Η ΚΑΣΣΙΑΝΗ ΚΑΙ Η ΑΜΑΡΤΩΛΗ ΓΥΝΑΙΚΑ
Μεγάλη Τρίτη βράδυ
Του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου
Η ΚΑΣΣΙΑΝΗ ΚΑΙ Η ΑΜΑΡΤΩΛΗ ΓΥΝΑΙΚΑ
«Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή…» (δοξ. ἀποστ. αἴν. Μ. Τετ.)
ΑΠΟΨΕ, ἀγαπητοί μου, σὲ ὅλους τοὺς ναοὺς παρατηρεῖται κίνησις. Τρέχουν στὴν ἐκκλησία. Τοὺς τραβάει τὸ τροπάριο τῆς Κασσιανῆς. Ἂν ὅμως τοὺς ρωτήσῃς, τί σημαίνουν τὰ λόγια τοῦ τροπαρίου, δὲ μποροῦν νὰ ποῦν.
Γιὰ νὰ μὴ συμβῇ καὶ σ᾽ ἐμᾶς αὐτό, πολὺ σύντομα θὰ ἐξετάσουμε δύο πράγματα· πρῶτον ποιά εἶνε ἡ Κασσιανή, καὶ δεύτερον ποιά εἶνε ἡ ἁμαρτωλὴ γιὰ τὴν ὁποία ὁμιλεῖ τὸ τροπάριο.
* * *
Ἡ Κασσιανὴ γεννήθηκε καὶ ἔζησε στὸ Βυζάντιο τὸν 9ο μ.Χ. αἰῶνα. Αὐτοκράτωρ ἦταν ὁ νεαρὸς καὶ ἄγαμος Θεόφιλος. Ἡ μητέρα του Εὐφροσύνη, γιὰ νὰ βρῇ νύφη κατάλληλη γιὰ τὸ γυιό της, διέταξε τοὺς ἐπάρχους τῆς αὐτοκρατορίας, νὰ στείλουν στὴν Κωνσταντινούπολι κορίτσια ποὺ διακρίνονταν γιὰ τὸ κάλλος τους. Ἡ διαταγὴ ἐξετελέσθη· ἀπ᾽ ὅλα τὰ μέρη ἦρθαν νεάνιδες, κρίνα πάνω στὸ ἄνθος τους, καὶ ὡρίστηκε νὰ παραταχθοῦν στὰ ἀνάκτορα. Σ᾽ αὐτὴν ποὺ θὰ ἐξέλεγε ὁ Θεόφιλος, θὰ ἔδινε ἕνα χρυσὸ μῆλο.
Ὅταν ἦρθε ἡ ὥρα, ὁ Θεόφιλος κοντοστάθηκε μπροστὰ στὴν Κασσιανή, ποὺ ἔλαμπε. Καθὼς ἦταν ἕτοιμος νὰ τῆς δώσῃ τὸ μῆλο, τῆς εἶπε· «Ἐκ γυναικὸς ἐρρύη τὰ φαῦλα», ἀπὸ γυναῖκα δηλαδὴ πήγασαν τὰ κακά – κ᾽ ἐννοοῦσε τὴν Εὔα. Ἡ Κασσιανὴ μποροῦσε νὰ σιωπήσῃ. Εἶνε καὶ ἡ σιωπὴ στολίδι τῆς γυναίκας· ὅποια σιωπᾷ ἔχει ἕνα μεγαλεῖο, ἡ φλύαρη γίνεται ἀποκρουστική. Ἡ Κασσιανὴ ὅμως θεώρησε τὸν λόγο αὐτὸν προσβολὴ τοῦ γυναικείου φύλου. Ἀντὶ νὰ σιωπήσῃ ἀπήντησε· καί, εὐφυὴς καὶ ἑτοιμόλογη ὅπως ἦταν, τοῦ εἶπε· «Ἀλλὰ καὶ ἐκ γυναικὸς ἐρρύη τὰ κρείττω», ἀλλὰ καὶ ἀπὸ γυναῖκα πήγασαν τὰ καλύτερα – κ᾽ ἐννοοῦσε τὴν Παναγία.
