Αυγουστίνος Καντιώτης



ΤI EINAI KOΛΑΣΗΣ;

date Ιαν 9th, 2013 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

ΤI EINAI KOΛΑΣΗΣ;

«…Ἵνα μὴ καὶ αὐτοὶ ἔλθωσιν εἰς τὸν τόπον τοῦτον τῆς βασάνου» (Λουκ. 16,28)

επισκ. Αυγ.ΥΠΑΡΧΕΙ ΑΛΛΟΣ ΚΟΣΜΟΣ; Ἰδού, ἀγαπητοί μου, τὸ τεράστιο ἐρώτημα ποὺ θέτει σήμερα τὸ ἱερὸ εὐαγγέλιο.

Πῆγα μιὰ φορὰ σ᾿ ἕνα χωριό, κ᾿ ἐκεῖ μὲ ρώτησαν· Ποιός ἦρθε ἀπὸ τὸν ἄλλο κόσμο; μήπως ἀναστήθηκε κανείς, νὰ μᾶς πῇ τί γίνεται ἐκεῖ;… Ἀλλὰ τί καταλαβαίνετε, αὐτοὶ ποὺ ζητοῦν νὰ δοῦν νεκρὸ ν᾿ ἀνασταίνεται, ἂν ἀναστηθῇ, θὰ τὸν πιστέψουν; Ἀμφιβάλλω. Δὲν ἀρνοῦμαι, ὅτι τὸ ν᾿ ἀναστηθῇ ἕνας νεκρὸς δὲν εἶνε μικρὴ μαρτυρία. Ἀλλ᾿ ὑπάρχει ἄλλη ἀκόμη ἰσχυρότερη. Καὶ χίλιοι νεκροὶ νὰ σηκωθοῦν ἀπὸ τὸν τάφο, δὲν εἶνε ἀποστομωτικοὶ μάρτυρες. Διότι εἶνε ἄνθρωποι. Ἐγὼ ἕνα μάρτυρα θεωρῶ ἀκαταμάχητο· αὐτὸν ποὺ λέει σήμερα τὸ εὐαγγέλιο, κ᾿ εἶνε παραπάνω ἀπὸ κάθε ἄλλη ἀπόδειξι καὶ τεκμήριο καὶ ντοκουμέντο. Καὶ αὐτὸς εἶνε ἡ ἁγία Γραφή.

Ἡ ἁγία Γραφὴ δὲν εἶπε ποτέ ψέμα, δὲν βρέθηκε στὶς σελίδες της λάθος. Περιέχει τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ. Τὸ εἶπε ὁ Χριστός· «Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσονται, οἱ δὲ λόγοι μου οὐ μὴ παρέλθωσι» (Ματθ. 24,35). Ἐγὼ λοιπόν, ἀδελφοί μου, δὲν περιμένω ν᾿ ἀναστηθῇ νεκρὸς ἀπὸ τὸν τάφο. Οὔτε νὰ μοῦ βεβαιώσῃ τὴν πίστι μου ὁ ἄλφα ἢ ὁ βῆτα ἐπιστήμων. Μοῦ εἶνε ἀρκετό, καὶ εὐλογῶ τὴν ἁγία Τριάδα γι᾿ αὐτό, ποὺ μᾶς ἔδωσε αὐτὸ τὸ μικρὸ βιβλίο, τὸ Εὐαγγέλιο, γιὰ νὰ τὸ ἔχουμε ὁδηγὸ στὴ ζωή μας, φάρο στὰ σκότη τῆς ψυχῆς.

Γι᾿ αὐτὸ εἶνε δυστυχὴς ὅποιος δὲ᾿ διαβάζει τὸ Εὐαγγέλιο, καὶ δυστυχέστερος ὅποιος τὸ διαβάζει ἀλλὰ δὲν προσπαθεῖ νὰ τὸ ἐφαρμόσῃ. Συνιστῶ λοιπὸν καὶ παρακαλῶ· Κανένα σπίτι χωρὶς Εὐαγγέλιο! Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λέει· «Ὅπου εἶνε τὸ Εὐαγγέλιο, διάβολος δὲ᾿ ζυγώνει».

* * *

Τὸ ἀθάνατο Εὐαγγέλιο μᾶς βεβαιώνει καὶ  γιὰ τὸ ὅτι ὑπάρχει ἄλλος κόσμος. Τὸ κηρύττει ἡ Παλαιὰ καὶ ἰδίως ἡ Καινὴ Διαθήκη. Ὑπάρχει κόλασι, ὑπάρχει παράδεισος. Τὸ κηρύττει παντοῦ, τὸ λέει καὶ σήμερα μὲ τὴν παραβολὴ τοῦ πλουσίου καὶ τοῦ Λαζάρου.

