Αυγουστίνος Καντιώτης



«ΔΥΟ ΟΨΕΙΣ ΤΗΣ ΑΠΙΣΤΙΑΣ» (Ομιλια μακαριστου γεροντος Αθανασιου Μυτιληναιου)

date Απρ 29th, 2025 | filed Filed under: π. Αθαν. Μυτιληναίου

  ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΘΩΜΑ[:Ιω.20,20-29]

 Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου, με θέμα:

«ΔΥΟ ΟΨΕΙΣ ΤΗΣ ΑΠΙΣΤΙΑΣ»

[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 8-5-1994], (Β297)

          Μία από τις εμφανίσεις του Αναστάντος Ιησού, αγαπητοί μου, είναι και αυτή, παρόντος του Θωμά· που έλαβε χώραν οκτώ ημέρες μετά την Ανάστασιν του Κυρίου μας. Σημειώνει ο ιερός Ευαγγελιστής: «Μεθ᾿ μέρας κτ-εννοείται συμπεριλαμβανομένων των δύο Κυριακών, έτσι γίνεται η αρίθμησις, έξι ενδιάμεσες και δύο Κυριακές, οκτώ- πάλιν σαν σω ο μαθητα ατο κα Θωμς μετ᾿ ατν».

     Αυτά σημειώνει ο ευαγγελιστής Ιωάννης. Και ο Κύριος, αποτεινόμενος εις τον Θωμάν, οκτώ ημέρες μετά, του λέγει: «Φέρε τν δάκτυλόν σου δε κα δε τς χεράς μου, κα φέρε τν χερά σου κα βάλε ες τν πλευράν μου, κα μ γίνου πιστος, λλ πιστός». Εδώ, με τις ίδιες λέξεις που έλεγε ο Θωμάς, ότι «αν δεν βλω τν δκτυλν μου ες τν τπον τν λων …» κ.λπ. «δεν θα πιστεύσω», με τις ίδιες λέξεις τον καλεί ο Κύριος τώρα να προβεί σε εκείνον το οποίον ήδη είχε πει.

       Ήταν, αλήθεια, ο Θωμάς άπιστος; Και τώρα ελέγχεται από τον Κύριον; Ο Θωμάς, αγαπητοί μου, δεν ήταν άπιστος. Γιατί αλλιώτικα πώς θα ακολουθούσε τον Κύριον ως Μεσσίαν; Όπως Τον ακολούθησαν και οι άλλοι μαθηταί. Ήταν η απιστία του μπροστά σε ένα απλώς περιστατικό· που δεν το χωρούσε το μυαλό του. Ήταν σαν την απιστία του Αποστόλου Πέτρου, που τον κάλεσε ο Κύριος στη λίμνη της Γενησαρέτ να περιπατήσει επί των κυμάτων. Κι εκείνος άρχισε να περιπατεί. Κάποια στιγμή όμως, είδε, λέει, τον άνεμον εναντίον, δηλαδή αντίθετον, φοβήθηκε. Και τι του είπε ο Κύριος; Εμείς είπαμε την λέξη «φοβήθηκε». Τι του είπε ο Κύριος; «Ες τί δίστασας, λιγόπιστε;». Ώστε πάλι στο θέμα της πίστεως αναφέρθηκε ο Κύριος. Λέγει ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς: «Τ δ πιστσαι, διστάσαι στι κα μερισθναι». Τι θα πει «να απιστήσεις»; Να διστάσεις. Και να μεριστείς. Αυτό το «μερισθναι», να μερισθείς, σημαίνει να χωριστεί κανείς από εκείνο που ήταν ηνωμένος προηγουμένως. Να μερισθεί ο λογισμός ανάμεσα στο «ναι» και στο «όχι». Αυτό είναι ένας δισταγμός. Να το κάνω ή να μην το κάνω; Να το δεχθώ ή να μην το δεχθώ;

