Αυγουστίνος Καντιώτης



Ἀπεναντι στον φυσικο κοσμο «Ὡς ἐμεγαλυνθη τα ἔργα σου, Κυριε· παντα ἐν σοφια ἐποιησας» (Ψαλμ. 103,24)

date Ιαν 30th, 2025 | filed Filed under: εορτολογιο

———-

———–

Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΜΒ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 2651

Τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν
Πέμπτη 30 Ἰανουαρίου 2025

Ἀπεναντι στον φυσικο κοσμο

«Ὡς ἐμεγαλυνθη τα ἔργα σου, Κυριε· παντα ἐν σοφια ἐποιησας» (Ψαλμ.

ΤΡΕΙΣ ΙΕΡΑΡΧΕΣ εικΚαὶ πάλι, ἀγαπητοί μου, ἑορτάζουμε τὴν σε­πτὴ μνήμη τῶν τριῶν μεγάλων φωστήρων τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας. Τιμοῦμε τοὺς προστάτας τῶν γραμμάτων καὶ τῆς ἐπιστήμης, τοὺς ἐνδόξους ἱεράρχας Βασίλειον τὸν μέγαν, Γρηγόριον τὸν Ναζιανζηνὸν ἢ Θεολόγον, καὶ τὸν χρυσοῦν τὴν γλῶσσαν Ἰωάννην, τὸν Χρυσόστομον.
Προσωπικῶς, ἀντικρύζον­τας τὶς μεγάλες αὐτὲς φυσιογνωμίες, αἰσθάνομαι δέος καὶ ἀν­άξιος νὰ λύσω τὸν ἱμάντα τῶν ὑποδημάτων τους. Λίγες λέξεις μόνο θὰ ψελλίσω, σὰν τὰ νήπια, πρὸς τιμήν τους.
Ἂς δοῦμε ἐφέτος, ποιά ἦταν ἡ στάσι τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν (καὶ κυρίως τοῦ μεγάλου Βα­σιλείου) ἀπέναντι στὸν φυσικὸ κόσμο.

