Το θειο δωρο της ζωης (Ομιλια του Μητροπολιτου Φλωρινης Αυγουστινου Καντιωτου)
Περίοδος Δ΄ – Ἔτος Μ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 2587
Κυριακὴ Γ΄ Λουκᾶ (Λουκ. 7,11-16)
8 Ὀκτωβρίου 2023
Το θειο δωρο της ζωης
«Νεανίσκε, σοὶ λέγω, ἐγέρθητι. Καὶ ἀνεκάθισεν ὁ νεκρὸς καὶ ἤρξατο λαλεῖν, καὶ ἔδωκεν αὐτὸν τῇ μητρὶ αὐτοῦ» (Λουκ. 7,14-15)
Χαίρω, ἀγαπητοί μου, χαίρω ὁ γέρων ἐγὼ ἐπίσκοπος ποὺ βρίσκομαι κοντά σας.
Τί λέει τὸ εὐαγγέλιο σήμερα; (βλ. Λουκ. 7,11-16). Διηγεῖται ἕνα θαῦμα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἕνα μόνο θαῦμα ἔκανε ὁ Χριστός; Ὄχι βέβαια· ἔκανε πολλά. Μετράει κανεὶς τὰ ἄστρα τ᾽ οὐρανοῦ; ἄλλο τόσο μπορεῖ νὰ μετρήσῃ καὶ τὰ θαύματα ποὺ ἔκανε, κάνει καὶ θὰ κάνῃ μέχρι συντελείας τοῦ αἰῶνος ὁ Κύριός μας. Γιατὶ ὁ Χριστὸς δὲν εἶνε ἁπλὸς ἄνθρωπος, ὅπως εἴμαστε ὅλοι ἐμεῖς· εἶνε καὶ Θεός, εἶνε τὸ ἕνα ἀπὸ τὰ πρόσωπα τῆς ἁγίας Τριάδος· Πατήρ, Υἱὸς καὶ ἅγιον Πνεῦμα.
Ἦταν ἐποχή, τότε στὴν ἀρχὴ τοῦ κόσμου, ποὺ μέσα στὸ χάος δὲν ὑπῆρχε τίποτα. Καὶ αἴφνης ἀκούστηκε τὸ δημιουργικὸ πρόσταγμα τοῦ Πλάστου· «Γενηθήτω φῶς…, Γενηθήτω στερέωμα…, Νὰ γίνουν τὰ ἄστρα!…» (Γέν. 1,3,6,14) Καὶ τότε στὸν οὐρανὸ ἔλαμψαν τ᾽ ἀστέρια, πλῆθος ἀμέτρητο.
Ἕνα δὲ ἀπὸ αὐτά, τὸ λαμπρότερο γιὰ μᾶς, εἶνε ὁ Ἥλιος, ποὺ σὲ μέγεθος εἶνε ἕνα ἑκατομμύριο τριακόσες χιλιάδες φορὲς μεγαλύτερος ἀπὸ τὴ Γῆ μας. Τεράστιο φωτεινὸ σῶμα, ποὺ στέλνει τόσο μακριὰ τὸ φῶς καὶ τὴ θερμότητά του· καὶ δωρεάν. Εἶνε τρόπον τινὰ ἡ ΔΕΗ τοῦ ἡλιακοῦ μας συστήματος. Ἂν σβήσῃ ὁ Ἥλιος (ὅπως ἔσβησε τὴ Μεγάλη Παρασκευή, ποὺ «ἀπὸ ἕκτης ὥρας σκότος ἐγένετο ἐπὶ πᾶσαν τὴν γῆν ἕως ὥρας ἐνάτης» [Ματθ. 27,45. Μᾶρκ. 15,33. Λουκ. 23,44]), θὰ γίνῃ τέτοιο σκοτάδι ποὺ ὅλες μαζὶ οἱ ΔΕΗ τῆς Γῆς δὲν θὰ μποροῦν νὰ τὸ νικήσουν. Συχνὰ ἔρχονται στὸ γραφεῖο μας φτωχοὶ ποὺ παρακαλοῦν νὰ βοηθήσουμε, γιατὶ δὲν ἔχουν νὰ πληρώσουν τὸ λογαριασμὸ καὶ ἡ Δ.Ε.Η. ἡ τσιγγούνα τοὺς ἔκοψε τὸ ῥεῦμα…
