Αυγουστίνος Καντιώτης



Archive for Μάρτιος, 2009

ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΣΤΟΥΣ ΕΣΧΑΤΟΥΣ ΚΑΙΡΟΥΣ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Μαρ 31st, 2009 | filed Filed under: ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ, ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΣΤΟΥΣ ΕΣΧΑΤΟΥΣ ΚΑΙΡΟΥΣ
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ

ΝΕΟ ΒΙΒΛΙΟ

ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΣΤΟΥΣ ΕΣΧΑΤΟΥΣ ΚΑΙΡΟΥΣ

Δεν σας θεωρώ ακροατάς, αλλά συναγωνιστάς…
Έχετε κάποιο ενδιαφέρον θρησκευτικό, που είναι σπάνιο πράγμα σήμερα και αισθάνεσθε ένα πόνο για τα εκκλησιαστικά πράγματα. Γι’ αυτό το λόγο θέλω να σας ανακοινώσω τα εξής αναγκαία.
Ως στρατιώται Χριστού, ως πιστά τέκνα της Εκκλησίας, δεν πρέπει να αδιαφορούμε για τα εκκλησιαστικά θέματα, αλλά να δείχνουμε ζωηρόν ενδιαφέρον για την Εκκλησίαν του Χριστού.
Πρέπει οι Χριστιανοί να είναι αγωνισταί. Και όταν λέμε να είναι αγωνισταί, δεν εννοούμε να πάρουν ρόπαλα, τουφέκια, καραμπίνες, όπλα. Όχι. Μακριά αυτά από μας. Χρειαζόμεθα όπλα πνευματικά. Και πνευματικά μας όπλα είναι ο λόγος του Θεού, είναι η διαμαρτυρία μας, είναι οι φωνές μας, το «αίσχος», όλο αυτό το κλίμα το οποίο μπορούμε να δημιουργήσουμε που είναι το φραγγέλιο του Ιησού Χριστού, το οποίο θα πρέπει να υψώσουμε διαμαρτυρόμενοι για την άθλια κατάσταση της κοινωνίας.
Στα μαρτυρολόγια μένουμε κατάπληκτοι βλέποντας την ανδρεία των Χριστιανών. Εμφανίζονταν μπροστά στους αυτοκράτορας και τους τυράννους και φωνάζανε, Αίσχος, ντροπή σας, απάνθρωποι και σκληροί!… Διαμαρτύροντο για την σκληρότητα των. Τους πιάνανε και αυτούς και τους βασανίζανε. Τέτοιοι ζωντανοί Χριστιανοί ήταν εκείνοι. Έχουν σύστημα οι άθεοι να γκρεμίσουν την Εκκλησία του Χριστού. Γι’ αυτό πρέπει να είμαστε έτοιμοι να υπερασπίσουμε τα ιερά και τα όσια. Να μην αναπαυώμεθα στο « έχει ο Θεός» και στο «πύλαι άδου ού κατισχύσουσιν αυτής». Ασφαλώς δεν θα σβήσει η Εκκλησία αλλά μπορεί να σβήσει από την Ελλάδα όπως έσβησε και από την Μικρά Ασία. Που είναι η Εκκλησία της Μικρά Ασίας; Που είναι οι πενήντα μητροπόλεις της; Που είναι οι ναοί της; Που είναι τα μοναστήρια της; Που είναι τα προσκυνήματα της; Που είναι τα λείψανα της; που…; που…;
Αν έχετε διάθεση να αγωνιστήτε, υπάρχει ελπίς να νικήσωμε αν δεν έχετε διάθεση, θα μας σαρώσει το κύμα της απιστίας της αθεΐας και όλων των αιρέσεων.
Εγώ σήμερα – αύριο φεύγω, γέρος άνθρωπος είμαι. Αλλά σας προειδοποιώ και σας λέγω, θα δείτε πολλά δεινά στην πατρίδα μας, φοβερότερα από ότι είδαμε εμείς. Αλλά ότι και αν συμβεί και τα άστρα να πέσουν και τα ποτάμια να στερέψουν και τα πάντα να καταστραφούν, ένα θα μείνει, Ιησούς ο Ναζωραίος, όν παίδες υμνείτε είς πάντας τους αιώνας αμήν.

Χριστιανός, όνομα και πραγματικότης

Η ονομασία μας, το ότι λεγόμαστε Χριστιανοί, δεν είναι αρκετό. Η ονομασία που πήραμε στο βάπτισμά μας, πρέπει να ανταποκρίνεται και σε μία πραγματικότητα. Όπως το χαρτονόμισμα δεν αρκεί απλώς να γράφει ένα ποσό, αλλά το ποσόν αυτό που είναι γραμμένο επάνω στο χαρτονόμισμα πρέπει να ανταποκρίνεται σε ένα απόθεμα χρυσού. Δηλαδή, την ώρα που θα το πάμε στην τράπεζα, να μπορεί η τράπεζα να μας δώσει εκατό χρυσά φράγκα, εάν γράφει εκατό ή χίλια, εάν γράφει χίλια. Διότι αλλιώς θα είναι ένα απλό χαρτί. Κατά παρόμοιο τρόπο δεν αρκεί απλώς η ονομασία μας, ότι λεγόμεθα Χριστιανοί για να δικαιώσει την ύπαρξη μας στον κόσμο αυτόν.
Η ονομασία δημιουργεί υποχρεώσεις, συνοδεύεται από υποχρεώσεις και καθήκοντα. Αυτό ισχύει για κάθε ονομασία. Είσαι μηχανικός, ονομάζεσαι μηχανικός; Πρέπει να είσαι εις θέσιν να χτίζεις σπίτια γερά και στέρεα. Ονομάζεσαι δάσκαλος; Πρέπει να είσαι εις θέσιν να μάθεις τα παιδιά γράμματα. Ονομάζεσαι γιατρός; Δεν αρκεί αυτό, πρέπει να είσαι εις θέσιν να κάνεις διάγνωση, να βρίσκεις τα κατάλληλα φάρμακα, να ορίζεις την κατάλληλη δίαιτα τότε θα είσαι γιατρός, δεν αρκεί μόνο το όνομα και η φίρμα« είμαι γιατρός». Ονομάζεσαι πλοίαρχος και καπετάνιος; Δεν αρκεί μόνο να έχεις το όνομα αλλά και να είσαι κυβερνήτης επάνω στο πλοίο και μέσα στους ωκεανούς. Ονομάζεσαι στρατιώτης και αξιωματικός; Δεν φτάνουν τα κουμπιά και τα γαλόνια, δεν φτάνουν οι στολές, οι παρελάσεις, οι τρομπέτες και τα γυμνάσια χρειάζεται κάτι παραπάνω από όλα αυτά. Ποιο; Η ανδρεία, η απόφασης εν ανάγκη να θυσιάσεις όχι μία ζωή, χίλιες ζωές για την πατρίδα αυτό κάνει τον στρατιώτη.
Όπως λοιπόν η ονομασία του στρατιώτου, η ονομασία του γιατρού, η ονομασία του δασκάλου η ονομασία οιουσδήποτε άλλου στον κόσμο, δημιουργεί υποχρεώσεις, ακόμα περισσότερο η ονομασία Χριστιανός. Απ’ όλες τις ονομασίες που υπάρχουν στον κόσμο αυτόν, βασιλέων, πριγκίπων, στρατηγών και σοφών, εγώ δε βρίσκω καμία άλλη ονομασία ανώτερη, που αξίζει να γεμίζει τα σπλάχνα μας και την καρδιά μας και να μας φτερώνει στους ουρανούς καμία άλλη ονομασία μεγαλυτέρα στον κόσμο αυτόν από την ονομασία «είμαι Χριστιανός».

Προσόντα του Χριστιανού σύμφωνα με τους Μακαρισμούς

Όπως ο μαθητής έχει προσόντα, ο στρατιώτης προσόντα, ο καθένας έχει προσόντα και δεν προσλαμβάνεται κανείς στις υπηρεσίες εάν δεν έχει ένα ορισμένο αριθμό προσόντων, έτσι υπάρχουν και τα προσόντα του Χριστιανού. Ποια είναι αυτά; Τα προσόντα του Χριστιανού είναι: Πρώτο – πρώτο η ρίζα των αρετών. Ο Χριστιανός είναι ένα σύνολο, μια σύνθεση αρετών. Η πρώτη αρετή, η ρίζα, ποια είναι; Όπως το δέντρο έχει ρίζα, έτσι και το δένδρο της αρετής, που ποτίζει με τα δάκρυα και τα αίματα η πίστης μας, το δένδρο αυτό της αρετής που θάλλει αιωνίως, έχει ρίζα, αγαπητοί. Και όσο πιο βαθιά είναι αυτή η ρίζα, τόσο στερεότερος είναι ο Χριστιανισμός και τόσο ωραιότερος και ευπρεπέστερος και ιδανικότερος είναι στον κόσμο αυτόν. Η ρίζα του δένδρου αυτού είναι, αγαπητοί μου, η ταπείνωσης. Ο Χριστιανός πρέπει να είναι ταπεινός. Κάν σοφός, κάν φιλόσοφος, κάν ποιητής, κάν ταξιδεύση σε όλο το πλάτος του κόσμου, κάν πετάξη επάνω στους ορίζοντες, πρέπει να είναι ταπεινός. Θυμάστε τι ψάλλουμε στην ακολουθία της κηδείας; «Εμνήσθην του προφήτου βοώντος Εγώ είμι γή και σποδός…» Τι είσαι, άνθρωπε, οπουδήποτε και αν φθάσεις; Μια χούφτα χώμα και στάχτη.
Ταπεινός λοιπόν. Η ταπείνωσης πρέπει να διακρίνει τον Χριστιανό. Αλλά εκτός της ταπεινώσεως ο Χριστιανός πρέπει να έχει και κάτι άλλο. Το δάκρυ της μετανοίας. Εάν αμαρτάνει – και αμαρτάνει ο Χριστιανός, διότι δεν μπορεί να είναι αναμάρτητος κανείς επί της γης – εάν αμαρτάνει αυτός, εάν αμαρτάνει η γυναίκα του, εάν αμαρτάνουν τα παιδιά του, εάν αμαρτάνει η κοινωνία, αυτός πρέπει να κλαίει και να θρηνεί. «Μακάριοι οι πενθούντες, ότι αυτοί παρακληθήσονται»
Ο Χριστιανός ακόμα πρέπει να είναι πράος και ειρηνικός. Αλλά υπό έναν όρο πράος και ειρηνικός, όταν χτυπούν και αδικούν τον ίδιο. Όταν όμως βλέπει στη γειτονιά του, στο εργοστάσιο, στο γραφείο του, στην κοινωνία, την αδικία, τότε πρέπει να γίνει λέων. Δεν είσαι Χριστιανός, εάν δεν αγωνίζεσαι να επικρατήσει στον κόσμο η δικαιοσύνη. «Μακάριοι οι πεινώντες και διψώντες την δικαιοσύνην…». Αυτό εμάς μας έλειψε. Δεν έχουμε δίψα «δικαιοσύνης». Όταν αδικήται το άτομό μας, ο εαυτός μας, γινόμεθα θηρία, όταν αδικήται η χήρα, το ορφανό, ο κόσμος ο φτωχός και εγκατελειμμένος που δεν έχει συνηγόρους και ισχυρούς να τον υπερασπίσουν, αδιαφορούμε. Ο Χριστιανισμός πρέπει να είναι πράος για τον εαυτό του, αλλά αγωνιστής και να διψά την δικαιοσύνη.
Ο Χριστιανισμός ακόμη πρέπει να είναι ειρηνοποιός, να ρίχνει γέφυρες και να ενώνει τα χάσματα. Όπως όταν φτάσουμε σε ένα μέρος αδιαπέραστο, απλώνουν γέφυρα και περνούμε, έτσι στον κόσμο αυτόν, που τον χωρίζουν ιδεολογίες και συμφέροντα και μίση, πρέπει ο Χριστιανός να είναι η ένωση των διεστώτων, ανατολής και δύσεως, πρέπει να είναι η γέφυρα που θα ενώνει κόσμους αντιμαχόμενους. «Μακάριοι οι ειρηνοποιοί, ότι αυτοί υιοί Θεού κληθήσονται».
Ο Χριστιανός ακόμα πρέπει να έχει κάτι άλλο. Να είναι σαν τα χιόνια. Όπως το χιόνι που είναι πάνω στην κορυφή του Ολύμπου δεν το πατάνε πόδια ανθρώπου, αλλά είναι πεντακάθαρο, έτσι και η καρδιά του Χριστιανού πρέπει να είναι καθαρά. «Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία, ότι αυτοί τον Θεόν όψονται».
Ο Χριστιανός επίσης πρέπει να έχει ένα άλλο προσόν. Να είναι υπομονετικός. Βράχος. Όπως ο βράχος μέσα στο πέλαγος δε φοβάται τη θάλασσα, αλλά εξέχει μέσα στο πέλαγος και μένει πάνω από τα αφρισμένα κύματα, έτσι και ο Χριστιανός στις θλίψεις πρέπει να έχει ανδρεία, να είναι ανδρείος.
Τέλος ο Χριστιανός πρέπει να είναι έτοιμος για θυσία. Έτοιμος να πεθάνει όχι στο κρεβάτι του, αλλά επάνω στο πεδίο της τιμής, να θυσιάσει τη ζωή του για τη δόξα του Χριστού.
Αυτά είναι τα προσόντα, τα διαμάντια στο περιδέραιο που πρέπει να στολίζει κάθε χριστιανική ψυχή.

Φως και αλάτι

Τα έχουμε αυτά; Εάν τα έχουμε αυτά τότε σ’ εμάς απευθύνεται ο λόγος του Θεού «Υμείς έστε το άλας της γής…Υμείς έστε το φώς του κόσμου».
Βλέπετε, αγαπητοί, ποια σύμβολα έχει η αγία Γραφή; Εάν ακούσουμε τα λόγια αυτά του ευαγγελίου, φαίνονται ξεκάρφωτα. Εάν όμως τα συνδέσουμε με τα προηγούμενα, τότε αυτά αποκτούν την ολοκληρία της σκέψεως.
«Υμείς έστε το άλας της γής…Υμείς έστε το φως του κόσμου».
Χριστιανοί μου, βρίσκομαι ακόμα στην αρχή του ευαγγελίου και μπροστά μου ανοίγεται ένα πέλαγος ιδεών που δεν μπορώ να το διαπλεύσω με την μικρή λέμβο μου. Αλλά δεν έχω καιρό, δεν έχω ώρα, για να μπορέσω να επεκταθώ στα νοήματα αυτά, στο πέλαγος, στον ωκεανό των υψίστων αυτών ιδεών.
Μη μου μιλάτε για άλλα βιβλία. Αν πάρετε το άγιο Ευαγγέλιο στα χέρια σας, δεν χρειάζεται τίποτε άλλο. Βάλτε φωτιά στα βιβλία, στα μυθιστορήματα, στα περιοδικά όλα, στα φιλμ τα γκανγκστερικά, σε όλα αυτά που υπάρχουν μέσα στα σπίτια. Πάρτε στα χέρια σας το άγιο Ευαγγέλιο, να αγιάσει, να ευωδιάσει μέσα σας όλος ο ψυχικός σας κόσμος. Το Ευαγγέλιο του Χριστού μας λοιπόν λέει «Υμείς έστε το άλας της γής…Υμείς έστε το φως του κόσμου». Αφήνω το δεύτερο και παίρνω το πρώτο.«Υμείς έστε το άλας» σεις είστε το αλάτι.

Ο Χριστιανός είναι το αλάτι του κόσμου

Ο κάθε Χριστιανός πρέπει να είναι το αλάτι. Υπάρχει τίποτε άλλο πιο χρήσιμο από το αλάτι; Τα αλάτι είναι στο πιάτο και του φτωχού και του βασιλιά. Το αλάτι είναι κάτι απαραίτητο. Είναι στοιχείο αναγκαίο για τη ζωή του ανθρώπου. Μια μικρή ποσότητα αλατιού νοστιμίζει όλο το φαγητό. Το αλάτι έχει ακόμα την ιδιότητα να συντηρεί, να προλαμβάνει την σήψη, την σαπίλα, την αποσύνθεση των τροφίμων.
Έτσι ακριβώς πρέπει να είναι και ο Χριστιανός μέσα στην κοινωνία το αλάτι , το αλάτι το πνευματικό.
– Και πώς, κατά ποιο τρόπο θα γίνει ο Χριστιανός το αλάτι της κοινωνίας;
α) Με τα λόγια
Θα γίνει με τα λόγια του, που πρέπει να είναι προσεκτικά. Το Ψαλτήρι λέει «Θού Κύριε, φυλακήν τω στόματί μου και θύραν περιοχής περί τα χείλη μου». Τα σπίτια όλα έχουν πόρτες. Εμείς είμεθα χωρίς «πόρτες», δεν έχουμε δηλαδή καμία προσοχή στα λόγια που λέμε δεξιά και αριστερά. Και όμως θα δώσουμε μεγάλο λόγο γι’ αυτά, για κάθε λόγο άπρεπο, που δεν έχει ευωδιά και χάρη, για κάθε λόγο πονηρίας και κολακείας. Γέμισε ο κόσμος από ψευτιά και κολακεία. Δε λέει κανείς στο γείτονα του την αλήθεια, αλλά προσπαθεί με γλώσσα μελιστάλακτη, με ωραίες λέξεις και φανταχτερές εικόνες, να τον ξεγελάσει δεν του παρουσιάζει την πραγματικότητα.
Ο Χριστιανός όμως είναι αληθινός. Είναι μαθητής Εκείνου που μπροστά στον Πιλάτο είπε «Εγώ εις τούτο γεγέννημαι και είς τούτο ελήλυθα εις τον κόσμον, ίνα μαρτυρήσω τη αλήθεια». Και η αλήθεια στον κόσμο αυτόν είναι πικρά. Εάν έχετε κάποια πληγή και ρίξετε επάνω λάδι θα αισθανθείτε βέβαια κάποιο ευχάριστο αίσθημα. Εάν όμως ρίξετε – και είναι ανάγκη να ρίξετε – αλατάκι, το αλάτι τσούζει. Έτσι είναι και η αλήθεια, η αλήθεια των προφητών και των κηρύκων. Ο λόγος τους δεν είναι ευχάριστος. Η αλήθεια τσούζει, είναι πικρά αλλά αυτή σώζει.
Για σκεφθείτε τον προφήτη Ηλία. Ήταν μέσα στο κράτος 8.000 «παπάδες». Τούμπες κάνανε μπροστά στο βασιλιά και στη βασίλισσα. Μα αυτός τόλμησε και ανέβηκε πάνω στα ανάκτορα και του λέει, λίγες είναι οι μέρες σας, γιατί είστε βασίλειο ανομίας και παρανομίας, τα ανάκτορα οργιάζουν… Ένας βρέθηκε να μιλήσει έτσι, και από την ώρα εκείνη ζητούσαν να τον συλλάβουν και έφυγε μέσα στις σπηλιές, σαν αετός, για να γλιτώσει από τη μανία των βασιλέων, που τους κολάκευε όλο το αισχρό ιερατείο. Για σκεφθείτε τον Ιωάννη τον Πρόδρομο, που ανέβηκε και αυτός γοργός πάνω στα ανάκτορα και βρήκε εκεί το παράνομο ζεύγος των αιμομικτών που ζούσαν στη μοιχεία και λέει στον Ηρώδη «Ουκ εξεστί σοι έχειν την γυναίκα του αδελφού σου». Δεν σου επιτρέπεται βασιλιά να ζεις παράνομα. Για σκεφθείτε τον απόστολο Παύλο, τους προφήτες τους μεγάλους. Για σκεφτείτε τον ίδιο το Χριστό, που ελάλησε πάντα την αλήθεια και σταυρώθηκε γι’ αυτήν. Η αλήθεια είναι λόγος δριμύς, είναι σαν το αλάτι που πέφτει επάνω στις πληγές και κάνει τον άνθρωπο να πονέσει. Μα αυτός ο πόνος, που αισθάνεται ο άνθρωπος από την αλήθεια, είναι πόνος σωτήριος και μακάριος ο άνθρωπος εκείνος που αισθάνεται στα βάθη της ψυχής του την σωτήριο αυτή ενέργεια να εισέρχεται και να τον απολυμαίνει από κάθε κακία και αμαρτία.
Ο Χριστιανός δεν είναι κόλακας. Όχι. Θα πει την αλήθεια. Που θα την πει; Θα την πει παντού. Σ’ αυτόν που τον βλέπει και κυλιέται μέσα στο βόρβορο, θα του πει: «Ουκ έξεστί σοι…», δεν σου επιτρέπεται να κυλιέσαι σαν το κτήνος μέσ’ στην ακαθαρσία. Σ’ αυτόν που είναι κενόδοξος και υπερήφανος και νομίζει ότι θα φτάσει τους ουρανούς και τα άστρα, θα του πει: «Κύριος υπερηφάνοις αντιτάσσεται, ταπεινοίς δε δίδωσι χάριν». Στον άλλον, που λατρεύει όχι το χριστό αλλά το χρυσό, που έκανε το χρήμα θεό και λατρεύει το πορτοφόλι και το μπεζαχτά και δεν έχει ιερό και όσιο, θα πει: Είσαι ειδωλολάτρης, η πλεονεξία είναι «ειδωλολατρία». Στον άλλον, που έχει διάφορα άλλα ελαττώματα, δε θα διστάσει ο Χριστιανός να υπενθυμίσει την αλήθεια. Έτσι με τα λόγια του τα αυστηρά αλλά ζωοποιά, τα λόγια της Γραφής, θα γίνει αλάτι μεσ’ στην κοινωνία.

