Αυγουστίνος Καντιώτης



Τα γεγονοτα της Μεγαλης Πεμπτης (Ομιλια Μητροπολιτου Φλωρινης Αυγουστινου Καντιωτου)

date Μαι 1st, 2024 | filed Filed under: ΜΕΓΑΛΗ ΕΒΔΟΜΑΣ

Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΜΑ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 2614

Μεγάλη Τετάρτη
1 Ἀπριλίου 2024 βράδυ

Τα γεγονοτα της Μεγαλης Πεμπτης

φιλ.-ΙουδΤὴ Μεγάλη Πέμπτη, ἀγαπητοί μου, οἱ ἅγιοι πατέρες, «οἱ τὰ πάντα καλῶς διαταξάμενοι», ὥρισαν νὰ ἑορτάζουμε τέσσερα πρά­­γμα­τα. Ποιά εἶν᾽ αὐτά· πρῶτον ὁ ἱερὸς νιπτήρ, δεύτερον ὁ μυστικὸς δεῖπνος, τρίτον ἡ ὑπερφυὴς προσ­ευχή, καὶ τέταρτον ἡ προδοσία.
Εἶνε εὐχάριστο νὰ μαθαίνουμε τὴν πίστι μας, τὸ τί πιστεύ­­ουμε. Γι᾿ αὐτὸ γίνεται καὶ τὸ κήρυγμα καὶ προ­σπαθοῦμε νὰ τὰ ποῦμε ὅσο μποροῦμε ἁπλᾶ, νὰ τὰ καταλάβετε. Κι ἅμα τὰ καταλάβετε καὶ τὰ πι­στέψετε, τότε θὰ χαίρεστε νὰ ἔρχεστε στὴν ἐκκλησία.

* * *

� Τὸ πρῶτο λοιπὸν εἶνε ὁ ἱερὸς νιπτήρ. Ὅτι δηλαδὴ ὁ Κύριός μας πῆρε μιὰ λεκάνη μὲ νερό, φόρεσε ποδιά, καὶ ἔσκυψε – ποιός· αὐτὸς ὁ βασιλεὺς τοῦ κόσμου καὶ τῶν ἀγγέλων, ὁ Θεὸς ὁ ἴδιος. Τί νὰ κάνῃ· τρόπον τινὰ νὰ προσ­κυνήσῃ τὸν ἄνθρωπο. Ἔσκυψε νὰ πλύ­νῃ τὰ λερωμένα πόδια τῶν μαθητῶν του. Τρόμαξε ὁ Πέτρος· –Τί εἶν᾽ αὐτὸ ποὺ κάνεις, Κύριε; δὲν μπορῶ νὰ τὸ δεχτῶ. Ὁ Χριστὸς τοῦ λέει· –Ἐὰν δὲν μ᾽ ἀφήσῃς νὰ σοῦ πλύνω τὰ πόδια, «οὐκ ἔχεις μέρος μετ᾽ ἐμοῦ». Καὶ τότε ὁ Πέτρος εἶπε· –Κύριε, ὄχι μόνο τὰ πόδια μου, ἀλ­λὰ καὶ τὰ χέρια καὶ τὸ κεφάλι (βλ. Ἰω. 13,3-9).
Ὅσοι ἀ­πὸ σᾶς πήγατε στὰ Ἰεροσόλυμα καὶ βρεθήκατε ἐκεῖ τέτοια μέρα, θὰ εἴδατε ὅτι ὁ ὀρθόδοξος πατριάρχης Ἰεροσολύμων μιμούμε­νος τὸ παράδειγμα τοῦ Κυρίου πλένει τὰ πόδια δώδεκα φτωχῶν ἀνθρώπων καὶ τὰ σκου­πίζει.
� Τὸ δεύτερο εἶνε ὁ μυστικὸς δεῖπνος, «δηλα­­δὴ ἡ παράδοσις τῶν καθ᾽ ἡμᾶς φρικτῶν μυ­στηρίων». Ὁ Κύριος ἔφαγε γιὰ τελευταία φο­ρὰ μα­ζὶ μὲ τοὺς μαθητάς του.
Ὑπάρχουν δύο πάσχα· τὸ ἰουδαϊκὸ καὶ τὸ χριστιανικό. Τὸ ἕνα εἶ­νε σκιά, τὸ ἄλλο πρα­γμα­­τικότης· τὸ ἕνα εἶ­νε πετράδι, τὸ ἄλλο εἶνε τὸ διαμάντι.

