ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΠΙΘΑ 1948 (Ο ΔΡΑΚΩΝ)
ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΠΙΘΑ
Ο ΔΡΑΚΩΝ
Συντάκτης Αρχιμανδριτης Αυγουστίνος Καντιώτης
«Αὕτη ἡ θάλασσα ἡ μεγάλη καὶ εὐρύχωρος˙ ἐκεῖ ἐρπετά, ὧν οὐκ ἔστιν ἀριθμός, ζῶα μικρὰ μετὰ μεγάλων, δράκων οὕτος, ὅν ἔπλασας ἐμπαίζειν αὐτῆ» (Ψαλμ. 103, 25-56)
Χιλιάδες κολυμβηταί, τώρα οὔτε ἕνας!
Τοὺς θερινοὺς μῆνας χιλιάδες κατοίκων τῆς πρωτευούσης μὴ ὑποφέροντας τὰς καυστικὰς ἀκτίνας τοῦ ἡλίου ἐγκαταλείπουν τὰς πρώτας μεσημβρινὰς ὥρας τὴν πυρακτωμένην ἄσφαλτον τῶν Ἀθηναϊκῶν ὁδῶν καὶ καταφεύγουν εἰς τὰς ἀκτὰς τοῦ Σαρωνικοῦ πρὸς ἀναψυχήν. Ἐκεῖ ἀναπνέουν τὸν δροσερόν, τὸν καθαρὸν ἀέρα ποὺ πνέει ἀπὸ τὰ πελάγη, πλεῖστοι δὲ ὅσοι κολυμβοῦν. Ἀσφαλῶς τὸ ὅτι κολυμβοῦν δὲν ἀποτελεῖ ἁμάρτημα, καθʼ ὅσον τὸ ὕδωρ τῶν ποταμῶν καὶ τῶν θαλασσῶν ἔδωκεν διὰ ποικίλην εὐεργεσίαν τοῦ ἀνθρώπου ὁ Ὕψιστος, πρὸς τὸν Ὁποῖον μόνον αἴνον καὶ δοξολογίαν πρέπει νʼ ἀναπέμπωμεν. Κύριε! Σʼ εὐχαριστοῦμεν διὰ τὴν ὡραίαν θάλασσαν ποὺ περιβρέχει τὴν Πατρίδα μας. Ἀλλʼ ὅταν ἄνδρες καὶ γυναίκες, νέοι καὶ νέαι κατέρχονται εἰς τὰς παραλίας μας καὶ γυμνοὶ ὑπὸ τὰ ὄμματα τοῦ κόσμου ρίπτονται μαζὺ εἰς τὴν θάλασσαν, κάμνοντες τὰ περιβόητα μικτὰ λουτρά, τὰ μπαὶν-μίξ, τότε τὸ κολύμβημα παύει πλέον νὰ εἶναι ἀδιάβλητος σωματικὴ ἄσκησις καὶ ἀναψυχὴ καὶ καταντᾶ καὶ αὐτὸ μέσον διαφθορᾶς, σατανικὴ σαγήνη σύρουσα πρὸς τὸν ἐκφυλισμὸν τὸν ἄνθρωπον τοῦ 20ου αἰῶνος.
