ΔΙΔΑΧΗ Η΄ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΚΟΣΜΑ ΤΟΥ ΑΙΤΩΛΟΥ
ΔΙΔΑΧΑΙ ΑΓΙΟΥ ΚΟΣΜΑ ΤΟΥ ΑΙΤΩΛΟΥ
Βιβλίου Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου (σελ. 259-283 έκδοση 1971)
ΔΙΔΑΧΗ Η΄
Οι άνθρωποι σκλάβοι του διαβόλου
Ο Χριστός ελευθερωτής
Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, ο γλυκύτατος αυθέντης και Δεσπότης, ο ποιητής των Αγγέλων και πάσης νοητής και αισθητής κτίσεως, βλέποντας το γένος των ανθρώπων, οπού δεν τον εγνώριζαν να τον πιστεύσουν, οπού αυτός είνε και εις τον ουρανόν και εις την γην και εις όλα τα ποιήματα αυθέντης και κυβερνήτης, και χωρίς το θέλημα του Χριστού μας ουδέ ένα δύναται να στερεωθή, και βλέποντας τους ανθρώπους, οπού τους επλανούσε ο μισόκαλος διάβολος και τους είχεν όλους εις το ιδικόν του θέλημα και τους έκαμεν όλους εδικούς του και φαμελίτες του, και ηθέλησεν ο πανάγαθος Θεός να εντροπιάση τον διάβολον και να ξεσκλαβώση τον άνθρωπον από τον διάβολον, να έχη μεγάλην χάριν ο άνθρωπος από την ευσπλαγχνίαν του, από την πολλήν του αγάπην οπού έχει εις το γένος μας, σιμά εις τα πολλά και άπειρα χαρίσματα οπού μας εχάρισεν, εκαταδέχθη και έγινεν τέλειος άνθρωπος, εκ Πνεύματος Αγίου, από τα καθαρώτατα αίματα της Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας. Δια τούτο εσαρκώθη και έγινεν τέλειος άνθρωπος, να τον ιδούμεν και να τον μάθωμεν, ότι απ’ αυτόν άλλος δεν είνε, και να πιστεύσωμεν, δια να μας ελευθερώση από τας μιαράς χείρας του διαβόλου και να μας κάμη υιούς και κληρονόμους της βασιλείας του, να χαιρώμαστε και να ευφραινώμαστε μαζί με τους αγίους Αγγέλους εις τον παράδεισον πάντοτε και να μη καιγώμαστε εις την κατηραμένην κόλασιν μαζί με τους κατηραμένους δαίμονας.
Το κήρυγμα των Αποστόλων
Και να ηξεύρετε, παιδιά μου ετούτην την γην, οπού κατοικούμεν, την έχει ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός. Καθώς έχει ένας βασιλεύς και μαζώνει όλα τα βασιλικά χρέη και παίρνει από χωράφια, από αμπέλια και από τους ανθρώπους, και στέλνει ανθρώπους ιδικούς του και τα μαζώνουν κάθε χρόνον, και όταν τα πηγαίνουν εκείνοι έμπροσθεν εις τον βασιλέα χαίρεται ο βασιλεύς και τους δίδει μεγάλα χαρίσματα και τους έχει φίλους ηγαπημένους, έτσι έχει και ο Χριστός την γην ωσάν αμπέλι, όλον τον κόσμον.
Και έβαλεν εργάτας τους δώδεκα Αποστόλους, τους ευλόγησε και τους έδωκε την χάριν του Αγίου Πνεύματος και ευθύς έμαθον τα γράμματα και όλες τις γλώσσες, ότι πρώτον οι Απόστολοι ήταν αγράμματοι και μίαν γλώσσαν μόνον ήξευραν και αφού τους ηυλόγησε και τους εφύσησεν εις το στόμα τους και έλαβον χάριν, όλα τα γράμματα και τις γλώσσες τις έμαθον. Και τους έστειλεν ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, ο αληθινός Θεός, εις όλον τον κόσμον και τους είπεν: Σύρτε εις όλον τον τόπον και εις όλην την γην, κάστρα και χωρία, και ειπέτε τους, αν ίσως θέλουν να ζήσουν και εδώ καλά και ειρηνικά και να τους βάλω εις τον παράδεισον, να πιστεύουν και να βαπτίζωνται εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος και να φυλάγουν τα προστάγματα του αγίου Ευαγγελίου. Και εις οποίαν χώραν επήγαιναν οι Απόστολοι, είπεν ο Κύριος να ευλογούν την χώραν εκείνην. Και εις οποίαν χώραν πηγαίνουν οι Απόστολοι και δεν τους δέχονται οι άνθρωποι, είπεν ο Κύριος: Να τινάζετε και τα παπούτσια σας από τον κονιορτόν και να δώσητε κατάραν και να φύγετε.
