Τα πτωχαδακια της Kοζανης. Το 1942, 43, 44, τα φοβερα αὐτα χρονια, που τα τρεμει ὁ λογισμος. Tο σωφερέικο με τον π. Αὐγουστινο
ΜΙΑ ΖΩΝΤΑΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ Α
(ὁ π. Αὐγουστῖνος Καντιώτης στὴν Κοζάνη)_
(Μερος 10ο), (σελ. 31-33)
Τὰ πτωχαδακια της Kοζανης
(Ἀπὸ τὸν Κύκλο Ἁγίας Γραφῆς τῶν ἀνδρῶν, στὴν αίθουσα τῆς Μητροπόλεως Φλωρίνης, στὶς 10-3-1976 (Πρὸς Κολασσαεῖς α΄, 8ῇ)
- Ἐπί τῇ ἐμφανίσει τοῦ προέδρου τοῦ Συλλόγου τῶν «40 Μαρτύρων» Κοζάνης, Εὐθύμιου Καρμαζῆ, ὁ π. Αὐγουστῖνος εἶπε·
«Ἀργὰ μᾶς ἦρθες κ. Εὐθύμιε, ἀλλὰ ἐπειδὴ εἶσαι ἀπὸ μακριά, σὲ συγχωροῦμε. Ἔλα κάθησε ἐδῶ μπροστά.
Nά, καὶ αὐτὸς εἶνε ἀπὸ τὰ πτωχαδάκια, ποὺ σᾶς εἶπα. Κοζανίτης εἶνε. Ἐπίκαιρο εἶνε καὶ αὐτὸ τὸ θέμα, γι’ αὐτὸ σὲ πραγματικότητα θὰ ὁμιλήσω. Θὰ κάνω μιὰ παρένθεσι καὶ θὰ μιλήσω γιὰ τὸν κ. Εὐθύμιο, μιὰ ποὺ εὑρίσκεται ἐδῶ.
-Στην φωτογραφία ο κ. Ευθύμιος Καρμαζης σκυμμένος στο αυτοκίνητο, μιλᾶ με τον π Αυγουστινο. Στο ὲκκλησάκι των Νεομαρτύρων Αμυνταίου, το 1974
TA ΦOBEPA EKEINA XPONIA
ΤΟΥ 1942, 43, 44
Tώρα πᾶνε, περάσαν πολλὰ χρόνια, γέρασα. Κακὸ πρᾶγμα νὰ γερνάῃ κανείς. Πόσα ἔχουν δεῖ τὰ ματάκια μου καὶ πόσους κινδύνους πέρασα!
Ἦταν τὸ 1942,43,44, τὰ φοβερὰ εκείνα χρόνια, ποὺ τὰ τρέμει ὁ λογισμός. Δὲν κοιμόμασταν σ’ ἕνα σπίτι, κάθε μέρα ἀλλάζαμε σπίτι καὶ δὲν ξέραμε ἂν θὰ ζήσουμε. Ξημέρωνε καὶ λέγαμε· “Θεέ μου, πότε θὰ βραδιάση· βράδιαζε, καῖ λέγαμε· “Πότε θα ξημερώσῃ’’. Ὅσοι ζήσανε ἐκεῖνα τὰ χρόνια, τὰ θυμοῦνται αὐτά. Εἶνε φρικτὰ πράγματα. Ἐκεῖ, στὴν Κοζάνη βρέθηκα τὰ χρόνια ἐκείνα.
Πεῖνα, δυστυχία, καταστροφή. Γέμισε ἡ πόλις, τῶν 15.000, ἔγινε 30.000 τότε.
Ὅλα τὰ χωριὰ καιγόταν καὶ ἐρχόταν στὴν πόλη οἱ ἄνθρωποι, ξυπόλητοι, γυμνοί, ἐλεεινοί, τρισάθλιοι. Οἱ πλούσιοι θησαυρίζανε, γλεντοῦσαν καὶ οὐδεμία ἰδέα εἶχαν. Kαὶ ἦταν πλούσια ἡ Κοζάνη, εἶχε πολλὰ λεπτά. Τοὺς ἐπιτέθηκα ἀγρίως, ὄχι μὲ τὴν γλῶσσα ποὺ μιλάω ἐδῶ, ἀλλὰ μὲ καυστικὴ γλῶσσα. Δὲν μπορεῖτε νὰ φανταστῆτε μὲ ποιὰ γλῶσσα τοὺς ὡμίλησα. Λοιπόν, ὅλοι αὐτοὶ συνασπιστῆκαν, μικροὶ, μεγάλοι, ἐπιστήμονες, πλούσιοι καὶ μὲ ἐπιτέθηκαν, ἀλλὰ ἐδικαιώθηκα ἐκ τῶν ὑστέρων· διότι αὐτὰ ποὺ τοὺς εἶπα, ἦταν ἀληθινά.
