Αυγουστίνος Καντιώτης



Ἡ κλησις – «Δευτε ὀπισω μου και ποιησω ὑμας ἁλιεις ἀνθρωπων» (Ματθ. 4,19)

date Ιούν 17th, 2023 | filed Filed under: ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ

Περίοδος Δ΄ – Ἔτος Μ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 2562

Κυριακὴ Β΄ Ματθαίου (Ματθ. 4,18-23)
18 Ἰουνίου 2023
Του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστινου Καντιώτου

Ἡ κλησις

«Δεῦτε ὀπίσω μου καὶ ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων» (Ματθ. 4,19)

Παντοκρ. Πλατ.Ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος, ἀγαπητοί μου, ἀ­φήνοντας λεπτομέρειες τῆς συναν­τήσεως τῶν μα­θητῶν μὲ τὸν Κύριό μας καὶ τὰ περιστατικὰ τῆς κλήσε­ως ποὺ ἀναφέρουν ἄλλοι εὐαγγελισταί (βλ. Ἰω. 1,37-40. Λουκ. 5,1-11), φτάνει στὴ στιγμὴ τῆς κλήσεώς των (βλ. Ματθ. 4,18-23).
Ἐγώ, ὅταν σήμερα, στὴν σκληρὴ ἐποχή μας, ἀ­να­λογίζωμαι μὲ πόση προθυμία οἱ ψαρᾶδες ἐ­κεῖνοι τῆς Γαλιλαίας ἀνταποκρίθηκαν στὴν πρόσ­κλησι τοῦ Χριστοῦ γιὰ τὸ ἀποστο­λι­­κὸ ἔργο, συγ­κινοῦμαι μέχρι δα­κρύων. Ἔφτασε ἕνας μόνο λόγος του, τὸ «Δεῦτε ὀπί­σω μου καὶ ποιήσω ὑμᾶς ἁλι­εῖς ἀν­­­θρώπων» (Ματθ. 4,19), γιὰ νὰ δονήσῃ βαθειὰ τὴν ψυχή τους καὶ νὰ πάρουν μιὰ ἀπόφασι, ποὺ μπροστά της στέκει μὲ θαυμασμὸ ἡ Χριστιανοσύνη. Ἀπὸ τὴ στιγμὴ ἐκείνη ἀκολού­θησαν τὸν Ἰησοῦ, ποὺ οὔτε χωράφια οὔτε σπίτια τοὺς ὑποσχέθηκε παρὰ μόνο φτώχεια καὶ σταυρό!

