“ΕΘΝΙΚΑΙ ΕΠΕΤΕΙΟΙ”
BIBΛIO ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ, ΕΞΕΔΟΘΗ ΤΟ 1970, (σελ. 254-305)
ΤΟ ΙΕΡΟ ΤΑΜΑ
- «Κύριε, ἐν τῷ πλήθει τοῦ ἐλέους σου εἰσελεύσομαι εἰς τὸν οἶκόν σου, προσκυνήσω πρὸς ναὸν ἅγιόν σου ἐν φόβῳ σου. Κύριε, ὁδήγησόν με ἐν τῇ δικαιοσύνῃ σου ἕνεκα τῶν ἐχθρῶν μου, κατεύθυνον ἐνώπιόν σου τὴν ὁδόν μου» (Ψαλμ. 5, 8 – 9).
Η θρησκευτικότητα του ανθρώπου
Ο άνθρωπος, αγαπητοί μου αναγνώστες, ο άνθρωπος δεν είναι κτήνος. Δεν είναι μια βελτιωμένη έκδοση του γορίλλα, όπως τον θέλουν οι υλιστές και οι άθεοι. Όχι. Ἀβυσσος χωρίζει τον άνθρωπο από το κτήνος. Σε κάθε άνθρωπο, όπως λέει και ο αρχαίος φιλόσοφος, ο Αριστοτέλης, ενοικεί «ἀρχὴ ἄυλος, ἄφθαρτος, ἀλλοτρία τῆς φύσεως τοῦ σώματος, νοῦς ποιητικὸς (δημιουργικός), τὰ πάντα νοῶν καὶ ἑαυτὸν νοῶν». Μέσα στον άνθρωπο κατοικεί ουσία άυλη και αθάνατη, κατοικεί ψυχή, η οποία ως άλλος άγγελος αίρεται στα ύψη και φτερουγίζει σε κόσμους άυλους και πνευματικούς. Η ψυχή δείχνει την υπεροχή του ανθρώπου, την πνευματικότητά του. Πολλά μάλιστα είναι τα γνωρίσματα, τα οποία αποδεικνύουν την πνευματικότητα του ανθρώπου. Αλλά το κυριότερο απ’ αυτά είναι, αυτό που δεσπόζει στην ανθρώπινη ύπαρξη και την διακρίνει έντονα από όλα τα όντα της ζωολογικής κλίμακας, είναι η θρησκευτικότητα. Ο άνθρωπος είναι, προ πάντων, ον θρησκευτικό, ή, όπως είπε κάποιος από τους νεότερους φιλοσόφους, ον μεταφυσικό.
Το θρησκευτικό συναίσθημα, το ευγενέστερο και υψηλότερο όλων των συναισθημάτων της ανθρώπινης καρδιάς, όπως βεβαιώνει η ψυχολογική ανάλυση, είναι έμφυτο. Λέγοντας μάλιστα έμφυτο εννοούμε ότι σ’ αυτή τη φύση της ψυχής υπάρχει τάση και ροπή προς τα πάνω, προς μυστική επικοινωνία και εξάρτηση από το υπέρτατο Ον, από το Θεό. Υπάρχει ο λόγος, ο θείος λόγος, ο σπερματικός λόγος, όπως λένε οι Πατέρες. Και όπως μέσα σ’ ένα φυσικό σπόρο υπαρχει ζώπυρο, υπάρχει δύναμη, η οποία, σε κατάλληλες συνθήκες, κάνει το σπόρο να αναπτυχθεί, να εξελιχθεί και να ανυψωθεί σε φυτό και μεγάλο δένδρο, κατά παρόμοιο τρόπο και στην ψυχική σύσταση του ανθρώπου, σαν σε σπόρο, υπάρχει θείο ζώπυρο, υπάρχει μυστηριώδης δύναμη, η οποία, σε κατάλληλες συνθήκες, είναι δυνατό να εξελιχθεί σε δένδρο ευσκιόφυλλο και αγλαόκαρπο πνευματικής ζωής. Γι’ αυτό το λόγο, ο άνθρωπος από φιλόσοφο της αρχαιότητας ονομάστηκε δένδρο ουράνιο, δένδρο, δηλαδή, το οποίο, σε αντίθεση με τα φυσικά δένδρα, ρίχνει τις ρίζες του προς τα πάνω, στην περιοχή του Ουρανού, και από εκεί αντλεί τους ζωτικούς χυμούς. Η τυχόν αποκοπή των ριζών από τον Ουρανό έχει ως βέβαιη συνέπεια την ηθική και πνευματική παρακμή και αποξήρανση του ανθρώπου.
Ο άνθρωπος πεινά και διψά τον Αιώνιο Θεό. Της πνευματικής αυτής δίψας άριστη έκφραση αποτελεί ο φλογερός στίχος του προφητάνακτος Δαβίδ· «Ὁ Θεός, ὁ Θεός μου, πρὸς σὲ ὀρθρίζω· ἐδίψησέ σε ἡ ψυχή μου, ποσαπλῶς σοι ἡ σάρξ μου ἐν γῇ ἐρήμῳ καὶ ἀβάτῳ καὶ ἀνύδρῳ» (Ψαλμ. 62, 2). Τη δίψα και την πείνα αυτη ζητεί να σβήσει και να κορέσει ο άνθρωπος καταφεύγοντας στα ποικίλα σχήματα, τα οποία προσλαμβάνει η θρησκευτική ζωή. Αλλά όλα είναι ασθενή και θολά ρυάκια, πηγές συντετριμμένες, κατά τον προφήτη Ιερεμία. Μία μόνο πηγή είναι καθαρή και διαυγής, ποταμός του οποίου τα ορμήματα ευφραίνουν την πόλη του Θεού (Ψαλμ. 45, 5), είναι η διδαχή του Ιησού από τη Ναζαρέτ. Ο Ιησούς είναι για την ανθρώπινη ψυχή ο άρτος της ζωής και το ύδωρ το ζων. «Ὁ ἐρχόμενος πρός με», διακήρυξε ο Ιησούς, «οὐ μὴ πεινάσῃ, καὶ ὁ πιστεύων εἰς ἐμὲ οὺ διψήσῃ πώποτε» (Ιωάν. 6, 35).
Έμφυτη είναι λοιπόν η προς το Θείον φορά. Και γι’ αυτό βλέπουμε ότι με την εμφάνιση στου ανθρώπου πάνω στη γη αρχίζουν και οι εκδηλώσεις της θρησκευτικότητάς του, η οποία στην αρχή της ιστορίας της ανθρωπότητας ρέει ως λατρεία του ενός και μόνου Θεού, αλλά κατόπιν παρεκτρέπεται και εκφυλίζεται σε πολυθεΐα, σε λατρεία ειδώλων και ξοάνων. Αλλά και κάτω από τη λατρεία αυτή ποιος δεν διακρίνει το έμφυτο της θρησκευτικότητας;
Παντού υπάρχουν βωμοί και ναοί. Έτσι στην ιστορία της Παλαιάς Διαθήκης, η οποία είναι και η αρχαιότερη ιστορία του κόσμου βλέπουμε ότι ο Άβελ προσφέρει θυσία στο Θεό· ο Νώε, μόλις εξήλθε από την κιβωτό, ανεγείρει θυσιαστήριο· ο Αβραάμ ανεγείρει μνημεία της θρησκευτικότητάς του και υποχωρεί στην εντολή του Θεού να προσφέρει τον υιό του θυσία· ο Ιακώβ στον τόπο που είδε τη μυστηριώδη κλίμακα και έντρομος ανεφώνησε «ὡς φοβερὸς ὁ τόπος οῠτος! Οὐκ ἔστιν οὗτος ἀλλ’ ἢ οἶκος Θεοῦ καὶ αὕτη ἡ πύλη τοῦ Οὐρανοῦ» εκεί υποσχέθηκε να ανεγείρει θυσιαστήριο και ονόμασε τον τόπο Βαιθήλ, δηλαδή Οίκο Θεού· ο Μωυσής κατασκευάζει τη Σκηνή του Μαρτυρίου, φορητό ναό, κατά τον τύπο τον οποίο του έδειξε το Θεός στο όρος· ο Δαβίδ αγάλλεται και σκιρτά με την εγκατάσταση της κιβωτού στην πρωτεύουσα του Κράτους, την Ιερουσαλήμ· ο γιος του ο Σολομών, ευτυχέστερος από τον πατέρα του, αξιώνεται τη θεία ευλογία να ανεγείρει τον ομώνυμο περικαλλέστατο ναό, το καύχημα του Ισραήλ· αυτον, όταν αργότερα καταστράφηκε, ανεγείρει ο Ζοροβάβελ· και αυτόν όταν καταστράφηκε πάλι αργότερα ανεγείρει εκ νέου μεγαλοπρεπέστερο ο Ηρώδης. Στο προαύλιο αυτού του ναού ακούστηκαν κατ’ επανάληψη τα θεία λόγια του Ναζωραίου, ο οποίος και έξεδίωξε, καιόμενος από ζήλο για τον οίκο του Πατρός Του, με φραγγέλιο τους ιεροκάπηλους και με πολλή θλίψη προφήτευσε την φοβερή καταστροφή του ναού, η οποία και επήλθε κατά την άλωση της Ιερουσαλήμ από τις Ρωμαϊκές λεγεώνες του Τίτου (70 μ.Χ.).
Και δε βλέπει κανείς μόνο στη γη της Παλαιστίνης ορατά σημεία της θρησκευτικότητας του ανθρώπου. Όλοι οι λαοί ανέκαθεν παρουσίαζαν εκδηλώσεις θρησκευτικότητας. Και είναι μεν αληθές ότι ορισμένοι από τους περιηγητές, οι οποίοι εισχώρησαν σε χώρες αγρίων, διισχυρίστηκαν ότι δε διέκριναν κανένα σημείο θρησκευτικότητας στη ζωή των ανθρώπων αυτών και από αυτό θέλησαν να συμπεράνουν ότι η θρησκευτικότητα δεν είναι έμφυτη αλλά επίκτητη, προϊόν της εξέλιξης του πολιτισμού και επινόηση του ιερατείου με σκοπό την εκμετάλλευση του λαού. Αλλά βαθύτερες έρευνες, που έγιναν από επιστήμονες μεγάλης περιωπής, οι οποίο επί μακρών παρέμειναν ανάμεσα σε άγριους λαούς και έμαθαν τη γλώσσα τους και μελέτησαν προσεκτικά τη ζωή τους, απέδειξαν ότι και οι άγριοι πιστεύουν και λατρεύουν το Θείο, έστω και υποτυπωδώς, η ευλάβειά τους μάλιστα στο Θείο είναι τέτοια, ώστε θεωρούν αμαρτία να αποκαλύπτουν στον πρώτο τυχόντα τι πιστεύουν. Πρέπει κανείς ν’ αποκτήσει την εμπιστοσύνη των αγρίων για να μάθει τη θρησκεία τους. Σε ξένους και επίβουλους δεν αποκαλύπτει την καρδιά του ο άγριος. Σε σχέση με αυτό που λέγεται από τους άθεους, ότι δηλαδή η θρησκεία είναι επινόηση του ιερατείου, αυτό μόνο μπορούμε να πούμε εδώ, ότι αυτοί που τα ισχυρίζονται αυτά είναι σαν να λένε πως οι αρτοποιοί εφηύραν το ψωμί, για να εκμεταλλεύονται το λαό. Προηγείται η πείνα και έπεται ο αρτοποιός, κύριοι! Προηγείται η θρησκευτικότητα και έπεται το ιερατείο, κύριοι άθεοι! Οι συνεχείς μάλιστα και επίμονες προσπάθειές σας να γκρεμίσετε το θρόνο του Θεού από τις καρδιές των ανθρώπων, οι οποίες καταλήγουν σε οικτρές αποτυχίες και απογοητεύσεις, όπως οι ελευταίες αθεϊστικές προσπάθειες στη Ρωσία (βλ. «Εστία» της 18 -3- 63), αναρριπίζουν ζωηρότερα το θρησκευτικό συναίσθημα και στερεώνουν περισσότερο το θρόνο του Θεού στις καρδιές των ανθρώπων, και μέσα από παραδείγματα από τη σύγχρονη ζωή αποδεικνύεται και στον 20ο αιώνα πόσο αληθινή ήταν η παρατήρση του αρχαίου ιστορικού πλουτάρχου που λέει· «Θα συναντήσεις περνώντας και πόλεις ατείχιστες, αγράμματες, αβασίλευτες, που δε χρειάζονται νομίσματα, που δε γνωρίζουν θέατρα και αθλήματα· ανίερη όμως πόλη και άθεη, που να μη χρειάζεται προσευχές, ούτε όρκους ούτες μαντείες, δεν υπάρχει, ούτε θα έχει γίνει θεατής».
Η θρησκευτικότητα των αρχαίων Ελλήνων
Εκτός από μια μιρκή γωνία του κόσμου, η οποία κατά θαυμαστό τρόπο διέσωζε την ιδέα του αληθινού Θεού, ο υπόλοιπος κόσμος πλανιόταν. Ειδωλολατρία κυριαρχούσε. Το σκοτάδι βαθύ. Αλλά μέσα στο σκοτάδι ο άνθρωπος δεν έπαψε να αναζητεί τον αληθινό Θεό και ως τυφλός ψηλαφούσε, κατά την ωραία φράση του αποστόλου Παύλου, για να βρει Αυτόν· «ζητεῖν τὸν Κύριον, εἰ ἄρα γε ψηλαφήσειαν αὐτὸν καὶ εὔροιεν, καί γε οὐ μακρὰν ἀπὸ ἑνὸς ἑκάστου ἡμῶν ὑπάρχοντα» (Πράξ. 17, 27). Το ελληνικό πνεύμα με τους φιλοσόφους αναζητούσε τον Θεό, ο δε πολύς λαός, μη μπορώντας να παρακολουθήσει τις διαλεκτικές συζητήσεις περί των υψίστων προβλημάτων, αρκείτο στο να πιστεύει και λατρεύει το θείο κατά δικό του τρόπο, θεοποιώντας τις δυνάμεις και τα φαινόμενα της φύσεως, και στη χιονοσκέπαστη κορυφή του Ολύμπου, σαν σε θεϊκό κατοικητήριο, τοποθετώντας το Δωδεκάθεο, πλήθος δε ακόμη θεών και θεαινών με φαντασίες είτε στον ουρανό είτε στη γη είτε κάτω από τη γη.
Αυτά πιστεύοντας ο αρχαίος Έλληνας είχε πλάνες όσον αφορά την ιδέα του αληθινού Θεού. Όμως, παρά την πλάνη αυτή της πολυθεΐας, εναντίον της οποίος επαναστατούσαν τα υπέροχα πνεύματα της αρχαιότητας, ποιος δε θαυμάζει τα αισθήματα της ευλάβειας, τα οποία εκδήλωναν οι αρχαίοι πρόγονοί μας; Αυτά τα αισθήματα ευλάβειας των ειδωλολατρών έκαναν τον προφήτη Ιερεμία να ελέγχει την αποστασία του Ισραηλιτικού λαού από τον αληθινό Θεό και να λέει· «Διέλθετε εἰς νήσους Χεττιεὶμ καὶ ἴδετε, καὶ εἰς Κηδὰρ ἀποστείλατε καὶ νοήσατε σφόδρα, καὶ ἴδετε εἰ γέγονε τοιαῦτα. Εἰ ἀλλάξωνται ἔθνη θεοὺς αὐτῶν· καὶ οὗτοι οὐκ εἰσὶ θεοί. Ὁ δὲ λαός μου ἠλλάξατο τὴν δόξαν αὐτοῦ, ἐξ ἧς οὐκ ὠφεληθήσονται» (Ἱερεμ. 2, 10 – 11).
Ευλαβής προς το θείο υπήρξε ο αρχαίος Ελληνικός λαός. Σε κάθε σπίτι υπήρχε βωμός και υπήρχαν οι εφέστιοι θεοί, μπροστά στους οποίους συγκεντρωμένη η οικογένεια προσευχόταν. Δεν αρκούνταν όμως οι πρόγονοί μας στην κατ’ οίκον λατρεία αλλά και δημόσια λάτρευαν το θείο με θρησκευτικές τελετές και πανηγύρεις. Κάθε φορά που μια πόλη περιέπιπτε σε σοβαρό αμάρτημα και ενέσκηπτε κάποια συμφορά, όλος ο λαός με έκτακτες θυσίες προσπαθούσε να εκπλύνει το άγος, όπως αποκαλούσαν τα μεγάλα και ειδεχθή εγκλήματα, και να εξευμενίσει τους θεούς. Δεν εκστράτευαν οι Έλληνες εάν δεν είχαν καλούς οιωνούς, σημεία, δηλαδή, που μαρτυρούσαν ότι θα ήταν αίσια η έκβαση του πολέμου. Στην Αυλίδα ο βασιλιάς Αγαμέμνονας θυσιάζει τη θυγατέρα του για να πνεύσει ούριος άνεμος και να κολπώσει τα ιστία των ελληνικών πλοίων. Όλη η κατά της Τροίας εκστρατεία διεξάγεται, κατά την πίστη τους, υπό την εποπτεία των θεών. Η Ιλιάδα, που περιγράφει επεισόδια του Τρωικού πολέμου, διαπνέεται από βαθύ θρησκευτικό συναίσθημα. Σε κάθε φάση του πολέμου ακούγεται ο Όμηρος να λέει· «Διὸς ἐτελεῖτο βουλή». Και μόνο ο Όμηρος; Και οι μεγάλοι τραγικοί ποιητές, οι οποίοι δημιούργησαν τις έξοχες τραγωδίες, ο Αισχύλος, ο Σοφοκλής και ο Ευριπίδης, στις στροφές των ποιημάτων τους εκφράζουν την πίστη του αρχαίου κόσμου, ότι πίσω από τις ανθρώπινες πράξεις κρύβονται θεϊκές δυνάμεις, οι οποίες βραβεύουν την αρετή και τιμωρούν την κακία. Και αυτοί οι μεγάλοι ιστορικοί της αρχαιότητας, ο Ηρόδοτος, ο Θουκυδίδης και προπάντων ο Ξενοφών, διαβλέπουν στην ιστορία τη βούληση του θείου και εξαίρουν τη θρησκευτικότητα των Ελλήνων που υπεράσπιζαν κάθε φορά τα ιερά και τα όσια της πατρίδας τους.