Δυστυχῶς αἱ ὡραῖαι ἀκταὶ τῆς Ἀττικῆς καὶ τῶν νήσων μας, μολύνονται κατʼ ἔτος ἀπὸ τὰ αἴσχη τῶν μικτῶν λουτρῶν, ἐφθάσαμεν δὲ εἰς τοιοῦτον σημεῖον ἠθικῆς ἀναισθησίας καὶ πωρώσεως, ὥστε ὁ φωτογραφικὸς φακὸς νὰ συλλαμβάνη ἐπʼ αὐτοφώρω τοὺς κολυμβῶντας ὁμοῦ ἀναισχύντως ἄνδρας καὶ γυναίκας τοῦ ὑπερπολιτισμένου κόσμου, αἱ δὲ φωτογραφίαι αὐτῶν νὰ δημοσιεύωνται εἰς τὰς στήλας τῶν συντηρητικῶν Ἀθηναϊκῶν ἐφημερίδων καὶ τῶν ἐλαφρῶν περιοδικῶν διὰ νὰ βλέπη καὶ νʼ ἀπολαμβάνη τὸ Πανελλήνιον «τὰς σάρκας», αἱ ὁποῖαι εἶναι ὡς αἱ σάρκες ἐσφαγμένων βοῶν καὶ ἀγελάδων ποὺ κρέμανται ἀπὸ τὰ τσιγκέλια τῶν κρεοπωλείων μας. Ἑλλάς! Ταλαίπωρος Πατρίς μας! Ἰδὲ τοὺς ἀναξίους υἱοὺς καὶ θυγατέρας σου. Καθʼ ἥν στιγμὴν τὰ ἡρωικά σου τέκνα εἰς πανήψυλους κορυφὰς μάχονται καὶ κολυμβοῦν εἰς λίμνην αἴματος διὰ νὰ σὲ σώσουν, Ἕλληνες καὶ Ἕλληνίδες ἀναίσθητοι πρὸ τῆς Ἐθνικῆς μας τραγωδίας, γελοῦν, καγχάζουν καὶ πλημμυροῦν καθημερινῶς τὰς ἀκτὰς μας ποὺ ὕμνησε ὁ Ὅμηρος καὶ ἡγίασε ἡ πνοὴ τῶν ἀθανάτων Ἀποστόλων τοῦ Χριστιανισμοῦ, διὰ νὰ τὰς μεταβάλλουν εἰς τόπους ἀκολασίας, διὰ νὰ ἐκθέσουν έκεῖ εἰς διαγωνισμὸν ἀνηθικότητος, εἰς δημοπρασίαν… τὰ κάλλη, τῶν ὁποίων ἡ δυσοσμία παρʼ ὅλα τὰ ἀρώματα εἶναι ἱκανὴ νὰ προσελκύση καὶ τοὺς γύπας τῆς Ἀφρικανικῆς ἐρήμου.
̶ Καὶ ταῦτα πάντα πολλάκις ὑπὸ τὰ ὄμματα τῶν ἐπισήμων.
Ἀλλʼ αἰφνης ἀναπνέομεν! Ὁ Ραδιοφωνικὸς Σταθμὸς Ἀθηνῶν μεταδίδει ὅτι ἀπὸ προχθὲς δὲν κολυμβᾶ οὔτε ἕνας. Αἱ ἀκταὶ τοῦ Σαρωνικοῦ, μᾶς πληροφορεῖ, καθʼ ὅλον τὸ μήκος ἀπὸ Σαλαμίνος μέχρι Σουνίου εἶναι ἔρημοι κολυμβητῶν καὶ κολυμβητριῶν. Οὐδεὶς δανδῆς καὶ οὐδεμία μοδέρνα δεσποινίς, οὐδὲν μέλος τῶν μικτῶν κολυμβητικῶν ὁμίλων τῆς αἰσχρᾶς άριστοκρατίας τολμᾶ νὰ ριφθῆ εἰς τὴν θάλασσαν παρʼ ὅλον τὸν καύσωνα τῆς ἡμέρας.
Τὶ ἄραγε νὰ συνέβη; Μήπως οἱ οὕτω πως ἁμαρτάνοντες καὶ ἁμαρτάνουσαι κύριοι, κυρίαι καὶ δεσποινίδες τῆς νεωτέρας Βαβυλῶνος ἧλθον εἰς συναίσθησιν τῶν τραγικῶν στιγμῶν τῆς Πατρίδος καὶ ἀπεφάσισαν νὰ ἀπαλλάξουν τὸν τόπον μας ἀπὸ τὰ αἴσχη τῆς ἐκφυλισμένης ζωῆς τῶν Εὐρωπαίων; Δυστυχῶς ὄχι. Δὲν εἶναι ἡ συναίσθησις τῆς ἀμαρτίας, δὲν εἶναι ὁ πνευματικὸς κίνδυνος ποὺ ἔκανε ὅλον αὐτὸν τὸν κόσμον νʼ ἀποσυρθῆ ἀπὸ τὰ ἀθῶα παίγνιά των ποὺ ὡς ἀγνοὶ ἄγγελοι δῆθεν ἔπαιζον εἰς τὰς ἀκτάς μας, ἀλλὰ κάτι ἄλλο ποὺ ἐτρόμαξε κυριολεκτικῶς «τὶς ζωοῦλες» τῶν τρυφοδιαίτων μας.