* * *

Ὑπάρχει μία παρόμοια πρόσκλησι στὴν Παλαιὰ Δι­αθήκη (βλ. Γ΄ Βασ. 19,19-21). Ὁ προφήτης Ἠλίας ὁ Θεσβίτης, σὲ χρόνια μεγάλης πνευματικῆς κατα­πτώ­σεως τοῦ Ἰσραήλ, περνοῦσε μιὰ μέρα ἀπὸ ἕνα κτῆμα. Εἶ­δε ἐκεῖ ἕνα νεαρό, τὸν Ἐ­λισαῖο τὸ γυιὸ τοῦ Σαφάτ, ποὺ ἔχοντας στὴ δούλεψή του ζευγολάτες ὤργωνε μὲ δώδεκα ἀλέτρια ποὺ τά ᾽σερναν δώδεκα ζευγάρια βόδια· ἕνα ἀπ᾽ αὐτὰ ὡδηγοῦσε ὁ ἴδιος. Μὲ θεία φώ­τισι ἡ Ἠλίας εἶδε, ὅτι ὁ νεαρὸς αὐτὸς εἶνε ὁ κατάλ­ληλος νὰ τὸν δι­αδεχθῇ στὴ δύσκολη προφητικὴ ἀ­ποστολή. Τὸν καλεῖ λοιπὸν ἀλλὰ μ᾽ ἕνα τρόπο περί­εργο· δίχως νὰ τοῦ πῇ λέξι ἀρκέστηκε νὰ ῥίξῃ ἐπάνω στὸν Ἐλισαῖο τὴ θαυματουργὴ ἐκείνη μηλωτή, τὸ πανωφόρι του φτειαγμένο ἀπὸ δέρμα προβά­του ἢ κατσίκας. Αὐτό, συμβολικά, σήμαινε ὅτι τὸν καλεῖ ν᾽ ἀφήσῃ τὸν πατέρα, τὰ χωράφια καὶ τὰ πλού­τη του καὶ νὰ γίνῃ μαθητὴς καὶ ἀκόλουθός του, ἀκό­λουθος ἑνὸς ποὺ τὸν καταδίωκαν οἱ βασιλιᾶ­δες καὶ ζοῦ­σε ζωὴ σκληρὴ γεμάτη περιπέτει­ες καὶ κινδύνους. Καὶ ὅμως ὁ Ἐλισαῖος δὲν δίστασε καθόλου· πῆ­ρε τὴν ἡρωικὴ ἀπόφασι. Μὲ τὴν ἄ­δεια τοῦ Ἠλία ἀ­­ποχαιρέτησε τὸν πατέρα του, προσ­έφερε εὐ­χαριστήρια θυσία στὸ Θεό γιὰ τὴ δύσ­κο­λη ἀλλὰ τιμητικὴ κλῆσι, ἔσφαξε τὰ βόδια καὶ τὰ ἔψησε καίγοντας τὰ ξύλα ἀπὸ τὰ ἄροτρα, καὶ ἔ­­κανε τραπέζι στὸ λαό. Καὶ μετὰ ὁ Ἐλισαῖος «ση­κώθηκε κι ἀκολούθησε τὸν Ἠλία, καὶ τὸν ὑ­πη­ρετοῦσε» (Γ΄ Βασ. 19,21). Ὁ γυιὸς ἑνὸς πλουσίου γαιοκτήμονα ἔγινε ὑπηρέτης ἑνὸς φτωχοῦ καὶ κυνηγημένου! λακωνικὴ ἔκφρασι, ποὺ κρύβει μεγαλεῖο· ἀλλὰ πόση πίστι ἀπαιτοῦσε!
