Αυγουστίνος Καντιώτης



Οἱ Ἐπισκοποι ΕΝΩΠΙΟΙ ΕΝΩΠΙΩ προ της αιρέσεως του Οικουμενισμου

date Απρ 20th, 2010 | filed Filed under: ΜΗΝΥΜ. ΠΑΡΑΛ. ΠΡΟΩΘ.

_______________________________________

Οἱ Ἐπίσκοποι ΕΝΩΠΙΟΙ ΕΝΩΠΙΩ πρὸ τῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ

Η ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ

ΚΑΙ ΤΟ ΚΑΘΗΚΟΝ ΤΩΝ ΣΥΓΧΡΟΝΩΝ ΕΠΙΣΚΟΠΩΝ

Σημάτη Παναγιώτη, θεολόγου ( Ἀπὸ τὸ Ἀρτι Ἐκδοθὲν περιοδικό «Κοσμᾶς Φλαμιᾶτος», τεῦχ. 1ο, σελ. 24)

Ἕνα κατεπεῖγον πρόβλημα, μὲ τὸ ὁποῖο ἀποφεύγει νὰ καταπιαστεῖ ἡ Ἱ. Σύνοδος τῆς Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ‒ἂν καὶ ἔχει προτεραιότητα‒ εἶναι τὸ θέμα περὶ τοῦ Οἰκουμενισμο. Τὸ ἐρώτημα τοῦ ἐὰν εἶναι αἵρεση ὁ Οἰκουμενισμός, ὅπως πολλὲς Ἅγιες ἐκκλησιαστικὲς μορφές, Ἐπίσκοποι, Ἱερεῖς, μοναχοί, καθηγητὲς Πανεπιστημίου καὶ θεολόγοι μὲ πατερικὸ λόγο ἔχουν διαπιστώσει καὶ διατυπώσει, μένει ἀναπάντητο μερικὲς δεκαετίες τώρα ἀπὸ τὸ σῶμα τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας μας.

Καὶ ἐνῶ ἔχει ἀσχοληθεῖ ἡ Ἱ. Σύνοδος μὲ ἑκατοντάδες περιπτώσεις καινοφανῶν «αἱρέσεων», καὶ ἔχουν ἐκδοθεῖ ἀπὸ τὴν Ἱ. Σύνοδο κατάλογοι ποὺ περιλαμβάνουν καὶ τὶς πιὸ μικρὲς αἱρετικὲς ὁμάδες (πολλὲς ἀπὸ τὶς ὁποῖες μετροῦν μερικὲς δεκάδες ὀπαδούς), γιὰ τὴν μεγάλη αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, στοὺς κόλπους τοῦ ὁποίου ὑπάρχουν ἱερωμένοι ὅλων τῶν βαθμίδων τῆς Ἱεραρχίας, ἐπικρατεῖ «ἄκρα τοῦ τάφου σιωπή».

Πῶς, ὅμως, εἶναι δυνατὸν νὰ καταγγέλλεται ἡ αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ νὰ μὴν ἐνδιαφέρεται ἡ Σύνοδος τῶν Ἐπισκόπων νὰ ἐξετάσει ἐν συνόδῳ τὴν καταγγελία; Ἢ νὰ γίνεται ἀποδεκτὸ κατ’ ἰδίαν, ὅτι ὑπάρχει αὐτὴ ἡ αἵρεση, ἀλλὰ νὰ μὴ κατονομάζονται οἱ αἱρετικοὶ καὶ νὰ μὴ ὑποδεικνύονται οἱ συγκεκριμένοι ἡγέτες τους; Ἀναφέρεται στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία, ἔστω καὶ μία περίπτωση αἱρέσεως, ἡ ὁποία νὰ διασπείρεται καρκινωματικά, νὰ διακλαδώνεται καὶ νὰ περισφίγγει τὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, καὶ οἱ φρουροὶ καὶ «ἰατροὶ» τῆς Ἐκκλησίας Ἐπίσκοποι νὰ μὴ τὸ ἔχουν ἀντιληφθεῖ, σὰν ἡ αἵρεση νὰ εἶναι κάτι ἀπόκρυφο, ὀμιχλῶδες καὶ ἀόριστο;