Νὰ τὴ διηγηθοῦμε; Εἶνε γνωστή. Τί λέει;

Ἀκούγονται φωνές. Ἀπὸ ποῦ; Ὁ πλούσιος φωνάζει ἀπὸ τὴν κόλασι. Κόλασι; θὰ πῆτε, πώ πω!… Νὰ σᾶς πῶ, ἀδέρφια μου. Ἐγὼ σήμερα δὲν ἤθελα νὰ κηρύξω. Ὅταν χθὲς τὸ βράδυ διάβασα τὴν περικοπή, εἶπα· Ἄχ, νά ᾿μουν σὲ μιὰ σπηλιὰ τοῦ Ἁγίου Ὄρους, νὰ μὲ σώσῃ ὁ Θεός, νὰ μὴν πάω κ᾿ ἐγὼ στὴν κόλασι!… Γιατὶ κ᾿ ἐγώ, σὰν ἁμαρτωλός, θέλω νὰ μὴν ὑπάρχῃ κόλασις. Ἀλλ᾿ ὑπάρχει δυστυχῶς! Ὅπως ὑπάρχει νύχτα, ὑπάρχει καὶ κόλασις. Κι ἀκούσατε τί κουβεντιάζουν ὁ πλούσιος ἀπὸ τὴν κόλασι μὲ τὸν δίκαιο Ἀβραὰμ ἀπὸ τὸν παράδεισο, ἐκεῖ ποὺ πῆγε καὶ ὁ φτωχὸς Λάζαρος. Τὰ λέει τὸ εὐαγγέλιο σήμερα.

Βλέπει ὁ πλούσιος τὸ Λάζαρο σ᾿ ἐκεῖνα τὰ μεγαλεῖα καὶ παρακαλεῖ τὸν Ἀβραὰμ γιὰ λίγη δροσιά. Ἀδύνατον, ἀπαντᾷ ὁ Ἀβραάμ. Ζητάει τότε χάρι γιὰ τὰ πέντε ἀδέρφια του· ν᾿ ἀναστηθῇ ὁ Λάζαρος ἐκ νεκρῶν καὶ νὰ πάῃ νὰ τοὺς πῇ νὰ μετανοήσουν, γιὰ νὰ μὴν καταλήξουν κι αὐτοὶ στὴν κόλασι. Λέει ὁ Ἀβραάμ· «Ἔχουσι Μωϋσέα καὶ τοὺς προφήτας» (Λουκ. 16,29), ἔχουν τὴν ἁγία Γραφή. ―Ὄχι, λέει ὁ πλούσιος· ἐὰν γίνῃ νεκρανάστασι, θὰ πεισθοῦν. ―Ὄχι, λέει τέλος ὁ Ἀβραάμ· ἂν δὲν πιστεύουν στὴν ἁγία Γραφή, καὶ ἐκ νεκρῶν κάποιος ν᾿ ἀναστηθῇ, πάλι δὲν θὰ πεισθοῦν.

* * *

Βλέπουμε λοιπὸν δύο πλουσίους. Τὸν ἕνα  στὴν καρδιὰ τῆς κολάσεως, τὸν ἄλλο (τὸν Ἀβραάμ) στὴν καρδιὰ τοῦ παραδείσου. Πῶς συμβαίνει αὐτό; Ἦταν ἀντίθετοι αὐτοί. Ὁ ἕνας ἔκλεινε τὴν πόρτα του, ὁ ἄλλος τὴν ἄνοιγε· ὁ ἕνας ἦταν ἄσπλαχνος, ὁ ἄλλος εὔσπλαχνος. Δῶστε μου πλουσίους σὰν τὸν Ἀβραάμ! Τέτοιους νά ᾿χαμε, δὲν θὰ ὑπῆρχε φτωχολογιά. Ἂν βαδίζῃς τὸ δρομολόγιο Ἀβραάμ, θὰ πᾷς κατ᾿ εὐθεῖαν στὴν καρδιὰ τοῦ παραδείσου. Ἂν βαδίσῃς τὸ δρομολόγιο τοῦ ἀσπλάχνου, θὰ πᾷς στὴν καρδιὰ τῆς κολάσεως.

Καὶ τί εἶνε αὐτὴ ἡ κόλασις; θὰ ρωτήσετε.

Δική μου γνώμη ζητᾶτε; Δὲν ἔχει ἀξία. Ἂς στηριχθοῦμε πάλι στὴν ἁγία Γραφή. Τί λέει ἐπάνω στὸ θέμα αὐτό; Μὲ εἰκόνες, παραδείγματα, μὲ γλῶσσα ἀλληγορικὴ καὶ μεταφορική, μᾶς δίνει μιὰ ἰδέα τῆς φοβερᾶς κολάσεως.