Και ωσάν έλαβον οι Απόστολοι την χάριν και την ευλογίαν του Αγίου Πνεύματος, ευθύς έτρεξαν ωσάν αστραπή εις όλον τον κόσμον και μετ’ εκείνην την χάριν του Αγίου Πνεύματος ιάτρευον τυφλούς, λεπρούς, αρρώστους και τους δαιμονιζομένους και, το μεγαλύτερον, με το όνομα του Χριστού μας επρόσταζαν τους νεκρούς και ανεσταίνονταν. Και εις όποιαν χώραν επήγαιναν οι Απόστολοι και τους εδέχονταν οι άνθρωποι, αρχιερείς, ιερείς, διακόνους, αναγνώστας έκαμναν και εκκλησίας και ευλογούνταν η χώρα εκείνη και εγίνονταν ένας επίγειος παράδεισος, μία μεγάλη χαρά και ευφροσύνη, κατοικία των Αγγέλων, κατοικία του Χριστού μας. Και εις όποιαν χώραν επήγαιναν οι Απόστολοι και δεν τους εδέχονταν οι άνθρωποι, δεν ευλογούνταν η χώρα εκείνη, έμενε κατάρα και όχι ευλογία, κατοικία του διαβόλου και όχι του Χριστού μας.
Ο πόθος του αγίου Κοσμά
Πρέπον και εύλογον ήτον, αδελφοί μου, να είχα και εγώ την καρδίαν καθαρήν ωσάν τους αγίους Αποστόλους, δια να φωνάξω μίαν μεγάλην φωνήν, να ακουσθή έως απάνω εις τον ουρανόν. Ιδού οπού αξιώθηκα και ήλθα εις την ευλογημένην σας χώραν και σας απόλαυσα. Μα επειδή και είμαι αμαρτωλός και δεν έχω την χάριν του Αγίου Πνεύματος, όμως αποτολμώ και παρακαλώ τον Κύριόν μας Ιησούν Χριστόν να στείλη ουρανόθεν την χάριν του και την ευλογίαν του, να ευλογήσει την χώραν σας και όλα των χριστιανών, να ευλογήσει τους άνδρας και γυναίκας και τα παιδιά σας, τα πράγματά σας και τα έργα των χειρών σας. Και πρώτον, αδελφοί μου, να ευσπλαγχνισθή ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, να συγχωρέση τα αμαρτήματά σας και να σας αξιώση, παιδιά μου, ο Θεός να περάσετε και εδώ καλά και ειρηνικά, και να σας βάλη εις τον παράδεισον να δοξάζητε την Αγίαν Τριάδα. Πρέπον και εύλογον είνε, αδελφοί μου, να αρχίσω την διδασκαλίαν μου από τον Θεόν και παρακαλώ την αυθεντίαν σας να ακούσητε με κάθε προθυμίαν τον λόγον μου, καθώς τον άκουσα και εγώ από το ιερόν Ευαγγέλιον και από τους αγίους Αποστόλους, και όταν τελειώσωμεν, να ευχαριστήσωμεν τον Θεόν.
Αγαπάτε τον Θεόν και τον πλησίον
Πολλά ονόματα έχει ο Θεός, αδελφοί μου. Το κύριον και άγιον όνομα του Θεού μας είνε η αγάπη και λέγεται Τριάς, Πατήρ, Υιός και Άγιον Πνεύμα, μια φύσις, μία δόξα, μία βασιλεία, ένας Θεός. Όμως πρέπει, αδελφοί μου, να αγαπώμεν τον Θεόν, διατί μας έδωσε τόσην μεγάλην γην, να κατοικούμεν εδώ τόσες χιλιάδες άνθρωποι, χορτάρια, βρύσες, ποταμούς, θάλασσαν, ψάρια, αέρα, ημέραν, νύκτα, φωτιάν, ουρανόν, άστρα, ήλιον, φεγγάρι. Και ημάς μας έκαμε ανθρώπους και όχι ζώα. Μας έκαμεν ευσεβείς χριστιανούς και όχι αιρετικούς.
Τώρα σας ερωτώ, παιδιά μου, να μου ειπήτε την πα΄σαν αλήθειαν. Ποιόν αγαπάτα, τον Θεόν ή τον διάβολον; Εσείς τώρα με τον νουν σας τον Θεόν αγαπάτα. Πολλά καλά το γνωρίζετε και το θέλετε, παιδιά μου, φρονιμώτατα και γνωστικά είσθε, και να έχω την ευχήν σας. Μόνον να ιδούμεν αυτήν την αγάπην εις τον Θεόν είνε σωστή, είνε τελειωμένη ή της λείπεται και άλλο τίποτας; Πόθεν να καταλάβωμεν; Από λόγου μας. Εσύ έχεις ένα παιδί, αδελφέ. Εγώ εσένα σε αγαπώ, σε εκτιμώ, σε λέγω καλόν δια λόγου σου, και το παιδί σου το δέρνω και παίρνω το ψωμί του και το τρώγω και το ρούχο του το παίρνω και το φορώ. Αυτή μοι φαίνετει να λέγεται όχι έτσι. Να αγαπώμεν τον πατέρα, πρέπει να αγαπώμε και το παιδί. Διατί όποιος αγαπά τον Θεόν, αγαπά και τον αδελφόν του, τον χριστιανόν. Διατί ένα πατέρα έχομεν, τον Θεόν, μίαν Πίστιν, ένα Βάπτισμα, τα Άχραντα Μυστήρια μεταλαμβάνομεν, μίαν κεφαλίν έχομεν, τον Χριστόν μας, μίαν Πίστιν, ένα νόμον, ένα προσκύνημα και είμαστε αδελφοί όλοι.
