Η ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΩΝ ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ (Μαρκ.15,43-16,8) & ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
Η ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΩΝ ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ
Κατά Μάρκον, κεφ. ΙΕ΄, εδάφια 42-47 και κεφ. ΙΣΤ΄, εδάφια 1-8
Κεφ. ΙΕ΄ 42 Καὶ ἤδη ὀψίας γενομένης, ἐπεὶ ἦν παρασκευή, ὅ ἐστι προσάββατον, 43 ἐλθὼν ᾿Ιωσὴφ ὁ ἀπὸ ᾿Αριμαθαίας, εὐσχήμων βουλευτής, ὃς καὶ αὐτὸς ἦν προσδεχόμενος τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, τολμήσας εἰσῆλθε πρὸς Πιλᾶτον καὶ ᾐτήσατο τὸ σῶμα τοῦ ᾿Ιησοῦ. 44 Ὁ δὲ Πιλᾶτος ἐθαύμασεν εἰ ἤδη τέθνηκε, καὶ προσκαλεσάμενος τὸν κεντυρίωνα ἐπηρώτησεν αὐτὸν εἰ πάλαι ἀπέθανε· 45 καὶ γνοὺς ἀπὸ τοῦ κεντυρίωνος ἐδωρήσατο τὸ σῶμα τῷ ᾿Ιωσήφ. 46 Καὶ ἀγοράσας σινδόνα καὶ καθελὼν αὐτὸν ἐνείλησε τῇ σινδόνι καὶ κατέθηκεν αὐτὸν ἐν μνημείῳ, ὃ ἦν λελατομημένον ἐκ πέτρας, καὶ προσεκύλισε λίθον ἐπὶ τὴν θύραν τοῦ μνημείου. 47 Ἡ δὲ Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ Μαρία ᾿Ιωσῆ ἐθεώρουν ποῦ τίθεται.
Κεφ. ΙΣΤ’ 1 Καί διαγενομένου τοῦ σαββάτου Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ Μαρία ἡ τοῦ ᾿Ιακώβου καὶ Σαλώμη ἠγόρασαν ἀρώματα ἵνα ἐλθοῦσαι ἀλείψωσιν αὐτόν. 2 Καὶ λίαν πρωῒ τῆς μιᾶς σαββάτων ἔρχονται ἐπὶ τὸ μνημεῖον, ἀνατείλαντος τοῦ ἡλίου.
3 Καὶ ἔλεγον πρὸς ἑαυτάς· τίς ἀποκυλίσει ἡμῖν τὸν λίθον ἐκ τῆς θύρας τοῦ μνημείου; 4 Καὶ ἀναβλέψασαι θεωροῦσιν ὅτι ἀποκεκύλισται ὁ λίθος· ἦν γὰρ μέγας σφόδρα. 5 Καὶ εἰσελθοῦσαι εἰς τὸ μνημεῖον εἶδον νεανίσκον καθήμενον ἐν τοῖς δεξιοῖς, περιβεβλημένον στολὴν λευκήν, καὶ ἐξεθαμβήθησαν. 6 Ὁ δὲ λέγει αὐταῖς· μὴ ἐκθαμβεῖσθε· ᾿Ιησοῦν ζητεῖτε τὸν Ναζαρηνὸν τὸν ἐσταυρωμένον· ἠγέρθη, οὐκ ἔστιν ὧδε· ἴδε ὁ τόπος ὅπου ἔθηκαν αὐτόν. 7 Ἀλλ᾿ ὑπάγετε εἴπατε τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ καὶ τῷ Πέτρῳ ὅτι προάγει ὑμᾶς εἰς τὴν Γαλιλαίαν· ἐκεῖ αὐτὸν ὄψεσθε, καθὼς εἶπεν ὑμῖν. 8 Καὶ ἐξελθοῦσαι ἔφυγον ἀπὸ τοῦ μνημείου· εἶχε δὲ αὐτὰς τρόμος καὶ ἔκστασις, καὶ οὐδενὶ οὐδὲν εἶπον· ἐφοβοῦντο γάρ.
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
[υπομνηματισμός των χωρίων: Ματθ.27,57-66 και Ματθ.28,1-10]
«Ὀψίας δὲ γενομένης ἦλθεν ἄνθρωπος πλούσιος ἀπὸ Ἀριμαθαίας, τοὔνομα Ἰωσήφ, ὃς καὶ αὐτὸς ἐμαθήτευσε τῷ Ἰησοῦ· οὗτος προσελθὼν τῷ Πιλάτῳ ᾐτήσατο τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ. Τότε ὁ Πιλᾶτος ἐκέλευσεν ἀποδοθῆναι τὸ σῶμα. Καὶ λαβὼν τὸ σῶμα ὁ Ἰωσὴφ ἐνετύλιξεν αὐτὸ σινδόνι καθαρᾷ, καὶ ἔθηκεν αὐτὸ ἐν τῷ καινῷ αὐτοῦ μνημείῳ ὃ ἐλατόμησεν ἐν τῇ πέτρᾳ, καὶ προσκυλίσας λίθον μέγαν τῇ θύρᾳ τοῦ μνημείου ἀπῆλθεν(: Όταν προχώρησε το δειλινό, ήλθε κάποιος άνθρωπος πλούσιος που καταγόταν από την Αριμαθαία και ονομαζόταν Ιωσήφ, που κι αυτός υπήρξε μαθητής του Ιησού. Αυτός πήγε στον Πιλάτο και του ζήτησε το σώμα του Ιησού. Τότε ο Πιλάτος διέταξε να του δοθεί το σώμα. Κι αφού ο Ιωσήφ πήρε το σώμα, το τύλιξε σε καθαρό και αμεταχείριστο σεντόνι και το έβαλε στο δικό του καινούριο μνημείο, το οποίο είχε σκαλίσει στον βράχο. Κι αφού κύλισε ένα μεγάλο λίθο στη θύρα του μνημείου, την έκλεισε με τον λίθο αυτόν κι έφυγε)»[Ματθ. 27, 57-60].