Εἶναι δυνατὸν Ἐπίσκοποι τῆς Ἐκκλησίας νὰ ἐπικαλοῦνται καὶ νὰ προτείνουν ὡς ὀρθόδοξο ἀνάγνωσμα τὸ ἔργο ἑνὸς ἀποδεκτοῦ ἀπὸ ὅλους ὡς ὁσίου ἀνδρός, τοῦ π. Ἰουστίνου Πόποβιτς, ὁ ὁποῖος ὁμιλεῖ περὶ τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, νὰ ἀποδέχονται ὅτι ὑπάρχει αὐτὴ ἡ Αἵρεση, ἀλλὰ μόνο σὲ κλειστοῦ κύκλου κηρύγματα, νὰ γράφουν συγγράμματα καὶ νὰ καυτηριάζουν τὸν Οἰκουμενισμὸ (π.χ. ὁ Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ἱερόθεος), νὰ τὸν ἀναθεματίζουν τὴν Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας τοῦ 2010 (π.χ. ὁ Μητροπολίτης Πειραιῶς Σεραφείμ) καί, παρόλα αὐτά, νὰ μὴν φέρνουν τὸ θέμα στὴν Ἱερὰ Σύνοδος, ὥστε νὰ κινηθεῖ ἡ διαδικασία καταδείξεως ἐν συνόδῳ καὶ καταδίκης αὐτῆς τῆς αἱρέσεως;

Δυστυχῶς στὴν ἐποχή μας, ἐκεῖνα ποὺ ἦσαν ἀδιανόητα γιὰ ἄλλες ἐποχές, τώρα πλέον εἶναι δυνατά. Συμβαίνει, δηλαδή, αὐτὸ τὸ πρωτοφανὲς καὶ πρωτοσυναντούμενο γεγονὸς στὰ χρονικὰ τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας: νὰ πιστοποιοῦν οἱ πνευματικοί μας ἡγέτες ὅτι ὑπάρχει καινοφανὴς διδασκαλία δεκαετίες τώρα, νὰ ἔχουν καταγραφεῖ λεπτομερῶς τὰ αἱρετικά της σημεῖα, νὰ εἶναι γνωστοὶ οἱ χῶροι στοὺς ὁποίους κινεῖται, νὰ εἶναι πασίγνωστοι οἱ διακινητές της καί, ἐν τούτοις, οἱ Ἐπίσκοποι (τῶν ἄλλων μελῶν τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας ἐπιτρεπόντων), νὰ κρύβουν ‒ὡς ἄλλοι στρουθοκάμηλοι‒ τὸ κεφάλι στὴν ἄμμο καὶ νὰ ἀρνοῦνται νὰ ὀνομάσουν τοὺς αἱρετικούς, νὰ ἀρνοῦνται νὰ τοὺς καταδικάσουν, ὥστε νὰ προφυλάξουν ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους ἀπὸ τὴν αἵρεση.

Ἄν, παρ’ ἐλπίδα, πιστεύουν ὅτι δὲν ὑφίσταται καμία αἵρεση μὲ τὸ ὄνομα Οἰκουμενισμὸς καὶ ἄρα οὐδεμία ἀνησυχία ὑπάρχει, γιατί δὲν ἐνημερώνουν παρρησίᾳ καὶ μὲ συνοδικὴ ἀπόφαση τὸν λαό, ὥστε νὰ μὴν ἀνησυχεῖ;

Ποιοί λόγοι, ἄραγε, τοὺς συγκρατοῦν καὶ τοὺς δεσμεύουν νὰ λειτουργήσουν ὡς πραγματικοὶ Ποιμένες; Γιατί ἐπιτρέπουν νὰ ὑφίσταται αὐτὴ ἡ σοβαρὴ ἀνωμαλία στὴν ἐκκλησιαστική μας ζωή;