Η θρησκευτικότητα ακόμη των αρχαίων Ελλήνων φαίνεται στα καταστατικά των πολιτειών τους. Σ’ αυτά υπήρχαν σαφείς διατάξεις, σύμφωνα με τις οποίες κανείς δε μπορούσε να αναλάβει δημόσιο λειτούργημα εάν δεν μετείχε ενεργώς στη δημόσια θρησκευτική ζωή. Με άλλη μάλιστα διάταξη ακόμη και σε εξορία ή και σε θάνατο καταδικαζόταν καθένας που εξέφερε αθεϊστικές αντιλήψεις. Άθεος και βλάσφημος δεν είχε θέση ανάμεσα στους αρχαίους Έλληνες. Κάθε φορά που εξαιτίας της πενίας αναγκάζονταν να εκπατρισθούν και να ιδρύσουν σε ξένες χώρες αποικίες, φρόντιζαν να παραλάβουν μαζί τους σε τελετη το ιερό πυρ από τον ναό της Εστίας και να το μεταφέρουν στη νέα πατρίδα, όπου η πρώτη τους φροντίδα ήταν να ανεγείρουν ναό και βωμό.
Αλλά, αν υπάρχει ένα μνημείο, το οποίο επί χιλιετηρίδες τώρα διαλαλεί τη θρησκευτικότητα των αρχαίων προγόνων μας, αυτό είναι η Ακρόπολη. Το λόφο αυτό εξέλεξαν για να κτίσουν πάνω σε αυτόν ναό. Και ναός υπήρχε στην Ακρόπολη όταν οι βάρβαροι από την Ανατολή επέδραμαν εναντίον της Ελλάδας. Αυτοί υπό την ηγεσία του Ξέρξη προχώρησαν μετά τη μάχη των Θερμοπυλών, κατέλαβαν την Αθήνα, εκπόρθησαν την Ακρόπολη, κατέσφαξαν τους υπερασπιστές και δια πυρός και σιδήρου κατέστρεψαν κάθε σέβασμα, το οποίο υπήρχε στην Ακρόπολη. Όταν μετά τη συντριβή και αποχώρηση του κατακτητή οι Αθηναίοι επέστρεφαν με γυναίκες και παιδιά στην κατεστραμμένη πόλη τους, θρήνησαν για την καταστροφή των ιερών, και ευγνωμονώντας του θεούς για τη νίκη της Σαλαμίνας, αποφάσισαν να ανεγείρουν πάνω στα ερείπια της Ακρόπολης νέο ναό, ο οποίος να ξεπερνά σε κάλλος και τέχνη κάθε προηγούμενο ναό. Η δόξα αυτή επιφυλάχθηκε στο μεγάλο πολιτικό της δημοκρατίας των Αθηνών, τον Περικλή. Ο μεγαλοφυής αυτός πολιτικός της αρχαιότητας, ο οποίος ήταν και θρησκευτική φύση, είχε σωστά αντιληφθεί ότι πάνω από κάθε άλλο δημόσιο έργο χρειαζόταν ναός, ο οποίος με την εξωτερική του λαμπρότητα να εξυψώνει την ιδέα της θεότητας στις συνειδήσεις των πολλών, οι οποίοι μέσω της φιλοσοφικής οδού δε μπορούσαν να εξαρθούν στον ιδεατό κόσμο. Για την κατασκευή του ναού επιστρατεύτηκαν όλες οι καλές τέχνες. Επιφανείς αρχιτέκτονες και γλύπτες και χρυσοχόοι και πλήθος εργατικών χεριών συνεργάστηκαν για να κτιστεί ο Παρθενώνας και τα άλλα μνημεία της Ακρόπολης και να συντελεστεί το θαύμα της Ελληνικής τέχνης. Δικοί μας και ξένοι θαυμάζουν τον Παρθενώνα ως έργο τέχνης. Αλλά εμείς νομίζουμε ότι τον Παρθενώνα πρέπει να τον δούμε κυρίως ως μεγαλειώδες θρησκευτικό μνημείο, το οποίο διαλαλεί και θα διαλαλεί ότι η Ελληνική ψυχή ήταν κατ’ εξοχήν θρησκευτική ψυχή, και ό,τι ωραιότερο είχε, το πρόσφερε στη θρησκεία της.
Με τέτοιο βλέμμα είδε την πόλη των Αθηνών ο μεγαλύτερος απ’ όλους τους επισκέπτες της, ο μέγας Απόστολος των εθνών, ο Παύλος. Αυτός ο οποίος είχε μέχρι τότε περιέλθει μεγάλο μέρος της Ασίας και είδε σπουδαίες πόλεις του αρχαίου κόσμου, έμεινε κατάπληκτος μπροστά στους βωμούς, τα αγάλματα, τα αναρίθμητα μνημεία, τα οποία είχε ανεγείρει η θρησκεύουσα ψυχή των Ελλήνων, και τη θρησκευτικότητά τους επαινώντας τους χαρακτήρισε ως τους περισσότερο θρήσκους και ευλαβείς ανθρώπους του αρχαίου ειδωλολατρικού κόσμου (Πράξ. 17, 22).
Αλλά τώρα η θρησκευτικότητα των αρχαίων προγόνων μας δια του κηρύγματος του αποστόλου Παύλου απαλλάσσεται της τρομερής πλάνης, εξέρχεται από σκοτεινά άντρα της αρχαίας ειδωλολατρίας, καθαίρεται και λαμπρύνεται στο φως της αληθινής θεογνωσίας και νέαν περίοδος θρησκευτικής ζωής αρχίζει για τους Έλληνες.
Η θρησκευτικότητα των πρώτων χριστιανών
Η νέα Θρησκεία εξύψωσε σε άφθαστα ύψη τη θρησκευτικότητα του ανθρώπου. Διότι δίδαξε ότι τα είδωλα των εθνών δαιμόνια· ότι ένας ο αληθινός Θεός, ο εν Τριάδι Θεός· ότι ο Πατήρ δι’ Υιού εν Πνεύματι Αγίω δημιουργεί τα πάντα· ότι ο Θεός «οὐρανοῦ καὶ γῆς Κύριος ὑπάρχων οὐκ ἐν χειροποιήτοις ναοῖς κατοικεῖ, οὐδἒ ὑπὸ χειρῶν ἀνθρώπων θεραπεύεται προσδεόμενός τινος» (Πράξ. 17, 24 – 25)· ότι «πνεῦμα ὁ Θεός, καὶ τοὺς προσκυνοῦντας αὐτὸν ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν» (Ιωάν. 4, 24)· ότι η καθαρή καρδιά είναι ο λαμπρότερος ναός, μέσα στον οποίοι το Πνεύμα το Άγιο κατοικεί· ότι ο Θεός ζητεί «θυσίαν ζῶσαν, ἁγίαν, εὐάρστον τῷ Θεῷ, τὴν λογικὴν λατρείαν» (Ρωμ. 12, 1).
Αλλά ενώ αυτά διδάσκει η Θρησκεία του Χριστού, ας μη νομίσει κανείς ότι αυτή καταργεί τα εξωτερικά, τα ορατά, τα αισθητά σημεία της λατρείας. Όχι! Γιατί, εφόσον ο άνθρωπος αποτελείται και από ύλη και ζει μέσα στον αισθητό κόσμο, αισθάνεται εκ φύσεως την ανάγκη να εξωτερικεύσει την ενδόμυχη πίστη του και με λέξεις και με ύμνους και με κινήσεις και με εικόνες και με χρήση ιερών σκευών και αμφίων και με τύπους και με ναούς και με τελετές και εορτές και πανηγύρεις. Ο ίδιος ο Κύριος έδωσε το παράδειγμα. Επειδή συμμετείχε στις λατρευτικές εκδηλώσεις του Ισραηλιτικού λαού· ίδρυσε νέες τελετές· όρισε νέο ιερατείο· και στο υπερώο τέλεσε το υπερφυέστατο μυστήριο. Πόσες φορές κατά την επίγεια ζωή του δεν επισκέφτηκε το ναό του Ισραήλ! Αλλά και οι Απόστολοι και οι πρώτοι χριστιανοί, ακολουθώντας το παράδειγμα του Κυρίου, τελούσαν τα της λατρείας τους κατ’ αρχάς σε κάποια στοά του Ιουδαϊκού ναού, κατόπιν όμως λόγω του διωγμού εκ μέρους των Ιουδαίων, ευτρέπιζαν ιδιαίτερο τόπο μέσα σε χριστιανικά σπίτια και εκεί συνάζονταν και λάτρευαν το Θεό. Αυτές ήταν οι κατ’ οίκον Εκκλησίες. Στον καιρό μάλιστα των φοβερών διωγμών, τους οποίους ήγειραν οι αυτοκράτορες της Ρώμης, οι χριστιανοί για τις λατρευτικές τους ανάγκες αναγκάστηκαν να καταφύγουν στα σπήλαια, στις οπές της γης και τις κατακόμβες. Αλλά συχνά και τα κελία των φυλακών, στα οποία ήταν εγκλεισμένοι οι μελλοθάνατοι για την πίστη του Χριστού, μεταβάλλονταν σε εκκλησίες. Τα στήθη των μαρτύρων γίνονταν Αγία Τράπεζα, όπου ετελείτο το μυστήριο της θείας Ευχαριστίες, για να κοινωνήσουν αυτοί που θα γίνονταν μάρτυρες μετά από λίγο… Είδε ποτέ ο ουρανός συγκινητικότερη τέλεση θείας Λειτουργίας;
Η θρησκευτικότητα των Βυζαντινών
Υπήρξε εποχή κατά την οποία κανένας χριστιανικός ναός δεν υπήρχε πάνω στη γη. Ήταν εποχή των διωγμών, για τους οποίους μιλήσαμε παραπάνω. Αλλά η εποχή εκείνη, που διήρκεσε τρεις αιώνες, έληξε με θρίαμβο, τον οποίο πέτυχε ο Μέγας Κωνσταντίνος κατά των ειδωλολατρικών στρατών. Αυτός, όπως είναι γνωστό, κατέστησε νέα πρωτεύουσα του Κράτους το Βυζάντιο, το οποίο από το όνομά του μεταβαπτίστηκε σε Κωνσταντινούπολη. Στη νέα πρωτεύουσα ο ευσεβής αυτοκράτορας ανήγειρε περίλαμπρα χριστιανικά μνημεία που διαλαλούν το θρίαμβο της χριστιανικής πίστης. Στήθηκε πανύψηλος Σταυρός, ο οποίος φωταγωγούμενος τη νύχτα φαινόταν σα φάρος. Ζωηρή υπόμνηση του «ἐν τούτῳ νίκα». Ανεγέρθηκε ναός αφιερωμένος στη Σοφία του Θεού, όπως ονομάζεται, μεταξύ των άλλων ονομάτων, το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδας, ο Χριστός. Ο ναός με το όνομα αυτό διαλαλούσε το θρίαμβο της Εκκλησίας τον οποίο αυτή κατάφερε κατά της φοβερής αίρεσης του Αρειανισμού στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο, η οποία διακήρυξε ότι ο Χριστός είναι ο αληθινός Λόγος και Σοφία του Θεού. Στο ναό αυτό αντήχησε η φωνή του «βασιλέα του άμβωνος», του Ιωάννου του Χρυσοστόμου και ακούστηκαν οι έλεγχοί του κατά των ανακτόρων. Αλλά ο ναός αυτός, όταν εξορίστηκε ο Χρυσόστομος, πυρπολήθηκε από τον εξοργισμένο λαό, διότι θεωρήθηκε ότι ο ναός, χωρίς το κήρυγμα του ιερού εκείνου Πατέρα, ήταν περιττό να στέκεται όρθιος. Ο ναός κτίστηκε εκ νέου από τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο Β΄. Αλλά και η Αγία Σοφία του Θεοδοσίου πυρπολήθηκε κατά τη στάση του Νίκα. Για τρίτη φορά ανεγέρθηκε από τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό. Ο μεγαλεπήβολος αυτός αυτοκράτορας, παρακινούμενος από τη σύζυγό του τη Θεοδώρα, αποφάσισε να ανεγείρει το ναό της του Θεού Σοφίας αντάξιο του μεγαλείου του Χριστιανισμού αλλά και της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, η οποία ιδεώδες είχε την υπεράσπιση της Ορθοδοξίας και τη διάδοσή της στα πέρατα του κόσμου. Γι’ αυτό το σκοπό, ανέθεσε τη μελέτη και εκτέλεση του έργου στους περίφημους αρχιτέκτονες της εποχής εκείνης, τον Ανθέμιο και τον Ισίδωρο. Απαλλοτριώθηκε κεντρική θέση στην πρωτεύουσα, κοντά στο παλάτι, συγκεντρώθηκε υλικό από τα καλύτερα μάρμαρα και πολύτιμους λίθους του κόσμου και πλήθος κτιστών και άλλων εργατών για πέντε χρόνια, δέκα μήνες και τέσσερις μέρες εργάστηκε κάτω από την άγρυπνη επίβλεψη του αυτοκρατορικού ζεύγους και των ανώτατων υπαλλήλων του κράτους. Τριακόσια μάλιστα εκατομμύρια χρυσών δραχμών, κατά τους υπολογισμούς νεότερων ερευνητών, δαπανήθηκαν για την ανοικοδόμηση του ναού. Τα εγκαίνια της μεγάλης αυτής του Χριστού Εκκλησίας τελέστηκαν την 27η Δεκεμβρίου του έτους 537. Κατά την ημέρα αυτή ολόκληρη η πρωτεύουσα γιόρταζε και πανηγύριζε. Η χαρά του αυτοκράτορα ήταν απερίγραπτη. Εισερχόμενος στο ναό, ύψωσε τα χέρια στο ναό και αναφώνησε· «Δόξα στο Θεό που με καταξίωσε να επιτελέσω τέτοιο έργο. Σε νίκησα, Σολομώντα!». Επειδή όμως ο παμμέγιστος θόλος του ναού κατέπεσε μετά από είκοσι χρόνια εξαιτίας ενός σεισμού και επέφερε και άλλες ζημιές, ο θόλος κτίστηκε εκ νέου σε στερεότερες βάσεις, επισκευάστηκαν και άλλες βλάβες, και κατά την 24η Δεκεμβρίου του έτους 563, στα χρόνια του ίδιου αυτοκράτορα, τελέστηκαν τα δεύτερα εγκαίνια του ναού. Τη μνήμη των εγκαινίων της Αγίας Σοφίας εορτάζει η Εκκλησία μας κατά την 23η Δεκεμβρίου. Στο Συναξαριστή του Αγίου Νικοδήμου υπάρχει το εξής δίστιχο· «Ἐγκαινίοις καλοῖς σε τοῖς ἐγκωμίοις τιμῶ καλῶν κάλλιστε γῆς ναῶν ὅλων».
Να περιγράψουμε τώρα το μεγαλείο του ναού; Μας είναι αδύνατο. Δεν αξιωθήκαμε να τον επισκεφθούμε. Αλλά όσοι τον επισκέφθηκαν έμειναν εκθαμβοι, αν και ο ναός στα χέρια των Αγαρηνών υπέστη εσωτερικώς και εξωτερικώς αλλοιώσεις και μειώθηκε η αίγλη του. Ιδίως ο τρούλλος με τη στεφάνη των 40 παραθύρων, δια των οποίων, κατά τον ιστορικό Προκόπιο, «ἀεὶ διαγελᾷ ἡ ἡμέρα», προσδίδει εξαιρετική αίγλη στο ναό. Φαίνεται ότι ο ουρανός κατέρχεται και αγγίζει τη γη, όπως και η γη με τους ήρεμα ανερχόμενους κίονες φαίνεται ότι εξυψώνεται και αγγίζει τον ουρανό. Για τον ναό αυτό μπορεί να λεχθεί αυτό που ψάλλεται στην Εκκλησία· «Ἐν τῷ ναῷ ἑστῶτες τῆς δόξης σου, ἐν Οὐρανῷ ἑστάναι νομίζομεν».
