Αυγουστίνος Καντιώτης



ΑΠΟ ΤΗ ΓΝΩΣΗ ΣΤΗ ΓΕΥΣΗ

ΝΑ ΕΦΑΡΜΟΖΟΥΜΕ ΤΑ ΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

για να ἀποκτήσουμε προσωπική εμπειρία τῆς γλυκύτητος ποὺ ἔχει ἡ χριστιανικὴ ζωή

Tου Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου

Ἀγαπητά μου παιδιά,

Kατασκην. π. Αυγουστ...ἀκούσατε τὰ ὡραῖα χριστιανικὰ μαθήματα, ποὺ εἶνε, ἡ ἀνώτερη καὶ ἡ ὑψηλότερη γνῶσι. Αὐτὸ δὲν τὸ λέμε μόνο ἐμεῖς οἱ ἐπίσκοποι, οἱ ἱεροκήρυκες καὶ οἱ θεολόγοι, ἀλλὰ καὶ πολλὰ ἐκλεκτὰ πνεύματα τῆς ἀνθρωπότητος, ἐπιστήμονες διαφόρων ἐπιστημῶν. Ἡ γνῶσι τοῦ Χριστοῦ, εἶνε ἡ ἀνώτερη καὶ σπουδαιότερη γνῶσι. Καλὰ εἶνε τὰ μαθηματικά· ἀλλὰ τί νὰ τὰ κάνῃς τὰ μαθηματικά, τὰ φυσικά, τὶς γλῶσσες, ἂν ἀγνοῇς τὸ Χριστό; Τί νὰ τὰ κάνῃς, ἂν σκεφτῇς, ὅτι μιὰ μέρα ὅλες αὐτὲς οἱ γνώσεις δὲν θὰ ἔχουν πέρασι; Μόνο ἡ γνωριμία μὲ τὸ Χριστὸ μένει εἰς τὸν αἰῶνα.
Ἀλλ᾿, ἆραγε, ἡ ἁπλῆ γνῶσι τοῦ Χριστοῦ, ἡ ἁπλῆ γνῶσι τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, ἀρκεῖ;
Ἀπαντῶ. Κανεὶς δὲν ἀμφιβάλλει, ὅτι ἡ γνῶσι γενικῶς εἶνε ἀναγκαία. Ὁ ἀρχαῖος φιλόσοφος Σωκράτης ἔλεγε ἕνα σπουδαῖο λόγο· «Οὐδεὶς ἑκὼν κακός». Πίστευε, δηλαδή, ὅτι ὅλα τὰ κακὰ προέρχονται ἀπὸ τὴν ἄγνοια, καὶ ὅτι ὁ ἄνθρωπος, ἂν διαφωτισθῇ καταλλήλως, θὰ παύσῃ νὰ κάνῃ τὸ κακό. Τὸν καιρὸ δὲ ποὺ οἱ ἄλλοι φιλόσοφοι ἀσχολοῦνταν μὲ τὴν ἀρχὴ τοῦ κόσμου, μὲ τὰ ἄστρα, τὴ θάλασσα, τὰ βουνά, τὸν ἀέρα, ὁ Σωκράτης ἔστρεψε τὴν προσοχή του στὸν ἄνθρωπο, ποὺ εἶνε τὸ στολίδι τοῦ κόσμου, καὶ δίδαξε τί εἶνε εὐσέβεια, τί ἀσέβεια, τί ἀλήθεια, τί ψέμα, τί δικαιοσύνη, τί ἀδικία, τί σωφροσύνη, τί ἀκολασία.
Αὐτὰ πίστευε καὶ δίδασκε ὁ Σωκράτης, ποὺ ἔζησε πρὶν ἀπ᾿ τὸ Χριστὸ καὶ δὲν γνώριζε τὴν πραγματικὴ αἰτία τῆς ἀνθρωπίνης ἀθλιότητος, ποὺ εἶνε ἡ προπατορικὴ ἁμαρτία. Πίστευε, ὅπως εἴπαμε, ὅτι ἡ κακοδαιμονία τοῦ ἀνθρώπου ὀφείλεται στὴν ἄγνοια. Εἶχε δίκιο; Ὄχι ἀπόλυτο. Γιατί; Διότι οἱ ἴδιοι οἱ φιλόσοφοι, ποὺ δὲν εἶχαν ἄγνοια ἀλλὰ εἶχαν γνῶσι, διέπραξαν τὶς μεγαλύτερες ἀδικίες καὶ τὰ μεγαλύτερα ἐγκλήματα. Καὶ τώρα στὶς μέρες μας ποιοί εἶνε αὐτοὶ ποὺ ξέρουν τὰ περισσότερα πράγματα γιὰ τὴ θρησκεία; Ἀσφαλῶς ἐμεῖς οἱ κληρικοί, οἱ θεολόγοι, οἱ καθηγηταὶ στὰ μικρὰ καὶ στὰ μεγάλα σχολεῖα. Ὅλοι αὐτοὶ γνωρίζουν τὸ Εὐαγγέλιο, τὸ ἐξηγοῦν, τὸ κηρύττουν εὐγλώττως, ἀλλά… ἔχουν, συνήθως, μόνο γνῶσι. Δὲν φτάνει, ὅμως, μόνο ἡ γνῶσι· ἡ γνῶσι πρέπει νὰ γίνῃ ἐπίγνωσι. Ἐπίγνωσι δὲ θὰ πῇ ἐφαρμογή.