       Στην ακολουθία της εορτής του Θωμά, χθες στον Εσπερινό, στα κεκραγάρια, ακούμε: « καλ πιστία το Θωμ, τν πιστν τς καρδίας ες πίγνωσιν ξε». «Ω καλή απιστία», λέει, «του Θωμά· που τις καρδιές των πιστών τις οδήγησε εις την επίγνωσιν». Όχι στην γνώσιν· εις την επίγνωσιν. Δηλαδή στην βαθυτέρα κατανόηση της Αναστάσεως και της φύσεως του αναστημένου σώματος του Χριστού. Έδωσε, δηλαδή, μία πάρα πολύ καλή ευκαιρία η απιστία του Θωμά, να συνειδητοποιήσουν και να συνειδητοποιούν οι πιστοί όλων των αιώνων και όλων των εποχών τις πραγματικές διαστάσεις του αναστημένου Σώματος του Χριστού.

     Πάλι ένα κεκραγάριο λέγει: «Σο γρ πιστοντος -σαν να ομιλεί ο Χριστός, βάζει τα λόγια αυτά ο υμνογράφος στο στόμα του Χριστού- ο πάντες μαθον (Σοῦ, τοῦ Θωμᾶ ἀπιστοῦντος οἱ πάντες ἔμαθον) τ πάθη κα τν νάστασίν μου κράζειν μετά σου· Κύριός μου κα Θεός μου, δόξα Σοι». «Έμαθαν», λέει, «οι πάντες, το περιεχόμενο των παθών μου, ότι ήταν εκούσιον το πάθος– αυτό ήταν το περιεχόμενον των παθών- το περιεχόμενο της Αναστάσεώς μου και να κράζουν μαζί με σένα, κατανοούντες και επιγνόντες: ‘’Ο  Κύριός μου και ο Θεός μου, δόξα Σοι’’».

       Μας κάνει εντύπωση, αγαπητοί, ότι ο υμνογράφος αποκαλεί εδώ την απιστίαν του Θωμά, «καλήν». Υπάρχει και καλή απιστία; Οπωσδήποτε ναι. Για να αναφέρεται… Και ποια είναι τα γνωρίσματα αυτά της καλής απιστίας; Πρώτον, όταν αποκλείει αυτή η καλή απιστία, αποκλείει την ευπιστίαν. Χωρίς, βεβαίως, να φθάνει στο άλλο άκρο, στο να ορθολογίζει. Η ευπιστία, δηλαδή εὖ + πιστεύω, «εύκολα πιστεύω» -θα το φανταστείτε;- λυμαίνεται, καταστρέφει την ορθήν πίστιν και είναι ένα σοβαρό μειονέκτημα εις τον άνθρωπο που είναι εύπιστος. Και όχι μόνο σε θέματα θρησκείας, αλλά και εις την καθημερινότητα. Πόσες φορές βλέπομε ανθρώπους που δυστυχώς «χαύουν», ας μου επιτραπεί αυτή η λέξις, χαύουν ό,τι τους πουν, ανεξέλεγκτα. Αυτό λέγεται «ευπιστία». Ακόμη και η αίρεσις να τους προβληθεί, την αποδέχονται. Γιατί; Είναι εύπιστοι. Γι’ αυτόν τον λόγο. Να γιατί η ευπιστία λυμαίνεται την ορθήν πίστιν. Η ευπιστία είναι μία πίστις ρηχή· που δεν έχει λάβει μέρος σε αυτήν ο νους. Ο όλος άνθρωπος πρέπει να λάβει μέρος. Αλλά και ο ορθολογισμός, το άλλο άκρον, που δέχεται μόνον ό,τι κατανοεί ο νους και απορρίπτει ότι δεν κατανοεί, κι αυτό είναι μία αρρώστια της ψυχής. Ούτε ορθολογισμός, ούτε ευπιστία προφανώς.

      Ακόμη, η καλή απιστία προϋποθέτει καλοπιστία και αγαθήν προαίρεσιν. Να είσαι ο καλόπιστος άνθρωπος. Να μην είσαι εκείνος που διαρκώς –θα το δούμε λίγο πιο κάτω- ο διαρκώς αντιρρησίας. Όχι. Να το σκεφθείς, να το νιώσεις, να έχεις αγαθήν προαίρεσιν και να το αποδεχθείς.

