ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΚΥΘΗΡΩΝ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΠΡΟΣ Οικουμενικο Πατριαρχη
ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΚΥΘΗΡΩΝ ΣΕΡΑΦΕΙΜ
ΠΡΟΣ Οικουμενικο Πατριαρχη για τον πρώην Αττικης
Επιστολή προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο απέστειλε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κυθήρων κ. Σεραφείμ, εξ’ αφορμής της υποθέσεως του τέως Μητροπολίτη Αττικής κ. Παντελεήμονος.
Στην επιστολή του, ο Μητροπολίτης Κυθήρων μεταξύ άλλων αναφέρει: «Το θέμα του καθηρημένου τ. Μητροπολίτου Αττικής έχει σκανδαλίσει ως γνωστόν, σοβαρώς το Χριστεπώνυμο πλήρωμα, αλλά και τους εκτός αυτού».
Η Επιστολή του Μητροπολίτη Κυθήρων Σεραφείμ έχει ως εξής:
Μεσούσης της ιεράς και κατανυκτικής περιόδου της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής εξαιτούμαι τας Πατριαρχικάς Υμών ευχάς δια την θεοφιλή περαίωσιν αυτής και την εν μεθέξει και συνάρσει ψυχής προσκύνησιν των Αγίων Παθών και της πανενδόξου Αναστάσεως του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού.
Κατόπιν τούτου παρακαλώ να μου επιτραπή, εξ αφορμής της υποθέσεως του τέως Μητροπολίτου Αττικής κ. Παντελεήμονος, να αρθρώσω μετά βαθυτάτου σεβασμού προς την Υμετέραν Θ. Παναγιότητα λόγον εντόνως παρακλητικόν και ουχί διδακτικόν η ελεγκτικόν ως θα έσπευδέ τις να τον χαρακτηρίση.
Το θέμα του καθηρημένου τ. Μητροπολίτου Αττικής, Παναγιώτατε, έχει σκανδαλίσει ως γνωστόν, σοβαρώς το Χριστεπώνυμον Πλήρωμα, αλλά και τους εκτός αυτού. Μόνιμον σκάνδαλον τυγχάνει η μέσω του internet αναμετάδοσις των διαβοήτων κασσετών σεξουαλικού περιεχομένου, αι οποίαι κατ’ εκτίμησιν ειδησεογραφικού Πρακτορείου Εκκλησιαστικών ειδήσεων ανέρχονται εις τον αριθμόν των τριακοσίων (300).
Δυστυχώς, η Εκκλησιαστική Δικαιοσύνη, τα αρμόδια Συνοδικά Δικαστήρια, δεν ενέκυψαν μετά πόνου, επιμονής και αληθούς ενδιαφέροντος εξιχνιάσεως της αληθείας εις την υπόθεσιν αυτήν, μη ερευνήσαντα ταύτην εις την ουσίαν και το βάθος αυτής, διο και δις παρέπεμψαν αυτήν αβασανίστως εις το Αρχείον.
Η δικαιοσύνη, όμως, της Πατρίδος μας έκαμε το χρέος της και εξετάσασα ταύτην δι’ όλων των βαθμίδων αυτής εξέδωκε την γνωστήν αμετάκλητον συγκεκριμένην καταδικαστικήν απόφασιν, την οποίαν, δυνάμει της σχετικής διατάξεως του Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος, ην προσεπεκύρωσε τότε προ της ψηφίσεώς του υπό της Ελληνικής Πολιτείας το καθ’ Υμάς Σεπτόν Οικουμενικόν Πατριαρχείον, έδει να επικυρώση και εφαρμόση επ’ ακριβώς, άνευ ετέρου, το Πρωτοβάθμιον Συνοδικόν δι’ Αρχιερείς Δικαστήριον δια της επιβολής της ποινής της καθαιρέσεως. Ο,τι δεν έπραξε η Εκκλησιαστική Δικαιοσύνη, το επέβαλε συννόμως η δικαιοσύνη της Πατρίδος μας.
