Αυγουστίνος Καντιώτης



Και ενας να μεινης, πιστευω, Κυριε, να λες «Καγω ἑωρακα & μεμαρτυρηκα, ὅτι ουτος ἐστιν ὁ υιος του Θεου» (Ἰω. 1,34)

date Ιαν 8th, 2025 | filed Filed under: εορτολογιο

Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΜΒ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 2647
Σύναξις Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ
Τρίτη 7 Ἰανουαρίου 2025

Συντάκτης (†) ἐπίσκοπος
Αὐγουστῖνος Ν. Καντιώτης

Και ἕνας να μεινης, πιστευω, Κυριε, να λες

«Κἀγὼ ἑώρακα καὶ μεμαρτύρηκα, ὅτι οὗτός ἐστιν ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ» (Ἰω. 1,34)

π. Aυγουστiνos_Ιησους ΧριστοςΧθές, ἀγαπητοί μου, ἦταν ἡ ἑορτὴ τῶν Θεοφανείων, δηλαδὴ ἡ φανέρωσις τοῦ Θεοῦ. Ἀλλ᾽ αὐτὸ δὲν τὸ αἰ­σθανόμαστε· διότι ἄλλο τὸ νὰ ξέ­ρῃς καὶ ἄλλο τὸ νὰ αἰ­σθά­νεσαι. Στὰ παλιὰ τὰ χρό­νια, ποὺ οἱ ἄνθρωποι ἤξεραν λίγα γράμμα­τα, ἔμπαιναν στὴν ἐκκλησία καὶ τοὺς ἔβλεπες νὰ αἰσθάνωνται τὸ μεγαλεῖο. Εἶχαν αἴσθησι, καρδιὰ αἰ­σθαν­τική, τὰ ζοῦσαν. Τώρα ξέρου­με πολλά, ἀλλὰ ἡ καρδιὰ εἶ­νε ξηρά. Καὶ ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶ­νε μόνο μυα­­λὸ καὶ διαβήτης· εἶνε κυ­­ρίως καρ­διά. Μπαίνουν χίλιοι στὴν ἐκ­κλη­­σία, ἀλλ᾽ ἀμ­φι­βάλλω ἐὰν ἕνας αἰσθάνεται τὸ με­γαλεῖο ποὺ λέγεται θεία λειτουργία, τὰ ὑπέροχα ᾄσματα ποὺ ψάλλει ἡ Ἐκκλησία. Ὅ­λα κατήν­τησαν τύπος· χρειά­ζεται μία ἀλλαγή, ὥστε ὁ ἐκ­κλησιασμὸς νὰ λάβῃ οὐσιαστικὸ περιεχόμενο.
Λέμε λοιπόν, ὅτι Θεοφάνεια εἶνε ἡ φανέρω­σις τοῦ Θεοῦ. Γιατὶ ξέρουμε, ὅ­τι πρὸ Χριστοῦ ὁ ἀληθινὸς Θεὸς ἦταν ἄγνω­στος. Καὶ ὄχι μόνο στοὺς ἀγρίους· κι αὐτὸς ὁ εὐγενὴς λα­ὸς τῶν Ἑλλήνων ἀγνοοῦσε τὸν ἀ­ληθινὸ Θεό, γι᾽ αὐτὸ στὸ «κλεινὸν ἄστυ» οἱ Ἀ­­θηναῖοι πρόγονοί μας εἶχαν καὶ βωμὸ μὲ ἐ­πι­­γραφὴ «ἀ­γνώ­στῳ Θεῷ» (Πράξ. 17,23). Λάτρευαν οἱ ἄνθρωποι ὅ,τι φανταστῇς· ἀπίστευτο καὶ ὅμως ἀληθινό.

