Η ΕΝΩΠΙΟΝ ΕΦΕΤΕΙΟΥ ΔΙΚΗ
ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΠΙΘΑ 1956, φ.177
Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστινου Καντιώτου
(Από τους αγώνες εναντίον των καλλιστείων)
Η ΕΝΩΠΙΟΝ ΕΦΕΤΕΙΟΥ ΔΙΚΗ
(30 Ἰανουαρίου, ἑορτὴ τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν)
«Πανάγιοι διδάσκαλοι, σπεύσατε ἐξελεῖν
τοὺς πιστοὺς ἐκ τῶν τοῦ βίου σκανδάλων
καὶ ῥῦσαι κολάσεων τῶν αἰῶνων ἡμᾶς»
(Δοξαστικὸν τῆς ἑορτῆς)
Ὡς εἶνε γνωστὸν εἰς τοὺς ἀγαπητοὺς μας ἀναγνώστας τὴν 26 Ὀκτωβρίου τοῦ παρελθόντος ἔτους, ἑορτὴν τοῦ Μεγαλομάρτυρος Ἁγίου Δημητρίου, εἰς τὴν αἴθουσαν τοῦ Πλημμελειοδικείου Ἀθηνῶν ἐγένετο ἡ δίκη διὰ τὰς ἐν Ἀθήναις ἀντικαλλιστειακὰς ἐκδηλώσεις τῶν μελῶν τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανικοῦ Συλλόγου ὁ «Μ. Ἀθανάσιος». Ἡ ἐκδοθεῖσα τότε ἀπόφασις τοῦ Δικαστηρίου ὑπῆρξε καταδικαστική. Κατὰ τῆς ἀποφάσεως ταύτης ὁ ἱεροκῆρυξ καὶ οἱ μετʼ αὐτοῦ συγκατηγορούμενοι ἠσκήσαμεν ἔφεσιν, ἡ δʼ ἔφεσίς μας ἐξεδικάσθη ἐν τῆ αἰθούση τοῦ Ἐφετείου Ἀθηνῶν τὴν 30 Ἰανουαρίου 1956, ἡμέραν καθʼ ἥν ἡ Ὀρθόδοξος ἡμῶν Ἐκκλησία ἑορτάζει τὴν ἐπέτειον μνήμην τῶν τριῶν μεγάλων καὶ οἰκουμενικὼν διδασκάλων.
Ὡς κληρικὸς θὰ ἠδυνάμεθα, ὡς ὑπεδείχθη ἡμῖν, διὰ μέσου τοῦ Μακ. Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν κ. Σπυρίδωνος νὰ διαμαρτυρηθῶμεν, διότι ὡς ἡμέρα τῆς δίκης μας ὡρίσθη ἡ ἡμέρα αὕτη, καὶ διὰ μέσου τοῦ Εἰσαγγελέως Ἐφετῶν νὰ ζητήσωμεν τὴν ἀναβολήν, ἡ ὁποία καὶ θὰ μᾶς ἐδίδετο ἀσφαλῶς, ἀλλʼ ἡμεῖς θεωροῦντες ὡς ἰδιαιτέραν εὐλογίαν τοῦ Θεοῦ τὸ ὅτι ἐν τοιαύτη εὐσήμω τῆ Ἐκκλησίας ἡμέρα θὰ ἐδικαζόμεθα, δὲν ἐζητήσαμεν καμμίαν ἀναβολὴν καὶ οὕτω τὴν πρωΐαν τῆς 30ῆς, ὥραν 9 π.μ., καθʼ ἥν οἱ κώδωνες ὅλων τῶν Ναῶν τῆς πρωτευούσης ἐκρούοντο καλοῦντες τοὺς πιστοὺς εἰς ἐκκλησιασμόν, ἄλλος κώδων, ὁ κώδων τοῦ Ἐφετείου Ἀθηνῶν, ἐκρούετο καὶ ἐσήμανε τὴν ἔναρξιν καὶ μᾶς ἐκάλει νὰ εἴμεθα ἕτοιμοι διὰ νὰ καθήσωμεν, ὅταν θὰ ἤρχετο ἡ σειρά μας, εἰς τὸ ἑδώλιον τοῦ κατηγορουμένου καὶ νὰ δικασθῶμεν διʼ ἐνεργείας ὑπὲρ τῶν ἰδεῶν ἐκείνων, ὑπὲρ τῶν ὁποίων ἔζησαν καὶ ἠγωνίσθησαν μέχρις ἐσχάτων οἱ μεγάλοι τῆς Ἐκκλησίας Πατέρες.
Ἡ δίκη ἤρχισεν εἰς τὰς 12 1/2, διεκόπη κατὰ τὰς 2 1/2, ἐπανελήφθη τὴν 5ην ἀπογευματινὴν καὶ διήρκησε μέχρι τῆς 11ης νυκτερινῆς ὥρας. Τὰ ὄσα ἐλέχθησαν ὑπὸ τῶν δικαστῶν, τῶν μαρτύρων, τῶν κατηγορουμένων, τοῦ Εἰσαγγελέως καὶ τῶν συνηγόρων μας δὲν εἶνε δυνατὸν νὰ γραφοῦν ἐδῶ ὅλα. Ἀλλʼ ὅπως κατὰ τὴν προηγουμένην δίκην ἐσημειώσαμεν ὀλίγα τινὰ στιγμυότυπα, οὕτω καὶ τώρα θὰ σημειώσωμεν χαρακτηριστικὰ τινα ἐπεισόδια καὶ καταθέσεις διὰ νὰ σχηματίση ὁ φίλος ἀναγνώστης μίαν ἀμυδρὰν εἰκόνα τῆς διεξαχθείσης δίκης, μιᾶς δίκης ἡ ὁποία ὡς ἐκ τῆς φύσεως τοῦ ἀντικειμένου της συνεκίνησε πολλοὺς καὶ συνετάραξε τὰ λιμνάζοντα ὕδατα τῆς κοινωνικῆς καὶ ἐθνικῆς μας ἀθλιότητος.
* * *
Πρῶτος, ὅστις καλεῖται νὰ καταθέση ὡς μάρτυς κατηγορίας, ἧτο ὁ ζωγράφος κ. Ἠλιάδης, ὅστις τὸ ἐπὶ τῆς ὁδοῦ Ἀσκληπιοῦ ἐργαστήριόν του, τὸ ἀτελιέ, μετέβαλεν εἰς δημοσίαν ἔκθεσιν γυμνῶν γυναικεῖων σαρκῶν. Μὲ ὕφος ἀνθρώπου, ὅστις ἐν τῶ καλλιτεχνικῶ αὐτοῦ ἐργαστηρίω εἶχεν ἐνεργήσει τὴν πλέον φιλάνθρωπον καὶ θεάρεστον πρᾶξιν, ποὺ θὰ ἤξιζε νὰ παρασημοφορηθῆ, ἐνεφανίσθη καὶ πάλιν καὶ ἐπανέλαβε τὰ ἴδια. Με μαχαίρας καὶ ῥόπαλα καὶ λίθους… εἶδεν ὡπλισμένους τοὺς νέους τοῦ Συλλόγου «Μ. Ἀθανάσιος»! Καὶ ἄς ἐκράτουν ἀντὶ ὅλων αὐτῶν ἕνα μικρὸν ξύλινον σταυρόν. Τόσον εἶχε τρομοκρατηθῆ μὲ τὴν φωνὴν τῶν νέων: αἴσχος! «Δὲν θέλω νὰ τοὺς ἴδω» ἐπανέλαβε καὶ πάλιν. Ἀλλʼ ἐκ τοῦ ἐδωλίου τοῦ κατηγορουμένου ὁ ἰεροκῆρυξ τῶ παρετήρησε˙ «Μάτια κ. Ἠλιάδη διὰ νὰ ἴδετε τοὺς κληρικοὺς καὶ ἐκείνους ποὺ φώναζαν «αἴσχος» δὲν ἔχετε, ἀλλὰ εἴχετε καὶ ἔχετε μάτια διὰ νὰ βλέπετε ἐπὶ ὥρας καὶ ἐκτιμᾶτε δεόντως ὡς καλλιτέχνης τὰς… καμπυλότητας γυμνῶν κοριτσιῶν». Εἰς δʼ ἐρώτησιν τοῦ κ. Εἰσαγγελέως τὶ ἀκριβῶς ἔπραττον τʼ ἀξιότιμα μέλη τῆς καλλιτεχνικῆς ἐπιτροπῆς τὴν νύκτα ἐκείνην, ἡ γλῶσσα τοῦ μάρτυρος ἡ τόσα περὶ μαχαιρῶν καὶ ροπάλων ρητορεύουσα καὶ καταμαρτυροῦσα, οὐδὲν τὸ σαφὲς ἔλεγεν. Τὶ νὰ εἴπη;…
* * *
Ἀστυνομικὸν ὄργανον προσῆλθε καὶ πάλιν κατέθεσε διὰ δευτέραν φορὰν ψευδῶς ὅτι τὴν ὥραν ἐκείνην τῆς ἐντόνου διαμαρτυρίας 8 μ.μ. εἶδε καὶ τὸν ἱεροκήρυκα, ἐνῶ ὁ ἰεροκῆρυξ εὑρίσκετο ἀποδεδειγμένως ἐν τῶ Ἱδρύματι τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν μέχρι τῆς 10 μ.μ. Τὸ ψεῦδος ἧτο κατάφωρον. «Ψεύδεσαι» τῶ ἐφώναξεν ὁ ἰεροκῆρυξ. «Αἴσχος» τῶ ἐφώναξε τὸ ἀκροατήριον. Τὸ δικαστήριον τότε διέταξε τὴν ἀστυνομικὴν δύναμιν νὰ ἐκδιώξη ἐκ τῆς αἰθούσης ὅλους τοὺς ὀρθίους ἱσταμένους καὶ παρακολουθοῦντας τὴν δίκην, καὶ ἀπὸ τῆς ὥρας ἐκείνης ἰσχυρὰ δύναμις ἀστυφυλάκων κατέφθασε καὶ ἐφρούρει τὰς εἰσόδους καὶ τὰς ἐξόδους καὶ ἠμπόδιζε τὴν προσέλευσιν ἄλλων. Ἡ ἐντύπωσις ὅμως ὅτι ἕνα ὄργανον τῆς Ἀστυνομίας κατέπεσε τόσον χαμηλά, ὥστε νὰ ψεύδηται ἐνώπιον τῆς Δικαιοσύνης, παρέμειναν ἐν ταῖς καρδίαις ὅλων τῶν παρακολουθησάντων τὴν δίκην ὡς ἀλγεινοτάτη εἰκών. Φρονοῦμεν, ὅτι τοιαῦται περιπτώσεις καταφώρου ψευδορκίας καὶ ψευδομαρτυρίας θὰ ἔπρεπε νὰ εἰσάγωνται ἀμέσως εἰς δίκην καὶ νὰ τιμωρῶνται αὐστηρῶς. Διότι ἐκ τοιούτων καταθέσεων ψευδομαρτύρων δύνανται νὰ ριφθοῦν εἰς τὰς φυλακὰς καὶ οἱ πλέον ἀθῶοι.
