ΤΙΣ Ο ΕΝΟΧΟΣ;
Μεγάλη Παρασκευὴ πρωὶ
ΤΙΣ Ο ΕΝΟΧΟΣ;
«Ἐκεῖ ἐσταύρωσαν αὐτόν» (Λουκ. 23,33)
ΟΣΑ τροπάρια κι ἂν ψάλουν οἱ ψάλτες, ὅσους λόγους κι ἂν ἐκφωνήσουν οἱ ἱεροκήρυκες, ὅσα ποιήματα κι ἂν συνθέσουν οἱ ποιηταί, ὅσες εἰκόνες κι ἂν ζωγραφίσουν οἱ ζωγράφοι, δὲν θὰ μπορέσουν ὅλοι αὐτοὶ μαζὶ νὰ φθάσουν τὸ ὕψος τῆς σημερινῆς ἡμέρας.
Θὰ προσπαθήσω, γονυκλινὴς ἐνώπιον τοῦ Ἐσταυρωμένου, νὰ ὑπενθυμίσω ὡρισμένες ἀλήθειες, ποὺ πρέπει νὰ ἐνθυμούμεθα.
* * *
Ἡ γῆ ἦταν κάποτε, ἀγαπητοί μου, καθαρὴ ἀπὸ κάθε μολυσμὸ ἁμαρτίας, καθαρὴ ἀπὸ αἷμα. Ἀλλ᾽ ἀπ᾽ τὴ στιγμὴ ποὺ ὁ Κάϊν ἐφόνευσε τὸν Ἄβελ, τὸ πρῶτο ἀθῷο αἷμα χύθηκε πάνω της. Ἔκτοτε στὸ αἷμα ἐκεῖνο προσετέθη τὸ αἷμα πολλῶν ἄλλων ἀθῴων θυμάτων. Καὶ τὸ αἷμα αὐτὸ «βοᾷ» πρὸς Κύριον καὶ κάνει τοὺς ἐνόχους νὰ τρέμουν ὅπως ὁ Κάϊν (Γέν. 4,10-11). Σήμερα ἰδίως ἡ γῆ μας ἔχει ποτισθῆ μὲ αἷμα περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλη γενεά. Ἑκατομμύρια Ἄβελ ἔχουν φονευθῆ. Ἡ γῆ ἀναστενάζει…
Ἀλλὰ τώρα ἀφήνω ὅλα τ᾽ ἄλλα ἐγκλήματα γιὰ νὰ προσέξουμε ἕνα μόνο, τὸ πιὸ φρικιαστικὸ καὶ βδελυκτό. Εἶνε θανάτωσις τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἔγινε ἔξω ἀπὸ τὴν Ἰερουσαλήμ, «ἵνα μὴ μιανθῶσιν» (Ἰωάν.18,28) οἱ γραμματεῖς καὶ φαρισαῖοι. Ἐπάνω στὸ μικρὸ λόφο τοῦ Γολγοθᾶ, «ἐκεῖ ἐσταύρωσαν αὐτόν» (Λουκ. 23,33).
Ἕνας ξένος, ποὺ θὰ βρισκόταν στὰ Ἰεροσόλυμα τὴν ἡμέρα ἐκείνη καὶ θὰ ἔβλεπε νὰ σέρνουν τὸν Ἰησοῦ στὶς στενωποὺς δεμένο, νὰ τὸν ὁδηγοῦν στὸν τόπο τῆς ἐκτελέσεως, καὶ μετὰ νὰ τὸν ὑψώνουν ὠχρὸ ἐπὶ τοῦ σταυροῦ, θὰ ρωτοῦσε· Ποιό εἶνε τὸ ἔγκλημά του; «Τί κακὸν ἐποίησεν;» (πρβλ. Ματθ. 27,23· Μᾶρκ. 15,14).
Ἀπαντοῦν οἱ αἰῶνες· Ὁ Χριστὸς δὲν ἔκανε κανένα κακό. Ὑπῆρξε ἡ εὐγενεστέρα ὕπαρξις. Κι αὐτοὶ ἀκόμα οἱ ἐχθροί του στὰ συγγράμματά τους τὸ ὁμολογοῦν. Ἦταν ὁ παρήγορος τῶν θλιμμένων καὶ πονεμένων, ὁ ἰατρὸς τῶν νοσούντων, ὁ μοναδικὸς διδάσκαλος τῆς ἀνθρωπότητος ποὺ παρέδωσε αἰώνια ῥήματα, μιὰ διδασκαλία γιὰ τὴν ὁποία ἕνας ἀπὸ τοὺς φανατικοὺς ἐχθρούς του ἀναγκάστηκε νὰ πῇ· Κι ἂν ἀκόμη στὰ ἄλλα ἄστρα ὑπάρχουν ὄντα, δὲν εἶνε δυνατὸν νὰ ἔχουν θρησκεία ἀνωτέρα ἀπὸ αὐτὴν ποὺ δίδαξε ὁ Ἰησοῦς.
