«ΕΝΑ ΚΟΡΥΦΑΙΟΝ ΑΙΤΗΜΑ» (Ομιλια μακαριστου γεροντος Αθανασιου Μυτιληναιου)
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΔ΄ΛΟΥΚΑ[:Λουκά 18, 35-43]
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου, με θέμα:
«ΕΝΑ ΚΟΡΥΦΑΙΟΝ ΑΙΤΗΜΑ»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 23-1-1994], [Β 291]
Εκπληκτικό, όντως, αγαπητοί μου, το θαύμα της θεραπείας του τυφλού της Ιεριχούς. Και η έκπληξις προέρχεται τόσο από τον Κύριον, όσο και από τον τυφλόν. Και οι δύο πλευρές εκπλήσσουν. Παρατηρούμε τον Κύριον, με πόσην ευκολία δίδει αυτό που του ζητείται. Λέγει ένας ερμηνευτής: «Ὅρα τήν ἐξουσίαν». «Δες», λέγει, «την εξουσίαν». «’’Ἀνάβλεψον’’. Τίς γάρ τῶν προφητῶν οὕτως ἐθεράπευσεν, ἐν τοσαύτῃ, φημί, ἐξουσίᾳ;». Τι είπε; «Ἀνάβλεψον». Δηλαδή «Να δεις». «Ποιος», λέγει, «από τους προφήτας ποτέ εθεράπευσε με τόσην εξουσίαν;».
Αλλά και ο τυφλός υπήρξε εκπληκτικός. Με τα μάτια του, δεν είδε κανένα θαύμα του Χριστού. Μόνο άκουσε. Επιμένει όμως στο αίτημά του, γιατί πιστεύει ότι θα μπορέσει να δει. Και το σημαντικότατον, ότι κάθε του εκφώνησις προς τον Κύριον, είναι και ένας –προσέξατε- κολοσσός θεολογίας. Τον απεκάλεσε «υἱόν Δαυΐδ». «Υἱὲ Δαυΐδ, ἐλέησόν με». «Ἰησοῦ, υἱὲ Δαυΐδ, ἐλέησόν με». Τον απεκάλεσε λοιπόν «υἱόν Δαυΐδ» ·που είναι ταυτόσημον με το «Μεσσίας», με το «Χριστός». Τον απεκάλεσε «Κύριον». «Κύριε Ἰησοῦ, υἱὲ Δαυΐδ, ἐλέησόν με»· που «Κύριος» είναι ταυτόσημον με το «Θεός». Του είπε και το όνομα Ιησούς. Το όνομα της ανθρωπίνης Του φύσεως. Και τι είπε; «Ἐλέησόν με». Αν ό,τι εξεφώνησε, το θέσομε σε μία παράταξη, τότε τούτο βγάζομε: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Να λοιπόν που ο τυφλός αυτός ήδη διετύπωσε αυτήν την μονολόγιστον ευχήν, που έχει σαφώς την κατάθεσή της μέσα εις αυτήν την Αγίαν Γραφήν.
Δεν επενοήθη αυτή η ευχή του Ιησού: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», δεν επενοήθη από τους, έστω, εκκλησιαστικούς. Δεν θα πείραζε. Αλλά όμως δεν επενοήθη, αλλά ήδη είναι κατατεθειμένη μέσα εις την Καινή Διαθήκη.
Έτσι αποδεικνύεται ο τυφλός της Ιεριχούς, τρανός θεολόγος. Γιατί; Διότι, όταν είπε «Κύριε», εννοούσε την θεότητα του Χριστού. Όταν είπε «Ἰησοῦ», εννοούσε την ανθρωπίνη φύση του Χριστού, κι όταν είπε «Κύριε Ιησού Χριστέ, υιέ Δαυίδ», το ίδιο είναι, ομολογούσε τη μεσσιανικότητα του Ιησού. Συνεπώς εδώ έχομε στα τρία αυτά ονόματα, όλην την θεολογικήν πληρότητα του προσώπου του Ιησού Χριστού. Ότι είναι Θεός, ότι είναι άνθρωπος, συνεπώς Θεάνθρωπος, κι έχει ένα έργον, το μοναδικό έργο, του ότι είναι Χριστός, δηλαδή χρισμένος, κεχρισμένος για έναν σκοπό. Κι αυτός ο σκοπός είναι η σωτηρία του ανθρώπου. Να γιατί αυτός ο τυφλός -ο τυφλός!- αποδεικνύεται τρανός, όπως σας είπα, θεολόγος. Κι αν λογαριάσομε την επαινεθείσα πίστη του, που του είπε ο Κύριος: «Ἡ πίστις σου σέσωκέ σε», τότε μένομε αληθινά έκπληκτοι με την παρουσία και το πρόσωπο αυτού του τυφλού της Ιεριχούς.
