ΜΗΝΥΜΑΤΑ ΠΟΥ ΠΑΡΑΛΑΒΑΜΕ
Περι πνευματικης αναισθησιας
(Απομαγνητοφωνημένη ομιλία του π. Αθανασίου Μυτιληναίου)
- «Αναισθησία εστὶ νενεκρωμένη αίσθησις, εκ χρονίας νόσου και αμελείας εις αναισθησίαν καταλήξασα» (Άγ. Ιωάννης ο Σιναΐτης, Κλίμαξ.)
- «Οίδα σου τα έργα, ότι όνομα έχεις ότι ζης, και νεκρός ει. γίνου γρηγορών…» (Αποκ. 3,1-2)
Σωματικές αισθήσεις, βλάβες και νέκρωσή τους.
Οι πνευματικές αισθήσεις.
Την συνέχεια εδώ: http://agonasax.blogspot.com/2011/12/blog-post_08.html
ΑΛΛΟ ΤΙ ΘΑ ΑΚΟΥΣΩΜΕ!!!
ΤO EΣTEMENO ΘHΡIO THΣ AΠΟΚΑΛΥΨΕΩΣ
Χρυσό μετάλλιο στον Πάπα από……Ορθοδόξους!
Μέχρι σήμερα ξέραμε ὅτι χρυσὰ μετάλλια ἀπονέμονται σὲ πρόσωπα ποὺ διακρίθηκαν σὲ κάποιον ἡρωϊκὸ ἢ ἀλτρουιστικὸ ἀγώνα ἢ σὲ κάποια ἔρευνα ποὺ ὠφελεῖ γενικότερα τὴν κοινωνία.
Τώρα ὅμως πληροφορούμαστε καὶ γιὰ προσφορὰ χρυσοῦ μεταλλίου στὸν ἡγέτη τῆς παναιρέσεως καὶ τῆς παναμαρτίας, τὸν Πάπα. Στὸ πρόσωπο ποὺ ἐνσαρκώνει σὲ ἀπόλυτο βαθμὸ τὴν ἔπαρση καὶ τὴν ἀπόλυτη κοσμικὴ ἐξουσία. Διαβάστε τὴν εἴδηση (aktines.blogspot.com 7/10/2011) : «Πόλη τοῦ Βατικανοῦ, 5 Ὀκτωβρίου 2011. Σύμφωνα μὲ ρωμαιοκαθολικὰ Μ.Μ.Ε. στὸν Πάπα Βενέδικτο XVI ἀπονεμήθηκε τὸ Χρυσὸ Μετάλλιο τοῦ Ἀποστόλου Ἰάσονα τῆς Θεσσαλονίκης ἀπὸ ἀντιπροσωπεία τοῦ Τμήματος Θεολογίας τοῦ Πανεπιστημίου τῆς Θεσσαλονίκης. Τὸ μετάλλιο ἔδωσαν προσωπικὰ ὁ πρόεδρος τοῦ Συλλόγου Ἀποφοίτων καὶ οἱ ὑποψήφιοι διδάκτορες τοῦ πανεπιστημίου, Στέφανος Ἀθανασίου καὶ ὁ Γενικὸς Γραμματέας Σίσκος Ζήσης.
Στὸ χαιρετισμό του ὁ Πάπας πρὸς τοὺς προσκυνητές, ποὺ συγκεντρώθηκαν στὴν πλατεία τοῦ Ἁγίου Πέτρου, ἀπευθύνθηκε στὴν ἀντιπροσωπεία τοῦ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, λέγοντας ὅτι αἰσθάνθηκε “ βαθιὰ τιμὴ” μὲ αὐτὴ τὴν “ χειρονομία”, ἡ ὁποία εἶναι ἕνα “εὔγλωττο σύμβολο τῆς αὐξανομένης κατανοήσεως καὶ τοῦ διαλόγου μεταξὺ Ρωμαιοκαθολικῶν καὶ Ὀρθοδόξων”».
Ἀλλὰ τί εἶναι ὁ Πάπας; Εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ἀντικατέστησε τὸν Θεὸ μὲ τὸν ἄνθρωπο! Ὁ Παπισμὸς εἶναι ἡ γενεσιουργὸς αἰτία τοῦ ἀθεϊστικοῦ οὑμανισμοῦ, κατὰ τὸν ὅσιο Ἰουστίνο Πόποβιτς, ὁ ὁποῖος προσθέτει: Τὸ δόγμα τοῦ ἀλαθήτου τοῦ Πάπα «εἶναι ἡ τελευταία μεταμόρφωσις (transformatio) καὶ ἡ τελικὴ ἀποθέωσις (glorificatio) τοῦ οὐμανισμοῦ». Στὴν αὐτοαποκαλουμένη Ρωμαϊκὴ «ἐκκλησία» ὁ Θεάνθρωπος Κύριος ἀπωθήθηκε στὸν οὐρανὸ καὶ στὴν θέση του τοποθετήθηκε ὁ ἀναπληρωτὴς Vicarius Christi, δηλαδὴ ὁ Πάπας!
Κατὰ τὸν ἴδιο Ὅσιο «στὴν ἱστορία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους ὑπάρχουν τρεῖς κυρίως πτώσεις, τοῦ Ἀδάμ, τοῦ Ἰούδα καὶ τοῦ Πάπα. Ἡ οὐσία τῆς πτώσεως στὴν ἁμαρτία εἶναι πάντοτε ἡ ἴδια: τὸ νὰ θέλει κανεὶς νὰ γίνει καλὸς διὰ τοῦ ἑαυτοῦ του». Ἔτσι ὅμως ἐξισώνεται ὁ ἄνθρωπος μὲ τὸν διάβολο, ὁ ὁποῖος θέλησε νὰ γίνει καὶ αὐτὸς θεὸς διὰ τοῦ ἑαυτοῦ του. Ἡ ἰδιαιτερότητα τοῦ Παπισμοῦ, κατὰ τὸν ὅσιο Ἰουστίνο, ἔγκειται στὴν τόλμη του νὰ ἀναγάγει σὲ δόγμα τὸν σατανικὸ πόθο τοῦ ἀνθρώπου νὰ αὐτοθεωθεῖ. Μὲ ὅλα αὐτὰ ὁ Παπισμός, ὅπως ἐπισημαίνει ὁ ἴδιος Ὅσιος, τὸ μοναδικὸν «ἐργαστήριον σωτηρίας» στὸν κόσμο τοῦτο, ἡ Ἐκκλησία, μεταβάλλεται βαθμηδὸν εἰς δαιμονοποιημένον «ἐργαστήριον ἐκβιασμοῦ ἀνθρωπίνων συνειδήσεων καὶ ἀπανθρωπίας».
Αὐτὰ βράβευσαν μὲ χρυσὸ μετάλλιο ὁ Σύλλογος Ἀποφοίτων καὶ οἱ ὑποψήφιοι διδάκτορες τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Στέφανος Ἀθανασίου καὶ ὁ Γ. Γ. Σίσκος Ζήσης! Εὖγε τους!
Εἶναι νὰ μὴν κυριεύεται ἡ Ὀρθόδοξη ψυχὴ ἀπὸ βαθυτάτη μελαγχολία καὶ ἱερὴ ἀγανάκτηση;
«Ο ΣΩΤΗΡ»,01/12/2011
ΜΕ ΤΗΝ ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΤΗΣ ΒΡΑΒΕΥΣΗΣ ΤΟΥ ΠΕΡΓΑΜΟΥ κ. ΙΩΑΝΝΗ ΖΗΖΙΟΥΛΑ
Η ΚΑΚΟΔΟΞΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ κ. ΖΗΖΙΟΥΛΑ
ΠΡΟΚΛΗΣΗ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΠΟΙΜΕΝΕΣ ΚΑΙ ΘΕΟΛΟΓΟΥΣ
Εἶναι γνωστὸ τὸ γεγονὸς τῆς βράβευση τοῦ μητροπολίτη Περγάμου κ. Ἰωάννη Ζηζιούλα ἀπὸ τὴν Ἀκαδημία Βόλου καὶ ἀπὸ τὸν ἐντόπιο Μητροπολίτη κ. Ἰγνάτιο, ποὺ δήλωσε «ἔμπλεος χαρᾶς καὶ δοξολογίας πρὸς τὸν ἐν Τριάδι Θεὸν γιὰ τὴν ἐκεῖ παρουσία» τοῦ κ. Ζηζιούλα, τὸν ὁποῖο θεωρεῖ ὡς «λαμπρὸ ἐκπρόσωπο, τὸν πρεσβευτὴ τῆς ἑλληνόφωνης θεολογίας καὶ τῆς Ὀρθοδοξίας στὸν διεθνὴ ἐκκλησιαστικὸ καὶ ἀκαδημαϊκὸ χῶρο»!