Οἱ Ἑ­βραῖοι, μολονότι πέρασαν 4.000 χρόνια, ἐξακολουθοῦν καὶ τὸ κάνουν ὅπως τὸ ὥ­ρισε τότε ὁ Μω­υσῆς. Αὐτοὶ βλέπετε δὲν ἀρ­νοῦνται οὔτε λησμονοῦν τὶς ἐθνικὲς καὶ θρησκευτικὲς παραδόσεις τους, ἐνῷ ἐμεῖς… Κα­τὰ τὸ Ἰουδαϊκὸ πάσχα λοιπὸν οἱ Ἑβραῖοι ἔ­σφα­ζαν κ᾽ ἔψηναν ἕνα «πρόβατον τέ­λειον, ἄρ­σεν, ἐνιαύσιον», χωρὶς ἐλάττωμα δηλαδή, ἀρ­σενικὸ καὶ χρονιάρικο (Ἔξ. 12,5). Μὲ τὸ αἷμα του ἔ­βαφαν τοὺς παραστάτες (τὰ δύο ὄρ­θια πλαϊ­νὰ ξύλα) καὶ τὸ ἀνώφλι τῆς θύρας τῆς κατοικί­ας τους. Ἔβραζαν ἐπίσης χόρτα πικρά, ἔψηναν ἄ­ζυ­­μα, δηλαδὴ ψωμιὰ χωρὶς προζύμι, καὶ ὅλα αὐτὰ τὰ ἔ­τρω­γαν ὄρθιοι, ἕτοιμοι γιὰ ἀναχώρησι, καὶ προσέχον­τας καλὰ νὰ μὴ σπάσουν καν­ένα κόκκαλο ἀπὸ τὸ ἀρνί.
Τὸ παιδὶ στὸ σπίτι θὰ ῥωτοῦσε, τότε στὴν ξενιτειὰ καὶ ἔπειτα στὴν πατρίδα· –Πατέρα, γιατί σήμερα τρῶμε ἔτσι; γιατί βάφουμε τὴν πόρτα μας μὲ αἷ­μα; γιατί τρῶμε χόρτα πικρὰ καὶ ψω­μὶ ἄζυμο; Καὶ ὁ πατέρας θ᾽ ἀπαν­τοῦ­σε· –Παιδιά μου, νὰ ξέρετε, ὅτι ἤμασταν σκλαβωμένοι στὴν Αἴγυπτο σὲ ἀνθρώπους σκλη­ρούς. Κι ὁ Θεὸς μᾶς λυπήθηκε· ἔστειλε ἄγγελο, τιμώρησε τοὺς Αἰγυπτίους, κ᾽ ἐμεῖς βγήκαμε ἔξω τὴ νύχτα ἐ­κείνη, ἀφοῦ προηγουμένως φάγαμε βιαστικὰ τὸ ἀρνὶ μὲ τὸ ἄζυμο ψω­μὶ καὶ τὰ πικρὰ χόρτα· ἔτσι προλάβαμε, φύγα­με μακριὰ καὶ γλυτώσαμε ἀπ᾿ αὐτούς. Γι᾽ αὐτὸ κάνουμε ἔτσι τὸ πάσχα· αὐτὰ τὰ πικρὰ χόρτα μᾶς θυμίζουν τὴν πίκρα τῆς σκλαβιᾶς… Πάσχα σημαίνει διάβασις, πέρασμα, ἀ­πὸ τὴ σκλα­βιὰ στὴν ἐλευθερία.
Ἐκεῖνο τὸ πάσχα ἦταν ἡ σκιά. Ἡ πραγματι­κότητα εἶνε τὸ χριστιανικὸ Πάσχα· αὐτὸ ἔ­κανε ὁ Χριστός μας τὴ Μεγάλη Πέμπτη. Πῆρε στὰ ἅγια χέρια του κανονικὸ ψωμί, τὸ εὐλόγησε καὶ εἶπε· «Λάβετε φάγετε· τοῦ­τό ἐστι τὸ σῶμά μου…». Μετὰ πῆρε τὸ κρασί, τὸ εὐλόγησε καὶ εἶπε· «Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάν­τες· τοῦτο γάρ ἐστι τὸ αἷμά μου…» (Ματθ. 26,26-27). Κοινώνησαν ὅλοι οἱ μαθηταί. Καὶ ὁ Ἰούδας. Ἐπειδὴ ὅ­μως κοινώνησε ἀναξίως, δὲν ὠφελή­θηκε· πῆ­γε μετὰ καὶ κρεμάστηκε· ἀπὸ τὸ βάρος ἔσπασε τὸ σχοινί, ἔπεσε πάνω σὲ πέτρα μυτερή, σχίστηκε ἡ κοιλιὰ καὶ βγῆκαν τὰ ἐντόσθιά του.
