Αυγουστίνος Καντιώτης



Η ΚΑΙΝΗ ΚΤΙΣΗ (Ερμηνεια Β´. Πετρου (3,11-13), αρχιμ. Επιφανιου Χατζηγιαγκου)

date Φεβ 24th, 2025 | filed Filed under: π. Επιφάνιος Χατζηγιάγκου

 Η ΚΑΙΝΗ ΚΤΙΣΗ

Του ἀρχιμ. Επιφανίου Χατζηγιάγκου

+Αιωνιοτης ιντ(Στὴν προηγούμενή μας ὁμιλία ἑρμηνεύσαμε τὸν στίχο 10 τοῦ 3ου κεφαλαίου τῆς Β΄ Καθολικῆς Ἐπιστολῆς τοῦ ἀπ. Πέτρου. Ὅπως εἴδαμε στὸν στίχο αὐτὸ ὁ ἀπόστολος περιγράφει μὲ λίγες λέξεις τὴν συντέλεια τοῦ κόσμου. Εἶπε ὅτι ἡ ἡμέρα τοῦ Κυρίου, ἡ Δευτέρα Παρουσία του, θὰ ἔλθει ξαφνικὰ καὶ ἀπροειδοποίητα σὰν κλέφτης τὴ νύχτα. Κατὰ τὴν ἡμέρα αὐτὴ οἱ οὐρανοὶ θὰ ἐξαφανιστοῦν μὲ τρομερὸ πάταγο, καὶ τὰ στοιχεῖα τῆς φύσεως θὰ καοῦν καὶ θὰ διαλυθοῦν, καὶ ἡ γῆ καὶ τὰ ἔργα σ’ αὐτὴν θὰ κατακαοῦν. Μ’ ἄλλα λόγια τὸ ὑλικὸ σύμπαν, τόσο ὁ οὐρανὸς μὲ τὸν ἥλιο, τὴ σελήνη καὶ τὰ ἄστρα, ὅσο καὶ οἱ γῆ μὲ ὅλα τὰ εἴδη ποὺ φιλοξενεῖ θὰ διαλυθοῦν καὶ θὰ καταστραφοῦν μὲ τὴ φωτιὰ ποὺ φυλάσσεται γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτό. Ἀναφέραμε ἐπίσης καὶ ἄλλες σχετικὲς προφητεῖες γιὰ τὴ συντέλεια τοῦ κόσμου ἀπὸ τὴν Παλαιὰ καὶ τὴν Καινὴ Διαθήκη. Ἀκούσαμε τέλος καὶ τὶς συγκλονιστικὲς περιγραφὲς τοῦ ἁγ. Νικοδήμου τοῦ Ἀγιορείτου καὶ ἄλλων πατέρων τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὴ φοβερὴ ἐκείνη ἡμέρα.
Μετὰ ἀπ’ αὐτὴ τὴν περιγραφή, ὁ ἀπόστολος ἀπευθύνεται στοὺς Χριστιανούς, πρὸς τοὺς ὁποίους γράφει τὴν ἐπιστολή του, ἀλλὰ καὶ πρὸς τοὺς πιστοὺς ὅλων τῶν αἰώνων καὶ τοὺς καλεῖ νὰ ζοῦν ζωὴ ἐνάρετη καὶ εὐσεβῆ, ὥστε νὰ μπορέσουν νὰ ξεφύγουν ὅλα τὰ τρομερὰ ἐκεῖνα γεγονότα καὶ μὲ χαρὰ νὰ ὑποδεχτοῦν τὸν Χριστὸ ὡς λυτρωτὴ καὶ σωτήρα τους.
Λέει λοιπόν:
11. «Τούτων οὖν πάντων λυομένων ποταποὺς δεῖ ὑπάρχειν ὑμᾶς ἐν ἁγίαις ἀναστροφαῖς καὶ εὐσεβείαις,»
Μὲ ἁπλᾶ λόγια, «Ἀφοῦ λοιπὸν ὅλα αὐτὰ θὰ διαλυθοῦν, ποιοί πρέπει νὰ εἶστε, μὲ τρόπους ἁγίας διαγωγῆς καὶ εὐσεβείας»
Σὰν νὰ τοὺς λέει ὅτι, ἀφοῦ πρόκειται νὰ συμβοῦν ὅλα αὐτὰ τὰ συνταρακτικὰ γεγονότα τῆς διαλύσεως καὶ τῆς καταστροφῆς τοῦ κόσμου μὲ τὴν τρομερὴ ἐκείνη φωτιὰ ποὺ θὰ λειώσει καὶ θὰ κατακαύσει τὰ πάντα, σκεφτεῖτε ποιὰ πρέπει νὰ εἶναι ἡ ζωή σας· σκεφτεῖτε πόσο ἅγιοι καὶ εὐσεβεῖς καὶ ἐνάρετοι πρέπει νὰ εἶστε.
Ἡ μεγάλη ἀλήθεια ποὺ ἀνέφερε προηγουμένως, ὅτι ὁ κόσμος αὐτὸς θὰ καταστραφεῖ, καὶ ὅτι ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ, ποὺ τὰ θεωροῦμε σταθερὰ καὶ αἰώνια, εἶναι προσωρινὰ καὶ κάποτε θὰ διαλυθοῦν, ἔχει καὶ πρακτικὲς συνέπειες στὴ ζωή μας. Ἐφ’ ὅσον αὐτὸς ὁ κόσμος δὲν εἶναι αἰώνιος καὶ δὲν ἀποτελεῖ τὴ μόνιμη κατοικία μας, ἀφοῦ πλαστήκαμε γιὰ τὴν αἰωνιότητα καὶ μᾶς περιμένει ἡ οὐράνια πατρίδα, θὰ πρέπει καὶ ἡ συμπεριφορά μας νὰ εἶναι ἀνάλογη. Τόσο ἡ σχέση μας μὲ τοὺς συνανθρώπους μας ὅσο καὶ ἡ σχέση μας μὲ τὸν Θεὸ πρέπει νὰ καθορίζονται ἀπὸ τὴν πίστη καὶ τὴν ἐλπίδα στὴν αἰωνιότητα. Ἡ σκέψη ὅτι εἴμαστε προσωρινοὶ σ’ αὐτὸ τὸν κόσμο, πάροικοι καὶ παρεπίδημοι, θὰ πρέπει διαρκῶς νὰ κυριαρχεῖ μέσα μας καὶ νὰ ρυθμίζει κάθε λόγο καὶ κάθε συμπεριφορά μας. Ἐπὶ πλέον ἡ προσδοκία τῆς ἐλεύσεως τοῦ Κυρίου θὰ μᾶς κάνει νὰ ζοῦμε, ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος, μὲ ἅγιες ἀναστροφὲς καὶ εὐσέβειες· νὰ εἴμαστε δίκαιοι, τίμιοι καὶ ἀγαθοὶ ἀπέναντι στοὺς συνανθρώπους μας, καὶ εὐσεβεῖς ἀπέναντι στὸν Θεό.
