ΠΑΣΧΑΛΙΝΟΣ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ
«Ἠγέρθη ὁ Κύριος ὄντως» (Λουκ. 24,34
-
Αναστάσιμος χαιρετισμός ενός αληθινού πατέρα της Ορθοδόξου Εκκλησίας και πραγματικού Έλληνος, του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου
ΤΗΝ ἁγία αὐτὴ ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως ὁ γέρων ἐπίσκοπος ἀπευθύνω ἐγκάρδιο πασχαλινὸ χαιρετισμὸ πρὸς ὅλους τοὺς ἐγγὺς καὶ τοὺς μακράν.
Τὸ πρῶτο «Χριστὸς ἀνέστη» πρέπει νὰ τὸ ποῦμε, ἀδέρφια μου, στὰ προσφιλῆ μας πρόσωπα ποὺ δὲν ὑπάρχουν σήμερα στὴ ζωή· νὰ τὸ ποῦμε στοὺς νεκρούς μας. Τοὺς ἀπέσπασε ἀπὸ κοντά μας ὁ χάρος, διέβησαν τὴν γέφυρα τῆς αἰωνιότητος, καὶ ἀναπαύονται στὰ ἱερὰ κοιμητήριά μας. Οἱ προσφιλεῖς μας νεκροὶ ὅμως δὲν ἐξέλιπαν. Πέθαναν μόνο κατὰ τὸ σῶμα, κατὰ τὸ φαινόμενο, στὴν πραγματικότητα δὲν ἔπαυσαν νὰ ζοῦν. Βρίσκονται στὸ ὑπερπέραν. Κ᾿ ἐκεῖ, μαζὶ μὲ ἁγίους ἀγγέλους καὶ ἀρχαγγέλους, ψάλλουν τὸ «Χριστὸς ἀνέστη». Ὁ θάνατος δὲν εἶνε μηδενισμός, ὄχι. Ἂν θέλετε νὰ μιλήσουμε μὲ γλῶσσα ἐπιστημονική, ὁ θάνατος εἶνε ἕνας μετασχηματισμός. Καὶ ἂν θέλετε νὰ μιλήσουμε μὲ γλῶσσα ἐκκλησιαστική, μὲ τὴ γλῶσσα τῆς σημερινῆς ὑμνολογίας, ὁ θάνατος εἶνε «διαβίβασις», πέρασμα, «ἐκ γῆς πρὸς οὐρανόν» (Κανὼν Πάσχα, α΄ ᾠδή, 1ο τροπάριο). Γιὰ τὸ ὅτι θ᾿ ἀναστηθοῦν οἱ νεκροί, πρέπει νὰ είμεθα βέβαιοι ἑκατὸ τοῖς ἑκατό. Ὅπως ἀνέστη ὁ Κύριος, ἔτσι θ᾿ ἀναστηθοῦν καὶ οἱ προσφιλεῖς μας νεκροί. Πρὸς τοὺς νεκροὺς λοιπόν, ποὺ ἀναπαύονται στὰ ἱερὰ κοιμητήριά μας, ἀπευθύνουμε τὸν πρῶτο πασχάλιο χαιρετισμό.
Τὸν δεύτερο πασχάλιο χαιρετισμὸ είμεθα ὑποχρεωμένοι ν᾿ ἀπευθύνουμε στοὺς φρουροὺς τῶν συνόρων, στοὺς στρατιῶτες μας, ποὺ βρίσκονται τὴν ὥρα αὐτὴ ἐπάνω στὰ ψηλὰ βουνά, ἀπὸ τὴν Ἤπειρο μέχρι τὸν Ἕβρο κι ἀπὸ τὸ Διδυμότειχο μέχρι τὴ Μυτιλήνη καὶ τὴ Χίο καὶ τὴ Σάμο καὶ τὰ Δωδεκάνησα, καὶ μὲ τὸ δάχτυλο στὴ σκανδάλη εἶνε ἕτοιμοι νὰ ὑπερασπίσουν τὰ ὅσια καὶ τὰ ἱερὰ τῆς ἀγαπητῆς μας πατρίδος. Πρὸς τὰ ἐκλεκτὰ αὐτὰ παιδιὰ ἀπευθύνει ὁ ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος, παλαιὸς στρατιωτικὸς ἱερεύς, ἐγκάρδιο χαιρετισμὸ καὶ λέει· Ἡ Ἑλλὰς εἶνε ἕτοιμος – πανέτοιμος ν᾿ ἀντιμετωπίσῃ κάθε ἐπιβουλὴ ἐκ μέρους οἱουδήποτε.
