγονὸς ὅτι ὄπισθεν ὅλων τῶν ψυχικῶν παθῶν κρύπτεται ὁ τὰ πάντα ὑποκινῶν καὶ ἐρεθίζων μέγας ἑκεῖνος Δράκων, ὁ πατῆρ, ὁ γεννήτωρ τῆς κακίας, τὸν ὁποῖον περιγράφει μὲ ζωηρὰ χρώματα εἰς τὸ 12ον κεφάλαιον τῆς Ἀποκαλύψεως ὁ Ἰωάννης ὁ Εὐαγγελιστής:

«Οὐαὶ τὴν γῆν καὶ τὴν θάλασσαν ὄτι κατέβη ὁ διάβολος πρὸς ὑμᾶς ἔχων θυμὸν μέγαν, εἰδὼς ὅτι ὀλίγον καιρὸν ἔχει».

Τὸ τέλος τοῦ Δράκοντος

Ἀδελφοί! Ὁ «πυρρὸς δράκων» τῆς Ἀποκαλύψεως μαίνεται ζητῶν τίνα καταπίη. Στῶμεν καλῶς˙ στῶμεν μετὰ φόβου. Ὁ δράκων αὐτὸς θὰ ἐντείνη ἀκόμη εἰς τὸ ἔπακρον τὰς δυνάμεις του. Ἀλλʼ ὁσασδήποτε δυνάμεις καὶ ἐὰν μεταχειρισθῆ καὶ μὲ οἱουσδήποτε μετασχηματισμοὺς καὶ ἐὰν παρουσιασθῆ πρὸς ἀποπλάνιση τῶν πολλῶν, δὲν πρόκειται νὰ νικήση. Θὰ συντριβῆ ὁπωσδήποτε ὑπὸ τοὺς πόδας τοῦ Ἐσταυρωμένου. Ὄσοι πιστεύουν εὀς τὸν Χριστὸν κατὰ τὸ ὄραμα τῆς Ἀποκαλύψεως θὰ τὸν νικήσουν «διὰ τὸ αἴμα τοῦ Ἀρνίου καὶ διὰ τὸν λόγον τῆς μαρτυρίας καὶ οὐκ ἦγάπησαν τὴν ψυχὴν (τὴν ζωὴν) αὐτῶν ἄχρι θανάτου». Μὲ ἄνδρας καὶ γυναίκας πιστοὺς ἐξ ὅλης τῆς γῆς πλήρεις πίστεως καὶ αὐταπαρνήσεως θὰ συντριβοῦν καὶ αἱ τελευταῖαι φάλαγγες τοῦ Σατανᾶ καὶ τὰ κοινωνικὰ μεγαθήρια τῆς διαφθορᾶς καὶ τὴς ἀδικίας θὰ ἐκλείψουν καὶ ἡ ἀνθρωπότης θὰ ἀναπνεύση ὑψώνουσα τὴν σημαίαν τοῦ ἐν Χριστῶ θριάμβου καὶ σαλπίζουσα εἰς τὰ πέρατα τοῦ κόσμου ὅτι ἐνικήθη ὁ Δράκων ὑπὸ τῶν πιστῶν ὀπαδῶν τοῦ Ναζωραίου.

————————————

ΜΙΑ ΘΕΡΜΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ

(Ἀπὸ τὸ κεκραγάριον τοῦ Ἱεροῦ Αὐγουστίνου)

«Κύριε! Εἴμεθα λίαν ἀσθενεῖς καὶ ἐστερημένοι ἀρετῆς ὄχι πραγματικοὶ ἄνθρωποι ὅπως μᾶς ἔπλασες καὶ ἠθέλησες νὰ εἴμεθα «εἰκόνες καὶ ὁμοιώματά Σου» ἀλλʼ ἀνθρωπίσκοι, γελοιογραφίαι τοῦ πραγματικοῦ, τοῦ ἀληθινοῦ ἀνθρώπου ποὺ μὲ τὰ ἄθλια πάθη μας ἐξωμοιώθημεν μὲ τὰ κτήνη τὰ δουλεύοντα διαρκῶς εἰς τὴν σάρκα αὐτῶν. Δὲν ἔχομεν νὰ παρουσιάσωμεν οὐδὲν ἴχνος ἀρετῆς. Μὲ τὰς ἰδικὰς μας δυνάμεις νὰ σωθῶμεν εἶνε ἀδύνατον. Διʼ αὐτὸ καὶ ἡμεῖς ἀπελπισθέντες ἀπὸ τὸν ἐαυτόν μας ἐλπίζομεν ἀπολύτως εἰς Σέ. Ὥς σανίδα σωτηρίας μᾶς ἔρριψες Κύριε, τὸν Τίμιον Σταυρὸν Σου, τὸν ὁποῖον διὰ τῆς πίστεως ἡρπάσαμεν ἐν μέσω τῆς μαινόμενης θαλάσσης καὶ διαπλέομεν τὴν μεγάλην καὶ εὐρύχωρον αὐτὴν θάλασσαν τῆς ἐπιγείου ζωῆς».