Ακόμη να ηξεύρετε, αδελφοί μου, η αγάπη έχει δύο ιδιώματα, δύο χαρίσματα. Το ένα να δυναμώνη τον άνθρωπον εις τα καλά, και το άλλο να τον αδυνατίζη εις τα κακά. Να ηξεύρετε, τέκνα μου, πως εγώ έχω ένα ψωμί να το φάγω και να πίνω καλά. εσείς δεν έχετε. Η αγάπη μοι λέγει: Μη τρώγης μοναχός, δώσε και τους αδελφούς σου και φάγε και συ το άλλο. Έχω φορέματα. Η αγάπη μοι λέγει: Δώσε το ένα τον αδελφόν σου και εσύ φόρει το άλλο. Ανοίγω το στόμα μου να σε κατηγορήσω, να σε είπω ψέματα, να σε γελάσω, και ευθύς θυμούμαι την αγάπην και μου νεκρώνει το στόμα και δεν μου αφήνει να σου ειπώ ψέματα. Απλώνω τα χέρια μου να πάρω το πράγμα σου, τον βίον σου όλον. Η αγάπη δεν με αφήνει να σου το πάρω. Ίδετε, αδελφοί μου, τι χαρίσματα έχει η αγάπη.
Μέγα κακόν η έχθρα
Διατί, παιδιά μου, να ηξεύρετε γράμματα, να μάθετε ποίον είνε το καλόν και ποίον είνε το κακόν, τι χαρίσματα έχει η αγάπη και τι κακόν είνε η αμάχη και η έχθρα: Να ηξεύρετε, παιδιά μου, εις όποιαν πολιτείαν ή τόπον ή χώραν ή σπίτι είνε η αγάπη, εκεί είνε η χάρις του Χριστού μας, είνε ευλογία, υγεία, χαρά και ευφροσύνη και όλα τα αγαθά της γης. Και ζουν οι άνθρωποι, ζουν τα παιδιά των, τα ζώα των, γίνονται οι καρποί των συταριών, των αμπελιών και κάθε σπαρτών οπού τρέφονται οι άνθρωποι, και τους φυλάγει ο Χριστός μας από κάθε κίνδυνον, και σωματικά και ψυχικά, και όταν αποθάνη κανείς, πηγαίνει η ψυχή του εις τον παράδεισον. Και εις όποιον τόπον, ή χώραν ή σπίτι έχουν αμάχη και έχθραν, δεν προκόβουν οι άνθρωποι, δεν ζουν ούτε παιδιά αποκτούν ούτε ζώα του μήτε οι καρποί από τα σπέρματά τους γίνονται και εις βαρύτατα χρέη εμβάινουσι και καμμίαν χάριν δεν έχουν και όλοι οι άνθρωποι τους γελούν και όλα τα περίχωρα και τους στέλλει ο Θεός ή άνεμον καυτόν ή χαλάζια ή νερόν αχαμνόν και ζημιώνει τον τόπον εκείνον. Ιδέτε, αδελφοί μου, τι κακόν πράγμα είνε η έχθρα, πόσα παιδιά γεννά. Μόνον σας παρακαλώ να μην έχετε τελείως έχθραν, ότι ο διάβολος την έχει μάναν την έχθραν. Την αμάχην την έχει αδελφήν και όποιος τις αγαπήση, θέλει περάσει και εδώ κακά και καταφρονημένα, και η ψυχή του κολασθή.
Η αξία του σχολείου
Διατί, άγιοι ιερείς και τίμιοι προεστώτες, δεν ερμηνεύετε τα ευλογημένα μας αδέλφια να στερεώνωσι και να βάνωσι εις κάθε χωρίον σχολείον, να μανθάνουν τα παιδιά γράμματα, να γνωρίζουν το καλόν και το κακόν; Ότι και εγώ από το σχολείον έμαθα τα εικοσιτέσσερα γράμματα, με την βοήθειαν του Χριστού μας.
Έμαθα και πέντε – εξ ελληνικά και έμαθα πολλών λογι΄λων γράμματα, εβραϊκά, τουρκικά, φράγγικα και από όλα τα έθνη, με την χάριν του Χριστού μας, και πολλά τα εδιάβσα. Και όλα τα εθνικά κάλπικα τα ηύρα. Όλα ευρέματα και σπέρματα του διαβόλου, και κατά αλήθειαν, αδελφοί μου, τόσον τα εμελέτησα τα γράμματα. Καθώς ο χρυσικός λαγαρίζει το ασήμι και δεν το αφήνει τελείως αζούραν, και τότε είνε λαμπρόν και καθαρόν και το αγοράζει με κάθε προθυμίαν ο άνθρωπος, έτσι και εγώ ηύρα καθαρά, άγια και αληθινά, λαμπρά και υπερλαμπρότερα απο τον ήλιον τα λόγια και τα προστάγματα του Χριστού. Και όποιος πιστεύει τον Χριστόν και τον λέγει Θεόν και κάμνη τα πράγματά του, οπού λέγει το άγιον Ευαγγέλιον, εκείνος είνε καλότυχος και τρισμακάριστος και καμμίαν φοράν δεν θέλει εντροπιασθή.