Στὴν πλατεια της Kοζανης
Tὸ πιὸ συγκλονιστικὸ πρᾶγμα ποὺ συνέβη στὴν ζωή μου, ἤτανε τὸ ἐξῆς·
Ὅταν κατέβηκε ἀπὸ τὰ βουνά ὁ καπεταν Μάρκος μὲ τοὺς ἀνθρώπους του καὶ μπῆκε στὴν πόλη ―αὐτὰ δὲν εἶνε παραμύθια ποὺ θὰ σᾶς πῶ― πῆγαν στὴν πλατεία τῆς Κοζάνης καὶ ἄρχισαν νὰ σκάβουν. Σκάβανε, σκάβανε καὶ ἔλεγαν οἱ ἄνθρωποι ποὺ τοὺς βλέπανε· “Tρελαθήκαν αὐτοί’’; Mὰ δὲν ἦταν τρελλοί. Ἤξεραν καλὰ ἀπὸ μυστικὰ τῶν ἐργατῶν ὅτι κάτω ἀπὸ τὴν πλατεία τῆς Κοζάνης εἶχαν ἀνοίξει οἱ πλούσιοι τῆς πόλεως ἕναν ὑπόνομο καὶ ἐκεῖ κρύψανε τόνους δέρματα, σκληροδέρματα, ἀπὸ παπούτσια καὶ ἀγγεῖα μὲ λῖρες καὶ αὐτοὶ τὰ βγάλαν ἔξω. Καὶ μετά, τσακωθῆκαν αὐτοὶ μεταξύ των, καὶ πῆγαν νὰ σκοτωθοῦν. Μέχρι τὸ βράδυ, τὰ εἶχαν μοιράσει οἱ συντρόφοι . Παραμύθι σᾶς φαίνεται αὐτό;
Tὸ σωφερέικο με τον π. Αὐγουστινο
Τότε αὐτοὶ οἱ πλούσοι, μὲ κηρύξαν φοβερὸ καὶ τρομερὸ πόλεμο. Πῶς ἐγλίτωσα, ὁ Θεὸς ξέρει. Ἀλλὰ ἂς τὰ ἀφήσω αὐτά. Ἐκεῖνο ποὺ θέλω νὰ σᾶς πῶ σχετικὰ μὲ τὸ μάθημα, κοντὰ στὸ κήρυγμα τὸ δικό μου ποιοί στάθηκαν; Τὰ πτωχαδάκια,οἱ σωφὲρ βρεθῆκαν καὶ λέγαν μέσα στὴν Kοζάνη· Mὲ τὸν Kαντιώτη ποῖοι πηγαίνουν; Ὅλο τe σωφερέικο·* γιατὶ ἡ Κοζάνη εἶνε ἡ πόλις τῶν σωφέρ. Οἱ καλλίτεροι σωφὲρ τῆς Ἑλλάδος εἶνε οἱ Κοζανίτες. Ἔχουν ἐκεῖ τὸ δρόμο τῆς Καστανιᾶς- ἡ Καστανιὰ καὶ ὁ Σαραντάπορος τοὺς ἐγύμνασε καὶ εἶνε φοβεροὶ ὁδηγοί. Τώρα ὁ Εὐθύμιος εἶνε 75 χρονῶν καὶ ὁδηγάει ἀκόμα, εἶνε ὁ ἀρχαιότερος σωφὲρ τῆς Ἑλλάδος. Tοῦ λέω· κάτσε φρόνημα. Αὐτὸς τίποτε, ὁδηγάει τὸ αὐτοκίνητο ἀκόμα.
Λοιπόν, αὐτοὶ ἤτανε κοντά μου. Καμμιὰ 30-40 ἦταν καὶ μὲ αὐτοὺς καὶ μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ ξεκίνησα καὶ κάναμε τὸν ἀγώνα.
Μὲ τὴν βοήθεια αὐτῶν τῶν μικρῶν κάναμε τὰ συσσίτια. Ἒ, κατόπιν κοντὰ σ’ αὐτοὺς ἦρθε καὶ κανένας δάσκαλος ἦρθε καὶ κανένας ἄλλος, ἀλλὰ αὐτοὶ ἤτανε ἡ ῥίζα. Αὐτοὶ φκιάξαν ἕνα Σύλλογο καὶ ἀπὸ 50 πιάτα φτάσανε 8.000 πιάτα. Ὁ κ. Εὐθύμιος ἦταν τότε κοντά μου.
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.