Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΚΑΝΤΙΩΤΗΣ
ΥΜΝΗΤΗΣ ΤΟΥ ΜΟΝΑΧΙΚΟΥ ΒΙΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΗΣ
ΣΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ «ΔΥΟ ΑΔΕΛΦΑ ΡΕΥΜΑΤΑ» (Μοναχισμό – Ἱεραποστολή) τὸ ἀφιερώνει: «εἰς τὴν μνήμην τοῦ νεομάρτυρος καὶ ισαποστόλου ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ (1714-1779) ὁ ὁποῖος, ὡς ἔζησε καὶ ἔδρασεν, εἶνε ἕνα ὑπόδειγμα τοῦ τε μοναχικοῦ καὶ τοῦ ἱεραποστολικοῦ ἰδεώδους τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας».
Ὁ σεβάσμιος ἱεράρχης θεωρεῖ τὸν συνδιασμὸ τὸν δύο ρευμάτων ὡς ἰδεώδη καὶ ἔτσι ἔζησε ὁ ἰδιος. Ἀγωνιζόμενος καὶ προσευχόμενος. Ἦταν ὁ μεγαλύτερος ἀσκητής καὶ ὁ ἀτρόμητος ἀγωνιστής.
Πρὸς ἀπάντηση κάποιων ποὺ ὑποτιμοῦν τὸν ἀληθινὸ μοναχισμὸ ἐναντι τῆς ἱεραποστολῆς καὶ παρουσιάζουν τέτοιον τὸν σεβάσμιο ἀγωνιστὴ ἱεράρχη Αὐγουστίνο, παραθέτουμε ἕνα μικρὸ ἀπόσπασμα ὁμιλίας του, στὴν Κλαδοράχη Φλωρίνης τοῦ 1982, γιὰ τὸ Μοναχισμό. Στὴν συνέχεια ἀναδημοσιεύουμε φύλλο τῆς «Χριστιανικῆς Σπίθας» τοῦ 1962, φ. 250, τοῦ ἰδίου.
- «…Δυστυχῶς τὰ μοναστήρια ποὺ ἦταν ἀξιόλογα καὶ πολύτιμα κέντρα θρησκευτικῆς καὶ ἐθνικῆς ζωῆς, τὰ μοναστήρια αὐτὰ γιὰ μετρῆστε, χίλια ἦταν στὴν Ελλάδα μας. Φάροι πολύτιμοι καὶ ἀστέρες πολύφωτοι, τὰ μοναστήρια μας αὐτὰ ἔσβησαν. Ποιός τὰ ἔσβησε; Ὁ Τοῦρκος; Ὄχι, ἡ πικρά ἀλήθεια εἶναι ὅτι οἱ δικοί μας οἱ ἄθεοι καὶ οἱ ἄπιστοι οἱ σπουδαγμένοι στὸ Παρίσι, ποὺ ἦρθαν ἀπ᾽ ἐκεῖ, τὸ καιρὸ ποὺ οἱ καλόγεροι ἔδιναν στὴν πατρίδα μας τὴν σκληρὴ μάχη γιὰ νὰ ἐπιβίωση τὸ γένος μας. Μοντέρνοι καὶ ἐπειρεασμένοι ἀπὸ ἰδέας ἐπαναστατικάς, ὑλιστικὰς καὶ ἀθέους, ἦρθαν ἐδῶ στὴν ἐλεύθερη πατρίδα καὶ θεώρησαν σπουδαῖο γεγονὸς νὰ καταργήσουν τὰ μοναστήρια καὶ ὅπως σβήνουν τὰ καντήλια ἔτσι σβήσαν τὰ μοναστήρια, τὸ ἕνα κατόπιν τοῦ ἄλλου. Ἔδιωξαν τοὺς καλογήρους, γκρέμισαν τὰ κελιά τους, σκορπίσαν οἱ καλόγεροι δεξιὰ καὶ ἀριστερά κλαίοντες καὶ ἀναστενάζοντες. Ἡ περιουσία τῶν μοναστηριῶν λεηλατήθηκε κατὰ τὸν ἀγριότερο τρόπο καὶ ἔμειναν μόνο τὰ λείψανα, τὰ ἐξωκκλήσια ἀπ᾽ὅλη τὴν δόξα τῶν μοναστηριῶν.
Ἕνα τέτοιο κέντρο ἀξιόλογο θρησκευτικό καὶ ἐθνικὸ στὴ Μακεδονία μας ἦτο καὶ τὸ Μοναστήρι τῆς Κλαδοράχης…»
ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΣΠΙΘΑΣ, Φ.250, Ιούλιος 1962
Τοῦ Μητροπολιτου Φλωρίνης π. Αὐγουστινου Καντιώτου
TA ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ
«Τοῖς ἐρημικοῖς ἡ ζωὴ μακαρία ἐστὶ
θεϊκῶ ἔρωτοι πτερουμένοις» (Ἀναβαθμοὶ – πλάγ. Α΄)
Ἐκκλησιαστικὰ θέματα
Νὰ κλείσουν! Ἡ κραυγὴ τοῦ Διαβόλου.
