ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΠΙΘΑ 1956 (Το δίλεπτον…)
«ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΠΙΘΑ»
ΕΤΟΣ ΙΒ΄ ΚΟΖΑΝΗ 1956
Συντάκτης ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ Ν. ΚΑΝΤΙΩΤΗΣ ιεροκήρυξ
«Πῦρ ἦλθον βαλεῖν ἐπὶ τὴν γῆν καὶ τὶ θέλω εἰ ἤδη ανήφθη;» (Ο ΚΥΡΙΟΣ)
ΤΟ ΔΙΛΕΠΤΟΝ…
(Βλέπε Ευαγγέλιον Λουκᾶ κεφ. 21, στίχ. 1-4)
Ἕν, ἀγαπητοί μας ἀναγνῶσται, ἕν καὶ μόνον ἐπεισόδιον ἐκ τῶν τελευταίων ἐπὶ γῆς ἡμερῶν τοῦ Θεανθρώπου θὰ διηγηθῶμεν μὲ τὴν πίστιν καὶ τὴν ἐλπίδα, ὅτι ἐξ αὐτοῦ πολλὴ θὰ προέλθη ὠφέλεια καὶ λαμπροτέρα θὰ εἶνε ἡ περίοδος τῶν ἑορτῶν τοῦ Πάσχα, ἐὰν κλῆρος καὶ λαὸς θελήσωμεν νὰ συμμορφωθῶμεν πρὸς τὰ Εὐαγγελικὰ πρότυπα. Ὦ Κύριε! Ὁ λόγος Σου, τὸ Εὐαγγέλιόν Σου, δὲν ἐδόθη, ἵνα ὡς ἆσμά τι κακοφώνως ψάλλεται ἐν τοὶς Ναοῖς κατὰ τὰς Κυριακὰς καὶ τὰς ἑορτάς, ἀλλʼ ἵνα καθημερινῶς καὶ εἰς τοὺς Ναοὺς καὶ εἰς τὰς οἰκίας καὶ εἰς τὰ σχολεῖα καὶ εἰς τὰ ἐργοστάσια ἀναγινώσκεται, ἑρμηνεύεται καὶ προπαντὸς ἐφαρμόζεται εἰς ὅλας τὰς λεπτομερείας τῆς ζωῆς καὶ οὕτως ἡ ζωὴ ἑκάστου τῶν πιστῶν ἁγιαζόμενη γίνει ἆσμα οὐράνιον, χερουβικόν, τέρπον καὶ ἐλκῦον ὅλους εἰς τὴν νέαν ζωὴν καὶ πολιτείαν, ἤ διὰ τοῦ Σταυροῦ καὶ τῆς Ἀναστάσεώς Σουἐνεκαινίασες ἡμῖν.
Ὁ Κύριος ἵσταται εἰς αὐλὴν τοῦ Ναοῦ τῶν Ἱεροσολύμων, τοῦ μοναδικοῦ τούτου ναοῦ τῆς λατρείας τοῦ Ἰσραήλ. Ἡ ἱστορία τοῦ λαοῦ τούτου, ἱστορία εὐχαρίστων καὶ δυσαρέστων γεγονότων, ἡμερῶν δόξης καὶ ἀδοξίας, ἱστορία μαχῶν, πολέμων, δηώσεων καὶ καταστροφῶν, εἶνε ἀρρήκτως συνδεδεμένη μὲ τὴν ἱστορίαν τοῦ Ναοῦ. Εἰς τὴν θέσιν αὐτοῦ, ἐπανειλημμένως καταστρέφοντος, δὲν ὑπάρχει πλέον τι ποὺ νὰ ὑπενθυμίζη τὴν ἀρχαίαν του δόξαν. Ἡ προφητεῖα τοῦ Κυρίου (Ματθ. 24, 2) ὅτι δὲν θὰ μείνη λίθος ἐπὶ λίθον ἔχει ἐκπληρωθῆ. Εἰς μίαν τῶν αὐλῶν τοῦ Ναοῦ, τὴν αὐλὴν τῶν γυναικῶν καὶ ὑπὸ τὰς στοὰς ὑπῆρχε τὸ περίφημον γαζοφυλάκιον, δηλαδὴ 13 ὀρειχάλκινα κιβώτια, εἰς τὰ ὁποῖα ἔρριπτον τὴν ὑπὲρ τοῦ Ναοῦ προαιρετικὴν εἰσφορὰν οἱ ἐκ τῶν περάτων τῆς γῆς προσερχόμενοι προσκυνηταὶ κατὰ τὰς ἑορτὰς καὶ δὴ τὰς ἑορτὰς τοῦ Πάσχα. Ἐκεῖ ἵσταται τώρα ὁ Ἰησοῦς καὶ βλέπει. Βλέπει ὅλους ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι ἤρχοντο καὶ ἔρριπτον τὰς εἰσφοράς των. Μεταξὺ αὐτῶν καὶ πλούσιοι ἤρχοντο καὶ ἤνοιγον τὰ βαλάντιά των καὶ ἔρριπτον ὑπερηφάνως τὰ χρυσᾶ νομίσματα 5, 10, 100…
Εἰς τοὺς περισσοτέρους ἐξ αὐτῶν ὁ Κύριος θὰ ἧτο ἄγνωστος. Ἀλλʼ αὐτοὶ δὲν ἧσαν ἄγνωστοι εἰς Αὐτόν. Τοὺς ἐγνώριζε τόσον, ὅσον οὐδεὶς ἄλλος, ὅσον οὐδὲ αὐτὸς ὁ ἐπιστήθιος φίλος των. Ἐγνώριζεν αὐτοὺς ἐκ πάσης πλευρᾶς. Ἐγνώριζεν ὄχι μόνον πόσα χρήματα εἴχον καὶ πόσα ἐξ αὐτῶν ἔδιδον ὡς δῶρον εἰς τὸν Ναόν, ἀλλὰ καὶ τὸν τρόπον μὲ τὸν ὁποῖον εἰς τὰς χεῖράς των εἶχε συγκεντρωθῆ ὁ πλοῦτος. Ἐγνώριζεν ὄχι μόνον τὸν ἐξωτερικόν των βίον, ἀλλὰ καὶ τὸν ἐσωτερικόν. Ἡ καρδία τοῦ ἀνθρώπου, βαθεῖα ὡς θάλασσα καὶ ὡκεανός, ἡ καρδία, ἡ ὁποία διὰ τοὺς ἄλλους εἶνε βιβλίον ἐσφραγισμένον μὲ ἑπτὰ σφραγίδας, διὰ τὸν Ἰησοῦν εἶνε βιβλίον ἀνεωγμένον. Ὁ Κύριος ἀποσφραγίζει τὸ βιβλίον, ἀναγινώσκει τὴν καρδίαν, τὰ μύχια τῆς καρδίας παντὸς ἀνθρώπου. Εἶνε ὁ «καρδιογνώστης». Τίς θὰ ἔλεγεν εἰς τοὺς πλουσίους, ὅτι τὴν στιγμὴν ποὺ ἔρριπτον τὰ χρυσᾶ νομίσματά των εὑρίσκοντο ἐνώπιον τοῦ Παντεπόπτου; Οἱ ἄλλοι, ποὺ ἔβλεπον τὰς ἐκδηλώσεις τῆς φιλανθρωπίας τῶν πλουσίων τούτων καὶ ἤκουον τὸν ἧχον τῶν χρυσῶν νομισμάτων ποὺ ἔπιπτον ἐντὸς τῶν ὀρειχαλκίνων κιβωτίων, εὔκολοι θὰ ἧσαν εἰς θαυμασμὸν καὶ ἔπαινον τῶν ἀνθρώπων αὐτῶν. Τὶ σπουδαῖοι ἄνθρωποι θὰ ἔλεγον! Τὶ μεγάλοι πατριῶται! Νὰ γραφῆς τὸ ὄνομά των εἰς τὰς στήλας τῶν εὐεργετῶν, νὰ μνημονεύεται ὑπὸ τοῦ ἱερατείου εἰς αἰῶνας αἰώνων… Ἀλλʼ ὁ Κύριος δὲν παρασύρεται ἀπὸ τὴν κρίσιν τῶν πολλῶν. Ἡ ἰδική του κρίσις εἶνε κρίσις καθαρά, διαυγής, ἀλάνθαστος, εἶνε κρίσις τοῦ Δικαίου Θεοῦ.
Ὁ Κύριος βλέπει τοὺς πλουσίους τοῦ Ἰσραήλ. Βλέπει τὰ ποσὰ ποὺ ἔρριπτον, ἀλλὰ δὲν ἐνθουσιάζεται ἀπὸ τὴν εἰσφορὰν οὐδενὸς ἐξ αὐτῶν. Μένει σκεπτικός, σιωπηλὸς ὁ Κύριος. Ἀλλʼ αἴφνης διακόπτει τὴν σιωπήν Του. Ἀνοίγει τὰ πανάχραντα χείλη Του, καὶ ἐκ τοῦ βάθους τῆς καρδίας Του ἐξέρχονται μῦρα-λόγοι, οἱ ὁποῖοι ἐπαινοῦν καὶ ἐγκωμιάζουν καὶ ἀναβιβάζουν εἰς ὕψη μίαν δωρεάν. Ποία ἡ δωρεά; Ἧτο δωρεὰ τινὸς ἀρχιερέως τοῦ ἰσραήλ; Ἧτο δωρεὰ τοῦ Ἡρώδου ἤ τινὸς τῶν αὐλικῶν του; Ἧτο δωρεὰ ἑνὸς ἐκ τῶν πλουσιοτέρων τεκνῶν τοῦ Ἰσραήλ, οἱ ὁποῖοι ἐταξίδευον εἰς ὅλας τὰς θαλάσσας καὶ διέπρεπον εἰς τὸ διεθνὲς ἐμπόριον καὶ ἐπλούτουν καὶ διὰ τῶν μεγάλων δωρεῶν των ἐβοήθουν τὸν περιούσιον λαόν; Ἧτο δωρεά, ἡ ὁποία ἔκαμε νὰ ἐκχειλίσουν καὶ τὰ 13 κιβώτια τοῦ γαζοφυλακίου ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν χρυσῶν νομισμάτων; Ὄχι. Ἧτο δωρεὰ μιᾶς «πενιχρᾶς» χήρας, ἡ ὁποία μὲ πολλὴν ταπείνωσιν καὶ συστολὴν ἧλθε καὶ ἔρριψεν ἕν δίλεπτον. Ἕν δίλεπτον; Τὶ νὰ κάμη, παρακαλῶ, ἕν δίλεπτον; Καὶ ὅμως τὸ δίλεπτον αὐτὸ ποὺ μὲ βλέμμα ἐσχάτης περιφρονήσεως θὰ ἔβλεπον οἱ πολλοὶ ὡς ἐντελῶς ἀναξίαν εἰσφοράν, ἐν τῆ κρίσει τοῦ παρισταμένου Κυρίου ἐζύγισε τὴν στιγμὴν ἐκείνην περισσότερων ὅλων τῶν εἰσφορῶν τῶν πλουσίων. Ἡ ζυγαριὰ τῆς ἐλεημοσύνης ἔκλεινε πρὸς τὸ δίλεπτον καὶ ὡς κάρφος ἀχύρου ἐσήκωσεν ὅλον τὸν χρυσὸν τῶν πλουσίων. Διατί; Ἀκούσωμεν τοὺς ἀθανάτους λόγους τοῦ Κυρίου: «Ἀληθῶς λέγω ὑμῖν ὅτι ἡ χήρα ἡ πτωχὴ αὕτη πλεῖον πάντων ἔβαλεν˙ ἅπαντες γὰρ οὕτοι ἐκ τοῦ περισσεύοντος αὐτοῖς ἔβαλον εἰς τὰ δῶρα τοῦ Θεοῦ, αὕτη δὲ ἐκ τοῦ ὑστερήματος αὐτῆς ἅπαντα τὸν βίον ὅν εἶχεν ἔβαλεν». Ὅλοι – λέγει ὁ Κύριος – ὅλοι, ποὺ ἧλθον καὶ ἔρριψαν τὴν εἰσφοράν των, ἔδωκάν ἐκ τοῦ περισσεύματος τῆς περιουσίας των. Ἀλλʼ αὕτη ἡ πτωχὴ χήρα ἕν καὶ μόνον δίλεπτον εἶχεν. Αὐτὸ ἧτο ὅλος ὁ βίος της, ὅλη ἡ περιουσία της. Καὶ τὴν ἔδωκεν εὐχαρίστως! Ἄνθρωποι! Κηρύττει ὁ Ἱερὸς Πατὴρ τῆς Ἐκκλησίας, ἑρμηνεύων τὰ λόγια ταῦτα τοῦ Κυρίου, προκειμένου νὰ κριθῆ ἡ ἀξία τῆς ἐλεημοσύνης, μὴ βλέπετε τὶ ποσὸν δίδεται, ἀλλὰ βλέπετε τὴν διάθεσιν, βλέπετε τὶ μετὰ τὴν ἐλεημοσύνην μένει ὡς ὑπόλοιπον τῆς περιουσίας τοῦ δίδοντος. Τὸ ὑπόλοιπον εἶνε πολύ; Ἡ ἀγάπη εἶνε ὀλίγη. Τὸ ὑπάρχον μαρτυρεῖ, ὅτι ἡ ἀγάπη δὲν ἔχει φθάσει εἰς τὸ ὕψος τῆς θυσίας ἐκείνης, τὴν ὁποίαν ὑπὲρ τῶν ἄλλων ζητεῖ ὁ Κύριος.