Εἶνε πάντως φυσικό, ὅταν ἀκούγεται κάπου ἔγκλημα, ὅλοι νὰ ζητοῦν νὰ μάθουν ποιός τὸ ἔκανε καὶ οἱ ἀρχὲς νὰ θέλουν νὰ συλλάβουν τοὺς αὐτουργούς. Κ᾽ ἐμεῖς, ποὺ βρισκόμαστε τώρα ἐμπρὸς στὸ φρικτὸ ἔγκλημα νὰ σταυρώνεται ὁ Ἀθῷος τῶν ἀθῴων, ἐρωτοῦμε· Ποιοί λοιπὸν εἶνε οἱ ἔνοχοι τῆς σταυρώσεώς του; Ὅσοι συνετέλεσαν στὸ ἔγκλημα αὐτό, θὰ ἔρθῃ μέρα ποὺ θὰ τρέμουν. Ἂν ὁ Ἀδὰμ καὶ ἡ Εὔα ταράχθηκαν τὸ δειλινὸ ἀκούγοντας τὸ βηματισμὸ τοῦ Θεοῦ στὸν παράδεισο, πόσῳ μᾶλλον αὐτοὶ ἐνώπιον τοῦ παγκοσμίου Κριτοῦ;
Νοερῶς βλέπω στὸ ἑδώλιο τοῦ κατηγορημένου τοὺς συντελεστὰς τῆς σταυρώσεως.
⃝ Βλέπω τοὺς στρατιῶτες, οἱ ὁποῖοι στρατολογημένοι ἀπὸ μακρινὲς χῶρες, βρέθησαν τὴν ἡμέρα ἐκείνη νὰ εἶνε ἐκτελεσταὶ τοῦ ἀπαισίου ἐγκλήματος. Τί θ᾽ ἀπολογηθοῦν; Θὰ προσπαθήσουν νὰ δικαιολογηθοῦν στὸν Κριτή· Κύριε, δὲ σὲ γνωρίζαμε. Ἄξεστοι ἐμεῖς, δὲν καταλαβαίναμε τὴ γλῶσσα τῶν Ἑβραίων. Ἁπλοῖ στρατιῶτες ἤμασταν, διαταγὲς ἐκτελούσαμε. Ἂν ὑπάρχῃ ἕνας ὑπεύθυνος γιὰ τὸ ἔγκλημα, αὐτὸς εἶνε ὁ Πιλᾶτος, ποὺ ὑπέγραψε τὴν καταδίκη…
⃝ Μετὰ ὁ Πιλᾶτος. Ἔλα, Πιλᾶτε, ποὺ ὡς ἡγεμὼν εἶχες στὴν ἐξουσία σου τὴ ζωὴ καὶ τὸ θάνατο τῶν ἀνθρώπων, ἀπολογήσου. Ἡ σύζυγός σου Πρόκλα, σοῦ διεμήνυσε· «Μηδὲν σοὶ καὶ τῷ δικαίῳ ἐκείνῳ· πολλὰ γὰρ ἔπαθον σήμερον κατ᾽ ὄναρ δι᾽ αὐτόν» (Ματθ. 27,19). Καὶ αὐτὸς τρέμοντας θὰ προσπαθήσῃ νὰ ἐπιῤῥίψῃ τὴ εὐθύνη στὸ λαό· Μὲ πίεσαν, φώναζαν συνεχῶς, δὲν μποροῦσα νὰ ὑποφέρω τὴν ὀχλοβοή…
⃝ Τρίτον ὁ λαός. Ἔλα, λαέ, ποὺ εὐεργετήθηκες περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλο λαό, ἀπολογήσου, γιατί ἐφόνευσες τὸν εὐεργέτη σου; Καὶ ὁ ἁπλὸς λαὸς τί θὰ πῇ; Ἐμεῖς δὲ φταῖμε. Σὰν λαὸς παρασυρόμεθα ἀπὸ τοὺς ἡγέτες. Ὑπεύθυνοι γιὰ τὸ ἔγκλημα αὐτὸ εἶνε οἱ ἀρχιερεῖς, οἱ γραμματεῖς, οἱ φαρισαῖοι…
⃝ Τέταρτον οἱ ἀρχιερεῖς καὶ φαρισαῖοι. Ἐλᾶτε λοιπὸν ἐσεῖς, ποὺ κρατούσατε στὰ χέρια μέρα – νύχτα τὸ θεῖο νόμο· ἀπολογηθῆτε γιὰ τὸ ἔγκλημα. Κι αὐτοὶ πῶς νὰ δικαιολογήσουν τὸ φθόνο τους, ποὺ ἦταν τὸ ταπεινὸ ἐλατήριο τοῦ μίσους των; Θὰ δείξουν μὲ τὸ δάχτυλο τὸν Ἰούδα καὶ θὰ ποῦν· Αὐτὸς εἶνε ὁ ἔνοχος· ἐὰν αὐτὸς δὲν χτυποῦσε τὴν πόρτα μας, δὲν μπορούσαμε ἐμεῖς νὰ κάνουμε τὴν σύλληψι…
⃝ Πέμπτον ὁ Ἰούδας. Τί ν᾽ ἀπολογηθῇ αὐτὸς τώρα; Θὰ στέκῃ ὠχρός, κίτρινος σὰν τὰ νομίσματα, ἀμίλητος, καὶ μὴ ἔχοντας ἄλλη δικαιολογία θὰ δείχνῃ ἐκεῖνον ποὺ εἶνε ὁ ὑποβολεὺς ὅλων τῶν ἐγκλημάτων, τὸν διάβολο. Διότι ὁ διάβολος εἶχε εἰσέλθει «εἰς τὴν καρδίαν Ἰούδα» (Ἰωάν. 13,2).
