TO TEΛΟΣ ΤΩΝ ΔΙΩΚΤΩΝ
Μεγάλη Πέμπτη
TO TEΛΟΣ ΤΩΝ ΔΙΩΚΤΩΝ
«Πρόσθες αὐτοῖς κακά, Κύριε, πρόσθες (αὐτοῖς) κακὰ τοῖς ἐνδόξοις τῆς γῆς» (᾿Ησ. 26,15)
ΕΡΜΗΝΕΥΟΥΜΕ, ἀγαπητοί μου, πρακτικῶς τοὺς τέσσερις περίφημους στίχους ποὺ συνοδεύουν τὸ ἀλληλούια στὴν ἀρχὴ τοῦ ὄρθρου, ἀμέσως μετὰ τὸν ἑξάψαλμο. Εἶνε λόγια τοῦ προφήτου Ἠσαΐου καὶ ψάλλονται στὶς ἀκολουθίες τῆς ἁγίας καὶ Μεγάλης Ἑβδομάδος τὶς τρεῖς – τέσσερις πρῶτες μέρες. Ὁ πρῶτος στίχος, ὅπως ἀκούσαμε, εἶνε· «᾿Εκ νυκτὸς ὀρθρίζει τὸ πνεῦμά μου πρὸς σέ, ὁ Θεός, διότι φῶς τὰ προστάγματά σου ἐπὶ τῆς γῆς» (Ἠσ. 26,9α´), καὶ σημαίνει· Χριστιανέ, νὰ προσεύχεσαι συχνότερα ἀπ᾿ ὅ,τι μέχρι σήμερα, ἡ προσευχὴ νὰ εἶνε γιὰ σένα ἱερὸ καθῆκον. Ὁ δεύτερος στίχος λέει· «Δικαιοσύνην μάθετε, οἱ ἐνοικοῦντες ἐπὶ τῆς γῆς» (ἔ.ἀ. 26,9β´), δηλαδή· Χριστιανέ, πρόσεξε στὶς σχέσεις σου μὲ τοὺς ἄλλους νὰ μὴν ἀδικήσῃς κανένα, διότι αὐτὸς ποὺ λ.χ. μοιράζεται μὲ ἕνα κλέφτη τὰ κλεμμένα καὶ ἀδικεῖ, αὐτὸς «μισεῖ τὴν ἑαυτοῦ ψυχήν» (Παροιμ. 29,24). Ὁ τρίτος στίχος ―χθὲς τὸν ἑρμηνεύσαμε― λέει· «Ζῆλος λήψεται λαὸν ἀπαίδευτον, καὶ νῦν πῦρ τοὺς ὑπεναντίους ἔδεται» (Ἠσ. 26,11β΄)· καὶ ἐπ᾽ αὐτοῦ εἴπαμε ὅτι, ἀλλοίμονο στὸ λαὸ ποὺ ἔπεσε σὲ χέρια δημαγωγῶν ποὺ κατορθώνουν ν᾽ ἀνεβοῦν στὴν ἐξουσία, διότι μὲ τὰ συνθήματα τέτοιων ἀπατεώνων τὰ ἔθνη διαφθείρονται· ὁ λαὸς παύει πλέον νὰ εἶνε συνειδητοποιημένος, γίνεται ῥομπότ, δοῦλος, ἀνδρείκελο, καταντᾷ ὄχλος· καὶ ὁ ὄχλος, ὅπως διδάσκει ἡ ἱστορία, μπορεῖ νὰ διαπράξῃ καὶ τὰ μεγαλύτερα ἐγκλήματα ἐν ὀνόματι τῶν ὡραιοτέρων ἰδεῶν.
Ἀπόψε τελειώνουμε ἑρμηνεύοντας τὸν τελευταῖο στίχο· «Πρόσθες αὐτοῖς κακά, Κύριε, πρόσθες (αὐτοῖς) κακὰ τοῖς ἐνδόξοις τῆς γῆς» (ἔ.ἀ. 26,15). Τιμώρησέ τους, δηλαδή, Κύριε, τοὺς μεγάλους καὶ ἰσχυροὺς τῆς γῆς, τιμώρησέ τους. Τί λέει ἐδῶ ὁ προφήτης; Ὁμιλεῖ περὶ τῶν κακῶν ἀνθρώπων ποὺ εἶνε στὴν ἐξουσία.