Μήπως, γιατὶ οἱ σύγχρονοι αἱρετικοὶ εἶναι λαθροδίαιτοι «ὀρθόδοξοι», κάποιοι ποὺ «ἐξ ἡμῶν ἐξῆλθον, ἀλλ’ οὐκ ἦσαν ἐξ ἡμῶν», καὶ ἐπειδὴ ἔχουν ἐξουσία καὶ χρῆμα, κινοῦνται δόλια ἀνάμεσά μας, καὶ ὡς ψευδαπόστολοι καὶ ψευδεπίσκοποι παραπλανοῦν ἤ ἐκφοβίζουν; Τόσο, ἀλήθεια, ἔχουμε ἀλλοιωθεῖ, οἱ ὀρθόδοξοι Ἐπίσκοποι πρῶτα, ἐμεῖς στὴν συνέχεια, ὥστε νὰ παραβλέπουμε τὴν ἡρωϊκὴ ὁμολογιακὴ στάση τῶν Ἁγίων Πατέρων μας, ποὺ ἀπομακρύνοντο ἀμέσως ἀπὸ Ἐπισκόπους, ἀκόμα καὶ «ἐπὶ ὑποψία αἱρέσεως»; Οἱ συμβουλὲς τῶν πνευματικῶν μας γιὰ προσευχὴ καὶ ὑπακοή, ‒ἂν καὶ ἐφαρμόζονται‒ πῶς γίνεται νὰ μὴ χαλυβδώνουν τὴν θέλησή μας γιὰ ἀγῶνες ὑπὲρ τῆς Πίστεως, ἀλλ’ ἀντίθετα νὰ μᾶς ἀπονευρώνουν σὲ τέτοιο βαθμό, ὥστε νὰ μὴ ἔχουμε τὸ σθένος «νὰ βγάλουμε τὸ φίδι» (τοῦ Οἰκουμενισμοῦ), «ἀπὸ τὴν τρύπα», ποὺ μέσα στὴν Ἐκκλησία βρῆκε χῶρο καὶ φώλιασε, παραμένει δὲ ἐκεῖ καὶ δαγκώνει καὶ δηλητηριάζει ἀνενόχλητα; Πῶς ἐξοικειωθήκαμε τόσο πολὺ μὲ τοὺς αἱρετίζοντες, ὥστε ἀντὶ νὰ τοὺς ἀποκόψουμε ἐκ τῆς τοῦ Χριστοῦ ποίμνης, νὰ συμβιώνουμε καὶ ἐπικοινωνοῦμε ἄνετα μαζί τους, νὰ τοὺς τιμοῦμε καὶ νὰ ἐπιφυλάσσουμε σὲ κάθε ἐπίσκεψή τους θριαμβικὲς ὑποδοχές;

Ὅποια κι ἂν εἶναι ἡ αἰτία, ἡ πραγματικότητα εἶναι ζοφερή. Τώρα δὲ τελευταῖα, οἱ οἰκουμενιστὲς ἔγιναν θρασύτατοι, οἱ ἀσέβειές τους διαφανεῖς καὶ ξεδιάντροπες, δὲν κρύβονται ἄλλο πιά. Κι αὐτὸ «εὐτυχῶς», ἔστω καὶ ἀργά, ἔχει ἐπιτέλους ἀρχίσει νὰ ξυπνᾶ καὶ νὰ ἀναστατώσει ὅσους πιστοὺς διατηροῦν ἀκόμα ἀντισώματα ὀρθοδοξίας. Ὡς ἐκ τούτου, παρατηρεῖται ἕνας ἀναβρασμὸς στὸν Ὀρθόδοξο χῶρο. Ἔχει, μάλιστα, ξεσπάσει καὶ διαμάχη μεταξὺ τῶν πιστῶν1. Ἄλλοι μέν, ποὺ τὸ οἰκουμενιστικὸ δηλητήριο τοὺς ἔχει προσβάλει γιὰ τὰ καλά, θεωροῦν πρόοδο τὴν ἀνοχὴ σὲ θέματα Πίστεως καὶ κατηγοροῦν γιὰ φονταμενταλισμό, ὅσους ἐπιμένουν στὴν Παράδοση τῶν Ἁγίων Πατέρων. Ἄλλοι δέ, ἀγωνιοῦν καὶ φοβοῦνται μήπως, ἐπικοινωνοῦντες μὲ οἰκουμενίζοντες Ἐπισκόπους, συμμετέχουν ἑκόντες-ἄκοντες στὴν αἵρεση2; Εἶναι μικρὴ αὐτὴ ἡ ἀνησυχία τῆς δεύτερης ὁμάδας πιστῶν; Εἶναι ἀδικαιολόγητη; Δὲν ἀξίζει τῆς προσοχῆς τῶν Ποιμένων;