«Κύριε! Εἰς τὴν θάλασσαν κατὰ τὸν Ψαλμωδόν Σου κινοῦνται «ἑρπετᾶ» «ζῶα μικρὰ μετὰ μεγάλων» ὑπὸ τὰ ὁποῖα ἄς νοήσωμεν ἀλληγορικῶς τὰ πάθη, τὰ ἀγριώματα τὰ εἰς ἡμᾶς καὶ εἰς ἄλλους ἀνθρώπους ἐμφωλεύοντα καὶ διαρκῶς ἀναταράσσοντα τὴν ζωήν μας. Ἐπὶ πλέον δὲ ζῆ ὁ ΔΡΑΚΩΝ Ο ΑΓΡΙΩΤΑΤΟΣ ὑπὸ τὸν ὁποῖον ἄς νοήσωμεν τὸν Διάβολον ὅστις καιροφυλακτεῖ καὶ εἶνε πανέτοιμος νὰ μᾶς καταπίη. Εἰς αὐτὴν τὴν ἐπίγειον ζωήν μας ὅπως εἰς τὴν θάλασσαν ὑπάρχουν τόποι πλήρεις κινδύνων ἀληθιναὶ Σκύλλαι καὶ Χάρυβδεις, καὶ ὑπὲρ ἀριθμὸν ἄλλοι τόποι, εἰς τοὺς ὁποίους ναυαγοῦν ὅσοι δὲν προσέχουν καὶ ἔχουν τὴν πίστιν κλονισμένην εἰς τὴν θείαν Άποκάλυψιν, ἡ ὁποία ἐπισημαίνει τοὺς ἐπικινδύνους τόπους καὶ τὰ αἱμοβόρα τὰ ψυχοφθόρα θηρία καὶ συνεχῶς φωνάζει «ΓΡΗΓΟΡΕΙΤΕ».

«Ὧ Ἅγιοι τῆς πίστεῶς μας. Ὅσοι διεπλεύσατε τὴν ἀγρίαν αὐτὴν θάλασσαν μὲ τὰ ἑρπετᾶ καὶ τοὺς δράκοντας καὶ τὰς ὑφάλους πέτρας καὶ τώρα ἀναπαύεσθε εἰς τοὺς κόλπους τῆς Θεότητος, σπεύσατε εἰς βοήθειαν ἡμῶν τῶν ἀγωνιζομένων. Βοηθήσατέ μας διὰ τῶν προσευχῶν σας. Ἱκετεύσατε, σᾶς παρακαλοῦμεν, ὅπως καὶ ἡμεῖς διασωθῶμεν ἀπὸ τοὺς ψυχικοὺς κινδύνους καὶ ἀξιωθῶμεν αἰωνίος καὶ εἰρήνη ἀδιάλειπτος καὶ ἀσφάλεια πλήρης ἀπὸ τὴν ὁποίαν ἐκ τοῦ δράκοντος θὰ ἔχη ἐξαφανισθῆ».

