Η ΑΛΗΘΕΙΑ
Χριστιανικον Φυλλαδιον (Κατοχής) – Κοζάνη, τη 4 Mαρτίου 1944. Αριθμ. Φυλ. 1
+Η ΑΛΗΘΕΙΑ+
– «Υπέρ πάντα νικά η αλήθεια. Μένει και ισχύει εις τον αιώνα και ζη και κρατεί εις τον αιώνα του αιώνος» (Παλαιά Διαθήκη).
– «Εγώ εις τούτο γεγέννημαι και εις τούτο ελήλυθα εις τον κόσμον, ίνα μαρτυρήσω τη αληθεία. Πας ο ών εκ της αληθείας ακούει μου της φωνής» (ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ).
Δ ι ε υ θ υ ν τ ή ς – Α ρ χ ι μ . Α υ γ ο υ σ τ ί ν ο ς Ν . Κ α ν τ ι ώ τ η ς – Ι ε ρ ο κ ή ρ υ ξ
ΑΛΗΘΕΙΑ
Η ανθρώπινη ψυχή διψά την αλήθειαν. Είναι έμφυτος η δίψα αυτή, βαθειά ριζωμένη μέσα μας. Είναι τόσον βαθειά, ώστε ο άνθρωπος ζητών και ερευνών να εύρη την αλήθειαν παραμερίζει άλλας φυσικάς, επιτακτικάς ανάγκας που έχει το σώμα. Λησμονεί την τροφήν, τον ύπνον, την ανάπαυσιν και άϋπνος πιέζει τον εαυτόν του, εντείνει τας διανοητικάς του δυνάμεις, αγωνίζεται να πλησιάσει να κατακτήσει την αλήθειαν. Και όταν την εύρει ή νομίσει ότι την εύρε, ώ! τότε ποίος ημπορεί να περιγράψει την χαράν του; Σαν άλλος Αρχιμήδης γεμάτος χαρά είναι έτοιμος και αυτός να φωνάξει: Εύρον! Εύρον!
Αλλά η αλήθεια, όπως λέγει αρχαίον λόγιον, είναι δυσθήρατος, δηλαδή δύσκολα ανακαλύπτεται και συλλαμβάνεται. Η φωλεά της είναι κτισμένη εις το πανύψηλον της αρετής Όρος. Τις δύναται να αναβεί; Εμπόδια φράσσουν την άνοδον, πυκνή ομίχλη σκεπάζει πολλάκις τας υπωρείας του Όρους, αυτοχειροτόνητοι οδηγοί παραπλανούν τους ερευνητάς. Τα μονοπάτια είναι πολλά και η μυστική οδός που οδηγεί εις την κορυφήν της αληθείας είναι κρυμμένη από τους πολλούς. Δι’ αυτό ο άνθρωπος μόνος του ερευνών να λύσει τα ύψιστα προβλήματα περί Θεού, περί ανθρώπου, περί άλλης ζωής πέραν του τάφου, περιέπεσε και περιπίπτει εις λαβύρινθον αλληλοσυγκρουομένων γνωμών, θεωριών και υποθέσεων, ώστε ο μελετών την ιστορίαν της φιλοσοφίας αναγκάζεται πολλάκις να συμφωνήσει με την γνώμην εκείνου του σοφού, όστις είπεν ότι η ιστορία της φιλοσοφίας δεν είναι τίποτε άλλο παρά ιστορία των πλανών του ανθρωπίνου πνεύματος. Και εάν ακόμη παραδεχθώμεν ότι από την κοπώδη αυτήν έρευναν ευρίσκει ο άνθρωπος κάτι – τι, το κάτι αυτό το μεγαλοποιεί τόσον πολύ, ώστε ενώ, όπως λέγει ο Νεύτων, αυτό που εύρε είναι ένα κογχύλιον αλιευμένο από τον αχανή της αληθείας ωκεανόν, ο υπερήφανος άνθρωπος το θεωρεί ότι είναι ολόκληρος αλήθεια, που θα σαρώσει όλα τα ψεύδη. Αλλά δεν περνά πολύς χρόνος και νέα θεωρία υποστηριζομένη από άλλους έρχεται να ενταφιάσει την προηγουμένην, ίνα και αυτή η νέα μετ’ ολίγον γίνει παλαιά και αφού λάμψει ως προσωρινόν μετέωρον εις τον ορίζοντα των ιδεών, ενταφιασθεί αδόξως κάτω από τα ερείπια των ανθρωπίνων θεωριών, οι δε οπαδοί της Ύλης και Πυρρωνικής φιλοσοφίας που αμφιβάλλουν εάν υπάρχει αλήθεια, εάν είναι δυνατόν να ευρεθεί η αλήθεια θα είναι έτοιμοι με το στόμα ενός Ποντίου Πιλάτου να κινήσουν χλευαστικώς την κεφαλήν των και να επαναλάβουν την ερώτησιν: «Τι εστίν αλήθεια;»