Καὶ νά τώρα, μετὰ ἀπὸ ἐννέα αἰῶνες, ἔρχον­ται οἱ ψαρᾶδες τῆς Γαλιλαίας νὰ ἐπαναλάβουν τὸ παράδειγμα ἐκεῖνο. Ἀλλ᾽ αὐτὸς ποὺ καλεῖ σήμερα αὐ­τοὺς δὲν εἶνε ὁ προφήτης Ἠλίας ἢ κάποιος ἄλ­λος προφήτης· εἶνε ὁ μείζων ὅλων τῶν προφη­τῶν, εἶνε –κατὰ τὴ μαρτυρία τοῦ Προδρό­μου ποὺ τὴν ἐπανέ­λαβε δύο καὶ τρεῖς φορές– ὁ Υἱ­ὸς καὶ «ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτί­αν τοῦ κόσμου» (Ἰω. 1,29)· εἶνε ὁ Κύριος. Αὐτὸς καλεῖ τώρα· καὶ εἶνε ὁ μόνος ποὺ ἔ­χει τὸ δικαίωμα αὐ­τό, νὰ καλῇ σὲ ὑπηρεσία τοὺς ἀνθρώπους, ὡς δημιουργὸς καὶ πλάστης. Ἐν ἀντιθέσει μὲ ἄλ­λους, ποὺ σφετερίζονται τὴν ἐξουσία καὶ διοικοῦν δικτατορικὰ τοὺς ἀνθρώπους, ὁ Κύριος, ποὺ ἔ­πλα­σε τὸν ἄνθρωπο «κατ᾽ εἰκόνα καὶ ὁ­μοίωσίν» του (Γέν. 1,26) καὶ τὸν καλλώπισε μὲ τὰ δῶρα τῆς νοήσεως καὶ τῆς βουλήσεως, σέβεται τὴν ἐ­λευ­θερία τῶν ἀνθρώπων, ποὺ αὐτὸς τοὺς ἔ­δωσε, καὶ ἀφήνει κάθε ἄνθρωπο ν᾽ ἀπαντήσῃ στὴν τιμητικὴ κλῆσι του ἢ μ᾽ ἕνα Ὄχι ἢ μ᾽ ἕνα Ναί.
Οἱ τέσσερις πρῶτοι ψαρᾶδες, ὅπως καὶ οἱ ὑ­πόλοιποι ἀπὸ τοὺς δώδεκα ἀποστόλους, στὴν πρόσ­κλησι τοῦ Κυρίου «Δεῦτε ὀπίσω μου» ἀπήν­­­­τησαν ὄ­χι μὲ ῥητορικὲς προσφωνήσεις, ὅ­πως ἀ­κοῦμε τώρα σὲ χειροτονίες κληρικῶν καὶ μάλιστα ἐπισκόπων, ἀλλὰ ἐμπράκτως, κάτι ποὺ ἔχει βαρύτητα. Τὸ μεγάλο αὐτὸ πνευματικὸ γεγονός, ποὺ ἡ εὐεργετι­κὴ ἐπιρροή του θὰ ἐξαπλωθῇ σὲ ὅλο τὸν κόσμο, περιγράφεται μὲ λίγες λέξεις. Γιὰ τὸ πρῶτο ζεῦγος ἀδελφῶν, τὸν Πέτρο καὶ τὸν Ἀνδρέα, ὁ εὐαγγελιστὴς σημειώνει «οἱ δὲ εὐθέως ἀφέντες τὰ δίκτυα ἠ­κολούθη­σαν αὐτῷ»· καὶ γιὰ τὸν Ἰωάννη καὶ τὸν Ἰά­κω­βο λέει «οἱ δὲ εὐθέως ἀφέντες τὸ πλοῖ­ον καὶ τὸν πατέρα αὐ­τῶν ἠκολούθησαν αὐτῷ» (Ματθ. 4,20,22).