Στὴν βράβευση παραβρέθηκαν: ὁ ἐκπρόσωπος τοῦ Ἀρχιεπισκόπου μητροπολίτης Βελεστίνου κ. Δαμασκηνὸς καὶ οἱ ἑλλαδίτες μητροπολίτες Τρίκκης, Θεσσαλιώτιδος, Ἐλασσῶνος, Μεσσηνίας καὶ Ρεντίνης. Χαιρετισμὸ ἔστειλαν οἱ κοσμήτορες τῶν θεολογικῶν Σχολῶν Ἀθηνῶν καὶ Θεσσαλονίκης. Ὁ πρῶτος, ὁ κ. Μπέγζος εἶπε: «Ἐὰν Ὀρθοδοξία εἶναι ὄντως ἡ ὀρθὴ δόξα, τότε Ο ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΘΕΟΛΟΓΟΣ τοῦ 20ου καὶ τοῦ 21ου αἰῶνα εἶναι ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Περγάμου κ. Ἰωάννης». Ὁ δεύτερος, ὁ κ. Τρίτος, εἶπε πὼς ὁ κ. Ζηζιούλας εἶναι ἕνας «ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους συγχρόνους ὀρθοδόξους θεολόγους»!
Ὡς ἐκ τούτου, καὶ ἐπειδὴ πολλοὶ ὀρθόδοξοι πιστοὶ κάθε βαθμοῦ, ἔχουν τὴν βαθειὰ πεποίθηση ὅτι ὁ κ. Ζηζιούλας διδάσκει αἱρετικὲς θέσεις, –κι αὐτὸ ἔχει καταγγελθεῖ στοιχειοθετημένα– θεωροῦμε ὅτι ἡ Ἱερὰ Σύνοδος ἔχει καθῆκον νὰ πάρει θέση γιὰ τὴν διδασκαλία τοῦ κ. Ζ. Τὰ ἐρωτήματα εἶναι: Τὰ ὀρθόδοξα σημεῖα τῆς διδασκαλίας του, τοῦ δίνουν τὸ δικαίωμα σὲ ἄλλα σημεῖα νὰ αἱρετίζει; Αὐτὴ ἐξ’ ἄλλου, δὲν εἶναι ἡ προσφιλής, ἀλλὰ δόλια μέθοδος τῶν οἰκουμενιστῶν; Ὁ κ. Ζ. θεολογεῖ ἢ φιλοσοφεῖ; Ἂν θεολογεῖ πρωτοτύπως, (ὅπως ὁ ἴδιος πιστεύει καὶ οἱ περιτρεχάμενοι τὸν κολακεύουν) σημαίνει ὅτι ἔχει καθαρθεῖ καὶ φωτιστεῖ, ὥστε νὰ δύναται νὰ ἐγγίζει ἐξ ἐμπειρίας τὰ περὶ τοῦ θείου; Ἂν θεολογεῖ φιλοσοφῶν, μᾶλλον βλάπτει τὸν ἑαυτό του καὶ τὴν Ἐκκλησία. Ἂν φιλοσοφεῖ θεολογῶν, τότε πρέπει νὰ παραιτηθεῖ τουλάχιστον ἀπὸ ἐπίσκοπος καὶ νὰ ἀφοσιωθεῖ στὸν πειρασμικὸ πειραματισμὸ ποὺ ἐμπνέει ὁ ἐφευρευτὴς κακῶν.
Δημοσιεύσαμε πρόσφατα ἕνα ἐκτεταμένο κείμενο, στὸ ὁποῖο περιελαμβάνοντο οἱ βασικότερες αἱρετικὲς θέσεις τοῦ κ. Ζηζιούλας καὶ ἡ ἀναίρεσή τους μὲ βάση τὴν ὀρθόδοξη διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ τὴν βοήθεια τῶν ἐν Ἑλλάδι θεολόγων. Τὸ παρὸν ἄρθρο σκοπὸ ἔχει νὰ πληροφορήσει, ὅτι αἱρετικὲς θέσεις στὸ ἔργο τοῦ κ. Ζ. ἔχουν ἐπισημάνει, ὄχι μόνο οἱ ἐν Ἑλλάδι θεολόγοι, ἀλλὰ καὶ θεολόγοι τῆς ὑπόλοιπης Εὐρώπης, ὅπως πολλοὶ ἀγγλόφωνοι ὀρθόδοξοι καὶ ἑτερόδοξοι θεολόγοι. Καὶ ἡ δική τους ἐτυμηγορία ἔχει μεγαλύτερη σημασία γιὰ τὸν ἑξῆς σημαντικό λόγο: τὸ μεγαλύτερο μέρος τῶν κειμένων καὶ ἄρθρων τοῦ κ. Ζηζιούλα εἶναι δημοσιευμένο σὲ ξένα περιοδικὰ καὶ δὲν ἔχει ἀκόμα μεταφρασθεῖ στὰ ἑλληνικά. Ὡς ἐκ τούτου, τὶς αἱρετίζουσες ἰδέες του οἱ ἀγγλόφωνοι θεολόγοι τὶς διάβασαν πρωτοτύπως στὴν μητρική τους γλῶσσα καὶ ἔτσι μὲ μεγαλύτερη εὐκολία διέκριναν τὰ κακόδοξα σημεῖα τῆς θεολογία του. Γι’ αὐτὸ καὶ πρέπει νὰ δώσουμε μεγάλη προσοχὴ στὴν κριτικὴ ποὺ τοῦ ἐξασκοῦν.
Ἐκδόθηκε τὸ 2008 ἕνας τόμος ἀφιερωμένος στὴν θεολογία τοῦ κ. Ζηζιούλα ἀπὸ τὸν Douglas H. Knight, μὲ τίτλο «Ἡ θεολογία τοῦ Ἰωάννη Ζηζιούλα». Ἐκεῖ διαβάζουμε ὅτι ὁ κ. Ζ. «κατηγορήθηκε ὡς ὑπαρξιστὴς» καὶ ὅτι «εἰσήγαγε μιὰ διάσταση φιλοσοφικὴ στὴ χριστιανικὴ πίστη» (Douglas H. Knight, Ἡ θεολογία τοῦ Ἰωάννη Ζηζιούλα, Εἰσαγωγή, σελ. 21, ἐκδ. Degiorgio 2008). Ὁ Ζηζιούλας «εἶναι φιλόσοφος στὸ βαθμὸ ποὺ μιλάει μὲ ἀφετηρία τὴ Χριστιανικὴ Ἐκκλησία καὶ παράδοση, καὶ μόνον ἡ προκατάληψη ἀπέναντι στὴ διακριτὴ πρόταση τῆς Χριστιανικὴς θεολογίας ἀποτρέπει τὴν ἀναγνώριση τῆς φιλοσοφικῆς ποιότητας τοῦ ἔργου του» (Ὅπ. παρ., σελ. 17).
Στὸ σημεῖο αὐτό, βέβαια, συμφωνοῦν καὶ Ἕλληνες θεολόγοι, ὅπως ὁ καθηγητὴς Φαράντος, ὁ ὁποῖος ἔδειξε ὅτι «τὸ ὄργανον καὶ τὸ κριτήριον τοῦ θεολογεῖν διὰ τὸν κ. Ζηζιούλα εἶναι ἡ λογική, εἰδικώτερον δὲ ἡ ἐπιστημονικὴ λογική. Ὁ κ. Ζηζιούλας ἀποφεύγει ἐπιμελῶς νὰ ἐργάζεται μὲ θεολογικὰς ἐννοίας καὶ κατηγορίας, ὅπως θεία ἀποκάλυψις, Ἁγ. Γραφὴ καὶ Ἱ. Παράδοσις, ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν συνόδων, αὐθεντία τῆς Ἐκκλησίας, πίστις κλπ.». Καὶ ὅταν χρησιμοποιεῖ αὐτὲς τὶς ἔννοιες, «οὐδένα, σχεδόν, ρόλον παίζουν εἰς τὸν θεολογικόν του στοχασμόν». Ὁ κ. Ζηζιούλας ἀπαιτεῖ, ὅταν ὁμιλοῦμε θεολογικά, νὰ διατυπώνουμε τὶς ἀπόψεις μας «μὲ τέτοιο τρόπο, ὥστε νὰ μὴν προσκρούσωμε σὲ λογικὲς ἀντιφάσεις καὶ σὲ βασικὰ ἐπιστημονικὰ δεδομένα»! (Μ. Φαράντου, Οἰκουμενισμὸς ἢ Ὀρθοδοξία; Ἡ κρίση τῆς θεολογίας τοῦ Ἰω. Ζηζιούλα).
Ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Douglas παραθέτουμε κάποιες ἀπὸ τὶς …περίεργες θέσεις τοῦ κ. Ζηζιούλα μὲ τὴν ἐλπίδα ὅτι οἱ πνευματικοὶ καὶ οἱ θεολόγοι, ποὺ ἕως τώρα ἀρνοῦνται πεισμόνως καὶ περιέργως νὰ ἀσχοληθοῦν μὲ τὸ ἔργο του, ἂν καὶ ἔχουν τὶς γνώσεις καὶ τὶς δυνατότητες πρὸς τοῦτο (ποὺ ἐμεῖς δὲν ἔχουμε), θὰ θελήσουν καταπιαστοῦν μὲ τὴν «θεολογία» τοῦ κ. Ζηζιούλα, καὶ νὰ ἀναλύσουν τὶς καταγγελόμενες ἐπὶ αἱρέσει θέσεις του, ὥστε νὰ γνωρίσουν καὶ οἱ ὑπόλοιποι ποιμένες, νὰ μάθει ὁ λαὸς καὶ νὰ προφυλάσσονται.