Μας κατέπληξε λοιπόν τόσον ο Κύριος, όσο και ο τυφλός. Ας δούμε όμως καταρχάς το αίτημα του τυφλού. «Τι θέλεις;», του είπε ο Κύριος. «Κύριε, ἵνα ἀναβλέψω». «Κύριε, τι θέλω; Να δω. Είμαι τυφλός. Να δω». Αλήθεια, υπάρχει πιο κορυφαίον αίτημα, τουλάχιστον από τα φυσικά προσόντα ενός ανθρώπου από την όραση; Που λέγεται μάλιστα και βασιλική αίσθησις;
Αλλά δεν είναι η όρασις μόνον των ματιών. Είναι και η όρασις της ψυχής. Συνεπώς μια όραση τόσο αισθητή, όσο και πνευματική. Και του σώματος και της ψυχής. Εκείνο όμως που μας καταπλήσσει ακόμα είναι ότι αυτός ο τυφλός, τα μάτια της ψυχής του τα είχε ορθάνοιχτα. Όλο εκείνο το πλήθος που ηκολούθει τον Χριστόν, πηγαίνοντας εις την Ιεριχώ, δεν είχε τα μάτια του ανοιχτά· αν και ήσαν ανοιχτομάτηδες. Αλλά δεν είχε τα μάτια του ανοιχτά, της ψυχής τα μάτια. Μάλιστα εκεί οι Φαρισαίοι γόγγυζαν. «Μπα», λέει, «τι, και να μείνει στο σπίτι ενός αμαρτωλού;». Τίνος; Του Ζακχαίου. Δεν είχαν τα μάτια τους ανοιχτά. Δεν έβλεπαν. Και να βλέπει αυτός ο τυφλός! Μα είναι καταπληκτικό!
Γιατί, αλήθεια, όμως, ο Κύριος άνοιγε τα των τυφλών; Τα μάτια των τυφλών και του σώματος και της ψυχής. Για να δουν -να δουν!- με τα μάτια του σώματος, αλλά και της ψυχής, τον Θεόν Λόγον που ενηνθρώπησε. Λέγει ο Ωριγένης, σχολιάζοντας το προοίμιον του Ευαγγελίου του Λουκά ότι «Τον Ιησούν όλοι τον είδαν, τον Λόγον μόνον όσοι επίστεψαν». Διότι για να δεις τον Λόγον, που είναι ο Ιησούς, έπρεπε να έχεις τα μάτια σου ανοιχτά. Τα μάτια της ψυχής. Ο Κύριος λοιπόν άνοιγε και τα μάτια του σώματος και τα μάτια της ψυχής.
Στη Βασιλεία του Θεού, μετά την ανάσταση των νεκρών και με τα μάτια του σώματος και με τα μάτια της ψυχής, θα βλέπομε εις το διηνεκές το πρόσωπον του Χριστού· εις το διηνεκές. Μας το βεβαιώνει η Αγία Γραφή. Μας λέγει ο Ευαγγελιστής- Αποκάλυψις, 22,4: «Καί οἱ δοῦλοι αὐτοῦ λατρεύσουσιν αὐτῷ καί ὄψονται τό πρόσωπον αὐτοῦ(:Και θα ίδουν το πρόσωπον αυτού) καί τό ὄνομα αὐτοῦ ἐπί τῶν μετώπων αὐτῶν». Για να πει ο αυτός Ευαγγελιστής στην πρώτη του επιστολή ότι «Τεκνία», λέει, « παιδάκια, δεν έχομε ακόμα φθάσει να δούμε τι θα απογίνομε· ξέρομε όμως ότι ὀψόμεθα αὐτόν καθώς ἐστίν». «Θα τον δούμε όπως είναι». Είναι καταπληκτικό. Και η θεωρία του προσώπου του Χριστού, είναι το ύψιστον αγαθόν. Επειδή από κει, από τη θεωρία του προσώπου Του, απορρέει η υψίστη μακαριότης. Γι΄αυτό ύψιστον αίτημα είναι η όρασις και η σωματική και η πνευματική.