Κ᾿ ἐρωτῶ· Εἶνε εὔκολη ἡ ἐφαρμογή; Ναί, εἶνε εὔκολη ἡ ἐφαρμογή, ὅταν ὑπάρχῃ θέλησι. Δυστυχῶς, ὅμως, δὲν ὑπάρχει θέλησι. Ἡ θέλησι τοῦ ἀνθρώπου δὲν εἶνε ἰσχυρή· εἶνε ἐξασθενημένη, παράλυτη, καὶ δὲν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος εὔκολα νὰ ἐφαρμόζῃ τὶς ἠθικὲς ἐντολές. Ἡ θέλησι τοῦ ἀνθρώπου μοιάζει μὲ τὰ παραλυμένα νεῦρα τοῦ παραλύτου. Ἂν πῇς στὸν παράλυτο νὰ κάνῃ γυμναστική, θὰ κάνῃ; Ἂν τοῦ δώσῃς παραγγέλματα «Ἐμπρὸς μάρς» ἢ «Ἐμπρὸς τροχάδην μάρς» ἢ «Βῆμα σημειωτὸν μάρς», θ᾿ ἀνταποκριθῇ; Ἀσφαλῶς ὄχι. Ἀλλὰ θὰ σοῦ πῇ· «Ἄφησέ με, ἄνθρωπέ μου, μὴ μὲ ἐμπαίζῃς· δός μου πρῶτα νεῦρα, κάνε με καλά, καὶ ὕστερα νὰ μοῦ ἀπευθύνῃς τὰ ὡραῖα παραγγέλματα τῆς γυμναστικῆς…». Ἔτσι ἀκριβῶς καὶ οἱ ὡραῖες ἐντολὲς τῆς πίστεως καὶ τῆς ἀρετῆς παραμένουν ἀνεκτέλεστες, ἂν ἡ θέλησί μας εἶνε ἐξασθενημένη, παράλυτη. Θὰ ἐκτελεστοῦν, μόνο ὅταν ἡ θέλησι τοῦ ἀνθρώπου ἐνισχυθῇ ἀπὸ τὴν οὐράνια καὶ ὑπερφυσικὴ δύναμι, δηλαδὴ τὴ βοήθεια τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος εἶπε· «Χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν» (Ἰωάν. 15,5). Ἂν μπορούσαμε οἱ ἄνθρωποι μόνοι μας νὰ ἐκτελέσουμε τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, δὲν χρειαζόταν νὰ ᾿ρθῇ ὁ Χριστὸς στὸν κόσμο· θὰ ἔφτανε ἡ γνῶσι γιὰ νὰ τὸν ὁδηγήσῃ στὴν ἐφαρμογή, στὴν ἀρετή, στὴ σωτηρία. Ἀλλ᾿ ὅπως μαρτυρεῖ ἱστορία αἰώνων, δὲν φτάνει ἡ γνῶσι· χρειάζεται μιὰ μεγάλη δύναμι, καὶ ἡ δύναμι αὐτὴ εἶνε ἡ θεία βοήθεια, ἡ θεία χάρις.
Θὰ σᾶς πῶ καὶ κάτι ἀκόμη. Ξέρετε ποιός εἶνε ὁ καλύτερος θεολόγος; Ἂς μὴ σᾶς φανῇ παράξενο· ὁ καλύτερος θεολόγος εἶνε ὁ διάβολος! Ὁ διάβολος; θὰ πῆτε. Μὰ πῶς;
Ἁπλούστατα· διότι γνωρίζει καλύτερα ἀπ᾿ ὅλους τὴν ἁγία Γραφή. Καὶ αὐτὸ φαίνεται καλὰ στὴν περίπτωσι ἐκείνη, κατὰ τὴν ὁποία προσπάθησε στὴν ἔρημο νὰ πλανήσῃ τὸ Χριστὸ μὲ ρητὰ τῆς ἁγίας Γραφῆς. Μαρτυρεῖ ἀκόμη ἡ ἁγία Γραφή, ὅτι «Καὶ τὰ δαιμόνια πιστεύουσι καὶ φρίσσουσι» (Ἰακ. 2,19). Καὶ ὅμως· ἐνῷ ὁ διάβολος ἔχει τὴν καλύτερη γνῶσι τῆς ἁγίας Γραφῆς, καὶ θὰ περίμενε κανεὶς νὰ ἔχῃ καὶ τὴν καλύτερη ἐφαρμογή, ἐν τούτοις ἔχει τὴ χειρότερη, ἢ μᾶλλον τὴν ἀντίστροφη ἐφαρμογή!
Δὲν ἀρκεῖ, λοιπόν, ἡ γνῶσι· χρειάζεται καὶ μιὰ ἄλλη ὡραία λέξι, ἢ μᾶλλον μιὰ ὡραία ἔννοια, ποὺ χρησιμοποιοῦν οἱ ψυχολόγοι. Χρειάζεται ἡ γνῶσι νὰ γίνη βίωμα, ἐφαρμογή, πρᾶξι. Αὐτὴ τὴν ἀλήθεια, ποὺ γνώρισες, νὰ τὴ ζήσῃς ἐσὺ προσωπικῶς. Ἡ θεωρία νὰ γίνῃ πείραμα, ὅπως στὴν ἐπιστήμη τῆς φυσικῆς καὶ τῆς χημείας. Ἡ διδασκαλία νὰ γίνῃ ζωή.