Μὲ λίγα λόγια κόλασις = φωτιά, θάλασσα πυρός, λίμνη καιομένη· φωτιά, ποὺ ἐνῷ καίει δὲν φωτίζει. Ἡ κόλασις εἶνε σκότος. Ἡ κόλασις εἶνε τριγμὸς τῶν ὀδόντων, θὰ χτυποῦν τὰ σαγόνια. Ἡ κόλασις θὰ εἶνε πεῖνα καὶ δίψα αἰωνίων ἀγαθῶν· οἱ κολασμένοι «λιμώξουσιν ὡς κύων» (Ψαλμ. 58,7,15), θὰ εἶνε σὰν τὰ πεινασμένα σκυλιά. Κόλασις ―δὲν τελειώσαμε― θὰ πῇ τόπος δυσοσμίας ἀπὸ τὴν ἀκαθαρσία τῶν ἁμαρτωλῶν. Ἐνῷ τάφοι ἁγίων μας ὅταν ἄνοιξαν ἔβγαλαν εὐωδία ―ἐμεῖς πιστεύουμε στὰ τίμια λείψανα―, τὰ κόκκαλα τῶν ἁμαρτωλῶν θὰ ἔχουν δυσοσμία.  Ὦ σεῖς ποὺ ξοδεύετε γιὰ ἀρώματα τόσα ποσά, σκεφθῆτε, ὅτι μιὰ μέρα αὐτὸ τὸ κορμὶ θὰ εἶνε πηγὴ ἀπεριγράπτου δυσοσμίας. Κόλασις εἶνε δεσμὰ ἀφόρητα. Κόλασις ―δὲ᾿ σᾶς εἶπα τίποτα― εἶνε τόπος ὅπου δὲ φυτρώνει τὸ λουλούδι ποὺ λέγεται ἐλπίς. Ὅλοι, κι ὁ ἐγκληματίας, κι ὁ φονιᾶς, κι ὁ κατάδικος, κι ὁ φυλακισμένος, ζοῦν μὲ τὴν ἐλπίδα. Ἐλπίδα, ποτέ μὴν ἀφήσῃς τὸν ἄνθρωπο! Ἀλλὰ ἐκεῖ, στὴν κόλασι, δὲν ὑπάρχει πιὰ ἐλπίδα μεταβολῆς καὶ διορθώσεως. Ἡμέρες, ἑβδομάδες, μῆνες, χρόνια, αἰῶνες, χιλιετηρίδες θὰ φεύγουν, ἀλλὰ ποτέ δὲν θὰ τελειώσῃ ἡ κόλασις.

Ἕνα παράδειγμα. Ποιό εἶνε τὸ μεγαλύτερο βουνὸ στὴν Ἑλλάδα; Εἶνε ὁ Ὄλυμπος, τρία χιλιόμετρα ὕψος. Φανταστῆτε τὸ βουνὸ αὐτὸ νὰ εἶνε ἀπὸ λεπτὴ ἄμμο, σὰν τὴν ἄμμο τῆς Σαχάρας, καὶ ἕνα κοράκι νά ᾿ρχεται κάθε χίλια χρόνια καὶ νὰ παίρνῃ στὸ ῥάμφος του ἕνα σπυρὶ ἄμμο. Ἢ φανταστῆτε ἕναν ὠκεανό, καὶ κάθε χίλια χρόνια νὰ περνᾷ ἕνας ἄγγελος καὶ νὰ παίρνῃ μία σταγόνα νεροῦ. Πόσες χιλιάδες χρόνια πρέπει νὰ περάσουνε, ἕως ὅτου ἔρθῃ ἡ τελευταία στιγμή, ποὺ θὰ πάρῃ τὸ κοράκι τὸ τελευταῖο σπυρὶ καὶ ὁ ἄγγελος τὴν τελευταία σταγόνα! Πάντως θά ᾿ρθῃ αὐτὴ ἡ στιγμή, νὰ εἶστε βέβαιοι· δὲν θά ᾿ρθῃ ὅμως ποτέ στιγμὴ ποὺ θὰ πῇ ὁ ἄγγελος «τελείωσε ἡ κόλασις».