Καὶ τοῦτο διότι ὁ κ. Ζηζιούλας δὲν εἶναι μόνο ἕνας στοχαστὴς ἢ ἕνας φιλόσοφος, ποὺ τότε θὰ ἦταν ἐλεύθερος νὰ διατυπώνει ὁποιαδήποτε ἄποψη θέλει. Ὁ κ. Ζηζιούλας παρουσιάζεται ὡς ὀρθόδοξος ἐπίσκοπος, ὑποτίθεται κατασταλαγμένος στὴν πίστη, γι’ αὐτὸ καὶ διδάσκαλος τῶν πιστῶν· καὶ ἐὰν –ὅ,τι λέγει– διαφέρουν ἀπὸ τὴ διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων, ἐὰν εἶναι κακόδοξα καὶ αἱρετικά, καὶ παρ’ ὅλο ποὺ τοῦ ὑποδείχθηκε συνεχίζει νὰ τὰ ὑποστηρίζει, ἀσφαλῶς καὶ δὲν μπορεῖ νὰ συνεχίζει κατέχων τὸν τίτλο τοῦ διδασκάλου καὶ λειτουργοῦ τῆς Ἐκκλησίας.
Ἂς δοῦμε, λοιπόν, κάποιες ἀπὸ τὶς θέσεις του αὐτές, ὅπως τὶς παρουσιάζουν σὲ ἕνα συλλογικὸ Τόμο ὁ Douglas H. Knight καὶ ἄλλοι θεολόγοι (Ἕλληνες καὶ ξένοι). Ὁ ἐκδότης θεωρεῖ ὅτι ὁ τόμος αὐτὸς ἀποτελεῖ «ἀποτίμηση τῆς θεολογίας τοῦ Ἰωάννη Ζηζιούλα», ὁ ὁποῖος ὣς τώρα (ἡ ἔκδοση ἔγινε τὸ 2008) δὲν ἀντέκρουσε τὴν κριτικὴ ποὺ ἐδέχθη.
Γράφει ὁ ἐκδότης: «Ὁ Ζ. διδάσκει ὅτι ἡ ζωὴ καὶ ἡ ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ ἔχει τὴν αἰτία της στὸν Πατέρα καὶ πὼς ἡ μοναδικότητα αὐτῆς τῆς πηγῆς βρίσκει τὴν πληρέστερη ἔκφρασή της στὸν ὅρο ΄μοναρχία΄. Ὁ Πατέρας εἶναι ἡ δύναμη ποὺ ἐλεύθερα ἐνεργεῖ ὅπως ἐνεργεῖ καὶ εἶναι ἡ μοναδικὴ πηγὴ ὅλων τῶν ἐνεργημάτων. Ὁ Ζ. ἀποκαλεῖ τὸν Πατέρα τὸ ΄αἴτιο΄, μὲ τὴν ἐλπίδα ὅτι ὁ ὅρος “αἴτιο” δὲν ἔχει τὴ ἄψυχη καὶ ἀπρόσωπη δευτερεύουσα ἔννοια τῆς λέξεως “πηγή”. Ἀλλά, ἂν ἀνακαλύψουμε πὼς οἱ ἀγγλικὲς ὑποδηλώσεις τῶν ὅρων ”αἴτιο” καὶ ”πηγὴ” εἶναι ἐξίσου ἀπρόσωπες, ἴσως ὁ ὅρος ”ἱδρυτής”, γιὰ παράδειγμα, νὰ εἶναι ἕνας καλύτερος τρόπος νὰ μεταφράσουμε τὴν ἑλληνικὴ λέξη ”αἰτία” καὶ ἔτσι νὰ διασφαλίσουμε τὴν ἐλευθερία τοῦ Πατρὸς καὶ τὸ ἔργο του. Ὁ Θεὸς δὲν εἶναι Θεὸς μόνο λόγῳ τῆς ΄ἀρχῆς΄ τοῦ Πατρός, ἀλλὰ ἐπειδὴ τὴν ἀρχὴ τοῦ Πατρὸς ἀναλαμβάνει καὶ ἀποδέχεται, υἱοθετεῖ καὶ ἀσπάζεται ὁ Υἱός» (Douglas H. Knight, ὅπ. παρ., σελ. 26).
«Ὁ Πατέρας εἶναι Πατέρας ἐπειδὴ ὁ Υἱὸς ποὺ ἀνταποκρίνεται σ’ αὐτὸν τὸν ἀποκαλεῖ μ’ αὐτὸ τὸ ὄνομα. Καθὼς ὁ Πατέρας εἶναι ἐλεύθερος νὰ εἶναι Πατέρας γιὰ τὸν Υἱό, ἡ δημιουργία δὲν ἀποτελεῖ ἀναγκαῖο ἀποτέλεσμα τῆς ὕπαρξής τους. Ἀφοῦ ὁ Θεὸς δὲν ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὴ δημιουργία του, αὐτὴ μπορεῖ πραγματικὰ νὰ στηρίζεται πάνω του καὶ νὰ παραλαμβάνει τὴν ἐλευθερία ἀπ’ αὐτόν.
»Κατὰ παρόμοιο τρόπο, ὁ Υἱὸς δὲν ἐνεργεῖ ἀφ’ ἑαυτοῦ· δὲν ἐργάζεται ὡς μονάδα. Ἐνεργεῖ στὰ πλαίσια τοῦ ἔργου τοῦ Πατρός, καὶ ὅ,τι κάνει, τὸ κάνει μὲ τὸν Πατέρα καὶ ἀκριβῶς ἐπειδὴ συνεργεῖ μὲ τὸν Πατέρα, τὸ ἔργο του ἐπιβεβαιώνει τὴ μοναρχία τοῦ Πατρός» (ὅπ. παρ., σελ. 27).
«Στὴν παρουσίαση τοῦ βαπτίσματος καὶ τοῦ χρίσματος, ὁ Ζηζιούλας τακτικὰ ἰσχυρίζεται ὅτι οἱ δύο αὐτὲς στιγμὲς τῆς εἰσαγωγῆς στὰ Χριστιανικὰ δόγματα ἐπιφέρουν μία ὀντολογικὴ ἀλλαγὴ στὸ πρόσωπο, ἢ στὴν ὑπόσταση ἐκείνων ποὺ κατηχοῦνται. Δὲν ἀνήκουν πλέον στὴν ἀποχαλινωμένη ἀπροσώπη τάξη τῆς φύσεως, ἀλλὰ συμμετέχουν σὲ μία ἄλλη τάξη, ποὺ χαρακτηρίζεται ἀπὸ τὴν ἀγαπητικη υἱϊκὴ σχέση ποὺ ἀπολαμβάνει ὁ Υἱὸς μὲ τὸν Πατέρα, ἐντὸς καὶ διὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» (Philip Rosato Sj., Ἡ χειροτονία τῶν Βαπτισμένων: Οἱ Λαϊκοὶ ὡς μία τάξη τῆς Ἐκκλησίας, Εἰς Douglas H. Knight «Ἡ θεολογία τοῦ Ἰωάννη Ζηζιούλα», σελ. 248).
«Ἔτσι, ὁδηγούμενοι ἀπὸ τὸ θεῖο Πνεῦμα ὥστε νὰ ἀποκαλοῦν τὸν Πατέρα «Ἀββᾶ» (πβ. Ρωμ. 8:15-17» Γαλ. 4:6-7), καὶ τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ «Κύριο» (πβ. Κορ. Α’ 12:3), οἱ πιστοὶ περνοῦν ἀπὸ τὴ βιολογικὰ προσδιορισμένη, στὴν πνευματικὰ προσδιορισμένη ὑπόστασή τους, ἀπὸ τὸ ἀσταθὲς καὶ ἐξατομικευμένο εἶναι τους, στὸ ὁριστικὸ καὶ κοινοτικό τους εἶναι. Σύμφωνα μὲ τὸν Ζηζιούλα, ἡ υἱϊκη ταυτότητα τῆς τάξεως τῶν Χριστιανῶν, ἀξιώνει ὁ πρῶτος καὶ σπουδαιότερος αἴτιος τῶν εἰσαγωγικῶν τους μυστηρίων, νὰ εἶναι ὁ Πατέρας. Ἡ ἐπενέργεια τῶν μυστηρίων αὐτῶν ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὴν αἰώνια, φιλάνθρωπη βούληση τοῦ Δημιουργοῦ ὥστε ὅλοι οἱ ἄνθρωποι νὰ περιχωρηθοῦν στὴ διαπροσωπική του ὕπαρξη μὲ τὸν Υἱὸ ἐντὸς καὶ διὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
»Ἡ προτεραιότητα ποὺ ἀποδίδεται στὴν ἐνέργεια τοῦ Πατρὸς-Δημιουργοῦ, ὅσον ἀφορᾶ στὸν προσδιορισμὸ τῆς θεολογικῆς ταυτότητας τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας, ἀποτελεῖ κεντρικὸ σημεῖο ἐντρύφησης στοὺς Ἕλληνες πατερικοὺς συγγραφεῖς. Ὁ Ζηζιούλας τὸ ἀποδίδει αὐτὸ ὡς ἑξῆς:
»”Ἡ Ἐκκλησία ὑφίσταται πρωτίστως ἐπειδὴ ὁ Πατέρας —ὡς διακριτὸ πρόσωπο— ἐπιθυμεῖ τὴν ὕπαρξή της. Εἶναι ἡ πρωτοβουλία καὶ ἡ εὐδοκία τοῦ Πατρὸς ποὺ ἔφερε τὴν Ἐκκλησία στὴν ὕπαρξη. Ἀλλὰ πέραν τούτου, εἶναι ὅτι στὸν Πατέρα —ὡς προσώπου διακρίτου ἀπὸ τὸν Υἱό—, ἡ Ἐκκλησία θὰ παραδοθεῖ στὸ τέλος, ὅταν ὁ Χριστὸς παραχωρήσει τὰ πάντα σὲ αὐτόν. Ἔτσι, ὅσον ἀφορᾶ τὴν καταγωγική της ἀρχὴ ἀλλὰ καὶ τὸν προορισμό της, ἡ Ἐκκλησία εἶναι πάνω ἀπ’ ὅλα ἡ “Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ” (Θεὸς=ὁ Πατέρας στὴν Βίβλο), πρὶν ἀκόμη θεωρηθεῖ ὡς ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἢ ἐκείνου ἢ τοῦ ἄλλου τόπου» (Ἰωάννη Ζηζιούλα, «The Mystery of the Church in the Orthodox Tradition», One in Christ 24 (1988) σ. 295).