* * *

Τρεῖς πειρασμοί

Ὕστερα ἀπ᾿ αὐτὰ ποὺ σᾶς εἶπα, παιδιά μου, ἔρχεται ὁ πειρασμός. Ἕνας πειρασμὸς ἰσχυρότερος ἀπὸ ᾿κεῖνον ποὺ εἴχατε πρὶν ἔλθετε στὴν κατασκήνωσι. Ἐκεῖνος σᾶς ἔλεγε· Τί νὰ κάνετε στὴν κατασκήνωσι; μὲ τὰ παπαδίστικα θὰ ἀσχολῆστε;…. Ἀλλὰ μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ νικήσατε τὸν πρῶτο ἐκεῖνο πειρασμό. Τώρα δέ, ὕστερα ἀπὸ τὴν κατασκηνωτικὴ ζωή, ἔρχεται ὁ δεύτερος καὶ σφοδρότερος πειρασμὸς καὶ σᾶς ψιθυρίζει· Ὡραῖα εἶνε αὐτὰ ποὺ ἀκούσατε ἐδῶ στὴν κατασκήνωσι, ἀλλὰ ποιός τὰ ἐφαρμόζει; Ἆραγε νὰ εἶνε ἀληθινά; Μήπως κάποτε ἦταν ἀληθινά, καὶ τώρα δὲν ἔχουν καμμιὰ θέσι στὸ σύγχρονο κόσμο; Μήπως εἶνε μόνο γιὰ τὶς γιαγιάδες;.
Σοῦ ἔρχεται ὁ πειρασμὸς αὐτός, παιδί μου. Τὸ ξέρω. Θέλεις νὰ τὸν νικήσῃς; Προσπάθησε τότε νὰ ἐφαρμόσῃς αὐτὰ ποὺ ἄκουσες. Παίρνεις τὸ φάρμακο; θὰ γίνῃς καλά. Δὲν παίρνεις τὸ φάρμακο; θὰ παραμείνῃς ἀσθενής. Φάρμακο τῆς ψυχῆς, φάρμακο πνευματικό, εἶνε ἡ ἐφαρμογὴ τῶν λόγων τοῦ Θεοῦ. Τὰ ἐφαρμόζεις; θὰ νικήσῃς τὸν πειρασμὸ τῆς ἁμαρτίας, θὰ νικήσῃς τὸ διάβολο, τὸν πατέρα τοῦ κακοῦ. Δὲν τὰ ἐφαρμόζεις; α, τότε μὴν περιμένεις νὰ νικήσῃς τὴν ἁμαρτία καὶ τὸ διάβολο.
Ἂς ἀναφέρω καὶ ἕνα ἀκόμη παράδειγμα. Τὸ μέλι ποὺ κάνει ἡ μέλισσα εἶνε γλυκύτατο, θρεπτικό, θεραπευτικό, ὑγιεινό. Ἂν ἀρκῆσαι νὰ ξέρῃς μόνο τὶς ἰδιότητες τοῦ μέλιτος, ἀλλὰ δὲν τὸ δοκιμάζῃς, δὲν πρόκειται ν᾿ ἀπολαύσῃς τὰ εὐεργετήματά του. Ἂν ὅμως δοκιμάσῃς, τότε δὲν χρειάζεσαι τὰ ἐγκώμια τοῦ μέλιτος. Τὰ γνωρίζεις μόνη σου κι ἀπολαμβάνεις τὶς ἔξοχες ἰδιότητές του. Μέλι εἶνε ἡ χριστιανικὴ ζωή. Τὴν ἐφαρμόζεις; αἰσθάνεσαι τὴν οὐράνια γλυκύτητά της. Δὲν τὴν ἐφαρμόζεις; δὲν σὲ ὠφελεῖ ἡ θεωρητικὴ γνῶσι τῶν πνευματικῶν καὶ θείων εὐεργετημάτων της· ἐξακολουθεῖς νὰ ζῇς στὴν πίκρα τῆς ἁμαρτωλῆς ζωῆς.
