ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΠΙΘΑ (Το δακρυ του λαου)
ΕΤΟΣ Θ΄ ΚΟΖΑΝΗ – ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 1953
αριθμ φυλ. 149
Συντάκτης· π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ Ν. ΚΑΝΤΙΩΤΗΣ
ΤΟ ΔΑΚΡΥ ΤΟΥ ΛΑΟΥ
Μία δίκη
Τὸ θέμα, ἀγαπητοί μας, τὸ θέμα τοῦ ἄρθρου τούτου εἶναι: ΜΙΑ ΔΙΚΗ. Δίκη, ἡ ὁποία προσφάτως ἐγένετο εἰς Πειραιᾶ. Δίκη τῆς ὁποίας ὡρισμέναι λεπτομέρειαι, ἀξίζει νὰ γνωσθοῦν εἰς τοὺς φίλους ἀναγνώστας του περιοδικοῦ.
Τὴν 27 Ὀκτωβρίου μετὰ τινων φίλων εὑρισκόμεθα εἰς τὴν αἴθουσαν τοῦ Πταισματοδικείου Πειραιῶς. Μία εἰκὼν τοῦ Κυρίου ἦτο ἀνηρτημένη εἰς τὸν τοῖχον. Ἐσκεπτόμεθα: Ἐὰν ἡ εἰκὼν τοῦ Ἐσταυρωμένου ἦτο ὄχι μόνον εἰς τὸν τοῖχον, ἀλλʼ εἰς τὴν καρδίαν ἑνὸς ἑκάστου Ἕλληνος τότε τὶ θαῦμα! Οὐδεὶς ὁ ἀδικῶν. Οὐδεὶς ἀδικούμενος. Λευκὰς σημαίας θὰ ὕψωναν ὅλα τὰ δικαστήρια τῆς Πατρίδος. Εἰρήνη βαθεῖα θὰ ἐβασίλευεν εἰς τὸν τόπον μας. Ἀλλὰ τώρα εἰκὼν τοῦ Ἐσταυρωμένου μεῖνε ἐκεῖ ὑψηλὰ εἰς τὰς αἰθούσας τῶν Δικαστηρίων, διὰ νὰ μᾶς ἐλέγχης διὰ νὰ μᾶς ὑπενθυμίζης ἐντόνως πόσον μακρὰν εἴμεθα ἀπὸ τὸ ἰδεῶδες τῆς ἀρετῆς ΕΚΕΙΝΟΥ. Ἡ εἰκών Του εἰς τὸν τοῖχον. Τὸ Εὐαγγέλιόν Του εἰς τὴν ἔδραν ἀλλοίμονον! διὰ νὰ ὁρκίζωνται ἐπʼ αὐτοῦ οἱ χριστιανοὶ καὶ διὰ τὰ ἐλάχιστα ἀκόμη παρὰ τὴν σαφεστάτην διαταγήν Του, εἰπόντος τὸ «μὴ ὁμόσαι ὅλως»! Ἄνδρες καὶ γυναῖκες ἀναμένουν τὴν ἔναρξιν τῆς συνεδριάσεως. Ἰδού˙ ἀκούονται βήματα, ἔρχονται οἱ δικασταί. Ὁ Πρόεδρος καταλαμβάνει τὴν θέσιν του. Κρούει τὸν κώδωνα. Συζητήσεις σταματοῦν. Σιγὴ ἀπλοῦται. Στιγμὴ ἱερά. Τὶ τρομερὸν τὸ ἔργον τῶν Δικαστῶν! Ἄνθρωποι νὰ δικάζουν ἀνθρώπους! Ὦ Θεέ! Φώτιζε τοὺς δικαστάς, διὰ νʼ ἀπονέμουν ἑκάστω τὸ δίκαιον, διὰ νὰ βασιλεύη εἰς τὸν τόπον μας ἡ δικαιοσύνη, ἄνευ τῆς ὁποίας καὶ τὰ ἰσχυρότερα κράτη διαλύονται καὶ καταστρέφονται. Διὰ τοῦτο χωρὶς προσευχὴν συνεδρίασις δικαστηρίου θὰ ἔπρεπε νʼ ἀρχίζη. Ἀλλὰ δυστυχῶς τὰ Ἑλληνικὰ δικαστήρια ἀρχίζουν χωρὶς προσευχήν. Ἀρχίζουν μόνον μὲ τὴν κρούσιν τοῦ κώδωνος καὶ μὲ τὴν σύστασιν τοῦ Προέδρου οἱ ἀκροαταὶ νὰ μὴ ὁμιλοῦν, νὰ μὴ ἀτακτοῦν.
Ἀλλʼ ἄς παρακολουθήσωμεν τὰ τῆς συνεδριάσεως. Ἐκδικάζονται αἱ ὑποθέσεις. Πόσαι; 116 ἦσαν εἰς τὸν πίνακα. Ἐπὶ τέλους ἔρχεται καὶ ἡ ὑπόθεσις, διὰ τὴν ὁποίαν ἐνδιαφερόμεθα. Ὁ Πρόεδρος ἀναγινώσκει τὰ ὀνόματα τῶν κατηγορουμένων. Καὶ ἰδού˙ 11 ἀκούουν τὰ ὀνόματά των καὶ σπεύδουν καὶ καταλαμβάνουν θέσεις εἰς τὸ ἐδώλιον τῶν κατηγορουμένων. Ἐκ τούτων 3 εἶνε ὥριμοι ἄνδρες, οἱ δὲ ὑπόλοιποι νέοι εἰς τὸ ἄνθος τῆς νεότητός των ἡλικίας 18-25 ἐτῶν. Οἱ 11 θὰ δικασθοῦν! Τὶ κακὸν ἐποίησαν; Κατηγοροῦνται, διότι τὴν 29 Αὐγούστου ἡμέραν Σάββατον μετʼ ἄλλων πολλῶν μετέβησαν εἰς τὸ κινηματοθέατρον «Πάλλας» Πειραιώς (Πασαλιμάνι) καὶ καθʼ ἧν στιγμὴν (μεσάνυχτα 12.05 μ.μ.) ἐπὶ τῆς σκηνῆς ἐνεφανίσθησαν αἱ καλλοναὶ διὰ νὰ διεκδικήσουν τὸν τίτλον Μις-Πειραιεύς, ἐσηκώθησαν ὄρθιοι καὶ ἐφώναζον αἶσχος διὰ τὴν Πατρίδα καὶ διεμαρτυρήθησαν ἐντόνως καὶ ἐματαίωσαν τὰ καλλιστεῖα, ἀλλὰ δανδῆδες ποὺ προσήλθον διὰ νὰ θαυμάσουν τὰ… ἀγάλματα ἀπῆλθον λυπούμενοι, καὶ παραπονούμενοι διὰ τὴν ἀπότομον διακοπὴν τῆς θαυμασίας παραστάσεως! Καὶ διὰ τὴν διαταραχὴν τῆς «τάξεως» ἤχθησαν οἱ 11 κατηγορουμένοι.