Τι εστίν αλήθεια; Εις το ερώτημα αυτό της ανθρωπότητος ήλθε ν’ απαντήσει ο Ιησούς Χριστός. Και εάν κατά την ώραν της Δίκης Του δεν απήντησεν εις τον Πιλάτον, δι ούς λόγους γνωρίζει Εκείνος, απήντησε όμως μυριάκις εις την ζωήν Του. Απήντησε ο Ιησούς με τα θαύματά Του των οποίων ζωηράν εικόνα μας δίδουν οι ιεροί Ευαγγελισταί. Απήντησεν με την διδασκαλίαν Του, η οποία παρ’ όλα τα πλήγματα των ψευδοφιλοσόφων και των ψευδοεπιστημόνων εξακολουθεί να λάμπει ως ο ήλιος και να ελκύει ολοέν ζωηρότερον από γενεάς εις γενεάν το ενδιαφέρον των ευγενών ψυχών. Απήντησε με την Αγίαν Του ζωήν, ζωήν αφθάστου αγιότητος, ενώπιον της οποίας αποκαλύπτονται και οι εχθροί Του, οι σταυρωταί Του. Και δι’ αυτό ο Ιησούς έχων συνείδησιν της μοναδικής Του αποστολής εν τω κόσμω, γνωρίζων πόθεν έρχεται και που υπάγει, Θεός άμα και άνθρωπος, Θεάνθρωπος, απευθύνεται προς όλους που διψούν την αλήθειαν και λέγει, χωρίς να υπάρχει ο κίνδυνος κανείς να τον διαψεύσει: «ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ».
Νέοι! Όσοι, ζητούντες την πηγήν, αντί να εύρητε αυτήν, ευρήκατε τέλματα θεωριών, ρυάκια ιδεολογικώς ακάθαρτα, όπου υπάρχουν τα νοσογόνα του ψεύδους μικρόβια: όσοι, αντί να πίνετε το κρυστάλλινο νερό της αλήθειας πίνετε το δηλητήριον, που σας προσφέρει η σημερινή έκφυλος κοινωνία και που εις την αρχήν σας φαίνεται ηδύποτον, αλλά εις το τέλος εγκλείει τον θάνατον: όσοι έχετε δοκιμάσει την απογοήτευσιν, διότι με τα χάπια, που σου έδωκαν οι άνθρωποι δεν ευρήκατε καμμίαν εσωτερικήν γαλήνην, καμμίαν λύσιν εις τα αγωνιώδη της ψυχής ερωτήματα, παραμερίσατε τα εμπόδια, πλησιάσατε. Ιδού πηγή, ο Χριστός. Αυτός είναι ο Δρόμος, που πρέπει όλοι να ακολουθήσωμεν. Αυτός είναι η Αλήθεια, που πρέπει να ακούσωμεν: η Ζωή που αξίζει να ζήσωμεν. Έξω από τον Ιησούν και την αγίαν Του θρησκείαν δεν υπάρχει σωτηρία.
Το μικρόν αυτό φυλλάδιον, που εκδίδουν οι χριστιανοί νέοι της Κοζάνης με τον τίτλον «η αλήθεια» αυτόν τον μοναδικόν σκοπόν έχει: Να προσφέρει ένα μικρόν ποτήριον ανέτος από το αθάνατον εκείνο Νερό της αληθείας, που έφερεν εις τον κόσμον ο Ιησούς Χριστός. Και μία ακόμη ψυχή νέου εάν πρόκειται να δροσισθεί από τα ζωογόνα νάματα του Χριστού και να αισθανθεί ότι δια κάτι ανώτερον εγεννήθη εις τον κόσμον τούτον, ο σκοπός της εκδόσεως του φυλλαδίου θα έχει επιτύχει. Διότι ο κερδίζων μίαν ψυχήν νέου υπέρ της Αληθείας κερδίζει μίαν μάχην διά μίαν καλλιτέραμ ζωήν της αύριον.
Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΕΝΟΣ ΠΙΣΤΟΥ ΚΑΙ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΕΝΟΣ ΑΠΙΣΤΟΥ
Πιστός και άπιστος. Διαφέρουν παντού. Διαφέρουν πρό παντός κατά την ώραν του θανάτου. Τότε παρουσιάζεται όλη η διαφορά που χωρίζει τον ένα από τον άλλον. Διότι ο μέν πιστός αντικρύζει τον θάνατον με ηρεμίαν, την οποίαν τω δίδει η αγαθή συνείδησις: ο θάνατος δι’ αυτόν είναι η γέφυρα, την οποίαν θα διαβεί δια να μεταβεί εις τον Οίκον του Ουρανίου του Πατρός. Ο δε άπιστος και επί τω ακούσματι ακόμη της λέξεως «θάνατος», ανησυχεί, ταράσσεται. Όταν δε πλέον ο θάνατος εμφανισθεί ενώπιόν του και ζητεί απ’ αυτόν να εξοφλήσει το κοινόν χρέος της ανθρωπίνης φύσεως, τότε ο άπιστος υφίσταται ψυχικόν συγκλονισμόν απερίγραπτον: δι’ αυτόν ο θάνατος είναι ένα πήδημα εις την άβυσσον. Και διά να πεισθήτε, ακούσατε πως απέθανεν ένας πιστός και πως ένας άπιστος. Ο πιστός είναι ο άγιος Αμβρόσιος, επίσκοπος Μεδιολάνων ζήσας κατά τον 4ον αιώνα, ο δε άπιστος είναι ο Βολταίρος, ζήσας εν Γαλλία κατά τον 17ον αιώνα.
Ο θάνατος του Αγίου Αμβροσίου. Ο Άγιος Αμβρόσιος είναι ετοιμοθάνατος. Πλησίον της κλίνης του ευρίσκονται τα προσφιλή του πνευματικά τέκνα κλαίουν, και προσεύχονται. Παρακαλούν τον Θεόν να παρατείνει την ζωήν του πνευματικού πατρός των. Ο άγιος Αμβρόσιος βλέπει τα δάκρυά των, ακούει τας προσευχάς των και έχων την γαλήνην του ουρανού εζωγραφισμένην εις το πρόσωπον του απαντά: «Αγαπητά μου πνευματικά τέκνα! Έζησα μεταξύ σας κατά τοιούτον τρόπον, ώστε δεν αισχύνομαι να ζήσω ακόμη. Δεν φοβούμαι όμως και τον θάνατον, διότι έχω αγαθόν Κύριον».
Ο θάνατος του Βολταίρου. Ο Βολταίρος έτη πολλά προ του θανάτου του έλεγε: «Δεν φοβούμαι τον θάνατον. Θα αποθάνω εύθυμος». Αλλά ο ιατρός Τρουσέν, που εγνώριζε καλώς την ζωήν του αθέου τούτου, είπε: «Χωρίς να είμαι προφήτης, δεν θα απατηθώ εάν προείπω ότι ο Βολταίρος δεν θα αποθάνει εύθυμος, καθώς υπόσχεται εις τους οπαδούς του. Κατά την πεποίθησίν μου την τελευταίαν στιγμήν θα δειλιάσει, διότι είναι υποχρεωμένος την ώραν του θανάτου του να παραδώσει βέβαιόν τι δια το αβέβαιον. Να το ενθυμείσθε! Το τέλος του Βολταίρου, εάν διατηρήσει τας αισθήσεις του, θα είναι κάτι τι το πολύ τρομερόν». Ο ιατρός δεν ηπατήθη. Τελευταίας ημέρας της ζωής του ο Βολταίρος ύβριζε και κατηράτο διαρκώς. Συχνά δε εφώναζε ισχυρά από τους πόνους. Το σώμα του έκαιεν εις το πύρ της κολάσεως. Δεν εδέχετο ούτε το ελαφρότερον σκέπασμα και ήτο ολόγυμνος. Την 20ην Μαΐου οι ιατροί Λωρρά και Γιέρρο εισήλθον εις το δωμάτιον του ετοιμοθανάτου. Οι υπηρέται δεν τον υπέφερον και τον είχον εγκαταλείψει. Ο Βολταίρος, όταν επλησίασαν οι ιατροί, ήνοιξε τους οφθαλμούς του και ηκούσθη να λέγει: «Αφήσατέ με να πεθάνω». Κατόπιν ήρχιζε να φωνάζει τόσον άγρια, ώστε όλοι όσοι παρευρίσκοντο εκεί κατετρόμαξαν και ομολογούν ότι ουδέποτε εις την ζωήν των είδον περισσότερον τρομερόν και αποτρόπαιον θάνατον.