Ἀσφαλῶς καὶ ἀξίζει· γιατὶ ὅσοι ἀνησυχοῦν, δὲν ἀνησυχοῦν ἰδιοτρόπως, ἀλλ’ ἔχουν ὑπόψιν τους πλῆθος πατερικῶν κειμένων ποὺ συμβουλεύουν νὰ ἀφιστάμεθα ἀπὸ αἱρετικοὺς ποιμένας καὶ ἀπὸ ὅσους ἐπικοινωνοῦν μὲ αὐτούς. Ὅμως, οἱ Ἐπίσκοποι καὶ οἱ Ποιμένες ἢ συνευδοκοῦν στὴν ἀλλοίωση τῆς Πίστεως, ἢ σιωποῦν, ἢ συνιστοῦν ὑπακοὴ στὴν Ἐκκλησία. Γιατὶ ὡς Ἐκκλησία ‒ὡς φαίνεται‒ θεωροῦν τοὺς ἑαυτούς τους· ἐν ἐναντίᾳ περιπτώσει, ἂν ὡς Ἐκκλησία ἐθεώρουν τὴν διαχρονικὴ Ἐκκλησία, αὐτὴ ποὺ μᾶς «παρεδόθη» καὶ διασώζεται στὶς διδαχὲς καὶ στὰ πρόσωπα τῶν Ἁγίων, θὰ συμβούλευαν ἀμέσως, ὑπακοὴ σὲ ὅ,τι οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἔχουν νομοθετήσει νὰ πράττουμε σὲ περίπτωση κηρυττομένης αἱρέσεως.

Τὸ δυστύχημα εἶναι ὅτι κάποιοι ἀπὸ τοὺς πιστούς, ποὺ ἔχουν συνειδητοποιήσει τὴν κατάσταση, ἀπογοητευμένοι ἀπὸ τὴν ἀδράνεια καὶ ἀκηδία τῶν συγχρόνων ποιμένων, τείνουν εὐήκοον οὖς πρὸς τὰ σχίσματα. Κι ὅμως, οἱ Ποιμένες καμιὰ ἔμπρακτη ποιμαντικὴ ἀνησυχία δὲν ἐκδηλώνουν. Ἀφήνουν τοὺς ἀδελφοὺς αὐτοὺς στὴν τύχη τους.

Κάποιοι ἄλλοι, βιώνοντες τὸ δυσάρεστο συναίσθημα τῆς ἐγκαταλείψεως, «ὡς μὴ ἔχοντες ποιμένες», ἐπωμίζονται μόνοι (τὸ δυσβάστακτο γιὰ τοὺς ὤμους τους, ἀλλὰ προβλεπόμενο ἀπὸ τοὺς Ἱ. Κανόνες καὶ τοὺς Ἁγίους μας) βάρος τῆς ἀποτείχισης ἀπὸ τοὺς αἱρετίζοντες ἢ ὀλιγωροῦντες Ἐπισκόπους, ποὺ ἀφήνουν τὰ μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ νὰ μολύνονται καὶ νὰ κινδυνεύουν νὰ χάσουν τὴν σωτηρία τους ἐξ αἰτίας τοῦ συμφυρμοῦ μὲ τοὺς αἱρετικούς.

Τέλος, οἱ περισσότεροι πιστοί, ἔχουν ἐξοικειωθεῖ μὲ τὴν αἵρεση, χωρὶς καὶ πάλι οἱ Ποιμένες νὰ τοὺς ἐνημερώνουν γιὰ τοὺς αἱρετικοὺς Οἰκουμενιστές, ἀφοῦ ‒ὅπως προανεφέρθη‒ οὔτε προσδιορίζουν ποῦ ἔγκειται ἡ αἵρεση, οὔτε κατονομάζουν τοὺς αἱρετικούς, ὅπως οἱ Πατέρες ἀπὸ συμφώνου ἀπαιτοῦν3. Ἀλλὰ κι ἐκείνους τοὺς πιστοὺς ποὺ οἱ ποιμένες προσπαθοῦν νὰ πληροφορήσουν γιὰ τὴν συγκεκριμένη αἵρεση, τοὺς ἐνημερώσουν μὲ τὰ λόγια, τοὺς ἀποπροσανατολίζουν, ὅμως, μὲ τὶς πράξεις τους, τὶς παραλείψεις τους, τὴν ἐπικοινωνία ποὺ διατηροῦν μὲ συνεπισκόπους τους, τοὺς ὁποίους οἱ ἴδιοι καταγγέλλουν ὡς Οἰκουμενιστές.