β) Με το παράδειγμα
Αλλά ο Χριστιανός δεν είναι άλας πνευματικό μόνο με τα λόγια του. Είναι και με το παράδειγμα του. Ο τρόπος που ζει και συμπεριφέρεται μέσα στο σπίτι του, στο γραφείο ή στο εργοστάσιο, ο τρόπος αυτός είναι φωτεινός. Και ο τρόπος αυτός κάνει τους άλλους να σκέπτονται, ότι παραπάνω από τη ζωή αυτή τη ματαία, τη ζωή των αισθήσεων και απολαύσεων, υπάρχει ένας κόσμος ανώτερος, ιδανικός, στον οποίο τους καλεί δια του λόγου και του παραδείγματος του.

Χρειάζεται αλάτι!
Αλλά αυτά είναι θεωρίες θέλετε να δείτε την πραγματικότητα, ποιο είναι το αλάτι το πνευματικό; Αντέστε μέσα στο σπίτι εκείνο που ο πατέρας είναι άλας πνευματικό. Υπάρχουν μέσα στη σαπίλα της κοινωνίας τέτοιοι άνθρωποι και έτσι κρατιέται ακόμα η κοινωνία. Υπάρχουν τέτοιοι γονείς, που προσέχουν και τα βλέμματα και τα λόγια και όλη τη συμπεριφορά τους είναι υπόδειγμα βίου. Ας είναι επάνω τους η ευλογία των αγίων αγγέλων και αρχαγγέλων και όλων των πατέρων μας. Μένουν αυτοί οι πατεράδες και αυτές οι μανάδες στο ύψος. Τα παιδιά τους βλέπουν μπροστά τους σαν εικόνες θείες, σαν ουράνιες εικόνες. Μπροστά τους το κορίτσι ή το αγόρι δεν μπορεί να μιλήσει ή να φερθεί άσχημα. Λάμπουν σαν φωτεινά άστρα. Να το πνευματικό άλας, που δεν αφήνει την κοινωνία να αποσυντεθεί εξ ολοκλήρου.
Θέλετε να δείτε το άλας το πνευματικό; Αντέστε σε μία ενορία πάνω στην Πίνδο, στον Αλιάκμονα, ή κάτω στο Μοριά και στην Κρήτη. Να πάτε σε μία ενορία που εφημερεύει ένας παπάς ευλαβής. Ας μη ξέρει γράμματα, ας μην πέρασε από πανεπιστήμια και θεολογικές σχολές αλλά πιστεύει. Πιστεύει στο Χριστό, στην Παναγία, στους αγίους και όταν λειτουργεί συγκινείται και κλαίει. Άντε να βρεις ένα χωριό με ένα τέτοιο παπά. Και θα δεις ότι όλοι οι χωρικοί ούτε βλαστημάνε, ούτε οργιάζουνε, ούτε εγκλήματα γίνονται εκεί. Γιατί μέσα στο χωριό αυτό υπάρχει αλάτι. Και το αλάτι του χωριού είναι ο ιερεύς, ο ευλαβής ιερεύς, ο οποίος δε σπούδασε, δεν έχει μεγάλους τίτλους και μισθούς, αλλά μέσα στην καρδιά του έχει το Χριστό.
Θέλετε να δείτε τι θα πει πνευματικό άλας; Αντέστε σε μία επαρχία, αν υπάρχει, που ποιμαίνει ένας δεσπότης πνευματικός, πραγματικός επίσκοπος των ψυχών. Όταν μία επαρχία έχει τέτοιον επίσκοπο, άνθρωπο ανώτερο του χρήματος, των ηδονών και της ματαίας δόξης, τότε εκεί δε στέκονται ούτε άθεοι αιρετικοί αλλά στην επαρχία αυτή υπάρχει αγιότης και ευσέβεια. Υπάρχει η μεγάλη δύναμη του Χριστού μας.
Θέλετε να δείτε, αντιστρόφως, όταν λείπει το αλάτι; Αντέστε μέσα στο σπίτι που ο πατέρας δεν προσέχει τον εαυτό του, που η μητέρα είναι ξεπορτισμένη και βγαίνει δεξιά και αριστερά και το σπίτι το έχει ξενοδοχείο ύπνου και φαγητού. Αντέστε μέσα σε μία ενορία που ο παπάς δεν βλέπει τίποτε άλλο πέρα από τα αργύρια, τα τριάκοντα αργύρια του Ιούδα και κοιτάει μόνο να θησαυρίζει. Αντέστε και σε μία επαρχία που ο δεσπότης είναι όλη η αντινομία και ανατροπή της θεωρίας και της πράξεως του Ευαγγελίου. Εκεί θα δείτε ερείπια και εξάρθρωση του παντός.

(ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΣΤΟΥΣ ΕΣΧΑΤΟΥΣ ΚΑΙΡΟΥΣ, Α΄Εκδοση, σελ. 1-14)

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

YMNOI – YBPEIΣ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Μαρ 31st, 2009 | filed Filed under: ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.)
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ
ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟΝ ΑΚΑΘΙΣΤΟ ΥΜΝΟ

YMNOI – YBPEIΣ

MEPIKEΣ ΣKEΨEIΣ θα εκφράσω τώρα στο τέλος της περιόδου των Xαιρετισμών.
O Aκάθιστος Yμνος είναι ένας από τους γλυκυτέρους ύμνους της Oρθοδόξου Eκκλησίας μας. Eίναι ένα ποίημα βαθυτάτης πίστεως, που με το ύψος των νοημάτων, την ζωηρά του έκφρασι, τις εικόνες και τα παραδείγματά του, κατέλαβε εξέχουσα θέσι στην παγκόσμιο φιλολογία. Έχει μεταφρασθή και σε σλαβικές και σε ευρωπαϊκές γλώσσες.
Mb το ποίημα αυτό το ευσεβές γένος μας εξέφρασε κατά τον ωραιότερο τρόπο τα αισθήματα της αγάπης, του σεβασμού και της ευγνωμοσύνης προς την υπεραγία Θεοτόκο.
Πώς δημιουργήθηκε ο υμνος αυτός; Όπως από ένα μικρό σπόρο βλαστάνει ένα πελώριο δέντρο, έτσι και το «Xαίρε» εκείνο (Λουκ. 1, 28), που «αγγελος πρωτοστάτης ουρανόθεν επέμφθη ειπείν τη Θεοτόκω», υπήρξε ο σπόρος, που έπεσε μέσα στη φαντασία του ευσεβούς ποιητού, και απ’ αυτον βλάστησε, σαν δέντρο πολύκαρπο, ο ύμνος. O Aκάθιστος Yμνος είναι το δέντρο, το δε «Xαίρε» είναι ο σπόρος απ’ τον οποίο ξεπήδησε.
Για να μεταχειρισθώ μια άλλη εικόνα, ο Aκάθιστος Yμνος είναι ένα πολύεδρο διαμάντι, που κάθε έδρα του εκπέμπει μιά ιδιαίτερη λάμψι. Kάθε «Χαίρε» περιγράφει μία από τις διάφορες αρετές της Θεοτόκου. Kαι όλα μαζί τα «χαίρε» περιγράφουν τα θαυμαστά αποτελέσματα, τις ευεργετικές επιρροές, που άσκησε σε ολόκληρο το σύμπαν η ενσάρκωσις του Θείου Λόγου, της οποίας όργανο υπήρξε η υπεραγία Θεοτόκος.
Tό «Xαίρε» ακούστηκε απόψε 144 φορές. Nά ερμηνεύσουμε το κάθε «Xαίρε»; να το ερμηνεύσουμε 144 φορές; θα θέλαμε 144 κηρύγματα, κάτι που υπερβαίνει τις δυνάμεις μας.
Aλλά τώρα το ποίημα αυτό με οδηγεί σε άλλες, μελαγχολικές σκέψεις. Tι σκέψεις;

* * *

144 φορές είπαμε το «Xαίρε» προς την Παρθένο. Eίμαι βέβαιος, ότι κ’ εσείς νοερώς συνωδεύσατε τα «Xαίρε» αυτά. Πόσες εκκλησίες έχει η πατρίδα μας; H Eλλάς έχει 7.000 εκκλησίες. Aπό πάνω από την Kέρκυρα μέχρι κάτω στην Kρήτη και την Kύπρο, κι από τον Έβρο μέχρι κάτω στο Tαίναρο, όπου πάλλουν ελληνικές και χριστιανικές ψυχές, ακούστηκε πάλι ο παναρμόνιος αυτός ύμνος, ο διθύραμβος αυτός προς την υπεραγία Θεοτόκο. 7.000 εκκλησίες, 7.000 ιερείς!
Πολf καλά. Ξέρετε αριθμητική, ξέρετε πράξεις; Aσφαλώς. Πάρτε λοιπόν κιμωλία και γράψτε στον πίνακα· 7.000 εκκλησίες. Πολλαπλασιάστε τον αριθμό αυτό επί 144, και θα βρήτε 1.008.000. Ένα λοιπόν και πλέον εκατομμύριο φορές ακούστηκε το «Xαίρε» σε όλη την επικράτεια στο Eλληνικό μας κράτος!
Xαίρεις γι’ αυτό; θα με ρωτήσετε. Eγώ δεν χαίρω· εγώ μάλλον κλαίω. Γιατί; Διότι αν ερχόταν ένας ξένος στην πατρίδα μας για πρώτη φορά και έμπαινε στους ναούς και άκουγε την ακολουθία αυτή, και έβλεπε μέσα όλο το λαό να συνωστίζεται για ν’ ακούσει τον Aκάθιστο Yμνο· αν έβλεπε τα κεριά που ανάβουμε ενώπιον της υπεραγίας Θεοτόκου, αν έβλεπε τα θυμιάματα που καίμε κατά τόννους εμπρός στην εικόνα της, αν άκουγε αυτά τα «Xαίρε», θα θαύμαζε και θα έλεγε· Πουθενά στη γη δεν συνήντησα τέτοιο ευσεβές έθνος!
Έτσι θα έλεγε ο ξένος και θα χαιρόταν. Aλλά μόλις θα έβγαινε έξω από τους ναούς, διαφορετική θα ήταν η εικόνα που θα συνελάμβανε. Διότι, ενώ στους ναούς υμνούμε την υπεραγία Θεοτόκο, και ψάλλουν παπάδες διάκονοι δεσποτάδες και πλέκουν το εγκώμιό της, ενώ από μυριάδες στόματα ακούγεται το «Xαίρε» προς αυτήν, μόλις βγούμε έξω, στους δρόμους και τις πλατείες, στην αγορά και στα συνεργεία, στις οικοδομές και στα εργοστάσια, στο στρατό και στα σχολεία, στα μέσα συγκοινωνίας και στα τηλέφωνα, αν πάμε στα καφενεία ή στα κέντρα διασκεδάσεως, στα θεάματα και στην τηλεόρασι, στα περιοδικά και στις εφημερίδες, εκεί ασφαλώς δεν ακούμε το «Xαίρε» προς την Παναγία. Eκεί, από αμέτρητα στόματα, θ’ ακούσουμε κάτι άλλα κακόηχα «χαιρετίσματα». Θ’ ακούσουμε φοβερές βλασφημίες, οικτρές ύβρεις χυδαίων ανθρώπων.
Oι άνθρωποι αυτοί βλαστημούν τα όσια και τα ιερά, και προπαντός την υπεραγία Θεοτόκο! Eίναι λυπηρό και αξιοδάκρυτο να σκεφθούμε, ότι καμμιά γυναίκα, ναι το ξαναλέω καμμιά γυναίκα, ναι το επαναλαμβάνω για τρίτη φορά καμμιά γυναίκα, όσο διεφθαρμένη και να εrνε, δεν υβρίζεται τόσο χυδαία όπως η Παναγία. Eμείς έχουμε το θλιβερό ρεκόρ, το ρεκeρ της βλασφημίας.
Eίναι κραυγαλέα, αγαπητοί μου, η αντίθεση  που παρουσιάζουν οι δύο αυτές εικόνες. Aπό το ένα μέρος πάνδημος υμνολογία, κι από το άλλο επιδημική νόσος βλασφημίας. Eίμεθα, λοιπόν, υποκριταί. Διότι αφού υμνούμε την υπεραγία Θεοτόκο στους ναούς, θα έπρεπε ο ύμνος μας να μη περιορίζεται μέσα στους τέσσερις τοίχους των ναών, αλλά να επεκτείνεται και έξω παντού.
Όσοι από τους μεγαλυτέρους κάνατε στρατιώτες, θα θυμάστε ότι, όσες φορές μας αξίωνε ο Θεός να καταλάβουμε μετά από σκληρούς αγώνες κάποια κορυφή, τότε ευσεβείς λοχαγοί ή ταγματάρχες και στρατηγοί γονάτιζαν και πάνω εκεί στις κορυφές, μεταξύ ουρανού και γης, εψάλλετο με δάκρυα στα μάτια το «Tη υπερμάχω Στρατηγώ τα νικητήρια…»· για ν’ αποδειχθεί ακόμη μια φορά, ότι η Eλλάς δεν πέθανε αλλά ζει· η Eλλάς του Bυζαντίου, του Hρακλείου, του Bασιλείου του Bουλγαροκτόνου. H Eλλάς των αιωνίων πόθων συνεχίζει την ένδοξο πορεία της. Γι’ αυτό λέμε, ότι η βλασφημία αποτελεί κηλίδα του πολιτισμού της, αίσχος που πρέπει να εκλείψει.
Πριν από 60 – 70 χρόνια η ακριτική μας Φλώρινα δεν ήτο ελευθέρα. δεν κυμάτιζε στον ουρανό μας η γαλανόλευκος σημαία· επικρατούσε το μισοφέγγαρο του Mωάμεθ και το φέσι. Eρωτώ λοιπόν τους παλαιούς Φλωρινιώτες, που οι κρόταφοί τους έχουν λευκανθή· στη Φλώρινα, υπό την ημισέληνο, τολμούσε κανείς να βαστημήσει την Παναγία; Όχι! Διότι μέσα στο Kοράνιο ―κατά περίεργο τρόπο― η Παναγία κατέχει εξέχουσα θέσι. Γράφει, ότι οι μωαμεθανοί πρέπει να σέβωνται την Παναγία ως μητέρα του μεγάλου προφήτου! Γι’ αυτό κανένας Tούρκος δεν τολμά να βλαστημήσει την Παναγία. Tούρκοι αστυνόμοι, αν άκουγαν Έλληνα να βλαστημάει ―παλαιό το κακό―, τον ερράπιζαν και τον κλείνανε στα κρατητήρια. Aλλά και στην Kωνσταντινούπολι, εκεί στο Mπαλουκλί, στην περίφημη εκκλησία της Παναγίας με την θαυματουργό εικόνα της Zωοδόχου Πηγής, κάθε Παρασκευή τρέχουν οι χανούμισσες και μετά δακρύων παρακαλούν την Παναγία, ως ιατρό που θεραπεύει τις ασθένειές τους.
Aλλ’ εδώ; Ω Θεέ μου! Πότε θα ‘ρθει η άγια ημέρα, που δεν θα βλαστημούμε την Παναγία μας; Tους άρχοντές μας κανείς δεν τολμά να θίξει· δεν βλαστημά κανείς τον υπουργό ή τον πρωθυπουργό κ.λπ.. Πολύ καλά. Aλλά πως τολμούμε και βλαστημούμε τη Bασίλισσα των ουρανών; Πολλές φορές στο στρατό, που άκουσα στρατιώτες να βλαστημούν, είπα· ―Σταματήστε, παιδιά μου. ―Tι να κάνω, παπά μου, θυμωμένος είμαι και βλαστημώ. ―Eίσαι θυμωμένος; βλαστήμησε λοιπόν το στρατηγό σου. ―A, το στρατηγό, λέει, να βλαστημήσω; θα πάω στρατοδικείο. ―Προτιμότερο να βλαστημήσεις το στρατηγό σου, παρά την «υπέρμαχο Στρατηγό». Ω, στην πατρίδα μας μικρός ο Xριστός, μικρά η Παναγιά, μεγάλοι οι άρχοντές μας!…
Στο Bυζάντιο υπήρχε ποινή αυστηρά για τη βλασφημία. Όποιος βλαστημούσε, του ξερρίζωναν τη γλώσσα. Σήμερα στην πατρίδα μας επιβάλλονται ελαφρές ποινές. θα έπρεπε να τροποποιηθεί ο Ποινικός Kώδιξ και να επιβάλλωνται ποινές αυστηρές.

* * *

Aγαπητοί μου! Όσοι πιστοί, ελάτε να καθαρίσουμε τον τόπο μας από κάθε βλασφημία. Όπου συναντήσετε βλάσφημο, προσπαθήστε να τον πείσετε να σταματήσει· οι γυναίκες τους άντρες σας, τα παιδιά τους γονείς και όλο το σπίτι σας. Όλοι ας κάνουμε το χρέος μας. Kαι ελπίζω κάποτε ν’ απαλλαγούμε από το μίασμα αυτό, ώστε κανένα στόμα να μη βλαστημά την Παναγία μας, αλλά όλα τα στόματα, μικροί και μεγάλοι, αγράμματοι κ’ επιστήμονες, άρχοντες και αρχόμενοι, κλήρος και λαός να γίνουμε μιά κιθάρα εναρμόνιος, για να λατρεύουμε Πατέρα, Yιόν και Άγιον Πνεύμα, και ν’ αναπέμπουμε ύμνο στην υπεραγία Θεοτόκο, δια πρεσβειών της οποίας είθε να σώσει ο Kύριος όλους μας. Aμήν.

† επίσκοπος Aυγουστίνος
(Στον ιερό ναό Aγίου Παντελεήμονος Φλωρίνης, Aκάθιστος Yμνος, Παρασκευή εσπέρας 10-4-1970)

ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΦΕΥΡΕΣΗ ΤΩΝ ΠΑΠΑΔΩΝ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Μαρ 30th, 2009 | filed Filed under: ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ

MHTPOΠOΛITOY ΦΛΩPINHΣ
AYΓOYΣTINOY KANTIΩTOY

ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΦΕΥΡΕΣΗ ΤΩΝ ΠΑΠΑΔΩΝ

H Eκκλησία μας, η Oροδοξία μας δεν είναι εφεύρεση των παπάδων· αν ήταν εφεύρεσι των παπάδων, εμείς οι παπάδες θα την είχαμε διαλύσει προ πολλού. H Πίστη μας δεν είναι δημιούργημα ανθρώπων, δεν είναι κατασκεύασμα φιλοσοφικό. Eίναι δεντρί, που δεν το φύτεψε χέρι ανθρώπου. Eίναι δεντρί, που το φύτευσε η δεξιά του Yψίστου, ο Θεός, η αγία Tριάς. Eίναι δεντρί με ρίζες βαθειές μέσα στις ανθρώπινες καρδιές. Δεντρί που κανένας διάβολος δε’ θα μπορέσει ποτέ να το ξερριζώσει. Δεντρί γεμάτο άνθη και καρπούς. Δεντρί με ευεργετική παρουσία μέσα στην ιστορία της ανθρωπότητος.
Eίναι δεντρί αθάνατο. Kαι όπως το δέντρο έχει ρίζα, έτσι και το δέντρον αυτό που λέγεται Oρθοδοξία και χριστιανισμός έχει ρίζα (Απόσπασμα από ομιλία στην Kαβάλα1962)

Ο π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΚΑΝΤΙΩΤΗΣ ΣΤΗΝ ΚΑΒΑΛΑ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Μαρ 30th, 2009 | filed Filed under: ΤΑ ΥΠΕΡ & ΤΑ ΚΑΤΑ

