Αυγουστίνος Καντιώτης



Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΖΗ ΚΑΙ ΒΑΣΙΛΕΥΕΙ


ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ

Ο ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΚΑΝΤΙΩΤΗΣ

ΠΡΙΝ 2 ΧΡΟΝΙΑ

ХРИСТОС ВАСКРСЕ

ЕПИСКОП О. АВГУСТИН КАНДИОТИС ПРЕ ДВЕ ГОДИНЕ НА ВАСКРС

______________

___________

___________

Κυριακὴ Πάσχα θ. λειτ. (Ἰωάν. 1,1-17)

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΖΗ ΚΑΙ ΒΑΣΙΛΕΥΕΙ

«Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος, καὶ ὁ Λόγος ἦν πρὸς τὸν Θεόν, καὶ Θεὸς ἦν ὁ Λόγος» (Ἰωάν. 1,1)


ΣΥΝΤΟΜΟ, ἀγαπητοί μου, θὰ εἶνε τὸ κήρυ­γμα. Παρὰ τὴν κόπωσι, δὲν πρέπει νὰ γίνεται θεία λειτουργία χωρὶς κήρυγμα.
Τὸ εὐαγγέλιο ποὺ διαβάζεται σήμερα εἶνε τὸ σπουδαιότερο ἀπ᾽ ὅ­λα τὰ εὐαγγέλια τοῦ ἔ­τους. Εἶνε τὸ πιὸ ὑψήγο­ρο, τὸ πιὸ θεολογικό. Εἶνε ὕψος τὰ λόγια «Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος, καὶ ὁ Λόγος ἦν πρὸς τὸν Θεόν, καὶ Θεὸς ἦν ὁ Λόγος» (Ἰωάν. 1,1)! Νὰ τὰ ἑρμηνεύσουμε; Δὲν ἔχου­με οὔτε ἐγὼ εὐφράδεια οὔτε σεῖς ὑπομονὴ γιὰ μία πλήρη ἐξήγησι τοῦ ῥητοῦ αὐτοῦ. Λίγες λέξεις μόνο θὰ ψελλίσουμε ἐπάνω σ᾽ αὐτό.