Τρίτο ἐγκάρδιο χαιρετισμὸ ἀπευθύνουμε στοὺς ἀγαπητούς μας ἀποδήμους, ποὺ ἔχουν σκορπιστῆ στὰ τέσσερα σημεῖα τοῦ ὁρίζοντος, καὶ ἄλλοι βρίσκονται στὸν Καναδᾶ, ἄλλοι στὴν Ἀμερική, ἄλλοι στὴν Αὐστραλία, ἄλλοι στὴ Γερμανία, καὶ ἄλλοι ἀλλοῦ, κ᾿ ἐκεῖ ἐργάζονται σκληρὰ γιὰ νὰ τρώγουν τιμίως τὸν ἄρτον τῆς ἐξορίας των. Ἐλπίζουμε, ὅτι κάποτε θὰ ἐπικρατήσουν νέες συνθῆκες ζωῆς στὴν ἀγαπητή μας πατρίδα. Εἶνε μία εὐλογία – καὶ ὄχι ἀσήμαντη εὐλογία, ὅτι ἡ χώρα μας ἔχει στὰ σπλάχνά της ἀρκετὸ πλοῦτο, μὲ τὸν ὁποῖο ἡ πατρίδα μας μπορεῖ νὰ εἰσέλθῃ σὲ καλύτερες βιοτικὲς συνθῆκες. Εὐχόμεθα λοιπὸν ὁλοψύχως, τὰ ἑκατομμύρια τῶν ἀποδήμων νὰ ἐπιστρέψουν μιὰ μέρα στὴν πατρικὴ γῆ καὶ νὰ ἑορτάζουν πλέον ἐδῶ. Διότι τὸ ψωμὶ στὰ ξένα, κι ἂν ἀκόμη εἶνε ἀλειμμένο μὲ βούτυρο, εἶνε πικρό· ἐνῷ στὴν Ἑλλάδα, καὶ μπομπότα νὰ εἶνε, εἶνε γλυκό.
- ( Μητροπολίτης Φλωρίνης π. Αυγουστίνος Καντιώτης ως Έλλην ιεράρχης, ποτέ δεν ξεχνούσε την νύκτα της Αναστάσεως τους αλυτρώτους χριστιανούς Έλληνας της Βορείου Ηπείρου, που υπέφεραν κάτω από το άθεο καθεστώς του Εβερ Χότζα. Μετα δακρύων τους μνημόνευε. Κοντά σ’ αυτούς έστελνε τον αναστάσιμο χαιρετισμό και σ’ όλους τους Έλληνας, απανταχού της γης. Αλλά και ως αληθινός πατέρας της Μεγάλης Ορθοδόξου Εκκλησίας σκεφτόταν και μνημόνευε και όλους τους ορθοδόξους χριστιανικούς λαούς, που υπέφεραν κάτω από άθεα καθεστώτα)
Τέταρτο πασχάλιο χαιρετισμὸ ἀπευθύνουμε σὲ κάποιους ποὺ δὲν πρέπει νὰ λησμονήσουμε. Καὶ πῶς νὰ τοὺς λησμονήσουμε; ἂν τοὺς λησμονήσουμε, θὰ είμεθα ἀνάξιοι Ἕλληνες. Ἀπευθύνουμε λοιπὸν ἐγκάρδιο χαιρετισμὸ στοὺς ἀλυτρώτους Χριστιανοὺς Ἕλληνες τῆς Βορείου Ἠπείρου, τῆς Κύπρου, τῆς Κωνσταντινουπόλεως, τῆς Ἀνατολικῆς Ῥωμυλίας καὶ τῆς Ἀνατολικῆς Θρᾴκης, τῆς Ἴμβρου καὶ τῆς Τενέδου, ἀλλὰ καὶ στοὺς ὀρθοδόξους τῆς Ἁγίας Γῆς τοῦ Πατριαρχείου Ἰεροσολύμων, καθὼς καὶ στοὺς ὁμοδόξους ἀδελφοὺς τῆς καθῃμαγμένης Σερβίας καὶ τοῦ ἐρειπωμένου Κοσσυφοπεδίου. Ἡ ὀρθόδοξος Ἑλλὰς δὲν μπορεῖ νὰ τοὺς λησμονήσῃ. Μακριὰ ἀπὸ μᾶς σωβινιστικὲς