»Ἐδῶ ὁ Ζηζιούλας ὑπογραμμίζει τὴν ἀλήθεια ὅτι ὁ φιλάνθρωπος σκοπὸς τοῦ διακρίτου προσώπου, τοῦ Πατρός, εἶναι ἡ ἀρχὴ καὶ ὁ ἀπώτερος στόχος τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτὴ ἡ σαφῶς «θεολογικὴ» μᾶλλον, παρὰ χριστολογικὴ ἢ πνευματολογική, ἑρμηνεία τῆς ὕπαρξης τῆς Ἐκκλησίας, δὲν σημαίνει βεβαίως ὅτι ὑποβαθμίζονται οἱ ἀντίστοιχοι ρόλοι τοῦ Λόγου καὶ τοῦ Πνεύματος στὴν ἱστορικὴ θεμελίωση καὶ στὸν ἐσχατολογικὸ προσανατολισμὸ τῆς Ἐκκλησίας. Προορίζεται νὰ διατυπώσει μία ἰσχυρὴ σύγχρονη ἐπανατοποθέτηση τῆς πίστης τῶν Ἑλλήνων πατερικῶν συγγραφέων, ὅτι ἡ Ἐκκλησία ὑπάρχει, «ἀπὸ τὸν Ἀδάμ», ἐὰν λάβουμε ὑπ’ ὄψιν μας τὸ σύνολο τῆς ἀνθρωπότητας, ἢ «ἀπὸ τὸν Ἄβελ», ἂν δώσουμε ἔμφαση στὸ κατάλοιπο τῶν δικαίων τῆς ἀνθρωπότητας. Ἡ ἐπιμονὴ αὐτὴ στὴν προτεραιότητα τοῦ Πατρὸς-Δημιουργοῦ, ὅσον ἀφορᾶ στὴ θεϊκὴ ἐνέργεια τῆς ἵδρυσης καὶ καθοδήγησης τῆς Ἐκκλησίας, ἔχει τὴν ἀφετηρία της στὴν σπλαχνικὴ βούληση τοῦ πρώτου προσώπου τῆς Τριάδος.
Ἐπειδὴ ὁ Πατέρας-Δημιουργὸς εἶναι πρώτιστα ἀγάπη, εἶναι σὲ θέση νὰ στείλει στὸν κόσμο τόσο τὸν Υἱὸ-Ἀναδημιουργό, ὁ ὁποῖος εἶναι πρωταρχικὰ ἀγαπώμενος καὶ ἀγαπῶν, ἄλλα καὶ τὸ Πνεῦμα-Μεταδημιουργό, τὸ ὁποῖο εἶναι κυρίως ἀγαπώμενο. Μὲ ἐκκλησιαστικοὺς ὅρους αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ ἀγαπητικὴ προαίρεση τοῦ Πατρὸς νὰ ὑπάρχει μία τάξη βαπτισμένων καὶ χρισμένων προσώπων, εἶναι τὸ θεμέλιο τῆς “Ἐκκλησίας τοῦ Θεοῦ”. Ἡ βάση αὐτὴ ἀποκαλύπτεται μέσα στὴν ἱστορία μὲ τὴν προσδοκία, τὴν ἔλευση καὶ τὸν θρίαμβο τοῦ ἐνσαρκωμενου Υἱοῦ. Μέσα στὸ γεγονὸς-Χριστός, ἡ υἱϊκὴ ὕπαρξη τοῦ Λόγου γίνεται, σὲ δεδομένο χρόνο καὶ τόπο, ὁρατὴ καὶ ἁπτὴ διὰ τῶν ἀγαπημένων καὶ ἀγαπώντων ἀνθρώπων, τὸ μυστικὸ σῶμα τῶν Χριστιανῶν, ἀναγεννημένων μέσα στὸ μυστήριο τοῦ Πάσχα. Μὲ τὴν ἐπιφοίτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἡ “Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ” ἀποκτᾶ μία συγκεκριμένη ἁγιότητα καὶ ὁριστικοποιεῖται, ὡς ὁ ἀγαπημένος λαός, ὁ μυστικὸς ναὸς τῶν Χριστιανῶν. Διὰ τοῦ μυστηρίου τῆς Πεντηκοστῆς ἐξαγιαζονται, ὥστε νὰ πραγματώσουν τὰ ρήματα, τοὺς συμβολισμοὺς καὶ τὶς προεικονίσεις τῶν ἐσχάτων μέσα στὴν ἱστορία μέχρι τὸ μυστήριο αὐτὸ νὰ βρεῖ τὴν ἐκπλήρωσή του. Ἔτσι, γιὰ νὰ ἐκφραστῶ μὲ τὰ λόγια τοῦ Ζηζιούλα ποὺ παρέθεσα, προορίζονται νὰ θεωρηθοῦν μέλη αὐτῆς τῆς ecclesia Dei (“Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ”), πρὶν ἀκόμη ἐννοηθοῦν ὡς μετέχοντες στὴν ecclesia Christi (“Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ”), ἢ στὴν Ἐκκλησία “αὐτοῦ ἢ ἐκείνου τοῦ τόπου”, δηλαδὴ στὴν ecclesia Spiritus (“Ἐκκλησία τοῦ Πνεύματος”). Στὴν πραγματικότητα, ὁ Ζηζιούλας μὲ τὴ θεολογία τοῦ βαπτίσματος καὶ τοῦ χρίσματος, ἐπιβεβαιώνει τὸ ἀξίωμα ὅτι ἡ οἰκονομικὴ Τριάδα εἶναι ἡ ἐνδοκοσμικὴ Τριάδα, καὶ ἀντιστρόφως. Οἱ ρόλοι τῶν τριῶν θείων Προσώπων, ὅσον ἀφορᾶ στὴν ἀρχή, στὴ φύση καὶ στὸν σκοπὸ τῆς ὕπαρξης τῆς Ἐκκλησίας μέσα στὸν χρόνο, προηγοῦνται τῆς μίας θείας οὐσίας μέσα στὴν ἐνδοκοσμικὴ πραγματικότητα στὴν ὁποία τὰ τρία Πρόσωπα μετέχουν μὲ διαφορετικὸ τρόπο» (Πβ. Ἰωάννη Ζηζιούλα, «The Doctrine of God the Trinity Today: Suggestions for an Ecumenical Study», in Alasdair Heron, London: BCC, 199,1 σσ. 19-32, Εἰς Philip Rosato Sj., Ἡ χειροτονία τῶν Βαπτισμένων: Οἱ Λαϊκοὶ ὡς μία τάξη τῆς Ἐκκλησίας, Εἰς Douglas H. Knight «Ἡ θεολογία τοῦ Ἰωάννη Ζηζιούλα» σελ. 248-250).
