ΠOIOI ΟΙ ΕΧΘΡΟΙ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ;
«ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΠΙΘΑ»
ΕΤΟΣ ΙΒ΄ ΚΟΖΑΝΗ ΜΑΪΟΣ 1956, Αριθ. φυλλου 188
Συντάκτης ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ Ν. ΚΑΝΤΙΩΤΗΣ ιεροκήρυξ
Η ιστορία επαναλαμβάνεται
Οι εχθροί στην Ελλάδα λυσομανούν και δυστυχώς
δεν έχουμε ηγέτας άξιους να την υπερασπιστούν.
Ο «Χίτλερ αναστήθηκε…» όπως λέει, στην «Σπίθα»,
ο σεβάσμιος Μητροπολίτης Φλωρίνης π. Αυγουστίνος Καντιώτης, διαβάστε την:
ΤΙΝΕΣ ΟΙ ΕΧΘΡΟΙ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ;
Ἐθνικᾶ προβλήματα
Πενθεῖ ἡ Ἑλλάς! Καὶ πῶς νὰ μὴ πενθῆ; Ὡς ἔθνος ποὺ προσέφερεν εἰς τὴν ἀνθρωπότητα ὑψίστας ὑπηρεσίας ἡ Ἑλλὰς ἐπερίμενε νὰ ἴδη τὰ δίκαιά της ἀναγνωριζόμενα, τοὺς πόθους τῆς πραγματοποιουμένους, τὴν μεγαλόνησον Κύπρον ἐλευθέραν καὶ ἀντὶ τούτων ἡ Ἑλλὰς βλέπει καὶ ἀκούει θλιβερὰ γεγονότα, τῶν ὁποίων τὸ ἕν θλιβερώτερον τοῦ ἄλλου προσβάλλουν τὴν ἐθνικὴν φιλοτιμίαν, τραυματίζουν ψυχικῶς τὰ σπλάχνα τῶν τέκνων της, προκαλοῦν κύματα ἀγανακτήσεως. Η θλίψις της μεγάλη. «Ρομφαία δίστομος» διέρχεται τὴν καρδίαν τῆς Ἑλλάδος.
Ποῖο ἐκ τῶν θλιβερῶν γεγονότων νὰ μνημονεύσωμεν; Ἰδοὺ ἕνας συνοπτικώτατος πίναξ: Ἡ 6η Σεπτεμβρίου τοῦ παρελθόντος ἔτους σημαίνει τὴν ἔναρξιν τῆς νέας περιόδου τῆς ἐθνικῆς συμφορᾶς. Παρὰ τὸν Βόσπορον παρουσιάζονται καὶ πάλιν ἀγέλαι βαρβάρων. Ὄχλοι ὀθωμανικοὶ ἐπιτίθενται κατὰ τῆς ἐν Κων)πόλει Ἑλληνικῆς παροικίας, λεηλατοῦν, καίουν, πυρπολοῦν καταστήματα, οἰκείας, ἐκκλησίας, βιάζουν Ἑλληνίδας, ἀτιμάζουν κληρικούς, βεβηλώνουν κατὰ τὸν αἰσχρότερον τρόπον ἱερὰς κολυμβήθρας καὶ ἱερὰ δισκοπότηρα, ποδοπατοῦν τὸν Τίμιον Σταυρόν, ἀνοίγουν ὡς ὕαιναι, τοὺς τάφους τῶν προγόνων, τῶν πατριαρχῶν, διασκορπίζουν τὰ ὀστᾶ αὐτῶν… Καὶ ταῦτα ἀπὸ τὰ ἀδιάφορα βλέμματα πρεσβευτῶν μεγάλων κρατῶν, προστατῶν καὶ πολιτισμοῦ τοῦ 20ου αἰώνος! Στόλοι ἄλλων βαρβάρων καὶ πειρατῶν τῶν θαλασσῶν καταπλέουν εἰς τὴν Κύπρον˙ στρατεύματα ἀποβιβάζονται εἰς τοὺς λιμένας αὐτῆς˙ ἀεροπλάνα περιπολοῦν˙ ὁ κλιὸς τῆς νήσου καθίσταται ἀσφυκτικός. Τὰ σχολεῖα κλείουν. Αἱ φυλακαὶ γεμίζουν ἀπὸ πατριώτας, τῶν ὁποίων καὶ μόνον ἡ ὑπὲρ Ἑλλάδος ζητωκραυγὴ θεωρεῖται ἔγκλημα. Πᾶς ναός, πᾶσα μονή, πᾶσα οἰκία, πᾶσα γωνία τῆς ἡρωϊκῆς γῆς ἐρευνᾶται ἐπιμελῶς. Ἡ τρομοκρατία βασιλεύει. Ὁ Χίτλερ ἀνεστήθη καὶ ἔστησε τὸ στρατηγεῖόν του ἐν Κύπρω. Ἱεροκήρυκες παρήγοροι ἄγγελοι τοῦ Κυπριακοῦ λαοῦ ἐν τοιαύταις ἡμέραις θλίψεως, ἐκδιώκονται ἐκ τῆς νήσου. Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Μακάριος μεταβαίνων εἰς ἀεροδρόμιον διὰ νὰ ἐπιβιβασθῆ ἀεροπλάνου καὶ ἔλθη εἰς τὴν μητέρα Ἑλλάδα ἀφαρπάζεται καὶ ἐξορίζεται εἰς τὰς Σεϊχέλλας νήσους τοῦ Ἰνδικοῦ ὠκεανοῦ. Δύο ἐκ τῶν πατριωτῶν τῶν νέων τούτων Μακαββαίων ἀπειλοῦνται μὲ ἐκτέλεσιν. Ὁ δήμιος τοῦ Λονδίνου φθάνει εἰς Λευκωσίαν… Ἐπὶ τῆ εἰδήσει τὸ Πανελλήνιον συνταράσσεται. Τεράστιον συλλαλητήριον ἐν Ἀθήναις ἐκφράζει τὸν πόνον τοῦ λαοῦ. Ἀσυγκράτητος ἡ ὀργή. Κλονίζεται ἡ τάξις. Πεδίον μάχης αἱ κεντρικαὶ ὁδοὶ τῆς πρωτευούσης. Θλιβερὰ συγκομιδή: 4 νεκροί, 200 περίπου τραυματίαι. Ἡ ἄσφαλτος βάφεται μὲ αἵμα Ἑλληνικόν. Ἀλλὰ παρὰ ταῦτα οὐδεὶς τῶν ἰσχυρῶν συγκινεῖται. Ἡ δράκαινα τῶν θαλασσῶν τὴν ἐπομένην στήνει ἀδιστάκτως τὸ ἰκρίωμα καὶ οἱ δύο πατριῶται νέοι ἐκτελοῦνται ἀγρίως. Ἐκτελοῦνται διʼ ἀγχόνης, ὅπως ἐξετελέσθη διʼ ἀγχόνης τὸ 1821 ὁ ἀρχιεπίσκοπος Κύπρου Κυπριανός. Ὁ ἐκλεκτὸς λογοτέχνης Φ. Κόντογλου γράφει ὅτι οἱ νέοι ἔκλιναν τὰς κεφαλάς των «σὰν τὰ μαραμένα τριαντάφυλλα» μέρα ἀνοιξιάτικη τὴν 10 Μαΐου 1956. Δὲν ἐδειλιάσανε οἱ καινούργιοι Ἕλληνες Μακκαβαῖοι. Δὲν παραπονεθήκανε γιὰ τὰ νειᾶτα τους. Τὸ μοναχὸ παράπονό τους ἤτανε πὼς τοὺς κρεμάσανε κατὰ τὴν ἄνοιξη, ποὺ ἀνθίζει ὅλη ἡ πλάση. Θαρρεῖς πὼς τοὺς ἀκοῦς νὰ τὸ τραγουδᾶνε μαζὺ μὲ τὸν ἀδικοσκοτωμένο ἀδελφό τους, τὸν Θανάση Διάκο, ποὺ τὸν σουβλίσανε σὰν κριάρι πρὶν ἀπὸ ἑκατὸ τόσα χρόνια:
«Γιὰ δὲς καιρὸ ποὺ διάλεξε ὁ χάρος νὰ μὲ πάρει.