Δυὸ γνῶμες. Ἡ μία εἶνε· ἀπ᾽ τὴ γυναῖκα ὅλα τὰ κακά. Ἡ ἄλλη· ἀπ᾽ τὴ γυναῖκα ὅλα τὰ καλά. Μὲ ποιά συμφωνεῖς; θὰ μὲ ρωτήσετε. Καὶ οἱ δυὸ ἔχουν ἀλήθεια, καὶ οἱ δύο ἐκφράζουν ὄψεις ἑνὸς καὶ τοῦ αὐτοῦ πράγματος· τονίζουν τὴν μεγίστη ἀξία ποὺ ἔχει ἡ γυναίκα στὸν κόσμο. Ὄντως μιὰ κακὴ γυναίκα εἶνε πηγὴ συμφορᾶς, μπορεῖ νὰ σπρώξῃ τὸν ἄντρα μέχρι τὸν ᾅδη, ἐνῷ μιὰ καλὴ γυναίκα μπορεῖ νὰ ὑψώσῃ τὸν ἄντρα μέχρι τὰ ἄστρα. Σύμβολο τῆς μιᾶς κατηγορίας ἡ Εὔα, τῆς ἄλλης ἡ Παναγία. Συνεπῶς καὶ οἱ δύο προτάσεις ἦταν ὀρθές.
Ἀλλὰ ὁ Θεόφιλος δὲν ἔδωσε τὸ μῆλο στὴν Κασσιανή. Γιατί; Ὑπάρχει τὸ ἑξῆς ψυχολογικὸ φαινόμενο. Οἱ ἄντρες ἀγαποῦν τὶς ὄμορφες ἀλλ᾽ ὄχι καὶ ἔξυπνες γυναῖκες. Αὐτὸ ἔχει μία ἐξήγησι· ὅτι ὁ ἀντρικὸς ἐγωισμὸς δὲν ἀνέχεται νὰ εἶνε πιὸ ἔξυπνη ἡ σύζυγος.
Ὁ Θεόφιλος λοιπὸν εἶδε ὅτι ἔχει ἐμπρός του μιὰ γυναῖκα ὡραία ἀλλὰ καὶ πολὺ εὐφυέστερη ἀπ᾽ αὐτόν. Ἔτσι προσπέρασε τὴν Κασσιανὴ κ᾽ ἔδωσε τὸ μῆλο σὲ μία ἄλλη κόρη, ὡραία κι αὐτὴ καὶ σεμνή, τὴν Θεοδώρα ἀπὸ τὴν Παφλαγονία, ποὺ ἔγινε αὐτοκράτειρα, ἀξιώθηκε νὰ ὑπερασπίσῃ τὶς ἱερὲς εἰκόνες καὶ εἶνε ἁγία τῆς Ἐκκλησίας μας. Καὶ ἡ Κασσιανή; Ἔχασε ἕνα θρόνο – ἕνα στέμμα, ἀλλὰ κέρδισε κάτι ἀνώτερο· τὸ χάρισμα τῆς ποιήσεως, ποὺ τὴν κοσμοῦσε καὶ μὲ τὸ ὁποῖο ἔμεινε στὴν ἱστορία.
Ἀπεσύρθη ἀπὸ τὰ ἐγκόσμια, ἔχτισε μοναστήρι, ἔζησε βίον παρθενίας μέχρι τέλους, καὶ ἔγραψε διάφορα ποιήματα – ὕμνους, ποὺ εἶνε ἐγκατεσπαρμένοι στὰ λειτουργικά μας βιβλία. Τὸ ἀριστούργημα ὅμως τῶν ποιημάτων της εἶνε τὸ ἀποψινό· «Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή…» (δοξ. ἀποστ. αἴν. Μ. Τετ.).
* * *
Ποιά, τώρα, εἶνε αὐτὴ ἡ ἁμαρτωλὴ γυναίκα, ποὺ λέει τὸ τροπάριο; Εἶνε ἡ ἴδια ἡ ποιήτρια; Ὄχι. Ποιά εἶνε; Ἂν θέλετε, ἀνοῖξτε τὸ κατὰ Λουκᾶν Εὐαγγέλιο καὶ διαβάστε τοὺς τελευταίους στίχους τοῦ 7ου (Ζ΄) κεφαλαίου (7,36-50)· ἐκεῖ θὰ δῆτε ποιά εἶνε ἡ γυναίκα αὐτή.
Λέει τὸ Εὐαγγέλιο, ὅτι ἕνας φαρισαῖος, ὁ Σίμων ποὺ εἶχε μεγάλη ἰδέα γιὰ τὸν ἑαυτό του, κάλεσε τὸ Χριστὸ σὲ γεῦμα. Ἐνῷ λοιπὸν ἔτρωγαν, ξαφνικὰ ἀπὸ τὴν ἀνοιχτὴ πόρτα, δειλὰ καὶ μὲ συστολή, νά καὶ μπαίνει μιὰ γυναίκα γνωστὴ στὴν κοινωνία· ἦταν μία ἁμαρτωλή, ποὺ πουλοῦσε τὸ κορμί της γιὰ ἡδονὴ καὶ κέρδος. Ξαφνιάστηκαν. Κρατοῦσε ἕνα ἀγγεῖο μὲ πολύτιμο μύρο. Στάθηκε πίσω, ἔκλαιγε, ἔβρεχε τὰ πόδια τοῦ Χριστοῦ μὲ δάκρυα καὶ τὰ σκούπιζε μὲ τὰ μαλλιά της ἀντὶ γιὰ πετσέττα· καταφιλοῦσε τὰ πόδια τοῦ Κυρίου καὶ τὰ ἄλειφε μὲ τὸ μύρο.