Γράφει σχετικὰ ὁ Παν. Τρεμπέλας: «Ἡ προσδοκία αὐτὴ τῆς κατακαύσεως τῶν πάντων πρέπει νὰ ἀσκεῖ βαθειὰ καὶ σταθερὰ ἐπίδραση σὲ μᾶς καὶ νὰ μᾶς ὠθεῖ σὲ βίον ἅγιο. Ὀφείλουμε νὰ αἰσθανόμαστε ὅτι δὲν ὑπάρχει κάτι μόνιμο στὴ γῆ· ὅτι ἡ γῆ, ὅπως ἐμφανίζεται σ’ ἐμᾶς σήμερα, δὲν εἶναι ἡ παντοτεινὴ καὶ πραγματική μας πατρίδα καὶ ὅτι τὰ μεγάλα καὶ αἰώνια συμφέροντά μας βρίσκονται σὲ ἄλλο κόσμο, ἀπὸ τὸν ὁποῖο θὰ πρέπει νὰ ἑλκυστοῦν οἱ καρδιές μας… Πρέπει νὰ εἴμαστε ἅγιοι τόσο στὸν οἶκο τοῦ Θεοῦ ὅσο καὶ στὸν δικό μας οἶκο· ἅγιοι μὲ τὴν ὑποταγή μας καὶ τὴ λατρεία μας πρὸς τὸν Θεό, ἅγιοι καὶ στὶς συναναστροφές μας μὲ τοὺς ἀνθρώπους. Ὅλη ἡ συμπεριφορά μας πρέπει νὰ εἶναι ἁγία πρὸς ὅλους· πρὸς τοὺς πλουσίους καὶ τοὺς φτωχούς, πρὸς τοὺς ἐπιφανεῖς καὶ τοὺς κοινωνικῶς ἀφανεῖς, πρὸς τοὺς ἐναρέτους καὶ πονηρούς, πρὸς τοὺς φίλους καὶ τοὺς ἐχθρούς. Πρέπει νὰ διατηροῦμε τοὺς ἑαυτούς μας ἄσπιλους καὶ καθαροὺς ἀπὸ τὸν κόσμο σὲ ὅλες τὶς συναναστροφές μας μέσα σ’ αὐτόν, ἀλλὰ καὶ νὰ γυμνάζουμε τοὺς ἑαυτούς μας πρὸς τὴν εὐσέβεια καὶ σὲ κάθε ἄλλην ἀρετή.»
Ἀναφέρει καὶ ὁ ἅγιος Νικόδημος τὰ ἑξῆς:
«Ἐδῶ ὁ ἀπόστολος στρέφει τὸν λόγο του σὲ ἠθικὴ παραίνεση. Καὶ ἀφοῦ ἀπέδειξε ὡς ὁμολογουμένη καὶ ἀναντίρρητη τὴ συντέλεια τοῦ κόσμου καὶ τὴ δευτέρα παρουσία τοῦ Κυρίου, ἐρωτᾶ τοὺς χριστιανοὺς ποὺ θὰ διαβάσουν τὴν ἐπιστολή του. Καὶ τί τοὺς λέει; Ἀδελφοί μου χριστιανοί, ἐπειδὴ ὅλος ὁ κόσμος θὰ διαλυθεῖ καὶ πρόκειται νὰ γίνουν τέτοια φοβερὰ καὶ τρομερὰ πράγματα, ποὺ ποτὲ δὲν ἔχουν ξαναγίνει, ἅραγε ποιά ζωὴ πρέπει νὰ ἔχετε; Ἅραγε ποιά πρέπει νὰ εἶναι ἡ πολιτεία καὶ ἡ συμπεριφορά σας; Ἀσφαλῶς ὅλη ἁγία, ὅλη εὐσεβὴς καὶ θεοφιλὴς καὶ ἐνάρετη. Καὶ ἐπειδὴ προσμένετε τέτοια φοβερὴ παρουσία τοῦ Κριτοῦ καὶ ἀγωνίζεστε νὰ φτάσετε ἀκατάκριτοι στὴ μεγάλη ἐκείνη ἡμέρα τῆς ἀνταποδώσεως τῶν ἔργων, γι’ αὐτὸ ὀφείλετε νὰ εἶστε ἕτοιμοι, λέγοντας τὰ λόγια σας καὶ πράττοντας τὶς πράξεις σας μετὰ φόβου καὶ τρόμου πρὸς δόξαν Θεοῦ καὶ μὲ σκοπὸ νὰ εὐαρεστήσετε τὸν Κύριο.»