Διʼ αὐτὴν λοιπὸν τὴν αἰτίαν δικάζονται; Μάλιστα! Ὁ καθηγητὴς κ. Χρῆστος Ἀδαμόπουλος ὡς πρόεδρος τοῦ Συλλόγου «Ἰωάννης ὀ Βαπτιστὴς» ἐξεταζόμενος ὡς μάρτυς ὑπερασπίσεως καταθέτει, ὅτι πρὶν ἡ ὁμὰς αὕτη τῶν κατηγορουμένων κατέλθη εἰς τὸν ἀγῶνα τοῦτον οἱ Θρησκευτικοὶ Σύλλογοι «Μέγας Ἀθανάσιος» καὶ «Ἰωάννης ὁ Βαπτιστὴς» ἐπεσκέφθησαν τὰς Δημοσίας Ἀρχὰς καὶ ὑπέβαλον ἀναφορὰς καὶ ὑπομνήματα καὶ ἐζήτουν τὴν κατάργησην τῶν καλλιστείων ὡς αἰσχροῦ θεάματος, ἀπαγορευομένου ὑπὸ τῶν κειμένων Νόμων. Ὑποσχέσεις τότε ἐδόθησαν. Ἀλλὰ παρὰ τὰς ὑποσχέσεις οὐδὲν ἐγένετο. Κατόπιν τούτου ἀπεφάσισαν νὰ ἀντιδράσουν. Καὶ ἀντέδρασαν τὰ μέλη ὡς Χριστιανοί, ὡς Ἕλληνες πολῖται κινούμενοι ἐντὸς τοῦ πλαισίου τοῦ Συντάγματος τῆς Πατρίδος των. – Εἰς τι σημεῖον τῆς καταθέσεως τοῦ κ. Καθηγητοῦ ὀ γραφὼν τὰς γραμμὰς ταύτας παρακολουθῶν ἐκ τινος γωνίας τὰ τῆς δίκης ἐζήτησε τὴν ἄδειαν, διὰ νὰ ὡμιλήση καὶ νὰ δώση ἐξηγήσεις. Ὁ Πρόεδρος μοῦ ἔδωκε τὴν ἄδειαν. Ἐπλησίασα πρὸς τὸ ἐδώλιον τῶν κατηγορουμένων καὶ ἐν πολλῆ συγκινήσει εἶπον περίπου τὰ ἐξής: «Οἱ νέοι αὐτοὶ οἱ ὁποῖοι μετʼ ὥρίμων ἀνδρῶν κάθηνται εἰς τὸ ἐδώλιον ἀνήκουν εἰς τὴν ὁμάδα νέων τοῦ νεοσυστάτου ὀρθοδόξου Συλλόγου ΜΕΓΑΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ, τοῦ ὁποίου ὁ σκοπὸς κατὰ τὸ ἐγκεκριμένον καταστατικὸν εἶνε «ἡ καταπολέμησις τῶν ἀσέμνων θεαμάτων καὶ δημοσιευμάτων». Ἡ κίνησις αὕτη εἶνε μία ζωηρὰ ἔκφρασις τοῦ πόνου, τὸν ὁποῖον αἰσθάνεται διὰ τὴν κατάπτωσιν τῶν ἠθῶν ὁ λαός μας. Καὶ ὀ Ἑλληνικὸς λαὸς δὲν ἠγωνίσθη διὰ νὰ ἴδη τὴν Πατρίδα μεταβαλλόμενην εἰς ἀκάθαρτον ἀγέλην Χόλλυγουντ, εἰς κοινωνίαν Πομπηΐας καὶ Σοδόμων. Ὄχι! Ὁ λαός μας ἔχει ἰδανικά, ζῆ καὶ ἀποθνήσκει διὰ ἰδέας. Εἰς τὰ αὐτιά μας βουΐζουν φωναί. Αἱ ἐπιθανάτιαι φωναὶ χιλιάδων νέων τῆς Πατρίδος, οἱ ὁποῖοι ἔπεσαν διὰ νὰ ζῆ ἡ Ἑλλὰς ὡς Ἰδέα. Καὶ οἱ νεκροί μας αὐτοὶ ἀφῆκαν ἐντολήν˙ Σεῖς ποὺ θὰ μείνητε ἀγωνισθῆτε διὰ νὰ ἀξιοποιηθοῦν αἱ θυσίαι μας. Τὴν ἐντολὴν ταύτην ἐκτελοῦν καὶ οἱ νέοι αὐτοί, οἱ νεώτεροι ἀδελφοὶ τῶν πεσόντων ἡρώων, συνεχίζοντες ἐντὸς τῶν πόλεων τὸν ἀγῶνα, τὸν ὁποῖον ἐκεῖνοι ἠγωνίσθησαν εἰς τὰς κορυφὰς τῶν ὀρέων. Διότι, μὴ τὸ κρύπτωμεν, ἐδῶ εἰς τὰς πόλεις κινδυνεύει ἡ Πατρίς. Κινδυνεύει ἡ Ἑλλὰς τῆς Πίνδου νὰ ταφῆ μέσα εἰς τὸν βοῦρκον τῆς ἀκολασίας. Ἀλλὰ οἱ νέοι, οἱ Χριστιανοὶ νέοι, δὲν θὰ τὴν ἀφήσουν νὰ ἐνταφιασθῆ ἀδόξως ἡ Ἑλλάς. Ἀγωνίζονται καὶ θὰ ἀγωνισθοῦν. Ταύτα κ. Πρόεδρε εἶχον νὰ εἴπω ὡς πρὸς τὰ ἐλατήρια τῆς πράξεως, τὴν ὁποίαν πρόκειται νὰ δικάσετε. Ὡς πρὸς δὲ τὴν πρᾶξιν, τὴν «ἀταξίαν» τὴν δισσάλευσιν τῆς τάξεως ἐν τῶ κινηματοθεάτρω, διʼ ἥν κατηγοροῦνται, τόσον ἐδῶ ἔχω νὰ εἴπω˙ ὅτι τὸ σύνθημα τῆς «ἀταξίας» δὲν τὸ ἐδωκεν ἡ ὁμὰς τῶν νέων. Τὸ ἐδωκεν ἡ διεύθυνσις τοῦ κινηματοθεάτρου, ἡ ὁποία διὰ τοῦ διαφημιστοῦ ἐγνώρισεν εἰς τοὺς θεατάς, ὅτι κατὰ τὴν ἐπὶ τῆς σκηνῆς ἐμφάνισιν τῶν διαφόρων καλλονῶν ἔχουν δικαίωμα νὰ ἐκφράσουν τὴν εὐαρέσκειαν ἤ τὴν δυσαρέσκειάν των διὰ μίαν ἑκάστην ἐξ αὐτῶν. Καὶ οὕτως εἰς τοὺς νέους ἐδόθη πλέον καὶ ἡ «νόμιμος» εὐκαιρία διὰ νὰ ἐκφέρουν τὴν γνώμην των καὶ ἐξέφερον ταύτην ὄχι διὰ τὴν Α ἤ Β καλλονήν, ἐπιδοκιμάζοντες ἤ ἀποδοκιμάζοντες αὐτήν, ὅπως ἔπραττον ἄλλοι τῶν θεατῶν, ἀλλὰ διʼ αὐτὴν τὴν ἰδέαν τῶν καλλιστείων. Αὐτὴν ἐν τῶ προσώπω τῶν ἀθλίων καλλονῶν ἐπολέμησαν ὡς ὁλεθρίαν διὰ τὰ ἀγνὰ ἤθη τῆς πατρίδος καὶ ἐπιμείναντες εἰς τὸν ἀγῶνα αὐτῶν καὶ καταδιώξαντες παντοῦ τὰ συνοικιακὰ καλλιστεῖα, τὰ κινητὰ ταῦτα κρεοπωλεῖα, ἐνίκησαν ἐπὶ τέλους. Διότι, ὡς θὰ ἐπληροφορήθητε ἡ Ἀστυνομία ἀπηγόρευσεν τοῦ λοιποῦ τὴν διοργάνωσιν τῶν καλλιστεῖων. Ἔπειτα, κ. Πρόεδρε, ἔχομεν μίαν ἀπορίαν: Πῶς συμβαίνει οἱ μὲν φωνάξαντες «αἴσχος» διὰ καλαισθητικοὺς (!) λόγους, διότι δὲν ἤρεσαν στὴν φιλήδονον ὄρασίν των ὡρισμέναι καλλοναί, πῶς αὐτοὶ μὲν ἔμειναν ἀκαταδίωκτοι, οἱ δὲ ἐξ εὐγενῶν ἐλατηρίων καὶ διʼ ὑψηλὸν σκοπὸν τὴν αὐτὴν λέξιν ἐκστομίσαντες καταδιώκονται; Διὰ ταῦτα ἔπαινος μᾶλλον ἤ τιμωρία ἀνήκει εἰς τοὺς κατηγορουμένους τούτους…». Κατόπιν ὁ Πρόεδρος ἠρώτησεν ἕναν ἕκαστον τῶν κατηγορουμένων. Ἰδιαιτέρως δὲ τοὺς νέους. Οἱ νέοι ἦσαν ὄλοι ἐργατικὰ παιδιά. Ἐργάζονται τὴν ἡμέραν καὶ τὴν νύκτα συμπληρώνουν τὰς σπουδάς των εἰς Νυκτερινὰς Σχολάς. Ἕνας διʼ ἐξ αὐτῶν τραυματίας, ἀνάπηρος πολέμου μὲ 85% ἀναπηρίας καὶ σωρείαν παρασήμων τοῦ Στρατοῦ καὶ ἐπαίνων τοῦ Σχολείου. Ἐκ δὲ τῶν ὡρίμων ἀνδρῶν ἕνας τραυματίας τοῦ Μικρασιατικοῦ ἀγῶνος καὶ πατὴρ ἑπτὰ τέκνων ἐν ζωῆ, ὧν δύο στρατιῶται. Αὐτὴ ἦτο ἡ Ἑλλάς, ἡ ὁποία τὴν νύκτα ἐκείνην, διεμαρτύρετο. Ὁ Πρόεδρος πρὸ τῆς θέας τῶν ἐνθουσιωδῶν νέων δὲν ἠδύνατο παρὰ νὰ συγκινηθῆ. Εἶχε καὶ αὐτὸς ἀδελφοὺς πεσόντας ἐν πολέμω.