Εἶνε πιθανὸ ὅμως, κοντὰ στοὺς δύο αὐτοὺς πειρασμούς, νὰ ἔρθῃ καὶ ἕνας τρίτος. Ποιός; Νά· ἔρχεται ὁ πονηρὸς καὶ σοῦ λέει· Ἀφοῦ ὁ θεολόγος, ὁ παπᾶς, ὁ κατηχητής, ἡ κατηχήτρια δὲν τὰ ἐφαρμόζει, ἐσὺ θὰ τὰ ἐφαρμόσῃς;…
Μὴν ἐπιτρέπετε, ἀγαπητά μου κορίτσια, μὴν ἐπιτρέπετε στὸν πειρασμὸ αὐτὸν νὰ σᾶς πειράξῃ. Διῶξτε τον ἀμέσως μακριά σας. Μὴν ἐπηρεάζεστε ἀπὸ τὸ τί κάνουν ἐκεῖνοι. Ἐκεῖνοι ἔχουν τὴν εὐθύνη τους ἀπέναντι στὸ Θεό. Καὶ εἶνε μεγάλη ἡ εὐθύνη τους, διότι ἀνήκουν στὴν κατηγορία τῶν ἀνθρώπων ἐκείνων, γιὰ τοὺς ὁποίους ὁ Κριτὴς εἶπε· «Ὁ γνοὺς (τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ)… καὶ μὴ ἑτοιμάσας μηδὲ ποιήσας… δαρήσεται πολλάς» (Λουκ. 12, 47). Καὶ εἶνε «δίκαιος Κύριος καὶ δικαιοσύνας ἠγάπησε» (Ψαλμ. 10, 7). Ἀφῆστε τους, λοιπόν, νὰ τοὺς κρίνῃ ὁ Θεός. Ἐσεῖς μείνετε σταθερὲς καὶ ἀκλόνητες στὸ λόγο τῆς πίστεως καὶ προσπαθῆστε ν᾿ ἀποκτήσετε πεῖρα προσωπικὴ τῆς γλυκύτητος ποὺ ἔχει ἡ χριστιανικὴ ζωή.
Ἄν, ἀγαπητά μου κορίτσια, μὲ ἀκούσετε καὶ τὸ κάνετε αὐτό, σᾶς βεβαιώνω ἐγώ, ὁ γέρων ἐπίσκοπος ποὺ δουλεύω μισὸν αἰῶνα στὴν Ἐκκλησία, ὅτι θὰ φτάσετε στὰ βαθειὰ γεράματα καὶ θὰ ἔχετε χαρὰ μέσα στὴν ψυχή σας. Θὰ καταλάβετε τί μεγάλα πράγματα εἶνε ἡ πίστι, ἡ ἀλήθεια, ἡ δικαιοσύνη, ἡ εὐσέβεια, ἡ ἀρετή, ἡ ἁγνότης, ἡ μητρότης, ἡ ἀγάπη, ἡ στοργή, καὶ τόσα ἄλλα πνευματικὰ γλυκύσματα ποὺ ἔχει ἡ πίστι μας. Θὰ τὰ καταλάβετε ὅλα αὐτὰ ὄχι γιατὶ σᾶς τὰ διδάξαμε ἐμεῖς, ἀλλὰ διότι τὰ ζήσατε ἐσεῖς οἱ ίδιες, καὶ θὰ λέτε κ᾿ ἐσεῖς· «Οὐκέτι διὰ τὴν σὴν λαλιὰν πιστεύομεν· αὐτοὶ γὰρ ἀκηκόαμεν, καὶ οίδαμεν ὅτι οὗτός ἐστιν ἀληθῶς ὁ σωτὴρ τοῦ κόσμου, ὁ Χριστός» (Ἰωάν. 4,42).

Ομιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου στις μαθήτριες του Γυμνασίου το 1988, στις Εκκλησιαστικές Κατασκηνώσεις της Πρώτης της Ι.Μ. Φλωρίνης

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.