Ἡ «πενιχρᾶ» αὕτη χήρα τὴν ἡμέραν ἐκείνην ἐν τῶ ἀγωνίσματι τῆς ἐλεημοσύνης ἐνίκησε τοὺς πλουσίους. Ἐνίκησεν αὐτοὺς ὄχι μόνον ὡς πρὸς τὴν διάθεσιν, μὲ τὴν ὁποίαν προσέφερεν αὕτη ὅλην τὴν περιουσίαν, τὸ δίλεπτον, ἀλλὰ καὶ ὡς πρὸς τὸ ποσόν. Πρὸς τὸ ποσόν; Ναί! Καὶ πρὸς τὸ ποσόν. Πρὸς τοῦτο κλείσατε, ἀγαπητοί, τοὺς ὀφθαλμούς σας καὶ νοερῶς διατρέξατε ὅλους τοὺς διαρρεύσαντας ἔκτοτε αἰῶνας, καὶ, ἐὰν δύνασθε, συλλέξατε καὶ καταμετρήσατε ὅλα τὰ ποσά, μικρὰ καὶ μεγάλα, ὅσα ὑπὲρ ἱερῶν καὶ φιλανθρωπικῶν σκοπῶν ἔδωκαν ἄνθρωποι, τῶν ὁποίων τὴν καρδίαν ἠλέκτρισε τὸ δίλεπτον τῆς πενιχρᾶς χήρας.* Οἱ πλούσιοι ἐκεῖνοι ἠλέησαν ἄπαξ καὶ οὐδένα συνεκίνησαν, ἐνῶ αὕτη διὰ τοῦ παραδείγματος, ὅπερ κατεγράφη εἰς τὴν Εὐαγγελικὴν Ἱστορίαν, ἐξακολουθεῖ νὰ παρακινῆ καὶ ἄλλους καὶ οὕτω νὰ ἐλεῆ τὸν κόσμον.
* * *
Ἡ πτωχὴ αὕτη χήρα τοῦ Εὐαγγελίου ἄς διδάξη καὶ ἄς ἐλέγξη καὶ σήμερον πλουσίους καὶ πτωχούς.
Καὶ ἐν πρώτοις ἄς πλησιάσουν τὸ πρότυπον τοῦτο τῆς ἐλεημοσύνης οἱ πλούσιοι καὶ ἄς καθρεπτισθοῦν εἰς τὸν κρυστάλλινον τοῦτον καθρέπτην τῆς άρετῆς. Πλούσιοι τοῦ αἰῶνος τούτου! Βλέπετε τὸν καθρέπτην; Ἡ πτωχὴ χήρα κρατεῖ ἕνα δίλεπτον, τὴν μόνην περιουσίαν της. Σεῖς; Ἑκατοντάδας καὶ χιλιάδας λιρῶν. Αὐτὴ ἡ σύγκρισις τοῦ ἑνὸς διλέπτου, ποὺ ἐκείνη ἔδωκε προθύμως, πρὸς τὰς στήλας τῶν χρυσών νομισμάτων, ποὺ σεῖς κρύπτετε φιλαργύρως, φέρει εἰς τὰ χείλη τὸ πρῶτον ἐρώτημα: Πόθεν ἔσχετε; Πῶς εὑρέθη εἰς τὰς χεῖράς σου τόσον χρυσίον; Ἀπεκτήθη τοῦτο μὲ μέσα ἠθικῶς ἀδιάβλητα; Εἶνε καρπὸς τιμίου ἱδρῶτος; Ἐπιτρέψατέ μας νʼ ἀμφιβάλλωμεν. Διότι ἡμεῖς πιστεύομεν ὅτι οὐδεὶς ζῶν καὶ πολιτευόμενος μὲ τὰς αὐστηρὰς περὶ τοῦ πλούτου ἀρχὰς τοῦ Εὐαγγελίου δύναται νὰ δημιουργήση περιουσίαν μεγάλην. Τὸ εὔκολον καὶ διᾶ παντὸς τρόπου ἀποκτῶμενον χρῆμα, ἡ κερδοσκοπία, ἡ κερδοθηρία, ἡ μανία τοῦ πλουτισμοῦ, ἡ λατρεία τοῦ χρυσοῦ μόσχου, ποὺ ἐπὶ τῶν ἡμερῶν μας ἔλαβον τεραστίας διαστάσεις καὶ συνεκρότησαν οἰκονομικὰ συγκροτήματα συμμορίας ληστῶν ἐμμέσως κλεπτόντων καὶ ληστευόντων τοὺς λαούς, εἶνε ὅλως ξένα καὶ πολέμια πρὸς τὸ γνήσιον χριστιανικὸν πνεῦμα. Διὰ ποίου λοιπὸν τρόπου, πλούσιοι, σᾶς ἐρωτῶμεν καὶ πάλιν, εἰσέρρευσε τόσος πλοῦτος εἰς τὰ θυλάκιά σας; Ἐὰν ὁ πλοῦτος σας συνεκεντρώθη μὲ τὰς μυρίας σατανικὰς μεθόδους ποὺ διδάσκει εἰς τοὺς ὀπαδούς του ὁ Μαμμωνᾶς, τότε εἶσθε ἅρπαγες, κλέπται, λησταί, φονεῖς. Πρὸς ἐσᾶς ὄχι μάθημα ἐλεημοσύνης, ἀλλὰ μάθημα δικαιοσύνης σᾶς διδάσκει ἡ πτωχὴ Χήρα. Δύνασθε νὰ ἐννοήσητε διατὶ τὴν χήραν εἰς τὸ σημεῖον αὐτὸ τοῦ λόγου γράφομεν μὲ Χ κεφαλαῖον; Ἡ Χήρα! Ὤ! Ἡ Χήρα ἀναστενάζει καὶ κλαίει διὰ σᾶς. Πρὶν