Αυγουστίνος Καντιώτης



Φανταστητε στον αμ­βωνα το Χρυσοστομο, & στο αγιο βημα τον δικτατορα Ευτροπιο να ᾽χη αγκαλιαση την αγια τραπεζα & να τρεμη συγκορμος (Ομιλια του Μητροπολιτου Φλωρινης Αυγουστινου Καντιωτου)

date Νοέ 12th, 2024 | filed Filed under: εορτολογιο

Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΜΑ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 2639

Τοῦ ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου
Τετάρτη 13 Νοεμβρίου 2024

Ο ρολος του Ευτροπιου

επισκ. Αυγ.IER. XRYSΣήμερα, ἀγαπητοί μου, ἑορτάζει ἕνας μεγάλος καὶ λαοφιλὴς ἅγιος, ὁ μαρτυρικὸς ἀρ­χιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Εἶνε ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγαλυτέρους πατέρας τῆς Ἐκκλησίας. Ἄρ­χισε τὴν ἐκκλησιαστικὴ σταδιοδρομία του ὡς πρεσβύτερος στὴν Ἀντιόχεια καὶ τὴν περάτωσε ὡς οἰκουμενικὸς διδάσκαλος καὶ ποιμένας τῆς Βασιλευούσης. Πολλὲς φορὲς μιλήσαμε καὶ δὲν θὰ παύσουμε νὰ ὁμιλοῦμε γι᾽ αὐτόν.
Τὸ ἐπίθετο Χρυσόστομος τοῦ δόθηκε ἐνω­ρὶς –ἤδη ἀπὸ τὸν 6ο αἰῶνα– ἀπὸ τοὺς ἀκροα­τὰς καὶ ἀναγνῶστες του καὶ δείχνει τὴν ἐκ­τίμη­σι τῆς κοι­νῆς γνώμης γιὰ τὸ ῥητορικό του χάρισμα. Κυρίως ὅμως δείχνει τὴν ἀγάπη στὸ ἱερὸ πρόσωπό του γιὰ τὴν ἀλήθεια τῶν λόγων καὶ τὴν ἀκεραιότητα τοῦ βίου του.
Γιὰ νὰ ἐκτιμήσουμε καλύτερα τὴν προσωπικότητα τοῦ ἁγίου πατρός, θὰ μιλήσουμε τώ­ρα γιὰ ἕνα ἀπὸ τὰ πρόσωπα τῆς ἐπο­χῆς ἐ­κείνης, ποὺ οἱ ἐ­νέργειές του συνδέον­ται μὲ τὴ ζωὴ τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου. Τὸ πρόσω­πο αὐ­τὸ εἶνε ὁ Εὐ­τρόπιος. Θὰ ἐπικαλε­σθοῦ­με καὶ μαρτυρίες εἰδικῶν ἐπιστημόνων γιὰ νὰ φωτίσουν τὰ πράγματα. Ποιός ἦταν ὁ Εὐτρόπιος;

