ΒΛΑΣΦΗΜΟΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΗΣ
«ΑΝΤΙΒΛΑΣΦΗΜΙΚΟΣ ΑΓΩΝ»
Βιβλιο Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου, σελίδα 84-97
ΒΛΑΣΦΗΜΟΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΗΣ
«Καὶ εἱστήκει ὁ λαὸς θεωρῶν. Ἐξεμυκτηρίζον δὲ καὶ οἱ ἄρχοντες σὺν αὐτοῖς λέγοντες..»
(Λουκ. 23, 35)
«Παιδία, ἐσχάτη ὥρα ἐστί καὶ καθὼς ἠκούσατε ὅτι ὁ ἀντίχριστος ἔρχεται, καὶ νῦν ἀντίχριστοι πολλοὶ γεγόνασιν˙ ὅθεν γινώσκομεν ὅτι ἔσχάτη ὥρα ἐστίν» (Α΄ Ἰωάν. 2, 18)
Δεν υπάρχει, αγαπητοί μας αναγνώσται, δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι η ανθρωπότης εισήλθεν εις μίαν από τας σκοτεινοτέρας περιόδους της Ιστορίας. Σημεία, που συμβαίνουν εσχάτως εις τον φυσικόν, ηθικόν και πνευματικόν κόσμον, και προκαλούν φόβον, σύγχυσιν, ταραχήν, αγωνίαν, προειδοποιούν τους πάντας. Η γη σείεται. Τα στοιχεία της φύσεως μαίνονται. Αι συνειδήσεις κλωνίζονται. Αι κοινωνίαι ταράσσονται εκ βαθέων. Τα μικρά έθνη τρέμουν, τα μεγάλα και ισχυρά βρυχώνται ως θηρία εν κλωβοίς. Αι δε απανταχού της γης Εκκλησίαι κλυδωνίζονται. Βαθείς ερμηνευταί της Βίβλου βλέποντες τα ολοέν πυκνούμενα σημεία λέγουν και γράφουν, ότι η σκιά του Αντιχρίστου ενεφανίσθη επί της γης. Οι πρόδρομοι του έφθασαν, και ως οι μάγοι της Αιγύπτου επί της εποχής του Μωυσέως ενεργούν κατᾶ παραχώρησιν Θεού σημεία και τέρατα, εντυπωσιάζουν, τρομοκρατούν τους αμαθείς, κλονίζουν ιεράς πεποιθήσεις, κάμνουν θραύσιν. Ολίγον ακόμη και έφθασεν ο Αντίχριστος.
(*) Εδημοσιεύθη εις το υπ. Αριθμ. 199/1957 φύλλον του περιοδικού «Χριστιανική Σπίθα». Η βλασφημία, η οποία ελέγχεται εις το άρθρον τούτο, δεν είνε εκ των συνήθως ακουομένων βλασφημιών. Πρόκειται διʼ όσα βλάσφημα κατά του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού συνέλαβεν η αισχρά φαντασία και εξέθεσεν ο λογοτεχνικός κάλαμος αθέου λογοτέχνου.
Τις ούτος; Ύψιστε Θεέ, ελέησον τον κόσμον! Η φοβερά προφητεία του Κυρίου περί συντελείας των αιώνων αρχίζει να εκπληρώνεται (Ματθ. 24, 3-31). Ουαί τη οικουμένη εκ των επερχομένων αυτή δεινών!…
Σημείον των καιρών είνε ότι εν 20ω αιώνι των φώτων και των επιστημών ο γλυκύτατος Ιησούς ανασταυρώνεται. Σταυρωταί του δε την φοράν αυτήν είνε όχι Ρωμαίοι στρατιώται, αλλά… Χριστιανοί, οι οποίοι εγεννήθησαν υπό Χριστιανών γονέων, εβαπτίσθησαν εις το όνομα του, εθήλασαν το άδολον γάλα της πίστεως του, ηνδρώθησαν εν τοις κόλποις της Εκκλησίας, και έπειτα… απεφάσισαν να τον σταυρώσουν εκ νεου. Και τον σταυρώνουν κατά ποικίλους τρόπους. Ένας δʼ εξ αυτών είνε και ο δια της απίστου και αισχράς λογοτεχνίας των ημερών μας. Αντί καρφιών οι νέοι αυτοί σταυρωταί χρησιμοποιούν «τις πέννες των», των οποίων αι αιχμαί πληγώνουν βαθύτερον τον Ιησούν ή όσον οι ήλοι εκείνοι. Και όχι πλέον το σώμα του, αλλά το πνεύμα του, την διδασκαλίαν του την αθάνατον, την αρετήν του την άφθαστον, την καλύπτουσαν ουρανούς, την μυστηριώδη επιρροήν του επί της σκέψεως, του συναισθήματος και της βουλήσεως των ανθρώπων, το ευεργετικώτατον καθίδρυμα, την Εκκλησίαν του, εντός της οποίας φυλάσσεται η ιερά παρακαταθήκη της Πίστεως, αυτά όλα θέλουν να πλήξουν, να κρημνίσουν, να εξευτελίσουν ενώπιον ολοκλήρου της ανθρωπότητος, ίνα μη και η ανάμνησις του ταράσση τον ύπνον των.