ἤ ἀνοίξετε τὰ βαρυφορτωμένα βαλάντιά σας καὶ ρίψετε ὀλίγα τινὰ κέρματα εἰς τὰ διάφορα ταμεῖα τῆς φιλανθρωπίας, ἡ πτωχὴ χήρα σᾶς καλεῖ νʼ ἀνοίξετε τʼ αὐτιά σας καὶ ἀκούσετε τὸ μάθημα ποὺ σᾶς χρειάζεται. Νʼ ἀκούσετε τὴν φωνὴν τοῦ Αἰωνίου Θεοῦ, ὅστις διὰ τοῦ προφήτου Μιχαίου παραγγέλει τρία τινά˙ «ποιεῖν κρῖμα, καὶ ἀγαπᾶν ἔλεον, καὶ ἑτοιμον εἶναι πορεύεσθαι μετὰ Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου» (Μιχ. 5, 8 ἰδὲ Ματθ. 23, 25). Ἀκούετε τὶ ζητεῖ ὁ Κύριος; Πρῶτον δικαιοσύνην. Δεύτερον ἐλεημοσύνην. Τρίτον ὑπακοήν. Καὶ σεῖς, πλούσιοι, ἐὰν θέλετε νὰ μὴ ἀπατᾶτε διὰ ψευδοελεημοσυνῶν τὸν ἑαυτόν σας καὶ τὴν Ἑλληνικὴν κοινωνίαν, ἐφαρμόσατε ἐν πρώτοις τὴν δικαιοσύνην. Ὑπὸ τὸ φῶς τοῦ Εὐαγγελίου ἐξατάσατε ἐπιμελῶς τὸν τρόπον, μὲ τὸν ὁποῖον ἀπεκτήσατε τὸν πλοῦτον σας καὶ ἐρευνώντες θὰ ἴδητε μετὰ φρίκης ὅτι τὸ πλεῖστον τῆς περιουσίας σας, οἱ τοῖχοι τῶν μεγάρων σας, αἱ μηχαναὶ τῶν ἐργοστασίων σας, αἱ στέγαι τῶν καταστημάτων σας, ὅλα στάζουν αἵμα, αἵμα μυριάδων Ἄβελ ἀδελφῶν σας, τοὺς ὁποίους ἐφάξατε κατὰ τρόπον ποὺ δὲν φαίνεται εἰς τὰ ὄμματα τῶν πολλῶν ὡς φόνος. Καὶ ὅμως εἶσθε φονεῖς! Τὸ φωνάζουν τὰ εἰς ἡμερησίαν διάταξιν ψεύδη, αἱ δολιότητες, αἱ ἀπάται, αἱ ἀδικίαι, αἱ ἁρπαγαί, αἱ διαφυγαὶ τῶν φόρων, αἱ σκληρότητες πρὸς ἐργάτας καὶ ἐργατρίας… ἀλλὰ τὶς δύναται νʼ ἀπαριθμήση τʼ ἁμαρτήματα, διὰ τῶν ὁποίων σήμερον αἱ περιουσίαι τρέφονται καὶ γιγαντώνονται εἰς βάρος τῶν πολλῶν; Τὶ; Θὰ ἐξακολουθήσετε οὕτω πως πλουτοῦντες καὶ θησαυρίζοντες; Δὲν ἀκούετε φωνάς; Τὰ θύματά σας κράζουν καὶ αἱ φωναὶ των ἀνέρχονται εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ζητοῦν δικαιοσύνην. Ἡ ὥρα εἶνε δωδεκάτη. Ἐσχάτη ὥρα. Τὶ περιμένετε; Ἐμπρός! Ἐκ τῆς περιουσίας ἀφαιρέσατε τὰ ἀδίκως κτηθέντα, ἐπιστρέψατε ταῦτα εἰς τοὺς κατόχους των, καὶ θὰ ἴδωμεν τὶ θʼ ἀπομείνη πλέον ὡς περιουσία δικαία. Φοβούμεθα μήπως ὅλη ἡ τεραστία σας περιουσία μετὰ μίαν γενναίαν ἐκκαθάρισιν ἐκ παντὸς ἀδίκου στοιχείου περιορισθῆ εἰς ἐλάχιστον ποσόν, φθάση τὸ τετιμημένον δίλεπτον τῆς πενιχρᾶς χήρας. Καὶ ἀφοῦ ἐκτελέσετε τὸ πρῶτον, τὴν ἐπιταγὴν τῆς Δικαιοσύνης τότε ἔλθετε νὰ ἐκτελέσητε καὶ τὸ δεύτερον, τὴν ἐπιταγὴν τῆς Ἐλεημοσύνης. Διότι ἡ ἄλλη ἐλεημοσύνη, ἡ ὁποία προέρχεται ἐκ χρημάτων ἁρπαγῆς καὶ πλεονεξίας δὲν εἶνε ἡ έλεημοσύνη τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ εἶνε ἐλεημοσύνη σατανική. Μὴ ἀπατᾶσθε! Δὲν δύναται νὰ πωλῆτε καὶ νὰ σταυρώνετε τὸν Χριστόν, τὸν πάσχοντα ἀδελφόν σας καὶ νʼ αὐξάνετε τοὺς ἐσταυρωμένους τῆς γῆς, καὶ τὸ τίμημα τῆς προδοσίας καὶ τῆς σταυρώσεώς των, τὰ τριάκοντα ἀργύρια