Αὐτὴ τὴν ἀδράνεια τῶν κατ’ ἐξοχὴν ἁρμοδίων Ἐπισκόπων, ἦρθε νὰ τὴν καλύψει, ὡς δῶρο ἐξ οὐρανοῦ (καὶ νὰ δράσει συμπληρωματικά), ἡ πρωτοβουλία μιᾶς ὁμάδας ἀπὸ εὐλαβεῖς καὶ μορφωμένους κληρικοὺς καὶ μοναχούς, πρόσωπα ἀποδεκτὰ ἀπὸ τοὺς πολλοὺς Ἐπισκόπους, (ποὺ τοὺς τιμοῦν, τοὺς καλοῦν στὶς Μητροπόλεις τους καὶ τοὺς ἐμπιστεύονται τὴν διδασκαλία τῶν πιστῶν). Αὐτὴ ἡ ὁμάδα κληρικῶν, μοναχῶν καὶ λαϊκῶν, συνέταξαν μιὰ «Ὁμολογία Πίστεως κατὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ». Στὴν «Ὁμολογία» αὐτή, ποὺ ὑπέγραψαν 20.000 περίπου πιστοὶ ὡς τώρα, καταγγέλλεται ὁμαδικὰ καὶ ἐπίσημα πλέον, ἡ νέα Παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ (χωρὶς ὅμως κι ἐδῶ νὰ ὀνοματίζονται οἱ αἱρετικοὶ Οἰκουμενιστές).

Παρόλα αὐτά, τὸ θέμα τῆς ὑπάρξεως συγχρόνου αἱρέσεως ἐτέθη ἐπισήμως. Καὶ ὡς ἐκ τούτου, ἅπαξ καὶ ἐτέθη, μιὰ ἐπιλογὴ ὑπάρχει πλέον ἐνώπιον τῶν Ἐπισκόπων μας:

Νὰ συγκαλέσουν Σύνοδο4 καὶ νὰ ἐξετάσουν τὰ καταγγελλόμενα (ποὺ ἐξ ἄλλου τοὺς εἶναι γνωστά), νὰ συντάξουν δὲ οἱ ἴδιοι οἱ Ἐπίσκοποι ἐν Συνόδῳ «Ὁμολογία Πίστεως», σύμφωνα μὲ τὸ παράδειγμα τῶν Πατέρων τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, μὲ τὴν ὁποία θὰ ξεκαθαρίσει τὸ θέμα, ἂν εἶναι αἵρεση ὁ Οἰκουμενισμός, ποιοί εἶναι οἱ ἱδρυτὲς αὐτῆς τῆς αἱρέσεως, ποιοί συμμετέχουν σ’ αὐτὴν (ὀνομαστικὰ) καὶ ποιά στάση πρέπει νὰ κρατήσουν οἱ πιστοὶ ἀπέναντί της. Καὶ φυσικά, νὰ προχωρήσουν στὴν ὀνομαστικὴ καταδίκη τῶν αἱρετικῶν.