̶ Ἄθλιον σαρκίον πῶς σὲ ἀγαπώμεν!
Αἱ ἐφημερίδες τῶν Ἀθηνῶν ἀναγγέλουν τὴν αἰτίαν!
Ἐνεφανίσθη θαλάσσιος δράκων
Εἶναι γνωστὴ ἡ πρωτοφανὴς διὰ τὴν Ἑλλάδα θαλασσία τραγωδία ποὺ εἰς ἀπόστασιν ὀλίγων μέτρων ἀπὸ τὴν ἀκτὴν τῆς Δραπετσῶνος – Πειραιῶς ἐξετυλίχθη μὲ κινηματογραφικὴν ταχύτητα καὶ συνεκίνησε τὰς Ἀθήνας καὶ τὸν Πειραιᾶ καὶ ἐξετόπισεν εἰς τὸ περιθώριον τοῦ ένδιαφέροντος τῶν Ἑλλήνων ὅλα τὰ ἄλλα φλέγοντα ζητήματα τῆς ὑδρογείου σφαίρας.
̶ Ἕνας ἐκλεκτὸς νέος ἡλικίας 17 ἐτῶν συντηρῶν διὰ τοῦ ἱδρῶτος τοῦ προσώπου χήραν μητέρα καὶ ἀνήλικους ἀδελφὰς ἐνὼ ἐκολύμβα εἰς τὰ βαθέα ὕδατα τῆς «Σπηλιᾶς τοῦ Κουλοῦ» εἴδε αἴφνης νὰ προβάλλη ἐνώπιόν του θαλάσσιον τέρας. Ἐπὶ τὴ θέα του ὁ δυστυχὴς νέος ἕντρομος ἤρχισε νὰ κολυμβᾶ ταχύτατα καὶ νὰ καλῆ μὲ γοερὰς φωνὰς τοῦ φίλους του: «Σῶστε με! Βοήθεια» ἀλλὰ τὸ τέρας μὲ ἀστραπιαίους ἐλιγμοὺς τὸν ἐπρόφθασεν, τοῦ ἀπέκοψε κατʼ ἀρχὰς τὸ ἕνα χέρι, τὸν κατεβρόχθισε κατόπιν καὶ ἐξηφανίσθη ὑπὸ τὰ ὄμματα τῶν φίλων οἱ ὁποῖοι ἀπὸ τὴν ἀκτὴν ματαίως προσεπάθουν μὲ λίθους ποὺ ἐξεσφενδόνιζον κατὰ τοῦ τέρατος νὰ τὸ φοβίσουν καὶ νὰ σώσουν τὸν φίλον των.
Ὅταν ἐδιάβασα τὴν συνταρακτικὴν αὐτὴν εἴδησιν τῆς κατασπαράξεως τοῦ ἐργατικοῦ καὶ τίμιου τούτου νέου τῆς Δραπετσῶνος μοῦ ἐγεννήθη ἀμέσως ἡ ἀπορία καὶ ἥλθεν εἰς τὰ χείλη μου τὸ παράπονον: Διατί, Θεέ μου, ὁ θαλάσσιος δράκων, ἀντὶ νὰ καταβροχθίση τὸν ἐργατικὸν τοῦτον νέον, νὰ μὴν καταβροχθίση πρὸς παραδειγματικὴν τιμωρίαν τῆς ἀκολάστου γενεᾶς μας μίαν ἤ ἕνα ἀπὸ τὰ ἄθλια ὑποκείμενα ποὺ μὲ τὰς αἰσχρότητάς των μολύνουν τὰς ἀκτὰς τῆς Πατρίδος μας; Εἰς τὴν ἀπορίαν αὐτὴν ἀπαντᾶ ἡ Ἀγία Γραφή: Ἄβυσσος πολλὴ τὰ κρίματα τοῦ Κυρίου. Ἀνεξιχνίασται αἱ ὁδοὶ Του; Ἄνθρωπε μωρὲ καὶ τυφλέ! Ἰδὲ τὴν θάλασσαν, τοὺς ἀπέραντους ὠκεανοὺς εἰς τοὺς ὁποίους ζοῦν τὰ θαλάσσιαν τέρατα. Ζητεῖς νὰ γνωρίσης τὸν βυθὸν τῶν σκέψεων τοῦ Θεοῦ καθʼ ἥν στιγμὴν ἀγνοεῖς τοὺς βυθοὺς τῶν