«Σὲ ὁρισμένους Ὀρθοδόξους ἀναγνῶστες, ἡ θέση ποὺ ἐμφαντικὰ σημειώνει ὁ Ζηζιούλας ὅτι οἱ βαπτισμένοι καὶ οἱ χρισμένοι ἀνήκουν πρωταρχικὰ στὴν “Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ”, παρὰ στὴν “Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ” ἢ στὴν “Ἐκκλησία τοῦ Πνεύματος”, θὰ μποροῦσε νὰ φανεῖ καινοφανὴς καὶ προκλητική. Ἡ ἐπιμονὴ στὴν πρωταρχικότητα τῆς τάξεως τῶν βαπτισμένων καὶ χρισμένων, ὡς ἀπαραίτητου προαπαιτούμενου γιὰ ὅλες τὶς ἄλλες τάξεις, θὰ μποροῦσε ἐπίσης νὰ φανεῖ ὅτι ἐπαπειλεῖ τὸν σεβασμὸ ποὺ ἀποδίδεται στοὺς χειροτονημένους λειτουργοὺς καὶ τὴν ὑπακοὴ ποὺ τοὺς ὀφείλεται γιὰ τὴν εὐημερία καὶ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ περισσότεροι Ὀρθόδοξοι, ὡστόσο, ἐπικροτοῦν τὴν ἔμφαση ποὺ δίνει ὁ Ζηζιούλας στὴ θεολογικὴ ταυτότητα ἐκείνων ποὺ λαμβάνουν τὰ μυστήρια τοῦ βαπτίσματος καὶ τοῦ χρίσματος. Οἱ διαβεβαιώσεις του δὲν ὁδηγοῦν σὲ καμιὰ παραπλανητικὴ υἱοθέτηση μοντέρνων δημοκρατικῶν τάσεων, ἢ σὲ λανθασμένη μεταφορὰ στοὺς λαϊκοὺς τῆς τιμῆς ποὺ εἶχε ἀποδοθεῖ πρωτύτερα στὴν ἱεραρχία. Εἶναι παραδειγματικὰ σαφὲς γιὰ τὸν Ζηζιούλα ὅτι ἡ θεμελιώδης ἰσότητα δὲν ἔχει γίνει περισσότερο σημαντικὴ ἀπὸ τὴν ἐκ Θεοῦ ἐπιτρεπομένη ἐξουσία μέσα στὴν Ἐκκλησία.
»Ἀπὸ τὴν πλευρὰ τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν, ἡ ἄποψη ποὺ πρότεινε ὁ Ζηζιούλας, θὰ μποροῦσε κατ’ ἀρχὴν νὰ θεωρηθεῖ ὡς μία καινοτόμος διατύπωση τῆς ταυτοτήτας τῶν βαπτισμένων καὶ χρισμένων. Στὰ κείμενα τῆς Β’ Βατικάνειας Συνόδου δὲν γίνεται κατηγορηματικὴ ἀναφορὰ στὴν ὕπαρξη μιᾶς “τάξης” Χριστιανῶν ποὺ μοιράζονται ἕνα νέο ὀντολογικὸ πρόσωπο ποὺ μετέχει στὴν υἱϊκὴ σχέση τοῦ Υἱοῦ πρὸς τὸν Πατέρα, ἐντὸς καὶ διὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὅμως ἡ τοποθέτηση τοῦ Ζηζιούλα σαφῶς συνάδει, καὶ ἴσως ἀποδίδει μὲ μεγαλύτερη διαύγεια, τὸν θεολογικὸ στόχο τοῦ σχετικοῦ κειμένου τῆς Β’ Βατικάνειας Συνόδου, τὸ ὁποῖο ἐπιβεβαιώνει ὅτι οἱ λαϊκοὶ συναποτελοῦν τὴν κοινὴ ἢ βαπτισματικὴ ἱεροσύνη. Παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι αὐτὴ ἡ ἱεροσύνη εἶναι διαφορετικὴ ἀπὸ τὴν ἱεραρχικὴ ἢ λειτουργικὴ ἱεροσύνη τῶν χειροτονημένων, συνδέεται ἀναγκαστικὰ μὲ αὐτήν. Οἱ Ρωμαιοκαθολικοὶ ποὺ μαθαίνουν τὴ σχετικὴ δήλωση, ὅτι τὸ βάπτισμα καὶ τὸ χρῖσμα τοὺς ἐντάσσει συνεπαγωγικὰ στὴ διαδικασία τῆς χειροτονίας τους ὡς μελῶν τῆς τάξεως τῶν Χριστιανῶν, θὰ μποροῦσαν σαφῶς νὰ τὴν ἀποδεχτοῦν, ὡς διευκρίνηση τῆς θέσεως ὅτι ἀνήκουν σὲ μία κοινὴ ἱεροσύνη.
»Ἐπιπλέον, ἡ ἔμφαση στὴν ἔννοια τοῦ Πατρὸς-Δημιουργοῦ ὡς κοινότητα τοῦ ἀρχικοῦ εἰσηγητῆ καὶ τελικοῦ ἐγγυητῆ τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Θεοῦ, θὰ ἀπέδιδε ἐναργέστερα τὴ φράση αὐτὴ τῆς Β΄ Βατικάνειας Συνόδου. “Οἱ πρεσβύτεροι συγκεντρώνουν τὴν οἰκογένεια τοῦ Θεοῦ μαζὶ ὡς μία κοινότητα ζωντανῆς ἑνότητας, καὶ τὴν ὁδηγοῦν διὰ τοῦ Χριστοῦ καὶ ἐν Πνεύματι στὸν Θεὸ Πατέρα”. Ὅπως ἀκριβῶς ἡ ἀγαπητικὴ ὑποδοχὴ τοῦ πρώτου προσώπου τῆς Τριάδος συνιστᾶ τὸ τέλος τῆς Ἐκκλησίας, ἔτσι ἐπίσης, ἡ ἀγαθή του προαίρεση συνιστᾶ τὴν καταγωγικὴ ἀρχὴ τῆς τάξεως τῶν βαπτισμένων καὶ χρισμένων» (Philip Rosato Sj., Ἡ χειροτονία τῶν Βαπτισμένων: Οἱ Λαϊκοὶ ὡς μία τάξη τῆς Ἐκκλησιας, Εἰς Douglas H. Knight, ὅπ. παρ., σελ. 250-252).
«Τὸ ἐνδιαφέρον τοῦ Ζηζιούλα γιὰ τὴν καθολικότητα καὶ συνεπῶς τὴν πληρότητα τῆς ἀδιαίρετης Ἐκκλησίας σημαίνει ὅτι ὁ οἰκουμενισμὸς δὲν εἶναι κάτι ἐπιπρόσθετο, ἀλλὰ ἕνα ἐπιτακτικὸ εὐαγγελικὸ αἴτημα. Κάθε Ἐκκλησία ὀφείλει νὰ ὀρθοτομεῖ, νὰ εἶναι καθολικὴ καὶ οἰκουμενική: οἱ “διαιρεμένες Ἐκκλησίες καλοῦνται νὰ παραλάβουν ἡ μία ἀπὸ τὴν ἄλλη ἢ στὴν πραγματικότητα νὰ παραλάβουν ΄ἡ μία τὴν ἄλλη΄”. Αὐτὸ δὲν σημαίνει ἁπλῶς συμφωνία ἐπὶ τοῦ δόγματος, ἀλλὰ τὴν ἀμοιβαία ἐκκλησιαστικὴ ἀναγνώριση, τὴν “πρόσληψη τῆς μίας Ἐκκλησίας ἀπὸ τὴν ἄλλη Ἐκκλησία” –στὸ γεγονὸς τῆς Εὐχαριστίας (Ζηζιούλα, The Theolofical Rtoblem of Reception, σελ. 189-190). Ἡ Ἐκκλησία, ἂν καὶ μία, ὑπάρχει ΄ὡς ἐκκλησίες΄ (στὸν πληθυντικὸ) καὶ αὐτὲς οἱ Ἐκκλησίες ὑπάρχουν ὡς ΄Μία Ἐκκλησία΄ μέσω καὶ διὰ τῆς συνεχοῦς ἀναγνώρισης μεταξὺ τους ὡς ἀδελφῶν Ἐκκλησιῶν» (Ζηζιούλα, The Theolofical Rtoblem of Reception, σελ. 190, Εἰς Douglas H. Knight, ὅπ. παρ., Εἰσαγωγή, σελ. 32).
«Ἡ Ἐκκλησία εἶναι πλήρης ὅταν ὅλα τὰ μέρη της βρίσκονται σὲ κοινωνία μεταξύ τους, καὶ γιὰ τὸ λόγο αὐτὸν τὸ κάθε μέρος πρέπει νὰ ἐπιμείνει στὴν σπουδαιότητα τῆς πρακτικῆς τῆς σύγκλισης συνόδων τοῦ συνόλου τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὸ ἴδιο νὰ ὑπακούει στοὺς κανόνες τῆς ἐν λόγῳ πρακτικῆς. Ἡ συνοδικότητα εἶναι ἡ πρακτικὴ τῆς κοινωνίας. Κανένα δόγμα ἢ βασικὴ πρακτικὴ δὲν μπορεῖ νὰ ἀποφασιστεῖ χωρὶς τὴ συμφωνία τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας σὲ κάθε ξεχωριστὴ σύνοδο. Ἡ ἑνότητα αὐτὴ προνοεῖται καὶ ἐκπληρώνεται στὴν Εὐχαριστία, ὅπου ἡ κάθε τοπικὴ σύναξη κοινωνεῖ μὲ ὅλες τὶς ἄλλες συνάξεις, πέραν χώρου καὶ χρόνου, ἑνώνοντας ὅλους τοὺς καιροὺς στὸν χρόνο τοῦ Θεοῦ» .