* * *

Δύο εἶνε, ἀγαπητοί μου, ἐκεῖνα ποὺ συγ­κροτοῦν τὸν κόσμο· ἡ ὕλη καὶ τὸ πνεῦμα. Ἡ ὕλη τὸ κα­τώτερο, τὸ πνεῦμα τὸ ἀνώτερο. Πολιτισμοὶ ποὺ θέτουν τὴν ὕλη ὑπεράνω τοῦ πνεύματος καταρρέουν, πολιτισμοὶ ποὺ ἔ­χουν τὸ πνεῦμα κυρίαρχο ἐπὶ τῆς ὕλης θρι­αμβεύουν. Ποιά εἶνε ἡ θέσι τοῦ Χριστιανισμοῦ, τῶν ἁγίων πατέρων, ἀπέναντι στὸ πρόβλημα τοῦτο, ὕλη ἢ πνεῦμα;
Ὑπῆρξαν φιλόσοφοι ἐχθροὶ τῆς ὕ­λης, ποὺ ὑποτίμησαν καὶ περιφρόνησαν τὴν ὕλη. Στὴν ἐποχὴ δὲ τῶν πατέρων ὑπῆρξε μιὰ μεγάλη αἵ­ρε­σις, οἱ μανιχαῖοι (3ος μ.Χ. αἰώνας). Αὐτοὶ αἰ­σθάνον­ταν ἀπέχθεια πρὸς τὴν ὕλη, στὸ σῶ­μα, σὲ κάθε τι τὸ αἰσθητό· πίστευαν καὶ δίδασκαν, ὅτι τὸ μὲν πνεῦμα εἶνε ἔκ­φανσις – δημιούργημα τοῦ Θεοῦ, για­τὶ πνεῦμα εἶνε ὁ Θεός, ἐνῷ ἡ ὕλη εἶ­νε κάτι τὸ ἀποτρόπαιο, δημιούργημα ἑνὸς κατωτέ­ρου θεοῦ, τοῦ σατανᾶ.
Ἡ ὀρθόδοξος πίστις, τὴν ὁποία ἐξέφραζαν οἱ Τρεῖς Ἱεράρχαι, ἀντιτάσσεται στοὺς μανιχαίους καὶ διδάσκει, ὅτι τόσο ἡ ὕλη ὅσο καὶ τὸ πνεῦμα εἶνε δημιουργήματα τοῦ ἐν Τριάδι ἑνὸς Θεοῦ. Βλέπουν τὴν ὕλη ὄχι ὡς κάτι ξένο ἀπὸ τὴν δημιουργικὴ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ ἀλλ᾽ ὡς ἕνα καθρέ­πτη μέσα στὸν ὁποῖο φαίνονται οἱ ὑπέροχες ἰδιότητες τοῦ Θεοῦ, σύμφωνα μὲ τὸ ῥητὸ τοῦ ἀποστόλου Παύλου «τὰ ἀόρατα αὐτοῦ ἀπὸ κτίσεως κόσμου τοῖς ποιήμασι νοούμενα καθορᾶται» (῾Ρωμ. 1,20).
Γιὰ νὰ μὴ σᾶς κουράσω μὲ θεωρίες γύρω ἀπὸ τὴ σχέσι ὕλης καὶ πνεύματος, θὰ πῶ μερικὰ παραδείγματα γιὰ τὸ πῶς ἀντίκρυζαν τὴ φύσι οἱ ἅγιοι πατέρες, οἱ σοφοὶ ἀσκηταί.
Στὴν Καισάρεια ὑπῆρχαν νέοι ποὺ ἔρρεπαν πρὸς τὶς ἡδονὲς καὶ διασκεδάσεις. Ὁ μέγας Βασίλειος προσπαθοῦ­σε νὰ ἑλκύσῃ τὴ νεολαία πρὸς τὸ πνεῦμα. Μιὰ μέρα ἦλθε ἐκεῖ ἀ­πὸ μακριὰ ἕνα θέατρο καὶ οἱ νέοι ἔτρεξαν πατεῖς με πατῶ σε νὰ δοῦν ἄθλια θεάματα. Ὁ ἅγιος πα­τὴρ λυπήθηκε καὶ τὴν ἄλλη μέρα ἀνέβηκε στὸν ἄμβωνα καὶ ἔ­κανε ἕναν ἀπὸ τοὺς ὡραιότερους λόγους του. Τί εἶπε·