Ο ευαγγελιστής Λουκάς λέγει, ότι εις τον φρικτόν Γολγοθάν, κάτωθεν του Εσταυρωμένου, στρατιώται και άρχοντες του Ισραήλ «εξεμυκτήριζον» τον Ιησούν. Και με την λέξιν αυτήν μας δίδει ο ιερός Ευαγγελιστής αφορμήν να σκεφθώμεν οποίος βόρβορος από βάναυσα πειράγματα, απρεπείς αστειολογίας, βωμολοχίας, χυδαίας ύβρεις, φρικτάς βλασφημίας θα εξήλθεν από τα χείλη εκείνα εναντίον του ασπίλου Υιού της Παρθένου. Και τι δεν θα είπον! Και ο λαός; Φευ! Ο Εβραϊκός λαός, ο οποίος τόσας φοράς είχεν ευεργετηθή υπό του Κυρίου και εις στιγμάς ενθουσιασμού εξεφράζετο και έλεγεν ότι ουδέποτε τοιούτος ηθικός και θρησκευτικός ηγέτης ενεφανίσθη εις το πρόσωπον της γης, ο λαός αυτός, αντί να διαμαρτυρηθή, ίστατο εκεί και ήκουε το κατά του Ευεργέτου του υβρεολόγιον, ως να επρόκειτο περί θεάματος, το οποίον ικανοποιεί απλώς την περιέργειαν των.
* * *
Αλλʼ όσα και εάν εξήμεσαν κατά του Εσταυρωμένου την ημέραν εκείνην τα ακάθαρτα χείλη αγροίκων Ρωμαίων στρατιωτών και τυφλών ηγετών του Ισραήλ, πρέπει να θεωρηθούν μικρά, ελάχιστα εμπρός εις όσα όχι απλώς διενοήθη και είπεν, αλλʼ είχε το θράσος και την αναίδειαν να γράψη εις ογκώδη μυθιστορήματα ένας εκ των λογοτεχνών του συγχρόνου κόσμου της παρακμής, Έλλην δυστυχώς την καταγωγήν και Χριστιανός Ορθόδοξος το θρήσκευμα, ο οποίος κατά τον μήνα τούτον (Νοέμβριον του 1957), ως ο άφρων πλούσιος του Ευαγγελίου, «απέθανε και ετάφη».
Το περιοδικόν «Χριστιανική Σπίθα» και άλλοτε ηναγκάσθη νʼ ασχοληθή με τον λογοτέχνην αυτόν, ο οποίος έφερε το όνομα Νικ. Καζαντζάκης. Εις το υπʼ αριθμ. 169 φύλλον του μηνός Απριλίου 1955, εξητάσαμεν σελίδα προς σελίδα ένα εκ των βιβλίων του Κ., το υπό τον τίτλον «Ο Καπετάν Μιχάλης», και απεδείξαμεν με παράθεσιν αυτουσίων περικοπών, ότι ο συγγραφεύς του βιβλίου τούτου δεν άφηκεν ευκαιρίαν δια να πλήξη και να μυκτηρίση τα δόγματα της αμωμήτου ημών Πίστεως. Φωνή Αντιχρίστου, ως απαίσιος συριγμός όφεως, ηκούετο δια των σελίδων του βιβλίου εκείνου. Φρίκης δʼ αίσθημα κατέλαβε το πολυπληθές ακροατήριον εν τη μεγάλη αιθούση του Συλλόγου «Οι Τρεις Ιεράρχαι», ότε ανεγνώσαμεν περικοπάς του επαισχύντου βιβλίου.
Αλλά και το βιβλίον τούτο, ως και παν άλλο δημοσίευμα αυτού, υπερέβη εις εκφράσεις ασεβείας έτερον βιβλίον αυτού, όπερ μετεφράσθη και εις ξένας γλώσσας,
εκυκλοφόρησεν εις χιλιάδας πολλάς αντιτύπων μεταξύ των λαών της Ευρώπης και Αμερικής, επηνέθη και εχειροκροτήθη υπό των λογοτεχνών, οπαδών του Αντιχρίστου, οίτινες ηγωνίζοντο να απονείμουν εις τον συγγραφέα και το βραβείον Νόμπελ. Το βιβλίον αυτό φέρει την επιγραφήν «Ο τελευταίος πειρασμός». Υπόνομος των Αθηνών εκκενούμενος θα ανέδιδε τόσην δυσωδίαν, όσην το βιβλίον τούτο. Σεβασμός προς το άχραντον πρόσωπον του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού θα επέβαλλε να μη επαναλάβωμεν και ημείς τα όσα επί του χάρτου γράφονται, αλλά μιμούμενοι την λακωνικότητα του ύφους του ευαγγελιστού Λουκά να γράψωμεν και ημείς, ότι εν έτει σωτηρίω 1955 ενεφανίσθη Έλλην τις, το όνομα Ν. Καζαντζάκης, όστις δια της γραφίδος του εξεμυκτήρισε το μυστήριον της θείας ενσαρκώσεως, ο δε Ελληνικός λαός, και ιδιαιτέρως ο λαός της ιδιαιτέρας του πατρίδος, «ειστήκει» ακούων απαθώς τας ύβρεις και θεωρών ανασταυρούμενον τον Ιησούν, οι δε άρχοντες του Ορθοδόξου Βασιλείου θανόντα εκήδευσαν δημοσία δαπάνη τον υβριστήν του Θεανθρώπου, χυδαιότερον του οποίου δεν είδον οι αιώνες.