ἐκδηλώσεις, μακριὰ ἀπὸ μᾶς τὸ ἰμπέριουμ (imperium), μακριὰ ἀπὸ μᾶς ἡ πολιτική. Ἴδιον τῶν πολιτικῶν εἶνε νὰ ῥυθμίζουν τὶς σχέσεις τῶν κρατῶν· ἀλλὰ ίδιον τοῦ ἐπισκόπου, ποὺ βλέπει καὶ κρίνει τὰ πράγματα ἀπὸ περιωπῆς καὶ τὰ ἐξετάζει ἀπὸ σκοπιὰ χριστιανική, εἶνε νὰ ὑψώνῃ φωνὴ διαμαρτυρίας γιὰ ὅ,τι κακό, γιὰ ὅ,τι στρεβλό, γιὰ ὅ,τι ἀντιχριστιανικὸ γίνεται ὁπουδήποτε. Καὶ ὀφείλουμε τὴν ὥρα αὐτὴ νὰ διαμαρτυρηθοῦμε ἐντονώτατα γιὰ τὴν καταπίεσι, ποὺ δέχονται ἀδελφοί μας σὲ μέρη ἁγιασμένα ποὺ ἐβάφησαν μὲ αἷμα, ἐκεῖ ποὺ δὲν χτυποῦν σήμερα καμπάνες. Ὄμορφες ἐκκλησιὲς ἔγιναν ἐρείπια ἢ ἀποθῆκες ἢ σταῦλοι ζῴων, καὶ σήμαντρα δὲν ἠχοῦν, καὶ ἱερεῖς δὲν λειτουργοῦν, καὶ Χριστιανοὶ δὲν κάνουν τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ. Πρὸς αὐτοὺς τοὺς ἀδελφούς μας ἀπευθύνουμε ἀπὸ τὰ ἄκρα ἐδῶ τῆς πατρίδος ἐγκάρδιο πασχαλινὸ χαιρετισμό. Παρακαλοῦμε τὸν ἀναστάντα Κύριό μας, ἐμεῖς ποὺ ἑορτάζουμε τὸ Πάσχα ἐλευθέρως καὶ εὐφροσύνως, νὰ τοὺς δώσῃ κουράγιο νὰ σηκώσουν τὸ σταυρό τους, ὅπως τὸν σήκωσαν γενεὲς γενεῶν. Καὶ ὁ ἅγιος Κοσμᾶς, ποὺ μαρτύρησε στὴ Βόρειο Ἤπειρο, νὰ εἶνε μαζί τους· κ᾿ ἐμεῖς νὰ είμαστε νοερῶς κοντά τους. Ἂς παρακαλέσουμε ἀκόμα τὸ Θεό, νὰ φωτίσῃ τοὺς ἡγήτορας καὶ τοὺς κυβερνήτας τῶν λαῶν, νὰ παύσουν τὸν φανερὸ ἢ συγκεκαλυμμένο ἀντιχριστιανικὸ διωγμό, ἀλλὰ καὶ κάθε ἄλλο ἀπάνθρωπο διωγμὸ μὲ στόχο δῆθεν τὴν ἐξουδετέρωσι τῆς τρομοκρατίας, στὴν πραγματικότητα δὲ τὴν ἐπέκτασι τῆς παγκοσμιοποιήσεως τῆς Νέας Ἐποχῆς, δηλαδὴ τοῦ ἀναμενομένου ἀντιχρίστου. Αὐτὰ ἀποτελοῦν στίγμα τῆς σημερινῆς ἀνθρωπότητος καὶ δὲν τιμοῦν τὶς χῶρες ποὺ οἱ ἄρχοντες αὐτοὶ κυβερνοῦν καὶ ἐκπροσωποῦν. Ἂς ἔχουμε τὴν ἐλπίδα, ὅτι εἶνε κοντὰ ὁ καιρὸς καὶ ἐγγίζει ἡ ἐν Χριστῷ ἀπολύτρωσις γιὰ κάθε δοκιμαζομένη ψυχὴ ποὺ ἀναστενάζει. Ναί, τὸ πιστεύω ἀκραδάντως, ὅτι θὰ χτυπήσουν παντοῦ χαρμόσυνα τὰ ἀναστάσιμα σήμαντρα. Τὸ λέγω ἐγὼ ὁ γέρων ἐπίσκοπος, ποὺ σήμερα – αὔριο φεύγω ἀπὸ τὸ μάταιο αὐτὸ κόσμο, τὸ λέγω εἰς πεῖσμα ὅλων τῶν ἀντιχρίστων τοῦ σκότους.
