Αυγουστίνος Καντιώτης



Βαλε νεο ενδυμα «Ὁ δε πλειστος ὄχλος ἔστρωσαν ἑαυτων τα ἱματια ἐν τη οδω» (Ματθ. 21,8) Ομιλια του Μητροολιτου Φλωρινης Αυγουστινου

date Απρ 12th, 2025 | filed Filed under: ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ, ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗ

Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΚΑ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 1057(2)

Κυριακὴ τῶν Βαΐων πρωὶ
13 Ἀπριλίου 2025 (2004)

Βαλε νεο ενδυμα

«Ὁ δὲ πλεῖστος ὄχλος ἔστρωσαν ἑαυτῶν τὰ ἱμάτια ἐν τῇ ὁδῷ» (Ματθ. 21,8)

ΒαϊωνΦθάσαμε, ἀγαπητοί μου, στὸ τέλος τῆς μεγάλης Τεσσαρακοστῆς καὶ μπαίνουμε στὴ Μεγάλη Ἑβδομάδα. Ἡ σημερινὴ Κυριακὴ εἶνε ἡ τελευταία πρὸ τοῦ Πάσχα.
Σήμερα ὁ Χριστὸς ἀνεβαίνει στὰ Ἰεροσόλυ­μα γιὰ τελευταία φορά. Ἔρχεται καβάλλα σ᾿ ἕ­να πουλαράκι. Κόσμος πολὺς ἔχει μαζευ­τῆ στὴν ἱερὰ πόλι γιὰ τὸ πάσχα, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ δοῦν τὸ Χριστό· ὄχι δὲ μόνο τὸ Χριστό, ἀλ­λὰ καὶ τὸ Λάζαρο, τὸν ὁποῖο χθὲς ἀνέστησε ὁ Χριστός (βλ. Ἰω. 12,9). Κόσμος πολύς, Ἰουδαῖοι ἀπὸ τὰ διάφορα μέρη τῆς γῆς, «ὄχλος», ἕνα ἑκατομ­μύριο ψυχές. Εἶνε ὁ ἁπλὸς λαός, ὄχι οἱ ­γραμ­ματεῖς καὶ ἀρχιερεῖς, οἱ γραμματισμένοι καὶ διαβασμένοι, ποὺ ζητοῦν νὰ τὸν σταυρώσουν. Εἶνε αὐτοὶ ποὺ σὰν σφουγγάρι ῥουφοῦν τὰ λόγια του, ποὺ ἔχουν δεῖ τὰ θαύματά του, ποὺ ἔχουν ἀκούσει γι᾿ αὐτόν. Αὐτοὶ ὑποδέχονται τὸ Χριστό, ἐνῷ οἱ φαρισαῖοι προσπαθοῦν νὰ βουλώσουν τὰ στόματα ποὺ φωνάζουν «Ὡσαννὰ τῷ υἱῷ Δαυΐδ· εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου…» (Ματθ. 21,9). Ἐχθροὶ τοῦ Χριστοῦ οἱ φαρισαῖοι, φίλοι τοῦ Χριστοῦ ὁ ὄχλος.
Ὅσο κι ἂν θέλετε, φαρισαῖοι, νὰ πνίξετε τὴ φωνὴ τοῦ λαοῦ, δὲν θὰ πάψουν τὰ στόματα νὰ λένε «ὡσαννά». Καὶ ἂν τ᾿ ἀνθρώπινα χείλη σιωπήσουν –λέει ὁ Χριστός–, καὶ «οἱ λίθοι κεκράξονται» (Λουκ. 19,40), κι αὐτὲς ἀκόμα οἱ πέτρες ποὺ πατοῦμε θὰ φωνάξουν. Ναί. Καὶ σήμερα, καὶ πάντα· ἂν ἔρθουν χρόνια δύστυχα, χρόνια κατηραμένα, καὶ κλείσουν οἱ ἐκκλησιὲς καὶ παγώσουν οἱ καρδιές, τότε καὶ τὰ ἄ­ψυχα κτίσματα θὰ φωνάξουν γιὰ τὸ Χριστό.