* * *

Ἦταν δικτάτορας. Ἔχοντας τὴν εὔ­­νοια τῆς βασιλίσσης εἶχε γίνει ὁ φόβος καὶ τρόμος ὅλων. Ἕνας μόνο δὲν τὸν φοβόταν· ὁ Χρυσόστομος.
Οἱ ἱστορικοὶ ἀναφέρουν ὅτι, ὅταν στὸν αὐ­τοκρατορικὸ θρόνο τῆς Κω­­σταντινουπόλεως βασίλευε ὁ νεαρὸς Ἀρκάδι­ος (384-408 μ.Χ.), ἰσχυρὸς παράγων στὴν διοίκησι τοῦ κράτους βρέθηκε ὁ εὐ­­­νοῦ­χος Εὐ­τρό­­πιος. Πῶς τὰ κατάφερε; Ὑ­ποσκέλισε μὲ δόλιο τρόπο τὸν πρωθυπουρ­γὸ ῾Ρουφῖνο· ἔβα­λε τὸ Γότθο στρατη­γὸ Γαϊνᾶ καὶ τὸν φόνευσε. Πῆρε ἔτσι αὐτὸς τὴ θέσι τοῦ Γαϊνᾶ καὶ ἔγινε πρωθυπουργός.
Στὸ ἐνεργητικό του εἶχε δύο μεγάλες ἐπιτυχίες. Κατάφερε πρῶτον νὰ δώσῃ στὸν Ἀρ­κά­διο ὡς σύζυγο – βα­σίλισσα, ἀντὶ τῆς κόρης τοῦ ῾Ρουφίνου, τὴν Εὐδοξία, κόρη τοῦ φράγ­κου στρατηγοῦ Βαύτωνος (βλ. Σαράντου Καργάκου, Ἡ αὐτοκρατορία τῆς Κωνσταντίνου Πόλεως, ἐκδ. Σιδέρης, Ἀθῆναι 20152, τ. Α΄, σσ. 169-171). Ἡ ἄλλη τώρα ἐ­πιτυχία του ἦταν ἡ ἑξῆς.
Τὸ ἔτος 397 μ.Χ. πέθανε ὁ Κωνσταντινουπό­­­λεως Νεκτάριος καὶ ὁ ἀρχιεπισκο­­πικὸς θρόνος ἐχήρευσε. Ποιός θὰ τὸν καταλάβῃ; Ὁ πατρολό­γος Παναγιώτης Χρήστου γράφει· «Ὁ εὐ­φυ­έ­στατος εὐνοῦχος πρωθυπουργὸς Εὐτρόπιος, ὁ ὁποῖ­ος εἶχε δώσει αὐτοκράτειραν εἰς τὴν πρωτεύουσαν, ἦτο ἀποφασισμένος νὰ δώσῃ καὶ ἀρχιεπίσκοπον τώρα. Κατὰ μίαν ἐπίσκεψίν του εἰς τὴν Ἀντιόχειαν εἶχε λάβει γνῶσιν περὶ τῆς προσωπικότητος καὶ τοῦ ἔρ­γου τοῦ Χρυσοστόμου καὶ ἔπεισε τὸν Ἀρκάδι­ον ὅτι αὐτὸς ἦτο ὁ κατάλληλος διὰ τὸν ἀρχιεπισκοπικὸν θρόνον τῆς πρωτευούσης ἀνήρ» (Θ.Η.