Παιδιά μου, θέλετε θέατρο; Καὶ σὲ ποιόν δὲν ἀ­ρέσει! Ἔχω λοιπὸν νὰ σᾶς προτείνω ἕ­να ὑπέρο­χο θέατρο. Ἐ­κεῖνο ποὺ τρέξατε νὰ δῆτε εἶνε χαμηλοῦ ἐπιπέδου, διεγείρει τὰ κατώτερα ἔνστικτα· αὐ­τὸ ποὺ σᾶς προτείνω εἶ­νε ὑψηλό, μπορεῖ νὰ διδάξῃ φωτεινὲς ἀλήθειες, νὰ ἐμ­πνεύσῃ ἀνώτερα αἰ­σθήματα, νὰ γαλβα­νίσῃ τὴ θέλησι τοῦ θεατοῦ. Ἀφοῦ θέλετε θέατρο, ἐλᾶτε τὴν ἄνοιξι νὰ κάνουμε ἕ­να περίπατο. Θὰ δῆτε μπροστά σας τὸ πανόραμα τῆς φύσεως. Θαυμάσιο θέαμα! Στὴν πεδιάδα χρυσίζουν τὰ στάχυα. Ἐδῶ πολύχρωμα λουλούδια, ἐκεῖ δέν­τρα καρποφόρα, κάτω ἡ χλόη πράσινο χαλί. Ἀνηφορίστε σὲ πλαγιές, μπῆτε σὲ δάση πυκνὰ ὅπου ὁ ἥλιος δὲν βλέπει τὴ γῆ. Προχωρῆστε βαθύτερα κι ἀ­κοῦ­στε πλῆθος πουλιὰ κι ἀηδόνια νὰ κελαηδοῦν. Χαρῆτε τὰ ὡραῖα τῆς φύσεως. Θέλετε θέατρο; Ἐλᾶτε καὶ τὸ βράδυ ν᾽ ἀνεβοῦ­με σ᾽ ἕνα λόφο τῆς Καισαρείας· κι ἀπὸ ᾽κεῖ, ὅταν ἀντικρύ­σουμε τὸ θέατρο τῶν θεάτρων, τὸν οὐ­ρα­νὸ μὲ τ᾽ ἀμέτρητα ἀστέρια του, τότε θὰ ποῦ­με «Ὡς ἐμεγαλύνθη τὰ ἔργα σου, Κύριε· πάντα ἐν σοφίᾳ ἐποίησας» (Ψαλμ. 103,24).
Τί κρίμα! Ἐνῷ τέτοιες ὁμιλίες τοῦ μεγάλου Βασι­λείου, τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου καὶ τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου ἔχουν μεταφραστῆ σὲ ξένες γλῶσσες καὶ τὶς ἀπο­λαμβάνουν ἄλ­λοι, ἐδῶ πονηρὲς σατανικὲς δυνάμεις κατώρ­θωσαν νὰ διώξουν ἀπὸ τὰ σχολεῖα τὰ κείμενα τῶν πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ εἶνε ἀνώτερα τοῦ Πινδάρου καὶ τοῦ Ὁμήρου. Μάλιστα, κύριε· μπορῶ νὰ σοῦ ἀ­ποδείξω, ὅτι ὁ Γρηγόριος φιλοσοφεῖ βαθύτερα ἀπὸ τὸν Πλάτωνα, καὶ ὁ Χρυσόστομος ῥητορεύει ἰσχυρότερα ἀ­πὸ τὸν Δημοσθένη. Ἦταν ἕτοιμη στὰ πιεστήρια τοῦ Ἐθνικοῦ Τυπογραφείου νὰ τυπωθῇ μιὰ θαυμάσια ἀνθολογία κειμένων τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, καὶ σκοτεινὲς δυνάμεις, ὅπως καὶ σὲ πολλὲς ἄλλες περιπτώσεις, ματαίωσαν τὴν ἔκδοσι αὐτὴ ἱερῶν κειμένων τῶν πατέρων μας.