Μὰ σὰν χθὲς οἱ οὐρανοὶ σχίστηκαν καὶ ἔ­γινε ἡ φανέρωσις τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, τῆς ἁ­γί­ας Τρι­άδος· ὁ Πατὴρ ἐφώνα­ξε «Οὗτός ἐ­στιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐ­δόκησα» (Ματθ. 3,17), ὁ Υἱὸς βαπτίσθηκε στὰ ῥεῖθρα τοῦ Ἰ­ορδάνου, καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο μὲ τὴ μορφὴ περιστε­ρᾶς «ἐβεβαίου τοῦ λόγου τὸ ἀσφαλές», βεβαίωνε δηλαδὴ ὅτι ὁ βαπτιζόμενος εἶνε ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ (ἀπολυτ.).
Ἀφήσαμε πιὰ τὴν περίοδο τοῦ Δωδεκα­ημέρου, ποὺ ἄρχισε τὴ νύχτα τῶν Χριστουγέννων καὶ ἔκλεισε χθές. Δώδεκα ἡμέρες, δώ­δεκα σκαλιά· ἕνα πνευματικὸ ἀσανσέρ, ποὺ μᾶς ἀνεβάζει ἀπὸ τὴ γῆ πρὸς τὸν οὐρανό.
Χθὲς Θεοφάνεια. Καὶ σήμερα πάλι ἑορτή· ἡ Ἐκκλησία μας μᾶς καλεῖ νὰ τιμήσουμε τὸ πρόσωπο ποὺ ὑπηρέτησε στὴ βάπτισι τοῦ Κυ­ρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Συνεπῶς ὁ λόγος θὰ εἶνε γιὰ τὸν ἱερὸ Βαπτιστή.