Στο ναό αυτό για χίλια περίπου χρόνια το Βυζάντιο εόρτασε τις μεγάλες του μέρες, επευφήμησε ένδοξους αυτοκράτορες που επέστρεφαν από νικηφόρους αγώνες κατά βαρβάρων λαών. Στο ναό αυτό τελέστηκαν κατανυκτικές Λειτουργίες, ακούστηκαν για πρώτη φορά νέοι εκκλησιαστικοί ύμνοι, συνεδρίασαν οικουμενικές σύνοδοι, εκφωνήθηκαν φλογερά κηρύγματα, αναγνώστηκαν ψηφίσματα, κηδεύθηκαν βασιλείς και πατριάρχες, έρρευσαν δάκρυα χαράς και λύπης και όλος ο βίος των Βυζαντινών πατέρων συγκεντρωνόταν γύρω από αυτό το ναό. Αλλά στο ναό αυτό έγινε και η τελευταία Λειτουργία, κατά την οποία ο τελευταίος αυτοκράτορας Κωνσταντίνος ο Παλαιολόγος, αφού ζήτησε συγγνώμη από όλους, μετέλαβε τα Άχραντα Μυστήρια και μετέβη στον τόπο του καθήκοντος για να θυσιαστεί. Ξημέρωσε η θλιβερή εκείνη ημέρά της 29ης Μαΐου 1453. Τα γεγονότα είναι γνωστά. Ο Τίμιος Σταυρός, ο οποίος μέχρι τότε ακτινοβολούσε στην κορυφή του τρούλλου, κατεβάστηκε και αντ’ αυτού υψώθηκε η ημισέληνος.
Έκτοτε ο ιστορικός ναός παραμένει στην κυριαρχία των αλλοθρήσκων. Προς στιγμή φάνηκε ότι και πάλι θα επανερχόταν στους φυσικούς κληρονόμους του αλλά η επάρατη διχόνοια, η οποία διασπάραξε καθετί το ελληνικό, ματαίωσε την προσδοκία, και ο πόθος που θέρμαινε γενιές γενιών φαίνεται ότι έχει σβήσει. Ο ναός έχει καταντήσει μουσείο των Τούρκων. Σ’ αυτό βέβαια φταίνε και οι μεγάλες χριστιανικές Δυνάμεις, οι οποίες, εάν ενδιαφέρονταν για το μεγαλείο της Χριστιανοσύνης, θα μπορούσαν μετά τη λήξη του Α΄ παγκοσμίου πολέμου να αξιώσουν από την ηττημένη Τουρκία να παραδοθεί ο ναός στη λατρεία του αληθινού Θεού των χριστιανών. Και ασφαλώς θα το πετύχαιναν. Αλλά δυστυχώς η χριστιανική υπόθεση δεν συγκίνησε και δεν συγκινεί τα λεγόμενα χριστιανικά κράτη. Αυτά τα συγκινούν μόνο τα πετρέλαια και τα καουτσούκ. Και έτσι προς ντροπή του χριστιανικού κόσμου η Αγία Σοφία παραμένει αιχμάλωτη του Ισλάμ.
Ένα ιερό χρέος
Η θρησκευτικότητα των Ελλήνων συνεχίστηκε και κατά τη φρικτή περίοδο της Τουρκοκρατίας. Ό, τι έχασε τότε η ευσέβεια σε επιφάνεια και εξωτερική λάμψη, κέρδησε σε βάθος και εσωτερικότητα. Οι υπόδουλοι Έλληνες, οι ραγιάδες, όπως ονομάζονταν περιφρονητικά από τους Τούρκους, δεν είχαν δικαίωμα να ανεγείρουν νέους μεγαλοπρεπείς ναούς, να κρούουν καμπάνες, να τελούν δημόσια εορτές και πανηγύρεις. Οι ωραιότεροι βυζαντινοί ναοί της Κωνσταντινούπολης και των άλλων πόλεων του Ελληνισμού καταλήφθηκαν από τους Τούρκους και μεταβλήθηκαν σε τζαμιά. Αλλά παρόλους τους εξωτερικούς περιορισμούς στη λατρεία, το πυρ της ευσέβεια έκαιγε και θέρμαινε φλογερότερα τις καρδιές των υπόδουλων. Στις ιερές μονές εύρισκαν καταφύγιο οι καταδιωκόμενοι. Στους νάρθηκες των ναών μάθαιναν γράμματα τα ελληνόπουλα. Στις ταπεινές εκκλησίες και στα ερημοκκλήσια ένας παπάς ή καλόγερος με τριμμένο ράσο αλλά με φλογερή καρδιά γνώριζε να παρηγορεί τους ολιγόψυχους και τους πονεμένους, να αναπτερώνει το φρόνημα και να ενισχύει την ελπίδα για την εθνική ανάσταση. Και όταν ήλθε η ώρα της Επανάστασης, στους ιερούς ναούς κηρύχθηκε το κήρυγμα υπέρ της ελευθερίας, υψώθηκαν τα λάβαρα, τελέστηκαν δεήσεις και δοξολογίες, με δάκρυα και αδελφικούς ασπασμούς κοινώνησαν οι ήρωες και μάρτυρες των Αχράντων Μυστηρίων, και «ὡς λέοντες πῦρ πνέοντες» εξήλθαν για να εκτελέσουν το ιερό καθήκον τους αγωνιζόμενοι και πέφτοντας υπέρ Πίστεως και Πατρίδος. Δεκάδες ιερών ναών έχουν γίνει ιστορικοί, διότι συνδέθηκαν με αξιομνημόνευτες πράξεις της εθνικής μας εξεγέρσεως. Ανυπολόγιστη ήταν η εκπορευόμενη από τους ιερούς ναούς δύναμη για τη μαχόμενη Πατρίδα.
Οι αείμνηστοι και μακαριστοί εκείνοι ήρωες πίστευαν βαθύτατα ότι στον ιερό αγώνα του συστράτευε και συμπολεμούσε Κύριος Παντοκράτωρ. Χωρίς την πίστη αυτή δε θα τολμούσε μια χούφτα ανθρώπων να αντιπαραταχθεί σε μια ισχυρή αυτοκρατορία. Ο υψηλός βραχίων του Κυρίου ήταν εκείνος, ο ο οποίος κατάφερε τα πλήγματα κατά των γόνων της Ἅγαρ. Το θαύμα συντελέστηκε. Η Ελλάδα, ως άλλος Δαβίδ, με τη σφεντόντα κατέβαλε το Γολιάθ. Η Ευρώπη έμεινε έκθαμβη, ενώ οι ήρωες ταπεινοφρονώντας για τον εαυτό τους και ευγνωμονούντες το Σωτήρα Χριστό, ανέγραψαν τα νικητήρια Του. Εκφραση της βαθιάς ευγνωμοσύνης των ηρώων προς το Σωτήρα Χριστό ήταν και το ψήφισμα της Δ΄ Εθνοσυνέλευσης των Ελλήνων στο Άργος την 31η Ιουλίου 1829, ψήφισμα στη βάση του οποίου ο πρώτος βασιλιάς των Ελλήνων, ο Όθωνας, εξέδωσε το Βασιλικό Διάταγμα της 25ης Ιανουαρίου 1834 σχετικά με την ανέγερση του Ναού του Σωτήρα στην Αθήνα. Από αυτό το Διάταγμα δημοσιεύουμε εδώ τα τρία πρώτα άρθρα που έχουν ως εξής.
ΟΘΩΝ
ΕΛΕΩ ΘΕΟΥ
ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
Λαμβάνοντες υπ’ όψιν τα άρθρα 1, 5 και 6 του από 31 Ιουλίου 1829 Η΄ ψηφίσματος της Δ΄ Εθνικής Συνέλευσης των Ελλήνων, αποφασίσαμε και διατάσσουμε.
ΑΡΘΡΟ 1
Θα ανεγερθεί στην πόλη των Αθηνών Ναός τιμώμενος επ’ ονόματι του ΣΩΤΗΡΟΣ προς αιώνια μνήμη της θαυματουργού αντίληψεως της Θείας Πρόνοιας, που έσωσε τον Ελληνικό Λαό από δεινά και κινδύνους, και προς ενίσχυση των μεταγενέστερων στην πίστη, με την οποία οι προπάτορές τους ανέκτησαν την ελευθερία τους στους αιματηρούς πολέμους των ετών 1821 – 1830.
ΑΡΘΡΟ 2
Θέλουμε το μνημείο αυτό να είναι άξιο και του Ελληνικού Λαού και του συμβάντος, προς μνήμη του οποίου ανεγείρεται.
Επομένως, θα γίνει χωρίς αναβολή η εκλογή της θέσης και η σύνταξη του προγράμματος· μετά από αυτά, θα προσκληθούν αμέσως αρχιτέκτονες, ντόπιοι και ξένοι, για να παρουσιάσουν σχέδια κατασκευής του μνημείου.
ΑΡΘΡΟ 3
Ο πρώτος λίθος θα κατατεθεί την 25η Ιανουαρίου 1835 και επομένως οι προπαρασκευές της τελετής πρέπει να επιταχυνθούν.
Η πρόσκληση προς τους αρχιτέκτονες, για να παρουσιάσουν τα σχέδιά τους σχετικά με την κατασκευή, θα γίνει πριν από το τέλος του έτους, η κατασκευή μάλιστα να αρχίσει και να εξακολουθεί ανεμπόδιστα με το που θε τεθεί ο πρώτος λίθος».
Έχει παρέλθει αιώνας και ένα τέταρτο αιώνα από την έκδοση του Βασιλικού αυτού Διατάγματος. Η μικρή μας Πατρίδα, εξερχόμενη ελεύθερη από τα αίματα των ηρώων εκείνων, τριπλασιάστηκε σε έκταση και οκταπλασιάστηκε σε πληθυσμό. Νέες πόλεις ανεγέρθηκαν πάνω σε ερείπια, και η Αθήνα, πολίχνη τότε με 5 χιλιάδες περίπου κατοίκους, έχει στις μέρες μας εξελιχθεί σε μεγαλούπολη, η οποία με τα προάστειά της έχει ένα και περισσότερο εκατομμύριο κατοίκους, όσους δηλαδή δεν είχε ολόκηρη η μικρή Ελλάδα του 1830. Μεγάλα οικοδομήματα έχουν ανεγερθεί. Στις θέσεις που άλλοτε βρίσκονταν καλύβες και κόαζαν βάτραχοι, υψώνονται τώρα μέγαρα και ανάκτορα. Αλλά η ιερή υπόσχεση της Ελλάδας, το τάμα εκείνο των ηρώων του 1821, δεν εκπληρώθηκε ακόμη. Και είναι αυτό αμάρτημα; Η μη εκπλήρωση μιας τέτοιας υπόσχεσης, που δόθηκε τόσο επίσημα ενώπιον Θεού και ανθρώπων, αποτελεί αμάρτημα, του οποίου τη βαρύτητα μπορεί κανείς να εκτιμήσει, εάν ρίξει το βλέμμα του στην Αγία Γραφή (Δευτερονόμιο, κεφ. 23, στίχ. 22 – 24), όπου τονίζεται η αμαρτία εκείνων, οι οποίοι υπόσχονται στο Θεό και δε φροντίζουν έπειτα να εκπληρώσουν τις ιερές τους υποχρεώσεις.
Υπομνήσεις του χρέους
Το χρέος είχε λησμονηθεί. Αλλά υπομνήσεις του χρέους δεν έπαυσαν να γίνονται. Έτσι πριν από μια διετία () ο Σεβ. Μητροπολίτης Κυθήρων κ. Μελέτιος υπέβαλε υπόμνημα στην Ι. Σύνοδο, εξέδωσε ιδιαίτερο τεύχος με τον τίτλο «Μνημείο εθνικής ευγνωμοσύνης στο Σωτήρα Χριστό – Το ιστορικό Η΄ ψήφισμα της Δ΄ Εθνικής Συνέλευσης των Ελλήνων στο Άργος», εισήγηθηκε τα δέοντα στην Ι. Σύνοδο κατά τις συνεδριάσεις της στις 12 και 16 Μαΐου 1961 και απηύθυνε επιστολή προς την Α.Μ. το βασιλιά Παύλο, τον οποίο παρακαλούσε να ενδιαφερθεί για την εκτέλεση του Βασιλικού Διατάγματος του 1834. Αλλά στη φωνή αυτού του ζηλωτή και πατριώτη επισκόπου δε δόθηκε καμιά πραγματική απάντηση. Κατά το προηγούμενο μάλιστα έτος, ανώνυμος ευσεβής Έλληνας, προκειμένου να διαφωτίσει τον ελληνικό λαό, εξέδωσε φυλλάδιο με τον τίτλο «Ο ιερός ναός του Σωτήρα Χριστού στην πρωτεύουσα της Ελλάδας», το οποίο και διένειμε δωρεάν σε εκπροσώπους της πνευματικής ηγεσίας του τόπου, ενώ προέβη και σε συγκινητική χειρονομία καταθέτοντας υπέρ του σκοπού αυτού στο Ταμείο του Συλλόγου της Ορθόδοξης Ιεραποστολικής Δράσεως «Ο Μ. Βασίλειος» το ποσό των 84.000 δραχμών, προϊόν πολυετούς έντιμης εργασίας του. Αυτός που γράφει τις γραμμές αυτές, με την ανάρρηση στο θρόνο του τότε Αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου, τον επισκέφθηκε και του υπέβαλε θερμή παράκληση ο γηραιός Αρχιεπίσκοπος να αναλάβει πρωτοβουλία και να συνδέσει το όνομά του με την κατάθεση του θεμέλιου λίθου.
Δυστυχώς, τίποτα δεν έγινε(). Στο μεταξύ, ζωηρή συνεχίζεται η δραστηριότητα του Ελληνικού Κράτους για την ανέγερση πολυδάπανων κτιρίων προς εξυπηρέτηση τουριστικών σκοπών. Προ ημερών άνοιξε τις πύλες του και το τεράστιο ξενοδοχείο Χίλτον, το οποίο κτίστηκε σε κεντρική θέση της Πρωτεύουσας και υψώνει ιταμώς την κορυφή του προς το γαλανό ουρανό μας. Το ξενοδοχείο αυτό, με μεγάλη αίθουσα χορού, με 480 δωμάτια πολυτελώς επιπλωμένα, με κινηματογράφο, με μπαρ, με γυάλινους θόλους, με τάπητες πολυτελείας και με κολυμβητήρια, προκάλεσε την κατάπληξη των δημοσιογράφων. Το ξενοδοχείο Χίλτον, όπως χαρακτηρίστηκε, επίγειος παράδεισος για τους πλούσιους, δικούς μας και ξένους. Πόσο εκατομμύρια δεν καταβρόχθισαν για το έργο αυτό της ανθρώπινης ματαιότητας!
Αλλά εκτός από αυτό το ξενοδοχείο και άλλα παρόμοια τουριστικά κέντρα, που ως μανιτάρια το ένα κατόπιν του άλλου φυτρώνουν στην πρωτεύουσα, πρόκειται να ανεγερθεί και άλλο. Παραμονές της μεγάλης εθνικής μας εορτής γινόταν στο Κυβερνείο μεγάλη σύσκεψη υπουργών, ανώτερων υπαλλήλων και εκπροσώπων ιδρυμάτων υπό την προεδρεία του πρωθυπουργού με το σκοπό να εξευρεθεί χώρος για την ταχύτερη ανέγερση Πνευματικού Κέντρου στην πρωτεύουσα. Τι σημαίνει όμως Πνευματικό Κέντρο στη σύγχρονη υλιστική εποχή; Ό, τι και αν φανταστεί κανείς, εκτός του πνεύματος. Πνευματικό κέντρο! Αίθουσες τεράστιες, καθίσματα πολυτελείας, τάπητες, πολυέλαιοι και όλα τα μέσα των ανέσεων, και όλα αυτά για τους αργόσχολους και τις αργόσχολες των Αθηνών, οι οποίοι εν μέσω αναπαυτικότατου περιβάλλοντος, που καταευχαριστεί τις αισθήσεις, θα ακούνε, πληρώνοντας αδρά, τις φωνές των σύγχρονων σειρήνων, τη φωνή της περιβόητης Κάλας και των άλλων τραγουδιστών, θα βλέπουν τις… ρυθμικές κινήσεις των μπαλλέτων που θα έρχονται από το εξωτερικό, θα λαμβάνουν μέρος και αυτοί σε δαιμονιώδεις στροβιλισμούς των σημερινών χορών και θα χειροκροτούν τραγουδιστές και αυλήτριες, χορευτές και χορεύτριες, ηθοποιούς και γελωτοποιούς… Πνευματικότατες πράγματι εκδηλώσεις!