Έτσι αποθνήσκουν οι άπιστοι. Πράγματι δι’ εκείνον που δεν πιστεύει εις τον Ιησούν Χριστόν ο θάνατος είναι η υψίστη αγωνία, ενώ δια τους πιστεύοντας εις τον Χριστόν έχει ισχύν ο λόγος της Γραφής: «Και ήκουσα φωνής εκ του ουρανού λεγούσης: γράψον, Μακάριοι οι νεκροί οι εν Κυρίω αποθνήσκοντες απ’ άρτι. Ναι, λέγει το Πνεύμα, ίνα αναπαύσωνται εκ των κόπων αυτών: τα δε έργα αυτών ακολουθεί μετ’ αυτών».
Τ ά ν ε ι ά τ α τ η ς Κ ο ζ ά ν η ς
Ήθελα να εξυμνήσω
την νεότητα κι εγώ,
επερίμενα να εύρω
τον κατάλληλο καιρό.
Τον ευρήκα ψές το βράδυ,
μέσα εις την Εκκλησιά,
του Αγίου Νικολάου,
που ήσαν όλα τα παιδιά.
Στου πατρός του Αυγουστίνου
σάλπισμα το ιερόν,
τρέξανε προθύμως όλα
εις τον Ιερόν Ναόν.
Τα ομίλησε με πόνον,
και με ιερόν παλμόν…
Ξεύρετε ποιος ο σκοπός μου
που σας φώναξα εδώ;
Πριν ή φύγω εκ Κοζάνης,
κάτι έχω να σας πω.
Θα πετώ εις κλάδους θάμνων,
θα φωνάζω πάντα μπρός,
άσμα θάχω δύο λέξεις
η ΕΛΛΑΣ και ο ΧΡΙΣΤΟΣ.
Κι όταν, νέοι μου, θα φύγω
Σιάτιστα ή Γρεβενά,
σεις φροντίστε την Εστία
να εργάζεται καλά.
Η Εστία ειν’ δική σας,
και στο μέλλον και παρόν,
Κοζανίται την πλουτίζουν
Κοζανίται θε να τρών.
Της Εστίας αυτής είναι
η αποστολή μεγάλη
κι ο δεσπότης προεδρίαν
δίδει στον Παπασχάλη.
Τώρα που είσθε όλοι νέοι,
εργασθήτε και εσείς,
για να ευτυχεί καθ’ όλα
η καλή μας η πατρίς.
Η πατρίς σας η Κοζάνη
είναι φάρος φωτεινός
όστις την καλογνωρίσει,
μένει έτσι ενεός.
Βλέπει τις, θαυμάζει όντως.
πλούτον τον πνευματικόν,
πόχει η βιβλιοθήκη
της Κοζάνης εκλεκτόν.
Επιστήμονας μεγάλους
των γραμμάτων σκαπανείς,
έχει βγάλει η Κοζάνη
και σοφούς αρχιερείς.
Στα Σχολεία της διδάξαν
δάσκαλοι επιφανείς
ο Ευγένειος και άλλοι,
ρήτορες της εποχής.
Τέτοια ένδοξη πατρίδα
με ωραίον παρελθόν,
να φυλάξετε, ω νέοι,
ωσάν κόρην οφθαλμών.
Νειάτα μου χαριτωμένα,
είσθε μέλλον της φυλής,
εργασθήτε εν Κυρίω,
ίνα ζήσει η πατρίς. .
Υποχρέωσιν μεγάλην
έχει πας τις εξ υμών,
να προσφέρ’ υπηρεσίαν
στην πατρίδα, στο Κοινόν.
Είσθε επιστρατευμένοι,
από ταύτην την στιγμήν,
της μητρός μας Εκκλησίας
Να ακούτε την φωνήν.
Εθελοντικώς οι πάντες,
στην Εστία δι’ αυτήν,
γράφουν, κοπιάζουν, τρέχουν
δίχως καμμίαν αμοιβήν
Ακόμη δύο λέξεις, νέοι,
σαν πατέρας θα σας πω
ν’ αγαπάτε την αλήθεια,
ν’ αγαπάτε τον Χριστό
Ω Ελλάδα πικραμένη,
σφίξε λίγο την καρδιά.
Μη φοβάσαι όταν έχεις
τέτοια ευγενή παιδιά.
Κοζάνη 7-3-44
Παπασχάλης, πρωθιερεύς.
(ΑΠΟ ΜΙΑ ΖΩΝΤΑΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ Α΄Ο π. Αυγουστίνος Καντιώτης στην Κοζάνη,
Ανδρονίκης Καπλάνογλου -Εκδοση Κοζάνη 2003, σελ.86-91) Βλέπε Νέα Βιβλία
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.