Ὤ, ἂν μποροῦσαν νὰ φθάσουν μέχρι τ᾿ αὐτιά μας οἱ φωνὲς τῶν κολασμένων, τί θ᾿ ἀκούγαμε; Κλαυθμὸς καὶ κοπετὸς μέγας ἠκούσθη κάτω στὴν «κοιλάδα Ἰωσαφάτ» (Ἰωὴλ 4,2). Τί λένε; Μιὰ λέξι, ποὺ ἐδῶ στὸν κόσμο νὰ μὴ τὴν πῆτε, ἀδέρφια μου· εἶνε ἁμαρτία. Ποιά λέξι; «Κατάρα», «Κατάρα»!… Τί καταρῶνται;

Θὰ λένε· Πόδια, ποὺ τὴν Κυριακὴ τρέχατε στὰ κέντρα τοῦ διαβόλου, σὲ γήπεδα καὶ θέατρα, καὶ δὲν πατούσατε στὴν ἐκκλησία, κατηραμένα νά ᾿στε. Χέρια, ποὺ δὲν κάνατε τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ κανονικῶς καὶ εὐρύθμως μὲ τὴν προσευχὴ «Κύριε ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με τὸν ἁμαρτωλόν»· χέρια, ποὺ δὲ᾿ δώσατε ἐλεημοσύνη, χέρια ποὺ χτυπήσατε, χέρια ποὺ ματώσατε, χέρια ποὺ σκοτώσατε, χέρια ποὺ παλαμίσατε τὸ ἅγιο Εὐαγγέλιο, χέρια ποὺ χτυπήσατε μάνα καὶ πατέρα, νά ᾿στε κατηραμένα. Αὐτιά, ποὺ ἐπὶ ὧρες τεντώνατε ν᾿ ἀκούσετε ὅ,τι αἰσχρό· αὐτιά, ποὺ κλείσατε νὰ μὴν ἀκούσετε κήρυγμα εὐαγγελίου· αὐτιὰ ἁμαρτωλά, νὰ εἶστε κατηραμένα. Καὶ σεῖς, μάτια, ποὺ ἀντὶ νὰ βλέπετε τὸν οὐρανό, τὰ ἄστρα, τὶς ἅγιες εἰκόνες, ἀνοίξατε στὴν ἁμαρτία καὶ γίνατε μαγνῆτες τῆς κολάσεως, νά ᾿στε κατηραμένα. Γλῶσσες, ποὺ δὲν επατε ἕνα «Δόξα σοι, ὁ Θεός», γλῶσσες ποὺ κοτσομπολεύατε, φαρμακώνατε, συκοφαντούσατε· γλῶσσες, ποὺ ἀνοίξατε γιὰ νὰ βλαστημήσετε τὸ Θεό, τὴν ὑπεραγία Θεοτόκο, τοὺς ἁγίους, νά ᾿στε κατηραμένες.

* * *

Ὦ ἀδελφοί μου! Αὐτὰ τὰ λόγια θὰ τὰ ἐφαρμόσετε, θὰ μετανοήσετε; Τί θὰ κάνετε σήμερα; Ἐὰν πάρετε τὴν καλὴ ἀπόφασι, χαρὰ στοὺς ἀγγέλους, χαρὰ στὸν οὐρανό, χαρὰ στὴν ἁγία Τριάδα. Ἐὰν ὅμως δὲν μετανοήσετε, ὤ τότε νὰ εἶστε βέβαιοι, ὅτι θὰ ᾿ρθῇ μιὰ μέρα, ἡ τελευταία ἡμέρα, ποὺ ἄγγελος Κυρίου θὰ φωνάξῃ γιὰ μᾶς «τετέλεσται». Διότι «ἀπόκειται τοῖς ἀνθρώποις ἅπαξ ἀποθανεῖν, μετὰ δὲ τοῦτο κρίσις» (Ἑβρ. 9,27), θὰ πεθάνουμε γιὰ νὰ κριθοῦμε.

Σᾶς δίνω, τέλος, μιὰ εὐχή· «Χριστιανὰ τὰ τέλη τῆς ζωῆς ἡμῶν, ἀνώδυνα, ἀνεπαίσχυντα, εἰρηνικὰ καὶ καλὴν ἀπολογίαν τὴν ἐπὶ τοῦ φοβεροῦ βήματος τοῦ Χριστοῦ» (θ. Λειτ.). Εὔχομαι, ὅλοι μας, ὅταν φθάσῃ ἡ τελευταία ὥρα, νὰ σφραγίσουμε τὴ ζωή μας μὲ τὰ λόγια τοῦ λῃστοῦ «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκ. 23,42). Ἀμήν.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

(Απομαγνητοφωνημένη ομιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου, που έγινε στον ιερό ναο του Αγίου Αθανασίου [Γέφυρα] – Θεσσαλονίκης, στις 30/10/1960)

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.