* * *

Λένε, ὅτι κάποιος βασιλιᾶς τῆς ἀρχαίας ἐπο­­χῆς κάλεσε στὰ ἀνάκτορα ἕνα σοφό. ―Θέλω, λέει, νὰ μοῦ λύσῃς ἕνα πρόβλημα. Μὲ βασανί­ζει τὸ ἐρώτημα τί εἶνε Θεός. ―Δύσκολο αὐ­τό, ἀπαντᾷ ὁ σοφός. Δὲν μπορῶ ν᾽ ἀπαντήσω ἀμέσως. Δῶσε μου προθεσμία τρεῖς μέρες. Τοῦ ἔδωσε προθεσμία. Ἄνοιξε ἐκεῖνος βιβλία καὶ μελέτησε. Ὅταν ἐπέστρεψε λέει· ―Βασιλιᾶ, δὲν μπόρεσα νὰ βρῶ ἀπάν­τησι. Ζητῶ ἄλ­λες τρεῖς μέρες. Πῆρε ἄλλες τρεῖς. Πάλι ὅμως ἴδια ἡ ἀ­πάν­τησι. Ζητάει ἀκόμα τρεῖς μέρες. Ἀλλὰ τελικά, παρ᾽ ὅ­λες τὶς παρατάσεις ποὺ πῆ­ρε, στά­θηκε ἀδύνατο νὰ ἱκανοποιήσῃ τὸ βασιλιᾶ.
Στὸ ἐρώτημα λοιπὸν αὐτό, ποὺ δὲν ἀ­πήν­τη­σε ὁ ἀρχαῖος σοφός, ἀπαντᾷ σήμερα μὲ λίγες λέξεις τὸ εὐαγγέλιο· «Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος, καὶ ὁ Λόγος ἦν πρὸς τὸν Θεόν, καὶ Θεὸς ἦν ὁ Λόγος».
Πῶς θὰ τὸ ἐννοήσουμε τὸ χωρίο αὐτό; Ἂς πετάξουμε μὲ τὴ σκέψι μας στὸ παρελθόν. Δι­ατρέχουμε αἰῶνες καὶ χιλιετίες προχωρών­τας διαρκῶς πρὸς τὰ πίσω. Φθάνουμε σὲ μιὰ ἐ­ποχὴ ποὺ δὲν ὑπῆρχε ἄν­θρωπος. Προχωρών­τας ἀκόμη βρίσκουμε, ἀ­πὸ τὰ ἀπολιθώματα ποὺ ἐξετάζει ἡ γεωλογία, ὅτι δὲν ὑ­πῆρ­χαν οὔτε ζῷα οὔτε πουλιὰ οὔ­­τε δέντρα οὔτε φυτὰ οὔ­τε ἄλλο ἴχνος ζωῆς. Προχωρώντας ἀκόμη θὰ δοῦ­με, ὅτι δὲν ὑπῆρ­­χε θάλασσα, «ἡ δὲ γῆ ἦν ἀ­όρατος καὶ ἀκατασκεύαστος» (Γέν. 1,2). Δὲν ὑ­πῆρχαν πλανῆ­τες, δὲν ὑπῆρ­χε γῆ, ἥλιος, γαλαξίες, κο­­μῆ­­τες, οὔτε τίποτε ἀπὸ ἀστρικὸ σύμπαν. Φθά­νου­­με ἔτσι σὲ ἕνα χρόνο ποὺ δὲν ὑπῆρχε τίποτα.
Τί εἶπα; τίποτα; Βλασφημία! Πῶς δὲν ὑπῆρ­χε τίποτα; Ὑπῆρχε ὁ Θεός, ὁ Λόγος! «Ἐν ἀρ­χῇ ἦν ὁ Λόγος», ἀπ᾽ τὴν ἀρχὴ ὑπῆρχε ὁ Λόγος.
Ὥστε δὲν ὑπῆρξε ἐποχὴ κατὰ τὴν ὁποία νὰ μὴν ὑπάρχῃ ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ, δη­λαδὴ ὁ Χριστός. Ὁ Χριστὸς ὑπῆρχε πάν­το­τε. Εἶνε ἄν­αρχος καὶ μὲ τὸν Πατέρα συνάναρχος· εἶνε ἀΐδιος δηλαδὴ αἰώνιος, καὶ μὲ τὸν Πατέρα συν­α­ΐ­διος δηλαδὴ συναιώνιος. Δύσ­κολα, θὰ πῆτε, εἶν᾽ αὐτά, εἶνε μυστήρια. Ὄντως μεγάλα μυστήρια. Δὲν θὰ τὰ ἀρνηθοῦ­με ὅμως· τὰ δεχόμεθα διὰ τῆς πίστεως.