Ἡ ἄρνησή τους νὰ πάρουν θέση, θὰ ὁδηγήσει περισσότερους κληρικοὺς καὶ πιστοὺς νὰ ἐφαρμόσουν τὸ προβλεπόμενο ἀπὸ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες μέτρο τῆς διακοπῆς μνημονεύσεως καὶ ἀποτειχίσεως· μέτρο ποὺ ἀσφαλῶς καὶ δὲν ἐνεργοποιεῖται, ὅταν ὑπάρχει Σύνοδος καὶ Ἐπίσκοποι ποὺ μένουν ἄγρυπνοι φρουροί τῆς Πίστεως. Τότε καὶ οἱ πιστοὶ δὲν ἀναγκάζονται νὰ καταφεύγουν σὲ τέτοιες ὀδυνηρὲς πρωτοβουλίες, ποὺ καὶ στοὺς ἴδιους προκαλεῖ ἄλγος καὶ κρύπτει τὸν πιθανὸ κίνδυνο στὴν συνέχεια, κάποιοι ἀπ’ αὐτοὺς νὰ παρεκκλίνουν τοῦ σκοποῦ τους καὶ νὰ καταλήξουν σὲ θεομίσητο σχίσμα, μὲ ἠθικοὺς αὐτουργοὺς τοὺς ἀδιαφοροῦντες Ἐπισκόπους. Τοὺς Ἐπισκόπους, οἱ ὁποῖοι γιὰ ἕνα τόσο κρίσιμο θέμα ἀδρανοῦν ἐπὶ δεκαετίες καὶ εἶναι ὡς νὰ λέγουν: «ἀγρὸν ἠγόρασα…, ζεύγη βοῶν ἠγόρασα πέντε…, γυναῖκα ἔγημα»· ὅταν ὅμως τίθενται θέματα οἰκονομικά-φορολογικά, (ὅπως πρὶν δύο βδομάδες συνέβη), ἀστραπιαίως συγκαλοῦν ἔκτακτη Σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας. Κατώτερη, λοιπόν, ἡ Πίστη τοῦ Χριστοῦ καὶ ἀσήμαντο τὸ κατεπεῖγον καὶ χρονίζον πρόβλημα τῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, καὶ ἀνώτερα τὰ κτήματα καὶ ὁ χρυσός;

Ἂς μὴ διαφεύγει οὐδενὸς τὸ γεγονός, ὅτι στὸν ἀγῶνα κατὰ τῶν αἱρέσεων τοῦ παρελθόντος πρωτοστάτησαν διάκονοι, μοναχοί, λαϊκοί, ἡγούμενοι Ἱ. Μονῶν ἢ μεμονωμένοι Ἐπίσκοποι. Ἄρα, δὲν εἶναι πρωτοφανές, οὔτε πρέπει να μᾶς ξενίσει ἡ πρωτοβουλία τοῦ χαρακτηρισμοῦ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ὡς αἱρέσεως, ἀπὸ Ἡγουμένους, Ἱερεῖς, καθηγητὲς Θεολογίας τῶν Πανεπιστημίων μας κ.ἄ., ἀφοῦ τοῦτο δὲν ἔκανε ἡ ἁρμοδία Σύνοδος τῶν Ἐπισκόπων.

Μετὰ ἀπὸ ὅσα ὡς τώρα σημειώθηκαν καὶ ἀπὸ τὰ κείμενα ποὺ ἐν συνεχείᾳ παρατίθενται, εὐχερῶς θὰ διαπιστώσει ὁ καθένας, πόσο ἀναγκαία εἶναι ἡ σύγκληση μιᾶς Συνόδου ἀπὸ τὴν Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, στὴν ὁποία ὑπάρχουν ἀκόμα πιστοὶ Ἐπίσκοποι, ἀλλὰ γιὰ πολλοὺς λόγους ὀλιγωροῦντες ἢ ἐγκλωβισμένοι, καὶ ὡς τούτων ἀδυνατοῦντες νὰ κινηθοῦν μεμονωμένως κατὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ5. Σὲ μία Σύνοδο ὅμως, θὰ δυνηθοῦν οἱ Ἐπίσκοποι νὰ πάρουν θέση καὶ νὰ τοποθετηθοῦν ἐπὶ τῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, εἴτε υἱοθετοῦντες τὴν γνωστὴ πλέον «Ὁμολογίαν Πίστεως κατὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ», εἴτε διατυπώνοντας ἕνα καλύτερο κείμενο «Ὁμολογίας» ἐν Συνόδῳ, ποὺ θὰ ξεκαθαρίζει τὸ θέμα, ὅπως μὲ παρόμοιο τρόπο ἔκαναν οἱ Ἐπίσκοποι τῆς ἐποχῆς τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου, ἀμέσως μόλις ἄρχισε νὰ διαδίδεται ἡ νεοφανής, τότε, αἵρεση τοῦ Νεστοριανισμοῦ.

Ἐκείνη, λοιπόν, τὴν χρονικὴ στιγμή, ἐπὶ Ἁγίου Κυρίλλου, ἔλαβαν ὅλοι οἱ Ἐπίσκοποι γνώση τῆς ἐπιστολῆς ποὺ εἶχε τὴν πρωτοβουλία νὰ συγγράψει ὁ Ἅγιος Κύριλλος καὶ νὰ ἀποστείλει πρὸς τὸν νεοφανέντα τότε αἱρετικὸ Νεστόριο, (ποὺ ἀκόμα δὲν εἶχε καταδικασθεῖ), τὴν μελέτησαν καὶ συμφώνησαν ὅλοι γιὰ τὴν ὀρθότητά της.