Και διά τούτο πρέπει να στερεώνετε σχολεία ελληνικά, να φωτίζωνται οι άνθρωποι. Διότι διαβάζοντας τα ελληνικά τα ηύρα οπού λαμρύνουν και φωτίζουν τον νουν του μαθητού ανθρώπου. Καθώς φωτίζει ο ήλιος την γην, όταν είνε ξαστεριά, και βλέπουν τα μάτια μακρυά, έτσι βλέπει και νους τα μέλλοντα. Απεικάζουν όλα τα καλά και τα κακά, φυλάγονται από κα΄θε λογής κακόν και αμαρτίαν. Διατί το σχολείον ανοίγει την εκκλησίαν, μανθάνομεν τι είνε ο Θεός, τι είνε η Αγία Τριάς, τι είνε ο άγγελος, τι είνε η αρετή, τι είνε οι δαίμονες, τι είνε η κόλασις. Τα πάντα από το σχολείον τα μανθάνομεν.
Οι δύο αντίχριστοι (Πάπας – Μωάμεθ)
Το σχολείον φωτίζει τους ανθρώπους και ανοίγουν και μανθάνουν τα μυστήρια της πίστεως και διαβάζουν τα αδέλφια την θείαν και Ιεράν Γραφήν, το Ευαγγέλιον, και ευρίσκομεν πως ο προφήτης Ηλίας είνε ζωντανός και τον έχει ο Θεός χιλιάδες χρόνους. Και λέγει ο Θεός να τον στείλη τον προφήτην Ηλίαν, να διδάξη όλον τον κόσμον, και ύστερα να έλθη ο αντίχριστος. Και θέλη θανατώση τον προφήτην Ηλίαν, και τότε θέλει να χαλάση όλος ο κόσμος. Και εξετάζοντας, αδελφοί μου, και ερυνόντας τας Γραφάς και το άγιον Ευαγγ΄λειον ευρίσκομεν πως προφήτης Ηλίας ήλθεν, και ο αντίχριστος ήλθεν και εθανάτωσε τον προφήτην Ηλίαν, και τώρα δεν καρτερούμεν μήτε προφήτην Ηλίαν μήτα αντίχριστον. Ο αντίχριστος είνε ο ένας ο Πάπας και ο έτερος είνε αυτός οπού είνε εις το κεφάλι μας, χωρίς να ειπώ το όνομά του, το καταλμβάνετε, μα λυπηρόν είνε να σας το ειπώ, διότι αυτοί οι αντίχριστοι είνε εις την απώλειαν, καθώς το έχουν. Ημείς εγκράτεια, αυτοί απώλεια. Ημείς νηστεία, αυτοί πολυφαγία. Ημείς παρθενία, αυτοί πορνεία. Ημείς δικαιοσύνη, αυτοί αδικωσύνη.
Τα σημεία των καιρών
Όμως η Γραφή μας λέγει να το ειπώ: Σήμερον αύριον καρτερούμεν πείνες, δίψες, πανούκλες λοιμικές. Θανατικά μεγάλα, να μη προφθάσουν οι ζωντανοί να θάψουν τους νεκρούς. Σήμερν αύριον καρτερούμεν σεισμούς, πολέμους και ακαταστασίες. Και θέλουν πέσει όλα τα βουνά κάτω και όλος ο κόσμος να αποθάνουν. την συνέχεια εδώ·
Δευτέρα Παρουσία και Κρίσις
Και τότε θα λάμψει ο πανάγιος Σταυρός εις τον ουρανόν τρεις φορές περισσότερον από τον ήλιον. Και θέλει λάμψει ο πανάγαθος Θεός, ο γλυκύτατος Ιησούς Χριστός, χίλια μεράδια λαμπρότερος από τον ήλιον, και να ναστήση όλον τον κόσμον, τις ψυχές και τα σώματα, και να είμαστε όλοι εις μίαν ηλικίαν, τριαντατριών χρόνων ηλικίαν. Και θέλει είνε όλα τα πρόσωπα από τους δικαίους λαμπρά και εύμορφα ωσάν τον ήλιον και τους Αγγέλους, και οι αμαρτωλοί θέλουν είνε μαύρα τα πρόσωπα ωσάν αράπικα και ακόμα ασχημότερα. Και τους δικαίους θέλει τους φωνάξει με μίαν μεγάλην γλυκείαν και πολλά ηγαπημένη φωνήν, ωσάν πατέρας οπού να έχη έναν υιόν μόνον πολλά ηγαπημένον. Και τους αμαρτωλούς ωσάν κριτής φοβερός με κάκητα θέλει τους διώξει από το πρόσωπόν του. Και θέλει ανοίξει ο Κύριος έναν πύρινον ποταμόν ωσάν θάλασσαν, να φλογίση τους ασεβείς και αμρτωλούς και να καίγωνται μέσα παντοτε. Και τότε θέλει ειπή τους ευσεβείς χριστιανούς, τους δικαίους: Ελάτε, παιδιά μου, να σεβήτε εις τον παράδεισον, να χαίρεσθε και να ευφραίνεσθε αντάμα με τους αγγέλους, ότι πολλά κακά εβαστάξατε δια την ιδικήν αγάπην.