      Ακόμη, μπορεί να προέρχεται αυτή η καλή απιστία από μία παρανόηση. Γιατί δεν κατάλαβες κάτι. Και στο τέλος να μένεις άπιστος. Όχι από διάθεση απιστίας όμως. Ακόμη, όπως ο Θωμάς, που τι είπε; Εδώ παρενόησε τα πράγματα. « Κρις μου κα Θες μου», είπε. Όταν τα πράγματα τα αντελήφθη να τοποθετούνται σωστά. Χωρίς να χρησιμοποιήσει, χωρίς να χρησιμοποιήσει, παρά την προτροπήν του Κυρίου, «Έλα», λέει, «φέρε το δάχτυλό σου και βάλει εις τον τύπον των ήλων», χωρίς να χρησιμοποιήσει ούτε το δάχτυλό του, ούτε την παλάμη του, το χέρι του, να ψαύσει την λογχισμένη πλευρά του Χριστού. Αυτό το ξέρομε, διότι πιο κάτω θα του πει ο Κύριος: «τι ἑώρακς με, πεπστευκας». Δεν είπε «ψηλάφησάς με», αλλά «ἑώρακς με». Διότι μόλις είδε τον Κύριο μπροστά του ο Θωμάς, αμέσως απέρριψε την απιστία του. Δεν έμεινε στην απιστία, να πει: «Α, για στάσου, να βάλω το δάχτυλό μου εις τον τύπον των ήλων, να περάσει το δάκτυλό μου από την άλλη μεριά που άνοιξαν τα καρφιά». Όχι. Και το έχομε αυτό σαν μαρτυρία που είπε ο Χριστός: «Γιατί με είδες, επίστευσες». Δεν είπε: «Γιατί με εψηλάφησες, επίστευσες». Βλέπετε, λοιπόν, ότι εδώ έχομε μία παρανόηση των πραγμάτων.

     Μπορεί ακόμη η καλή απιστία να προέρχεται και από μίαν άγνοιαν. Όπως ο Ναθαναήλ. Θυμηθείτε τον Ναθαναήλ που έλεγε για τον Ιησού: «Δύναταί τι γαθν εναι κ Ναζαρέτ;». «Μπορεί κάτι καλό να βγει από την Ναζαρέτ;». Και του είπε ο Φίλιππος: «ρχου κα δε», «Έλα και θα δεις» Γιατί έδειξε αυτήν την αντίσταση ο Ναθαναήλ; Ο οποίος όταν είδε τον Χριστό ξέρετε τι είπε; «Συ είσαι ο Διδάσκαλος, ο Βασιλιάς του Ισραήλ». Πωπω! Ομολογία! Γιατί; Από μίαν άγνοια. Πού ήταν η άγνοιά του; Ότι ο Μεσσίας έρχεται από την Βηθλεέμ. Έτσι έλεγαν οι προφητείες. Άλλο τώρα ότι ο Κύριος, ναι, εγεννήθη στην Βηθλεέμ. Ναι, ήτο από την φυλή του Ιούδα. Βεβαίως, γιατί ο Δαβίδ στην Βηθλεέμ γεννήθηκε. Αλλά δεν είχε την πλήρη γνώση ότι ο Ιησούς, διωκόμενος από τον Ηρώδη, έφυγε εις την Αίγυπτο, επανερχόμενος ο Ιωσήφ, έμαθε ότι αντί του Ηρώδου εβασίλευε ο Αρχέλαος· φοβήθηκε και πήγε στη Ναζαρέτ, επάνω στη Γαλιλαία. Από μία άγνοια είπε: «Μπορεί κάτι καλό να βγει από την Ναζαρέτ;».

       Στον χώρο της αγνοίας, δυστυχώς, ευρίσκονται οι περισσότεροι Χριστιανοί μας· που όταν, όμως, διαφωτιστούν, τότε δεν απιστούν. Πόσοι άνθρωποι έμειναν στην άγνοια, κάποια στιγμή διαφωτίστηκαν και πίστεψαν. Κι έγιναν θερμοί, θερμότατοι Χριστιανοί.