Νὰ γίνουν λοιπὸν τὰ ἄστρα! καὶ ἔγιναν τὰ ἄστρα. Νὰ γίνῃ ὁ ἥλιος! καὶ ἔγινε ὁ ἥλιος. Νὰ γίνῃ ἡ σελήνη! καὶ ἔγινε ἡ σελήνη. Νὰ γεμίσῃ ἡ γῆ ἀπὸ ζωή, τὰ νερὰ ἀπὸ ψάρια, ὁ ἀέρας ἀπὸ πουλιά! καὶ ἔγιναν. Νὰ βγάλῃ ἡ γῆ ζῷα μικρὰ – μεγάλα, ἀπὸ τὸν ἐλέφαντα μέχρι τὸ ἀηδονάκι ποὺ ψάλλει γλυκά. Τέλος, ἀφοῦ ὁ Θεὸς τὰ ἑτοίμασε ὅλα αὐτά, εἶπε· «Ποιήσωμεν ἄνθρωπον…» (ἔ.ἀ. 1,26)! καὶ ἐμφανίστηκε ὁ ἄνθρωπος, τὸ τελειότερο δημιούργημά του.
Εὐτυχισμένοι ζοῦσαν οἱ πρωτόπλαστοι στὸν παράδεισο. Ἀλλὰ κατόπιν ὁ Ἀδὰμ ἁμάρτησε, καὶ ἔτσι μπῆκε στὴ ζωή του ὁ θάνατος. Πεθαίνει πλέον ὁ ἄνθρωπος εἴτε ἀπὸ φυσιολογικὴ φθορὰ καὶ γηρατειά, εἴτε ἀπὸ ἀσθένειες ἢ δυστυχήματα ἢ ἐγκλήματα, εἴτε ἀπὸ φυσικὲς καταστροφὲς καὶ θεομηνίες. Ὁ θάνατος καὶ ὁ τάφος μᾶς νικοῦν ὅλους. Ἕνας μόνο τὰ νίκησε αὐτά, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός.
Στὸ σημερινὸ λοιπὸν εὐαγγέλιο τί βλέπουμε. Ἐκεῖνος ποὺ εἶνε ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς, αὐτὸς ποὺ χορηγεῖ στὰ σύμπαντα τὸ θεῖο δῶρο τῆς ζωῆς, αὐτὸς τώρα βρίσκεται μπροστὰ σὲ ἕνα ἀπὸ τὰ τόσα θύματα τοῦ θανάτου, σὲ ἕνα νεκρό.
Ὁ Χριστὸς φτάνει στὴν πόλι Ναῒν – πότε· τὴν ὥρα ἀκριβῶς ποὺ ἀπὸ ᾽κεῖ ἔβγαινε μιὰ κηδεία καὶ πήγαινε γιὰ τὴν ταφὴ στὸ κοιμητήριο. Εἶχε πεθάνει τὸ μονάκριβο παιδὶ μιᾶς χήρας καὶ πλῆθος κόσμου συνώδευε τὴν ἀξιοσυμπάθητη μάνα. Ὁ Ἰησοῦς τοὺς σταματᾷ. Βλέπει τὴ χήρα νὰ θρηνῇ, τὴ σπλαχνίζεται καὶ τῆς λέει· Μὴν κλαῖς. Πλησιάζει τὸ φέρετρο, ἀγγίζει τὸ σῶμα τοῦ νεκροῦ παιδιοῦ καὶ προστάζει μὲ ἐξουσία· «Νεανίσκε, σοὶ λέγω, ἐγέρθητι»· νέε, σ᾽ ἐσένα τὸ λέω, σήκω! (Λουκ. 7,14). Τότε ἐκεῖ, μπροστὰ στὰ μάτια ὅλων, ὁ νεκρὸς ἀνακινεῖται, ἀνακάθεται στὸ φέρετρο κι ἀρχίζει νὰ μιλάῃ. Ὁ ζωοδότης Χριστός, ἀφοῦ τὸν ἀνέστησε, τὸν παραδίδει στὴ μητέρα του. Ὅλοι δοξολογοῦν τὸ Θεό.