Και τώρα ημείς τι να είμαστε τάχα, αμαρτωλοί ή δίκαιοι; Ει μεν και είμαστε δίακιοι, καλότυχοι και τρισμακάριοι. Και ανίσως είμαστε αμαρτωλοί, πρέπει τώρα, οπού έχομεν καιρόν, να μετανοήσωμεν, να διαρθωθώμεν.
Η δύναμις της νοεράς προσευχής
Τώρα σας λέγω να κάμητε τούτο. Να πάρετε όλοι από ένα κομπολόγιον, και το κομπολόγιον σας να έχη τριανταριά σπυριά, και να προσεύχεσθε. Να λέγητε: «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ και Λόγε του Θεού του ζώντος, δια της Θεοτόκου και πάντων σου των Αγίων ελέησόν με τον αμαρτωλόν και αν΄ξιον δούλον σου». Μέσα εις το «Κύριε Ιησού Χριστέ», αδελφοί μου, τι θεωρεί; Θεωρεί η Αγία Τριάς, ο Θεός μας, η ένσαρκος οικονομία του Χριστού μας. Και πάντες οι Άγιοι με τον Σταυρόν και με το «Κύριε Ιησού Χριστέ» επήγαν εις τον παράδεισον. Και όποιος λέγει αυτόν τον λόγον και κάμνει και τον Σταυρόν του, κάν άνδρας, κάν γυναίκα, ευλογεί τον ουρανόν, την γην, την θάλασσαν. Με τον Σταυρόν και με το «Κύριε Ιησού Χριστέ» ιατρεύονται κάθε αρρώστειες. Με τον Σταυρόν και με το «Κύριε Ιησού Χριστέ» οι απόστολοι αναστούσαν νεκρούς και ιάτρευαν πάσαν ασθένειαν. Με τον Σταυρόν και με το «Κύριε Ιησού Χριστέ» αποστωμώνει ο άνθρωπος κάθε αιρετικόν. Με τον Σταυρόν και με το «Κύριε Ιησού Χριστέ» αγιάζει ο άνθρωπος και πηγαίνει εις τον παράδεισον, να χαίρεται και να ευφραίνεται ωσάν οι Άγγελοι.
Και ακούσατε τι κάμνει ο τίμιος Σταυρός. Εις την Αίγυπτον ήτο ένας βασιλέας κλπ…
_______
________
Το σημείον του Σταυρού και η σημασία του (την συνέχεια εδώ)
Και ο Σταυρός, αδελφοί μου, πώς είνε, μάθετε: Όταν βάνωμεν το χέρι μας εις το κεφάλι, φανερώνει ο Θεός, οπού ήτον εις τον ουρανόν και όταν το βάλωμεν εις τον ομφαλόν, φανερώνει πως εκατέβη εις την γην και εσαρκώθη και όταν το βάνωμεν εις το δεξιό9ν μέρος άνωθεν του βυζίου, φανερώνει πως είνε δίκαιος και αθάνατος και πως θέλει βάλει τους δικαίους εις τα δεξιά του μέρη και όταν το βάλωμεν εις το ζερβόν μέρος, φανερώνει πως θέλει κρίνει όλα τα έθνη και θέλουν στέκονται εις το ζερβιόν του μέρος και να τους βάλει εις την κόλασιν.
Παντού ο Σταυρός
Ο τίμιος Σταυρός, αδελφοί μου, είνε αύλαξ όλης της γης. Ο τίμιος Σταυρός αγιάζει όλα τα πέρατα, όλα τα θεία και άγια των εκκλησιών. Ο Σταυρός αγιάζει την θείαν Ακολουθίαν. Ο Σταυρός αγιάζει τους αγίους. Ο Σταυρός αγιάζει και στερεώνει την Βάπτισιν. Ο Σταυρός ευλογεί τα ανδρόγυνα. Ο Σταυρός κυνηγά τους δάιμονας και φεύγουσιν ωσάν από την αστραπήν. Ο Σταυρός είνε όπλον φωτεινόν και όποιος τον κάμνει, τον φωτίζει και τον αγιάζει εκείνον τον άνθρωπον, και είνε ωσάν δίστομον σπαθίον, και δεν ζυγώνουν σιμά οι δάιμονες να παρακινούν τους ανθρώπους δια να κάμωσιν αμαρτήματα. Και όπου κινήση να πηγάινει ο άνθρωπος, πρώτον να κάμη τον Σταυρόν και να λέγει το «Κύριε Ιησού Χριστέ». Ή εις το παζάρι κινάς ή εις το χωράφι ή εις το αμπέλι ή όταν φάγης ψωμί ή όταν πίνης κρασί ή νερόν ή οπωρικόν ή όταν κοιμηθής, να προσκυνήσης τον Θεόν, να σταυρώνης και το σώμα σου, και ύστερον να πλαγίασης. Να κοιμηθής, και θέλεις σηκωθής το πρωί γερός και χαρούμενος. Όθεν, αδελφοί μου, εκαταλάβετε και το ηξεύρετε όλοι σας.