Ἡ περίπτωσις αὐτὴ τῆς ψευδομαρτυρίας μᾶς ἐλύπησε σφόδρα, ὄχι διότι ἡ κατάθεσις τοῦ ἀστυνομικοῦ θὰ ἐπιβάρυνε τὴν θέσιν μας, ἀλλὰ διότι ἐβλέπομεν ἐνώπιόν μας τὸν Σατανᾶν πάνοπλον καὶ ἐσκεπτόμεθα τὴν θέσιν ὅλων ἐκείνων, τοὺς ὁποίους ψευδεῖς καταθέσεις ἀναισχύντως διδόμεναι ῥίπτουν εἰς τὰς φυλακάς. Ἡ ψευδορκία, τῆς ὁποίας οὐκ ὀλίγα κρούσματα παρουσιάζει ἡ τεταραγμένη ἐποχή μας, κλονίζει ἐκ θεμελίων τὴν δικαιοσύνην τῆς Πατρίδος καὶ δημιουργεῖ πλεῖστα θύματα.
Κύριε! Σῶσον τὸ ταλαίπωρον ἔθνος μας ἐκ τῆς πολυορκίας, καὶ τῆς ψευδορκίας. Δὸς πᾶσι μετάνοιαν καὶ συντριβὴν διὰ τὰ φοβερὰ ταῦτα ἁμαρτήματα.
* * *
Εἰς τὴν δίκην ταύτην παρουσιάσθησαν ὡς μάρτυρες ὑπερασπίσεως δύο Ἱεράρχαι. Πῶς συνέβη τὸ θαῦμα τοῦτο; Ὑπὸ τῆς Ἱ. Συνόδου ἐκλήθην, ἱνα ἐμφανισθῶ ἐνώπιον αὐτῆς καὶ δώσω πληροφορίας διὰ τὴν ἐπικειμένην δίκην. Κατόπιν τῆς ἐντολῆς ταύτης τὴν 27 Ἰανουαρίου, ἑορτὴν τῆς ἀνακομιδῆς τῶν λειψάνων τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, παρουσιάσθην ἐνώπιον τῶν μελῶν τῆς Ἱ. Συνόδου καὶ ἔδωκα τὰς ἀναγκαίας πληροφορίας. Εἴπομεν αὐτοῖς: Ἐὰν ὁ ἱεροκῆρυξ καὶ οἱ μετʼ αὐτοῦ συγκατηγορούμενοι ἠγωνίσθησαν διὰ τὰ ἀτομικά των συμφέροντα, διὰ τὴν ἰδικήν των ἄμπελον, τότε οὐδεὶς τῶν Ἱεραρχῶν πρέπει νʼ ἀναμιχθῆ εἰς τὴν ὑπόθεσιν αὐτήν, ἀλλʼἐὰν ἐκ τῆς πνευματικῆς ἐξετάσεως καὶ ἀνακρίσεως τῆς ὑποθέσεως ἡ Ἱ. Σύνοδος ἤθελε πεισθῆ ὅτι ὁ ἱεροκῆρυξ καὶ τὰ μέλη τοῦ Ὀρθοδόξου Συλλόγου «Μ. Ἀθανάσιος» ἠγωνίσθησαν διὰ τὴν ἄμπελον ἐκείνην, τὴν ὁποίαν ἐφύτευσεν ἡ δεξιὰ τοῦ Ὑψίστου καὶ χεῖρες λειτουργούντων ἀρχιερέων κρατοῦσαι δικηροτρίκηρα εὐλογοῦν ἀπὸ τὰς ὡραίας Πύλης, τότε διὰ τὴν Ἱ. Σύνοδον , κατʼ ἐξοχὴν φύλακα τῆς Ἱερᾶς Ἀμπέλου, δημιουργεῖται ἠθικὴ ὑποχρέωσις, ἵνα ὑπὲρ τῶν κατηγορουμένων ἀκουσθῆ ἐν δικαστηρίω καὶ ἡ φωνὴ τῆς ἐπισήμου Ἐκκλησίας. «Ποῦ εἶναι οἱ Ἀρχιερεῖς;» ἧτο ἡ εὔλογος ἀπορία τοῦ ἀγωνιζομένου λαοῦ, ἧτο τὸ πικρὸν παράπονον, ὅπερ ἠκούετο ἐκ τοῦ στόματος ὅλων καὶ τῶν κοσμικωτέρων ἀκόμη κατὰ τὴν πρώτην δίκην. Θὰ εἶναι θλιβερὸν νʼ ἀκουσθῆ καὶ τώρα. Διὰ δὲ τῶν παραδειγμάτων ἐκ τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἰστορίας ὄχι μόνον εἰς τοιαύτας ἐνεργείας, διὰ τὰς ὁποίας δικαζόμεθα, ἀλλὰ καὶ εἰς ἀκόμη ζωηροτέρας προέβαινεν ὁ χριστιανικὸς λαὸς ἔχων ἐπικεφαλῆς τοὺς Ἱεράρχας αὐτοῦ. Ἄς παρουσιασθῆ λοιπὸν ἕνας Ἱεράρχης εἰς τὴν δίκην καὶ ἄς εἴπη ἐπήκοον πάντων: Κύριοι δικασταί! Βλέπετε τὸν κατηγορούμενον ἱεροκήρυκα; Εἶνε ὁ δειλότερος ὅλων τῶν ἱερέων τῆς Πατρίδος μας! Μὴ σᾶς ἐκπλήττη ὅ,τι ἐνήργησε. Σᾶς δηλώνομεν καθαρᾶ, ὅτι ἐὰν συνεχισθῆ ἡ ἀσυδοσία καὶ ἡ ἀτιμωρησία ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι διʼ αἰσχρῶν θεαμάτων καὶ ἀναγνωσμάτων προσβάλλουν τὴν δημοσίαν αἰδῶ, τὴν θρησκείαν καὶ τὴν ἠθικὴν καὶ κατασκανδαλίζουν τὴν κοινῆν συνείδησιν τοῦ λαοῦ, ἡμεῖς πλέον οἱ ἀρχιερεῖς θὰ λάβωμεν «τὶς πατερίτσες» καὶ τιθέμενοι ἐπὶ κεφαλῆς κλήρου καὶ λαοῦ θʼ ἀξιώσωμεν τὴν κάθαρσιν τῆς Πατρίδος. Ἀγωνιστὰς ὄχι μόνον εἰς τὸν ἐθνικὸν τομέα, ἀλλὰ καὶ εἰς τὸν θρησκευτικὸν τομέα, τὸν κατʼ ἐξοχὴν τομέα τῆς δράσεώς μας θὰ μᾶς ἴδετε. Μετὰ ὡμίλησεν ὁ Νομικὸς Σύμβουλος τῆς Ἐκκλησίας κ. Π. Παναγιωτᾶκος, ὅστις ἐξήγησε πῶς ἔχει νομικῶς ἡ ὑπόθεσις. Μετὰ τὴν ἐκ τῆς Ἱερᾶς Συνόδου ἀποχώρησίν μας ἡ Ἱερὰ Σύνοδος συνεδρίασε καὶ ὁμοφώνως ἀπεφάσισεν, ἵνα εἰς τὴν ἐνώπιον τοῦ Ἐφετείου δίκην ἀντιπροσωπευθῆ διὰ δύο μελῶν αὐτῆς, καὶ ὡς τοιοῦτοι ὡρίσθησαν ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Φιλίππωνκαὶ Νεαπόλεως κ. Χρυσόστομος, ὁ καὶ προεδρεύων τῆς Ἱ. Συνόδου, καὶ ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Ἄρτης κ. Σεραφείμ.
Καὶ προσῆλθον εἰς τὴν δίκην οἱ δύο οὖτοι ἱεράρχαι. Ρίγη θρησκευτικῆς συγκινήσεως διέτρεξαν τὰς ψυχὰς τοῦ παρακολουθοῦντος τὴν δίκην εὐσεβοῦς λαοῦ, ὅταν οἱ ἱεράρχαι οὖτοι συνοδευόμενοι ὑπὸ τῶν ἀρχιμ. π. Χρυσοστόμου Θέμελη, ἀρχιγραμματέως καὶ π. Ἀμβροσίου Νικολάου, α΄ γραμματέως τῆς Ἱ. Συνόδου, ἐνεφανίσθησαν ἐν τῶ δικαστηρίω.