    Μπορεί ακόμη, αγαπητοί μου, η καλή απιστία να προέρχεται και από έναν ζήλον ο κατ’ επίγνωσιν. Να είναι κανείς κολλημένος, προσκολλημένος σε κάτι και να νομίζει αυτό ότι είναι σωστό, όχι κάτι άλλο. Εδώ σίγουρα ανήκει ο Παύλος· ο οποίος ο ίδιος ομολογεί στην προς Φιλιππησίους επιστολή του ότι «κατ ζλον διώκων τν κκλησίαν». «Από έναν υπερβολικό ζήλο εδίωκα την Εκκλησία και δεν μπορούσα να κατανοήσω τι ήτο ο Χριστός και η Εκκλησία Του». Τι να πούμε; Να πούμε ότι ο Παύλος έγινε θερμός Χριστιανός; Μόνο θερμός; Ο θερμότερος της Ιστορίας.

       Ακόμη, η καλή απιστία θέλει να ερευνήσει, θέλει να εμβαθύνει. Μην είμεθα έτοιμοι να πούμε… να πάρομε λίθον αναθέματος κατά του Θωμά, όταν είπε: «Να βάλω το δάκτυλό μου εις τον τύπον των ήλων». Ναι, βέβαια, για μια στιγμή ζήτησε κάτι το αντιφατικό. Ποιο ήταν το αντιφατικό; Αφού δει, να πιστέψει. Αυτό είναι το αντιφατικό. Μα πώς θα πιστέψεις όταν δεις; Όταν δεις, τότε δεν πιστεύεις· τότε γνωρίζεις. Για να πιστέψεις, πρέπει να μη δεις. Αυτό το αντιφατικό δίπολο έζησε ο Θωμάς. Ωστόσο, όμως, είχε ένα καλό στοιχείο. Ήθελε να ερευνήσει. Δεν ήταν έτοιμος να χάψει –ξαναχρησιμοποιώ το ρήμα- εκείνο το οποίο θα του προσεφέρετο. Αλλά ήθελε να ερευνήσει, ήθελε να εμβαθύνει. Γιατί; Για να εδραιωθεί. Να ξέρει σίγουρα τι πιστεύει. Για να δώσει και την ζωή του. Όπως την έδωσε την ζωή του ο Θωμάς για τον Χριστό. Γιατί; Γιατί βεβαιώθηκε.

      Έτσι, ο πιστός ή, καλύτερα, ο έχων την καλήν απιστίαν, τον βλέπετε για μια στιγμή να αμφιβάλλει για κάτι, να έχει έναν δισταγμό για κάτι, όχι από κακή προαίρεση. Τρέχει στις Γραφές, μελετάει, μελετάει, για να βρει εκείνο το οποίο ζητάει. Και όλες αυτές τις μορφές της καλής απιστίας, ο Κύριος τις ανέχεται. Και αναμένει την ωρίμανση της ορθής πίστεως. Γι’αυτό είπε: «Κα μ γνου πιστος, λλ πιστς». Προσέξτε, αυτή η λέξις «Μή γίνου», που ‘ναι χρόνος παρατεταμένος, μη γίνεσαι·  δείχνει ότι ο Θωμάς εβρίσκετο στον δρόμο να γίνει άπιστος. Εδώ είναι ένα επικίνδυνο σημείο. Είναι ένα κρίσιμο σημείο· που μπορούμε τελικά να φθάσομε στην απιστία. Ναι· να φθάσομε στην απιστία. Γι’αυτό του είπε: «Μή γίνου», δηλαδή «Μην προχωρείς στον δρόμο της διαρκούς αντιρρήσεως». Πρόσεξε, γιατί μπορείς να βρεθείς στην άλλη πλευρά. Όταν, τελικά, η κρίσις χρονίζει και δη πολύ χρονίζει, τότε μπορεί να μείνομε άπιστοι. Δυστυχώς. Κρίσιμο σημείο, σας το ξαναλέγω. Γι’αυτό απαιτείται μεγίστη προσοχή. Πρέπει όλα να διασαφίζονται μέσα εις την συνείδησή μας.