Οἱ Τρεῖς Ἱεράρχαι θαύμαζαν τὴν θεία δημιουργία καὶ ἔχουν ἐξαιρετικὲς παρατηρήσεις γιὰ τὸ φυσικὸ περιβάλλον. Ὅσοι θέλετε, ἰδί­ως οἱ καθηγηταὶ καὶ διδάσκαλοι, ζητῆστε καὶ διαβάστε π.χ. τὶς ἔξοχες ὁμιλίες τοῦ μεγάλου Βασιλείου Εἰς τὴν Ἑξαήμερον (βλ. P.G. 29,3-208)· ἐκεῖ ὁ φωστὴρ τῆς Καισαρείας ἐμβαθύνει στὸ μεγαλεῖο τῆς φύσεως μὲ σοφὲς παρητηρήσεις.
Πήγαινε, λέει ἐκεῖ, καὶ κοίταξε τὸ μυρμήγ­κι. Δὲν σπούδασε αὐτὸ μαθηματικά, ἀρχιτε­κτονική, θετικὲς ἐπιστῆ­μες, καὶ ὅμως οἱ ἀ­πο­θῆκες του εἶνε πιὸ στερεὲς ἀπὸ δικές μας πολυκατοικίες ποὺ γκρεμίζονται στὸ σεισμό. Δὲν ἔχει σπουδάσει φυσική, καὶ ὅμως λειτουργεῖ ὠς ἄ­ρι­στος μετεωρολογικὸς στα­θμός· ὅταν ὁ ἀγρότης, δῇ ὅτι τὸ μυρμήγκι ἀνεβάζει μέσα ἀπὸ τὴ γῆ τὸ σιτάρι στὴν ἐπιφάνεια, ξέρει ὅτι ἦρθε ἡ ἄνοιξι. Κοιτάξτε σοφία, λέει ὁ ἱερὸς πατήρ· ὅταν τὸ μυρμήγκι ἀποθηκεύει τὸ σιτάρι, μὲ τὶς δαγ­κάνες του τὸ κόβει στὴ μέση. Γιατί; Γιὰ νὰ τὸ εὐνουχίσῃ, νὰ κατα­στρέψῃ τὸ φύτρο του· ἂν τὸ ἀφήσῃ ἔτσι, θὰ φυτρώσῃ κάτω ἀπὸ τὴ γῆ καὶ θὰ τὸ πνίξῃ μέσα στὴν κατοικία του. Ποιός τὸ δίδαξε νὰ τὸ κάνῃ; Ὁ Δημιουργός. Ἄπιστε, ἕνα μυρμηγ­κάκι φτάνει νὰ σοῦ τὸ δείξῃ.
Νέε μου, λέει, ποὺ κολλᾶς στὴν ἀκαθαρσία καὶ ἀγα­πᾷς τὴν ὀκνηρία, πήγαινε νὰ δῇς τὴ μέλισσα, τὸ μικρὸ αὐ­τὸ ἔντομο. Δὲν πηγαίνει στὰ κόπρια, πηγαίνει στὰ ἄν­θη, συλλέγει τὸ νέκταρ καὶ κατασκευάζει τὸ μέλι. Κ᾽ ἐσεῖς, νέοι, μαθηταὶ καὶ μαθήτριες, ἀποφύγετε κάθε ἁμαρτωλὸ μολυσμό, κοπιάστε σὰν τὴ μέλισσα, συλλέξτε τὸ νέκταρ τῆς γνώσεως, καὶ κατασκευάστε τὸ γλυκὺ μέλι τῆς ἐπιστή­μης. Ἡ μέλισσα ἀποθηκεύει τὸ μέλι της σὲ κηρῆ­θρες, ποὺ τὶς κατασκευάζει ἡ ἵδια ἑξάγωνες. Ἂν ῥωτήσετε τοὺς μαθηματικοὺς καὶ τοὺς τεχνικούς, τὸ ἐξάγωνο εἶνε τὸ στερεώτερο γε­ωμετρικὸ σχῆμα. Σὲ ποιό πολυτεχνεῖο σπού­δασε ἡ μέλισσα κ᾽ ἔμαθε αὐτὴ τὴν