Iεροκήρυκας Αρχιεπισκοπής Αθηνών

π. Aυγουστινος Kαντιώτης στην Kαβάλα 1962

Aιδεσιμώτατοι πατέρες, αγαπητοί Xριστιανοί, άντρες και γυναίκες της ιεράς και αποστολικής εκκλησίας Nεαπόλεως και Φιλίππων. ^H γλώσσα μου, είναι πολύ πτωχή για να εκφράσει την συγκίνησι που αισθάνομαι, διότι με ηξίωσε ο άγιος Θεός να πατήσω τα χώματα, τα άγια αυτά χώματα, πού ‘ναι ποτισμένα με τα αίματα των μαρτύρων της πίστεως και της πατρίδος. Συγκινούμαι όταν σκέπτωμαι, ότι ευρίσκομαι σε μιά περιοχή, που πρώτη αυτή από όλη την Eυρώπη εδέχθη την επίσκεψι των αποστόλων του Xριστού και άκουσε το φλογερόν κήρυγμα του κορυφαίου των αποστόλων.
Hταν επιθυμία μου ως ιεροκήρυκος να επισκεφθώ την πόλιν της Kαβάλας και να ομιλήσω. Aλλά η επιθυμία μου αυτή επί πολλά έτη δεν ήτο δυνατον να πραγματοποιηθει. H επιθυμία αυτή, να επισκεφθώ την πόλι και να κηρύξω, προσέκρουε σε εμπόδια· σε εμπόδια εκκλησιαστικά.
Nα εκφραστούμε κάπως ελευθερώτερον; Ίσως υπάρχει κίνδυνος να σκανδαλίσωμε μερικούς Xριστιανούς. Eίπα, ότι η επιθυμία μου να επισκεφθώ την πόλι προσέκρουε σε εμπόδια εκκλησιαστικά. Ποια εμόδια εκκλησιαστικά; Ότι ημείς οι κληρικοί, οι Έλληνες κληρικοί, δυστυχώς, ενώ είμεθα Έλληνες πολίται, δεν έχομε δικαιώματα του Έλληνος πολίτου. Σεις, ο καθένας από εδώ, ως Έλληνες πολίται μπορείτε με την ταυτότητά σας να περιοδεύσετε ολόκληρο την Eλλάδα. Aλλά ημείς; Xίλιες ταυτότητες να έχομε, χίλιες υπηρεσίες να ‘χω να προσφέρει στην πατρίδα, δεν μπορούμε να κινηθούμε, εαν δεν έχωμε την άδεια των εκκλησιαστικών αρχών· εαν δε βάλει την υπογραφή του ο δεσπότης, η Iερά Σύνοδος. δεν μπορούμε να πάμε να επισκεφθούμε ακόμα και τη μάνα μας, όταν πεθαίνει, εαν δεν υπογράψει. Kαι έχουμε τέτοιο παράδειγμα κληρικού, που θέλησε να πάει να επισκεφθεί τη μάνα του, και δεν τον άφησε ο δεσπότης. δεν μπορούμε ακόμα, αδέρφια μου, όταν βρεθεί κάποιος να βρίσει τους γονείς μας, να καταφύγωμε στην ελληνική δικαιοσύνη και να τιμωρήσωμε τους συκοφάντας μας· πάλι χρειάζεται και εκεί άδεια. Eίμεθα ημείς οι κληρικοί, οι κατώτεροι λεγόμενοι κληρικοί, είμεθα χειροπόδαρα δεμένοι. Eαν ερχότανε ο απόστολος Παύλος σήμερα, δεν ξέρω εάν θα μπορούσε να επισκεφθεί, να κάνει περιοδεία στην Eλλάδα. Παραπάνω, εδώ στους Φιλίππους, είπε «Eίμαι Pωμαίος πολίτης» (βλ. Πράξ. 16,37), και τον άφησαν ελεύθερο. Eγώ θα πω, Eίμαι Έλληνας πολίτης, μα δε’ θα με αφήσουν ελεύθερο. Δυστυχώς στο κράτος το Eλληνικό, όχι τώρα, αλλά από τον καιρό του Όθωνος, ημείς οι Έλληνες κληρικοί είμεθα μουζίκοι, χειρότεροι από τους μουζίκους. Kαι τώρα τελευταίως και από το στόμα κάποιου μεγάλου, πολύ μεγάλου, ακούστηκε, ότι για την Eλλάδα δεν χρειάζονται παπάδες. Aλλ’ εν πάσει περιπτώσει αυτά εσάς δεν σας ενδιαφέρουν, αλλά ως μία παρέκβασις είναι αυτά τα πράγματα, για να σας πω, για να σας δείξω, ότι πόσο δύσκολο είναι σ’ εμάς τους κληρικούς, και εις τους ιεροκήρυκας ακόμη, να κινούμεθα επάνω στην Eλληνική πατρίδα. Kαι τώρα, που υπάρχουν ευνοϊκώτεροι όροι κινήσεώς μας ―διότι στους προηγουμένους αρχιεπισκόπους ήτο αδύνατον να κινηθούμε―, τώρα αποφασίσαμε νά ‘ρθωμε στην πόλη σας και να κηρύξωμεν το λόγο του Θεού

(Aρχή ομιλίας στην Καβάλα το 1962)

(Είχε, μόλις τότε, ανέλθει στον αρχιεπισκοπικό θρόνο ο από Kαβάλας Xρυσόστομος Xατζησταύρου – γι’ αυτό εχήρευε η μητρόπολις και τοποτηρητής ήτο ο Eλευθερουπόλεως Aμβρόσιος).

TI EINAI Η ΠΡΟΗΓΙΑΣΜΕΝΗ;

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Μαρ 30th, 2009 | filed Filed under: ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.)

H ΠPOHΓIAΣMENH ΘEIA ΛEITOYPΓIA

Aπόψε εδώ στην εκκλησία τελείται προηγιασμένη θεία λειτουργία.
Iσως κάποιος που παρακουλουθεί από μικρό παιδί την θεία λειτουργία να σκανδαλισθεί και να πει·
―Mα πως γίνεται τώρα το απόγευμα η θεία λειτουργία; Eγώ ξέρω ότι γίνεται το πρωΐ. Πρωί – πρωί χτυπούν οι καμπάνες, προ της ανατολής του ηλίου ψάλλεται ο όρθρος, η δοξολογία πρέπει να συμπίπτει με την ανατολή του ηλίου, και μετά ακολουθεί η θεία λειτουργία ή του Xρυσοστόμου ή του Mεγάλου Bασιλείου. Eάν μάλιστα ιερεύς τελέσει την θεία λειτουργία μετά το μεσημέρι, το απόγευμα, μπορεί να καθαιρεθεί. Mέχρι τις δώδεκα επιτρέπεται· πέρα από τις δώδεκα απαγορεύεται. πως λοιπόν απόψε τελέσαμε την θεία λειτουργία το βράδι, μετά την δύσι του ηλίου;
Eπάνω σ’ αυτό το θέμα, θα μού επιτρέψετε με λίγα λόγια να σάς απαντήσω.
H πρώτη θεία λειτουργία που έγινε στον κόσμο ―περίεργο πράγμα― δεν έγινε το πρωΐ, ούτε μετά την ανατολή του ηλίου· έγινε το βράδι, μετά την δύσι του ηλίου. Έγινε τη νύκτα. Ω η νύκτα εκείνη!
Tην πρώτη θεία Λειτουργία ποιός την έκανε; Tην έκανε παπάς, την έκανε αρχιερεύς, την έκανε άγγελος και αρχάγγελος; – τι θαύμα εάν απόψε κατέβαινε ένας αρχάγγελος και έμπαινε μέσα στο θυσιαστήριο! τι θαύμα! Tην πρώτη θεία λειτουργία δεν την έκανε άγγελος και αρχάγγελος· την έκανε ο Bασιλεύς των αγγέλων και αρχαγγέλων, ο Kύριος ημών Iησούς Xριστός. Tην έκανε το βράδι της Mεγάλης Πέμπτης, μετά τη δύσι του ηλίου. Όταν για τελευταία φορά ως άνθρωπος ετοιμαζόταν να οδηγηθεί δέσμιος ενώπιον του Aννα και Kαϊάφα και να σταυρωθεί, ετέλεσε μαζί με τους μαθητάς την θείαν μυσταγωγία. Tότε στα Αγιά του χέρια πήρε το ψωμί, τα σήκωσε στον ουρανό, το ευλόγησε και είπε· «Λάβετε φάγετε· τούτό εστι το σώμά μου». Mετά πήρε το ποτήριο, που είχε μέσα το κρασί, και είπε· «Πίετε εξ αυτού πάντες· τούτο γάρ εστι το αίμά μου» (Mατθ. 26,26-27).
Aυτή ήταν η πρώτη θεία λειτουργία.

† επίσκοπος Aυγουστίνος

(Στον ιερό ναό του Aγίου Παντελεήμονος Φλωρίνης 15-3-1972)

ΤI EINAI Η ΠΡΕΟΗΓΙΑΣΜΕΝΗ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ;

H θεία λειτουργία που τελούμε σήμερα, όπως ξέρετε όλοι, ονομάζεται προηγιασμένη θεία λειτουργία. Γιατί ονομάζεται προηγιασμένη, και για ποιόν λόγον εθεσπίσθη η λειτουργία αυτή, είναι ανάγκη να πούμε λίγα απλά λόγια, αγαπητοί μου Xριστιανοί.

* * *

Για να τελεσθεί η θεία λειτουργία, χρειάζονται απαραιτήτως δύο πράγματα. Tο ένα είναι το κρασί και το άλλο το ψωμί, ο άρτος και ο οίνος. Xωρίς ψωμί και χωρίς κρασί θεία λειτουργία δεν γίνεται. Aυτά τα δύο ο ιερεύς βάζει επάνω στην αγία τράπεζα· τον άρτον στο δισκάριο και τον οίνον στο ιερό ποτήριον.
Aυτά τα δύο, το κρασί και το ψωμί, μένουν έτσι μέχρι τέλους της θείας λειτουργίας; Όχι. Mένουν κρασί και ψωμί μέχρις ότου φθάσωμε στο σημείο εκείνο της θείας λειτουργίας που λέει «Tα σα εκ των σων σοι προσφέρομεν, κατά πάντα και διά πάντα». Eκείνη την στιγμή ο ιερεύς μέσα γονατιστός προσεύχεται, και οι Xριστιανοί έξω γονατιστοί προσεύχονται, και όλη η Eκκλησία παρακαλεί τον Θεό, για να γίνει το θαύμα, το θαύμα των πιστών.
Eκείνοι που δεν πιστεύουν, όσα και να τους πούμε, δεν παραδέχονται το θαύμα.
Tην ώρα που ο ιερεύς παρακαλεί τον Θεό και λέγει «Mεταβαλών τω Πνεύματί σου τω αγίω», την ώρα εκείνη Πνεύμα άγιον καταβαίνει από τον ουρανό, και το ψωμί γίνεται σώμα Xριστού και το κρασί γίνεται αίμα Xριστού. Aυτό είναι το θαύμα.
―Mά…
Δεν έχει μά. Aμα δεν έχεις πίστι, μεν πατάς στην εκκλησία. Προτιμότερο να κάθεσαι στο σπίτι σου και στο καφενείο και δεν ξέρω τι θα κάνεις εκεί, παρά να πας στην εκκλησία χωρίς να πιστεύεις.
Tην ώρα λοιπόν που γονατίζουμε, στο «Tα σα εκ των σων…», γίνεται το θαύμα το μεγάλο.
―Mα πώς;
Σας ερωτώ κ’ εγώ· Eίναι το μόνο μυστήριο; Όσοι απορούν, πως γίνεται το ψωμί σώμα Xριστού και το κρασί αίμα Xριστού, απαντούμε, ότι δεν είναι αυτό το μόνο μυστήριο. Όλη η ζωή είναι μυστήριο.
Aν πάς λ.χ. μέσα στο αμπέλι, τι βλέπεις; Ένα κούτσουρο και μία ρίζα. H ρίζα τι κάνει; Pουφάει νερό, και το νερό γίνεται σταφύλι, γίνεται κρασί.
Pωτήστε όποιον γεωπόνο θέλετε, όχι μόνο από την περιφέρειά μας, αλλά και αυτούς τους μεγάλους καθηγητάς και επιστήμονας που γράφουν συγγράμματα. Pωτήστε· πως παίρνει η ρίζα της αμπελιάς και κληματαριάς το νερό και το κάνει κρασί; δεν μπορούν να μας απαντήσουν. Oύτε μπόρεσε μέχρι σήμερα η επιστήμη να κάνει μια ρίζα αμπελιάς.
Λοιπόν· Eκείνος που παίρνει το νερό και το κάνει κρασί, Eκείνος πολύ περισσότερο μπορεί να κάνει το κρασί που είναι στο δισκοπότηρο τίμιόν του αίμα.
Θέλετε άλλο παράδειγμα; Aντε μέσα σ’ ένα περιβόλι, που έχει μέσα λεμονιές, πορτοκαλιές, μηλιές κ.τ.λ.. Tι τραβάνε οι ρίζες τους; Nερό. Έχουν κάτω στη γη μια τρόμπα, που τραβάει νερό· και το νερό αυτό η λεμονιά το κάνει λεμόνι, η πορτοκαλιά το κάνει πορτοκάλι, η μηλιά το κάνει μήλο. πως γίνεται αυτό; Mυστήριο, άγνωστο, δεν μπορείς να το ερμηνεύσεις.
Θέλεις κι άλλο παράδειγμα, που αναφέρουν οι πατέρες; Aνοιξε τα σπλάχνα της γης, κάτω βαθειά· θα βρεις κάρβουνο. Tο κάρβουνο αυτό ζυμώνεται μέσα στη γη και γίνεται διαμάντι.
E, λοιπόν· αυτός που παίρνει το κάρβουνο και το κάνει διαμάντι, αυτός που παίρνει το νερό και το κάνει κρασί, αυτός που κάνει το νερό και το κάνει λεμόνι ή πορτοκάλι, αυτός μπορεί να πάρει εδώ το ψωμί και να το κάνει σώμα Xριστού και το κρασί να το κάνει αίμα Xριστού. Kαι αυτό το θαύμα γίνεται την ώρα που προσεύχεται ο ιερεύς. Πίστις χρειάζεται.
Πότε γίνεται το θαύμα; στην θεία λειτουργία του Xρυσοστόμου και του Bασιλείου.
Aλλά εδώ, στην θεία λειτουργία των προηγιασμένων που κάναμε, δεν γίνεται μεταβολή, δεν γίνεται αυτό το θαύμα.
―Δεν γίνεται θαύμα; Tι λές δέσποτα; δεν γίνεται το θαύμα;
Nαί δεν γίνεται, γιατί έχει γίνει. Tα τίμια δώρα είναι ήδη αγιασμένα. Eίναι «προηγιασμένα». Aυτά που έχουμε επάνω στην αγία τράπεζα, δεν γίνονται την ώρα αυτή σώμα και αίμα Xριστού, αλλά έχουν γίνει προηγουμένως. Πότε; Tcν Kυριακή, στην προηγουμένη θεία λειτουργία, ο ιερεύς κρατά τον αγιασμένον άρτον και τον φυλάει για την σημερινή ημέρα. Γι’ αυτό βλέπετε στις άλλες θείες λειτουργίες, στην μεγάλη είσοδο, όταν βγαίνει ο ιερεύς και κρατάει τα άγια στο «Oι τα Xερουβείμ μυστικώς εικονίζοντες…», δεν γονατίζομε· γιατί δεν είναι ακόμα αγιασμένα. Eνώ τώρα, στην προηγιασμένη θεία λειτουργία, από την πρώτη στιγμή είναι αγιασμένα όλα· γι’ αυτό όταν γίνεται η μεγάλη είσοδος και ψάλλωμε το χερουβικό «Nύν αι δυνάμεις των ουρανών…», γονατίζομε όλοι· διότι περνάει ο Xριστός. Aυτή είναι η διαφορά της προηγιασμένης θείας λειτουργίας από τις άλλες θείες λειτουργίες.
―Mα, θα πείτε, γιατί να αγιάζονται από την προηγουμένη θεία λειτουργία;
Yπάρχει ανάγκη. Διότι τη Mεγάλη Tεσσαρακοστή μόνο Σάββατο και Kυριακή επιτρέπεται να γίνεται πλήρης θεία λειτουργία.
―Γιατί όχι και τις άλλες ημέρες της εβδομάδος;
H θεία λειτουργία είναι πανήγυρις, είναι Πάσχα Kυρίου, είναι χαρμόσυνος εορτή. Kαι επειδή τη Mεγάλη Tεσσαρακοστή η περίοδος είναι πένθιμος, δεν επιτρέπεται θεία λειτουργία, παρά μόνο Σάββατο και Kυριακή.
―Aυτός μόνο είναι ο λόγος;
Όχι. Eίναι και ο εξής. Όσοι ήθελαν να κοινωνήσουν, έπρεπε να περιμένουν το Σάββατο και την Kυριακή. Oι Xριστιανοί όμως των πρώτων αιώνων δεν μπορούσαν να περιμένουν μια ολόκληρη εβδομάδα για να κοινωνήσουν. δεν μπορούσαν να περιμένουν Δευτέρα, Tρίτη, Tετάρτη, Πέμπτη, Παρασκευή χωρίς θεία κοινωνία. Ήθελαν να κοινωνούν τακτικά. Eίχαν μεγάλο πόθο. Λέγει ο Mέγας Bασίλειος, ότι πολλοί Xριστιανοί κοινωνούσαν και Tετάρτη και Παρασκευή, και κάθε μέρα ακόμη.
Γι’ αυτούς λοιπόν τους ζωντανούς Xριστιανούς, που είχαν ζήλο μέσα στην καρδιά και ήθελαν να κοινωνούνε κάθε μέρα, η Eκκλησία μας όρισε να γίνεται η προηγιασμένη θεία λειτουργία και να κοινωνούν οι πιστοί.
Για να το καταλάβετε αυτό, σας λέω τα εξής. Όπως εμείς οι υλικοί άνθρωποι δεν μένομε χωρίς ψωμί και χωρίς φαγητό, δεν περνάει μέρα που να μη φάμε, έτσι στην παλιά εποχή οι Xριστιανοί δεν περνούσαν μέρα χωρίς την θεία κοινωνία. Tέτοιο ζήλο, τέτοιο πόθο, τέτοια φλογερά επιθυμία είχαν, γιατί πίστευαν στα λόγια του Xριστού που είπε· «O τρώγων μου την σάρκα και πίνων μου το αίμα εν εμοί μένει, καγώ εν αυτώ». Kαι ότι «έχει ζωήν αιώνιον» (Iωάν. 6,56,54). H θεία κοινωνία είναι ζωή. H υλική τροφή είναι ζωή του σώματος, και η θεία κοινωνία είναι ζωή της ψυχής.
Mε την προηγιασμένη θεία λειτουργία δίδεται ευκαιρία στους πιστούς Xριστιανούς να κοινωνούν συχνά.
Tώρα άλλαξαν τα χρόνια. Oι Xριστιανοί είναι τόσο ψυχροί και αδιάφοροι, που πολλοί απ’ αυτούς κοινωνάνε μια φορά το χρόνο, τη Mεγάλη Πέμπτη ή τη νύκτα της Aναστάσεως ή τα Xριστούγεννα. Mερικοί πάλι κοινωνούν δυο ή τρείς φορές το χρόνο. Kάποιοι άλλοι σπάνια κοινωνάνε.
Eμείς τΙ θα συμβουλεύσουμε;
H προηγιασμένη, που ακούσαμε, είναι μια απόδειξις, ότι η Eκκλησία μας προτρέπει να κοινωνούμε όσο μπορούμε συχνότερα.
Aλλά ποια συμβουλή να δώσωμε στη σημερινή μας εποχή; Nα κοινωνούμε δύο ή τρεις φορές την εβδομάδα, όπως οι παλιοί Xριστιανοί; Nα κοινωνούμε πέντε και δέκα φορές το χρόνο; Nα κοινωνούμε μόνο το Πάσχα και τα Xριστούγεννα; Tι να απαντήσωμε;
Eμένα ρωτάτε; Pωτήστε τον ιερό Xρυσόστομο· και ό,τι μας πει ο Xρυσόστομος, αυτό να κάνομε.
Pωτήσανε το Xρυσόστομο, και τους απήντησε, ο άγιος πατέρας που έκανε τη θεία λειτουργία· «Eίσαι έτοιμος; κοινώνα κάθε μέρα. δεν είσαι έτοιμος; ούτε τη Λαμπρή να μην κοινωνήσεις· γιατί και ο Iούδας κοινώνησε και κολάστηκε».
Aυτό είναι το μεγάλο θέμα. δεν είναι, πόσες φορές θα κοινωνούμε, αλλά πόσες φορές θα είμεθα έτοιμοι.
Aμ, γιατί να μην είμεθα έτοιμοι; Aπό μας εξαρτάται να ετοιμαστούμε.
Bέβαια είμεθα αμαρτωλοί, είμεθα ακάθαρτοι, βουτούμε μέσα στην αμαρτία και αναπνέομε τα μικρόβια της αμαρτίας και έχομε ακάθαρτη ψυχή. Nαι, είμεθα αμαρτωλοί και ανάξιοι να πλησιάσομε την θεία κοινωνία. Nαι, είμεθα ακάθαρτοι. Aλλά υπάρχει τρόπος να καθαριστούμε και να ετοιμάσουμε τις ψυχές μας για την θεία κοινωνία. Δίπλα μας τρέχει το ποτάμι. Eίμεθα ακάθαρτοι; Aς πάμε να καθαριστούμε.
Προχθές που ήταν καλωσύνη πέρασα από το Aρμενοχώρι. Eκεί κοντά στη γέφυρα είναι ένα ποταμάκι. Έτρεχε πολύ νερό. Kαι τι είδα; Eίδα κοπέλλες, είδα γυναίκες, που έπλεναν τις κουβέρτες και τις βελέντζες και όλα τα σκεπάσματα· τα έπλεναν και τα κοπάνιζαν.
Eρχεται τώρα Λαμπρή και θα πρέπει οι βελέντζες και τα σκεπάσματα να είναι καθαρά. Nα είναι όλα καθαρά. Tα ποτήρια να είναι καθαρά, τα παράθυρα καθαρά, τα έπιπλα καθαρά. Tα πάντα να είναι καθαρά, και η καρδιά μας ακάθαρτη;
Όπως οι γυναίκες πήγαν στο ποτάμι και πλένανε και καθαρίζανε, και όπως οι νοικοκυρές τη Mεγάλη Eβδομάδα έχουν μεγάλη φροντίδα να είναι όλα στο σπίτι καθαρά, έτσι να φροντίσουμε όλοι να καθαρίσουμε την ψυχή μας από τις αμαρτίες. Kαι όπως εκείνες οι γυναίκες πήγαν να πλύνουν στο ποτάμι και όπως άλλες γυναίκες βάζουν τα ρούχα στο πλυντήριο, έτσι πλυντήριο και ποτάμι που καθαρίζει είναι η μετάνοια και η ιερά εξομολόγησις.
Στην εξομολόγηση να πάμε όλοι μας. Όχι μόνον εσείς, αλλά κ’ εγώ, και οι ασκητάδες που είναι στο Aγιον Όρος, και οι πατριαρχάδες· και ο πιο άγιος ακόμα να περάσει από ιερά εξομολόγηση, να καθαριστεί· και όταν είναι καθαρός να προσέλθει στην θεία κοινωνία.
H θεία κοινωνία, γι’ αυτον που ετοιμάστηκε, θα είναι ζωή, θα είναι απόλαυσις, θα είναι φάρμακον, θα είναι αυτός ο Xριστός, τον οποίον πρέπει να δοξάζομε ημέρας και νυκτός.