ὠκεανῶν. Καὶ σὲ ἐρωτῶ: Ποῖος ἔχει ἐξιχνιάσει τὰ μυστήρια ποὺ ἐγκλείουν τὰ βάθη τῆς θαλάσσης; Ἡ ὠκεανογραφία, ὅπως ὀμολογεῖ ἕνας ἐκ τῶν διασήμων ἐκπροσώπῶν τῆς νεωτέρας ταύτης ἐπιστήμης, ὁ Σουηδὸς σοφὸς καθηγητὴς Πέτερσον, εὑρίσκεται ἀκόμη εἰς τὰ σπάργανα. Ὑπάρχουν βυθοὶ τῆς θαλάσσης ποὺ εἶναι ἀνεξερεύνητοι ὅπως ὁ περίφημος βυθὸς Μιντανάο τῶν Φιλιππίνων ποὺ εἶναι ὁ βαθύτερος βυθὸς τοῦ κόσμου καὶ θὰ ἠδύνατο νὰ χωρέση τὰ Ἱμαλάϊα μὲ τὴν κορυφὴν πρὸς τὰ κάτω. Ἀλλὰ καὶ τὰ ὀλίγα ἐκεῖνα δείγματα, τὰ ὁποῖα ἡ Ἐπιστήμη κατώρθωσε νὰ ἴδη καὶ νὰ ἀνασύρη τώρα τελευταίως ἀπὸ τὰ βάθη τῶν ὠκεανῶν εἶναι ἀρκετὰ διὰ νὰ προκαλέσουν τὴν ἔκπληξιν τοῦ ἀνθρώπου. Ἀνεκαλύφθησαν π.χ. μερικὰ ψάρια τὰ ὁποῖα ἔχουν εἰς τὴν κεφαλήν των κρεμασμένην μίαν συσκευὴν ὁμοίαν μὲ ἠλεκτρικὸν φανὸν ποὺ προπορεύεται καὶ φωτίζει τὸν δρόμον των ὡς προβολεὺς ποὺ ὅταν θέλουν τὸν σβύνουν! Οἱ ἐπιστήμονες οἱ ὁποῖοι μὲ τὰς κρυσταλλίνους ἀεροσταγεῖς σφαίρας τοῦ Πέτερσον κατῆλθον εἰς τοὺς ὠκεανοὺς ἔμειναν ἐκστατικοὶ διʼ ὅσα κατώρθωσαν νὰ παρατηρήσουν καὶ μαζὶ μὲ τὸν Προφητάνακτα Δαβὶδ δύναται νὰ ἐπαναλάβουν καὶ αὐτοὶ μὲ μεγαλύτερον ἀκόμη θαυμασμὸν ποὺ ἐπαυξάνουν αἱ ἐπιστημονικαὶ παρατηρήσεις των τὸ ψαλμικόν: «Αὐτὴ ἡ θάλασσα ἡ μεγάλη καὶ εὐρύχωρως˙ ἐκεῖ ἐρπετά, ὧν οὐκ ἔστιν ἀριθμὸς ζῶα μικρὰ μετὰ μεγάλων…».
Ἐκ τῶν μεγάλων ὠκεανῶν μᾶς ἤλθε εἰς τὰς Ἑλληνικὰς θάλασσας καὶ τὸ θαλάσσιον τέρας ποὺ ἐδημιούργησε τὴν φρικτὴν τραγωδίαν. Ἕνα καὶ μόνον αὐτὸ ἐνέσπειρε τὸν φόβον εἰς τοῦς κολυμβητὰς καὶ τοὺς ἀλιεῖς τοῦ Σαρωνικοῦ καὶ πρὸς ἐξόντωσίν του ἐλήφθησαν ἔκτακτα μέτρα. Ὁ Ναύσταθμος διέθεσε σκάφος μὲ βαρὺ πυροβόλον καὶ μὲ σύστημα προβολέων, τὸ δὲ Λιμεναρχεῖον, μὲ έλαφρότερα σκάφη ἤρχισε νὰ ἐξερευνᾶ τὴν ὲπιφάνειαν τῆς θαλάσσης διὰ νὰ ἀνακαλύψη τὸ ἀνθρωποφάγον θηρίον. Τόσος φόβος! Τόσα ἔκτακτα μέτρα διὰ τὴν έξόντωσιν ἕνὸς θαλασσίου τέρατος ποὺ κατεβρόχθισε ἕνα νέον.