Αυτός είναι ο Ιωσήφ, ο οποίος προηγουμένως κρυβόταν. Τώρα όμως, μετά τον θάνατο του Χριστού, έδειξε μεγάλη τόλμη. Διότι ούτε ασήμαντος ήταν, ούτε από εκείνους που μένουν απαρατήρητοι, αλλά ένας από τα μέλη του Συνεδρίου[πρβλ. Λουκ.23,51: «Καὶ ἰδοὺ ἀνὴρ ὀνόματι Ἰωσήφ, βουλευτὴς ὑπάρχων καὶ ἀνὴρ ἀγαθὸς καὶ δίκαιος·οὗτος οὐκ ἦν συγκατατεθειμένος τῇ βουλῇ καὶ τῇ πράξει αὐτῶν- ἀπὸ Ἀριμαθαίας πόλεως τῶν Ἰουδαίων, ὃς προσεδέχετο καὶ αὐτὸς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ(:Και ιδού, παρουσιάζεται τότε ένας άνθρωπος που λεγόταν Ιωσήφ και ήταν βουλευτής, δηλαδή μέλος του ιουδαϊκού συνεδρίου,άνθρωπος καλοκάγαθος και ενάρετος. Αυτός δεν είχε συμφωνήσει με την απόφαση που πήραν τα μέλη του συνεδρίου εναντίον του Ιησού, ούτε με τα μέτρα και τις πράξεις που έκαναν για να εξασφαλίσουν την επικύρωση και την εκτέλεση της αποφάσεως. Αυτός ο άνθρωπος λοιπόν ήταν από την πόλη των Ιουδαίων Αριμαθαία. Είχε πιστέψει στο κήρυγμα του Ιησού για τη βασιλεία του Θεού και περίμενε κι αυτός μαζί με τόσους άλλους μαθητές τη βασιλεία αυτή)»], και πολύ επιφανής.
Από αυτό μάλιστα φαίνεται καθαρά η ανδρεία του. Διότι ουσιαστικά καταδίκασε σε θάνατο τον εαυτό του, τη στιγμή που διακήρυξε την απέχθειά του προς όλους, με την έκφραση-ομολογία της συμπάθειάς του προς τον Ιησού, και τόλμησε να ζητήσει το σώμα Του, και δεν απομακρύνθηκε παρά μόνο αφού πέτυχε αυτό που ήθελε. Την αγάπη μάλιστα και την ανδρεία του την δείχνει όχι μόνο με το ότι παρέλαβε το σώμα του Χριστού και το έθαψε με πολυτέλεια, αλλά και με το ότι Τον έθαψε στο δικό του καινούριο μνημείο. Και αυτό δεν έγινε έτσι στην τύχη, αλλά για να μην υπάρξει ούτε η παραμικρή υποψία ότι αναστήθηκε άλλος αντί άλλου.
«Ἦν δὲ ἐκεῖ Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ ἡ ἄλλη Μαρία, καθήμεναι ἀπέναντι τοῦ τάφου(:Ήταν μάλιστα εκεί η Μαρία η Μαγδαληνή και η άλλη Μαρία, οι οποίες κάθονταν απέναντι από τον τάφο)»[Ματθ.27,61]. Γιατί αυτές κάθονται πλησίον του τάφου; Τίποτε ακόμη μεγάλο και υψηλό δεν γνώριζαν, όπως έπρεπε, περί Αυτού· γι’ αυτόν τον λόγο και μύρα έφεραν και παρέμεναν με καρτερία κοντά στον τάφο, ώστε, εάν κατασίγαζε η μανία των Ιουδαίων, να προσέρχονταν και να αλείψουν το Σώμα του Ιησού με αυτά.
Είδες την ανδρεία των γυναικών; Είδες την αγάπη; Είδες τη μεγαλοψυχία την έμπρακτη, η οποία φτάνει μέχρι θανάτου; Ας μιμηθούμε τις γυναίκες αυτές όλοι μας· ας μην εγκαταλείψουμε τον Ιησού στις δοκιμασίες Του· διότι εκείνες μεν, και όταν Εκείνος πέθανε, ξόδεψαν τόσα πολλά και έθεσαν σε κίνδυνο τη ζωή τους. Ενώ εμείς( πάλι τα ίδια θα επαναλάβω), ούτε όταν πεινά Τον τρέφουμε, ούτε όταν είναι γυμνός Τον ντύνουμε, αλλά αντιθέτως και όταν Τον βλέπουμε να ζητιανεύει, Τον προσπερνούμε. Είμαι βέβαιος ότι εάν βλέπατε τον ίδιο τον Κύριο, θα έδινε ο καθένας σας όλα τα υπάρχοντά Του. Αλλά και τώρα ο ίδιος είναι. Άλλωστε και Αυτός είπε ότι «Εγώ είμαι».