Αλλʼ επειδή ο πολύς λαός δεν έχει διαφωτισθή περί των φοβερών ύβρεων του συγγραφέως, τα δε συγγράμματα του, λόγω της διαφημίσεως ολοκλήρου σχεδόν του Ελληνικού τύπου, εφημερίδων και περιοδικών, και βραβεύσεως τινων εξ αυτών υπό του Υπουργείου Παιδείας, έχουν διαδοθή μέχρι των ακροτάτων περιοχών της ταλαιπώρου Πατρίδος μας, και φοιτηταί και μαθηταί και μαθήτριαι εντρυφούν εια τας σελίδας αυτών, δια τούτο είμεθα ηναγκασμένοι, αν όχι όλας τας ασεβείς εκφράσεις, τουλάχιστον μερικάς εκφράσεις, που περιέχοντια εις το βιβλίον «Ο τελευταίος πειρασμός», ως δειγματολόγιον, να δημοσιεύσωμεν. Ο ιερός Χρυσόστομος, πριν αναφέρη από του άμβωνος εκφράσεις συγχρόνων αιρετικών και απίστων, εζήτει συγγνώμην παρά των ακροατών του, λέγων, ότι αισχύνεται δια τούτο, αλλʼ η ανάγκη της προφυλάξεως, αμύνης και ανασκευής τοιούτων συκοφαντιών κατά των αληθειών του Χριστιανισμού επιβάλλει, ίνα μολύνη την γλώσσαν του, ως ο ιατρός, όστις δια να θεραπεύση τον άρρωστον, τον πλήρη ελκών, αναγκάζεται να μολύνη τας χείρας του με την ακαθαρσίαν, που εξέρχεται από τας πυορροούσας πληγάς. Ας μιμηθώμεν, λοιπόν, εν προκειμένω και ημείς τον ιερόν τούτον Πατέρα και ας αποκαλύψωμεν τας πλάνας, τας ύβρεις, τας χυδαιολογίας, τας φρικτάς, τας πρωτοφανείς βλασφημίας, αι οποίαι ως ακάθαρτος ποταμός ρέουν των σελίδων του ανωτέρω βιβλίου.
Εν τω βιβλίω τούτω «Ο τελευταίος πειρασμός», ο Κ. κτυπά όλας τας βάσεις της Πίστεως, όλας τας θεμελιώδεις αληθείας επί των οποίων στηρίζεται το Χριστιανικόν οικοδόμημα.
1.- Και εν πρώτοις προσβάλλει την εκ Παρθένου γέννησιν του Σωτήρος Χριστού. Λέγει, ότι ο ευαγγελιστής Ματθαίος απεφάσισε να συγγράψη τον βίον του Ιησού, και ενώ είχεν υπʼ όψιν τα πραγματικά γεγονότα, ότι δηλαδή ο Ιησούς «εγεννήθηκεν εις Ναζαρέτ από φτωχούς γονείς, από τον μαραγκόν Ιωσήφ και από την Μαρίαν… μια φτερούγα αγγέλου τον κτύπησε θυμωμένα» και τον διέταξε να γράψη, ότι δεν είνε υιός του Ιωσήφ, αλλʼ ότι εγεννήθη εκ Παρθένου, εις Βηθλεέμ, όπως λέγουν αι προφητίαι, αλλά ο Ματθαίος, που γνωρίζει την πραγματικότητα, ανθίσταται να γράψη εις το Ευαγγέλιον του τοιαύτα ψεύδη και δια τούτο φωνάζη διαμαρτυρούμενος˙ «Δεν είναι αλήθεια˙ δεν θέλω˙ δεν γράφω…» (σελ. 350 και 392). Πως να είνε κατά τον Κ. αλήθεια το περί της υπερφυσικής γεννήσεως του Χριστού δόγμα, εις το οποίον πιστεύει σύμπας ο Χριστιανικός κόσμος, αφού ο Κ. εις άλλο μεν μέρος του βιβλίου τούτου παρουσιάζει τον Ιωσήφ «έτοιμον να χυμήξη… κατά της μνηστής του Παρθένου, να χωθούν μαζί μέσα εις μίαν σπηλιά, και μόνον δια κεραυνού ηναγκάσθη να αποτραβηχθή» (σελ. 61), εις δε το βιβλίον του «Ο Καπετάν Μιχάλης» (σελ. 198) δια στόματος ενός Τούρκου υβρίζει τον Χριστόν και αποκαλεί αυτόν… «μπάσταρδον»;
Εκ Παρθένου, εν Βηθλεέμ εγεννήθη ο Χριστός, φωνάζει ο άγγελος. Αυτά είνε όλα ψεύδη, διαμαρτύρεται ο ευαγγελιστής Ματθαίος. Και δια του τρόπου, με τον οποίον τα γράφει, παρουσιάζει αυτόν τον ουράνιον κόσμον, τους αγγέλους και αρχαγγέλους, ως ψευδομάρτυρας του μεγίστου γεγονότος των αιώνων, της εν σαρκί ελεύσεως του Θεού Λόγου, του δευτέρου προσώπου της Αγίας Τριάδος. Κατά τον Κ. λοιπόν η αρχή του Χριστιανισμού στηρίζεται επί ενός ψεύδους όπερ οι άγγελοι υπηγόρευσαν εις την ανθρωπότητα. Ψευδή τα Ευαγγέλια, ψευδομάρτυρες οι άγγελοι, συνήγορος των ψευδών ο Ιησούς, και μόνος που λέγει εν των κόσμω την αλήθειαν ο εκ Κρήτης Καζαντζάκης, ίνα πραγματοποιηθή και εις αυτόν τον πασίγνωστον Επιμενίδειον ρητόν (Τιτ. 1, 12).