Ἄλ­λωσ­τε, ὅπως ἔχω πεῖ καὶ ἄλλοτε, ὄχι πλέον τὰ ὑπερφυσικὰ ἀλλὰ κι αὐτὰ τὰ φυσικὰ πρά­γματα κρύβουν μυστήρια. Γεμᾶτος μυστήρια εἶνε ὁ κόσμος. Ὅλοι οἱ ἐπιστημονικοὶ κλάδοι ἔχουν ἄλυτα προβλήματα. Ἡ ἐπιστήμη ἁπλῶς περιγράφει, δὲν ἐξηγεῖ πλήρως, δὲν εἰσ­έρχεται στὰ βαθύ­τερα αἴτια τῶν πρα­γμάτων καὶ τῶν φαινομένων. Τί εἶνε λ.χ. ὁ ἠλεκτρι­σμός; τί εἶνε ὁ μαγνητισμός; τί εἶνε ἡ παγκόσμιος ἕλξις; Ἡ ἐπιστήμη περιγράφει, τί ἀκρι­βῶς ὅμως εἶ­νε δὲν γνωρίζει. Μυστήρια εἶνε ἁπλωμένα παντοῦ στὴ φύσι, καὶ στὰ μικρότερα ἀκόμα. Καὶ ἡ ἐ­λα­χίστη ποσότης τῆς ὕλης, τὸ ἄ­τομο, εἶνε μιὰ μικρογραφία τοῦ σύμ­παντος. Ἀ­ναφέρω ἕνα παράδειγμα. Στὴ ῾Ρώμη συνῆλθε δι­εθνὲς ἰατρικὸ συνέδριο ἀπὸ κο­ρυ­φαίους ἐ­πιστήμονες ποὺ ἀσχολοῦνται μὲ τὴν ἐπάρατο νόσο ποὺ σαρώνει τὴν ἀν­θρωπότη­τα, τὸν καρκίνο. Εἶπαν πολλά. Στὸ τέλος ὁ πρόεδρος συν­όψισε. Γνωρί­ζουμε, λέει, πῶς ἐμφανίζεται, πῶς ἐξελίσσεται ὁ καρκίνος καὶ ποιά εἶνε τὰ συμ­πτώματά του· ἕνα δὲν γνωρίζουμε, τὴν αἰ­τία του, πῶς δημιουργεῖται – πῶς γίνεται. Πῶς ἕ­να ἀ­πὸ τὰ ἑκατομμύρια κύτταρα ποὺ ἔχει τὸ σῶμα – αὐτὸ εἶνε καρκίνος, ἐκεῖ ποὺ λειτουργεῖ ἁρ­μονι­κὰ μὲ τὰ ἄλλα, ξαφνικὰ «τρελλαίνεται», φεύγει ἀπ᾽ τὴν τροχιά του, κι ἀπὸ ᾽κείνη τὴν ὥρα πλέον ἀρχίζει ἡ νόσος.
Παντοῦ λοιπὸν εἶνε τὸ μυστήριο. Καὶ ἐφ᾽ ὅ­σον οἱ ἐπιστήμονες ἀποροῦν γιὰ πράγματα τοῦ ὑλικοῦ κόσμου, πῶς ἐμεῖς νὰ ἐξηγήσουμε τὸ μυστήριο τῶν προσώπων τῆς ἁγίας Τρι­άδος; Ἂς λύσουν αὐτοὶ πρῶτα τὰ μυστήρια ποὺ κρύβουν τὰ φυσικὰ πράγματα, καὶ τότε νὰ ζητοῦν νὰ λύσουμε τὰ ὑπερφυσικὰ πρά­γματα. Ἡ διάνοια τοῦ ἀνθρώπου εἶνε ἕνα μικρὸ κύπελλο· δὲν μπορεῖ νὰ χωρέσῃ τὸν ὠκεανό.