Σημάτης Παναγιώτης
ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΠΙΑ ΤΟΠΟΣ
ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ ΣΤΟΝ ΤΟΠΟ ΜΑΣ;
Τα παλαιότερα χρόνια ὅταν εἴμαστε μικροί μαθητές, στήν δεκαετία τοῦ ’60, ἀκούγοντας καί διαβάζοντας γιά τήν κακία πού ὑπῆρχε στόν κόσμο τήν ἐποχή πού γεννήθηκε ὁ Χριστός, μᾶς ἦταν ἀδιανόητο νά φαντασθοῦμε πῶς μποροῦσε ἡ ἀνθρώπινη καρδιά νά μένη σκληρή καί ἀπάνθρωπη στή θέα τοῦ Σαρκωθέντος Θεοῦ καί τῆς Παναγίας Μητέρας Του.
Μᾶς ἦταν ἀδύνατο νά ἐξηγήσουμε τό πῶς ἡ ἀνθρώπινη κακία κάνει τόν ἄνθρωπο τόσο ἀνάλγητο καί σκληρό ὥστε νά μένη ἀσυγκίνητος στή θέα μιᾶς ἑτοιμόγεννης γυναίκας καί, μάλιστα, μιᾶς γυναίκας «θυγατρός τοῦ Μόνου Βασιλέως» μέ εἰρηνόχυτη μορφή, μέ «ἔσωθεν δόξα», πού ἦταν ἔμψυχο Ἀρτοφόριο τοῦ Θείου Ἄρτου τῆς Ζωῆς, τοῦ «ἐκ τοῦ Οὐρανοῦ καταβάντος»!
Δέν χωροῦσε ὁ νοῦς μας τήν συμπεριφορά τῶν ἀνθρώπων τῶν χρόνων τοῦ Χριστοῦ, τό νά βλέπουν μιά ἑτοιμόγεννη γυναῖκα καί νά μή βρίσκουν οὔτε ἕνα μικρό δωμάτιο νά τῆς δώσουν γιά νά μή γεννήση μέσα σέ σταῦλο, σάν νά ἦταν καί αὐτή ἕνα ζῶο, σάν τά ἄλογα ζῶα τοῦ σταύλου αὐτοῦ!
Σέ ἐποχή χριστιανική αὐτά εἶναι ἀδιανόητα. Νά, ὅμως, πού ὁ Θεός θέλησε νά μᾶς δοκιμάση καί μᾶς ἄφησε νά ζήσουμε μέχρι σήμερα καί νά δοῦμε πῶς εἶναι νά ζῆς σέ μιά μή χριστιανική ἐποχή. Μᾶς ἄφησε ὁ Θεός λόγω τῶν πολλῶν ἁμαρτιῶν μας νά ζοῦμε σήμερα σέ συνθῆκες παρόμοιες μέ αὐτές τῶν χρόνων πού ἦλθε στή γῆ μας γιά νά καταλάβουμε ἀπό τήν δική μας σκληροκαρδία πόσο ἀπάνθρωπη καί σκληρή εἶναι ἡ τυραννία μιᾶς ψυχῆς πού δέν προσέχει τόν τρόπο τῆς ζωῆς της, πού δέν ἐναρμονίζεται σέ ὅλα –καί ὄχι ἐπιλεκτικά– μέ τό ἦθος, τόν χαρακτῆρα καί τήν συμπεριφορά τοῦ Θεοῦ.
Σήμερα πιά καταλαβαίνουμε πόσο εὔκολο εἶναι στόν ἄνθρωπο νά μήν λογαριάζη κανέναν καί τίποτα, ἐκτός ἀπό τόν ἑαυτό του. Καταλαβαίνουμε πόσο αὐτονόητο φαίνεται σήμερα –στήν ἐποχή τοῦ τἄχα πολιτισμένου κόσμου– τό νά θεωρῆ κανείς ψυχολογικό σύνδρομο τήν ἁγνότητα, ἀδυναμία τήν εὐγένεια, τήν καλωσύνη καί τήν συμπόνια, μῦθο τήν Πίστη στόν Σαρκωθέντα Θεό καί παραφροσύνη τήν δημιουργία σχέσεως μαζί Του!
Σήμερα εἴμαστε πιά ἑτοιμασμένοι, ὄχι γιά νά ὑποδεχθοῦμε τόν Γεννηθέντα Θεόν ἀλλά γιά νά Τόν ταπεινώσουμε, νά Τόν ἐξευτελίσουμε καί νά Τόν παραδώσουμε στόν Ἡρώδη γιά νά Τόν κατασφάξη!
Σήμερα ἔχουμε πάρει τίς ἀποφάσεις μας. Δέν θά ἀδιαφορήσουμε ὅπως οἱ τότε. Δέν θά ἀρκεσθοῦμε στό νά ταπεινώσουμε Αὐτόν πού τόλμησε νά εἶναι Θεός χωρίς νά Τόν ἀναδείξη ἡ τηλεόραση(!), Αύτόν πού ὑπάρχει «πρό τῶν αἰώνων» χωρίς νά “σέβεται” ὅτι δέν τοῦ ἀναγνωρίζουμε τό δικαίωμα νά ὑπάρχη ἀφοῦ ὅλοι στόν πλανήτη μας ἔχουμε σήμερα ἀποδεχθεῖ τό νέο δόγμα ὅτι «τίποτα δέν ὑπάρχει ἄν δέν τό προβάλη ἡ τηλεόραση»!
Σήμερα δέν εἴμαστε πιά παιδιά γιά νά ἔχουμε αἰσθήματα. Δέν εἴμαστε πιά παιδιά γιά νά μᾶς ξεκουράζη, νά μᾶς παρηγορῆ καί νά μᾶς δίνη κουράγιο, νόημα, γιά ζωή καί ὅραμα αἰωνιότητος ὁ Ἐρχομός τοῦ Θεοῦ στή γῆ μας, τή γῆ τῆς ὀδύνης, τῆς λύπης καί τῶν στεναγμῶν.
Σήμερα μεγαλώσαμε καί δέν μποροῦμε νά ἀρκεσθοῦμε στόν “μυθικό” Χριστό! Τά παιδιά μας ἀπό μικρά τά ἑτοιμάζουμε γιά νά πολεμοῦν τό ἕνα τό ἄλλο. Τά διδάσκουμε πώς ἡ συμπόνια καί ἡ καλωσύνη εἶναι μόνον γιά τούς χαζούς καί τούς καρπαζοεισπράκτορες. Δέν τούς μαθαίνουμε οὔτε κἄν καλούς τρόπους, ἀφοῦ οὔτε συζήτηση, βέβαια, γιά πνευματικές ἀρχές, Πίστη καί προσήλωση στό Θεό καί εὐλάβεια.
Δέν ἀφήνουμε τά παιδιά μας νά παίζουν πιά μέ διδακτικά ἤ ρομαντικά παιχνίδια ἀλλά μόνο μέ ὅπλα, μέ φόβητρα, μέ καλλυντικά, μέ βαψίματα, μέ σκουλαρίκια στλα φρύδια, στή μύτη καί στή γλῶσσα, μέ κάθε λογῆς ἐξαλλοσύνη. Τά ἑτοιμάζουμε ὁλοταχῶς γιά νά μᾶς μοιάσουν, νά γίνουν δικά μας ἀντίγραφα, ἄνθρωποι δυστυχισμένοι, ὅπως εἴμαστε δυστυχισμένοι καί ἐμεῖς πού χάσαμε τόν Χριστό τῶν παιδικῶν μας χρόνων!
Τώρα ἔχουμε κάνει κέντρο καί ἀναφορά τῆς ζωῆς μας τόν “Καίσαρα”! Ὁ “Καίσαρας” γιά μᾶς εἶναι ἡ μόνη πραγματικότητα. Τό μόνο ἐνδιαφέρον ὑπό τόν ἥλιον! Ἀσχολούμεθα συνεχῶς μαζί του γιά τό τί εἶπε, τί ἀποφάσισε, τί θά μᾶς δώση, τί θά μᾶς πάρη, πῶς εἶναι ἡ ὑγεία του, πότε μπῆκε στό νοσοκομεῖο, τί εἶπαν οἱ γιατροί, πότε θά γίνη καλά… Ἔχουν κατορθώσει, μέ τό “ἔτσι θέλω”, νά κάνουν κέντρο τῆς ζωῆς μας τούς πολιτικούς!
Τώρα, βλέπετε, ἔχουμε δώσει “νέα πνοή” στή ζωή μας, γίναμε ἄνθρωποι “πολιτισμένοι”, ἔχουμε στρέψει ἐξ ὁλοκλήρου τήν προσοχή μας στό πῶς θά κάνουμε τά χατήρια τῶν ποικιλώνυμων Κυρίων μας, γιατί ἔχουμε κόμπλεξ πώς ἡ Πατρίδα μας εἶναι μικρή. Πασχίζουμε μέ κάθε τρόπο νά κρύψουμε τήν Φάτνη τοῦ Χριστοῦ μας ἀπό τά μάτια τῶν Εὐρωπαίων, μή τυχόν καί ἰδοῦν πώς τή διατηροῦμε ἀκόμη καί μᾶς περιπαίξουν! Ντρεπόμαστε νά δείχνουμε στήν τόσο “προοδευμένη” ἐποχή μας ὅτι τή συντηροῦμε ἀκόμη, τήν προσκυνοῦμε καί περιστρέφουμε γύρω ἀπ’ αὐτήν τήν παροῦσα ἀλλά καί τήν Μέλλουσα ζωή μας.
