Ο Χριστος εινε το φως
Ἀγαπητά μου παιδιά,
ΔΕΝ σᾶς θεωρῶ μαθήτριες τοῦ νηπιαγωγείου. Εἶσθε μαθήτριες τοῦ λυκείου. Γι᾿ αὐτὸ θὰ προσπαθήσω νὰ σᾶς μιλήσω σὲ μιὰ γλῶσσα κάπως ὑψηλότερη, γλῶσσα ποὺ ταιριάζει περισσότερο στὴν ἡλικία καὶ στὴ μόρφωσί σας.
Παίρνω ἀφορμὴ γιὰ ν᾿ ἀρχίσω τὸ λόγο μου ἀπὸ τὴν ὀνομασία τοῦ σχολείου στὸ ὁποῖο φοιτᾶτε. Πῶς ὀνομάζεται; Λύκειο. Τί θὰ πῆ λύκειο; Εἶνε μιὰ λέξι τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς γλώσσης, ποὺ εἶνε ἡ ὡραιότερη ἀπ᾿ ὅλες τὶς γλῶσσες τοῦ κόσμου. Δὲν τὸ λέμε αὐτὸ ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες. Ἐμεῖς οἱ νεώτεροι Ἕλληνες δυστυχῶς περιφρονοῦμε τὴν ὡραία γλῶσσα τῶν προγόνων μας. Ὑπάρχουν «ἕλληνες» ποὺ θὰ χαροῦν, ἂν οἱ χαρακτῆρες τοῦ ἑλληνικοῦ ἀλφαβήτου ἀντικατασταθοῦν μὲ λατινικούς, ὅπως τελευταίως γίνεται πολὺς λόγος γιὰ μιὰ τέτοια ἀντικατάστασι, διότι οἱ εἰσηγηταὶ αὐτοὶ μισοῦν τὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα, μισοῦν τὴν Ἑλλάδα. Καὶ λέγονται αὐτοὶ Ἕλληνες! Δὲν τὸ λένε, λοιπόν, οἱ Ἕλληνες, ἀλλὰ οἱ ξένοι, ὅτι ἡ ἑλληνικὴ γλῶσσα εἶνε ἡ ὡραιότερη, ἡ ἀκριβέστερη καὶ ἡ πλουσιώτερη γλῶσσα τοῦ κόσμου. Ἡ γλῶσσα τῶν ἀγρίων δὲν ξεπερνᾶ τὶς λέξεις. Ἄλλα ἔθνη ἔχουν στὴ γλῶσσα τους 10, 15, 20, 25, 30 χιλιάδες λέξεις. Ἐνῶ ἡ δική μας γλῶσσα ἔχει πάνω ἀπὸ 120 χιλιάδες λέξεις! Σ᾿ αὐτὴν θέλησε ἡ θεία πρόνοια νὰ γραφτῇ καὶ τὸ ἅγιο Εὐαγγέλιο.
Ἐπανέρχομαι στὴν ἐτυμολογία τῆς λέξεως λύκειο. Προέρχεται ἀπὸ τὴν ἀρχαία καὶ σπάνια λέξι λύκη (=φῶς). Ἀπ᾿ αὐτὴν προέρχεται καὶ ἡ λατινικὴ λέξι ῝῟ἷ–ὴἂὖ (=φῶς), καθὼς καὶ οἱ ἑλληνικὲς λύχνος, λευκός, λυκαυγὲς (=τὸ γλυκοχάραμα τοῦ ἥλιου τὸ πρωὶ ἀπὸ τὸν ὁρίζοντα τῆς ἀνατολῆς), λυκόφως (=τὸ ἱλαρὸ φῶς ποὺ στέλνει ὁ ἥλιος ὅταν τὸ δειλινὸ γέρνει πρὸς τὴ δύσι). Ἀπὸ τὴν δια λέξι, ὅπως επαμε, προέρχεται καὶ ἡ λέξι λύκειο, ποὺ σημαίνει τὸ σχολεῖο ἐκεῖνο ποὺ σὰν φῶς σκορπάει τὴ γνῶσι καὶ διαλύει τὰ σκοτάδια τῆς ἀγνοίας. Λύκειο στὴν ἀρχαιότητα λεγόταν τὸ γυμνάσιο ἢ ἡ παλαίστρα στὸ ἀνατολικὸ προάστιο τῶν Ἀθηνῶν, ποὺ εἶχε σκεπασμένους μὲ στέγη διαδρόμους – περιπάτους. Δίπλα ὑπῆρχε ἕνας ναὸς τοῦ λυκείου Ἀπόλλωνος, ἀπ᾿ τὸν ὁποῖο πῆρε καὶ τὸ ὄνομα λύκειο. Ὁ Ἀπόλλων λεγόταν λύκειος, ἐπειδὴ ἐθεωρεῖτο θεὸς τοῦ φωτός. Σ᾿ αὐτὸ τὸ πρῶτο λύκειο σύχναζε ὁ Σωκράτης καὶ ἀργότερα ὁ Ἀριστοτέλης ἀρεσκόταν νὰ διδάσκῃ περπατώντας, γι᾿ αὐτὸ καὶ οἱ μαθηταί του ὠνομάσθηκαν λύκειοι περιπατητικοί. Ἀπὸ ἐκεῖνο τὸ λύκειο πῆραν τὴν ὀνομασία καὶ τὰ σημερινὰ σχολεῖα, στὰ ὁποῖα φοιτᾶτε. Οἱ νεώτεροι Ἕλληνες ἀναστήσαμε μιὰ λέξι, ποὺ ἦταν σχεδὸν ξεχασμένη στὰ βάθη τῆς ἀρχαιότητος.