Πέμπτο πασχάλιο χαιρετισμὸ ἀπευθύνουμε στοὺς ἐπισκέπτας ποὺ ἦρθαν στὴν ἀκριτικὴ αὐτὴ περιοχὴ ἀπὸ διάφορα μέρη τῆς Ἑλλάδος γιὰ νὰ ἑορτάσουν μαζί μας. Ἐσᾶς τοὺς φιλοξενουμένους μας ὁ γέρων ἐπίσκοπος τιμᾷ ἰδιαιτέρως, διότι ἐκλέξατε τὸ ἄκρον αὐτὸ τῆς πατρίδος μας γιὰ νὰ ἑορτάσετε τὸ χριστιανικὸ Πάσχα. Διαβεβαιῶστε τὶς πόλεις ἀπ᾿ ὅπου κατάγεσθε, ὅτι ἐδῶ κλῆρος καὶ λαὸς ἑνωμένοι συνεχίζουν τὴν παράδοσι τοῦ γένους· μένουμε πιστοὶ φύλακες, μέχρι θανάτου, στὰ ἱερὰ αὐτὰ χώματα στὰ ὁποῖα μᾶς ἔταξε ἡ θεία πρόνοια.
Κυρίως ὅμως ἀπευθύνουμε τὸν πασχαλινὸ χαιρετισμὸ στοὺς ἐδῶ πιστούς, στὸν προσφιλῆ λαὸ ποὺ ἐποιμάναμε ἐπὶ τόσα ἔτη. Στοὺς ἐργάτας, ποὺ δουλεύουν σκληρὰ μέσα στὰ ἐργοστάσια – καὶ εἶνε χιλιάδες. Στοὺς ἀγρότες μας, ποὺ καλλιεργοῦν τὴ γῆ. Στοὺς ἄνδρες καὶ τὶς γυναῖκες, στοὺς ἄρχοντας καὶ στοὺς ἀρχομένους, στοὺς νέους στὶς νέες καὶ στὰ μικρὰ παιδιά, στοὺς ἀσπρομάλληδες γέροντες καὶ στὰ νήπια, σὲ ὅλους ἀπευθύνουμε τὸν ἐγκάρδιο χαιρετισμό, τὸ «Χριστὸς ἀνέστη».
Τέλος, ἀδελφοί μου, ἂς στραφοῦμε καὶ ἂς διακηρύξουμε τὴ νίκη τοῦ ἀναστάντος Χριστοῦ καὶ σὲ ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα, σὲ ὅλο τὸν κόσμο. Ἂς εὐχηθοῦμε τὴν ἁγία αὐτὴ ἡμέρα καὶ ἂς παρακαλέσουμε, νὰ ἔρθῃ παντοῦ εἰρήνη. Ποιά εἰρήνη; Ὄχι ἡ κοσμικὴ εἰρήνη, ποὺ εἶνε ψεῦδος καὶ ἀπάτη, ἀλλὰ ἡ χριστιανικὴ εἰρήνη, ἡ εἰρήνη ποὺ ἔφερε μὲ τὴν ἀνάστασί του ὁ Χριστός.