Ἡ πίστη στὴ Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ ἀναμονὴ τῆς παγκοσμίου Κρίσεως καθορίζει τὸν τρόπο ζωῆς μας σ’ αὐτὸ τὸν κόσμο. Ἡ μνήμη τῆς ἐλεύσεως τοῦ Κυρίου καὶ τῆς συντέλειας τοῦ κόσμου σὰν ἕνα φρένο θὰ μᾶς συγκρατεῖ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Ὅταν ἔχουμε στὴ σκέψη μας τὴν ἡμέρα τοῦ Κυρίου καὶ ὅλα τὰ συγκλονιστικὰ γεγονότα ποὺ συμβοῦν τότε, ἀσφαλῶς θὰ προσπαθοῦμε νὰ ζοῦμε βίο θεάρεστο καὶ σύμφωνο μὲ τὶς εὐαγγελικὲς ἐντολές. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ ἀπ. Παῦλος μᾶς προτρέπει στὴν πρὸς Τίτον ἐπιστολή του νὰ ἀφήσουμε τὴν ἀσέβεια καὶ τὶς κοσμικὲς ἐπιθυμίες καὶ νὰ ζήσουμε στὸν σύντομο αὐτὸ χρόνο τῆς παρούσης ζωῆς μὲ σωφροσύνη, μὲ δικαιοσύνη καὶ μὲ εὐσέβεια, περιμένοντας μὲ λαχτάρα καὶ πόθο τὴν ἀπερίγραπτη μακαριότητα ποὺ ἐλπίζουμε καὶ τὴ φανέρωση τῆς δόξας τοῦ μεγάλου Θεοῦ καὶ Σωτήρα μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Λέει ὁ ἀπόστολος: «Ἐπεφάνη γὰρ ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἡ σωτήριος πᾶσιν ἀνθρώποις, παιδεύουσα ἡμᾶς ἵνα ἀρνησάμενοι τὴν ἀσέβειαν καὶ τὰς κοσμικὰς ἐπιθυμίας σωφρόνως καὶ δικαίως καὶ εὐσεβῶς ζήσωμεν ἐν τῷ νῦν αἰῶνι, προσδεχόμενοι τὴν μακαρίαν ἐλπίδα καὶ ἐπιφάνειαν τῆς δόξης τοῦ μεγάλου Θεοῦ καὶ σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Τίτ. 2,11-13)
Καὶ συμπληρώνει ὁ ἀπ. Πέτρος στὸν στίχο 12:
12. «προσδοκῶντας καὶ σπεύδοντας τὴν παρουσίαν τῆς τοῦ Θεοῦ ἡμέρας, δι᾿ ἣν οὐρανοὶ πυρούμενοι λυθήσονται καὶ στοιχεῖα καυσούμενα τήκεται!»
Δηλαδή, «περιμένοντας καὶ ἐπιθυμώντας μὲ λαχτάρα τὸν ἐρχομὸ τῆς ἡμέρας τοῦ Θεοῦ, ἐξ αἰτίας τῆς ὁποίας οἱ οὐρανοὶ θὰ διαλυθοῦν μὲ φωτιά, καὶ τὰ στοιχεῖα θὰ καοῦν καὶ θὰ λειώσουν!»
Ζῶντας λοιπὸν οἱ Χριστιανοὶ μὲ ἅγιες ἀναστροφὲς καὶ εὐσέβειες, καὶ ἔχοντας τὴ σκέψη τους στὸ πολίτευμά τους ποὺ βρίσκεται στὸν οὐρανό, τὰ ἄνω φρονοῦντες, θὰ περιμένουν τὴν ἡμέρα ἐκείνη τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Χριστοῦ ὄχι μὲ φόβο καὶ ἀγωνία, ἀλλὰ μὲ χαρὰ καὶ λαχτάρα· «προσδοκῶντας καὶ σπεύδοντας τὴν παρουσίαν τῆς τοῦ Θεοῦ ἡμέρας»· ἀναμένοντας τὴν ἔλευση τοῦ Κυρίου μὲ πόθο, ζώντας, ὅπως εἴπαμε, μὲ ἅγια συμπεριφορὰ καὶ εὐσέβεια. Ὁ ἀληθινὸς Χριστιανὸς δὲν φοβᾶται τὴν ἔλευση τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Κυρίου, ἀλλὰ τὴν ποθεῖ καὶ τὴν περιμένει. Στὴ φωνὴ τοῦ νυμφίου Χριστοῦ «ἔρχομαι ταχύ», ἀπαντᾶ μαζὶ μὲ ὅλη τὴν Ἐκκλησία: «Ἀμήν, ναὶ ἔρχου, Κύριε Ἰησοῦ.» (Ἀποκ. 22,20)
Καὶ συμπληρώνει ὁ ἀπ. Πέτρος ἐπαναλαμβάνοντας αὐτὰ ποὺ ἀνέφερε προηγουμένως, ὅτι κατὰ τὴ Δευτέρα Παρουσία θὰ γίνει ἡ καταστροφὴ τοῦ σύμπαντος· «οὐρανοὶ πυρούμενοι λυθήσονται καὶ στοιχεῖα καυσούμενα τήκεται.» οἱ οὐρανοὶ θὰ διαλυθοῦν μὲ φωτιά, καὶ τὰ στοιχεῖα θὰ καοῦν καὶ θὰ λειώσουν.
Συμπληρώνοντας τὰ ὅσα εἶπε προηγουμένως γιὰ τὴ Δευτέρα Παρουσία καὶ συντέλεια τοῦ κόσμου ὁ ἅγ. Νικόδημος, προσθέτει τὰ ἑξῆς:
«Τόσο φρικτὴ καὶ τρομερὴ θὰ εἶναι ἡ παρουσία τοῦ Κυρίου, ὥστε κατ’ αὐτὴν καὶ ἐξ αἰτίας της τὸ μεγάλο αὐτὸ πλάτος τοῦ οὐρανοῦ πρόκειται νὰ νικηθεῖ ἀπὸ τὴ φλογώδη καὶ καυστικὴ ἐνέργεια τοῦ πυρὸς καὶ νὰ διαλυθεῖ. Καὶ κάθε στοιχεῖο του, δηλαδὴ ἡ γῆ καὶ ὁ ἀέρας καὶ τὸ νερὸ καὶ ὅλα τὰ σώματα ποὺ ἀποτελοῦνται ἀπ’ αὐτά, μὴ ὑποφέροντας τὴν ἐκπυρωτικὴ ἐνέργεια τῆς φωτιᾶς ἐκείνης καὶ τοῦ πύρινου ἐκείνου ποταμοῦ, πρόκειται νὰ διαλυθοῦν, ὅπως λειώνει τὸ κερὶ ἀπὸ προσώπου πυρός, καὶ ἄλλα μὲν ἀπ’ αὐτὰ θὰ χάσουν τὴν ὕπαρξη καὶ τὸ εἶναι τους, ἄλλα δὲ θὰ ἀλλάξουν καὶ θὰ γίνουν καλύτερα.
Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ χρυσῆ γλῶσσα τοῦ Ἰωάννη περιγράφοντας τὸν πύρινο ἐκεῖνο ποταμό, ποὺ θὰ ἐνεργήσει αὐτὴ τὴ διάλυση τοῦ σύμπαντος λέει: “Εἶναι ἕνα πέλαγος φωτιᾶς. Πέλαγος ὄχι ὅπως αὐτὸ τῆς θαλάσσης ἀλλὰ πολὺ μεγαλύτερο καὶ φοβερώτερο, ποὺ θὰ ἔχει πύρινα τὰ κύματα, ἀπὸ κάποια φωτιὰ παράξενη ποὺ θὰ προκαλεῖ τρόμο καὶ φρίκη. Εἶναι μιὰ ἄβυσσος φωτιᾶς μεγάλης καὶ φοβερῆς. Θὰ βλέπεις τὴ φωτιὰ νὰ τρέχει σὰν ἄγριο θηρίο….” (Ὁμιλ. 43η εἰς τὸ κατὰ Ματθ.). Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ ἀπ. Παῦλος, θέλοντας νὰ φανερώσει ὅτι ὁ πύρινος ἐκεῖνος ποταμὸς πρόκειται νὰ ὁρμήσει κατὰ τῶν ἁμαρτωλῶν μὲ τόση ἀγριότητα, ὥστε νὰ φαίνεται σὰν ἕνα ἄγριο θηρίο, ποὺ ἔχει μανία νὰ καταφάγει τοὺς ἐχθροὺς τοῦ Θεοῦ, λέει τὰ ἑξῆς: “Ἂν μετὰ τὴ γνώση τῆς ἀλήθειας ἁμαρτάνουμε θεληματικά, δὲν ἀπομένει πλέον θυσία γιὰ τὴ συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν, ἀλλὰ μιὰ ἀναπόφευκτη φοβερὴ τιμωρία καὶ μανία φωτιᾶς ποὺ θὰ καταφάγει τοὺς ἐχθροὺς ποὺ ἐναντιώνονται στὸ θεῖο θέλημα.” (Ἑβρ. 10,27) Ἑπομένως μὲ πόσο φόβο καὶ τρόμο πρέπει νὰ πολιτευόμαστε ἐμεῖς οἱ χριστιανοί, γιὰ νὰ λυτρωθοῦμε ἀπ’ ἐκεῖνο τὸ παμφάγο καὶ ἄγριο πῦρ τῆς κολάσεως, τὸ ὁποῖο πρόκειται νὰ καίει αἰωνίως ἐκείνους ποὺ ἔχουν ριφθεῖ σ’ αὐτό; Διότι ἡ συμφορὰ θὰ εἶναι ἀπαρηγόρητη. Ἡ τιμωρία θὰ εἶναι ἀδυσώπητη καὶ ἡ κόλαση ἀπαράκλητη.»
Καὶ συνεχίζει στὸν στίχο 13:
13. «καινοὺς δὲ οὐρανοὺς καὶ γῆν καινὴν κατὰ τὸ ἐπάγγελμα αὐτοῦ προσδοκῶμεν, ἐν οἷς δικαιοσύνη κατοικεῖ.»
Ποὺ σημαίνει, «Καινούργιους οὐρανοὺς καὶ καινούργια γῆ, σύμφωνα μὲ τὴν ὑπόσχεσή του περιμένουμε, στοὺς ὁποίους θὰ κατοικεῖ ἡ ἀρετὴ καὶ ἡ ἁγιότητα.»
Τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ ἀποστόλου μᾶς ἀποκαλύπτουν μιὰ μεγάλη ἐσχατολογικὴ ἀλήθεια, τὴν ὁποία ἔχουμε ἀναφέρει ξανά· ὁ ὑλικὸς κόσμος ποὺ βλέπουμε γύρω μας, ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ, τὸ ἀπέραντο αὐτὸ σύμπαν, δὲν θὰ ἐξαφανιστεῖ ἀλλὰ θὰ ἀνακαινιστεῖ. Ὁ Θεὸς δὲν θὰ καταστρέψει ὁριστικὰ τὸν κόσμο, ἀλλά, ἀφοῦ τὸν διαλύσει μὲ τὸ καυστικὸ ἐκεῖνο πῦρ, στὴ συνέχεια θὰ τὸν ἀνακαινίσει· θὰ τὸν κάνει καινούργιο. Μ’ ἄλλα λόγια, μετὰ τὴ συντέλεια τοῦ κόσμου καὶ τὴ διάλυση τοῦ σύμπαντος, ποὺ θὰ συμβεῖ κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Κυρίου, τὴν ὁποία περιγράψαμε προηγουμένως, τὸ σύμπαν δὲν θὰ ὁδηγηθεῖ στὴν ἐκμηδένιση καὶ στὴν ἀνυπαρξία, ἀλλὰ στὴν ἀνακαίνιση· θὰ γίνει ἕνας νέος οὐρανὸς καὶ μιὰ νέα γῆ. Ὅπως λέει ἐδῶ ὁ ἀπόστολος, «Καινούργιους οὐρανοὺς καὶ καινούργια γῆ περιμένουμε». Καὶ ὅπως τὰ σώματα τῶν ἀνθρώπων, ποὺ θὰ ἔχουν διαλυθεῖ μὲ τὸν θάνατο, θὰ ἀναστηθοῦν ἄφθαρτα κατὰ τὴ Δευτέρα Παρουσία, γιὰ νὰ ζήσουν αἰώνια στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἔτσι καὶ ἡ φυσικὴ δημιουργία, ἀφοῦ κατακαεῖ καὶ διαλυθεῖ ἀρχικά, θὰ ξαναγίνει κι αὐτὴ καινούργια καὶ ἄφθαρτη γιὰ νὰ ὑπάρχει αἰώνια μαζὶ μὲ τὸν ἄνθρωπο, γιὰ τὸν ὁποῖο πλάστηκε.