Και για να κτιστεί το κατ’ ευφημισμόν Πνευματικό Κέντρο πρέπει μεταξύ άλλων να κατεδαφιστεί και η Ριζάρειος Σχολή. Χώρος ιερός, στον οποίο φοίτησαν χιλιάδες ιεροσπουδαστές και δίδαξαν σοφοί δάσκαλοι του Γένους, από τους οποίους επισημότερος είναι ο επί πολλά έτη διευθυντής της Σχολής ο Πενταπόλεως Νεκτάριος, ο οποίος εσχάτως ανακηρύχθηκε άγιος. Το ιερό θυσιαστήριο του ιστορικού ναού των Ριζαρών, στο οποίο τρέμοντας τελούσε την ιερή μυσταγωγία ο άγιος Νεκτάριος, θα κατεδαφιστεί χάριν… των μπαλλέτων. Σε τόπο καθαγιασμένο θα στηθεί βδέλυγμα ερημώσεως. Και για την ανέγερσή του νέα εκατομμύρια θα διατεθούν από τον Κρατικό προϋπολογισμό.
Για την ανέγερση όμως του Ναού του Σωτήρος Χριστού κανένας λόγος. Αίσθημα βαθύτατης λύπης καταλαμβάνει τις ψυχές των πιστών για την αδιαφορία των κρατούντων. Δυστυχώς, οι πολιτικοί μας άρχοντες δεν πιστεύουν, δεν διαπνέονται από βαθιά θρησκευτικά συναισθήματα. Εάν είχαν ένα κόκκο από την πίστη των ευσεβών εκείνων ανδρών της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, οι οποίοι ανήγειραν αθάνατα θρησκευτικά μνημεία, εάν σκέφτονταν και αισθάνονταν όπως ένας Περικλής και ένας Ιουστινιανός, προ πολλού με κρατική μέριμνα θα είχε ανεγερθεί ο Ναός του Σωτήρος Χριστού. Ο Παρθενώνας κτίστηκε για να διαλαλεί την ευγνωμοσύνη των αρχαίων Ελλήνων προς το θείο για την κατά των Περσών νίκη. Η Αγία Σοφία κτίστηκε για να διαλαλεί το θρίαμβο της Ορθοδοξίας. Και ο Ναός του Σωτήρος Χριστού έπρεπε να είχε κτιστεί για να εκφράζει την αίωνια ευγνωμοσύνη των νεότερων Ελλήνων προς τον εθνεγέρτη Χριστό.
Το καθήκον της Ιεραρχίας
Και το μεν Ελληνικό Κράτος είναι ψυχρό και αδιάφορο για τη Θρησκεία μας. Όσο και αν ελεγχθεί, δεν πρόκειται να συγκινηθεί. Αλλά η Επίσημη Εκκλησία θα μείνει και αυτή ασυγκίνητη; Δε θέλουμε να το παραδεχθούμε. Ας εξεγερθούν επιτέλους οι Ιεράρχες μας. Ας αντισταθούν στην απόπειρα του Κράτους να μετατρέψει τον ιερό χώρο της Ριζαρείου σε κοσμικό κέντρο. Ας αξιώσουν από την Κυβέρνηση να παραχωρήσει κεντρικό χώρο για την ανέγερση του μνημείου. Και αν η Κυβέρνηση αρνηθεί, η Εκκλησία έχει τη δύναμη και μόνη να ανεγείρει τον Ναό, αρκεί να υπάρχει πνοή, ζήλος και θυσία. Ας δηλώσει η Επίσημη Εκκλησία ότι χάριν του σκοπού αυτού οι Ιεράρχες της επί μία πενταετία διαθέτουν εξ ολοκλήρου όλα τα αρχιερατικά τους δικαιώματα από άδειες γάμου και έκδοση λοιπών πιστοποιητικών. Με τη δήλωση αυτή και μόνο, υπογεγραμμένη σε ιστορική συνεδρίαση της Ιεραρχίας από όλους τους αρχιερείς, η Εκκλησία θα μπορέσει να συνάψει αμέσως δάνει 25 εκατομμυρίων δραχμών. Ο λαός μάλιστα, ηλεκρισμένος από τα παραδείγματα των αρχιερέων, είμαστε βέβαιοι ότι θα προσφέρει διπλάσια και τριπλάσια, ενώ ευσεβείς μηχανικοί και αρχιτέκτονες θα σπεύσουν ανιδιοτελώς να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους και αυτό προς καταισχύνη του μασονικού Κράτους, όπως το αποκάλεσε αείμνηστος ιεράρχης, και προς έπαινο αιώνιο της θρησκευόμενης Ελληνικής ψυχής, θα ανεγερθεί ένας ναός περίλαμπρος, ΝΕΑ ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ, πιστό αντίγραφο της Αγίας Σοφίας της Κωνσταντινούπολης. Ο ναός αυτός, έχοντας στην κορυφή του τρούλλου του ακτινοβόλο τίμιο Σταυρό και φωτεινή επιγραφή «ΕΛΛΑΣ ΕΝ ΤΟΥΤΩ ΝΙΚΑ», θα διακηρύττει ότι η νεότερη Ελλάδα δεν είναι Μον Παρνές, δεν είναι Χίλτον, δεν είναι καζίνα και τουριστικά κέντρα, αλλά η Ελλάδα είναι τόπος ιερός, γη ηρώων και μαρτύρων, όντως χώρα Χριστού και Ορθόδοξο βασίλειο, με παγκόσμια προβολή της αθάνατης Πίστης του.
ΕΛΛΑΣ ΧΩΡΑ ΑΓΙΩΝ
Ο προορισμός μας: «Ἅγιοι γίνεσθε, ὅτι ἐγὼ ἅγιός εἰμι»(Α΄ Πέτρ. 1, 16)
Ο προορισμός μας, κατά τη θεία εντολή, είναι να γίνουμε άγιοι. Άγιοι! Αλλά τι σημαίνει η λέξη άγιος; Σημαίνει τον καθαρό, τον αμίαντο, τον αμόλυντο. Για να εννοήσουμε τη βαθιά σημασία, την οποία εγκλείει η λέξη αυτή, ας φέρουμε ένα παράδειγμα. Κάτω από το φλοιό της γης, μέσα στα βραχώδη και σκληρά πολλές φορές στρώματα υπάρχει κρυμμένο το ευγενέστερο των μετάλλων, το χρυσάφι. Αλλά το χρυσάφι το ίδιο δεν είναι αμιγές. Είναι αναμεμιγμένο με δίαφορες άλλα ευτελή υλικά, από τα οποία πρέπει να αποχωριστεί. Γι’ αυτό οι ακάθαρτοι όγκοι του μετάλλου, οι οποίοι εξάγονται από τα σπλάχνα της γης, ρίχνονται μέσα σε ειδικά καμίνια. Εκεί τα χώματα, οι πέτρες, τα ευτελή μέταλλα αποχωρίζονται και ο χρυσός σα ρυάκι που λάμπει ρέει από το σωλήνα της καμίνου. Το χρυσάφι έχει καθαριστεί.
Καταλάβατε το παράδειγμα; Χρυσάφι είναι ο άνθρωπος. Ο πρώτος άνθρωπος, όπως εξήλθε από τα χέρια του Δημιουργού, έλαμπε από θεία καλλονή. Σώμα και ψυχή αποτελούσαν θαυμάσιο σύμπλεγμα. Ψυχή καθαρή. Σώμα υγιές. Τι ωραιότητα! Τι παράδεισος! Κήπος, στον οποίο κανένα αγκάθι δε γεννιόταν. Ο άνθρωπος ζούσε σε αρμονία με τον εαυτό του, προικισμένος με υπάροχες πνευματικές δυνάμεις, εάν έκανε καλή χρήση των δωρεών του Πλάστη, θα μπορούσε να εξελιχθεί, να προοδεύσει σταθερά στο αγαθό, να μοιάσει με την αρετή προς το Θεό, να επιτύχει το «καθ’ ὁμοίωσιν», να γίνει μικρόθεος. Σε ποιο ύψος τον καλούσε ο Δημιουργός! Αλλά ο άνθρωπος έπεσε, όπως περιγράφεται στο σπουδαιότατο 3ο κεφάλαιο της Γένεσης, το οποίο εάν δεν υπήρχε, η ιστορία των ανθρώπινων πράξεων, η οποία αποστάζει αίμα στυγερών εγκλημάτων, θα ήταν ένα αίνιγμα άλυτο προς το θέμα· «Από πού το κακό στον κόσμο;». Ο άνθρωπος αμάρτησε, απαντά η Βίβλος!
Από τότε το καθαρό χρυσάφι μολύνθηκε. Μίγμα κακίας και αρετής έγινε ο άνθρωπος, αλλά η κακία διά μέσου των αιώνων συνεχώς αυξάνοντας επικράτησε μέχρι τέτοιου σημείου, ώστε ο βασιλιάς και προφήτης Δαβίδ, βλέποντας σε ποιο βάθος διαφθοράς εξώκειλε η ανθρωπότητα, αναφωνεί· «Πάντες ἐξέκλιναν, ἅμα ἠχρειώθησαν, οὐκ ἔστι ποιῶν χρηστότητα, οὐκ ἔστιν ἕως ἑνός» (Ψάλμ. 13, 3), ενών ο προφήτης Ωσηέ, βλέποντας την Ιστορία να ρέει μπροστά του σαν ένας βορβορώδης ποταμός από την ακαθαρσία όλων των εντολών, γράφει· «Κατάρα και ψεύδος και φόνος και κλοπή και μοιχεία έχει χυθει πάνω στη γη, και αίματα αναμιγνύονται με αίματα. Γι’ αυτό θα πενθήσει η γη και θα συρρικνωθεί μαζί με όλους τους κατοίκους της»(Ωσηέ 4, 2 – 3).
Ποτάμι ακάθαρτο η ανθρωπότητα. Ποιος θέλει να πιεί από το βόρβορο αυτό; Ο άνθρωπος διψά την αγνότητα, την καθαρότητα. Αλλά που είναι η καθαρότητα;
Όπως το χρυσάφι, το οποίο εξέρχεται από τα σπλάχνα της γης, είναι ακάθαρτο, έτσι και ο άνθρωπος. Ποιος άνθρωπος; Όχι των 60 και 80 ετών μόνο, αλλά και αυτό το βρέφος, το οποίο εξέρχεται από τα σπλάχνα της μητέρας του, είναι ακάθαρτο, αμαρτωλό, καρπός ο οποίος, παρόλη την εξωτερική του ωραιότητα, εγκλείει όλους τους σκώληκες της διαφθοράς. Γι’ αυτό είναι ανάγκη ο άνθρωπος να καθαριστεί, να απαλλαγεί, δηλαδή, από την αμαρτία, η οποία έχει αλλοιώσει τον ψυχικό του κόσμο μέχρι τέτοιου σημείου, ώστε ο άνθρωπος κάτω από τη δουλεία της αμαρτίας να διαπράττει όσα ούτε τα αγριότερα θηρία ποτέ διέπραξαν, για να επαληθεύσει το ρητό των αρχαίων μας προγόνων, ότι απ’ όλα τα θηρία της γης το αγριότερο είναι ο άνθρωπος. Η Γραφή δίνει πλήρη εικόνα του ανθρώπου που είναι αιχμάλωτος στο κράτος της αμαρτίας λέγοντας· «Ἄνθρωπος ἐν τιμῇ ὢν οὐ συνῆκε, παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καὶ ὡμοιώθη αὐτοῖς»(Ψαλμ. 48, 13). Ο άνθρωπος , δηλαδή, ο οποίος δεν συναισθάνθηκε την υπέροχη αξία του, κατέπεσε, έγινε όμοιος με τα κτήνη, τα οποία ποτέ δεν υψώνουν το βλέμμα τους προς τον ουρανό.
Και όμως, εντός του κτήνους αυτού είναι κλεισμένος σιδηροδέσμιος άγγελος, ο οποίος θέλει να φτερουγίσει προς τους ουρανούς. Ιδού το δράμα του ανθρώπου, ο οποίος ποθεί την απολύτρωση, την αποδέσμευση από όλα τα κατώτερα ένστικτα. Το χρυσάφι, το οποίο είναι αναμεμιγμένος με άλλα ευτελή στοιχεία της ύλης, εάν είχε συνείδηση, θα φώναζε· «Απαλλάξτε με! Θέλω να καθαριστώ, να λάμψω, να αποκτήσω την αξία, την οποία έχω στο βασίλειο των μετάλλων…». Και η ψυχή, η οποία είναι δεσμευμένη από την αμαρτία, όταν έλθει σε συναίσθηση της αμαρτωλότητάς της, δε θέλει να συζεί πλέον με την αμαρτία, αλλά αναστενάζει, κλαίει, ζητεί να αποτινάξει μακριά κάθε στοιχείο, το οποίο τη μολύνει και δεν την αφήνει να δει το Θεό. «Ταλαίπωρος ἐγὼ ἄνθρωπος! Τίς με ῥύσεται ἐκ τοῦ σώματος τοῦ θανάτου τούτου;».
Ποιος θα ελευθερώσει το δεσμώτη άνθρωπο; Ποιος θα τον καθαρίσει από κάθε αμαρτία και θα τον αναδείξει μια υπέροχη ηθική προσωπικότητα; Ποιος θα τον αγιάσει; Στο ερώτημα αυτό εκ των περάτων της γης μεγαλειώδης ακούγεται φωνή. Η φωνή εκείνη, η οποία στο τέλος κάθε θείας Λειτουργίας επαναλαμβάνεται από τον ιερουργούντα λειτουργό της Ορθόδοξης Εκκλησίας προκαλώντας ρίγη συγκινήσεως στης ψυχές των πιστών· «Σὺ εἶ ὁ ἁγιασμὸς ἡμῶν….».
Εσύ, Κύριε, είσαι ο αγιασμός μας
Ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός! Αυτός είναι σε απόλυτη έννοια ο Άγιος! Αυτός πάλαιψε και νίκησε κάθε πειρασμό. Εν αντιθέσει προς τον Αδάμ, ο οποίος αμάρτησε, ο Χριστός «ἁμαρτίαν οὐκ ἐποίησεν, οὐδὲ εὑρέθη δόλος ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ» (Α΄ Πέτρ. 2, 22). Έμεινε αγνός, αμόλυντος. Είναι ο μόνος, ο οποίος εν μέσω μυριάδων εχθρών σε όλους τους αιώνες μπορεί να σταθεί και να πει το περίφημο εκείνο· «Τίς ἐξ ὑμῶν ἐλέγχει με περὶ ἁμαρτίας;» (Ιωάν. 8, 46). Ο Χριστός είναι ο ήλιος της δικαιοσύνης, το πρότυπο της αγιότητας. Στα ύψη της αρετής, στα οποία εκείνος ανήλθε, δεν μπορεί να φτάσει κανείς. «Ἐκάλυψεν οὐρανοὺς ἡ ἀρετή σου, Χριστέ, καὶ τῆς αἰνέσεώς σου πλήρης ἡ γῆ», ψάλλει η Εκκλησία. Αλλά προς την κορυφή της αγιότητας του Χριστού πρέπει να βαδίζουν όλοι οι οπαδοί του. Άγιος ο αρχηγός μας. Άγιοι πρέπει να γίνουμε και εμείς. Όπως μας λέει ο φλογερός απόστολός του, ο Πέτρος· «Κατὰ τὸν καλέσαντα ὑμᾶς ἅγιον καὶ αὐτοὶ ἅγιοι ἐν πάσῃ ἀναστροφῇ γενήθητε» (Α΄ Πέτρ. 1, 15).
Εσύ, Κύριε, είσαι ο αγιασμός μας. Σαν άκακο αρνί θυσιάστηκες πάνω στο φρικτό Γολγοθά και το αίμα σου «καθαρίζει ἡμᾶς ἀπὸ πάσης ἁμαρτίας»(Α΄ Ιωάν. 1, 7). Υπήρξες το εξιλαστήριο θύμα της ανθρωπότητας. Ίδρυσες την Εκκλησία σου, η οποία σκοπό έχει να κάνει τους λύκους αρνιά, τα κοράκια περιστέρια, τους αμαρτωλούς αγίους. Η Εκκλησία είναι το εργαστήριο της αγιότητας, το οποίο είναι εφοδιασμένο από ψηλά με όλα τα μέσα, δια των οποίων η ψυχή και του πλέον αμαρτωλού τέκνου της γης καθαρίζεται και γίνεται νύμφη του Τρισαγίου Θεού, ο οποίος αστράπτει από θεία ωραιότητα. Δεν είναι λόγοι κενοί, αλλά πραγματικότητα εκείνο το οποίο ψάλλει η Εκκλησία μας· «Ἁγίῳ Πνεύματι πᾶσα ψυχὴ ζωοῦται καὶ καθάρσει ὑψοῦται, λαμπρύνεται τῇ Τριαδικῇ Μονάδι ἱεροκρυφίως».