Τώρα πʼ ἀνθίζουν τὰ βουνὰ καὶ βγάζʼ ἡ γῆ χορτάρι!».
Ἡ Ἑλλὰς πενθεῖ! Ἀλλʼ ἐκεῖνο ποὺ κάμνει τὴν Ἑλλάδα νὰ πικραίνεται περισσότερον ἐξ ὅλων εἶνε ὅτι στρέφουσα τοὺς ὀφθαλμούς της εἰς ὅλα τὰ σημεῖα τοῦ διεθνοῦς ὁρίζοντος δὲν εὑρίσκει μεταξὺ τῶν μεγάλων ἤ τῶν μικρῶν κρατῶν τῆς ὑφηλίου ἕνα εἰλικρινῆ φίλον ποὺ σθεναρῶς θὰ ὑποστηρίζη τὰ δίκαιά της. Δυστυχῶς οἱ δήμιοι θωπεύονται, διότι εἶνε ἰσχυροί. Τὸ θῦμα περιφρονεῖται, διότι εἶνε ἀσθενές.
Αἱ συμφοραὶ τῆς Ἑλλάδος ἀντὶ νὰ ἐλαττώνωνται, αὐξάνουν, πολλαπλασιάζονται. Ὁ ὁρίζων αὐτῆς διαρκῶς θολοῦται. Ἄγρια, ἀφρίζοντα κύματα πλήττουν τὸ μικρὸν σκάφος. «Ἡ Ἑλλὰς ἐν κινδύνω!» ἧτο πρὸ ἡμερῶν ἡ ἐπικεφαλὶς κυρίου ἄρθρου καθημερινῆς ἐφημερίδος ἐκ τῶν μαχητικωτέρων. «Ποῦ πάμε;…» ἡ ἐπικεφαλὶς κυρίου ἄρθρου ἄλλης ἐφημερίδος τῶν Ἀθηνῶν ἐκ τῶν θεωρουμένων ὡς σοβαρωτέρον. «Εἰς τὸ χεῖλος κρημνοῦ ἔχομεν φθάσει» φωνάζει ὁ ἀρθρογράφος τῆς ἐφημερίδος.
Ἀλλὰ τὶς ὁ μέγας κίνδυνος; Τὶς ὁ κρημνός; Τὶς ἡ ἄβυσσος; Τίνες οἱ ἐχθροὶ τῆς Ἑλλάδος; Ἰδοὺ εἰς τὶ θʼ ἀπαντήση ἡ «Σπίθα» συμβουλευόμενη τὴν ἱστορίαν τοῦ ἔθνους ἡμῶν καὶ πρὸ παντὸς τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, ὅστις, ἐὰν τὸν προσέξωμεν, δύναται καὶ εἰς τὸ κεφάλαιον τοῦτο νὰ φωτίση τὰ σκότη μας καὶ νὰ δείξη ὁδὸν σωτηρίας.
* * *
Ἐὰν, ἀγαπητοί, ἐὰν εἰς μίαν ἑκάστην τῶν πολιτικῶν συγκεντρώσεων καὶ πολυθορύβων συλλαλητηρίων ποὺ ἐξ ἀφορμῆς διαφόρων γεγονότων ἔγιναν εἰς τὴν Πατρίδα μας κατὰ τὴν τελυταίαν πεντηκονταετίαν, παρουσιάζετό τις καὶ ἀπηύθυνε πάντοτε τὸ ἐρώτημα: «Τίνες οἱ ἐχθροὶ τῆς Ἑλλάδος;», τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ ὑπὸ τὴν ἐπήρειαν τῶν συγχρόνων συγκλονιστικῶν γεγονότων θὰ ἔδιδον τὴν ἀπάντησιν καὶ ἡ ἀπάντησις θὰ ἧτο ἑκάστοτε διὰφορος. Οἱ Τοῦρκοι εἶνε προαιώνιοι ἐχθροί μας, θὰ ἐφώναζον ὄχι μόνον οἱ ὑπόδουλοι Ἕλληνες, ὄχι μόνον οἱ ἐκ Τουρκίας πρόσφυγες ποὺ εἶδαν τὰς σφαγὰς καὶ τὴν φρικτὴν καταστροφήν τῶν ἑστιῶν των, ἀλλὰ μετὰ τὰ τελευταῖα τῆς Κων)πόλεως γεγονότα καὶ ὅλοι οἱ ἄλλοι ἐκεῖνοι Ἕλληνες, οἱ ὁποῖοι μέχρι χθὲς ἐπίστευον εἰς τὴν συμμαχίαν μετὰ τῶν ἀλλοθρήσκων. Οἱ Βούλγαροι, αὐτοὶ εἶνε οἱ θανάσιμοι ἐχθροί μας θὰ ἐφώναζον ὅσοι ἐνθυμοῦνται τὰ δεινὰ τῶν βαρβαρικῶν ἐπιδρομῶν των εἰς τὴν Ἑλληνικὴν Μακεδονίαν. Οἱ Γάλλοι ἐχθροί μας, θὰ ἀπήντων ὅσοι ἐνθυμοῦνται τὸν ἀποκλεισμὸν τῆς Ἑλλάδος, κατὰ τὸν πρῶτον παγκόσμιον πόλεμον, τὰς αἱματηρὰς σκηνὰς τοῦ Ζαππείου, τὸν Ζοννάρ, τὰς ἐν Μ. Ἀσία ἁρμονικὰς μετὰ τοῦ Κεμὰλ σχέσεις. Οἱ Ἰταλοί, θὰ ἠκούετο οὐρανομήκης ἡ κραυγή, οἱ Ἰταλοί, αὐτοὶ εἶνε ἐχθροί μας, οἱ ὁποῖοι ἄνευ ούδεμίας αἰτίας ὑπούλως καὶ ἀνάνδρως τὴν νύκτα τῆς 28 Ὀκτωβρίου 1940 εἰσέβαλον εἰς τὸ πάτριον ἔδαφος. Οἱ Γερμανοί, αὐτοὶ εἶνε ἀπαίσιοι ἐχθροί, θὰ ἐφώναζον ὅσοι διατηροῦν εἰς τὴν μνήμην τῶν τὰς εἰκόνας τῶν ἀπαισίων ἐγκλημάτων ποὺ διέπραξαν τὰ στρατεύματα τῶν ναζιστῶν. Οἱ Ρῶσσοι, οἱ φονερότεροι ὅλων τῶν ἐχθρῶν μας, θὰ ἐφώναζον κατὰ τὴν διάρκειαν τοῦ συμμοριτοπολέμου οἱ μυριάδες