Ὅταν τὰ εἶδε αὐτὰ ὁ Σίμων σκέφτηκε· Ἂν αὐτὸς ἦταν προφήτης, θὰ γνώριζε ποιά καὶ πόσο ἀθλία εἶνε αὐτὴ ποὺ τὸν ἀγγίζει. Ὁ καρδιογνώστης Χριστὸς τοῦ λέει· ―Σίμων, ἔχω κάτι νὰ σοῦ πῶ. ―Λέγε, διδάσκαλε. ―Δυὸ ἄνθρωποι χρωστοῦσαν σὲ κάποιο δανειστὴ ὁ ἕνας 500, ὁ ἄλλος 50 δηνάρια. (Τὸ δηνάριο εἶνε νόμισμα τῆς ῥωμαϊκῆς ἐποχῆς καὶ ἡ ἀξία του ἦταν ὅσο ἕνα μεροκάματο, χίλιες περίπου δραχμές. Ἑπομένως, 50 δηνάρια = 50 χιλιάδες δραχμές, καὶ 500 δηνάρια = μισὸ ἑκατομμύριο). Μὴ ἔχοντας νὰ τοῦ τὰ ἐπιστρέψουν, ὁ καλὸς ἐκεῖνος κύριος χάρισε τὰ χρέη καὶ στοὺς δυό. Γιά πές μου λοιπόν, ποιός ἀπ᾽ τοὺς δυὸ θὰ τὸν ἀγαπήσῃ περισσότερο; Ἀπαντᾷ ὁ φαρισαῖος, χωρὶς νὰ καταλάβῃ τὸ νόημα· ―Ἐκεῖνος, νομίζω, ποὺ τοῦ χάρισε τὸ μεγαλύτερο ποσό. ―Σωστὰ ἔκρινες. Ἔ λοιπόν, ἐσὺ εἶσαι ποὺ θεωρεῖς τὸν ἑαυτό σου μικρὸ ἁμαρτωλὸ – μὲ μικρὸ χρέος, ἐνῷ αὐτὴν τὴ θεωρεῖς μεγάλη ἁμαρτωλὴ – μὲ μεγάλο χρέος. Ἀλλὰ γι᾽ αὐτὸ καὶ ἡ εὐγνωμοσύνη της εἶνε μεγαλύτερη ἀπ᾽ τὴ δική σου. Τὴ βλέπεις; Μπῆκα στὸ σπίτι σου· δὲν ἔβαλες νερὸ νὰ μοῦ πλύνῃς τὰ πόδια, ἐνῷ αὐτὴ μὲ δάκρυα μοῦ ἔβρεξε τὰ πόδια· φίλημα δὲ μοῦ ἔδωσες, ἐνῷ αὐτὴ ἀφ᾽ ὅτου μπῆκε δὲ σταμάτησε νὰ μοῦ καταφιλῇ τὰ πόδια· δὲ μοῦ ἄλειψες τὴν κεφαλὴ μὲ λάδι, ἐνῷ αὐτὴ καὶ τὰ πόδια μου ἀκόμη ἄλειψε μὲ μύρο. Γι᾽ αὐτὸ σοῦ λέω· συγχωροῦνται οἱ ἁμαρτίες της οἱ πολλές, γιατὶ ἀγάπησε πολύ. Ἐνῷ σὲ ὅποιον συγχωροῦνται λίγα, λίγο ἀγαπάει. Καὶ στρεφόμενος στὴ γυναῖκα εἶπε· «Ἀφέωνταί σου αἱ ἁμαρτίαι», σοῦ συγχωροῦνται οἱ ἁμαρτίες (Λουκ. 7,48).
Γι᾽ αὐτὴν λοιπὸν τὴ γυναῖκα ὁμιλεῖ σήμερα ἡ ἀκολουθία. Καὶ ἂν προσέξατε, πολλὲς φορὲς τὰ τροπάρια τὴν ὀνομάζουν «πόρνη». Ἂν τολμήσουμε οἱ ἱεροκήρυκες νὰ ποῦμε σήμερα στὴν ἐκκλησία τὴ λέξι «πόρνη», θὰ μᾶς ποῦν πὼς αἰσχρολογοῦμε. Τί ὑποκρισία! Τὸ πρᾶγμα τὸ κάνουν, τὴν πορνεία δηλαδή, ἀλλὰ τὴ λέξι πορνεία δὲν θέλουν ν᾽ ἀκούσουν. Ἔγιναν εὐφημισταί· τὴν πόρνη τὴ λένε «φιλενάδα». Ἄλλαξε ὁ κόσμος λεξιλόγιο· μὰ τὸ Εὐαγγέλιο δὲν ἀλλάζει, λέει «τὰ σύκα σύκα, τὴ σκάφη σκάφη».