Ἐμεῖς ξεπεράσαμε καί τούς φρικαλέους ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς τῆς τοῦ Χριστοῦ Γεννήσεως. Ὄχι μόνο δέν προσφέρουμε στόν Χριστό καί Θεό μας τόπο ἀντάξιο τῆς Θεότητός Του καί τῶν εὐεργεσιῶν πού ἔκαμε στό Γένος μας ἀλλά θέλουμε νά ἐξαφανίσουμε καί τόν παραμικρό σταῦλο πού θά εὕρισκε στή Χώρα μας γιά νά Γεννηθῆ. Ἔχουμε φροντίσει νά διακηρύσσεται μέ ὅλους τούς τρόπους πρός τούς ἐγγύς καί τούς μακράν ὅτι γιά τόν Χριστό στήν Ἑλλάδα πλέον «Οὐκ ἔστι τόπος» καί κατάλυμα!
* * *
Καί ὅμως! Δέν εἶναι πολλά τά χρόνια πού μᾶς χωρίζουν ἀπό τήν ἐποχή πού ἦταν «γνωστός στήν Ἑλλάδα ὁ Θεός» ὅπως ἦταν κάποτε «γνωστός ἐν τῇ Ἰουδαίᾳ».
Σήμερα, τά πράγματα ἔχουν ἀλλάξει. Φαίνεται πώς στή σύγχρονη Ἑλλάδα ὁ Χριστός εἶναι ἄγνωστος στούς πολλούς καί ἰδίως στούς νέους καί στά μικρά παιδιά. Εἶναι γνωστός μόνο σάν ὄνομα, ὄχι σάν πνευματική ἐμπειρία καί σχέση. Δέν εἶναι γνωστός πιά στό Ἔθνος μας ὁ Θεός σάν συστατικό τῆς ὑπάρξεώς μας, σάν ψυχή τῆς ψυχῆς τοῦ λαοῦ μας, αὐτῆς τῆς ὄντως Λευϊτικῆς φυλῆς μας. Μιᾶς φυλῆς, πού καί ἀπό τήν συντριπτική πλειοψηφία τῶν ἐπωνύμων τοῦ λαοῦ μας διακηρύσσεται ὅτι στίς φλέβες τῶν Ἑλλήνων τρέχει αἷμα ὄχι ἁπλῶς χριστιανικό, ἀλλά αἷμα ἱερατικό!
Μᾶς χρειάζεται μιά γερή ὑπενθύμιση τῆς ἱερῆς καταγωγῆς μας γιά νά ἐλεεινολογήσουμε τούς ἑαυτούς μας, ὅσοι ἀκόμη θέλουμε νά ἐνισχύσουμε τήν συνείδησή μας γιά νά ἐπανέλθη στήν πνευματική τροχιά της. Ὅμως ὑπενθύμιση χρειάζονται κυρίως ἐκεῖνοι πού ἀπεκήρυξαν τήν ἱερή κληρονομιά μας καί ποτίζονται ἀλλά καί ποτίζουν τόν λαό μας ἀπό «φρέατα συντετριμμένα». Χρειάζονται τήν ὑπενθύμιση γιά νά ἀπολογηθοῦν τοὐλάχιστον στούς ἑαυτούς τους καί νά ἐξηγήσουν τό πῶς, ἐνῶ κατάγονται ἀπό ἱερατικές οἰκογένειες, πέρασαν στό ἀντίχριστο στρατόπεδο μέ τήν μέθοδο τοῦ ἀργυρώνητου προδότου Ἰούδα;
Ἄραγε, τόσο ἀρνητικό παράδειγμα εἶδαν στίς ἱερατικές οἰκογένειές τους (αὐτό ὁμολογεῖ ἡ λέξη «παπᾶ» πού ἔχουν σάν συστατικό τοῦ ἐπωνύμου τους) οἱ Ἕλληνες συμπολῖτες μας καί ἰδίως οἱ πολιτικοί μας, πού διαμορφώνουν τό ἦθος τοῦ λαοῦ μας, ὥστε αὐτοί περισσότερο ἀπό τούς ἄλλους νά ἀναδειχθοῦν ἐχθροί τοῦ Θεοῦ, ἐπαληθεύοντες τό γνωστό λαϊκό γνωμικό «παπᾶ παιδί διαβόλου ἐγγόνι»;
Ἀναφερόμαστε κυρίως στήν πλειοψηφία τοῦ λαοῦ μας πού ὁρίζεται ἀπό ἱερατικά ἐπώνυμα, ὅπως Παππᾶς, Παπαδόπουλος, Παπανδρέου, Παπαδῆμος, Παπακωνσταντίνου, Παπαρήγα, Παπαγιαννάκης, Παπαϊωάννου, Παπαευθυμίου, Παπαθεμελῆς, Παπαγεωργίου, Παπαδημητρίου, Παπαχαραλάμπους, Παπαναστασίου, Παπαβασιλείου, Παπαχατζῆς, Παπανικολάου, Παπασπύρου, Παπαστράτος, Παπαδιονυσίου, Παπακυριακοῦ, Παπασταύρου, Παπασωτηρίου, Παπαευαγγέλου, Παπαμιχαήλ, Παπαθανασίου, Παπαηλιοῦ, Παπαπαναγιώτου, Παπαστεργίου, καί ἄλλα πολλά.
* * *
Τά Χριστούγεννα πλησιάζουν, ἀλλά γιά νά τά γιορτάσουμε πραγματικά, πρέπει νά πλησιάσουμε καί ἐμεῖς σ’ αὐτά. Νά ξαναβροῦμε τή μοναδική ἀξία πού ἔχει ἡ μικρή Πατρίδα μας μόνο καί μόνο γιατί κάποτε ἐπέλεξε –πάνω ἀπό τά πλούτη καί τίς κοσμικές δόξες– νά γίνη ἡ Φάτνη τοῦ Χριστοῦ! Στήν Πατρίδα μας ὁ Χριστός βρῆκε ὄχι μόνο κατάλυμα γιά νά γεννηθῆ, ἀλλά καί Ἄμβωνα γιά νά κηρύξη καί Θρόνο γιά νά βασιλεύση στίς καρδιές καί στά ἔργα μας καί νά γίνη, Αὐτός Μόνος, ἡ Καρδιά τῆς καρδιᾶς μας καί ἡ Ψυχή τῆς ψυχῆς μας καί τῆς ψυχῆς τοῦ Ἔθνους μας.
Φέτος νά μιμηθοῦμε τούς Μάγους προσκυνητάς τοῦ Χριστοῦ. Νά ἐπιστρέψουμε στόν τόπο πού ἐγεννήθη ὁ Χριστός, ἀφήνοντας πίσω μας τούς πνευματικά ἔρημους δρόμους πού δέν ὁδηγοῦν πουθενά παρά μόνο στήν ψυχική ἐξαθλίωση, στήν κατάθλιψη καί στήν τρέλλα.
Νά Τόν προσκυνήσουμε ταπεινά, μέ εὐλάβεια καί ἱκετευτικά νά Τοῦ ζητήσουμε νά βασιλεύση καί πάλι Αὐτός στόν τόπο μας καί ὄχι ὁ “Καίσαρας”! Νά βασιλεύση Αὐτός Μόνος στήν Πατρίδα μας καί στίς καρδιές μας. Καί τώρα καί στούς αἰῶνες!
π. Βασίλειος Ε. Βολουδάκης
_______
ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΛΕΓΟΜΕΝΩΝ ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ ΣΤΟ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ
ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΥΝΑΞΗ ΟΡΘ. ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΟΝΑΧΩΝ (ΣΥΝΟΨΗ)
Σύναξις
Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καὶ Μοναχῶν:
ΠΑΡΕΣΙΩΠΗΣΕ ΤΗΝ ΑΞΙΑΝ ΤΩΝ ΔΟΓΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ
(Για το πλήρες άρθρο βλ. Ορθ. Τύπος, 2 Δεκ. 2011, http://www.orthodoxostypos.gr/Photos/Pages/1904.pdf)
Καὶ ἀπέκρυψε κατὰ τὴν ὁμιλίαν του εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος, ὅσα φοβερὰ διεπράχθησαν εἰς βάρος τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως κατὰ τὰς τελευταίας δεκαετίας εἰς τὸ πλαίσιον τῆς οἰκουμενιστικῆς κινήσεως
- Ἀναίρεσις τῆς ἐπιχειρηματολογίας ὑπέρ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ μὲ ἀφορμὴν τὴν ὁμιλίαν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου εἰς τὴν Μεγίστην Λαύραν.
- Ἐχρησιμοποίησε τὴν ἀγαπολογίαν τοῦ Οἰκουμενισμοῦ πρὸς τοὺς ἑτεροδόξους, ἐνῶ παρεσιώπησε τὴν ἀξίαν τῶν δογμάτων τῆς πίστεως. Ἡ Πατριαρχικὴ ὁμιλία εἰς τὸ Ἁγιώνυμον Ὄρος, παρὰ τὰς διαβεβαιώσεις, διὰ τὸ ἀπαρασάλευτον τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως, μαρτυρεῖ εἴτε ἄγνοιαν τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας, «εἴτε ἀνεξήγητη λησμοσύνη τῶν φοβερῶν πτώσεων τῶν ὀρθοδόξων οἰκουμενιστῶν σὲ ἔγγραφη ἀρνησιπιστία ἤ ἑτεροδοξία».