Νὰ ἐξηγήσω, ἀδέρφια μου, τί σημαίνουν τὰ «ὡσαννὰ» τοῦ ὄχλου, τὸ «εὐλογημένος ὁ ἐρ­χόμενος» καὶ τὰ ἄλλα ὑψηλὰ νοήματα ποὺ ἔ­χει τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο; Θὰ χρειάζονταν ὧ­ρες ὁλόκληρες καὶ προσοχὴ μεγάλη, ὅπως ἐ­­κείνη ποὺ δείχνουν ὅταν βλέπουν ταινίες.
Ἀλλ᾿ ἐκτὸς ἀπὸ τὸν κοσμικὸ κινηματογράφο, ὑπάρχει κ᾿ ἕνας ἄλλος κινηματογράφος, πνευ­ματικός, ποὺ προβάλλεται μέσ᾿ στὴν ἐκ­κλησία. Ἐδῶ παίζεται τὸ δρᾶμα τοῦ Θεανθρώ­που. (Ἐγὼ δὲν μπορῶ νὰ καταλάβω πῶς μερι­κοὶ Χριστιανοὶ τὰ καταφέρνουν καὶ συμβιβάζουν κινηματογράφο καὶ ἐκκλησία· δὲν μπο­ρῶ νὰ ἐννοήσω Χριστιανὸ μὲ τέτοιους συμβιβασμούς. Τέλος πάντων). Ὅση προσοχὴ δείχνουν στὸν κινηματογράφο, τόση κι ἀκόμη μεγαλύτερη χρειάζεται γιὰ τὰ ὑψηλὰ νοήματα τοῦ εὐαγγελίου. Ἀλλ᾿ ἐπειδὴ οὔτε διάθεσι τέτοια ὑπάρχει, οὔτε ὥρα, ἀλλὰ κ᾿ ἐγὼ δὲν ἔχω τὴ δύναμι, θὰ σᾶς ἐπιστήσω τὴν προσοχὴ μόνο σὲ μία λεπτομέρεια· γιατὶ πιστεύω, πὼς καὶ μιὰ λέξι μπορεῖ νὰ κάνῃ τὸν ἄνθρωπο νὰ πιστέψῃ καὶ νὰ σωθῇ.

