ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ: «ΒΛΕΠΕ, ΧΡΗΜΑΤΩΝ ΕΡΑΣΤΑ…»
Δύο ὁμιλίες τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
Ἡ πρώτη εἶναι σὲ pdf
ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ
O IOYΔΑΣ ΠΡΟ ΤΗΣ ΠΡΟΔΟΣΙΑΣ
«Ὤ τῆς Ἰούδα ἀθλιότητος!» (αἶν. Μ. Τετ.)
Η γῆ, ἀγαπητοί μου, ὁ μικρὸς αὐτὸς πλανήτης, ἦταν ἐποχὴ ποὺ ἦταν καθαρὴ ἀπὸ ἐγκλήματα. Τὸ πρῶτο ἔγκλημα ἔγινε ὅταν ὁ Κάϊν ἐφόνευσε τὸν ἀδελφό του Ἄβελ. Ἀπὸ τότε μολύνθηκε καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ μολύνεται.
Ἀναρίθμητα τὰ ἐγκλήματα ποὺ ἔχουν γίνει. Ἀλλὰ τὸ μεγαλύτερο ἀπ᾽ ὅλα εἶνε αὐτὸ ποὺ αὐτὲς τὶς ἅγιες ἡμέρες μᾶς μαζεύει στὴν ἐκκλησία, τὸ ἔγκλημα κατὰ τοῦ Θεανθρώπου. Ἴλιγγος σὲ πιάνει ἂν σκεφθῇς ὅτι τὸ σκουλήκι τῆς γῆς, ὁ ἐλεεινὸς ἄνθρωπος, σκότωσε τὸ Δημιουργό του, τὸν Κτίστη τῶν ἁπάντων! Ἔφθασε στὸ ναδὶρ τῆς ἀθλιότητος. Καὶ ὅπως σὲ κάθε ἔγκλημα ὑπάρχουν φυσικοὶ καὶ ἠθικοὶ αὐτουργοί, ἔτσι καὶ στὸ ἔγκλημα αὐτό. «Ὄψονται εἰς ὃν ἐξεκέντησαν» (Ἰω. 19,37). Ἔνοχοι εἶνε οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ φαρισαῖοι, οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ σαδδουκαῖοι, ὁ Ἄννας καὶ ὁ Καϊάφας, ὁ Πόντιος Πιλᾶτος καὶ ὁ ὄχλος ποὺ φώναζε «Ἆρον ἆρον, σταύρωσον αὐτόν» (ἔ.ἀ. 19,15).
Ἀλλὰ περισσότερο ἀπὸ ὅλους ἔνοχος εἶνε ὁ Ἰούδας. Τὸ εἶπε ὁ Χριστὸς στὸν Πιλᾶτο· Κ᾽ ἐσὺ ἔχεις εὐθύνη, ἀλλὰ πιὸ μεγάλη ἁμαρτία ἔχει ἐκεῖνος ποὺ μὲ παρέδωσε σ᾽ ἐσένα (βλ. ἔ.ἀ. 19,11). Γι᾽ αὐτὸ ἡ ὑμνολογία γιὰ τὸν Ἰούδα χρησιμοποιεῖ τὰ πιὸ σκληρὰ λόγια· «δοῦλος», «δόλιος», «ἐπίβουλος», «διάβολος», «προδότης»…
Ἂς δοῦμε τὴν καταγωγή του καὶ τί ἦταν ἐκεῖνο ποὺ τὸν ἔσπρωξε στὸ ἔγκλημα.
* * *
Ὁ Ἰούδας δὲν ξεφύτρωσε ἔτσι· κάποια μάνα τὸν γέννησε καὶ τὸν θήλασε, ἕνας πατέρας τὸν ἀνέθρεψε, ἕνα χωριὸ τὸν μεγάλωσε. Γεννήθηκε στὴν Ἰουδαία, στὸ χωριὸ Καριώθ (Ἰερ. 31,24), ἐξ οὗ καὶ Ἰσκαριώτης. Ἔχει σημασία ἡ καταγωγή. Ὅπως ὅταν πᾷς πάνω ἀπὸ ἕνα πηγάδι καὶ φωνάξῃς ἀκοῦς τὸν ἀντίλαλο τῆς φωνῆς σου, ἔτσι καὶ τὰ παιδιὰ εἶνε ἡ ἠχὼ τῆς κοινωνίας ποὺ τὰ διαμορφώνει. Οἱ ἄλλοι ἕνδεκα μαθηταὶ ἦταν ψαρᾶδες καὶ κατάγονταν ἀπὸ τὴ Γαλιλαία, ἀπὸ μέρη ταπεινὰ καὶ μὲ εὐγενέστερους ἀνθρώπους ἀπὸ ἐκείνους ποὺ κατοικοῦσαν στὴν περιοχὴ τῆς Ἰουδαίας.