Πρέπει όμως από την παρούσα ζωή να δει κανείς το πρόσωπον του Χριστού! Όταν το πρωτοδιάβασα, εις τον άγιον Συμεών τον Νέο Θεολόγο, τρόμαξα. «Γιατί», λέγει, «αν δεν Τον δεις εδώ στη Γη, μην περιμένεις, ούτε στον ουρανό δεν θα Τον δεις τον Χριστόν». Και ποιος δεν θα δει το πρόσωπον του Χριστού; Μόνο οι κολασμένοι. Είναι φοβερό. Αλλά πώς μπορούμε να το πούμε αυτό; Τι θα πει «βλέπω τον Χριστόν από την παρούσα ζωή;». Πρέπει από δω να Τον αναγνωρίσεις ότι είναι ο Ιησούς Χριστός ο Κύριος· ότι είναι ο Θεός που έγινε άνθρωπος. Με τα μάτια της ψυχής. Δηλαδή με την πίστη. Αυτό θα πει «αν δεν δεις από την παρούσα ζωή τον Ιησούν Χριστόν, δεν Τον αναγνωρίσεις, ούτε εκεί θα Τον αναγνωρίσεις, στον ουρανό, μετά θάνατον, μετά την ανάσταση των νεκρών». Δηλαδή πρέπει να αναγνωρισθεί η ταυτότητα του Ιησού Χριστού.
Όταν ο Κύριος ερωτούσε: «Τίνα με λέγουσιν εἶναι τόν Υἱόν τοῦ ἀνθρώπου;», έλεγε στους μαθητάς Του. «Οι άνθρωποι για μένα τι λένε;». Ο Απόστολος Πέτρος απήντησε: «Σύ εἶ ὁ Χριστός, ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος». Ενώ οι άλλοι όλοι έλεγαν: «Μπορεί να είναι ο προφήτης Ιερεμίας»· «μπορεί να είναι ο Ηλίας»· «μπορεί…»· «μπορεί…». Δεν τον είχαν αναγνωρίσει. Ο Πέτρος τον αναγνωρίζει. Και λέγει: «Συ είσαι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού του ζώντος». Και εμακαρίσθη ο Πέτρος. Συνεπώς ο Πέτρος είδε τον Ιησούν. Τι είδε; Τον Θεόν Λόγον. Ο Ηρώδης είδε τον Ιησούν; Ο Πιλάτος είδε τον Ιησούν; Ο Άννας, ο Καϊάφας, οι άρχοντες, οι Φαρισαίοι, είδαν τον Ιησούν ως Λόγον Θεού; Ως Ιησούν άνθρωπον, ναι. Ως Λόγον όχι. Αυτό θα πει αν δεν δεις από την παρούσα ζωή τον Ιησούν Χριστόν, δεν Τον αναγνωρίσεις, ούτε εκεί θα τον δεις. Και εμακαρίσθη ο Πέτρος.
Έτσι, αγαπητοί, και στον κάθε πιστό, στον κάθε πιστό. Λέγει ο Ιερός Χρυσόστομος: «Ὅθεν καί φῶς τῷ κάμνοντι γέγονεν ἡ φωνή, ἐκ φωτός τοῦ ἀληθινοῦ προϊοῦσα». Δηλαδή, ότι εις τον ασθενή, εις τον κάμνοντα, εις τον τυφλόν δηλαδή, η φωνή εκείνη του Χριστού, έγινε φως. Και αυτό το φως ήτο εκ Φωτός του αληθινού. Από εκεί προήλθε. «Προϊούσα». Από εκεί προήλθε. Προσέξτε: Η φωνή έγινε φως. Είναι η ιδία φωνή που είπε κάποτε, ως φωνή: «Γενηθήτω φῶς· καί ἐγένετο φῶς». Αυτό είναι μεγαλειώδες. Η φωνή έγινε φως. Τότε και τώρα εις τον τυφλόν, η φωνή του Χριστού γίνεται φως στα μάτια Του και φως στην ψυχή Του. Άρα λοιπόν, ποιος είναι ο Ιησούς, που με τόσο απλό τρόπο, τόσο εύκολα λέγει στον τυφλόν, που του είπε «ἵνα ἀναβλέψω»: «Να αναβλέψεις!». Τόσο απλά. Τόσο εύκολα. Ποιος είναι; Είναι ο Θεός Λόγος· που εδημιούργησε το φως. Είναι ο ίδιος που τώρα ανοίγει τα μάτια του τυφλού και του δίδει το φως. Είναι εκπληκτικό, αγαπητοί μου! Αυτό θα πει ανά πάσα στιγμή να αναγνωρίζεις δια των Γραφών και δια της εμπειρίας, να αναγνωρίζεις Ποιος είναι ο Ιησούς Χριστός. Δηλαδή, να Τον δεις από την παρούσα ζωή.