Ἀλλὰ ἡ δίκη δὲν ἐτελείωσεν. Ἔπρεπε νὰ ἀκουσθῆ καὶ ἡ φωνὴ τῶν συνηγόρων. Δύο δικηγόροι τῶν Ἀθηνῶν*, ἔγκριτοι ἐπιστήμονες, ἔλαβον τὸν λόγον. Ὁ ἕνας εἴπε˙ «Κύριε Πρόεδρε! Δὲν ἤλθομεν ἐδῶ διʼ ἐπαγγελματικοὺς λόγους. Ἤλθομεν, διότι συμπαθοῦμεν τὸν ἀγῶνα καὶ εἴμεθα ψυχικῶς ἡνωμένοι μετὰ τῶν κατηγορουμένων νεών, οἱ ὁποῖοι ὕψωσαν λάβαρον καθάρσεως. Καὶ ὁ αγῶν των, ὡς οὖτος διεξάγεται, συγκινεῖ καὶ ἡμᾶς τοὺς γεροντότερους. Νέοι καὶ γέροντες ἡνωμένοι εἰς ἕν, ὡς τεταμένον τόξον, θὰ ἀγωνισθῶμεν ὑπὲρ τῶν αἰωνίων ἀξιῶν τῆς φυλῆς. Μερικοὶ ἔκφυλοι, πράκτορες ξένων ἰδεῶν, ἀντικειμένων εἰς τὰς ἰδέας τοῦ Εὐαγγελίου, ἐπέδραμον εἰς τὸν τόπον μας ὡς ἀρρουραῖοι καὶ ζητοῦν νὰ καταστρέψουν τὰς ρίζας τῆς οἰκογενειακῆς καὶ ἐθνικῆς μας ζωῆς. ἀλλὰ δὲν θὰ τοὺς ἀφήσωμεν. Οἱ νέοι μὲ τὴν φλογεράν των καρδίαν μᾶς ὠθοῦν εἰς τοὺς τιμίους ἀγῶνας…». Ὁ δὲ ἔτερος τῶν δικηγόρων ἐπιδεικνύει εἰς τὸ δικαστήριον τὸ ὑπʼ ἀριθμ. 2683/1953 φύλλον τῆς ἡμερησίας ἐφημερίδος τοῦ Πειραιῶς «ἡ Φωνὴ τοῦ Πειραιῶς», εἰς τὸ ὁποίον ἠ Ἀστυνομία παραπονεῖται, ὅτι «τὰ διάφορα θρησκευτικὰ καὶ φιλανθρωπικὰ Σωματεῖα δὲν βοηθοῦν τὸ ἔργον τοῦ τμήματος τῶν ἠθῶν, ἀλλʼ ἀδιαφοροῦν ὅλοι καὶ ἀθῶα κορίτσια παραπλανῶνται καὶ πίπτουν εἰς τὰς παγίδας καὶ καταστρέφονται. Τὰ θρησκευτικὰ σωματεῖα δὲν συντρέχουν τὴν Ἀστυνομίαν πρὸς περιστολὴν τοῦ τεραστίου κύματος τῆς ἀκολασίας ποὺ κινδυνεύει νὰ κατακλύση τὴν πόλιν τοῦ Πειραιῶς, ἰδοὺ τὸ παράπονον τῶν ἀστυνομικῶν. Ἀλλʼ ὅταν οἱ νέοι αὐτοὶ διὰ τῆς διαμαρτυρίας των ἔρχωνται νὰ βοηθήσουν τὴν Ἀστυνομίαν, ἡ Ἀστυνομία ἀντὶ νὰ ἐπαινέση καὶ νὰ ἐνθαρρύνη τοὺς πρωτοπόρους αὐτοὺς νέους, τοὺς μηνύει ὡς ταραξίας! Ἐνῶ τὸ ὀρθὸν καὶ τὸ δίκαιον θὰ ἦτο εἰς τὸ ἐδώλιον τοῦ κατηγορουμένου νὰ εὑρίσκωνται ἄλλοι καὶ ὄχι οἱ νέοι αὐτοί…».
Ἀλλʼ εἰς τὸ σημεῖον αὐτὸ τῆς διαδικασίας συνέβη κάτι τὸ πολὺ συγκινητικόν. Ὁ Πρόεδρος, ἕνας σεβάσμιος λειτουργὸς τῆς Θέμιδος, τοῦ ὁποίου οἱ κρόταφοι ἔχουν λευκανθῆ ἐν τῆ δημοσία ὑπηρεσία, σταματᾶ και δεικνύει εἰς τὸ ἄκρον τῆς αἰθούσης καὶ λέγει: «Βλέπετε; Κάποιος ἐκεῖ συνεκινήθη καὶ κλαίει».
Τὶ εἶχε συμβῆ; Ἕνας μικροπωλητής, ἄνθρωπος τοῦ λαοῦ, εἶχεν εἰσέλθει τυχαίως εἰς τὴν αἴθουσαν καὶ ἤκουεν. Ἤκουε τοὺς ἀγοραυτάς. Καὶ τόσον συνεκινήθη ἀπὸ τὴν ὑπόθεσιν τῆς δίκης, ὥστε δὲν ἠδύνατο νὰ συγκρατηθῆ ἀλλʼ ἀνελύθη εἰς δάκρυα. Αὐτή, φίλοι ἀναγνῶσται, εἶνε ἡ φυλή μας. Ἔκλαιεν ὁ ἄνθρωπος τοῦ λαοῦ! Καὶ ἐν τῶ προσώπω τοῦ ἀνθρώπου τούτου ἔβλεπε τις τὴν στιγμὴν ἐκείνην τὸ ἀνώνυμον πλῆθος, ἔβλεπε τις τὰς χιλιάδας τῶν Ἑλλήνων, οἱ ὁποῖοι παρʼ ὅλην τὴν παγερότητα, ποὺ ἐσκόρπισαν αἱ ὑλιστικαὶ περὶ ζωῆς ἀντιλήψεις, ἐξακολουθοῦν νὰ διατηροῦν εἰς τὰ βάθη τῆς ὑπάρξεώς των σπινθῆρας πίστεως καὶ ἀρετῆς. Καὶ αὐτοὶ οἱ σπινθῆρες, ἀφορμῆς διθείσης, ἀγαποῦν πῦρ καὶ οἱ ἄνθρωποι τοῦ λαοῦ ἐκρήγνυνται εἰς δάκρυα συγκινήσεως. Ἐν τῶ προσώπω τοῦ ἀνθρώπου τούτου ἔβλεπε τις τὰ δάκρυα τῆς ἁγνῆς Ἑλλάδος, ἡ ὁποία ἀναστενάζει καὶ κλαίει διὰ τὴν ἀθλιότητά μας. Εἰς τὰ δάκρυα τοῦ ἀνθρώπου τοῦ λαοῦ ἔβλεπε τις τὴν ἀνταύγειαν τῶν δακρύων ἑνὸς Ἱερεμίου, ὅστις ἐθρήνει διὰ τὴν ἠθικὴν κατάπτωσιν τῶν ἡμερῶν του καὶ ἔλεγε: «Τὶς δώσει κεφαλῆ μου ὕδωρ καὶ ὀφθαλμοῖς μου πηγὴν δακρύων καὶ κλαύσομαι τὸν λαόν μου τοῦτον ἡμέρας καὶ νυκτὸς τοῦς τετραυματισμένους θυγατρὸς λαοῦ μου;… ὅτι πάντες μοιχῶνται, σύνοδος ἀθετοῦντων. Ἐπὶ τὰ ὄρη λάβετε κοπετὸν καὶ ἐπὶ τὰς τρίβους τῆς ἐρήμου θρῆνον, ὅτι ἐξέλιπον παρὰ τοῦ μὴ εἶναι ἀνθρώπους» (Προφητ. 9, 1-10).