� Τὸ τρίτο τώρα γεγονὸς ποὺ ἑορτάζουμε σήμερα ποιό εἶνε· ἡ ὑπερφυὴς προσ­ευχή. Τί θὰ πῇ ὑπερφυ­ής; Ὑπερφυσική, οὐράνια, ἐξαίσια. Μιὰ προσευχὴ δηλαδὴ ἀνώτερη ἀπὸ κά­θε ἄλ­λη στὸν κόσμο.
Ὁ Χριστὸς προσευχόταν πάντοτε· καὶ στὸ σπίτι, καὶ στὸ ὕπαιθρο, καὶ στὴ λίμνη, καὶ στὸ ὄρος, καὶ στὸ ναὸ τοῦ Σολομῶντος, προσευχήθηκε ἀ­κόμα καὶ πάνω στὸ σταυρό. Τὸ βράδυ λοιπὸν τῆς Μεγάλης Πέμπτης ἐκεῖ στὸ ὑ­περῷο, μετὰ τὸ μυστικὸ δεῖπνο κι ἀφοῦ οἱ μαθηταί του κοινώνησαν, ἐκεῖνος ὕ­ψωσε τὰ μάτια στὸν οὐρανὸ καὶ προσ­ευχήθηκε γιὰ ὅ­λους. Τί εἶπε·
Φεύγω, Πατέρα οὐράνιε, κι ἀφήνω τὰ παιδιά μου ὀρφανά. Ἀλλὰ δὲν θά ᾽νε ὀρφανά· κον­τά τους θά ᾽σαι σύ. Στεῖλε τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο νὰ τοὺς φωτίσῃ· φύλαξέ τους ἀπὸ τὸ σατανᾶ κι ἀπὸ κάθε πειρασμό. Θὰ ζοῦν σὰν ἀρνάκια ἀνάμεσα σὲ λύκους. Καὶ σὲ παρακαλῶ ὄχι μόνο γι᾽ αὐτοὺς ἀλλὰ καὶ γιὰ ὅλους ὅσους θὰ πιστέψουν μὲ τὸ κήρυγμά τους σ᾽ ἐμένα.
Αὐτὰ εἶπε ὁ Χριστὸς καὶ τ᾽ ἄκουσαν οἱ μαθη­ταὶ συγκινημένοι. Καὶ μετὰ μέσα στὴ νύχτα βγῆκαν ἔξω, πέρασαν τὸ χείμαρρο τῶν Κέδρων καὶ μπῆκαν στὸν κῆπο τῆς Γεθσημανῆ.
� Τὸ πρῶτο λοιπὸν ποὺ ἑορτάζουμε τώρα εἶ­νε ὁ ἱ­ερὸς νιπτήρας, τὸ δεύτερο εἶνε ὁ μυστι­κὸς δεῖ­πνος, τὸ τρίτο εἶνε ἡ ὑπερφυὴς προσ­ευχή, καὶ τὸ τέταρτο εἶνε ἡ προδοσία τοῦ Ἰ­ούδα. Ποιός θὰ τὸ φανταζόταν, ὅτι ἕνας μαθη­­τὴς τοῦ Χριστοῦ, ποὺ τὸν ἀκολούθησε, ποὺ κάθισε κοντά του τρία χρόνια, ποὺ εἶδε θαύματα, ποὺ ἄκουσε τὰ χρυσᾶ λόγια του, ὅτι αὐ­τὸς θὰ τὸν πρόδιδε; Πῶς ἔγινε αὐτό; τί δὲν πρόσεξε;
Εἶχε μέσα του τὸ μικρόβιο τῆς φιλαρ­γυρί­ας. Τὰ λεφτὰ τὰ λεφτά! ποὺ φωνάζουν ὅλοι· κι ὁ ἐργάτης, κι ὁ ὑπάλληλος, κι ὁ ἐφοπλιστής, κ᾽ οἱ βασιλιᾶδες, καὶ τὰ κράτη μεγάλα – μικρά. Γιὰ τὰ λεφτὰ γίνονται οἱ πόλεμοι, γιὰ τὰ λεφτὰ εἶνε ὅλη ἡ μανία. Αὐτὸ ἔπαθε κι ὁ Ἰούδας· ἀγάπησε τὸ χρυσὸ καὶ ὄχι τὸν Χριστό· περισσότερο ἀπὸ τὸν Διδάσκαλό του ἀ­γάπησε τὰ τριάκοντα ἀργύρια· γι᾽ αὐτὰ τὸν πρόδωσε καὶ κολάστηκε.