Και με τα μάτια της ψυχής κυριότατα, τι μπορείς να βλέπεις; Να βλέπεις τα όντως όντα. Να βλέπεις εκείνα που πράγματι υπάρχουν. Αυτό είναι τώρα μία συνέπεια του πράγματος. Είναι ένας καρπός. Γιατί αν δεις τον Χριστόν, τότε βλέπεις και τα όντως όντα. Δηλαδή εκείνα που πράγματι υπάρχουν. Ότι τα κτιστά, όλα τα κτιστά, δεν είναι όντως όντα. Είναι απλώς όντα. Δηλαδή δεν είναι πραγματικώς πράγματα, αλλά είναι απλώς πράγματα. Τι πράγματα; Εικόνες των όντων. Εικόνες, όντως, των όντων. Εικόνες. Τι είναι; Εκείνο που λέμε στις κηδείες: «Σκιᾶς ὄναρ ὁ βίος»! «Σκιᾶς ὄναρ ὁ βίος». «Είναι ένα όνειρο, μια σκιά ο βίος. Τι είναι; Έφαγα, ήπια, γλέντησα, πλούτισα. Πού είναι αυτά; Πού», λέει, «ο πλούτος; Πού ετούτο; Πού εκείνο;». Λέει πάλι ένα τροπάριο του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού, στις κηδείες: «Δεν συνοδεύει τίποτε απ’ αυτά». Άρα, αυτά όλα δεν είναι όντως όντα. Είναι απλώς όντα.
Δεν αρνούμεθα την ύπαρξιν του σύμπαντος. Προσέξτε. Γιατί υπήρξαν φιλόσοφοι που αρνήθηκαν και την ύπαρξιν του σύμπαντος. Όχι. Ή την ύπαρξιν της ύλης. Όχι. Γιατί «ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο», πραγματικά. Αλλά ότι τα όντα δεν είναι όντως όντα. Τι είναι; Αντίτυπα των αληθινών, που λέγει ο Απόστολος Παύλος εις την προς Εβραίους επιστολή του, 9, 24. Εκεί, που βλέπουν οι άγιοι και προσδοκούν και επιθυμούν. Αυτά είναι τα όντως όντα. Αγαπούν και την κτίσιν, βεβαίως. Δεν την αρνούνται. Σαν έργα των δαχτύλων του Θεού, του Θεού Λόγου. Κυριότατα όμως αγαπούν και θέλουν τα αόρατα του Θεού, Αυτόν τον Ίδιον τον Θεόν, τον Θεόν Λόγον. Έτσι, κανείς άγιος δεν είναι ειδωλολάτρης. Γιατί δεν κόλλησε επάνω εις τα όντα. Τα ξεπέρασε κάθε άγιος, φθάνοντας εις τα όντως όντα. Μην σας μπερδεύει η έκφρασις. Διαμέσου δε της κτίσεως κάθε άγιος βλέπει τον Κτίστην. Και σε Αυτόν μένει. Και Αυτόν λατρεύει. Όλα είναι στη χρήση μας. Αλλά δεν είναι ο προορισμός μας. Όλα. Και το σπίτι μας και τα χρήματα και η συζυγία και τα παιδιά. Όλα είναι στην χρήση μας. Αλλά δεν σταματάμε σε αυτά.