Τὰ δάκρυα τοῦ ἀνθρώπου τοῦ λαοῦ ἔλαμψον ὡς ἀδάμαντες εἰς τὴν αἴθουσαν τοῦ Πταισματοδικείου καὶ ἦσαν ὑπὲρ τῶν κατηγορουμένων ἡ θερμοτέρα συνηγορία.
– Τὸ δικαστήριον εἶχε διαφωτισθῆ πλήρως.
– Ὁ Πρόεδρος καταφανῶς συγκεκινημένος ἐγείρεται καὶ λέγει: «Παιδιά! Εἶσθε ἐλεύθεροι. Καὶ εὔχομαι τὸ παράδειγμά σας νὰ μιμηθοῦν ὅλοι οἱ νέοι τῆς Πατρίδος μας».
* * *
Ταῦτα ἐγένοντο ἐν Πειραιεῖ τὴν πρωΐαν τῆς 27 Ὀκτωβρίου 1953, ἐπέτειον τῆς μνήμης τοῦ Ἁγίου Νέστορος, ὅστις μὲ τὴν ἰκετήριον κραυγὴν: «Θεὲ τοῦ Δημητρίου βοήθει μοι» ὥρμησε κατὰ τοῦ Λυαίου καὶ ἐνίκησεν ὁ μικρὸς τὸν γίγαντα. Καὶ τώρα ποῦ εἶνε ὅλοι ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι ἐπέκριναν τὸν τρόπον αὐτὸν τῆς ἐνεργείας κατὰ τῆς αἰσχρῆς εἰδωλολατρικῆς τελετῆς τῶν καλλιστεῖων; Ποῦ οἱ μεγαλοσχήμονες ἐκεῖνοι κληρικοί, οἱ τὰ μεταξωτὰ καὶ σιδερωμένα καὶ ἀτσαλάκωτα ράσα φοροῦντες καὶ ἐπιδεικνυόμενοι, οἱ ὁποῖοι ἀπὸ τοῦ ὕψους τῶν θρόνων καὶ τῶν ἀμβώνων των μὲ ἐσχάτην περιφρόνησιν ἔβλεπον τοὺς νέους καὶ ἐλεεινολόγουν αὐτοὺς ὡς ὀπαδοὺς τρελλοῦ κινήματος, ὡς ἐξευτελίζοντας τὴν Ἐκκλησίαν, ὡς καταβιβάζοντας τὸν Χριστιανισμὸν εἰς τὰ πεζοδρόμια;
Ναί! Ἀγιώτατοι καὶ σοφῶτατοι Πατέρες τοῦ 20οῦ αἰώνος! Ἡμεῖς καταβιβάζομεν τὸν Χριστιανισμὸν εἰς τὰ πεζοδρόμια καὶ σεῖς τὸν κρατεῖτε εἰς τὰ ὕψη καὶ φωτοβολεῖτε ἀνὰ σύμπαντα τὸν κόσμον! Ἀλλά, κύριοι, ὁ Χριστιανισμὸς δὲν ἤρχισεν ἀπὸ ἡμᾶς οὔτε καὶ εἰς ἡμᾶς θὰ τελειώση. Πρὶν ἤ ἐμφανισθῶμεν ἡμεῖς οἱ ἄθλιοι, ἄλλοι ἔζησαν καὶ ἔδρασαν καὶ μὲ λόγους καὶ μὲ ἔργα καὶ μὲ αἵμα ἐστερέωσαν καὶ ἐξήπλωσαν τὸν Χριστιανισμόν. Αὐτοὶ εἶνε τὸ παράδειγμα διʼ ὅλας τὰς γενεάς. Καὶ αὐτοὶ δὲν ἐνήργησαν κατὰ ἕνα καὶ μόνον ὡρισμένον τρόπον, ὅπως θέλετε σεῖς νὰ ἐνεργοῦν ὅλοι οἱ χριστιανοί, ἀκολουθοῦντες τὸ ἰδικόν σας πρόγραμμα, ἀλλʼ ἐνήργησαν κατὰ διαφόρους τρόπους, ὅλους ηὐλογημένους ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, ὅπερ διανέμει ποικιλίαν χαρισμάτων εἰς τοὺς πιστούς. Ρίψατε, κύριοι, ρίψατε ἕνα βλέμμα εἰς τὰ μηναῖα, τὰ Συναξάρια, τοὺς βίους τῶν ἁγίων καὶ θὰ ἴδητε, ὅτι μεταξὺ τῶν ἁγίων μαρτύρων ὑπάρχουν ἄνδρες καὶ γυναῖκες, οἱ ὁποῖοι ἐν τῆ γενεᾶ των ἔδρασαν κατὰ τρόπον ζωηρόν, ἐπαναστατικόν, καὶ, παρὰ τὴν ἰδικὴν σας γνώμην καὶ κρίσιν, κατῆλθον εἰς ἀγορὰς καὶ πεζοδρόμια… ἐκ τῶν πολλῶν παραδειγμάτων ἀναφέρομεν τὸν ὁμολογητὴν Σωκράτη, τοῦ ὁποίου ἡ μνήμη ἑορτάζεται εἰς τὰς 21 Ὀκτωβρίου. Αὐτὸς ὁ ἅγιος, ὡς πρεσβύτερος, ὅταν ἐτελεῖτο ἐν τῆ πόλει εἰδωλολατρικὴ τελετὴ καὶ εἰς τὸν τόπον τῆς τελετῆς