* * *
Ποιός εἶνε, γενικά, ὁ κακὸς ἄνθρωπος; Δὲν εἶνε ἐκεῖνος ὁ ἁμαρτωλός, ποὺ ἀπὸ συναρπαγὴ τοῦ διαβόλου διαπράττει κάποιο ἁμάρτημα, καὶ κατόπιν μετανοεῖ καὶ χύνει δάκρυα καὶ ζητάει τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Κακὸς εἶνε αὐτὸς ποὺ ἡ κακία – ἡ ἁμαρτία ἔχει διαποτίσει ὅλο τὸν ψυχικό του κόσμο καὶ ἔχει διαφθαρῆ μέχρι τὰ κύτταρά του. Ἡ κακία σ᾽ αὐτὸν ἔχει προχωρήσει βαθειὰ στὸν ἐσωτερικό του κόσμο καὶ τοῦ ἔγινε δευτέρα φύσις. Σκέπτεται συνεχῶς τὸ κακό. Τὴ νύχτα ὕπνος δὲν τὸν πιάνει· διαλογίζεται καὶ σχεδιάζει τί κακὸ θὰ κάνῃ τὸ πρωῒ ποὺ θὰ σηκωθῇ. Ἡ σκέψι του εἶνε προσηλωμένη στὸ κακό. Ὅπως εἶπα καὶ ἄλλοτε, πές μου τί σκέπτεσαι τὴ νύχτα, νὰ σοῦ πῶ τί εἶσαι.
Τέτοιοι κακοὶ ἦταν λ.χ. ὁ ᾿Ιούδας, ὅπως τὸν περιγράφουν τὰ τροπάρια τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος. Εἶχε εἰσχωρήσει μέσα του ἡ κακία – ἡ φιλαργυρία. Δὲν εἶχε ἁπλῶς ἐπιθυμία χρήματος· εἶχε «λύσσα φιλαργυρίας» (Μ. Πέμ., β´ ἀπόστ. αἴν.). Κακοὶ ἦταν οἱ ψευδομάρτυρες. Κακὸς ἦταν καὶ ὁ λαὸς πού, ἐνῷ εὐεργετήθηκε τόσο ἀπὸ τὸ Ναζωραῖο, ὠρύετο «Σταύρωσον σταύρωσον αὐτόν» (Λουκ. 23,21). Πρὸ πάντων ὅμως κακοὶ ἦταν οἱ «ἔνδοξοι τῆς γῆς», οἱ θρησκευτικοὶ καὶ πολιτικοὶ ἄρχοντες τῆς ἐποχῆς· ὁ Ἄννας καὶ ὁ Καϊάφας ποὺ δίκασαν τὸ Χριστό, καθὼς καὶ ὁ Πιλᾶτος πού, μολονότι ἔνιψε τὰς χεῖρας του καὶ εἶπε «᾿Αθῷός εἰμι ἀπὸ τοῦ αἵματος τοῦ δικαίου τούτου» (Ματθ. 27,24), ἐν τούτοις ὑπέγραψε τὴν θανάτωσί του.
Ποιό ἦταν ἆραγε τὸ τέλος ὅλων αὐτῶν; ᾿Εμένα ρωτᾶτε; Τὸ γράφει ἡ ἱστορία. Οἰκτρό. Ποιό ἦταν τὸ τέλος τοῦ ᾿Ιούδα; μιὰ ἀγχόνη! Ἀπελπισμένος ἀπὸ τὴν ἐνοχή, πῆγε καὶ κρεμάστηκε, αὐτοκτόνησε. Οἱ ἀρχιερεῖς Ἄννας καὶ Καϊάφας εἶχαν κι αὐτοὶ κακὸ τέλος· ἦρθαν οἱ ῾Ρωμαῖοι, ἀνέσκαψαν τὰ ᾿Ιεροσόλυμα, ἀλέτρι πέρασε ἐκεῖ ποὺ ἦταν τὰ μέγαρά τους καὶ τὰ δικαστήριά τους. Καὶ ὁ Πόντιος Πιλᾶτος ἄσχημο τέλος εἶχε· ἔχασε τὴ θέσι του, ἔφυγε μακριά (μιὰ παράδοσις λέει, ὅτι ἔφτασε ἐξόριστος στὴν Ἑλβετία), κ᾽ ἐκεῖ ἀπελπισμένος αὐτοκτόνησε πέφτοντας ἀπὸ ψηλὰ στὰ νερὰ μιᾶς λίμνης. Ὁ λαὸς τέλος, ποὺ φώναζε «Σταύρωσον αὐτὸν» καὶ «Τὸ αἷμα αὐτοῦ ἐφ᾿ ἡμᾶς καὶ ἐπὶ τὰ τέκνα ἡμῶν» (Ματθ. 27,25), πλήρωσε μὲ τὸ ἴδιο νόμισμα. Ὅπως λέει ὁ ἱστορικὸς ᾿Ιώσηπος, τὸ 70 μ.Χ. ἔφτασαν οἱ λεγεῶνες τῆς ῾Ρώμης, πολιόρκησαν καὶ κατέλαβαν τὰ ᾿Ιεροσόλυμα. Δὲν ἄφησαν «λίθον ἐπὶ λίθον» (ἔ.ἀ. 24,2), καὶ ἄρχισαν νὰ σταυρώνουν συνεχῶς ᾿Ιουδαίους. Τόσο πολλοὺς σταύρωσαν, ὥστε ἐξαντλήθηκαν τὰ ξύλα, δὲν ὑπῆρχαν πλέον ἄλλα δέντρα στὸ δάσος γιὰ νὰ κάνουν σταυρούς.