̶ Ἀλλὰ εἴθε νὰ ἧτο τὸ μόνον θηρίον ποὺ ζητεῖ νὰ τραφῆ μὲ σάρκας ἀνθρώπων. Δυστυχῶς πλὴν αὐτοῦ ὑπάρχουν καὶ ἄλλα φοβερώτερα.
Ἀλλος δράκων καὶ υἱοὶ δράκοντες πλέον ἐπικίνδυνοι!
Τὸ θαλάσσιον τέρας, περὶ τοῦ ὁποίου ἐγένετο λόγος εἶναι μία ἀθωότης ἐμπρὸς εἰς ἄλλα τέρατα ὁρατὰ καὶ ἀόρατα ποὺ ἀναμοχλεύουν ὄχι πλέον τοὺς βυθοὺς τῶν θαλασσῶν μας, ἀλλὰ τοὺς βυθοὺς τῆς κοινωνίας μας.
Ὤ ἡ Κοινωνία μας. Αὐτὴ εἴνε ἠ ἄλλη ἐκείνη θάλασσα ἡ μεγάλη καὶ εὐρύχωρος. Εἰς αὐτὴν ζοῦν τὰ θηρία ἐκεῖνα ποὺ κατασπαράσσουν καθημερινῶς ὄχι ἕνα ἤ δύο, ἤ πέντε ἀλλὰ κατʼ ἑκατοντάδας καὶ χιλιάδας ὄχι ἀπλῶς κορμιά, ἀλλὰ ψυχάς. Τὰ ὀνομάζομεν κοινωνικὰ θηρία. Νὰ σᾶς παρουσιάσωμεν μερικὰ ἀπʼ αὐτά; Ρίψετε ἕνα βλέμμα εἰς τὴν σύγχρονον κοινωνίαν καὶ εὐκόλως θὰ τὰ διακρίνετε καὶ θὰ ἀναστενάξετε διὰ τὴν τεράστιαν φθορὰν ποὺ προξενοῦν εἰς τὴν Ἑλληνικὴν Πατρίδα. Εἶνε τὰ αἰσχρὰ καταγώγια, τὰ ἐπίσημα καὶ ἀνεπίσημα μὲ τὸ πλῆθος τῶν διεφθαρμένων γυναικῶν ποὺ ὡς Μέδουσαι μεταμορφώνουν εἰς λίθους ἀναισθήτους τοῦς ἀγνοὺς μας νέους. Εἶνε οἱ κινηματογράφοι καὶ τὰ θέατρα μὲ τὰς ἀνηθίκους ταινίας των καὶ θεατρικὰς παραστάσεις ποὺ κάθε φορὰ μια ἀπʼ αὐτὰς εἶνε καὶ ἕνα πελώριον στόμα Ἅδου, μία Ἑθνικὴ συμφορά. Εἶνε τὰ χαρτοπαικτικὰ κέντρα μὲ τὰς πράσινους τραπέζας ποὺ εἰς διάστημα μιᾶς καὶ μόνης νυκτὸς καταβροχθίζουν ὡς θαλάσιαι ρουφῆχτραι χρῆμα ἀμύθητον καὶ καταστρέφουν τὴν εὐτχίαν τῶν οἰκογενειῶν. Εἶνε τὰ ἀμέτρητα οἰνοπνευματοπωλεῖα. Εἶνε …
Καὶ ὅμως ἐναντίον τῶν κοινωνικῶν αὐτῶν κακῶν ποὺ ὀρθώνονται ὡς θηρία μὲ τὰ ἀπαίσια ρύγχη καὶ ἀπομυζοῦν καὶ τὴν τελευταίαν ἰκμάδα τοῦ Ἔθνους δὲν βλέπομεν νὰ λαμβάνωνται ριζικὰ μέτρα διὰ νὰ ἐξαληφθοῦν ἀπὸ τὴν Ἑλληνικὴν γῆν. Ἁσφαλῶς ὁ καρχαρίας τοῦ Σαρωνικοῦ ποὺ κατεσπάραξε τὸν δυστυχῆ νεόν τῆς Δραπετσῶνος, ἐὰν εἶχε νοῦν διὰ νὰ σκεφθῆ καὶ γλῶσσαν διὰ νὰ ὀμιλήση θὰ μᾶς ἐταλάνιζε: «Ἕλληνες! Ἐναντίον μου ποὺ κατεσπάραξα ἕνα νέον ἐκάματε ἐκστρατείαν ὁλόκληρον. Ἀλλʼ ἐναντίον τῶν κοινωνικῶν θηρίων ποὺ φωληάζουν μέσα εἰς τὰς μεγαλουπόλεις σας ποὺ εἶνε χειρότερα εἰς τὴν πραγματικότητα ἀπὸ τὰ ἀπαίσια θαλάσσια μυθολογικὰ τέρατα, τὴν Σκύλλαν καὶ τὴν Χάρυβδιν καὶ ποὺ κατασπαράσσουν καθημερινῶς τὴν νεότητά σας δὲν λαμβάνετε οὐδὲν μέτρον. Τουναντίον πολλάκις μὲ διαφόρους νόμους τῆς Βουλῆς σας τρέφετε, ἐνισχύετε καὶ γιγαντώνετε τὰ θηρία αὐτὰ ποὺ μὲ τοὺς πλοκάμους των κινδυνεύουν νὰ πνίξουν τὴν Ἑλληνικὴν φυλήν. Ἀνόητοι! Ἐτρομάχθητε ἀπʼ ἐμὲ καὶ μένετε μακαρίως ἀτάραχοι ἀπὸ τοὺς ἄλλους κινδύνους ποὺ ἔπρεπε νὰ κινητοποιήσετε ὅλας τὰς ἠθικὰς καὶ σωματικὰς δυνάμεις τοῦ Ἔθνους πρὸς ἐξόντωσιν τῶν κοινωνικῶν μεγαθηρίων».
Ὧ! κοινωνία, πόσα θηρία δὲν τρέφεις; Ἀλλὰ καὶ σὺ ὧ καρδία ἀνθρώπινη πόσα παρόμοια θηρία δὲν ἔχεις; Δὲν ὁμοιάζεις καὶ σῦ καταπληκτικῶς πρὸς θάλασσαν μὲ ἀμέτρητους βυθοὺς, μὲ ἀνεξερεύνητα σπήλαια εἰς τὰ ὁποῖα ἐνδιαιτῶνται ἀθέατα τὰ πάθη, τὰ ἄγρια αύτὰ˙ θηρία ποὺ ἀναμοχλεύουν τὴν ἐσωτερικὴν μας ζωήν; Ἐνίοτε τὰ θηρία αὐτὰ φαίνεται ὅτι ἔχουν ἐξαφανισθεῖ, ἀλλὰ ἰδοὺ μετὰ μίαν διετίαν, πενταετίαν, δεκαετίαν ἐξʼ ἀφορμῆς ἕνὸς ἀσήμαντου καὶ τυχαίου γεγονότος, τὸ ἀθέατον ἐπὶ ἔτη θηρίον ἀνέρχεται ἐκ τοῦ ψυχικοῦ βυθοῦ εἰς τὴν ἐπιφάνειαν, ἐπιδεικνύει τὰ πτερύγιά του, τοὺς κοπτεροὺς του ὀδόντας, πειναλέον καὶ ἕτοιμον νὰ καταβροχθίση τὸν γείτονα, τὸν φίλον, τὸν ἀδελφόν, τὸν πατέρα καὶ τὴν μητέρα ποὺ ἔντρομοι φεύγουν πρὸ τῆς ἐμφανίσεως τῆς τερατώδους κακίας φωνάζοντες: «Αὐτὸς δὲν εἶναι ἄνθρωπος, ἀλλὰ θηρίον! Ὑπερέβη εἰς ἀγριότητα τοὺς μαύρους καὶ κόκκινους δράκοντας!».