«Τῇ δὲ ἐπαύριον, ἥτις ἐστὶ μετὰ τὴν παρασκευήν, συνήχθησαν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι πρὸς Πιλᾶτον λέγοντες· κύριε, ἐμνήσθημεν ὅτι ἐκεῖνος ὁ πλάνος εἶπεν ἔτι ζῶν, μετὰ τρεῖς ἡμέρας ἐγείρομαι. κέλευσον οὖν ἀσφαλισθῆναι τὸν τάφον ἕως τῆς τρίτης ἡμέρας, μήποτε ἐλθόντες οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ νυκτὸς κλέψωσιν αὐτὸν καὶ εἴπωσι τῷ λαῷ, ἠγέρθη ἀπὸ τῶν νεκρῶν· καὶ ἔσται ἡ ἐσχάτη πλάνη χείρων τῆς πρώτης(:Την άλλη τώρα ημέρα, η οποία είναι μετά την Παρασκευή, δηλαδή το Σάββατο, μαζεύτηκαν οι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι και πήγαν όλοι μαζί στον Πιλάτο και του είπαν: ‘’Κύριε, θυμηθήκαμε ότι εκείνος ο λαοπλάνος είχε πει όταν ακόμη ζούσε: «Τρεις ημέρες μετά τον θάνατό μου θα αναστηθώ». Γι’ αυτό δώσε διαταγή να ασφαλιστεί ο τάφος μέχρι την τρίτη ημέρα, μήπως έλθουν οι μαθητές του μέσα στη νύχτα και τον κλέψουν, και πουν στο λαό ότι αναστήθηκε από τους νεκρούς. Και θα είναι η τελευταία αυτή πλάνη του λαού χειρότερη από την πρώτη, που τον πίστεψαν ως Μεσσία’’. Ο Πιλάτος τότε τους είπε: ‘’Πάρτε φρουρά. Πηγαίνετε και ασφαλίστε μόνοι σας τον τάφο, όπως εσείς ξέρετε’’. Κι αυτοί πήγαν και ασφάλισαν τον τάφο. Έβαλαν δηλαδή σφραγίδες στον λίθο που σκέπαζε το μνημείο. Και τοποθέτησαν εκεί τη φρουρά)»[Ματθ.27,62-66].
Παντού η πλάνη συγκρούεται με τον εαυτό της και άθελά της συνηγορεί υπέρ της αλήθειας. Πρόσεξε όμως. Έπρεπε να πιστευτεί ότι πέθανε, ότι ενταφιάστηκε και ότι αναστήθηκε. Και όλα αυτά γίνονται από τους εχθρούς. Κοίταξε λοιπόν ότι τα λόγια αυτά βεβαιώνουν όλα αυτά. «Θυμηθήκαμε», λέγει, «ότι εκείνος ο λαοπλάνος είχε πει όταν ακόμη ζούσε»· άρα πέθανε· «’’Τρεις ημέρες μετά τον θάνατό μου, θα αναστηθώ’’. Γι’ αυτό δώσε διαταγή να ασφαλιστεί ο τάφος μέχρι την τρίτη ημέρα»· άρα ενταφιάστηκε· «μήπως έλθουν οι μαθητές του μέσα στη νύχτα και τον κλέψουν, και πουν στο λαό ότι αναστήθηκε από τους νεκρούς». Άρα, εάν ο τάφος σφραγιστεί, δεν θα γίνει καμία απάτη. Δεν έγινε λοιπόν. Επομένως η απόδειξη της αναστάσεως, με όσα προτείνατε εσείς, έγινε αναντίρρητη. Διότι αφού σφραγίστηκε, δεν συνέβη καμία απάτη. Εάν επίσης δεν έγινε καμία απάτη, βρέθηκε όμως κενός ο τάφος, είναι φανερό ότι αναστήθηκε σαφώς και αναντίρρητα.
Είδες ότι και χωρίς να το θέλουν, υποστηρίζουν την απόδειξη της αλήθειας; Εσύ πάλι κάνε μου τη χάρη να προσέξεις τη φιλαλήθεια των μαθητών· ότι δεν αποκρύπτουν τίποτε από όσα λένε οι εχθροί, και όταν ακόμη λένε πράγματα υβριστικά. Να που τον ονομάζουν και πλάνο και αυτοί δεν το αποσιωπούν. Αυτά λοιπόν δείχνουν και τη σκληρότητα εκείνων, αφού ούτε με τον θάνατο απέβαλαν την οργή, και αυτών την απλότητα και φιλαλήθεια.
Αξίζει μάλιστα να αναζητήσουμε και αυτό, δηλαδή το ότι είπε ότι «μετά από τρεις ημέρες θα αναστηθώ». Διότι δεν θα το βρει κανείς πουθενά να λέγεται με τόση σαφήνεια, εκτός από το παράδειγμα του Ιωνά. Ώστε λοιπόν γνώριζαν αυτά που έλεγαν και ηθελημένα τα παραποιούσαν.
Και τι απαντά ο Πιλάτος; «‘’Πάρτε φρουρά. Πηγαίνετε και ασφαλίστε μόνοι σας τον τάφο, όπως εσείς ξέρετε’’. Και αυτοί πήγαν και ασφάλισαν τον τάφο. Έβαλαν δηλαδή σφραγίδες στο λίθο που σκέπαζε το μνημείο. Και τοποθέτησαν εκεί τη φρουρά»[Ματθ.27,65-66]. Δεν αφήνει μόνους τους στρατιώτες να τον σφραγίσουν· διότι επειδή είχε μάθει σχετικά με Αυτόν, δεν ήθελε πλέον να συμπράξει με αυτούς. Αλλά για να απαλλαγεί από αυτά, ανέχεται και τούτο και λέγει: «Σφραγίστε τον τάφο όπως θέλετε εσείς, για να μην μπορείτε να κατηγορείτε άλλους». Διότι εάν τον σφράγιζαν μόνοι τους οι στρατιώτες, θα μπορούσαν να πουν(αν και θα ήσαν απίθανα και ψευδή όσα θα έλεγαν, αλλά όμως, όπως στα άλλα έδειχναν αναισχυντία, έτσι θα μπορούσαν να πουν και στην περίπτωση αυτή), ότι οι στρατιώτες, αφού επέτρεψαν να κλαπεί το σώμα, έδωσαν το δικαίωμα στους μαθητές να πλάσουν το κήρυγμα της αναστάσεως. Τώρα όμως που οι ίδιοι σφράγισαν τον τάφο, ούτε αυτό μπορούν να πουν.
Είδες πώς πασχίζουν άθελά τους υπέρ της αλήθειας; Διότι αυτοί προσήλθαν στον Πιλάτο, αυτοί ζήτησαν να ασφαλιστεί ο τάφος, αυτοί τον σφράγισαν μαζί με τη φρουρά, ώστε να είναι κατήγοροι και ελεγκτές των εαυτών τους. Αν και πότε θα μπορούσαν να τον κλέψουν; Το Σάββατο; Και με ποιον τρόπο, αφού ούτε να εξέλθουν από το σπίτι τους δεν ήταν δυνατόν; Εάν πάλι παρέβαιναν τον μωσαϊκό νόμο, πώς θα τολμούσαν να εξέλθουν από το σπίτι τους οι μαθητές, αυτοί οι τόσο δειλοί; Πώς ακόμη θα μπορούσαν να πείσουν το πλήθος; Τι θα έλεγαν; Τι θα έκαναν; Με ποια διάθεση θα τάσσονταν με το μέρος του νεκρού; Ποια επιτέλους αντιμισθία θα περίμεναν; Ποια ανταμοιβή; Ενώ ακόμη ήταν ζωντανός, και μόνο όταν τον είδαν να συλλαμβάνεται, έφυγαν. Και θα μιλούσαν με θάρρος μετά τον θάνατό Του για Εκείνον, εάν δεν είχε αναστηθεί;
Και πώς θα μπορούσαν να δικαιολογηθούν; Διότι ότι ούτε σκέφτηκαν, ούτε μπορούσαν να πλάσουν μία ανάσταση η οποία δεν έγινε, είναι φανερό από τα εξής: Πολλά τους είχε πει και συνεχώς τους έλεγε περί της αναστάσεως, όπως είπαν και αυτοί οι ίδιοι ότι «μετά από τρεις ημέρες θα αναστηθώ». Εάν όμως δεν ανασταινόταν, είναι ολοφάνερο ότι επειδή αυτοί είχαν απατηθεί και είχαν παρασυρθεί εξαιτίας του σε πόλεμο με ολόκληρο το έθνος, και είχαν μείνει χωρίς οικογένεια και χωρίς πατρίδα, θα τον αποστρέφονταν και δεν θα ήθελαν να του παραδώσουν τέτοια δόξα, καθόσον είχαν απατηθεί και είχαν περιέλθει σε έσχατο κίνδυνο εξαιτίας του.
Ότι δε δεν θα μπορούσαν εάν η ανάσταση δεν ήταν αληθινή, να την πλάσουν, αυτό δεν χρειάζεται ούτε απόδειξη. Διότι σε τι θα βασίζονταν; Στη δεινότητα των λόγων; Αλλά αυτοί ήσαν πιο αμαθείς από όλους. Μήπως στα πολλά τους χρήματα; Αλλά αυτοί δεν είχαν ούτε ράβδο, ούτε υποδήματα. Μήπως στην ευγενική καταγωγή τους; Αλλά αυτοί ήσαν άσημοι και κατάγονταν από άσημους γονείς. Μήπως στη μεγάλη πατρίδα τους; Αλλά κατάγονταν από άσημα χωριά. Μήπως στον μεγάλο αριθμό τους; Αλλά δεν ήσαν περισσότεροι από έντεκα και αυτοί μάλιστα διασκορπισμένοι. Μήπως στις υποσχέσεις του διδασκάλου τους; Ποιες; Διότι εάν δεν ανασταινόταν, ούτε εκείνες δεν θα ήσαν γι’ αυτούς αξιόπιστες.