Πρῶτος ἐκ τῶν ἱεραρχῶν ἐξητάσθη ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Φιλίππων καὶ Νεαπόλεως κ. Χρυσόστομος, ὅστις ὡς Ἱεράρχης τῆς μαρτυρικῆς ἱεραρχίας τῆς Μ. Ἀσίας ὑπῆρξεν ὁ τελευταῖος κρῖκος, ὅστις ἔκλεισε τὴν χρυσῆν ἄλωσιν τῶν ἐπισκόπων μιᾶς ἐκ τῶν ἀρχαιοτέρων καὶ ἐνδοξοτέρων πόλεων τῆς Μ. Ἀσίας, τῆς Ἐφέσου. Ταῦτης πρῶτος μὲν ἐπίσκοπος ἐχρημάτισεν ὁ μαθητὴς τοῦ ἀποστόλου Παῦλου, ὁ Τιμόθεος, ὅστις καὶ ἔπεσεν ἀγωνιζόμενος κατὰ αἰσχροτάτου εἰδωλολατρικοῦ «καταγωγίου» (Βλ. τὸ ὑπʼ ἀριθμ. 154 φ. «Σπίθα»), τελευταῖος δὲ ὁ νῦν Φιλίππων κ. Χρυσόστομος, μόλις διασωθεὶς ἐκ τῆς σφαγῆς τῶν Χριστιανῶν τῆς Μ. Ἀσίας κατὰ τὴν ἐθνικὴν τραγωδίαν τοῦ 1922. Εἰς τὴν κατάθεσίν του ὁ Σεβάσμιος οὖτος Ἱεράρχης, ὁ ὑπενθυμίζων ἕνα ἔνδοξον παρελθόν, παρʼ ὅλας τὰς διακοπὰς τοῦ κ. Προέδρου τοῦ Δικαστηρίου, ἠδυνήθη νὰ τονίση ὡρισμένας ἀληθείας. «Ἡμεῖς κ. Πρόεδρε, οἱ ὁποῖοι εὑρισκόμεθα εἰς τὰ ἄκρα τῆς Πατρίδος εἴμεθα εἰς θέσιν ὑπὲρ πάντα ἄλλον νὰ διαπιστώσωμεν τὰ θλιβερὰ ἀποτελέσματα ποὺ ἔχουν διὰ τὸν λαόν μας τὰ ἐκ τῆς πρωτευούσης τῆς Ἑλλάδος προερχόμενα ποικίλα αἰσχρὰ παραδείγματα. Πρὸς τὰς Ἀθήνας ἔχουν ἐστραμμένα τὰ βλέμματα οἱ ἐπαρχιῶται διὰ νὰ ἴδουν καὶ μιμηθοῦν τὰ καλὰ παραδείγματα. Καὶ ἀντʼ αὐτῶν βλέπουν καὶ ἀκούουν καλλιστεῖα! Διʼ αὐτῶν τῶν θεαμάτων ποὺ βραβεύονται καὶ δημοσία σαλεύονται αἱ οἰκογενειακαὶ περὶ ἀρετῆς παραδόσεις τοῦ λαοῦ μας, κλονίζονται τὰ θεμέλια καὶ καταρρέουν ἐθνικῶς καὶ θρησκευτικῶς. Εἰς τὸ ἐδώλιον τοῦ κατηγορουμένου δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ εὑρίσκωνται σήμερον οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ ποὺ ἐξετέλεσαν ἕν καθῆκον καὶ ὡς Ἕλληνες καὶ Χριστιανοὶ διεμαρτυρήθησαν, ἀλλὰ ἄλλοι. Πολιτεία καὶ Κοινωνία, ἰδοὺ οἱ μεγάλοι κατηγορούμενοι τῆς σημερινῆς δίκης. Κατηγορούμενοι διὰ τὴν ἠθικὴν καὶ θρησκευτικὴν ἀναισθησία των. Ἄλλοτε εἰς ἡμέρας ἐθνικῆς ἀκμῆς καὶ προόδου τὸ ἠθικὸν καὶ θρησκευτικὸν αἰσθητήριον ἧτο τόσον εὐαἰσθητον, ὥστε καὶ ἡ ἐλαχίστη προσβολὴ κατὰ τῶν παραδεδεγμένων ἀξιῶν ἠθικῆς καὶ θρησκείας ἐτιμωρεῖτο μὲ τὰς αὐστηροτέρας τῶν ποινῶν. Ἐδῶ εἰς τὰς Ἀθήνας οἱ ἀρχαῖοι πρόγονοί μας, οἱ Ἀθηναῖοι, ἐπὶ τῆ καταγγελία τριῶν καὶ μόνον ἀνθρώπων δὲν ἐδίστασαν νὰ καταδικάσουν τὸν σοφώτερον ἁπάντων τῶν ἀνδρῶν, τὸν Σωκράτη, ὡς διαφθείροντα τοὺς νέους καὶ καινὰ δαιμόνια εἰσάγοντα. Ἔτρεμον τὴν διαφθορὰν τῶν νέων καὶ τὴν ἀπιστίαν. Τὰ ἐθεώρουν ὡς τὰ μέγιστα κακὰ τῆς πόλεως ἐγκλήματα. Τότε! Σήμερον; Ὄχι δύο ἤ τρεῖς φορὲς πολῖται, ἀλλʼ αὐτὴ ἡ Ἐπίσημος Ἐκκλησία συνεδριάζει καὶ ἀποφαίνεται καὶ καταγγέλει ὅτι τὰ ἐκ Χόλλυγουντ προερχόμενα αἰσχρότατα καλλιστεῖα, ὡς καὶ τὰ λοιπὰ θεάματα καὶ ἀναγνώσματα, διαφθείρουν τὴν ἑλληνικὴν νεότητα καὶ κλονίζουν ἐκ βάθρων τὴν ἠθικὴν καὶ τὴν θρησκείαν καὶ ἡ Πολιτεία ἀδιαφορεῖ τελείως ὡς νὰ ἐπρόκειτο περὶ παρονυχίδος τινὸς καὶ λεπτομερείας ἀναξίας λόγου. Ἡ ἀδιαφορία αὐτὴ εἶνε νοσηρότατον σύμπτωμα τῆς συγχρόνου κοινωνίας καὶ πολιτείας. Διὰ τοῦτο ἡ δρὰξ αὐτὴ τῶν ἀνθρώπων αὐτῶν ποὺ ἐν μέσω τῆς ἀδιαφορίας ὑψώνουν φωνὴν ἐντόνου διαμαρτυρίας προκαλεῖ ὅλην τὴν προσπάθειαν καὶ τὸν ἔπαινον τῆς Ἱεραρχίας. Εἰς ἐρώτησιν τινὰ τοῦ Προέδρου ὁ πολιὸς Ἱεράρχης τῆς Μακεδονικῆς πόλεως μὲ παλλομένην φωνὴν ἐκ συγκινήσεως, τῶ ἀπαντᾶ καὶ τῶ λέγει: «Κύριε Πρόεδρε. Μὴ λησμονεῖτε ὅτι, ἐκεῖ ὑψηλὰ εἴμεθα ἀκρῖται. Δὲν θὰ ἐπιτρέψωμεν νὰ κατέλθουν καὶ πάλιν διὰ τὰς ἁμαρτίας μας εἰς τὰ ἐδάφη μας οἱ Βούλγαροι διὰ νὰ μᾶς διδάξουν ἡμᾶς τοὺς Ἕλληνας τὴν ἠθικήν…». Ἐκ τῆς καταθέσεως ταύτης καὶ ἰδίως τῶν τελευταίων λόγων τοῦ σεπτοῦ Ἱεράρχου τὸ ἀκροατήριον συνεκινήθη μέχρι δακρύων.
Μετὰ προσῆλθε καὶ ἐξητάσθη ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Ἄρτης κ. Σεραφεὶμ. Οὖτος κατέθεσεν, ὅτι ἡ φθοροποιὸς ἐπίδρασις τῶν κινηματογραφικῶν καλλιστεῖων ἔφθασε μέχρι τῆς ἐπαρχίας του. Ἀνέφερε συγκεκριμένον γεγονὸς μιᾶς νεαρᾶς ἐγγάμου γυναικός, ἡ ὁποία παρεσύρθη καὶ ἔλαβε μέρος εἰς τὸν διαγωνισμὸν καὶ ἐξ ἀφορμῆς τῆς συμμετοχῆς αὐτῆς ἔφθασε μέχρι τῆς διαλύσεως τοῦ γάμου καὶ τῆς καταστροφῆς τῆς οἰκογενειακῆς της εὐτυχίας.
Τοιαῦτα θύματα θρηνοῦμεν πολλὰ καὶ ὡς Ἱεράρχαι δὲν δυνάμεθα νὰ μείνωμεν πλέον ἀδιάφοροι. * Εἰς παρατήρησιν τοῦ Εισαγγελέως ὅτι σήμερον ἐν δικαστηρίω δὲν δικάζεται ἡ Ἐκκλησία, ἀλλʼ ὁ Καντιώτης, ὁ Ἱεράρχης ἀπήντησεν εὐθέως καὶ εὐθαρσῶς ὅτι ἐν τῶ προσώπω τοῦ κατηγορουμένου ἱεροκήρυκος δικάζεται καὶ ἡ Ἐκκλησία, διότι ὁ ἱεροκῆρυξ δὲν ἐνήργησεν ὡς ἄτομον, ἀλλʼ ὡς ὄργανον τῆς Ἐκκλησίας, τῆς ὁποίας τὰς κατὰ τῶν αἰσχρῶν καλλιστεῖων ἀποφάσεις καὶ ἐγκυκλίους οὐδόλως ἔλαβεν ὑπʼ ὅψιν ἡ Πολιτεία. Τότε – παρετήρησεν ὁ Εἰσαγγελεὺς – φέρεσθε εἰς σύγκρουσιν μὲ τὴν Πολιτείαν, μὲ τὸ Κράτος, γίνεσθε πλέον ἐπανάστασις. Εἰς τὸ σημεῖον τοῦτο ὁ ἐξεταζόμενος Ἱεράρχης ὑψώνων τὴν φωνήν του ἐτόνισεν ὅτι τὸ κακὸν θὰ τὸ καταδιώξωμεν παντοῦ καὶ ἐὰν σεῖς διὰ τὴν ὑπεράσπισιν αὐτὴν τῶν ἱερῶν καὶ τῶν ὁσίων νομίζετε ὅτι ἐξερχόμεθα τῶν ὁρίων τῆς «νομιμότητος» ἔλθετε νὰ μᾶς δικάσητε, ἀλλὰ σκεφθῆτε τὸ χάσμα, σκεφθῆτε τὰς συνεπείας τῆς συγκρούσεως μεταξὺ Ἐκκλησίας καὶ Πολιτείας, τῆς μὲν Ἐκκλησίας ἀφοριζούσης τοὺς διοργανωτὰς τῶν καλλιστείων καὶ τοὺς εἰς αὐτὰ συμμετέχοντας καὶ συμμετεχούσας, τῆς δὲ Πολιτείας, παρὰ τοὺς Ἱ. Κανόνας καὶ τὸ Ἑλληνικὸ Σύνταγμα, πᾶσαν προστασίαν καὶ ἐλευθερίαν παρεχούσης εἰς τοὺς δράστας τῶν δημοσίων σκανδάλων καὶ τιμωρούσης μόνον τοὺς κατʼ αὐτῶν ἐντόνως διαμαρτυρομένους, τὰ πιστὰ ταῦτα τῆς Ἐκκλησίας τέκνα. Ἐκτὸς τῶν δύο ἀνωτέρω Συνοδικῶν καὶ οἱ Σεβασμ. Μητροπολῖται Κορυτσᾶς κ. Εὐλόγιος, Ναυπακτίας καὶ Εὐρυτανίας κ. Χριστόφορος καὶ Γρεβενῶν κ. Φίλιππος ἧλθον καὶ παρηκολούθησαν τὴν δίκην καὶ πολλὴν τὴν συμπάθειαν ἐξεδήλωσαν ὑπὲρ τῶν κατηγορουμένων.