Τὴ μεγάλη αὐτὴ ἀλήθεια τῆς ἀνακαινίσεως τοῦ σύμπαντος, ποὺ δυστυχῶς δὲν τὴν τονίζουμε ὅσο πρέπει, γι’ αὐτὸ καὶ πολλοὶ Χριστιανοὶ τὴν ἀγνοοῦν, τὴν τονίζει καὶ ὁ ἀπ. Παῦλος στὴν πρὸς Ρωμαίους ἐπιστολή του. Λέει στὸ 8ο κεφάλαιο τὰ ἑξῆς σημαντικά: «ἡ γὰρ ἀποκαραδοκία τῆς κτίσεως τὴν ἀποκάλυψιν τῶν υἱῶν τοῦ Θεοῦ ἀπεκδέχεται. τῇ γὰρ ματαιότητι ἡ κτίσις ὑπετάγη, οὐχ ἑκοῦσα, ἀλλὰ διὰ τὸν ὑποτάξαντα, ἐπ᾿ ἐλπίδι ὅτι καὶ αὐτὴ ἡ κτίσις ἐλευθερωθήσεται ἀπὸ τῆς δουλείας τῆς φθορᾶς εἰς τὴν ἐλευθερίαν τῆς δόξης τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ. οἴδαμεν γὰρ ὅτι πᾶσα ἡ κτίσις συστενάζει καὶ συνωδίνει ἄχρι τοῦ νῦν·» Ποὺ σημαίνει: Ἡ ἔντονη προσδοκία καὶ αὐτῆς τῆς ἄψυχης κτίσεως εἶναι νὰ περιμένει μὲ πόθο καὶ ἀγωνία τὴν ἔνδοξη φανέρωση τῶν παιδιῶν τοῦ Θεοῦ. Διότι καὶ ἡ κτίση ὑποδουλώθηκε στὴ φθορὰ καὶ τὸν θάνατο, ὄχι θεληματικά, ἀλλὰ ἐξ αἰτίας ἐκείνου, ὁ ὁποῖος τὴν ὑπέταξε (τοῦ Θεοῦ) μὲ τὴν ἐλπίδα, ὅτι καὶ αὐτὴ ἡ κτίση θὰ ἐλευθερωθεῖ ἀπὸ τὴ δουλεία τῆς φθορᾶς, γιὰ νὰ συμμετάσχει στὴν ἐλευθερία γιὰ τὴν ἀπόλαυση τῆς δόξας τῶν παιδιῶν τοῦ Θεοῦ. Γνωρίζουμε δέ, ὅτι ὅλη ἡ κτίση στενάζει καὶ ὑποφέρει ἀπὸ σφοδροὺς πόνους μέχρι τώρα. (Ρωμ. 8,19-22)
Αὐτὴ ἡ ἀνακαίνηση τοῦ ὑλικοῦ κόσμου θὰ γίνει σύμφωνα μὲ τὸ ἐπάγγελμα τοῦ Θεοῦ, δηλαδὴ τὴν ἐπαγγελία καὶ ὑπόσχεση ποὺ ἔδωσε ὁ Θεὸς στὴν Ἁγία Γραφή. Βλέπουμε πράγματι στὸν προφήτη Ἠσαΐα νὰ ὑπόσχεται ὁ Θεὸς ὅτι «ἔσται ὁ οὐρανὸς καινὸς καὶ ἡ γῆ καινή» (Ἠσ. 65,17). Αὐτὰ τὰ λόγια ἐπαναλαμβάνει καὶ ἐδῶ ὁ ἀπ. Πέτρος· ὁ οὐρανὸς θὰ γίνει καινούργιος καὶ ἡ γῆ καινούργια. Παρόμοια ἀναφέρει ὁ προφήτης καὶ λίγο πιὸ κάτω, στὸ κεφ. 66, στίχο 22. Ἀλλὰ καὶ στὸ τελευταῖο βιβλίο τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τὴν Ἀποκάλυψη, ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης, ποὺ ἀξιώθηκε νὰ δεῖ αὐτὸν τὸν καινούργιο κόσμο, λέει πρὸς τὸ τέλος τοῦ βιβλίου του: «Καὶ εἶδον οὐρανὸν καινὸν καὶ γῆν καινήν· ὁ γὰρ πρῶτος οὐρανὸς καὶ ἡ πρώτη γῆ ἀπῆλθον» (Ἀποκ. 21,1). Εἶδα, λέει, ἕνα νέο οὐρανὸ καὶ μιὰ νέα γῆ· διότι ὁ πρῶτος οὐρανὸς καὶ ἡ πρώτη γῆ, μὲ τὴν οὐσία καὶ τὴ μορφὴ ποὺ εἶχαν, τὴν φθαρτὴ καὶ ἄστατη, ἔφυγαν.
Μέσα σ’ αὐτὸ τὸν νέο κόσμο θὰ κατοικεῖ, ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος, ἡ δικαιοσύνη. Θὰ βασιλεύει ἡ τελειότητα, ἡ ἁγιότητα, ἡ εἰρήνη, ἡ ἀγάπη καὶ γενικὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Θὰ ἐπικρατήσει τότε ἀπόλυτα τὸ «ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου», τὸ πολυπόθητο αὐτὸ αἴτητημα τῆς Κυριακῆς Προσευχῆς.