τοῦ Ἰοῦδα, νὰ συσσωρεύετε εἰς τὰ σιδηρᾶ χρηματοκιβώτιά σας καὶ ἐξ αὐτῶν νὰ λαμβάνετε καὶ νὰ ρίπτετε ἐλάχιστα κέρματα εἰς ἐλεημοσύνας καὶ νὰ ζητῆτε νὰ ἐξαπατήσητε τὸν λαόν. Ταλαίπωροι! Καὶ ὅλα ἀκόμη, ἐὰν τὰ ἐδίδετε θὰ ἔπρεπε νὰ εἶνε ἀπαράδεκτα. Διότι, ὡς εἴπομεν, στάζουν αἵμα ἀδελφικόν. Οὐδὲ αὐτὸ τὸ Ἰουδαϊκὸν Συνέδριον ἐδέχθη νὰ ριφθοῦν εἰς ἕν ἐκ τῶν 13 κυτίων τοῦ «γαζοφυλακίου» τὰ 30 άργύρια, ποὺ ἔσταζον ἀπὸ τὸ αἴμα τοῦ Θεανθρώπου, ἀλλὰ διʼ αὐτῶν ἠγοράσθη τεμάχιον γῆς «εἰς ταφὴν τοῖς ξένοις» καὶ ἐκλήθη τὸ τεμάχιον ἐκεῖνο Ἀκελδαμά, «ἀγρὸς αἵματος ἕως τῆς σήμερον»… Ναί! Ἕως τῆς σήμερον. Ἔκτοτε ἡ μικρὰ ἐκείνη λωρὶς τῆς γῆς διὰ τῶν ἀναριθμήτων συνεχιστῶν τοῦ ἔργου τοῦ Ἰοῦδα, ἐραστῶν τοῦ χρήματος, ἐπλάτυνε τὰ ὄριά της σφόδρα καὶ ἐκάλυψεν ὁλοκλήρους ἐκτάσεις καὶ ἐπὶ τῶν ἐκτάσεων τούτων ἠγέρθησαν τὰ νεώτερα τῆς μαμμωνολατρείας μέγαρα, ἐπὶ τῶν ὁποίων ἀξίζει νὰ τεθῆ ἡ ἐπιγραφή˙ «Ἀκελδαμά».
Πλούσιοι τῆς σημερινῆς μας ἐποχῆς, πλούσιοι ὅλων τῶν αἰώνων! Μὴ ἐλεῆτε μὲ τὰ 30 ἀργύρια τοῦ Ἰούδα. Ταῦτα εἶνε ἀπαράδεκτα. Εἶνε βδελυκτά. Ἐλεημοσύνη, διὰ νὰ φέρη τὴν σφραγίδα τοῦ Χριστοῦ, πρέπει νὰ προέρχεται ἐκ περιουσίας καθαρᾶς ἐκ πάσης ἀδικίας.
Τὸ δίλεπτον τῆς χήρας δεινὸς ἔλεγχος ὅλων ἐκείνων τῶν πλουσίων, οἱ ὁποῖοι οὔτε τὰ κλοπιμαῖα ἐπιστρέφουν εἰς τοὺς κατόχους των, οὔτε ἐκ τῆς ὑπολοίπου περιουσίας, καθαρισθείσης ὑπὸ τῆς Δικαιοσύνης, σπεύδουν, ὡς ἄλλοι Ζακχαῖοι, νὰ δώσουν ὑπὲρ τῶν ἐνδεῶν τὸ ἥμισυ τῶν ὑπαρχόντων των ἤ ἐὰν δὲν ἔχουν τὴν γενναιοψυχίαν τοῦ τελώνου ἐκείνου νὰ δώσουν τουλάχιστον τὸ 1)4 ἤ τὸ 1)10 τῆς περιουσίας των. Οἱ πλούσιοι τοῦ εἴδους αὐτοῦ φαίνονται ὅλοι κατώτεροι τῆς χήρας, ἡ ὁποία διὰ τοῦ παραδείγματός της, παραδείγματος αὐτοθυσίας, ἐλέγχει τὴν πλεονεξίαν καὶ τὴν φιλαργυρίαν των. Ὅλοι αὐτοὶ μόλις μακρόθεν ἀκούσουν τὰ βήματα τῆς Ἐλεημοσύνης τρέχουν καὶ κρύπτονται οἱ ἄνανδροι. Εἰς τὰς φωνάς, τὰς ἐκκλήσεις τῆς δυστυχίας ἀναιδέστατα ἀπαντοῦν: Δὲν ἔχομεν!… Ἔχουν ὅμως διὰ τόσα ἄλλα πράγματα, ἀναγκαῖα ἀλλὰ καὶ περιττά. Ἔχουν διὰ χοροὺς, διὰ διασκεδάσεις, διὰ ἐκδρομάς, διὰ ταξείδια εἰς τὸ ἐξωτερικόν, διὰ κρουαζερίας, διὰ αὐτοκίνητα πολυτελείας, διὰ θαλαμηγοὺς καὶ ἐπαύλεις. Ἔχουν διὰ πολυτελέστατα μέγαρα. Ἐφημερὶς τῶν Ἀθηνῶν ἐδημοσίευσε στατιστικήν, ἐκ τῆς ὁποίας ἐμφανίζεται ὅτι μόνον διʼ ἀνέγερσιν οἰκοδομῶν κατὰ τὴν τελευταίαν πενταετίαν ἐν Ἑλλάδι ἔρρευσε ποταμὸς χρήματος, ποὺ ἀνῆλθεν εἰς 55 ἑκατομμύρια λιρῶν! Ἀλλʼ ὑπὲρ τῶν ἐνδεῶν, τῶν ἀπόρων, τῶν ἀστέγων, οὐδὲν δίλεπτον. Καὶ ἔπειτα ὁμιλοῦμεν διὰ «Ἑλληνοχριστιανικὸν πολιτισμὸν» καὶ ἐτοιμαζόμεθα νὰ ἑορτάσωμεν τὸ Πάσχα!