τέχνη; Ἡ μέλισσα σ᾽ αὐτοὺς ποὺ τὴ μελετοῦν ἔχει νὰ παρουσιάσῃ ἐκπλήξεις· ἕνας νέος καθηγητὴς στὸ Αἴγιο ἐξέδωσε πρότινος ἕνα δίτομο ἔργο γιὰ τὴ μέλισσα, στὸν ὁποῖο ἐξετάζει τὰ θαυμα­στὰ ποὺ παρουσιάζει, καὶ τέλος καταλήγει· «Ὡς ἐμεγαλύνθη τὰ ἔργα σου, Κύριε· πάντα ἐν οφίᾳ ἐποίησας» (ἔ.ἀ.).
Ὁ μέγας Βασίλειος μιλάει καὶ γιὰ τὴ χελώνα. Τὴ βλέπε­τε; εἶνε βοτανολόγος! Ἕνας καθηγητὴς τῆς βοτανικῆς θὰ δυσ­κολευθῇ νὰ διακρίνῃ στὸ βουνὸ ποιά φυτὰ εἶνε φαρμακερὰ καὶ ποιά ὠφέλιμα. Καὶ βλέπεις τὴ χελώνα ποὺ ξεπαστρεύει τὸν τόπο ἀπὸ τὰ φίδια, ὅταν φάῃ ὀχιὰ καὶ ὑπάρχῃ κίνδυνος νὰ δηλητηριαστῇ, τρέχει ἀμέσως μέσα στὸ δάσος, βρίσκει τὸ κα­τάλληλο χόρτο καὶ τὸ τρώει· ἐὰν δὲν τὸ φάῃ, θὰ πεθάνῃ. Ποιός τὴν δίδαξε ποιό εἶνε τὸ ἀντίδοτο τοῦ δηλητηρίου;
Λέει ἐπίσης ὁ μέγας Βασίλειος καὶ γιὰ τὸ πρόβατο. Ἐκεῖ ποὺ βόσκει, ἂν βρῇ χορτάρι φαρμακερὸ δὲν τὸ τρώει· τὸ διακρίνει μὲ τὴ γλῶσσα καὶ τὴν ὄσφρησί του καὶ τὸ ἀποφεύγει.
Ἂς πᾶμε καὶ στὴ θάλασσα. Ἐκεῖ, λέει ὁ μέγας Βασίλειος, θὰ δῆτε τοὺς καρκίνους, δηλαδὴ τὰ καβούρια, ποὺ ἀρέσκονται νὰ τρῶνε στρεῖδια, ἀχηβάδες καὶ ἄλλα ὄ­στρακα. Πῶς ὅ­μως τὰ τρῶνε; Εἶνε δύσκολο. Τί κάνουν; Ἀ­κοῦ­στε λοιπόν. Ὅταν τὸ στρείδι ἢ ἡ ἀχηβάδα ἢ τὸ ὄ­στρακο πεινάσῃ, ἀνοίγει τὰ πέταλά του· πάει τότε ὁ κάβουρας, ῥίχνει μέσα στὸ ἄνοι­γμα ἕνα πετραδάκι, τὸ ὄστρακο δὲν μπορεῖ νὰ κλείσῃ· πλησιάζει τότε αὐτὸς καὶ τὸ κάνει μεζέ. Ποιός δίδαξε τὸν κάβουρα αὐτὴ τὴν τέχνη γιὰ νὰ βρίσκῃ τροφή;
Θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε καὶ πολλὰ ἄλλα τέτοια παραδείγματα τοῦ μεγάλου Βασιλείου. Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ἐπίσης περιγράφει τὸν οὐρανὸ τῆς Συρίας, τὴ γαλανὴ θάλασσα, τὰ ποτάμια καὶ τοὺς ὠκεανούς. Ὁ δὲ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος στὰ Ἔπη του ἔχει θαυμάσι­ες εἰκόνες καὶ σκηνογραφίες τῆς φύσεως.