«Ἡ ἱστορία τοῦ κόσμου αὐτοῦ, ὅπως εἶναι σήμερα,» παρατηρεῖ ὁ ἀείμνηστος Παν. Τρεμπέλας, «ὑπῆρξε ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἱστορία ἁμαρτίας καὶ τῶν συνεπειῶν της. Δὲν ὑπῆρξαν στὴ γῆ τελείως ἅγιοι τόποι, πόλεις, κωμοπόλεις, χωριά. Δὲν ὑπῆρξε ποτὲ συμπαγὴς καὶ πολυάριθμη κοινωνία, τῆς ὁποίας ὅλα τὰ μέλη νὰ εἶναι ἅγια. Ὁ μέλλων κόσμος ὅμως, ἀντίθετα μὲ τὴν ἐπικρατούσα σήμερα κατάσταση, θὰ εἶναι τελείως ἁγνὸς καὶ ἅγιος, διότι θὰ ἔχει ἐξαλειφθεῖ ἡ ἁμαρτία καὶ κάθε ἀδικία ἀπ’ αὐτόν. Γι’ αὐτὸ ἀκριβῶς κάθε γνήσιος χριστιανὸς ἐπιθυμεῖ τὸν κόσμο ἐκεῖνο καὶ ἀναμένει τὴν ἔλευση τοῦ Σωτῆρος. Ὄχι μόνο διότι θὰ εἶναι εὐτυχισμένος καὶ μακάριος, ἀλλὰ καὶ διότι ὁ κόσμος ἐκεῖνος θὰ εἶναι ἀπαλλαγμένος ἀπὸ ἀδικίες, καταπιέσεις, ἐξαχρειώσεις καὶ ἀσυνειδησίες, τὰ ὁποῖα κυριαρχοῦν σ’ αὐτὸ τὸν κόσμο.»
Ἂς δώσουμε ὅμως καὶ πάλι τὸν λόγο στὸν ἅγ. Νικόδημο τὸν Ἁγιορείτη, ποὺ ἀναπτύσσει πολὺ διεξοδικὰ τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ ἀπ. Πέτρου, νὰ ἐμβαθύνει στὸ σπουδαῖο αὐτὸ θέμα τῆς ἀνακαινίσεως τοῦ σύμπαντος. Ἑρμηνεύοντας τὴ φράση «καινοὺς δὲ οὐρανοὺς καὶ γῆν καινὴν κατὰ τὸ ἐπάγγελμα αὐτοῦ προσδοκῶμεν» λέει:
«Μὲ τὰ λόγια αὐτὰ μᾶς ἀποκλύπτει ὁ κορυφαῖος ἀπόστολος ὅτι ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ, παρ’ ὅλο ποὺ θὰ φθαροῦν μὲ τὴ φωτιά, δὲν (θὰ ἐξαφανιστοῦν οὔτε) θὰ καταλήξουν στὴν ἀνυπαρξία καὶ στὸ μὴ ὄν, ἀλλὰ θὰ μεταβληθοῦν καὶ θὰ μεταστοιχειωθοῦν πρὸς τὸ καλύτερο, δηλαδὴ θὰ γίνουν καινούργια. Ὄχι ὅτι θὰ δημιουργηθεῖ ἄλλος οὐρανὸς καὶ ἄλλη γῆ ἀπὸ τὴν ἀνυπαρξία, ἀλλὰ ὁ ἴδιος αὐτὸς οὐρανὸς καὶ ἡ ἴδια αὐτὴ γῆ πρόκειται νὰ διαλύσουν μὲ τὸ πῦρ κάθε φθαρτό, κάθε ἄχρηστο καὶ περιττό, καὶ ἀφοῦ ἀποβάλουν κάθε τροπὴ καὶ μεταβολὴ τῶν κινήσεών τους, θὰ γίνουν ἄφθαρτα, ἄτρεπτα, ἀναλλοίωτα καὶ λαμπρότατα. Διότι ἔτσι φάνηκε δίκαιο στὴν ἀμερόληπτη κρίση τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἡ κτίση ὑποτάχτηκε στὴ ματαιότητα, δηλαδὴ στὴ φθορὰ καὶ στὴν ποικιλότροπη μεταβολὴ ἐξ αἰτίας τοῦ ἀνθρώπου ποὺ ἔγινε φθαρτός, ἔτσι καὶ πάλι ἡ ἴδια ἡ κτίση νὰ λάβει ἀφθαρσία καὶ νὰ μεταβεῖ σὲ ἀναλλοίωτη κατάσταση λόγω τοῦ ὅτι καὶ ὁ ἄνθρωπος θὰ γίνει κι αὐτὸς ἄφθαρτος, ὅπως διακηρύττει καὶ ὁ ἀπ. Παῦλος (βλ. Ρωμ. 8,19-22). Καὶ ὅπως ἕνας πατέρας ὅταν ἔλθει ὁ καιρὸς τῆς δόξας καὶ τῆς χαρᾶς τῶν παιδιῶν του, στολίζει ἀκόμα καὶ τοὺς δούλους του γιὰ περισσότερη δόξα τῶν παιδιῶν του, ἔτσι καὶ ὁ Θεὸς ὅταν ἔλθει ὁ καιρὸς τῆς δόξας καὶ τῆς χαρᾶς ἡμῶν τῶν υἱῶν του, στολίζει κι αὐτὴ τὴν ὑπόδουλη κτίση μὲ τὰ κάλλη τῆς ἀφθαρσίας γιὰ νὰ δώσει περισσότερη δόξα σ’ ἐμᾶς, ὅπως λέει ὁ Χρυσόστομος καὶ ὁ Θεοφύλακτος.