χιλιάδες εἰδωλολατρῶν εἶχον συρρεύσει, καὶ ὅλοι οἱ ἐπίσημοι ἦσαν ἐκεῖ, καὶ τὰ ἀγάλματα τῶν ψευδῶν θεῶν ἦσαν λαμπροστολισμένα, τότε εἰς τὸ ζενὶθ τῆς εἰδωλολατρικῆς ἐκείνης τελετῆς ἐνεφανίσθη ὁ Σωκράτης καὶ ἐνώπιον ὅλων ἐφώναξε˙ «Οἱ θεοί σας εἶνε ψευδεῖς. Αἶσχος λογικοὶ σεῖς νὰ λατρεύετε ξόανα» καὶ κατεκρήμνισε τὸν βωμόν, καὶ τὰς ἐν βωμῶ θυσίας. Αὐτὸ ἦτο τὸ κήρυγμά του, σύντομον, καυστικόν, στηλιτευτικόν. Καὶ τὸ κήρυγμα αὐτὸ δὲν ἐπληρώθη, ὅπως πληρώνονται τὰ κηρύγματα τῶν ἱεροκηρύκων, ἀλλὰ τὸ ἐπλήρωσε ὁ ὁμολογητὴς μὲ τὸ αἵμα του. Διότι ὕστερα ἀπὸ τὴν τολμηρὰν αὐτὴν διαλάλησιν τῆς ἀληθείας ὡς θηρία λυσσῶντα ἐπέπεσαν κατʼ αὐτοῦ οἱ εἰδωλολάτραι. Μετʼ ὀλίγον δὲν ὑπῆρχεν εἰς τὴν ζωὴν τὴν ἐπίγειον. Σᾶς ἐρωτῶμεν: «Διαμαρτυρηθείς, ὡς διεμαρτυρήθη ὁ πρεσβύτερος Σωκράτης, ἔπραξε καλῶς ἤ κακῶς;». Τὶς τολμᾶ νὰ εἴπη ὅτι ἔπραξε κακῶς, ἀφοῦ ἡ Μήτηρ Ἐκκλησία τὸν κατέταξε μεταξὺ τῶν μαρτύρων καὶ ὁμολογητῶν; Καὶ ὁ Σωκράτης εἶνε ὁ μόνος μεταξὺ τῶν ἁγίων, ὁ κατʼ αὐτὸν τὸν τρόπον δράσας; Ἀλλʼ ὁ ἐκ Παρείου πόλεως τῆς Μ. Ἀσίας Μενίγνος ὁ κναφεὺς (22 Νοεμβρίου), ὅστις ἐκ θείου ζήλου ἐποιήσατο «εἰσπήδησιν» κατὰ τὴν ὥραν τῆς δίκης μαρτύρων καὶ ἥρπασεν ἀπὸ τὰς χείρας τοῦ ἄρχοντος τὸ κατὰ τῶν Χριστιανῶν διάταγμα τοῦ αὐτοκράτορος Δεκίου καὶ τὸ κατέσχισε καὶ ἤλεγξε σφοδρῶς τὴν κακίαν τῶν διωκτῶν; Ἀλλʼ ὁ μεγαλομάρτυς Μηνᾶς (11 Νοεμβρίου), ὅστις ἀνέμενεν εἰδωλολατρικὴν πανήγυριν καὶ δημοσία ὕβρισε τοὺς θεοὺς καὶ ὡμολόγησε ἐκεῖ τὴν ὀρθὴν πίστιν; Ἀλλʼ ὁ Ἅγιος Θεόδωρος Στουδίτης (11 Νοεμβρίου) ὅστις ἐν καιρῶ τῆς οἰκονομαχίας ἐσχημάτισεν ἱερὰν λιτανείαν ἐκ 1000 εὐλαβῶν μοναχῶν καὶ διέσχισε τὰς ὁδοὺς καὶ τὰς πλατείας τῆς βασιλίδος τῶν πόλεων πρὸς ἐνίσχυσιν τῶν Ὀρθοδόξων; Ὅλοι αὐτοὶ οἱ ἅγιοι καὶ τόσοι ἄλλοι, ὧν ἐπιλείψει με ὁ χρόνος διηγούμενον τὰ ἡρωϊκά των κατορθώματα σᾶς ἐρωτῶμεν, κακῶς ἔπραξαν;
Αὐτοὺς τοὺς ἥρωας τῆς πίστεως, τοὺς εἰς στάδια, ἀγορὰς καὶ πεζοδρόμια ἀθλήσαντας, θέλουν νὰ ἔχουν ὡς παραδείγματα, ὡς πρότυπα τῆς ἰδικῆς των δράσεως καὶ οἱ τὸ λάβαρον τοῦ Συλλόγου «Μ. Ἀθανάσιος» αἵροντες νέοι. Κατὰ τί, κύριοι, σᾶς ἐνοχλοῦν καὶ τοὺς κατηγορεῖτε; Πότε τέλος πάντων θὰ ἐννοήσετε, ὅτι τὸ Πνεῦμα «ὅπου θέλει πνεῖ» καὶ δὲν ἠμπορεῖτε νὰ τὸ περιορίσετε νὰ τὸ καλουπώσετε εἰς τὰ ἰδικά σας καὶ μόνον καλούπια; Μὴ σβένυτε τὸ Πνεῦμα. Μὴ δεσμεύετε τὸ Πνεῦμα. Ἐὰν ἀγαπᾶτε τὸν Χριστὸν καὶ τὴν Ἐκκλησίαν Του, ἐνισχύσατέ το. Ἀφήσατέ το νὰ ἐκδηλωθῆ καθʼ ὅν τρόπον ἐκεῖνο γνωρίζει νὰ ἐκδηλώνεται ἐν παντὶ καιρῶ καὶ τόπω.