Αὐτὰ μᾶς λέει σήμερα τὸ εὐαγγέλιο.
* * *
Γιὰ νὰ εἴμαστε –κι ὄχι ἁπλῶς νὰ λεγώμαστε– Χριστιανοί, δὲν ἀρκεῖ, ἀγαπητοί μου, τὸ ὅτι κάποτε βαπτιστήκαμε· ὀφείλουμε καὶ νὰ ζοῦμε πάντοτε κατὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ μετέχουμε στὴ ζωὴ τοῦ Θεοῦ (στὰ ἄχραντα μυστήρια). Τότε ἔχουμε «ζωὴν ἐν ἑαυτοῖς» (Ἰω. 6,53-54), τότε διατηροῦμε τὸ ἀνεκτίμητο δῶρο τοῦ Θεοῦ, τὴ ζωή· τὴ φυσικὴ καὶ τὴν πνευματική, τοῦ σώματος καὶ τῆς ψυχῆς μας. Νὰ προσευχώμαστε λοιπόν, νὰ ἐκκλησιαζώμαστε τακτικὰ τοὐλάχιστον τὶς Κυριακὲς κι ὄχι ν᾽ ἀπουσιάζουμε δίχως λόγο· νὰ εὐγνωμονοῦμε κ᾽ εὐχαριστοῦμε τὸν Κύριο γιὰ τὰ δῶρα του· νὰ μετανοοῦμε κι ἀποζητοῦμε τὸ ἔλεός του καὶ νὰ τὸν παρακαλοῦμε νὰ συγχωρῇ τ᾽ ἁμαρτήματά μας.
Νὰ μένουμε πιστοὶ στὸ ὄνομά του καὶ ν᾽ ἀντιστεκώμαστε στὸ ῥεῦμα τῆς ἀπιστίας· νὰ ὁδηγοῦμε τὰ παιδιά μας κοντὰ στὸ Χριστὸ τώρα ποὺ τὰ σχολεῖα ἀλλάζουν χαρακτῆρα καθὼς ὑποβαθμίζεται τὸ μάθημα τῶν θρησκευτικῶν. Ἄλλοτε λειτουργοῦσαν δύο ἐκκλησίες· μία ἡ μεγάλη καὶ κεντρικὴ τῆς ἐνορίας καὶ μία ἡ μικρὴ «κατ᾽ οἶκον ἐκκλησία» (῾Ρωμ. 16,5. Α΄ Κορ. 16,19. Κολ. 4,15. Φιλ. 2)· τότε κάθε σπίτι ἦταν μιὰ ἐκκλησία. Πίστευαν καὶ παρακαλοῦσαν τὸ Θεό. Τώρα δυστυχῶς αὐτὸ ἔγινε σπάνιο. Πολλοὶ δὲν πιστεύουν καθόλου στὸ Θεὸ ἢ πιστεύουν ἀόριστα, ἀγνοοῦν τὴν ἁγία Τριάδα, τὸν Πατέρα τὸν Υἱὸν καὶ τὸ ἅγιον Πνεῦμα, αὐτὸν ποὺ ἔδωσε καὶ δίνει στὸν κόσμο τὴ ζωή. Ὁ Κύριος εἶπε· «Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ὁ τὸν λόγον μου ἀκούων καὶ πιστεύων τῷ πέμψαντί με ἔχει ζωὴν αἰώνιον …μεταβέβηκεν ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τὴν ζωήν» (Ἰω. 5,24). Ὅποιος λοιπὸν ἐμμένει ἠθελημένα στὴν ἀπιστία καὶ τολμᾷ νὰ δηλώνῃ ἄπιστος, αὐτὸς μόνος του στερεῖται τὴ ζωὴ ποὺ χαρίζει ὁ Θεός, μένει ἑκουσίως στὸ θάνατο.