Καινούργιος λοιπὸν καὶ λαμπρότατος θὰ φαίνεται τότε ὁ οὐρανός, ἀσυγκρίτως λαμπρότερος ἀπ’ ὅτι φαίνεται τώρα, ὅπως λέγει ὁ Συμεὼν ὁ νέος Θεολόγος, καὶ πρόκειται νὰ ἀστράφτει τὸ φῶς του περισσότερο ἀπὸ τὸ φῶς τῶν ἀστέρων καὶ τῆς σελήνης. Καὶ ἡ μὲν σελήνη θὰ λάμπει σὰν τὸν ἥλιο, ὁ δὲ ἥλιος θὰ λάμπει μὲ ἑπταπλάσιο φῶς ἀπ’ αὐτὸ ποὺ ἔχει τώρα, ὅπως μαρτυρεῖ καὶ ὁ Ἠσαΐας λέγοντας: “καὶ ἔσται τὸ φῶς τῆς σελήνης ὡς τὸ φῶς τοῦ ἡλίου καὶ τὸ φῶς τοῦ ἡλίου ἔσται ἑπταπλάσιον ἐν τῇ ἡμέρᾳ, ὅταν ἰάσηται Κύριος (ὅταν θεραπεύσει διὰ τῆς ἀναστάσεως δηλαδὴ) τὸ σύντριμμα (δηλαδὴ τὴ φθορὰ) τοῦ λαοῦ αὐτοῦ” (Ἠσ. 30,26). Καινούργια πρόκειται νὰ γίνει καὶ ἡ γῆ καὶ τόσο διαφανὴς καὶ λαμπρή, ποὺ νὰ ξεπερνᾶ σὲ λαμπρότητα τὸ ἀσήμι καὶ τὸ μάλαμα καὶ τὰ διαμάντια καὶ τὰ ζαφείρια καὶ τοὺς ἄλλους πολύτιμους λίθους, ὅπως πολλοὶ διδάσκαλοι λένε.»
Στὴ συνέχεια ὁ ἅγιος Νικόδημος ἑρμηνεύει τὸ ἄλλο ἡμιστίχιο, «ἐν οἷς δικαιοσύνη κατοικεῖ.» καὶ λέει:
«Στὸν καινούργιο ἐκεῖνο οὐρανὸ καὶ στὴν καινούργια ἐκείνη γῆ θὰ κατοικεῖ πάντοτε δικαιοσύνη, δηλαδή, ὅπως ἑρμηνεύει ὁ Μητροφάνης, δὲν θὰ ὑπάρχουν στὴ γῆ οἱ πολυειδεῖς καὶ πολύτροποι αὐτοὶ πειρασμοί. Δὲν θὰ ἀδικεῖ ὁ ἕνας καὶ νὰ ἀδικεῖται ὁ ἄλλος. Οὔτε θὰ πλεονεκτεῖ ὁ ἕνας εἰς βάρος τοῦ ἄλλου. Δὲν θὰ ἐκδηλώνεται πλέον ἡ φιληδονία, ἡ φιλοδοξία καὶ ἡ φιλαργυρία. Δὲν θὰ διαβάλλει πλέον ὁ χριστιανὸς τὸν χριστιανὸ καὶ νὰ ψεύδεται καὶ νὰ συκοφαντεῖ τοὺς ἀθώους. Ἐκεῖ τότε δὲν θὰ ὑπάρχει φθόνος καὶ βασκανία καὶ φόνος, ὁ υἱὸς τοῦ φθόνου. Ἐκεῖ δὲν θὰ προτιμᾶται ἡ κακία ἀπὸ τὴν ἀρετὴ καὶ τὸ ψεῦδος ἀπὸ τὴν ἀλήθεια. Καί, μὲ λίγα λόγια, ἡ ἀδικία δὲν θὰ νικήσει πιὰ τὴ δικαιοσύνη, ἐπειδὴ ἐκεῖ ἡ κακία δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ βρεθεῖ, οὔτε ἔχει ἐκεῖ θέση ἡ ὑποκρισία, διότι εἶναι ὅλα γυμνὰ καὶ τετραχηλισμένα (δηλαδὴ φανερὰ) μπροστὰ στὸν Θεό. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ κορυφαῖος ἀπόστολος εἶπε “ἐν οἷς δικαιοσύνη κατοικεῖ.”… Μὲ τὶς τρεῖς αὐτὲς λέξεις φανέρωσε ὅλη τὴ μακαρία ἐκείνη κατάσταση τοῦ μέλλοντος αἰῶνος. Ἴσως δὲ καὶ μὲ τὴ λέξη δικαιοσύνη νὰ ἐννοεῖ τοὺς δικαίους. Ὁπότε τὸ νόημα τῆς φράσεως εἶναι ὅτι σ’ ἐκεῖνο τὸν καινούργιο οὐρανὸ καὶ σ’ ἐκείνη τὴν καινούργια γῆ θὰ κατοικοῦν μόνο οἱ δίκαιοι. Διότι οἱ ἄδικοι καὶ ἁμαρτωλοὶ θὰ ἐκδιωχθοῦν ἀπὸ τὴν γῆ ἐκείνη καὶ νὰ ριχθοῦν στοὺς σκοτεινοὺς τόπους τῆς κολάσεως, κατὰ τὸν δαυϊτικὸ λόγο “ἐκλείποιεν ἁμαρτωλοὶ ἀπὸ τῆς γῆς (τῆς καινῆς δηλ.) καὶ ἄνομοι, ὥστε μὴ ὑπάρχειν αὐτούς.” (Ψαλμ. 103,35)
Καὶ πράγματι ὅταν τὸ πρόσωπο τῆς γῆς ἀνακαινισθεῖ, ὅπως λέει ὁ Δαυΐδ, “ἐξαποστελεῖς τὸ πνεῦμά σου, καὶ κτισθήσονται, καὶ ἀνακαινιεῖς τὸ πρόσωπον τῆς γῆς” (Ψαλμ. 103,30), καὶ λάμψει περισσότερο ἀπὸ τὸ μάλαμα καὶ τὸν σάπφειρο, καὶ διωχθοῦν ἀπ’ αὐτὴν οἱ πονηροὶ δαίμονες, διωχθοῦν καὶ οἱ κακοὶ ἄνθρωποι, καὶ κάθε κακία καὶ ἁμαρτία λείπει ἀπὸ αὐτήν, βρίσκεται δὲ μόνο ἡ ἀρετὴ καὶ ἡ δικαιοσύνη, καὶ κανένα πράγμα δὲν θὰ ὑπάρχει ποὺ θὰ ἐνοχλεῖ, μιὰ τέτοια, λέω, μακαρία κατάσταση τῆς καινῆς ἐκείνης γῆς τί διαφέρει, πές μου σὲ παρακαλῶ, ἀπὸ τὴν μακαρία κατάσταση τοῦ καινοῦ οὐρανοῦ;»