Αὐτοὶ εἶνε οἱ φυσικοὶ καὶ ἠθικοὶ αὐτουργοὶ τοῦ ἐγκλήματος. Ἀλλ᾽ ὄχι αὐτοί, καὶ διπλάσιοι καὶ τριπλάσιοι ἂν ἦταν, δὲν θὰ μποροῦσαν νὰ κάνουν κάτι ἐναντίον τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Λεγεῶνες ἀγγέλων ἦταν ἕτοιμες νὰ διασκορπίσουν ὅλον ἐκεῖνο τὸ συρφετό. Ὁ Ἰησοῦς δὲν σταυρώθηκε ἀπὸ ἀδυναμία, ἐπειδὴ δὲν μποροῦσε νὰ κάνῃ ἀλλιῶς. Παραδόθηκε μόνος του. Βαθυτέρα αἰτία τῆς σταυρώσεώς του δὲν εἶνε αὐτοί. Ἐὰν ἐμβαθύνουμε στὸ μυστήριο, θὰ δοῦμε ὅτι βαθυτέρα αἰτία τοῦ δράματος τοῦ σταυροῦ, εἶνε – ποιός; Εἴμεθα ἐμεῖς, ἀδελφοί μου. Ὁ προφήτης Ἠσαΐας εἶπε· «Οὗτος τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν φέρει καὶ περὶ ἡμῶν ὀδυνᾶται» καὶ «τῷ μώλωπι αὐτοῦ ἡμεῖς ἰάθημεν» (Ἠσ. 53,4-5).
Θὰ ἤθελα νὰ εἶχα τὴν ἱκανότητα νὰ φυτεύσω στὴν καρδιὰ ὅλων, καὶ τοῦ πλέον ἀδιαφόρου, τὴ μεγάλη αὐτὴ ἀλήθεια· «τῷ μώλωπι αὐτοῦ ἡμεῖς ἰάθημεν». Κάθε σταλαγματιὰ τοῦ αἵματός του φτάνει νὰ κάψῃ τὰ ἀγκάθια ὅλου τοῦ κόσμου, νὰ γίνῃ πλυντήριο καὶ Ἰορδάνης ποταμὸς ποὺ πλένει τὰ ἁμαρτήματα τοῦ κόσμου ὅλων τῶν αἰώνων. Τὸ αἷμα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ «καθαρίζει ἡμᾶς ἀπὸ πάσης ἁμαρτίας» (Α΄ Ἰωάν. 1,7). Φτάνει μόνο μιὰ σταλαγματιὰ τοῦ τιμίου αἵματός του, ὅπου πέσῃ, νὰ κάνῃ νὰ φυτρώσουν τὰ ὡραιότερα ἄνθη τῶν ἀρετῶν, νὰ δημιουργήσῃ στὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου τὸν θεῖο ἔρωτα.