Τὸ πιστεύω ἀκραδάντως, ἀδέρφια μου. Πιστεύω στὶς προφητεῖες. Πιστεύω σὲ ὅ,τι λέει τὸ Εὐαγγέλιο. Καὶ λέω· Θὰ ἔρθῃ μέρα, ναί θὰ ἔρθῃ, ποὺ οἱ πόλεμοι θὰ παύσουν, οἱ αἱματοχυσίες θὰ διακοποῦν, καὶ πάνω σὲ ὁλόκληρο τὸν πλανήτη μας θὰ κυματίζῃ μιὰ σημαία, ἡ σημαία τοῦ Χριστοῦ, ἡ σημαία τῆς Ἀναστάσεως. Καὶ ὅπως λέει ὁ προφήτης Ἠσαΐας, τότε τὸ ἀτσάλι, ποὺ σήμερα χρησιμοποιεῖται γιὰ βόμβες καὶ ἄλλα μέσα καταστροφῆς – καὶ δαπανῶνται γι᾿ αὐτὰ ἑκατομμύρια τῶν ἑκατομμυρίων, θὰ γίνῃ ἄροτρα καὶ τρακτὲρ γιὰ νὰ καλλιεργοῦμε τὴ γῆ, μία γῆ εὐλογημένη, ποὺ μπορεῖ νὰ θρέψῃ τριπλάσιο καὶ τετραπλάσιο πληθυσμό.
Ὁ Χριστὸς νίκησε, νικᾷ καὶ πάντοτε θὰ νικᾷ σὲ ὅλους τοὺς αἰῶνας, εἰς πεῖσμα τῶν ἀθέων καὶ τῶν ἀπίστων. Στὸν ἀναστάντα Χριστό, λοιπόν, ἡ δόξα καὶ ἡ τιμὴ καὶ ἡ προσκύνησις.
«Χριστὸς ἀνέστη».
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(ἱ. ναὸς Ἁγίας Τριάδος Πτολεμαΐδος Πάσχα στὴν Β΄ Ἀνάστασι 14-4-1974
«…Καὶ ὁ κόσμος αὐτὸν οὐκ ἔγνω» (Ἰω. 1,10)
«… Ὁ Χριστὸς στὴν Εὐρώπη εἶνε ἄγνωστος, ἡ Ἀμερικὴ τὸν κατατάσσει στὸ τέλος τῶν ἐνδιαφερόντων της. Καὶ ἐμεῖς; Ὤ ἐμεῖς!… Θέλετε τεκμήριο; Τί εἶνε σήμερα; Πάσχα, ἡμέρα ποὺ κατ᾽ ἐξοχὴν ἀνήκει στὸν Κύριο. Ἐρωτῶ ὅλους, κ᾽ ἐσᾶς καὶ τὸν ἑαυτό μου εἶνε γιὰ μᾶς ὁ Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος τὸ πρῶτο πρόσωπο; κατέχει τὴν πρώτη θέσι στὴν καρδιά μας; ποιό εἶνε ἐκεῖνο ποὺ κυριαρχεῖ σήμερα στὴ ζωή μας;… Δὲν εἶμαι καρδιογνώστης, δὲν γνωρίζω τὰ βάθη σας· ἀπαντῆστε λοιπὸν ἐσεῖς. Πῆτε μου τί συζητᾶτε, νὰ σᾶς πῶ τί εἶστε ὅ,τι ἀγαπάει ὁ ἄνθρωπος, αὐτὸ καὶ συζητάει. Ἂν μποροῦσα σήμερα τὸ μεσημέρι, νὰ εἶχα τρόπο νὰ ἄκουγα, τί συζητήσεις θὰ γίνουν μέσα᾽ στὰ σπίτια! Νὰ εἶστε βέβαιοι, ὅτι γιὰ ὅλα θὰ συζητήσουν·γιὰ τὰ παιδιά τους, γιὰ τὶς γυναῖκες τους, γιὰ τὰ ἐμπόριά τους, γιὰ τὶς ἐπιστῆμες κ.τ.λ.·γιὰ ἕνα μόνο δὲν θὰ συζητοῦν, γιὰ τὸ Χριστό – περὶ αὐτοῦ εἶμαι βέβαιος. Ἄγνωστος λοιπὸν ὁ Χριστὸς καὶ σ᾽ ἐμᾶς; Δυστυχῶς δὲν μᾶς συγκινεῖ πλέον, ὅπως συγκινοῦσε τοὺς πατέρες καὶ τοὺς προγόνους μας. Μόνο μὲ τὰ χείλη ὑμνοῦμε τὸ Χριστό. Ἀλλὰ στενὴ προσωπικὴ σχέσι ἔχουμε μαζί του; Προχθές ψάλαμε «Αἱ γενεαὶ πᾶσαι ὕμνον τῇ ταφῇ σου προσφέρουσι, Χριστέ μου» (ἐγκώμ. Γ΄ στάσ.)· «Χριστέ μου» λέμε, ἀλλὰ τὸ «μου» ἐκεῖνο λείπει ἀπὸ τὴ ζωή μας.