        Άλλο πράγμα, όμως, είναι όταν κάτι δεν το κατανοώ. Προσέξατέ το. Τι έχομε κατανοήσει από την Αγία Γραφή; Αν υπάρχουν χίλια πράγματα, δεν ξέρω αν έχομε κατανοήσει τα δέκα. Τόσο πολύ; Ναι, τόσο πολύ. Μόνο εάν αρχίσομε να κατανοούμε περισσότερο και περισσότερο, τότε θα αντιληφθούμε πράγματι ότι υπάρχει μία συντριπτική διαφορά, γνώσεως και αγνοίας. Αλλά κάτι που δεν ξέρω, το αφήνω στην γνώση, σαν γνώση, αν θέλετε, εις το μέλλον. Και όχι να εξαρτάται η πίστις μου από εκείνο το οποίο αγνοώ. Δεν το ξέρω. Αλλά δεν εξαρτάται από αυτό η πίστις μου. Το ξαναλέγω. Κάποτε κάνομε, και το έχω ακούσει και από άλλους ανθρώπους αυτό και σε μένα μου συμβαίνει, κάποτε κάνομε δέκα χρόνια, είκοσι, πενήντα χρόνια, για να κατανοήσομε κάτι. Και ακόμα τελικά να μην κατανοήσομε πολλά πράγματα. Τι σημαίνει αυτό; Θα πρέπει να εξαρτάται η πίστις μας από εκείνα που δεν κατανοήσαμε; Άπαγε! Ο Θεός να φυλάξει. Η άγνοιά μας σε κάποια σημεία, δεν πρέπει να επηρεάζει την πίστη μας. Λέμε: «Δεν το ξέρω, δεν το καταλαβαίνω. Ε, αν ο Θεός κάποτε με φωτίσει, θα το καταλάβω. Εάν δεν με φωτίσει, δεν θα το καταλάβω». Αν το θέλετε, και για παρηγορία, γιατί έτσι είναι κι η αλήθεια, δεν είναι παρηγορία απλή, στην Βασιλεία του Θεού, εκεί θα τα μάθομε όλα. Τι θα μάθομε; Ό,τι πρέπει να μάθομε.

        Είναι, όμως, και η πλευρά της κακής, αγαπητοί μου, απιστίας. Εκείνης της κατακριτέας και της κολασίμου απιστίας. Τι είναι απιστία; Λέγει πάλι ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς: «πόστασις οσα τς πίστεως». «Το να απέχεις, το να έχεις μία απόσταση από την πίστη». Και πάλι ο ίδιος λέγει: «Τ μν πιστεν τ ληθεί θάνατον φέρει». Βεβαίως. «Το να απιστείς εις την αλήθεια και να επιμένεις να απιστείς εις την αλήθεια, αυτό θα σου φέρει θάνατον». Και λέει ο Ιερός Χρυσόστομος: «Τ πιστεν μετανόητα, κόλασις στιν». «Το να απιστείς επιμένοντας και χωρίς να μετανοείς, αυτό για σένα παρασκευάζει κόλασιν». Είναι φοβερό πράγμα, αγαπητοί, η παραμονή στην απιστία και η μη δυνατότητα πίστεως. Είναι τόσο φοβερό και τόσο βασανίζεται ο άνθρωπος…