τῶν πασχόντων καὶ σταυρουμένων Ἑλλήνων. Διότι ἐκ τοῦ Κρεμλίνου ἐδόθη τὸ σύνθημα καὶ ὑπεκινῆθη ὁ ἐμφύλιος ἐκεῖνος πόλεμος. Μόνον ἕν νεῦμα νὰ ἔκαμνεν ὁ «πατερούλης» των ὁ Στάλιν, εἰς τὸν ὁποῖον ὑπεττάσσοντο τότε τυφλῶς ἐν Ἑλλάδι φανατικοὶ ὁπαδοί του, ὁ ἐμφύλιος πόλεμος θὰ ἔπαυεν. Αὐτὸς εἶνε ὁ ἠθικὸς αὐτουργὸς τόσων φρικτῶν ἐγκλημάτων. Οἱ Ρῶσσοι ὡς Σλαῦοι εἶνε ἐχθροί μας. Ὄχι οἱ Ρῶσσοι, μετʼ ὀλίγα ἔτη ἀκούεται ἄλλη φωνὴ, ἀλλὰ οἱ Ἄγγλοι. Αὐτοὶ εἶνε οἱ θανασιμώτεροι τῶν ἐχθρῶν. Αὐτοὶ εἶνε ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι διὰ πολιτικοὺς καὶ οἰκονομικοὺς λόγους θέλουν ἡ Ἑλλὰς νὰ εἶνε τὸ ράκος τῶν ἐθνῶν, τὸ πλέον ἐξασθενημένον κρατίδιον τῆς Μεσογείου ποὺ νὰ τὸ κάμνουν ὅ,τι θέλουν. Τρομερὰ ἡ διπλωματία των! Ἀλλὰ καὶ οἱ Ἀμερικανοὶ πταίουν καὶ εἶνε ἔνοχοι ἀπέναντι τῆς Ἑλλάδος, ἀκούονται ἄλλαι φωναὶ. Διότι, λέγουν, ἐὰν ἡ μεγάλη αὕτη Δύναμις ἤθελε νὰ ὑποστηρίξη τὴν Ἑλλάδα, ἡ πονηρὰ Ἀλβιὼν θὰ ἠναγκάζετο νʼ ἀποσυρθῆ ἐκ τῆς Κύπρου. Ἀλλὰ δυστυχῶς ἡ Κυβέρνησις τῶν Ἡνωμένων Πολιτειῶν τῆς Ἀμερικῆς εἰς τὴν προκειμένην περίπτωσιν θυσιάζει τὸ δίκαιον καὶ τὴν ἀλήθειαν, ἵνα μὴ χάση τὴν φιλίαν τῶν ἰσχυρῶν δημίων.
Λοιπὸν συμφώνως μὲ τὰς φωνὰς αὐτὰς τῶν πολιτικῶν συλλαλητηρίων ἐχθροὶ τῆς Ἑλλάδος ὅλοι αὐτοὶ οἱ λαοί; Ἀπαντῶμεν! Ὅτι ἕνας λαὸς μικρὸς ἤ μεγάλος ἐκ διαφόρων αἰτιῶν ὁρμώμενος δύναται νὰ βλάψη τὴν Ἑλλάδα, δὲν τὸ ἀρνούμεθα, ἀλλὰ ἐκεῖνο ποὺ πρέπει ἀπὸ τῆς στήλης ταύτης νὰ τονισθῆ, εἶνε ὅτι ἡ βλάβη αὐτὴ ἡ ἐκ τῶν ἔξω, ἐκ τῶν ξένων ἐθνῶν, ὁσονδήποτε μεγάλη καὶ ἐὰν φαίνεται ἐνώπιον τῶν ὀφθαλμῶν τῶν συγχρόνων Ἑλλήνων, εἶνε μικρά, πολὺ μικρὰ καὶ ἀσήμαντος ἐν συγκρίσει μὲ τὰς βλάβας, μὲ τὰς ζημίας, μὲ τὰς καταστροφὰς ποὺ ἐπροξένησαν καὶ προξενοῦν εἰς τὴν Ἑλλάδα οἱ… Ἕλληνες! Ἀλλʼ ἀμέσως ἀκούεται σφοδρὰ ἡ φωνὴ τῆς διαμαρτυρίας: «Ἡμεῖς οἱ Ἕλληνες κάμνομεν τὸ μεγαλύτερον κακὸν εἰς τὸν τόπον μας; Ἡμεῖς, οἱ ὁποῖοι εἰς τὸ προσκλητήριον τῆς Πατρίδος ἀφήνομεν γέροντας γονεῖς καὶ γυναῖκας καὶ τέκνα καὶ σπεύδομεν εἰς τὴν πρώτην γραμμὴν τοῦ πυρὸς καὶ ταλαιπωρούμεθα καὶ διακινδυνεύομεν τὴν ζωήν μας ὑπὲρ τῆς Ἑλλάδος, ἡμεῖς εἴμεθα οἱ χειρότεροι ἔχθροὶ τῆς Ἑλλάδος; Αὐτὰ κηρύττεις; Αὐτὰ γράφεις; Παῦσε, δὲν θέλομεν οὔτε νὰ σὲ ἀκούωμεν, οὔτε νὰ σὲ ἀναγινώσκωμεν». Ἀλλʼ ὦ φίλοι, μὴ θορυβεῖσθε! Δὲν ἐμφισβητοῦμεν τὸν πατριωτισμόν σας. Ἀλλὰ πρέπει νὰ γνωρίζωμεν ὅλοι μας, ὅτι ὁ πατριωτισμὸς διὰ νὰ φέρη ἀγαθὰ ἀποτελέσματα καὶ νὰ εὐεργετήση τὴν Ἑλλάδα πρέπει νὰ εἶνε ἀπηλλαγμένος ἀπὸ πᾶν ἀκάθαρτον στοιχεῖον τῆς ἁμαρτίας, καὶ νὰ καίη ὡς φλὸξ ἀγάπης ἁγίας. Πατριωτισμὸς ἀνάμεικτος μὲ κακίαν καὶ ἁμαρτίαν ὁμοιάζει μὲ φλόγα ποὺ προέρχεται, ὄχι ἀπὸ καθαρὰν ὕλην, ἀλλὰ ἀπὸ ἀκάθαρτον πετρέλαιον… Ἡ φλὸξ καίει, ἀλλὰ καλύπτεται ἀπὸ πυκνὸν καὶ δυσώδες σύννεφο καπνοῦ. Ἕνας τοιοῦτος πατριωτισμός, εἰς τὸν ὁποῖον τὰ στοιχεῖα τῆς κακίας ὑπερτεροῦν καὶ νικοῦν τὰ στοιχεῖα τῆς ἀρετῆς, ἀντὶ ὠφελείας, πολλῶν ζημιῶν πρόξενος δύναται νὰ γίνη εἰς τὴν Πατρίδα.