Ακόμη ο πιστός που έχει μάτια, μάτια, μάτια της ψυχής, βλέπει και τους λόγους των όντων. Γιατί υπάρχουν όλα αυτά; Γιατί υπάρχει το σύμπαν; Γιατί υπάρχει ετούτο ή εκείνο ή εκείνο; Γιατί υπάρχω εγώ; Λέγει ο άγιος Πέτρος ο Δαμασκηνός: «Τούς λόγους τῶν ὄντων – προσέξατέ το, είναι πολύ ωραίο. «Οἱ λόγοι τῶν ὄντων». Δηλαδή για ποιον λόγο υπάρχουν τα όντα. Ποια είναι η αιτία που υπάρχουν τα όντα- δηλαδή, λέγει ο ίδιος «τόν σκοπόν, δι’ ὄν ἐγένετο ἕκαστον πρᾶγμα, πρός τό φωτίζειν τόν νοῦν – για να φωτίζεται ο νους- εἰς τήν ἀγάπην τοῦ Θεοῦ (:Να φθάσω δια των όντων εις την αγάπην του Θεού. Γιατί έκανε ο Θεός τούτο, εκείνο, εκείνο, εκείνο, τα πουλιά, τα φυτά, τα κρινάκια, τον ουρανό, την θάλασσα, τις πέτρες, τα κοχύλια, τα πετραδάκια, τα κοχυλάκια… Απ’ αυτά, διαμέσου αυτών να φθάσω στον Κτίστην. Εκεί είναι οι λόγοι των όντων συγκεντρωμένοι· στον Χριστόν, στον Δημιουργόν) καί γινώσκειν τήν μεγαλωσύνην αὐτοῦ καί τήν ἀνέκφραστον αὐτοῦ σοφίαν, καί πρόνοιαν (:πώς φροντίζει) ἐκ τῆς ἐπιμελείας αὐτοῦ περί τῶν κτισμάτων(:με την φροντίδα Του για τα κτίσματα) ἵνα ἐκ τῆς γνώσεως ταύτης(:ώστε από την γνώση αυτή) φοβῆται τήν παράβασιν τῶν ἐντολῶν αὐτοῦ καί τήν ἰδίαν ἀσθένειαν καί ἀγνωσίαν καταγινώσκει (:βλέπει την αγνωσία Του, βλέπει την ασθένειά Του. Αδύναμος εγώ ο άνθρωπος. Δεν μπορώ όμως να αμαρτάνω, όταν καταλάβω τους λόγους των όντων), κἀντεῦθεν(:κι από δω) ταπεινοφρονεῖ καί ἀγαπᾶ τόν Θεόν καί οὐ καταφρονεῖ τῶν ἐντολῶν Αὐτοῦ». Είναι ωραιότατο απόσπασμα. Να σας βοηθήσω, Πέτρου Δαμασκηνού, 3ος τόμος της Φιλοκαλίας στη σελίδα 164.
Μόνον έτσι είναι ο άνθρωπος κυριολεκτικά βασιλιάς της Δημιουργίας μέσα στην οποία καθρεπτίζεται το πρόσωπο του Θεού και το πρόσωπο το δικό Του. Αν κατακτήσει την κτίση για να κάνει κατάχρηση, τότε έγινε δούλος της κτίσεως και όχι αφεντικό της Δημιουργίας. Έτσι «ἄβυσσος ἄβυσσον ἐπικαλεῖται», όπως λέγει ο Ψαλμωδός. Και η μία άβυσσος είναι ο Θεός, το πρωτότυπον. Η δευτέρα άβυσσος(άβυσσος θα πει κάτι που δεν έχει τέρμα, δεν έχει βυθόν) είναι ο άνθρωπος, η εικόνα του Θεού. Έτσι επικαλείται η μία άβυσσος την άλλην άβυσσον. Και λέγει ο Ιερός Χρυσόστομος ότι «Τό Πνεῦμα τό Ἅγιον ἐστίν τό ποιοῦν ἑτέρους ὀφθαλμούς». «Το Πνεύμα το Άγιον είναι εκείνον το οποίον», λέει, «κάνει τα άλλα μάτια». Αυτά τα άλλα μάτια, τα μάτια της ψυχής, βλέπουν τα όντως συμφέροντα. Όταν οι άνθρωποι συζητούν και διαπληκτίζονται και χωρίζουν μεταξύ των για πράγματα, για χωράφια, για χρήματα, για κληρονομιές, που τα βλέπουν βεβαίως σπουδαία και συμφέροντα, αυτά όλα, τα μάτια του πιστού, τα βλέπει τιποτένια. Αυτό θα πει να έχεις τα μάτια του Αγίου Πνεύματος. Θα περάσουν. Αξίζει να μαλώσω με τον αδελφό μου; Θα περάσουν αυτά…