Τέσσερα αναγκαία: Εξομολόγησις,, αγάπη, εκκλησιασμός, ελεημοσύνη
Εδώ, παιδιά μου, οπού ήλθα εις την ευλογημένη σας χώραν, έχω χαράν, έχω και λύπην. Έρχονται οι χριστιανοί κατά μόνας ο καθένας να ειπή το παράποινόν του, και δεν δύνανται ένας δούλος να δουλεύει δύο αφεντάδες, και τους διόχνω και η καρδιά μου κόπτεται, ωσάν ένας άνθρωπος οπού έχει ένα παιδί μόνον και έχει γνώσιν και φρονιμάδαν και είνε άρρωστον και δεν το δέχεται η στρώσις, αλλ’ όμως κρούγεται δια να ξεψυχήση, και δεν δίναται να ομιλήση, έτσι κι εγώ, αδελφοί μου, δεν δύναμαι να σας εξομολογήσω όλους από έναν έναν. Όμως να σας εξομολογήσω παρησία. Να πάρετε τέσσαρες τρίχας από το κεφάλιν μου, και εγώ να πάρω τα αμαρτήματά σας και εσείς να εξειγήσετε τα τέσσαρα νοήματα οπού σας λέγω και να μάθετε. Και να σας τα ειπώ πρώτον, να εύρητε πνευματικόν πρακτικόν και καλόν, να εξομολογηθήτε, να πλυθή η βρώμα και τα αμαρτήματά από το σώμα σας. Δεύτερον, να έχητε αγάπην και να μην προδίνεσθε εις κρίσεις των Αγαρηνών και ζημιώνεσθε. Τρίτον, να προσκυνάτε τον Θεόν και να μη χωρισθήτε από την Εκκλησίαν, να βάνητε τους ιερείς να λειτουργούν εις την εκκλησίαν κάθε ημέραν, δια να ευλογήτε η χώρα σας και να συγχωρούνται τα αμαρτήματά σας και να δώση ο Χριστός κάθε υγείαν και καλήν προκοπήν.
Πως πρέπει να είνε οι ιερείς
Και οι ιερείς πρέπει να μην πεισμώνουσι, να μη δέχωνται κατάκρισιν, να μη βάνουσιν σκάνδαλα, να μη γίνωνται μάρτυρες εις κάθε πράγμα, γκοτζαμπάσηδες, να μη γίνωνται καπεταναραίοι, να μη γίνωνται χασάπηδες, να μη γίνωνται παραγματευτάδες, να μη γίνωνται κομιρικαραίοι. Διότι αυτοί παρακαλούν δια τας ψυχάς σας, σας βαπτίζουν, σας κοινωνούν, σας θυμιάζουν, σας ευαγγελίζουν, σας αντιδωρίζουν, σας αρραβωνίζουν, σας στεφανώνουν, σας αγιάζουν μα Αγιασμούς, με Ευχέλαια, με Παρακλήσεις, με ευχάς, σας υψώνουν. Ασθενείτε; Σας διαβάζουν. Αυτοί έχουσι τα βάρη. Χαράτζι να μη τους ρίξετε και βαρύ χρέος. Και αυτοί να έινε ταπινοί, φρόνιμοι, να μη αφορίζουν, να μη οργίζωνται, να μη καταρίζωνται, να μην έχουν έχθραν, να μη μεθούσι, να είνε λαμπροί ωσάν ακτίνες του ηλίου.
Διάφοραι συμβουλαί
Και να έχετε αγάπην ένας τον άλλον, πλούσιοι και πτωχοί. Και εις ξένην κρίσιν να μη κριθήτε και προδοθήτε εις κρίσεις Τούρκων. Ότι δώδεκα χρόνους να μένη ακοινώνητος ο προδότης. Και αν σου πταίση ο αδελφός σου ή άλλος χριστιανός, πήγαινέ τον εις τον δεσπότην και μη τον πηγαίνεις εις κρίσιν των Τούρκων, ότι μεγάλην αμαρτίαν έχεις και θέλεις κολασθή αιώνια και να μην τον αδέχουνται εις την εκκλησίαν οι αδελφοί, ότι επήγε εξωτερικά και δεν επήγε νομικά. Ακόμα τις Κυριακές να δουλέψητε ολότελα. Μήτε να πωλήσετε μήτε να αγοράσητε ούτε χωράφι, ούτε αμπέλι να κοιτάζετε μήτε να φωκαλίζετε τα αχούρια σας. Μονάχα να διαβάζητε βιβλία, να μαθαίνετε το καλόν και το τέλος της ζωής μας, ότι όλοι θέλομεν αποθάνει καθώς το βλέπομεν καθ’ εκάστην. Και όσον βίον έχομεν, αδέλφια και αδελφές μου, εδώ εις την γην θέλει αποομείνει. Μονάχα όση ελεημοσύνη εδώσατε, αυτό θέλετε έχει βοήθειαν εις την ψυχήν σας και ότι εδώσατε των πτωχών δι’ αγάπην του Θεού, και θέλετε να λάβετε το ένα εκατόν παρά του Χριστού. Η ελεημοσύνη, η αγάπη και η νηστεία αγιάζει τον άνθρωπον, τον πλουτίζει και σωματικά και ψυχικά, και έχει αγαθόν τέλος, το σώμα και η ψυχή γίνεται αγία. Και αφήσατε την υπερηφάνειαν και κάμετε ταπεινοσύνην. Μη βάνετε εις την κεφαλήν σας ασήμια και μαλάματα και κοκκινα και κίτρινα μανδήλια, αμή άσπρα μανδύλια και νέες και γερόντισσες, και αρχοντισσες και πτωχές.