Ἀλλὰ ποῖα εἶνε τὰ στοιχεῖα ἐκεῖνα, ποὺ ἐξουδετερώνουν τὴν ἀγαθὴν τοῦ πατριωτισμοῦ ἐνέργειαν; Εἶνε τὰ ἐν τῶ στήθει ἑνὸς ἑκάστου Ἕλληνος ὑπάρχοντα πάθη. Καὶ ἐκ τῶν πρώτων εἶνε ἕνα πάθος γνωριμώτατον εἰς τὴν Ἑλλάδα. Ἐνδημεῖ εἰς τὸν τόπον μας. Εἶνε ἡ διχόνοια, ἡ Ἑλληνικὴ διχόνοια. Ἀπὸ ἀρχαιοτάτων χρόνων τὸ πάθος τοῦτο τυραννεῖ τὸ ἔθνος. Ἐὰν ἀνατρέξωμεν εἰς τοὺς πρώτους αἰῶνας τῆς ἐμφανίσεως τῆς φυλῆς εἰς τὸ προσκήνιον τῆς Παγκοσμίου Ἱστορίας, θὰ ἴδωμεν τὴν διχόνοιαν νὰ διαιρῆ τοὺς Ἕλληνας, νὰ ἐξασθενίζη τὴν δύναμιν αὐτῶν. Ὁ ποιητὴς Ὅμηρος εἰς τὴν ἀρχὴν τῆς Ἰλιάδος, περίλυπος λαμβάνει τὴν λύραν του καὶ προσκαλεῖ τὴν ἔχθραν, τὴν Μοῦσαν τῆς ποιήσεως διὰ νὰ ψάλη τὴν «μῆνιν» τὴν ὀργὴν, δηλαδή, τὴν ἔχθραν, τὴν διχόνοιαν, ἡ ὁποία, ὡς μὴ ὤφειλεν, ἀνεπτύχθη μεταξὺ δύο ἡγητόρων τοῦ παρὰ τὴν Τροίαν στρατοπεδευομένου Ἑλλ. στρατοῦ, τὴν μῆνιν μεταξὺ τοῦ Ἀγαμέμνονος καὶ τοῦ Ἀχιλλέως. Ἡ καταστρεπτικὴ αὐτὴ «μῆνις» μυρία κακὰ προὐξένησεν εἰς τοὺς Ἀχαιούς, πολλὰς δὲ ψυχὰς ἡρώων ἐξαπέστειλεν εἰς τὸν Ἄδην. Ἰδοὺ ἐπὶ λέξει τὸ προοίμιον, οἱ πρῶτοι στίχοι τῆς Ἰλιάδος ποὺ θὰ ήδύναντο μὲ ἀλλαγὴν τῶν ὀνομάτων νὰ ἐπαναληφθοῦν πῆλλάκις εἰς τὴν Ἱστορίαν τοῦ Ἑλληνικοῦ ἔθνους:
«Μῆνιν ἄειδε, Θεά, Πηληιάδεω Ἀχιλλῆος
οὐλομένην, ἤ μυριʼ Ἀχαιοῖς ἄλγεʼ ἔθηκεν
πολὰς δʼ ἰφθίμους ψυχὰς Ἄϊδι προΐαψε».
Ἀφήνοντας τοὺς ὁμηρικοὺς χρόνους καὶ εἰσερχόμενοι εἰς ἱστοριωτέρους χρόνους βλέπομεν τὴν διχόνοιαν νὰ κατατέμνη τὴν Ἑλλάδα εἰς διάφορα κρατίδια, τὰ ὁποῖα ἀλληλοσυγκρούοντο θανασίμως καὶ προεκάλουν τὴν ἐπέμβασιν ξένων βασιλέων εἰς τὰ ἐσωτερικὰ πράγματα τῆς Ἑλλάδος. Οἰκτρὸν τὸ θέαμα ποὺ βλέπει ὁ ἀναγνώστης τῆς Ἑλλ. Ἱστορίας. Ἕλληνες νὰ ἐκστρατεύουν κατὰ Ἑλλήνων! Μελαναὶ σελίδες! Ἀλλʼ αἱ πλέον μελαναὶ σελίδες τῆς πρὸ Χριστοῦ Ἱστορίας τοῦ ἔθνους εἶνε ἐκεῖναι, τὰς ὁποίας ἔγραψεν ἡ διχόνοια μεταξὺ τῶν δύο ἰσχυροτέρων πολιτικῶν συγκροτημάτων τῆς ἀρχαίας Ἑλλάδος, μεταξὺ τῆς πολιτείας τῶν Ἀθηνῶν καὶ τῆς πολιτείας τῆς Σπάρτης. Ἡ διχόνοια αὐτὴ ἐξειλίχθη εἰς ἐμφύλιον πόλεμον, ὅστις διήρκησε τρεῖς δεκαετηρίδας καὶ ἐπέφερεν εἰς τὸν Ἑλληνισμὸν καταστροφήν, τὴν ὁποίαν δὲν ἠδυνήθησαν νὰ ἐπιφέρουν αἱ φοβεραὶ κατὰ τῆς Ἑλλάδος ἐκστρατεῖαι τοῦ Δαρείου καὶ τοῦ Ξέρξου. Ἀλλὰ μήπως καὶ μετὰ τὴν καταστροφὴν αὐτὴν ἔπαυσεν ἡ διχόνοια τὸ ἔργον της; Νὰ μνημονεύσωμεν ἐδῶ ὅλας τὰς αἱματηρὰς συγκρούσεις Ἑλλήνων κατὰ τῶν Ἑλλήνων; Βιβλίον ὁλόκληρον θὰ ἔπρεπε νὰ συγγράψη τις ἐὰν ἐπρόκειτο νὰ ἐξιστορήση τὰς καταστροφάς, τὰς ὁποίας ἐπέφερεν εἰς τὴν ἀρχαίαν Ἑλλάδα ἡ διχόνοια τῶν εἰδωλολατρῶν προγόνων μας.