Ἀπὸ ὅλες ἐκεῖνες τὶς τοποθετήσεις τῶν Ἁγίων Πατέρων παραθέτω ἐλάχιστες, γιὰ νὰ γνωρίσουμε τὴν ἀκεραιότητα τῆς Πίστεώς τους, τὴν ὑπευθυνότητά τους ἀπέναντι τῶν πιστῶν, τὴν εὐθύτητα τοῦ φρόνηματός τους, τὸν σεβασμό τους καὶ τὴν πιστότητα στὴν τήρηση τῶν ἀποφάσεων τῶν Συνόδων χωρὶς δολιχοδρομίες, κρατούμενα, ἐπαμφοτερισμοὺς ἢ ἄλλες σκοπιμότητες καὶ νὰ ζητήσουμε παρόμοια ἐνέργεια ἀπὸ τοὺς σημερινοὺς Ἐπισκόπους.

«Ἰουβενάλιος ἐπίσκοπος Ἱεροσολύμων εἶπεν· Ἀναγνωσθείσης τῆς ἐκτεθείσης ἁγίας πίστεως τῆς ἐν Νικαίᾳ καὶ τῆς ἐπιστολῆς τοῦ …ὁσιωτάτου ἀρχιεπισκόπου Κυρίλλου, καὶ τὰ παρὰ τῆς ἁγίας συνόδου ἐκτεθέντα σύμφωνα εὕρηνται καὶ τούτοις τοῖς εὐσεβέσι δόγμασι συντίθεμαι καὶ συναινῶ.

»Θεόδοτος ἐπίσκοπος Ἀγκύρας εἶπεν· …ὅθεν τὴν συμφωνίαν ἐπιγνόντες τῆς τε ἐπιστολῆς καὶ τῆς πίστεως τῶν τιη (318) ἁγίων πατέρων, …ταῦτα πιστεύομεν ἅπερ καὶ αὐτοὶ ἐξέθεντο καὶ ἡ ἐπιστολὴ τοῦ μνημονευθέντος ἁγιωτάτου ἐπισκόπου Κυρίλλου σαφῶς διηγήσατο.

»Φλαυιανὸς ἐπίσκοπος Φιλίππων εἶπεν· Ἀναγνωσθείσης… Κυρίλλου τῆς γραφείσης, εὕρομεν συνᾴδουσαν αὐτὴν σαφῶς καὶ διαρρήδην τῇ ἐν Νικαίᾳ ἐκτεθείσῃ πίστει…

»Ἑλλάνικος ἐπίσκοπος Ρόδου εἶπεν· Τῇ ἐκθέσει τῆς ὀρθοδόξου πίστεως τῆς ἐν Νικαίᾳ ἀκολουθῶ καὶ τῇ ἐπιστολῇ τοῦ …ἐπισκόπου Κυρίλλου συμφώνῳ οὔσῃ καὶ ταύτην φυλάττω τὴν πίστιν τὴν ἀληθινὴν καὶ ὀρθόδοξον. καὶ τοῖς ἐναντία ταύτῃ φρονοῦσι καὶ ὁ Θεὸς αὐτὸς ἀντιτάσσεται

»Σεκουνδιανὸς ἐπίσκοπος πόλεως Λαμίας εἶπεν· Καὶ πεπίστευκα καὶ πιστεύω καὶ οὕτως ἐδόξασα καὶ δοξάζω κατὰ τὴν ἐκτεθεῖσαν παρὰ τῶν ἁγίων καὶ μακαρίων πατέρων τῶν κατὰ Νίκαιαν τιη ἐπισκόπων, ᾗτινι ἀκόλουθος καὶ ἡ ἀναγνωσθεῖσα ἐπιστολὴ τοῦ ἁγιωτάτου…ἐπισκόπου Κυρίλλου.