Η ελεημοσύνη.
Η φιλοξενία του πατριάρχου Αβραάμ
Και το τέταρτον νόημα είνε να δίδετε ελεημοσύνην εις τους πτωχούς και να παρηγοράτε τους ξένους και να τους δίνετε ψωμί να τρώγουσιν και να γευματίζουν και από κανένα κομμάτι ψωμί και να πηγαίνουσιν εις την ώραν καλήν τους.
Διότι ακούομεν, αδελφοί μου, οπού λέγει η Παλαιά Διαθήκη, ότι ο πατριάρχης Αβραάμ δεν είχεν υιόν δια να κληρονομήση τον βιόν του, και είχε παράπονον πολύ. Και τι κάμνει ο ευλογημένος; Βάνει και κτίζει ένα σπίτι και ανοίγει τρείς θύρας και έβαλε ψωμάν και εζήμωνεν, και όσοι άνθρωποι εδιάβαινον, όλους τους εφίλευεν. Και είχε συνήθειαν, κάθε ημέραν, αν ίσως δεν επήγαινεν ξένος να φάγη ψωμί, μήτε ο Αβραάμ δεν έτρωγεν. Και όσον έδιδε την ελεημοσύνην περισσότερον αβγάτιζεν ο βιός του. Ο διάβολος, οπού φθονεί πάντοτε, τι κάμνει ο τρισκατάρατος; Πηγαίνει και σχηματίζεται ωσάν ζήτουλας εις τις στράτες οπού επηγαιναν οι άνθρωποι εις το σπίτι του Αβραάμ, κσι όποιος επήγαινε, του έλεγεν ο διάβολος: Που πηγαίνεις αδελφέ; Εκείος έλεγε την αλήθειαν, και τον εμπόδιζε ο διάβολος. Έλεγεν: Εγώ είμαι ένας πτωχός, και άκουσα πως εδώ εις την χώραν Μαμβρήν είνε ένας μέγας άνθρωπος, Αβραάμ το όνομά του, και με είπαν δίδει ελεημοσύνη και είνε φιλόξενος πολύ. Και ήλθα και εγώ ο δύστηνος να με κηβερνήση τίποτας, και η τύχη μου, το κακόν ριζικό μου, δεν επρόφθασε να μου δώση και εμένα. Επήγα σήμερα εις το σπίτι του Αβραάμ και εζήτησα κομμάτι ψωμί, και από πολλήν ελεημοσύνην οπού έδιδεν ο καημένος, επτώχευσεν πολύ, και μήτε ψωμί τον έλαχεν μήτε στάμνα με νερόν και ήτον ο άνθρωπος θυμωμένος από την πολλήν πτωχείαν οπού τον ήλθεν, και εσηκώθη επάνω και με εξύλησεν τόσον, οπού εμαζώχθηκεν όλος ο μαχαλάς, οι άνθρωποι, και με εγλύτωσαν και είμαι άρρωστος από τον δαρμόν, και μη πάτε κανένας. Και ακούοντας οι άνθρωποι δεν επήγαν κανένας τρεις ημέρας. Και ο Αβραάμ δεν έφαγε τρεις ημέρας μήτε ψωμί μήτε νερό έπιεν αυτός και η Σάρρα, διατί ελυπούνταν πως έγινεν αυτό, και δεν επήγαινεν κανένας άνθρωπος να φάγη ψωμί και προσκυνούσαν με όλην την καρδιάν τους και έλεγον: Πιστεύομεν εις ένα Θεόν Πατέρα, οπού έκαμες τον ουρανόν, την γην, την θάλασσαν, τον ήλιον, τα άστρα και κυβερνάς όλα τα στοιχεία, τα όσα βλέπουν τα ομμάτιά μας, και τα όσα δεν βλέπομεν, και ορίζεις και τοις ψυχές από τους ανθρώπους. Παρακαλούμεν σε, Θεέ μας, να μας αφήσης υστερημένους, αλλά πρόσταξε ανθρώπους, να έλθουν εις το οσπίτιόν μας, να τους φιλεύσωμεν και να τους δίδωμεν και ελεημοσύνην, δια να το εύρωμεν εις τον ουρανόν, ότι είμαστε άτεκμοι, και θα μαλώνουσι οι συγγενείς μας και οι γείτονές μας. Αυτά έλεγεν ο ευλογημένος Αβρα΄΄αμ και η Σάρρα. Και ω του θαύματος! Ο Θεός, οπού αγαπά τον αγαπώντα αυτόν και δεν τον αφήνει λυπημένον, τι κάμνει; Καθώς εκαθόνταν ο Αβραάμ έμπροσθεν εις την θύραν και η Σάρρα εις την άλλην θύραν και εκοίταζον ίσως περάση τινάς και τον κράξουν να φάγη ψωμί δια να φάγωσιν και αυτοί, και βλέπουσι τρεις νέους πολύ ωραίους, οπού έρχονταν προς αυτούς, και εισάβησαν μέσα εις τον οίκον από τας τρεις θύρας, και μέσα ένας εφαινόνταν, και από την πολλήν τους χαράν είπον αναμεταξύ τους : Ακόμα μας αγαπά ο Θεός, και ας σφάξωμεν το καλλιώτερον και παχύτερον μοσχάρι. Και ευθύς το έσφαξαν και το έβαλαν μέσα εις τον φούρνον να ψηθή, και η μάνα του μόσχου ερχόταν ολόγυρα τον φούρνον και εφώναζε, και μετ’ ολίγον έπαυσε, η μόσχα, και βλέπουν εβύζενεν ο μόσχος. Κοιτάζουν μέσα εις τον φούρνον το αγείον, και ήτο γεμάτον φαγητόν και εθαύασαν. Και επήγεν ο Αβραάμ να ομιλήση με τους νέους, και ομιλώντας τω είπον οι νέοι: Από τώρα και κάθε όλον χαρά θέλεις έχει, Αβραάμ, και θέλεις γεννήσει υιόν, τον Ισαάκ. Και επήγε να ετοιμάση τράπεζαν, δια να τους φιλεύση, και γυρίζοντας δεν τους ηύρεν και εστοχάσθηκεν, ότι ο Θεός εφάνη, και ασπάζονταν και καταφιλούσε τον τόπον, οπού εκάθονταν οι νέοι, και ήτον η Τριάς, ο Θεός.