* * *

Τί ἦταν ὁ ἅγιος Ἰωάννης; Ἄνθρωπος μὲ ὑ­λικὸ σῶμα ὅπως κ᾽ ἐμεῖς. Σωματικῶς δὲν διαφέ­­ρουμε μεταξύ μας τόσο ὅσο διαφέρου­με ψυχικῶς· ἐκεῖ ἡ διαφορὰ ποὺ μᾶς χωρίζει εἶ­νε χαώδης. Ἄνθρωπος ποὺ δὲν ἔχει πί­­στι καὶ ἔννοια τοῦ Θεοῦ, ποὺ δὲν πατάει στὴν ἐκκλησία, δὲν προσεύχεται, δὲν συν­αισθάνεται τ᾽ ἁ­μαρ­­τήματά του, δὲν μετανοεῖ, ἀλλ᾽ ἀν­τιθέτως βλαστημάει τὸ Θεὸ καὶ κυλιέται σὰν τὸ χοῖρο στὸ βόρβορο, αὐτὸς κακῶς ὀνομάζεται ἄνθρωπος· εἶνε ἕνα δίποδο κτῆνος μὲ μορφὴ ἀνθρώπου. Γι᾽ αὐτὸν ὁ προφήτης Δαυ­ῒδ εἶπε· «ἄνθρωπος ἐν τιμῇ ὢν οὐ συνῆκε, πα­ρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀ­νοήτοις καὶ ὡμοιώ­θη αὐτοῖς (=ἔγινε σὰν τὰ ἄλογα ζῷα, ὅμοιος μ᾽ αὐτά)» (Ψαλμ. 48,13,21). Καὶ ὁ πρόγονός μας Διογένης πῆρε φανάρι μέρα μεσημέρι καὶ γύριζε τὴν Ἀθήνα λέγοντας «Ἄνθρωπον ζητῶ». Τί ἐννοοῦσε; δὲν ὑπῆρχαν ἄνθρωποι; Ὑπῆρ­χαν, ἀλλὰ εἶχαν ἐκπέσει ἀπὸ τὸ ὕψος τους.
Πέφτει ὁ ἄνθρωπος, κατρακυλάει. Αὐτὸ εἶ­νε τὸ μεγά­λο δρᾶμα του. Πέφτει στὴν ἁμαρτία, καὶ ἡ πτῶσι του εἶ­νε μεγάλη. Ἀπὸ τὸ βάθος ἐκεῖνο, στὸ ὁποῖο φτάνει, δὲν μπο­ρεῖ νὰ τὸν σηκώσῃ οὔτε ἡ φιλοσοφία, οὔτε ἡ τέχνη, οὔτε ἡ ποίησις, οὔτε τὰ δράματα, οὔτε τὰ θέατρα, οὔτε οἱ κινηματογράφοι, οὔτε τὰ δικαστήρια, οὔτε οἱ ποινές. Ἐὰν μποροῦσε ὁ ἄν­θρω­πος νὰ σωθῇ μόνος του, μὲ τ᾽ ἀνθρώπινα μέσα, δὲν θὰ κατέβαινε ὁ Χριστὸς στὸν κόσμο. Γιὰ νὰ κατεβῇ, σημαίνει, ὅτι ἡ φθορὰ ἦ­ταν ἀθεράπευτη καὶ ἦταν ἀνάγκη ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ «νὰ «κλίνῃ (=κάμψῃ τοὺς) οὐρανοὺς» (Ψαλμ. 17,10) γιὰ νὰ κατεβῇ ἐδῶ καὶ νὰ τὸν σώσῃ.
Ξέρετε πῶς μοιάζει ὁ ἄνθρωπος; Παρατηροῦ­σα κάποτε σ᾽ ἕνα λιμάνι, ποὺ εἶχε βυθιστῆ ἀ­πὸ τὸ βομβαρδισμὸ ἕνα μικρὸ πλοῖο καὶ ἔ­μενε στὸν πυθμένα. Οἱ δῦτες δὲν μποροῦ­σαν νὰ τὸ βγάλουν. Χρειάστηκε νὰ ἔρθῃ ἰ­σχυ­ρὸς γερανός. Ἔρριξε γάντζους στὸ βάθος τῆς θαλάσσης καὶ μετὰ ἀπὸ κοπιώδη προσπά­θεια, –ἔ­τριζε ὅλος ὁ γερανός– κατώρθωσε σι­γὰ – σιγὰ ν᾽ ἀνασύρῃ τὸ σκάφος καὶ νὰ τὸ βγά­λῃ ἐπάνω. Ἔτσι καὶ ὁ ἄνθρωπος· εἶχε πέσει σὲ βάθος διαφθορᾶς, κ᾽ ἕνας γερανὸς