Ὧ ἡ καρδία μου Κύριε. «Αὐτὴ εἶναι ἡ Θάλασσα ἡ μεγάλη καὶ εὐρύχωρος˙ ἐκεῖ ἑρπετᾶ ὧν οὐκ ἔστιν ἄριθμός!».
Τὸ δὲ τρομερώτερον ἐξ ὅλων εἶναι τὸ γεγονὸς ὅτι ὄπισθεν ὅλων τῶν ψυχικῶν παθῶν κρύπτεται ὁ τὰ πάντα ὑποκινῶν καὶ ἐρεθίζων μέγας ἑκεῖνος Δράκων, ὁ πατῆρ, ὁ γεννήτωρ τῆς κακίας, τὸν ὁποῖον περιγράφει μὲ ζωηρὰ χρώματα εἰς τὸ 12ον κεφάλαιον τῆς Ἀποκαλύψεως ὁ Ἰωάννης ὁ Εὐαγγελιστής:
«Οὐαὶ τὴν γῆν καὶ τὴν θάλασσαν ὄτι κατέβη ὁ διάβολος πρὸς ὑμᾶς ἔχων θυμὸν μέγαν, εἰδὼς ὅτι ὀλίγον καιρὸν ἔχει».
Τὸ τέλος τοῦ Δράκοντος
Ἀδελφοί! Ὁ «πυρρὸς δράκων» τῆς Ἀποκαλύψεως μαίνεται ζητῶν τίνα καταπίη. Στῶμεν καλῶς˙ στῶμεν μετὰ φόβου. Ὁ δράκων αὐτὸς θὰ ἐντείνη ἀκόμη εἰς τὸ ἔπακρον τὰς δυνάμεις του. Ἀλλʼ ὁσασδήποτε δυνάμεις καὶ ἐὰν μεταχειρισθῆ καὶ μὲ οἱουσδήποτε μετασχηματισμοὺς καὶ ἐὰν παρουσιασθῆ πρὸς ἀποπλάνιση τῶν πολλῶν, δὲν πρόκειται νὰ νικήση. Θὰ συντριβῆ ὁπωσδήποτε ὑπὸ τοὺς πόδας τοῦ Ἐσταυρωμένου. Ὄσοι πιστεύουν εὀς τὸν Χριστὸν κατὰ τὸ ὄραμα τῆς Ἀποκαλύψεως θὰ τὸν νικήσουν «διὰ τὸ αἴμα τοῦ Ἀρνίου καὶ διὰ τὸν λόγον τῆς μαρτυρίας καὶ οὐκ ἦγάπησαν τὴν ψυχὴν (τὴν ζωὴν) αὐτῶν ἄχρι θανάτου». Μὲ ἄνδρας καὶ γυναίκας πιστοὺς ἐξ ὅλης τῆς γῆς πλήρεις πίστεως καὶ αὐταπαρνήσεως θὰ συντριβοῦν καὶ αἱ τελευταῖαι φάλαγγες τοῦ Σατανᾶ καὶ τὰ κοινωνικὰ μεγαθήρια τῆς διαφθορᾶς καὶ τὴς ἀδικίας θὰ ἐκλείψουν καὶ ἡ ἀνθρωπότης θὰ ἀναπνεύση ὑψώνουσα τὴν σημαίαν τοῦ ἐν Χριστῶ θριάμβου καὶ σαλπίζουσα εἰς τὰ πέρατα τοῦ κόσμου ὅτι ἐνικήθη ὁ Δράκων ὑπὸ τῶν πιστῶν ὀπαδῶν τοῦ Ναζωραίου.