Και πώς θα υπέφεραν τον μαινόμενο όχλο; Διότι εάν ο κορυφαίος από αυτούς δεν άντεξε τον λόγο της θυρωρού που ήταν γυναίκα, και όλοι οι υπόλοιποι όταν Τον είδαν δεμένο, διασκορπίστηκαν, πώς θα διανοούνταν να τρέξουν στα πέρατα της οικουμένης και να σπείρουν το φανταστικό κήρυγμα της αναστάσεως; Διότι, εάν ο μεν πρώτος δεν αντιστάθηκε στην απειλή της γυναίκας, οι δε άλλοι ούτε στη θέα των δεσμών, πώς μπορούσαν να αντισταθούν σε βασιλιάδες και άρχοντες και πλήθη, όπου υπήρχαν ξίφη και τηγάνια και κάμινοι και μυρίου είδους θανατώσεις καθημερινά, εάν δεν δέχονταν τη δύναμη και την τόνωση του Αναστάντος; Τόσα και τέτοιου είδους θαύματα είχαν γίνει και τίποτε από αυτά δεν σεβάστηκαν οι Ιουδαίοι, αλλά σταύρωσαν Αυτόν που τα έκανε· και θα έλεγαν σε αυτούς απλά να πιστέψουν στην Ανάσταση. Δεν είναι δυνατόν αυτά, δεν είναι· αλλά μόνο η δύναμη του Αναστάντος τα έκανε.
Κάνε μου τη χάρη να προσέξεις την καταγέλαστη απάτη τους. «Θυμηθήκαμε», λέγει, «ότι εκείνος ο πλάνος είπε όταν ακόμη ζούσε, ότι μετά από τρεις ημέρες θα αναστηθώ». Και εφόσον ήταν πλάνος και καυχιόνταν ψευδώς, γιατί φοβηθήκατε και τρέχετε τριγύρω και δείχνετε τόση βιασύνη; «Φοβόμαστε», λένε, «μήπως Τον κλέψουν οι μαθητές και εξαπατήσουν τα πλήθη». Αν και βεβαίως αποδείχτηκε ότι ο φόβος τους αυτός δεν είχε κανένα λόγο, αλλά η κακία είναι πράγμα φιλόνικο και αναιδές και επιχειρεί και τα παράλογα. Έτσι παρακαλούν να ασφαλιστεί ο τάφος για τρεις μέρες, σαν να αγωνίζονταν για προφάσεις, και θέλοντας να δείξουν ότι και πριν από αυτό ότι είναι πλάνος, γι΄αυτό επεκτείνουν την κακία τους μέχρι τον τάφο.
Γι΄αυτό ακριβώς αναστήθηκε νωρίτερα, για να μην λένε ότι διαψεύστηκε και ότι κλάπηκε· διότι αυτό μεν, το να αναστηθεί νωρίτερα, δεν επέτρεπε κατηγορία, ενώ το να αναστηθεί αργότερα, ήταν γεμάτο υποψίες. Διότι, εάν δεν ανασταινόταν τότε, όταν κάθονταν αυτοί εκεί και φύλασσαν τον τάφο, αλλά όταν θα αναχωρούσαν μετά από τρεις ημέρες, θα είχαν κάτι να ισχυριστούν και να αντιτάξουν, έστω και ανόητα. Γι΄αυτό λοιπόν τους πρόλαβε· διότι έπρεπε, καθώς κάθονταν κοντά στον τάφο και τον φύλασσαν, να γίνει η ανάσταση. Επίσης έπρεπε να γίνει εντός των τριών ημερών, διότι εάν γινόταν όταν παρέρχονταν αυτές και αναχωρούσαν, θα θεωρείτο ύποπτο το πράγμα. Γι’αυτό τον λόγο και επέτρεψε να σφραγίσουν τον τάφο όπως ήθελαν και στρατιώτες φύλασσαν.
Και δεν τους έμελε που έκαναν αυτά σε ημέρα Σαββάτου και ότι εργάζονταν, αλλά μόνο σε ένα πράγμα απέβλεπαν, την πονηρία τους, πώς θα επικρατήσουν με αυτήν, πράγμα το οποίο ήταν δείγμα εσχάτης μωρίας και φόβου, ο οποίος τους τάρασσε δυνατά· διότι αυτοί οι οποίοι Τον συνέλαβαν ζωντανόν, Τον φοβούνταν νεκρό. Αν και, εάν ήταν απλός άνθρωπος, έπρεπε να έχουν θάρρος. Αλλά για να μάθουν ότι και όταν ήταν ζωντανός, με τη θέλησή Του έπαθε αυτά τα οποία έπαθε, τοποθετήθηκε και η σφραγίδα και ο λίθος και η φρουρά, και δεν μπόρεσαν να Τον κρατήσουν. Με όλα αυτά ένα πράγμα μόνο επιτυγχάνεται, να γίνει γνωστή δημοσία η ταφή και έτσι να πιστευτεί η ανάσταση· διότι και στρατιώτες φύλασσαν και οι Ιουδαίοι κάθονταν κοντά.
«Ὀψὲ δὲ σαββάτων, τῇ ἐπιφωσκούσῃ εἰς μίαν σαββάτων, ἦλθε Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ ἡ ἄλλη Μαρία θεωρῆσαι τὸν τάφον. καὶ ἰδοὺ σεισμὸς ἐγένετο μέγας· ἄγγελος γὰρ Κυρίου καταβὰς ἐξ οὐρανοῦ προσελθὼν ἀπεκύλισε τὸν λίθον ἀπὸ τῆς θύρας καὶ ἐκάθητο ἐπάνω αὐτοῦ. ἦν δὲ ἡ ἰδέα αὐτοῦ ὡς ἀστραπὴ καὶ τὸ ἔνδυμα αὐτοῦ λευκὸν ὡσεὶ χιών. ἀπὸ δὲ τοῦ φόβου αὐτοῦ ἐσείσθησαν οἱ τηροῦντες καὶ ἐγένοντο ὡσεὶ νεκροί (:Αργά λοιπόν τη νύχτα του Σαββάτου, την ώρα που ξημέρωνε η πρώτη ημέρα της εβδομάδος, ήλθε η Μαρία η Μαγδαληνή και η άλλη Μαρία για να δουν τον τάφο. Και ξαφνικά, έγινε σεισμός μεγάλος· διότι ένας άγγελος Κυρίου, αφού κατέβηκε απ’ τον ουρανό και ήλθε στο μνημείο, κύλισε την πέτρα από την είσοδο και καθόταν πάνω σε αυτήν. Το εξωτερικό του σχήμα και το πρόσωπό του ήταν λαμπερό σαν αστραπή, και το ένδυμά του ολόλευκο σαν το χιόνι Από τον φόβο μάλιστα που προκάλεσε, συγκλονίστηκαν οι φρουροί κι έγιναν σαν νεκροί)» [Ματθ.28,1-4].
Μετά την Ανάσταση ήλθε ο άγγελος. Για ποιο λόγο λοιπόν ήλθε και σήκωσε τον λίθο; Προς χάριν των γυναικών· διότι αυτές τον άγγελο είδαν τότε μέσα στον τάφο. Για να πιστέψουν λοιπόν ότι αναστήθηκε, βλέπουν τον τάφο να είναι άδειος από το σώμα. Γι’ αυτό σήκωσε τον λίθο, γι’ αυτό έγινε και σεισμός, για να ξυπνήσουν και να σηκωθούν. Διότι είχαν έλθει για να αλείψουν το σώμα με έλαιο και αυτά συνέβαιναν κατά τη διάρκεια της νύκτας και ήταν φυσικό μερικές να νυστάξουν και να αποκοιμηθούν.
«Αλλά για ποιο λόγο και γιατί», θα ρωτήσει κάποιος, «είπε ο άγγελος προς αυτές: «Μὴ φοβεῖσθε ὑμεῖς(:Μη φοβάστε εσείς);». Πρώτα τις απαλλάσσει από τον φόβο και έπειτα ομιλεί σε αυτές για την Ανάσταση. Και το «εσείς» περιέχει πολύ μεγάλη τιμή και δείχνει ότι η εσχάτη τιμωρία αναμένει εκείνους που διέπραξαν όσα αποτόλμησαν, εάν δεν μετανοήσουν. Λέγει, δηλαδή, «δεν πρέπει εσείς να φοβάστε, αλλά εκείνοι που Τον σταύρωσαν». Αφού τις απάλλαξε λοιπόν από τον φόβο, και με τα λόγια και με την εμφάνισή του(διότι και η εμφάνισή του ήταν χαρωπή, εφόσον έφερνε τέτοια χαρμόσυνη αγγελία),πρόσθεσε λέγοντας: «Οἶδα γὰρ ὅτι Ἰησοῦν τὸν ἐσταυρωμένον ζητεῖτε(:Διότι γνωρίζω ότι ζητάτε με πόθο και ευλάβεια τον Ιησού τον Εσταυρωμένο)».Και δεν ντρέπεται να Τον αποκαλεί Εσταυρωμένο, διότι αυτό ήταν η απαρχή των αγαθών. «Οὐκ ἔστιν ὧδε· ἠγέρθη γὰρ»(:Δεν είναι εδώ · διότι αναστήθηκε)». Από πού είναι φανερό; «Καθὼς εἶπε(:όπως είπε)». «Επομένως», λέγει, «και αν ακόμη δεν έχετε εμπιστοσύνη σε εμένα, θυμηθείτε τα λόγια Εκείνου, και τότε ούτε σε εμένα θα δυσπιστήσετε».
Έπειτα, ακολουθεί και άλλη απόδειξη: «Δεῦτε ἴδετε τὸν τόπον ὅπου ἔκειτο ὁ Κύριος(:Ελάτε να δείτε τον τόπο όπου είχε τεθεί ο Κύριος)»[Ματθ. 28,10].Για τον λόγο αυτό κύλισε τον λίθο ο άγγελος, ώστε και από αυτό να πάρουν αυτές την απόδειξη. «Καὶ ταχὺ πορευθεῖσαι εἴπατε τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ ὅτι ἠγέρθη ἀπὸ τῶν νεκρῶν, καὶ ἰδοὺ προάγει ὑμᾶς εἰς τὴν Γαλιλαίαν· ἐκεῖ αὐτὸν ὄψεσθε· ἰδοὺ εἶπον ὑμῖν(:Πηγαίνετε όμως γρήγορα και πείτε στους μαθητές Του ότι αναστήθηκε από τους νεκρούς. Και ιδού, πηγαίνει πριν από σας στη Γαλιλαία˙ εκεί θα Τον δείτε. Να λοιπόν, σας είπα αυτά που είχα εντολή να σας πω)»[Ματθ. 28,7]. Και σε άλλους επίσης τις προετοιμάζει να διαδώσουν το χαρμόσυνο μήνυμα, πράγμα το οποίο τις κάνει να πιστέψουν καλύτερα. Και καλώς είπε: «στη Γαλιλαία», απαλλάσσοντάς τις από ενοχλήσεις και κινδύνους, ώστε να μην παρεμποδίσει ο φόβος την πίστη τους.