Η κατόπιν τούτου παρέμβασις του Σεπτού Οικουμενικού Πατριαρχείου, αξιούντος την συγκρότησιν και του Δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου – τούθ’ όπερ και έκνομον κατά τα ως άνω θα ήτο και δεν θα ηδύνατο να παράξη νομίμως και απροσβλήτως, ενώπιον του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου (του Συμβουλίου της Επικρατείας), διάφορον της προμνησθείσης τελεσιδίκου αποφάσεως των Πολιτικών δικαστηρίων αποτέλεσμα-, έφερε τα άνω κάτω και επέφερε αναστάτωσιν ου μόνον εις τους κόλπους της Ιεραρχίας, η οποία υπέστη μεγάλην «ταπείνωσιν», αλλά και το πλήρωμα της Αγίας μας Εκκλησίας, το οποίον δεν απέφυγε τον σκανδαλισμόν εν μέση Μ. Τεσσαρακοστή.
Επιτρέψατέ μοι, Παναγιώτατε, να εκθέσω δι’ όσης περισσοτέρας συντομίας, εν αδραίς γραμμαίς, τον σκανδαλισμόν αυτόν Κληρικών και λοιπών Χριστιανών, όστις και αποτελεί τον κύριον λόγον της αποστολής της παρούσης, δια τους ακολούθους λόγους :
Πρώτος λόγος. Δεδομένου του βαρυτάτου σκανδαλισμού Κλήρου και λαού εκ των ηθικών σκανδάλων, των προκαλουμένων εκ των περιφήμων κασσετών, και του σκανδάλου του αμυθήτου πλουτισμού του καθαιρεθέντος Μητροπολίτου, θέματα μεθ’ ων δεν απησχολήθη υπευθύνως σοβαρώς και αποτελεσματικώς η Εκκλησιαστική Δικαιοσύνη, αλλ’ η Πολιτική, προεκλήθη αλγεινή εντύπωσις εκ της εμμονής Υμών εις την δευτεροβάθμιον εκδίκασιν της υποθέσεως αυτής, καθ’ υπέρβασιν του Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος, όστις αποτελεί νόμον της Ελληνικής Πολιτείας. Το πάγκοινον ερώτημα, το οποίον προέκυψε ήτο: εάν επρόκειτο περί νόμου της Τουρκικής Πολιτείας, θα επεχειρείτο τοιαύτη υπέρβασις; Διατί η τοιαύτη σπουδή δια την τήρησιν της κανονικής διαδικασίας εις την περίπτωσιν ενός διαβεβοημένου Κληρικού και εις άλλας περιπτώσεις, όπως π.χ. εις την περίπτωσιν του αειμνήστου Αρχιεπισκόπου Θυατείρων και Μεγάλης Βρετανίας κυρού Μεθοδίου (Φούγια), αγνοείται παντελώς η κανονική διαδικασία υπό του Σεπτού Οικουμενικού Πατριαρχείου (αντικατάστασις του ειρημένου Αρχιεπισκόπου δι’ ενός τηλεγραφήματος); Δύο μέτρα και δύο σταθμά;
Δεύτερος λόγος. Εγένετο τοιούτος και τοσούτος σάλος δια την στήριξιν του ειρημένου τ.Μητροπολίτου (μετά του οποίου, προς Θεού, δεν έχω τι το προσωπικόν), του οποίου η μεν κανονικότης είναι ανύπαρκτος (εφ’ όσον ευρίσκεται εν ζωή ο κανονικός και νόμιμος -έπειτα και από τας αλλεπαλλήλους δικαιώσεις του Σ.τ.Ε. – Μητροπολίτης Αττικής Νικόδημος), η δε νομιμότης ερείδεται επί σεσηπότων δεκανικίων, αφού το αναβιώσαν Β.Δ., κατόπιν επανειλημμένων αθωωτικών αποφάσεων του Σ.τ.Ε., ενθρονίσεως του Σεβ. κ.Νικοδήμου εις την Ι. Μ. Αττικής «ηκυρώθη», κατόπιν της αντικανονικής δι’ Επισκόπους και παρανόμου επιβολής του ανυπάρκτου «επιτιμίου ακοινωνησίας», το οποίον, προς τοις άλλοις, και παράνομον – ανυπόστατον ήτο, αφού εν έτει 1993 δεν επεβλήθη υπό της Σεπτής Ιεραρχίας, και δη υπό των 2/3 των παρόντων μελών αυτής, ως προεβλέπετο υπό της νομοθεσίας, αλλ’ υπό της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της περιόδου εκείνης, και όχι ένεκα τινος ετέρας κανονικής η νομίμου αιτίας, και
Τρίτος (και τελευταίος) λόγος. Ο λόγος αυτός – ο και πλέον ισχυρός λόγος σκανδαλισμού – είναι ότι, ενώ τόσον πολύ, υπέρ το δέον ίσως, απησχόλησε το Σεπτόν Οικουμενικόν Πατριαρχείον, Εκκλησίαν και Πολιτείαν, η υπόθεσις του τ. Μητροπολίτου, εν τούτοις το πρόσωπον του Κανονικού και νομίμου Μητροπολίτου Αττικής Νικοδήμου θεωρείται οιονεί ως ανύπαρκτον. Ως να μην υφίσταται κανονική εκλογή και χειροτονία (δεδομένου ότι αριστίνδην Ι. Σύνοδοι ήσαν ευάριθμοι μετά την απελευθέρωσιν του Ελληνικού Έθνους και εξέλεξαν – εχειροτόνησαν πλειάδα Αρχιερέων), ούτε κανονική και νόμιμος η ενθρόνισις αυτού, ακυρωθέντος του ΒΔ δια Συντακτικών Πράξεων της Δικτατορίας.