* * *

Aυτά, αγαπητοί μου, είχα να σας πω, ως προς τα προηγιασμένα άγια.
Συνεπώς όσοι από σας κάνατε την θυσία αυτή να νηστεύσετε σήμερα, όσοι έχετε προετοιμασθεί και εξομολογηθεί τα αμαρτήματά σας, όσοι αισθάνεστε το Xριστό μέσα στην καρδιά σας, να πλησιάσετε τώρα που θα βγει το άγιο ποτήριο και να κοινωνήσετε. Oι άλλοι δεν πρέπει να κοινωνήσουν, αλλά να φροντίσουν να τακτοποιήσουν τον εαυτό τους, να πλύνουν με την εξομολόγηση τα ακάθαρτα που έχουν μέσα στην ψυχή τους, και έτσι πλέον καθαροί να πλησιάσουν τα άγια των αγίων και να εορτάσουν τα πάνσεπτα πάθη του Kυρίου ημών Iησού Xριστού και την ένδοξον αυτού ανάστασιν. Aμήν.

(Στον ιερό ναό του Aγίου Παντελεήμονος Φλωρίνης, Tετάρτη 23-4-1975)

ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΛΗΛΟΓΡΑΦΙΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ 1986

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Μαρ 30th, 2009 | filed Filed under: ΑΛΛΗΛΟΓΡΑΦΙA ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ

ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΩΝ

TOY ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ

(ΕΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΑ ΣΤΟ ΜΗΝΙΑΙΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ “ΣΑΛΠΙΓΞ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ”

1. Βουκέντρες που ξυπνάνε

Εν Atlantic City, 14 -5 -1986
Σεβασμιότατε, την ευχή σας.
Ευχαριστούμε τον Κύριο που έπεσαν στα χέρια μας μερικές κασέτες σας και βιβλία σας εδώ στην μακρινή χώρα που ζούμε, την Αμερική. Από χέρι σε χέρι περνούν οι κασέτες σας και όλοι μας κάτι έχουμε να ωφεληθούμε. Τα κηρύγματά σας, Σεβασμιότατε, είναι βουκέντρες που μας ξυπνάνε…

Αλέξανδρος Αλεξάνδρου

«ΜΑΣ ΚΑΝΕΤΕ ΚΑΛΟ»

Βλαχιώτη, 9 -6 -1986

Σεβασμιότατε πάτερ,
… Από την μελέτη του βιβλίου «Η αντίσταση της αγάπης» διεπίστωσα για άλλη μια φορά ότι: ενώ το προφητικό και χρυσοστομικό σας κήρυγμα μπορεί να προκαλεί αντιδράσεις σε ορισμένους («οἷς μὲν ὀσμὴ θανάτου εἰς θάνατον»), παρά ταύτα κανείς δεν μπορεί να κατηγορήσει την δράση σας, εφόσον αίρεται υπεράνω κομμάτων και ανθρωπίνων αδυναμιών και ως πηγή δροσερή του βουνού ποτίζει όλους τους διψασμένους, δικαίους και αδίκους…
Δεν γνωρίζετε πόσο καλό μας κάνετε και πόσο μας εμψυχώνετε με τη χρυσοστομική φωνή σας. Όταν όλοι σιωπούν ή και προδίδουν, η φωνή σας «ἀναβοᾷ ἐν ἰσχύι» την αλήθεια Κυρίου Παντοκράτορος. Και η καρδιά μας «παρακαλεῖται» και παίρνει θάρρος…

Με βαθύτατο σεβασμό και υϊκή εν Κυρίω αγάπη
Θεόδωρος Γεωργόπουλος
Θεολόγος

ΕΥΧΟΜΑΙ – ΕΥΧΕΣΘΕ

Γερμανία, 11 -6 -1986
Σεβασμιότατε άγιε γέροντα, π. Αυγουστίνε, προσκυνώ εν Κυρίω.
… Εύχομαι
τα πνευματικά σας τέκνα
να αισθάνονται την παρουσία σας
σαν τις φτερούγες της όρνιθας
που προστατεύει στοργικά τα νοσσία της.

Σάλπιγγα δε Ορθοδοξίας
ο λόγος και η γραφίδα σας
να ‘ναι για την Εκκλησία μας
στα έσχατα τούτα χρόνια,

που μαζί με της αγάπης του Χριστού

την έλλειψη,
τα πάντα λιγοστεύουν
και οι καρδιές σκληραίνουν
και ερημώνουν.
Οι «φιάλες», οι «σάλπιγγες», οι «σφραγίδες» των αγγέλων της Αποκαλύψεως διακρίνονται ευκρινέστατα στον εσχατολογικό ορίζοντα. Εύχεσθε, άγιε γέροντα, και για μας ν’ αντικρύσουμε με λάμψη χαράς τον αναμενόμενο Κύριο μας «ἐρχόμενον ἐπὶ τῶν νεφελῶν τοῦ οὐρανοῦ».

Με την εν Κυρίω αγάπη και το υιϊκό σεβασμό
Δημήτριος Σ. Καλτσούλας
Θεολόγος – φιλόλογος

****

Κηρυγματα που ξυπνουν

Καβάλα, 12 -6 -1986
Σεβασμιότατε πάτερ Αυγουστίνε, ζητώ την ευχή σας.
… Δίνω κασέτες σας και όταν σας ακούν όλοι ενθουσιάζονται και, όπως παρατήρησα, ορισμένοι τις μαθαίνουν απ’ έξω και δίνουν και απαντήσεις σε συζητήσεις με άλλους. Ποιος σας άκουσε και δεν δάκρυσε και δεν συγκλονίστηκε; …
Με τα κηρύγματά σας συγκλονίσατε και φέρατε στον ίσιο δρόμο χαμένες ψυχές, μεταξύ των οποιών ήταν και η δική μου. Έχω μάθει τόσα πολλά από τα κηρύγματά σας, που με ωφέλησαν πάρα πολύ. Για πρώτη φορά στη ζωή μου συ-γκλονίστηκα από κηρύγματα, κηρύγματα που ξυπνούν και δε νανουρίζουν….

Σας φιλώ το ευλογημένο σας χέρι
Ελένη Στεφανίδου

****

Η απειλη της ραδιενεργειας

Εν Αθήναις, 15 -6 -1986
Σεβασμιότατε πάτερ Αυγουστίνε,
Ο Πανάγαθος Θεός να μας ευσπλαχνισθεί και να απομακρύνει από το Έθνος μας πάντα εχθρόν και πολέμιον. Περισσότερον δε, την κρίσιμον περίοδον που διερχόμεθα, να μας προστατεύσει, καθώς και όλον τον κόσμον, ιδίᾳ τα μικρά παιδιά, την ελπίδα όλων των Εθνών και του ημετέρου, από την σοβαράν α-πειλήν της ραδιενεργείας, ήτις δεν είναι τυχαίον γεγονός, ως διαδίδουν και πι-στεύουν οι αρνηταί, αλλά δικαία οργή του Θεού, διά τας πολλάς μας αμαρτίας.

Στέφανος Σ. Στεφανίδης
Ε. Α. Ταξίαρχος Χωροφυλακής

****

Πονεμενα λογια

Μελβούρνη, 16 -5 -1986
Σεβαστέ μας πάτερ Αυγουστίνε,
Ευχόμεθα εις τον Κύριον όλοι οι χριστιανοί της Αυστραλίας να σας χαρίσει υγείαν και καλόν Παράδεισον. Είμεθα μια μικρή ομάδα χριστιανές, που μας φωνάζουν αιρετικές, επειδή μοιράζουμε φυλλάδια χριστιανικά. Μας κόψανε τη Θεία Κοινωνία και είμαστε διωγμένοι από τους ανωτέρους, και διαβάλλουν τον κόσμο να μη μας θέλει κανένας. Ο Θεός να μας λυπηθεί…

Γραμματική Χρυσομάλλου

****

Ενεσεις θεραπευτικες

Κουφάλια, 30 -6 -1986
Σεβασμιότατε πάτερ,
…. Τις ομιλίες σας προσπαθώ να τις μαγνητοφωνώ, για να τις χρησιμοποιώ ως τονωτικές ενέσεις εις την πνευματικήν μου κατάπτωση. Ενισχύουν την πνευματική μου όραση και γεμίζουν τις μπαταρίες μου, που τόσο εύκολα αδειάζουν…

Μετά βαθυτάτου σεβασμού κατασπαζομαι την δεξιάν σας
Ο ελάχιστος
Δημήτριος Σίγκος
Ταχυδρομικός υπάλληλος

Μιλούν τα έργα

Ιωάννινα, 4 -7 -1986
Σεβαστέ μας π. Αυγουστίνε, φιλώ την αγίαν δεξιάν σας.
Διαβάζω όλα τα περιοδικά σας και την εφημερίδα σας «Σπίθα» και ό,τι άλλα φυλλάδια και εγκυκλίους εκδίδετε, και χαίρομαι δια την όλην δραστηριό-τητά σας, την δύναμιν και την σοφίαν, που σας χάρισε ο Θεός. Τα έργα σας ομι-λούν μόνα τους…

Μετά πολλού σεβασμού
Φωτεινή Γερολάμπη

Πίστη και φόβος Θεού

Εν Τορόντω, 5 -7 -1986
Σεβαστέ μου εν Χριστώ άγιε γέροντα πάτερ Αυγουστίνε, ευλογείτε.
Προσωπικά δεν έχουμε γνωριστεί. Αλλά μπορώ να ειπώ ότι γνωριζόμα-στε από τα πνευματικά σας περιοδικά, που λαβαίνω. Με μεγάλη ψυχική ανα-κούφιση τα διαβάζω. Οι κασέτες σας, που ακούω, μου εμπνέουν την πίστη και το φόβο του Θεού…

Δημήτριος Λέτσος

Χριστιανικές εστίες

Κέρκυρα, 20 -7 -1986
Σεβασμιότατε,
Ευχόμεθα να σας έχει ο Παντοδύναμος Θεός πάντοτε καλά. Χθες επιστρέψαμε στην Κέρκυρα. Με την επιστολή μας αυτή επιθυμούμε να σας ευχαριστήσουμε για την αγάπη, με την οποία μας δεχτήκατε στο γραφείο σας κατά τη διέλευσή μας από τη Φλώρινα την 16η Ιουλίου 1986. Δε θα λησμονήσουμε ποτέ την ημέρα αυτή, που μας αξίωσε ο Θεός να σας γνωρίσουμε και από κοντά. Από τα βάθη της ψυχής μας σας ευχαριστούμε για τα καλά σας λόγια, για τα δώρα σας και για την περιποίηση, που μας έγινε στη θαυμάσια από κάθε άποψη κατασκήνωση της Ιεράς Μητροπόλεώς σας.
Μας κατέπληξε η τάξη, η οργάνωση και γενικά ο ένθεος ζήλος, που επικρατεί στο Ελληνορθόδοξο αυτό κέντρο.
Μακάρι να υπήρχαν παρόμοιες λαμπρές Χριστιανικές Εστίες εις όλες τις περιοχές της Πατρίδος μας! Όσα και αν γράψουμε, είναι λίγα και φτωχά, για να εκφράσουν, όπως αρμόζει, τις ωραίες αλησμόνητες εντυπώσεις μας από την προσωπική σας γνωριμία. Ευχόμεθα για πολλά χρόνια να ορθοτομείτε τον λό-γον της Αληθείας στην ακριτική Φλώρινα προς δόξαν της Ορθοδόξου Ελληνικής Εκκλησίας και του Έθνους μας.

Με βαθύτατο σεβασμό, άπειρη εκτίμηση και αγάπη,
ασπαζόμεθα το χέρι σας

Ναυσικά και Σπύρος Μεσημέρης

Επ’ αγαθώ του λαού

Εν Κερκύρα, 21 -7 -1986

Σεβασμιότατε,

Ασπαζόμενοι την δεξιάν σας, εκφράζομεν από καρδίας θερμοτάτας ευχαριστίας δια τας πατρικάς συμβουλάς σας και την μετ’ αγάπης φιλοξενίαν, την οποίαν μας παρέσχετε.
Η επίσκεψις μας εις την υπό της ευλογίας σας πραγματοποιουμένην κα-τασκήνωσιν τόσων Ελληνίδων επιστημόνων επλήρωσε τας καρδίας μας από βαθυτάτην χαράν, ελπίδα και πίστιν δια το μέλλον του Έθνους μας. Είδομεν εκ του πλησίον την μεγίστην θρησκευτικήν, εθνικήν και κοινωνικήν προσφοράν σας, την οποίαν πάντοτε θαυμάζομεν.
Ευχόμεθα ο Κύριος να ευλογεί και κραταιώνει το μέγα και θεάρεστον έρ-γον σας, να σας δίδει υγείαν και δύναμιν επ’ αγαθώ του Ορθόδοξου Ελληνικού λαού.

Μετά βαθυτάτου σεβασμού
Αλέξιος και Βασιλική Σπίγγου

Ο Χριστός βοηθός

Σίδνεϊ, 24 -7 -1986
Σεβασμιότατε,
Δεν σας έχω γνωρίσει ποτέ, αλλά τα όσα έχω ακούσει και διαβάσει για σας με έχουν κάνει να σας αγαπήσω.
Είναι πράγματι πολύ λυπηρά τα γεγονότα, που συμβαίνουν εις την Αυστραλία, αλλά τα επιτρέπει ο Θεός, για να γίνεται συζήτηση και πόλεμος και να διαδίδεται ο λόγος Του. Και ‘σεις είστε ο Άγγελός Του.
Είναι φύσει αδύνατον, για όποιον άνθρωπον αφ’ εαυτού του, να μπορέσει να διέλθει 50 χρόνια κακουχίες, ύβρεις, και – όπως και ‘σεις λέτε – να γίνει μπάλα των δεσποτάδων, χωρίς να έχει το Χριστόν μέσα του να τον βοηθάει.

Ασπάζομαι την δεξιάν σας
Γεράσιμος

Για το βιβλίο «ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ;»

Ηράκλειον Αττικής, 29 -7 –1985
Σεβασμιότατε π. Αυγουστίνε, ευλογείτε.
Αφορμή για να σας γράψω είναι ότι διάβασα το βιβλίο «ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ;», που μου προκάλεσε βαθύτατη συγκίνηση. Γιατί, πάτερ, ο καλός μας ο Θεός σας φωτίζει με δύναμη για το δίκαιο της φτώχειας. Ύστερα από 50 χρόνια ζωντάνεψε στο μυαλό και στην ψυχή μου μια κραυγή πόνου, που την έζησα με πίκρες και πολλά βάσανα που, άμα μπορούσα να σας τα έγραφα, θα γέμιζαν σελίδες και σελίδες. Έκλαψα πολύ και προσεύχομαι στον Πανάγαθο Θεό να σας δυναμώ-νει…

Φιλώ το χέρι σας
Σταματία Τζιβελοπούλου

Στην «σάπια» κοινωνία

Πίζα (Ιταλίας), 1 -9 -1986
Σεβασμιότατέ μοι άγιε Φλωρίνης,
Σας φιλώ το χέρι!
Με μεγάλο ενδιαφέρον παρακολουθώ τους αγώνες σας στη σημερινή «σάπια» κοινωνία που ζούμε. Διεξάγετε μεγάλους αγώνες και έχετε νίκες θρι-αμβευτικές.
Σας θαυμάζουμε και σας χειροκροτούμε, άγιε γέροντα, για τη σθεναρά και μαχητική στάση σας σε όλες τις σημερινές αντιχριστιανικές στάσεις διαφόρων.

Σας φιλώ το χέρι
Κούβελας Γεώργιος
Τελειόφ. Ιατρικής Σχολή
ς

Ορθόδοξα Ελληνόπουλα

Γαλλία, 5 -4 -1986
Σεβαστέ μου πατέρα,
Είναι η πρώτη φορά όπου απευθύνομαι εις σας, αν και σας γνωρίζω εκ φήμης από της νεότητός μου.
Σας εκφράζω ένα «ευχαριστώ», διότι εμείνατε πιστός εις το Ευαγγέλιον και τοιουτοτρόπως έχετε αποβεί δι’ εμέ «σανίς σωτηρίας». Τελευταίως είμαι και συνδρομήτρια του περιοδικού «Σάλπιγξ Ορθοδοξίας». Εκεί με βουλημία μελετώ τα ποικίλα άρθρα σας, καθώς και τα αφορώντα τον καθολικισμόν.
Γνωρίζω εκ πείρας ότι ουδόλως υπερβάλλετε, διότι η πραγματικότης υπερβαίνει τα λεχθέντα υπό της ιστορίας. Τούτο ας γνωρίζουν οι Έλληνες….
Ζητώ θερμώς στην προσευχήν σας να με ενθυμηθείτε, η Χάρις του Χρι-στού να φωτίσει τα παιδιά μας να είναι κάτω από την δύναμιν του Αγίου Πνεύ-ματος, να μείνουν πιστά εις την Εκκλησίαν μας και εγώ να τα ίδω Χριστιανούς και Έλληνας.
Ας μου επιτρέψετε να σας ομιλήσω ολίγον δι’ αυτά. Το κοριτσάκι είναι 14 ετών και λέγεται Μαργαρίτα, το αγόρι 12 ετών και λέγεται Πατρίκιος. Ομιλούν και γράφουν καλώς τα ελληνικά, διότι εγώ εκ γενετής τους τα μαθαίνω. Λατρεύουν την Ελλάδα και ό,τι είναι ελληνικόν. Και το μεν αγόρι βοηθεί τον ιερέα μας εις το ιερόν, με την αδελφούλα του δε μαζί λαμβάνουν ενεργόν μέρος εις την Θείαν Λειτουργίαν.
Τα παιδιά επιθυμούν πολύ ν’ αλληλογραφήσουν με Ελληνόπουλα του κατηχητικού εις την περιοχήν σας, δια να δημιουργήσουν φίλους. Και το όνειρόν των είναι να ζήσουν εις την Ελλάδα.

Πατέρα μου, ας με βοηθήσετε με την προσευχήν σας
Μετά απείρου σεβασμού
Μια χριστιανή του εξωτερικού
Μ. Γ.

Προσευχαί μοναχών

Ι. Μ. Αγ. Ειρήνης, 7 -4 -1986
Σεβασμιότατε πάτερ Αυγουστίνε, ευλογείτε.
Μετά βαθυτάτου σεβασμού ασπάζομαι την αγίαν δεξιάν σας. Ευχαριστώ θερμώς για το υπέροχο βιβλίο του συγγραφέως κ. Παναγίωτη Μύρου, που μου στείλατε. Το έχω διαβάσει τρεις φορές, δεν χορταίνω να το διαβάζω και να το πο-τίζω με δάκρυα συγκινήσεως. Επίσης το έχουν διαβάσει και οι περισσότερες α-δελφές της Μονής. Μας συγκινεί και μας προκαλεί ιερό δέος…
Καθημερινώς σας μνημονεύομε εις τας προσευχάς μας και παρακαλούμε τον Αρχηγόν της αγάπης, τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, να χαρίζει εις την σεβασμιότητά σας υγεία, δύναμη, υπομονή και πολλά χρόνια ακόμη στην ζωή.

Παρακαλούμε όπως εύχεσθε και υπέρ ημών
Μία μοναχή

Τρομερή σύγχυσις

Εν Τορόντω, 15 -4 -1986
… Πάτερ Αυγουστίνε,
Αν και από μακριά, σας νιώθουμε πνευματικό πατέρα μας και παρηγο-ρούμαστε με τα περιοδικά σας, όπου παίρνουμε και με τον θείο λόγο, όπου α-κούμε από σας μέσω των κασετών. Πάνω από όλα παρακολουθούμε τους αγώ-νας σας εναντίον των αιρέσεων, και προ παντός της τρομερής Λερναίας Ύδρας του Οικουμενισμού, όπου εδώ στο εξωτερικό παίρνει τρομερές διαστάσεις με τις διάφορες κατά καιρούς συμπροσευχές των ποιμένων της Εκκλησίας, και έτσι γί-νεται μια τρομερή σύγχυσις στον πιστό λαό.

Παρακαλώ εύχεσθε υπέρ ημών

Δημήτριος Λέτσος

Njohja me Shënjtorët

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Μαρ 30th, 2009 | filed Filed under: Albanian

Njohja me Shënjtorët – E Diela e Të Gjithë Shënjtorëve

Predikim i mbajtur nga Episkop Avgustini, ish-Mitropoliti i Follorinës,
në Kishën të Gjithë Shënjtorëve të Eordhesë më 21 Qershor, 1981.

Sot, të dashurit e mij, është festë e madhe dhe panair i shënjtë.  Festojnë sot, jo një apo dy shënjtorë por shumë shënjtorë – është festa e Të Gjithë Shënjtorëve.  Sa janë në total të Gjithë Shënjtorët?  Miliona.  A mund të numurojmë dot yjet e qiellit?  E pra, sa mundësi kemi të numurojmë yjet po aq mundësi kemi të numurojmë të Gjithë Shënjtorët.  Ka Shënjtorë të njohur dhe të panjohur.

Shënjtorët janë të çdo lloj moshe.  Janë foshnja, si ato 14,000 foshnjat që therri Irodhi para se të lindej Krishti.  Janë fëmijë, si p.sh. Shën Kirikoja i cili martirizoi së bashku me ëmën e tij Shën Julitan.  Janë djem të rinj si ata 3 djelmoshat që preferuan të bien në kazanin që zjente sesa t’i faleshin idhullit të Navuhodhonosorit.  Janë virgjëresha, si zambakë të qashtër, si p.sh. Shën e Premtja apo Shën Parashqevija, Shën Irini, Shën Marena dhe plot e plot të tjera.  Dhe më së fundi janë burra, kryesisht shënjtorët janë burra në moshë të pjekur apo të avancuar.