«Καὶ ἐξελθοῦσαι ταχὺ ἀπὸ τοῦ μνημείου μετὰ φόβου καὶ χαρᾶς μεγάλης ἔδραμον ἀπαγγεῖλαι τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ(:Και οι γυναίκες, αφού βγήκαν γρήγορα από το μνημείο με φόβο εξαιτίας της αγγελικής οπτασία, αλλά και με χαρά μεγάλη εξαιτίας του χαρμόσυνου αγγέλματος, έτρεξαν να τα πουν όλα αυτά στους μαθητές)». Γιατί άραγε με φόβο και με χαρά; Διότι είδαν ένα καταπληκτικό και παράδοξο πράγμα, κενό τον τάφο, όπου προηγουμένως Τον είχαν δει να τοποθετείται. Γι’ αυτό και τις οδήγησε να δουν, για να γίνουν μάρτυρες και οι δύο, και του ενταφιασμού και της Αναστάσεως. Διότι κατανοούσαν ότι κανείς δεν μπορούσε να Τον μετακινήσει από εκεί, εφόσον τόσοι στρατιώτες κάθονταν εκεί κοντά φρουροί, εάν δεν ανέσταινε ο Ίδιος τον εαυτό Του. Γι’ αυτό και χαίρονται και απορούν και αμείβονται για την τόση παραμονή τους εκεί πλησίον του τάφου, με το να δουν πρώτες και να διακηρύξουν ευαγγελιζόμενες όχι μόνο όσα ειπώθηκαν προς αυτές, αλλά και όσα είδαν.
Αφού λοιπόν εξήλθαν με φόβο και με χαρά, «ὡς δὲ ἐπορεύοντο ἀπαγγεῖλαι τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ, καὶ ἰδοὺ Ἰησοῦς ἀπήντησεν αὐταῖς λέγων·χαίρετε(:καθώς όμως πήγαιναν να τα πουν στους μαθητές Του, ξαφνικά ο Ιησούς τις συνάντησε και είπε: ‘’Χαίρετε’’)». Και αφού έτρεξαν πλησίον Του με μεγάλη χαρά, έλαβαν δια της αισθήσεως της αφής απόδειξη και διαβεβαίωση της Αναστάσεως. «Αἱ δὲ προσελθοῦσαι ἐκράτησαν αὐτοῦ τοὺς πόδας καὶ προσεκύνησαν αὐτῷ(:Αυτές τότε, αφού πλησίασαν, δεν τόλμησαν να Τον αγγίξουν στο σώμα, αλλά με ευλάβεια πολλή έπιασαν μόνο τα πόδια Του και Τον προσκύνησαν)».
Τι τους λέγει, λοιπόν, Εκείνος; «Μὴ φοβεῖσθε». Και Αυτός δηλαδή εκδιώκει τον φόβο τους και προετοιμάζει την οδό για την πίστη. «Ὑπάγετε ἀπαγγείλατε τοῖς ἀδελφοῖς μου ἵνα ἀπέλθωσιν εἰς τὴν Γαλιλαίαν, κἀκεῖ με ὄψονται(:Μη φοβάστε. Πηγαίνετε να αναγγείλετε στους αδελφούς μου να πάνε στη Γαλιλαία και εκεί θα με δουν)». Πρόσεξε ότι και Αυτός διαμέσου των μυροφόρων γυναικών κηρύσσει στους μαθητές το χαρμόσυνο άγγελμα, πράγμα το οποίο ανέφερα πολλές φορές, τιμώντας και οδηγώντας σε χρηστές ελπίδες το γυναικείο φύλο, που κατεξοχήν είχε περιφρονηθεί και θεραπεύοντάς το αυτό το ασθενές και καταπονημένο φύλο.
Μήπως κανείς από σας θα ήθελε να βρισκόταν στη θέση τους και να κρατούσε τα πόδια του Ιησού; Μπορείτε και τώρα όσοι θέλετε, όχι μόνο τα πόδια και τα χέρια, αλλά ακόμη και την ιερή εκείνη κεφαλή να αγκαλιάσετε, συμμετέχοντας στα φρικτά μυστήρια με καθαρή συνείδηση. Και όχι μόνο εδώ, αλλά και εκείνη την ημέρα θα Τον δείτε να έρχεται με την απερίγραπτη εκείνη δόξα και με το πλήθος των αγγέλων, εάν θελήσετε να γίνετε φιλάνθρωποι. Και θα ακούσετε όχι μόνο τα λόγια αυτά, όπως το «Χαίρετε», αλλά και τα άλλα: «Δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου(:Ελάτε εσείς που είστε ευλογημένοι από τον Πατέρα μου, κληρονομήστε τη βασιλεία που έχει ετοιμαστεί για σας από τότε που θεμελιωνόταν ο κόσμος)»[Ματθ.25,34].