* Ἐκ τοῦ ἐξωτερικοῦ, τοῦ Καΐρου, τὴν 13-12-55 εὐσεβὴς πατριώτης, ὁ κ. Δ. Μοσχόβης μᾶς ἔγραψε ἐπιστολήν, τὴν ὁποίαν λυπούμεθα, διότι δὲν δυνάμεθα νὰ δημοσιεύσωμεν ὁλόκληρον. «Σᾶς στέλλω ἀπόκομμα Ἐφημερίδος «Ταχυδρόμος» Ἀλεξανδρείας τῆς 30-11-55 ποὺ γράφει διὰ τὰ ὀλισθήματα τῆς Μὶς Ἑλλὰς τοῦ 1953. Τὸ ἐθεώρησα ἐπίκαιρο διὰ νὰ δείξετε εἰς τοὺς κατηγόρους σας τὶ τρομερὸ κακὸ κάνουν τὰ κορίτσια τῆς Ἑλλάδος μὲ τὸ νὰ ἐπιτρέπουν τὰ καλλιστεῖα. Ἴσως ὅταν ἴδουν τὴν καταστροφὴ ζωντανὴ ἐμπρός τους νὰ συνέλθουν καὶ νὰ καταλάβουν τὴν πραγματικότητα. Ἇραγε δὲν ὑπάρχει εἰς τοὺς 300 Ἕλληνας βουλευτὰς οὔτε ἕνας θερμὸς χριστιανὸς καὶ καλὸς Ἕλλην νὰ φωνάξη στὴν Βουλὴ νὰ γίνη Νόμος τοῦ Κράτους ἀπαγορεύων τὰ καλλιστεῖα; Κακοὶ ἄνθρωποι, κακοὶ Ἕλληνες καὶ ὄργανα τοῦ Ἀντιχρίστου. Ἠ δίκη ἔγεινε μετὰ 5 ἡμέρας καὶ ἡ Μὶς Ἑλλὰς κατεδικάσθη ὡς κλέπτρια καὶ πόρνη σὲ τρεῖς μῆνες φυλακὴ μετʼ ἐργασίας. Καὶ τὸ ἄλλο κακὸ εἶνε ὅτι αἱ ἐφημερίδες τοῦ Καΐρου ποὺ γράφουν καὶ τὶς παραμικρὲς λεπτομέρειες τῆς βρωμερᾶς αὐτῆς ὑποθέσεως κυκλοφοροῦν σὲ ὅλα τὰ Ἀραβικὰ Κράτη. Συνεπῶς θιγόμεθα ὅλοι ὡς Χριστιανοὶ καὶ ὡς Ἕλληνες στὰ μάτια τῶν μὴ Χριστιανῶν…». Ἄς τὰ διαβάσουν αὐτὰ οἱ κ. Διευθυνταὶ τῆς Ἀπογευματινῆς καὶ τῆς Ἀκροπόλεως, ὁ κ. Ἠλιάδης καὶ οἱ μετʼ αὐτοῦ γλύπται, ζωγράφοι, καλιτέχναι καὶ Ἀκαδημαϊκοὶ τῆς Ἑλλάδος.
* * *
Ὡς μάρτυρες ὑπερασπίσεως προσῆλθον καὶ τρεῖς ἐκπαιδευτικοί, ὁ Γενικὸς Ἐπιθεωρητὴς Δημ. Ἐκπαιδεύσεως κ. Τρύφων Παπαθανασίου καὶ οἱ καθηγηταὶ Γυμνασίων κ. κ. Χρῆστος Ἀδαμόπουλος καὶ Θωμᾶς Ούλῆς. Ἐκ τούτων ὁ Γεν. Ἐπιθεωρητὴς μὲ παρρησίαν καὶ θάρρος ἐστηγμάτισε τὴν ἄνευ προηγουμένου διαφθορὰν τῆς μαθητιώσης καὶ ἐργαζομένης νεολαίας, διὰ τὴν ὁποίαν σύμπασα ἡ Ἑλληνικὴ κοινωνία φέρει τὴν εὐθύνην. Ἡ ἀδιαφορία τῶν ἀρχῶν εἶναι ἐγκληματική. Ἀνέφερε γνώμας μεγάλων παιδαγωγῶν καὶ μάλιστα τοῦ διασήμου παιδαγωγοῦ Spranger, οἱ ὁποῖοι βεβαιώνουν ὅτι κράτη καὶ αὐτοκρατορίαι κατέπεσον εἰς ἐρείπια ἕνεκεν τῆς ἀκολασίας καὶ τῆς ἠθικῆς διαφθορᾶς τῶν κατοίκων. Τὸ ἴδιον τέλος, κ. Πρόεδρε, θὰ ἔχη καὶ ἡ Ἑλλάς. Καὶ ἡ Ἑλλὰς καταρρέει καὶ πεθαίνει παρʼ ὅλα τὰ θούριά μας «ἡ Ἑλλὰς ποτὲ δὲν πεθαίνει…». Ἡ κατάθεσίς του αὐτὴ διεκόπη κατʼ ἐπανάληψιν ὑπὸ τοῦ κ. Προέδρου τοῦ Δικαστηρίου, ἀλλὰ καὶ ὁ μάρτυς καὶ ἀπομακρυνόμενος καὶ κονταροκτυπούμενος ἐξηκολούθει νὰ βάλλη καὶ νὰ λέγη ὅτι ὡς Ἕλλην καὶ ὡς παιδαγωγὸς καὶ συγγραφεὺς ἔχει τὸ δικαίωμα νὰ κρίνη ἐφʼ ὅλης τῆς καταστάσεως τοῦ ἔθνους. Ὁ δὲ καθηγητὴς κ. Χ. Ἀδαμόπουλος κατέθεσεν, ὅτι καὶ μόνος καὶ ἐπὶ κεφαλῆς ἐπιτροπῶν εὐσεβοῦς λαοῦ μετέβη κατʼ ἐπανάληψιν εἰς τὰ γραφεῖα τῶν ἀρμοδίων ἀρχῶν καὶ έπέστησε τὴν προσοχήν των, ἀλλὰ δυστυχῶς οὐδεμία δραστικὴ ἐπέμβασις πρὸς κατάπαυσιν τοῦ κακοῦ παρετηρήθη. Κατηντήσαμεν, κ. Πρόεδρε, κράτος πλῆρες ἀντινομιῶν. Ἀπὸ τὸ ἕν μέρος οἱ διδάσκαλοι καὶ οἱ καθηγηταὶ ὑποχρεούμεθα νὰ διδάσκωμεν τὴν ἠθικήν, ἀπὸ δὲ τὸ ἄλλο μέρος ἄλλοι διὰ λόγων καὶ παραστάσεων καὶ ἔργων διδάσκουν τὴν ἀνηθικότητα καὶ ἐξωθοῦν τὴν νεότητα εἰς ὄργια καὶ ἐκμηδενίζουν ὅ,τι ἡμεῖς ἐπὶ ἔτη κτίζομεν… Ὁ δὲ ἕτερος τῶν καθηγητῶν κ. Θωμᾶς Οὐλῆς κατέθεσε τὸ γεγονὸς, κατὰ τὸ ὁποῖον νέος τις φέρων βαρέως τὸ ὅτι ἡ μνηστή του συνελήφθη εἰς τὰ δίκτυα τῶν κινηματογραφικῶν καλλιστείων καὶ ἐγένετο ἀντικείμενον λεπτομεροῦς ἐξετάσεως τοῦ κάλλους της… ἔφθασεν εἰς τὴν ἰδέαν τῆς αὐτοκτονίας. Τοῦτον – εἶπεν ὁ μάρτυς – συνεκράτησε διὰ τῶν συμβουλῶν του ὁ κατηγορούμενος ἱεροκῆρυξ, καὶ μῆ μεσολαβήσει ἐμοῦ παρουσίασεν εἰς τὸν τότε ὑφυπουργὸν τῆς Δημ. Ἀσφαλείας. Ἐκ τοῦ στόματος τοῦ νέου ὁ κ. ὑφυπουργὸς ἤκουσεν ὅλας τὰς φρικτὰς λεπτομερείας τῆς σωματικῆς ἐξετάσεως τῶν ὑποψηφίων μὶς καὶ στάρ… Ἀλλὰ δυστυχῶς καὶ πάλιν οὐδὲν ἀποτελεσματικὸν μέτρον ἐλήφθη καὶ ἡ διαφθορὰ τῆς νεότητος συνεχίζετο. Ὡς ἐκπαιδευτικὸς εἶμαι εἰς θέσιν νὰ διαπιστώσω τὰ θλιβερὰ ἀποτελέσματα. Ἐὰν δὲν ἐσέβομην τὸ οἰκογενειακὸν ἄσυλον καὶ μοὶ ἐπιτρέπετο νὰ παρουσιάσω ὡρισμένας διαπιστώσεις ἐκ τοῦ ἐκπαιδευτικοῦ μου βίου, θὰ παρουσίαζον εἰς τὸ Σὸν Δικαστήριον ἀτομικὸν ἡμερολόγιον 13έτιδος κορασίδος-μαθητρίας, τῆς ὁποίας ὁ ρεαλισμὸς καὶ ἡ κυνικότης τῶν ἐκφράσεων καὶ τῶν εἰκόνων ποὺ μεταχειρίζεται εἰς τὰς σελίδας τοῦ ἡμερολογίου της εἶνε τοιαῦται, ὥστε ὠχριοῦν πρὸ αὐτῶν αἱ σελίδες τοῦ δεκαημέρου τοῦ Βοκακίου. Ἐπὶ τῶν ψυχῶν τῶν νέων καὶ νεανίδων ἀφάνταστος εἶνε ἡ φθοροποιὸς ἐπίδρασις τῶν αἰσχρῶν θεαμάτων. Καὶ αἰσχρότατον ἀσφαλῶς θέαμα εἶνε τὰ καλλιστεῖα, τὰ ὁποῖα ὄχι μόνον ἀπὸ χριστιανικῆς ἀπόψεως, ἀλλὰ καὶ ἐθνικῆς εἶνε ἐντελῶς ἀπαράδεκτα. Ἀνέφερεν ὡς παράδειγμα τὸν Εὐριπίδην, ὅστις εἰς τὴν «Ἑκάβην» τοῦ λέγει, ὅτι, ὅταν ὁ ἀγγελιοφόρος μετέδωκε τὴν εἴδησιν τῆς θυσίας τῆς Πολυξένης ἀνέφερε καὶ τὴν χαρακτηριστικὴν τοιαύτην έπτομέρειαν˙ ὅτι καθʼ ἧν στιγμὴν τὸ ἀκέφαλον πτῶμα της ἔπιπτε κατὰ τῆς γῆς, ἡ Πολυξένη ἐπρόσεχε ἵνα πέση ἐν σεμνότητι… Ἐπὶ λέξει: «Ἡ δὲ θνήσκουσα πρόνοιαν εἶχεν εὐσχήμως πεσεῖςν κρύπτουσα ἅ κρύπτειν ὄμματα ἀρσένων χρεών». Αὐτὴ εἶνε ἡ περὶ αἰδοῦς ὑγιὴς ἀντίληψις τῶν προγόνων μας. Ὁ δὲ διακεκριμένος καθηγητὴς τοῦ Πανεπιστημίου κ. Σπ. Καλλιάφας εἰς ἕν ἐκ τῶν τελευταίων φύλλων τοῦ ἐκπαιδευτικοῦ περιοδικοῦ «Βῆμα τοῦ καθηγητοῦ» ἐξηγεῖ ποὺ ὁδηγεῖ τὸ ξεγύμνωμα τῶν κοριτσιῶν, ὅπερ ἀπεργάζεται ἐθνικὸν ὄλεθρον μεγαλύτερον ἀπʼ ὅ,τι ἀπεργάζονται ἄλλοι ἀντεθνικῶς ἐργαζόμενοι παράγοντες. Τέλος ὁ κ. Οὐλῆς ἐδήλωσεν, ὅτι λυπεῖται, διότι δὲν εἶχε τὸ θάρρος τῶν κατηγορουμένων νὰ διαμαρτυρηθῆ καὶ αὐτὸς ὡς οὖτοι διεμαρτυρήθησαν καὶ νὰ ἔχη σήμερον τὴν εὐτυχίαν νὰ κάθηται καὶ αὐτὸς εἰς τὸ ἐδώλιον τοῦ κατηγορουμένου παραπλεύρως τοῦ ἱεροκήρυκος διὰ μίαν τοιαύτην ὑπόθεσιν.