* * *

«Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος, καὶ ὁ Λόγος ἦν πρὸς τὸν Θεόν, καὶ Θεὸς ἦν ὁ Λόγος». Λόγος στὴ γλῶσ­σα τῆς Γραφῆς καὶ τῆς Ἐκ­κλησίας λέγεται ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, διότι γεννᾶ­ται ἀπὸ τὸν Θεὸ Πατέρα ποὺ εἶνε ὁ ὑπέρτατος Νοῦς. Ὁ Νοῦς γεννᾷ τὸν Λόγο, ὁ Πατὴρ γεννᾷ τὸν Υἱό.
Γιὰ νὰ προσεγγίσουμε τὴν ἀλήθεια αὐτή, λέμε τὰ ἑξῆς. Ὁ ἄνθρωπος πλάσθηκε «κατ᾽ εἰ­κόνα» τοῦ Θεοῦ (Γέν. 1,26) καὶ γι᾽ αὐτὸ ὀνομάζεται «εἰκὼν τοῦ Θεοῦ» (Α΄ Κορ. 11,7. Κολ. 3,10). Πῶς εἶνε ὁ ἄν­θρω­πος εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ὡς πρὸς τὸ σῶμα; Ὄχι βεβαίως. Ὁ Θεὸς δὲν ἔ­χει κάτι τὸ ὑλικό, δὲν ἔχει σῶμα, χέρια πόδια αὐτιὰ κ.τ.λ., ὅπως φαν­­τάζονταν τοὺς θεούς των οἱ ἀρχαῖοι πρόγονοί μας. Ὁμιλεῖ κάποτε καὶ ἡ ἁγία Γρα­φὴ ἀν­θρωποειδῶς γιὰ τὸ Θεό, ἀλλὰ μόνο κατὰ συγ­κατάβασιν. Ὁ Θεὸς εἶνε πνεῦμα. Συνεπῶς τὸ ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶνε «εἰκὼν» τοῦ Θεοῦ δὲν ἀ­ναφέρεται στὸ σῶμα ἀλλὰ στὴν ψυχή του· κα­τὰ τὴν ψυχὴ ὁ ἄνθρωπος εἶνε εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Ἄνθρωπος κυρίως δὲν εἶνε τὸ ὁρώμενον, αὐ­τὸ ποὺ φαίνεται· εἶνε τὸ μὴ ὁρώμενον. Τὸ ὁρώμενον εἶνε ὕλη, τὸ μὴ ὁρώμενον εἶνε ἡ ψυχή.
Ὑπάρχει λοιπὸν ἀντιστοιχία. Ὅπως ὁ Θεὸς εἶνε τριαδικός, ἔτσι καὶ ὁ ἄνθρωπος εἶνε στὴν ψυχὴ τριαδικός. Ὁ Θεὸς Πατὴρ εἶνε ὁ ὑπέρτα­­­τος Νοῦς, ποὺ γεννᾷ τὸν Υἱὸ καὶ Λόγο του, καὶ ἐκπορεύει τὸ ἅ­γιο Πνεῦμα· καὶ ὁ ἄνθρωπος ἔχει νοῦ, ἔ­χει λόγο – σκέψι, ἔχει καὶ πνεῦμα.
Σπουδαιότατο δῶρο τοῦ Θεοῦ ἡ σκέψις. Αὐ­τὴ ἀποτελεῖ τὸ μεγαλεῖο τοῦ ἀνθρώπου. Δὲν συναντᾶται στὰ ζῷα οὔτε πουθενὰ ἀλλοῦ· μόνο στὸν ἄνθρωπο. Ὤ ἡ σκέψις, ὁ νοῦς! Βρίσκεσαι τὴν ὥρα αὐτὴ ἐδῶ, κι ἀμέσως πετᾷς σὰν μὲ πύραυλο καὶ βρίσκεσαι στὴν Ἀμερικὴ ἢ ὁπουδήποτε ἀλλοῦ. Ἀναλογισθήκατε πῶς συλλαμβάνει, πῶς γεννᾷ σκέψι ὁ ἄν­θρωπος; Ἡ σκέψις εἶνε ἡ βάσι τῆς ἐπιστήμης· μ᾽ αὐτὴν ἐρευνᾷ τὴ γῆ, ζυγίζει τὰ ἄστρα, ψαύει τοὺς οὐρανούς, ἀνακαλύπτει, δημιουργεῖ.
Ἡ σκέψις κατ᾽ ἀρχὴν εἶνε ἐνδιάθετος – ἐπιτρέψτε μου νὰ σᾶς δυσκολέψω λιγάκι. Τί θὰ πῇ ἐνδιάθετος; Εἶνε κρυμμένη βαθειὰ μέσα στὸν ἄνθρωπο, ἀσύλληπτη. Τί σκέπτεται ὁ κα­­θένας δὲν μποροῦμε νὰ ξέρουμε· μόνο ὁ Θεὸς γνωρίζει. Ἀλλοίμονο ἂν βρεθῇ τρόπος νὰ ἀστυνομεύεται ἡ σκέψις.
Στὴ γλῶσσα τῆς Ἐκκλησίας ἡ σκέψις ὀνομάζεται λόγος, λογικὴ δηλαδή. Ἀλλὰ προσέξτε· ὁ νοῦς γεννάει τὸ λόγο. Πῶς γεννάει; Ὄχι ὅπως γεννοῦν τὰ ζῷα. Ὑπάρχει καὶ ἄλ­λη γέννησις. Ποιά γέννησις; Ὁ νοῦς ―λένε οἱ θε­ολόγοι― γεννάει τὸν ἐνδιάθετο λόγο, τὴ σκέψι. Κι ὅταν ἡ σκέψι ἐκφρασθῇ μὲ τὸ στόμα, τό­τε ὁ ἐν­διάθετος λόγος γίνεται προφορικός. Ἄλλο μυστήριο – καὶ ἀπορῶ πῶς ὑπάρχουν ἄπιστοι. Πῶς μιλᾶμε; Γιά σκεφτῆτε το. Πῶς; Καμμία ἀ­πάντησι ἡ ἐπιστήμη. Προσπαθεῖ μόνο νὰ ἐν­τοπίσῃ στὸν ἐγκέφαλο ὡρισμένα κέντρα ἀ­πὸ τὰ ὁποῖα παράγεται ὁ προφορικὸς λόγος. Ὁ νοῦς μας λοιπὸν γεννάει τὸν ἐνδιάθετο λό­γο, ἐν συνεχείᾳ γεννάει τὸν προφορικὸ λόγο, καὶ τέλος γεννάει καὶ τὸν γραπτὸ λόγο.
Ἀλλὰ ἐδῶ στὸ εὐαγγέλιο ἡ λέξι Λόγος γράφεται μὲ λάμβδα κεφαλαῖο «Λ». Διότι ὁ Λόγος εἶνε Θεός. «Καὶ Θεὸς ἦν ὁ Λόγος». Ὁ Θεὸς – Νοῦς γεννᾷ τὸν Θεὸ Λόγο, ὁ Πατὴρ γεννᾷ τὸν Υἱό. Ἐμπρὸς σ᾽ αὐτὸν τὸν Λόγο ἡ λογικὴ – ἡ σκέψι τοῦ ἀνθρώπου, αὐτὸ τὸ μεγαλούργημα ποὺ εἴπαμε, εἶνε κάτι μικρό, ἀσήμαντο. Μποροῦμε νὰ συλλάβουμε τί εἶνε ὁ Θεὸς Λόγος;
Ὁ Λόγος εἶνε ὁ Χριστός, ποὺ ὑπῆρχε πάν­τοτε. Καὶ ἐπ᾽ αὐτοῦ ἡ Ἐκκλησία ἔδωσε τὴ μάχη ἐναντίον τοῦ Ἀρείου καὶ ἄλλων αἱρετικῶν, ὅπως εἶνε καὶ σήμερα οἱ χιλιασταί.