Ἀλλὰ τὸ δίλεπτον τῆς χήρας δὲν εἶνε μόνον ὁ σιωπηλὸς ἔλεγχος τῶν πλουσίων. Εἶνε καὶ ἔλεγχος τῶν μὴ πλουσίων, καὶ τῶν πτωχοτέρων ἀκόμη. Διότι ἡ σκληρὰ καρδία δὲν ὑπάρχει μόνον εἰς πλουσίους. Ὑπάρχει δυστυχῶς καὶ εἰς πολλοὺς τῶν πτωχῶν. Δὲν βλέπεται τὶ γίνεται; Κάθε φορὰν ποὺ ἡ Ἐλεημοσύνη ρίπτει τὰ συναισθήματά της, κάθε φορὰν ποὺ καλούμεθα ὅλοι νὰ συνεισφέρωμεν ὑπὲρ ἑνὸς ἱεροῦ καὶ ἁγίου σκοποῦ, ἀμέσως δίδονται ἀπαντήσεις ἐκ μυρίων στομάτων: «Ἡμεῖς νὰ δώσωμεν; Νὰ δώσουν οἱ πλούσιοι. Νὰ δώσουν οἱ μεγάλοι. Νὰ δώσουν οἱ ἐφοπλισταί…» Καὶ ἀρχίζουν οἱ ἄνθρωποι νʼ ἀπαριθμοῦν ὀνόματα γνωστῶν ἐφοπλιστῶν, μεγαλεμπόρων καὶ βιομηχάνων, νὰ ἐξασκοῦν ἀγρίαν κριτικὴν ὅλων τῶν ἄλλων ὡς ἀσπλάχνων καὶ ἀνελεημόνων καὶ συγκρίνοντες πρὸς τὰ ἀμύθητα πλούτη ἐκείνων τὴν ἰδικήν των πτωχείαν νὰ ἐξαιροῦν ἑαυτοὺς τοῦ καθήκοντος τῆς ἐλεημοσύνης. Ὅλοι οἱ ἄλλοι νὰ δώσουν πλὴν αὐτῶν!
Ἀλλʼ ἔτσι ἀγαπητοί, ἔτσι ἐσκέφθη καὶ ἐνήργησεν ἡ πενιχρὰ χήρα τοῦ Εὐαγγελίου; Ἐστάθη ἔμπροσθεν τοῦ γαζοφυλακίου καὶ ἤρχισε τὸ κατηγορητήριων τῶν ἄλλων, τῶν ἀπείρως αὐτῆς πλουσιωτέρων; Ὤ! Πόσα δὲν θὰ εἴχε νὰ εἴπη ἡ πτωχὴ χήρα ἐκδιηγούμενη τὰ ἔργα καὶ τὰς ἡμέρας τῶν πλουσίων τῆς πρωτευούσης τοῦ Ἰσραὴλ καὶ μάλιστα ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι, ἐνῶ παρουσιάζοντο ὡς κηδεμόνες καὶ προστάται τοῦ πτωχοῦ λαοῦ, ὡς φιλόστοργοι πολιτικοὶ καὶ θρησκευτικοὶ ἡγέται, ἐν τούτοις ἧσαν προβατόσχημοι λύκοι. Ἐναντίον αὐτῶν δὲν ἐξεσφενδόνισε τὰ τρομερά του «οὐαὶ» ὁ Θεάνθρωπος ὀλίγον τι πρὶν ἡ χήρα ρίψη τὸ δίλεπτόν της; Δὲν εἴπε περὶ αὐτῶν ὅτι «κατεσθίουσι τὰς οἰκίας τῶν χηρῶν» καὶ ὅτι «προφάσει μακρὰ προσεύχονται» καὶ ὅτι «λήψονται περισσότερον κρῖμα»; Ἡ διαγωγὴ αὐτῶν ἡ τόσον ἀντίθετος πρὸς τὸν Μωσαϊκὸν Νόμον, πρὸς τὴν ἀποστολήν των, πρὸς αὐτά, τὰ ὁποῖα ἐδίδασκον τὸν λαὸν ἐν τῶ Ναῶ καὶ ταῖς συναγωγαῖς, οὐδόλως ἐψύχρανε τὴν θερμότητα τῆς ἀγάπης τῆς γυναικὸς πρὸς τὸν Θεὸν καὶ τὸν πλησίον. Δὲν ἐξήρτησε τὴν ἐλεημοσύνην αὐτῆς ἀπὸ τὴν ἐλεημοσύνη τῶν ἄλλων. Δὲν εἴπε˙ «κανεὶς ἄλλος δὲν προσέφερεν ὁλόκληρον τὴν περιουσίαν του, θὰ τὴν προσφέρω ἐγώ;». Μακρὰν ὅλων τῶν ταπεινῶν σκέψεων, ἀνεπηρέαστος ἀπὸ τὰ κακὰ παραδείγματα τῆς πλεονεξίας καὶ τῆς ἀσπλαχνίας, ποὺ ἔβλεπε πέριξ αὐτής, ἐν μέσω μικρολόγων καὶ συμφεροντολόγων ἀνθρώπων ἡ θαυμαστὴ αὐτὴ χήρα ζῶσα καὶ κινούμενη κατώρθωσε νʼ ἀρθῆ εἰς τὰ ὕψη ἐκεῖνα τῆς ἀγάπης, εἰς τὰ ὁποία οὐδεὶς γραμματεὺς καὶ φαρισαῖος καὶ ἀρχιερεύς, τύπου Ἄννα καὶ Καϊάφα, οὐδὲ νʼ ἀτενίση ἠδύνατο.