Ε. τ. 6ος, στ. 1173). Ἔτσι «ὁ αὐ­το­κράτορας Ἀρκάδιος τὸν ὅρισε ἀρ­χιεπίσκοπο καὶ τὸν ἔ­φερε στὴν Κωνσταντινούπολη, χάρη σὲ ἕνα στρατήγημα γιὰ νὰ τὸν φέρει πρὸ τετελεσμένου γεγονότος, ἀφοῦ ἦταν πασίγνωστο πὼς ἡ ταπεινοφροσύνη του δὲν θὰ τὸν ἄφηνε ποτὲ νὰ δεχθεῖ ἕνα παρόμοιο ἀξίωμα» (Νέος Συναξαριστὴς τῆς Ὀρθοδ. Ἐκκλησίας, ἐκδ. Ἴνδικτος, Νοέμβριος, Ἀθῆναι 2004, σ. 154). Γιὰ νὰ ἐξαπατηθῇ ὁ ἅγιος Ἰωάννης νὰ τοὺς ἀ­κολουθή­σῃ, τοῦ ζήτη­σαν νὰ τοὺς ξεναγήσῃ σὲ τάφους ἁ­γίων μαρτύρων τῆς περιοχῆς· ἔτσι βγῆκε μαζί τους ἀπὸ τὴν πόλι μέχρι τὴν ῾Ρωμανησία καὶ ἀπ᾽ ἐκεῖ ἔγινε ἀπαγωγή του. Ὁ ἱστορικὸς Σα­ράντος Καργάκος γράφει· «Γιὰ νὰ μὴν ἀντιδράσουν οἱ Ἀντι­ο­χεῖς στὴν ἀπομάκρυνση τοῦ ἀγαπημένου τους ἱεράρχη, ἡ ἀναχώρησή του ἔγινε μυστικὰ μὲ κλειστὴ ταχυδρομικὴ ἅμαξα» (ἔ.ἀ. σ. 171).
Ὁ Εὐτρόπιος λοιπὸν ἔπαιξε κεντρικὸ ῥόλο στὴν ἄνοδο τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου στὸν ἀρ­­­χιεπισκοπικὸ θρόνο. Κατὰ τὰ κρα­τοῦντα σήμερα, θὰ περίμενε κανεὶς νὰ τοῦ ὀφείλῃ ἰσοβίως εὐγνωμοσύνη. Ἀλλ᾽ ὅταν τὸ χρέος τοῦ κήρυκος ἦταν νὰ ἐλέγξῃ καὶ τὸν Εὐτρόπιο γιὰ τὸν βίο του, ὁ ἀρχιεπίσκοπος δὲν δίστασε νὰ τὸ κάνῃ. Εἶχε συνείδησι ὅτι στὸ ἀ­ξίωμα τὸν ἀνέβα­σε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος καὶ ὄχι ἄνθρωποι· αὐτοὶ ποὺ τὸν ἐξέλεξαν καὶ τὸν χειροτόνη­σαν εἶνε ἐκ­τε­λεστικὰ ὄργανα τοῦ Θεοῦ. Ἡ εὐγνωμοσύνη ὁμολογεῖται ἀσφαλῶς καὶ σ᾽ αὐτούς· ὅ­ταν ὅμως τὸ καλῇ ἡ ἀλήθεια, τότε «πειθαρχεῖν δεῖ Θεῷ μᾶλλον ἢ ἀνθρώποις» (Πράξ. 5,29).
Καὶ ὁ Εὐτρόπιος τί ἔκανε; Ὑπῆρχε τότε τὸ ἄσυλο τοῦ ναοῦ – ὅπως στὴν ἀρχαία ἐποχὴ ποὺ ὁ ναὸς τοῦ Παρθενῶνος ἦταν ἄσυλο. Ὅ­ποιος καταδιωκόμενος κατώρθωνε νὰ πάῃ στὸ ναὸ καὶ ἀγκάλιαζε τὴν ἁγία τράπεζα, δὲν μποροῦσε νὰ τὸν ἀγγίξῃ κανείς. Αὐτὸς ὅμως ὁ δικτάτωρ μίσησε τὸ ἄσυλο καὶ μὲ διάταγμα τὸ κατήργησε. Καὶ πῶς εἶνε οἱ βουλὲς τοῦ Θεοῦ!