Shënjtorët janë nga çdo lloj profesioni.  Janë barinj, si p.sh. Shën Spiridhoni që kishte kope me dele.  Janë bujqër që kultivonin tokën, që gërmonin dhe ujitnin dheun me djersën e tyre.  Janë edhe zanatçinj, si Shën Josifi, mbrojtësi i së Tërëshënjtës dhe Virgjëreshës Mari.  Janë edhe mësues, si p.sh. Tre Ierarhët, Shën Vasili, Shën Grigori dhe Shën Joan Gojëarti.  Janë gjithashtu edhe ushtarakë, si p.sh. 40 Shënjtorët që i hodhën në lumin e akullt të Sevastisë.  Janë edhe gjeneralë, si p.sh. Shën Gjergji dhe Shën Dhimitri.  Janë akoma edhe mbretër, si p.sh. Shën Konstandini i Madh dhe nëna e tij e Shënjta Eleni.  Nuk janë pra vetëm priftërinj-kallogjerë-asketë, janë pra Shënjtorët nga çdo lloj profesioni.

Shënjtorët janë nga të gjitha vendet, nga të gjitha kombet dhe gjuhët e botës.  Por vendi që ka më shumë Shënjtorë është Greqia.  Ka Shënjtorë nga Peloponezi, nga sipërfaqia tokësore apo nga ishujt, Shënjtorë nga Thraka apo Maqedonia, Shënjtorë nga Kreta apo nga Qiproja, kudo Greqia ka Shënjtorë.  Por më tepër Shënjtorë nga të gjitha vendet ka Azia e Vogël – atje janë më të shumtët.  Kudo që të gërmojmë dheun, në Smirni, në Ikonio, në Qesari, në Sinopi, në Trapezundë, në çdo vend të Azisë së Vogël do të gjejmë lipsana Shënjtorësh dhe Martirësh.

Pse i nderojmë Shënjtorët?  Çfarë bënë Shënjtorët?  Ata të gjithë bënë ato që nuk bëjmë ne të Krishterët e sotshëm.
1-Pikë së pari dhe mbi të gjitha besonin tek Krishti me zemër të flaktë, me të gjithë shpirtin e tyre kishin besim tek Krishti.
2-Nderonin dhe donin kryqin.  Kishin mbi shpinat e tyre kryq, bënin shënjën e kryqit pa frikë, dhe jetonin sipas kryqit që i kishte caktuar Perëndia secilit.
3-Atë që besonin dhe adhuronin nuk e fshihnin brenda tyre – rrëfenin Zotin përpara të gjithëve dhe me guxim.  Sot, të ashtu-quajturit të Krishterë kanë turp të rrëfejnë besën e tyre, akoma dhe kryqin iu vjen turp t’a bëjnë në publik.  Iu vjen turp t’a bëjnë kryqin edhe jashtë shtëpisë, në një mjet transporti, apo restorant apo hotel, por iu vjen turp të bëjnë kryqin edhe brenda në familje.  Hanë, pinë, bien të flenë, ngrihen, dalin nga shtëpia dhe askush nuk e bën kryqin.  Më keq se kafshët katandisëm.  Shënjtorët, të Gjithë Shënjtorët, flisnin për Krishtin, ndërsa ne që nga mëngjesi deri në darkë bëjmë fjalë për 1000 gjëra dhe vetëm për Krishtin nuk themi asgjë, sikur të mos ekzistonte Krishti.  Përkundrazi, sot nëse dëgjohet fjala KRISHT – oh mjerr, mjerr ne – dëgjohet vetëm për vlasfimi.
4-Të Gjithë Shënjtorët predikonin Ungjillin e Shënjtë, flisnin për Krishtin pa patur ndrojtje apo frikë nga rrjedhojat.  Arrestuan dikur një Shënjt, dhe e çuan në gjyq dhe i thanë: – nuk do të flasësh më për Krishtin.
-Unë do të flas, iu përgjigj Shënjti.
-Nuk do të flasësh, i thanë.
-Nuk mund të hesht për Krishtin, përgjigjet përsëri Shënjti.
E kapën, dhe ia këputën gjuhën me pinceta.  Dhe ai ç’bëri?!  Vuri gishtin në gojën plot gjak dhe shkruajti në mur me gjakun e tij emrin JISU KRISHTI!
5-Besonin tek Krishti pra të Gjithë Shënjtorët, adhuronin kryqin, rrëfenin Zotin, predikonin Ungjillin.  Dhe me çfarë force i bënin këto të gjitha?  Kishin dashuri në zemrat e tyre.  Kishin dashuri.  Dashuri për kë dhe për çfarë?  Për të gjithë botën, për pemët, për kafshët, për malet dhe luginat, liqenet dhe lumenjtë, kishin dashuri për njerëzit, për prindërit, për gratë e tyre, për miqtë dhe armiqtë e tyre.  Por mbi të gjitha gjërat dhe më shumë se të gjithë njerëzit kishin dashuri për KRISHTIN.  Çfarë thotë fragmenti i Ungjillit të sotshëm?  “Duaj Perëndinë më tepër se atin apo mëmën tënde, më tepër se birin apo bijën tënde (pas Mattheut 10:37).  A e zbatojmë këtë gjë neve sot?  Nuk e zbatojmë.  Dikush kishte një fëmijë të bukur që quhej Dhimitri – e mbante në krahë dhe kur dëgjoi që Ungjilli thotë që duhet të duam Krishtin më tepër se fëmijët tanë, si reagoi i mjerri? – “sa dua edhe thoin e vogël të Dhimtrit nuk dua Krishtin”!  Këta pra janë “të Krishterët” e sotshëm – kemi dashuri për fëmijët, për burrin apo gruan, për shtëpinë dhe për paratë tona.  Por Shënjtorët nuk vepruan kështu – brenda në zemrën e tyre vendin e parë e kishte Krishti.
6-Ishin gati të martirizonin për Krishtin, për dashurinë e tyre ndaj Krishtit preferonin të duronin vojtjet dhe pësimet më të mëdha.  Një Shënjt, i cili ishte i moshuar – 86 vjet, e kapën dhe i kërkonin të vlasfimonte Krishtin.  Ai u pëgjigj:  Kam 86 vjet që adhuroj Krishtin dhe s’më ka bërë asnjë të keqe – si mundem pra të vlasfimoj Mbretin tim, atë që më shpëtoi?  Edhe në ishulliln e Hios, në vitin 1821 Turqit zunë 20,000 banorë, gra dhe fëmijë, i shpunë në breg të detit, ngulën në rërë një Kryq, iu dhanë kohë 2 orë duke iu thënë: kush e mbështyn Kryqin do rrojë, kush nuk e mbështyn do të vdesë.  Asnjëri prej tyre nuk e bëri atë gjë dhe i therrën të gjithë të gjallë.  Këta pra ishin Shënjtorët.  Ndërsa ne, me zor vemë në Kishë, dhe nëse do të nxirrnin ndonjë ligj që do të ndalonte vajtjen në Kishë askush nuk do të kundërshtonte dhe askush nuk do të vinte në Kishë.  Ata duke vënë në rrezik jetën e tyre zbatonin vullnetin Hyjnor.  Dhe çfarë nuk hoqën!  Disave iu qitën sytë, të tjerëve iu nxorrën dhëmbët me gjithë rrënjë, të tjerëve iu prenë veshët, të tjerëve iu prenë gjuhën, të tjerë i hodhën në kazane që zienin, plot të tjerë iu rropën lëkurën të gjallë, të tjerë i hodhën në bishat e urritura, e plot e plot të tjerë…Një shumëllojshmëri torturash pra duruan…  Jo vetëm një jetë, por edhe mijëra jetë të kishin, të gjitha do t’i sakrifikonin për Jisu Krishtin.

I nderojmë pra të Gjithë Shënjtorët, sepse me sakrificat e tyre u bënë bamirësit më të mëdhenj të njerëzimit në mbarë botën.  Sot akoma dhe lipsanet e tyre burojnë dhe dhurojnë mirësi.  Ndërmjetimet e tnë yre shpëtojnë.  Në Kostandinopojë kur binte një tërmet i madh u gjunjëzuan të gjithë, iu lutën Shënjtorëve dhe tërmeti ndaloi.  Në një fushë të Thesalisë dikur kishin pllakosur keq karkalecat.  Nxorrën pra lipsanat e Shënjtorëve dhe si një re e madhe u ngritën insektet nga toka pjellore dhe shkuan në det dhe u mbytën.  Në një vend tjetër ra sëmundje epidemike dhe vdisnin njerëzit si miza.  Sollën lipsanet e shënjta, bëlitani dhe e keqia u largua.  Çudira dhe mrekullira bëjnë Shënjtorët, dhe kështu pra janë bamirësit më të mëdhenj të botës.  Nëse rrojmë dhe ekzistojmë neve sot, shkak për këtë gjë janë të Gjithë Shënjtorët, të cilët luten përpara Fronit të Perëndisë natë e ditë për ne.

Kur Zoti vendosi të shkatërrojë Sodhomën dhe Gomorën ia shfaqi vullnetin e Tij Avraamit (Të Bërët, Kapitulli 18-të).  Avraami iu lut Zotit që nëse midis të gjithë mëkatarëve gjendeshin deri në 10 njerëz të drejtë le t’i vinte keq dhe të mos i shkatërronte.  Zoti ia bëri nderin që i kërkoi Avraami, dhe do të shpëtonin për hir të Avraamit, por nuk u gjendën as 10 njerëz të drejtë dhe kështu u bënë pluhur e hi.

A ka sot Shënjtorë?  Nëse ka një shënjtor, qoftë dhe një, në fshatin apo qytetin tuaj të jini të lumturit e dynjasë.  Sa vlen ai i vetëm nuk vlejnë të gjithë të mëdhenjtë, të pasurit dhe të fuqishmit e botës së tërë.
Ka pra sot Shënjtorë?  Aty-tek.  Dikur kisha shkuar në një varrim në një fshat.  Kishte vdekur një bari që kulloste dhentë.  Besonte më Perëndinë, lutej, të këqia s’kish bërë kurrë, kishte dashuri për të afërmin, bënte lëmoshë.  Kishte lindur 10 fëmijë, ja ai i varfëri me opinga me xhufka, kishte 30 nipër dhe mbesa, dhe 40 stërnipër dhe stërmbesa.  U mbush Kisha plot dhe e qanin…  Ja pra, ka akoma dhe sot Shënjtorë.  Nuk janë as mitropolitë as prfitërinj as kallogjerë – rrojnë dhe luftojnë në botë dhe duke qënë brenda botës.

Tani, ne…  Oh mjerr ne, s’kemi asgjë të shënjtë!  Askush prej nesh nuk bën më përpjekje.  Ndërmjetojnë Shënjtorët për ne, por kjo nuk mjafton – duhet dhe ne vetë të përpiqemi.  Si mund t’a bëjmë këtë gjë?  Të kemi gjithmonë përpara syve ikonat e tyre të shënjta dhe t’iu përngjasim, të kemi dhe ne dashuri, të bëjmë dhe ne lutje tek Perëndia, të mbajmë dhe ne kreshmët që ka caktuar Kisha, të falim edhe ne.  Dhe nëse i bëjmë këto atëhere do të jetë me ne Hiri i Shënjtë i Perëndisë.
Dhe ne, secili prej nesh të bëhet shënjt.  Dhe kur të gjithë të bëhemi të shënjtë atëhere do të jemi të lumtur, do të kemi së bashku me ne Krishtin i Cili do të n’a bekojë në jetë të jetëve. Amin.

Përktheu nga Greqishtja
Aleksandër P. Filip
Qershor 2008

Nga botimet mujore “E DIELA-ΚΥΡΙΑΚΗ”

ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Μαρ 29th, 2009 | filed Filed under: ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ

ΘAYMATA THΣ ΔHMIOYPΓIAΣ

Παρατηρήσατε τα έντομα. Ίδατε το μυρμήγκι. Δεν ζει μόνο, αλλά ζει με άλλα, συγκροτεί κράτος ολόκληρο, διατρυπά τον φλοιόν της γης, κατασκευάζει υπόγεια διαμερίσματα, αποθηκεύει τροφάς, πειθαρχεί εις αρχάς, στρατεύεται κατά των εχθρών, μάχεται και πίπτει επί του πεδίου της μάχης. Eργατικώτερος αυτού κανείς. Ίδετε την μέλισσα. Kαι αυτή δεν ζει μόνη. Σχηματίζει σμήνος, κατοικεί εις κυψέλας, πειθαρχεί εις την βασίλισσα, αγαπά την εργασία, τιμωρεί τους κηφήνας, συλλέγει το νέκταρ των ανθέων, κατασκευάζει κηρήθρας γεωμετρικής τελειότητος, εις τας οποίας εναποθέτει το γλυκύτατο μέλι. ΄Iδετε τον μεταξοσκώληκα, πως τρέφεται, πως αυξάνει, πως κλείεται τέλος μέσα στο κουκουλιό του, σαν να βρίσκεται σε φέρετρο, και πως, ανοίγει τον τάφον του, εξέρχεται μία ωραιοτάτη χρυσαλλίς, ψάλλουσα και αυτή με τον δικόν της τρόπο την ανάστασιν της φύσεως, την ανάστασιν του Xριστού και την ανάστασιν των νεκρών.

Μητροπολίτου Φλωρίνης Aυγουστίνου Καντιώτου – Aπό βιβλίο «ΘAYMATA», σελ. 108-109

TΑ ΘΝΗΤΑ ΚΑΙ Ο ΑΘΑΝΑΤΟΣ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Μαρ 29th, 2009 | filed Filed under: ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.)

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ

Β΄Kυριακή των Nηστειών

TΑ ΘΝΗΤΑ ΚΑΙ Ο ΑΘΑΝΑΤΟΣ

«Aυτοί απολούνται, συ δε διαμένεις» (Eβρ. 1,11)

ΞEPΩ, αδελφοί μου, ότι οι άνθρωποι σήμερα, άμα δούνε τον ιεροκήρυκα στον άμβωνα, στενοχωρούνται. Φοβούνται μήπως αργήσει. Γι’ αυτό κ’ εγώ δεν θα μιλήσω πολύ. Θα περιορισθώ στον απόστολο, και δε θα κάνω παραπάνω από δέκα λεπτά. Προσέξτε λοιπόν τι θα πούμε.

* * *

Tι λέει ο απόστολος που ώρισε η Eκκλησία μας ν’ αναγινώσκεται σήμερα, δευτέρα Kυριακή των Nηστειών; Mέσα από το ιερό κείμενο προβάλλουν δύο εικόνες.
H μια εικόνα ποιά είναι; Στην αρχή είναι ευχάριστη, αλλά στο τέλος σε τρομάζει. Ποιά είναι η ευχάριστη ùψη της; Για να δείτε την εικόνα αυτή, την πιο ωραία εικόνα στον κόσμο, ανεβείτε πρωί – πρωΐ, όρθρου βαθέος, σε κάποιο από τα ευλογημένα ελληνικά βουνά, εκεί που παλεύει ο Θεός με τον διάβολο. Aπό εκεί θα δείτε μπροστά σας ένα πανόραμα αλησμόνητο. Θα δείτε κάτω από τα πόδια σας ποτάμια να τρέχουν, λιβάδια και κάμπους πράσινους, θα δείτε πλατάνια πελώρια. Πιο κάτω θ’ ακούσετε γλυκά, ολόγλυκα τραγούδια, που δεν τα ψάλλουν ουτε μέσα στις ωραιότερες εκκλησίες· γιατί οι καλύτεροι ψάλτες είναι τα πουλιά, τ’ αηδόνια που τραγουδούνε μέσ’ στα δάση τα μεγαλεία του Θεού μας αμισθί, χωρίς μισθό,. Θα δείτε εκεί κοντά να τρέχουνε ζώα μικρά και μεγάλα. Θα δείτε όλο το πανόραμα της θείας δημιουργίας. Kαι αν αγαπάτε τον τουρισμό και τα ταξίδια, μπαίνετε μέσα σ’ ένα αεροπλάνο, ή μάλλον σ’ ένα διαστημόπλοιο, και περνάτε πάνω ψηλά από τις κορυφές, και τις ψηλότερες κορυφές, και πάνω εκεί από τα ύψη, κοντά στον ήλιο, βλέπετε κάτω πλέον όχι απλώς ένα κομμάτι της γης, αλλά βλέπετε όλη τη γη μας σαν μία σφαίρα.
Kαι είναι η γη το μόνο δημιούργημα του Θεού; Όχι βεβαίως. Aυτή η γη που κατοικούμε τι είναι; Eίναι σαν να πας στην αμμουδιά της θαλάσσης και να πάρεις ένα κουκκί άμμου. Πάρε ένα κουκκί αμμου. E, ό,τι είναι το κουκκί, είναι και η γη μπροστά στο σύμπαν, μέσ’ στο άπειρο σύμπαν. Aν βγεις τη νύχτα στο ύπαιθρο, και υψώσεις τα μάτια σου ψηλά κατά το πρόσταγμα «Άνω σχώμεν…», θα δεις επάνω τα άστέρια. Πόσα είναι; Mε το γυμνό μάτι είναι έξι χιλιάδες (6.000). Mε τα τηλεσκόπια; αμέτρητα δισεκατομμύρια. Aποστάσεις ιλιγγιώδεις. Δεν ξέρω, μπορεί κάποτε ―όλα είναι δυνατά―, αφού φτάσαμε στο φεγγάρι, να φτάσουμε και στον Aρι. Mπορεί να κάνουμε ταξίδια τουριστικά και νά ‘χουμε αεροδρόμια στη σελήνη και στα άστρα. Στα κοντινά άστρα· γιατί στα μακρινά που να φτάσεις! Iλιγγος… Θα ταξιδεύεις αμέτρητα χρόνια, εκατομμύρια χρόνια, με ταχύτητα φωτός ―δε’ φτάνει η ζωή του ανθρώπου―, για να φτάσεις στις έσχατιές του σύμπαντος. Zαλίζεται το πνεύμα όταν τα σκέπτεται αυτά.
Kαι τίθεται ένα ερώτημα· όλα αυτά έτσι φυτρώσανε; Eρωτούμε, έτσι φυτρώσανε; Tεράστιο το ερώτημα. Aν με πείσεις, ότι το ρούχο που φοράς έτσι έγινε· αν με πείσεις, ότι το ρολόι που κρατάς στα χέρια σου έτσι φύτρωσε, ότι φύτρωσε στα χωράφια· αν μου αποδείξεις, ότι το σπίτι που κατοικείς έτσι έγινε· αν με βεβαιώσεις, ότι ο ναός που εκκλησιάζεσαι έτσι κτίσθηκε, τότε θα με πείσεις και ότι αυτό το μεγάλο ωρολόγιο, το τεράστιο ωρολόγιο, που λειτουργεί με μεγαλύτερη ακρίβεια από τα ρολόγια «Zενίθ», αυτό το υπέροχο δημιούργημα, αυτό το σπίτι του σύμπαντος, έτσι φύτρωσε. Aτράνταχτη είναι η λογική του αποστόλου Παύλου όταν λέει· «Πας οίκος κατασκευάζεται υπό τινος, ο δε τα πάντα κατασκευάσας Θεός»· κάθε σπίτι από κάποιον κατασκευάζεται, εκείνος δε που κατασκεύασε τα σύμαντα είναι ο Θεός (Eβρ. 3,4).
Ωραίο το πανόραμα από τη ράχι των βουνών, ωραίο το πανόραμα πάνω από τα αεροπλάνα και τους πυραύλους· κι ακόμα ωραιότερο θα γίνει, αν σε κάποια γενεά ο άνθρωπος φτάσει και σ’ άλλα αστέρια. «Ως εμεγαλύνθη τα έργα σου, Kύριε» (Ψαλμ. 103,24). Ως θαυμαστά τα έργα σου, Kύριε! (πρβλ. Σ. Σειρ. 11,4). «Tις Θεός μέγας ως ο Θεός ημών; συ ει ο Θεός ο ποιόν θαυμάσια» μόνος (Ψαλμ. 76,14-15).
Oλα αυτά είναι η ευχάριστη όψι της εικόνος. Aλλ’ όταν δεις την άλλη όψι, σε πιάνει φόβος και τρόμος. Διότι μέσα σε όλα αυτά που σας είπα, από τα χορταράκι μέχρι το πλατάνι, κι από το κουκκί της άμμου μέχρι τον Ωρίωνα και τα μεγάλα αστέρια, κι από τα έντομο μέχρι τον αετό, κι από το αρνάκι μέχρι το λιοντάρι, μέσα σε όλα τα ορατά όντα, μέσα σε όλη την υλική δημιουργία ―γιατί αυτά είναι υλικά πράγματα, υλική δημιουργία―, μέσα σ’ αυτή την υλική δημιουργία υπάρχει βέβαια μεγαλείο και κάλλος, αλλ’ υπάρχει και κάτι άλλο που μειώνει την αξία τους. Ποιό είναι αυτό; Mία λέξις! Aν το εκφράσουμε επιστημονικώς, λέγεται φθορά· αν όμως το πούμε περισσότερο ομά και ρεαλιστικά, λέγεται θάνατος.
Θάνατος! Kαι το χορταράκι θα ξεραθεί, και το λουλούδι θα μαραθεί, και το πλατάνι που ζει εκατό – διακόσα χρόνια κι αυτό θα ‘ρθει η ώρα που θα γίνει ξύλα και θα καεί. Kαι το αρνάκι που βόσκει, και ο λύκος που ουρλιάζει, και το πουλάκι που κελαϊδει, και όλα εν γένει τα ζώα θα τερματίσουν τη ζωή τους. Kαι τ’ αστέρια τα μεγάλα θα πέσουν, και ο ήλιος που φωτίζει κι αυτός ακόμα θα ‘ρθει ώρα που θα σβήσει όπως σβήνει τe κεράκι κι όπως σβήνει το καντήλι. Kαι αυτά όχι μόνο κατά την αγία Γραφή αλλά και κατά την επιστήμη των αστρονόμων.
Tα πάντα σβήνουν. Kαι ο άνθρωπος, ως φθαρτό μέρος της δημιουργίας κατά το σώμα, πεθαίνει κι αυτός. Kαι τον βλέπεις λοιπόν να διαλύεται. Tο σκουλήκι της φθοράς δουλεύει μέσα του. Συνεπώς και για τον άνθρωπο τι μπορούμε να πούμε; Tι άλλο παρά τα λόγια που είπε ο άγιος Iωάννης ο Xρυσόστομος όταν κάποιος μεγάλος, που εξουσίαζε τότε στην αυτοκρατορία και τον έτρεμαν όλοι, έπεσε από το αξίωμά του και κυνηγημένος έτρεχε να σωθεί. Eίναι ο υπατος Eυτρόπιος. Tότε ο Xρυσόστομος είπε· Που είναι τώρα τα μεγαλεία και η δόξα; Oλα είναι σαν όνειρο και σαν καπνός που διαλύεται. «Πομφόλυγες ήσαν και διερράγησαν», λέει. Έχετε δει κάτι σαπουνόφουσκες χρωματιστές; αυτό θα πει «πομφόλυγες». Έτσι είναι και τα ανθρώπινα και όλα τα εγκόσμια. Aπό τα μεγαλύτερα αστέρια του ουρανού μέχρι τα μικρότερα δημιουργήματα της γης, παντού ο θάνατος. Όλα μέσα στη φθορά. «Mαταιότης ματαιοτήτων, τα πάντα ματαιότης» (Eκκλ. 1,2). Aυτή είναι η πρώτη εικόνα, η εικόνα της φθοράς.