Κάποιος ἱεραπόστολος πῆγε στὴν Οὐγκάντα τῆς Ἀφρικῆς καὶ μίλησε στοὺς ἀγρίους γιὰ τὸ μαρτύριο τοῦ Χριστοῦ. Ὅλοι ἔκλαψαν. Μετὰ τὴν ὁμιλία ὁ ἀρχηγὸς τῆς φυλῆς πλησίασε καὶ τὸν ρώτησε· Ὑπάρχουν Χριστιανοὶ στὴν Εὐρώπη ποὺ ἁμαρτάνουν μετὰ τὴ σταύρωσι τοῦ Χριστοῦ;… Μεγάλος λόγος. Εἶνε σὲ συμφωνία μ᾽ ἐκεῖνο ποὺ λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὴν πρὸς Ἑβραίους ἐπιστολή, ὅτι σταυρὸς σημαίνει· ἁμαρτία τέλος! Διαφορετικὰ θὰ κριθοῦν οἱ ἁμαρτίες πρὸ τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς καὶ διαφορετικὰ μετὰ τὴ Μεγάλη Παρασκευή. Αὐτὸς ποὺ ἁμαρτάνει μετὰ τὴ θυσία τοῦ Χριστοῦ, εἶνε σὰν νὰ περιφρονῇ τὸ αἷμα του, σὰν νὰ τὸν ξανασταυρώνῃ (βλ. Ἑβρ. 10,29· 6,6).
* * *
«Ἐκεῖ ἐσταύρωσαν αὐτόν». Ποιοί τὸν σταύρωσαν; Δὲν εἶνε μόνο ἐκεῖνοι οἱ παλαιοὶ σταυρωταί· εἶνε καὶ οἱ ἄλλοι, οἱ σύγχρονοι σταυρωταί. Τοὺς βλέπετε; Ὁ ἕνας κρατεῖ καρφιά, ὁ ἄλλος σπόγγο μὲ ὄξος, ὁ τρίτος λόγχη, ὁ ἄλλος ἀγκάθινο στεφάνι, καὶ προχωροῦν. Ποῦ πᾶνε; Πᾶνε νὰ σταυρώσουν τὸ Χριστό. Ὁ ἕνας παίρνει στὰ χέρια μαχαίρι καὶ φονεύει τὸν ἀδελφό του. Ὁ ἄλλος ὁ μικρὸς σηκώνει τὸ χέρι καὶ χτυπάει τὴ μάνα καὶ τὸν πατέρα. Ὁ ἄλλος μέσα στὰ δικαστήρια παλαμίζει χωρὶς φόβο τὸ Εὐαγγέλιο καὶ παίρνει ψεύτικο ὅρκο. Ὁ ἄλλος ὁ νέος τρέχει στοὺς τόπους τῆς ἀκολασίας καὶ τῆς διαφθορᾶς. Ἄλλος ἀνοίγει τὸ στόμα καὶ βλαστημάει τὰ θεῖα. Ὁ ἄλλος κρατάει μέσα στὴν καρδιά του τὴ χολὴ τοῦ μίσους. Καὶ ὁ ἄλλος τέλος ὑπερηφανεύεται γιὰ μάταια πράγματα…
«Ἐκεῖ ἐσταύρωσαν αὐτόν». Ποῦ; Μέσα στὸ ἐμπορικὸ κατάστημα, ποὺ ὁ ἔμπορος μὲ τὰ ψεύδη του ἀπατᾷ τοὺς ἀφελεῖς. Στὸ δικαστήριο, ὅπου δικαστὴς καὶ ψευδομάρτυρες καὶ δικηγόροι καταδικάζουν τὸν ἀθῷο. Στὸ σχολεῖο, ὅπου ἕνας ἄθεος δάσκαλος καὶ καθηγητὴς ξεῤῥιζώνει μέσα ἀπὸ τὶς καρδιὲς τῶν παιδιῶν τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Ἐσταυρωμένο. Μέσα στὸ σπίτι, ὅπου ὁ πατέρας καὶ ἡ μάνα μπροστὰ στὰ παιδιά τους αἰσχρολογοῦν καὶ αἰσχροπράττουν… Τὸ παράπονο τοῦ Ἰησοῦ δὲν εἶνε ὅτι τὸν σταύρωσαν τότε οἱ Ἑβραῖοι· τὸ παράπονό του εἶνε ὅτι ἡ σταύρωσί του ἐξακολουθεῖ. Χριστιανοί, τὸ καταλάβαμε; μικροὶ καὶ μεγάλοι, ἐμεῖς εἴμεθα οἱ νέοι σταυρωταί του.
Ὦ Χριστέ, συντετριμμένοι ἐμπρὸς στὸ σταυρό σου, πέφτουμε καὶ παρακαλοῦμε· δῶσε μας κατάνυξι, δῶσε μας μετάνοια, δῶσε μας συγχώρησι γιὰ τὶς ἀναρίθμητες φορὲς ποὺ σὲ σταυρώσαμε. «Μνήσθητι ἡμῶν, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκ. 23,42)· ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(ἱ. ναὸς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος Μοσχάτου – Ἀθηνῶν 7-4-1961 πρωί)
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.