- Αἱ ἀποφάσεις εἰς τὸ Πόρτο Ἀλέγκρε ἀσεβοῦν «γυμνῇ τῇ κεφαλῇ» κατὰ τῶν δογμάτων τῆς πίστεως. Παρὰ ταῦτα ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης ὑποστηρίζει τὰ ἀντίθετα. Ἡ μεταπατερικὴ Θεολογία καὶ ἡ λατινογενὴς «μετα – συνοδική» Ἐκκλησιολογία τοῦ Μητροπολίτου Προύσης κ. Ἐλπιδοφόρου.
- Ὅσοι συμμετέχουν εἰς τὴν οἰκουμενικὴν κίνησιν καὶ εἰς τοὺς διαλόγους φαίνεται νὰ ἔχουν «ξεβάψει» εἰς τὴν συνείδησίν των τὴν ἔννοιαν τῆς διακρίσεως μεταξὺ Ὀρθοδοξίας καὶ αἱρέσεως. Ἡ Σύναξις τῶν Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καὶ Μοναχῶν ἀναιρεῖ καὶ τὴν ἐπιχειρηματολογίαν τοῦ Οἰκουμ. Πατριάρχου περὶ τῆς ὑπακοῆς, ἐπισημαίνουσα ὅτι μὲ βάσιν τὴν Ἐκκλησιαστικὴν παράδοσιν: «ἡ ἀρετὴ τῆς ὑπακοῆς δὲν ἐφαρμόζεται ἐπὶ θεμάτων πίστεως, οὔτε προκρίνεται ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Πατέρας ἡ ὁμόνοια, ὅταν αὐτὴ εὐνοῆ τὴν αἵρεσιν. Ἡ ἐπίκρισις τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Προεστώτων ἐπιτρέπεται κατ᾽ ἐξαίρεσιν, ὅταν αὐτοὶ ἀφίστανται τῶν ἀρχῶν ἐκείνων, χάρη στὶς ὁποῖες καὶ εἶναι ποιμένες».
……………………………………………………
ΣΤ. ΣΥΝΟΨΗ
Τὸ κείμενο αὐτό, ἀφοῦ παρουσίασε τὴν ἐπιχειρηματολογία ποὺ χρησιμοποίησε ὁ Οἱκουμενικὸς Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος σὲ ὁμιλία του στὴν Ἱ.Μ. Μεγίστης Λαύρας τοῦ Ἁγίου Ὄρους, μὲ σκοπὸ τὴν ὑποστήριξη τῶν ἀτερμόνων οἰκουμενικῶν διαλόγων καὶ τὴν ἐπίπληξη τῶν ἀντιδρώντων, προέβη σὲ ἐνδεικτικὴ ἀναίρεση τῆς ἐπιχειρηματολογίας αὐτῆς. Κατεδείχθη, μὲ βάση τὴν ἐκκλησιαστικὴ Παράδοση, ὅτι ἡ ἀρετὴ τῆς ὑπακοῆς δὲν ἐφαρμόζεται ἐπὶ θεμάτων Πίστεως, οὔτε προκρίνεται ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Πατέρες ἡ ὁμόνοια, ὅταν αὐτὴ εὐνοεῖ τὴν αἵρεση. Ἡ ἐπίκριση τῶν ἐκκλησιαστικῶν Προεστώτων ἐπιτρέπεται κατ’ ἐξαίρεση, ὅταν αὐτοὶ ἀφίστανται τῶν ἀρχῶν ἐκείνων, χάρη στὶς ὁποῖες καὶ εἶναι Ποιμένες.
Ἀποδεικνύεται ὅτι οὔτε τὸ παράδειγμα τοῦ Κυρίου συνδιαλεγομένου μὲ τὴν Σαμαρείτιδα, οὔτε τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, ἀλλὰ οὔτε καὶ ἡ διδασκαλία τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κλίμακος δικαιολογοῦν καὶ στηρίζουν τὸ σημερινὸ τρόπο διενεργείας τῶν διαλόγων μὲ τοὺς ἑτεροδόξους, ἐκτὸς ἐὰν παρερμηνευθοῦν. Ἐξηγοῦνται ὀρθῶς οἱ φράσεις ποὺ παρερμηνευόμενες ἔχουν ἐπικρατήσει ὡς «συνθήματα» τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, δηλ. τὸ «ἵνα πάντες ἓνὦσι» καὶ τὸ «ὑπὲρ τῆς τῶν πάντων ἑνώσεως», καὶ δεικνύεται ὅτι ἡ ἑνότητα τῆς Πίστεως δὲν εἶναι κοινὴ ἀναζήτηση Ὀρθοδοξίας καὶ ἑτεροδοξίας, ἀληθείας καὶ πλάνης, ἀλλὰ ἀπ’ ἀρχῆς κτῆμα τῆς Ἐκκλησίας.
Περαιτέρω διευκρινίζεται ὅτι δὲν ἀρκεῖ νὰ γίνει παραδεκτὴ ἕνωση μὲ τοὺς ἑτεροδόξους μετὰ ἀπὸ ἐπίτευξη κοινῆς πίστεως, ἀλλὰ ἐπὶ τῆς ὀρθοδόξου, μόνης ἀληθοῦς, Πίστεως, ὡς κοινῆς βάσεως ἑνώσεως.
Ἑρμηνεύεται ἡ σημασία τῆς καλῆς συμπεριφορᾶς πρὸς τοὺς αἱρετικούς – τὴν ὁποίαν ἀστόχως ἐπικαλέσθηκε ὁ Πατριάρ χης – ὄχι ὡς ἀθωώσεως τῆς αἱρέσεως, ἀλλ’ ὡς ἐπισημάνσεως τῆς αἱρέσεως σὲ συνδυασμὸ μὲ τὴν αὐτονόητη καλὴ ἀνθρώπινη συμπεριφορὰ πρὸς τοὺς αἱρετικούς. Μετὰ ταῦτα ἐπισημαίνεται ὅτι – βάσει σχετικῶν δεσμεύσεων στοὺς οἰκουμενικοὺς διαλόγους καὶ ἀντιθέτως πρὸς τοὺς ἰσχυρισμοὺς τοῦ κ. Βαρθολομαίου- οἱ διάλογοι δὲν ὁδήγησαν, οὔτε μποροῦν νὰ ὁδηγήσουν κάποιον ἑτερόδοξο στὴν ὀρθόδοξη ἀλήθεια, προσέτι δὲ διαγράφεται ἡ φοβερὴ αἰώνια εὐθύνη γιὰ ὅσους συντελοῦν στὴ συσκότιση τῶν ἑτεροδόξων καὶ τῶν Ὀρθοδόξων, σχετικῶς μὲ τὴν αὐτοσυνειδησία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ὡς τῆς Μιᾶς Ἁγίας. Τέλος, παρουσιάζονται ἐνδεικτικῶς μερικὲς μόνον ἀπὸ τὶς ἐκκλησιολογικὲς αἱρέσεις ποὺ ἔχουν ἐπισήμως διατυπωθῆ ἢ ὑπογραφῆ διμερῶς στὸ πλαίσιο τῆς οἰκουμενιστικῆς δραστηριότητος, ὥστε νἀ ἀποδειχθεῖ πόσο ζημιογόνοι εἶναι γιὰ τὴν Ἐκκλησία οἱ «οἰκουμενικοὶ διάλογοι», ποὺ δὲν εἶναι ἁπλῶς διάλογοι· ὡς δεῖγμα λαμβάνεται τὸ κοινῶς συμφωνηθὲν κείμενο τοῦ Πόρτο Ἀλέγκρε καὶ μία λατινίζουσα ἐκκλησιολογικὴ θέση τοῦ Μητροπολίτου Προύσης κ. Ἐλπιδοφόρου.
Γιὰ τὴν Σύναξη Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καὶ Μοναχῶν
14ῃ Νοεμβρίου 2011 Μνήμη Ἁγ. Γρηγορίου Παλαμᾶ
Ἀρχιμ. Ἀθανάσιος Ἀναστασίου, Προηγούμενος Ἱ. Μ. Μεγάλου Μετεώρου.
Ἀρχιμ. Σαράντης Σαράντος. Ἐφημέριος Ἱ. Ν. Κοιμήσεως Θεοτόκου, Ἀμαρούσιον Ἀττικῆς.
Ἀρχιμ. Γρηγόριος Χατζηνικολάου Καθηγούμενος Ἱ. Μ. Ἁγ. Τριάδος, Ἄνω Γατζέας Βόλου.
Γέρων Εὐστράτιος Ἱερομόναχος Ἱ. Μ. Μεγίστης Λαύρας Ἁγ. Ὄρους.
Πρωτοπρεσβύτερος Γεώργιος Μεταλληνός Ὁμότιμος Καθηγητὴς Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν.
Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης Ὁμότιμος Καθηγητής Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Πηγή: Ορθόδοξος Τύπος, 2 Δεκ. 2011
_____________
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.