Μετά των ετέρων ομοιοπαθών αυτού Μητροπολιτών, 12 τον αριθμόν, εκθρονισθείς άνευ απαγγελίας κατηγορητηρίου και χωρίς δίκην και απολογίαν υπήρξεν αγνοούμενος παρά πάντων των αρμοδίων εκκλησιαστικών και πολιτειακών παραγόντων επί 16ετιαν περίπου. Και ότε πανηγυρικώς και αθρόως, δια πολλών αποφάσεων, εδικαιώθη (μεθ ὅλων των λοιπών Αρχιερέων) υπό του Σ.τ.Ε., αι αποφάσεις του Ανωτάτου Ακυρτωτικού Δικαστηρίου (Σ.τ.Ε) έμειναν και παραμένουν ανεκτέλεστοι.
Το Σεπτόν Οικουμενικόν Πατριαρχείον τότε δεν παρενέβη, παρ’ ότι οι πέντε (5) εκ της δωδεκαρίθμου χορείας ήσαν του κλίματος των καλουμένων «Νέων Χωρών» (Διδυμοτείχου Κων/νος, Κιλκισίου Χαρίτων Αλεξανδρουπόλεως Κωνστάντιος, Θεσσαλονίκης Λεωνίδας και Παραμυθίας Παύλος). Και όταν η έκκλητος αναφορά έφθασεν εις τα Πατριαρχικά Γραφεία, δεν εγένετο δεκτή, αλλ’ ανεπέμφθη εις την Εκκλησίαν της Ελλάδος… Και εδώ δύο μέτρα και δύο σταθμά δια τον απλούν παρατηρητήν.
Η πράξις αύτη υπενθυμίζει την περίπτωσιν καρκινοπαθούς ασθενούς, βαρυτάτης μορφής, μη αναστρεψίμου καταστάσεως, καθ’ ην ο χειρουργός Ιατρός τον «ανοίγει» με το νυστέρι του και τον «κλείνει» πάραυτα, διότι είναι γεμάτος από καρκίνον.
Όμως, εδώ Παναγιώτατε δεν συνέβαινε τοιούτόν τι. Οι ως έκπτωτοι (Διδυμοτείχου Κων/νος και Κιλκισίου Χαρίτων) και ως αντικανονικοί (όλοι οι υπόλοιποι) καταδικασθέντες ήσαν άπαντες επίλεκτα μέλη-κοσμήματα της Ιεραρχίας. Ανεπίληπτοι, ιεραποστολικοί, ανιδιοτελείς, φιλόθεοι, αφιλάργυροι, με πλούσιο πνευματικό, ποιμαντορικό και φιλανθρωπο-κοινωνικό έργο.
Ο εν θέματι Ιεράρχης, Μητροπολίτης Αττικής Νικόδημος, πέρα των ως άνω κέκτηται και το επίζηλον τάλαντον του λόγου και της συγγραφής. Είναι ο μόνος επιζών (μετά του νυν Σεβ. Σταγών κ.Σεραφείμ) εκ των Δώδεκα, διαθέτων την κατ’ άμφω υγιείαν, δύναμιν λόγου και γραφίδος, και ιερουργεί και κινείται δραστηρίως εις την Ι. Μονήν, «όπου τον περιώρισε η αγάπη των Αδελφών…».