* * *

Λέει ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος, ὅτι «ὁ πλεῖ­στος ὄχλος ἔστρωσαν ἑαυτῶν τὰ ἱμάτια ἐν τῇ ὁδῷ» (Ματθ. 21,8). Οἱ φτωχοὶ ἐκεῖνοι ἄνθρωποι κα­τὰ τὴ θριαμβευτικὴ εἴσοδο τοῦ Ἰησοῦ ἔβγαλαν τὰ ῥοῦχα τους γιὰ τὸ Χριστὸ καὶ ἔστρωσαν μ᾿ αὐτὰ τὸ δρόμο νὰ περάσῃ. Ἔκαναν ἔτσι ἕνα τάπητα, γιὰ νὰ πατήσουν τὰ πόδια τοῦ Χρι­στοῦ. Δὲν εἶχε βέβαια ἐκεῖνος ἀνάγκη ἀ­πὸ τέτοιο τάπητα τῶν ἀνθρώπων. Ἔχει τάπη­τα πολὺ ἀνώτερο, τὸν τάπητα ποὺ τοῦ κάνουν τὰ λουλούδια καὶ τὰ χορτάρια τώρα τὴν ἄνοιξι. Ἔδειξαν ὅμως μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ οἱ ἄνθρω­ποι ἐκεῖνοι τὴν ἀγάπη, τὴν εὐλάβεια καὶ τὸ σεβασμό τους στὸ Χριστό. Ἔρριξαν ἀκόμη τὰ ῥοῦχα τους γιὰ νὰ τὰ ἁγριάσῃ ὁ Χριστός. Για­τὶ ὅ,τι ἀγγίζει ὁ Χριστὸς ἁγιάζεται· καὶ ἡ παράδοσις λέει, ὅτι τὰ ῥοῦχα ἐκεῖνα τὰ εἶχαν κα­τόπιν γιὰ φυλαχτά, ἔκαναν θαύματα. Φτωχοὶ λοιπόν, ὅπως ἦταν αὐτοί, δὲν εἶχαν νὰ προσ­φέρουν στὸ Χριστὸ χρυσάφια καὶ διαμάντια· πρόσφεραν τὰ ἴδια τὰ ῥοῦχα τους.
Λέγοντας αὐτὰ δὲν σᾶς λέω νὰ κάνετε κ᾿ ἐσεῖς τὸ ἴδιο· ἂν καὶ ὑπάρχουν καὶ παραδεί­γματα ἁγίων ποὺ ἔδωσαν καὶ τὰ ῥοῦχα τους γιὰ τὸ φτωχό. Ἕνας καλόγερος εἶχε βγῆ ἀπ᾿ τὸ μο­ναστήρι καὶ προχωροῦσε μέσ᾿ στὰ χιόνια. Ἐ­κεῖ βρῆκε ἀνθρώπους ποὺ τουρτούριζαν ἀπὸ τὸ κρύο, γιατὶ δὲν εἶχαν τί νὰ φορέσουν. Ἄ­ρχισε λοιπὸν νὰ μοιράζῃ τὰ ῥοῦχα του, γιὰ νὰ ­τοὺς ζεστάνῃ, ὥσπου γύρισε στὸ μοναστήρι γυμνός. Οἱ ἀδελφοί του τὸ ρώτησαν· –Τί ἔπαθες; ποιός σοῦ πῆρε τὰ ροῦχα; –Κανένας, λέει· μόνος μου τά ᾿δωσα. Τί νά ᾿κανα; εἶδα ἀν­θρώπους νὰ ὑποφέρουν στὸ κρύο, δὲν βάστα­­ξα, καὶ τοὺς τά ᾿δωσα… Ἅγιες αὐτὲς οἱ ψυχές· μένουν γυμνοὶ γιὰ νὰ ντύσουν τοὺς ἄλλους. Δὲν σᾶς λέω νὰ κάνετε κ᾿ ἐσεῖς τὸ ἴδιο. Ἐσεῖς δῶστε μόνο αὐτὸ ποὺ σᾶς περισσεύει. Καὶ ὑ­πάρχουν πολλὰ ῥοῦχα περίσσια, ποὺ πολλοὺς θὰ μποροῦσαν νὰ ντύσουν, κι ὄχι νὰ μένουν ἄχρηστα καὶ νὰ τὰ τρώῃ ὁ σκόρος.
Πίσω ὅμως ἀπὸ τὴ λεπτομέρεια αὐτὴ τῆς σημερινῆς ἡμέρας ὑπάρχει κάτι τὸ ὑψηλότερο. Εἶνε εὐλογημένο νὰ δίνῃς, διότι ντύνον­τας τὸ γυμνὸ ντύνεις τὸ Χριστό. Ἐκεῖνος εἶπε· «Δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου… Γυμνὸς ἤμην, καὶ περιεβάλετέ με… Ἐφ᾿ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε» (Ματθ. 25,34-35,40)· δίνετε στοὺς φτωχούς, διότι πίσω ἀπὸ τὸν κάθε φτωχὸ καὶ γυμνὸ εἶμαι ἐγὼ ὁ ἴδιος.