Ποτέ δεν μπορείς να περιφρονήσεις αυτόν τον κόσμον και να σταθείς πιο πάνω από τον κόσμον -εκείνη η υπερφρόνησις…-, αν δεν έχεις δει τα αγαθά κάποιου άλλου κόσμου. Και τα βλέπεις με σιγουριά. Γιατί αλλιώτικα δεν δίδεις, αγαπητέ, τη ζωή σου, για πράγματα που δεν βλέπεις. Βλέπεις ότι ετοίμασε ο Θεός, εκείνο που λέγει ο Απόστολος Παύλος, «ὅ,τι ἑτοίμασεν ὁ Θεός τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν». Εκείνους που Τον αγαπούν. Αν δεν έβλεπε έτσι ο Παύλος, δεν θα έγραφε: «Λογίζομαι –λογαριάζω- γάρ ὅτι οὐκ ἄξια τά παθήματα τοῦ νῦν καιροῦ – Τι παθαίνομε; Μας κυνηγούν οι άνθρωποι, πάσχομε, πληγές, τόσα, κ.λπ. παθήματα. Δεν είναι σπουδαία πράγματα- πρός τήν μέλλουσαν δόξαν ἀποκαλυφθῆναι εἰς ἡμᾶς». «Μπροστά σε εκείνα που θα αποτελέσουν την αληθινή δόξα, όταν θα μας αποκαλυφθεί».
Ακόμη δεν θα έγραφε ο Παύλος: «Οὐκ ἔχομεν ὧδε μένουσαν πόλιν, ἀλλά τήν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν». «Δεν έχομε εδώ πατρίδα μόνιμη. Την μελλοντική επιζητούμε». Το ίδιο και ο Μωυσής. Αυτά τα μάτια διέθετε ο Μωυσής. Ναι. Για να προτιμά 15 αιώνες προ Χριστού, για να προτιμά τα αληθώς συμφέροντα. Μας το σημειώνει ο Απόστολος Παύλος στην προς Εβραίους 11,24, όταν λέγει εκείνον τον μυστηριώδη λόγον, ο οποίος είναι πρωθύστερος. Δηλαδή μιλάει για τον Μωυσή και τον Χριστό, που ο Χριστός ήρθε 15 αιώνες μετά. Και λέγει: «Μωυσῆς ἠρνήσατο(:αρνήθηκε) λέγεσθαι υἱός θυγατρός Φαραώ(:να ονομάζεται, να ονοματίζεται: ο γιος της θυγατρός του Φαραώ) μᾶλλον ἐλόμενος (:μάλλον προτιμών) συγκακουχεῖσθαι τῷ λαῷ τοῦ Θεοῦ(:να συγκακουχείται με τον λαό του Θεού) ἤ πρόσκαιρον ἔχειν ἁμαρτίας ἀπόλαυσιν(:παρά να έχει την πρόσκαιρη απόλαυση της αμαρτίας) μείζονα πλοῦτον ἠγησάμενος(: «θεωρών», λέει, «μέγιστον πλούτον· ακούστε) τῶν Αἰγύπτου θησαυρῶν(:από τους θησαυρούς της Αιγύπτου· μια μέρα ο Μωυσής θα εγίνετο βασιλιάς, αφού ήταν ο γιος της θυγατρός του Φαραώ. Τι προτίμησε; Ακούστε, ακούστε) τόν ὀνειδισμόν τοῦ Χριστοῦ(:έβλεπε την σταύρωση του Χριστού, έβλεπε τον Χριστό στον Σταυρό. Και προτίμησε τον Χριστό επάνω στον Σταυρό)· ἀπέβλεπε γάρ εἰς τήν μισθαποδοσίαν». Και ποια είναι η «μισθαποδοσία»; Η Βασιλεία του Θεού. Τα ίδια μάτια διαθέτει, αγαπητοί, και ο κάθε πιστός, μέσα στους αιώνες. Ότι προτιμά να είναι σωστός και ακέραιος Χριστιανός, από τα θέλγητρα του κόσμου τούτου. Και οι μάρτυρες αυτά τα μάτια είχαν. Αλλιώς; Δεν μπορούσαν να μαρτυρήσουν.