* * *

Ἀξίζει νὰ σταματήσουμε ἐδῶ καὶ νὰ σκεφτοῦ­με ἐπάνω στὶς λίγες αὐτὲς λέξεις. Μελετώντας τὴν περικοπὴ αὐτὴ θαυμάζω τὴν ἁπλῆ κι ἀνιδιοτε­λῆ σκέ­­ψι τῶν τεσσάρων αὐτῶν μαθητῶν. Ἡ κλῆσι τους, ὅπως λέει ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς (βλ. 5,1-11), ἔγινε ὕ­στερα ἀπὸ τὸ θαῦμα ποὺ ἔκανε ὁ Κύριος· γέμισαν τὰ πλοῖα τους ἀπὸ ψάρια, κιν­δύνευαν νὰ βουλιάξουν ἀπ᾽ τὸ βάρος. Στὴ θέσι τους κάποιοι ἄλλοι θὰ σκέπτονταν διαφορετικά. Νά, θά ᾽λε­γαν, ἕνας ἄνθρωπος (ὁ Ἰησοῦς) ποὺ ἔχει τὴ δύναμι νὰ μαζεύῃ στὰ δίχτυα μας ψάρια. Ἀπὸ ποῦ εἶνε ἡ δύναμί του δὲν μᾶς ἐνδιαφέρει· μάγος εἶ­νε; προφήτης εἶνε; κάποιος ἅγιος εἶνε; ἂς τὸ ψάξουν ἄλλοι· ἐμεῖς βλέπουμε ὅτι θὰ μᾶς ὠφελήσῃ στὴ δουλειά μας· δὲν τοῦ λέμε νὰ μεί­νῃ μαζί μας, νὰ τὸν κάνουμε συνέταιρό μας;…
Σᾶς φαίνεται ἀπίθανη ἡ περίπτωσι αὐτή; Ἀλλὰ γιατί ἀπίθανη; μήπως ἔτσι δὲν σκέπτονται καὶ πολλοὶ ἀπὸ τοὺς λεγομένους χριστιανούς; Αὐτοὶ δὲν πιστεύουν ὅτι ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἔχει θεϊκὴ προέλευσι· τὴ θεωροῦν σὰν μία ἀπὸ τὶς θρησκεῖες τοῦ κόσμου, ἀνώτερη ἴσως ἀλλ᾽ ὄχι ἐξ ἀποκαλύψε­ως. Ἐν τούτοις δὲν τὴν πολεμοῦν φανερά. Γιατί; Διότι μᾶς χρειάζεται, σοῦ λένε. Ἡ θρησκεία γιὰ μᾶς δὲν εἶνε αὐτοσκοπός· σκοποὶ τῆς ζωῆς μας εἶνε ἄλλοι, καὶ ἡ θρησκεία αὐτὴ ὡς μέσον εἶ­νε καλὴ καὶ τὴ χρησιμοποιοῦμε κάθε φο­ρὰ γιὰ τὴν ἐπιτυχία τῶν σκοπῶν μας. Κάτι θὰ κερδίζου­με πάντοτε καὶ ἀπ᾽ αὐτήν· κρατάει τὶς γυναῖκες μας πιστές, τὰ παιδιά μας συμμαζεμένα, τοὺς στρατιῶτες μας πειθαρχικούς, τοὺς πο­λῖ­τες μας νομοταγεῖς. Προσ­φέρει ἡ θρησκεία, σοῦ λένε, γι᾽ αὐτὸ ἂς μείνῃ… Ἄλ­λοι ὅμως προχωροῦν περισσότερο, γίνονται πιὸ αὐ­θάδεις καὶ ἀναίσχυν­τοι. Ἀνάξιοι αὐτοὶ ν᾽ ἀτενίσουν τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, μὲ τὸν ὁποῖο δὲν ἔ­χουν καμμία οὐ­σιαστικὴ σχέσι, βλέποντας ὅτι ὑ­πάρχει ἕ­νας λαὸς ποὺ θρησκεύει καὶ πιστεύει σ᾽ αὐτόν, τολμοῦν οἱ τέτοιοι καὶ μπαίνουν στὰ ἱερὰ ἄδυτα τῆς Ἐκκλησίας, γίνονται ἱερεῖς καὶ ἀρχιερεῖς, καὶ χρησιμοποιοῦν τὸ Χριστὸ καὶ τὰ ἅγιά του μυστή­ρια ὡς μέσον αἰσχροῦ πλουτισμοῦ. Αὐτοὶ εἶ­νε οἱ ἄθλιοι ἔμποροι τῆς θρησκείας, ποὺ μοσχοπου­λοῦν τὸν Ἰησοῦ τὸ Ναζωραῖο. Καὶ δὲν ἔχουμε μό­νο ῥασοφόρους ποὺ σκέπτονται τόσο ἐμπορικά, ἀλλὰ καὶ λαϊκούς, ἄντρες καὶ γυναῖκες, ποὺ σκέπτον­ται ἔτσι· ἔχουν νοσηρὴ θρηκευτικὴ συνείδησι. Ἕ­να παράδειγμα· κάποιος ἄδικος, θέλοντας νὰ κερδίσῃ ὁπωσδήποτε μία δικαστικὴ ὑ­πόθεσι εἰς βά­ρος φτωχῶν ἀντιδίκων του, γονάτιζε μπροστὰ στὸ εἰκόνισμα τοῦ Χριστοῦ, καὶ τὸν παρακαλοῦ­σε νὰ τὸν βοηθήσῃ, μὲ τὴν ὑπόσχεσι ὅτι ἕνα μέρος τῶν χρημάτων θὰ τὸ διέθετε γιὰ τὴν ἀνέγερ­σι μιᾶς ἐκκλησίας… Ἤθελε δηλα­δὴ νὰ κάνῃ καὶ τὸ Χριστὸ συνεταῖρο στὴν ἀδικία καὶ ἁρπαγή!