* * *

Aλλ’ υπάρχει και μια άλλη εικόνα σήμερα στον απόστολο. «Aυτοί», λέει (δηλαδή οι ουρανοί και τα σύμπαντα), «αυτοί απολούνται, συ δε διαμένεις· και πάντες ως ιμάτιον παλαιωθήσονται», σαν το ρούχο θα παλιώσουν, «και ωσει περιβόλαιον ελίξεις αυτούς, και αλλαγήσονται» (Eβρ. 1,11-12). O θάνατος κρατάει ένα πριόνι και πριονίζει, και η φθορά με το σκουλήκι της τα τρώει όλα. Aλλά μέσ’ στη φθορά αυτή υπάρχει κάτι που δεν πεθαίνει. Ποιό είν’ αυτή που δεν πεθαίνει, αδέρφια μου; Ποιό ζει αιώνια και μένει αθάνατο; Mόνο η ψυχή. Kαι παραπάνω από την ψυχή αυτός που δημιούργησε την ψυχή· ποιός είναι; Tο λέει· «Συ δε διαμένεις». Ω τι λόγια είναι αυτά! Δεν υπάρχει ζυγαριά να τα ζυγίσουμε. «Συ διαμένεις». Kι όταν τα ποτάμια στερέψουν, κι όταν οι λίμνες ξεραθούν, κι όταν τ’ αστέρια πέσουν, κι όταν ο ήλιος σβήσει, όταν τα πάντα γίνουν άνω – κάτω και το σύμπαν διαλυθεί, «συ διαμένεις». Ποιός «διαμένει»; Ποιός ζει, ποιός βασιλεύει εις αιώνας αιώνων; O Kύριος ημών Iησούς Xριστός! Eιναι ο «αει ων, ωσαύτως ων», που λέει η θεία λειτουργία, αυτός που υπάρχει πάντοτε και μένει αναλλοίωτος!
«Aυτοί απολούνται», λέει, «συ δε διαμένεις». Mέσα στη ροη του κόσμου, μέσα στις αλλαγές και τα ποικίλα σχήματα, μέσα στα συντρίμματα των αιώνων, σύ, Xριστέ, Bασιλεύ των βασιλευόντων και Kύριε των κυριευόντων, «συ διαμένεις». Tο πιστεύετε, αδελφοί μου αυτό; Aν το πιστεύετε, τότε που ο πλούτος, που τα στέμματα και οι βασιλείς, που οι πλούσιοι και οι μεγιστάνες, που οι θεωρίες, που…, που…, που…; Kαπνός και όνειρο είναι τα πάντα.
Ω εσταυρωμένε Λυτρωτά του κόσμου, «συ διαμένεις». Ω Xριστέ, «συ διαμένεις».
Aυτή η δόξα και το κράτος εις αιώνας αιώνων. Aμήν.

† επίσκοπος Aυγουστίνος

(Ομιλία σε ναό της συνοικίας Kολωνού των Aθηνών, μεταξύ των ετών 1963-1967 τη M. Tεσσαρακοστή)

POUČNE PRIČE O. AVGUSTINOS – DIDAKTIKES ISTORIES‏

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Μαρ 29th, 2009 | filed Filed under: Cрпски језик

POUČNE PRIČE O. AVGUSTINOS – DIDAKTIKES ISTORIES‏

JEDINO SPASENJE

Ceo svet se nalazi u jednom haosu: društvenom, ekonomskom, ali pre svega u moralnom. Iz njega samo HRISTOS može da nas izbavi. Jedan zakon je sasvim dovoljan da umiri čovečanstvo, a on glasi: «LJUBITE JEDAN DRUGOG». To je jedinstven zakon koji na pravdoljubiv način može da reguliše naš odnos prema bližnjem, koji se, usto, naziva i zlatnim pravilom ponašanja. Sve, dakle, što hoćete da čine vama ljudi, činite i vi njima. To je temelj jedne istinske slobode i srećnog života. Pre ili kasnije svi ćemo mi shvatiti da je zvezda iz Vitlejema naš svetionik istine. Orijentišimo se prema toj zvezdi.

ŽENA OBLIKUJE DRUŠTVO

Sve dok žena drži do svoga nivoa i društvo drži do svog. Ako li žena počne da pada i muškarac pada. Tajna je to velika koliki uticaj ima žena na muškarca. Žena je ta koja oblikuje društvo; koja vodi muškarca do nebeskih zvezda. Ali  i ona koja muškarca od zvezda spušta do Ada.

+ Avgustinos Mitropolit Florine

Recenzent: JELENA JERGIĆ

PREVOD: ALEKSANDRA STOKIĆ MAJHER

Të bëhemi dritë

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Μαρ 29th, 2009 | filed Filed under: Albanian

Të bëhemi dritë

Ju jeni drita e botës (Matthe 5:14)

Predikim gojor i mbajtur nga Mitropoliti Avgustin
në Kishën e Shën Pandelimonit në Follorinë
Më 30 Janar 1994

Sot të dashurit e mij është dita e tre Mësonjësve të Mëdhenj të Kishës sonë, Shën Vasilit të Madh, Shën Grigor Theollogut, dhe Shën Joan Gojëartit.  Nuk do të flasim sot për jetën dhe veprën e tyre, por do t’i hedhim një sy fragmentit të Ungjillit të Shënjtë që është caktuar nga Kisha të lexohet gjatë Liturgjisë Hyjnore të së kremtes së sotshme.
Është një fragment nga predikimi i Krishtit mbi mal.  Iu thotë pra Zoti atje nxënësve të tij – jo vetëm të dymbëdhjetëve por edhe gjithë besimtarëve të tjerë ndër shekuj – “Ju jeni drita e botës” (Matthe 5:14).  Flet pra për dritën, e cila është një nga krijesat më të bukura të Perëndisë.

Drita, të dashurit e mij, është dy llojesh, materiale dhe shpirtërore.  Drita materiale ka qëndër të vet diellin, këtë trup të mrekullueshëm qiellor.  Bëjnë kërkime astronomët, por nuk mund të zbulojnë dot përbërjen e tij në thellësi. Me çfarë ngroh dielli? Djeg dru, apo benzinë apo petroleum, apo duke përdorur energji bërthamore?  E panjohur deri më sot.  Duket si një top, si ato topat me të cilat luajnë fëmijët, por në realitet, specialistët thonë që është njëmijë e treqind herë më i madh se rruzulli tokësor, dhe temperatura e tij arrin deri në mijëra gradë.  Drita e tij arrin deri tek ne duke përshkuar distanca marramendëse të cilat janë matur dhe ujdisur me saktësi.  Nëse do të afrohej dielli pakëz më afër toka do të bëhej shkrumb e hi.  Dhe nga ana tjetër nëse do të largohej fare pakëz atëherë toka do të katandiste në një masë të madhe akulli.  Dielli pra mbahet në një pozicion të rregullt në hapësirë.  Dhe çka është më e veçantë, – e thotë dhe Zoti në Ungjill – jep dritën e tij falas dhe për të gjithë pa dallim! (Matthe 5:45).  Dhe ne mosmirënjohësit nuk i themi Perëndisë as edhe një faleminderit.  Për këtë arësye në Kishë, përpara se të fillojë Liturgjia Hyjnore psallet Dhoksologjia.  Çfarë themi në Dhoksologji? “Lavdi Ty që n’a rrëfeve dritën” lavdi pra ty o Zot që krijove dritën.  Nëse dëshiron Perëndia dhe shuhet dielli atëherë mjerr ne!  Nuk përjashtohet mundësia që t’a bëjë edhe këtë gjë.  Sa të lehtë e kini ju të fikni dritën në shtëpi po me aq lehtësi mundet Ai të fikë diellin.  Dhe dikur vërtet e shojti dritën e diellit.  Kur? Gjatë orëve të Kryqëzimit të Premten e Madhe, atëherë pra “që nga ora e gjashtë u bë një errësirë mbi gjithë dhenë deri në orën e nëntë” (Matthe 27:45).  Dielli pra e jep energjinë e tij falas ndërsa kompanitë tona elektrike nëse dikush nuk ka të holla të paguajë faturën ia ndërpresin dritën.  A e imagjinoni se sa do të duhej të paguanim nëse n’a kërkohej të paguanim diellin?

Por përveç dritës materiale është dhe lloj tjetër që thamë më sipër, drita shpirtërore.  Dhe drita shpirëtrore është vetë Zoti ynë Jisu Krisht.  “Unë jam drita e botës”, tha vetë Zoti (Joan 8:12).  Dritë pra është Krishti, diell shpirtëror.  Ditën e Krishtlindjeve psallëm “magët prej yllit mësoheshin Ty të të falen Diellit të drejtësisë” (Apolitiki i Krishtlindjeve).  Por ka një dallim në këtë pikë, dielli material, ashtu siç thonë dhe shkencëtarët specialistë, një ditë do të shuhet pasi të japë shkëlqimin e tij të fundit, ndërsa Krishti nuk do të shuhet kurrë, drita e Krishtit është e pavdekur.

•    Krishti është drita e botës me mësimet e tij.  Mësimet e tij janë të pamposhtura.  Mësimet dhe filosofitë e Platonit, Aristotetlit, apo të tjerëve si ta nuk janë veçse xixëllonja përpara dritës që përhap mësimi i Krishtit.  “Qielli dhe dheu do të shkojnë por fjalët e mia kurrë nuk do të shkojnë” (Matthe 24:35).  Më erdhi në Mitropoli një i ri modern dhe më kërkonte lejë martese.  I thashë “Me bindjet e tua që ke më mirë të shkosh të kryesh martesë politike (në gjendjen civile), dhe kështu do të kesh mundësi të marrësh sa gra të duash.
-Eh tani, më thotë, -gjërat sot kanë ndryshuar dhe vazhdojnë të ndryshojnë.
-Çfarë the? Por ka disa gjëra të cilat nuk ndryshojnë kurrë.
Dielli p.sh, nuk ndryshon; do të ndriçojë me rrezet e tij deri në mbarim të shekujve.  Po kështu dhe besimi ynë Orthodhoks do të vazhdojë të ndriçojë me dritën e diellit Krisht “gjithë njerëzit që vijnë në këtë botë” (Lutje e Orës së I).
•    -Dritë pra Krishti me mësimin e tij, por dritë është Ai edhe me mrekullitë e Tij.  Nëse është e mundur të numurojmë yjet e qiellit atëherë do të mund të numurojmë edhe gjithë çuditë dhe mrekullitë që bëri, bën dhe do të bëjë Zoti deri në mbarim të botës.  Të gjitha këto vërtetojnë që Ai ishte, është dhe do të jetë Mbret në jetë të jetëve.
•    -Por në mënyrë të veçantë Krishti është dritë për ne me jetën e Tij.  Dielli ka njolla të zeza, ashtu siç n’a thonë edhe astronomët, por Krishti nuk ka asnjë njollë.  Është i vetmi njeri që jetoi në planetin tonë dhe tha “Cili prej jush mund të më shajë për mëkatë?” (Joan 8:46), kush pra mund të më kritikojë për ndonjë mëkatë?  Askush.  Akoma edhe Judha që e tradhëtoi, e ndjehu mëkatin që bëri dhe tha “Bëra faj që dorëzova gjak të pafajshëm” (Matthe 27:4).
•    -Dhe së fundi, pas Ngjitjes në Qiell Krishti vazhdon të jetë diell për ne nëpërmjet Kishës së Tij të Shënjtë e cila ndriçon popujt e botës.  “Qiell plot shkëlqime” quhet Kisha (Kondaki i 13 Shtatorit), ndaj dhe në disa prej Kishave do të vini re që janë pikturuar yje në kupola.  Qiell shpirtëror pra është Kisha, dhe dritat e saj janë Shënjtorët e saj.  E Tërëshënjta Hyjlindëse është hëna e plotë e bukur, yje janë oshënarët dhe martirët, veçanërisht Etërit e Shënjtë, ashtu si të Trë Etërit e Shënjtë që kremtojmë sot të cilët quhen “yje të shkëlqyer të botës mendore”.

Ne të dashurit e mij çfarë jemi vallë?  Fjala e Krishtit sigurisht që n’a drejtohet edhe neve, “Ju jeni drita e botës”, n’a thotë.  Ndaj duhet që dhe ne të bëhemi dritë.
Por ne nuk jemi as yje, as hënëza, dhe sigurisht që nuk jemi diej.  Nuk mundesh pra o vëlla të bëhesh një dritë e madhe?  Atëherë bëhu diçka tjetër.  Një fjalë e urtë thotë që “në vënd që të hahesh me errësirën ndiz një qiriçkë”.  Edhe një qiriçkë është tepër e dobishme.  Rrëfehen bëma të mëdha ku një qiriçkë në mes të errësirës së tmerrëshme shpëtoi jetë njerëzish prej përmbytjesh apo gjëndjesh të tjera tragjike.  Bëhu pra një qiri edhe ti.

-Dritë në familje me ushqimin shpirtëror.  Je babë?  Të mos dalin nga goja jote fjalë të këqia, fjalë të turpshme, asnjë vlasfimi.  Je nënë?  Shën Gojëarti thotë “nuk do të të quaj nënë sepse linde, sepse edhe kafshët dhe përbindëshat lindin – ky është një fenomen natyror të cilin e themeloi me ligj Perëndia.  Nuk të bën nënë pra lindja por ushqimi shpirtëror që iu jep fëmijëve.  Kështu pra ju prindër do të bëheni dritë që ndriçon në shtëpi.
-Dritë të bëheni në shkollë, me edukimin që jepni.  Je mësues, je profesor?  Përtej mëndjes dhe njohurive kultivoni zemrën e nxënësve dhe idealet e larta.  Sot ndodheni përballë një klime tjetër, tepër të ashpër.  Shumë të pakët janë mësuesit që shkojnë rregullisht në Kishë sot.  Ku janë ato vite të kaluara, vite të paharruara kur ditë si kjo e sotshmja festoheshin me madhështi të patreguar?  Sot, nëse festa bie e Shtunë ose e Dielë, kërkojnë të Premten pushim.  Njerëz profanë sot kanë autoritet të ndërrojnë ditën e të kremteve të Kishës.  Megjithatë ju përpiquni dhe Zoti ju qoftë ndihmë.
-Dritë pra të bëhet mësuesi apo profesori, por dritë të bëhet edhe nxënësi apo studenti me shëmbullin e tij.  Një fëmijë apo një i rritur që beson tek Krishti sot – qoftë nxënës gjimnazi apo student fakulteti – është dritë në botë.  Në Francë qarkulloi një libër – me titull “Drita e malit” i cili tregon për jetën e një nxënësi që besonte tek Krishti, ndërsa mësuesit e tij dhe nxënësit e tjerë nuk besonin por përkundrazi e tallnin dhe përqeshnin – ashtu si edhe këtu tek ne, nëse ndonjë nga nxënësit guxon dhe rrëfen se beson në Krishti i ngjitin llagapin “prifti” – por ky nxënësi i librit arriti që me qëndrimin e tij të shkëlqyer t’i kthejë të gjithë në rrugën e tij.  E pra, a e shihni se ç’mund të bëjë një fëmijë?
-Dritë edhe në ushtëri me ushtrimin fizik dhe arësimimin tuaj.  Je ushtar i thjeshtë apo oficer?  Të mos lejoni (ashtu si Plastira në Azinë e Vogël, apo Kolokotroni) asnjë nga ushtarët të vlasfimisë.

Dritë ishte të dashurit e mij atdheu ynë, dhe dritë duhet të mbetet përgjithmonë.  Të jetë gjithmonë vend i Dritës së Paperënduar, e cila të reflektohet në gjithë botën.  Dhe sot që kremtojmë ditën e Tre Ierarkëve, le të urojmë që të gjithë ne të marrim një rreze nga Drita e Paperënduar që quhet Jisu Krishti, Jisu Nazareasi të cilin bekoheni dhe përmbilartësoheni në jetë të jetëve. Amin.

+Episkopi Avgustin

Përktheu nga Greqishtja
Aleksander P. Filip
30 Janar, 2009

Me dashuri dhe respekt të thellë ia përkushtoj autorit…
Paçim uratat dhe bekimet e tua Hirësi…

Nga botimet mujore “E DIELA-ΚΥΡΙΑΚΗ”
“U rrëmbeva nga Shpirti ditën e Diel dhe dëgjova përpara meje një zë të madh si zë trumbete” (Apokalipsi 1:10)

Miracles and Miracles “ΘΑΥΜΑΤΑ ΚΑΙ ΘΑΥΜΑΤΑ”

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Μαρ 26th, 2009 | filed Filed under: English
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ

«Οφθαλμούς έχοντες ού βλέπουσιν» (Μαρκ.8,18)

…Μεγαλοφώνως διακηρύσσει ο ευαγγλιστής Ιωάννης «πάντα δι’ αυτού εγένετο, καί χωρίς αυτού εγένετο ουδέ έν ο γέγονεν» (Ιωαν.1,13)

Υπό τo ανωτέρω πνεύμα εγράψαμεν μίαν σειράν άρθρων, τά οποία εδημοσιεύσαμεν είς τό περιοδικόν «Ο ΣΤΑΥΡΟΣ».  Τά άρθρα ταύτα προκάλεσαν ζωηρόν τό ενδιαφέρον μεταξύ τών αναγνωστών.  Τινά δ’ έξ αυτών ανεδημοσεύθησαν είς άλλα περιοδικά καί εφημερίδας.  Ταύτα, επεξειργασμένα πως καί επηυξημένα, εδίδομεν είς τό παρόν βιβλίον, καί ολοψύχως ευχόμεθα, όπως ή ανάγνωσις αυτών δώση αφορμάς είς τούς φίλους αναγνώστας διά βαθυτέρας μελέτας τών θαυμασίων τού Θεού.

Έν Φλωρίνη τή 10η Μαρτίου 1968
Κυριακή τής Ορθοδοξίας

+Ο Φλωρίνης Αυγουστίνος

Απόσπασμα από τό βιβλίο του πατρός Αυγουστίνου Καντιώτου «ΘΑΥΜΑΤΑ»!   Η μετάφρασι στά Αγγλλικά έγινε από τόν ακούραστο εργάτη καί αγωνιστή της Ορθοδοξίας, πνευματικόν τέκνον του π. Αυγουστίνου, πατέρα Αστέριο Γεροστέργιο.  Προσφέρεται ταπεινά καί μέ τήν έν Χριστώ αγάπη είς ψυχικήν ωφέλειαν Ορθοδόξων Χριστιανών απνανταχού τής γής καί επισκεπτών της ιστοσελίδας του σεβαστού Γέροντος Αυγουστίνου πρός δόξαν του Τριαδικού μας Θεού.

Miracles and Miracles

“ΘΑΥΜΑΤΑ ΚΑΙ ΘΑΥΜΑΤΑ”

The world asks for miracles in order to believe, in other words, extraordinary events that exceed the Law of Nature, defeat it, and astonish reason.  For example, there is a sick person.  He suffers from an incurable disease.  No medicine can cure him.  He goes toward death with mathematical certainty.  The doctors, who know the stages of this incurable illness, foretell that his life will last only a few days or even hours.  If the patient is now taken to some holy shrine, and his relatives and friends beg the Lord with unshakable faith, and the sick person is completely cured, who can doubt that a miracle has happened, that divine intervention has taken place which has restored the patient’s health.  And the doctors who attended the sick man and were in despair, if they were now called and examined the man, they would be astonished at how the symptoms of that deadly disease had disappeared and he had become well.
A sick person who is cured in this way, a blind man who without medicines but through the invocation of the Lord’s name receives his sight, a paralytic who strongly asks God’s mercy, gets up from his bed and walks, a demoniac who is cured by the prayers and supplications of his kinfolk, are these not astonishing events?  The news that this kind of miracle has taken place somewhere stirs up the conscience and many people run to venerate at the places where miracles have taken place.  There are holy shrines in our country which are famous for the miracles that take place there because of the intervention of saints, and great numbers of people come to them at their feast days, even from distant places.  And they conduct vigil services, and wait to witness a miracle.  And they will not leave unless they see a miracle!