————————————
ΜΙΑ ΘΕΡΜΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ
(Ἀπὸ τὸ κεκραγάριον τοῦ Ἱεροῦ Αὐγουστίνου)
«Κύριε! Εἴμεθα λίαν ἀσθενεῖς καὶ ἐστερημένοι ἀρετῆς ὄχι πραγματικοὶ ἄνθρωποι ὅπως μᾶς ἔπλασες καὶ ἠθέλησες νὰ εἴμεθα «εἰκόνες καὶ ὁμοιώματά Σου» ἀλλʼ ἀνθρωπίσκοι, γελοιογραφίαι τοῦ πραγματικοῦ, τοῦ ἀληθινοῦ ἀνθρώπου ποὺ μὲ τὰ ἄθλια πάθη μας ἐξωμοιώθημεν μὲ τὰ κτήνη τὰ δουλεύοντα διαρκῶς εἰς τὴν σάρκα αὐτῶν. Δὲν ἔχομεν νὰ παρουσιάσωμεν οὐδὲν ἴχνος ἀρετῆς. Μὲ τὰς ἰδικὰς μας δυνάμεις νὰ σωθῶμεν εἶνε ἀδύνατον. Διʼ αὐτὸ καὶ ἡμεῖς ἀπελπισθέντες ἀπὸ τὸν ἐαυτόν μας ἐλπίζομεν ἀπολύτως εἰς Σέ. Ὥς σανίδα σωτηρίας μᾶς ἔρριψες Κύριε, τὸν Τίμιον Σταυρὸν Σου, τὸν ὁποῖον διὰ τῆς πίστεως ἡρπάσαμεν ἐν μέσω τῆς μαινόμενης θαλάσσης καὶ διαπλέομεν τὴν μεγάλην καὶ εὐρύχωρον αὐτὴν θάλασσαν τῆς ἐπιγείου ζωῆς».
«Κύριε! Εἰς τὴν θάλασσαν κατὰ τὸν Ψαλμωδόν Σου κινοῦνται «ἑρπετᾶ» «ζῶα μικρὰ μετὰ μεγάλων» ὑπὸ τὰ ὁποῖα ἄς νοήσωμεν ἀλληγορικῶς τὰ πάθη, τὰ ἀγριώματα τὰ εἰς ἡμᾶς καὶ εἰς ἄλλους ἀνθρώπους ἐμφωλεύοντα καὶ διαρκῶς ἀναταράσσοντα τὴν ζωήν μας. Ἐπὶ πλέον δὲ ζῆ ὁ ΔΡΑΚΩΝ Ο ΑΓΡΙΩΤΑΤΟΣ ὑπὸ τὸν ὁποῖον ἄς νοήσωμεν τὸν Διάβολον ὅστις καιροφυλακτεῖ καὶ εἶνε πανέτοιμος νὰ μᾶς καταπίη. Εἰς αὐτὴν τὴν ἐπίγειον ζωήν μας ὅπως εἰς τὴν θάλασσαν ὑπάρχουν τόποι πλήρεις κινδύνων ἀληθιναὶ Σκύλλαι καὶ Χάρυβδεις, καὶ ὑπὲρ ἀριθμὸν ἄλλοι τόποι, εἰς τοὺς ὁποίους ναυαγοῦν ὅσοι δὲν προσέχουν καὶ ἔχουν τὴν πίστιν κλονισμένην εἰς τὴν θείαν Άποκάλυψιν, ἡ ὁποία ἐπισημαίνει τοὺς ἐπικινδύνους τόπους καὶ τὰ αἱμοβόρα τὰ ψυχοφθόρα θηρία καὶ συνεχῶς φωνάζει «ΓΡΗΓΟΡΕΙΤΕ».
«Ὧ Ἅγιοι τῆς πίστεῶς μας. Ὅσοι διεπλεύσατε τὴν ἀγρίαν αὐτὴν θάλασσαν μὲ τὰ ἑρπετᾶ καὶ τοὺς δράκοντας καὶ τὰς ὑφάλους πέτρας καὶ τώρα ἀναπαύεσθε εἰς τοὺς κόλπους τῆς Θεότητος, σπεύσατε εἰς βοήθειαν ἡμῶν τῶν ἀγωνιζομένων. Βοηθήσατέ μας διὰ τῶν προσευχῶν σας. Ἱκετεύσατε, σᾶς παρακαλοῦμεν, ὅπως καὶ ἡμεῖς διασωθῶμεν ἀπὸ τοὺς ψυχικοὺς κινδύνους καὶ ἀξιωθῶμεν αἰωνίος καὶ εἰρήνη ἀδιάλειπτος καὶ ἀσφάλεια πλήρης ἀπὸ τὴν ὁποίαν ἐκ τοῦ δράκοντος θὰ ἔχη ἐξαφανισθῆ».
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.