Ο άγιος! Είναι ό, τι εκλεκτό έχει να επιδείξει η ανθρωπότητα. Ο άγιος! Είναι ο ισχυρός, ο οποίος με τη βοήθεια του Ισχυρού νικά το μεγαλύτερο εχθρό, τον εαυτό του, τα πάθη του. Είναι ο σοφός, ο οποίος γνώρισε ότι μία είναι η αληθινή σοφία· το να φοβάται κανείς το Θεό. Είναι ο ιδανικός άνθρωπος, ο οποίος με τη βοήθεια του Εσταυρωμένου απαλλάχτηκε από το σιδερένιο κλοιό των παθών, αναπνέει ελεύθερος και βαδίζει την ευθεία οδό της αρετής. Δε γνωρίζει ελιγμούς, τα «ζικ – ζακ» της πονηρίας. «Ἔκκλινον ἀπὸ κακοῦ καὶ ποίησον ἀγαθόν», είναι το πρόγραμμα της ζωής του. Μισεί, πολεμεί το κακό και επιδιώκει να πράττει το καλό παντού και πάντοτε.
Οι αρχαίοι πρόγονοί μας έλεγαν· «Ὡς ὡραῖον ἄνθρωπος ὅταν ἄνθρωπος ᾖ». Αληθινά! Πόσο ωραίο είναι να είναι κανείς άνθρωπος, να εκτελεί τον προορισμό για τον οποίο προορίστηκε από το Θεό, να μοιάσει δηλαδή σ’ Αυτόν δια της αρετής, την οποία ο Ιησούς Χριστός παρουσίασε συγκεκριμένη, απτή, δυνατή να ψηλαφηθεί στο πρόσωπό του από όλους!
Τέτοιοι άνθρωποι, αγίοι, είναι θεία ευλογία πάνω στη γη. Είναι το «ἅλας» και το «φῶς» του κόσμου. Είναι οι μεγαλύτεροι ευεργέτες της ανθρωπότητας. Όχι μόνο όσο ζουν με το λόγο και το παράδειγμά τους συντελούν στην εξημέρωση του κόσμου και ευεργετούν ποικιλοτρόπως τους συνανθρώπους τους, αλλά και μετά το θάνατο η επίδρασή τους στις νέες γενιές είναι μεγάλη. Διδάσκουν από τους τάφους τους. Οι βιογραφίες τους είναι εντρύφημα των πιστών. Τα ιερά λείψανά τους πολυτιμότατοι θησαυροί. Ποιος θα μπορέσει να απαριθμήσει τις ευεργεσίες και τα θαύματα των αγίων;
Χθες() ακόμη από την Κεφαλονιά, όπου φυλάσσεται το ιερό λείψανο του αγίου Γερασίμου, μεταδόθηκε η εξής είδηση: Νεός δαιμονόπληκτος από τη Λευκάδα, τον οποίο δεν μπορούσαν να θεραπεύσουν οι καλύτεροι γιατροί των Αθηνών, θεραπεύτηκε. Πώς; Μεταφέρθηκε στη Μονή του Αγίου. Μόλις ο ιερέας άγγιξε επάνω στον ασθενή το Σταυρό, τον οποίο είχε ο άγιος Γεράσιμος όσο ζούσε, το πονηρό πνεύμα, το οποίο φώλιαζε σ’ αυτόν, άρχισε να φωνάζει. Έβγαλε γοερές κραυγές· «Γεράσιμε, μ΄ έκαψες. Πού θα με ρίξει, τι θα με κάνει ο Κύριός σου; Πού θα με βάλλει;».Αυτά και άλλα ακόμη κραύγαζε, όταν απότομα περίηλθε σε κατάσταση αναισθησίας, αφού είχε πέσει για βαθύ ύπνο. Όταν μετά την παρέλευση μιας ώρας ξύπνησε, σηκώθηκε και κατευθύνθηκε στην εικόνα του αγίου Γερασίμου. Γονάτισε και προσευχήθηκε. Ήταν εντελώς καλά. Είχε πλέον απαλλαγεί από τα πονηρά πνεύματα, τα οποία τον βασάνιζαν επί 6μηνο, χάρη στη θεία επέμβαση του αγίου Γερασίμου.
Ο έπαινος της Ελλάδας
- «Ὑμῖν ἐχαρίσθη τὸ ὑπὲρ Χριστοῦ οὐ μόνον τὸ εἰς αὐτὸν πιστεύειν, ἀλλὰ καὶ τὸ ὑπὲρ αὐτοῦ πάσχειν» (Φιλιπ. 1, 29)
Ασφαλώς η αγιότητα δεν είναι μονοπώλιο ενός έθνους. Η αγιότητα είναι ουράνιο φυτό, το οποίο μπορεί να εγκλιματισθεί και να ευδοκιμήσει σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη. Όπου εξαπλώθηκε ο Χριστιανισμός, έχει να μας παρουσιάσει αγίους, τους οποίους έπλασε από όλες τις φυλές και τα έθνη και απ’ όλα τα στρώματα της κοινωνίας. Καννίβαλοι, οι οποίο έσφαζαν ανθρώπους και έσπαζαν κρανία για να φάνε το μυελό, όταν άκουσαν το κήρυγμα του Ευαγγελίου και κατηχήθηκαν από ιεραποστόλους, μεταβλήθηκαν ριζικά, και οι βράχοι, οι οποίοι είχαν βαφεί κόκκινοι με το αίμα των θυμάτων, λαξεύτηκαν και έγιναν κολυμβήθρες, μέσα στις οποίες βαπτίστηκαν οι άγριοι.
Οι άγιοι δε θα εκλείψουν ποτέ. Υπήρξαν και υπάρχουν παντού. Ο αριθμός αυτών είναι γνωστός στον Κύριο, ο οποίος ως καλός ποιμένας γνωρίζει τα πρόβατά του, τους πιστούς εκείνους, οι οποίοι με έργα και με λόγια, οπουδήποτε κι αν βρίσκονται, αγωνίζονται για να εξαπλωθεί η βασιλεία του επί της γης. Αλλά εάν υπάρχει μία χώρα, στην οποία περισσότερο από κάθε άλλη ο Χριστιανισμός έριξε βαθιές ρίζες, άνθησε και καρποφόρησε καρπό πολύ, πλήθος αγίων, η χώρα αυτή είναι η Ελλάδα. «Πόσο λαμπρή είναι η Ελλάδα από το πλήθος των αγίων της!», αναφωνεί ο ιερός Χρυσόστομος.
Την Ελλάδα επισκέφτηκε πρώτος ο κορυφαίος των αποστόλων, ο Παύλος, και ίδρυσε τις πρώτες Εκκλησίες της Ευρώπης, την Εκκλησία των Φιλίππων (αρχαίας πόλης κοντά στη σημερινή Καβάλα), της Θεσσαλονίκης, της Βέροιας και των Αθηνών, της Κορίνθου και της Κρήτης. Την Ελλάδα επισκέφτηκε επίσης ο απόστολος Ανδρέας που μαρτύρησε στην Πάτρα. Στη νήσο Πάτμο έγραψε την Αποκάλυψή του ο ευαγγελιστής Ιωάννης.
Ο σπόρος, τον οποίο έσπειραν οι Απόστολοι και οι συνεργάτες τους στους προγόνους μας, δε χάθηκε. Βρήκε γη αγαθή στις ψυχές των προγόνων μας και καρποφόρησε. Από τη βαθιά νύχτα της ειδωλολατρίας η Ελλάδα βάδισε προς το φως το ανέσπερο. Οι ναοί των ολυμπίων θεών ερημώθηκαν. Τα είδωλα συντρίφτηκαν και μεταξύ Παξού και Αντιπάξου ακούστηκαν οι αναστεναγμοί των πονηρών πνευμάτων, διότι η ειδωλολατρία στην Ελλάδα πέθανε! Η Ελλάδα ζούσε και ανέπνεει το Χριστό. Ανέδειξε διδασκάλους και κήρυκες και απολογητές. Μετέδωσε τη φλόγα της πίστεως στους γειτονικούς λαούς και έφθασε να ευαγγελίζεται το Χριστό μέχρι τα Ουράλια όρη και τις πηγές του Γάγγη ποταμού. Έκτισε ναούς μεγαλοπρεπείς και δημιούργησε περίφημα πνευματικά κέντρα στο Σινά, τον Άθω, την Κύπρο, τον Πόντο και παντού στην Ελληνική χερσόνησο. Σε καιρό μάλιστα διωγμών το περισσότερο αίμα, το οποίο χύθηκε για τη στερέωση της Ορθόδοξης πίστεως, ήταν ελληνικό. Τα μαρτυρολόγια αναφέρουν πλήθος μαρτύρων, των οποίων η επίγεια πατρίδα ήταν η Ελλάδα.
Η Ελλάδα εκλεκτός κήπος του Χριστού. Χώρα αγίων και μαρτύρων. Ρίξτε ένα βλέμμα στον αγιογραφικό χάρτη, τον οποίο δημοσιεύουμε στο τέλος του παρόντος βιβλίου. Βεβαίως δεν είναι τέλειος χάρτης αυτός. Δε σημειώνει όλα τα ονόματα των αγίων, οι οποίοι κατά διαφόρους καιρούς εμφανίσθηκαν στα διάφορα σημεία της Ελληνικής γης και έκαναν να λάμψει ο ουρανός της Ελλάδας από μύρια αστέρια της αρετής και της πίστεως. Πάντως όμως ο χάρτης αυτός δίνει μια ζωηρή εικόνα της αίγλης, την οποία προσδίδει στο πρόσωπο της Ελλάδας το πλήθος των αγίων, των μαρτύρων, των ηρώων του Χριστιανισμού.
Για να κρατήσει την Ορθόδοξη πίστη της η Ελλάδα έχυσε ποταμούς αιμάτων. Εκτός από τους παλαιούς μάρτυρες των πρώτων αιώνων, έχουμε και τους νεομάρτυρες, εκείνους, δηλαδή, οι οποίοι μαρτύρησαν κατά το διάστημα της Τουρκοκρατίας. Στο βιβλίο «Νεομάρτυρες», το οποίο εξέδωσε ο μακαρίτης αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, αναφέρονται τα ονόματα των νεομαρτύρων, των οποίων κάποια αναφέρουμε εδώ· Αγγελής από το Άργος, Αθανάσιος από Σπάρτη, Ακάκιος από Μακεδονία, Αναστάσιος από την Άγκυρα, Αναστάσιος από Ναύπλιο, Γεώργιος από Μυτιλήνη, Γεώργιος από Κύπρο, Γεώργιος από Ιωάννινα, Δημήτριος από Σαμαρίνα, Ζαχαρίας από την Ήπειρο, Θεόφιλος από Ζάκυνθο, Ιωάννης από Θάσο, Ιωάννης από Τραπεζούντα, Κοσμάς ο Αιτωλός, Κωνσταντίνος από τη Ρόδο, Μάρκος από Κρήτη, Νικόλαος από Μέτσοβο, Νικόλαος από Καρπενήσι, Ρωμανός ο Σπαρτιάτης (από τη Δημηνίτζα), Θεόδωρος από Μυτιλήνη.
Αλλά πέρα από τους γνωστούς νεομάρτυρες, πόσοι είναι οι ανώνυμοι, οι άγνωστοι εκείνοι ήρωες του Χριστιανισμού, οι οποίοι σε σπήλαια και σε οπές της γης, κατά τις ζοφερές περιπέτειες του έθνους μας, αγίασαν και παρέδωσαν την ψυχή τους αγνή στον Κύριο!
Στους Δυτικούς, οι οποίοι κατηγορούν την Ελλάδα για την έλλειψη μόρφωσης κατά τους χρόνους της Τουρκοκρατίας, ένας από τους ηρωικότερους ιεράρχες της, ο Κύριλλος Λούκαρις, απαντά τα εξής· «Ας σκεφθούν οι κατήγοροί μας ότι, αν δεν έχουμε σοφία εξωτερική, έχουμε, με τη χάρη του Χριστού, σοφία εσωτερική και πνευματική, η οποία στολίζει την Ορθόδοξη πίστη και σ’ αυτό πάντοτε είμαστε ανώτεροι από τους Φράγκους στους κόπους, στις σκληραγωγίες και στο να σηκώνουμε το Σταυρό μας και να χύνουμε το αίμα μας για την πίστη και την αγάπη προς τον Κύριο μας Ιησού Χριστό. Αν είχε βασιλεύσει ο Τούρκος στη Φραγκιά δέκα χρόνια, Χριστιανούς εκεί δε θα βρισκες. Και στην Ελλάδα τώρα τριακόσια χρόνια βρίσκονται και κακοπαθούν οι άνθρωποι και βασανίζονται για να στέκουν στην πίστη τους και λάμπει η πίστη του Χριστού και το μυστήριο της ευσέβειας, και σεις μου λέτε ότι δεν έχουμε σοφία; Τη σοφία σου δε θέλω μπροστά στο Σταυρό του Χριστού. Κάλλιο να είχε κανείς και τα δύο. Δεν το αρνούμαι. Αλλά από τα δύο το Σταυρό του Χριστού προτιμώ».
Όλη η Ελλάδα ευωδίαζε τότε από το άρωμα της αγιότητας. Οι βίοι των αγίων ήταν το αλφαβητάρι, το οποίο κρατούσαν στα χέρια τους οι Χριστιανοί Έλληνες και με τις διηγήσεις των πνευματικών κατορθωμάτων άναβε στις καρδιές τους ο έρωτας προς το Θεό.
Το χρέος της σημερινής Ελλάδας
«Τοσοῦτον ἔχοντες περικείμενον ἡμῖν νέφος
μαρτύρων, ὄγκον ἀποθέμενοι πάντα καὶ τὴν
εὐπερίστατον ἁμαρτίαν, δι’ ὑπομονῆς τρέχωμεν
τὸν προκείμενον ἡμῖν ἀγῶνα, ἀφορῶντες εἰς τὸν
τὴν πίστεως ἀρχηγὸν καὶ τελειωτὴν Ἰησοῦν»
(Εβρ. 12, 1 – 2)
Χώρα αγίων ήταν η Ελλάδα! Αλλά δυστυχώς, όπως περιγράφει στα Απομνημονεύματά του ο αγνός αγωνιστής του 1821 στρατηγός Μακρυγιάννης, μετά την απελευθπέρωση της Ελλάδας από τον τουρκικό ζυγό διάφορα πνεύματα απιστίας από τη Δύση άρχισαν να πνέουν και να επηρεάζουν την ψυχή της Ελλάδας. Ο Εωσφόρος με τα όργανά του εργάστηκε πολύ. Παντού εξάπλωσε τις προπαγάνδες του. Δίδαξε την απιστία και την ανηθικότητα. Και οι καρποί, φρικτές βλασφημίες των θείων, μέθες, πορνείες, μοιχείες, ψευδορκίες, αδικίες και εκμεταλλεύσεις, φόνοι, ληστείες, εγκλήματα απαίσια, τρομερά, πρωτάκουστα, τα οποία δεν αναφέρει η τρισχιλιετής ιστορία μας, έκαναν την εμφάνισή τους. Οι υιοί του σκότους οργίασαν. Αλίμονο! Η χώρα των αγίων και μαρτύρων, υπό την επίδραση των ακάθαρτων πνευμάτων, φαινόταν ότι μεταβλήθηκε σε χώρα αγρίων ανθρώπων, λύκων αιμοβόρων και αιμοδιψών. Και τα έθνη, τα οποία θαύμαζαν την Ελλάδα, απορούσαν και διερωτιόντουσαν· Αυτή είναι η Ελλάδα;
Αλλά, δόξα τω Θεώ! Παρόλο το τεράστιο κύμα της κόλασης, το οποίο κατέκλυσε την προσφιλή μας Πατρίδα, η πίστη στο Χριστό σεν αποσβέστηκε ολοτελώς. Υπάρχει ο σπινθήρας του πνεύματος κρυμμένος κάτω από τη στάχτη της καταστροφής. Υπάρχει η ζύμη, η οποία μπορεί να ζυμώσει και να αναπλάσει όλο το φύραμα. Σε όλη τη μαρτυρική μας Πατρίδα, από την Κρήτη μέχρι τον Έβρο και τις Πρέσπες, Κέρκυρα και Δωδεκάνησα, υπάρχουν ψυχές, οι οποίες πιστεύουν στο Χριστό και ποθούν να δουν την Ελλάδα μας και πάλι χώρα χριστιανική.
Όλες αυτές οι ψυχές, οι οποίες ηλεκτρίζονται από το όραμα αυτό, πρέπει να συσπειρωθούν γύρω από το λάβαρο του Χριστού και να αγωνιστούν το δυσκολότερο αλλά και σπουδαιότερο αγώνα της Φυλής· να κερδίσουν την ψυχή της Ελλάδας υπέρ του Χριστού. Οι ψυχές αυτές ας είναι λίγες. 12 ήταν οι Απόστολοι και ανέπλασαν την οικουμένη. Το ίδιο θαύμα θα επαναληφθεί και σήμερα. Εάν εκείνοι, οι οποίοι πιστεύουν στο Χριστό, εργαστούν με τη θεία πνοή των χριστιανών των πρώτων αιώνων, η πνευματική νίκη θα είναι βέβαιη. Η Ελλάδα θα ζευχθεί στο χρηστό ζυγό του Χριστού, το να εργάζεται κανείς και να υπηρετεί το Χριστό είναι η ιδεώδης, η πραγματική ελευθερία, την οποία νοσταλγεί η ανθρώπινη ψυχή.