Παναγιώτατε Δέσποτα,
Δεν φαντάζεσθε τας διαστάσεις του σκανδαλισμού του χριστεπωνύμου Πληρώματος, όταν τοσούτος θόρυβος γίνεται περί της υποθέσεως του φυλακισθέντος και καθαιρεθέντος Μητροπολίτου, ενώ δια τον ακατηγόρητον και καταλιπόντα σπουδαίαν εποχήν πνευματικής ζωής και δραστηριότητος κατά την 6ετη Ποιμαντορικήν Διακονίαν του εις την ενιαίαν τότε Ιεράν Μητρόπολιν Αττικής και Μεγαρίδος ουδείς λόγος, ουδεμία φροντίδα.
Βεβαίως, ενοχλεί ο λόγος του, ο οποίος δεν αφίσταται μεν της αληθείας, ούτε είναι ψευδής και συκοφαντικός, αλλ’ είναι «ζων και ενεργής» και, ενίοτε, «τομώτερος υπέρ πάσαν δίστομον μάχαιραν». Εάν, όμως, όλα ήσαν πνευματικά και Αγιοπατερικά, θεοφιλή και θεάρεστα, θα είχε λόγους, να γράφη και να ελέγχη; Ο λόγος «έλεγξον, επιτίμησον, επίστηθι ευκαίρως – ακαίρως» δεν είναι Αποστολικός;
Με την παρέμβασίν Σας, Παναγιώτατε, ανεστάλησαν – κατά παραχώρησιν Κυρίου – αι Αρχιερατικαί εκλογαί δια την πλήρωσιν της εκ νέου διχοτομηθείσης (πέρα της τριχοτομήσεως αυτής κατά την άνοιξιν του έτους 1974) Ιεράς Μητροπόλεως Αττικής, δι’ ην εγκαίρως προειδοποίησεν ο Σεβ. κ.Νικόδημος την Ιεράν Σύνοδον δια την αρνητικήν τοποθέτησίν του.
Το γεγονός αυτό είναι μία ευκαιρία ωριμοτέρας σκέψεως και τοποθετήσεως επί του θέματος αυτού, προκειμένου να δοθή η κανονική λύσις δια να μη ταλανίζεται διαρκώς η πολυπαθής αύτη Ι. Μητρόπολις και δια να εξαλειφθή αυτό το «άγος», κατά τον προσφυή χαρακτηρισμόν σεβασμίου Πανεπιστημιακού μου Διδασκάλου, από την εκκλησιαστικήν ιστορίαν των τελευταίων δεκαετιών. Δηλαδή εις το πρόσωπον του εναπομείναντος εμπεριστάτου τούτου Μητροπολίτου να αποκατασταθούν και οι υπόλοιποι αείμνηστοι συναθληταί του. «Δικαιοσύνην μάθετε οι ενοικούντες επί της γης», διακηρύσσει η Αγία μας Εκκλησία, κατ’ αυτόν τον καιρόν των φωτοποιών Νηστειών, προς πάντας και, οπωσδήποτε, προς τους κατά τόπους Ποιμένας.
Προ τινων ημερών, όταν εκλήθημεν, ομού μετά πολλών άλλων Σεβ. Αδελφών, ως Αναπληρωματικά Μέλη δια την συγκρότησιν του Δευτεροβαθμίου Συνοδικού Δικαστηρίου δια τον τ.Αττικής, με συνεκίνησε πολύ η σκέψις και πρότασις ενός εκ των νεωτέρων Ιεραρχών. Συνεφώνησε μαζί μου δια την αποκατάστασιν του Σεβ. Μητροπολίτου Αττικής Νικοδήμου και προσέθεσε.
Πόσο θεάρεστον πράγμα θα ήτο, μετά την αποκατάστασιν του Σεβ. κ.Νικοδήμου, να συλλειτουργήσωμεν όλοι οι Αρχιερείς, να τελέσωμε από κοινού Ιερόν Μνημόσυνον, υπέρ αναπαύσεως των κοιμηθέντων 10 Μητροπολιτών και να διαβασθή η συγχωρητική ευχή δι’ όλους, όσοι ενεπλάκησαν εις την δεινήν αυτήν περιπέτειαν της Εκκλησίας (κάτι ανάλογον που έπραξε το Πατριαρχείον Αλεξανδρείας την 15/1/1998, επί Πατριαρχείας Πέτρου του Ζ, δια την αποκατάστασιν της εις βάρος του Αγίου Νεκταρίου προσγενομένης αδικίας, γνωστού όντος ότι παρομοίαν αδικίαν υπέμεινε επί 30ετιαν όλην ο Άγιος και έφυγεν αδικαίωτος από τον παρόντα κόσμον!).