2.- Ο Κ. προσβάλλει τον ιδιωτικόν βίον του Υιού της Παρθένου, πλέκων δια της νοσηράς φαντασίας διηγήσεις, αι οποίαι ουδέ κόκκον ιστορικότητος εμπερικλείουν. Ενώ κατά τον ευαγγελιστήν Λουκάν, ο οποίος διʼ ολίγων μεν αλλά μεστών νοημάτων λέξεων περιγράφει τα της παιδικής και εφηβικής ηλικίας του Ιησού, ο «Ἰησούς προέκοπτε σοφία καὶ ἡλικία χάριτι παρά Θεώ καὶ ἀνθρώποις» (Λουκ. 2, 52), κατά τον Κ. ο Ιησούς δεν προέκοπτεν ούτω πως, δεν ήτο ο Ιησούς ως παις, ως έφηβος και νέος το άφθαστον υπόδειγμα αγίας ζωής διʼ όλους τους εφήβους και νέους όλων των αιώνων, αλλʼ ήτο… ο «αχαΐρευτος», που «καμμία δουλειά» δεν έκαμνεν, αλλά μόνο ένα έργον είχε, να είνε… «ο σταυρωτής», να κατασκευάζη δηλαδή σταυρούς, δια να σταυρώνουν επ αυτών οι Ρωμαίοι κατακτηταί τα ηρωϊκά παλληκάρια, τους νεαρούς Ισραηλίτας που προέβαλον αντίστασιν κατά της ξενικής κατοχής. «Μονάχα όταν του παρήγγελλαν σταυρό να σταυρωθούν άνθρωποι, ρίχνονταν με τα μούτρα να δουλεύη μέρα νύχτα. Και δεν πήγαινε στην συναγωγή, δεν ήθελε πια να να μεταπατήση στην Κανά… Ο νους του σάλευε και τον άκουε η δύστυχη μάνα του να παραμιλάη και να φωνάζη θαρρείς και μάλωνε με κανένα δαίμονα» (σελ. 32). Εις ηλικίαν δε 3 ετών «ερωτεύθηκε την εξαδέλφην του Μαγδαληνήν, που ήταν τεσσάρων ετών» (σελ. 43)!!!
Ώστε, κατά τον Κ. ο Ιησούς ήτο «τεμπέλης, αχαΐρευτος, ερωτύλος, ανισόρροπος, δαιμονισμένος, σταυρωτής»! Ένεκεν δε της κατασκευής σταυρών δια τους ήρωας της εθνικής αντιστάσεως των Ισραηλιτών είχε γίνει το πλέον μισητόν πρόσωπον, του οποίου η εμφάνισις προεκάλει το μίσος, την αγανάκτησιν του λαού, και ιδίως των μητέρων των σταυρουμένων θυμάτων. Σταυρωτής ο Ιησούς; Ο Ιησούς, ο οποίος υπήρξεν δια την σωτηρίαν του ανθρωπίνου γένους Σταυρωθείς, ο πρώτος Σταυροφόρος, τον οποίον ηκολούθησαν μυριάδες σταυροφόρων, μαρτύρων και ηρώων εις την οδόν του καθήκοντος, εις την οδόν του Γολγοθά. Αλλά ο Κ. εν τη μανία του νʼ ανατρέψη την έννοιαν αυτήν του Εσταυρωμένου, του οποίου η θέα συνεκίνησε, συγκινεί και θα συγκινή μέχρι συντελείας των αιώνων τας ευγενεστέρας των καρδιών, επενόησε την άλλην έννοιαν, την αντίθετον έννοιαν του σταυρωτού, και δεν τολμά μεν να είπη ο ίδιος ίσως εσταύρωνε τους ανθρώπους, αλλά τολμά να γράφη ότι χάριν ενός ευτελούς κέρδους, χάριν τεμαχίου άρτου, κατεδέχετο να κατασκευάζη τας αγχόνας, τα όργανα της καταδίκης των πατριωτών, τους σταυρούς. Οποία σκόπιμος διαστρέβλωσις της Ευαγγελικής ιστορίας! Ορθώς εις το σημείον τούτο ο εκ Δωδεκανήσου λογοτέχνης Γιάννης Κλ. Ζερβός, ο οποίος με δύναμιν εξήλεγξε τας πλάνας του Κ., επιμένει και με πόνον ψυχής ερωτά την Ελλάδα όλην, τον κόσμον όλον, εάν ο Ιησούς ήξιζε μιας τοιαύτης κακοήθους μεταχειρίσεως εκ μέρους Έλληνος λογοτέχνου (Ιδέ Γ. Κλ. Ζερβού «Σημειώματα επάνω στο έργο του Ν. Καζαντζάκη», σελ. 16). Σταυρωτής ο Ιησούς!