«Δὲν ἐλεῶ, διότι εἶμαι πτωχὸς» ἀκούεται νὰ λέγης! Εἶσαι πτωχός; Ἄς τὸ παραδεχθῶμεν. Πτωχός! Ἀλλʼ ὁσονδήποτε πτωχὸς καὶ ἐὰν εἶσαι δὲν εἶσαι πτωχότερος τῆς πενιχρᾶς χήρας, ἡ ὁποία, ὡς βλέπεις εἰς τὴν εἰκόνα, ἔσπευσε καὶ ἔρριψεν εἰς τὸ κυτίον τῶν δώρων τοῦ Θεοῦ τὸ δίλεπτόν της, ὅλην τὴν περιουσίαν της, καὶ ἔκαμεν ἐλεημοσύνην ὄχι μικρὸς τι ποσοστόν, ἀλλὰ 100%. Ὅ,τι εἶχεν ἔδωκεν. Καὶ σύ, ἀγαπητέ μου πτωχὲ ἀναγνῶστα, μιμήθητι τὸ ὡραῖον παράδειγμα τῆς γυναικὸς ταύτης καὶ μὴ ἐξαιρῆς ποτὲ τὸν ἑαυτόν σου ἀπὸ τὸν βασιλικὸν νόμον τοῦ ἐλέους. Ποίει ἔλεος ἐπὶ τῆς γῆς, ἀγωνίζου τὸν καλὸν τῆς ἐλεημοσύνης ἀγῶνα, ἵνα συμπεριληφθῆς εἰς τὸν κατάλογον τῶν ἐλεημόνων, ἵνα γίνης μέτοχος τῆς θείας, τῆς ἀνεκφράστου μακαριότητος, τὴν ὁποίαν ὑπεσχέθη ὁ Κύριος εἰπών: «Μακάριοι οἱ ἐλεήμονες˙ ὅτι αὐτοὶ ἐλεηθήσονται». Ἔλεος δὲ κατὰ τὸν Ἅγιον Γρηγόριον Νύσσης εἶνε ἡ ἐπίτασις τῆς ἀγάπης, ἡ ὁποία ὅταν ὑπάρχη θερμὴ εἰς τὰ στήθη τοῦ χριστιανοῦ, φωτίζεται ἀπὸ τὸν Θεὸν τῆς ἀγάπης καὶ γίνεται ἐφευρητική, εὐμήχανος καὶ πολυμήχανος, καὶ ἐξευρίσκει πολλοὺς τρόπους διὰ νὰ κάμη τὸ καλόν, διὰ νὰ εὐεργετήση τοὺς πάσχοντας ἀνθρώπους. Δὲν βλέπετε τὴν φιλόστοργον μητέρα; Τὶ δὲν κάμνει αὕτη διὰ τὴν ἀνακούφισιν καὶ τὴν σωτηρίαν τοῦ πάσχοντος, τοῦ κινδυνεύοντος τέκνου της; Περὶ μιᾶς μητρός, ἡ ὁποία εὑρέθη ἐν ἐρήμω τόπω καὶ εἶδε τὰς πηγὰς τοῦ γάλακτός της νὰ στειρεύουν, λέγεται, ὅτι ἤνοιξε τὰς φλέβας της καὶ μὲ τὸ αἵμα της ἐπότισε τὸ βρέφος αὐτῆς διὰ νὰ μὴ ἀποθάνη. Αὐτὸ δὲν ἔκαμε καὶ ὁ Κύριος εἰς μίαν κλίμακα ἀγάπης ἄπειρον; Ὤ, ἀγάπη πενιχρᾶς χήρας, ὤ, ἀγάπη φιλοστόργου μητρός, ὤ, ἀγάπη Κυρίου, σὺ πλέον ὑπερβαίνεις πᾶσαν ἀγάπην. Ἄς ψάλλομεν καὶ ἡμεῖς εὐγνομόνως μαζὺ μὲ τὸν Ὑμνωδὸν τοῦ Ἐπιταφίου Θρήνου: «Ὥσπερ πελεκὰν τετρωμένος (πληγωμένος) τὴν πλευράν σου, Λόγε, σοὺς θανόντας παῖδας ἐζώωσας, ἐπιστάξας ζωτικοὺς αὐτοῖς κρουνούς». Καὶ μόνον νὰ ψάλλομεν τὴν ἀγάπην Του; Προπαντὸς νὰ τὴν μιμηθῶμεν, ἐὰν θέλωμεν ὄχι μόνον νὰ λεγόμεθα, ἀλλὰ καὶ νὰ εἴμεθα μαθηταὶ καὶ ὁπαδοί Του.
* * *
Ἀγαπητοὶ ἀναγνῶστα τῆς Σπίθας! Ὅσοι καὶ ὅσαι τυχὸν ἔχουν χρήματα διὰ σπατάλην καὶ μεταβαίνουν εἰς τὰ θέατρα καὶ βλέπουν ἠθοποιοὺς ποὺ παίζουν ρόλους πασχόντων προσώπων, ρόλους τραγικούς, συγκινοῦνται καὶ ἐξέρχονται μὲ τὰ μανδήλια των μουσκεμένα εἰς τὰ δάκρυά των. Ἀλλʼ ὦ Ἕλληνες, ἡμεῖς διὰ νὰ συγκινηθῶμεν δὲν ἔχομεν ἀνάγκην τοιούτων ψευδῶν καὶ αἰσχρῶν θεάτρων. Ὑπάρχουν διʼ ἡμᾶς θέατρον. Θέατρον μέγα, θέατρον μιᾶς ἀπεριγράπτου ὑλικῆς δυστυχίας εἶνε… ἡ Ἑλλάς, ἡ φιλτάτηἡμῶν Πατρίς! Πόσοι ἐν αὐτῆ ἄποροι καὶ δυστυχεῖς; Τελευταία στατιστικὴ ἀναβιβάζει τοὺς ἀπόρους εἰς 2.983.804, ἧτοι τὰ 37,14% τοῦ ὅλου πληθυσμοῦ τοῦ βασιλείου μας. Ὤ βαθύπλουτοι Ἕλληνες, τοῦ ἐσωτερικοῦ καὶ ἐξωτερικοῦ, σεῖς, οἱ ὁποῖοι καθʼ ἑκάστην προβαίνετε εἰς ἀγορὰς πολυτελῶν λίθων, ἀδαμάντων, πινάκων ζωγραφικῆς, οἰκοδομῶν, πλοίων, ὑπερωκεανείων, ἔλθετε εἰς τὸ θέατρον τοῦτο καὶ ἴδετε, τὰς νήσους μας, μικρὰς καὶ μεγάλας, τὰς ὀρεινὰς περιοχάς, εἰς τὰς ὁποίας ἐγράφησαν τὰ νεώτερα ἔπη τῆς φυλῆς, διὰ τὰ ὁποῖα καὶ σεῖς