      Έχω ένα φίλο, ο οποίος διάβασε κάποτε στα νεανικά του χρόνια αρνητική φιλολογία και του κατέστρεψε την πίστη, ό,τι διάβασε. Καλό παιδί ήταν. Μέχρι σήμερα δεν μπορεί να πιστέψει. Μου ‘γραφε κάποτε ένα γράμμα και να λέει… έλεγε εκεί: «Θεέ μου, σε παρακαλώ –σχήμα:- πάρε με από το αυτί και οδήγησέ με στην πίστη, γιατί δεν μπορώ να πιστέψω». Το ζητούσε και δεν μπορούσε. Είχα μια δασκάλα, σε ένα μουσικό όργανο. Ζει αυτή η γυναίκα. Ενενήντα τόσο ετών είναι. Πάρα πολύ μορφωμένη. Με γλώσσες, με μόρφωση ποικίλη. Και όμως αυτή η γυναίκα μέχρι σήμερα, δεν μπορεί να πιστέψει. Θυμάμαι, μου είχε πει κάποτε για τον καθηγητή τον Καρμίρη, τον Γιάννη Καρμίρη, τον μακαρίτη, καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, μακαρίτης, Ακαδημαϊκός: «Θέλω να τον ρωτήσω κάποια φορά, να του πω, μα εσύ πιστεύεις αυτά τα πράγματα, ολόκληρος καθηγητής και ολόκληρος Ακαδημαϊκός;». Δεν μπορούσε να πιστέψει. Και δεν μπορεί μέχρι σήμερα να πιστέψει. Είναι φοβερό!

       Όπως είναι μυστήριον η πίστις, επιτρέψατέ μου να πω, έτσι μυστήριον είναι και η απιστία. Και δεν το αποκαλώ εγώ μυστήριον το θέμα της απιστίας. Ο Απόστολος Παύλος το αποκαλεί και το λέει αυτό για τον λαό του, τους Εβραίους. «Μυστήριον», λέει, «είναι η απιστία του λαού αυτού». Είναι μυστήριον. Είναι, λοιπόν, πολύ φοβερό πράγμα να μένει κανείς στην απιστία. Είναι κάτι περισσότερο από δαιμονικό! Σας είπα, κάτι περισσότερο. Γιατί; Διότι τα δαιμόνια και πιστεύουν και φρίττουν πιστεύοντα, όπως μας λέγει ο άγιος Ιάκωβος, ο Αδελφόθεος. Πιστεύουν ότι ο Θεός είναι όχι μόνον υπαρκτός, αλλά και αληθής. Πιστεύουν τα δαιμόνια στην αιωνία δική των καταδίκη. Ακόμη… τι έλεγαν μάλιστα, θυμηθείτε εκεί που… «Ήλθες», λέει, «προ της ώρας μας, προ καιρού -διά στόματος Γεργεσηνού-ήρθες να μας βασανίσεις προ καιρού». Ποιος είναι αυτός ο βασανισμός; «Να μας στείλεις εις την κόλαση;». Διότι στην κόλαση δεν είναι ακόμη οι δαίμονες. «Γι’αυτό, επίτρεψε», λέει, «να πάμε στους χοίρους».

     Έτσι ο άπιστος είναι χειρότερος και από τον δαίμονα. Και εμφανίζεται η απιστία, η δαιμονική αυτή απιστία, με τα εξής γνωρίσματα: Καταρχάς, σαν διαστροφή της αληθείας. Διαστροφή της αληθείας. Από μια δαιμονική διάθεση. Ξέρετε οι δαίμονες μας βάζουν να απιστούμε, οι ίδιοι δεν απιστούν. Παρά την πληροφόρηση που μπορούμε να έχομε και την κατανόηση που μπορούμε να έχομε, εμείς επιμένομε, από μια δαιμονική διάθεση, όπως σας είπα, επιμένομε να διαστρέφομε την αλήθεια. Τέτοιοι υπήρξαν οι αρχιερείς, οι Φαρισαίοι, οι Γραμματείς, οι νομικοί. Όταν επί παραδείγματι, μιλούσε ο Κύριος, ξέρετε τι έλεγαν; «ν τ ρχοντι τν δαιμονίων κβάλλει τ δαιμόνια». Αυτό δεν είναι διαστροφή της αληθείας; Θέλετε ακόμη; Όταν πήγαν οι στρατιώται, οι στρατιώται και είπαν: «νεστήθη ησος» -τρομερό πράγμα!- τους είπαν: «Σουτ! Πάρτε λεφτά και πείτε ότι δεν ανεστήθη». Πέστε μου, αυτό είναι ή δεν είναι δαιμονική διαστροφή της αληθείας; Αυτός ο άνθρωπος μπορεί να πιστέψει ποτέ; Ακούστε. Ποτέ. Γιατί; Διότι εβλασφήμησε κατά του Αγίου Πνεύματος. Είναι μία μορφή βλασφημίας κατά του Αγίου Πνεύματος.