Τί σημαίνουν αὐτά; Ὅτι τέτοιο τέλος θὰ ἔχουν καὶ ὅλοι οἱ διῶκτες τοῦ Χριστοῦ, ὅσοι καταδιώκουν τὴν πίστι τοῦ Εὐαγγελίου.
* * *
Καὶ σήμερα παρουσιάζονται τέτοιοι ἰσχυροὶ ἐκκλησιομάχοι, ὅπως λέγαμε χθὲς καὶ προχθές. Εἶνε κακοί, ἔχουν κακία μέσα τους. Δὲν εἶνε ἁπλῶς ἁμαρτωλοί. Ὁ ἁμαρτωλὸς μετανοεῖ. Ὁ κακὸς ἔχει τὴν ἐμμονὴ τοῦ διαβόλου καὶ δὲν μετανοεῖ. Μισεῖ ὅ,τι ὡραῖο, ὅ,τι ὑψηλό, ὅ,τι μέγα· μισεῖ τὴν πίστι – τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, τὸν στενοχωρεῖ ἡ παρουσία της. Δὲ θέλει νὰ βλέπῃ παπᾶ· ἅμα δῇ ῥάσο στὸ δρόμο, τὸν πιάνει δαιμόνιο. Εἶνε κι αὐτὸ μία ἀπόδειξις ὅτι ἡ θρησκεία μας εἶνε ἀληθινή. Δὲν τοὺς βλέπετε πῶς κάνουν; ἀσχημονοῦν, βλαστημοῦν, καταριῶνται, ἀφρίζουν. Νὰ μὴ δοῦν ἱερέα μπροστά τους· τὸ θεωροῦν ὡς κακὸ συναπάντημα. Στενοχωροῦνται ν᾿ ἀκοῦν κήρυγμα· βουλώνουν τ᾿ αὐτιά τους. Ἐνοχλοῦνται ὅταν χτυπᾷ ἡ καμπάνα· πότε νὰ σταματήσῃ! λένε. Στὴ Φλώρινα ὡρισμένους τοὺς πειράζει ἀκόμα κι ὁ σταυρὸς ποὺ μᾶς ἀξίωσε ὁ Θεὸς νὰ στήσουμε στὸ ὕψωμα 1.020 καὶ φωταγωγεῖται τὴ νύχτα· τρίζουν τὰ δόντια καὶ θέλουν νὰ τὸν γκρεμίσουν μὲ δυναμίτη· ἄλλο σύμβολο θέλουν αὐτοὶ νὰ στήσουν ἐκεῖ.
Εἶνε ἀνάγκη νὰ ὑπενθυμίσουμε, ποιό θὰ εἶνε τὸ τέλος τῶν ἐκκλησιομάχων; Θὰ εἶνε τὸ ἴδιο μὲ τὸ τέλος ὅλων τῶν διωκτῶν. Πολλοὺς διώκτας ἀναφέρει ἡ ἱστορία. Θὰ ἦταν μακρὸς ὁ λόγος ἂν ἤθελα ν᾿ ἀναφέρω παραδείγματα τέτοιων ἀνθρώπων, «ἐνδόξων τῆς γῆς», ποὺ ἀπὸ τὰ ὕψιστα ἀξιώματα ποὺ κατεῖχαν πολέμησαν τὸν χριστιανισμὸ καὶ εἶχαν κακὸ τέλος. Σὲ καθεμιὰ ἀπὸ τὶς περιπτώσεις αὐτὲς ἐφαρμόστηκε τὸ «Πρόσθες αὐτοῖς κακά, Κύριε, πρόσθες αὐτοῖς κακὰ τοῖς ἐνδόξοις τῆς γῆς». Ἕνα μόνο χαρακτηριστικὸ παράδειγμα θ᾽ ἀναφέρω ἀπ᾽ τὰ πολλά. Εἶνε ὁ ᾿Ιουλιανὸς ὁ Παραβάτης. Αὐτὸς μίσησε πολὺ τὴ χριστιανικὴ πίστι. Ἐνῷ ἀνατράφηκε ὡς Χριστιανὸς καὶ στὴν ἀρχὴ φαινόταν πρᾷος καὶ ἥσυχος, ἐνῷ ἦταν φίλος καὶ συμμαθητὴς τοῦ Μεγάλου Βασιλείου στὴν ᾿Αθήνα, κατόπιν ὡς βασιλεὺς ἔδειξε ἄλλη στάσι. Μίσησε τὸ χριστιανισμό, ἀρνήθηκε τὸ Χριστὸ σὰν ἄλλος ᾿Ιούδας, καὶ κατεδίωξε τὴν ᾿Εκκλησία. Ἔλαβε αὐστηρὰ μέτρα ἐναντίον της μὲ σκοπὸ νὰ τὴν ἐξουδετερώσῃ καὶ νὰ ἐπαναφέρῃ τὴν εἰδωλολατρία. Ἀλλὰ τὸ τέλος του ποιό ἦταν! Νόμιζε ὅτι θὰ ξεῤῥιζώσῃ τὸν χριστιανισμό. Δὲν ξεῤῥιζώθηκε ὅμως ὁ χριστιανισμός· αὐτός ξεῤῥιζώθηκε. Πολεμώντας ἐναντίον τῶν ἐχθρῶν στὰ βάθη τῆς Περσίας, ἐκεῖ τραυματίσθηκε θανάσιμα. Τὸν χτύπησε στὸ στῆθος ἕνα βέλος, καὶ τὸ τραῦμα ἦταν θανατηφόρο. Πεσμένος κάτω στὸ χῶμα τῆς γῆς, ἔβαλε τὴ φούχτα του κάτω ἀπ᾽ τὴν πληγή, τὴ γέμισε μὲ τὸ αἷμα ποὺ ἔτρεχε, καὶ μετὰ τὸ σκόρπισε στὸν ἀέρα λέγοντας· «Νενίκηκάς με, Ναζωραῖε», Ναζωραῖε, μὲ νίκησες! «Πρόσθες αὐτοῖς κακά, Κύριε, πρόσθες αὐτοῖς κακὰ τοῖς ἐνδόξοις τῆς γῆς».
* * *
Τὸ συμπέρασμα, ἀδελφοί μου· ὁ Ναζωραῖος εἶνε ἀήττητος. Καὶ τὸ δίδαγμα ποιό εἶνε· μὴ πτοούμεθα.
Ἂς λυσσοῦν οἱ ἐχθροὶ τῆς πίστεώς μας, οἱ ἰσχυροὶ τῆς ἡμέρας· ἂς πολεμοῦν τὴν ἁγία μας Ἐκκλησία, ἂς μηχανεύωνται ὅ,τι θέλουν, ἂς προσπαθοῦν ὅσο μποροῦν. Ἂς χρησιμοποιήσουν ὅλες τὶς μηχανές, ἂς ἐφαρμόσουν ὅλα τὰ σατανικὰ σχέδια πρὸς ἐξόντωσιν τῆς πίστεως τοῦ Χριστοῦ. Δὲν θὰ τὸ ἐπιτύχουν. Προσωρινῶς θὰ σημειώσουν μερικὲς ἐπιτυχίες, θὰ ἔχουν ὡρισμένες νίκες· θὰ φανῇ ὅτι κατέβαλαν καὶ ἀποδυνάμωσαν τὸν χριστιανισμό. Πάλι ὅμως θὰ τὸν βροῦν μπροστά τους. Γιατί; Διότι ἡ πίστις μας – ἡ ᾿Εκκλησία μας δὲν εἶνε ἕνα ἀνθρώπινο κατασκεύασμα, δὲν εἶνε κάτι ποὺ τὸ δημιούργησε ἄνθρωπος. Ἡ ᾿Εκκλησία μας εἶνε δέντρο ἀθάνατο, ποὺ τὸ φύτευσε μέσα στὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων ἡ δεξιὰ τοῦ Κυρίου, αὐτὸς ὁ Θεός, ἡ ἁγία Τριάς. Κ᾽ ἕνα τέτοιο δέντρο δὲν μπορεῖ νὰ τὸ ξεῤῥιζώσῃ κανείς. Ὅλοι οἱ δαίμονες τῆς κολάσεως νὰ μαζευτοῦν, δὲ θὰ μπορέσουν νὰ τὸ κλονίσουν. Τὰ τσεκούρια τους θὰ σπάσουν καὶ οἱ ἴδιοι θὰ συντριβοῦν. Καὶ θὰ βρίσκῃ πάντοτε ἐφαρμογὴ ὁ θεόπνευστος λόγος τοῦ προφήτου Ἠσαΐα· «Πρόσθες αὐτοῖς κακά, Κύριε, πρόσθες αὐτοῖς κακὰ τοῖς ἐνδόξοις τῆς γῆς».
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(ἱ. ναὸς Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης 15-4-1987 βράδυ)
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.