»Θεοδόσιος ἐπίσκοπος Μασταύρων τῆς Ἀσίας εἶπεν· …τῇ ἐπιστολῇ τῇ γραφείσῃ παρὰ τοῦ ὁσιωτάτου Κυρίλλου…, ἐμμένω καὶ πείθομαι, συμφώνῳ οὔσῃ, ὡς ἔφην, τῇ τῶν πατέρων ψυχωφελεῖ διδασκαλίᾳ.

»Δυνατὸς ἐπίσκοπος Νικοπόλεως Παλαιᾶς Ἠπείρου εἶπεν· Ἐπακούσας τῆς ἐπιστολῆς…, εὑρών τε αὐτὴν σύμφωνον καὶ συνομόλογον τῇ τῶν ἁγίων πατέρων τῶν ἐν Νικαίᾳ συνελθόντων καὶ ἐκθεμένων τὴν ὀρθόδοξον πίστιν τυγχάνουσαν καὶ πάσης ἀποδοχῆς ἀξιώσας τό τε ὕφος τῆς ἐπιστολῆς καὶ τὴν ὀρθόδοξον πίστιν τὴν ἐν αὐτῇ γραφεῖσαν, οὕτω κἀγὼ πιστεύω καὶ συγκατατίθεμαι.

»Παῦλος ἐπίσκοπος πόλεως Λάμπης ἐπαρχίας Κρήτης εἶπεν· Τῆς τῶν ἁγίων πατέρων τῶν συνελθόντων ἐν τῇ Νικαέων ἐκτεθείσης πίστεως ὁμόφωνον καὶ ὁμόδοξον ἐπακούσας τε καὶ εὑρὼν τὴν ἐπιστολὴν τοῦ ἁγιωτάτου καὶ θεοφιλεστάτου ἐπισκόπου Κυρίλλου, ταύτῃ συντίθεμαι καὶ οὕτως πιστεύω καὶ εὔχομαι μέχρι παντὸς ἐν ταύτῃ τῇ πίστει διαμεῖναι.

»Εὐόπτιος ἐπίσκοπος Πτολεμαΐδος Πενταπόλεως εἶπεν· Τεθαύμακα τὴν συμφωνίαν τῆς ἐπιστολῆς τοῦ ἁγιωτάτου καὶ θεοσεβεστάτου πατρὸς ἡμῶν καὶ ἀρχιεπισκόπου Κυρίλλου τῆς πρὸς τὸν θεοσεβέστατον Νεστόριον πρὸς διόρθωσιν τῶν οὐκ ὀρθῶς εἰρημένων γραφείσης καὶ τοῦ συμβόλου τοῦ παρὰ τῶν ἁγιωτάτων καὶ θεοσεβεστάτων πατέρων ἡμῶν τῶν ἐν Νικαίᾳ συναχθέντων καὶ κατὰ μηδὲν ἐν αὐτῇ ἐνηλλαγμένον συνιδὼν συντίθεμαι μετὰ πάσης τῆς συνόδου τῷ συμφώνῳ τῆς ὀρθῶς ἐχούσης πίστεως.

»Φοιβάμμων ἐπίσκοπος Κοπτοῦ Θηβαΐδος εἶπεν· Ὁμοδυναμεῖ ἀναγνωσθεῖσα ἐπιστολὴ τοῦ ἁγιωτάτου πατρὸς ἡμῶν Κυρίλλου τοῖς ἐκτεθεῖσι δόγμασι παρὰ τῆς ἐν Νικαίᾳ συνόδου ἐν μηδενὶ ἀπᾴδουσα πρὸς διόρθωσιν μὲν τῶν ὀρθοδόξων, καθαίρεσιν δὲ τῶν αἱρετικῶν δογμάτων, κἀγὼ πιστεύω καὶ συντίθεμαι.

»Ἀμμώνιος ἐπίσκοπος πόλεως Πανεφύσου ἐπαρχίας Αὐγουσταμνικῆς εἶπεν· Ταύτῃ τῇ πίστει καὶ πιστεύω καὶ ἐμμένωοὔσῃ συμφώνῳ τῶν ἁγίων πατέρων, καὶ οὕτως πιστεύω καὶ ἐν αὐτῇ ἀποθανεῖν εὔχομαι».

(Πρακτικὰ Γ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, Thesaurus Linguae Graecae (TLG) 1,1,2, p. 15, l. 10 ‒ p. 20, l. 5.

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.