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-matthaeum.pdf
- Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, ομιλίες ΠΗ΄ και ΠΘ΄ (επιλεγμένα αποσπάσματα που αφορούν την ερμηνεία της συγκεκριμένης ευαγγελικής περικοπής),πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1979, τόμος 12, σελίδες 353-355 και 367-381 αντίστοιχα.
- Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 69, σελ. 176-177 και σελ.190-193:
http://users.sch.gr/aiasgr/Paterika_keimena/Eurethrio/Agios_Iwannhs_o_Xrusostomos_Apanta.htm
- http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
- Π.Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία,εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
- Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
- Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
- http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
- http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
Ερμηνευτική απόδοση από τον μακαριστό Παν. Τρεμπέλα
Κεφ. ΙΕ΄ 42 Και σαν άρχισε πλέον να βραδιάζει, επειδή ήταν ημέρα Παρασκευής και προετοιμασίας, δηλαδή παραμονή του Σαββάτου, προτού δύσει ο ήλιος και αρχίσει η ημέρα του Σαββάτου, η οποία συνέπιπτε και με το πάσχα, 43 ήλθε ο Ιωσήφ που καταγόταν απ’ την πόλη Αριμαθαία, ένα σεβαστό και επίσημο μέλος του ιουδαϊκού συνεδρίου, που είχε πιστέψει κι αυτός στο κήρυγμα του Ιησού για τη βασιλεία του Θεού και περίμενε τη βασιλεία αυτή χωρίς να κλονιστεί η ελπίδα του από τον θάνατο του Ιησού˙ αυτός λοιπόν τόλμησε και παρουσιάστηκε στον Πιλάτο και ζήτησε το σώμα του Ιησού. 44 Ο Πιλάτος μάλιστα έμεινε έκπληκτος και απόρησε που τόσο γρήγορα είχε κιόλας πεθάνει ο Ιησούς. Κι αφού προσκάλεσε τον εκατόνταρχο, τον ρώτησε εάν είχε ώρα πολλή που πέθανε. 45 Κι όταν έμαθε από τον εκατόνταρχο ότι πραγματικά πέθανε ο Ιησούς, χάρισε το σώμα του στον Ιωσήφ. 46 Κι εκείνος, αφού αγόρασε καινούργιο και αμεταχείριστο σεντόνι και κατέβασε τον Ιησού από τον σταυρό, τύλιξε το σώμα του στο σεντόνι και τον έβαλε κάτω σε ένα μνημείο, το οποίο ήταν σκαλισμένο μέσα στον βράχο˙ και κύλισε ένα μεγάλο λίθο πάνω στο στόμιο του μνημείου, κλείνοντας έτσι την είσοδο του μνημείου. 47 Στο μεταξύ η Μαρία η Μαγδαληνή και η Μαρία του Ιωσή παρακολουθούσαν προσεκτικά και με πολύ ενδιαφέρον πού τοποθετήθηκε το σώμα του Ιησού.
Κεφ.ΙΣΤ΄ 1 Αφού πέρασε το Σάββατο, η Μαρία η Μαγδαληνή και η Μαρία η μητέρα του Ιακώβου και η Σαλώμη αγόρασαν το βράδυ του Σαββάτου αρώματα, για να έλθουν το πρωί στον τάφο και να αλείψουν το σώμα του Ιησού. 2 Και πολύ πρωί της πρώτης ημέρας της εβδομάδας έρχονται στο μνημείο την ώρα που ο ήλιος άρχισε να διαλύει το πρωινό σκοτάδι, καθώς πήρε ν’ ανατέλλει κάτω απ’ τον ορίζοντα. 3 Και έλεγαν μεταξύ τους: «Ποιος θα μας κυλίσει τη μεγάλη πέτρα μακριά από την είσοδο του μνημείου;». 4 Μόλις όμως έστρεψαν τα μάτια τους προς τα εκεί, είδαν ότι είχε μετατοπιστεί η πέτρα μακριά απ’ το μνημείο. Και τα έλεγαν αυτά μεταξύ τους, διότι η πέτρα αυτή ήταν πολύ μεγάλη και δεν ήταν εύκολο να μετακινηθεί. 5 Και αφού μπήκαν στο μνημείο, είδαν έναν νέο που καθόταν στα δεξιά του μνημείου και ήταν ντυμένος με λευκή στολή, και γέμισαν με τρόμο και κατάπληξη. 6 Αυτός όμως τους είπε: «Μην τρομάζετε και μη φοβάστε. Ξέρω ποιον ζητάτε. Ζητάτε τον Ιησού τον Ναζαρηνό, τον εσταυρωμένο. Αναστήθηκε. Δεν είναι εδώ. Να, είναι αδειανό το μέρος που τον έβαλαν. 7 Αλλά πηγαίνετε και πέστε στους μαθητές Του και ιδιαιτέρως στον Πέτρο, που έχει ανάγκη παρηγοριάς και βεβαιώσεως ότι συγχωρήθηκε για την άρνησή του, ότι πηγαίνει πριν από σας στη Γαλιλαία και σας περιμένει εκεί. Εκεί θα τον δείτε, όπως σας το είπε πριν σταυρωθεί». 8 Εκείνες τότε βγήκαν κι έφυγαν από το μνημείο. Ήταν μάλιστα γεμάτες τρόμο και έκσταση. Δεν είπαν όμως τίποτε σε κανένα, διότι ήταν φοβισμένες.
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.