Ἂς μὴν εἴμαστε ὅμως ἀπαισιόδοξοι. Ὄχι. Μολονότι ζοῦμε σὲ ἐποχὴ σκότους καὶ τὰ μαῦρα νέφη πυκνώνονται σὲ ὅλο τὸν κόσμο καὶ ἰδιαιτέρως στὴ γωνία αὐτὴ τῶν Βαλκανίων ποὺ ζοῦμε, δὲν εἴμαστε ἀπαισιόδοξοι. Ἀφοῦ ἀναστήθηκε ὁ Κύριος, ἡ λέξι «ἀπελπισία» σβήστηκε ἀπὸ τὸ λεξιλόγιο τῶν Χριστιανῶν. Οἱ πιστοὶ ὀρθόδοξοι, ὅπου κι ἂν ζοῦν τὸν κόσμο, ἀγωνίζονται μὲ καρτερία καὶ ἐλπίδα, ἀκόμα καὶ στὶς χῶρες ποὺ ἡ πίστις τοῦ Χριστοῦ διώκεται. Διότι καὶ σήμερα ὑπάρχει διωγμός. Μπορεῖ ἐμεῖς νὰ ἔχουμε εἰρήνη – ἂς δοξάζουμε τὸ Θεὸ γι᾽ αὐτό·κάπου ἀλλοῦ ὅμως οἱ Χριστιανοὶ δοκιμάζονται σκληρά.
Δὲν εἶνε ντροπή, παιδιὰ τῆς Ἑλλάδος νὰ κάνουν διαδηλώσεις καὶ νὰ σπᾶνε τζάμια γιὰ τὰ δικαιώματα λαῶν ποὺ βρίσκονται μακριά (λ.χ. γιὰ τὴ Χιλή), καὶ νὰ μὴ συγκινοῦνται γιὰ τὰ δεινὰ ποὺ ὑφίστανται Χριστιανοὶ ἀδελφοί τους ποὺ εἶνε πολὺ πιὸ κοντά (ὅπως ἦταν λ.χ. πρὶν λίγα χρόνια ἡ Ἀλβανία); Αὐτὴ τὴν ὥρα ὀρθόδοξοι ἀδελφοί μας μαρτυροῦν· δὲν εἶνε μῦθος αὐτό. Μιλῶ ἔξω ἀπὸ τὴν πολιτική. Δὲν εἶμαι ὑπουργὸς νὰ μιλῶ μὲ γλῶσσα διπλωματίας εἶμαι ἱεράρχης, συνεχίζω μιὰ παράδοσι μεγάλη καὶ ὀφείλω νὰ βροντοφωνήσω, ὅτι ἀπόψε κάπου οἱ ὀρθόδοξοι δὲν κάνουν Πάσχα, ἀπαγορεύεται νὰ χτυπήσουν οἱ καμπάνες….
(Ἀλλὰ ζῇ Κύριος! Μὲ τὴν ἐλπίδα ὅτι ὁ ἀναστὰς Χριστὸς δὲν θὰ πάψῃ ποτὲ νὰ λατρεύεται καὶ νὰ ἀγαπᾶται στὸν κόσμο ἀπὸ μιὰ χούφτα ἀνθρώπων –διότι πάντοτε τὸ ποίμνιο εἶνε μικρό (βλ. Λουκ. 12,32)–, μὲ τὴν ἐλπίδα αὐτή, σὲ κλίμα γαλήνης καὶ εἰρήνης, ἑορτάζουμε τὴ μεγάλη αὐτὴ ἡμέρα καὶ λέμε κ᾽ ἐμεῖς ἐκ βάθους καρδίας· «Τὴν ἀνάστασίν σου, Χριστὲ Σωτήρ, ἄγγελοι ὑμνοῦσιν ἐν οὐρανοῖς· καὶ ἡμᾶς τοὺς ἐπὶ γῆς καταξίωσον ἐν καθαρᾷ καρδίᾳ σε δοξάζειν» Ἀκολ. Ἀναστ.· βλ. Παρακλ. ἦχος πλ. β΄, ἀπόστ. Σαββ.).