Ἀφήνοντες τὴν ἀρχαιότητα, παρατρέχοντες τὴν ἱστορίαν τῆς Βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας, κλονισθείσης κατʼ ἐπανάληψιν ἀπὸ τὰς ποικίλας ἔριδας περισσότερον ἀπὸ τὰς ἐπιδρομὰς τῶν βαρβάρων, ἀντιπαρερχόμενοι τοὺς σκοτεινοὺς αἰώνας τῆς Τουρκοκρατίας, ἄς ἔλθωμεν εἰς τὴν νεωτέραν μας ἱστορίαν, ἀπὸ τοῦ 1821 μέχρι σήμερον. Πόσας φορὰς δὲν θὰ συναντήσωμεν τὴν διχόνοιαν! Αὐτὴ ἡ Ἑλληνικὴ Ἐπανάστασις ἐκινδύνευσε νʼ ἀπολεσθῆ ἕνεκεν τῆς διχονίας τῶν ἀγωνιστῶν. Ἐὰν ὁ ὐπὲρ ἐλευθερίας τῆς Ἐλλάδος ἱερὸς ἐκεῖνος πόλεμος παρετάθη ἐπὶ ὀκταετίαν, μία αἰτία τῆς παραστάσεως τοῦ σκληροῦ ἐκείνου ἀγῶνος ἧτο καὶ ἠ διχόνοια. Τὸ Μεσολόγγιον ἠγωνία καὶ οἱ ἀρχηγοὶ ἐν Πελοποννήσω διεπληκτίζοντο ἀγρίως διʼ ἀρχὰς καὶ ἀξιώματα. Ὁ Ἰμβραὴμ εἴχεν ἀποβιβάσει τὰ στήφη του, κατέστρεφε καὶ ἐδήωνε τὴν ὕπαιθρον καὶ αὐτοὶ δὲν ἠννόουν νʼ ἀφήσουν τὰς ἔριδάς των, τὸν ἐλφύλιον πόλεμον. Δεινὴν εἰκόνα τῆς διχονοίας ἐν ὄψει τοῦ μεγίστου κινδύνου τῆς φυλῆς δίδουν οἱ δύο Φιλέλληνες Ἱστορικοὶ ὁ Πουκεβὶλ καὶ ὁ Μένδελσων. Ἐκ τῆς ἱστορίας τοῦ τελευταίου ἀντιγράφομεν τὴν ἐξῆς περικοπήν: Οἱ Ἕλληνες «παρεσκεύαζον ἀμοιβαῖα δεινὰ πρὸς ἀλλήλους, ὡς νὰ μὴ ὑπῆρχον ἀρκοῦντα. Ὅτε ἡ νέα κυβέρνησις εἰσῆλθεν εἰς Ναύπλιον κατὰ τὸ τέλος Ἀπριλίου τοῦ 1826, εὗρεν εἰς τὰ ταμεῖα κεφάλαιον ἐκ 16 γροσίων. Πρὸς τούτους λοιμικὰς νόσους, πεῖναν καὶ ἀναρχίαν. Ὅτε οἱ Σουλιῶται καὶ οἱ Ρουμελιῶται ὑπὸ τὸν Φωτομάραν καὶ τὸν Θεόδωρον Γρίβαν εἶχον καταλάβει τὰ φρούρια Ἴτσ-Καλὲ καὶ Παλαμήδιον καὶ τρομοκρατοῦντες ἠπείλουν τὴν πόλιν, ἡ κυβέρνησις εἶδεν ἑαυτὴν ἠναγκασμένην νὰ ζητήση καὶ εὕρη καταφύγιον εἰς τὸν «θαλάσσιον πύργον» ὅπου ἐξηκολούθει σύρουσα μηδαμινήν, ἀνίσχυρον ὕπαρξιν. Ἐν Κορίνθω δὲ ἤριζον οἱ δύο Νοταραῖοι περὶ τῆς συγκομιδῆς τῆς κορινθιακῆς σταφίδος καὶ τῆς χειρὸς ὡραίας κληρονόμου, ὁ δὲ ἐμφύλιος πόλεμος κατερήμου τὰ τμήματα, τῶν ὁποίων εἶχε φεισθῆ μέχρι τοῦδε ὁ Αἰγύπτιος…». Φιλέλλην ἀξιωματικός, ὅστις ἐγκατέλειψε τὴν Πατρίδα του καὶ ἧλθε νὰ συναγωνισθῆ καὶ νὰ συναποθάνη μετὰ τῶν Ἑλλήνων ὑπὲρ τῆς ἐλευθερίας τῆς Ἑλλάδος, ἐκ τοῦ πεδίου τῆς μάχης γράφει πρὸς τοὺς οἰκείους του καὶ θρηνεῖ διὰ τὴν διχόνοιαν τῶν Ἑλλήνων: Ἀκούσωμεν τὴν φωνήν του, ἡ ὁποία καὶ μετὰ παρέλευσιν 133 ἐτῶν τόσον εἶνε καὶ διʼ ἡμᾶς τοὺς συγχρόνους Ἕλληνας ἐπίκαιρος καὶ διδακτική: «Ἐὰν οἱ Ἕλληνες ἧσαν ἡνωμένοι, οἱ Τοῦρκοι μικρὰν θὰ εἶχον δύναμιν, ἀλλʼ ἐμφύλιος πόλεμος διαιρεῖ τοὺς Ἕλληνας καὶ ἄν δὲν ἀλλάξωσι πολιτικήν, ἐπίφοβον εἶναι μήπως διακυβεύσι τὴν πολιτικήν των ὕπαρξιν».