Ἄλλοι ὅμως, ἀκόμη χειρότερα, ὄχι μόνο τολμοῦν νὰ δηλώνουν ἄπιστοι, ἀλλ᾽ ἀντιτάσσονται μὲ κακία στὴν πίστι. Ἀμφισβητοῦν τὴν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου, ἀσεβοῦν στὰ ἱερὰ καὶ ὅσια, βλαστημοῦν τὰ θεῖα. Τὸ δὲ πιὸ θλιβερὸ ποιό εἶνε· ὅτι, ἐνῷ συμβαίνουν ὅλ᾽ αὐτά, ὑγιὴς ἀντίδρασις δὲν ὑπάρχει. Οἱ νόμοι τοῦ Θεοῦ καταπατοῦνται ἀσυστόλως, καὶ ἡ κοινωνία δὲν ἐνοχλεῖται· τ᾽ ἀνέχεται ὅλα σὰν νὰ μὴ βλέπῃ σὰν νὰ μὴν ἀκούῃ τίποτε.
Ἡ στάσι αὐτή, εἴτε προέρχεται ἀπὸ ἀδιαφορία ἤ ἀπὸ δειλία ἤ ἀπὸ συγκατάθεσι καὶ συμφωνία μὲ τὸ κακό, δείχνει νέκρα, ἀπουσία ζωῆς. Σὲ παρόμοια περίπτωσι ὁ Χριστός, κάποιον ποὺ ἔλεγε πὼς θέλει νὰ τὸν ἀκολουθήσῃ, τὸν προέτρεψε μὲ τὰ βαθυστόχαστα ἐκεῖνα λόγια· «Ἀκολούθει μοι, καὶ ἄφες τοὺς νεκροὺς θάψαι τοὺς ἑαυτῶν νεκρούς», ἄφησε δηλαδὴ τοὺς πνευματικὰ νεκρούς (αὐτοὺς τοὺς ἀπίστους ἢ ἀδιαφόρους ἢ ἐχθρικὰ διατεθειμένους) νὰ γηροκομήσουν καὶ νὰ θάψουν τοὺς σωματικὰ νεκροὺς γονεῖς (Ματθ. 8,22. Λουκ. 9,60).
Στὴν Ἀποκάλυψι ὁ Χριστός, ὄχι πλέον μὲ τέτοια ἠπιότητα ἀλλὰ σὲ τόνο αὐστηρὸ ἐλέγχει καὶ γιὰ ν᾽ ἀφυπνίσῃ τὴν κοιμισμένη συνείδησι τοῦ ἁμαρτωλοῦ λέει· «Οἶδά σου τὰ ἔργα, ὅτι ὄνομα ἔχεις ὅτι ζῇς, καὶ νεκρὸς εἶ. γίνου γρηγορῶν…»· ξέρω τί ἔχεις κάνει· ἀπ᾽ ἔξω φαντάζεις ζωντανός, κατ᾽ οὐσίαν ὅμως εἶσαι ἕνας πνευματικὰ νεκρός· ξύπνα λοιπόν… (Ἀπ. 3,1-2).
* * *
Αὐτὰ εἶχα νὰ πῶς σήμερα, ἀγαπητοί μου.
Τί μᾶς κόστισε –καὶ μᾶς κοστίζει–, ἀδελφοί μου, ἡ ἁμαρτία; Θάνατο, σωματικὸ καὶ ψυχικό. Καὶ πῶς ὁ θάνατος μπῆκε στὴ ζωή μας; Μὲ τὴν ἁμαρτία. Νά τὸ κεντρὶ τοῦ θανάτου· «τὸ κέντρον τοῦ θανάτου ἡ ἁμαρτία» (Α΄ Κορ. 15,56), μ᾽ αὐτὴν μᾶς τσίμπησε σὰν ἄλλη σφῆκα καὶ μᾶς φαρμάκωσε. Καὶ ποιό εἶνε τὸ ἀντίδοτο γιὰ τὸ φαρμάκι τῆς ἁμαρτίας; Ἡ πίστι καὶ ἡ ἀγάπη μας γιὰ τὸ Θεὸ καὶ τὸ συνάνθρωπο.