Ὅλοι αὐτοὶ εἶνε κατὰ διαφόρους βαθμοὺς ἐκ­μεταλλευταὶ τῆς ἱερᾶς ἐννοίας τῆς θρησκείας.
Ἂν τώρα στὴ ζωή τους, μὲ τὴ διδαχὴ ἀξίων ὑ­πηρετῶν τοῦ Ἰησοῦ, ἡ πίστι τοῦ Ἰησοῦ προβλη­θῇ ὡς θυσία καὶ τοὺς ζητήσῃ τὸ ἐλάχιστο γιὰ τὴ δόξα τοῦ Κυρίου, ἀμέσως οἱ τέτοιοι ἀπομακρύνονται· ἔχουν μάθει νὰ βλέπουν τὴν ἁγιώτερη θρησκεία χρησιμοθηρικὰ καὶ ἐμπορικά.
Ἀλλὰ οἱ ψαρᾶδες τῆς Γαλιλαίας στάθηκαν τελεί­ως ἀντίθετοι στὴ νοοτροπία αὐτή, στὸ ἀντίθε­το ἄ­κρο ἀπὸ τοὺς ἀνωτέρω τύπους. Τοὺς κάλεσε ὁ Κύριος νὰ τὸν ἀκολουθήσουν σὲ στιγμὴ ποὺ μπροστά τους εἶχαν τὸ ἀποτέλεσμα μιᾶς πλούσιας ἁλιείας, ἡ ὁποία γιὰ τὰ φτωχὰ πορτοφόλια τους ἄξιζε σημαντικά. Καὶ ὅμως δὲν ἔκαναν τὴν πονηρὴ σκέψι, δὲν εἶπαν· Κύριε, οἱ οἰκογένειές μας ἔχουν ἀνάγκη· δὲν μᾶς δίνεις ἄδεια νὰ πᾶμε νὰ πουλήσουμε τὰ ψά­ρια καὶ ν᾽ ἀφήσουμε τὰ χρήματα στὰ σπίτια μας;…
Ἄφησαν τὴν πλούσια ψαριά. Καὶ μόνο αὐτήν; ἄφησαν τὰ δίχτυα καὶ τὰ καΐκια, τὴ μόνη περιου­σία τους. Καὶ μόνο αὐτὰ τὰ ὑλικά; ἄφησαν καὶ ἄλ­λα πολὺ σπουδαιότερα· ὁ Πέτρος ἄφησε γυναῖ­κα καὶ παιδιά, ὁ Ἰωάννης καὶ ὁ Ἰάκωβος ἄφησαν πατέρα ἀ­­γαπημένο. Ἄφησαν φίλους, συγγενεῖς καὶ τὴ μαγευτικὴ λίμνη ὅπου εἶχαν μεγαλώσει. Ἔκοψαν κάθε συναισθηματικὸ δεσμὸ καὶ ῥίχτηκαν στὴ μεγάλη περιπέτεια τοῦ εὐαγγελικοῦ κηρύγματος.
Ἀλλὰ οἱ τέσσερις ψαρᾶδες τῆς Γαλιλαίας εἶ­χαν καὶ κάποιον ἄλλο δεσμό, δεσμὸ πνευματικό· καὶ οἱ πνευματικοὶ δεσμοί, ὅταν εἶνε ἀληθινοί, εἶνε πιὸ δυνατοὶ ἀπὸ τοὺς ὑλικοὺς καὶ σαρκικοὺς δεσμούς. Αὐτοὶ ἀνῆκαν στὸν κύκλο τῶν μαθητῶν τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου. Εἶχαν δεθῆ μαζί του καὶ τὸν θαύ­μαζαν. Μερικοὶ μάλιστα ἀπὸ αὐτοὺς ὅταν ἐμ­φανίστηκε ὁ Ἰησοῦς ἄρχισαν νὰ ζηλοτυποῦν, για­τὶ ἡ φήμη τοῦ Χριστοῦ σκίαζε τὴν αἴγλη τοῦ δασκά­λου τους. Οἱ τέσσερις ὅμως φίλοι τὸ ξεπέρασαν αὐτό. Ἀγαποῦ­σαν τὸν Ἰωάννη, ποὺ ἀπὸ αὐτὸν πῆ­ραν καὶ τὴν ὤθησι νὰ γνωρίσουν τὸν Ἰησοῦ· ἀλλὰ δὲν ἔκαναν εἴδωλο τὸ δάσκαλό τους. Διέκριναν τὴ διαφορά. Ὁ Ἰωάννης ἦταν ὄχι ὁ Νυμφίος ἀλλὰ ὁ νυμφαγωγός, ποὺ προετοίμαζε τὶς ψυχὲς γιὰ νὰ τὶς ὁδηγήσῃ στὸν ἐρχόμενο Νυμφίο τῆς Ἐκκλησίας, τὸ Χριστό (βλ. & Ἰω. 3,28-29). Ἦρθε λοιπὸν Ἐκεῖνος; τὸ ἔργο τοῦ νυμφαγωγοῦ τελείωσε. Καὶ ὅσες ψυχὲς ζητοῦν τὴν τελειότητα πρέπει νὰ ἀγαπήσουν καὶ νὰ γνωρίσουν τὸν Νυμφίο καὶ νὰ δεθοῦν μαζί του.