* * *
Ἀγαπητοὶ ἀναγνῶστα! Τὸ δάκρυ τοῦ λαοῦ – ἡ ἀθωωτικὴ ψήφος τοῦ Δικαστηρίου, ἰδοὺ δύο εὐχάριστα γεγονότα. Τὸ μὲν δάκρυ ποὺ ἐχύθη καὶ ὕγρανε τὸ δάπεδον τοῦ Πταισματοδικείου φανερώνει, ὅτι ὑπάρχει ἀκόμη ἐν τῶ μαρτυρικῶ μας λαῶ μερὶς ποὺ κρίνει ὑγιῶς καὶ συναισθάνεται καὶ νοσταλγεῖ ὡραίας ἡμέρας μιᾶς τελείας χριστιανικῆς ζωῆς. ὑπάρχουν οἱ κλαίοντες. Ὑπάρχουν οἱ πενθοῦντες διʼ ὅσα κακὰ πράττονται. Καὶ μακάριον τὸ ἔθνος, τοῦ ὁποίου οἱ πολίται ἔχουν τὸ «γνώθι σαὐτόν» τοῦ Σωκράτους, τὸν κλαυθμὸν καὶ τὸν θρῆνον τῶν ἁγίων. Ἐάν, ἀγαπητοί, ἐὰν δὲν θρηνήσωμεν ἡμῶν δὲν θέλωμεν σωθῆ. Συναίσθησιν κηρύττει τὸ δάκρυ τοῦ λαοῦ, τώρα δὲ ποὺ εἰσερχόμεθα εἰς τὴν 40ήμερον νηστείαν τῶν Χριστουγέννων τὸ κήρυγμα τοῦτο εἶνε κατʼ ἐξοχὴν ἐπίκαιρον. Τὸ δάκρυ τὴν μετάνοιαν. Ἡ δὲ ἀθωωτικὴ ψῆφος ποὺ ἐδόθη ὑπὲρ τῶν νέων, οἱ ὁποῖοι ἐπρωτοστάτησαν εἰς τὸν κατὰ τῶν καλλιστείων ἁγῶνα σημαίνει, ὁτι καὶ αἱ Δημόσια Ἀρχαί ἤρχισαν πλέον νὰ ἐννοοῦν καὶ νʼ ἀνησυχοῦν διὰ τὸν κίνδυνον ποὺ διατρέχει ἡ μικρά μας Πατρὶς ἐκ τῆς διαδόσεως καὶ ἐπικρατήσεως ἀντιχριστιανικῶν ροπῶν καὶ κλίσεων τοῦ πρὸς ἀποσύνθεσιν βαίνοντος πολιτισμοῦ. Ἐκ τῆς ἐπόψεως ταύτης κρινομένη ἠ ψῆφος τῶν δικαστῶν Πειραιῶς ἀποτελεῖ ἐνθάρρυνσιν διὰ τὸν ὅλον ἁγῶνα. Ἀλλὰ ὑπὲρ τὰς ψήφους τῶν δικαστῶν ἀκούεται ἡ μεγαλειώδης φωνὴ μυριάδων ἀγωνιστῶν καὶ μαρτύρων τοῦ Χριστιανισμοῦ: «Ἄνδρες ἀδελφοί! Νέοι καὶ γέροντες! Ζῆτε εἰς καιροὺς χαλεπούς. Ἡ ἁμαρτία πνέει σφοδρῶς, ὁπλίζεται τεραστίως, βιάζεται νὰ κυριαρχήση. Διατὶ ἀδρανεῖτε; Ἡ ἀνοχή σας ἀπέναντι αὐτῆς ἀποτελεῖ ένοχήν. Μὴ ἀφήσητε νὰ ἐξαπλώση περισσότερον τὸ κακόν. Στήσατε φράγματα. Γενῆτε σεῖς φράγματα. Κάτι ἐπὶ πλέον, ὅπερ ἀπαιτοῦν οἱ καιροί. Ὀργανωθῆτε, συσπειρωθῆτε κάτω ἀπὸ τὰ τετμημένα λάβαρα τῆς Ὀρθοδοξίας. Καί, μορφωθέντες, ἐν τῆ μιμήσει ἡμῶν, ἐξέλθετε εἰς πόλεμον. Πόλεμον σφοδρόν, ἔντονον, συστηματικόν. Πόλεμον κατὰ πόλεις καὶ χωρία. Πόλεμον διεξαγόμενον κατὰ ποικίλους τρόπους καὶ μὲ ὅλα τὰ ὅπλα τοῦ φωτός. Καὶ μαχόμενοι μὴ φοβῆσθε τὰς εἰρωνίας, τοὺς χλευασμούς, τὰς κατηγορίας, ὅλην τὴν ἀντιλογίαν τοῦ ἐχθροῦ. Ἀποβλέπετε πάντοτε εἰς ΕΚΕΙΝΟΝ, τὸν Ἀρχηγὸν τοῦ Ἁγῶνος, τὸν Ἰησοῦν, ὀ Ὁποῖος μέχρι θανάτου περὶ ἀληθείας ἠγωνίσθη πολεμῶν ὑπὲρ ἡμῶν, σεῖς δὲ ἀκόμη δὲν ἐφθάσατε εἰς κινδύνους, οἱ ὀποῖοι ἀπειλοῦν θάνατον. Τόσον συντόμως θὰ δειλιάσετε; Ἐπιμείνατε εἰς τὸν ἀγῶνα. Καὶ ἡ παράταξις τοῦ Κυρίου καὶ ἐπὶ τῶν ἰδικῶν σας ἡμερῶν θὰ σημειώση νίκας. Καὶ τὸ κακὸν θὰ ὑποχωρήση. Καὶ τὸ σκότος θʼ ἀρχίση νὰ διαλύεται. Καὶ δέσμαι φωτὸς