… Και μόνον δια την διαστροφήν αυτής της υψηλής εννοίας του Εσταυρωμένου αξίζει να ονομασθή αντίχριστος ο Καζαντζάκης, εκ των μεγαλυτέρων αντιχρίστων που εγέννησεν η ανθρωπότης, εάν αντίχριστος κατά τας Γραφάς ονομάζεται ο αρνούμενος την Θεότητα του Θεανθρώπου. Αλλά αυτός όχι απλώς αρνείται, όχι απλώς πολεμεί, αλλʼαγωνίζεται, ίνα με άλλου είδους περιεχόμενον ακαθαρσίας πληρώση τας υψίστας εννοίας, που σχετίζονται με την Θεανδρικήν προσωπικότητα του Σωτήρος Χριστού.
3.- Αλλά και άλλο βέλος, δηλητηριωδέστερον, εκτοξεύει κατά της ασπίλου ζωής του Θεανθρώπου, ο οποίος μόνος μεταξύ των υιών των ανθρώπων είχε το θάρρος, την παρρησίαν που του έδιδεν η μαρτυρία της αγνής, της αμολύντου συνειδήσεως του, να βροντοφωνήση εις επήκοον των συγχρόνων του˙ «Τὶς ἐξ ὑμῶν ἐλέγχει με περὶ ἁμαρτίας;» (Ιωάν. 8, 46). Ο Κ., ο οποίος ως εκ της ψυχοσυνθέσεως του αρέσκεται να βλέπη όλους τους ήρωας των μυθιστορημάτων του ως δίποδα κτήνη να πίπτουν και να κολυμβούν και να ηδωνίζονται μέσα εις το βορβορώδες τέναγος των σεξουαλικών επιθυμιών, επεκτείνει δυστυχώς την νοσηράν φαντασίαν του μέχρι του Κυρίου.
Κατά τον Κ. εις το χωρίον Μάγδαλα υπήρχεν ένα πορνοστάσιον, του οποίου διευθύντρια ήτο… η Μαρία η Μαγδαληνή! Εις αυτό συνέρρεον πλήθη εραστών, πλουσίων νέων από όλα τα μέρη της Ανατολής, προσκομίζοντες πολύτιμα δώρα. Συνοστισμός πάντοτε παρετηρείτο εις την αυλήν και τους διαδρόμους του αθλίου τούτου οικήματος. Αλλʼ ένα βράδυ μεταξύ των πολλών εραστών, που επερίμεναν την σειράν των, ήτο και… ο Ιησούς! Το τι θέτει εις το στόμα του Ιησού και της Μαγδαληνής κατά την συνάντησιν των δεν δυνάμεθα εδώ να επαναλάβωμεν (σελ.68-96). Μόνον τόσον γράφομεν, ότι ο Ιησούς φέρεται ζητών συγγνώμην παρά της Μαρίας της Μαγδαληνής, διότι αυτός είνε ο πρώτος, ο οποίος κατά την παιδικήν ηλικίαν εξύπνησεν εις τα στήθη αυτής… τον έρωτα! Ο άθλιος Κ. και εις το πρόσωπον του Χριστού ήθελε να εφαρμόση με όλας τας συνεπείας της την περί σεξουαλισμού θεωρίαν του Φρόυντ, η οποία υπό πλήγματα της υγιούς Ψυχολογίας διασήμων επιστημόνων κατέρρευσε πλέον εις ερείπια (Ιδέ Σπυρ. Καλλιάφα, καθηγητού Πανεπιστημίου Αθηνών, «Το παιδαγωγικόν πρόβλημα της γενετησίου ορμής», Αθήναι 1955).