Σ’ αὐτοὺς τοὺς καινοὺς οὐρανοὺς καὶ τὴν καινὴ γῆ, στὰ ὁποῖα θὰ κατοικεῖ ἡ δικαιοσύνη, ἡ ἁγιότητα καὶ κάθε εὐτυχία, μᾶς ἔχει προορίσει νὰ κατατοικήσουμε, ἀδελφοί μου, ὁ οὐράνιος Πατέρας μας. Αὐτὴ εἶναι ἡ οὐράνια καὶ μόνιμη πατρίδα μας, στὴν ὁποία μᾶς καλεῖ νὰ ζήσουμε αἰώνια μαζὶ μὲ ὅλους τοὺς ἁγίους. Ἐκεῖ μᾶς ἔχει ἑτοιμάσει ἀγαθὰ ποὺ μάτι δὲν εἶδε, αὐτὶ δὲν ἄκουσε καὶ νοῦς ἀνθρώπου δὲν φαντάστηκε. Ὁ Παράδεισος, ἡ ζωὴ τοῦ μέλλοντος αἰῶνος, εἶναι ὁ σκοπὸς τῆς ζωῆς μας. Γιὰ ἐκεῖ μᾶς ἔπλασε ὁ Θεός. Τὴν οὐράνιο Βασιλεία τὴν ἑτοίμασε πρὸ καταβολῆς κόσμου ὡς κληρονομιὰ σ’ ἐμᾶς τὰ παιδιά του. Καὶ γιὰ νὰ μᾶς κάνει κληρονόμους τῆς Βασιλείας του αὐτῆς δὲν λυπήθηκε οὔτε τὸν μονογενῆ του Υἱό, τὸν ὁποῖο ἔστειλε στὴ γῆ καὶ τὸν προσέφερε θυσία γιὰ τὴ σωτηρία μας καὶ τὴν ἐξασφάλιση τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν.
Θὰ εἶναι πολὺ τραγικὸ νὰ χάσουμε τὴ μεγάλη αὐτὴ δωρεὰ ποὺ μᾶς χαρίζει ὁ Θεὸς ἀπὸ δική μας ἀμέλεια καὶ ἀδιαφορία. Διότι ἡ θέση ποὺ θὰ βρεθοῦμε στὴ ζωὴ τοῦ μέλλοντος αἰῶνος ἐξαρτᾶται ἀπὸ μᾶς. Ὁ Θεὸς μᾶς ἑτοίμασε τὸν Παράδεισο καὶ ἔκανε τὸ πᾶν γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ τὸν κατακτήσουμε καὶ νὰ τὸν ἀπολαύσουμε. Θὰ πρέπει ὅμως κ’ ἐμεῖς νὰ καταβάλουμε κάποια προσπάθεια, κάποιο ἀγώνα, κάποιες θυσίες. Ἡ κατάκτηση τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ πῶς θὰ διαχειριστοῦμε τὰ λίγα χρόνια ποὺ θὰ ζήσουμε σ’ αὐτὸ τὸν κόσμο. Ἀπὸ τὴν παρούσα ζωὴ θὰ ἐξαρτηθεῖ ἡ αἰώνια εἰς οὐρανοὺς ἀποκατάστασή μας. Θὰ ἐξαρτηθεῖ ἀπὸ τὴ χρήση τοῦ χρόνου ποὺ ἔχουμε στὰ χέρια μας πρὶν κλείσει ἡ αὐλαία τοῦ παρόντος αἰῶνος. Θὰ πρέπει ὅσο εἴμαστε ἐδῶ στὴ γῆ νὰ ζοῦμε σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, «ἐν ἁγίαις ἀναστροφαῖς καὶ εὐσεβείαις», ὅπως εἶπε προηγουμένως ὁ ἀπόστολος· μὲ τρόπους ἁγίας διαγωγῆς καὶ εὐσεβείας.
Ἂς κλείσουμε ἐπαναλαμβάνοντας τὰ λόγια τοῦ ἀπ. Παύλου ποὺ ἀναφέραμε πιὸ πάνω, στὰ ὁποῖα μᾶς δίνει τὴν πυξίδα ποὺ θὰ μᾶς ὁδηγήσει στὴν οὐράνια πατρίδα. Τὰ λόγια αὐτὰ συνοψίζουν ὅλη τὴν ἠθικὴ καὶ δογματικὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας. Λέει ὁ ἀπόστολος: «Φανερώθηκε ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία σώζει ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, καὶ μᾶς παιδαγωγεῖ καὶ μᾶς καταρτίζει ὥστε, ἀφοῦ ἀρνηθοῦμε τὴν ἀσέβεια καὶ τὶς κοσμικὲς ἐπιθυμίες, νὰ ζήσουμε σ’ αὐτὸ τὸν κόσμο μὲ σωφροσύνη, μὲ δικαιοσύνη καὶ μὲ εὐσέβεια, περιμένοντας μὲ χαρὰ τὴ μακαριότητα ποὺ ἐλπίζουμε καὶ τὴ φανέρωση τῆς δόξας τοῦ μεγάλου Θεοῦ καὶ σωτήρα μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος παρέδωσε γιὰ χάρη μας τὸν ἑαυτό του σὲ θάνατο, γιὰ νὰ μᾶς λυτρώσει ἀπὸ κάθε ἀνομία, καὶ νὰ μᾶς καθαρίσει, ὥστε νὰ γίνουμε δικός του ἐκλεκτὸς λαός, μὲ ζῆλο γιὰ καλὰ ἔργα.» (Τίτ. 2,11-14).

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.