Με τα μάτια αυτά που σου άνοιξε Εκείνος, που είπε να γίνει φως και έγινε φως, βλέπεις και τα μυστήρια του Θεού. Γι΄αυτό ο Κύριος είπε: «Ὑμῖν δέδοται(:Σε σας εδόθη) γνῶναι τά μυστήρια τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ἐκείνοις δέν τοῖς ἔξω(:τους άλλους, τους απέξω, τους κοσμικούς) ἵνα βλέποντες βλέπωσι καί μή ἴδωσι(:να βλέπουν, αλλά να μη βλέπουν, να μην καταλαβαίνουν). Ὑμῶν δέ μακάριοι οἱ ὀφθαλμοί ὅτι βλέπουσι». «Για σας; Είσαστε ευτυχείς, γιατί τα μάτια σας βλέπουν».
Aυτά τα μάτια σήμερα στερείται ο κόσμος, αγαπητοί. Και δεν μπορεί να ιδεί τον Δημιουργό του και σωτήρα του, τον Ιησούν Χριστόν. Γι΄αυτό δεν πιστεύουν οι άνθρωποι στον Χριστόν. Δεν έχουν τα μάτια αυτά. Και αυτά τα μάτια ανοίγουν, όχι δημιουργούνται, γιατί υπάρχουν, ανοίγουν με την πίστη. Γι΄αυτό και ο Κύριος είπε στον τυφλό… τι του είπε; «Ἡ πίστις σου σέσωκέ σε». «Εκείνη που σε έσωσε είναι η πίστις σου». Κι ο κόσμος, δεν πιστεύει. «Οὐ γάρ πάντων ἡ πίστις», θα σημειώσει ο Απόστολος σε μια του επιστολή. Ο κόσμος με τα πάθη του σκοτίζει και τυφλώνει και καθιστά ανυπόπτους τους ανθρώπους δια τα ωραία του Θεού. Γι΄αυτό συνιστά ο Κύριος στον άγγελο της Λαοδικείας στην Αποκάλυψη, και του λέγει: «Καί οὐκ οἴδας ὅτι σύ εἶ ὁ ταλαίπωρος(:και δεν γνωρίζεις ότι συ είσαι ο ταλαίπωρος) καί ὁ ἐλεεινός καί πτωχός καί τυφλός καί γυμνός, συμβουλεύω σοί (:σε συμβουλεύω) ἀγοράσαι παρ’ ἐμοῦ(:να αγοράσεις από μένα) κολλύριον – είναι το φάρμακον των ματιών – ἵνα ἐγχρίσῃ τούς ὀφθαλμούς σου ἵνα βλέπῃς». «Να βάλεις στα μάτια σου για να βλέπεις». Και ποιο είναι αυτό το κολλύριον; Είναι το Πνεύμα το Άγιον, που δίδει μόνον ο Χριστός. Γι’ αυτό λέγει «ἀγοράσαι παρ’ ἐμοῦ». «Να το αγοράσεις από μένα». Και το οποίον, Πνεύμα Άγιον, «ποιεῖ(:κάνει) ἑτέρους ὀφθαλμούς(:άλλα μάτια)».
Αγαπητοί, σήμερα οι άνθρωποι δεν έχουν το Πνεύμα το Άγιον. Ή το λυπούν ή το αφήνουν ανενέργητο με τα πάθη των, αφού το πήραμε κατά το βάπτισμά μας. Το αφήνουν όμως ανενέργητο. Γι΄αυτό μένουν τυφλοί. Και δεν μπορούν να ιδούν τα του Θεού. Πολλά μπορούμε να ζητάμε από τον Κύριο. Πολλά μπορούμε. Αλλά το κορυφαίον που έχομε να ζητήσομε είναι η πνευματική όρασις. Γι΄αυτό να λέμε: «Κύριε καί Δέσποτα τῆς ζωῆς μου, δός μοί του ὁρᾶν τά ἐμά πταίσματα», κλπ. κλπ. Δώσ’ μου να βλέπω, να βλέπω. Να έχω τα μάτια της ψυχής, να βλέπω καλά τον εαυτό μου. Να έχω επίγνωση του εαυτού μου. Να βλέπω τους λόγους των όντων και να Σε αγαπώ. Να βλέπω τα μυστήρια της βασιλείας Σου και να ελπίζω. Να βλέπω το Θεανθρώπινο πρόσωπό Σου και να χαίρομαι. Προπαντός το Θεανθρώπινο πρόσωπό Σου, που είναι για μένα το φως, η αληθινή μακαριότητα.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
ψηφιοποίηση και επιμέλεια της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
- http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_587.mp3
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.