* * *
Μετὰ τὴν ἐξέτασιν τῶν μαρτύρων τῆς κατηγορίας καὶ τῆς ὑπερασπίσεως ἐκλήθημεν ὑπὸ τοῦ Προέδρου, ἵνα ἀπολογηθῶμεν. Ἐν περιλήψει εἴπομεν τὰ ἐξῆς: «Σύντομος, πολὺ σύντομος, κύριε Πρόεδρε, ἧτο ἡ πρώτη ἀπολογία μου. Ἀλλʼ ἡ συντομία ἐκείνη μᾶς ἠδίκησεν. Διότι δὲν ἐσχηματίσθη ἡ ἀπηκριβωμένη εἰκὼν τῆς ὅλης ὑποθέσεως κατὰ τὰς ἐνεργείας καὶ τὸν σκοπόν. Διὰ τοῦτο θὰ παρακαλέσω τὸ Σον Δικαστήριον, ὅπως μοι ἐπιτρέψη καὶ κάμω διεξοδικωτέραν τὴν ἀπολογίαν μου, δεδομένου μάλιστα, ὅτι οἱ λοιποὶ συγκατηγορούμενοί μου δὲν πρόκειται νʼ ἀπασχολήσουν ὑμᾶς ἐπὶ πολύ. Πᾶν ὅ,τι θὰ εἴπωμεν θὰ εἶναι ἐντὸς τοῦ θέματος καὶ ἐὰν τι φανῆ ὅτι εἶναι ἐκτὸς τοῦ θέματος θὰ εἶναι ὅμως στοιχεῖον διαφωτίζον τὴν συνείδησίν σας ὡς δικαστῶν πρὸς λῆψιν δικαίας ἀποφάσεως…
Εἰς τὴν προηγουμένην δίκην ἡ ἀτμόσφαιρα, ἐν μέσω τῆς ὁποίας ἐδικάσθημεν, ἧτο βαρεῖα. Αἱ ἐφημερίδες ἐκεῖναι, αἱ ὁποῖαι εἶχον συμφέρον νὰ γίωνται τὰ καλλιστεῖα ἔβαλλον καθʼ ἡμῶν καὶ παρίστανον ἡμᾶς ὡς ἀγρίους, οἱ ὁποῖοι μετὰ ροπάλων εἰς τὰς ξένας οἰκείας. Ἐκ τοῦ δημιουργηθέντος ἐκείνου φόβου ἔκτακτα ἀστυνομικὰ μέτρα ἐλήφθησαν. Ἀλλʼ ἐκ τῆς διαδικασίας τῆς πρώτης δίκης τὸ ἕν σκέλος τῆς κατηγορίας –ἡ φθορὰ ξένης περιουσίας, τῶν περιβοήτων ἐκμαγείων τῆς τέχνης – κατέπεσε καὶ τὸ δικαστήριον ἐκήρυξεν ἡμᾶς ἀθώους. Παρέμεινε τὸ δεύτερον σκέλος τῆς κατηγορίας – ἡ διατάραξις τῆς κοινῆς εἰρήνης – καὶ διʼ αὐτὴν καλούμεθα τώρα νʼ ἀπολογηθῶμεν.
Τὸ κατηγορητήριόν μας λέγει ὅτι διὰ τὰς ἀντικαλλιστειακὰς ἐκδηλώσεις τοῦ Συλλόγου διεταράχθη ἡ κοινὴ εἰρήνη. Ἄς λάβωμεν, κ. δικασταί, αὐτὸ ὡς γεγονός. Ἀλλὰ νομίζω ὅτι κανένα γεγονὸς δὲν κρίνεται μόνον, ἀλλὰ πάντοτε κρίνεται ἐν σχέσει πρὸς τὴν σκέψιν, τὸ συναίσθημα, τὴν βούλησιν τοῦ πράττοντος, πρὸς ἐκεῖνα δηλαδὴ τὰ στοιχεῖα τὰ ὁποῖα ἡμεῖς μὲν ὀνομάζομενἐν τῆ Ἠθικῆ ἠθικὰ ἐλατήρια τῆς πράξεως, σεῖς δὲ ἐν παρεμφερεῖ τινι ἐννοία ὀνομάζεται δόλον. Ἐὰν ὡς μόνη προϋπόθεσις τῆς ποινῆς ἐτίθετο τὸ ἀντικειμενικὸν καὶ μόνον γεγονός, ἡ διʼ ἐνεργειῶν τοῦ πράξαντος παραγωγὴ τοῦ ἀποτελέσματος, τότε πλησίστιοι φερόμεθα πρὸς τὸ legem barbarorum (Βλέπε Τιμ. Ἠλιοπούλου Σύστημα Ἑλλ. Ποιν. Δικαίου σελ. 211). Ἔξοχος νομικὸς τῆς ἐποχῆς του πρὶν ἤ ἀνέλθη τὸν ἱερὸν ἄμβωνα ὁ σήμερον ἑορταζόμενος ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ἀναφέρει τὸ ἐξῆς παράδειγμα: Ἐνώπιον τοῦ δικαστοῦ φέρονται μὲ ἀκρωτηριασμένα τὰ πόδια δύο. Τοῦ ἑνὸς τὸ πόδι ἔκοψε χειροῦργος ἰατρός, τοῦ δʼ ἄλλου κακοῦργος ληστής. Ἐὰν μόνον τὸ γεγονὸς κρίνη ὁ δικαστὴς καὶ δὲν λάβη ποσῶς ὑπʼ ὅψιν τὴν γνώμην, τὴν βούλησιν ἐκείνου, ὅστις ἐνήργησε τὴν ἀποκοπὴν τοῦ ποδός, ἀσφαλῶς καὶ οἱ δύο θὰ τιμωρηθοῦν καὶ θὰ ριφθοῦν εἰς τὴν φυλακήν. Αὐτὸς εἶνε ὁ lex barbarorum (ὁ νόμος τῶν βαρβάρων).
Μὲ τοιοῦτον νόμον δὲν θὰ κριθῶμεν ἐδῶ. Ἀλλὰ θὰ κριθῶμεν μὲ νόμον, ὅστις καὶ τὰ γεγονότα βλέπει, ἀλλὰ πολὺ περισσότερον βλέπει καὶ ἐκτιμᾶ τὸ βάθος, ὁποία ἧτο ἡ σκέψις καὶ ἡ βούλησις ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι προέβησαν εἰς τὰς ὑπὸ κατηγορίαν πράξεις.
Πρὸς ὀρθὴν ἐκτίμησιν τῶν στοιχείων ἐκείνων, ποὺ ἀπαρτίζουν τὴν ἐννοιαν τοῦ «δόλου» εἶναι ἀνάγκη νὰ θέσωμεν ὑπʼ ὅψιν ὑμῶν, κ. δικασταί, σύντομον τὸ ἱστορικὸν τῆς κρινομένης ὑποθέσεως. Εἰς τὸ σημεῖον τοῦτο διὰ μαρτυριῶν ἠμετέρων καὶ ξένων ἀπέδειξα τὶς ἡ ἀρχή, ἡ προέλευσις καὶ ὁ σκοπὸς τῶν καλλιστεῖων.