Βλέπετε και ακούετε, αδελφοί μου, το θαύμα και ακούετε έως την σήμερον. Ομοίως να κάμετε και εσείς, αδελφοί μου, αν θέλετε να έλθη ο Θεός εις τα σπίτια σας και να αβγατίζει ο βιός σας.
Μη χωρίζεσθε από τον Χριστόν και την Εκκλησίαν
Από τον Χριστόν μη χωρίζεσθε και από την Εκκλησίαν. Ακούτε τον ιερέα οπού σημαίνει; Ευθύς να σηκώνεσθε, να νίπτεσθε, και να πηγαίνετε εις την εκκλησίαν, να ακούετε την Ακολουθίαν με προσοχήν. Ομοίως και την θείαν Λειτουργίαν. Και να ερμηνεύετε τα παιδία σας, όσον και δύνασθε, να μη αμαρτήσουσιν, να πηγαίνουσιν εις την εκκλησίαν, να ευλογούνται, δια να ζήσουν και να προκόψουν.
Και όποιος αδελφός, αδελφοί μου, ακούση το σήμαντρον και οκνεύει να πηγαίνει εις την εκκλησίαν, θέλει πνιγή από τις αμαρτίες καθώς επνίγησαν και εις τον κατακλυσμόν. Ακόμη μάθετε, αδελφοί μου, ο Νώε, αφού έκαμε την κιβωτόν και εμαζώχθηκαν όλα τα ζώα μέσα, το ταχύ άνοιγεν την κυβωτόν και πήγαιναν και έβοσκαν, και το εσπέρας βαρούσε το σήμαντρον και όλα εμαζώνονταν εις την κιβωτόν και από τότε εβγήκε ο σήμαντρος και σημα΄νουσιν οι ιερείς. Ο σήμαντρος σημαίνει σημαίαν των ανθρώπων, ο ιερεύς κήρυκας της κιβωτού, κιβωτός είνε η αγία Εκκλησία μας και όσοι αδελφοί σέβουν μέσα εις την Εκκλησίαν, θέλουν πνιγούν από τα σφάλματά τους.
Η αγία Εκκλησία είνε ωσάν η μάνα. Όταν σφάλλη ο υιός της, τον μαλώνει, και πάλιν τον συμπαθά. Η αγία μας Εκκλησία είνε μια πηγή, και ποτίζει όλους τους διψασμένους και πρέπει κάθε ημέραν να λειτουργούν οι ιερείς, δια να ευλογεί ο Χριστός τους ανθρώπους και να φυλάγη την χώραν από πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν, δια να ευλογήση ο Θεός την χώραν σας, τα χωράφια σας, τα αμπέλια σας, τον τόπον σας και όλα τα έργα των χεριών σας.
Συγκινητική αποστροφή του λόγου του Αγίου προς όλους
Και να παρακαλήτε όλοι, μικροί και μεγάλοι, να ζουν πολύν καιρόν οι προεστοί της χώρας σας, να τους φωτίση ο Θεός να σας κοιτάζουν καλά, ότι ο προεστώς είνε ωσάν πατέρας και να τιμάτε τους ιερείς σας και τους άνδρες σας, οι άνδρες να έχετε αγάπην με τις γυναίκες σας και τις μάνες σας, και αι νύμφες βα τιμάτε τους πενθερούς σας και πενθερές σας, και με αυτήν την ευλάβειαν θέλετε φάγει όλα τα αγαθά της γης όσον ζήσετε εις την γην την πρόσκαιρην και ολίγην ζωήν, και εις την αιώνιον ζωήν θέλετε κερδίσει όλα τα αγαθά του παραδείσου. Και να μην παραδίνεσθε, να μην καργιέσθε, να μην αναθεματίζετσθε, και να έχω την ευχήν σας, αδελφοί μου, και συγχωρείτε με και ο Θεός συγχωρέση και εσάς και να μας αξιώση να απολαύσωμεν όλοι ομού τον παράδεισον, να χαρούμεν όλοι μαζί με τους αγίους Αγγέλους και πάντας τους Αγίους. Αμήν.
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.