Διὰ τοῦτο τὴν διχόνοια ἐξ ὅλων τῶν δεινῶν ποὺ εἶχον ἐπιπέσει εἰς τὴν ταλαίπωρον Πατρίδα, ἐφοβήθη περισσότερον καὶ ὁ Ἐθνικὸς ποιητὴς Διονύσιος Σολωμὸς τοῦ ὁποίου τὴν ἑκατονταετηρίδα ἀπὸ τοῦ θανάτου του καλεῖται τὸ ἔτος τοῦτο νὰ ἑορτάση ἡ Πατρίς.* Εἰς τὰς στροφὰς τοῦ ἐθνικοῦ ὕμνου (144-150) λαύρως ἐπιτίθεται κατὰ τῆς διχόνοιας τῶν Ἑλλήνων:
- «Ἡ διχόνοια, ποὺ βαστάει ἕνα σκῆπτρο, ἡ δολερή, καθενὸς χαμογελάει πάρʼ το, λέγοντας καὶ σύ.
- Κειὸ τὸ σκῆπτρο, ποὺ σᾶς δείχνει, ἔχει ἀλήθεια ὡραία θωριά˙ μὴν τὸ πιάστε, γιατὶ ρίχνει εἰσὲ δάκρυα θλιβερά.
- Ἀπὸ στόμα, ὅπου φθονάει, παλληκάρια, ἄς μὴν ʼπωθῆ, πὼς τὸ χέρι σας κτυπάει τοῦ ἀδελφοῦ τὴν κεφαλή.
- Μὴν εἰποῦν στὸ στοχασμό τους τὰ ξένα ἔθνη ἀληθινά: ἐὰν μισοῦνται ἀνάμεσά τους δὲν τοὺς πρέπει ἡ ἐλευθεριά».
Εἰς δὲ ἕνα ἄλλο ποίημά του εἰς τὴν ὠδὴν του εἰς τὸν Βύρωνα παρουσιάζει τὴν διχόνοιαν ὡς Ἑριννύα φαρμακερὰν ὁποὺ ἀνοίγει εἰς τὰ σπλάχνα τῆς Ἑλλάδος «ἀγιάτρευτη πληγὴ» καὶ διὰ τοῦ στόματος τοῦ ἥρώος του προτρέπει, ὅπως οἱ Ἕλληνες ἀδελφωθοῦν, διότι ἄλλως, «ὦ Ἕλληνες, θʼ ἀφανισθῆτε ἀπὸ χέρια Ἀγαρηνά».
Πόσον εἴχε δίκαιον ὁ ποιητὴς ταῦτα συμβουλεύον τοὺς ἀγωνιστὰς Ἕλληνας ἀποδεικνύει τὸ γεγονός, ὅτι εἰς τὰ ἀνακτοβούλια τῆς Εὐρώπης, ὅπου ἐσυζητεῖτο τότε τὸ θέμα τῆς ἀνεξαρτησίας τῆς Ἑλλάδος, ὁ μισέλλην ὑπουργὸς τῶν ἐξωτερικῶν τῆς Αὐστρίας, ὁ περιβόητος Μέττερνιχ ὡς ἰσχυρότατον ἐπιχείρημα κατὰ τῆς ἀπελευθερώσεως τῆς Ἑλλάδος εἶχε τὴν διάσπασιν τῶν Ἑλλήνων εἰς ἀλληλομισουμένας πολιτικὰς φατρίας. Δυστυχῶς! Ἕλληνες ἐμίσουν Ἕλληνες χειρότερον ἀπὸ ὅ,τι ἐμίσουν τοὺς Τούρκους! Καὶ εἶνε μὲν ἀληθὲς ὅτι ἤρχοντο στιγμαὶ κατὰ τὰς ὁποίας οἱ πολιτικοὶ καὶ στρατιωτικοὶ ἡγήτορες τῆς ἀγωνιζομένης Ἑλλάδος συνησθάντο τὸ κακὸν ποὺ ἐπροξένουν εἰς τὴν πατρίδα οἱ ἀτελεύτητοι ἔριδές των, ἀλλὰ αἱ στιγμαὶ τῆς ἀναλήψεως παρήρχοντο ταχέως καὶ ἡ διχόνοια ἔγινε πλέον ἐνδημικὴ ἐν Ἑλλάδι νόσος. Λέγεται, ὅτι ὅταν τὰς ἡμέρας ἐκείνας τῶν ἐρίδων ὁ Κολοκοτρώνης εἶδε Ἕλληνας νὰ σκάπτουν διὰ νὰ εὕρουν θησαυρὸν εἶπεν, ὅτι πολὺ καλλίτερον θὰ ἐκάμνομεν ὅλοι ἐὰν ἠνοίγαμεν βαθὺν τάφον, καὶ ἐντὸς αὐτοῦ ἐθάπτομεν διὰ παντὸς τὰς ἔριδας, τὰς διχονοίας, τοὺς φθόνους καὶ τὰ ἀρχαῖα μίση μας καὶ αὐτὸς θὰ ἧτο ὁ κάλλιστος δʼ ἑαυτοὺς καὶ διὰ πατρίδα «θησαυρὸς» τὸν ὁποῖον θὰ ἠδυνάμεθα νὰ εὕρωμεν!
Ἡ διχόνοια κατὰ τοὺς χρόνους τῆς Ἐπαναστάσεως! Ἀλλὰ μήπως μετὰ τὴν ἀπελευθέρωσιν τοῦ ἔθνους ἡ διχόνοια ἔπαυσε νὰ ἐνοχλῆ τὴν Πατρίδα; Ἀλλοίμονον! Αἱ πρῶται σελίδες τοῦ ἐλευθέρου κράτους ἐβάφησαν καὶ αὐταὶ μὲ αἵμα ἀδελφικόν, ποὺ ἔχυσεν η διχόνοια τῶν Ἑλλήνων. Θῦμα τοῦ ἐπαράτου διχασμοῦ ἔπεσε καὶ ὁ πρῶτος Ἐθνικὸς κυβερνήτης, ὁ εὐσεβὴς Ἰωάννης Καποδίστριας. Εἰς φατρίας, εἰς τρία κυρίως κόμματα διηρέθησαν τότε οἱ Ἕλληνες, τὸ ἀγγλικόν, τὸ γαλλικὸν καὶ τὸ ρωσικὸν κόμμα! Καὶ χάρις τῆς συμπαθείας των πρὸς τὰς ξένας δυνάμεις δὲν ἐδίσταζον καὶ ἐμφύλιον πόλεμον νὰ κάμουν. Ἐνῶ ἀναμφιβόλος ἠγάπων τὴν Πατρίδα των, λόγω ὅμως τῶν παθῶν ἐν τοῖς πράγμασι ἀπεδεικνύοντο περισσότερον ἀγγλόφιλοι, γαλλόφιλοι, ρωσόφιλοι καὶ ὀλιγότερον… φιλέλληνες ἵνὰ μὴ εἴπωμεν μισέλληνες!