καυχάσθε ὡς Ἕλληνες, ἐπισκεφθῆτε τοὺς συνοικισμοὺς τοῦ Περάματος, τῆς Καισαριανῆς, τῶν Σφαγείων, τῆς Κοκκινιᾶς, τῆς Ν. Ἰωνίας… καὶ θὰ ἴδητε σκηνὰς τραγωδίας ποὺ συνθέτει ἐδῶ ἡ δυστυχία. Καὶ ἐὰν ὑπάρχη ἐν ὑμῖν κόκκος ἀγάπης, ἡ ὁποία ὑπῆρχεν ἄλλοτε εἰς τὰς καρδίας τῶν μεγάλων τοῦ Γένους μας εὐεργετῶν, ἀνοίξατε τὰ γαζοφυλάκιά σας καὶ ὄχι μὲ ψυχία ἐλεημοσυνῶν, ἀλλὰ μὲ γενναίας εἰσφορὰς ἐπουλώσατε πληγάς, ἀνακουφίσατε δυστυχισμένας ὑπάρξεις, στηρίξατε κλονιζόμεθα βήματα, ἀναδειχθῆτε ἥρωες τῆς ἀγάπης, εὐεργετήσατε ὅλην τὴν Ἑλλάδα. Ἀλλʼ ἐὰν παρὰ πᾶσιν ἐλπίδα αἱ καρδίαι σας παραμένουν σκληραὶ καὶ τὰ ὦτα σας κλειστὰ εἰς τὰς μυρίας ἐκκλήσεις τῶν πασχόντων ἀδελφῶν σας Ἑλλήνων, μὴ νομίσητε ὅτι ἡ Ἑλλὰς θὰ ἐξαλειφθῆ ἕνεκεν τῆς ἰδικῆς σας πλεονεξίας καὶ ἀσπλαχνίας. Ὄχι! Σεῖς θὰ ἐξαλειφθῆτε. Σεῖς θʼ ἀποθάνητε ἐν ἀτιμία. Τὰ πλούτη σας ἐκ του Διαβόλου προέρχονται καὶ εἰς τὸν Διάβολον θὰ ὑπάγουν. Καὶ διὰ τὰ ἰδικά σας πλούτη θὰ λεχθῆ: «Ἄ οὐκ ἔφαγον Ἁγιοι, φάγονται Ἀσσύριοι». Ἀλλʼ ἡ Ἑλλὰς δὲν πρέπει νὰ ἀποθάνη. Πρέπει νὰ ζήση καὶ νὰ εὐτυχήση. Βαρύτατα καθήκοντα ἔχουν ἡ Ἑλληνικὴ Πολιτεία καὶ ἡ Ἐπίσημος Ἐκκλησία διὰ νὰ ἐξάγουν τὸν λαόν μας ἐκ τῆς θλίψεως τῆς μεγάλης. Καὶ ὑπάρχουν δόξα τῶ Θεῶ τρόποι. Θέλησις καὶ ἀπόφασις, ἀνιδιοτέλεια καὶ αὐταπάρνησις καὶ πίστις ἀκράδαντος τῶν ἡγητόρων καὶ ἔθνους ἀπαιτοῦνται, ἵνα τὸ ἔθνος ἀνορθωθῆ καὶ σωθῆ.
Ἀγαπητοί! Τὸ Πάσχα, ἡ μεγάλη ἑορτὴ τῆς Χριστιανοσύνης, πλησιάζει. Πτωχότεροι τῆς χήρας δὲν εἴμεθα. Ἄς τὴν μιμηθῶμεν λοιπόν. Αἱ «μικραὶ» εἰσφοραὶ εἰς ἐνέργειαν. Πᾶσα θεοφιλὴς καὶ φιλάνθρωπος ψυχὴ ἄς κινηθῆ. Ἄς κηρυχθῆ ἱερὰ σταυροφορία κατὰ τῆς δυστυχίας. Δῆμοι, κοινότητες, φιλόπτωχα ταμεῖα ἐνοριῶν, θρησκευτικοὶ καὶ φιλανθρωπικοὶ Σύλλογοι, παλαιώτεροι καὶ νεώτεροι, ὅλοι ἐν ἱερᾶ καὶ εὐγενεῖ ἀμίλλη ἐπὶ τὸ ἔργον. Ἐὰν ἡ φιλανθρωπία τῶν μικρῶν κινηθῆ δραστηρίως εἰς ὅλους τοὺς τομεῖς, τότε τὸ «δίλεπτον» θὰ θαυματουργήση καὶ πάλιν καὶ ἡ πικρία μιᾶς παντελοὺς ἐγκαταλείψεως καὶ ἀδιαφορίας θὰ παύση νὰ σκιάζη τὰς ἁγίας αὐτὰς ἡμέρας τὰ πρόσωπα τῶν ἀδελφῶν, ὑπὲρ ὦν Χριστὸς ἐσταυρώθη καὶ ἀνεστήθη.
________________
- * Τὸ «δίλεπτον», αἱ μικραὶ εἰσφοραί, αἱ ὁποῖαι ἐκ μέρους ἀπόρων ἀνθρώπων δίδονται μὲ τόσην γενναιοψυχίαν ὑπὲρ τοῦ κοινοῦ καλοῦ. Ἀσήμαντοι ἐκ πρώτης ὅψεως ἐπηρεάζουν ὅμως ἐνίοτε βαθύτατα τὴν κοινωνικὴν ζωὴν καὶ ἔχουν μέγιστα ἀποτελέσματα. Οὕτως ἐσχάτως ἐδημοσιεύθη εὶς τὰς ἐφημερίδας ἡ εἴδησις ὅτι μία πόλις τῆς Ἰαπωνίας Ἰντεμάκι, ἡ ὁποία ἐκ πλημμυρῶν ὑπέστη καταστροφὴν 57.000.000 γιέν, ἥτοι 4.788.000 δραχμῶν, ἐπανώρθωσε ὅλας τὰς ζημίας χάρις εἰς τὴν μικρὰν είσφορὰν τῶν 300 γιέν, ἥτοι 504 δραχμῶν, τὴν ὅποίαν ἔσπευσε διʼ ἐπιστολής νὰ προσφέρη εἰς τὸν Δῆμον μία ὁμὰς 6ετῶν μαθητῶν, 27 τὸν ἀριθμόν. Ἡ ἐπιστολὴ τῶν μικρῶν τούτων δημοσιευθεῖσα εἰς τὰς ἐφημερίδας συνεκίνησε βαθύτατα ἕνα φιλεύσπλαχνον πλούσιον, ὅστις ἐδάνεισεν εἰς τὸν Δῆμον ὅλον τὸ ἀναγκαιοῦν ποσόν. Οὕτως οἱ 27 πτωχοὶ μαθηταὶ μὲ τὸ δίλεπτόν των εὐηργέτησαν ὁλόκληρον δῆμον.
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.