Ἀλλὰ τὸ νὰ βγάλῃς τὸ ῥοῦχο σου γιὰ τὸ φτωχὸ εἶνε σχετικὰ εὔκολο. Ὑπάρχει κάτι ἄλ­λο ἀκόμα πιὸ δύσκολο. Ποιό; Τὸ ν᾿ ἀπεκδυθῇς τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον. Ὅλα τώρα τὴν ἄνοιξι ἀλλάζουν φορεσιά. Ἡ φύσι παίρνει καινούρ­­για ὄψι, τὰ δέντρα γεμίζουν ἀνθοὺς καὶ φύλλα, ἡ γῆ σκεπάζεται μὲ τὸ πράσινο χαλὶ τῆς χλόης. Ἄλλαξε λοιπὸν κ᾿ ἐσύ, βάλε νέο ἔν­δυμα. Κανείς δὲν βαστάει τὰ ῥοῦχα του ὅταν παλιώσουν· τὰ βγάζει. Ἤ, ὅταν λερωθοῦν, τὰ στέλνει στὸ καθαριστήριο. Κ᾿ ἐσὺ μπορεῖ νὰ καθαρίζεσαι κάθε μέρα, τὰ ῥοῦχα σου νὰ μὴν ἔχουν λεκέδες, μπορεῖ ἀκόμα νὰ βάζῃς τοῦ κόσμου τὰ μυρωδικὰ καὶ νὰ μοσχοβολᾷς, μέσα σου ὅμως νά ᾿σαι γεμᾶτος ἀ­καθαρσία, βρώ­μα καὶ δυσωδία. Τί χρειάζεται; Τὸ λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος· «Ἀπεκδυσάμενοι τὸν παλαι­ὸν ἄνθρωπον…» (Κολ. 3,9). Τί εἶν᾿ αὐτὸ τὸ «ἀπεκδυσάμενοι» ποὺ εἶπα; κινέζικα ἢ σανσκριτικὰ μιλάω; «Ἀπεκδυσάμενοι» σημαίνει νὰ ξεντυθοῦμε, νὰ γδυθοῦμε τὸν παλαιὸ ἄνθρωπο, τὸν ἄνθρωπο τῆς ἁμαρτίας. Ντροπή μας νὰ διαβάζουν καὶ νὰ καταλαβαίνουν τὴν Καινὴ Διαθήκη στὸ Παρίσι, στὶς Βρυξέλλες, στὸ Λονδῖνο, καὶ νὰ μὴν τὴ διαβάζουμε στὴν Ἑλλάδα, ὅπου ἁγίασε τὴν Ἀκρόπολι μὲ τὰ λόγια του ὁ ἀπόστολος Παῦλος…
Ἡ ἁμαρτία, λοιπόν, εἶνε τὸ βρώμικο ῥοῦχο. Θυμᾶμαι μικρὸς στὸ χωριό μου, ἂν πήγαινε κανεὶς νὰ ψευδομαρτυρήσῃ βάζοντας τὸ χέρι στὸ Εὐαγγέλιο, ὅταν γύριζε ἀπ᾿ τὸ δικαστήριο, ἄκουγα κάτι γερόντους νὰ λένε· «Τό ᾿βαλε κι αὐτὸς τὸ μαῦρο τὸ πουκάμισο σήμερα». Ἄκουγα αὐτὴ τὴν ἔκφρασι καὶ δὲν τὴν καταλάβαινα. ῾Ρωτοῦσα λοιπὸν τὸ μακαρίτη τὸν πατέρα μου· –Γιατί λένε «φόρεσε τὸ μαῦρο πουκάμισο»; τί θέλουν νὰ ποῦν μ᾿ αὐ­τό; –Ἄ, παιδάκι μου, ἔλεγε· πῆγε σήμερα αὐ­τὸς καὶ ὡρκίστηκε ψέματα, αὐτὸ εἶνε τὸ μαῦ­ρο πουκάμισο· κι ἀλλοίμονο πῶς θὰ ἐμφανισθῇ μεθαύριο μπροστὰ στὸ Θεὸ μὲ τέτοιο πουκάμισο… «Μαῦρο πουκάμισο» ἔλεγαν οἱ τσοπαναραῖοι, τὰ πιστὰ παιδιὰ τῆς Ἐκκλησί­ας, τὴν ἁμαρτία τῆς ψευδορκίας.