4.- Ο Κ., επαναλαμβάνων την παλαιά συκοφαντίαν των πολεμίων της Θεότητος του Κυρίου, ότι ούτος εξεπαιδεύθη εις τα παρά την Νεκράν Θάλασσαν ασκητήρια των Εσσαίων, γράφει, ότι ο Ιησούς, μη δυνάμενος πλέον να υποφέρη την οργήν του λαού δια τους σταυρούς που κατεσκεύαζεν, ηναγκάσθη να καταφύγη εις μοναστήριον και να γίνη καλόγηρος. Μετά περιπετειώδη διαδρομήν φθάνει. Τυπτόμενος υπό της συνειδήσεως δια τα πολλά αμαρτήματα του και μη δυνάμενος νʼ αναπαυθή ζητεί τον πνευματικόν του πατέρα, τον θείον του ραββίνον, τον μπάρμπα- Συμεών. Εις αυτόν πηγαίνει να εξομολογηθή, αλλʼ εντρέπεται να είπη τα αμαρτήματα του και ετοιμάζεται να φύγη. Και ο ραββίνος˙ «Μη σηκώνεσαι, του είπε προσεχτικά, μη φεύγεις πειρασμός είναι κιʼ η ντροπή, νίκησε τη˙ μείνε. Εγώ θα σε ρωτώ, κάνε υπομονή, εγώ θα σε ρωτώ και συ θʼ αποκρίνεσαι». Και ούτως αρχίζει η μακρά εξομολόγησις των αμαρτημάτων του νεαρού Ιησού, του «σταυρωτή»! Και πρώτον αμάρτημα, το οποίον αναφέρει, ποίον νομίζετε ότι εινέ; Ακούσατε και φρίξατε ! Το ότι παρέσυρε την Μαγδαληνήν εις την αμαρτίαν! «Εγώ φταίω, εγώ, και πήρε το δρόμο που πήρε˙ από μικρό παιδί εγώ την έρηξα στη σάρκα… Και να ʼταν αυτό μονάχα ! Μα από μικρός κρύβω μέσα μου, βαθιά, όχι μονάχα το δαίμονα της πορνείας, παρά και το δαίμονα της αλαζονείας, γέρο ραββίνο! Μικρός ακόμα, δεν μπορούσα ακόμα στέρεα να περπατήσω, πήγαινα τοίχο-τοίχο και κρατιόμουν να μην πέσω, και φώναζα μέσα μου, ο αδιάντροπος: “Θεέ μου, και κάμε με Θεό! …” Από τότε πια το μυαλό μου σάλεψε… Εγώ ʼμαι ο Εωσφόρος… Δεν σωπαίνω, έκαμε ο νέος ξαναμένος, τώρα πια πάει, δε σωπαίνω! Είμαι ψεύτης, υποκριτής, φοβητσιάρης ποτέ δεν λέω την αλήθεια, δεν έχω κουράγιο˙ βλέπω μια γυναίκα να περνάη… Φοβούμαι˙ φοβούμαι αν ανοίξης το σπλάγχνο μου, θα δης να κάθεται μέσα, λαγός να τρέμη, ο φόβος. Ο φόβος, τίποτα άλλο˙ αυτός είναι εμένα ο πατέρας μου, η μάνα μου κιʼ ο Θεός» (σελ. 143-145).
Έτσι παρουσιάζει τον Ιησούν ο Κ.! Ας μαρτυρή την αγιότητα του ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, λέγων, ότι δεν ήτο άξιος να κύψη και να λύση τον ιμάντα των υποδημάτων του. Σημειωτέον, ότι, ενώ όλοι οι υπό του Ιωάννου του Προδρόμου βαπτιζόμενοι παρέμενον εν τοις ρείθροις του Ιορδάνου όσον χρόνον διήρκει η εξομολόγησις των, μόνον εις, μόλις εισήλθεν εις τον ποταμόν, αμέσως εξήλθεν εξ αυτού και αυτός ήτο ο Ιησούς. Η λέξις εκείνη του ευαγγελιστού Ματθαίου, ότι ο Ιησούς βαπτισθείς ανέβη από του ύδατος ευθύς(Ματθ. 3, 16), είνε χαρακτηριστική. Εξήλθεν ευθύς, διότι ως αναμάρτητος ουδέν είχε να είπη ως οι λοιποί των βαπτιζομένων, ενώ κατά τον Κ. ώρας ολοκλήρους εξωμολογείτο εις ένα ραββίνον. Την αναμαρτησίαν του Ιησού πιστοποιούν οι αυτόπται και αυτήκοοι μαθηταί και απόστολοι του, λέγοντες «Ο ην απʼαρχής ο ακηκόαμεν, ο εωράκαμεν τοις οφθαλμοίς ημών, ο εθεασάμεθα και αι χείρες ημών εψηλάφησαν, περί του λόγου της ζωής», και «αμαρτίαν ουκ εποίησεν, ουδέ ευρεθή δόλος εν τω στόματι αυτού» (Α΄ Ιωαν. 1, 1˙ Α΄ Πετρ. 2,22).
Αλλʼ όλας αυτάς τας μαρτυρίας αγνοεί ο Κ. και έρχεται να καταρρίψη την θεμελιώδη αλήθειαν της αναμαρτησίας του Ιησού, την στενώς συνδεδεμένην προς την Θεότητα αυτού, και τον Ιησούν, ο οποίος και κατʼ αυτούς ακόμη τους ορθολογιστάς είνε η υψηλοτέρα κορυφή της ηθικής ζωής, να παρουσιάση ως ένα εκ των τελευταίων ανθρώπων της κοινωνικής υποστάθμης, ως ψεύστην και απατεώνα. Οποία πλαστογράφησις των ιστορικών, των Ευαγγελικών σελίδων περί της ζωής και της δράσεως του Ιησού!