Αὐτὴ τὴν πόρνη ἔχει ὑπ᾽ ὄψιν του τὸ τροπάριο «Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή…». Περιγράφει μὲ ζωηρὲς λέξεις τὴν ἁμαρτωλότητά της ἀλλὰ καὶ τὴ βαθειὰ μετάνοια καὶ ἐπιστροφή της στὸ Χριστό, καὶ μᾶς καλεῖ νὰ μιμηθοῦμε τὸ παράδειγμά της.
* * *
Ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῆς Κασσιανῆς ἔχουν περάσει, ἀγαπητοί μου, 11 αἰῶνες. Καὶ ὅμως ἡ πορνεία δὲν ἐξέλιπε. Σήμερα μάλιστα οἱ γυναῖκες αὐτὲς ἔχουν πληθυνθῆ πάρα πολύ. Ἔγινε σπάνια ἡ ἁγνὴ καὶ πιστὴ γυναίκα.
Νὰ κατηγορήσουμε τὶς γυναῖκες αὐτές, ποὺ γιὰ ἕνα κομμάτι ψωμὶ πουλοῦν τὴν τιμή τους – τὸ κορμί τους; Ὄχι, ἀδελφοί μου. Ἡ σημερινὴ ἡμέρα μᾶς φωνάζει· Ἔλεος!
Φταῖνε καὶ οἱ γυναῖκες αὐτὲς ἀσφαλῶς, ἀλλὰ πολὺ περισσότερο φταίει τὸ κοινωνικὸ περιβάλλον, ποὺ εὐνοεῖ πάνω στὴν κοπριὰ νὰ φυτρώνουν τ᾽ ἀγκάθια τῆς πορνείας καὶ μοιχείας. Σὲ ἄλλες κοινωνίες αὐτὰ δὲν θὰ ἦταν ἀνεκτά. Σήμερα νέοι νόμοι τὰ ἐπιτρέπουν. Φταῖνε λοιπὸν οἱ νόμοι. Φταίει ἀκόμα ἡ φτώχεια καὶ ἡ ἀσπλαχνία. Φταῖνε τὰ ἔντυπα, ἐφημερίδες καὶ περιοδικά. Φταῖνε οἱ διαφημίσεις καὶ οἱ εἰκόνες. Φταῖνε πρὸ παντὸς τὰ ῥαδιόφωνα καὶ οἱ τηλεοράσεις. Μουσουλμᾶνοι ἔγιναν οἱ ἄντρες· δὲν τοὺς φτάνει ἡ γυναίκα τους, θέλουν δεύτερη καὶ τρίτη καὶ τέταρτη καὶ πέμπτη καὶ ἕκτη…
Ἔλεος, ὦ κοινωνία, στὰ δυστυχισμένα αὐτὰ πλάσματα, ποὺ ἀναστενάζουν μέσα στοὺς οἴκους ἀνοχῆς ἐπαναλαμβάνοντας «Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή…». Μιὰ γυναίκα ἀπὸ αὐτές, ποὺ δακρύζει μετανοημένη, εἶνε ἀνώτερη ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ποτέ δὲν ἔκλαψαν, γιατὶ τό ᾽χουν σίγουρο πὼς θὰ πᾶνε στὸν παράδεισο. Τὸ εἶπε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός· «Οἱ τελῶναι καὶ αἱ πόρναι προάγουσιν ὑμᾶς (δηλαδὴ προηγοῦνται ἀπὸ σᾶς, σᾶς ξεπερνοῦν) εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» (Ματθ. 21,31). Πολλὲς φορὲς μέσα στὸ βόρβορο κρύβονται διαμάντια!
Κλάψτε καὶ πονέστε τις, σὰν νά ᾽νε ἀδελφὲς καὶ κορίτσια σας. Κάντε ἀπόψε δέησι γι᾽ αὐτές. Διαβάστε τὴν περικοπὴ ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο. Καὶ προσευχηθῆτε στὸ Θεό, νὰ δώσῃ δάκρυα σὲ ὅλους, καὶ σ᾽ αὐτὲς καὶ σ᾽ ἐμᾶς, νὰ γίνῃ τὸ τροπάριο δικό μας καὶ νὰ λέμε· «Ἁμαρτιῶν μου τὰ πλήθη καὶ κριμάτων σου ἀβύσσους τίς ἐξιχνιάσει, ψυχοσῶστα Σωτήρ μου;».
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(ἱ. ναὸς Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης 17-4-1984 βράδυ)
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.