* * *

Ἀδελφοί μου· ἂς βγάλουμε τὸ μαῦρο πουκά­μισο ποὺ ἔχουμε κ᾿ ἐμεῖς. Εἶνε ἀλήθεια δύσ­­κολο, πολὺ δύσκολο νὰ βγῇ· ἔχει γίνει ἕνα μὲ τὸ σῶμα μας, ἔχει κολλήσει μὲ τὶς σάρκες μας. χρειάζεται θέλησι, ἀπόφασι μεγάλη. Τὸ φίδι, λέει κάπου ὁ Μέγας Βασίλειος, τώρα τὴν ἄ­νοιξι περνάει ἀπὸ στενὴ τρύπα, γιὰ ν᾿ ἀφήσῃ ἐκεῖ τὸ παλιό του δέρμα καὶ νὰ κάνῃ καινούρ­γιο. Ἕτσι κ᾿ ἐμεῖς πρέπει νὰ περάσου­με ἀπὸ τὴν στενωπὸ τῆς ταπεινώσεως καὶ τῆς μετανοίας, γιὰ ν᾿ ἀλλάξῃ ἡ ψυχή μας φορεσιά.
Ἐλᾶτε ἀπόψε, ἀδέρφια μου, στὴν ἀκολουθία τοῦ Νυμφίου κι ἂς ποῦμε ὁ καθένας· Χριστέ, δός μου νέα στολή. «Βλέπω τὸ νυμφῶνα τῆς βασιλείας σου, Κύριέ μου, καὶ ἔνδυμα οὐκ ἔχω, ἵνα εἰσέλθω ἐν αὐτῷ· λάμπρυνόν μου τὴν στολὴν τῆς ψυχῆς…» (ἐξαποστ.). Χρειαζόμαστε στο­­­λὴ γιὰ τὴν οὐράνιο βασιλεία. Ἀδέρφια μου, εἶμαι ἀνάξιος νὰ σᾶς μιλάω γιὰ τόσο ὑψηλὰ θέματα. Ἐξ ἄλλου σεῖς εἶστε γνωστικοὶ καὶ τὰ ξέρετε καλύτερα ἀπὸ μένα. Δὲν εἶμαι ἄξιος νὰ σᾶς φιλήσω τὰ πόδια. Πιστεύω ὅμως ἀκράδαντα, ὅτι ἡ θρησκεία μας δὲν εἶνε μῦθος, εἶνε πραγματικότης. Ἂς τὴν πλησιάσουμε λοι­πόν. Ἔλα νὰ ἐξομολογηθῇς στὸν ἱερέα, νὰ πῇς τὰ κρίματά σου μπροστὰ στὸ Χριστό.
Εἴθε νὰ μᾶς ἐλεήσῃ ὁ Θεὸς νὰ λευκάνουμε τὴν ψυχή μας, καὶ τὸ Μέγα Σάββατο τὸ βρά­δυ ν᾿ ἀξιωθοῦμε νὰ ψάλουμε· «Τὴν ἀνάστασίν σου, Χριστὲ Σωτήρ, ἄγγελοι ὑμνοῦσιν ἐν οὐρανοῖς, καὶ ἡμᾶς τοὺς ἐπὶ γῆς καταξίωσον ἐν καθαρᾷ καρδίᾳ σὲ δοξάζειν».

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε σὲ ἄγνωστο ἱ. ναὸ τῶν Ἀθηνῶν τὴν 22-4-1962. Καταγραφὴ καὶ μικρὰ σύντμησις 4-4-2004, ἐπανέκδοσις 16-3-2025.
Τὴν ὁμιλία αὐτὴ μπορεῖτε νὰ τὴν ἀκούσετε χωρὶς συντομεύσεις στὸ cd 53α΄Φ τῆς σειρᾶς «ΦΩΝΗ ΒΟΩΝΤΟΣ» (πληροφορίες στὸ τηλέφωνο 23850-28868).

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.