***

But are there not other miracles besides these, which the Blessed Lord performs in every generation through His chosen servants, the Saints?  Is the meaning of the word miracle restricted only to the cures of people with incurable diseases?  Certainly not!  There are other kinds of miracles which are not as impressive as the above.  They do not abruptly affect the senses of hearing and vision, they do not arouse the curiosity of the multitude.  They are, however, miracles.  Miracles which do not affect the material elements of a man’s body.  They do not contravene natural law but take place in the spiritual world, defeating the corrupt nature in everyone, the evils and the passions which are psychological illnesses far worse than the physical one.  And they elevate man to a higher plane of life.  To distinguish them from the first kind of miracles, let us call them the miracles of the souls and of the spiritual nature of man, moral miracles.  And these, as this talk will show, are the most important and beneficial miracles.
Let us begin with the lesser ones.  Here is a couple.  The are not rich.  They do not live in a mansion.  They live in a poor home, a hut.  They are not angles, they are human.  The man and the woman have faults and are of different personality types which in other couples would cause a storm of domestic quarrels.  But accord prevails with this couple which not only unites their bodies but their souls as well.  They pray together, they study the Word of God together, they put a great deal of effort into their personal edification.  They have been married twenty years.  They have encountered many sorrows and temptations in their life together but the fire of their love is not extinguished.  The secret of this love is Christ.  From His love they also draw their strength, to love each other and to live in harmony.
In the midst of thousands of unfortunate couples who are fighting, whose disputes are talked about everywhere, and not infrequently end up in court, in the midst of so many everyday domestic dramas, divorces, and pitiful disasters, is not a couple whose love is inextinguishable for two or three decades a miracle I ask?
That hovel that has love is a Church of Christ.
We leave that hovel where the spouses live the miracle of Christ’s love and go to a monastic or missionary brotherhood.  Is it a small thing that twenty or thirty people from different places and families come together and maintain a miraculous unity in spite of their differences in origin, education, character, and family background?    A pilgrim who knows what animosity reigns today in the world, which is so bad that even blood relatives hate each other bitterly and fight in the courts over property, when he visits a monastery and sees the equity that reigns in that holy institution, he cannot do other than admire it and say:  Christ lives here!  The love that reigns in a monastic brotherhood is a miracle that the grace of the Lord performs.  It does not matter that the monks do no perform miracles as the ascetics did in the past.  It does not matter that they do not perform some other missionary activity in the world worthy of notice.  Let them however have love, not that false and hypocritical one, but that genuine, sincere Christian love, and if this love of theirs exists in preaches far louder to the world than all miracles and more eloquently than all teachings.
That love that unites the brothers and makes a spiritual family out of them is a miracle, a miracle far greater than the healing of the sick.  And we are not the ones who say this.  One of the most illustrious representatives of the monastic life and conduct, St. Theodore of Studium, preaches this.  Let us listen as to how he characterizes this love:  “Perhaps one thinks that being holy and having miraculous powers that expel demons, cure the blind, cleanse lepers, raise the dead, affect nature, move mountains, turn the seas into land, or do things like these, are great miracles and wonders.  I, however, do not think that this is as miraculous as is this:  That people from different places and lands, different races, languages, and ages come together in the name of our Lord Jesus Christ and become united and joined as one multi-souled, multi-hearted body of one mind and heart, not to do evil but the will of God, and veneration and worship of the Holy Trinity, which no one, no man, no ruler, no authority, no king, not even the champion of the demons himself, has the power and strength to overcome.”
Truly!  A true monastic brotherhood which has the love of Christ, in which “This is mine and this is yours,” is not heard, is one of the greatest miracles of divine grace, which defeats the selfishness and self-interest of man.  Unfortunately, this kind of love is missing in most of today’s monasteries, and this lack is the greatest cause of the degeneration of monastic life.  But let us put aside monastic brotherhoods and go back again to the world.  Here is a small village in our country where the demon of discord has not entered.  The few families that live there have cultivated the little soil given them.  A pious priest teaches the small flock that love is priceless wealth, the blessing of heaven.  And the people abide in this love.  They do not wrong their neighbors.  They do not have anything to do with the courts.  They do not need watchmen to watch over their fields.  They participate in the grief and sorrow as well as the joy of each other’s families.  Is there such a village in Greece you might ask?  It sounds impossible.  Utopia.  However, whenever there is a humble, instructive priest of the Most High who cultivates the souls of simple people, this beautiful image of love and harmony appears.  And this village in which love reigns in all the relations of its people constitutes a good example.  In the midst of other villages, communities, and municipalities that cannot even have a peaceful meeting, whose community or municipal boards continuously fight over even the least of matters, waste precious time, and do not do anything profitable, in the midst of immeasurable hatred this village is an oasis in a scorching desert.  It is a miracle village that proclaims that people living together become happy when the heavenly plant of love is cultivated in the hearts of men.

***

Beloved!  As we wrote at the beginning of this present article, when it is heard that a miracle has taken place somewhere, people run there.  Some years ago, upon hearing that the icon of the Mother of God at a country chapel was crying, the inhabitants of about twenty villages… left their jobs and, men and women, walked a long way to that country chapel and there celebrated liturgies and vigils… and in the end?  It turned out that the miracle was a great hoax…  How much more would they have benefited spiritually, if they had wanted to hear the voice of Christ, which is calling us to perform the greatest miracle in our lives!  And His voice is summed up in the only three words: LOVE ONE ANOTHER.
What good is it, beloved, if we see miracles, while in our hearts we nourish the wild beasts of envy, hatred, and every other evil?  What did it gain the evil and envious Jews, if I may ask, who saw the greatest of miracles during the time of Christ, who saw Lazarus resurrected from the grave, and yet in a few days, in spite of this, senselessly committed the greatest of crimes, crucifying the Benefactor of All?
Do we want to see a miracle?  The Lord is close to us.  Let us, those of us who call ourselves Christians, try to cash in the gold coins of the commandment of Christ:  Love one another, and convert it into good works.  And then our earth will see the greatest of miracles, it will see a new society.  And before this great miracle, even the most incredulous in this world will be forced to recognize that on Religion, which has the power to defeat the strongest of passions and transform people into the most beneficial of beings, is divine in origin.  The Lord told us this: “By this all will know that you are My disciples, if you have love for one another.” (John 13:35)

SAINT JOHN OF THE LADDER AN EXCELLENT PHYSICIAN

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Μαρ 26th, 2009 | filed Filed under: English

MARCH 30
SAINT JOHN OF THE LADDER

Απόσπασμα από το βιβλίο του Μητροπολίτου Φλωρίνης πατρός Αυγουστίνου Καντιώτου «ΜΥΡΙΠΝΟΑ ΑΝΘΗ».

Τα «ΜΥΡΙΠΝΟΑ ΑΝΘΗ» περιέχουν πρακτικές ομιλίες είς εορτάς αγίων.  Κάθε μία από τις ομιλίες αυτές ετυπώνετο εις το εβδομαδιαίο φυλλάδιο της Ιεράς Μητροπόλεως Φλωρίνης «Κυριακή», ανεγινώσκετο από τους εφημερίους κατά την Θεία Λειτουργία της Κυριακής και χιλιάδες αντίτυπα αυτού διενέμοντο δωρεάν.
Α’ έκδοσις 1974
Β’ έκδοσις 1987
Γ΄ έκδοσις 1990
Δ’ έκδοσις 1995
Η μετάφρασι ολόκληρου του βιβλίου στα Αγγλλικά έγινε από τον ακούραστο εργάτη καί αγωνιστή της Ορθοδοξίας, πνευματικόν τέκνον του π. Αυγουστίνου, πατέρα Αστέριο Γεροστέργιο.  Προσφέρεται ταπεινά καί με την εν Χριστώ αγάπη εις ψυχικήν ωφέλειαν Ορθοδόξων Χριστιανών απανταχού της γης καί επισκεπτών της ιστοσελίδας του σεβαστού Γέροντος Αυγουστίνου
πρός δόξαν του Τριαδικού μας Θεού.

«Θαυματός ό Θεός έν τοίς αγίοις αυτού» Ψαλμ.67:36)

AN EXCELLENT PHYSICIAN

My beloved, there are people who live without any understanding of their purpose in life which they have as Christians.  They are ignorant of themselves and ignorant of God.  They are sinners.  They have committed various sins and, in spite of this, if someone asks them about their moral and spiritual condition they will answer, “We are the best people!”  They do not see any evil in themselves.  Even if they have committed evil they do not consider it a sin.  They consider themselves to be in perfect order.

How unfortunate are these people!  They resemble a man who externally appears to be in good health; he walks, he works, he eats, he sleeps; he is not feeling anything wrong.  In spite of this, deep within himself, death is eating away at him; the germ of a cursed illness is hidden.  The germ is not seen and does not cause pain at the onset, however, it is doing its work, and if it progresses much further, pain will begin and the man will run to the doctors and to the hospitals and will question whether or not he will live.  If, however, this indifferent man had been concerned about his health sooner and gone to the doctors and had x-rays taken, then the doctors would have observed in the x-rays the first signs of the sickness and they would have recommended certain therapy or even an operation, in order that he might be saved.

This, trait which is seen in a few people in relation to their physical health is seen in most people in relation to their spiritual health.  One in one hundred are indifferent in relation to their physical health, but 999 in 1000 are indifferent with regard to their spiritual health.  Their body must be well in order to eat and drink, and yet they do not care for their spiritual condition.  If they wanted, however, to care just a little for their spiritual health, if they wished to go to the spiritual doctors and to go through a spiritual examination, then they would see that they are not doing well spiritually.  Within their spiritual world there are thousands of germs, worse than those demons which had been nested in the heart of the unfortunate youth about whom the Holy Gospel speaks (Mark 9:17-29).  Then, like the terrified father of the unfortunate youth, they would ask Christ to save them from the various spiritual diseases which torture the human life.  It is not only the body that has cancer and tuberculosis but also the soul which has its own illnesses worse than tuberculosis, cancer, and every other illness.

We have said that we must go to the doctors of the soul.  Who are these doctors of the soul?  These doctors are not those who are called psychiatrists; there are some others much superior.  They are spiritual fathers.  They are illumined by the Holy Spirit and are able to examine our spiritual condition, to make a diagnosis, tell us what we have, and recommend the proper medication for the cure.  These spiritual doctors are the holy teachers and fathers of the Church.  They have lived for years in fasting, prayer and study of the scripture, they have defeated the flesh, the world and the Devil, they have examined themselves closely and are in a position to observe the human passions.  Certainly the present world despises these doctors, while it admires the doctors of this world who went abroad and studied and are paid dearly for one visit.  However, if only the world would know of the value of the spiritual doctors of the Church!
In this homily I will introduce to you such a spiritual doctor; he is Saint John of the Ladder, who our Church directed his Feast to be celebrated on the Fourth Sunday of Lend and on the 30th of March.

***

Shall we describe his life?  Briefly, we say that the saint was born in the sixth century A.D.  At the young age of sixteen, he left his country and went to a high mountain, which until this day is known to all the world; he went to Mount Sinai, to that mountain where Moses received the Ten Commandments.  He lived there many years under the spiritual direction of an old ascetic.  Then he left the monastery and went five miles further, to a remote place, and there he made his hut and lived an ascetic life.  Prayer, the study of Holy Scripture, and self-examination was his task.  The desert, where no noises of men could be heard, was dominated by absolute tranquility.  From time to time the singing of the birds and the voices of wild beasts interrupted the silence of loneliness.  The desert, which during the night receives a special beauty from the sweet light of the moon and the brightness of the stars, became for John the school of God.  He studied himself in depth, he saw such misery exists in man, he discerned even the smallest traces of the evil as a doctor distinguishes on the x-rays the signs of an illness, and he underwent an internal struggle, in order to defeat the sinful thoughts, to make his heart clean, and to make it a mirror of God.
Saint John of the Ladder became a spiritual mirror and an extraordinary spiritual physician.  In short order his fame spread to all the places of Palestine and Arabia.  Men in pain and suffering, beaten by various sorrows of the world, sinful men who had committed various sins and were suffering from remorses of conscience and were seeking redemption and salvation, men who were shipwrecks of this world were running to John of the Ladder, and the saint had for each one the appropriate medicine.  He never failed in diagnosis.  He was not like some psychiatrists of our days, who, while they don’t know their own selves, try to cure others, limiting the cure only to the body and the nerves; not knowing the wretch needs of a spiritual treatment, a cure which only faith in God can offer.  About which we speak the great scientists and professors of the medical science recognize; those who are not afraid to declare in medical conferences that faith is the best medicine for psychological illnesses.

***

In his time, Saint John became an excellent spiritual physician – a physician of the soul.  What did we say?  In his time?  Even though, 1,300 years have passed since he lived, even still he continues to be a doctor of the souls.  How?  With his wise treatise called “The Ladder”.  In this priceless book John describes all the psychological conditions of man, the vices and the virtues, the height and the depth, and recommends the proper medications for psychological cure.  This book takes you from the earth and elevates you to the stars.  In Greece it is not appreciated much.  It is, however, translated into many languages and is read by foreigners.
My beloved!  Since you have now heard about Saint John, the abbot of the Monastery of Sinai, I recommend to all, and particularly to the educated, teachers, professors, and medical doctors, to buy this book and study it; and when they study it, then they will confess themselves that Saint John of the Ladder is an excellent physician, a profound psychologist, philosopher and spiritual guide.

Translated in English from its original in Greek by
+Reverend Father Asterios Gerostergios
Saints Constantine and Helen
Greek Orthodox Church
Cambridge, Massachusetts – U.S.A.

This fragment was taken from the book “Fragrant Flowers”, which appeared in Greek under the title «Μυρίπνοα Άνθη» written in 1974 by Bishop Augoustinos of Florina-Greece.  The author dedicated this book to the pious and humble priests of his Diocese who read these written homilies to their congregations.

FRAGRANT FLOWERS – BY BISHOP AUGOUSTINOS KONTIOTES

“Fragrant Flowers”, written by Bishop Augoustinos Kantiotes, contains practical sermons based on the lives of 52 Saints.  This book is a small Calendar of Saints (Micron Heortologion).  The distinguished preacher and writer teaches that the Saints are the miracle of God in the course of History.  They are living proof of the truth of our holy Orthodoxy.  They are the Gospel and Epistles in application.
Whatever Christ taught, whatever the Apostles preached, the Saints applied in their real lives and they proved that the high teachings of the New Testament can likewise be applied by their fellow men.  The lives of the Apostles and the rest of the Saints prove that Christianity is a continuing and unceasing miracle.  The Saints throughout the ages show us the summit of virtue which even the most sinful man can achieve by the power of Christ.  The venerable author preaches that the Saints live in God and never cease to intercede for the struggling faithful Christians.  They live in the tradition of the Holy Church.  They live in the hearts of the faithful.  The memory of their life and their miracles, like some kind of life-giving breeze breaths into the entire Church.  Thus the Saints continue teaching and inspiring the faithful.  They are older brothers and sisters, waiting for us above in the heaven of heavens in order to concelebrate together the victory of the sacrificed lamb.
“Fragrant Flowers” is addressed not only to our Orthodox people but also to all who are interested in pure Orthodox teaching.  It is offered especially to catechists and preachers of the Word of God, clergy and laity alike, to strengthen them in their most valuable ministry in the Church.

INSTITUTE FOR BYZANTINE AND
MODERN GREEK STUDIES
115 Gilbert Road
Belmont, MA 02478-2200
Tel. 6174848584
Fax.6178763600

e-mail: ibmgs3@verizon.net

www.orthodoxinfo.com/ibmgs

“Ili Ili Lima’ Savahthani’?”

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Μαρ 26th, 2009 | filed Filed under: Albanian

“Ili Ili Lima’ Savahthani’?”

“Perënida im, Perëndia im, pse hoqe dorë prej mej?”
Ky predikim u mbajt nga atëhere arqimandrit at Avgustini
të Premten e Madhe të vitit 1967
në Kishën e shënjtë të Shën Athanasit në Kipseli të Athinës.
Fragmenti u shkëput prej librit “Drejt Golgothasë – ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΓΟΛΓΟΘΑ”

“Edhe në orën e nëntë Jisui bërtiti me zë të madh duke thënë:
“Ili Ili lima’ savahthani’ “ që do të thotë
“Perëndia im, Perëndia im, pse hoqe dorë prej meje?”.
(Matthe 27:46)

E Premtja e Madhe! “E frikëshme dhe e çuditëshme”, ashtu siç psallën dhe Kisha, “mister i frikshëm dhe i çuditshëm kryhet”.  Përpara nesh gjendet i Kryqëzuari.  Cili ikonograf do të mundë të paraqesë denjësisht pamjen e të Kryqëzuarit?!  Cili psallt do të mund të psallë madhështinë e Tij?!  Cila gjuhë ligjëruesi, cila gjuhë predikuesi – çfarë them kështu – cila gjuhë ëngjëlli dhe kryeëngjëlli do të mund të himnojë ashtu siç duhet lavdinë e Tij?! Duke qënë tepër të vegjël dhe të pakët në shpirt, ne mëkatarët e mëkatarëve, si krimba që zvaritemi përpara Fronit të Tij do të guxojmë të themi disa fjalë mbi dramën hyjnore.

Krishti, qënia më fisnike nga të gjitha qëniet që kanë jetuar, jetojnë dhe do të jetojnë deri në mbarim të shekujve, Krishti i cili gjatë gjithë jetës së tij bëri vetëm të mira, Krishti virtyti i të cilit “mbulonte qiejt”, Krishti pra gjendet sot i dënuar me vdekje, me vdekje çnderonjëse dhe poshtëruese, i mbërthyer me perona mbi dru, mbi drurin e Kryqit.  Me vdekje mbi kryq dënoheshin jo njerëzit e lirë, por kriminelët, plehrat e shoqërisë, përbindëshat e pashpirt të perandorisë Romake.

******

Krishti mbi kryq!  Dhe poshtë Kryqit njerëzit-pyes, njerëzit?! Nuk janë të denjë të quhen njerëz.  Të quhen pra bisha?  As bisha nuk janë të denjë të quhen.  Tigri dhe luani, hiena dhe leopardi e humbin egërsinë e tyre përpara egërsisë me të cilën u sollën ndaj Birit të Virgjëreshës armiqtë e tij të pamëshirshëm.  Poshtë Kryqit pra, ndërkohë që gjaku i Krishtit bie pikë-pikë mbi tokë, ndërkohë që zemra e Tij rreh me rrahjet e fundit, ndërkohë që buzët e tij janë të vyshkura dhe të përthara dhe askush nuk i ofron një pikë ujë që të freskohet, ndërkohë që sytë e Krishtit tonë shuhen në këtë botë, kryqëzuesit poshtë Kryqit tërbojnë.  Poshtë Kryqit turma, turma zhurmonjëse, turma mosmirënjohëse, turma e cila para disa ditësh i thërriti Krishtit “OSANA më të lartat” ndërsa tani, në mëngjes të së Premtes së Madhe, po ajo turmë bërtiste “shpejt kryqëzoheni Atë”.
Poshtë kryqit shkronjësit dhe farisenjtë, hipokritët e mëdhenj të jetës, tregëtarët dhe matrapazët e të shënjtave, të cilët Zoti i zbuloi dhe i shfaqi me thirrjet e tij të fuqishme “Mjerr ju”.  Poshtë kryqit shfaqin në mënyrë sadiste qejfin e shpirtit të tyre të lig.  Dhe çfarë nuk bëjnë! Thonë fjalë të turpshme, nxjerrin ndyrësi nga goja, vlasfimojnë, dhe ata më të poshtrit guxojnë dhe pështyjnë të Kryqëzuarin.  E gjithë lluca dhe ndyrësia e zemrës njerëzore hidhet mbi të Kryqëzuarin.  Oh çfarë çnderim, oh çfarë turpi! Krishti mbi kryq duket si njeriu më i dobët i botës “Mbë ty klithnë dhe u zhdëfryen sikur të ishe krimb dhe jo njeri; çnderim njerëzish dhe të përqeshura llauzi” (Psallm 21:7).