        Ακόμη, η φοβερή αυτή απιστία εμφανίζεται σαν κακοπιστία. Κατά το «Ο μ πείσεις, κν μ πείσς». «Κι αν ακόμη με πείσεις, εγώ θα μένω στην απιστία μου». Πρόκειται, ακόμη, για μια εγωιστική επιμονή. Πραγματικά εγωιστική επιμονή. Ακόμη, μπορεί κανείς να κινείται στον χώρο της απιστίας από συμφέροντα. Γιατί σου λέει: «Αν ομολογήσω, χάνω κάποια συμφέροντα». Εννοείται, εδώ έχομε μια μυωπική θεώρηση των πραγμάτων. Ωστόσο ακούστε τι έλεγαν οι Φαρισαίοι στο Συμβούλιο που κάνανε και οι αρχιερείς, τι να κάνουν με τον Ιησού. «Πολλά θαύματα», λέγουν, «κάνει, τι θα γίνομε μ’ αυτόν τον άνθρωπο, τι θα γίνει; «Ἐὰν φμεν ατόν (:εάν τον αφήσομε) οτω (:έτσι να πράττει), πάντες πιστεύσουσι ες ατόν (:όλοι θα πιστέψουν εις αυτόν). Κα λεύσονται ο Ρωμαοι -ήταν υπό ρωμαϊκήν κατοχήν- κα ροσι μν κα τν τόπον κα τ θνος». Γιατί κύριοι, θα σας πολεμήσουν οι Ρωμαίοι εάν πιστεύσετε εις τον Ιησούν; Επειδή θα προεβάλλετο βασιλιάς; Και θα αντέλεγε εις τον Καίσαρα; Δεν είναι αυτό. Γιατί ο Χριστός δεν ήρθε να γίνει βασιλιάς εδώ. Βασιλιάς των καρδιών μόνον. Όχι επίγειος βασιλιάς. Τι φοβόσαστε; Τι φοβόσαστε; Κι ακόμη, εάν ήταν αληθινός Μεσσίας, δεν θα κατετρόπωνε τους Ρωμαίους; Και θα ελεύθερωνε τον λαό Του, το έθνος Του; Τι φοβόσαστε; Αλλά απλούστατα, όλοι αυτοί, με την παρουσία των Ρωμαίων ζούσανε μια χαρά, είχαν χρήματα, ήτανε φίλοι –όπως λέγαμε Γερμανόφιλοι, Ιταλόφιλοι, που λέγαμε κάποτε εμείς στην Κατοχή- έτσι και εδώ, ήσαν Ρωμαιόφιλοι. Είχαν συμφέροντα. «Τα συμφέροντα μας αυτά, αν Τον αποδεχθούμε, θα τα χάσομε». Φοβερό πράγμα…

       Εάν ακόμη εμφανίζεται η απιστία… πώς λέτε; Σαν ψυχολογία της μάζης. Ποια είναι αυτή η ψυχολογία της μάζης; Εκείνη που εμφανίζεται στα ολοκληρωτικά καθεστώτα, γιατί το κόμμα δεν πιστεύει.  Δεν πιστεύω κι εγώ. Γιατί το κόμμα δεν πιστεύει. Ή γιατί είναι μόδα σήμερα να μην πιστεύομε. Και να μην αναφέρομε το όνομα του Ιησού Χριστού. Πράγμα που δείχνει ανωριμότητα προσωπικότητος, επιπολαιότητα, γιατί όχι και βλακεία;

      Ακόμη υπαγορεύει την απιστία ο διεφθαρμένος βίος. Μας πληροφορεί ο ευαγγελιστής Ιωάννης στο 3ο κεφάλαιο: «ν γρ πονηρ ατν τ ργα. Πς γρ φαλα πράσσων μισε τό φς κα οκ ρχεται πρς τ φς, να μ λεγχθ τ ργα ατο». Βαθύτερο ψυχογράφημα δεν θα μπορούσε να γίνει, απ’ αυτό που μας καταθέτει ο ευαγγελιστής Ιωάννης.