* * *

Αὐτὰ τὰ τέσσερα παραλάβαμε, ἀδελφοί μου, νὰ ἑορτάζουμε τὴ Μεγάλη Πέμπτη. Καὶ καθένα ἀπὸ αὐ­­τὰ κάτι σπουδαῖο ἔχει νὰ μᾶς πῇ.
• Ὁ ἱερὸς νιπτήρας μᾶς λέει, ν᾽ ἀγαποῦμε τὴν κάθαρσι, τὴν ἔξω καὶ πρὸ πάντων τὴν ἔ­σω. Οἱ φαρισαῖοι φρόντιζαν γιὰ τὰ ἐξωτερικά· γιὰ τὰ ἐσωτερικὰ ἀμελοῦσαν. Ἐμεῖς; Ὅπως πλένεις τὸ σῶμα, ἔτσι νὰ πλένῃς καὶ τὴν ψυχή. Νιπτήρας οὐράνιος, νιπτήρας ἀγγέλων, εἶ­νε ἡ μετάνοια καὶ ἐξομολόγησι. Πλυθῆτε στὸ νιπτῆ­ρα τῆς ἐξομολογήσεως. Ἔξω ἀπ᾽ τὴν Ἁγια-Σο­­φιὰ ἦταν μία φιάλη, κρήνη, μὲ μιὰ ἐπιγραφὴ καρκινική, διαβαζόταν δηλαδὴ καί ἀπὸ τ᾽ ἀριστερὰ πρὸς τὰ δεξιὰ καί ἀντιστρόφως, καὶ ἔλεγε· «Νῖ­ψον ἀνομήματα· μὴ μό­ναν ὄψιν»· πλῦνε δηλαδὴ ὄχι μόνο τὸ πρόσω­πό σου, ἀλλὰ καὶ τ᾽ ἁμαρτήματά σου στὸν ἄλ­λο μυστικὸ νιπτῆρα, τῆς μετανοίας καὶ ἐξομολογήσεως.
• Ἔπειτα ὁ μυστικὸς δεῖπνος. «Προσέλθετε» μᾶς καλεῖ (θ. Λειτ.), ἐλᾶτε νὰ κοινωνήσετε! Πῶς ὅμως· ἀφοῦ προηγουμένως μετανοήσετε, συγχωρηθῆτε, συμφιλιω­θῆ­τε, ἐλεήσετε. Ἀ­­ρωματισθῆτε μὲ τὴν εὐωδία τῆς ἀγάπης, τῆς εὐσπλαχνίας, τοῦ ἐλέους.
• Μετὰ ἡ προσευχή. Δὲν εἶνε χαμένη ὥρα ὁ χρόνος ποὺ θ᾽ ἀφιερώσουμε στὴν προσευχή· εἶνε ὅ,τι πιὸ σπουδαῖο καὶ ἀγαπητό· πάν­τοτε μέν, ἀλλὰ ἰδίως ὅταν πρόκειται νὰ πλησιάσουμε στὴν θεία κοινωνία. Εἶνε γιὰ μᾶς ἡ κορυφαία στιγμή, τῆς ἑνώσεώς μας μὲ τὸν ἀ­θάνατο Κύριο. Νὰ λαχταρᾷ ἡ ψυχή μας γι᾽ αὐ­τὴν καὶ νὰ λέμε μὲ πόθο «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅ­ταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκ. 23,42).
• Ἡ προδοσία τέλος μᾶς φωνάζει· Φοβηθῆ­τε τὴ φιλαργυρία, μισῆστε τὰ τριάκοντα ἀργύρια. Ὁ Θεὸς νὰ σᾶς φυλάξῃ νὰ μὴ μπῇ στὴν καρδιά σας ὁ σατανικὸς ἔρωτας τοῦ χρήματος, γιατὶ ὁ φιλάργυρος καὶ τὴ γυναῖκα του ἀρνεῖται, καὶ τὰ παιδιά του, καὶ τὸν ἀδερφό του καὶ τὴν πατρίδα του, ἀκόμα καὶ τὸν Κύριό του. Νὰ φοβηθοῦμε κ᾽ ἐμεῖς.

* * *

Συγκλονιστικά, ἀδελφοί μου, τὰ γεγονότα τῆς Μεγάλης Πέμπτης. Χαρὰ καὶ ἀγαλλίασις ὁ νιπτήρας, θεσπεσία ἀπόλαυσις ὁ μυστικὸς δεῖ­πνος, ἱερὰ ἐπικοινωνία ἡ προσευχή· μακριά ὅ­μως ἀπὸ τὰ τριάκοντα ἀργύρια! κανείς νὰ μὴν ἔχῃ τὸ τέλος τοῦ Ἰούδα, γιὰ τὸν ὁποῖον ὁ Χριστὸς εἶπε, ὅτι Ἦταν προτιμότερο νὰ μὴν εἶχε γεννηθῆ σ᾽ αὐτὸ τὸν κόσμο (βλ. Ματθ. 26,24).
Νὰ μείνουμε Χριστιανοὶ ὀρθόδοξοι, ὅπως θέλει ὁ Χριστός.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Στεφάνου Πτολεμαΐδος τὴ Μ. Πέμπτη 23-4-1970 πρωί, μὲ νέο τώρα τίτλο. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 8-4-2024.

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.