ἐκ τοῦ Ἀνεσπέρου Φωτὸς θὰ φωτίσουν καὶ πάλιν τὸν τόπον σας καὶ υἱοὶ τοῦ Φωτὸς οἱ υἱοὶ τῆς Ἑλλάδος δὲν θὰ συνθηκολογήσετε ποτὲ μετὰ τοῦ σκότους. Διότι πάντοτε εἰς τὰς ἀκοάς σας θʼ ἀκούεται ἡ σάλπιγξ τὴν ὁποίαν θὰ σαλπίζη ὁ ἐνδοξότερος τῶν ἀδελφῶν μας, ὁ Παῦλος: Χριστιανοὶ τῆς Ἑλλάδος. Ὡς τέκνα φωτὸς περιπατεῖτε. Καὶ μὴ συγκοινωνεῖτε τοῖς ἔργοις τοῖς ἀκάρποις τοῦ σκότους, μᾶλλον δὲ καὶ ἐλέγχετε. Ἐλέγχετε τὸν καὸν ὅπου δήποτε καὶ ἐὰν τὸ συναντήσετε. Ἐλέγχετε διὰ τοῦ λόγου σας. Διὰ τοῦ βίου σας. Διὰ τοῦ αἴματός σας, ἐὰν ἀνάγκη παραστῆ. Οὕτω διὰ ἐλέγχοντες κρημνίζετε τὰ σύγχρονα εἴδωλα, σώζετε τὴν πατρίδα, ὦ γενναῖοι τοῦ Χριστοῦ ὁπλῖται. Οἱ πρεσβύτεροι ἀδελφοί σας προσεύχονται, σᾶς χαιρετοῦν καὶ σᾶς περιμένουν…».
___________________
- (*) Ἕνας ἐκ τῶν κατηγορουμένων νέων ἀνήκει καὶ εἰς χριστιανικὴν ὀργάνωσιν Πειραιῶς, τῆς ὁποίας οὐκ ὀλίγα μέλη ἐκ τῶν ἐπιλέκτων εἶνε δικηγόροι τῆς γείτονος, ἀλλʼ οὐδεὶς ἐξ αὐτῶν εἰς γνῶσιν, τῶν ὁποίων περιῆλθον τὰ γεγονότα, ἐπροθυμοποιήθη διὰ νὰ παρασθῆ κατὰ τὴν δίκην. Φαίνεται, ὅτι ὑπὸ τῶν χριστιανικῶν τούτων κύκλων ἡ ὑπόθεσις ἐκρήθη ἀναξία ὑπερασπίσεως. Ἄξιαι βεβαίως ὑπερασπίσεως εἶνε ἄλλαι ὑποθέσεις, αἱ διὰ χρήματα καὶ κτήματα καὶ οἰκίας καὶ ποικίλας κοσμικὰς αἰτίας προθύμως ἀναβιβάζουσαι το]θς δικηγόρους εἰς τὸ βῆμα διὰ νʼ ἀγορεύουν ἐκεῖ ἐπὶ ὥρας. Ἐὰν ἐπὶ τῶν ἡμερῶν μας ὡς ἕνας ἄσημος καὶ ἄγνωστος νέος ἐνεφανίζετο ὁ Κύριος καὶ μετέβαινεν εἰς τὰ κέντρα, ἔνθα βεβηλοῦνται τὰ ὅσια καὶ τὰ ἱερά, καὶ ὄχι ἀπλῶς διὰ τῆς λέξεως «αἶσχος» , ἀλλὰ διὰ τριπλόκου φραγγελίου, ἐξεδίωκε τοὺς βεβηλωτάς, καὶ διὰ τὴν πρᾶξιν του αὐτὴν ἐμηνύτο ὑπὸ τῆς Ἀστυνομίας ἐπὶ διαταραχῆ «τάξεως», ἀσφαλῶς ὑπὸ τῶν ἀνωτέρω δικηγόρων θὰ ἀφήνετο ἀνυπεράσπιστος κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς δίκης μὲ τὴν πρόφασιν, ὅτι αὐτὸ ποὺ ἔκανε δὲν συνεβιβάζετο μὲ τὸ γνήσιον χριστιανικὸν πνεῦμα ποὺ αὐτοὶ ἐν ταῖς ἡμέραις μας ἐκπροσωποῦν!!! Φοβούμεθα πολὺ μήπως κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς Κρίσεως αὐτοὶ τε καὶ ἡμεῖς καὶ εἴ τινες ἀφήνομεν ἀνυπερασπίστους τοὺς πιστοὺς Του δούλους, κρινομένους ἐν δικαστηρῖοις τῆς γῆς, ἀκούσωμεν τὴν φρικτὴν ἀπόφασίν Του: «Πορεύεσθε ἀπʼ ἐμοῦ… Ἀμὴν λέγω ὑμὶν, ἐφʼ ὄσον οὐκ ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἐλαχίστων, οὐδὲ ἐμοῖ ἐποιήσατε» (Ματθ. 25, 45). Ἐφʼ ὅσον αὐτοὺς τοὺς νέους δὲν ὑπεστηρίξετε, οὐδὲ ἐμὲ ὑπεστηρίξετε. Διότι εἰς τὸ ἐδώλιον ἐγὼ ἤμην ὁ δικαζόμενος.
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.