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΠΙΘΑ 1949 (ΤΟ ΕΠΤΑΚΕΦΑΛΟΝ ΘΗΡΙΟΝ)

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Αυγ 7th, 2012 | filed Filed under: «ΧΡΙΣΤΙΑΝ. ΣΠΙΘΑ»

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΠΙΘΑ

ΚΟΖΑΝΗ – Μαϊος 1949, αρ. Φυλ. 94

ΤΟ ΕΠΤΑΚΕΦΑΛΟΝ ΘΗΡΙΟΝ

 

ΔΥΟ ΕΙΚΟΝΕΣ

Τὶ εἶνε ἡ ἁμαρτία; Τὶ εἶνε ἡ ἁμαρτία τοῦ 20οῦ αἰῶνος;

ὰν ἀδελφέ, ἐὰν ἐρωτήσης τὸν ἀμετανόητον, τὸν πεπωρωμένον, τὸν ἀναιδῆ ἁμαρτωλὸν ὅστις γελῶν ρουφᾶ τὴν ἀμαρτίαν μὲ ὅλας τὰς αἰσθήσεις του, μὲ ὅλους τοὺς πόρους του, θὰ σοῦ ἀπαντήση: «Ἁμαρτία; Ἄς λέγουν ἐναντίον της ὅ,τι θέλουν οἱ αὐστηροὶ ἱεροκήρυκες! Διʼ ἐμὲ εἶνε ἕνας παράδεισος, εἶνε μία θελκτικὴ θεά, ἡ ὁποία μὲ θωπεύει, μὲ λικνίζει εἰς τὰ γόνατά της καὶ μοῦ προσφέρει τὰς γλυκυτέρας τῶν ἀπολαύσεων. Μὲ κερνᾶ μὲ χρυσᾶ ποτήρια. Μέλι ρέει ἀπὸ τὴν γλῶσσαν της. Ἀπρόσκοπτος, πλατεῖα καὶ εύρύχωρος εἶνε ἡ λεοφώρος τὴν ὁποίαν βαδίζει. Ἀναρίθμητοι εὶνε οἱ ἐρασταί της. Διατὶ νὰ μὴ τὴν ἀκολουθῶ; …».

Ἁμαρτία = Ἀπόλαυσις! Αὐτὴ εἶνε ἡ εἰκὼν τὴν ὁποίαν ζωγραφίζει ὁ κόσμος.

Ἀλλʼ αὐτὴ εἶνε ἡ ἀπατηλή, ἡ ψευδὴς εἰκὼν τῆς ἁμαρτίας. Ἡ ἀληθινή, ἡ πραγματικὴ εἰκὼν τῆς ἁμαρτίας εἶνε ἄλλη. Εἶνε ἀπελπιστικῶς φρικιαστική! Ἐὰν ὁ ἁμαρτωλὸς, ὁ οἱοσδήποτε ἁμαρτωλός, πρὶν διαπράξη τὴν ἁμαρτίαν ἠδύνατο διʼ ἕνα καὶ μόνον λεπτὸν νὰ ἀποκτήση τὴν διαυγῆ, τὴν ἀέτειον ὅρασιν, τὴν ὁποίαν εἶχε “Ἰωάννης ὁ Εὐαγγελιστὴ συγγράφων εἰς τὴν νῆσον τῆς Πάτμου τὴν Ἱερὰν Ἀποκάλυψίν του, θὰ ἔβλεπε τὰ πράγματα ἔντελῶς διαφορετικά. Μὲ τὸν φακὸν τοῦ λόγου του Θεοῦ, τῆς Ἱερᾶς Ἀποκαλύψεως, ἡ ἁμαρτία θὰ ἔχανε ὄλους τοὺς πέπλους της, ὅλα τὰ ψιμύθια της, ὅλην τὴν ἐλκυστικήν, τὴν φανταχτερὴν περιβολήν, καὶ αἴφνης θὰ παρουσιάζετο – ποῖος θὰ ἠδύνατο νὰ τὴν ἀντικρύση; – ὡς τέρας, ὡς τὸ δυσειδέστερον καὶ ἀγριώτερον θηρίον τοῦ κόσμου.

Τὸ τέρας – ἰδὲ τὴν φωτογραφίαν του εἰς τὸ παρὸν φύλλον – ἔχει τὰ χαρακτηριστικὰ γνωρίσματα τοῦ πατρός, ὁ ὁποῖος τὸ ἐγέννησε.

Ποῖος εἶνε ὁ πατέρας του; Καὶ ποία εὶνε ἡ μητέρα του; Συναμαρτωλὲ ἀδελφέ! Θὰ φρίξης, ἐὰν σοῦ δείξω τοὺς γονεῖς του. ..  Για την συνέχεια πατήστε εδώ· Read more »