Αγαπητοί! «Στῶμεν καλῶς, στῶμεν μετὰ φόβου! Ὡς φοβερὸς ὁ τόπος οὗτος!». Η γη, την οποία πατούμε, είναι γη αγία. Ποτίστηκε με τα δάκρυα και τα αίματα των αγίων, παλαιών και νέων, οι οποίοι φθάνουν μέχρι τη γενιά μας. Ποια επαρχία, ποιο νησί, ποιο χωριό και ποια πόλη της Ελλάδας δεν έχει να παρουσιάσει τον μάρτυρα, τον άγιό της; Κάθε βράχος της γης αυτής έχει να μας διηγηθεί και ένα μαρτύριο. Αντιλαλούν ακόμη τα βουνά και οι χαράδρες από τη φωνή τους, η οποία μύριες επαναλήφθηκε· «Εγώ Χριστιανός γεννήθηκα! Χριστιανός και θα πεθάνω. Τύραννοι, δε σας φοβάμαι. Ο Χριστός ζει, νικά και βασιλεύει στους αιώνες».
Κύριε Ιησού Χριστέ! Εσύ, ο οποίος αισθάνθηκες ιδιαίτερη χαρά όταν, κατά τις παραμονές του θείου σου πάθους, είδες τους Έλληνες να έρχονται προς εσένα και είπες τον περίφημο εκείνο λόγο· «Ἐλήλυθεν ἡ ὥρα ἵνα δοξασθῇ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου» (Ιωάν. 12, 23), μη μας απορρίψεις από του προσώπου σου. «Ἡμάρτομεν καὶ ἠνομήσαμεν» πολύ. Δώσ’ μας μετάνοια ειλικρινή και βαθιά. Αξίωσέ μας να βαδίσουμε στα ίχνη τα δικά σου. Άναψε στις καρδιές όλων μας τον πόθο να σε υπηρετούμε, όπως σε υπηρέτησαν μυριάδες Ελλήνων, οι οποίοι τα πάντα θυσίασαν για να εξαπλωθεί η βασιλεία σου στη γη. Ω Κύριε! «Ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά σου· ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου» εν μέσω της νεότερης γενιάς των Ελλήνων, για να γίνει και πάλι η γωνιά αυτή του κόσμου χώρα αγίων.
Ο ΔΑΒΙΔ ΤΩΝ ΕΘΝΩΝ
«Σὺ ἔρχῃ πρός με ἐν ῥομφαίᾳ καὶ ἐν δόρατι
καὶ ἐν ἀσπίδι, κἀγὼ πορεύομαι πρός σε ἐν
ὀνόματι Κυρίου Σαβαώθ»
(Α΄ Βασ. 17, 45)
Το 1021 π.Χ. στην κοιλάδα της Παλαιστίνης, που βρίσκεται μεταξύ των βουνών Σοκχώθ και Αζηκά, συνέβη γεγονός, το οποίο απαθανατίστηκε στις σελίδες της Π. Διαθήκης, του αρχαιότερου βιβλίου της παγκόσμιας ιστορίας.
Ας μεταφερθούμε, αγαπητοί αναγνώστες, ας μεταφερθούμε νοερώς στην κοιλάδα. Τι βλέπουμε; Πυκνά νέφη ακρίδων. Ποιες ακρίδες; Είναι οι αλλόφυλοι, είναι οι Φιλισταίοι, άνδρες πολεμιστές. Αυτοί έκαναν τη βαρβαρική επιδρομή. Διά πυρός και σιδήρου θέλουν να υποτάξουν, να καταστρέψουν τη χώρα του Ισραήλ. Οι Ιουδαίοι, με βασιλιά το Σαούλ, κινούνται προς προάσπιση του πατρίου εδάφους, προς απόκρουση της άδικης επίθεσης. Αλλά ενώ επίκειται η σύρραξη των δύο αντίπαλων παρατάξεων, Φιλισταίων και Ιουδαίων, από την παράταξη των πρώτων ξεχωρίζει ένας άνδρας ψηλός πάνω από κάθε άνδρα, πελώριος, όγκος από σάρκες, κόκκαλα και νεύρα, οπλισμένος ως αστακός. Δείτε τον οπλισμό του: Στο κεφάλι λάμπει η περικεφαλαία, στο στήθος σιδηρένιος ο θώρακας, στον ώμο η ασπίδα, στο μηρό η ρομφαία, στα πόδια οι χάλκινες περικνημίδες, στο δεξί χέρι το δόρυ. Από την κορυφή μέχρι τα νύχια ήταν πάνοπλος. Γολιάθ λεγόταν ο σιδηρόφρακτος γίγαντας. Αυτός, μέσω ενός Φιλισταίου κήρυκα, επί 40 μέρες προσκαλούσε κάθε Ιουδαίο να αναμετρηθεί μαζί του και από τη μονομαχία αυτή θα εξαρτιόταν η όλη έκβαση του πολέμου. Το πνεύμα του Γολιάθ· «Νικώ; Όλη η φυλή των Ιουδαίων δούλοι μας. Νικιέμαι; … Αλλά ποιος θα με νικήσει; Αδύνατη η ήττα μου! … Κατά την κρίση των Φιλισταίων κανένας Ιουδαίος δε θα τολμούσε να αναμετρηθεί με τον Γολιάθ. Η σύνεση, η ψυχρή λογική, απέκλειε τέτοιο αγώνα. Κατά τη λογική, για να είναι η νίκη βέβαιη, ο αντίπαλος ενός Γολιάθ θα έπρεπε να διαθέτεις μύες ισχυρότερους, όπλα τεχνικότερα και αποτελεσματικότερα. Ο κήρυκας κάθε πρωί καλούσε σε μάχη, αλλά μάταια. Κανένας δεν τολμούσε. Και ο Γολιάθ, κινητό απόρθητο φρούριο, υπερηφανευόταν, ονείδιζε το λαό του Ισραήλ, μυκτήριζε τον αληθινό Θεό. Ήταν το καύχημα, το είδωλο των Φιλισταίων, ο υπεράνθρωπος.
Ποιος θα αντιπολεμήσει το Γολιάθ;
Αλλά εν μέσω της νεκρικής σιγής ακούγεται φωνή να δέχεται την πρόσκληση. Εμφανίστηκε εκείνος, ο οποίος θα πολεμούσε το γίγαντα. Φίλοι και εχθροί στρέφονται με περιέργεια και αναζητούν τον αντίπαλο του Γολιάθ. Ποιος ήταν αυτός; Κάποιος νεαρός, πολύ νέος, μικρός τσομπάνος, ο όγδοος γιος του Ιεσσαί, Δαβίδ στο όνομα. Δεν είναι οπλισμένος όπως ο Γολιάθ ούτε άλλωστε θα μπορούσε να φορέσει και να βαστάσει τα βαρύτατα όπλα. Μια ποιμενική ράβδος, μια σφενδόνα, λίγες πέτρες από το χείμαρρο, ιδού ολόκληρος ο οπλισμός του. Ολόκληρος ο οπλισμός; Λάθος κάνουμε. Διότι, πλην του οπλισμού αυτού, ο γιος του Ιεσσαί είχε και άλλου είδους οπλισμό, τον οποίο δεν είχε ο αντίπαλός του. Μέσα στην καρδιά του μικρού βοσκού κρυβόταν το μυστικό όπλο. Το μυστικό του όπλο, το ικανό να νικήσει μυρίαδες Γολιάθ, ήταν η πίστη, η ακλόνητη πίστη του στον Κύριο, τον Κύριο των Δυνάμεων, τον Κύριο Σαβαώθ, ο οποίος όχι μία φορά έσωσε το λαό του Ισραήλ από τους εχθρούς, ταπείνωσε τους υπερήφανους και ύψωσε τους πιστούς του δούλους. Δούλος του πιστός ήταν και ο Δαβίδ. Ήταν ψυχή από εκείνες, τις οποίες αναδεικνύει η ύπαιθρος, η παραμονή μακριά από τη διαφθορά των πόλεων και η δια μέσου του βιβλίου της φύσεως ακατάπαυστη μελέτη του μεγαλείου της Θεότητας.
Βαθιά ήταν η πίστη του Δαβίδ. Και με την πίστη αυτή εξέρχεται σε συνάντηση του Γολιάθ.
Δαβίδ και Γολιάθ παρατάσσονται. Δύο κόσμοι αντίθετοι. Ο ένας πάνοπλος. Ο άλλος σχεδόν άοπλος. Άνιση πάλη. Οι φίλοι κλαίνε αποκλείοντας κάθε πιθανότητα νίκης. Οι εχθροί ειρωνεύονται, γελούν, καγχάζουν, 100% έχοντες βέβαιη τη νίκη. Το λιοντάρι θα καταβρόχθιζε το κατσίκι, ο Γολιάθ το Δαβίδ. Ο Γολιάθ, πριν σύρει το ξίφος του, ρίχνει βλέμμα έσχατης περιφρονήσεως προς το Δαβίδ και ακούγεται να λέει· «Άθλιε, τολμάς να αναμετρηθείς μαζί μου; Σε λίγο θα ρίξω τις σάρκες σου τροφή στα όρνια και τα θηρία της γης». Και ο μικρός βοσκός απαντά στον κολοσσό εκείνο· «Εσύ έρχεσαι εναντίον μου με σπαθί και δόρυ και ασπίδα κι εγώ σου επιτίθεμαι με το όνομα του Κυρίου Θεού Σαβαώθ» (Α΄ Βασ. 17, 45). Μετά από λίγο, τα συναισθήματα που πλημμυρίζουν τα στήθη εχθρών και φίλων, οι οποίοι παρακολουθούσαν τη δραματική εκείνη πάλη, μετατρέπονται. Οι εχθροί καταντροπιάζονται. Οι φίλοι χαίρονται και αγάλλονται. Ο αέρας δονείται από τις ιαχές του θριάμβου. Ο Δαβίδ νίκησε το Γολιάθ. Νίκησε ο Δαβίδ; Ναι, νίκησε ο Δαβίδ!
Από τότε πέρασαν πολλά χρόνια. Μετά από 28 ολόκληρους αιώνες, η θαυμαστή ιστορία της κοιλάδας των βουνών Σοκχώθ και Αζηκά επαναλαμβάνεται. Επαναλαμβάνεται σε ευρύτερα πλαίσια. Όχι πλέον μια κοιλάδα, αλλά πολλές κοιλάδες, στενά πολλά, βουνά και κάμποι. Και όχι μόνο της γης οι εκτάσεις αλλά και της θάλασσας τα «υγρά μονοπάτια» είδαν σε μυριάδες εκδόσεις την εικόνα του Δαβίδ που νικά το Γολιάθ, τους Γολιάθ. Είδαν την Ελλάδα. Είδαν ένα μικρό λαό να νικά μια απέραντη αυτοκρατορία. Είδαν γεωργούς και ποιμένες με αξίνες και δρεπανια, με ραβδιά και σφενδόνες και πέτρες, με όπλα λίγο διαφορετικά από τα όπλα του Δαβίδ να νικούν στρατιές και να αρπάζουν από τα χέρια των εχθρών τα όπλα τους, όπως ο Δαβίδ άρπαξε από το Γολιάθ το ξίφος του, με το οποίο και τον φόνευσε. Είδαν ναύτες με μικρές λέμβους να διασχίζουν θάλασσες και να βυθίζουν «πλωτά βουνά», τεράστια πολεμικά πλοία, υπερήφανες ναυαρχίδες με εκατοντάδες πυροβόλα και χιλιάδες ναύτες. Είδαν μαθητές, συνομήλικους του Δαβίδ, να εγκαταλείπουν τα θρανία, να σπάνε τα μολύβια τους και να γίνονται γενναίοι πολεμιστές. Είδαν γυναίκες να εγκαταλείπουν τις νυμφικές κλίνες τους, να μεταβάλλονται σε Αμαζόνες και να τρέπουν σε φυγή στίφη βαρβάρων. Είδαν γέροντες, των οποίων τα μαλλιά άσπρισαν, να αποκτούν μαχητική ορμή, να αψηφούν το θάνατο και ψάλλοντας το «Χριστός Ανέστη» να βάζουν φωτιά σε πυριτιδαποθήκες και να θάβονται μαζί με τους εχθρούς κάτω από τα ερείπια. Είδαν…
Η μικρή Ελλάδα νικούσε το Γολιάθ, την Οθωμανική αυτοκρατορία. Πώς νικούσε; Είχε και η Ελλάδα κρυμμένο στα στήθη των τέκνων της το μυστικό της όπλο, το όπλο του Δαβίδ. Είχε την πίστη στον αληθινό Θεό, στον Τριαδικό Θεό· την πίστη, η οποία μεταβάλλει σε ήρωες και τα νήπια και «ἀφθαρσίας ἐνδύει εὐπρέπειαν».
Η Ελλάδα, κατά την περίοδο εκείνη του επταετή αγώνα υπέρ της ελευθερίας, αναδείχθηκε κυριολεκτικά ο Δαβίδ των εθνών. Παγκόσμια ήταν η απήχηση των αγώνων της. Κάθε νίκη της συγκινούσε την ανθρωπότητα. Δημοσιογράφοι, ρήτορες, ποιητές, ζωγράφοι άφηναν τα μικρά και ταπεινά θέματά τους και ασχολούνταν με ένα θέμα, το θέμα το οποίο έδινε η αγωνιζόμενη Ελλάδα. Αυτήν υμνούσαν μικροί και μεγάλοι. Και λόρδοι άφηναν τις ανέσεις και έρχονταν εδώ, για να αγωνιστούν μαζί με το λαό μας, να βρουν ένδοξο θάνατο και να ταφούν σε κάποια γωνιά της έρημης γης.
Η Ελλάδα Δαβίδ των εθνών. Και δεν μείναμε καθηλωμένοι για πάντα στο 1821. Μετά από μια εκατονταετία και κάποιες δεκάδες ετών, η ιστορία επαναλήφθηκε και πάλι στις μέρες μας. Νωπά ακόμη είναι τα γεγονότα. Δύο αυτοκρατορίες σιδηρόφρακτες, δύο κολοσσοί απειλώντας όλο τον κόσμο και σκιάζοντας τον ουρανό με τις φτερωτές ακρίδες, με τα σμήνη των αεροπλάνων, ως άλλοι Φιλισταίοι επέδραμαν κατά της μικρής μας χώρας. «Ελλάδα» – έλεγαν οι εκπρόσωποι της πλέον ωμής και οργανωμένης βίας – «Ελλάδα, θα σπάσουμε τα πλευρά σου. Το ξιφος μας νικά και το ξίφος δημιουργεί δικό του δίκαιο, το δίκαιο του ισχυρότερου, το οποίο εξαλείφει τα μικρά έθνη και χαράσσει τα όρια απέραντων αυτοκρατοριών». Αυτά έλεγαν οι νεότεροι Γολιάθ. Αλλά και οι Γολιάθ αυτοί συντρίφθηκαν, και η Ελλάδα, παρά την τεράστια φθορά της, που ήταν συνέπεια σφαλμάτων της πολλών και μεγάλων, στέκεται όρθια και αναπνέει ελεύθερη και έχει στο ενεργητικό της το γεγονός ότι αυτή υπήρξε η πρώτη η οποία με τη σφενδόνα της, με τον ελάχιστο οπλισμό της, έριξε κατά της βίας βλήματα, τέτοια βλήματα, τα οποία ζάλισαν τα κεφάλια των δύο αδελφών Γολιάθ, των δύο δικτατόρων και τους έκαναν να τρικλίζουν. Από τότε δεν ανέλαβαν τις δυνάμεις τους.
Η Ελλάδα ο Δαβίδ των εθνών! Και αυτή τη θέση, την οποία έδωσαν σ’ αυτην συνεχείς αγώνες της Φυλής υπέρ της ελευθερίας, πρέπει να κρατήσουν οι νεότερες γενιές. Η Ελλάδα, υστερώντας πάντα σε υλικό οπλισμό, μη διαθέτοντας μεγάλους στρατούς και στόλους, ας φροντίζει να έχει το μυστικό όπλο, τη φλογερή, την ενεργό, την ηρωική πίστη στον Κύριο των Δυνάμεων και μέσω αυτης θα συντρίβει την έπαρση πολλών κολοσσών, πολλών ψευτοθεών και πολλών άθεων συστημάτων.
Μια εικόνα, όως εκείνες τις οποίες ζωγράφιζε ο αείμνηστος αγωνιστής του 1821 Μακρυγιάννης, μια εικόνα, διπλή εικόνα, εικονίζοντας στο πάνω μέρος το γιο του Ιεσσαί νικώντας το Γολιάθ, στο κάτω μέρος εικονίζοντας τους γιους της Ελλάδας δια μέσου των αιώνων να νικούν τους διαφόρου προελεύσεως και χρωμάτων Γολιάθ, μια τέτοια εικόνα, που συνάπτει σε ένα την Πίστη και την Πατρίδα, θα άξιζε να ζωγραφιστεί από εκλεκτό ζωγράφο και να αναρτηθεί σε όλους τους στρατώνες, σε όλα τα σχολεία, σε όλα τα σπίτια των Ελλήνων.