       Αγαπητοί, δεινόν η απιστία. Στην παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου, όπου ο πλούσιος εζήτησε από τον Αβραάμ να σταλεί ο Λάζαρος, δηλαδή να αναστηθεί ο Λάζαρος και να τον δουν τ’ αδέλφια του, είχε, λέει, πέντε αδέλφια και να τους πει: «Ξέρετε τι φοβερός είναι ο Άδης, ξέρετε ο αδελφός σας είναι στον Άδη και βασανίζεται… γιατί άμα δουν νεκρό θα πιστέψουν». «Ω παιδάκι μου», του λέει ο Αβραάμ, «ούτε αν αναστηθεί νεκρός, θα πιστέψουν! Έχουν τις Γραφές. Δεν πιστεύουν στις Γραφές; Κι ανάστασις νεκρού να γίνει, δεν θα πιστέψουν». Θα πουν… «νεκροφάνεια», θα πουν… «πνευματιστικόν φαινόμενον», θα πουν… δεν ξέρω τι θα πουν. Δεν θα πιστέψουν.

     Η απιστία του Θωμά διορθώθηκε επειδή δεν ήταν από κακοπιστία, ούτε από πονηρή διάθεση. Γι’αυτό ήταν καλή η απιστία του, όπως προηγουμένως είπαμε! Μάλιστα λέει ένα Κεκραγάριο: «Τότε Θωμς οκονομικς οχ ερέθη μετ’ ατν». Δεν βρέθηκε μαζί με τους άλλους δέκα, «οκονομικς». Τι θα πει «οκονομικς»; Το οικονόμησε η αγάπη του Θεού να λείπει, να δείξει την απιστία αυτή, ώστε η απιστία αυτή να εξασφαλίσει την πίστη των μελλοντικών πιστών μέσα εις την Ιστορία. Έτσι η πίστις και η απιστία εξαρτάται από την κακή ή την αγαθή διάθεση της προαιρέσεως του ανθρώπου. Η πίστις σαν άκτιστη ενέργεια, έρχεται έξωθεν, έρχεται από τον Θεό. Γίνεται ή δεν γίνεται αποδεκτή από τον άνθρωπο, εάν η προαίρεσίς του είναι αγαθή ή είναι κακή. Όταν γίνει αποδεκτή, τότε ανακλάται ως πίστις του ανθρώπου, πίσω στον Θεό. Είναι άκτιστη ενέργεια.

       Ωστόσο, εμείς που ζούμε είκοσι αιώνες μετά τον Θωμά, είμεθα μακαριότεροι εκείνου.  Το είπε ο Χριστός: «τι ἑώρακς με, πεπστευκας· μακριοι ο μ δντες κα πιστεσαντες». Όταν εμείς πιστέψαμε στο κήρυγμα και στη μαρτυρία των Αποστόλων, είμεθα μακαριότεροι εκείνων που είδαν και άκουσαν και ψηλάφησαν τον Αναστάντα Κύριον. Είδατε τον Απόστολο σήμερα, τον Ευαγγελιστή Ιωάννη, που λέει: «Εκείνον που ψηλάφησαν τα χέρια μας, είδαμε, ακούσαμε». Πήραμε την μαρτυρία τους. Πάντως ευχαριστούμε τον Θεό, που οικονομικά επέτρεψε την απουσία του Θωμά, για να έχομε εμείς βεβαιοτέρα την Ανάσταση. Έτσι κι εμείς μαζί με τον Θωμά αναφωνούμε στον αναστάντα Κύριον: « Κρις μου κα Θες μου».

             ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ

     και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή

                μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,

          ψηφιοποίηση και επιμέλεια της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας:

                                Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

ΠΗΓΕΣ:

  • Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
  • https://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_599.mp3

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.