Περὶ μοναστηρίων θὰ γράψετε; Δὲν ἔχετε ἄλλα θέματα διὰ νʼ ἀσχοληθῆτε; Θὰ μᾶς εἴπουν οἱ πολλοί. Μοναστήρια! Δυστυχῶς, καὶ μόνον ἡ λέξις προκαλεῖ τὰς εἰρωνείας, τοὺς χλευασμοὺς καὶ τοὺς μυκτηρισμοὺς τῶν κοσμικῶν ἀνθρώπων. Ἕκαστος ἐξ αὐτῶν ἔχει νὰ διηγηθῆ καὶ ἕν εὐτράπελον ἀνέκδοτον ἐξ ἐκείνων, τὰ ὁποῖα εἰς βάρος τῆς μoναχικῆς ζωῆς καὶ πολιτείας κατασκευάζει ἡ νοσηρὰ φαντασία τῶν πολεμίων(*) τοῦ μοναχισμοῦ. Οἱ τοιοῦτοι ἄνθρωποι, ὡς μυῖαι ἀκάθαρτοι, δὲν ἐλκύονται ἀπὸ τὰ ἄνθη, ἀλλὰ μετὰ μανίας ἀναζητοῦν πληγάς˙ διότι ἀρέσκωνται νὰ ὀσφραίνωνται τὴν δυσοσμίαν καὶ νʼ ἀνασκαλεύουν τὸ πύον. Διὰ τοὺς ἀνθρώπους αὐτοὺς καὶ ὁ πλέον ἰδεώδης μοναχὸς θʼ ἀποτελέση ἀντικείμενον δυσμενοῦς κριτικῆς, ἥτις κρίνει τὴν ἥλιον ἐκ τῶν κηλίδων αὐτοῦ, παραβλέπουσα τὸ ἄπλετον φῶς τοῦ ἄστρου τῆς ἡμέρας. Εἰς τὸν εἰκοστὸν αἰῶνα, τὸν αἰῶνα τοῦ διαστήματος, κατὰ τὸν ὁποῖον οἱ ἀστροναῦται ἱπτάμενοι δὲν συνήντησαν πτερὰ ἀγγέλων, δὲν πρέπει, λέγουν, νὰ ὑπάρχουν μοναστήρια. Εὑρίσκονται ἐκτὸς τοῦ ῥυθμοῦ τῆς συγχρόνου ζωῆς. Εἰς τὴν θέσιν τῶν μοναστηρίων πρέπει νὰ κτισθοῦν τουριστικὰ κέντρα, διὰ νὰ κάμνουν ἐκεῖ τὰς ἐκδρομάς των κατὰ τὰς Κυριακὰς τὰ μέλη τῶν φυσιολατρικῶν συλλόγων καὶ νὰ προσφέρουν τὴν λατρείαν των εἰς τὸν θεὸν Πᾶνα, νὰ λατρεύουν τὴν κτίσιν ἀντὶ τοῦ Κτίσαντος! Καὶ ἤδη ἤρχισεν ἡ ἀνέγερσις τουριστικῶν κέντρων εἰς κορυφὰς ὀρέων, τὰς ὁποίας ἄλλοτε ἡ εὐσέβεια τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ εἶχεν ἀφιερώσει εἰς τὸν Σωτῆρα Χριστόν, εἰς τὴν Ὑπεραγίαν Θεοτόκον καὶ εἰς τοὺς Ἁγίους. Μοναὶ καὶ ἐξωκκλήσια ἐστόλιζον ἄλλοτε τὰς κορυφὰς μαγευτικῶν τοπίων τῆς Ἑλλάδος, στῆλαι διαλαλοῦσαι τὴν εὐλάβειαν τῶν Ἑλλήνων. Νέα θεότης, ὁ Τουρισμός, ἐξαπλώνει τὴν κυριαρχίαν του καὶ τὰ πάντα θέλει νὰ μεταβάλλη εἰς ναοὺς καὶ ναΰδρια τῆς σαρκολατρίας τοῦ αἰῶνος μας. Τὰ πάντα διὰ τὸ σῶμα, διὰ τὰς ἀνέσεις καὶ ἀπολαύσεις τοῦ σαρκίου. Διὰ τὸ πνεῦμα οὐδεμία θέσις. Πανταχόθεν τοῦτο ἐκτοπίζεται. Ἐπιστρέφομεν εἰς εἰδωλολατρίαν. Ἐντὸς ὀλίγου δὲν θὰ ἀκούεται πλέον ὁ γλυκὺς ἤχος τῆς καμπάνας τῶν ἐξωκκλησίων μας, ποὺ αὐτὸς καὶ μόνος ἔφθανε διὰ νὰ ὑπενθυμίζη εἰς τὸν ἄνθρωπον, ὅτι ὑπάρχουν καὶ ἄλλα καθήκοντα, ὑψηλότερα, καὶ ὅτι ἄλλος κόσμος μᾶς ἀναμένει, τοῦ ὁποίου ὁ παρὼν κόσμος εἶνε μία σκιά. Ἀλλὰ καὶ αὐταὶ ἀκόμη αἱ ὑπομνήσεις τῆς αἰωνιότητος ἐνοχλοῦν τοὺς συγχρόνους ἀνθρώπους, καὶ πρέπει καὶ αὐταὶ νὰ σβήσουν. Οὔτε κρούσεις κωδώνων, οὔτε ψαλμωδίαι, οὔτε θυμιάματα, οὔτε ῥάσα μοναχοῦ Read more »