Ο ΕΛΕΥΘΕΡΩΤΗΣ
«Τῇ ἐλευθερίᾳ οὖν, ᾗ Χριστὸς ἡμᾶς ἠλευθέρωσεν,
στήκετε, καὶ μὴ πάλιν ζυγῷ δουλείας ἐνέχεσθε»
(Γαλ. 5, 1)
Ας μιλήσουμε παραβολικά.
Κάποτε υπήρχε ένα δένδρο. Φύτρωσε στην έρημο της Αραβίας, ρίζωσε, μεγάλωσε, γιγαντώθηκε, άπλωσε τα κλαδιά του προς τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, σκίασε κάθε άλλο δένδρο, ύψωσε περήφανη την κορυφή του προς τα πάνω, προς τον ουρανό, και φαινόταν ότι θα περιέπλεκε και θα γκρέμιζε και τα άστρα ακόμη. Εξελίχθηκε σε δένδρο πελώριο. Αλλά ήταν δένδρο άκαρπο. Δεν είχε άνθη, τα οποία ευωδιάζουν, δεν είχε καρπούς, οι οποίοι τρέφουν, δεν είχε σκια, η οποία αναπαύει τους διαβάτες. Αχρήστευσε τεράστιο χώρο. Μια τρομερή δυσοσμία εξερχόταν από τη ρίζα, από τον κορμό, από τα κλαδιά και από τα ελάχιστα ακόμη φύλλα. Οι καρποί του στυφοί, δεν ήταν κατάλληλοι για τροφή για να τους φάνε οι άνθρωποι. Η σκια του θανατηφόρα. Όσοι είχαν την ατυχία να αναπαυθούν κάτω από τα φυλλώματά του είχαν τον πιο ανήσυχο ύπνο. Τα όνειρά τους ήταν εφιαλτικά. Ο φόβος κατά τις νύχτες κυριαρχούσε. Και από τον ταραγμένο ύπνο ξυπνούσαν οι άνθρωποι στη σκληρότερη πραγματικότητα. Από το κρεβάτι τους οδηγούνταν στις φυλακές, στις κρεμάλες. Η αυγή δεν τους έβρισκε μεταξύ των ζωντανών. Από τα κλαδιά του δένδρου κρεμάστηκαν αναρίθμητοι άνθρωποι, οι οποίοι, κατά κάποιο τρόπο, εκδήλωναν τη δυσφορία τη δική τους και των συνανθρώπων τους για την αθλιότητα της ζωής, την οποία ζούσαν κάτω από τη σκια του δένδρου.
Το δένδρο φαινόταν ακλόνητο. Και όμως το δένδρο έπεσε. Το έριξε ένα μικρό παιδί. Ανατολή και Δύση θαύμασε. Λαοί ανέπνευσαν. Νέα εποχή ανέτειλε.
Θέλετε εξήγηση της παραβολής; Δένδρο ήταν η Οθωμανική αυτοκρατορία. Υψωνόταν σα δένδρο άκαρπο, πελώριο, που έσκιαζε τον κόσμο. Θεωρητική της βάση το Κοράνιο του ψευδοπροφήτη της Αραβίας. Σύνθημα· «Θάνατος στους άπιστους». Μέσο για την εδραίωση, την εξάπλωση και την υπαγωγή όλου του κόσμου κάτω από την ημισέληνο ήταν όχι το κήρυγμα αλλά το ξίφος· όχι η πειθώ αλλά η βία, η ωμή βία του βάρβαρου Ασιάτη, η οποία αρνιόταν στον άνθρωπο τα στοιχειώδη ανθρώπινα δικαιώματα. Περιουσία, ζωή, τιμή, ελευθερία, θρησκεία και ό, τι άλλο ευγενέα και υψηλό προϊόν της ανθρώπινης καρδιάς βρισκόταν στην απόλυτη διάθεση του πρώτου τυχόντα αγροίκου οργάνου της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Δεσποτισμός απόλυτος. Κανένας δε διαμαρτυρόταν. Σιγή νεκροταφείου. Οι πρεσβευτές των μεγάλων (!) δυνάμεων δέχονταν εξευτελισμούς στους προθαλάμους των ανακτόρων του σουλτάνου. Η ημισέληνος κυριαρχούσε. Το πελώριο δένδρο φαινόταν ακλόνητο.
Αλλά έφτασε η ημέρα. «Ἡμέρα Κυρίου Σαβαὼθ ἐπὶ πάντα ὑβριστὴν καὶ ὑπερήφανον καὶ ἐπὶ πάντα ὑψηλὸν καὶ μετέωρον… καὶ ἐπὶ πᾶν δένδρον βαλάνου Βασάν» (Ησ. 2, 12 – 13). Και η ημέρα αυτή ήταν η 25η Μαρτίου του 1821, κατά την οποία ένα παιδί κατέρριψε το πελώριο δένδρο. Ναι! Παιδί ασθενές, νήπιο φαινόταν η Ελλάδα. Μπορεί ένα νήπιο να εκριζώσει δένδρο; Μπορούσε η Ελλάδα να νικήσει την Οθωμανική αυτοκρατορία; Και όμως! Η Ελλάδα, το νήπιο, η Ελλάδα, η οποία στον πολιτικό χάρτη της Ευρώπης είχε προ 400 ετών σβηστεί, η Ελλάδα, η μυκτηριζόμενη και ποδοπατούμενη από όλους, εγέρθηκε και πολέμησε τον κολοσσό εκείνο. Νίκησε με την πίστη, τη βαθιά πίστη, η οποία έκαιγε και φλόγιζε τα στήθη των γενναίων εκείνων αγωνιστών του 1821, οι οποίοι είχαν κάτι από τη λάμψη των αγωνιστών της Π. Διαθήκης, οι οποίοι «διὰ πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας… ἐγενήθησαν ἰσχυροὶ ἐν πολέμῳ, παρεμβολὰς ἔκλιναν ἀλλοτρίων» (Εβρ. 11, 33 – 34). Χωρίς την πίστη είναι ανεξήγητη η ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης, της οποίας κάθε σελίδα αποτελεί και μια αναλαμπή της πίστεως.
Ο Κύριος, αγαπητοί αναγνώστες, ο Κύριος είναι ο ελευθερωτής της χώρας αυτής. Αυτός έδινε έμπνευση. Αυτός εμψύχωνε. Αυτός έδωσε τη νίκη στο μικρό αυτό Έθνος. Χάρις στη βοηθειά του το δένδρο της τυραννίας έπεσε. Και στη θέση του δένδρου αυτού φυτεύτηκε το αγλαόκαρπο δένδρο της ελευθερίας, κάτω από το οποίο ζούμε και αναπνέουμε. Αλλά το δένδρο αυτό, για να αποδώσει τους καρπούς του, χρειάζεται και την ανάλογη περιποίηση. Ιδρώτας, δάκρυα και αίμα είναι η τροφή του· έργα, πόνοι και θυσίες, αυταπάρνηση διαρκής, να τι χρειάζεται, για να είναι η ρίζα του ακμαία. Ο κορμός του συντηρείται με τη δικαιοσύνη, με την ευνομία, με την ομόνοια. Πλατύνεται και εξαπλώνει τα κλαδιά του με την αγάπη. Δροσίζεται με την ελπίδα και νικά τις θύελλες με την πίστη. Όταν υπάρχουν τα στοιχεία αυτά, το δένδρο της ελευθερίας δεν ξηραίνεται, αλλά πάντοτε ακμαίο θα δίνει κάτω από τα πλούσια φυλλώματά του ανάπαυση. Ανάπαυση όχι για λίγους προνομιούχους, αλλά για όλα τα παιδιά της Ελλάδας, τα οποία, αναπνέοντας τις ζωογόνες αύρες της αληθινής ελευθερίας, θα δοξάζουν τον ελευθερωτή Κύριο και θα ευγνωμονούν τους αείμνηστους εκείνους άνδρες, οι οποίοι με το σύνθημα «ελευθερία ή θάνατος» συντέλεσαν στην ελευθερία της Πατρίδας, όργανα δεξιά της θείας πρόνοιας προς σωτηρία του λαού μας.
Ο ΠΑΥΛΟΣ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ
Τα δύο άρθρα «Ο Απόστολος Παύλος» και «Στην κατείδωλο πόλη», τα οποία δημοσιεύονται σε συνέχεια, έπρεπε κανονικά να είχαν δημοσιευτεί στην αρχή, όπου γίνεται λόγος για την επέτειο της ελεύσεως του αποστόλου Παύλου στην Αθήνα. Αλλά εκ παραδρομής δεν τέθηκαν στην κανονική τους θέση.
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΠΑΥΛΟΣ
«Τὰ κατὰ πόλιν δεσμὰ καὶ τὰς θλίψεις σου τίς διηγήσεται, ἔνδοξε ἀπόστολε Παύλε; Ἣ τίς παραστήσει τους ἀγῶνας καὶ τοὺς κόπους σου, οὓς ἐκοπίασας ἐν τῷ Εὐαγγελίω τοῦ Χριστοῦ, ἵνα πάντας κερδίσῃς καὶ Χριστῷ προσαγάγῃς τὴν Ἐκκλησίαν;»
(Ιδίομελο της εορτής τους)
Ποιος – ρωτά ο ιερός υμνογράφος – ποιος θα μπορέσει ποτέ να γράψει λόγο, ο οποίος θα εξεικονίζει πλήρως την ιστορική φυσιογνωμία του κορυφαίου των αποστόλων του Χριστού; Ο απόστολος Παύλος! Δεν είναι εύκολο θέμα. Το θέμα αυτό νικά εύστροφες γλώσσες και «καλάμους ὀξυγράφους». Νικά Δημοσθένεις και Κικέρωνες. Νικά όλους τους ρήτορες και ποιητές και πεζογράφους. Ό,τι και εάν πουν, ό,τι και εάν γράψουν αυτοί, δε θα μπορέσουν ποτέ να δώσουν πιστή απεικόνιση του προσώπου και του κολοσσιαίου έργου, το οποίο επιτέλεσε εκείνος. Μικρός, πολύ μικρός φαίνεται ενώπιον των ίδιων των οφθαλμών καθένας ο οποίος θα σταθεί για λίγο και θα στοχαστεί τον Παύλο και θα ρίξει το βλέμμα του στα δυσθεώρητα ύψη, στα οποία ανήλθε η μακαρία ψυχή του. Λένε ότι όποιος σταθεί στη βάση μιας από τις ψηλές πυραμίδες της Αιγύπτου και ατενίσει προς την κορυφή, η οποία φαίνεται να σχίζει τους ουρανούς, καταλαμβάνεται από το αίσθημα της μικρότητάς του. Νάνος φαίνεται και ο γίγαντας ακόμη σε σύγριση με το ύψος της πυραμίδας. Αλλά κάτι παρόμοιο συμβαίνει και με όσους μελετούν επισταμένως το βίο του ένδοξου Αποστόλου. Στήλη, πυραμίδα αρετής υψωμένη πάνω από τις στήλες και τις πυραμίδες και τις κορυφές των ψηλότερων βουνών αναδείχθηκε. Πελώριο πνευματικό ανάστημα. Κορυφαίος. Σκεύος εκλογής. Όπως λέει αρχαίος εγκωμιαστής του, «ο μικρός αυτός κατά το σωματικό ανάστημα άνθρωπος» αλλά με το πνεύμα του «τῶν οὐρανῶν ἁπτόμενος, ὁ ὀξυδρόμος δρομεύς, ὁ εἰς οὐρανὸν ἀνιπτάμενος ἀετός, ὁ θείας χάριτος πεπληρωμένος, ὁ μαρτυρούμενος ὑπὸ τοῦ Κυρίου βαστάζει τὸ ὄνομα αὐτοῦ ἐνώπιον πάσης τῆς οἰκουμένης, ὁ τριώροφον οὐρανὸν ἀνελθών, καὶ εἰς παράδεισον εἰσελθών, καὶ μέχρι τῆς Δεσποτικῆς καὶ ἀπερινοήτου καθέδρας ἀναβάς, καὶ ἀκούσας τῶν ἀπορρήτων μυστηρίων, ὧν οὐκ ἐξὸν ἀνθρώποις λαλῆσαι…».
Εκστατικοί στεκόμαστε μπροστά στο μεγαλείο, μπροστά στο ύψος του Αποστόλου.
Ο ιερός Χρυσόστομος, ο θερμότερος εγκωμιαστής του Αποστόλου, ο οποίος εκφώνησε επτά θαυμάσιους λόγους προς τιμήν του, λέει ότι, αν θέλουμε να δούμε σε ποιο ύψος μπορεί να φθάσει ο άνθρωπος που πιστεύει και αγαπά το Χριστό, ας δούμε τον Παύλο(). Τι ήταν, παρακαλώ, πριν από χάρη. Απηνής διώκτης των χριστιανών. Τι έγινε μετά την επίσκεψη του Κυρίου, μετά το όραμα της Δαμασκού; Άλλος άνθρωπος, «καινή κτίσις», θερμότερος κήρυκας του Χριστιανισμού. Η προθυμία του για τη διάδοση του Ευαγγελίου, για να θυμηθούμε μία και μόνο αρετή του, απερίγραπτη. Από τη στιγμή που ο Κύριος άναψε στην καρδιά του τη φωτιά της πίστεως, δεν ησύχασε πλέον ο Απόστολος των εθνών. Όλη η οικουμένη ήταν ενώπιόν του και έπρεπε να την κατακτήσει στο όνομα του Ιησού Χριστού. Φλεγόταν να μεταδώσει τη φωτιά σε κάθε καρδιά, να ανάψει πυρκαγιά, θάλασσα φωτιάς, μέσα στην οποία να καούν όλα τα ξόανα, όλα τα είδωλα των θεών, όλα τα πάθη, όλα τα αμαρτήματα, όλα τα αίσχη της ειδωλολατρικής κοινωνίας. Άνθρωπος πύρινος. Δρομέας πυρφόρος. Κρατούσε και περιέφερε όχι κερί που τρεμόσβηνε, αλλά κρατούσε και περιέφερε ολόκληρο ήλιο πνευματικότητας. Ήταν ο ίδιος ήλιος που ακτινοβολούσε. Και για να μεταδώσει τη φωτιά, για να διασκορπίσει τις ακτίνες του θείου φωτισμού, έτρεχε συνεχώς. Έτρεχε χωρίς να υπολογίζει κόπους, εμπόδια και κινδύνους. Δρομέας ακούραστος, ακατάβλητος. Δεν είπε ποτέ· «Ας σταθώ να αναπαυτώ. Αρκετοί οι κόποι μου. Ας κοπιάσουν κι άλλοι». Ποτέ δε μετρούσε το διάστημα, το οποίο διήνυσε, αλλά έβλεπε πάντοτε προς τα πάνω, προς τα εμπρός. Άκουγε μυστική σάλπιγγα· Εμπρός! Προχωρείτε. Ελευθερώστε ψυχές! Έβλεπε τι μεγάλο κενό υπολειπόταν, έβλεπε το διάστημα, το οποίο έπρεπε να διατρέξει για να πραγματοποιήσει περισσότερα κέρδη, μεγαλύτερες επιδόσεις, ευρύτερες κατακτήσεις για τη δόξα του Χριστού. Πολεμούσε, στρατηγούσε ένδοξα. Τρέχει από το ένα άκρο στο άλλο. Διαβαίνει ποτάμια. Υπερπηδά βουνά. Διαπλέει θάλασσες και ωκεανούς. Τίποτε δε μπορεί να ανακόψει την νικηφόρο πορεία του. Τρέχει ως ακούραστος δρομέας. Φθάνει μέχρι τη Ρώμη. Και όταν πλέον με αποκάλυψη του Κυρίου γνώρισε ότι τρέχει το τελευταίο χιλιόμετρο, ότι πλησιάζει στο τέρμα· όταν πλέον φαίνονταν σ’ αυτόν τα τείχη της ουράνιας πόλης, της άνω Ιερουσαλήμ, και άγγελοι εξέρχονταν να υποδεχθούν το θριαμβευτή, τότε πήρε τη γραφίδα και έγραψε εκείνο το περίφημο· «Ὁ καιρὸς τῆς ἐμῆς ἀναλύσεως ἐφέστηκε. Τὸν ἀγῶνα τὸν καλὸν ἠγώνισμαι, τὸν δρόμον τετέλεκα, τὴν πίστην τετήρηκα· λοιπὸν ἀπόκειταί μοι ὁ τῆς δικαιοσύνης στέφανος ὃν ἀποδώσει μοι ὁ Κύριος ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ, ὁ δίκαιος κριτής, οὐ μόνον δὲ ἐμοί, ἀλλὰ καὶ πᾶσι τοῖς ἠγαπηκόσι τὴν ἐπιφάνειαν αὐτοῦ» (Β Τιμ. 4, 6 – 8).