Πρέπει νὰ σημειώσουμε, ὅτι τὸ πρῶτο ἐκεῖνο λύκειο τῶν Ἀθηνῶν, παρ᾿ ὅλη τὴ φήμη του, κρινόμενο μὲ σημερινὰ χριστιανικὰ κριτήρια, εἶχε λίγο φῶς, σχεδὸν μηδαμινό. Διδάσκονταν βεβαίως ὡρισμένα μαθήματα, ἀλλὰ οἱ ἀλήθειες τῶν μαθημάτων αὐτῶν σκιάζονταν ἀπὸ τὸ σκοτάδι τῆς εἰδωλολατρίας, ἡ ὁποία εἶνε βαθὺ σκοτάδι. Ἐνῶ τὰ λύκεια τῆς ἐποχῆς μας ἔχουν ἄφθονο φῶς. Διότι δὲν μεταδίδουν στοὺς μαθητὰς μόνο τὸ φῶς τῶν ἐγκυκλοπαιδικῶν λεγομένων γνώσεων, ἀλλὰ σκορπίζουν σ᾿ αὐτοὺς καὶ τὸ μεγάλο φῶς τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, διότι διδάσκεται σ᾿ αὐτὰ ὁ Χριστός, ποὺ εἶνε ὁ ἀθάνατος πνευματικὸς «Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης», ὅπως τὸν ὀνομάζει ἡ Ἐκκλησία, καὶ τὸ «φῶς τὸ ἀληθινόν», «τὸ φῶς τῶν ἀνθρώπων», «τὸ φῶς τοῦ κόσμου», «τὸ φῶς τῆς ζωῆς», ὅπως τὸν ὀνομάζει τὸ Εὐαγγέλιο (Ἰωάνν. 1,9· 1,4· 8,12), ἄσχετα ἂν στὶς μέρες μας ἄθεοι καὶ ἄπιστοι, νοσταλγοὶ τοῦ σκότους τῆς εἰδωλολατρικῆς ἀρχαιότητος, ζητοῦν ν᾿ ἀπομακρυνθῇ ἀπὸ τὰ σχολεῖα τῆς πατρίδος μας τὸ μάθημα τῶν θρησκευτικῶν. Παρ᾿ ὅλες ὅμως τὶς προσπάθειες τῶν ἀθέων σκοταδιστῶν, ὁ Χριστὸς ὡς Ἥλιος πνευματικὸς δὲν θὰ σβήσῃ ποτέ.
Τὰ ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ κάποια μέρα θὰ σβήσουν, ἀλλ᾿ ὁ Χριστὸς θὰ μεσουρανῇ αἰωνίως στὸ στερέωμα τοῦ πνευματικοῦ κόσμου ὡς Ἥλιος ἀκηλίδωτος, ἄδυτος, ὅλος φῶς, αὐτόφως. Διότι φῶς εἶνε ἡ θεϊκή του διδασκαλία, φῶς τὰ ἄπειρα θαύματά του, φῶς ἡ ἁγιότης τοῦ βίου του, φῶς ἡ σταύρωσί του, φῶς ἡ ἀνάστασί του. Ὅλα φῶς στὴ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ. Δὲν ὑπάρχει καμμιὰ σκιά, καμμιὰ κηλῖδα στὸ βίο του, ἐνῶ ὁ φυσικὸς ἥλιος, τὸ φωτεινότατο αὐτὸ ἄστρο τῆς ἡμέρας, ὅπως λένε οἱ ἀστρονόμοι, ἔχει καὶ κηλῖδες σκοτεινές. Read more »