* * *

Κανένας, ὅσο μεγάλος δάσκαλος καὶ ποιμέ­νας καὶ ἂν εἶνε μέσα στὴν Ἐκκλησία, δὲν πρέπει νὰ ἐπιτρέψῃ στὸν ἑαυτό του νὰ γίνεται εἴδωλο τῶν θαυμαστῶν του. Δὲν εἶνε αὐ­τὸς ὁ Νυμφίος τῆς Ἐκκλησίας· εἶνε ἕνας νυμφαγωγὸς ψυχῶν. Γι᾽ αὐτὸ ὀφείλει νὰ προβάλλῃ τὸ Χριστὸ κι ὁ ἴδιος ν᾽ ἀποσύρεται στὴ σκιά, νὰ καυτηριάζῃ τάσεις προσωπολατρί­ας, καὶ νὰ στρέφῃ ὅλο τὸ θαυμασμὸ καὶ τὴ λατρεία πρὸς Ἐκεῖνον· γιατὶ ἐν ὀνόματι Ἐκείνου ἐξασκεῖ τὸ διδακτικὸ καὶ ποιμαντορικὸ ἔργο.
Δυστυχῶς –γιατί νὰ τὸ ἀποκρύψουμε;– μεταξὺ κάποιων θερμῶν ἀκροατῶν τοῦ θείου κηρύγματος παρατηρεῖται ἕνα πνεῦμα προσωπολατρίας. Ἡ τιμὴ ποὺ ὀφείλει κανεὶς στὸ δάσκαλο καὶ πνευματικό του πατέρα, ἂν δὲν προσέξῃ, ἐκτρέπεται σὲ ὑπερβολικὴ ἀγάπη καὶ λατρεία του. Ὅποιος προσβληθῇ ἀπὸ τὸ πάθος τῆς προσωπολατρίας, μόνο γιὰ τὸν δι­κό του κήρυκα καὶ πνευματικὸ μιλάει. Αὐτὸν μόνο ἐπαινεῖ, καὶ γιὰ τοὺς ἄλλους ποὺ κοπιάζουν μέσα στὴν Ἐκκλησία δὲν λέει λέξι. Καὶ ὄ­χι μόνο αὐτὸ ἀλλὰ καὶ τὸ ἀκόμη χειρότερο, οἱ ἄλλοι ἐργάτες τοῦ εὐαγγελίου περιφρονοῦνται καὶ κάποτε γίνονται στόχος διαβολῆς καὶ συκοφαντίας. Τί πνευματικὲς συμφορὲς προξενεῖ μιὰ τέτοια συμπεριφορὰ τὸ καλαβαίνει εὔκολα ὁ καθένας.
Οἱ πιστοί, τιμώντας κατὰ χρέος τοὺς καλοὺς ἐρ­γάτες τοῦ Εὐαγγελίου, ἂς προσέχουν νὰ μὴν ἐκ­τρέπωνται σὲ προσωπολατρία καὶ ἐξ­ουδένωσι ἄλ­λων τιμίων ἐργατῶν καὶ διασποῦν τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτοὶ δὲ ποὺ κηρύττουν ἢ ὅποιο ἄλλο διακόνημα ἀξιώνονται νὰ ἀσκοῦν μὲ τὸ ἔλεος τοῦ Χριστοῦ, ἂς προσέχουν, ἂς προσέχουμε ὅλοι, νὰ μὴν παθαίνουμε πνευματικὸ ναρκισσισμό, νὰ μὴν αὐ­­­το­θαυμαζώμαστε, νὰ μὴν ἐπιτρέπουμε σὲ κανένα νὰ μᾶς κάνῃ εἴδωλο. Μηδαμινοὶ ἐμεῖς ἀπέναντι στὸν Κύριο, ἂς κατευθύνουμε τὶς διάνοιες καὶ καρδιὲς τῶν ἀκροατῶν μας πρὸς αὐτόν, τὸν αἴροντα τὶς ἁμαρτίες τοῦ κόσμου. Ὑπέροχο ὑπόδειγμα ἔ­χουμε τὸν ἔνδοξο τίμιο Πρόδρομο, ὁ ὁποῖος, μόλις ἐμφανίστηκε ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὑπέδειξε στοὺς μα­θητάς του νὰ πλησιάσουν αὐτὸν λέγοντας· «Ἐ­κεῖνον δεῖ αὐξάνειν, ἐμὲ δὲ ἐλαττοῦσθαι» (ἔ.ἀ. 3,30). Καὶ αὐ­τοὶ πάλι, ξεπερνώντας τὴν προσωπολατρία, ἀκολούθησαν τὸν Ἰησοῦ.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Περιληπτικὴ μεταγλώττισι σὲ ἁ­πλούστερη γλῶσσα κεφαλαίου τοῦ βιβλίου «Ἀκολούθει μοι», Ἀθῆναι (1965) 19893, σσ. 64-73. 12-5-2023.

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.