Γράφει ὁ Καργάκος· «Ὁ Γότθος στρατη­γὸς Γα­ϊνᾶς …ἀπέδωσε τεχνηέντως κάποιες στρατιωτικὲς ἀ­τυχίες κατὰ τὴ διεξαγωγὴ τοῦ πολέμου ἐναν­τίον τῶν Γότθων τῆς Μ. Ἀσίας στὸν Εὐτρόπιο καὶ προέβαλε στὸν Ἀρκάδιο αἴτημα τιμωρίας καὶ ἐξορίας τοῦ εὐ­νούχου… Ἔτσι ὁ Ἀρκάδιος …ἀποφάσισε νὰ ἐξορίσῃ τὸν πρωθυπουργό του» (ἔ.ἀ. σσ. 170-171).
Ὅπως ὁ τροχὸς γυρίζει καὶ τὸ ἄνω γίνεται κάτω, ἔτσι καὶ ὁ Εὐτρόπιος ἔπεσε ἀπὸ τὴ θέσι του· οἱ ἐχθροί του τὸν κυνηγοῦσαν, κι αὐ­τὸς ἔτρεχε σὰν μικρὸ παιδὶ μέσα στοὺς δρόμους. Κατώρθωσε νὰ μπῇ στὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Σοφί­ας, τὸν παλαιό· καὶ λαχανιασμένος, τρέμοντας σὰν τὸ λαγό, ἀγκάλιασε τὸ ἱερὸ θυσιαστήριο.
Οἱ ἐχθροί του, βάναυσοι, θέλησαν νὰ παρα­­βιάσουν τὸ ἄσυλο τοῦ ναοῦ καὶ νὰ τὸν σκοτώσουν μέσα ἐκεῖ – τέτοια λύσσα εἶχαν ἐναν­­­τίον του. Ἀλλὰ ἐκείνη τὴν ὥρα ὁ Χρυσόστομος, μολονότι ὁ Εὐτρόπιος τὸν κατεδίωξε, ὁ ἱεράρχης, ἀνωτέρᾳ πνοῇ, στάθηκε μπροστά τους· Ἄλτ! πέφτω ἐδῶ, μὲ πατᾶτε, ἀλλὰ δὲν προχωρεῖτε· ἐδῶ μένω! Κι ἀνέβηκε τότε στὸν ἄμ­βωνα, γράφουν οἱ ἱστορικοὶ κι ὁ Παπαρρηγόπουλος. Φανταστῆτε στὸν ἄμ­βωνα τὸ Χρυσόστομο, καὶ στὸ ἅγιο βῆμα τὸν δικτάτορα Εὐ­­τρόπιο νά ᾽χῃ ἀγκαλιάσῃ τὴν ἁγία τράπεζα καὶ νὰ τρέμῃ σύγκορμος. Στὴν περίστασι αὐ­τὴν ἐξεφώνησε τὸν περίφημο ἐκεῖνο λόγο (βλ. ὁμιλ. Εἰς Εὐτρ.· P.G. 52,391-6) ἐπὶ τοῦ ῥητοῦ «Ματαιότης ματαιοτήτων, τὰ πάν­τα ματαιότης» (Ἐκλ. 1,2· 12,8). Ὅ­σο ἦταν στὸ χέρι τοῦ ἁγίου, τὸν ἔσωσε· κα­τόπιν βέβαια ὁ Εὐτρόπιος ἐξωρίστηκε καὶ τελικὰ ἐκτελέστηκε.