Δὲν μποροῦμε πάντως νὰ ἀρνηθοῦμε ὅτι ὁ Ἰούδας, μολονότι προϊὸν μιᾶς κακῆς κοινωνίας, εἶχε καὶ καλὲς διαθέσεις. Δὲν ὑπάρχει ἐγκληματίας ποὺ δὲν ἔχει καὶ κάποια καλὴ διάθεσι· ὅπως δὲν ὑπάρχει καὶ ἅγιος χωρὶς κάποιο ἐλάττωμα. Ἕνας εἶνε ὁ τέλειος καὶ ἀναμάρτητος, ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Ὅλα τὰ ἀνθρώπινα τὰ σκιάζει ἡ ἀτέλεια καὶ ἡ ἁμαρτία.
Ὁ Χριστὸς τίμησε τὸν Ἰούδα ὅπως καὶ τοὺς ἄλλους μαθητάς. Δὲν ἔκανε διακρίσεις ὅπως κάνουν κάποιοι γονεῖς στὰ παιδιά τους. Δὲν τὸν στέρησε ἀπὸ τίποτα, ὅπως ψάλλει ἡ Ἐκκλησία (βλ. κάθ. ὄρθρ. Μ. Παρ. πρὸ τοῦ Γ΄ εὐαγγ. «Ποῖός σε τρόπος, Ἰούδα…»). Δὲν τὸν χώρισε ἀπὸ τὸν ὅμιλο τῶν ἀποστόλων. Τοῦ ἔδωσε, ὅπως καὶ σ᾽ ἐκείνους, τὸ χάρισμα νὰ θεραπεύῃ ἀσθένειες καὶ τὴν ἐξουσία νὰ βγάζῃ δαιμόνια. Τὸν ἔστειλε, ὅπως κ᾽ ἐκείνους, στὸ κήρυγμα καὶ τὸ ἔργο τῆς ἱεραποστολῆς. Ὅταν στὴν ἔρημο εὐλόγησε τὰ πέντε ψωμιὰ καὶ χόρτασε ὁ κόσμος καὶ περίσσεψαν δώδεκα κοφίνια μὲ κλάσματα, ἔδωσε καὶ σ᾽ αὐτὸν ἕνα κοφίνι. Κι ὅταν τὴ νύχτα τῆς Μεγάλης Πέμπτης πῆρε νιπτῆρα – λεκάνη κ᾽ ἔπλυνε τὰ πόδια τῶν μαθητῶν, ἔπλυνε καὶ τὰ πόδια τοῦ Ἰούδα, ἂν καὶ γνώριζε ὅτι ὕστερα ἀπὸ λίγη ὥρα θὰ πάῃ νὰ τὸν προδώσῃ. Κι ὅταν κάθησε στὸ τραπέζι καὶ εἶχε ὑπ᾽ ὄψι τὸ σκοπό του, δὲν τὸν προσέβαλε· ἐνῷ μποροῦσε νὰ τοῦ πῇ, Προδότη, ἀχάριστε κ.λ., ἔδειξε ἀνεξικακία καὶ πραότητα. Εἶπε μόνο «Κάποιος ἀπὸ σᾶς θὰ μὲ προδώσῃ» (Ματθ. 26,21). Κ᾽ ἐνῷ ὅλοι ἀνησύχησαν, κι ὁ Πέτρος κι ὁ Ἰωάννης καὶ οἱ ἄλλοι, ἕνας μόνο ἔμεινε ἀσυγκίνητος, ὁ Ἰούδας. Τί κι ἂν Χριστὸς μὲ ἀγάπη τοῦ προσέφερε «τὸ ψωμίον» βουτηγμένο στὸ «τρύβλιον» (ἔ.ἀ. 26,23. Μᾶρκ. 14,20. Ἰω. 13,26-27); ἐκεῖνος ἔμεινε ἀναίσθητος. Μετὰ ἀπὸ αὐτὸ ἔφυγε ἀπὸ τὸ δεῖπνο. Read more »