οὐ­ράνι­ος κατέβηκε ἐκεῖ βαθειά, τὸν σήκωσε, βαρὺ σὰν μολύβι, καὶ τὸν ἔβγαλε ἐπάνω· εἶνε ὁ Κύρι­ός μας. Ἄνθρωπος ποὺ πιστεύει στὸ Χριστό, ποὺ προσεύχεται, μετανοεῖ, ἐξομολογεῖται, τρέχει στὴν ἐκκλησιά· ἄνθρωπος ποὺ ζῇ τίμια μὲ τὴ γυναῖκα του καὶ δὲν ἀθετεῖ τὸν ἱερὸ γάμο του, ποὺ ἔχει συνείδησι τῶν ὑποχρεώσεών του ἀπέναντι στὸν ἑαυτό του, στὴν οἰκογέ­νειά του, στὴν πατρίδα, στὸ Θεό, αὐτὸς σι­γὰ – σιγὰ ἀνεβαίνει ψηλά, γίνεται πρα­γμα­τι­κὸς ἄνθρωπος, ἀγγίζει τὰ ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ.
Ἐδῶ εἶνε τὸ μυστήριο. Ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ καταν­τήσῃ χειρότερος ἀπὸ τὰ ζῷα, ἀ­κόμα κι ἀπὸ τὸ σατανᾶ· γιατὶ ὁ σατανᾶς κάνει πολλὰ ἁμαρτήματα, ἀλλὰ ἕνα δὲν τὸ κάνει πο­τέ του· δὲν ὑβρίζει τὸ Χριστό· ἀκούει τὸ ὄ­νο­μά Του καὶ τρέμει. Ἄνθρωπος λοιπὸν ποὺ βλαστημάει γίνεται κτῆνος καὶ χειρότερος ἀ­πὸ τὸ δαίμονα. Καὶ σήμερα πολλοὶ δὲν διαφέ­ρουν ἀπὸ τὰ κτήνη καὶ λίγο διαφέρουν ἀπὸ τοὺς δαίμο­νες τῆς κολάσεως, μὲ τοὺς ὁποίους πάλε­ψε ὁ ἅγιος Ἀντώνιος. Ὁ ἄπιστος εἶ­νε σαρκωμένος δαίμονας, καὶ χειρότερος· για­τὶ ὁ δαίμονας πιστεύει ὅτι ὑπάρχει Θεός, ἐνῷ ὁ ἄπιστος καὶ ἄθεος δὲν πιστεύει (βλ. Ἰακ. 2,19).
Ἐπανέρχομαι στὸ θέμα. Ἐνῷ λοιπὸν πολλοὶ ἄνθρωποι κατρακυλοῦν, πέφτουν καὶ λίγο διαφέρουν ἀπὸ τοὺς δαίμονες, ἀντιθέτως ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Βαπτιστὴς μᾶς δείχνει, ὅτι ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ νικήσῃ τὴ δι­αφθορὰ καὶ τὰ πάθη καὶ νὰ φτάσῃ – σὲ τί ὕ­ψος; Ἐνῷ ὁ Ἰούδας κατρακύλισε στὴν καταστροφή, ὁ ἅ­γιος Ἰωάννης πέταξε ψηλά, πολὺ ψηλά. Κοιτάξτε τὴν εἰκόνα του! Εἶνε ὁ μόνος ἅγιος ποὺ ζωγραφίζεται μὲ φτερά. Ἐνῷ εἶνε ἄνθρωπος μὲ σάρκα, ἐν τούτοις οἱ ζωγράφοι ἀπὸ πολὺ παλιὰ τὸν ζωγραφίζουν μὲ φτερά. Θέλουν νὰ ποῦν· μολονότι ἔχει σάρκα καὶ ὀστᾶ, δὲν ἦ­ταν πλέον ἄνθρωπος· ἦταν ἄγγελος. Ὁ ἄπιστος λοιπὸν εἶνε σαρκωμένος δαίμονας, ὁ ἅ­γιος Ἰωάννης ὁ Βαπτιστὴς εἶνε ἔνσαρκος ἄγγελος.