* * *

Οἱ Τρεῖς Ἱεράρχαι, ἀγαπητοί μου, ὅπως καὶ ὅλοι οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, πῆραν σαφῆ θέσι ἀπέναντι στὴ φύσι ποὺ μᾶς περιβάλλει. Δὲν βλέπουν τὴν ὑλικὴ κτίσι ὡς ἐχθρὸ τοῦ πνεύματος. Κάποτε κάτι φιλόσοφοι τῆς Ἀλεξανδρείας πῆγαν στὸν μέγα Ἀντώνιο, ποὺ ἦταν τελείως ἀγράμματος, μὲ διάθεσι νὰ τὸν πειράξουν. –Ἐμεῖς, εἶπαν, κάτω στὴν Ἀλεξάν­δρεια ἔχουμε τὴ μεγάλη βιβλιοθήκη τοῦ Πτολεμαίου καὶ μελετοῦμε μελετοῦμε. Ἐσὺ ἐδῶ στὴν ἔρημο ἔχεις κανένα βιβλίο; –Ἐγώ, ἀ­παν­τᾷ, ἔχω ἕνα βιβλίο ποὺ ἐσεῖς δὲν τὸ ἀνοίγετε, βιβλίο μὲ ἀμέτρητες σελίδες· τὸ μελετῶ, εἶμαι πολὺ εὐχαριστημένος καὶ δοξάζω τὸ Θεό. –Μὰ ἐσὺ δὲν ξέρεις νὰ βάλῃς τὴν ὑπογραφή σου· ποιό εἶ­νε τὸ βιβλίο ποὺ λές; Τοὺς ἔδειξε τὴ φύσι γύρω καὶ εἶπε· –Νά τὸ βιβλίο μου.
Ἕνα βιβλίο, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἡ φύσι ποὺ μᾶς περιβάλλει. Δεύτερο βιβλίο εἶνε ὁ ἑαυτός μας καὶ ἡ μελέτη του εἶνε τὸ περίφημο «γνῶθι σαυτόν». Τρίτο δὲ καὶ ἀνώτερο βιβλίο εἶνε ἡ ἁγία Γραφή. Μελετᾶτε τὴ Γραφἠ, μελετᾶτε τὸν ἑαυτό σας, γιὰ ν᾽ ἀναγνωρίσετε τὰ λάθη καὶ σφάλματά σας, μελετᾶτε καὶ τὸν φυσικὸ κόσμο. Καὶ αὐτὰ θὰ σᾶς βοηθοῦν νὰ φθάσετε στὴν ἀληθινὴ θεογνωσία.
Τελειώνω μ᾽ ἕνα ἀνέκδοτο κάποιου ξένου. Μιὰ παρέα πέντε φίλων ἔκαναν ἐκδρομὴ στὸ δάσος. Ὅλα ἐκεῖ ἦταν ὐπέροχα· ἀηδόνια κελαηδοῦσαν, λουλούδια εὐωδίαζαν, ῥυάκια κυ­λοῦσαν. Αὐτοί, μόλις ἀν­τίκρυσαν τὸ δάσος, ὁ ἕνας εἶπε· –Μωρέ, ξύλα γιὰ κάρβουνα! Ὁ δεύτερος εἶπε· –Μωρέ, τί ξύλο γιὰ ἔπιπλα! Ὁ τρίτος κάθησε κάτω, ἔβγαλε τὸ πινέλλο του κι ἄρχισε νὰ ζωγραφίζῃ τὸ δάσος. Ὁ τέταρτος ἅπλωσε τὴ ματιά του γύρω κ᾽ ἐμπνεύστηκε ἕνα ποίημα. Κι ὁ πέμ­πτος γονάτισε καὶ εἶπε· «Ὡς ἐμεγαλύνθη τὰ ἔργα σου, Κύριε· πάντα ἐν σοφίᾳ ἐποίησας». Ὁ πρῶτος κοίταξε τὸ δάσος μὲ τὸ μάτι τοῦ καρβουνιάρη, ὁ δεύτερος τὸ κοίταξε μὲ τὸ μάτι τοῦ ξυλουργοῦ, ὁ τρίτος μὲ τὸ μάτι τοῦ ζωγράφου, ὁ τέταρτος μὲ τὸ μάτι τοῦ ποιητοῦ, καὶ μόνο ὁ πέμπτος μὲ τὸ μάτι τοῦ πιστοῦ.
Ἀδέρφια μου! ἐγὼ ἀπορῶ, πῶς ὑπάρχουν ἄπιστοι. Μόνο ἐπιπόλαια, ῥηχά, ἀφιλοσόφητα, ἀψυχολόγητα καὶ ἀνιστόρητα πνεύματα λένε, ὅτι δὲν ὑπάρχει Θεός. Ἐὰν δοῦμε τὴ φύσι ὄχι μὲ τὰ μάτια τοῦ καρβουνιάρη, οὔτε μὲ τὰ μάτια τοῦ ὑλιστοῦ, οὔτε μὲ τὰ μάτια τοῦ ἀθέου, ἀλλὰ μὲ τὰ μάτια τὰ οὐράνια, μὲ τὰ μάτια τοῦ Χριστοῦ, ποὺ μᾶς προτρέπει νὰ παρατηροῦμε τὸ μεγαλεῖο τῆς φύσεως, «τὰ κρίνα τοῦ ἀγροῦ» καὶ «τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ» (Ματθ. 6,26,28), τότε θὰ δοῦμε τὴ φύσι ὡς ναό. Εἶνε ὁ μεγαλύτερος ναός. Γι᾽ αὐτό, κι ἂν ἀκόμα οἱ ἄπιστοι γκρεμίσουν τὶς ἐκκλησιὲς καὶ κατεβάσουν τοὺς πολυελέους, δὲν πτοούμεθα· ἔχουμε πολυέλεο ποὺ δὲν τὸν φτάνουν. Ὁ πολυέλεος αὐτὸς ποὺ ὑμνεῖ τὸ Θεὸ εἶνε τὰ ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ. Καὶ ναὸς ἀπέραντος, ὅπως εἶπε ὁ Γάλλος ἀστρονόμος Φλαμαριόν (1842-1925), εἶνε ὅλη ἡ φύσις. «Ἐν παντὶ τόπῳ τῆς δεσποτείας αὐτοῦ· εὐ­λόγει, ἡ ψυχή μου, τὸν Κύριον» (Ψαλμ. 103, 22· 150,6) καὶ «Πᾶσα πνοὴ αἰνεσάτω τὸν Κύριον» .
Ναί, πάντα τὰ ἔργα τοῦ Κυρίου, μικρὰ καὶ μεγάλα, ποταμοὶ καὶ θάλασσες, ἀστέρια καὶ ἥλιοι, γαλαξίες καὶ νεφελώματα, τὰ πάντα, ἀποτελοῦν ἕναν ἀπέραντο ναό, μέσα στὸν ὁποῖον ἀκούγεται ὁ ὕμνος τοῦ Θεοῦ· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰ­ῶνας (βλ. Δαν. Ὕμν. τριῶν 34-46).

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν παλαιὸ ἱ. ναὸ Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὸ Σάββατο 30-1-1971, μὲ νέο τώρα τίτλο. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 23-12-2024.

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.