5.- Επί τέλους ο Κ. φθάνει εις την Σταύρωσιν, εις τα Σεπτά Πάθη του Σωτήρος. Αλλʼ εδώ πλέον εις το τελευταίον κεφάλαιον του βιβλίου (σελ. 419-495) εκχύνει όλον τον βόρβορον της ψυχής του δια να περιλούση τον Θεάνθρωπον με τοιαύτας λέξεις και εκφράσεις, τας οποίας αδυνατούμεν να επαναλάβωμεν εδώ. Τόσον μόνον λέγομεν, ότι κατά τον Κ. ο Κύριος επί του Σταυρού τίποτε άλλο δεν εσκέπτετο, τίποτε άλλο δεν επόθει, παρά… την αγκάλην της Μαγδαληνής, εκ της οποίας θα ήθελε νʼ αποκτήση υιόν και να τον ονομάση «Παράκλητον», μυκτηρίζων ούτως ο άθλιος και το Άγιον Πνεύμα. Έτσι μέσα εις ένα όνειρον αισχρότατης εμπνεύσεως της νοσηράς φαντασίας του Κ. εκπνέει η αγιωτέρα ζωή, η οποία παρουσιάσθη επί της γης. Οποία ύβρις! Οποία βλασφημία!
Αχ! αναστενάζει ο ευσεβής αναγνώστης μαζί με τον κ. Ζερβόν, τον οποίον εμνημονεύσαμεν ανωτέρω. Πότε θα τελειώση η ανάγνωσις των βρωμερών τούτων σελίδων, αι οποίαι υπερβαίνουν εις αισχρότητα περιγραφάς Βοκακίου, και με τας οποίας ηθέλησεν ο Κ. να σπιλώση το άσπλιον πρόσωπον του Ιησού; Πότε θα τελειώση η ανάγνωσις των δια να πιάσω εις τα χέρια μου το ιερόν Ευαγγέλιον, να διαβάσω ολίγους στίχους και νʼ αναπνεύσω αμόλυντον αέρα, διότι κινδυνεύω να πάθω ασφυξίαν από τα δηλητηριώδη αέρια, τα οποία εκπέμπει εις όλην την ατμόσφαιραν της Πατρίδος μας η καρδία ενός απίστου, ενός αντιχρίστου λογοτέχνου και συγγραφέως, του Ν. Καζαντζάκη;
* * *
Και όμως τον υβριστήν, τον μυκτηριστήν, τον βλάσφημον τούτον του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού η Ελλάς, το μοναδικόν Ορθόδοξον τούτο Χριστιανικόν Βασίλειον των Βαλκανίων, εκήδευσεν εν πομπή και παρατάξει, εκήδευσε δημοσία δαπάνη. Κατά την κηδείαν του παρέστησαν ο τότε Υπουργός των Θρησκευμάτων και Παιδείας, ένας εκ των αρχηγών της αντιπολιτεύσεως, βουλευταί, πρόεδροι και δήμαρχοι, δημοσιογράφοι, καλλιτέχναι, καθηγηταί, ο τότε πρύτανις του εν Θεσσαλονίκη Πανεπιστημίου κ. Κακριδής, σπουδασταί της Παιδαγωγικής Ακαδημίας, οι οποίοι εκράτουν εις τα χείρας των αντί Ευαγγελίων τα βιβλία του Κ., το δε θλιβερώτερον εξ όλων, εις την κηδείαν παρέστη και ο Μητροπολίτης Κρήτης κ. Ευγένιος! Ούτος, αν και προειδοποιήθη(*) εξ Αθηνών περί της αλγεινής εντυπώσεως, τηνοποίαν θα εδημιούργει παρά των ευσεβεί λαώ η δια εκκλησιαστικής ακολουθίας κήδευσις του δεινού υβριστού της αμωμήτου ημών Πίστεως, δεν ηθέλησε δυστυχώς να μιμηθή το παράδειγμα του τότε Αρχιεπισκόπου Αθηνών Θεοκλήτου, ο οποίος ηρνήθη να τεθή εντός Ναού της Πρωτευούσης, έστω και διʼ ολίγας ώρας, ο νεκρός του Κ., αλλʼ υπεχώρησεν ίσως εις πίεσιν κοσμικών παραγόντων και παρέστη δια να ψάλη ευχάς επικηδείους εις ποίον; Εις ένα αντίχριστον. Εύγε, άγιε Κρήτης!
Εξ αφορμής της παρουσίας του Μητροπολίτου Κρήτης εις την κηδείαν του αντιχρίστου, ηκούσαμεν πιστόν της Εκκλησίας τέκνον να λέγη˙ «Πόσον επεθύμουν να ήμην Μητροπολίτης Κρήτης μίαν και μόνον ημέραν, την ημέραν της κηδείας
(*)Ο εν Αθήναις δρων Ορθόδοξος Σύλλογος «Ο Άγιος Αθανάσιος» δύο ημέρας προ της κηδείας απέστειλεν εις τον Μητροπολίτην Κρήτης κ. Ευγένιον σχετικόν τηλεγράφημα, δημοσιευθεν και εις καθημερινάς εφημερίδας. Επίσης ο ίδιος Σύλλογος απέστειλεν εις όλην την Ιεραρχίαν του Ορθοδόξου Βασιλείου της Ελλάδος εμπεριστατωμένον υπόμνημα, εις το οποίον εμφαίνονται αι φρικταί βλασφημίαι, αι περιεχόμεναι εις ένα και μόνον εκ των πολλών βιβλίων του Κ.