Κάθε θανάσιμη ἁμαρτία (φιλοδοξία, φιλαργυρία, φιληδονία καὶ τὰ παρακλάδια τους) ἔχουν ἀσφαλῶς σχέσι μὲ τὸ θάνατο καὶ ἀντιστρατεύονται τὴ ζωή. Ἀλλ᾽ ἐὰν ὑπάρχῃ μία ἁμαρτία ποὺ βρίσκεται στὸν ἀντίποδα ἀκριβῶς τοῦ θείου δώρου τῆς ζωῆς, εἶνε οἱ δολοφονίες καὶ ἐκτρώσεις καθὼς καὶ οἱ ποικίλοι τρόποι ἀποφυγῆς τῆς τεκνογονίας· αὐτὰ ἔχουν στερήσει τὸ φῶς τοῦ ἥλιου σὲ δισεκατομμύρια ἀνθρώπινες ζωές, τὶς ὁποῖες ἔφαγε καὶ τὶς ὁποῖες τρώει καὶ τώρα ἀκόμα τὸ μαῦρο σκοτάδι, καὶ οἱ κραυγὲς καὶ οἰμωγές τους ἀνεβαίνουν στὸ θρόνο τοῦ Θεοῦ ζητώντας ἐκδίκησι (πρβλ. Ἀπ. 6,10).
Θάνατος· νά πῶς ἀμείβει ἡ ἁμαρτία τὰ θύματα, στοὺς σκλάβους της. Ζωὴ αἰώνιος· νά τί χαρίζει ὁ Κύριός μας σὲ ὅσους τὸν ἀκολουθοῦν. Διαλέγετε καὶ παίρνετε. «Τὰ ὀψώνια (=ὁ μισθός) τῆς ἁμαρτίας θάνατος, τὸ δὲ χάρισμα τοῦ Θεοῦ ζωὴ αἰώνιος ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν» (῾Ρωμ. 6,23). Ὅποιος ἔχει ἀγάπη, αὐτὸς ἔχει ζωή. «Ὁ μὴ ἀγαπῶν τὸν ἀδελφὸν μένει ἐν τῷ θανάτῳ». Καὶ ὅσοι ἀγαποῦμε τοὺς ἀδελφούς μας «οἴδαμεν ὅτι μεταβεβήκαμεν ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τὴν ζωήν» (Α΄ Ἰω. 3,14).
Ὁ Κύριος δὲν θέλει θάνατο. «Ἐγώ», λέει, «ἦλθον ἵνα ζωὴν ἔχωσι καὶ περισσὸν ἔχωσι», ἦρθα στὴ γῆ γιὰ νὰ ἔχουν ὅλοι ζωὴ καὶ νὰ τὴ χαίρωνται πλουσίως (Ἰω. 10,10).
Μετάνοια, λοιπόν, ἐξομολόγησι, συμφιλίωσι, ὀρθὴ πίστι, τίμια ἐργασία, εὐσπλαχνία, δικαιοσύνη. Ἀγάπη καὶ λατρεία στὸ Χριστό, ἀγάπη στὴν Ἐκκλησία, στὴν οἰκογένεια καὶ σ᾽ αὐτὴ τὴ μαρτυρική μας πατρίδα. Ἑλλὰς καὶ Ὀρθοδοξία εἶνε δύο πράγματα ἑνωμένα. Μείνετε ἑνωμένοι. Καὶ τότε νὰ εἶστε βέβαιοι, ὅτι ἡ Μακεδονία μας, ἡ χώρα τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου, ποὺ ἦταν καὶ εἶνε, θὰ μείνῃ πάντα Ἑλληνική.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Γεωργίου – Ἀμμοχωρίου – Φλωρίνης τὴν 8-10-1995
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.