Εμήκυνα τον λόγον, Παναγιώτατε Δέσποτα. Επειδή, όμως, ανεφέρθην εις το σοβαρόν πρόβλημα του σκανδαλισμού χιλιάδων πιστών -και πιστεύω ότι εκφράζω εις το κείμενόν μου αυτό τας θέσεις και τους προβληματισμούς των, διότι συχνά τα αφουγκράζομαι- θα παρακαλέσω να μου δώσετε την ευκαιρίαν να αναφερθώ λίαν ακροθιγώς, επιγραμματικώς, και το εις θέμα της αναγκαίας περιχαρακώσεως ημών των Ορθοδόξων εντός των ορίων της αληθούς ορθοδόξου εκκλησιολογίας, της τηρήσεως των Ιερών Κανόνων της Εκκλησίας μας, της διαφυλάξεως ως κόρην οφθαλμού των δογματικών όρων και της δογματικής διδασκαλίας της Αγιωτάτης ημών Εκκλησίας, της περιφρουρήσεως της Ορθοδόξου ημών Παραδόσεως και της αποφυγής του συγχρωτισμού και της κοινωνίας μετά των αιρετικών, σχισματικών, ετεροδόξων και ετεροθρήσκων εν τη Θεία Λατρεία, και δη εν τη Θεία Λειτουργία.
Πολλοί Ορθόδοξοι πιστοί λυπούνται βαθύτατα, όταν εις την πράξιν εφαρμόζεται η θεωρία των κλάδων και των ισοτίμων Αδελφών Εκκλησιών (παρ’ ότι πρόκειται περί ετεροδόξων κοινοτήτων με αιρετικάς η αιρετιζούσας – πεπλανημένας διδασκαλίας). Και η κοινωνία εν προσευχή εις τον διαθρησκειακόν χώρον ορθοδόξων μεθ’ ετεροθρήσκων, η δια του καινοδιαθηκικού και εκκλησιολογικού όρου προσφώνησις αυτών «Αδελφέ -η», η παρατηρουμένη σύγχυσις εις βασικά και θεμελιώδη θέματα θεολογίας και σωτηριολογίας, αι επιβραβεύσεις ουνιτών, αι προσφωνήσεις γυναικών του προτεσταντικού χώρου, εχουσών δήθεν «ιερωσύνην» (!) ως «Αιδεσιμωτάτων», οσάκις και όπου γίνονται, τραυματίζουν το Σώμα της Εκκλησίας, απομακρύνουν πολλούς χριστιανούς από την πνευματικήν μάνδραν της Εκκλησίας, ψυχραινομένους περί την Ορθόδοξον πίστιν η ακολουθούντας τας ατραπούς των «εκκλησιαστικών» παρασυναγωγών, των σχισμάτων και των αιρέσεων.
Περαίνων την παρακλητικήν μου ταύτην επιστολήν και, επιτρέψατέ μοι να το επαναλάβω, όχι διδακτικήν η ελεγκτικήν, παρακαλώ και αύθις εκ βαθέων Υμάς, Παναγιώτατε, ως Πρωτόθρονον και Οικουμενικόν Πατριάρχην, όπως, προμαχούντες εις τας επάλξεις της Ορθοδόξου πίστεως, εκκλησιολογίας και παραδόσεως, «αληθεύωμεν εν αγάπη», ορθοτομούντες τον Λόγον της Αυτού Αληθείας και διακονούντες φιλοστόργως τον διερχόμενον, ομού μετά της οικονομικής, μεγάλην ηθικήν και πνευματικήν κρίσιν κόσμον.
Σύγγνωτέ μοι δια την καταπόνησίν Σας εκ της αναγνώσεως του μακροσκελούς αυτού κειμένου.
Επί δε τούτοις κατασπαζόμενος την Υμετέραν Πατριαρχικήν Δεξιάν μετά του φιλοχρίστου Ποιμνίου μου, διατελώ,
Ο Μητροπολίτης
† Ο Κυθήρων Σεραφείμ
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.