* * *

Παρ᾽ ὅλο, ἀδελφοί μου, ὅτι ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος κατόπιν ἐκθρονίσεως καὶ ἐξορίας ὡδηγήθηκε στὸν θάνατο, ἐν τούτοις δὲν πέθανε. Ζῇ ὡς ἀθάνατο πνεῦμα στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. «Εἰς μνημόσυνον αἰώνιον ἔ­σται δίκαιος» (Ψαλμ. 111,6). Ζῇ στὴ συνείδησι καὶ τὴ ζωὴ τῆς Ἐκ­κλησί­ας, ποὺ τὸν τι­μᾷ καὶ σήμερα. Ζῇ καὶ μὲ τὰ ἀθάνατα ἔργα του στὸν κόσμο τῶν γραμμά­­των καὶ τοῦ πνεύματος.
Παλαιότερα ὑπῆρ­χαν κείμενά του στὰ σχολικά μας βιβλία, τώρα ἀπὸ τὰ δημόσια σχολεῖα ὁ Χρυσόστομος ἔ­χει ἀ­ποβληθῆ. Ἡ Εὐδοξία τὸν ἐξώρισε τότε σωματικῶς στὴν Ἀρμενία· τώρα οἱ ἰθύνοντες ἐξώρισαν τὸ πνεῦμα του, δὲν θέλουν ν᾽ ἀκουστῇ ἡ φωνή του στὰ παιδιὰ καὶ τοὺς νέους, κι αὐτὸ εἶ­νε πιὸ βαρύ.
Δὲν ἔχει πλέον θέσι στὴν παιδεία μας, κι ἂς ὑπερέχῃ τοῦ Δημοσθένους καὶ στὸ ἦθος καὶ στὸ ὕφος. Ἡ γλῶσσα του εἶνε πλούσια καὶ μεγαλήγορη, τὸ περιεχόμενο ὑψηλό. Δὲν ἐξαν­­­­τλεῖ­­ται σὲ μιὰ ἄχαρη ἀντιδικία (ὅπως ἐκείνη μὲ τὸν Φίλιππο)· καταπολεμεῖ μόνο τὸν ὑπ᾽ ἀ­ρι­θμὸν ἕνα ἐχθρὸ τοῦ ἀνθρώπου, τὸ κτηνῶ­δες «ἐγώ», ποὺ φωλιάζει μέσα μας.
Περιφρονεῖται ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος σήμε­ρα. Σπάνιοι εἶνε οἱ Χριστιανοὶ ποὺ ἦρθαν σὲ ἐ­πα­φὴ μὲ τὸ λόγο του, γνώρισαν τὴν ἀξία του, πῆραν στὰ χέρια τους καὶ κρατοῦν τὰ κείμενά του, τὰ θεωροῦν ἀνεκτίμητο θησαυρό.
Ὅταν ἤμουν στὴν Κοζάνη ὡς ἱεροκήρυκας, στὰ σκληρὰ ἐκεῖνα χρόνια τῆς γερμανι­κῆς κατοχῆς (1943-1945), συνάντησα ἕναν κα­λὸ δάσκαλο, ὁ ὁποῖος ὅμως εἶχε ἄγνοια τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου. Σὲ κάποια λοιπὸν συζήτησι, ποὺ εἴ­χα­­με μαζί, τοῦ εἶπα γιὰ τὸν μεγάλο αὐ­τὸν πατέρα· τοῦ συνέστησα νὰ τὸν γνωρί­σῃ, νὰ κάνῃ τὸν κόπο νὰ ἔλθῃ σὲ ἐπικοινωνία μαζί του, μὲ τὴ ζωὴ καὶ τὸ ἔργο του. Αὐτὸς γέ­λασε· –Χρυσόστομος τώρα!… λέει. –Τὸν διάβασες; ἐρω­τῶ. –Ὄχι, λέει. –Λοιπόν· ἀντὶ νὰ δι­αφωνοῦμε καὶ ν᾽ ἀν­τιδικοῦμε μεταξύ μας, ὡς φιλομα­θὴς ποὺ εἶ­σαι, θὰ σὲ παρακαλέσω νὰ πᾷς στὴ Βιβλιοθήκη –ἔχει ἡ Κοζάνη σπουδαία βιβλιοθήκη, μᾶλλον ἐκκλησιαστικὴ καὶ φιλοσο­φική–, καὶ ζήτησε ἀ­πὸ τὸ βιβλιοφύλακα νὰ σοῦ δώσῃ νὰ διαβάσῃς ὄχι πολλὰ ἀλλὰ μία μό­νο ὁμιλία τοῦ Χρυσοστόμου· τὸν λόγο ποὺ ἐκφώνησε γιὰ τὸν Εὐτρόπιο.
Μὲ ἄκουσε ὁ δάσκαλος. Πῆγε, ζήτησε τὴν ὁ­μιλία, τὴ διάβασε, τὴ ῥούφηξε μᾶλλον· τὴ μελέ­τησε. Μετά, ὅταν τὸν εἶδα, τὸν ἐρωτῶ· –Δάσκαλε, τί λὲς τώρα, πῶς σοῦ φάνηκε; –Ὤ, λέει, μοῦ ἄρεσε τόσο πολύ, ὥστε κάθησα ὅλη νύχτα μέσα στὴ Βιβλιοθήκη καὶ ἀντέγραψα ὁ­λόκληρο τὸν λόγο.

* * *

Ἀγαπητοί μου, σᾶς συνιστῶ ν᾽ ἀναζητήσετε τὶς ὁμιλίες τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου. Διαβάστε τον· καὶ εἶμαι βέ­βαιος ὅτι, ὅπως ὁ δάσκαλος ἐκεῖνος τῆς Κοζάνης ἐνθουσιάστηκε, θὰ ἐνθουσιαστῆτε κ᾽ ἐσεῖς. Τέτοιους λόγους παλαιότερα στὰ ἑλληνικὰ σχολεῖα τὰ παιδιὰ τοὺς μάθαιναν ἀπὸ στήθους.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Β΄ μέρος ἀπομαγνητοφωνημένης ὁμιλίας, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν Παρασκευὴ 13-11-1980 πρωί, μὲ νέο τώρα τίτλο. Καταγραφή, διαίρεσις, ἐμπλουτισμός, καὶ σύντμησις 27-10-2023.

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.