Καὶ τώρα ἐὰν ἔλθωμεν εἰς τὴν τελευταίαν πεντηκονταετίαν τῆς ἱστορίας τοῦς ἔθνους μας καὶ πάλιν θὰ ἴδωμεν τὴν διχόνοιαν νὰ συνεχίζη τὸ κακοποιόν της ἔργον, νὰ ἐξασθενίζη, νὰ διαλύη, νὰ καταλύη, νὰ θρυμματίζη ἐθνικάς μας νίκας καὶ ἐπιτυχίας. Νωπὰ εἶνε εἰς τὴν μνήμην τῶν νεωτέρων Ἑλλήνων τὰ ἀπαίσια κατορθώματα τῆς διχονοίας. Ἡ Ἑλλὰς μετὰ τοὺς βαλκανικοὺς πολέμους εἶχεν ἀνέλθει εἰς δόξαν μεγάλην, ἐπίφθονον. Ἀλλὰ τὴν δόξαν αὐτῆς ἐφθόνησεν ὁ Σατανᾶς. Ἐνέσπειρε τὰ ζιζάνιά του. Ἐνεφανίσθη ἡ διχόνοια. Αὔτη διήρεσε πρῶτον τοὺς πολιτικοὺς καὶ στρατιωτικοὺς ἡγέτας τῆς Πατρίδος καὶ διὰ τῆς διαιρέσεως τούτων ὅλόκληρος ὁ Ἑλληνικὸς λαὸς ἐδιχάσθη εἰς δύο ἰσχυρὰς παρατάξεις. Μεταξὺ τῶν δύο παρατάξεων ἀνεπτύχθη μῖσος ἄσπονδον. Ἕλληνες ἐπετίθεντο μετὰ μανίας κατὰ Ἑλλήνων. Τὸ ἀδελφικὸν αἵμα ἐμόλυνε τὴν γῆν μας. Ἐπὶ δύο περίπου δεκαετηρίδας διήρκησεν ὁ ἐθνικὸς διχασμός. Τʼ ἀποτελέσματα; Ἐνῶ ἡ Ἑλλὰς εἶχε φθάσει εἰς τὸν κολοφῶνα τῆς ἐθνικῆς δόξης, ἐνῶ ἡ Ἑλληνικὴ σημαῖα ἐκυμάτιζε ἔξωθεν τῆς Τσαλτάζας καὶ τῆς Ἀγκύρας, ἐνῶ ἡ ναυαρχὶς τοῦ στόλου μας, ὁ «Ἀβέρωφ» ἐναυλόχει παρὰ τὸν Βόσπορον, ἐνῶ ὅλα τὰ ὄνειρα τῆς φυλῆς ἔτεινον πρὸς πραγματοποίησιν… αἴφνης ὅλον τὸ οἰκοδόμημα ἐκεῖνο ποὺ ἀνήγειραν κόποι, μόχθοι, αἵματα Ἑλληνικῶν γενεῶν, κατέπεσε μετὰ πατάγου. Τὶς ἡ αἰτία; Ἡ διχόνοιά μας ὑπῆρξεν ἡ κυριωτέρα αἰτία τῆς ἐθνικῆς τραγωδίας τοῦ 1922. 1 1)2 ἑκατομμύριον Ἑλληνισμὸς ἐξηφανίσθη!
Ἔλθωμεν τώρα εἰς τὰ πρόσφατα γεγονότα. Φλέγον ἐθνικὸν θέμα τὸ Κυπριακόν. Δὲν ὑπάρχει Ἕλλην καὶ Ἑλληνίς, ποὺ νὰ μὴ συγκινεῖται εἰς τὸ ἄκουσμα τῆς λέξεως: Κύπρος. Τὶ ἐπὶ τοῦ θέματος τούτου ἔπρεπε νὰ πράξη ἡ πολιτικὴ ἡγεσία; Ὅλοι οἱ πολιτικοὶ ἀρχηγοὶ αἰρόμενοι εἰς τὸ ὕψος τῶν κρισίμων περιστάσεων καὶ χάριν τῆς ἀπελευθερώσεως τῆς μαρτυρικῆς μεγαλονήσου ἐνταφιάζοντες προσωπικὰς φιλοδοξίας, ἀνθρωπίνας ἀδυναμίας καὶ πάθη νὰ συνέλθουν ἐπὶ τὸ αὐτὸ καὶ ὑπὸ τὴν προεδρίαν τοῦ Βασιλέως νὰ προσευχηθοῦν καὶ συσκευθοῦν σοβαρῶς ἐπὶ τοῦ ὅλου θέματος καὶ νὰ χαράξουν μίαν γραμμὴν ἐνεργείας, εἰς τρόπον ὥστε ἐπὶ τοῦ θέματος τούτου τουλάχιστον ἡ Ἑλλὰς νὰ παρουσιασθῆ ἡνωμένη, ἀδιάσπαστος. Καὶ ὅμως ἀντὶ μιᾶς ἑνιαίας καὶ σταθερᾶς πολιτικῆς γραμμῆς τὶ βλέπομεν; Φρικτὴν πολιτικὴν διαίρεσιν. Εἰς τὴν βουλὴν Βουλευταὶ καὶ ἀρχηγοὶ κομμάτων ἀλληλοϋβρίζονται. Ἡ λέξις «προδότης» ἐκσφενδονίζεται ἐναντίον ἀλλήλων μὲ τὴν μεγαλυτέραν εὐκολίαν. Ὀλίγον ἀκόμη καὶ θὰ ἔλθουν εἰς τὰς χεῖρας οἱ Βουλευταί. Ἕλληνες κατὰ Ἑλλήνων! Ἔτσι τὸ Κυπριακὸν ἐνεπλάκη εἰς τὰ πάθη, μετετράπη, ἔγινε «φοὺτ-μπὸλ» καὶ ἡ βουλὴ τῶν Ἑλλήνων ποδοσφαιρικὸν γήπεδον, ὅπου οἱ πολιτικοὶ ἀρχηγοὶ ζητοῦν νὰ ἐπιδείξουν τὴν μαεστρίαν των παίζοντες μὲ τὸ θέμα τῆς Κύπρου! Λόγω τῆς έμπαθείας, τῆς ὀξύτητος τῶν πολιτικῶν ἐρίδων ὅλαι αἱ λεπτομέρειαι, ὅλα τὰ μυστικὰ κινδυνεύουν νὰ φανερωθοῦν, νὰ περιέλθουν εἰς τὰς χεῖρας τῶν ἐχθρῶν. Οἱ ἐχθροὶ χαίρονται!