Τρεις και πλέον δεκαετηρίδες κοπίασε, μόχθησε για το Ευαγγέλιο ο ένδοξος Απόστολος. Και άλλοι βέβαια μετά τον Παύλο κοπίασαν και μόχθησαν. Ατελεύτητη σειρά δασκάλων και κηρύκων του Ευαγγελίου. Αλλά κανένας δεν ξεπέρασε τον Απόστολο. Έμεινε ο πρώτος μετά τον Ένα. Οι κόποι του άτρυτοι. Οι επιτυχίες και οι νίκες του άφθαστες. Θριάμβευε πάντα στο όνομα του Ιησού Χριστού. Ό,τι κατόρθωνε σε μία μέρα, σε μια νύχτα, σε μια ώρα, δεν κατόρθωναν οι άλλοι εργαζόμενοι έναν χρόνο. Ο Παύλος έκλεινε μέσα του τεράστιες δυνάμεις. Η θερμότητα και η δύναμη που εξέπεμπε από την καρδιά του ήταν τέτοια, ώστε ισχυρά φρούρια του σατανά κατέρρεαν και άνθρωποι αιχμαλωτίζονταν στην αγάπη του Χριστού.
Τρεις και πλέον δεκαετηρίδες κόπιασε, μόχθησε στο Ευαγγέλιο ο ένδοξος Απόστολος. Και άλλοι βεβαίως μετά τον Παύλο κόπιασαν και μόχθησαν. Ατελεύτητη σειρά διδασκάλων και κηρύκων του Ευαγγελίου. Αλλά κανένας δεν ξεπέρασε τον Απόστολο. Έμεινε ο πρώτος μετά τον Ένα. Οι κόποι του άτρυτοι. Οι επιτυχίες και οι νίκες του άφθαστες. Θριάμβευε πάντοτε στο όνομα του Ιησού Χριστού. Ό,τι κατόρθωνε σε μια μέρα, σε μια νύχτα, σε μια ώρα, δεν το κατόρθωναν οι άλλοι εργαζόμενοι όλο το έτος. Ο Παύλος έκλεινε μέσα του τεράστιες δυνάμεις. Η θερμότητα και η δύναμη, που εξέπεμπε από την καρδιά του και η οποία ήταν ενωμένη απόλυτα με τον Ιησού, ήταν τέτοια, ώστε ισχυρά φρούρια του σατανά κατέρρεαν και άνθρωποι αιχμαλωτίζονταν στην αγάπη του Χριστού.
Βαθύτατα ευγνώμονες προς τον Κύριο, ως Χριστιανοί, διότι χάρισε στην Εκκλησία έναν Παύλο, ήλιο φωτεινό στους αιώνες, ας του είμαστε ακόμη ευγνώμονες και ως Έλληνες. Η Ελλάδα οφείλει αιώνια ευγνωμοσύνη στον Παύλο. Διότι έδρασε σε ελληνικά εδάφη και υπήρξε ο κατεξοχήν απόστολος της Ελλάδας, ο δημιουργός της Χριστιανικής Ελλάδας. Πόσο κοπίασε υπέρ αυτής! Οι παράλιες πόλεις της Μ. Ασίας, όπου έσφυζε ο Ελληνισμός, όπως και η Κύπρος, οι Φίλιπποι, η Θεσσαλονίκη, η Βέροια, η Αθήνα, η Κόρινθος, η Νικόπολη είδαν και άκουσαν τον κορυφαίο Απόστολο των εθνών. Από τις 14 Επιστολές του, για τις οποίες ένας μεγάλος πατέρας και διδάσκαλος της Εκκλησίας, ο Ιερώνυμος, έλεγε ότι, όταν διαβάζω τον Παύλο, μου φαίνεται ότι ακούω όχι λόγια αλλά βροντές, από τις 14, λέμε, Επιστολές οι 5 (2 προς Κορινθίους, 2 προς Θεσσαλονικείς, 1 προς Φιλιππησίους) στάλθηκαν σε πόλεις της Ελλάδας και περισσότερο μ’ αυτές τις Επιστολές παρά με τα μνημεία της Ακρόπολης το όνομα της Πατρίδας μας έγινε γνωστό σε όλο το Χριστιανικό κόσμο. Και ο μαθητής Κατηχητικού Σχολείου στη χώρα των Εσκιμώων, διαβάζοντας την Καινή Διαθήκη, αναζητεί το χάρτη για να δει που είναι η Ελλάδα, που είναι οι Ελληνικές πόλεις, από τις οποίες διήλθε ο φτερωτός Απόστολος.
Ελλάδα! Πόσο δοξάστηκες από το πέρασμα του Παύλου!
Ας τιμήσουμε λοιπόν πρεπόντως οι Χριστιανοί Έλληνες τον Παύλο. Αλλά «τιμή μάρτυρος μίμησις μάρτυρος» κηρύττει ο απόστολος Παύλος, απευθύνεται προς όλους τους χριστιανούς της σύγχρονης Ελλάδας και σαλπίζει προς εμάς ό,τι έντονα προς τους προγόνους μας παρήγγειλε· «Μιμηταί μου γίνεσθε, καθὼς κἀγὼ Χριστοῦ (Α΄ Κορ. 11, 1). Έλληνες αδελφοί! Η θαυμάσια εικόνα των αρετών του Παύλου είναι ενώπιόν μας. Μας καλεί σε μίμηση, σε αντιγραφή. Ας μη γίνουμε κακοί ζωγράφοι. Αλλά ατενίζοντας προς την εικόνα, την οποία φιλοτέχνησε μετά δακρύων ο θείος Απόστολος, μελετώντας τις Επιστολές του, τα αθάνατα μνημεία του Παναγίου Πνεύματος, ακούγοντας τη φωνή του, εμπνεόμενοι από το ηρωικό του παράδειγμα, ας τον μιμηθούμε. Ας γίνουμε μικροί Παύλοι στον κύκλο της δράσεώς μας, ας μεταλαμπαδεύσουμε και σε άλλες ψυχές το φως του Χριστού, ας ζωγραφίσουμε προπαντός στις καρδιές μας την αρχέτυπη εικόνα, την εικόνα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ας τη ζωγραφίσουμε με τα ανεξίτηλα χρώματα της αρετής, εις τρόπον ώστε, μέσω της ακράδαντης πίστης και της φλογερής αγάπης και της βέβαιης ελπίδας, αφού γίνουμε ένα με το Χριστό, ζώντας και αναπνεόντας γι’ αυτόν και πεθαίνοντας γι’ αυτόν, όπως ο μακάριος Παύλος, να μπορέσουμε κι εμείς, ο καθένας από εμάς, να πούμε έστω ασθενικά ό,τι μεγαλόφωνα εκείνος διασάλπισε με αλήθεια· «Δε ζω πια εγώ, αλλά ζει μέσα μου ο Χριστός» (Γαλ. 2, 20).
Χριστοκεντρισμός, Χριστοκρατία! Ιδού του Παύλου, του Αποστόλου των Εθνών, η ζωή και το πρόγραμμα. Θα γίνει και δικό μας;
ΣΤΗΝ ΚΑΤΕΙΔΩΛΟ ΠΟΛΗ
Το 50 μ.Χ. επίσκέφτηκε την Αθήνα ένας ξένος. Ποιος ο ξένος; Νέος, ο οποίος επιθυμώντας τη φιλοσοφική μόρφωση εγκατέλειψε τη γενέτειρά του, διέσχισε πελάγη και ωκεανούς και ήλθε στην Αθήνα για να μαθητεύσει σε μία από τις περίφημες φιλοσοφικές σχολές της πόλης; Περιηγητής, ο οποίος ερχόταν για να θαυμάσει το αρχαίο κάλλος, όπως αυτό λαμπρά και έξοχα αποτυπωνόταν στα έργα τέχνης; Έμπορος, ο οποίος από τις χώρες της Ασίας, Αφρικής και Ιταλίας μετέφερε προς πώληση τα εμπορεύματά του;… Ούτε έμπορος, ούτε περιηγητής, ούτε σπουδαστής φιλοσοφίας ήταν ο ξένος. Κανένα από τα ελατήρια εκείνα, τα οποία ωθούν τους ανθρώπους να αναλαμβάνουν μακρινά ταξίδια και να επισκέπτονται ξένες και άγνωστες χώρες, ενέπνεε τον ξένο μας. Ξένος του κόσμου, αστερισμό – τι λέω; – ουρανό ολόκληρο κλείνοντας μέσα στην καρδιά του, ερχόταν στην Αθήνα, την πρωτεύουσα του Ελληνισμού, το κέντρο του αρχαίου κόσμου, την εστία των γραμμάτων και των επιστημών. Ερχόταν με μία μοναδική αποστολή· να εκριζώσει την ειδωλολατρία και να φυτεύσει μέσα στην Αθήνα το ευσκιόφυλλο και αγλαόκαρπο δένδρο της Χριστιανικής πίστεως και ηθικής· το αθάνατο δένδρο, υπό τη σκια του οποίου θα αναπαυόταν μια μέρα όλη η Ελλάδα.
Παύλος ήταν το όνομα του επισκέπτη της Αθήνας.
Ήταν εύκολο το έργο; Ένα και μόνο βλέμμα στην πόλη αρκούσε να πείσει τον οξυδερκή Απόστολο για το πόσο δύσκολο ήταν το έργο του. Βρισκόταν όχι στην περιφέρεια, αλλά στο κέντρο, στην καρδιά του ειδωλολατρικού κόσμου. Όπου και αν στρεφόταν, παντού είδωλα. Στις αυλές των σπιτιών, των δημοσίων κτηρίων, στις οδούς, τις ρύμες και τις πλατείες άπειρο πλήθος βωμών, επί των οποίων προσέφεραν τις καθιερωμένες θυσίες οι κάτοικοι. Εκεί ψηλά στην Ακρόπολη κυμάτιζε η σημαία της ειδωλολατρίας, δέσποζε πανύψηλο άγαλμα της Αθηνάς με το κράνος, με την ασπίδα και το χρυσό εκείνο δόρυ, το οποίο έλαμπε κάτω από τις ακτίνες του αττικού ήλιου και φαινόταν από το Φαληρικό κόλπο. Στον Άρειο Πάγο ετηρείτο κατάλογος αναγνωρισμένων θεοτήτων, στον οποίο κατόπιν αποφάσεως εγγράφονταν ως κάτοικοι της Αθήνας και οι νέοι θεοί Ανατολής και Δύσης. Οι θεοί καθημερινά ηύξαναν. Και ήταν τόσοι οι θεοί, τόσα τα είδωλα, ώστε, σύμφωνα με μαρτυτία αρχαίου συγγραφέα, στην Αθήνα ευκολότερο ήταν να συναντήσεις θεό παρά άνθρωπο.
«Κατείδωλος» ήταν η πόλη. Ειδωλολατρία απ’ άκρου εις άκρον. Μία θάλασσα στην οποία το βλέμμα σου δε συναντά ξηρά. Πού να σταθείς;
Το κήρυγμα του Ναζωραίου ήταν τελείως άγνωστο στην περιλάληλη πόλη. Αν και είχαν παρέλθει περίπου 20 χρόνια από την εμφάνιση της νέας πίστης, η Αθήνα αγνοούσε το υψηλό κήρυγμα. Προσπαθούσαν να τραφούν με τους μύθους, με τα κεράτια μιας ψευδούς φιλοσοφίας. Ποιος θα τους αφύπνιζε; Κοιμόντουσαν βαθύτατα. Χρειαζόταν να έλθει κήρυκας αποστολικός, φέροντας τα στίγματα του Ιησού, κήρυκας με υπέροχες πνευματικές δυνάμεις, για να ευαγγελιστεί στην πόλη των ρητόρων και των φιλοσόφων το κήρυγμα της εν Χριστώ σωτηρίας. Και ως τέτοιος ήλθε ο κορυφαίος, ο απόστολος Παύλος. Αυτός κήρυξε πρώτα στην Αθήνα και η ομιλία του προς τους Αθηναίους, αριστούργημα και αθάνατο μνημείο του πνεύματος, βρίσκεται περιληπτικά καταχωρισμένη στο βιβλίο των Πράξεων των Αποστόλων. Στον τόνο του ομιλητή κρυβόταν κάποια υπερφυσική δύναμη, απείρως ανώτερη της δύναμης η οποία υπήρχε στους επιτηδευμένους λόγους του Δημοσθένη και του Περικλή και τους φιλοσοφικούς διαλόγους του Πλάτωνα.
Ο Παύλος, ο ξένος, μιλούσε στον Άρειο Πάγο. Οι ακροατές του όλοι ειδωλολάτρες. Και μετά από 20 αιώνες οι σοφοί θαυμάζουν τον ομιλητή. Άλλοι για την τέχνη, με την οποία άπλωσε τα αποστολικά του δίχτυα ο επιδέξιος αλιέας των ψυχών, άλλοι για την τάξη, τη διάρθρωση, τον ειρμό της ομιλίας, η οποία εκτυλίσσει με απλό μεν αλλά και μεγαλοπρεπή τρόπο τις ιδέες και δείχνει τέλος την κορυφή, το τέρμα των ελπίδων και των προσδοκιών του κόσμου, άλλοι πάλι κάτι άλλο θεωρούν άξιο θαυμασμού. Αλλά εμείς θαυμάζουμε το θάρρος του Παύλου. Φανταστείτε! Εν μέσω ρητόρων, διαλεκτικών και φιλοσόφων, εν μέσω ειδωλολατρικού λαού, ο οποίος πριν από μερικούς αιώνες καταδίκασε σε θάνατο το μέγιστο των φιλοσόφων με την υπόνοια ότι δεν πιστεύει στους θεούς της πόλης και ότι εισάγει καινά δαιμόνια, κάτω από τη σκια του αγάλματος της Αθηνάς και των υπόλοιπων θεών, ο Παύλος στέκεται, δείχνει τα αγάλματα και λέει με άτρομη φωνή· Οι θεοί σας είναι σκιες, ψευδείς θεοί. Ο αληθινός Θεός δεν περιορίζεται τοπικά και χρονικά, δεν κατοικεί σε χειροποίητους ναούς, δεν υπηρετείται από ανθρώπινα χέρια, δεν έχει ανάγκη κανέναν, αλλά είναι Θεός πανταχού παρών, καθιστώντας ναό την καθαρή καρδιά, ανοίγοντας τα χέρια και γεμίζοντας χρηστότητα τα σύμπαντα, τρέφοντας και μεριμνώντας πατρικά για άτομα και έθνη, άγρυπνος φρουρός της ηθικής τάξης και δίκαιος κριτής των ανθρώπινων πράξεων… Ιδού οι ιδέες, οι οποίες συνωστίζονται στη θαυμάσια ομιλία του. Ιδέες – κεραυνοί, οι οποίες έρχονταν να γκρεμίσουν από τις καρδιές των ακροατών το παμπάλαιο συγκρότημα των ειδωλολατρικών προλήψεων και δεισιδαιμονιών.
Σπάνια στην ιστορία της διαδόσεως του Χριστιανισμού συναντάται τολμηρότερη πράξη όμοια προς εκείνη την οποία αποτόλμησε ο κορυφαίος Απόστολος, όταν στάθηκε στο επισημότερο βήμα του αρχαίου κόσμου και κήρυξε τον «άγνωστο Θεό».
Ένας κατά πάντων· και νίκησε. Τι θρίαμβος! Και άφησε σε μας πολύτιμο δίδαγμα ότι σε εποχή, όπως η δική μας, κατά την οποία η ανθρωπότητα λησμονώντας το Θεό οπισθοχωρεί και χάνεται στο σκοτάδι και κυλιέται σε αισθησιακές ηδονές και απολαύσεις και στήνει τα είδωλά της, σε εποχή «κατείδωλο», ο πιστός χριστιανός ας μη δειλιάζει. Ας κρατεί με φλογερή αγάπη το όνομα, το υπέρ παν όνομα, το όνομα του Ιησού και, σε περίπτωση που δοθεί ευκαιρία, ας έχει το θάρρος να ανοίγει το στόμα του, να κινεί τη γλώσσα του και να λέει προς τη σύγχρονη άπιστη, ειδωλολατρική γενιά· Αυτά τα οποία θεωρείτε σπουδαία, μεγάλα και υψηλά είναι πολύ μικρά, είναι σκύβαλα, είναι σκιες. Και αυτές τις σκιες λατρεύετε ως θεούς. Είδωλα έγιναν και αυτοί οι ψευδείς αστέρες του κινηματογράφου σε πορνοπόλεις Χόλλυγουντ. Ειδωλοποιήσατε όλη την εγκόσμια ζωή. Κατείδωλος είναι η ζωή σας… Και ύστερα από 20 αιώνες ο Χριστός παραμένει στο πλείστο της ανθρωπότητας ο άγνωστος Θεός, τον οποίο ο Παύλος μας καταγγέλλει.
Αδελφοί! Στην κατείδωλο εποχή μας ας προσέξουμε πολύ. Όχι προσκυνητές ειδώλων αλλά καταλύτες ειδώλων. Ιδού η υψηλή αποστολή μας. Την εκπληρώνουμε; Ιδού το ερώτημα. Η συνείδηση του καθένα μας ας απαντήσει.
“ΕΘΝΙΚΑΙ ΕΠΕΤΕΙΟΙ”, ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ. ΤΕΛΟΣ ΒΙΒΛΙΟΥ (σελ. 254-305)