Τὰ σημερινὰ καλλιστεῖα, εἴπομεν, δὲν ἔχουν καμμίαν σχέσιν πρὸς τὰ καλλιστεῖα ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα ἐγένοντο εἰς πόλεις τῆς ἀρχαίας Ἑλλάδος, ὅτε τὰ ἤθη ἧσαν ἀκόμη αὐστηρὰ καὶ ὡς μέτρον κρίσεως διὰ τὴν δημοσίαν βράβευσιν τῆς γυναικὸς ἴσχυε τὸ Ὀμηρικόν: «καλὴ τε καὶ μεγάλη καὶ ἀγλαὰ ἔργα εἰδυῖα». Τὰ δὲ καλὰ, τὰ λαμπρά, τὰ ὡραῖα τὰ «ἀγλαὰ ἔργα» ἧσαν, ὡς λέγει εἰδικὸς καθηγητὴς τῆς Ἀρχαιολογίας, ὁ ἐργαλειός, τὸ κέντημα, ἡ ταπητουργία καὶ γενικῶς τὰ εὐγενέστερα οἰκιακὰ ἔργα. Ἡ εἰς αὐτὰ ἐπίδοσις τῶν γυναικῶν ἐξετιμᾶτο δεόντως καὶ ἐβραβεύετο. Ὡς βάσις τοῦ κάλλους ἐτίθετο ἡ ἀρετή, ἡ ἱκανότης τῆς γυναικὸς διʼ ἔργα ἀγαθά. Ἀντίληψις, ἧτις δὲν διέφερε καὶ πολὺ ἀπὸ τὴν ἀντίληψιν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἧτις εἰς τὸ τέλος τοῦ βιβλίου τῶν Παροιμιῶν πλέκει τὸ ἐγκώμιον τῆς ἐναρέτου γυναικός: «Γυναῖκα ἀνδρείαν τὶς εὐρήσει; τιμιωτέρα δὲ ἐστὶ λίθων πολυτελῶν ἡ τοιαύτη. Θαρσεῖ ἐπʼ αὐτῆ ἡ καρδία τοῦ ἀνδρὸς αὐτῆς… Πολλαἰ θυγατέρες ἐκτήσαντο πλοῦτον, πολλαὶ ἐποίησον δύναμιν, σὺ δὲ ὑπέρκεισαι καὶ ὑπερῆρας πάσας. Ψευδεῖς ἀρέσκειαι καὶ μάταιον κάλλος γυναικός. Γυνὴ γὰρ συνετὴ εὐλογεῖται, φόβον δὲ Κυρίου αὕτη αἰνείτω». Κατὰ τὰς ἀρχαιολογικὰς ἀνασκαφάς, αἱ ὁποῖαι πρὸ τινων ἐτῶν ἐγένοντο εἰς Τάραντα τῆς Ἰταλίας, ἀνεκαλύφθη ἕν μοναδικὸν ἀττικὸν ἀγγεῖον τοῦ 6ου π.Χ. αἰῶνος ὅπερ κοσμεῖ σήμερον τὸ Μητροπολιτικὸν Μουσεῖον τῆς Νέας Ὑόρκης. Ἐπʼ αὐτοῦ διασώζεται συγκινητικὴ ἐπιγραφή: «Μελώσας ἠμὶ νικατήριον. Ξαίνωσα τὰς κόρας ἐνίκη» Ἧτοι: «Εὶμαι τὸ βραβεῖον τῆς Μελούσης, ἡ ὁποία ξαίνουσα ἐνίκησεν εἰς τὸν διθαγωνισμὸν ἀνυπάνδρων κοριτσιῶν» (Βλέπε ἄρθρον καθηγητοῦ Μαρινάτου εἰς τὴν ἐφημερίδα Ἀθηνῶν «Βῆμα» φύλλ. 14.6.53). Πρὸς τοιούτου εἴδους καλλιστεῖα οὐδεμίαν σχέσιν ἔχουν τὰ καλλιστεῖα, τῶν ὁποίων προπολεμικῶς πρῶτος εἰσηγητὴςἐγένετο ὁ Ἑβραῖος δημοσιογράφος τῶν Παρισίων Ντὲ-Βαλέφ. Τὰ καλλιστεῖα ταῦτα ὑπῆρξαν καλλιστεῖα βορβορώδη ποὺ ὑπενθύμιζον τὰ ἄλλου εἴδους ἐκεῖνα καλλιστεῖα τὰ αἰσχρὰ καλλιστεῖα τῆς ἐν ἠθικῆ παρακμῆ ἀρχαίας Ἑλλάδος, κατὰ τὰ ὁποῖα δὲν ἴσχυε πλέον τὸ Ὀμηρικὸν «καλή τε καὶ μεγάλη καὶ ἀγλαὰ ἔργα εἰδυῖα» ἀλλὰ μόνον ἡ σάρξ, ἡ στίλβουσα ἐπιδερμίς, μόνον τὸ ἐξωτερικὸν κάλλος ἀσχέτως πρὸς τὸ ἐσωτερικόν, τὸ αἰώνιον κάλλος τῆς ἀρετῆς ἐλαμβάνετο ὑπʼ ὄψιν, αὐτὸ καὶ μόνον ἐξετιμᾶτο καὶ ἐβραβεύετο δημοσίως. Ἧσαν πλέον καλλιστεῖα διαφθορᾶς καὶ ἀκολασίας, ἀντανάκλασις τῆς διαφθορᾶς καὶ ἀκολασίας τῶν εἰδωλολατρικῶν θεῶν τοῦ Ὀλύμπου (Βλέπε ἡμέτερον βιβλίον «Σημεῖα τῶν καιρῶν» ἔκδοσις «Σπίθας» Ἀθῆναι 1953 σελ. 71-120). Τὰ καλλιστεῖα ταῦτα τοῦ Ἑβραίου δημοσιογράφου ἀνεστάτωσαν τὰς μεγαλοπόλεις τῆς Εὐρώπης καὶ σκάνδαλα πολλὰ ἧλθον εἰς τὸ φῶς τῆς δημοσιότητος. Ἀρκεῖ νʼ ἀναφέρωμεν ὅτι τὸ δικαστήριον Σηκουάνα-Παρισίων κατεδίκασε τὸν πρόεδρον τῆς ἐπιτροπῆς τῶν τοιούτων καλλιστείων διʼ ἠθικὴν καὶ ὑλικὴν ἐκμετάλλευσιν τῶν δυστυχισμένων ὑποψηφίων καλλονῶν, ἡ δὲ Κοινωνία τῶν Ἐθνῶν κρίνουσα τὰ καλλιστεῖα ταῦτα ἐχαρακτήρισε ὡς εἶδος σωματεμπορίας τῶν νεοτέρων χρόνων. Ἐπὶ τι διάστημα τὸ κακὸν εἶχε σταματήσει, ἀλλὰ μεταπολεμικῶς καὶ πάλιν τὰ καλλιστεῖα ἐνεφανίσθησαν. Ἐνεφανίσθησαν τὴν φορὰν αὐτὴν ὡς κινηματογραφικὰ καλλιστεῖα. Ἐφιστῶ, κ. δικασταί, ἰδιαιτέρως τὴν προσοχήν σας ἐπὶ τῆς ὀνομασίας τῶν καλλιστεῖων ὡς κινηματογραφικῶν.
Τὶ δὲ σημαίνει ἡ ὀνομασία αὕτη, ἀρκεῖ νὰ σκεφθῶμεν, ὅτι αἱ κινηματογραφικαὶ ἐταιρεῖαι διὰ νὰ ἐπιτύχουν τοὺς σκοπούς των εἶνε ἠθικῶς ἀδίστακτοι. Ἴδετε ὁποῖος σάλος ἐσχάτως προὐκλήθη ἐν Γαλλία ἐκ τῆς συνταρακτικῆς εἰδήσεως, ὅτι κινηματογραφικὴ ἐταιρεῖα Χόλλυγουντ προκειμένου νὰ πλουτίση ἕν φὶλμ μὲ τὴν παράστασιν ἑνὸς Μαροκινοῦ θνήσκοντος καὶ ἀσπαίροντος κάτω ἀπὸ τὰς βολὰς πυροβόλων ὅπλων δὲν ἐδίστασε νὰ δωροδοκήση Γάλλον ἀστυνομικὸν καὶ προβῆ εἰς ἕνα τοιοῦτον φόνον… Αἱ ἐταιρεῖαι αὐταὶ δὲν διστάζουν νὰ φονεύουν ὅ,τι ἱερὸν καὶ ἅγιον ὑπάρχει ἐν τῆ καρδία μιᾶς κόρης, ἀρκεῖ ἡ κόρη νὰ λάβη μέρος εἰς τὸν διαγωνισμὸν καὶ γυμνὴ προβάλη ἑαυτὴν ἐπὶ τῆς ὀθόνης καὶ ἐξεγείρη τὰ κατώτερα ἔνστικτα τῶν θεατῶν. Αἱ ἐταιρεῖαι αὐταὶ ἔγιναν ὁ νεώτερος Μινώταυρος, εἰς τὸν ὁποῖον χιλιάδες νεανίδων ἐξ ὅλης τῆς ὑφηλίου θυσιάζονται κατʼ ἔτος. Θυσιάζονται καὶ Ἑλληνίδες!
Ἐναντίον τῶν κινηματογραφικῶν τούτων καλλιστείων ἤρχισε ἐν Ἑλλάδι νὰ ἐξεγείρεται ἡ κοινῆ γνώμη. Ἀνεγνώσαμεν ἀποσπάσματα ἐφημερίδων καὶ ἰδίως .αρθρον δημοσιευθὲν τὴν ἡμέραν τῆς ἐθνικῆς ἑορτῆς τῆς 25 Μαρτίου 1952 εἰς τὴν ἐφημερίδα τῶν Ἀθηνῶν «ὁ Πρωϊνὸς Ταχυδρόμος» ὑπὸ τὴν ἐπιγραφήν: «Νὰ ἐπέμβη ἀμέσως ἡ Ἐκκλησία καὶ ὁ Εἰσαγγελεὺς εἰς τὴν βρωμερὰν ὑπόθεσιν τῶν καλλιστείων». Τὸ ἄρθρον τοῦτο κατέληγεν ὡς ἐξῆς: «Λοιπόν; Δὲν ὑπάρχει Εἰσαγγελεὺς ποὺ νὰ ἐνδιαφερθῆ διʼ ὅλον αὐτὸν τὸν βόρβορον; Δὲν ὑπάρχει κανεὶς νόμος ποὺ νὰ προστατεύη τὰ κορίτσια, τὴν τιμὴν τῶν οἰκογενειῶν, τὴν δημοσίαν αἰδῶ; Τόσον πολὺ λοιπὸν προώδευσεν «ὁ πολιτισμὸς» ὥστε τὸ νὰ ἀπογυμνώνουν τὰ κορίτσια μας καὶ νὰ ἐπιδεικνύουν ἔτσι εἰς τὸ πανελλήνιον νὰ μὴ προκαλῆ καμμίαν ἀνησυχίαν; Ἡ ἀστυνομία τῶν Ἠθῶν ἔπαυσε μήπως νʼ ἀκούη καὶ νὰ βλέπη; Καὶ ἡ Ἐκκλησία; Γιατὶ τηρεῖ αὐτὴν τὴν ἐπίμονον σιγήν; Δὲν ἔφθασεν εἰς τὴν ἀντίληψίν της ὅλη αὐτὴ ἡ ἱστορία; Ἀλλὰ καὶ ὁ Ὑπουργὸς τῆς Δημοσίας Τάξεως καὶ ὁ Ὑπουργὸς τῆς Παιδείας δὲν νομίζουν ὅτι προδίδουν τὰς ὑποχρεώσεις των ἐφʼ ὅσον ἀποφεύγουν νʼ ἀσχοληθοῦν μὲ τὸ ζήτημα;». Ὕστερα ἀπὸ τὰ δημοσιεύματα ταῦτα, σᾶς ἐρωτῶ, κ. Πρόεδρε, δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ ἐπέμβη ὁ Εἰσαγγελεὺς καὶ διατάξη εὐρείας ἀνακρίσεις; Τὶ ἔγινεν ἡ αὐτεπάγγελτος δίωξις; Δυστυχῶς ἡ Πολιτεἰα ἐπὶ τοῦ ζητήματος τούτου οὐδὲν ἠθέλησε νὰ ἐνεργήση. Τέλος ὁ ἡμέτερος Σύλλογος κατέφυγεν εἰς τὴν Ἐπίσημον Ἐκκλησίαν, εἰς τὴν Ἱ. Σύνοδον. Τριμελὴς ἐπιτροπὴ Συνοδικῶν ἐπισκέπτεται ἐν Ἐκάλη τὸν ἀείμνηστον Στρατάρχην Παπάγον καὶ διαμαρτύρεται διὰ τὴν διαπόμπευσιν ταύτην τῶν Ἑλληνίδων καὶ ζητεῖ τὴν κατάπαυσιν τοῦ δημοσίου σκανδάλου. Καὶ ὁ Στρατάρχης τὶ ἀπήντησεν; Ἀπήντησε κἄτι ποῦ εἶνε χαρακτηριστικὸν τῆς καταστάσεώς μας. Συμφωνῶ, εἶπεν, ἀλλὰ… φοβοῦμαι! Τὶ ἐφοβεῖτο; Αὐτὸς ποὺ δὲν ἐφοβήθη τὰς φάλαγγας τῶν πανισχύρων αὐτοκρατοριῶν, ἐφοβεῖτο τὸν τύπον, ἐφοβεῖτο μήπως διὰ τῆς καταργήσεως τῶν καλλιστεῖων κατηγορηθῆ ὡς ἀναχρονιστικός.