Ἀδελφοὶ Ἕλληνες! Κινδυνεύομεν νὰ χάσωμεν τὸ Κυπριακὸν ἐξ αἰτίας τῶν ἁμαρτιῶν μας καὶ μάλιστα τῆς πολιτικῆς μας διαιρέσεως.
Ἡ Ἑλληνικὴ Ἱστορία, παλαιὰ καὶ νέα, μᾶς δεικνύει τὰ ὀλέθρια τῆς διχονοίας ἀποτελέσματα καὶ διὰ τοῦ στόματος ὅλων τῶν μεγάλων ἀνδρῶν καὶ ἡρώων της μᾶς φωνάζει: Ἕλληνες, Ἐνωθῆτε! Ἀλλʼ εἰς ὁμόνοιαν καὶ ἐνότητα μᾶς προτρέπει καὶ ἡ θεία φωνὴ τῆς ἁγιωτάτης ἡμῶν Πίστεως. Ὀ Θεῖος Ἱδρυτὴς τῆς Ἐκκλησίας ὁ Κύριος Ἰησοῦς κηρύττει˙ «πᾶσα Βασιλεία μερισθεῖσα καθʼ ἑαυτῆς ἐρημοῦται, καὶ πᾶσα πόλις ἡ οἰκία μερισθεῖσα καθʼ ἑαυτῆς οὐ σταθήσεται» (Ματθ. 12, 25). Ὁ δὲ κορυφαῖος τῶν Ἀποστόλων ὁ Παῦλος γράφει «Εἰ ἀλλήλους δάκνετε καὶ κατεσθίετε, βλέπετε μὴ ὑπʼ ἀλλήλων ἀναλωθῆτε» (Γαλάτ. 5, 15).
* * *
Ἀγαπητοί μας ἀναγνῶσται! Μεταξὺ τῶ θαυμασίων λόγων ποὺ ἐξεφώνησε ὁ ἀθάνατος Χρυσόστομος εἶνε καὶ ἕνας ὑπὸ τὴν ἐπιγραφὴν˙ «ὅτι τὸν ἑαυτὸν μὴ ἀδικοῦντα οῦδεὶς παραβλάψαι δύναται» (ὅτι κανείς, οὔτε ἄνθρωπος, οὔτε δαίμων, δύναται νὰ βλάψη σοβαρῶς ἐκεῖνον ποὺ προσέχει καὶ δὲν ἀδικεῖ ἑαυτὸν διὰ τῆς ἰδικῆς του κακίας καὶ τῆς ἁμαρτίας). Ἐὰν ὑπῆρχεν ἐδῶ χῶρος, θὰ ἔπρεπεν ἐν μεταφράσει νὰ δημοσιευθῆ ὁλοκλήρος ὁ λόγος τοῦ ἱεροῦ πατρὸς τῆς Ἐκκλησίας. Πόσον θὰ ἧτο ἐπίκαιρος καὶ διδακτικὸς διʼ ἡμᾶς τοὺς Ἕλληνας, οἰ ὁποῖοι στρεφόμεθα ἠγανακτισμένοι κατὰ τῶν ἄλλων ἐθνῶν ἐνῶ θὰ ἔπρεπε πρωτίστως νὰ στραφῶμεν κατὰ τοῦ ἑαυτοῦ μας, τοῦ κακοῦ καὶ διεφθαρμένου, καὶ νὰ δώσωμεν τὴν σκληροτέραν καὶ ἡρωϊκοτέραν μάχην κατὰ τῶν παθῶν ἐκείνων ποὺ εἶνε ἀπαίσια ἐσωτερικὰ καρκινώματα καὶ φθείρουν τὰς ζωτικὰς δυνάμεις τοῦ ἔθνους καὶ ἐξ αἰτίας τῶν ὁποίων καὶ μόνον ἡ Ἑλλὰς κινδυνεύει νὰ γίνη δάκος καὶ περίγελως τῶν ἐθνῶν, τῶν ἐγγὺς καὶ τῶν μακράν. Κάτω οἱ… ἠκούσθησαν μυριάκις αἱ φωναὶ αἱ ὑποδεικνύουσαι τοὺς ἐξωτερικοὺς ἐχθροὺς τῆς φυλῆς. Ἀλλὰ πότε θὰ ἀκουσθῆ καὶ ἡ σωτήριος φωνή: Ἕλληνες, κάτω ἡ διχόνοια, κάτω τὰ πάθη, ἐὰν θέλωμεν ἡ Ἑλλὰς νὰ ζήση καὶ εὐημερήση; Μόνον μία Ἑλλὰς ἐν Χριστῶ ἡνωμένη θὰ εἶνε ἀκατάβλητος. Τότε οὐδεὶς θὰ δυνηθῆ νὰ τὴν βλάψη. Ὅλα τὰ ἔθνη, ὅλοι οἱ δαίμονες τῆς κολάσεως δὲν θὰ δυνηθοῦν νὰ ἐκριζώσουν τὸν Σταυρόν, τὰ ἀειθαλὲς τῆς πίστεώς μας δένδρον, τὸ πεφυτευμένον ἐν ταῖς καρδίαις, ὡς συμβολικῶς παριστᾶ καὶ ἡ δημοσιευμένη εἰς τὸ παρὸν φύλλον εἰκών. Ἄλλως μένοντες διηρημένοι καὶ θανασίμως μισοῦντες ἀλλήλους καὶ Ἕλληνες κατὰ Ἑλλήνων ἐπιτιθέμενοι, ἀνοίγουμεν βαθειὰ τὸν τάφον τῆς προσφιλοῦς μας Πατρίδος… καὶ θὰ εἶνε τόση ἡ συμφορά μας, ὥστε καὶ τὰ μηνύματα καὶ οἱ λίθοι τῆς Ἑλλάδος, θὰ συγκινηθοῦν καὶ κἄποιο ἄγαλμα μεγάλου φιλέλληνος ποὺ εἶνε ἐστημένον εἰς τὴν πλατεῖαν τοῦ Πανεπιστημίου τῆς Ἑλληνικῆς πρωτευούσης θὰ ζωντανεύση καὶ θὰ κραυγάση καὶ πάλιν: «Φιλέλληνες! Σώσατε τὴν Ἑλλάδα ἀπὸ τοὺς Ἕλληνας!».
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.