του Κ., δια να κλείσω όλους τους Ναούς της πόλεως, νʼ απαγορεύσω εις όλους τους ιερείς να παρακολουθήσουν την κηδείαν, και να είπω προς τους επιμένοντας˙ Πηγαίνετε τον, κύριοι μου, εις Τζαμί, εις Χάβραν, εις στοάν Μασονικήν, πηγαίνετε τον όπου θέλετε, αλλʼ εις Ναόν Ορθόδοξον δεν θα επιτρέψω, διότι ακούω εις τʼ αυτιά μου τα φρικτά λόγια του αποστόλου Παύλου, αφορίζοντας τους αρνητάς, τους υβριστάς του Θεανθρώπου˙ «Εἴ τις οὐ φιλεῖ τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, ἤτω ἀνάθεμα˙ μαρὰν ἀθᾶ» (Α΄ Κορ. 16, 22).
Δυστυχώς η Εκκλησία της Κρήτης, εν τω προσώπω του Μητροπολίτου αυτής, την ημέραν της κηδείας του Κ. έδωκεν εξετάσεις και εμηδενίσθη εν τη συνειδήσει του Ορθόδοξου πληρώματος. Και να ήτο η μόνη περίπτωσις!
Προς όλους δε εκείνους, οι οποίοι παρέστησαν κατά την κηδείαν του Κ., θέλομεν νʼ απευθύνωμεν μίαν και μόνην ερώτησιν˙ Εάν, αξιότιμοι κύριοι, εάν ο Κ., αντἰ να γράψη βιβλίον με θέμα την ιδιωτικήν και δημοσίαν ζωήν του Θεανθρώπου, έγραφε βιβλίον με θέμα την ιδιωτικήν και δημοσίαν ζωήν των σεβαστών γονέων σας και ύβριζε την ιεράν των μνήμην και απεκάλει την μητέρα σας αισχράν πόρνην και ένα έκαστον εξ υμών όχι γνήσιον τέκνον των γονέων σας, αλλά… μπάσταρδον, σας ερωτώμεν, τι θα εκάμνετε; Θα μετεβαίνετε εις την κηδείαν του, θα κατεθέτετε στέφανον, θα εξυμνείτε τον «φουμισμένον» συγγραφέα, θα τον ερραίνετε με άνθη; Σας ερωτώμεν ενώπιον του Πανελληνίου και περιμένομεν απάντησιν.
Η περίπτωσις του Κ. είνε μία από τας ολίγας εκείνας περιπτώσεις, δια τας οποίας πας Έλλην, βεβαπτισμένος εις το όνομα της Αγίας Τριάδος και πιστεύων ότι η εν Χριστώ πίστις είνε υψίστη αξία της ζωής, θα έπρεπεν ακούων και αναγινώσκων τας πρωτακούστους ύβρεις εκ στόματος ενός Έλληνος να αισχύνεται, διότι εγγενήθη ΄Ελλην.
Αλλά θα έλθη ημέρα, κατά την οποίαν ο Ελληνικός λαός θα τελέση τον εξαγνισμόν, καίων δημοσία τα βιβλία του αντιχρίστου τούτου συγγραφέως, δια των οποίων εν μέσω της Ορθοδόξου Χώρας ημών καθυβρίζεται όσον ουδέποτε άλλοτε ο Θεάνθρωπος, ον, παίδες Ελλήνων, εις πείσμα μυρίων δαιμόνων, μυρίων Καζαντζάκηδων, υμνείτε και υπερυψούτε εις πάντας τους αιώνας.
«Ὄνος ἐστὶν ὁ βλάσφημος»
«Πῶς οὐκ ἄτοπον, εἰ μὲν μάχην ἴδοιμεν ἐπὶ τῆς ἀγορᾶς, προσιέναι, καὶ καταλλάτειν τοὺς μαχομένους˙ τὶ δὲ λέγω μάχην; εἰ καταπέσοντα ἴδωμεν ὄνον, πάντες χεῖρα ὀρέγειν καὶ συνδιανιστᾶν σπεύδομεν˙ τῶν δὲ ἀδελφῶν ἀπολλυμένων ἀμελεῖν; Ὄνος ἐστὶν ὁ βλάσφημος, καὶ θυμοῦ φορτίον οὐκ ἐνεγκών, κατέπεσε˙ πρόσελθε, καὶ διανάστησον καὶ διὰ ρημάτων, καὶ διὰ πραγμάτων, καὶ διʼ ἐπιεικείας καὶ σφοδρότητος ποικίλον έστω τὸ φάρμακον».
_______
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.