Πῶς ἔζησε; Πρῶτα – πρῶτα ἦταν δοτός, οἱ γονεῖς του δηλαδὴ τὸν ὑποσχέθηκαν στὸ Θεὸ καὶ μικρὸς ἔφυγε στὴν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνου. Ἔζησε ζωὴ ἁπλῆ, λιτή, ἀσκητι­κή. Στρῶμα του εἶχε τὴν ἀμμουδιὰ τῆς ὄ­χθης, στέγη του τὰ ἄστρα, ποτό του νερὸ ἀπ᾽ τὸ ποτάμι, τροφή του ἀκρίδες (τρυφερὲς ἄ­κρες χόρτων ἢ τὰ γνωστὰ ἔντομα). Σύντροφοί του ἦταν οἱ ἄγγελοι καὶ τὰ θηρία. Ἐκεῖ ἔμεινε χρόνια.
Ἔ­πειτα πῆρε ἐντολή, ἄρχισε νὰ διδάσκῃ στὴν ὄχθη τοῦ Ἰορδάνου καὶ νὰ βαπτίζῃ. Στεκόταν πάνω σ᾽ ἕνα βράχο, ποὺ ἀκόμα τὸν δείχνουν, καὶ κήρυττε· ὄχι ὅπως κηρύττουμε ἐ­μεῖς, κολακεύοντες τὰ ἀνθρώπινα πάθη, ­ἀλ­λὰ ὡς ἀν­τιπρόσωπος τοῦ Θεοῦ. Ὅλο τὸ κήρυ­γμά του ἦταν μία λέξι, ποὺ ἔχει βάθος καὶ πλάτος, μῆκος καὶ ὕψος· «Μετα­νοεῖτε» (Ματθ. 3,2). Ἐὰν ὁ ἄν­θρω­πος τὴν τηρήσῃ, θὰ θεραπεύ­σῃ τὰ ἕλκη του. Τὴν ἴδια λέξι ἐπανέλαβε καὶ ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός (ἔ.ἀ. 4,17). Δηλαδή, τί νὰ κάνῃς; Ὅπως πᾶμε, ψυχικῶς καὶ ἠθικῶς, πᾶμε κα­τὰ κρημνῶν. Εἶνε σὰν ἕνα πλοῖο ποὺ ὁ καπετάνιος μέθυσε κ᾽ ἔχασε τὴν πορεία του.
Ἔζησα στὴ ζωή μου αὐτὸ τὸ πρᾶγμα. Ταξίδευα στὶς Κυκλάδες. Συνέβη λοιπὸν νὰ μεθύ­σῃ ὁ καπετάνιος καὶ τὸ πλοῖο κινδύνευε νὰ πέ­σῃ ἔξω. Τότε κάποιος ναύτης ἔξυπνος κατάλαβε ὅτι θὰ πέσουμε σὲ βράχια, ἔτρεξε ἀ­νέβηκε στὴ γέφυρα καὶ πρόλαβε νὰ ξυπνήσῃ τὸν ὐποπλοίαρχο φωνάζοντας· Στροφή! στρο­φὴ 180 μοιρῶν! Καὶ ἱκανὸς ἐκεῖνος, μόλις κατώρθωσε νὰ κάνῃ τὴ στροφὴ καὶ ν᾽ ἀποφύγῃ τὸ ναυάγιο.
Ἡ μετάνοια λοιπὸν εἶνε ἡ στροφὴ 180 μοι­ρῶν. Καὶ ἂν ἐμεῖς, ἀγαπητοί μου, καὶ ὡς ἄτομα καὶ ὡς οἰκογένειες καὶ ὡς ἔθνος δὲν κάνουμε τέτοια στροφή, θὰ χαθοῦμε.
Τέλος ἐμφανίστηκε ξαφνικὰ κ᾽ ἔπεσε σὰν κεραυνὸς μέσα στὴ διεφθαρμένη κοινωνία.
Ὅταν ἔμαθε, ὅτι ὁ ἀνάξιος βασιλιᾶς Ἡρῴ­δης γλεντοκοποῦσε μὲ παλλακίδα καὶ κανείς δὲν τολμοῦσε νὰ τὸν ἐλέγξῃ, ἀνέβηκε στὰ ἀνάκτορα καὶ ἔρριξε τὸν κεραυνό του φωνάζοντας· Βασιλιᾶ, «οὐκ ἔξεστί σοι ἔχειν τὴν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου», δὲν σοῦ ἐπιτρέπεται νὰ συζῇς παρανόμως μὲ τὴ νύφη σου (Μάρκ. 6,18). Τὸ τέλος του ἦταν μαρτυρικό, τοῦ πῆραν τὸ κεφάλι, τὸν ἔσφαξαν.