* * *

Ἂς τὸν πλησιάσουμε, ἀγαπητοί μου, κ᾽ ἐ­μεῖς. Τὸ μεσημέρι θὰ καθήσουμε νὰ φᾶμε, ν᾽ ἀ­­πολαύσουμε τὰ ἀγαθά του. Πόσοι ἔχουμε ἔννοια Θεοῦ; Πολλοὶ οὔτε σταυρὸ κάνουν οὔ­τε ἀναφέρουν τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ.
Ἂς εὐχαριστήσουμε τὸ Θεὸ γιὰ ὅλα τὰ δῶ­ρα του καὶ πρὸ παντὸς γιὰ τὸ ὅτι ἔχουμε τὴ μόνη ἀληθινὴ θρησκεία. Οἱ ἱδρυταὶ τῶν ἄλ­λων θρησκειῶν (Μωάμεθ, Κομφούκιος κ.τ.λ.) εἶνε θνητοί· ἔζησαν ἕνα διάστημα καὶ μετὰ πέθαναν. Ὁ Χριστὸς ζῇ καὶ σήμερα καὶ αὔριο καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Δὲν ὑπάρχει στιγμὴ στὸ ἄπειρο τοῦ χρόνου ποὺ δὲν ὑπῆρ­χε Χριστός. Καὶ διὰ τῆς ἀναστάσεώς του ἀπέδειξε, ὅτι ζῇ καὶ βασιλεύει εἰς τοὺς αἰῶνας.
Αὐτὸν ἑορτάζουμε σήμερα, ἀγαπητοὶ ἀ­δελ­φοί, εἰς δόξαν τῆς ἁγίας Τριάδος· ἀμήν.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

(Ομιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου στον ιερό ναὸ του Ἁγίου Παντελεήμονος Φλωρίνης 22-4-1984 θ. λειτ.)

tagOne Response to “Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΖΗ ΚΑΙ ΒΑΣΙΛΕΥΕΙ”

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.