Κατόπιν τῆς έξαντλήσεως ὅλων τῶν εἰρηνικῶν μέσων ἕν πλέον ὑπελείπετο. Ἡ ζωηρὰ καὶ ἔντονος διαμαρτυρία τοῦ εὐσεβοῦς λαοῦ. Εἰς τὸ σημεῖον τοῦτο προέβημεν εἰς λεπτομερὴ καὶ ἀκριβῆ ἐξιστόρησιν τῶν ἀντικαλλιστειακῶν ἐκδηλώσεων ποὺ ἔλαβον χώραν τὴν 15 Μαΐου 1955.
Εἰς ἐκείνους δέ, οἱ ὁποῖοι παραξενεύονται διὰ τὸν τρόπον τῶν ἐνεργειῶν μας, ἀπαντώμεν διὰ τοῦ παραδείγματος τοῦ σήμερον ἑορταζομένου ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου. Ἐδῶ ἐλάβομεν τὸ ὑπὸ τοῦ ὁσίου πατρὸς Νικοδήμου τοῦ Ἀγιορείτου ἐν Ἐνετία τῶ 1803 ἐκδοθὲν βιβλίον ἡ Χρηστοήθεια τῶν Χριστιανῶν καὶ ἐκ τῆς σελίδος 89 ἀνεγνώσαμεν περικοπὴν τὴν ὁποίαν καὶ ἐντὸς πλαισίου βλέπετε εἰς τὴν ἐνώπιον μας σελίδα.
ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ
«Ὁ μέγας οὖτος Πατὴρ Χρυσόστομος εἶχε τόσον ζῆλον διὰ νὰ ἐμποδίση τὰ παιγνίδια καὶ τὰ θέατρα ἀπὸ τοὺς χριστιανούς, ὥστε ὁπού, ὄχι μόνον εἰς πολλὰ ἔγραφε, καὶ ἐδίδασκε μὲ τὰ χρυσᾶ καὶ πάνσοφα λόγια του νὰ μὴ πηγαίνουν οἱ Χριστιανοὶ εἰς τὰ θέατρα˙ ἀλλὰ καὶ μὲ τὸ ἔργον ἐμπράκτως ἐμπόδιζεν αὐτά. Διηγεῖται γὰρ ὁ ἀνώνυμος εἰς τὸν βίον τοῦ Χρυσοστόμου ὅτι εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν ἧταν ἕνας τόπος εἰς τὸν ὁποῖον ἐσυνάγοντο οἱ Χριστιανοὶ τὰς Κυριακὰς καὶ τὰς ἄλλας ἑορτασίμους ἡμέρας, καὶ ἔπαιζον παίγνια, καὶ ἐθεώρουν αὐτά, τοὺς ὁποίους πολλαῖς φοραῖς διδάξας ὁ θεῖος Πατὴρ διὰ νὰ παύσουν καὶ νὰ μὴ παίζουν αὐτά, δὲν εἰσηκούετο˙ ὅθεν ἐν μία Κυριακῆ βλέπωντας πὼς ὀλίγοι Χριστιανοὶ ἧλθον εἰς τὴν Ἐκκλησίαν, οἱ περισσότεροι δὲ ἐπῆγαν εἰς τὸ θέατρον, ἔλαβε ζῆλον ὁ τρισμακάριστος καὶ παίρνωντας μαζύ του ὅλους τοὺς ἱερεῖς καὶ κληρικοὺς καὶ προστάζοντας αὐτοὺς νὰ πάρουν Σταυρὸν εἰς τὰς χεῖρας, ἐβγῆκεν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησίαν, καὶ ἐπῆγεν εἰς τὸν τόπον ἐκεῖνον τῶν παιγνίων καὶ τῶν θεάτρων˙ καὶ τόσον ἐλεγμὸν ἔκαμεν εἰς τοὺς ἐκεῖσε ὄντας Χριστιανοὺς διὰ τὴν ἀθεοφοβίαν καὶ ἀταξίαν τους, ὥστε ὁποὺ βλέποντές τον οἱ Χριστιανοὶ καὶ ἀκούοντες ἐκείνην τὴν εὔλαλον γλῶσσαν του, ἐντράπηκαν μεγάλως καὶ ἀνεχώρησαν˙ καὶ τινας πλέον δὲν ἐτόλμησε νὰ ὑπάγη καὶ νὰ παίξη εἰς τὸν τόπον ἐκεῖνον…
Τοῦτο τὸ παράδειγμα τοῦ θείου Χρυσοστόμου πρέπει νὰ μιμηθοῦν σήμερον καὶ οἱ Ἅγιοι Ἀρχιερεῖς, καὶ οἱ Διδάσκαλοι καὶ Πνευματικοί, καὶ νὰ ἐμποδίζουν τοὺς Χριστιανοὺς ἀπὸ τὰ παίγνια καὶ τὰ θέατρα, ὄχι μόνον μὲ λόγια καὶ διδασκαλίας, ἀλλὰ καὶ μὲ ἔργα πηγαίνοντες εἰς τὰ ἐργαστήρια καὶ είς τοὺς τόπους τῶν παιγνίων καὶ θεάτρων καὶ ἐλέγχοντες τοὺς ἐκεῖ παίζοντες καὶ θεωροῦντας Χριστιανούς».
Τέλος τὴν ὅλην ἀπολογίαν μας συνωψίσαμεν εἰς μίαν πρότασιν: Ὅ,τι, κύριοι δικασταί, ἐνηργήσαμεν ἐπὶ τοῦ ὑπὸ κρίσιν θέματος, ἐνηργήσαμεν ἐκτελοῦντες ΠΡΟΣΤΑΓΗΝ. Προσταγὴν τῆς συνειδήσεώς μας˙ προσταγὴν εὐσεβοῦς λαοῦ, ὅστις ἐξ ὅλων τῶν μερῶν τῆς χώρας διεμαρτύρετο ἐντόνως πρὸς κατάπαυσιν τῶν δημοσίων σκανδάλων˙ προσταγὴν ἐκείνων, τῶν ἀειμνήστων ἡρώων τῆς Πατρίδος, οἱ ὁποῖοι ἔπεσον εἰς πολυνέκρους μάχας, ἵνα ἐκ τῶν αἱμάτων προέλθη μία Χριστιανικὴ Ἑλλάς, ἐλευθέρα ἐκ τῶν αἰσχίστων παθῶν˙ προσταγὴν τέλος τοῦ εὐσεβοῦς ἡμῶν Ἔθνους, τοῦ ὁποίου αἱ ρίζαι τῆς ὑπάρξεώς του δὲν πρέπει νὰ βυθίζωνται καὶ νʼ ἀπορροφοῦν τὰ ἀκάθαρτα ὕδατα τοῦ Χόλλυγουντ, ἀλλὰ κατὰ τὰ πρῶτα ἄρθρα τοῦ Συντάγματος πρέπει νὰ βυθίζωνται μέσα εἰς τὰ καθαρά, τὰ δαυγῆ, τὰ κρυστάλλινα ὕδατα τῆς ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ, τοῦ ἀληθινοῦ Χριστιανισμοῦ, τοῦ ὁποίου διαπρύσιοι κήρυκες καὶ ὑπερασπισταὶ ὑπῆρξαν οἱ τρεῖς σήμερον ἑορταζόμενοι Ἅγιοι.