* * *

Αὐτὸς ἦταν ὁ Βαπτιστὴς τοῦ Κυρίου. Ἀνώτερη φυσιογνωμία, οὐρανομήκης ψυχή. Καὶ ἔψαλα τὸ ἐγκώμιό του γιὰ νὰ τονίσω τὰ ἑξῆς.
Στὸν Ἰορδάνη ἔλεγε πρὸς ὅλους τὸ «Μετα­νοεῖτε»· καὶ βαπτίζονταν κατὰ χιλιάδες. Ἔμ­παιναν μέσα στὸ ποτάμι μέχρι τὸ λαιμὸ γυμνοί. Κι ὅσο ἔλεγαν τ᾽ ἁμαρτήματά τους, ἔμεναν βουτηγμένοι στὸ νερό, ἄλλος δέκα λεπτά, ἄλλος εἴκοσι, ἄλλος μιὰ ὥρα, ἄλλος δυὸ ὧρες, ἄλλος τρεῖς, ἀναλόγως τῶν ἁμαρτημάτων. Καὶ ἐνῷ ὅλοι ἔμεναν στὸ νερὸ κάποιο χρονικὸ διάστημα, ἕνας μόνο, ὁ Ἰησοῦς, δὲν ἔμεινε καθόλου. Τὸ λέει τὸ Εὐαγγέλιο μὲ μία λέξι· «καὶ βαπτι­σθεὶς ὁ Ἰησοῦς ἀνέβη εὐθὺς ἀπὸ τοῦ ὕδατος» (Ματθ. 3,16). Τί σημαίνει τὸ «εὐ­θύς»· ὅτι μόλις μπῆκε ἀμέσως βγῆκε. Δὲν εἶχε νὰ πῇ καμμιά ἁμαρτία. Εἶνε ὁ μόνος ἀναμάρτητος.
–Τότε λοιπὸν γιατί βαπτίστηκε;
Βαπτίστηκε, τώρα ποὺ ἀρχίζει ἡ δημοσία ζωή του, γιὰ νὰ δοθοῦν, ἐπισήμως καὶ ἐνώπιον ὅλων, οἱ ἀπαιτούμενες βεβαιώσεις γιὰ τὸ πρόσωπό του.
• Γίνεται ἡ φανέρωσις τοῦ μυστηρίου τῆς ἁ­γίας Τριάδος κ᾽ ἐκεῖ μαρτυρεῖ γι᾽ αὐτὸν ὁ οὐ­ράνιος Πατέρας φωνάζοντας· «Οὗτός ἐ­στιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐ­δόκησα» (Ματθ. 3,17). Ὁ Ἰησοῦς εἶνε ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ Πατρός.
• Γίνεται ἡ βάπτισις καὶ κατ᾽ αὐτὴν μαρτυρεῖ γι᾽ αὐτὸν ὁ Βαπτιστής, ποὺ δὲν εἶπε ποτέ ψέμα, κ᾽ ἐκεῖ λέει σὲ ὅλους· Μαρτυρῶ, δίνω κατάθεσι, ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶνε ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ· «κἀγὼ ἑώρακα καὶ μεμαρτύρηκα, ὅτι οὗτός ἐστιν ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ» (Ἰω. 1,34).
Στὶς δύο αὐτὲς θὰ προστεθοῦν ἔπειτα κι ἄλλες ὅπως π.χ.·
• Στὴ σταύρωσι τοῦ Ἰησοῦ ὁ εὐγνώμων λῃ­στὴς φωτιζόμενος ἀπὸ τὸ Θεὸ τὸν ἀναγνωρίζει βασιλέα καὶ τοῦ ζητάει· «Μνήσθητί μου, Κύ­ριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκ. 23,42).
• Καὶ ὅταν ὁ Ἰησοῦς ἐκπνέει καὶ γίνεται σεισμὸς καὶ ἄλλα συγκλονιστικὰ γεγονότα, τότε ὁ ῾Ρωμαῖος κεντυρίων (ἑκατόνταρχος) ὁμολογεῖ· «Ἀληθῶς Θεοῦ Υἱὸς ἦν οὖτος» (Ματθ. 27,54).
• Καὶ στὴ διάρκεια τῆς καινῆς διαθήκης ἑ­κατομμύρια μάρτυρες δίνουν τὴ ζωή τους γιὰ τὸ Χριστό, γιατὶ πιστεύουν ὅτι εἶνε Θεός.
• Καὶ στὸ τέλος, ὅπως λέει ὁ Τζοβάννι Παπίνι στὴν Ἰστορία τοῦ Χριστοῦ, κ᾽ ἐκεῖνοι οἱ ἄ­πιστοι, ποὺ ὑβρίζουν καὶ βλαστημοῦν τὸ Χριστό, θά ᾽ρθῃ ἡ ὥρα ποὺ θὰ γονατίσουν μπροστά του. Ἡ νίκη θὰ εἶνε τοῦ Χριστοῦ, καὶ κάθε γλῶσσα θὰ ὁμολογήσῃ, «ὅτι Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς εἰς δόξαν Θεοῦ πατρός» (Φιλ. 2,11).
Μὴν κλονίζεσθε, ἀδελφοί μου! Καὶ ἂν ἀκόμα ἔρθουν χρόνια ἄπιστα, καὶ κυβερνήσουν ἄθεοι, καὶ γκρεμίσουν θυσιαστήρια, καὶ σφάξουν κληρικούς, καὶ ἐξοντώσουν πιστούς, καὶ ἂν ὅλοι ἀρνηθοῦν τὸ Χριστό, σύ, καὶ ἕνας νὰ μείνῃς, νὰ λές· Πιστεύω, Κύριε· σὺ εἶσαι ὁ Θεός μου, ὁ λυτρωτής μου, ὁ βασιλεύς μου· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Κων/νου & Ἑλένης Ἀμυνταίου- Φλωρίνης τὴν Κυριακὴ 7-1-1968 πρωί, μὲ νέο τώρα τίτλο. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 14-12-2024.
Τὴν ὁμιλία αὐτὴ μπορεῖτε νὰ τὴν ἀκούσετε χωρὶς συντομεύσεις στὸ cd …΄Φ τῆς σειρᾶς «ΣΚΟΠΟΝ ΔΕΔΩΚΑ ΣΕ» (πληροφορίες στὸ τηλέφωνο 23850-28868)

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.