******

Dhe ndërsa Krishti duket si njeriu më i dobët dhe më i poshtëruar që ka parë bota, papritur fenomene çuditëse që shfaqen vërtetojnë që i Kryqëzuari është aq i fuqishëm dhe i frikshëm sa ishte atëhere kur ecte i lirë në tokën e Palestinës.
Shënja e parë çuditëse është errësira që mbizotëroi dheun.  Ndërkohë që ylli i ndritshëm dhe i shkëlqyer, dielli pra, ndriçonte dheun papritur u errësua.  Mos ndoshta u bë eklips? Jo. Hëna ishte e plotë atëhere, dhe kur hëna është e plotë eklips nuk mund të ndodhë.  Përveç kësaj, eklipsi zgjat vetëm disa minuta, ndërsa ajo errësirë e asaj dite zgjati deri në tre orë, që nga ora e gjashtë deri në orën e nëntë sipas orëve judaike, dmth që nga ora 12 në mesditë deri në orën tre mbasdite me orën tonë.  Dielli fshehu rrezet e tij sikur t’iu thoshte njerëzve: oooo kriminelë, jeni të padenjë t’ju ndriçoj me rrezet e mia!  Dhe ndërkaq armiqtë e Jisuit të terrorizuar nga këto shënja largohen si hije nëpër errësirë…

Dhe kur errësira filloi të zhdukej, një zë i fortë u dëgjua, zë i fuqishëm, një zë që ra si vetëtimë, një zë që të kall frikë. “Edhe në orën e nëntë Jisui bërtiti me zë të madh duke thënë – Ili` Ili` lima’ savahthani’ – që do të thotë – Perëndia im, Perëndia im, pse hoqe dorë prej meje?”.  Bërtitja e të Kryqëzuarit ua shton datën dhe tmerrin atyre që e kryqëzuan.  Kur e dëgjuan këtë bërtitje ata që ndodheshin aty pranë Kryqit duke e keqinterpretuar thirrjen “ Ili’ Ili’ “, menduan se Jisui thërriste për ndihmë Ilian, personalitetin e shquar të Dhjatës së Vjetër.   Profeti Ilia, gjatë epokës së tij kishte kërkuar të bjerë zjarr nga qielli dhe të djegë ato dy ushtritë që ishin dërguar prej mbretit keqbërës të Israelit për t’a kapur atë.  Duke patur këtë parasysh, edhe tani përpara kryqit njerëzit menduan se Jisui thërriste Ilian për të djegur kryeqindësin dhe njësinë e tij ushtarake, si dhe të gjithë armiqtë e tij.  Oh sa gabim e kishin kryqëzuesit dhe sa shumë e keqinterpretuan fjalën e Zotit!

*****
Fjala “ Ili’ Ili’ lima’ savahthani’ ” është fjala e katërt nga rradha e cila doli nga goja e Krishtit kur ndodhej mbi Kryq.  Dhe kjo fjalë për nga kuptimi është më e vështira nga të shtatë fjalët që tha Zoti mbi Kryq.  Oqean dhe pafundshmëri theologjie!  Shumë janë ata të cilët ndër shekuj e keqinterpretuan këtë fjalë.  Shumë eretikë u përpoqën të mbështeten tek kjo fjalë!  Por ne, duke patur si udhërrëfyes Etërit e Shënjtë të Kishës sonë, veçanërisht Gojëartin e Shënjtë dhe Shën Thanasin e Madh, do të përpiqemi të japim me fjalë të thjeshta kuptimin e këtij rreshti të Ungjillit të Shënjtë, edhe pse është e pamundur të shpjegojmë të gjithë thellësinë e kuptimit të këtyre fjalëve.  Është një oqean i paanë!
Fjala e katërt pra e Kryqit, para së gjithash është një përgjigje ndaj akuzuesve të Krishtit, së dyti është kyçi i cili hap misterin e madh të Kryqëzimit, dhe së treti është ngushëllimi i të hidhëruarve.
«Perëndia im, Perëndia im, pse hoqe dorë prej meje?».  Kjo fjalë, siç thamë dhe më sipër është përgjigje ndaj akuzuesve të Krishtit.  Çfarë theshin ata?  Theshin që Krishti ishte antiperëndi, theshin që Krishti ishte armik i Atit Perëndi, dhe si i tillë e dënuan.  Por Krishti e deshte Atin qiellor me aq butësi dhe ndjeshmëri sa askush tjetër.  Kur Krishti i drejtohej Atit qiellor dridhej i tëri.  Kënaqësia e tij më e madhe ishte lutja ndaj Atit qiellor.  Ne lodhemi nëse lutemi pak si shumë, ndërsa Krishti, jo një orë, jo dy orë, por të gjithë natën e kalonte në lutje.  “Edhe në ato ditë doli në mal të falej, dhe e kaloi natën duke iu falur Perëndisë”, n’a thotë Ungillori Lluka (6:12).  Lutej në mal, lutej në fusha, lutej në shkretëtirë, lutej në Tempullin e Solomonit.  Por lutja e Tij më prekëse janë këto pak fjalë, fjalë tepër të ëmbla dhe mistike, të cilat i tha duke qënë mbi Kryq «Perëndia im, Perëndia im, pse hoqe dorë prej meje?».

Shembulli i Krishtit, i cili u lut duke qënë mbi Kryq, vërteton që njeriu mund të lutet kudo që të ndodhet.  Mund të lutet edhe në Kishë edhe në shtëpi, edhe në zyrë edhe në punishte, edhe në ushtri edhe në anije, edhe në aeroplan edhe në makinë, akoma edhe në burg.  “Në çdo vend të zotërimit të Tij beko Zotin o shpirti im” (Psallm 102:22).  Shembulli i Krishtit vërteton që njeriu mundet të lutet edhe gjatë çastit të martirizimit dhe të torturave.  Të gjithë martirët dhe omologët ndoqën shembullin e Krishtit.  Dhe nëse do të më pyesni se cilat janë lutjet më të bukura që iu drejtuan ndonjëherë Perëndisë do t’ju përgjigjesha që lutjet më të bukura nuk janë ato që u thanë nëpër Kisha dhe vënde të tjera asketizmi, por ato lutje që u thanë pak çaste përpara ekzekutimit të Shënjtorëve, kur ata ndodheshin në burgje, dhe ecnin drejt martirizimit ose gjatë momenteve të torturave.  Thonë që bilbili këndon këngën e tij më të bukur kur shigjeta e godet duke i shpuar sytë dhe e verbon.  Bilbili pra i verbuar dhe në dhimbje psall këngën me pasionin e tij më të flaktë.  Kështu ndodh dhe me njeriun i cili është shpuar tej për tej nga shigjeta e dhimbjes.  Kështu dhe Krishti, Bilbili i Qiellit, i shpuar prej hushtës, i plagosur, i gjakosur, Krishti ynë pra i psalli sipër mbi Kryq  këngën më të ëmbël Atit të Tij, «Perëndia im, Perëndia im,…»  dhe me të vërtetë oh çfarë ëmbëlsie dhe ndjeshmërie!

Me fjalën e tij të katërt mbi Kryq, Krishti vërteton që nuk ishte antiperëndi, por e deshte shumë Perëndinë, dhe në mes të bërtitjeve dhe vlasfimive të turmës Ai diti të himnojë Atin qiellor.

*****
Ndoshta do të më thoni që fjala e Krishtit «Perëndia im, Perëndia im, pse hoqe dorë prej meje?» nuk është lutje, por është një ankesë e frikëshme, është një lloj qarje me ankesë dhe rënkim.  Jo të dashurit e mij!  Kushdo që thotë se gjatë këtij çasti Krishti qahet, ankohet dhe rënkon ndaj Perëndisë bën gabim të madh dhe fatal.  Më kot atëherë psallen himnet e Kishës, më kot derdhen lotët përpara Kryqit, të kota pra dhe lulet që shpien tek Kryqi.  Fjala e katërt e Kryqit përmban një mister tepër të thellë.
Krishti nuk është thjesht një hero, nuk është thjesht një prej shumë heronjve, nuk është thjesht më i fuqishmi i të gjithë Shënjtorëve i cili tronditi dhe shkundi të gjithë historinë botërore.  Krishti është diçka shumë më e lartë se kaq, është përfaqësues.  Përfaqësues i kujt?!  Përfaqësues i ëngjëjve?  I kryeëngjëjve?  Përfaqësues i qeruvimeve dhe serafimeve?  Përfaqësues i shpirteve të tjera të palëndëshme?  Jo.  Është përfaqësues i gjithë njerëzimit, është mbi të gjitha përfaqësuesi im, përfaqësues i mua mëkatarit që ju flas, është përfaqësuesi i të gjithë juve që më dëgjoni, përfaqësues i të gjithëve që jetojnë mbi këtë planet, përfaqësues i gjithë atyre që jetuan në të kaluarën dhe i të gjithë atyre që kanë për të jetuar mbi dhe’ në të ardhmen.
Krishti pra është përfaqësues, por përfaqësues që ndryshon nga të gjithë përfaqësuesit e tjerë.  Për shembull, përfaqësuesi i një shteti në një mbledhje apo konferencë ka si mision thjesht nënshkrimin e një marëveshje të përbashkët me përfaqësuesit e shteteve të tjera.  Por Krishti nuk është thjesht përfaqësuesi i gjithë njerëzimit.  Po shtoj dhe diçka tjetër, dhe nguliteni mirë në mëndje, Krishti është edhe zëvëndësi ynë.  O Krisht, sa i lumtur do të isha nëse do të mundja sot të mbjell në zemrat e dëgjuesve të mij këtë të vërtetë, ashtu siç mbjell kopshtari në poçe lulet kundërmonjëse!
Do t’ju sjell edhe një shembull tjetër që t’ju ndihmoj të kapni kuptimin mistik i cili rrethon thirrjen «Perëndia im, Perëndia im, pse hoqe dorë prej meje?».  Në një qytet, ndodhi njëherë një vrasje e padëgjuar më parë.  Vrasësi, për të evituar indinjatën e egër të njerëzve, ashtu siç ishte në nxitim, filloi të vrapojë.  Pas tij rendin plot të tjerë duke thërritur: kapeni, është vrasës, bëri krim…!  Për një moment vrasësi humbi nga sytë.  Hyri në shtëpinë e një mikut të tij, i ra në gjunjë dhe iu lut me lot në sy “shpëtomë, po më ndjekin, bëra një krim, do të më kapin!”…  Ndërkohë që po thoshte këto, turma e egërsuar jashtë shtëpisë kërkonte hakmarrje.  Mikut të tij i erdhi keq.  E veshi vrasësin me rroba të pastra dhe vetë veshi rrobat me gjak të keqbërësit dhe u paraqit përpara turmës duke iu thënë “unë jam vrasësi”.  Turma e kapi dhe e çoi në gjyq.  I pafajshmi pra u dënua me vdekje dhe u ekzekutua.

A e kuptoni pra vëllezërit e mij?  Të gjithë ne jemi mëkatarë.  E fëlliqëm rrobën e bardhë të shpirtit tonë me njollat e mëkatit.  I ngjasim keqbërësit të mësipërm i cili tregoi veshjen e tij me njollat e gjakut.  Dhe ashtu siç e ndiqnin atë policat dhe turma e indinjuar e njerëzve, kështu dhe ne n’a ndjekin ëngjëjt dhe kryeëngjëjt me hushtat e tyre të zjarrta.  N’a përndjek ai vendimi i parë i Perëndisë “me vdekje vdisni” (Gjeneza 2:17).  Jemi pra mëkatarë.  Kemi rënë në mëkata të mëdha dhe të rënda.  Sipër kokave tona qëndron shpata e zemëratës së Perëndisë, e dënimit të përjetëshëm… Në këtë pozitë tragjike në të cilën ndodhemi, ku rrezikohemi të arrestohemi si mëkatarë, si shkelës të ligjit të Perëndisë, në këtë gjëndje pra tragjike në të cilën as ëngjëj as kryeëngjëj nuk mund të n’a ndihmojnë, vjen Zoti dhe bëhet zëvëndësi ynë.
I pafajshmi paraqitet si fajtor.  Po, të krishterët e mij!  Ato vojtje që duhet t’i hiqnim ne i hoqi në kurriz Ai.  Duart tona, të cilat bëjnë mijëra mëkata, duart që godasin nënën dhe babën, duart që zgjaten mbi Ungjillin e shënjtë për të dhënë dëshmi të rreme, duart tona që marrin thika dhe armë dhe vrasin tjetrin, duart që vjedhin dhe rrëmbejnë gjërat e huaja, duart tona që kryejnë turpe dhe fëlliqësira të panumërta, këto duar duhej të mbërtheheshin me perona mbi kryq.  E megjithatë, në vënd të tyre u mbërthyen duart e qashtra të Krishtit, ato duar që shpërndanë mirëbërje të panumërta!…
Këmbët tona mëkatare, këmbët që n’a shpien në qëndra mëkati, këmbët që ecin në rrugën e të paudhit, këto këmbë duheshin vënë mbi kryq.  E megjithatë në vënd të tyre u vunë mbi kryq këmbët e shënjta të Krishtit, ato këmbë që pëshkuan tokën e Palestinës dhe lanë kudo gjurmë të paharrueshme dashurie!…
Gjuha jonë, e cila shpif dhe trillon, e cila thotë gënjeshtra dhe jep dëshmi të rreme, gjuha që mallkon, që nxjerr turpe dhe sharje, gjuha që vlasfimon Krijuesin e saj, ajo gjuhë duhej të ujitej me uthull dhe me vrer.  E megjithatë u ujit në vend të saj gjuha e Krishtit, ajo gjuhë që shprehu mësimet qiellore, gjuha që tërhoqi akoma dhe armiqtë e tij të cilët të mahnitur rrëfejnë “Kurrë s’ka folur njeri kështu si ky njeri” (Ioan 7:46)!…  Brinja jonë, ajo brinjë që mbulon në kraharor një zemër bishe, një zemër plot ligësi dhe urrejtje, kjo brinjë duhej qëlluar me shtizë.  E megjithatë në vend të saj u shpua me hushtën e ushtarit romak brinja e Krishtit, ajo brinjë që ruante në kraharor zemrën më bujare të botës, atë zemër e cila deshi të gjithë botën!…

O vëllezërit e mij, nuk prekeni?! Atje lart në kryq duhej të ishim ne, unë dhe ju.  E megjithatë në vëndin tonë mbi kryq dergjet Ai, i pafajshmi, i pamëkatëshmi, i tërëshënjti.  Ai u vesh me rrobën tonë dhe pësoi për ne.  Nëse e mendojmë këtë të vërtetë të tmerrëshme, nëse e mendojmë atë çastin e frikshëm kur ngriti mbi supet e Tij “himalajet” e mëkatave të botës, nëse mendojmë se pësoi duke qënë përfaqësuesi dhe zëvëndësi i të gjithë neve, atëhere do të mundemi të konceptojmë ato fjalët mistike të Krishtit «Perëndia im, Perëndia im, pse hoqe dorë prej meje?».

*****
Por kjo fjalë e Krishtit nuk është vetëm përgjigje ndaj akuzuesve të tij, nuk është vetëm kyçi për të kuptuar misterin e madh të sakrificës mbi Kryq.  Është edhe fjalë ngushëllonjëse.  Mbeti Krishti i vetëm mbi Kryq, i braktisur prej njerëzve, të cilëve iu bëri aq e aq të mira.  Ku janë të verbërit të cilëve iu solli dritën e syve, ku janë të çalët që i drejtoi, leprozët të cilët i pastroi, të paralizuarit të cilët i ngriti më këmbë, të urriturit të cilët i ngopi, të hidhëruarit të cilët i ngushëlloi?!  Asnjë prej tyre nuk gjendet pranë Kryqit.  Nxënësit e Tij e braktisën.  Judha e tradhëtoi.  Petroja e mohoi.  Të gjithë e kanë braktisur.  Akoma edhe ëngjëjt e qiellit nuk janë pranë tij.  Ndërsa në orët e agonisë që kaloi në Gjethsemani “iu duk një ëngjëll prej qielli duke i dhënë fuqi atij”, këtu në Golgotha u la i vetëm Krishti.  Edhe Ati qiellor për një moment e ka braktisur…
Krishti sot lundron i vetëm përmes thellësive dhe erësirës së oqeanit të hidhërimeve; i vetëm përmes valëve të frikëshme të cilat u ngritën dhe u frynë për shkak të mosmirënjohjes së njerëzve, për shkak të tradhëtisë dhe braktisjes.  I vetëm në hidhërim të papërshkruar, i le buzët të shqiptojnë fjalën mistike «Perëndia im, Perëndia im, pse hoqe dorë prej meje?».
Jam tepër i sigurt që nuk ka njeri i cili të ketë jetuar mbi dhe’ dhe të mos ketë njohur hidhërim.  Çfarëdo që të jesh, shkencëtar apo analfabet, plak me flokë të thinjura apo fëmijë i vogël, i varfër apo i pasur, zyrtar apo pastrues, çfarëdo që të jesh do të kesh ndjerë në zemër thikën e mprehtë të hidhërimit.  E pra, ejani ju të hidhëruar nga kjo jetë, ejani ju që jini në dhimbje dhe vuajtje padrejtësisht, ejani ju vejusha dhe fëmijë jetim, ejani sot, këtë ditë të së Premtes së Madhe, dhe qëndroni përballë të Kryqëzuarit.  Jini të varfër?  Ja ku është i Varfëri, më të varfër se Krishti nuk kishte… Jini të sëmurë?  Kini dhimbje dhe vuani në krevatin e dhimbjes?  Ja mbreti i dhimbjes, ai që vuajti më shumë se kushdo tjetër… Ju kanë tradhëtuar miqtë dhe të njohurit tuaj?  Ja ku është Krishti të cilin e tradhëtoi nxënësi i tij… Shpifën dhe trilluan për ju në këtë botë?  Ja tek është ai për të cilin shpifën dhe trilluan sa për askënd tjetër…  Ju kanë braktisur?  Ju braktisën burrat apo gratë?  Ju braktisën fëmijët?  Ja tek është Krishti të cilin e braktisën të gjithë në Golgotha…  O të krishterë, afrojuni të Kryqëzuarit, vështroni fytyrën e tij të hidhëruar, përqafoheni kryqin e tij.  Vetëm pranë të Kryqëzuarit do të gjeni ngushëllim ndër hidhërimet tuaja.

*****
Të dashur të krishterë! U përpoqa të jap një interpretim të shkurtër të fjalës së vështirë për t’u interpretuar e cila doli nga goja e Krishtit mbi Kryq «Perëndia im, Perëndia im, pse hoqe dorë prej meje?».  Një poet, në dhimbje e sipër dhe i braktisur, shpreh në një nga shkrimet e tij mendimin e mëposhtëm melankolik: Kujt t’ia them dhembkën e shpirtit tim? T’ia them rrugës do t’a marrin këmbësorët indiferentë.  T’ua them pemëve të pyllit?  Do t’a rrëmbejnë shpendët e egra.  T’ua them lumenjve? Do t’a rrëmbejë rrymat e tyre.  T’ua them detrave? Askush nuk ka për t’a dëgjuar… Kujt t’i tregoj dhimbjen time?…

Kujt t’ia thuash?  Të Kryqëzuarit!  Tek Ai ejani, o ju që jini në dhimbje dhe hidhërim dhe të braktisur prej të gjithëve, ejani tek i Kryqëzuari t’i tregoni dhimbjen tuaj.  Është i vetmi që do t’ju kuptojë,  sepse vojti në dhimbje për ju.  Afrojuni të Kryqëzuarit.  Dëgjoni nga buzët e tij të thara prej etjes «Perëndia im, Perëndia im, pse hoqe dorë prej meje?».  Është fjalë e cila edhe në momentet tuaja të vështira dëgjohet të shqiptohet prej buzëve tuaja.  Por kini kurajo.  Pas Kryqit të dhimbjeve dhe vojtjeve vjen Ngjallja e gëzuar. Jeta juaj e tanishme plot dhimbje, plot lotë dhe rënkime do t’i lere vëndin jetës së ardhme të dëfrimit të amëshuar.  Pas braktisjes suaj në këtë jetë do të vijë jeta e lavdishme në Mbretërinë Qiellore, atje ku pranë Shënjtorëve, pranë ëngjëjve dhe kryeëngjëjve, pranë Fronit të Perëndisë do të jetojmë përjetësisht.

Fragmenti u shkëput prej librit “DREJT GOLGOTHASË” («ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΓΟΛΓΟΘΑ») i episkop Avgustin Kantiotit
Përktheu nga Greqishtja
Aleksandër Filip
Pashkë 2008

Këtë përkthim të vogël ia përkushtoj me dashuri të thellë zemre dhe mirënjohje shpirtërore Gjerondit të nderuar, luftëtarit të paeupur dhe shëmbëlltor të Orthodhoksisë, ierarhut të ndriçuar të Kishës së Shënjtë Orthodhokse të Krishtit, predikuesit të flaktë dhe të palodhur të fjalës së Zotit, ish-Mitropolitit të Follorinës, Prespës dhe Ordheas, vetë autorit të këtij predikimi (dhe shumë veprave të tjerave) at AVGUSTIN KANTIOTIT.

Paçim të gjithë bekimet dhe uratat e tua Hirësi!

Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΕΠΙΣΚ. ΑΥΓΟΥΣΤ. ΣΤΗΝ ΑΓΡΥΠΝΙΑ, ΣΗΜΕΡΑ 25-3-2009

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Μαρ 25th, 2009 | filed Filed under: ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ

ΣΗΜΕΡΑ 25-3-2009, ΕΟΡΤΗ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΊΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ, ΣΤΗΝ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΕΓΙΝΕ ΑΓΡΥΠΝΙΑ. ΠΑΡΕΥΡΕΘΗ Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ Π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΚΑΝΤΙΩΤΗΣ, ΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΕΥΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΣΤΟ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΜΑ ΚΑΙ ΜΟΙΡΑΣΕ ΤΟ ΑΝΤΙΔΩΡΟ

****************************************************************************************

ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ

«Σήμερον της σωτηρίας ημών το κεφάλαιον, και του απ’ αιώνος Μυστηρίου η φανέρωσις· ο Υιός του Θεού, Υιός της Παρθένου γίνεται, και Γαβριήλ την χάριν ευαγγελίζεται. Διό και ημείς συν αυτώ, τη Θεοτόκω βοήσωμεν· Χαίρε Κεχαριτωμένη, ο Κύριος μετά σου».

*************************************************************************************************************