* * *
Μετὰ τὴν ἀπολογίαν τῶν κατηγορουμένων ἔλαβε τὸν λόγον ὁ Εἰσαγγελεὺς κ. Γαζέτας. Ἡ ἀρχὴ τῆς ἀγορεύσεώς του μᾶς συνεκίνησε βαθύτατα, διότι ἀπροσδοκήτως ἧτο μία ἐπίσημος ἀπάντησις εἰς ὅλους ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι καὶ ἐκ στηλῶν ἐφημερίδων καὶ περιοδικῶν καὶ ἐκ Πανεπιστημιακῶν ἀκόμη ἑδρῶν δὲν ἐδίστασαν, ἐξ ἐμπαθείας καί μόνον κινούμενοι, νὰ θέσουν ὑπὸ ἀμφισβήτησιν τὴν ἐθνικὴν καὶ θρησκευτικήν μας δρᾶσιν ὡς ἱεροκήρυκος. Τὸν ἱεροκήρυκα Αὐγουστῖνον – εἶπεν ὁ Εἰσαγγελεὺς – διὰ πρώτην φορὰν βλέπω προσωπικῶς. Ἀλλʼ οὖτος μοῦ ἧτο γνωστὸς ἀπὸ πολῶν ἐτῶν, διότι κατάγομαι ἐκ τῶν μερῶν ἐκείνων τῆς Β. Ἑλλάδος, ἔνθα ἔδρασε. Καὶ ὡς ἱεροκῆρυξ – ὀφείλω νὰ ὁμολογήσω – ἔδρασεν ἐθνικῶς καὶ θρησκευτικῶς κατὰ τοιοῦτον τρόπον, ὥστε πολλὰ ἔτη μετὰ τὴν ἀναχώρησίν του οἱ κάτοικοι εἰς τὸ ὄνομά του νὰ ὀμνύουν… Ἐγὼ αύτός, εἶπεν ὁ κ. Εἰσαγγελεύς, τὴν στιγμὴν αὐτὴν ἀποκαλύπτω τὴν λεπτομέρειαν, ὅτι ἠγήθην ἐπιτροπῆς λαοῦ, ἡ ὁποία ἠξίωσε τὴν εἰς ἐπίσκοπον Γρεβενῶν προαγωγήν του. Ἐκτιμῶ τὰς προσπάθείας του. Ἐπιδοκιμάζω τὸν ἀγῶνα του. Καταδικάζω τὰ αἰσχρὰ καλλιστεῖα… Ἀλλὰ εἰς τὴν προκειμένην περίπτωσιν, ποὺ δικάζομεν, προσβάλλονται ὡρισμέναι διατάξεις τοῦ Ποινικοῦ Νόμου καὶ δὲν δυνάμεθα παρὰ νὰ ζητήσωμεν τὴν τιμωρίαν του… Δηλαδή ὁ ἀξιότιμος κ. Εἰσαγγελεύς, ἀφοῦ μᾶς ἔπλεξε τὸ ἐγκώμιον καὶ μᾶς ἐστεφάνωσε μὲ τὰ ὡραῖα ἄνθη τῶν λόγων του, κατόπιν ἐζήτησε… τὴν κοπὴν τῆς κεφαλῆς μας, ἀκριβῶς καθʼ ὅν τρόπον καὶ οἱ ἀρχαῖοι πρόγονοί μας πρὶν ἤ θυσιάσουν εἰς τὸν βωμὸν τῶν θεῶν τὸ θῦμα ἐστεφάνωνον αὐτὸ μὲ κλάδους ἐξ ἀνθέων;
* * *
Μετὰ τὸν κ. Εἰσαγγελέα ἠγόρευσαν οἱ συνήγοροί μας. Αὐτὴν τὴν φορὰν τρεῖς ἧσαν οἱ συνήγοιροί μας, Παν. Παναγιωτᾶκος, Παν. Ρουφόπουλος καὶ Γεώργ. Ψωμᾶς. Θὰ ἧσαν τριπλάσιοι οἱ συνήγοροί μας, ἐὰν δὲν εἶχε τεθῆ εἰς ἐφαρμογὴν ὁ περὶ προεισπράξεως τῆς ἀμοιβῆς τῶν συνηγόρων ἐσχάτως ψηφισθεῖς δεσμευτικὸς Νόμος. Ὡς ἰδίαν ὑπόθεσιν ἤθελον νὰ ὑπερασπισθοῦν τὴν ὑπόθεσιν τοῦ Συλλόγου πολλοὶ δικηγόροι τῶν Ἀθηνῶν ἄνευ οὐδεμίας ἀμοιβῆς. Ἐκ τῶν συνηγόρων ὁ κ. Π. Παναγιωτᾶκος ἀπέκρουσε τὸν χαρακτηρισμὸν τοῦ ἀγωνιζομένου λαοῦ ὡς ὄχλου, ἀνέφερε θαυμασίαν περικοπὴν τοῦ Ἱ. Χρυσοστόμου καὶ διʼ ἀποστροφῆς πρὸς τοὺς δικαστὰς εἶπεν ὅτι τὴν ἑσπέραν ταύτην εἰς τὴν αἴθουσαν περιΐπτανται τὰ πνεύματα τῶν σήμερον ἑορταζομένων τριῶν μεγάλων Ἱεραρχῶν, τῶν ὁποίων ὁλόκληρος ἡ ζωὴ ὡς κληρικῶν ἧτο ἕνας ἀδιάκοπος καὶ ζωηρὸς ἀγὼν ὑπὲρ οῦ ἠθικοῦ Νόμου. Ὁ κ. Γ. Ψωμᾶς ἀνέλυσε θαυμασίως τὸ κατηγορητήριον καὶ νομικῶς ἀπέδειξε τὸ ἀσύστατον τῆς κατηγορίας, τὴν ἀνυπαρξίαν δόλου καὶ κατέθεσεν εἰς τὸ Δικαστήριον ὀγκώδη φάκελλον ὅστις περιεῖχε τὰς πρὸς τὰς Πολιτικὰς καὶ Ἐκκλησιαστικὰς Ἀρχὰς ἀναφορὰς καὶ τηλεγραφήματα τοῦ εὐσεβοῦς λαοῦ διὰ τὴν ἐξάλειψιν ἐκ τῆς Ἑλληνικῆς γῆς τοῦ δημοσίου τούτου σκανδάλου. Ὁ δὲ κ. Π. Ρουφόπουλος ὅτι ὄχι ἐπαγγελματικόν, ὑλικὸν συμφέρον ὤθησε τοὺς συνηγόρους εἰς τὸ νὰ ἀναλάβουν τὴν ὑπόθεσιν ταύτην, ἀλλὰ βαθεῖα συγγένεια ἰδεῶν καὶ αἰσθημάτων. Ψυχικῶς εἴμεθα μετὰ τῶν κατηγορουμένων. Ἀλλὰ δυστυχῶς, κ. Πρόεδρε, ἡμεῖς καὶ ὑμεῖς (ἔδειξε τοὺς ἐπὶ τῆς ἕδρας δικαστὰς) ὡς ἐκ τῆς θέσεώς μας δὲν ἔχομεν τὸ θάρρος νὰ κατέλθωμεν εἰς μίαν ζωηρὰν διαμαρτυρίαν, νὰ ὑψώσωμεν τὸ φραγγέλιον καὶ εἰς τοὺς ἐκμεταλλευτὰς τῶν ὁσίων καὶ τῶν ἱερῶν νὰ φωνάξωμεν αἶσχος. Τὸ θάρρος αὐτὸ εἶχον οἱ κατηγορούμενοι. Διʼ αὐτὸ λοιπὸν τὸ θάρρος θὰ δικασθοῦν καὶ θὰ μείνουν ἀτιμώρητοι οἱ πραγματικῶς ἔνοχοι;…
* * *
Τὸ Δικαστήριον ἀποσύρεται εἰς σύσκεψιν. Μετὰ δίωρον περίπου οἱ δικασταὶ ἐπανέρχονται εἰς τὰς θέσεις των. Ὁ Πρόεδρος ἐξαγγέλει τὴν ἀπόφασιν. Οἱ συγκατηγορούμενοι ἀρχιμ. π. Χρυσόστομος Μουστάκας καὶ οἱ κ. Θεόδωρος Σταματέας, Κ. Μητραντζᾶς, Π. Τσιγγρῆς, Π. Σουμπάσης καὶ Ρήγ. Ἀλεξόπουλος κηρύσσονται ἀθῶοι, ἠμεῖς δὲ καταδικαζόμεθα εἰς ἑνὸς μηνὸς φυλάκισιν καὶ οἱ Στέλιος Κουτσονικόλας, Δ. Διαμαντῆς εἰς 15 ἡμερῶν φυλάκισιν καὶ αἱ Ἀναστασία Χαραλαμπίδου, Δέσποινα Σιδερίδου καὶ Ὄλγα Μουμτζίδου εἰς 10 ἡμερῶν φυλάκισιν, ὅλοι δὲ μετʼ ἀναστολῆς. Ἐμηνύθημεν ἐπὶ διαταράξει τῆς κοινῆς εἰρήνης καὶ φθορᾶ ξένης περιουσίας καὶ κατεδικάσθημεν τέλος μόνον ἐπὶ διαταράξει τῆς οἰκογενειακῆς γαλήνης τοῦ κ. Ἠλιάδη. Ἀλλʼ ἡ μετατροπὴ του κατηγορητηρίου, ἡ ἀθώωσις τῶν 6 καὶ ἡ ἐλάττωσις τῶν ποινῶν τῶν ὑπολοίπων εἶνε τὸ μικρόν, τὸ ἐλάχιστον κέρδος, ὅπερ ἀπεκομίσαμεν ἐκ τῆς ἐνώπιον τοῦ Ἐφετίου δίκης. Τὰ ἐκ τῆς δίκης ταύτης πνευματικά μας κέρδη εἶνε τὰ μέγιστα. Καὶ ταῦτα εἶνε ἡ διάλυσις τῆς ὁμίχλης τῶν συκοφαντιῶν τῶν ἐφημερίδων του γνωστοῦ συγκροτήματος τοῦ διενεργήσαντος τὰ αἰσχρὰ καλλιστεῖα, ἡ διαφώτισις τῆς κοινῆς γνώμης, ἡ διέγερσις καὶ πυράκτωσις τοῦ θρησκευτικοῦ ἐνδιαφέροντος τοῦ λαοῦ μας, ὁ ἱερὸς τῆς νεότητος ἐνθουσιασμός, καὶ τὸ μεγαλύτερον ἐξ ὅλων ἡ ἠθικὴ συμπαράστασις τῆς Ἱεραρχίας εἰς τὸν ἀγῶνα. Διὰ τῆς ἐμφανίσεως των ἐν τῶ δικαστηρίω οἱ Ἱεράρχαι ἀπέδειξαν, ὅτι ἡ νοοτροπία τῶν παλαιοτέρων, οἱ ὁποῖοι ἐφρόνουν, ὅτι ἐκ τῆς κίνης αὐτῶν δύνανται νὰ κυβερνήσουν τὴν Ἐκκλησίαν, παρέρχεται καὶ ἡ ἰδέα μιᾶς ἐέυθέρας καὶ ζώσης Ἐκκλησίας, ἀνεξαρτήτου ἐκ τῶν δεσμῶν τοῦ Κράτους ὡριμάζει ὁλονέν.
Ἀδελφοὶ καὶ Πατέρες! Μία ἀψιμαχία, μία κροῦσις εἰς τὸ μέτωπον τοῦ Σατανᾶ ἧτο καὶ ἡ κατὰ τῶν αἰσχροτάτων καλλιστείων ἐπίθεσις τοῦ Ὀρθοδόξου Συλλόγου «Μ. Ἀθανάσιος». Ἤδη ἀνασυντάσσοντες τὰς δυνάμεις, ἐπιστρατεύοντες νέας δυνάμεις, συστηματοποιοῦντες τὸν ὅλον ἀγῶνα ἄς βαδίσωμεν σὺν Θεῶ εἰς νέας ἐξορμήσεις. Ὁσονδήποτε καὶ ἄν λυσσᾶ ὁ Σατανᾶς, τελικῶς θὰ ἡττηθῆ. Ὁ Χριστὸς θὰ νικήση. Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία θὰ φωτίση καὶ πάλιν Ἀνατολὴν καὶ Δύσιν.
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.